Ἀναβάλλομαι χορεύειν λιγυροῖς μίτοισι κρούων γαμικὸν μέλισμα σεμνόν , βιοτῆς χάρισμα πρῶτον . Τί γάρ , εἰπέ μοι , τίς
μὲν γὰρ κρίμα ἐξ ἑνὸς εἰς κατάκριμα , τὸ δὲ χάρισμα ἐκ πολλῶν παραπτωμάτων εἰς δικαίωμα . εἰ γὰρ τῷ
χάριν ὄντα τοῦ θεοῦ τὰ σύμπαντα , γενέσεως δὲ οὐδὲν χάρισμα , ὅτι γε οὐδὲ κτῆμα , θεοῦ δὲ κτῆμα
σοί . δι ' ἣν αἰτίαν ἀναμιμνῄσκω σε ἀναζωπυρεῖν τὸ χάρισμα τοῦ θεοῦ , ὅ ἐστιν ἐν σοὶ διὰ τῆς
8466924 ἐλεησει
κατὰ τοὺς Δελφοὺς , ἔνθα γῆς ὀμφαλὸς λέγεται . τίς ἐλεήσει αὐτὸν , ὦ Ζεῦ : τί : οὗτος γὰρ
ταῦτα εἶπεν αὐτῷ , Μακάριος ὅστις φάγεται ἄρτον ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ θεοῦ . ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ , Ἄνθρωπός
: ” τίς σε , ὦ τέκνον , τῶν θεῶν ἐλεήσει ; τίνος γὰρ κρέας ὑπὸ σοῦ γε οὐκ ἐκλάπη
μείζων Ἰωάννου τοῦ βαπτιστοῦ : ὁ δὲ μικρότερος ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν μείζων αὐτοῦ ἐστιν . ἀπὸ δὲ τῶν
8460108 ἐψοφηκεν
λέγεις „ ; „ ἔφη ” ἤδη γὰρ ὁ κώδων ἐψόφηκεν ; ” εἰπόντος δέ „ εὖ σοι εἴη „
Καλῶς ἀθετεῖτε τὴν ἐντολὴν τοῦ θεοῦ , ἵνα τὴν παράδοσιν ὑμῶν στήσητε . Μωϋσῆς γὰρ εἶπεν , Τίμα τὸν πατέρα
δαιμόνων ? [ ] ; τάλαιν ' ἐγώ , τίς ἐψόφηκεν ; ἆρ ' ὁ πάππας ἔρχεται ; ἔπειτα πληγὰς
ὥρας , προσώπῳ οὐ καρδίᾳ , περισσοτέρως ἐσπουδάσαμεν τὸ πρόσωπον ὑμῶν ἰδεῖν ἐν πολλῇ ἐπιθυμίᾳ . διότι ἠθελήσαμεν ἐλθεῖν πρὸς
8366838 φιλοθηρος
, φιλοκερδής , φιλόδωρος , φιλόπαις φιλότεκνος φιλόστοργος φιλογύνης , φιλόθηρος φιλόμουσος , φιλοσώματος φιλόψυχος , φιλόξενος φιλοικτίρμων φιλόπλουτος ,
. ἀκούσας δὲ ὅτι Ἀρχέλαος βασιλεύει τῆς Ἰουδαίας ἀντὶ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ Ἡρῴδου ἐφοβήθη ἐκεῖ ἀπελθεῖν : χρηματισθεὶς δὲ κατ
τῶν περὶ τὰ πολεμικά , φιλογυμναστής τέ τις ὢν καὶ φιλόθηρος . Ἔστι γάρ , ἔφη , τοῦτο τὸ ἦθος
ἀπὸ Ἱεροσολύμων μὴ χωρίζεσθαι , ἀλλὰ περιμένειν τὴν ἐπαγγελίαν τοῦ πατρὸς ἣν ἠκούσατέ μου : ὅτι Ἰωάννης μὲν ἐβάπτισεν ὕδατι
8362570 ὑπουργησω
δέ τι καὶ ὑπουργῆσαι καὶ σὲ δεῖ . Πρόσταττε : ὑπουργήσω γὰρ ὅσα δυνατά . Ὅμηρος ὁ ποιητής φησι τοὺς
, ἵνα περισσεύητε μᾶλλον . οἴδατε γὰρ τίνας παραγγελίας ἐδώκαμεν ὑμῖν διὰ τοῦ κυρίου Ἰησοῦ . τοῦτο γάρ ἐστιν θέλημα
. . . , . : ἀοζήσω : διακονήσω , ὑπουργήσω . Αἰσχύλος Ἐλευσινίοις . Κατάλογ . : Νιόβη .
πατὴρ ἐν ἐμοί ἐστιν ; τὰ ῥήματα ἃ ἐγὼ λαλῶ ὑμῖν ἀπ ' ἐμαυτοῦ οὐ λαλῶ : ὁ δὲ πατὴρ
8354478 δρομεως
φησί , ] [ προεῖπεν , ἐπερωτηθεὶς ] [ ὑπὸ δρομέως ἤδη ] μέλλοντος [ Ὀλυμπίασιν ] ἀγωνιεῖσθαι , ὅτι
ἐν παρόδῳ ἰδεῖν , ἐλπίζω γὰρ χρόνον τινὰ ἐπιμεῖναι πρὸς ὑμᾶς , ἐὰν ὁ κύριος ἐπιτρέψῃ . ἐπιμενῶ δὲ ἐν
. , : γρίσων ὁ χοῖρος : Ἀριστοφάνης δέ φησι δρομέως ὄνομα . . . . : γρίσων ὁ χοῖρος
ἂν ἐξέλθητε ἐκεῖθεν . καὶ ὃς ἂν τόπος μὴ δέξηται ὑμᾶς μηδὲ ἀκούσωσιν ὑμῶν , ἐκπορευόμενοι ἐκεῖθεν ἐκτινάξατε τὸν χοῦν
8330902 εἰσεληλυθ
τῶν σελίνων μαχόμεθ ' , ὥσπερ Ἰσθμίοις . λαγώς τις εἰσελήλυθ ' : εὐθὺς ἥρπακας . πέρδικα δ ' ἢ
οὐκ ἔστιν πρὸς θάνατον ἀλλ ' ὑπὲρ τῆς δόξης τοῦ θεοῦ , ἵνα δοξασθῇ ὁ υἱὸς τοῦ θεοῦ δι '
περὶ τῶν σελίνων μαχόμεθ ' ὥσπερ Ἰσθμίοις . λαγώς τις εἰσελήλυθ ' , εὐθὺς ἥρπακας . πέρδικα δ ' ἢ
δὲ καὶ ψευδομάρτυρες τοῦ θεοῦ , ὅτι ἐμαρτυρήσαμεν κατὰ τοῦ θεοῦ ὅτι ἤγειρεν τὸν Χριστόν , ὃν οὐκ ἤγειρεν εἴπερ
8311388 ΑΥΤΑΡ
ἀνδράσιν , δι ' ἅπερ ἔφην τὸ πρότερον . . ΑΥΤΑΡ ΕΠΕΙ ΔΟΛΟΝ . Ἐπεὶ δὲ νεύσει τῆς Εἱμαρμένης ἀπηρτίσθησαν
δὲ λέγω ὑμῖν ὅτι πᾶς ὁ ὀργιζόμενος τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ ἔνοχος ἔσται τῇ κρίσει : ὃς δ ' ἂν εἴπῃ
ἤσθιον , ἢ ἔνεμον , καὶ διεμέριζον ἀλλήλοις . . ΑΥΤΑΡ ΕΠΕΙ ΚΕΝ . Τὶς μὲν ἡ ζωὴ τῶν ἐκ
, Οὐ φονεύσεις : ὃς δ ' ἂν φονεύσῃ , ἔνοχος ἔσται τῇ κρίσει . ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν ὅτι
8288706 ἀποτριτωσας
, ἀπυρέτους μετ ' οἴνου . ἄλλο . τρίφυλλον βοτάνην ἀποτριτώσας δίδου πιεῖν . [ Πρὸς ἰκτεριῶντας . ] Λοῦε
δοκιμαζομένου , εὑρεθῇ εἰς ἔπαινον καὶ δόξαν καὶ τιμὴν ἐν ἀποκαλύψει Ἰησοῦ Χριστοῦ . ὃν οὐκ ἰδόντες ἀγαπᾶτε , εἰς
παλαιοῦ δὸς πιεῖν : ἢ βάτου καρπὸν σὺν τοῖς φύλλοις ἀποτριτώσας δὸς πιεῖν . ἄλλο . κύμινον Ἑλλαδικὸν καὶ κηκίδα
νήφοντες , τελείως ἐλπίσατε ἐπὶ τὴν φερομένην ὑμῖν χάριν ἐν ἀποκαλύψει Ἰησοῦ Χριστοῦ . ὡς τέκνα ὑπακοῆς , μὴ συσχηματιζόμενοι
8275214 θανοις
οὕτως ἔρως σοι πρὸς θεῶν τελεσφόρος γένοιτο παίδων καὐτὸς ὄλβιος θάνοις . εὕρημα δ ' οὐκ οἶσθ ' οἷον ηὕρηκας
καὶ τριῶν σταθήσεται πᾶν ῥῆμα . προείρηκα καὶ προλέγω ὡς παρὼν τὸ δεύτερον καὶ ἀπὼν νῦν τοῖς προημαρτηκόσιν καὶ τοῖς
πέπονθε πρὸς τὸν Πέρσην διαιρούμενος . τὸ δὲ γηραιὸς δὲ θάνοις παρέγγραπτον ὡς ἀδιανόητον . μουνογενὴς ⌊ ⌋ δὲ πάις
ἀπὼν δὲ θαρρῶ εἰς ὑμᾶς : δέομαι δὲ τὸ μὴ παρὼν θαρρῆσαι τῇ πεποιθήσει ᾗ λογίζομαι τολμῆσαι ἐπί τινας τοὺς
8260749 κακοποιει
διδύμων . πολλάκις γὰρ περὶ μὲν τὸ πρῶτον τεχθὲν ὅριον κακοποιεῖ τῆς ἀφέσεως κυριεῦσαν , ἢ καὶ τοῦ οἰκοδεσπότου παραπεσόντος
πεπίστευκεν εἰς τὴν μαρτυρίαν ἣν μεμαρτύρηκεν ὁ θεὸς περὶ τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ . καὶ αὕτη ἐστὶν ἡ μαρτυρία , ὅτι
ἢ ἐπὶ τῶν ἐνδεχομένων γενέσθαι . Ἐγκιλικίζεται : κακοηθεύεται , κακοποιεῖ . Διαβάλλονται οἱ Κίλικες ἐπὶ πονηρίᾳ . Ὅθεν καὶ
ἅπαντας , οὕτως ἔσται [ καὶ ] ἡ παρουσία τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου . τότε δύο ἔσονται ἐν τῷ ἀγρῷ
8256048 ξυστησεται
ἐναντιώθη . ξυστήσεται ] ἐναντιωθήσεται . ξυστήσεται ] ξυμμαχήσεται . ξυστήσεται ] συμπαρατάξεται . θ ξυστήσεται ] συστάδην μαχήσεται καὶ
. οἱ δὲ διελογίζοντο ἐν ἑαυτοῖς λέγοντες ὅτι Ἄρτους οὐκ ἐλάβομεν . γνοὺς δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν , Τί διαλογίζεσθε
δ ' εὐλόγως ξυνήγαγεν . ἐχθρὸς γὰρ ἁνὴρ ἀνδρὶ τῷ ξυστήσεται , ξυνοίσετον δὲ πολεμίους ἐπ ' ἀσπίδων θεούς :
, Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ κυρίου ἡμῶν , δι ' οὗ ἐλάβομεν χάριν καὶ ἀποστολὴν εἰς ὑπακοὴν πίστεως ἐν πᾶσιν τοῖς
8244570 παισθεις
. ὦ ἀδελφέ μου , πατάξας τὸν πατάξαντα ἀδελφόν . παισθεὶς ἔπαισας ] παταχθεὶς ἐπάταξας . παισθεὶς ] ὦ Πολύνεικες
δυνάμεως αὐτοῦ . ἐμοὶ τῷ ἐλαχιστοτέρῳ πάντων ἁγίων ἐδόθη ἡ χάρις αὕτη , τοῖς ἔθνεσιν εὐαγγελίσασθαι τὸ ἀνεξιχνίαστον πλοῦτος τοῦ
παισθεὶς ] ὦ Πολύνεικες . θ παισθεὶς ] τυφθείς . παισθεὶς ] πληγείς . ἔπαισας ] ἔτυψας . σὺ δ
, ὅτι ἀγνοῶν ἐποίησα ἐν ἀπιστίᾳ , ὑπερεπλεόνασεν δὲ ἡ χάρις τοῦ κυρίου ἡμῶν μετὰ πίστεως καὶ ἀγάπης τῆς ἐν
8224506 ΚΟΣ
λευκός γλαυκός πλὴν τῶν παραληγόντων τῷ Ω . Τὰ εἰς ΚΟΣ ὑπὲρ δύο συλλαβὰς Α παραληγόμενα , οὗ προηγεῖται σύμφωνον
παντα ὑπομένει , ἡ ἀγάπι οὐδὲ ποτε ἐκπίπτη . Ἰδὲ εἰρήνη Θεὸς ἐστὶν , καθῶς τὸ εὐαγγέλιον λέγει : Μακάριοι
φολκός ἐστι τριγενὲς ἔχον καὶ τὸ Λ . Τὰ εἰς ΚΟΣ δισύλλαβα μετ ' ἐπιπλοκῆς συμφώνου τοῦ Σ ἀπὸ συμφώνου
ἑπτὰ ἐκκλησίαις ταῖς ἐν τῇ Ἀσίᾳ : χάρις ὑμῖν καὶ εἰρήνη ἀπὸ ὁ ὢν καὶ ὁ ἦν καὶ ὁ ἐρχόμενος
8218321 θηρευτικος
κάπηλος καπηλικός , μεταβολεύς μεταβλητικός , ἔμμισθος θηρευτὴς νέων , θηρευτικός , μίσθαρνος μισθοφόρος , κόλαξ κολακευτικός , θώψ ,
, ᾧ ἡ δόξα εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων : ἀμήν . Θαυμάζω ὅτι οὕτως ταχέως μετατίθεσθε ἀπὸ τοῦ καλέσαντος
ἀφ ' οὗ καὶ τὸ πρᾶγμα φιλοθηρία , φιλοκυνηγέτης , θηρευτικός ἀγρευτικός κυνηγετικός , θηρευτικῶς ἀγρευτικῶς κυνηγετικῶς . θηρᾶν θηρεύειν
τὸν κτίσαντα , ὅς ἐστιν εὐλογητὸς εἰς τοὺς αἰῶνας : ἀμήν . διὰ τοῦτο παρέδωκεν αὐτοὺς ὁ θεὸς εἰς πάθη
8218050 τροφιμωτατος
διὰ τοῦτο καὶ τοῦ κυάμου ἀπείχοντο , ὅτι φυσώδης καὶ τροφιμώτατος . καὶ ἄλλας δέ τινας αἰτίας πλείους ἀποδιδόασιν ,
μᾶλλον , ἀδελφοί , σπουδάσατε βεβαίαν ὑμῶν τὴν κλῆσιν καὶ ἐκλογὴν ποιεῖσθαι : ταῦτα γὰρ ποιοῦντες οὐ μὴ πταίσητέ ποτε
: ὁ δὲ γλυκάζων καὶ τῶν λευκῶν καὶ τῶν κιρρῶν τροφιμώτατος . λεαίνει γὰρ κατὰ τὴν πάροδον καὶ παχύνων τὰ
πραξάντων τι ἀγαθὸν ἢ φαῦλον , ἵνα ἡ κατ ' ἐκλογὴν πρόθεσις τοῦ θεοῦ μένῃ , οὐκ ἐξ ἔργων ἀλλ
8203030 Διδου
ὠφελεῖ . Παραπλησίως δὲ ποιεῖ καὶ ἡ προβατεία φύσα . Δίδου δὲ τὴν τέφραν μετ ' ὀξυκράτου . Ἄλλο :
ὑμῖν , οὐκ ἔστιν δοῦλος μείζων τοῦ κυρίου αὐτοῦ οὐδὲ ἀπόστολος μείζων τοῦ πέμψαντος αὐτόν . εἰ ταῦτα οἴδατε ,
καὶ σιλφίου ῥίζῃ τρίβων εἰς ποτὸν τοῖς δηχθεῖσιν δίδου . Δίδου δέ ποτε μὲν αὐτὰ μετ ' ἀλλήλων μιγνύς ,
πτωχοῖς : τί ἐστιν ἀντάλλαγμα ; Λέγει αὐτῷ Ἰωάννης ὁ ἀπόστολος : ἱλαρὸν γὰρ δότην ἀγαπᾷ ὁ Κύριος . ἐὰν
8197849 Εὐκλης
μακρᾷ παραλήγεται διὰ τῆς ει διφθόγγου Εὐήρης Εὐήρους Εὐηρείδης , Εὐκλῆς Εὐκλοῦς Εὐκλείδης , Ἡρακλῆς Ἡρακλοῦς Ἡρακλείδης : χωρὶς τριῶν
ἀπεθάνετε γάρ , καὶ ἡ ζωὴ ὑμῶν κέκρυπται σὺν τῷ Χριστῷ ἐν τῷ θεῷ . ὅταν ὁ Χριστὸς φανερωθῇ ,
. Ἐπειδὴ δὲ οὐδεὶς ὑπήκουεν καὶ ᾤχετο εἰσιὼν ὁ ἐπεξελθὼν Εὐκλῆς οὑτοσί καί μοι κάλει αὐτόν . Πρῶτα μὲν οὖν
' ὑμῶν . ἡ ἀγάπη μου μετὰ πάντων ὑμῶν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ . Παῦλος ἀπόστολος Χριστοῦ Ἰησοῦ διὰ θελήματος θεοῦ
8194922 ποιητικωτερον
ἐκφέρειν τὰς νοήσεις , ἀλλ ' ἐπὶ τὸ σεμνότερον καὶ ποιητικώτερον ἐκβιβάζειν τὴν ὀνομασίαν παρὰ τῆς πολιτικῆς δυνάμεως μάλιστα ἀπαιτοῦμεν
ὅτι ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Ναζωραίου , ὃν ὑμεῖς ἐσταυρώσατε , ὃν ὁ θεὸς ἤγειρεν ἐκ νεκρῶν ,
ἀλλόδημος , ἀλλόγλωσσος , ἔπηλυς , ἐπηλύτης , ὀθνεῖος : ποιητικώτερον , Πλάτων δ ' αὐτῷ κέχρηται . μέτοικος ὁ
ὁ Χριστὸς φανερωθῇ , ἡ ζωὴ ὑμῶν , τότε καὶ ὑμεῖς σὺν αὐτῷ φανερωθήσεσθε ἐν δόξῃ . Νεκρώσατε οὖν τὰ
8194619 Καβυλη
νγʹ δʹʹ μγʹ Ϛʹʹ Τόνζος νδʹ ∠ ʹʹ μγʹ γʹʹ Καβύλη νδʹ ∠ ʹʹγʹʹ μγʹ δʹʹ Βεργούλη νδʹ ∠ ʹʹ
μάρτυρες τούτων . καὶ [ ἰδοὺ ] ἐγὼ ἀποστέλλω τὴν ἐπαγγελίαν τοῦ πατρός μου ἐφ ' ὑμᾶς : ὑμεῖς δὲ
Ταρρακωνήσιος , κατὰ δὲ τὸν Ἑλληνικὸν Καβελλιωνίτης ὡς Ταρρακωνίτης . Καβύλη , πόλις Θρᾴκης οὐ πόρρω τῆς τῶν Ἀστῶν χώρας
Χριστοῦ , ἄρα τοῦ Ἀβραὰμ σπέρμα ἐστέ , κατ ' ἐπαγγελίαν κληρονόμοι . Λέγω δέ , ἐφ ' ὅσον χρόνον
8192975 ἀποσοβησον
ἀληθῶς . θ ἄρηξον ] βοήθησον ἡμῖν . ἄρηξον ] ἀποσόβησον . ἄρηξον ] βοήθησον ἡμῖν εἰς τὸ μὴ ἁλωθῆναι
, τοῦτο λογιζέσθω πάλιν ἐφ ' ἑαυτοῦ ὅτι καθὼς αὐτὸς Χριστοῦ οὕτως καὶ ἡμεῖς . ἐάν [ τε ] γὰρ
καὶ Ἀφροδίτης Ἁρμονία ἡ Κάδμου γυνή . . ἄλευσον ] ἀποσόβησον τὰ παρόντα . σέθεν ] σοῦ . ἐξ αἵματος
τοῦ πνεύματος ὑμῶν , ἀδελφοί : ἀμήν . Παῦλος ἀπόστολος Χριστοῦ Ἰησοῦ διὰ θελήματος θεοῦ τοῖς ἁγίοις τοῖς οὖσιν [
8191638 Κλεπτης
τέλος εἰς κάθαρσιν τῶν συγκομισθέντων πρὸς ἑτοιμοτέραν τροφῆς χρῆσιν . Κλέπτης δέ τίς ἐστι καὶ ὁ ἀνδραποδιστής , ἀλλὰ τοῦ
ἰσότιμον ἡμῖν λαχοῦσιν πίστιν ἐν δικαιοσύνῃ τοῦ θεοῦ ἡμῶν καὶ σωτῆρος Ἰησοῦ Χριστοῦ : χάρις ὑμῖν καὶ εἰρήνη πληθυνθείη ἐν
Μισοῦντ ' ἐμίσει , καὶ σὺ τοῦτ ' ἠπίστασο . Κλέπτης γὰρ αὐτοῦ ψηφοποιὸς ηὑρέθης . Ἐν τοῖς δικασταῖς ,
ὑμῶν . Παῦλος ἀπόστολος Χριστοῦ Ἰησοῦ κατ ' ἐπιταγὴν θεοῦ σωτῆρος ἡμῶν καὶ Χριστοῦ Ἰησοῦ τῆς ἐλπίδος ἡμῶν Τιμοθέῳ γνησίῳ
8184621 ὑπερθετικος
ἀριθμῷ καὶ ἐν τῷ πληθυντικῷ , ὡς τό . ὁ ὑπερθετικὸς δὲ τὴν πτῶσιν τὴν γενικὴν ἕλκει καὶ μόνον πληθυντικῷ
τῆς δοθείσης μοι εἰς ὑμᾶς , [ ὅτι ] κατὰ ἀποκάλυψιν ἐγνωρίσθη μοι τὸ μυστήριον , καθὼς προέγραψα ἐν ὀλίγῳ
ἐπιμανὴς ἁψίκορος φιλόζωος δοξοκόπος βαρύμηνις βαρύσπλαγχνος βαρύθυμος βαρυπενθὴς δυσόργητος ψοφοδεὴς ὑπερθετικὸς μελλητὴς ὕποπτος ἄπιστος δύσλυτος καχυπόνους δύσελπις ἀρίδακρυς ἐπιχαιρέκακος λελυττηκὼς
ὥστε ὑμᾶς μὴ ὑστερεῖσθαι ἐν μηδενὶ χαρίσματι , ἀπεκδεχομένους τὴν ἀποκάλυψιν τοῦ κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ : ὃς καὶ βεβαιώσει
8174770 ὀψαρτυσια
, ἀντιβολῶ σε , τοῦτο τί ; Φιλοξένου καινή τις ὀψαρτυσία . ἐπίδειξον αὐτὴν ἥτις ἔστ ' . ἄκουε δή
εὐαγγελίῳ τοῦ Χριστοῦ , εἰς τὸ στηρίξαι ὑμᾶς καὶ παρακαλέσαι ὑπὲρ τῆς πίστεως ὑμῶν τὸ μηδένα σαίνεσθαι ἐν ταῖς θλίψεσιν
, ἀντιβολῶ σε , τοῦτο τί ; Φιλοξένου καινή τις ὀψαρτυσία . ἐπίδειξον αὐτὴν ἥτις ἔστ ' . ἄκουε δή
πρεσβεύομεν ὡς τοῦ θεοῦ παρακαλοῦντος δι ' ἡμῶν : δεόμεθα ὑπὲρ Χριστοῦ , καταλλάγητε τῷ θεῷ . τὸν μὴ γνόντα
8173767 ἀγωγευς
! ! [ ἄβρωτος ἀγάζεις ἀγαί ἀγάμετος ἀγάσματα ἀγήρατον ἄγχαζε ἀγωγεύς ἀγωνοθήκη ἀδηφαγοῦσα ἀδικόχειρας ἀδρέπανον ἁδρῦναι ἄζειν Ἀζησία ἀθαυμάστως αἰγίζει
ἐν μέσῳ ὑμῶν εἰμι ὡς ὁ διακονῶν . ὑμεῖς δέ ἐστε οἱ διαμεμενηκότες μετ ' ἐμοῦ ἐν τοῖς πειρασμοῖς μου
, ἡνία , φορβειά , κεκρύφαλος , ῥυτήρ ῥυταγωγεύς , ἀγωγεύς : ὁ γοῦν Στράττις ἐν Χρυσίππῳ λέγει πρόσαγε τὸν
γάρ ἐστιν ὑμῶν ὁ διδάσκαλος , πάντες δὲ ὑμεῖς ἀδελφοί ἐστε . καὶ πατέρα μὴ καλέσητε ὑμῖν ἐπὶ τῆς γῆς
8173337 κυους
. τὸ δὲ κύημα καὶ κύος Ἀριστοφάνης κέκληκεν : ἥτις κύους ' ἐφάνη κύος τοσουτονί . ἀμβλῶναι , ἀμβλωθρίδιον καὶ
ἡμῶν μηδὲ ἐμὲ τὸν δέσμιον αὐτοῦ , ἀλλὰ συγκακοπάθησον τῷ εὐαγγελίῳ κατὰ δύναμιν θεοῦ , τοῦ σώσαντος ἡμᾶς καὶ καλέσαντος
ἐπαγλαΐσῃ τὸ παλημάτιον καὶ μὴ βήττων καταπίνῃ . Ἥ τις κύους ' ἐφάνη κύος τοσουτονί . Ὀξυγλύκειάν τἄρα κοκκιεῖς ῥόαν
ὑπερεκτείνομεν ἑαυτούς , ἄχρι γὰρ καὶ ὑμῶν ἐφθάσαμεν ἐν τῷ εὐαγγελίῳ τοῦ Χριστοῦ : οὐκ εἰς τὰ ἄμετρα καυχώμενοι ἐν
8172120 εἰκασθηναι
αὕτη τοῖς ἄλλοις γίγνεσθαι τῶν εἰδῶν οὐκ ἄλλη τις ἢ εἰκασθῆναι αὐτοῖς . Εἰ οὖν τι , ἔφη , ἔοικεν
καὶ ὁ λόγος ὃν ἀκούετε οὐκ ἔστιν ἐμὸς ἀλλὰ τοῦ πέμψαντός με πατρός . Ταῦτα λελάληκα ὑμῖν παρ ' ὑμῖν
ἕκαστος προσετάχθη , καὶ ἐς τοὺς ἄλλους Ἕλληνας ἐπίδειξιν μᾶλλον εἰκασθῆναι τῆς δυνάμεως καὶ ἐξουσίας ἢ ἐπὶ πολεμίους παρασκευήν .
Ἰησοῦς , Ἐμὸν βρῶμά ἐστιν ἵνα ποιήσω τὸ θέλημα τοῦ πέμψαντός με καὶ τελειώσω αὐτοῦ τὸ ἔργον . οὐχ ὑμεῖς
8171919 εὐσωματει
ἐκτρέπω τὸ μεταποιῶ καὶ μεταβάλλω ἐκ τούτου εἰς τοῦτο . εὐσωματεῖ ] ἰσχυρός ἐστιν , γενναῖον σῶμα , πιαίνει τὸ
τὸν θεὸν πάντα συνεργεῖ εἰς ἀγαθόν , τοῖς κατὰ πρόθεσιν κλητοῖς οὖσιν . ὅτι οὓς προέγνω , καὶ προώρισεν συμμόρφους
λέγειν . ἐπιτρέπεις ] ἀντὶ τοῦ “ συγχωρεῖς ” . εὐσωματεῖ γὰρ καὶ σφριγᾷ : ἐκ τοῦ ἐναντίου συγκατατίθεται :
Χριστοῦ , πᾶσιν τοῖς οὖσιν ἐν Ῥώμῃ ἀγαπητοῖς θεοῦ , κλητοῖς ἁγίοις : χάρις ὑμῖν καὶ εἰρήνη ἀπὸ θεοῦ πατρὸς
8162958 περιστερον
λαρυγγικόν τιν ' ἐπὶ μισθῷ ξένον . ἀπόπεμψον ἀγγέλλοντα τὸν περιστερόν . Ἀθηναίαις αὐταῖς τε καὶ ταῖς ξυμμάχοις . πάλιν
, ὅτι ἐστὶν ἀπαρχὴ τῆς Ἀχαΐας καὶ εἰς διακονίαν τοῖς ἁγίοις ἔταξαν ἑαυτούς : ἵνα καὶ ὑμεῖς ὑποτάσσησθε τοῖς τοιούτοις
λαρυγγικόν τιν ' ἐπὶ μισθῷ ξένον . Ἀπόπεμψον ἀγγέλλοντα τὸν περιστερόν . Εὐθὺς γὰρ ὡς ἐβαδίζομεν ἐν Ἄγρας . Ἀθηναίαις
ἀπὸ τῶν αἰώνων καὶ ἀπὸ τῶν γενεῶννῦν δὲ ἐφανερώθη τοῖς ἁγίοις αὐτοῦ , οἷς ἠθέλησεν ὁ θεὸς γνωρίσαι τί τὸ
8162501 καλλωπισμος
ἔπαινος , σεμνολογία , λαμπρότης , φαιδρότης , κόσμος , καλλωπισμός , σύστασις , γνωρισμός , εὐφημία . τὰ δ
ἕνα λόγον , καὶ ἀποκρίθητέ μοι , καὶ ἐρῶ ὑμῖν ἐν ποίᾳ ἐξουσίᾳ ταῦτα ποιῶ : τὸ βάπτισμα τὸ Ἰωάννου
ἐνταῦθα . χρυσεοστόλμους ] χρυσῷ κεκαλλωπισμένους : στολμὸς γὰρ ὁ καλλωπισμός . κἀμὸν ] ἤγουν καὶ ἐμοῦ . εὐνατήριον ]
ὁμοίως . Καὶ εἶδον , καὶ ἤκουσα ἑνὸς ἀετοῦ πετομένου ἐν μεσουρανήματι λέγοντος φωνῇ μεγάλῃ , Οὐαὶ οὐαὶ οὐαὶ τοὺς
8159826 ἀναγαργαριζεσθω
. θλασθεῖσα μετὰ μέλιτος καὶ ὕδατος ἴσου διδομένου τοῦ χυλοῦ ἀναγαργαριζέσθω . [ στʹ . Πρὸς αἱμοῤῥαγίαν ἐκ τοῦ στόματος
ἀφανιζομένη : ἀντὶ τοῦ λέγειν ὑμᾶς , Ἐὰν ὁ κύριος θέλῃ , καὶ ζήσομεν καὶ ποιήσομεν τοῦτο ἢ ἐκεῖνο .
πότιζε ἢ ὄξος μετὰ θύμου δριμύ : μετὰ δὲ ταῦτα ἀναγαργαριζέσθω θερμῷ ὕδατι . Κεφ . ιγʹ . [ Πρὸς
ἐν ὑμῖν , ἔσται ὑμῶν διάκονος , καὶ ὃς ἂν θέλῃ ἐν ὑμῖν εἶναι πρῶτος , ἔσται πάντων δοῦλος :
8159248 Αὐσιγδα
πόλις Λιβύης καὶ Κίνυψ ποταμὸς Λιβύης πλησίον Αὐσίγδης . * Αὐσίγδα πόλις Λιβύης ἣν παραρρεῖ ὁ Κίνυφος ποταμός . *
καὶ ὁ Χριστὸς κεφαλὴ τῆς ἐκκλησίας , αὐτὸς σωτὴρ τοῦ σώματος . ἀλλὰ ὡς ἡ ἐκκλησία ὑποτάσσεται τῷ Χριστῷ ,
δ ' ἀνεστήλωσαν ; περὶ τὴν Αὐσίγδα πόλιν Λιβύης ἥντινα Αὐσίγδα παραρρεῖ ὁ Κίννυφος ποταμός . Τιταιρώνειον : ὁ Μόψος
οὐκ ἔχω : ἀλλὰ πολλῷ μᾶλλον τὰ δοκοῦντα μέλη τοῦ σώματος ἀσθενέστερα ὑπάρχειν ἀναγκαῖά ἐστιν , καὶ ἃ δοκοῦμεν ἀτιμότερα
8157228 εὐπαιδευσια
ἡ παρὰ Ξενοφῶντι εὐποδία , καὶ ἡ παρ ' Εὐριπίδῃ εὐπαιδευσία , καὶ ἡ παρὰ Κριτίᾳ εὐξυνεσία , καὶ ἡ
Χριστοῦ πολιτεύεσθε , ἵνα εἴτε ἐλθὼν καὶ ἰδὼν ὑμᾶς εἴτε ἀπὼν ἀκούω τὰ περὶ ὑμῶν , ὅτι στήκετε ἐν ἑνὶ
ἀστύτριψ . καὶ ἡ παρ ' Εὐριπίδηι [ . ] εὐπαιδευσία καὶ ἡ παρὰ Κίαι εὐξυνεσία . . . οὐ
ὁ τὸ ἔργον τοῦτο ποιήσας ; ἐγὼ μὲν γάρ , ἀπὼν τῷ σώματι παρὼν δὲ τῷ πνεύματι , ἤδη κέκρικα
8150200 ἡρπακας
οὐ τοιοῦτον : Ὃ σὺ ὑπονοεῖς . Θ . . ἥρπακας : Κατεδυνάστευσας . κακοδαιμονᾷς : Μαίνῃ , ἄθλιος εἶ
ἐστιν καὶ ἀδικία ἐν αὐτῷ οὐκ ἔστιν . οὐ Μωϋσῆς δέδωκεν ὑμῖν τὸν νόμον ; καὶ οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν ποιεῖ
' ἑτέρως ἔχον . Μῶν οὐ κέκλοφας , ἀλλ ' ἥρπακας ; Κακοδαιμονᾷς . Ἀλλ ' οὐδὲ μὴν ἀπεστέρηκάς γ
ποιῶν τὴν δικαιοσύνην ἐξ αὐτοῦ γεγέννηται . ἴδετε ποταπὴν ἀγάπην δέδωκεν ἡμῖν ὁ πατὴρ ἵνα τέκνα θεοῦ κληθῶμεν : καὶ
8141959 μειρακισκη
ἴσθ ' ἐπ ' αὐτὰς τὰς θύρας ἀφιγμένη , ὦ μειρακίσκη : πυνθάνει γὰρ ὡρικῶς . Φέρε νυν , ἐγὼ
τῆς βασιλείας τοῦ θεοῦ , ὑπὲρ ἧς καὶ πάσχετε , εἴπερ δίκαιον παρὰ θεῷ ἀνταποδοῦναι τοῖς θλίβουσιν ὑμᾶς θλῖψιν καὶ
. ἀφιγμένη : Ἐλθοῦσα . Θ . . . ὦ μειρακίσκη : Προσπαίζουσι τῇ πρεσβύτιδι οἱ γέροντες . [ καὶ
μόνον ; οὐχὶ καὶ ἐθνῶν ; ναὶ καὶ ἐθνῶν , εἴπερ εἷς ὁ θεός , ὃς δικαιώσει περιτομὴν ἐκ πίστεως
8141350 ἐξαυστηρ
: χαλκέοισιν ἐξαυστῆρες ἐγχειρούμενοι . . . , . : ἐξαυστήρ : κρεάγρα . . Ὀνομαστ . ; : τὰ
καὶ ἀγαλλιᾶσθε , ὅτι ὁ μισθὸς ὑμῶν πολὺς ἐν τοῖς οὐρανοῖς : οὕτως γὰρ ἐδίωξαν τοὺς προφήτας τοὺς πρὸ ὑμῶν
τῆς ἐν προθέσεως τὸ ἐπίῤῥημα ἔμπλην . Ἐξαυστηρίκυω . αὔσω ἐξαυστήρ . Ἐπυράκτεον . πῦρ πυρὸς πυράζω πυράξω : ὄνομα
εὐχὴν τῆς ἀγίας ἐκκλησίας , καὶ τὴν δέησιν τοῖς ἐν οὐρανοῖς . Ὁ δὲ Ἰωάννης εἶπεν : Ὁ τιμῶν τὸν
8137469 διεσπεκλωμενῃ
τῶν μαστῶν ταύτης . οἱ χαλεπαίνοντες τὸ συνουσιάζειν ἔλεγον . διεσπεκλωμένῃ : γεγηρακυίᾳ , ἐξηραμμένῃ , γαμηθείσῃ , ἐν τῇ
κληθῶμεν : καὶ ἐσμέν . διὰ τοῦτο ὁ κόσμος οὐ γινώσκει ἡμᾶς ὅτι οὐκ ἔγνω αὐτόν . Ἀγαπητοί , νῦν
εἶτα διαλυθέντων ἐν χρόνῳ . ἢ ὑπεσπληνι - σμένῃ . διεσπεκλωμένῃ οὖν , πρὸς συνουσίαν ἀχρήστῳ γενομένῃ καὶ πεπαλαιωμένῃ καὶ
ἐν ἡμέρᾳ ᾗ οὐ προσδοκᾷ καὶ ἐν ὥρᾳ ᾗ οὐ γινώσκει , καὶ διχοτομήσει αὐτὸν καὶ τὸ μέρος αὐτοῦ μετὰ
8132989 Ἀτταται
, μᾶλλον ἐπικρούεις σύ γε . Ἔτι μᾶλλο βοῦλις ; Ἀτταταῖ ἰατταταῖ : κακῶς ἀπόλοιο . Σῖγα , κακόδαιμον γέρον
ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι εἰσίν τινες τῶν ὧδε ἑστώτων οἵτινες οὐ μὴ γεύσωνται θανάτου ἕως ἂν ἴδωσιν τὸν υἱὸν τοῦ
κέκραγας ; Ἐμβαλῶ σοι πάτταλον , ἢν μὴ σιωπᾷς . Ἀτταταῖ ἰατταταῖ . Οὗτος σύ , ποῖ θεῖς ; Εἰς
, Πᾶς ὁ πιστεύων ἐπ ' αὐτῷ οὐ καταισχυνθήσεται . οὐ γάρ ἐστιν διαστολὴ Ἰουδαίου τε καὶ Ἕλληνος , ὁ
8132053 παρακινων
αὐλητὴς ἐγένετο μὴ πάνυ τοῖς αὐλητικοῖς ἐμμένων νόμοις , ἀλλὰ παρακινῶν : ὅθεν ἡ παροιμία . Τὸ δέ τοι κλέος
. διδαχαῖς ποικίλαις καὶ ξέναις μὴ παραφέρεσθε : καλὸν γὰρ χάριτι βεβαιοῦσθαι τὴν καρδίαν , οὐ βρώμασιν , ἐν οἷς
ἐπέρχεταί μοι ἔννοιά τις καὶ λόγος ἡδὺς ὑπὲρ σοῦ , παρακινῶν με λέγειν τοῦτο πρὸς σέ . ὥσπερ γὰρ ἡ
πολλῷ μᾶλλον ἡ χάρις τοῦ θεοῦ καὶ ἡ δωρεὰ ἐν χάριτι τῇ τοῦ ἑνὸς ἀνθρώπου Ἰησοῦ Χριστοῦ εἰς τοὺς πολλοὺς
8123098 φριματτεσθαι
ζεῦγος χολικῶν ἐπιθυμῶν . φαυλία μὲν εἶδος . . . φριμάττεσθαι μὲν τὸν τράγον φαμὲν καὶ φριμαγμὸς ἡ τοῦ τράγου
ἀρτύσετε ; ἔχετε ἐν ἑαυτοῖς ἅλα , καὶ εἰρηνεύετε ἐν ἀλλήλοις . Καὶ ἐκεῖθεν ἀναστὰς ἔρχεται εἰς τὰ ὅρια τῆς
, γαυρίαμα , αὔχημα . καὶ φρυάττεσθαι , χρεμετίζειν , φριμάττεσθαι , φυσᾶν , ἀσθμαίνειν , ἐκπνεῖν , γαυριᾶν .
χαίρουσιν ἐπ ' αὐτοῖς καὶ εὐφραίνονται , καὶ δῶρα πέμψουσιν ἀλλήλοις , ὅτι οὗτοι οἱ δύο προφῆται ἐβασάνισαν τοὺς κατοικοῦντας
8122534 Βιοι
βδελυρώτερος , θρασύτερος , ἐπονείδιστος , ἐπίρρητος , ἐπίψογος . Βίοι ἐφ ' οἷς ἄν τις ὀνειδισθείη , πορνοβοσκός ,
Ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι πᾶς ὁ ποιῶν τὴν ἁμαρτίαν δοῦλός ἐστιν [ τῆς ἁμαρτίας ] . ὁ δὲ δοῦλος
τοὺς διαφθείροντάς τινα ἔργα : ἢ ἐπὶ τῶν φιλολόγων . Βίοι ἀνθρώπων καὶ φυτῶν σπέρματα συνεξομοιοῦνται ταῖς χώραις . Βία
φησι τὸ Εὐαγγέλιον , πᾶς γὰρ ὁ ποιῶν τὴν ἁμαρτίαν δοῦλός ἐστι τῆς ἁμαρτίας καὶ ἡ ἁμαρτία υἱὸς διαβόλου ἐστίν
8119939 ΑΥΤΕ
ἔσχον τιμὴν βασιλικὴν , ἤγουν βασιλεῦσι πρέπουσαν . . ΔΕΥΤΕΡΟΝ ΑΥΤΕ ΓΕΝΟΣ . Ὁ μὲν Ὀρφεὺς τοῦ ἀργυροῦ γένους βασιλεύειν
ὁ ἔξω ἡμῶν ἄνθρωπος διαφθείρεται , ἀλλ ' ὁ ἔσω ἡμῶν ἀνακαινοῦται ἡμέρᾳ καὶ ἡμέρᾳ . τὸ γὰρ παραυτίκα ἐλαφρὸν
καὶ καταστεῖλαι τὸ θυμοειδὲς αὐτῶν . . ΠΑΥΡΟΙ Δ ' ΑΥΤΕ ΜΕΤΕΙΚΑΔΑ ΜΗΝΟΣ ΑΡΙΣΤΗΝ . Τὴν καʹ οἱ Ἀθηναῖοι μετεικάδα
λόγῳ ἀγαθῷ . Τὸ λοιπὸν προσεύχεσθε , ἀδελφοί , περὶ ἡμῶν , ἵνα ὁ λόγος τοῦ κυρίου τρέχῃ καὶ δοξάζηται
8118350 εὐμουσια
καὶ ἐνοχλοῦν σῶμά ἐστι , κινεῖ δ ' ἡμᾶς ἡ εὐμουσία ἐνοχλεῖ δ ' ἡ ἀμουσία . ἔτι πᾶν τὸ
τῷ ἀνδρί . τοῦτο δὲ πρὸς τὸ ὑμῶν αὐτῶν σύμφορον λέγω , οὐχ ἵνα βρόχον ὑμῖν ἐπιβάλω , ἀλλὰ πρὸς
καὶ διατρίβουσι περὶ παιδείαν , οὐδὲ αὐτὴ ἡ ἐν λόγοις εὐμουσία καὶ διατριβή , ἀλλ ' ἣν οἱ πολλοὶ ἀκύρως
ἐγὼ οὐδέποτε σκανδαλισθήσομαι . ἔφη αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς , Ἀμὴν λέγω σοι ὅτι ἐν ταύτῃ τῇ νυκτὶ πρὶν ἀλέκτορα φωνῆσαι
8116283 Ἀκακιας
φλεγμονὰς καὶ τὰ κνησμώδη πάντα κατ ' ἀρχὰς καταχριόμενος . Ἀκακίας μελαίνης καὶ ξανθῆς ἀνὰ # δ , κόλλης τεκτονικῆς
κατὰ πρόγνωσιν θεοῦ πατρός , ἐν ἁγιασμῷ πνεύματος , εἰς ὑπακοὴν καὶ ῥαντισμὸν αἵματος Ἰησοῦ Χριστοῦ : χάρις ὑμῖν καὶ
τῶν διαφορούντων , ἀμαρακίνου ἢ ὀποβαλσάμου ἢ ἐλαίου παλαιοῦ . Ἀκακίας χυλὸς ἀνεθεὶς ὕδατι καὶ καταντλούμενος ἢ βάτου ἢ μυρσίνης
τι λαλεῖν ὧν οὐ κατειργάσατο Χριστὸς δι ' ἐμοῦ εἰς ὑπακοὴν ἐθνῶν , λόγῳ καὶ ἔργῳ , ἐν δυνάμει σημείων
8115348 βουκολεοντι
Οἰνοπίδην , ὃν ἄρα νύμφη τέκε Νηὶς „ ἀμύμων Οἴνοπι βουκολέοντι παρ ' ὄχθας Σατνιόεντος ” . ” οὐ γὰρ
αὐτοῖς λέγων , Ὁμοία ἐστὶν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν κόκκῳ σινάπεως , ὃν λαβὼν ἄνθρωπος ἔσπειρεν ἐν τῷ ἀγρῷ αὐτοῦ
ὀξυόεντι Ἠνοπίδην , ὃν ἄρα νύμφη τέκε νηῒς ἀμύμων Ἤνοπι βουκολέοντι παρ ' ὄχθας Σατνιόεντος . τὸν μὲν Ὀϊλιάδης δουρὶ
εἶπεν δὲ ὁ κύριος , Εἰ ἔχετε πίστιν ὡς κόκκον σινάπεως , ἐλέγετε ἂν τῇ συκαμίνῳ [ ταύτῃ ] ,
8112895 κυος
κύημα , τρόφιμον , βιώσιμον . τὸ δὲ κύημα καὶ κύος Ἀριστοφάνης κέκληκεν : ἥτις κύους ' ἐφάνη κύος τοσουτονί
μου τετήρηκα καὶ μένω αὐτοῦ ἐν τῇ ἀγάπῃ . Ταῦτα λελάληκα ὑμῖν ἵνα ἡ χαρὰ ἡ ἐμὴ ἐν ὑμῖν ᾖ
τὸν Πειραῐᾶ δὲ μὴ κεναγγίαν ἄγειν ἥτις κυοῦς ' ἐφάνη κύος τοσουτονί ὀξυγλύκειάν τἄρα κοκκιεῖς ῥόαν . τὸ παραπέτασμα τὸ
τῆς διδαχῆς αὐτοῦ . ἀπεκρίθη αὐτῷ Ἰησοῦς , Ἐγὼ παρρησίᾳ λελάληκα τῷ κόσμῳ : ἐγὼ πάντοτε ἐδίδαξα ἐν συναγωγῇ καὶ
8107121 θρηνητικος
ἡ δει - νοπάθεια . φιλόδακρυς δὲ καὶ πολύδακρυς καὶ θρηνητικὸς καὶ ὀδυρτικὸς καὶ θρηνώδης , καὶ θρήνων ἔξαρχος ,
εἶναι πρῶτος , ἔσται πάντων δοῦλος : καὶ γὰρ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἦλθεν διακονηθῆναι ἀλλὰ διακονῆσαι καὶ δοῦναι
. τὴν ] * διὰ . φωνὴν . ὃς ἦν θρηνητικὸς . πέμπετε . * φωνὴν . * ἐγένετο .
καὶ τὰ γενόμενα ἐφοβήθησαν σφόδρα , λέγοντες , Ἀληθῶς θεοῦ υἱὸς ἦν οὗτος . Ἦσαν δὲ ἐκεῖ γυναῖκες πολλαὶ ἀπὸ
8102778 παννυχιζων
καὶ τοιαυτὶ καὶ δεῦρο σχηματίσαντες . Ὅστις ἐν ἡδυόσμοις στρώμασι παννυχίζων τὴν δέσποιναν ἐρείδεις . Ἐν τοῖς ὄρεσιν δ '
ταπεινῶν ἵνα ὑμεῖς ὑψωθῆτε , ὅτι δωρεὰν τὸ τοῦ θεοῦ εὐαγγέλιον εὐηγγελισάμην ὑμῖν ; ἄλλας ἐκκλησίας ἐσύλησα λαβὼν ὀψώνιον πρὸς
, φησὶν Ἔφιππος . Ἀριστοφάνης : ὅστις ἐν ἡδυόσμοις στρώμασι παννυχίζων τὴν δέσποιναν ἐρείδεις . Σώφρων δὲ στρουθωτὰ ἑλίγματά φησιν
εἴ τι ἕτερον τῇ ὑγιαινούσῃ διδασκαλίᾳ ἀντίκειται , κατὰ τὸ εὐαγγέλιον τῆς δόξης τοῦ μακαρίου θεοῦ , ὃ ἐπιστεύθην ἐγώ
8099912 Γαμηλια
χοροῖσιν ἐμπαίζει τε καὶ κλῇδας γάμου φυλάττει . ἤγουν ἡ Γαμηλία . Ἀργεῖον τέμενος ] Ἡ πόλις τὸ Ἄργος .
εἰδωλόθυτα ἐσθίειν ; ἀπόλλυται γὰρ ὁ ἀσθενῶν ἐν τῇ σῇ γνώσει , ὁ ἀδελφὸς δι ' ὃν Χριστὸς ἀπέθανεν .
Τηλέφης , ὡς Μαρσύας ὁ νεώτερος ἐν πέμπτῳ Μακεδονικῶν . Γαμηλία : Δημοσθένης ἐν τῇ πρὸς Εὐβουλίδην ἐφέσει καὶ Ἰσαῖος
' ὥσπερ ἐν παντὶ περισσεύετε , πίστει καὶ λόγῳ καὶ γνώσει καὶ πάσῃ σπουδῇ καὶ τῇ ἐξ ἡμῶν ἐν ὑμῖν
8099810 Οἰμωζε
εἰ τουτονὶ κεχειροτονήκας ' οἱ θεοί ; Ἕξεις ἀτρέμας ; Οἴμωζε : πολὺ γὰρ δή ς ' ἐγὼ ἑόρακα πάντων
κατασκευάσει τὴν ὁδόν σου ἔμπροσθέν σου . λέγω ὑμῖν , μείζων ἐν γεννητοῖς γυναικῶν Ἰωάννου οὐδείς ἐστιν : ὁ δὲ
ὁ Ζεὺς ποεῖ ; Ἀπαιθριάζει τὰς νεφέλας ἢ ξυννέφει ; Οἴμωζε μεγάλ ' . Οὕτω μὲν ἐκκεκαλύψομαι . Ὦ φίλε
καὶ φιλονεικία ἐν αὐτοῖς , τὸ τίς αὐτῶν δοκεῖ εἶναι μείζων . ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς , Οἱ βασιλεῖς τῶν
8093297 Ἀργῳ
κύων δύο λεόντων λέγεται κρατῆσαι . ἡ δ ' ἐπὶ Ἄργῳ τῷ Ὀδυσσείῳ κυνὶ παρ ' Ὁμήρῳ θαυματοποιία γνώριμος .
συζῆν . πολλή μοι παρρησία πρὸς ὑμᾶς , πολλή μοι καύχησις ὑπὲρ ὑμῶν : πεπλήρωμαι τῇ παρακλήσει , ὑπερπερισσεύομαι τῇ
οὗ ἡ χώρα , κατὰ δὲ Ἀκουσίλαον καὶ Πελασγὸς σὺν Ἄργῳ , ἀφ ' οὗ ἡ ἀπὸ Πελοπονήσου χώρα ἡ
καὶ δικαιοῦντα τὸν ἐκ πίστεως Ἰησοῦ . Ποῦ οὖν ἡ καύχησις ; ἐξεκλείσθη . διὰ ποίου νόμου ; τῶν ἔργων
8088483 Μετανοια
δαπανᾶται , φονεύεται , ἀναλύεται , διαρρεῖ , κατατήκεται . Μετάνοια , μεταμέλεια , μετάγνωσις , μετάμελος , ἀναλογισμός ,
ὅτι ἐρχόμενος πρὸς ὑμᾶς ἐν πληρώματι εὐλογίας Χριστοῦ ἐλεύσομαι . Παρακαλῶ δὲ ὑμᾶς [ , ἀδελφοί , ] διὰ τοῦ
ἐκ προαιρέσεως συναντήσασα . Εἶτα τί γίνεται , ἐὰν ἡ Μετάνοια αὐτῷ συναντήσῃ ; Ἐξαιρεῖ αὐτὸν ἐκ τῶν κακῶν καὶ
κοινωνίαν τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ κυρίου ἡμῶν . Παρακαλῶ δὲ ὑμᾶς , ἀδελφοί , διὰ τοῦ ὀνόματος τοῦ
8086359 δυσφιλες
τοιάδε τόλμα : θῆλυς ἄρσενος φονεύς : ἔστιντί νιν καλοῦσα δυσφιλὲς δάκος τύχοιμ ' ἄν ; ἀμφίσβαιναν , ἢ Σκύλλαν
καὶ εἰρήνη ἀπὸ θεοῦ πατρὸς ἡμῶν . Εὐχαριστοῦμεν τῷ θεῷ πατρὶ τοῦ κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ πάντοτε περὶ ὑμῶν προσευχόμενοι
Κλυταιμνήστρας . λαθραίου ] κεκρυμμένης . νιν ] αὐτήν . δυσφιλὲς ] ἤγουν μισητόν . δάκος ] θηρίον . σημείωσαι
Χριστοῦ δοῦλος , ἀδελφὸς δὲ Ἰακώβου , τοῖς ἐν θεῷ πατρὶ ἠγαπημένοις καὶ Ἰησοῦ Χριστῷ τετηρημένοις κλητοῖς : ἔλεος ὑμῖν
8084128 ἀναριτης
τοῦ δ ' ἀναρίτου Ἴβυκος . καλεῖται δ ' ὁ ἀναρίτης καὶ ἀνάρτας . κοχλιῶδες δὲ ὂν τὸ ὄστρεον προσέχεται
, φεύγετε ἀπὸ τῆς εἰδωλολατρίας . ὡς φρονίμοις λέγω : κρίνατε ὑμεῖς ὅ φημι . τὸ ποτήριον τῆς εὐλογίας ὃ
Ἡρώνδας δ ' ἐν Συνεργαζομέναις : προσφὺς ὅκως τις χοιράδων ἀναρίτης . Αἰσχύλος δ ' ἐν Πέρσαις τις ἀνηρει τοὺς
ἐνώπιον τοῦ θεοῦ ὑμῶν ἀκούειν μᾶλλον ἢ τοῦ θεοῦ , κρίνατε , οὐ δυνάμεθα γὰρ ἡμεῖς ἃ εἴδαμεν καὶ ἠκούσαμεν
8081844 ἐρξω
γοεδνά . ἀύτει δ ' ὀξύ . καὶ τάδ ' ἔρξω . πέπλον δ ' ἔρεικε κολπίαν ἀκμῇ χερῶν .
: καὶ οὐχ εὕρισκον τὸ τί ποιήσωσιν , ὁ λαὸς γὰρ ἅπας ἐξεκρέματο αὐτοῦ ἀκούων . Καὶ ἐγένετο ἐν μιᾷ
] λαξωπ [ ⸐ ἕως ἂν εὖ κρύψῃ τ [ ἔρξω τὸ π ! [ . . . [ ]
Πέτρῳ , Ἀληθῶς καὶ σὺ ἐξ αὐτῶν εἶ , καὶ γὰρ ἡ λαλιά σου δῆλόν σε ποιεῖ . τότε ἤρξατο
8079364 βαυ
' ἀνδρὸς ἄνδρα Κερκίδας ἀπέκτεινεν . × – ˘ “ βαύ βαύ ” καὶ κυνὸς φωνὴν ἱείς . ἀνὴρ ὅδ
δύναται τοῦτο παρελθεῖν ἐὰν μὴ αὐτὸ πίω , γενηθήτω τὸ θέλημά σου . καὶ ἐλθὼν πάλιν εὗρεν αὐτοὺς καθεύδοντας ,
ἀνδρὸς ἄνδρα Κερκίδας ἀπέκτεινεν . × – ˘ “ βαύ βαύ ” καὶ κυνὸς φωνὴν ἱείς . ἀνὴρ ὅδ '
τοῦτο τὸ ποτήριον ἀπ ' ἐμοῦ : πλὴν μὴ τὸ θέλημά μου ἀλλὰ τὸ σὸν γινέσθω . καὶ ἀναστὰς ἀπὸ
8076918 χασκεις
” Μέλλων ὁδεύειν τῆς κυνός τις ἑστώσης εἶπεν “ τί χάσκεις ; πάνθ ' ἕτοιμά σοι ποίει : μετ '
ἂν ἥξω . καὶ ὁ νικῶν καὶ ὁ τηρῶν ἄχρι τέλους τὰ ἔργα μου , δώσω αὐτῷ ἐξουσίαν ἐπὶ τῶν
μεμνῆσθ ' ἃ λέγω , πρόσεχ ' οἷς φράζω , χάσκεις αὐτός . βλέψον δεῦρ ' εἴ πως αὐτὰ φράσεις
τὴν αὐτὴν ἐνδείκνυσθαι σπουδὴν πρὸς τὴν πληροφορίαν τῆς ἐλπίδος ἄχρι τέλους , ἵνα μὴ νωθροὶ γένησθε , μιμηταὶ δὲ τῶν
8070779 καλεσατω
ἔμεινεν . “ ἡ δέ φησι ” τὸν νεώνητόν τις καλεσάτω . “ μία οὖν καπριῶσα , τῶν ἄλλων μαχομένων
Τοῦ λοιποῦ ἐνδυναμοῦσθε ἐν κυρίῳ καὶ ἐν τῷ κράτει τῆς ἰσχύος αὐτοῦ . ἐνδύσασθε τὴν πανοπλίαν τοῦ θεοῦ πρὸς τὸ
Μενεξένῳ μὲν γὰρ δὴ πάντων μάλιστα ἑταῖρος ὢν τυγχάνει . καλεσάτω οὖν οὗτος αὐτόν , ἐὰν ἄρα μὴ προσίῃ αὐτός
αἰώνιον ἀπὸ προσώπου τοῦ κυρίου καὶ ἀπὸ τῆς δόξης τῆς ἰσχύος αὐτοῦ , ὅταν ἔλθῃ ἐνδοξασθῆναι ἐν τοῖς ἁγίοις αὐτοῦ
8069715 Δικαιοπολι
ὠνούμενοι . Γ πημανεῖται ] βλάψει , λυπήσει , ὦ Δικαιόπολι . Γ ἐξομόρξεται : ἐναποψήσεται , ἐναπομάξει . ὡς
αὔριον εἰς κλίβανον βαλλόμενον ὁ θεὸς οὕτως ἀμφιέννυσιν , οὐ πολλῷ μᾶλλον ὑμᾶς , ὀλιγόπιστοι ; μὴ οὖν μεριμνήσητε λέγοντες
. Κλάων μεγαριεῖς . Οὐκ ἀφήσεις τὸν σάκον ; Δικαιόπολι Δικαιόπολι , φαντάδδομαι . Ὑπὸ τοῦ ; Τίς ὁ φαίνων
κατηλλάγημεν τῷ θεῷ διὰ τοῦ θανάτου τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ , πολλῷ μᾶλλον καταλλαγέντες σωθησόμεθα ἐν τῇ ζωῇ αὐτοῦ : οὐ
8069366 τἀρα
' ἂν καὶ κοκκίσαι ῥόαν κατ ' Ἀριστοφάνην : ὀξυγλύκειάν τἆρα κοκκιεῖς ῥόαν . τουτὶ δὲ τὸ ἰαμβεῖον Ἀριστοφάνης οὐκ
. τὸ δὲ καλὸν ποιοῦντες μὴ ἐγκακῶμεν , καιρῷ γὰρ ἰδίῳ θερίσομεν μὴ ἐκλυόμενοι . ἄρα οὖν ὡς καιρὸν ἔχομεν
' ἂν καὶ κοκκίσαι ῥόαν κατ ' Ἀριστοφάνην : ὀξυγλύκειάν τἆρα κοκκιεῖς ῥόαν . τουτὶ δὲ τὸ ἰαμβεῖον Ἀριστοφάνης οὐκ
: αὐτοὶ καὶ ἀκούσονται . Ἐνέμεινεν δὲ διετίαν ὅλην ἐν ἰδίῳ μισθώματι , καὶ ἀπεδέχετο πάντας τοὺς εἰσπορευομένους πρὸς αὐτόν
8068696 φιλοκυβος
Νεφέλαις τούτου μέμνηται . Ἀμυνίας μὲν : ὧδε μὲν ὡς φιλόκυβος ⌈ ὁ Ἀμυνίας κωμῳδεῖται : ἐν ⌈ δὲ Σεριφίοις
ἐν ταῖς γραφαῖς , Λίθον ὃν ἀπεδοκίμασαν οἱ οἰκοδομοῦντες οὗτος ἐγενήθη εἰς κεφαλὴν γωνίας : παρὰ κυρίου ἐγένετο αὕτη ,
φιλόξενος φιλοικτίρμων φιλόπλουτος , φίλυπνος , φιλοκυνηγέτης , φιλογεωργός , φιλόκυβος , φιλοχωρῶν φίλιππος , φιλοφροσύνη , τάχα καὶ φιλόφρων
γεγραμμένον τοῦτο : Λίθον ὃν ἀπεδοκίμασαν οἱ οἰκοδομοῦντες , οὗτος ἐγενήθη εἰς κεφαλὴν γωνίας ; πᾶς ὁ πεσὼν ἐπ '
8068578 Ἀλμος
ἀλλ ' ἀπὸ τῶν Αἰόλου . Σισύφου γὰρ παῖδες ἐγένοντο Ἄλμος καὶ Πορφυρίων , Χρυσογόνης δὲ τῆς Ἄλμου καὶ Ποσειδῶνος
πᾶς ὃς ἐρεῖ λόγον εἰς τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου , ἀφεθήσεται αὐτῷ : τῷ δὲ εἰς τὸ ἅγιον πνεῦμα βλασφημήσαντι
ἐθνικὸν Ἀλμήνιος ὡς Παλλήνιος , ἢ Ἀλμηνίτης ὡς Σινωπίτης . Ἄλμος , πόλις Βοιωτίας , ὡς Ἑλλάνικος : καὶ Σάλμον
, Ταῦτα ἃ θεωρεῖτε , ἐλεύσονται ἡμέραι ἐν αἷς οὐκ ἀφεθήσεται λίθος ἐπὶ λίθῳ ὃς οὐ καταλυθήσεται . Ἐπηρώτησαν δὲ
8064524 κενοδρομουσαν
Ἀφροδίτης καὶ Ἄρεως ὁρώντων . Παρατηρεῖν δὲ ἐν ταῖς κτίσεσι κενοδρομοῦσαν τὴν Σελήνην , καὶ ἐν ταῖς ἄλλαις καταρχαῖς καὶ
πάντες οἱ προφῆται μαρτυροῦσιν , ἄφεσιν ἁμαρτιῶν λαβεῖν διὰ τοῦ ὀνόματος αὐτοῦ πάντα τὸν πιστεύοντα εἰς αὐτόν . Ἔτι λαλοῦντος
Ἄρεως καὶ Ἑρμοῦ ὁρώντων . Παρατηρεῖν δὲ ἐν ταῖς κτίσεσι κενοδρομοῦσαν τὴν Σελήνην καὶ ἐν ταῖς ἄλλαις καταρχαῖς , καὶ
τῷ Φιλίππῳ εὐαγγελιζομένῳ περὶ τῆς βασιλείας τοῦ θεοῦ καὶ τοῦ ὀνόματος Ἰησοῦ Χριστοῦ , ἐβαπτίζοντο ἄνδρες τε καὶ γυναῖκες .
8062047 Ἀκεγχηρης
δὲ Ἀκεγχήρης δώδεκα καὶ μῆνας πέντε . Τοῦ δ ' Ἀκεγχήρης ἕτερος δώδεκα καὶ μῆνας τρεῖς . Τοῦ δὲ Ἄρμαϊς
ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν , Ἄφετε τὰ παιδία καὶ μὴ κωλύετε αὐτὰ ἐλθεῖν πρός με , τῶν γὰρ τοιούτων ἐστὶν
μετὰ δὲ ταύτην Ῥαθῶτις ἔτη θʹ . μετὰ δὲ τοῦτον Ἀκεγχήρης ἔτη ιβʹ , μῆνας εʹ . μετὰ δὲ τοῦτον
αὐτοῖς , Ἄφετε τὰ παιδία ἔρχεσθαι πρός με , μὴ κωλύετε αὐτά , τῶν γὰρ τοιούτων ἐστὶν ἡ βασιλεία τοῦ
8061778 εἰσχυσις
νϚʹ γοʹʹ Ἄβου ποταμοῦ ἐκβολαί καʹ νϚʹ ∠ ʹʹ Μεταρὶς εἴσχυσις κʹ ∠ ʹʹ νεʹ γοʹʹ Γαριέννου ποταμοῦ ἐκβολαί κʹ
πάντα γὰρ ταῦτα τὰ ἔθνη ἐπιζητοῦσιν : οἶδεν γὰρ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος ὅτι χρῄζετε τούτων ἁπάντων . ζητεῖτε
δεκτικὰ τῶν ὑγρῶν ἀγγεῖα , ἵνα οὕτως ἡ τῶν ὑγρῶν εἴσχυσις γένηται , οὕτω δεῖ πρῶτον ἡμᾶς τὰ κεφάλαια τὰ
τοῦ πατρὸς ποιεῖτε . Ἀπεκρίθησαν καὶ εἶπαν αὐτῷ , Ὁ πατὴρ ἡμῶν Ἀβραάμ ἐστιν . λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς ,
8058783 Φλεγυαντος
, ἀλλ ' ἄπιστα Θεσσαλῶν . . δ ' ἄρα Φλεγύαντος υἱέ , δέσποτ ' Ἰξίων . . ὅστις γὰρ
λόγον τοῦ θεοῦ καὶ τὴν μαρτυρίαν Ἰησοῦ . ἐγενόμην ἐν πνεύματι ἐν τῇ κυριακῇ ἡμέρᾳ , καὶ ἤκουσα ὀπίσω μου
δὲ ἡ χώρα Φλεγυαντίς , ὡς ἀπὸ περιττοσυλλάβου γενικῆς τῆς Φλεγύαντος . ἔστι δὲ τοῦ Φλεγύας καὶ Φλεγύης εὐθεῖα καὶ
[ εὐθὺς ] ὑπήντησεν αὐτῷ ἐκ τῶν μνημείων ἄνθρωπος ἐν πνεύματι ἀκαθάρτῳ , ὃς τὴν κατοίκησιν εἶχεν ἐν τοῖς μνήμασιν
8056187 ὀδυνα
εὐσεβίας εἰς ἀνθρώπους ἐπόνησα . αἰαῖ αἰαῖ : καὶ νῦν ὀδύνα μ ' ὀδύνα βαίνει : μέθετέ με τάλανα ,
ψεύδει , ἵνα κριθῶσιν πάντες οἱ μὴ πιστεύσαντες τῇ ἀληθείᾳ ἀλλὰ εὐδοκήσαντες τῇ ἀδικίᾳ . Ἡμεῖς δὲ ὀφείλομεν εὐχαριστεῖν τῷ
, φεῦ . τίς μ ' ὑποδύεται πλευράς , τίς ὀδύνα θυμόν ; ἄιε , μᾶτερ Νύξ : ἀπὸ γὰρ
δόξαν , οὓς καὶ ἐκάλεσεν ἡμᾶς οὐ μόνον ἐξ Ἰουδαίων ἀλλὰ καὶ ἐξ ἐθνῶν ; ὡς καὶ ἐν τῷ Ὡσηὲ
8056128 τυπτετω
τετύφετε , προσθέσει δὲ τῆς σαν τὸ τρίτον ποιεῖ , τυπτέτω τυπτέτωσαν , βοάτω βοάτωσαν . Ἑνικά . Τέτυφε :
οὐδεὶς κενώσει . ἐὰν γὰρ εὐαγγελίζωμαι , οὐκ ἔστιν μοι καύχημα : ἀνάγκη γάρ μοι ἐπίκειται : οὐαὶ γάρ μοί
ὅτι ἱπὸ Φιλίππου λοιδορεῖται εἶπεν : ” ἀπόντα με καὶ τυπτέτω ” . Ὁ αὐτὸς εὐχερῶς αὐτῷ ἀργύριον χρήσαντός τινος
ἐπιγνώσεσθε , καθὼς καὶ ἐπέγνωτε ἡμᾶς ἀπὸ μέρους , ὅτι καύχημα ὑμῶν ἐσμεν καθάπερ καὶ ὑμεῖς ἡμῶν ἐν τῇ ἡμέρᾳ
8054373 Λαρον
διεβάλλετο . Λάρισα : πόλις ἀπὸ Λαρίσης τινὸς κληθεῖσα . Λαρόν : τὸ ἡδὺ πόμα . παρὰ τὸ ἱλαρὸν λαρὸν
καὶ ὁ ἄργυρος κατίωται , καὶ ὁ ἰὸς αὐτῶν εἰς μαρτύριον ὑμῖν ἔσται καὶ φάγεται τὰς σάρκας ὑμῶν ὡς πῦρ
ἐκτυφλοῖ . Ἔνθα : ὅπου . Μένουσι : καρτεροῦσιν . Λαρόν : ἡδὺ , τὸ γλυκὺ ἢ τὸ θερμόν .
πόλεως ἐκείνης τὸν κονιορτὸν ἀπὸ τῶν ποδῶν ὑμῶν ἀποτινάσσετε εἰς μαρτύριον ἐπ ' αὐτούς . ἐξερχόμενοι δὲ διήρχοντο κατὰ τὰς
8052615 Χαιρεστρατον
πρῶτον ἐπιδείξω ὑμῖν , ὡς διέθετο καὶ ἐποιήσατο ὑὸν τουτονὶ Χαιρέστρατον . Ἐπειδὴ γὰρ τῷ Φιλοκτήμονι ἐκ μὲν τῆς γυναικὸς
εἰ μὴ Ἰάκωβον τὸν ἀδελφὸν τοῦ κυρίου . ἃ δὲ γράφω ὑμῖν , ἰδοὺ ἐνώπιον τοῦ θεοῦ ὅτι οὐ ψεύδομαι
οὑτοσί , ἤστην ὑεῖ δύο . Τούτων τὸν πρεσβύτερον τουτονὶ Χαιρέστρατον ἐποιήσατο ὑόν . Καὶ ἔγραψεν οὕτως ἐν διαθήκῃ ,
, πατέρες , ὅτι ἐγνώκατε τὸν ἀπ ' ἀρχῆς . γράφω ὑμῖν , νεανίσκοι , ὅτι νενικήκατε τὸν πονηρόν .
8052366 ἐφημισω
τάχ ' ἐν πέδῳ βαλῶ . ἑπόμενα προτέροισι τάδ ' ἐφημίσω . καί τίς σε κακοφρονῶν τίθησι δαίμων ὑπερβαρὴς ἐμπίτνων
χρυσίον οὐχ ὑπάρχει μοι , ὃ δὲ ἔχω τοῦτό σοι δίδωμι : ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Ναζωραίου περιπάτει
ἔκυρσας ὥστε τοξότης ἄκρος σκοποῦ : μακρὸν δὲ πῆμα συντόμως ἐφημίσω . πότερα γὰρ αὐτοῦ ζῶντος ἢ τεθνηκότος φάτις πρὸς
ἐμὴν δίδωμι ὑμῖν : οὐ καθὼς ὁ κόσμος δίδωσιν ἐγὼ δίδωμι ὑμῖν . μὴ ταρασσέσθω ὑμῶν ἡ καρδία μηδὲ δειλιάτω
8050334 ἀνατρεπτικος
τὸ δοκοῦν ἡμῖν κατασκευάζειν εὐχερῶς . Ἀνασκευὴ τοίνυν ἐστὶ λόγος ἀνατρεπτικὸς τοῦ πιθανῶς προτεθέντος λόγου καὶ κατασκευὴ τοὐναντίον λόγος κατασκευαστικὸς
μή τις ἡμᾶς μωμήσηται ἐν τῇ ἁδρότητι ταύτῃ τῇ διακονουμένῃ ὑφ ' ἡμῶν : προνοοῦμεν γὰρ καλὰ οὐ μόνον ἐνώπιον
ὁ τοῦ σοφίσματος αὐτῶν καθέστηκεν ἔλεγχος . Δεύτερος πάλιν λόγος ἀνατρεπτικὸς τῆς ῥητορικῆς τοιοῦτός ἐστιν : εἰ ἔστιν ἡ ῥητορική
ὑπὸ πάντων ἀνθρώπων : φανερούμενοι ὅτι ἐστὲ ἐπιστολὴ Χριστοῦ διακονηθεῖσα ὑφ ' ἡμῶν , ἐγγεγραμμένη οὐ μέλανι ἀλλὰ πνεύματι θεοῦ
8050328 παιωνικος
τετράμετρος βραχυκατάληκτος , τοῦ ἕκτου ποδὸς τριβράχεος . ὁ δεύτερος παιωνικὸς καθαρὸς τετράμετρος καταληκτικός . τὸ τρίτον ὅμοιον , δίμετρον
ὁ θεὸς ἐμέρισεν μέτρον πίστεως . καθάπερ γὰρ ἐν ἑνὶ σώματι πολλὰ μέλη ἔχομεν , τὰ δὲ μέλη πάντα οὐ
βʹ : τὸ θʹ ὅμοιον τῷ ζʹ : ὁ ιʹ παιωνικὸς ὅμοιος τῷ γʹ : τὸ ιαʹ τροχαϊκὸν δίμετρον ἀκατάληκτον
ἐξηράνθη ἡ πηγὴ τοῦ αἵματος αὐτῆς , καὶ ἔγνω τῷ σώματι ὅτι ἴαται ἀπὸ τῆς μάστιγος . καὶ εὐθὺς ὁ
8049481 Ἐτελευτησε
τῶν γνωρίμων καὶ ἐν Ἐρετρίᾳ παρ ' Ἀμφικρίτῳ . “ Ἐτελεύτησε δέ , ὥς φησιν Ἕρμιππος , ἄκρατον ἐμφορηθεὶς πολὺν
μυστηρίῳ τοῦ Χριστοῦ , ὃ ἑτέραις γενεαῖς οὐκ ἐγνωρίσθη τοῖς υἱοῖς τῶν ἀνθρώπων ὡς νῦν ἀπεκαλύφθη τοῖς ἁγίοις ἀποστόλοις αὐτοῦ
μάχην ἐν τοῖς ἐπιλέκτοις , εἶτ ' ἐστεφανώθη μαχόμενος . Ἐτελεύτησε δ ' Αἰσχίνης ἀναιρεθεὶς ὑπὸ Ἀντιπάτρου καταλυθείσης τῆς πολιτείας
ἔτη τεσσαράκοντα . οὗτός ἐστιν ὁ Μωϋσῆς ὁ εἴπας τοῖς υἱοῖς Ἰσραήλ , Προφήτην ὑμῖν ἀναστήσει ὁ θεὸς ἐκ τῶν
8045404 ἐψοφησεν
“ ἀρνῶν πρωτογόνων . ” ἀρτεμέα ὑγιῆ . ἀράβησεν οἷον ἐψόφησεν . ἀργειφόντης ἢ ὁ ἀργὸς φόνου καὶ καθαρός .
εἰ οὖν ὑμεῖς πονηροὶ ὄντες οἴδατε δόματα ἀγαθὰ διδόναι τοῖς τέκνοις ὑμῶν , πόσῳ μᾶλλον ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ ἐν
μάτην . κλαυσιᾷ : Ἠχεῖ . Θ . . ματαίως ἐψόφησεν . . . σέ τοι λέγω : Τὸ λέγω
ἁγίου πνεύματος : ὑμῖν γάρ ἐστιν ἡ ἐπαγγελία καὶ τοῖς τέκνοις ὑμῶν καὶ πᾶσιν τοῖς εἰς μακρὰν ὅσους ἂν προσκαλέσηται
8041113 ταρος
: τάλαρος : . . . ἢ ἀπὸ τοῦ τηρὸς ταρός , καὶ πλεονασμῷ τῆς αλ συλλαβῆς τάλαρος , ὁ
τὸν λόγον αὐτοῦ ἐν κηρύγματι ὃ ἐπιστεύθην ἐγὼ κατ ' ἐπιταγὴν τοῦ σωτῆρος ἡμῶν θεοῦ , Τίτῳ γνησίῳ τέκνῳ κατὰ
σημαίνει τὸ ὑπερφρονῶ ἀττικῶς . ἔπειτ ' ] ἆρα . ταρός ἐστιν ὁ μικρὸς καλαθίσκος , ταλαρὸς δὲ ὁ μέγας
- θέντος δὲ νῦν διά τε γραφῶν προφητικῶν κατ ' ἐπιταγὴν τοῦ αἰωνίου θεοῦ εἰς ὑπακοὴν πίστεως εἰς πάντα τὰ
8040658 παραθεων
τοὺς ἐναντίους . ὁ δὲ τοῖς πεζοῖς καταπεπληγόσι τὴν προδοσίαν παραθέων ὅλην τὴν φάλαγγα θαρρεῖν παρεκελεύετο ὡς καὶ τῶν ἱππέων
οἴδατε πάντες . οὐκ ἔγραψα ὑμῖν ὅτι οὐκ οἴδατε τὴν ἀλήθειαν , ἀλλ ' ὅτι οἴδατε αὐτήν , καὶ ὅτι
Θίς , ὁ αἰγιαλός . παρὰ τὸ θέω : ὁ παραθέων τῇ θαλάσσῃ . Θίς , ὁ σωρός , παρὰ
' οὐρανοῦ ἐπὶ πᾶσαν ἀσέβειαν καὶ ἀδικίαν ἀνθρώπων τῶν τὴν ἀλήθειαν ἐν ἀδικίᾳ κατεχόντων , διότι τὸ γνωστὸν τοῦ θεοῦ
8040443 ἀληθεστατων
ὁ Τειρεσίας . οὗτος ] ὁ μάντις . τοιῶνδε ] ἀληθεστάτων . θ δεσπότης ] ἐξουσιαστής . δεσπότης ] ἄρχων
ὁ θεὸς ὑπὲρ ἡμῶν , τίς καθ ' ἡμῶν ; ὅς γε τοῦ ἰδίου υἱοῦ οὐκ ἐφείσατο , ἀλλὰ ὑπὲρ
τὸ ἐπιχειρούμενον γίγνεσθαι , μηδὲν ἀπολείπειν τῶν καλλίστων τε καὶ ἀληθεστάτων , ᾧ δὲ ἀδύνατόν τι συμβαίνει τούτων γίγνεσθαι ,
καὶ ἐσεβάσθησαν καὶ ἐλάτρευσαν τῇ κτίσει παρὰ τὸν κτίσαντα , ὅς ἐστιν εὐλογητὸς εἰς τοὺς αἰῶνας : ἀμήν . διὰ
8040424 ἰξαλος
, τὸ δὲ ἀπηλιώτης ψιλοῦται . οὕτως οὖν καὶ ἵξω ἴξαλος . . , , , : μάγειρος : .
τῷ ψεύδει , ἵνα κριθῶσιν πάντες οἱ μὴ πιστεύσαντες τῇ ἀληθείᾳ ἀλλὰ εὐδοκήσαντες τῇ ἀδικίᾳ . Ἡμεῖς δὲ ὀφείλομεν εὐχαριστεῖν
ἀπὸ δασέος γίνεται ψιλόν . οὕτως ἵκω , ἵξω , ἴξαλος . οἷον αἷμα δασύνεται , ἄμυδις δὲ ψιλοῦται ,
οὐκ εἰμὶ ἐκ τοῦ κόσμου . ἁγίασον αὐτοὺς ἐν τῇ ἀληθείᾳ : ὁ λόγος ὁ σὸς ἀλήθειά ἐστιν . καθὼς
8040104 προυπτος
φανερὰ καὶ οὐκ ἀμφίβολα . θ προῦπτος ] ὁμολογούμενος . προῦπτος ] ἐμπρέπων , ὁμολογούμενος . προῦπτος ] ἀληθής .
' ἑαυτῶν ἱκανοί ἐσμεν λογίσασθαί τι ὡς ἐξ ἑαυτῶν , ἀλλ ' ἡ ἱκανότης ἡμῶν ἐκ τοῦ θεοῦ , ὃς
τούτου ὕπαρξις . “ καὶ ἔστιν ἡ τῆς συνερωτήσεως πιθανότης προῦπτος . πάσης γὰρ φύσεως καὶ ψυχῆς ἡ καταρχὴ τῆς
διδάσκειν δὲ γυναικὶ οὐκ ἐπιτρέπω , οὐδὲ αὐθεντεῖν ἀνδρός , ἀλλ ' εἶναι ἐν ἡσυχίᾳ . Ἀδὰμ γὰρ πρῶτος ἐπλάσθη
8039362 εὐφιληταν
εὐφιλήταν ] εὖ φιλουμένην . εὐφιλήταν ] ἀγαπητήν . θ εὐφιλήταν ] καλῶς φιλουμένην , ἀγαπητήν . εὐφιλήταν ] φίλην
οὐκέτι θεωρεῖ , ὑμεῖς δὲ θεωρεῖτέ με , ὅτι ἐγὼ ζῶ καὶ ὑμεῖς ζήσετε . ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ γνώσεσθε
ἥν ποτε ἔθου εὖ πεφιλημένην . εὐφιλήταν ] πεφιλημένην . εὐφιλήταν ] προσφιλῆ . εὐφιλήταν ] εὖ φιλουμένην . εὐφιλήταν
ἐν αὐτῷ . καθὼς ἀπέστειλέν με ὁ ζῶν πατὴρ κἀγὼ ζῶ διὰ τὸν πατέρα , καὶ ὁ τρώγων με κἀκεῖνος
8037407 λιθουριαν
Ἐχίνου θαλασσίου ἡ σὰρξ ἐσθιομένη κοιλίαν μαλάσσει καὶ νεφροὺς καὶ λιθουρίαν ἄκρως θεραπεύει σὺν κονδίτῳ λαμβανομένη . αὐτὸς δὲ ὁ
εἰρήνη . Εὐχαριστοῦμεν τῷ θεῷ πάντοτε περὶ πάντων ὑμῶν , μνείαν ποιούμενοι ἐπὶ τῶν προσευχῶν ἡμῶν , ἀδιαλείπτως μνημονεύοντες ὑμῶν
. τῆς νόσου . τοῦ Ἱέρωνος νοσήσαντος . ὅτι διὰ λιθουρίαν φορείῳ φερόμενος ἐνίκα τὰς μάχας ὁ Ἱέρων . παραβάλλων
καὶ κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ . Εὐχαριστῶ τῷ θεῷ μου πάντοτε μνείαν σου ποιούμενος ἐπὶ τῶν προσευχῶν μου , ἀκούων σου
8029026 γιγγρας
ἐν δευτέρῳ Ὀνομασιῶν , αἵδε : κῶμος , βουκολισμός , γίγγρας , τετράκωμος , ἐπίφαλλος , χορεῖος , καλλίνικος ,
καὶ μὴ μετεωρίζεσθε : ταῦτα γὰρ πάντα τὰ ἔθνη τοῦ κόσμου ἐπιζητοῦσιν : ὑμῶν δὲ ὁ πατὴρ οἶδεν ὅτι χρῄζετε
γε τὸν σοφώτατον . τίς δ ' ἔσθ ' ὁ γίγγρας ; καινὸν ἐξεύρημά τι ἡμέτερον , ὃ θεάτρῳ μὲν
τούτου τοῦ κόσμου ἐστέ , ἐγὼ οὐκ εἰμὶ ἐκ τοῦ κόσμου τούτου . εἶπον οὖν ὑμῖν ὅτι ἀποθανεῖσθε ἐν ταῖς
8027126 ἀκαληφων
. τοιαῦται γὰρ ἦσαν καὶ αἱ γραῖαι δριμεῖαι . μητριδίων ἀκαληφῶν : Δριμυτάτων . λείπει παῖδες . . καὶ μὴ
τούτου τοῦ ἄρτου ζήσει εἰς τὸν αἰῶνα : καὶ ὁ ἄρτος δὲ ὃν ἐγὼ δώσω ἡ σάρξ μού ἐστιν ὑπὲρ
φρόνιμος . Ἀλλ ' , ὦ τηθῶν ἀνδρειοτάτη καὶ μητριδίων ἀκαληφῶν , χωρεῖτ ' ὀργῇ καὶ μὴ τέγγεσθ ' :
τοῦτον . εἶπεν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς , Ἐγώ εἰμι ὁ ἄρτος τῆς ζωῆς : ὁ ἐρχόμενος πρός με οὐ μὴ
8025833 πολυπονος
οὑν νεκροῖς , γέρον ; ἐμὸς ἐμὸς ὅδε γόνος ὁ πολύπονος , ὃς ἐπὶ δόρυ γιγαντοφόνον ἦλθεν σὺν θεοῖσι Φλεγραῖον
καὶ εὗρον ἀργυρίου μυριάδας πέντε . Οὕτως κατὰ κράτος τοῦ κυρίου ὁ λόγος ηὔξανεν καὶ ἴσχυεν . Ὡς δὲ ἐπληρώθη
χαλᾷς , αὔδασον , τίς ἔφυς βροτῶν ; τίς ὁ πολύπονος ἄγῃ ; τίν ' ἂν σοῦ πατρίδ ' ἐκπυθοίμαν
Χριστῷ : χάρις ὑμῖν καὶ εἰρήνη ἀπὸ θεοῦ πατρὸς καὶ κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ . Εὐχαριστεῖν ὀφείλομεν τῷ θεῷ πάντοτε περὶ
8024066 τυραννοκτονησας
ὁριστικῆς προφορᾶς , καὶ μάλιστα ἐπὶ παρῳχημένου χρόνου , ὁ τυραννοκτονήσας τετίμηταιΔεδείξεται . δὲ ὡς καὶ πλήθους ἔσθ ' ὅτε
καὶ ὁ καρπὸς ὑμῶν μένῃ , ἵνα ὅ τι ἂν αἰτήσητε τὸν πατέρα ἐν τῷ ὀνόματί μου δῷ ὑμῖν .
μέλλοντος ἀοριστωδῶς νοεῖται καθ ' ἣν προεκτεθείμεθα τήρησιν , ὁ τυραννοκτονήσας τιμηθήσεται , πάνυ εὐλόγως , εἴγε τὰ γινόμενα καὶ
ἐγὼ πρὸς τὸν πατέρα πορεύομαι : καὶ ὅ τι ἂν αἰτήσητε ἐν τῷ ὀνόματί μου τοῦτο ποιήσω , ἵνα δοξασθῇ
8022632 κακοχρασμων
ἵνα μὴ προσδεχθῇ αὐτῶν ἡ θυσία ὑπὸ τῆς Ἥρας . κακοχράσμων : ἢ ὁ ταῦρος ἢ ὁ δῆμος , ἀντὶ
ἡμεῖς δόκιμοι φανῶμεν , ἀλλ ' ἵνα ὑμεῖς τὸ καλὸν ποιῆτε , ἡμεῖς δὲ ὡς ἀδόκιμοι ὦμεν . οὐ γὰρ
. τινὲς δὲ τὸν πυρρὸν κατὰ τὴν χροιὰν ὀνομάζουσιν . κακοχράσμων γὰρ ὁ δᾶμος : τῶν Λαμπριαδῶν δηλονότι . ὡς
ὑπὲρ τῶν φίλων αὐτοῦ . ὑμεῖς φίλοι μού ἐστε ἐὰν ποιῆτε ἃ ἐγὼ ἐντέλλομαι ὑμῖν . οὐκέτι λέγω ὑμᾶς δούλους
8022501 ἀψυχιᾳ
. . καὶ μάχην ] γρ . μή . . ἀψυχίᾳ ] δειλίᾳ . . τοιαῦτ ' ἀϋτῶν ] τοιαῦτα
μὴ ἔχων ἐξουσίαν καταβιβρώσκειν αὐτὴν ἕως τῆς δευτέρας παρουσίας τοῦ Κυρίου . Καὶ λέγει ἡ ἁμαρτωλὴ ψυχὴ μετὰ δακρύων :
ὀνείδει μάντιν Οἰκλείδην σοφόν , σαίνειν μόρον τε καὶ μάχην ἀψυχίᾳ . τοιαῦτ ' ἀυτῶν τρεῖς κατασκίους λόφους σείει ,
ἰἐρουργὴν . Ἄκουσον , δίκαὶε Ἰωάννη , τότε ἀπέρχετε ἄγγελος Κυρίου φυλάττον τὰ ἄγια δώρα . Κύριε , οἱπέ μοι
8021928 ΔΗΖ
ἡ ὑπὸ τῶν ἴσων πλευρῶν ἡ ὑπὸ ΒΗΖ τῇ ὑπὸ ΔΗΖ ἴση : καὶ βάσις μὲν ἄρα ἡ ΒΖ βάσει
εἰρήνην , καὶ ἀποκαταλλάξῃ τοὺς ἀμφοτέρους ἐν ἑνὶ σώματι τῷ θεῷ διὰ τοῦ σταυροῦ , ἀποκτείνας τὴν ἔχθραν ἐν αὐτῷ
ΕΗΔ , δυσὶν ὀρθαῖς ἴσαι οὖσαι , ταῖς ὑπὸ ΕΗΔ ΔΗΖ ἴσαι [ ὥστε καὶ ταῖς ὑπὸ ΕΗΔ ΔΗΖ δυσὶν
, Ἄνδρες ἀδελφοί , ἐγὼ πάσῃ συνειδήσει ἀγαθῇ πεπολίτευμαι τῷ θεῷ ἄχρι ταύτης τῆς ἡμέρας . ὁ δὲ ἀρχιερεὺς Ἁνανίας
8019332 ΔΕΥΤΕΡΟΝ
, περὶ τὰς θεὰς ἐξαμαρτήσας καὶ τὰ μυστήρια . ΠΡΟΟΙΜΙΟΝ ΔΕΥΤΕΡΟΝ . Ἐγὼ μὲν οὖν καὶ νῦν ἀπὸ τῶν ἱερῶν
Ἰωάννης μὲν ἐβάπτισεν ὕδατι , ὑμεῖς δὲ ἐν πνεύματι βαπτισθήσεσθε ἁγίῳ οὐ μετὰ πολλὰς ταύτας ἡμέρας . Οἱ μὲν οὖν
ἠδίκησαν , καὶ ἀποστερήσαντες τῆς τιμῆς καὶ φόνου γραφόμενοι . ΔΕΥΤΕΡΟΝ ΠΡΟΟΙΜΙΟΝ : Θαυμάζωμεν οὖν καὶ τοὺς πεπεισμένους τότε τῶν
ἀσπάζονται ὑμᾶς οἱ ἀδελφοὶ πάντες . Ἀσπάσασθε ἀλλήλους ἐν φιλήματι ἁγίῳ . Ὁ ἀσπασμὸς τῇ ἐμῇ χειρὶ Παύλου . εἴ
8018657 βικοι
ἐπ ' ἐγγυθήκαις . Καὶ ληνὸς , ἐν ᾗ ἦσαν βῖκοι δέκα : ὁλκεῖα δύο , ἑκάτερον χωροῦν μετρητὰς πέντε
δὲ λοιποὶ ἐπωρώθησαν , καθὼς γέγραπται , Ἔδωκεν αὐτοῖς ὁ θεὸς πνεῦμα κατανύξεως , ὀφθαλμοὺς τοῦ μὴ βλέπειν καὶ ὦτα
ὀκτώἐπ ' ἐγγυθήκαις . καὶ ληνός , ἐν ᾗ ἦσαν βῖκοι δέκα , ὁλκεῖα δύο , ἑκάτερον χωροῦν μετρητὰς πέντε
καυχᾶσθαι δεῖ , τὰ τῆς ἀσθενείας μου καυχήσομαι . ὁ θεὸς καὶ πατὴρ τοῦ κυρίου Ἰησοῦ οἶδεν , ὁ ὢν
8015190 πωλω
βούλομαι . Κατάβητον ἐς τὸ μέσον . τὼ ἀρίστω βίω πωλῶ , τὼ σοφωτάτω πάντων ἀποκηρύττομεν . Ὦ Ζεῦ τῆς
ἡ συκῆ ; ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς , Ἀμὴν λέγω ὑμῖν , ἐὰν ἔχητε πίστιν καὶ μὴ διακριθῆτε
τίς ἐλάλησεν , ἢ τίς ἐστιν ὁ προϊὼν σκοποῦντα , πωλῶ τοῦτον εὐθὺς ἐν ἀγορᾷ . αὑτῷ βαδίζει καὶ λαλεῖ
αὐτῷ τὸ Ναί : διὸ καὶ δι ' αὐτοῦ τὸ Ἀμὴν τῷ θεῷ πρὸς δόξαν δι ' ἡμῶν . ὁ
8012942 Σκοτουσσαιος
Ἀνητοῦσσα , πόλις Λιβύης . Ὁ πολίτης Ἀνητουσσαῖος , ὡς Σκοτουσσαῖος , ὡς ὁ Πολυΐστωρ φησίν . Θύνη , πόλις
τὴν ἀγάπην ὑμῶν , καὶ ὅτι ἔχετε μνείαν ἡμῶν ἀγαθὴν πάντοτε , ἐπιποθοῦντες ἡμᾶς ἰδεῖν καθάπερ καὶ ἡμεῖς ὑμᾶς ,
. Ἀνητοῦσσα , πόλις Λιβύης . ὁ πολίτης Ἀνητουσσαῖος ὡς Σκοτουσσαῖος , ὡς ὁ πολυΐστωρ φησίν . Ἀνθάνα , πόλις
ὁ ἐξ ὑμῶν , δοῦλος Χριστοῦ [ Ἰησοῦ ] , πάντοτε ἀγωνιζόμενος ὑπὲρ ὑμῶν ἐν ταῖς προσευχαῖς , ἵνα σταθῆτε
8010602 θυραισιν
. , . . , . Ἀπεστύπαζον : : † θύραισιν ἀπεστύπαζον : παρὰ τὸ τύπτω ἀπετύπαζον καὶ πλεονασμῷ τοῦ
ἀνθρώπων τῶν τὴν ἀλήθειαν ἐν ἀδικίᾳ κατεχόντων , διότι τὸ γνωστὸν τοῦ θεοῦ φανερόν ἐστιν ἐν αὐτοῖς : ὁ θεὸς
χάλκεος ἐξ Ἀφροδίτας , ὣς τῆνος δινοῖτο ποθ ' ἁμετέραισι θύραισιν . ἶυγξ , ἕλκε τὺ τῆνον ἐμὸν ποτὶ δῶμα
μέσος , καὶ ἐξεχύθη πάντα τὰ σπλάγχνα αὐτοῦ . καὶ γνωστὸν ἐγένετο πᾶσι τοῖς κατοικοῦσιν Ἰερουσαλήμ , ὥστε κληθῆναι τὸ
8010452 θρᾳτταν
ἐστιν , καὶ κακῶς ἀκούσομαι . τί δῆτα τοῦτο ; θρᾷτταν ἢ ψῆττάν τιν ' ἢ μύραιναν ἢ κακόν τί
δὲ καὶ ὑμεῖς , Φιλιππήσιοι , ὅτι ἐν ἀρχῇ τοῦ εὐαγγελίου , ὅτε ἐξῆλθον ἀπὸ Μακεδονίας , οὐδεμία μοι ἐκκλησία
ἐστι , καὶ κακῶς ἀκούσομαι . τί δῆτα τοῦτο ; θρᾷτταν ἢ ψῆττάν τιν ' ἢ μύραιναν ἢ κακόν τί
τοῦ στόματός μου , ἐν παρρησίᾳ γνωρίσαι τὸ μυστήριον τοῦ εὐαγγελίου ὑπὲρ οὗ πρεσβεύω ἐν ἁλύσει , ἵνα ἐν αὐτῷ
8005758 ἀπολολυξω
. ἀπολολύξω ] εὔξομαι . ἀπολολύξω ] παιανίσω . θ ἀπολολύξω ] καὶ θαυμάσω καὶ ᾄσω . Ξ ἀσινεῖ ]
, περιπατῆσαι ἀξίως τοῦ κυρίου εἰς πᾶσαν ἀρεσκείαν , ἐν παντὶ ἔργῳ ἀγαθῷ καρποφοροῦντες καὶ αὐξανόμενοι τῇ ἐπιγνώσει τοῦ θεοῦ
+ ποῖον ἕτερον ποιήσω δηλονότι . ἀπολολύξω ] ὑμνήσω . ἀπολολύξω ] εὔξομαι . ἀπολολύξω ] παιανίσω . θ ἀπολολύξω
θεοῦ τῇ δοθείσῃ ὑμῖν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ , ὅτι ἐν παντὶ ἐπλουτίσθητε ἐν αὐτῷ , ἐν παντὶ λόγῳ καὶ πάσῃ
8001584 ὀρνιθοσκοπος
οἰκτείροντος . ὀρνιθευτὴς ὀρνιθοσκόπου διαφέρει . ὀρνιθευτὴς ὁ θηρεύων , ὀρνιθοσκόπος ὁ μάντις . οὗτος καὶ οὑτοσὶ διαφέρει . οὑτοσὶ
πνεύματος οὗ ἡμῖν ἔδωκεν . Ἀγαπητοί , μὴ παντὶ πνεύματι πιστεύετε , ἀλλὰ δοκιμάζετε τὰ πνεύματα εἰ ἐκ τοῦ θεοῦ
τὸ „ σκοπῶ „ σύνθετα μὴ ἐκ προθέσεως παροξύνεται : ὀρνιθοσκόπος οἰωνοσκόπος . τὸ δὲ ἐπίσκοπος κατάσκοπος ἀπὸ προθέσεων .
ἐμοῦ ἐκεῖνος ἔγραψεν . εἰ δὲ τοῖς ἐκείνου γράμμασιν οὐ πιστεύετε , πῶς τοῖς ἐμοῖς ῥήμασιν πιστεύσετε ; Μετὰ ταῦτα
8001575 Νικᾳ
Νὺξ μὲν ἀναπαύει , ἡμέρα δ ' ἔργον ποιεῖ . Νικᾷ παλαιὰς χάριτας ἡ νέα χάρις . Νόμιζε πάντα κοινὰ
ὁ Ἰησοῦς : νεύει οὖν τούτῳ Σίμων Πέτρος πυθέσθαι τίς ἂν εἴη περὶ οὗ λέγει . ἀναπεσὼν οὖν ἐκεῖνος οὕτως
βροτοῖσι περίοδον τ ' ἔχει Χρόνος διοικῶν ἀστέρων γνωρίσματα . Νικᾷ δὲ τούτων οὐθεὶς ἕτερον , ἀλλ ' ἀεί Ἥκει
κύριος τῷ κυρίῳ μου , Κάθου ἐκ δεξιῶν μου ἕως ἂν θῶ τοὺς ἐχθρούς σου ὑποκάτω τῶν ποδῶν σου ;
8001379 κτηνους
τοῦ κτείναντος ἄνθρωπον οὐχ ὅσιον . ἐὰν δὲ ὁ τοῦ κτήνους κύριος ἄγριον εἰδὼς καὶ ἀτίθασον μήτε καταδήσῃ μήτε κατακλείσας
πεποίηκεν αὐτόν , ὅτι οὐ πεπίστευκεν εἰς τὴν μαρτυρίαν ἣν μεμαρτύρηκεν ὁ θεὸς περὶ τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ . καὶ αὕτη
τὸ πονεῖν πρόθυμος ὢν ἤδη τὴν ἑαυτοῦ τιμὴν ἐξέτισε : κτήνους γὰρ φόρτον ἤρατο ” . ἐπεὶ δὲ ὥρας οὔσης
καὶ ἐξῆλθεν εὐθὺς αἷμα καὶ ὕδωρ . καὶ ὁ ἑωρακὼς μεμαρτύρηκεν , καὶ ἀληθινὴ αὐτοῦ ἐστιν ἡ μαρτυρία , καὶ
7999259 ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ἐμπύρῳ κόπρῳ βοῶν νυχθήμερον , καὶ ἔχε ὑδράργυρον παγεῖσαν . ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΥΔΡΑΡΓΥΡΟΥ . Λαβὼν ὑδράργυρον , ζέσον ἐλαίῳ ῥεφανίνῳ :
ἀνομίαν , οὕτως νῦν παραστήσατε τὰ μέλη ὑμῶν δοῦλα τῇ δικαιοσύνῃ εἰς ἁγιασμόν . ὅτε γὰρ δοῦλοι ἦτε τῆς ἁμαρτίας
ἑπτάκις , καὶ ξηράνας ἐν ἡλίῳ , οὕτως χρῶ . ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΠΥΡΙΤΟΥ . Λαβὼν πυρίτην τὸν χρυσίζοντα : χρυσίζοντα τοῦτον
ὅτε γὰρ δοῦλοι ἦτε τῆς ἁμαρτίας , ἐλεύθεροι ἦτε τῇ δικαιοσύνῃ . τίνα οὖν καρπὸν εἴχετε τότε ἐφ ' οἷς
7998974 οἰχησει
ἀπαλλαγῶμεν ἀνδρὸς ἁρπαγιστάτου . ἀλλ ' αὐτὸς ἀπαρτὶ τἀλλότρι ' οἰχήσει φέρων . ἐψάθαλλε λεῖος ὤν ἀργύρια μάραγναν οὐχ ὁρᾷς
τοῦ πιστοῦ ἀδελφοῦ , ὡς λογίζομαι , δι ' ὀλίγων ἔγραψα , παρακαλῶν καὶ ἐπιμαρτυρῶν ταύτην εἶναι ἀληθῆ χάριν τοῦ
ὡς ἐγᾦμαι , σαυτόν . ἀλλὰ καθελκύσας τὰς ναῦς ἀποπλέων οἰχήσει ; εἶτ ' οὐκ αἰσχύνει τὰς Νηρηίδας τὰς πρὸς
ἔχετε ἀπὸ τοῦ ἁγίου , καὶ οἴδατε πάντες . οὐκ ἔγραψα ὑμῖν ὅτι οὐκ οἴδατε τὴν ἀλήθειαν , ἀλλ '

Back