' ἐνὶ θώκωι πρωτοφανὴς Σοφίη περιδέξιος οἷα Σελήνη ἀργυφέη πέπλοισι χαράσσεται : ἔστι δὲ πᾶσα χιονέη , πάλλευκος ὅλον δέμας | ||
δορίτολμος ἐτύχθη . Ἀλλὰ φάος Φαέθοντος ἀπαυγάζουσα Σελήνη ἀργυφέη λάμπουσα χαράσσεται : ἐν παλάμηι δὲ θῆλυν δίσκον ἔχουσα καταντίον ἄρσενος |
πόθεν νιν κυρήσω ; τίνι προσεικάσω , ὅστις δι ' ὄρφνης ἦλθ ' ἀδειμάντωι ποδὶ διά τε τάξεων καὶ φυλάκων | ||
ἱπτάμεναι προθέουσιν ὁμόζυγες : ἀρχομένη δὲ πρώτη ἀναθρώσκουσα λιπόσκιος ἐγγύθεν ὄρφνης ἀκροφαὴς δροσόεσσα χαράσσεται ὄρθριος Ὥρη , λείψανα νυκτὸς ἔχουσα |
κέλονται ὅτις περὶ βουσὶν ὑπέστη , δῶρ ' ἀποδεξαμένην , ὀλοῶν ῥύσασθαι ἀέθλων : αὐτὰρ ἐγὼ τὸν μῦθον ἐπῄνεον ἠδὲ | ||
σε διατμήξειαν ἀκωκαί γηγενέων ἀνδρῶν οὐδ ' ἄσχετος ἀίσσουσα φλὸξ ὀλοῶν ταύρων . τοῖός γε μὲν οὐκ ἐπὶ δηρόν ἔσσεαι |
καὶ ζυγὸν ὀρθὸν ἔχουσι σελασφόρον αὐχένι κοῦραι χερσὶν ἐπισφίγγουσαι : ἐπειγομένοιο δὲ ταρσοῦ ἐκταδὸν ἀΐσσουσι καὶ ἠερίηισι κελεύθοις ἱπτάμεναι προθέουσιν | ||
: ἀστεμφὴς ὁ ἀμετακίνητος ἀπὸ τοῦ στέμπω τὸ μετακινῶ . ἐπειγομένοιο : σπουδάζοντος , διωκομένου ὑπὸ τοῦ φόβου . βαρύνει |
ὀδύνῃσιν ἠχήεις ὀρυμαγδὸς ἀπόπροθι τειρομένοιο ἔρχεται , ἀμφὶ δέ οἱ στένεται δρίος : ἡ δ ' ἀΐουσα πόρδαλις ἰάνθη τε | ||
δέ οἱ : περὶ δὲ τῷ κυνὶ , πανταχοῦ . στένεται : ἠχεῖ , ἠχεῖται , ἀντηχεῖ . δρίος : |
κρυεροῦ διὰ χώρου , ἀργυροειδὲς ὕδος προρέων , λίμνη τε κελαινή ἀνδέχεται : παταγεῖ δὲ παρ ' ὄχθαισιν ποταμοῖο δένδρεα | ||
, οὐδ ' ἐπὶ μῶλον δηθύνει , θαλάμης δὲ διαΐξασα κελαινή , αὐχένα γυρώσασα , χόλῳ μέγα παιφάσσουσα ἀντιάᾳ : |
ἦσαν ταῖς ψυχαῖς , εὐειδεῖς δὲ καὶ εὔσαρκοι ; . ἔβραχεν ἄξων ; . ἤτοι ὁ μὲν Περίφαντα πελώριον ἐξενάριζεν | ||
. ἑά βʹ : τὰ ἑαυτοῦ . καὶ ἀγαθά . ἔβραχεν βʹ : ἤχησεν . ἐφώνησεν . . βράχε . |
μέλιτι δεύσας προσθεῖναι : φύεται δὲ ἐν Ἄνδρῳ ἐν τοῖσιν αἰγιαλοῖσιν . Ἕτερον : ὑστέρας ἀποκαθῆραι : λινοζώστιος κεκομμένης καὶ | ||
δ ' ἐνέκυρσαν ἑτοίμῳ . Νάσσατο δ ' Ἀρτακίοισιν ἐφέστιος αἰγιαλοῖσιν . Δαίδαλα Μαυσώλων Ἣν Δρεπάνην κλείουσιν ἀπὸ Κρονίοιο σιδήρου |
! ! ! ! ! ] καί σευ τὸ ὤριον τέφρη κάψει . ! ! ! ! ! ] νον | ||
' ᾔσχυνε πρόσωπον : νεκταρέῳ δὲ χιτῶνι μέλαιν ' ἀμφίζανε τέφρη . αὐτὸς δ ' ἐν κονίῃσι μέγας μεγαλωστὶ τανυσθεὶς |
τῷ καί μιν προτέροισι λεοντοδέρην ὀνομῆναι ἥνδανεν ἡμιθέοισι , κατάστικτον σπιλάδεσσι πυρσῇσιν λευκαῖς τε , μελαινομέναις χλοεραῖς τε . Τὸν | ||
ἀναψαμένη : ἀναδήσασα , δήσασα , ἀναπετάσασα , ἀνακρεμάσασα . σπιλάδεσσι : πέτραις τραχείαις , πέτραις . Ὀλίγαι : μικραί |
ἥν τ ' ἐν ὄρεσσιν ἀμφιχέῃ πρώνεσσι Νότου μένος ἢ Ζεφύροιο χείματος ἐγρομένου , ὁπότ ' οὔρεα δεύεται ὄμβρῳ . | ||
ἀράων ἀΐουσα μετάγγελος ἦλθ ' ἀνέμοισιν . οἳ μὲν ἄρα Ζεφύροιο δυσαέος ἀθρόοι ἔνδον εἰλαπίνην δαίνυντο : θέουσα δὲ Ἶρις |
ὁπλῆς ὠκὺν ἀερσιπόδην ἀνεσείρασε πῶλον ὀρούσας . Ἀλλὰ Νότος μόχθησε φορεύμενος αἴθοπι κέντρωι : καὶ γὰρ ἀγηνορέων τροχαλὸν σκίρτημα τινάξας | ||
βρόμον ἠχήεντα περιπτώσσοιμι θαλάσσης . ἀλλ ' αἰεὶ κατὰ νύκτα φορεύμενος ὑγρὸς ἀκοίτης νήξομαι Ἑλλήσποντον ἀγάρροον . οὐχ ἕκαθεν γὰρ |
περικλυτόν : οὐδ ' ἐγὼ αὐτὴ δηρὸν ἀπὸ σφῶϊν ἔσομαι μεμαυῖα μάχεσθαι . ” ἦ , καὶ χρυσείῃ ῥάβδῳ ἐπεμάσσατ | ||
. παρὰ τὸ μῶ , τὸ προθυμοῦμαι , ὅθεν καὶ μεμαυῖα ἡ μετοχή , ὁ παθητικὸς παρακείμενος μέμαμαι , μέμασαι |
ἐνέχονται , αὐτὴν μήρινθον πολυδινέα πεφρικυῖαι . ὧδε καὶ ἐν ξυλόχοισιν ὀρέστεροι ἀγρευτῆρες εἷλον ἀναλκείην ἐλάφων εὐαγρέϊ τέχνῃ , μηρίνθῳ | ||
' ἀμφὶ γένυσσι βεβρυχώς , εἴ που ἔτ ' ἐν ξυλόχοισιν ἴδοι θυμήρεα τέκνα , τῷ δ ' εἴ τις |
γὰρ κατὰ τὴν σελήνην ἐμέτρουν τὸν ἐνιαυτόν ἐνιχρίμπτουσα ] προσπελάζουσα κελεύθοις ] ταῖς ὁδοῖς θρόον ] λαλιάν θρόον ] θόρυβον | ||
μελέεσσι καὶ ὄμμασιν ἀδρανέοντα ἐνδυκέως μεθέπων προσπτύσσεται , ἔν τε κελεύθοις χεῖρ ' ὀρέγων καὶ πᾶσιν ἐν ἔργμασιν αὐτὸς ἀμύνων |
, ἕβδομον ἐσσυμένη τελέσαι χρέος : ἀλλὰ καὶ Ἠῶ ὀρνυμένην πέπλοισιν ἐπισπεύδουσαν ἐπείγει , δεξιτερὴν τείνουσα μετάσσυτον εἰς φάος ἄλλο | ||
ἂν εἰδείης ἕτερον πολυμοχθότερον πολυπλαγκτότερόν τε θνατῶν . τί γὰρ πέπλοισιν ἄθλιον κρύπτει κάρα ; αἰδόμενος τὸ σὸν ὄμμα καὶ |
τέλειον σκεδαιομένη . * κορθύεται : ὁπλίζεται κορυφοῦται ὑψοῦται * κορθύεται οἶδος : ἀνεγείρεται οἴδημα * οἶδος : οἴδημα * | ||
' ἑνὸς μέρους , τῆς κόρυθος , τὸ καθοπλίζεσθαι . κορθύεται διεγείρεται καὶ εἰς ὕψος αἴρεται . κόρσην κεφαλήν . |
ἡ δ ' ἑτέρη φαέεσσι διάκτορον ὄμμα τανύσσει φάρεϊ φοινίξασα διαυγέα κύκλα προσώπου , δεξιτερῆς ὅρπηκας ἐφαπλώσασα ταθέντας . Ἀλλὰ | ||
ὄφρα τοι εὐχομένοιο κλύοι θεός , ἐγγυαλίξω . Κρύσταλλον φαέθοντα διαυγέα λάζεο χερσὶ λᾶαν , ἀπόρροιαν πυριφεγγέος ἀμβρότου αἴγλης : |
: σκληραῖς ξηραῖς * ἐπιφρικτήν : καὶ γὰρ ὀρθιάζουσαν * φολίδεσσι : λέπεσσι * φοινήεσσαν : ἐρυθράν αἱματόεσσαν ἀμυδρότατον : | ||
πόδες ὑψιτενεῖς , ἴκελοι νωθροῖσι καμήλοις , ὁπποῖον θαμινῇσιν ἀρηράμενοι φολίδεσσι σκληρῇς ἄχρι διπλῆς ἐπιγουνίδος : ὕψι δ ' ἀείρει |
χλοεραῖς βοτάνῃσιν . Ὄφρα δ ' ὅ γ ' ἐν δίνῃσιν ἀναψύχεσκε θαλάσσης , στείχων ἔκ τ ' ὀλοοῖο πόνου | ||
μεταπαύεται ἅλμης , πολλή τε πρόχυσις συμβάλλεται ἰλυόεσσα , ἑλκομένη δίνῃσιν ἀπὸ χθονός : ἔνθα νέμονται φορβὴν ἱμερτὴν γλυκερῇ θ |
δίφρου . ἠὼς δέ ἐστιν ἡ πρὸ τῆς ἀνατολῆς ἡλίου λάμπουσα . ἔνιοι δὲ μονόπωλον οὐχὶ τὴν ἕνα πῶλον ἔχουσάν | ||
με κόμας ἐμᾶς δεῦσαι παρθένιον χλιδὰν Φοιβείαισι λατρείαις . ὦ λάμπουσα πέτρα πυρὸς δικορύφων σέλας ὑπὲρ ἄκρων βακχεῖον Διονύσου , |
ἀπὸ τοῦ ἄω ἄελλα , οὕτως καὶ ἀπὸ τοῦ θύω θύελλα . Ὀψέ : μόλις . ἀπολήξασα : παύσασα , | ||
καταντίον Ἀτρυτώνης , δὴ τότε παύσατο κῦμα , κατευνήθη δὲ θύελλα σμερδαλέη , καὶ χεῦμα κατεπρήυνε γαλήνη . Οἳ δὲ |
καταντίον ἄρσενος αἴγλης μαρμαρυγὴν ἥρπαξεν : ἀπ ' αὐτογόνου δὲ λοχείης πλησιφαὴς ἥβησεν ἐϋτροχάλοισι προσώποις . καὶ Φαέθων μαίωσε καὶ | ||
πυριτρεφέων ἀπὸ κόλπων ξανθοφαὲς μαίωσε φάος νέον : ἐκ δὲ λοχείης ὄρθριος ἀντέλλων ἀναπάλλεται ὠκὺς ὁδίτης , καὶ πάλιν ἡβήσαντα |
πέπλοισι δέμας φρίσσουσα καλύπτει Χειμερίη ζοφόεσσα , καὶ ἐκ προχόου νιφετοῖο κρυμαλέον πέμπουσα πολυσταγὲς ἔβλυσεν ὕδωρ . καὶ δέμας ἀγκλίνασα | ||
, καὶ παλάμην ἐδίηνε χυτὸς ῥόος ἐκ νεφελάων δίψιον ἐκ νιφετοῖο διάβροχον ἄνθος ἀέξων . Καὶ χθονίου γυάλοιο θεμείλια νέρθεν |
ἔσχατα πείρατα Πόντου . αὐτίκα δ ' ἱστία μὲν καὶ ἐπίκριον ἔνδοθι κοίλης ἱστοδόκης στείλαντες ἐκόσμεον , ἐν δὲ καὶ | ||
τῶν ἱματίων πεποιημένου ἀρμένου : “ τηλοῦ δὲ σπεῖρον καὶ ἐπίκριον . ” σπιλάδες ὁ μὲν Ἀπίων αἱ ἐν ὕδατι |
δ ' αὐχένος ἶνας ἄντικρυς ἀίξας : τὸν δ ' ἀργαλέη κίχε Μοῖρα . Ἄλλος δ ' ἄλλῳ τεῦχε φόνον | ||
μιν θηρήτορες ἄνδρες ἀμφὶ θύρῃ λοχόωντες ὑπὸ βροχίδεσσιν ἄγωνται : ἀργαλέη γενύεσσι καὶ ἀντία δηρίσασθαι θηρσί τ ' ἀρειοτέροισι καὶ |
Ἀρχέστρατός φησιν : σηπίαι Ἀβδήροις τε Μαρωνίᾳ τ ' ἐνὶ μέσσῃ . Ἀριστοφάνης : ὀσμύλια καὶ μαινίδια καὶ σηπίδια . | ||
, ἀλλὰ μεθορμηθεὶς ἐνὶ κύμασιν ἐλλάβετ ' αὐτῆς , ἐν μέσσῃ δὲ καθῖζε τέλος θανάτου ἀλεείνων . τὴν δ ' |
τόρνωσε : κατεσκεύασεν . τὰ μέν : τὰ ἱστία . πνοιῇσι : τοῦ ἀνέμου δηλονότι , καὶ ἀναπνοαῖς τῶν ἀνέμων | ||
ἐξόπιθε ῥιπῇσιν ἐλαυνόμενοι μογέουσιν . ἀλλ ' ἁλιεὺς στέλλοιτο λίνον πνοιῇσι πετάσσας οὔριον , ἐς Βορέην μέν , ἐπὴν Νότος |
ἡλίου , ἢ ὅτι ἡ θεὸς τοιαύτῃ κέχρηται ἐσθῆτι . κρυόεσσα φρικτή : κρύος γὰρ τὸ ῥῖγος . κρῖ ὁ | ||
. αἰδῶ : γράφεται ἀνδρῶν . Πᾶσιν : ὅλοις . κρυόεσσα : φρικτὴ , ἡ φοβερὰ , ἡ ἀλγεινὴ , |
περ ἀμύνων . ὡς δ ' ὁπότ ' ἀμφ ' ἀγέλῃσι νεηγενέεσσιν ἰώπων ἠὲ φάγροι ἢ σκῶπες ἀρείονες ἠὲ καὶ | ||
καὶ Νίκανδρος : ὡς δ ' ὁπότ ' ἀμφ ' ἀγέλῃσι νεηγενέεσσιν ἰώπων . ὅτι τοὺς εἰς τὸ ἀπανθρακίζειν ἐπιτηδείους |
ἐκ παλαχῆς ἐπαέξεται , ἀντία δ ' ἐχθρήν δῆριν ἄγει γενύεσσιν ὅταν βλώσκοντα καθ ' ὕλην δέρκηται : πάσας γὰρ | ||
δυστερπέα πορσύνουσι ταύρειον μέλαν ἧπαρ ἀπόκριτον ἠὲ καὶ ὦμον ταύρειον γενύεσσιν ἐοικότα δαινυμένοιο . πολλαὶ δ ' ἀγρευτῆρσιν ὁμόστολοι ὥστ |
. ” ὣς φάτο : γήθησεν δὲ μέγα φρεσὶ Γαῖα πελώρη : εἷσε δέ μιν κρύψασα λόχῳ , ἐνέθηκε δὲ | ||
γὰρ Ῥίπαιον ὄρος καὶ Κάλπιος αὐχήν ἀντολίας εἴργουσιν ἐπικέκλιται δὲ πελώρη ἆσσον ἐπισκιάουσα μεσημβρινὸν ἠέρα Φλέγρη : δείελον αὖ κρύπτουσι |
αὐτῷ ἄτη ἀνιηρὴ περικάππεσε : πᾶν δέ οἱ εἴσω ἔζεσε φοίνιον αἷμα , χολὴ δ ' ὑπερέβλυσεν αἰνή , ἥπατι | ||
πατρῴου δ ' ἀντ ' ἐπίξηνον μένει , θερμῷ κοπείσης φοίνιον προσφάγματι . οὐ μὴν ἄτιμοί γ ' ἐκ θεῶν |
ἀνίησι : ἀφίησι , καταλιμπάνει . ἐσσυμένην : ὁρμῶσαν . ἐσσυμένη : ὁρμῶσα . παραλύξαι : φυγεῖν , ἀλύξαι , | ||
Ἄβαντα αἰγανέην προϊείς : ἣ δ ' ἀσφαράγοιο διὰ πρὸ ἐσσυμένη ἀλεγεινὸν ἐς ἰνίον ἦλθε τένοντος : λῦσε δ ' |
ἀλλ ' ὃ κόσμιον πεφύκει : ἡ γὰρ αἰδὼς ἄνθος ἐπισπείρει . τόδ ' ἀνατίθημί σοι ῥόδον , καλὸν ἄνθημα | ||
, ἐὰν μὴ κόσμιον πεφύκῃ . ἡ γὰρ αἰδὼς ἄνθος ἐπισπείρει . καὶ ὁ Ἀριστοτέλης δὲ ἔφη τοὺς ἐραστὰς εἰς |
† βοᾷ δὲ πόντιος κλύδων ξυμπίτνων , στένει βυθός , κελαινὸς [ δ ' ] Ἄιδος ὑποβρέμει μυχὸς γᾶς , | ||
] τῶν ὀρνέων ἀπὸ μέρους . βασιλεῦσι ] τοῖς . κελαινὸς ] ὁ μέλας . ὅ τ ' ἐξόπιν ] |
ἄσχετα γυῖα ῥηγνύμεναι διὰ τυτθά . Διὸς δ ' ἐπὶ πείρασι γαίης οὐ λάθον ἠὺ νόημα : λιπὼν δ ' | ||
: ἐὸν γὰρ ἐόντι πελάζει . αὐτὰρ ἀκίνητον μεγάλων ἐν πείρασι δεσμῶν ἔστιν ἄναρχον ἄπαυστον , ἐπεὶ γένεσις καὶ ὄλεθρος |
εἴδεα νῶϊ φύτευσας , ὅσσα βροτοῖσιν ὄπασσας , ὅς ' εἰναλίοις νεπόδεσσιν . ὃς τόδ ' ἐμήσαο πάγχυ καμήλων αἰόλον | ||
ἐννοσίγαιε , κυμοθαλής , χαριδῶτα , τετράορον ἅρμα διώκων , εἰναλίοις ῥοίζοισι τινάσσων ἁλμυρὸν ὕδωρ , ὃς τριτάτης ἔλαχες μοίρης |
: οὐδέ τι πρόσσω νίσσεται , ἀλλ ' ὀρέγοντα πέλας περιμήκεα δειρὴν γλώσσῃσιν μεμάασι περισσαίνειν , σκύλακες ὥς . πολλάκι | ||
. Ὡς δ ' ὅτ ' ἀπ ' ἠλιβάτου σκοπιῆς περιμήκεα λᾶαν λάβρος ὁμῶς ἀνέμοισιν ἀπορρήξῃ Διὸς ὄμβρος , ὄμβρος |
πνείοντος ἀέλλαις ἠὲ Νότου κελάδοντος , ὅτ ' εὐρέα πόντον ὀρίνει λαίλαπι καὶ ῥιπῇσι , Θυτήριον εὖτ ' ἀλεγεινὸν ἀντέλλῃ | ||
. Ἐγχρίπτων : ἐμβάλλων , προσπελάζων , κοντῷ τιτρώσκων . ὀρίνει : ἐκείνους τοὺς δύο ἰχθύας ἐγείρει . Θωρήξας : |
ἐρείσας παιδοκόμωι πήχυνε φιλήματι μητρὸς ὀπώρην . ὃς δὲ πολυρραθάμιγγος ὀπιπεύων χύσιν ὄμβρου βαιὴν χεῖρα τάνυσσε περίσσυτον ἠέρι πέμπων , | ||
πλησσομένας ἀπὸ τῆς ἁλός . παραβλῶπες παραβλέπουσαι . παρθενοπῖπα παρθένους ὀπιπεύων , ὅ ἐστι περισκοπῶν . παρέξ παρεκτός . παρήπαφεν |
μαρμαίροντος . Οἷον δὲ νέφος εἶσι δι ' ἠέρος ἀπλήτοιο πνοιῇσιν μεγάλῃσιν ἐλαυνόμενον Βορέαο , ἦμος δὴ νιφετός τε πέλει | ||
Ἐρώτων . Νὺξ ἦν , εὖτε μάλιστα βαρυπνείοντες ἀῆται χειμερίαις πνοιῇσιν ἀκοντίζοντες ἰωὰς ἀθρόον ἐμπίπτουσιν ἐπὶ ῥηγμῖνι θαλάσσης . καὶ |
' αὐτῶν σχεδόθεν . ὁ δ ' ἄρα πρώτιστος Ὀδυσσεὺς ἔσσυτ ' ἀνασχόμενος δολιχὸν δόρυ χειρὶ παχείῃ , οὐτάμεναι μεμαώς | ||
δ ' ἐφύπερθε πίπτοντες : στυγερὴ δὲ δι ' ἠέρος ἔσσυτ ' ἀυτή . Ἐν γὰρ δὴ χάλκειος Ἔρις πέσεν |
: τὸν δ ' ἐνὶ λέκτροις Ὑψιπύλης εἰᾶτε πανήμερον , εἰσόκε Λῆμνον παισὶν ἐπανδρώσῃ , μεγάλη τέ ἑ βάξις ἔχῃσιν | ||
νέμονται . θαῦμα δὲ Καππαδόκεσσι μέγ ' ἔδρακον ὠκυπόδεσσι : εἰσόκε μὲν νεογιλὸν ὑπὸ στομάτεσσιν ὀδόντα καὶ γλαγερὸν φορέουσι δέμας |
Ἰήσων : ἄλλῃ δ ' ἄλλος ἔμικτο : καὶ ἐκλελάθοντο πορείης , εἰ μὴ ἀποτροπίοις ἐνοπαῖς θελξίφρονι θυμῷ ἡμετέρῳ θελχθέντες | ||
πάθον Μινύαισιν ὁμοῦ ποτὶ Σύρτιν ἀήταις ἢ πῶς ἐξεσάωθεν ἁλιπλάγκτοιο πορείης : ὅσσα τ ' ἄρ ' ἐν Κρήτῃ πάθον |
. Καὶ τότ ' ἄρ ' Ἀτρέος υἷες ἐς ἄγκεα τηλεθάοντα Ἴδης ὑψικόμοιο θοοὺς προέηκαν ἱκέσθαι ἀνέρας . Οἳ δ | ||
' ἕρκος ἐλήλαται ἀμφοτέρωθεν . ἔνθα δὲ δένδρεα μακρὰ πεφύκασι τηλεθάοντα , ὄγχναι καὶ ῥοιαὶ καὶ μηλέαι ἀγλαόκαρποι συκέαι τε |
δ ' ἰοφόρον τοίαις ἐδαμάσσατο βουλαῖς . πᾶν δέμας ἐν ψαμάθοισι καλύψατο θῆρα δοκεύων , νόσφι μόνης οὐρῆς τε καὶ | ||
αὐτόθι λεῖπεν , ἐπεὶ φίλον ἦτορ ἀπηύρα , κείμενον ἐν ψαμάθοισι , δίαινε δέ μιν μέλαν ὕδωρ . τὸν μὲν |
. Ἀμφότεραι δ ' Ὄφιος πεπονείαται ὅς ῥά τε μέσσον δινεύει Ὀφιοῦχον : ὁ δ ' ἐμμενὲς εὖ ἐπαρηρὼς ποσσὶν | ||
λαιὰ κεκλιμένον δήεις , Ἑλίκης δέ οἱ ἄκρα κάρηνα ἀντία δινεύει , σκαιῷ δ ' ἐπελήλαται ὤμῳ Αἲξ ἱερή , |
Τρώων πολέας κτάνεν , ὃς δ ' ἄρ ' Ἀχαιῶν δάμνατο μυρία φῦλα . Δαϊκταμένων δ ' ἐνὶ χάρμῃ οἰωνοὶ | ||
ἀτειρέα θυμὸν Ἄρηι χερσὶν ὑπ ' ἀκαμάτοισι καὶ ἔγχεϊ μαιμώωντι δάμνατο δήια φῦλα . Νεκρῶν δ ' ἐστείνετο γαῖα κτεινομένων |
, μήκυνε δὲ μυρία κύκλα , οἷον ὅτε βληχροῖσι κυλινδόμενον πελάγεσσιν κῦμα μέλαν κωφόν τε καὶ ἄβρομον : ἀλλὰ καὶ | ||
ἐρέω πόρον , ἥτ ' ἐπὶ πάσαις ἠπείροις λοξοῖσιν ἐπιστρέφεται πελάγεσσιν , ἄλλοτε μὲν νήσοισι περίδρομος , ἄλλοτε δ ' |
σχήσει τὸν λιθόλευστον ἔρων , καὶ ἓ καθαψαμένη γούνων ἀτέλεστα κομίσσαι πείσει : ὁ δὲ Ζῆνα Ξείνιον αἰδόμενος σπονδάς τ | ||
' ἠπεροπῆα Πάριν Ποιάντιος ἥρως , κεκλομένου Δαναοῖς Ἑλένου Τροίηνδε κομίσσαι λοιγὸν ἀδελφειοῖο μιαιφόνον ἐκ Λήμνοιο . τῷ γὰρ Ἀπόλλων |
. κέντρον : βέλος , ἄλγος , τὸν οἶστρον . λαγόνεσσι : σπλάγχνοις . ἀραιαῖς : λεπταῖς , μικραῖς , | ||
ἀπαμβλύνει φάος ὄσσων . ἔνθα δ ' ἐν εὐρωποῖσιν ἁλὸς λαγόνεσσι πεσοῦσαι αὔτως δηθύνουσιν , ἀεξόμεναι δὲ μένουσι λαρὸν ἔαρ |
ἀΐξασθαι ἐϋδμήτους ὑπὸ πύργους , εἴ πως οἷ καθύπερθεν ἀλάλκοιεν βελέεσσι , τοσσάκι μιν προπάροιθεν ἀποστρέψασκε παραφθὰς πρὸς πεδίον : | ||
οἷον Αἴας δ ' οὐκέτ ' ἔμιμνε , βιάζετο γὰρ βελέεσσι καὶ ὅλον τὸ παρ ' Ὁμήρῳ πνεῦμα : κατὰ |
ἥψατο καὶ τῆς πόλεως . διήκει ] διέρχεται . θ στόνος ] στεναγμός . στένουσι ] στενάζουσι . στένει ] | ||
ὅλης καὶ γὰρ κράτος . Κρήτης γὰρ οἷος τῶν ὀδυρμάτων στόνος , οἷος σπαραγμός , γυμνὰ Ῥωμαίων ξίφη ὅταν κατεῖδον |
εἰς νότια καὶ βόρεια . Πρὸς δὲ ἠελίοιο κελεύθους σφενδόνῃ εἰκυῖα , ἵνα τοὺς πόδας τῆς σφενδόνης , τὴν ἕω | ||
ἐΐκτην . ” ἔϊκτο ὡμοιοῦτο . εἰκυῖα ἐοικυῖα : “ εἰκυῖα θεῇσι . ” εἰλαπίνη εὐωχία . εἶλαρ ἕρκος καὶ |
αἰχμάζων : κόπτων . δαχμάζων : δάκνων , τρώγων . γενύεσσι : στόμασιν . παθῶν : ἕνεκα . ἀπετίσατο : | ||
ἀλόχοισιν : αἶψα δ ' ἐπιθύσας ὁ μὲν ἔλπεται ἐν γενύεσσι τίνυσθαι καρῖδος ἐπήλυσιν , οὐδ ' ἐνόησεν ὃν μόρον |
Ὀλυμπίου εἰσὶν ἀοιδοί , ἃς ἐν χέρσῳ θρέψε Διὸς παῖς ἄσπετος ὄμβρος , λευκοτέρας χιόνος , ἔσθειν δ ' ἀμύλοισιν | ||
ἂν δ ' ὀλοὸν σύριγξ ' ἐπὶ δ ' ἔβραχεν ἄσπετος αἰθήρ : Δένδρεα δ ' ἐσμαράγησε , κραδαινόμεν ' |
πελάσαντα , πάλλεται ὀρχηστῆρι πανείκελος , ὄφρα ἑ πόντου προπροκυλινδόμενον σπιλάδων ἄπο χεῦμα σαώσῃ . Οἱ δὲ καὶ ἐν πέτρῃσι | ||
σακὸς δ ' εὐίερος περιδέδρομεν , ἀέναον δέ ῥεῖθρον ἀπὸ σπιλάδων πάντοσε τηλεθάει δάφναις καὶ μύρτοισι καὶ εὐώδει κυπαρίσσῳ , |
εἰσεῖδον κρατέρ ' ἄλγε ' ἔχοντα , λᾶαν βαστάζοντα πελώριον ἀμφοτέρῃσιν . ἦ τοι ὁ μὲν σκηριπτόμενος χερσίν τε ποσίν | ||
ὅσα φρεσὶν ᾗσι μενοινᾷ . ” ἦ ῥα , καὶ ἀμφοτέρῃσιν ἐδέξατο καὶ κατέθηκεν αὖθι ποδῶν προπάροιθεν , ἀεικελίης ἐπὶ |
ἐτυμολογοῦσι δὲ τοῦτο παρὰ τὴν ῥοπὴν καὶ τὸ ἀλοιᾶν . δαπέδοιο δὲ ἐκ τῆς ῥίζης . στύπος : τὸ στέλεχος | ||
δέρμα λέοντος : τὴν δ ' ὅγε , χαλκοβαρεῖ ῥοπάλῳ δαπέδοιο τινάξας νειόθεν , ἀμφοτέρῃσι περὶ στύπος ἔλλαβε χερσίν ἠνορέῃ |
μαινομένου , δεινὸν δ ' ἦλθον ὑφ ' ἡνίοχον . Οἵη μὲν Σάμιον μανίη κατέδησε Θεανοῦς Πυθαγόρην , ἑλίκων κομψὰ | ||
πληγαί . ἐπιμύουσι : κλείουσιν . Πάντ ' : εἰς Οἵη : καὶ ὁποίη . Ἐλάφοιο δέμας : ἔχουσιν . |
ἀλλά σφιν τότ ' ἀνέβραχε διψάδος αὔτως ἐκ κορυφῆς , ἄλληκτον : Ἰησονίην δ ' ἐνέπουσιν κεῖνο ποτὸν Κρήνην περιναιέται | ||
θάρσος περὶ καρδίαν ἀποφαίνει ἐν δὲ σθένος ὦρσεν ἑκάστῳ καρδίῃ ἄλληκτον πολεμίζειν ἠδὲ μάχεσθαι . τὸ δὲ ἐπιθυμητικὸν ὅπως περὶ |
κάρη θείνοντες ἐς οὖδας ὠτειλὴν ἔρρηξαν , ἀποπτύουσι δ ' ἀκωκήν . Ἀλλ ' ὁπόταν καθέτοισι πελώριοι ἀμφιχάνωσιν ἰχθύες , | ||
γὰρ δὴ πέπρωτο μιγήμεναι αἵματι κείνου δυσμενέων στονόεσσαν ἐνὶ πτολέμοισιν ἀκωκήν . Αἴας δ ' οὐκ ἀλέγιζεν Ἀμαζόνος , ἀλλ |
μὲν οὖν τηκόμενον πάντως καὶ ἰαίνεται : αἶψα δ ' ἰαίνετο κηρός , ἐπεὶ κέλετο μεγάλη ἴς ἠελίοιο . οὐ | ||
. ἐπὶ δὲ τοῦ ἐθερμαίνετο “ ὑπὸ τρίποδι μεγάλῳ , ἰαίνετο δ ' ὕδωρ . ” ἰαύων κοιμώμενος . ἰάψῃ |
' οὐκ εἰς ἀγέλην ποτιδέρκεται οὐδὲ βοτῆρι πείθεται οὐδὲ νομοῖο λιλαίεται , ἀλλὰ βελέμνῳ ὀξέι θηγομένη βοέων ἐξήλυθε θεσμῶν : | ||
χέλυν , ἡ δ ' ἐπὶ νῶτα κεκλιμένη μάλα πολλὰ λιλαίεται οὖδας ἱκέσθαι , ῥικνὰ ποδῶν σείουσα καὶ ἀγκύλα γούνατα |
τὸ ἦνθον , ἀντὶ τοῦ ἦλθον . ΠΑΛΛΑΣ δὲ ἡ παλλομένη , καὶ εὐκίνητος : ἢ ἡ ἐν τῷ ἐκ | ||
ὑπὸ τοῦ φόβου . φόβου γὰρ τῇ καρδίᾳ συμβάντος αὕτη παλλομένη τὰς γείτονας φρένας πλήττει : φρένες δέ εἰσιν τὸ |
μεσάτῳ μέσου ἤματος ἀγρώσσοιεν , εὖτέ τις ἐν δρυμοῖσιν ὑπὸ σπήλυγγι λιασθείς , κάρφεα λεξάμενός τε καὶ ὠκύμορον φλόγα νήσας | ||
ἄνθεσιν εἴαρος ὥρῃ , οἵη δ ' αὖτε θέρευς γλυκερὴ σπήλυγγι χαμεύνη , οἵη δ ' ἐν σκοπέλοισιν ἐπακτήρεσσι πάσασθαι |
καὶ θεῖα περὶ στέρνοισι θεοῖο τεύχε ' ἐπιβρομέουσιν ἴσον πυρὶ μαρμαίροντα : τοῖος Ἀχιλλῆος κρατερὸς πάις ἤιεν ἄντην ἐσθλοῦ Δηιφόβοιο | ||
Τηλεφάασσα περικλυτὸν ὤπασε δῶρον . ἐν τῷ δαίδαλα πολλὰ τετεύχατο μαρμαίροντα : ἐν μὲν ἔην χρυσοῖο τετυγμένη Ἰναχὶς Ἰώ εἰσέτι |
. Δισσαί τοι πόσιος κῆρες δειλοῖσι βροτοῖσιν , δίψα τε λυσιμελὴς καὶ μέθυσις χαλεπή : τούτων δ ' ἂν τὸ | ||
δ ' ἠώς , ὕπνος ὅτε γλυκίων μέλιτος βλεφάροισιν ἐφίζων λυσιμελὴς πεδάᾳ μαλακῷ κατὰ φάεα δεσμῷ , εὖτε καὶ ἀτρεκέων |
, ὁμοῦ , ἀντὶ τοῦ ἔξω τῆς θαλάσσης συνεξορμῶντες . ἀΐσσουσι : συνορμῶσι , πηδῶσιν . Ἑλκόμεναι : συρόμεναι . | ||
ἀλλ ' οὔ τι πρήσσει : θαμέες γὰρ ἄκοντες ἀντίον ἀΐσσουσι θρασειάων ἀπὸ χειρῶν , καιόμεναί τε δεταί , τάς |
ἐκεῖσε . ἰφθίμοις : ἰσχυροτάτοις . Δούρασι : κοντοῖς . καταΐγδην : συντόμως . Πέφνουσι : βάλλουσιν . Κεφαλῇφιν : | ||
ἐξερύσωσιν ἐπ ' ᾐόνας : ἔνθα δὲ δούροις ἄνδρες ἐπασσυτέροισι καταΐγδην ἐλόωντες κρᾶτα συνηλοίησαν , ὁ δ ' ὄλλυται ἄφρονι |
μαλακῇ ὑποδείελος αἴγλῃ , καί κεν ἐπερχομένης ἠοῦς ἔθ ' ὑπεύδιος εἴη . Ἀλλ ' οὐχ ὁππότε κοῖλος ἐειδόμενος περιτέλλῃ | ||
Σκίαθος , φαίνοντο δ ' ἄπωθεν Πειρεσιαὶ Μάγνησσά θ ' ὑπεύδιος ἠπείροιο ἀκτὴ καὶ τύμβος Δολοπήιος . ἔνθ ' ἄρα |
κῦδος ὄπασσον . Ὣς ἄρ ' ἔφαν , Αἴας δὲ κορύσσετο νώροπι χαλκῷ . αὐτὰρ ἐπεὶ δὴ πάντα περὶ χροῒ | ||
ἑτερόρροπον ξύλον . ὁ δὲ Ἀπίων κολλοβόρου τι γένος . κορύσσετο . ἀφ ' ἑνὸς μέρους , τῆς κόρυθος , |
ποτ ' ἄνδρ ' ἀγακλειτὸν ἐπέμολεν πάθος οἰκτίσαι . Ἰὼ κελαινὰ λόγχα προμάχου δορός , ἃ τότε θοὰν νύμφαν ἄγαγες | ||
κινήσῃ προθέλυμνον ἁλὸς βυθὸν ἀτρυγέτοιο , κύματα δ ' ὦκα κελαινὰ πρὸς ἠιόνας βοόωντα φῦκος ἀποπτύωσιν ἐρευγομένοιο κλύδωνος , ἠχὴ |
' ὑπὸ νυκτί ῥιπῇσιν μὲν πρῶτα τινάσσεται , ὕστερον αὖτε πρυμνόθεν ἐξαγεῖσα κατήριπενὧς ὅγε ποσσίν ἀκαμάτοις τείως μὲν ἐπισταδὸν ᾐωρεῖτο | ||
κεῖνα γὰρ οὔτε λίην προκυλίνδεται οὔθ ' ὑπ ' ἀήταις πρυμνόθεν εἱλεῖται , διὰ δ ' ἔσσυται οὔτις ἄελλα ῥίζαν |
ἵππους : ἠέρι γὰρ κεκάλυπτο . Νόησε δὲ θέσκελον αὐδὴν ἔκποθεν ἀίσσουσαν ἄδην εἰς οὔατα Τρώων ἀντιθέου Ἑλένοιο κλυτὸς νόος | ||
πεποίηκεν . τηλόθι : καὶ νῦν ἔδει εἰπεῖν τηλόσε . ἔκποθεν ἄτης : ἔκ τινος βλάβης . στυγεράς : μισητάς |
Κυρίσκος Ἱπποκράτει εἰσήγαγεν . καʹ . Τῶν ὀδυνέων καὶ ἐν πλευρῇσι καὶ ἐν στήθεσι , καὶ τοῖσιν ἄλλοισι τὰς ὥρας | ||
μείζονες εἰσιδέειν Λίβυες κρατεροὶ γεγάασιν , ἀλλὰ δέμας δολιχοί : πλευρῇσι γὰρ ἀμφὶς ἔχουσι τῶν ἄλλων πλέονα σπαθίην κτένα : |
τε ζώει τε καὶ ἕρπει , εὐνάζων ἤμειψεν ὑπὸ χρυσέαις πτερύγεσσιν . Ἷξε δ ' ὑπὸ στυφελῶν Κόλχων εὐανθέα χῶρον | ||
Πολλάκι δ ' ἀγριάδες νῆσσαι ἢ εἰναλιδῖναι αἴθυιαι χερσαῖα τινάσσονται πτερύγεσσιν : ἢ νεφέλη ὄρεος μηκύνεται ἐν κορυφῇσιν . Ἤδη |
ἐμψύχοιο : ἀενάῳ δ ' ἐνὶ πέτρον ἐχέφρονα πίδακι λούων φάρεσιν ἐν μαλακοῖσιν ἅτε βρέφος ἀλδήσασκε , καὶ θεὸν ὣς | ||
: ἀενάῳ δ ' ἐνὶ πέτρον ἐχέφρονα πίδακι λούων , φάρεσιν ἐν λιπαροῖσιν , ἅτε βρέφος , ἀλδήσασκε , καὶ |
Πηλέως , ὅν μοι προτείνας πόσιν ἐν ἁρμάτων ὄχοις ἐς αἱματηρὸν γάμον ἐπόρθμευσας δόλωι . ἐγὼ δὲ λεπτῶν ὄμμα διὰ | ||
. ἀλλ ' ἥκομεν γὰρ εἰς ἀναγκαίας τύχας , θυγατρὸς αἱματηρὸν ἐκπρᾶξαι φόνον . πῶς ; τίς δ ' ἀναγκάσει |
[ φράζεται ? [ ἔρχεται [ ἤπια τη ? [ γαίη ? ? ? ως ? ? [ πότμο ? | ||
οὗτος γὰρ χάλκειον ἐς οὐρανὸν ἐστήρικται χρυσέῳ εἰνὶ θρόνῳ : γαίη δ ' ὑπὸ ποσσὶ βέβηκε , χεῖρά τε δεξιτερὴν |
ὅσον ἐγγὺς ἄνασσα παρ ' ἴχνια πατρὸς ὁδεύει , τοσσάτιον μινύθουσα καλύπτεται : ὡς δ ' ἀποβαίνει , δίσκον ἀποστήσασα | ||
ἤγαγεν ἀνέρ ' ἐς ἦμαρ . κρέσσων αὖ τούτοισι Σεληναίη μινύθουσα ἔσσεται , αὐξομένη δὲ χερειότερ ' ἔργα τελέσσει . |
αὐτίχ ' ὁ μὲν ποταμόνδε καθήλατο , τύψε δὲ κώλοις τάρταρον ἰλυόεσσαν , ἄφαρ δ ' ἐφορύξατο γυῖα πηλῷ , | ||
χάλκεος ἄκμων ἐκ γαίης κατιών , δεκάτῃ κ ' ἐς τάρταρον ἵκοι . τὸν πέρι χάλκεον ἕρκος ἐλήλαται : ἀμφὶ |
Ἀστερόπη καὶ τηλεφανὴς Ὑπερίων . Ἥ ῥα θοῶς ἐπὶ νῆα κατήλυθεν : ἐκ δ ' ἄρα πάντες θάμβεον εἰσορόωντες : | ||
φάος ἠελίοιο . Ὅμηρος δὲ οὕτω λέγει : ἑβδομάτῃ δἤπειτα κατήλυθεν ἱερὸν ἦμαρ . καὶ πάλιν : ἕβδομον ἦμαρ ἔην |
τεύχεσσι κατὰ χθονός , ἠύτε βλωθρὴ ἢ πίτυς ἢ ἐλάτη κρυεροῦ Βορέαο βίηφιν ἐκ ῥιζῶν ἐριποῦσα : τόσην ἐπικάππεσε γαῖαν | ||
ἐμπέραμος φώς τολμηρῇ μάρπτων χειρὶ θοοὺς ὄφιας , τοὺς ἤδη κρυεροῦ ἀπὸ χείματος οὐκέτι γαίης κρύπτουσι στεινοὶ πάμπαν ἔνερθε μυχοί |
αὐτὰρ ὁ κυκλοτερὴς ὁλοότροχος αἰόλα γυῖα δινεύων , πυκινῇσι κυλινδόμενος στροφάλιγξιν , ἐμπίπτει σπείρῃσι καὶ οὐτάζει βελέεσσι χαίτης ὀξυτόμοισιν : | ||
: πυκναῖς , πυκνοῖς κυλινδόμενος : κινούμενος , κυλιόμενος . στροφάλιγξιν : κινήσεσι , συστροφαῖς . Σπείρῃσι : τοῦ ὄφεως |
οὔρεα μαιμώσσων ἐπινίσσεται ὀκριόεντα αἵματος ἰσχανόων καὶ ἐπὶ κτίλα μῆλα δοκεύων , ἢ Σάου ἠὲ Μοσύχλου ὅτ ' ἀμφ ' | ||
' ὀλοὸς Φαίνων μετόπισθεν ἕπηται νωθρὸν ἐπαντέλλων ἢ καὶ κατέναντα δοκεύων , ἐξ ἕδρης πιναροῖο τέγους ξυνῆς τ ' ἀπὸ |
γήραϊ γὰρ καθύπερθε πολυτλήτῳ βεβάρητο . Ὣς δ ' αὕτως ἀπόρουσεν ἐυμμελίης Θρασυμήδης Φηρεύς τ ' ὀβριμόθυμος ἰδ ' ἄλλοι | ||
Ἀχιλλῆα , Τρώεσσι δὲ λοιγὸν ἀλάλκοι . Πηλεΐδης δ ' ἀπόρουσεν ὅσον τ ' ἐπὶ δουρὸς ἐρωή , αἰετοῦ οἴματ |
γε , τοῦτ ' ἐγὼ σαφῶς ἔξοιδα , μὴ οὐχὶ δεῖμ ' ἐμοὶ φέρουσά τι . Ἐγὼ τὰ μὲν παθήμαθ | ||
ἔσαν κρυεροῦ τε φόβοιο : αἰδὼς γὰρ κατέρυκεν ὁμῶς καὶ δεῖμ ' ἀλεγεινόν . Ὡς δ ' ὅτε παιπαλόεσσαν ὁδὸν |
, ἐρητύων ἀχέουσαν , σεῖον δ ' ἐγχείας εὐήκεας ἐν παλάμῃσιν φάσγανά τ ' ἐκ κολεῶν , οὐδὲ σχήσεσθαι ἀρωγῆς | ||
τε καὶ αὐτοῦ . Ἄλλῳ δ ' αὖτε γεραιὸς ἐπισταμένῃς παλάμῃσιν ἀμφετίθει μελέεσσι κακῆς ἀλκτήρια χάρμης πολλὰ παρηγορέων φίλον υἱέα |
πλοῦς οὔριός τε κεὐσταλὴς ὅποι ποτὲ θεὸς δικαιοῖ χὠ στόλος πορσύνεται . Ἀλλὰ δέδοικ ' , ὦ παῖ , μή | ||
, ὅτ ' ἀμπνεύσωσι φόβοιο . Τοίην καὶ ῥίνη τεκέων πορσύνεται ἀλκήν , ἀλλ ' οὐκ εἰς νηδὺν κείνῃ δύσις |
οἶκον ἐπέρχωνται , Κύπριδος τετραγώνου ἐούσης , ἢ τοὺς ἀντιπέρηθεν ἑαῖς ἀκτῖσιν ὁρώσης , εὐνοῦχοι τελέθουσι γονῆς ἐς πάμπαν ἄμοιροι | ||
χαίρει δερκομένης καλὸν σέλαςὧς τότ ' Ἰήσων γηθόσυνος μέγα κῶας ἑαῖς ἀναείρετο χερσίν , καί οἱ ἐπὶ ξανθῇσι παρηίσιν ἠδὲ |
. ὅσσον γὰρ κούφοισι μετ ' οἰωνοῖσιν ἄνακτες αἰετοὶ ἢ θήρεσσι μετ ' ὠμηστῇσι λέοντες , ὅσσον ἀριστεύουσιν ἐν ἑρπυστῆρσι | ||
κεύθονται δ ' αὐτοὶ πυμάτοις λασίοισί τε θάμνοις , αἰδόμενοι θήρεσσι καρήατα τοῖα φανῆναι , γυμνά , τά τοι προπάροιθε |
[ ] [ ] ! [ ] [ ] τον αἰθαλόεντος [ ] πύρα πολλά [ ] ς ἕκητι [ | ||
ἠμὲν Ὀδυσσῆος ἠδ ' υἱοῦ κυδαλίμοιο . αὐτὴ δ ' αἰθαλόεντος ἀνὰ μεγάροιο μέλαθρον ἕζετ ' ἀναΐξασα , χελιδόνι εἰκέλη |
τῆς λαυκανίας καὶ αὐχένος ἠχῶδες , ὥς φησι Κλέαρχος . λιπαρῆ . προσεδρευτικόν , ἐπιμελῆ . ἀρχαῖον . εὐήθη , | ||
οὓς ἂν ἐγὼ ἡγῶμαι σοφοὺς εἶναι : εὑρήσεις γάρ με λιπαρῆ ὄντα περὶ τὰ λεγόμενα ὑπὸ τούτου καὶ πυνθανόμενον παρ |
ποτὶ γαίῃ κόπτ ' : ἐκ δ ' ἐγκέφαλος χαμάδις ῥέε , δεῦε δὲ γαῖαν . τοὺς δὲ διὰ μελεϊστὶ | ||
προτὶ γαίῃ κόπτ ' : ἐκ δ ' ἐγκέφαλος χαμάδις ῥέε , δεῦε δὲ γαῖαν . πολὺ ἂν ἔργον εἴη |
ἀλγινόεντα , ξεῖνος ἐν ἀλλοδαποῖσιν ἀτιμίης ζυγὸν ἕλκων . Ἐν κείνῃ γενεῇ καὶ καρκίνοι εἰσὶν ἀλῆται καρίδων τε νομαὶ καὶ | ||
ὁ ἄρτος αἴρεται : ᾗ δ ' ἂν φυσᾶται , κείνῃ τὸ ὑμενοειδὲς γίνεται . Τῇ δὲ γονῇ θερμαινομένῃ καὶ |
: χὢ μὲν ἔλυσε πέδιλον Ἀδώνιδος , οἳ δὲ λέβητι χρυσείῳ φορέοισιν ὕδωρ , ὃ δὲ μηρία λούει , ὃς | ||
εἰπὼν παλάμῃσι δέπας πολυχανδὲς ἀείρας Μέμνονα προφρονέως στιβαρῷ δείδεκτο κυπέλλῳ χρυσείῳ , τό ῥα δῶκε περίφρων Ἀμφιγυήεις Ἥφαιστος κλυτὸν ἔργον |
ὦ τᾶς ἑπταφθόγγου μέλπων κιθάρας ἐνοπάν , ἅτ ' ἀγραύλοις κεράεσσιν ἐν ἀψύχοις ἀχεῖ μουσᾶν ὕμνους εὐαχήτους , σοὶ μομφάν | ||
ἀγέλης κριοί , ἄλλοι δὲ καὶ ἀμνοὶ εἰνόδιοι παίζωσιν ἐρειδόμενοι κεράεσσιν : ἢ ὁπότ ' ἄλλοθεν ἄλλοι ἀναπλίσσωσι πόδεσσιν τέτρασιν |
' ἄρ ' , ἐπεὶ βουλῇσι θεοῦ μεροπηΐδα μορφὴν ἀμφεβάλοντο Κρόνοιο καὶ ἀμφιέσαντο λέοντας , δώροισιν μετόπισθε Διὸς μέγα κοιρανέουσι | ||
εὖτε γὰρ αἰγλῆεν σφέτερον δέμας εὐρύστερνος Οὐρανὸς ὠμηστῆρος ὑπαὶ παλάμῃσι Κρόνοιο δῃωθεὶς εἵλιξεν ἀπειρεσίην ἐπὶ γαῖαν αἰθέρος ἐκ δίης πεσέειν |
Ἠελίοιο , προάγγελος αἴθοπος Ἠοῦς , ἀστερόεις ἀνέτειλεν Ἑωσφόρος ἡδὺ φαείνων , λαμπάδα λαμπομένην Ὑπερίονι χειρὶ κομίζων , ἐγγὺς ἔχων | ||
ὕδατι μίσγεται αὐγή , ὄρφνης ἠΰτε πυρσὸς ἀνὰ κνέφας ὄμμα φαείνων : πέτραις δ ' ἐμπελάσας σπόγγους ἴδεν : οἱ |