χιτών χιτῶνος καὶ γίνεται ἐκ τούτου σύνθετον ἀχίτων ἀχίτωνος καὶ χαλκοχίτων χαλκοχίτωνος , καὶ ἰδού εἰσι ταῦτα κοινὰ τῷ γένει
γὰρ καὶ ἡ ἀχίτων καὶ ὁμοίως ὁ χαλκοχίτων καὶ ἡ χαλκοχίτων , καὶ ὅμως φυλάττουσι τὸ ω ἐν τῇ γενικῇ
8697687 ἀχιτων
. Ἀγησίλαος ὁ Λακεδαιμόνιος γέρων ἤδη ὢν ἀνυπόδητος πολλάκις καὶ ἀχίτων προῄει , τὸν τρίβωνα περιβαλλόμενος αὐτόν , καὶ ταῦτα
τὰ δὲ ἄλλα ἀναβιβάζουσι τὸν τόνον , οἷον : βαθυλείμων ἀχίτων αὐτόχθων . Αἱ εἰς ΩΝ λήγουσαι μετοχαὶ δισύλλαβοι ὀξυτονούμεναι
7637908 φιλοπλατων
παραδέχεσθαι τὸν σχηματισμὸν σύνθετον , ὡς ἔχει τὸ φιλάνθρωπος , φιλοπλάτων , αὐτάρεσκος . πολὺ δὲ μᾶλλον ἐπὶ τοῦ προκειμένου
ἔστι κοινὸν τῷ γένει , ὁ φιλοπλάτων γὰρ καὶ ἡ φιλοπλάτων , καὶ ὅμως φυλάττει τὸ ω ἐν τῇ γενικῇ
6609459 εὐαιων
Φοῖβον τὸν κατὰ ναόν . ὦ Παιὰν ὦ Παιάν , εὐαίων εὐαίων εἴης , ὦ Λατοῦς παῖ . ἀλλ '
, Ὕπνε δ ' ἀλγέων , εὐαὴς ἡμῖν ἔλθοις , εὐαίων , εὐαίων ὦναξ : ὄμμασι δ ' ἀντίσχοις τάνδ
5667849 καταληξει
γὰρ διπλᾶ οὐδέποτε προτάσσονται ἢ ὑποτάσσονται , εἰ μὴ ἐν καταλήξει μερῶν λόγου , οἷον Σφίγξ , σάρξ . Πᾶσα
σωτήρ ἢ μόρον εἴπω ; ποῖ δῆτα κρανεῖ , ποῖ καταλήξει μετακοιμισθὲν μένος ἄτης ; Πρῶτον μὲν εὐχῇ τῇδε πρεσβεύω
5600008 γενικῃ
ἐκ τῶν παρατιθεμένων ἄρθρων ἐνὸν πιστώσασθαι , ἐν οἷς πάλιν γενικῇ μὲν κτῆσιν σημαινούσῃ ἀδιάφορα τὰ ἄρθρα , κτητικῇ δὲ
ὅμως οὐ τρέπουσι τὸ η εἰς τὸ ε ἐν τῇ γενικῇ , ἀλλ ' οὐκ ἔχουσιν ἐν τῇ παραληγούσῃ τὸ
5522019 φολκος
μελανόχροος , οὐλοκάρηνος . καὶ τὰ περὶ τοῦ Θερσίτου , φολκὸς ἔην , χωλὸς δ ' ἕτερον πόδα , τὼ
διαφέρει . ἕτερος μὲν ἐπὶ δυεῖν τάσσεται , ὡς Ὅμηρος φολκὸς ἔην , χωλὸς δ ' ἕτερον πόδα , τὸ
5445579 ᾀδομενον
κατά τε τὰ ἄγκη καὶ τοὺς δρυμοὺς τὸν παρὰ πάντων ᾀδόμενον μόρον τοῦ Φρυγὸς ἐκείνου : λαμβάνων τοίνυν τοῦ πολίου
αὐτοῖς . Ἔρωτα δελφῖνος ἐν Ἰασῷ ἐς μειράκιον καλὸν πάλαι ᾀδόμενον ἄμοιρον μνήμης τῆς ἐξ ἐμοῦ ἀπολιπεῖν οὔ μοι δοκεῖ
5445233 Θων
τοῦ ος κλίνεται , πρών πρωνός , κλών κλωνός , Θών δ Θωνὸς παράκοιτις : τὸ χθών χθονός , ἐπεὶ
τοῦ ος κλίνεται , πρών πρωνός , κλών κλωνός , Θών δ Θωνὸς παράκοιτις : τὸ χθών χθονός , ἐπεὶ
5397981 εἰκονι
τέλει Γορδιανὸς ἐχρήσατο , βιώσας τὰ πρῶτα εὐδαιμόνως , ἐν εἰκόνι τε βασιλείας τελευτήσας : ὁ δὲ Καπελιανὸς ἐς Καρχηδόνα
ἀρχετύπῳ , ὁ δὲ θεὸς ἐπειδὴ ἀρχέτυπον τῷ φιλοσόφῳ ὡς εἰκόνι ἰδίᾳ οὐκ ἔστιν ὅμοιος . ἢ καὶ ἄλλως :
5386564 πεφιλημενον
. ἢ , ἐξύφαινε τῇ οἰνώνῃ καὶ τῇ κύπρῳ μέλος πεφιλημένον καὶ ἀγαπητὸν πᾶσι : κοινῶς γάρ φαμεν τόδε .
. τολμήεις γενόμην : πόθεν ἤλυθον εὐκλέα μορφῆς ὑμνεῦσαι Ἄδονιν πεφιλημένον ἠδ ' Ὑάκινθον ; ἀγλαίην ἐνίκησας ἐρωτοτόκου μελεδῶνος .
5374971 ἐπικλησει
. ἐκαλοῦντο δὲ ὑπὸ τῶν ἄλλων ἀνθρώπων τῆς τε χώρας ἐπικλήσει ἀφ ' ἧς ἐξανέστησαν καὶ τοῦ παλαιοῦ γένους μνήμῃ
τοῦ Σωκράτους εὐχὴν αἱ Νεφέλαι παρακελεύονται δῆθεν ἑαυταῖς πεισθῆναι τῇ ἐπικλήσει καὶ συναθροισθῆναι , καὶ οὕτως ἐπιφανῆναι τῷ Σωκράτει .
5369006 Πολυκλειτου
, ἄγαλμά ἐστι καθήμενον Διὸς Μειλιχίου , λίθου λευκοῦ , Πολυκλείτου δὲ ἔργον . ποιηθῆναι δὲ ἐπυνθανόμην αὐτὸ ἐπ '
ἐκείνωι τῶι γένει σκοποῦντες . καὶ πού τις ἀνδριὰς ἐπαινεῖται Πολυκλείτου Κανὼν ὀνομαζόμενος ἐκ τοῦ πάντων τῶν μορίων ἀκριβῆ τὴν
5367567 βαθυλειμων
. . βαθυλείμων : βαθεῖς λειμῶνας ἔχουσα : καὶ κλίνεται βαθυλείμων βαθυλείμωνος . . . . βαθυζώνους : βαρβάρων ζώννυσθαι
Θρασυκλῆς Θράσυλλος , οὕτως Βαβυκλῆς Βάθυλλος . . . . βαθυλείμων : βαθεῖς λειμῶνας ἔχουσα : καὶ κλίνεται βαθυλείμων βαθυλείμωνος
5365874 Γαλατειᾳ
ἀλλὰ καὶ ] ἀμαθῆ καὶ ὑώδη . καὶ Νικοχάρης ἐν Γαλατείᾳ τί δῆτ ' ἀπαιδευτότερος εἶ Φιλωνίδου τοῦ Μελιτέως ;
εὔπορος καὶ ὡς μέγας τῷ σώματι καὶ ἠλίθιος . Νικοχάρης Γαλατείᾳ : τί δῆτ ' ἀπαιδευτότερος εἶ Φιλωνίδου τοῦ Μελιτέως
5365207 αἰγανεῃ
τοῦτον τῷ τῆς τρυγόνος κέντρῳ καὶ παραυτίκα θανάτῳ καθυποβάλλει . αἰγανέῃ : ἐν ἀκοντίῳ , κονταρίῳ , δόρατι καὶ ἀκοντίῳ
καὶ ἀκοντίῳ : αἰγανέαν νῦν τὸν κοντὸν εἶπεν : τῇ αἰγανέῃ τῇ δολιχήρεϊ : αἰγανέα κυρίως ἡ κώπη , ἡ
5357719 καταπυγονος
καλέονται , κῦμα ἔγκυμος ἐγκύμων ἐγκύμονος , πυγή κατάπυγος καταπύγων καταπύγονος , χεῖμα ἄχειμος ἀχείμων ἀχείμονος . Διὰ τοῦτο τὸ
πονηροῦ καὶ ἀξίου σταυροῦ , οἱ δὲ ἀρχαῖοι ἐπὶ τοῦ καταπύγονος . Μάλη οὐκ ἐρεῖς , ὑπὸ μάλης μέντοι .
5335758 ἑταιρικῃ
φιλία : συμβαίνει γὰρ αὐτῇ πάντα , ἃ καὶ τῇ ἑταιρικῇ καὶ μᾶλλον αὐτῇ ἢ ἐκείνῃ : καὶ διὰ τοῦτο
καὶ δίκαιον ἀριστοκρατικόν , ἡ δὲ τῶν ἀδελφῶν φιλία τῇ ἑταιρικῇ ἔοικεν . ] ἑταιρικὴ δέ ἐστιν ἡ τῶν ἴσων
5312394 ἀασε
Ἑλικάονος ἔνδοθι πάτρης † τηλίκον Ὑψίπυλον : θαλερὴ δέ μιν ἄασε Κύπρις . Ἡ γὰρ ἐπ ' Αἰακίδῃ κούρης φρένας
πρώτοις ἐπέχον κρατερώνυχα χεῖρα οὐδ ' ἔφθην τρώσας μιν , ἄασε δὲ Φοῖβος Ἀπόλλων . ὡς δὲ ἴδον Στρατοκλῆ ,
5309775 Φοινιξ
ἠδικηκόσι φαίνεται , τῆς ἀδικίας ἐπαινέτης γίγνεται . ἄνθρωπε , Φοίνιξ εἶ καὶ πόλις ἔστι σοι ; μάλιστα μὲν κἀκεῖ
λέγε . εἰ δὲ μή , σύναπτε οὕτως : ὁ Φοίνιξ ἀλαλητὸς καὶ ὁ Τυρσηνῶν ἀλαλητός . τὴν ἀπὸ τῆς
5300287 λωβητηρ
: καὶ γὰρ ὄνειδος ἦν , ὡς τὸ “ τοξότα λωβήτηρ ” : οὐ γὰρ ἀγχέμαχοι , ἀλλὰ πόρρωθεν βάλλουσιν
: καὶ γὰρ ὄνειδος ἦν , ὡς τὸ “ τοξότα λωβήτηρ ” : οὐ γὰρ ἀγχέμαχοι , ἀλλὰ πόρρωθεν βάλλουσιν
5298231 μηνιδι
πρῶτον μὲν περὶ τὴν Οἴτην διατρίβων ἦλθεν εἰς Αἰτωλίαν Ἀρτέμιδος μήνιδι , ὅτι οὐκ ' ἔθυσεν αὐτῇ ὁ Οἰνεὺς .
. ἄξια δῶρα δίδωσι μεταλλήξαντι χόλοιο : ὅτι ἀντιφράζει τῇ μήνιδι τὸν χόλον . . . . εἰ δὲ σὺ
5292974 πολυτροπον
: τοῦ δὲ δευτέρου ἄνδρα μοι ἔννεπε , Μοῦσα , πολύτροπον , ὃς μάλα πολλά πλάγχθη : οὐλομένην , ἣ
, ἀλλὰ σκυθρωπὸν καὶ σφοδρόν , οὔτε δὲ ποικίλον οὔτε πολύτροπον . τὸ δὲ τῶν Αἰολέων ἦθος ἔχει τὸ γαῦρον
5269231 μεταφορᾳ
τῶν μαγάδων χορδὰς ἐν τῇ τῶν μεθαρμογῶν ἐπὶ τὰ πλάγια μεταφορᾷ καταλαμβάνειν τὰ ἀντικείμενα πέρατα τῶν μαγάδων , καὶ μηκέτι
ἑπόμενον τῷ ἡγουμένῳ εὐθὺς ἀνταποδιδόναι , ὀνόματι δὲ χρῆσθαι ἢ μεταφορᾷ ἢ τῷ καλλίστῳ ἢ τῷ ἥκιστα πεποιημένῳ ἢ τῷ
5249395 Φιλαμμωνος
λύραν ἐνταῦθα ἀποβαλόντος ἐπὶ τῇ πηρώσει : παῖδα δὲ αὐτὸν Φιλάμμωνος καὶ Ἀργιόπης τῆς νύμφης εἶναι . τὴν δὲ Ἀργιόπην
, ἔτι δὲ καὶ τῶν πρὸ αὐτοῦ συγγραφέων , Λίνου Φιλάμμωνος Θαμύριδος Ἀμφίονος Ὀρφέως Μουσαίου Δημοδόκου Φημίου Σιβύλλης Ἐπιμενίδου τοῦ
5234284 Ῥητορικων
ῥητορικῆς δυνάμεως αἰνιττόμενος . Ἀριστοτέλης δὲ ἐν τῷ πρώτῳ τῶν Ῥητορικῶν τεχνῶν ἁπλούστερον παραδίδωσι τὴν ῥητορικὴν τέχνην λόγων . καὶ
μοχλὸν σιδήριον , ὃ καλοῦμεν μάγγανον . αὕτη ἐκ τῶν Ῥητορικῶν , . , . . . Βαμβαίνει : διστάζει
5211146 Ἀδρηστη
Κλυμένη . , . . . . . ἅμ ' Ἀδρήστη , ἅμα δρήστη . κλισίην . , κλισίην ,
κἀκ τούτων : τῇ δ ' ἄρ ' ἅμ ' Ἀδρήστη κλισίην εὔτυκτον ἔθηκεν : Ἀλκίππη δὲ τάπητα φέρεν μαλακοῦ
5193907 μαγαδις
' ὁ Χῖος ὡς περὶ αὐλῶν λέγει : Λυδός τε μάγαδις αὐλὸς ἡγείσθω βοῆς . καὶ Ἀρίσταρχος δὲ ὁ γραμματικός
ἐν δευτέρῳ περὶ ὀνομασιῶν λέγει οὕτως : ‚ ὁ δὲ μάγαδις καλούμενος αὐλός ‚ καὶ πάλιν μάγαδις ἐν ταὐτῷ ὀξὺν
5185415 τεθεισῃ
δὲ ὡς ἐναντίως . διὰ ταῦτα οὖν καὶ τῇ παντί τεθείσῃ [ ἀδύνατόν τι ] ἠκολούθησε τὸ ἀδύνατον οὐχ ὡς
μεταξὺ τῆς ΒΓ εὐθείας καὶ τῆς ΒΖΓ περιφερείας ἴσην τῇ τεθείσῃ νεύουσαν πρὸς τὸ Γ . Γεγονέτω γάρ , καὶ
5180232 Φρασιδαμος
τὸ δὲ ἑξῆς : τῇ Δηοῖ γὰρ ἔτευξε θαλύσια ὁ Φρασίδαμος καὶ ὁ Ἀντιγένης . τὸ Λυκώπεος Αἰολικῶς προπαροξύνεται :
τρίτος ἄμμιν Ἀμύντας . τᾷ Δηοῖ γὰρ ἔτευχε θαλύσια καὶ Φρασίδαμος κἀντιγένης , δύο τέκνα Λυκωπέος , εἴ τί περ
5172348 αἰδοιεστατοι
παρ ' Ἀλκμᾶνι , οἷον : † συοῖσικ ' ἀνθρώποισιν αἰδοιέστατοι , καὶ τὸ ἀφθονέστερα , οἷον : † ὅρα
Πηνελόπηι ἐγὼ γένος μέν εἰμι Κρὴς ἀρχέστατον , καὶ τὸ αἰδοιέστατοι , ὡς παρ ' Ἀλκμᾶνι οἷον σιοῖσι . .
5169402 βασιληϊος
Γλυκερή : ἡδεῖα : γνώμη . δέ : γάρ . βασιλήϊος : καὶ ἡ τοῦ βασιλέως , βασιλική : ἰωνικόν
ε εἰς η καὶ διαστάσει τοῦ ι ὡς βασίλειος βασιλέϊος βασιλήϊος ' . . . . ἀχρεῖον : ἔστι ῥῆμα
5166345 μεριστως
καὶ ἡ μὴ διειργομένη μερισταῖς περι - γραφαῖς ὑποκειμένων κατέχεται μεριστῶς ὑπὸ τῶν μερῶν τοῦ κόσμου ; τί δὲ δὴ
σώματος ἀνθρωπίνου οὔτε ψυχῆς κατεχομένης ἐν ἑνὶ εἴδει μεριστῶν περιείληπται μεριστῶς ἡ μαντικὴ τῶν θεῶν δύναμις , χωριστὴ δ '
5153267 Μαχαονος
Ἕλλην , τέρενος ὦ τέρεν , Τρύφωνος ὦ Τρύφων , Μαχάονος ὦ Μαχᾶον , ἄρσενος ὦ ἄρσεν , Ἕκτορος ὦ
νῦν παρέλκει : ὁρᾷ γὰρ ὁ κῆρυξ τὴν χρείαν τοῦ Μαχάονος . . . , , . . : ὁ
5138035 ναυτιᾳ
πρῴρας ἐχούσης κριοῦ , καὶ τὴν Ἕλλην δυσφοροῦσαν ἐπὶ τῇ ναυτίᾳ , καὶ διὰ τοῦτ ' ἐπὶ τοῦ τοίχου τῆς
οὕτως ἐπὶ τὴν θεραπείαν αὐτῶν . συμβαίνει γὰρ δάκνεσθαι τῇ ναυτίᾳ τὸν παῖδα καὶ στρωφᾶσθαι : ἐνδέχεται δὲ καὶ διὰ
5124971 βοι
καμοῦσα . τοιοῦτον λαβὼν χρησμὸν διὰ Φωκέων ἐπορεύετο . εἶτα βοὶ συντυχὼν παρὰ τοῖς Πελάγονος βουκολίοις ταύτηι πορευομένηι κατόπιν εἵπετο
γῆν , καὶ ὅτωι ἂν περιτύχωσιν , ἢ ἵππωι ἢ βοὶ ἢ ὄνωι , συντρίβουσιν αὐτόν , εἶτα σύρουσιν ἐς
5120258 ὀχη
τοῦ θ , ἤτοι χαίρων , πληθύων τῆς ὀχῆς : ὀχὴ δὲ ἡ τροφή . εἴρηται δὲ κατὰ πλεονασμὸν τοῦ
ὀδωδή : ὄπτω , ὠπὴ , ὀπωπή : ἔχω , ὀχὴ , ὀκωχή : ἥκω , ἀκὴ , ἀκωκή :
5119362 οὐλῃ
' οὐ διαδείκνυται . λεύκωμα δὲ ταὐτὸν μὲν τῇ καλουμένῃ οὐλῇ ἐστι , διαφέρει δὲ τῷ ἐξ ἑλκώσεως μεγάλην οὐλὴν
κεφαλικὸν καλούμενον καὶ τὰ διὰ κιϲϲήρεωϲ ϲαρκωτικά : τῇ γὰρ οὐλῇ παχυτέρᾳ πυκνωθέντοϲ τοῦ δέρματοϲ καὶ τὰ τῶν ἀγγείων ϲτόματα
5119286 σπασεν
, διὰ δὲ χρόα καλὸν ἔδαψεν , ἐκ δὲ δόρυ σπάσεν αὖτις : ὃ δ ' ἔβραχε χάλκεος Ἄρης ὅσσόν
Ὁμήρῳ : „ ἦ ῥα , καὶ ἐκ χειρὸς χεῖρα σπάσεν Ἀντινόοιο „ , ἐπὶ τοῦ ἀποστρεφομένου . παρὰ δὲ
5118229 πυκτευων
αὐτῷ καὶ τοῖς παισὶν Ὀλυμπικαὶ νῖκαι . αὐτὸς μέν γε πυκτεύων ὁ Ἀλκαίνετος ἔν τε ἀνδράσι καὶ πρότερον ἔτι ἐπεκράτησεν
γὰρ καὶ ἐφ ' ἡμῶν τοιοῦτοι ἐγένοντο . Ὁ δὲ πυκτεύων μακρόχειρ ἔστω καὶ εὔπηχυς καὶ τὸν βραχίονα μὴ ἄνω
5117643 ἐχυρος
ὄφις : ἐχέτλη μέρος ἀρότρου : Ἔχετος ὄνομα κύριον : ἐχυρός : ἐχίνος : Ἐχινάδες νῆσοι οὕτω καλούμενοι . Ἡ
δὲ ἔχοντα θηλυκὰ τριγενῆ ὀξύνεται : λιγυρός καπυρός ἁλμυρός ὀχυρός ἐχυρός ἑκυρός . Τὰ διὰ τοῦ ΩΡΟΣ ὑπερδισύλλαβα κύρια προπαροξύνεται
5097164 ἀγροικιᾳ
ἤθη ἐκμάσσεται αὕτη ἡ ποίησις , τερπνῶς πάνυ τοὺς τῇ ἀγροικίᾳ σκυθρωποὺς κατὰ τὸν βίον χαρακτηρίζουσα : ἐκπέφευγε δὲ τὸ
ἀήρ . ⌈ δυσφορεῖ δὲ Σωκράτης ἐπὶ τῇ τοῦ Στρεψιάδου ἀγροικίᾳ : οὐχ εὑρίσκει γὰρ τοῦτο μεμνημένον τῶν μαθημάτων .
5080652 ἀμαται
τὸ ὅλον μέγεθος ὡς σπιθαμῆς τὸν δὲ καρπὸν λευκόν . ἀμᾶται δὲ ὅταν ἄρτι περκάζῃ σταφυλή , καὶ ξηρανθεὶς ὁ
ἀράχνης ἤματος ἐκ πλείου , ὅτε τ ' ἴδρις σωρὸν ἀμᾶται : τῇ δ ' ἱστὸν στήσαιτο γυνὴ προβάλοιτό τε
5077459 σημειωσει
τοιούτων : ἐπὶ τούτων γὰρ ἀνακαλύπτομεν . ἐπὶ δὲ τῇ σημειώσει τοῦ προσώπου οὐκ ἀνακαλύπτομεν : αὐτόθεν γὰρ γυμνὸν ὑποπίπτει
εἰ δέ τι καὶ διὰ τῆς οι διφθόγγου εὑρεθῇ ἐν σημειώσει παραδεξόμεθα : ὡς ἔχει τὸ οἶος ὁ μόνος ,
5063905 ποιητικῃ
εἴην δὲ λόγων καινοπρεπῶν εὑρετὴς ἐπὶ τῷ διηγεῖσθαι καὶ πρόσφορος ποιητικῇ μούσῃ καὶ τρόπῳ Μουσῶν ἁρμόδιος . ἄλλως : γενοίμην
. τὸ μὴ ἐπὶ πλέον με προκόψαι ἐν ῥητορικῇ καὶ ποιητικῇ καὶ τοῖς ἄλλοις ἐπιτηδεύμασιν , ἐν οἷς ἴσως ἂν
5062857 τερενος
ἄρσην ἄρσενος , ἔχει γὰρ οὐδέτερον τὸ ἄρσεν , τέρην τέρενος , ἔχει γὰρ οὐδέτερον τὸ τέρεν : τέρεν δέ
, οἷον Πλάτωνος ὦ Πλάτων , Ἕλληνος ὦ Ἕλλην , τέρενος ὦ τέρεν , Τρύφωνος ὦ Τρύφων , Μαχάονος ὦ
5061324 Ἀλκιμιδας
Ἀλκιμίδας : ὅτι δὲ συγγενεῖς ἐσμεν τῶν θεῶν , ὁ Ἀλκιμίδας , φησί , σαφὲς ποιεῖ τεκμηριοῦσθαι ἡμᾶς . εἰς
ἅντιν ' ἔγˈραψε δραμεῖν ποτὶ στάθμαν . τεκμαίρει καί νυν Ἀλκιμίδας τὸ συγγενὲς ἰδεῖν ἄγχι καρποφόροις ἀρούραισιν , αἵτ '
5060727 κεχλαδως
. Ὄχλος : χλῶ ἐστι ῥῆμα , ἔνθεν παρὰ Πινδάρῳ κεχλαδὼς , ὁ πλήθων : παράγωγον χλάζω : καὶ ἀναδιπλασιασμὸς
: τὸ δὲ μέλος ἑρμηνεύει διὰ τοῦ τριπλόος ὁ καλλίνικος κεχλαδὼς οὕτω : τὸ μὲν Ἀρχιλόχου μέλος ὁ τριπλόος καὶ
5057523 τριπλοος
ἔφαμεν παροξύνεσθαι , λέγω δὲ τὸ ἁπλόος , διπλόος , τριπλόος καὶ ὅσα ἐστὶ τοιαῦτα . ὅτι γὰρ οὐκ ἐστὶ
Ὀλυμπίᾳ διὰ μέσου : τὸ δὲ μέλος ἑρμηνεύει διὰ τοῦ τριπλόος ὁ καλλίνικος κεχλαδὼς οὕτω : τὸ μὲν Ἀρχιλόχου μέλος
5038684 αἰδοιεστατον
' ἱκάνω , ἀντὶ τοῦ ἱκετεύω . . . . αἰδοιέστατον : ἰστέον , ὅτι οἷον : ἐγὼ γένος μέν
ἐγὼ γένος μέν εἰμι Κρὴς ἀρχέστατον ” , καὶ τὸ αἰδοιέστατον καὶ ἀφθονέστατον ποιητικά ἐστι κατ ' ἔθος Ἰώνων γενόμενα
5034003 ἐβαρυνετο
σφίσιν αὐτοῖς δῶρα ἐκόμιζον , καὶ τὸν πλοῦτον ὁ τραγῳδὸς ἐβαρύνετο . μετὰ δὲ τὴν ἑβδόμην τῆς ἐπιδείξεως ἡμέραν νόσημα
εἰς τὸν κοινὸν τῶν ἄλλων ἐπιρρημάτων τόνον μετῄει , ἅπερ ἐβαρύνετο , ὡς τὸ ὕψι , ἶφι , αὖθι .
5024759 προσεμειξε
, πολλὰ διαμαρτυρομένου καὶ σχετλιάζοντος ἐν ταῖς ἐκκλησίαις ἐμοῦ , προσέμειξε φέρων ἀναρπασθέντων τῶν ξένων τὸν κίνδυνον ἀπαρασκεύῳ τῇ πόλει
ἐσβαλοῦσι ἐς τὴν Ἀττικὴν χώρην ἡ τῶν Θεσσαλῶν ἵππος πρώτη προσέμειξε καὶ οὐ μετὰ πολλὸν ἐτράπετο , καί σφεων ἔπεσον
5014519 κιθαρᾳ
διὰ τοῦτο δὴ σὺν πᾶσιν ὀργάνοις μουσικοῖς , τοῦτο μὲν κιθάρᾳ , τοῦτο δὲ αὐλῷ , ὁρμήσωμεν ἐπὶ τὴν κο
ξυνίησιν , ὡς ἔσοιτο ἀοίδιμος ἐπὶ τῷ ἔργῳ καὶ ἐν κιθάρᾳ καὶ ἐν αὐλῷ καὶ ἔνθα Ἕλληνες ; προσγέγραπται δὲ
5012582 ἀπονεοντο
ἄλλως : ὁμοίως τῷ : ἡ πληθὺς ἐπὶ νῆας Ἀχαιῶν ἀπονέοντο , τὸ , γένος τιμῶντες . τιμῶντες δ '
' ἀφίκοντο , οἳ μὲν ἄρ ' ἄψορροι προτὶ Ἴλιον ἀπονέοντο παῖδες καὶ γαμβροί , τὼ δ ' οὐ λάθον
5010564 περικαλλεϊ
. περσείη δ ' ἄκμητος ὑπὸ χλοεροῖσι πετήλοις εὐφορέει καρπῷ περικαλλέϊ μηδὲ πεπαίνει , μεχρὶς ἐπανθήσουσι κλάδοι πρότερον περὶ καρπόν
' ὀνύχεσσι τέκος ἐλάφοιο ταχείης : πὰρ δὲ Διὸς βωμῷ περικαλλέϊ κάββαλε νεβρόν , ἔνθα πανομφαίῳ Ζηνὶ ῥέζεσκον Ἀχαιοί .
5010440 γεγεννημενον
] [ ] , ἀλλὰ τὸ ἀπο [ - ] γεγεννημένον [ ] [ ] [ ] , 〚 καὶ
. Ῥέα δὲ λίθον σπαργανώσασα δέδωκε Κρόνῳ καταπιεῖν ὡς τὸν γεγεννημένον παῖδα . ἐπειδὴ δὲ Ζεὺς ἐγενήθη τέλειος , λαμβάνει
5000318 λυγγων
μούνη δ ' εἰσιδέειν ἀνομοίϊος ἔπλετο χροιή : μείοσι μὲν λυγγῶν ἐπιδέδρομε ῥινὸς ἐρευθής , μείζοσι δὲ κροκόεν τε θεείῳ
, ἐς λέχος ἐρχομένοις τελέειν φιλοτήσιον ἔργον , νόσφι μόνων λυγγῶν ὀλιγοδρανέων τε λαγωῶν . ἄρκτος δ ' ἱμείρουσα γάμου
4987321 Πηνελοπῃ
εἴρηται ἐπὶ τῶν ἐνωτίων τῶν ἐν τῇ Ὀδυσσείᾳ διδομένων τῇ Πηνελόπῃ . ὁ δὲ Ἀπίων βέλτιον πολύγληνα : γλήνη γὰρ
γὰρ ἐκεῖνος τοῖς τε ἄλλοις καὶ τῷ Εὐμαίῳ καὶ τῇ Πηνελόπῃ πεποίηκεν ἐντυγχάνοντα τὸν Ὀδυσσέα ἠλλοιωμένον ὑπὸ τῆς Ἀθηνᾶςφησί τε
4986777 σκινδαψος
πολύχορδα καὶ παναρμόνια . . . ἐστὶν δ ' ὁ σκινδαψὸς τετράχορδον ὄργανον , ὡς ὁ παρῳδός φησι Μάτρων ἐν
μὲν ὀνομάζονται , οὐχ ὑφεστήκασι δέ , οἷον τραγέλαφος , σκινδαψὸς καὶ τὰ τοιαῦτα . ἕτερα δὲ ὀνομάζονται μέν ,
4986192 Θεογονιᾳ
εἰκότως νῦν μὲν αὐτὰς ἐκ Πιερίας , ἐν δὲ τῇ Θεογονίᾳ ἐξ Ἑλικῶνος . Ἄκουε τοιγὰρ οὐρανοδρόμε Πρόκλε , Ὁ
ἐκ μέρους τὴν ἀθάνατον , ἐπεὶ καὶ Ἡσίοδος ἐν τῇ Θεογονίᾳ ἀθάνατον αὐτήν φησιν : ὡς δὲ Ἀσκληπιάδης , ὅτι
4980132 εὐγενειᾳ
Συρακόσιος , γένος Δωριεύς . δεῖ δὲ ἡμᾶς μὴ μόνον εὐγενείᾳ τῶν ἄλλων ἀλλὰ καὶ ἀρετῇ διαφέρειν . μηδεὶς οὖν
: ἤγουν πιστοὶ ἦσαν πείθοντες . ἀξιώματι δὲ προγόνων : εὐγενείᾳ . μᾶλλον χωρεῖν : τοὺς Ἀθηναίους . φρονήματι :
4977544 Χαλκωνος
: οἷον , Λάκων Λάκωνος : Δόρκων Δόρκωνος : Χάλκων Χάλκωνος : φάλκων φάλκωνος : γλαύκων γλαύκωνος : μήκων μήκωνος
ἀγαθῶν ] τῶν ἀπὸ τῆς Κλυτίας τε καὶ αὐτοῦ τοῦ Χάλκωνος , οὗτοί εἰσι τὸ ἀγαθὸν ἐκεῖνο , ὁ Φρασίδαμος
4975005 καταγαγοντων
τῆς πόλεως ὑπεξῆλθε σὺν ταῖς θυγατράσι καὶ τοῖς ἐγγόνοις . καταγαγόντων τε αὐτοὺς τῶν προσφυγόντων στρατιωτῶν γενόμενοι πρὸς τῷ τείχει
καὶ πολλὰ χρήσιμος τῇ πόλει , καὶ τῶν ἐκ Πειραιῶς καταγαγόντων τὸν δῆμον καὶ ἄλλως δημοτικός . ἀλλ ' ὅμως
4974703 συλληπτικως
τῷ τείχει . . . . ? ἡ διπλῆ ὅτι συλληπτικῶς εἴρηκε βεβλήατο ἐπὶ τῶν οὐτασμένων . . τὰς γὰρ
γὰρ καὶ δαιτὸς ἀκουάζεσθον ἐμεῖο : ἡ διπλῆ , ὅτι συλληπτικῶς τὸ τῷ Ὀδυσσεῖ συμβεβηκὸς καὶ ἐπὶ τοῦ Μενεσθέως κεκοινοποίηκεν
4974418 Κορωνιδι
Ἀπόλλων : οὐκέτι ὑπομενῶ τὸ ἐμὸν σπέρμα ἰδεῖν συναπολλύμενον τῇ Κορωνίδι . βάματι δ ' ἐν πρώτῳ : ἐὰν μὲν
αὐτόν φησι τὸν Ἀπόλλωνα παρὰ τοῦ νοῦ πυθόμενον ἐπιπέμψαι τῇ Κορωνίδι τὴν Ἄρτεμιν . Τὸν δὲ περὶ τὸν κόρακα μῦθόν
4972519 ἀγλαϊᾳ
στεφάνων τάν τε ἀριδρέπτων ἀοιδάν : Διόθεν τέ με σὺν ἀγλαΐᾳ ἴδετε πορευθέντες ἀοιδαῖς δεύτερον ἐπὶ τὸν κισσοδαῆ θεόν ,
εἶπεν , ἀντὶ τοῦ θάλλουσιν , καὶ ἐν εὐθυμίᾳ καὶ ἀγλαΐᾳ καὶ χαρᾷ διάγουσι . . ΚΟΥΡΟΤΡΟΦΟΣ . Κουροκτόνος μὲν
4969216 αἰθωνος
παῦσεν ] χόλον ἀγροτέρα Λατοῦς θυγάτηρ : περὶ δ ' αἴθωνος δορᾶς μαρνάμεθ ' ἐνδυκέως Κουρῆσι μενεπτολέμοις : ἔνθ '
κώθων κώθωνος , Τύχων Τύχωνος : οὕτως οὖν καὶ αἴθων αἴθωνος διὰ τοῦ ω . Πρόσκειται δισύλλαβα διὰ τὸ Φαέθων
4969205 μελισσῃ
θρυλλούμεναι σειρῆνες . ἔστι δὲ * καὶ * ζωύφιον ὅμοιον μελίσσῃ λεγόμενον σειρήν . Κλάρος δὲ τόπος Κολοφῶνος μιμαλὼν δὲ
καὶ ἐπὶ μελίττης συνεχῶς . ὁ δὲ Ἀριστοτέλης συγγενῆ τῇ μελίσσῃ τὴν ἀνθρήνην φησίν . ὑπ ' ἀνθρήνων : κοινοτέρως
4964555 εὐαπολογητον
νοεῖται . πολλάκις γὰρ ἡ μετάθεσις παραλογίζεται τὴν κρίσιν καὶ εὐαπολόγητον ποιεῖ τὸ κακῶς εἰργασμένον τῇ ἀταξίᾳ τῆς μνήμης .
καὶ ὑπὸ τῶν ἄλλων ποιητῶν τετριμμένον : τοῦτο μὲν οὖν εὐαπολόγητον . ἐκεῖνοι δὲ λεγέτωσαν πῶς ἂν μὴ ὁμοεθνεῖς ὄντας
4963765 κλητικῃ
ἐν δὲ συντάξει τῶν πλείστων , ὀρθῇ [ ] καὶ κλητικῇ πτώσει οὐ δυνάμενον συντάσσεσθαι οὐδὲ ἐν λόγωι γενναίῳ ?
εὐθείας ἐν τῇ γενικῇ , φυλάττουσιν αὐτὸ καὶ ἐν τῇ κλητικῇ , οἷον Πλάτων Πλάτωνος ὦ Πλάτων , Θέων Θέωνος
4963056 μαινιδι
ἱππούροις , ὀρφοὶ δὲ τρίγλῃ , κιῤῥίδι πέρκη , χρύσοφρυς μαινίδι , καὶ πολύποδι μύραινα . ἐπὶ μείζονας : κατὰ
τρίγλη δ ' ὀρφὸν ἔπεφνε καὶ ἔσπασε κιρρίδα πέρκη , μαινίδι δὲ χρύσοφρυς ἀνέλκεται : αὐτὰρ ἀνιγραὶ μύραιναι μετὰ σάρκας
4957382 Αἰγυπτιᾳ
, δεικνύουσι πολλαχόθεν , καὶ ἐκ τῶν ἐν Θηβαΐδι τῇ Αἰγυπτίᾳ γεννωμένων μυῶν μετὰ τὴν τοῦ Νείλου τῆς ἀναβάσεως ὑποχώρησιν
ᾤκησεν , ἔθυσε δὲ τὴν βοῦν Ἀθηνᾷ , καὶ τῇ Αἰγυπτίᾳ φωνῇ ταύτην ἐτίμησεν ἐκεῖ Ὄγκαν . ὅθεν οὕτως καὶ
4956449 πευσει
πυνθανομένοις χρησμοὺς διδόναι περὶ ὧν ἂν βούλοιντο . . 〚 πεύσει : Οἱ Ἀττικοὶ τὰ τῶν παθητικῶν χρόνων δεύτερα πρόσωπα
ἐκ ταύτης ὑπό σου περιγιγνόμενον ἀγνοηθῇ τοῖς ἀνθρώποις κακόν : πεύσει γὰρ πρῶτον μέν , ὡς ἄρχεται ὀδύνας παρέχειν τοῦτο
4951368 παλαιοτητι
, : ὅθεν καὶ Πάρθοι ἤτοι Πέρσαι μέγα φρονοῦσιν ἐπὶ παλαιότητι . Σκύθας δὲ αὐτοὺς εἶναι πάντες μὲν μαρτυροῦσιν ,
Τὰ Ναννάκου : εἴρηται ἡ παροιμία ἐπὶ τῶν θαυμαζομένων ἐπὶ παλαιότητι , ἢ ἐπὶ τῶν πολλὰ θρηνούντων . Νάννακος γὰρ
4945117 εὐγηρων
τὸ σοφόν καὶ τὸν σοφόν , τὸ εὔγηρων καὶ τὸν εὔγηρων , εἰ δὲ περισσοσυλλάβως τῇ κλητικῇ , τὸ ἄρσεν
ἀρσενικοῦ ὁμοφωνεῖ , οἷον τὸν σοφόν τὸ σοφόν , τὸν εὔγηρων τὸ εὔγηρων . οὕτως οὖν τὸν ἀξιόχρεων τὸν ἀνάπλεων
4940731 σιοισι
Πάφον περιρρύταν πολλάκι δ ' ἐν κορυφαῖς ὀρέων , ὅκα σιοῖσι ϝάδηι πολύφανος ἑορτά , χρύσιον ἄγγος ἔχοισα , μέγαν
καὶ τὸ αἰδοιεστάτοι ὡς παρ ' Ἀλκμᾶνι , οἷον : σιοῖσι κἀνθρώποισιν αἰδοιεστάτοι ] σιόδματον ? τέγος ? ? [
4939207 ὑπερθετικου
μᾶλλον κατέχουσιν : ἀντὶ τοῦ μάλιστα , συγκριτικὸν ἀντὶ τοῦ ὑπερθετικοῦ : τινὲς καὶ τούτους τῷ τέλει προσάπτουσι : [
χερειότερος καὶ ῥηΐτερος καὶ πλειότερος . ὣς δὲ καὶ τοῦ ὑπερθετικοῦ τὸ πρώτιστος : εἵλκυσαν εἰς τὸ πρώτιστον . Ὁμηρ
4936523 ΡΟΣ
ἢ κυρία προπαροξύνεται : Πίνδαρος Πάνδαρος κόμαρος . Τὰ εἰς ΡΟΣ ὑπερδισύλλαβα δεδιπλασιασμένα κατ ' ἀρχὴν καὶ τὴν πρώτην συλλαβὴν
δὲ , ὀξύνεται : πυρός τυρός ξυρός . Τὰ εἰς ΡΟΣ μονογενῆ δισύλλαβα παραληγόμενα τῷ Ω βαρύνεται : Δῶρος Βῶρος
4935815 διαβαλλομενων
ὅμως : τότε γὰρ οὐδὲ φωνὴν ἀκούειν ἔτι θέλουσι τῶν διαβαλλομένων ἢ τῶν ἀπολογουμένων , τὸ ἀξιόπιστον τῆς κατηγορίας ἐκ
. Ἐκ τῶν ἐν τῇ Βοιωτίᾳ κατοικούντων ἀγροίκων Ὑάντων πάντη διαβαλλομένων τῇ ἀγνωσίᾳ ὡς καὶ παραφθαρέντος τοῦ ὀνόματος τούτων καὶ
4931901 ὑποτεταγμενος
: “ Ποσειδῶν ὑποδμώς . ” ὁ μὲν Ἡλιόδωρος δμὼς ὑποτεταγμένος , ἔνιοι δὲ ὡς περισσὸν οὔσης ἀκούουσι τῆς προθέσεως
ἄτμενος δὲ οὐ μόνον ὁ δοῦλος , ἀλλὰ καὶ ὁ ὑποτεταγμένος ἐλεύθερος . Ἀνάκειται μὲν ὁ ἀνδριὰς καὶ ἡ εἰκὼν
4925778 χαλκοκρας
οἷον λέβης λέβητος , ἔρως ἔρωτος , ἱδρώς ἱδρῶτος , χαλκοκράς χαλκοκρᾶτος : ἰδοὺ ταῦτα ἐφύλαξαν τὴν μακρὰν τῆς εὐθείας
φυγάς ὦ φυγάς , Ἀρκάς ὦ Ἀρκάς , χαλκοκράς ὦ χαλκοκράς , τριάς ὦ τριάς , Παλλάς ὦ Παλλάς .
4921623 Ἰνοι
ἐντυχὼν περὶ τὸν αἰγιαλὸν θυούσῃ νεωστὶ ταῖς βάκχαις καὶ τῇ Ἰνοῖ ἁρπάξας αὐτὴν εἰς τὴν Αἴγυπτον παρεγένετο κἀκεῖ αὐτῇ συνεγένετο
' ἐπειδὰν τὸν λύχνον κατακοιμίσῃ . Εὐριπίδης δ ' ἐν Ἰνοῖ κοίλοις ἐν ἄντροις ἄλυχνος , ὥστε θήρ , μόνος
4917963 Ἀνδρομαχῃ
γενέσθαι . . . . . . δὲ ἐν μὲν Ἀνδρομάχῃ . . . . δὲ καὶ Ἀπολλόδωρος . .
, οὐ μόνος Τελαμὼν , ὡς καὶ Εὐριπίδης φησὶν ἐν Ἀνδρομάχῃ . . . . . ὅτι μόνος Τελαμών .
4916401 παρασυνθετα
Τιταιρώνειον : Ἱέρων Ἱέρωνος , Κικέρων Κικέρωνος . Τὰ μέντοι παρασύνθετα διὰ τοῦ ο , πεῖρα ἄπειρος ἀπείρων ἀπείρονος ,
εἰς ος εἰς ης γινόμενα βαρύτονα , εἴτε ἁπλᾶ εἴτε παρασύνθετα , εἰς τὴν ου δίφθογγον ἔχουσι τὴν γενικήν ,
4913112 βουϲ
γάλακτοϲ . Ῥούφου . Ὅϲον μὲν οὖν τῇ φύϲει διαλλάττει βοῦϲ τε καὶ ἵπποϲ καὶ τὰ ἄλλα ζῷα , εἰϲ
μὲν παχυτέρου γεννητική , βελτίων δὲ εἰϲ εὐχυμίαν ἢ κατὰ βοῦϲ καὶ πρόβατα . κακόχυμοϲ δὲ οὐδὲν ἧττόν ἐϲτι καὶ
4910439 Σαπφοι
ὑμεναίων ἐπᾳδόμενος τοῖς γάμοις . τινὰ μὲν οὖν καὶ παρὰ Σαπφοῖ τῆς ἰδέας ταύτης παραδείγματα , ἐπιθαλάμιοι οὕτως ἐπιγραφόμεναι ᾠδαί
τοῦ Ἔρωτος . καὶ γὰρ Δίφιλος ὁ κωμῳδοποιὸς πεποίηκεν ἐν Σαπφοῖ δράματι Σαπφοῦς ἐραστὰς Ἀρχίλοχον καὶ Ἱππώνακτα . . .
4908003 ἐμακαριζεν
, καὶ διέφθειρεν τὸν παῖδα : ἡ δὲ δύστηνος Αἰγυπτία ἐμακάριζεν τὸν υἱὸν τοῦ θανάτου , ὡς γενόμενον δῶρον ἐφεστίῳ
, ἐδημηγόρει ἐπὶ βωμόν τινα ὑψηλὸν ἀναβὰς καὶ τὴν πόλιν ἐμακάριζεν αὐτίκα μάλα δεξομένην ἐναργῆ τὸν θεόν . οἱ παρόντες
4904023 μεταλαμβανοντος
οὔτ ' ἀνῃρημένου παντάπασι τοῦ νόμου τοῦ τε πάντων κρατοῦντος μεταλαμβάνοντος ὡς καλοῦ , ἅμα δὲ αὐτοῖς ἀθάνατος ἡ προσηγορία
τήν τε πρώτην καὶ τὴν μέσην καὶ τὴν τρίτην χώραν μεταλαμβάνοντος κατὰ τὸ τετράχορδον . ἐν δὲ Πυθαγορικῇ τῇ ὀκταχόρδῳ
4903732 ἀναγραφῃ
καὶ τὸν τῶν συναγωγῶν ἀριθμὸν σύμφωνον εὑρίσκεσθαι τῇ τῶν παλαιῶν ἀναγραφῇ . τὸ δὲ κατὰ λέξιν τοῦ βιβλίου πάνυ μὲν
. . Ὅτι μὲν οὖν τῇ Εὐδόξου περὶ τῶν φαινομένων ἀναγραφῇ κατηκολούθηκεν ὁ Ἄρατος , μάθοι μὲν ἄν τις διὰ
4903482 ἐρασμια
Τῇ δὲ Ἐρατοῖ Ἐρατὼ ἐκλήθη παρὰ τὸ ἐρᾶν καὶ τὸ ἐράσμια ποιεῖν τὰ τοῦ Ἔρωτος ἔργα : συνεργὸς γὰρ αὕτη
ἀνεμεστώθη ; οἱ δὲ ὡς ἅπαντα κατωρθωκότες κατεφλυάρουν τὰ αὑτῶν ἐράσμια , ὡς μεταλλαγῶσι τὰ πράγματα , ἀταξίαι δὲ καὶ
4894413 ἀγγελιᾳ
Πλαταιαῖς Ἑλλήνων τοὺς Πέρσας νενικηκότων . οἱ δὲ Ἴωνες τῇ ἀγγελίᾳ θαρρήσαντες θαρσαλεώτερον ἐπέθεντο τοῖς Ἕλλησι καὶ τῆς μάχης ἐκράτησαν
. ὁ δὲ καμὼν προτέρᾳ πάθᾳ νῦν ἀρείονος ἐνέχεται ὄρνιχος ἀγγελίᾳ Ἄδραστος ἥρως : τὸ δὲ οἴκοθεν ἀντία πράξει .
4894378 συνθεσει
τροπικοῖς καὶ ἀμφιβόλοις καὶ γλωσσηματικοῖς ὀνόμασί τις χρῷτο καὶ τῇ συνθέσει μὴ ἁπλῇ καὶ κατὰ φύσιν , ἀλλὰ δι '
παρὰ τὸ καίνω , ἐν συγκοπῇ κνῶ , καὶ ἐν συνθέσει δάκνω : τὸ σφόδρα καίνω . δύναται καὶ παρὰ
4894334 προπαροξυτονον
τὰ μὲν ἐνεργητικὰ τὸν παροξύτονον , τὰ δὲ παθητικὰ τὸν προπαροξύτονον * ἢ τὰ μὲν ἐνεργητικὰ τὸν ὀξύτονον , τὰ
καὶ τὸ Ὀσίρειον : Ἀνούβειον : Τεχόσειον : Μενδίδειον δὲ προπαροξύτονον : ἐφύλαξεν γὰρ τὸ δ τῆς Μενδίδος γενικῆς :
4888871 ἐρεσσομενων
. οὔπω κεῖθεν ἔην δολιχὸς πλόος , οὐδὲ γαλήνης δηρὸν ἐρεσσομένων ἠκούετο δοῦπος ἐρετμῶν , καὶ χθονὸς εὐκόλποισιν ἐπ '
τοῦ πίπτω πίπτυλος καὶ πίτυλος καὶ ἔστιν ὁ ἀπὸ τῶν ἐρεσσομένων κωπίων γενόμενος θόρυβος . πίτυλος ὁ κτύπος ὡς ἀπὸ
4887890 ἰδεᾳ
αὐτὰ γὰρ λέγων ἑαυτῷ μάλιστα ἔλαθεν . ἐν δὲ πανηγυρικῇ ἰδέᾳ Πλάτων τὰ αὐτὰ λέγων Θουκυδίδῃ ἐν τῷ Ἐπιταφίῳ οὐ
λέγω μέντοι σοι ὅτι Χαρμίδης τῶν ἡλικιωτῶν οὐ μόνον τῇ ἰδέᾳ δοκεῖ διαφέρειν , ἀλλὰ καὶ αὐτῷ τούτῳ , οὗ
4885620 κηληθμῳ
προύχοντο κάρηνα , πάντες ὁμῶς ὀρθοῖσιν ἐπ ' οὔασιν ἠρεμέοντες κηληθμῷ : τοῖόν σφιν ἐνέλλιπε θέλκτρον ἀοιδῆς . οὐδ '
ὑπὸ κηδεμονίαν πεπτωκώς : “ κήδεός ἐστι νέκυς . ” κηληθμῷ τῇ τέρψει , καὶ κηλεῖν τὸ τέρπειν . κῆλα
4883688 κερκιδι
τὸ στόμα , ὄξος θερμὸν δίδου ῥοφεῖν : πασσαλίσκῳ ἢ κερκίδι διάνοιγε , ἢ οἶνον ὁμοίως ἄνοδμον καὶ ξὺν ὀξυμέλιτι
ἔργα τοιαῦτα , οὐδ ' ἐνὶ δαιδαλέῳ πυκινώτερον ἄτριον ἱστῷ κερκίδι συμπλέξασα μακρῶν ἔταμ ' ἐκ κελεόντων . οὐ μὰν
4882123 καλυκι
καὶ μεγαλοστάχυες οἱ δὲ μικροστάχυες . καὶ οἱ μὲν ἐν κάλυκι πολὺν χρόνον οἱ δ ' ὀλίγον ἐνόντες , ὥσπερ
' οὐ πρότερον φανερὸς γίνεται πρὶν ἂν προαυξηθεὶς ἐν τῇ κάλυκι γένηται , τότε δὲ ἡ κύησις φανερὰ διὰ τὸν
4878197 προτακτεον
ἀληθεύειν . ἀλλ ' ὡς ἐν λογικῇ πραγματείᾳ τὰ καθόλου προτακτέον : διὸ τὸ θεωρητικὸν δεῖ πρότερον ὑποδιελεῖν . διαιρεῖται
δεξιᾷ τὸ πῦρ ἔχων : Τιτὰν Προμηθεύς : τὸ ὡς προτακτέον τοῦ Τιτάν : ὡς ὁ Προμηθεὺς ὁ ἀπὸ τῶν
4876746 ἀφθονεστατον
τὸ Περὶ συγκριτικῶν . . . . . ἀφθονέστατον : ἀφθονέστατον : ἰστέον ὅτι τὸ ἀρχέστατον , ὡς παρ '
τ ' εἰμι Κρὴς ἀρχέστατον : καὶ τὸ αἰδοιέστατον καὶ ἀφθονέστατον ποιητικά εἰσι κατ ' ἔθος Ἰώνων γενόμενα : τὰ
4876234 ἀρχεστατον
προσβεβλημένοις τέθηνκεν αἰσχρῶς χρημάτων ἀπαιόλῃ ἐγὼ γένος μέν εἰμι Κρὴς ἀρχέστατον ἐξευλαβοῦ δὲ μή σε προσβάλῃ στόμα πέμφιξ : πικρὰ
. . . ἀφθονέστατον : ἀφθονέστατον : ἰστέον ὅτι τὸ ἀρχέστατον , ὡς παρ ' Αἰσχύλῳ ἐν τῇ Πηνελόπῃ ,

Back