τύχῃ προσλαβεῖν . ὃ ὑμεῖς , ἢν εὖ βουλεύησθε , φυλάξεσθε , καὶ οὐκ ἀπρεπὲς νομιεῖτε πόλεώς τε τῆς μεγίστης
: τὰ κρίματά μου ποιήσετε , καὶ τὰ προστάγματά μου φυλάξεσθε , πορεύεσθε ἐν αὐτοῖς : ἐγὼ κύριος ὁ θεὸς
7863725 ἀφελωμεθα
: ἀπὸ γὰρ τοῦ παραπεπλεγμένου ὅτι τὰς δωρεὰς τοὺς εὐεργέτας ἀφελώμεθα εὐπορεῖν ἔδοξε λύσεως πρὸς τὸ ὅτι πολλοὶ ἀνάξιοι τὰς
προσφιλοτιμεῖσθαι , ἡμεῖς δὲ καὶ πολεμίους αὐτοὺς ἐν οἷς ἂν ἀφελώμεθα δείξομεν ; Εἰ τοίνυν ἡμῖν μὲν χρηστῆς οὕτω μέτεστι
7743375 περιπεσωμεν
ἀπὸ τῆς ἐναντίας πολιτείας . πάλιν δὲ ἐπειδὰν δεινοῖς τισι περιπέσωμεν , ἐθιζόμεθα φοβεῖσθαι ἢ θαρρεῖν καὶ οἱ μὲν ἀνδρεῖοι
Θαρραλεότης ἐστὶν ἐπιστήμη καθ ' ἣν οἴδαμεν ὅτι οὐ μὴ περιπέσωμεν . Μεγαλοψυχία ἐστὶν ἐπιστήμη ὑπεράνω ποιοῦσα τῶν πεφυκότων ἐν
7648639 χαρισαμενοι
ὡς ἀσεβῆ ἀνελόντες , ἀλλὰ φύγοιμεν τὸν θάνατον , μὴ χαρισάμενοι τῇ πατρίδι ὡς μετὰ θάνατον ἴσως εὐκλείας τευξόμενοι ;
δῆμον ἔλεγον , ὅτι τὰς μὲν εἰς ἑαυτοὺς ὕβρεις ἀφείκασι χαρισάμενοι πολλοῖς καὶ ἀγαθοῖς ἀνδράσι δεομένοις , οἷς οὐκ ἦν
7616414 ἀρχωσι
εἶναι πολιτείας , τήν τε ἀριστοκρατικήν , ὁπόταν οἱ ἄριστοι ἄρχωσι . καὶ δευτέραν τὴν τιμοκρατικήν , φιλοτίμων ὄντων τῶν
τῶν ὑφ ' αὑτῷ ἀρχόντων ὅπως ἐκεῖνοι αὖ ὧν ἂν ἄρχωσι παρέξουσι τὰ δέοντα ποιοῦντας . ἆθλα δὲ προύφηνε τοῖς
7595408 περιφερομενοι
. χορευέμεν : κινεῖσθαι : γράφεται κορυσσόμενοι . χορεύμενοι : περιφερόμενοι . κελαινῷ : μέλανι , μελανοποιῷ , θανασίμῳ .
τῷ χρόνῳ ὃν διαλεγόμεθα οὐδὲν παυόμεθα εἰς τὸ αὐτὸ ἀεὶ περιφερόμενοι καὶ ἀγνοοῦντες ἀλλήλων ὅτι λέγομεν . ἐγὼ γοῦν σε
7592965 ἐξαιτεισθαι
ὁ τοῦ Κρέοντος ἐχθροί μοι εἰσίν . τούτοις οὖν βουλομένοις ἐξαιτεῖσθαί με οὐκ ἂν ἐκδοίης , ὀμόσας . εἰ δὲ
ὁ τοῦ Κρέοντος ἐχθροί μοι εἰσίν . τούτοις οὖν βουλομένοις ἐξαιτεῖσθαί με οὐκ ἂν ἐκδοίης , ὀμόσας . εἰ δὲ
7590580 τρυφηλοι
τὰ μόρια τῶν γυναικῶν . . . ἤτοι οἱ Πέρσαι τρυφηλοὶ καὶ ἁβρῶς καὶ τεθρυμμένως βαίνοντες ὀδύρεσθε . . δύσβατόν
ἐπὶ τῶν σφόδρα τιμίων . Ἁπαλοὶ θερμολουσίαις : ἀντὶ τοῦ τρυφηλοὶ καὶ τὴν σάρκα διαῤῥέοντες . Ἅπαντα τόλμης καὶ ἀναισχυντίας
7589509 κρατουμεν
τῇ ἀλλοτρίᾳ τοὺς περὶ τῶν οἰκείων ἀμυνομένους μαχόμενοι τὰ πλείω κρατοῦμεν . ἁθρόᾳ τε τῇ δυνάμει ἡμῶν οὐδείς πω πολέμιος
, πάρεστι σὺν θεοῖς . ὅπῃ γὰρ ἂν πορευώμεθα , κρατοῦμεν τῆς χώρας : καὶ μὲν δὴ τοὺς πολεμίους ὁρῶμεν
7520913 ἀπηρνουντο
ὁμόσε καὶ ᾐτιᾶτο ἡ ἑτέρα τὴν ἑτέραν . ὁπότε δὲ ἀπηρνοῦντο μὴ ἔχειν , ἐθαύμαζον τί ἂν εἴη τὸ γεγονός
Ἡμεῖς ποτε ἦμεν . Ἄμας ἀπῄτουν , οἱ δ ' ἀπηρνοῦντο σκάφας : ἐπὶ τῶν ἄλλα μὲν ἀπαιτουμένων , ἄλλα
7511145 ἐπιγραψω
καὶ Λυδοῖς ἐπιθῶ τοὺς φόρους καὶ μνῆμα ἑαυτῷ παμμέγεθες ἀναστήσας ἐπιγράψω ὁπόσα ἔπραξα μεγάλα καὶ στρατηγικὰ παρὰ τὸν βίον .
: Εἶδος τιμωρίας . Θ . . . τίμημ ' ἐπιγράψω : Πρόστιμα ἐπιθῶ τῇ κρίσει . . τῇ δίκῃ
7504840 Κακους
τινὸς πράγματος ἐκζητουμένου . Ἐν ὀγδόῳ δὲ θάνατον βασιλέων , Κακοὺς κλιμακτῆράς τε πολλῶν μηνύει , Τῶν τε κρατούντων καὶ
μὴ ποιήσῃς καὶ κακὸν οὐ μὴ ἀπολάβῃς . Ἑρμηνεία . Κακοὺς εὖ ποιῶν οὔ μοι δόξεις σωφρονεῖν : Οἱ γὰρ
7495240 μετανοησωσιν
ἑαυτοὺς ἀπὸ πάσης ἐπιθυμίας τοῦ αἰῶνος τούτου . ὅταν οὖν μετανοήσωσιν καὶ καθαρισθῶσιν , τότε ἀποστήσεται ὁ ἄγγελος τῆς τιμωρίας
, ἐὰν μετανοήσωσιν . οἱ οὖν μέλλοντες μετανοεῖν , ἐὰν μετανοήσωσιν , ἰσχυροὶ ἔσονται ἐν τῇ πίστει , ἐὰν νῦν
7491854 ἀμυνωνται
βοηθεῖν αὐτοῖς ὅπως τοὺς ἐν οἷς ἠτύχησαν καιροῖς ἀδικήσαντας αὐτοὺς ἀμύνωνται , τῇ τρισκαιδεκάτῃ τοῦ δωδεκάτου μηνός , ὅς ἐστιν
, ἐπειδὰν πρὸ ἐμοῦ τὸν Ὅμηρον καὶ τοὺς ἄλλους ποιητὰς ἀμύνωνται . ἀλλ ' οὐδέπω οὐδὲ τὸν ἄριστον τῶν φιλοσόφων
7491428 ἐπιχειρητεον
καὶ τοὺς ἀποκτείναντας φανεροὺς καταστῆσαι : ὅμως δὲ καὶ τοῦτο ἐπιχειρητέον : οὐδὲν γὰρ πικρότερον τῆς ἀνάγκης ἔοικεν εἶναι .
, τετράγωνος καὶ αὐτὸς μεσότητα πρῶτος ἔχων . τούτοις ἄρα ἐπιχειρητέον ἁρμόζειν τὸν περὶ δικαιοσύνης λόγον ἀκολούθως τῷ Πυθαγορικῷ περὶ
7486362 κατεβαλλοντο
σύλησιν καὶ διαρπαγὴν πῶς ἄν τις ἐξείποι τῷ λόγῳ ; κατεβάλλοντο μὲν ἀτίμως εἰς γῆν εἰκόνες καὶ ἀφιδρύματα καὶ τἆλλα
Περὶ δὲ τῶν ὑποθετικῶν συλλογισμῶν ἰστέον , ὅτι πολυστίχους πραγματείας κατεβάλλοντο οἵ τε μαθηταὶ Ἀριστοτέλους , οἱ περὶ Θεόφραστον καὶ
7478914 Γαστηρ
, καὶ ἀτιμίαις . ἐγκατέδησε : συνέκλεισεν , ἐδέσμησεν . Γαστήρ : γνώμη . ἀνάσσει : βασιλεύει . Ἠερίῃς :
γαμηρὸς , συγκοπῇ καὶ προσθέσει τοῦ β , γαμβρός . Γαστήρ , ὅτι γαστρίζει ἡμᾶς ἐπιχορηγοῦσα τὴν τροφήν . Γλουτοί
7471339 θεωρησατε
διὰ τὰς ἔξωθεν αἰτίας , ψιλῶς ἐπὶ τῶν πραγμάτων γυμνὴν θεωρήσατέ μου τὴν πολιτείαν . μετὰ ταῦτα τοίνυν τῇ πόλει
διὰ τὰς ἔξωθεν αἰτίας , ψιλῶς ἐπὶ τῶν πραγμάτων γυμνὴν θεωρήσατέ μου τὴν πολιτείαν . μετὰ ταῦτα τοίνυν τῇ πόλει
7440179 πορευεσθε
. Ξ ὁρμᾶσθε ] κινεῖσθε . σοῦσθε σὺν παντευχίᾳ ] πορεύεσθε σὺν πάσῃ ὁπλίσει . σοῦσθε ἐπίρρημα παρακελεύσεως . σοῦσθε
, ἔφη , ὦ Ὑρκάνιοι , ὑμᾶς αὐτοὺς προπετάσαντες ἡμῶν πορεύεσθε ἔμπροσθεν , ὅπως τῶν ὑμετέρων ὅπλων ὁρωμένων λανθάνωμεν ὅτι
7431049 πλημμελουντες
μικροψυχίαν καταγνοὺς τῶν ὅσοι παρ ' ἡμῖν ἐπὶ πονηροῖς δόγμασι πλημμελοῦντες ἐκολάσθησαν , ἔγνω πάντας ἀθρόως ὑπερβαλέσθαι τοῖς ἀδικήμασιν .
τούτοις : ἵνα ἐὰν ἐλεγχθῶσι , κᾂν τοῦ λοιποῦ παύσωνται πλημμελοῦντες . δεῖ γὰρ τοὺς καρποὺς δοκιμάζεσθαι τοῦ προφήτου :
7424844 ἀϊσθω
* + , . † Αἶσθα : εἴρηται εἰς τὸ ἀΐσθω , . . Αἰσιμία : ἡ μαντεία , ἢ
] γίνεται ῥῆμα ἀϊστῶ καὶ τροπῇ τοῦ τ εἰς θ ἀΐσθω , ἐξ οὗ ἡ μετοχὴ ἀΐσθων καὶ κατὰ συναίρεσιν
7410381 τἀξευρηματα
καὶ ἡ φροντίς . Ξ τἀξευρήματα ] αἱ μηχαναί . τἀξευρήματα ] τὰ μηχανήματα . θ τἀξευρήματα ] αὐθάδη .
] αἱ μηχαναί . τἀξευρήματα ] τὰ μηχανήματα . θ τἀξευρήματα ] αὐθάδη . Ξ γνῶθι ] νόησον . γνῶθι
7397640 πραεις
οὐ δακνώδεις , ἐπαναδιδόντες δὲ τῇ ἁφῇ : οἱ δὲ πραεῖς , οἱ δὲ ὀξεῖς , ἡσσώμενοι δὲ τῇ χειρὶ
λίμναι χειροποίητοι ὡραῖαι , καὶ ἰχθύας ἔχουσι μεγέθει μεγίστους καὶ πραεῖς : καὶ θηρᾷ αὐτοὺς οὐδεὶς ὅτι μὴ οἱ τοῦ
7394980 ὁμοψηφοι
εἶναι κακοδικίας ἠξίωσεν . κοινὰ δ ' ἐπὶ δικαστῶν , ὁμόψηφοι ἐγένοντο , σύμψηφοι , συνεψηφίσαντο , τὴν ἐναντίαν γνώμην
οὖν τὰ ἐναντία τοῖς τριάκοντα ψηφίζησθε , πρῶτον μὲν οὐχ ὁμόψηφοι τοῖς ἐχθίστοις γίγνεσθε , ἔπειτα τοῖς ὑμετέροις αὐτῶν φίλοις
7392964 πραττετε
, ἢ τί βούλεται ἡ γυνή ; τί δὲ καὶ πράττετε , ὅταν συνῆτε ; ὁρᾷς ; οὐ φιλεῖς με
' ἡγού - μενος προαγορεῦσαι . ἴστε δέ , ἃ πράττετε : καὶ τί με δεῖ λέγειν , ἃ αἰσχύνομαι
7388460 πελασαντες
δὲ ἐπὶ τοῦ φρουρίου τῇ καταλήψει ὀλίγαις ἡμέραις ὕστερον Ζαριάσποις πελάσαντες τῇ μὲν πόλει προσβαλεῖν ἀπέγνωσαν , λείαν δὲ πολλὴν
. μάχονται δὲ ἀπὸ ἵππων , σειρὰς ἱμάντων ἑλίσσοντες : πελάσαντες δὲ τοῖς πολεμίοις ἐφιᾶσι τοὺς ἀπὸ τῶν ἱμάντων βρόχους
7381177 ἠλγησα
οὐκ ἂν ἐποιησάμην οὐδένα λόγον τοιοῦτον , εἰ μὴ σφόδρα ἤλγησα : ὥσπερ καὶ πρότερόν ποτε , ἀκούσας ὅτι καθυφίεμαι
εἰσηγούμενος . ἐγὼ δὲ ἥσθην μὲν ταῖς δεδομέναις ἀρχαῖς , ἤλγησα δὲ οὐ μικρῶς : τὸν γὰρ φίλτατον ἡμῖν Ἀρσένιον
7375458 ἐφοβουμεθα
μελετῶμεν . εἰ δὲ μὴ τὸν θάνατον ἢ τὴν φυγὴν ἐφοβούμεθα , ἀλλὰ τὸν φόβον , ἐμελετῶμεν ἂν ἐκείνοις μὴ
ἀτίμως . οἱ δὴ Δίωνος τὸ μετὰ τοῦτο πάντες φίλοι ἐφοβούμεθα μή τινα ἐπαιτιώμενος τιμωροῖτο ὡς συναίτιον τῆς Δίωνος ἐπιβουλῆς
7374873 ἠλπισαν
εἰς τὴν ἀπόστασιν . καὶ ἐλπίσαντες . . . : ἤλπισαν , φησίν , ἀποστῆναι ἡμῶν , ὅπερ μεῖζον μέν
' , ἂν γένωνται πλούσιοι , σχετλιάζουσιν οὐχ εὑρόντες ἅπερ ἤλπισαν ? . % πολλάκις οὖν . ἀπελένχεται ? ?
7371237 βοηθησατε
ὧν ὁ πάππος κατέλιπε , μηδ ' ἀποστερηθέντα , ἀλλὰ βοηθήσατε καθ ' ὅσον ὑμῶν ἕκαστος τυγχάνει δυνάμενος . Ἔχετε
αὑτοῦ τῶν λῃτουργιῶν ἐσόμενον . βοηθήσατ ' οὖν ἡμῖν , βοηθήσατε , καὶ τοῦ δικαίου καὶ ὑμῶν αὐτῶν ἕνεκα καὶ
7365617 κομισαμενους
αὐτοῖς τοὺς νῦν [ οἴκοι ] σκληρῶς ἐκεῖ πολιτεύοντας ἐνθάδε κομισαμένους πλουσίους ὁρᾶν . ἀλλὰ γάρ , ὦ ἄνδρες ,
τοὺς Μεγαλοπολίτας εἰς τὴν Μεσσήνην γραμματοφόρους , ἀξιῶν αὐτοὺς ἀβλαβῆ κομισαμένους τὴν ἑαυτῶν πατρίδα κοινωνῆσαι τῶν ἰδίων πραγμάτων , ταῦτα
7364777 μνημονευεις
που τῶν ἀγαθῶν ἅπαντα ἡμῖν ἔδοξεν πρακτέον εἶναι , εἰ μνημονεύεις , ἐμοί τε καὶ Πώλῳ . ἆρα καὶ σοὶ
. Ἴτω : ποήσω , πᾶσαν αἰσχύνην ἀφείς . Ἦ μνημονεύεις οὖν ἅ σοι παρῄνεσα ; Σάφ ' ἴσθ '
7359996 ἀσθενουντες
ἑαυτοὺς ἐμβάλλουσι μετὰ τὸ θερμὸν λουτρόν , ἀλλ ' οἱ ἀσθενοῦντες οὐ φέρουσιν ἀβλαβῶς τὴν ὁμιλίαν τοῦ ψυχροῦ : διὸ
τροφῆς καὶ βαδίσεως , ἀσθενῆ , ἄπορον . ἀδρανέοντες : ἀσθενοῦντες : ἀδρανὴς ὁ ἀσθενὴς ἀπὸ τοῦ α στερητικοῦ μορίου
7359798 ἐπαινειτε
φθονεῖτε , τοὺς δὲ πονηροτάτους τῶν ἐπὶ τὸ βῆμα παριόντων ἐπαινεῖτε καὶ νομίζετε δημοτικωτέρους εἶναι τοὺς μεθύοντας τῶν νηφόντων καὶ
εἶναι ὥστε καὶ τῶν προγόνων τοὺς ταῦτα πράξαντας μάλιστ ' ἐπαινεῖτε . εἰκότως : τίς γὰρ οὐκ ἂν ἀγάσαιτο τῶν
7359241 ἀποθανουνται
οὐκ ἄν ποτε νομίσαντες εὑρεῖν ἀφορμὴν καλλίω πολέμου περὶ ἧς ἀποθανοῦνται . καὶ θεοὶ δὲ τοὺς αὑτῶν παῖδας σαφῶς εἰδότες
καὶ τὰ μεγαλεῖα αὐτοῦ ἑωρακότες καὶ πονηρευόμενοι δισσῶς κολασθήσονται καὶ ἀποθανοῦνται εἰς τὸν αἰῶνα . οὕτως οὖν καθαρισθήσεται ἡ ἐκκλησία
7354843 καρτερικως
πεντήκοντα ἡμέρας , εἰ τύχοι , εἶτα , εἰ ἤγαγε καρτερικῶς , ἐποίουν αὐτὸν ξεσθῆναι ἐπὶ δύο ἡμέρας , εἶτα
εὐπειθές . Τοῖς ἄρχουσιν ὑπάρχει διὰ φόβον : ὅθεν καὶ καρτερικῶς τούς τε πόνους καὶ τοὺς ὑπὲρ τῆς πατρίδος πολέμους
7354808 Ῥᾳθυμια
φίλε . Ῥᾴθυμος ἐὰν ᾖς πλούσιος , πένης ἔσῃ . Ῥᾳθυμία γε τὰ πόλλ ' ἐλαττοῦσθαι ποιεῖ . Ῥᾷον βίον
ἐπικαμπὴς , ἣν ἀεὶ φέρουσιν οἱ κήρυκες . Ὀλιγωρία . Ῥᾳθυμία καὶ ἀμέλεια παρὰ τὸ ὀλίγην ὤραν ἔχειν καὶ φροντίδα
7350892 ἀκριες
ἀθάνατος . Ἀκράγαντα : ἀρσενικῶς Ἀττικοί , θηλυκῶς Ἴωνες . ἄκριες : λόφοι ὀρῶν οἱ καὶ ἄμβωνες . ἀκροθίνια :
πύργους βαλεῖν ἔσπευδον ἐν τάχει κάτω , θυμοῦ πνέοντες ὥσπερ ἄκριες ζάλης . Ὁ λαμπάδας δὲ φωσφόρους κακοχρόους καιροῖς ἀνίσχων
7333080 καυχησαμενος
τὸ δὲ μέγα εἰπών , ἤγουν μεγαλορρημονήσας περὶ τούτων καὶ καυχησάμενος : Καλλίας ἀδῶν . υἱὸς κρέοντος ὁ καλλίας ,
ἐπειδὴ οὖν , ὦ ἑταῖρε , κατέπληξάς με λόγοις κενοῖς καυχησάμενος ἐν τοῖς θεοῖς σου τοῖς λιθίνοις καὶ ξυλίνοις ,
7331735 Πυθομενοι
τῶν Σιφνίων αὐτοῖσι οἱ Σάμιοι τοὺς χώρους αὐτῶν ἐπόρθεον . Πυθόμενοι δ ' ἰθὺς ἧκον οἱ Σίφνιοι βοηθέοντες καὶ συμβαλόντες
ταῦτα τοῖσι Καρσὶ ἐξαγγέλθη πρότερον ἢ τὸν Δαυρίσην ἀπικέσθαι . Πυθόμενοι δὲ οἱ Κᾶρες συνελέγοντο ἐπὶ Λευκάς τε Στήλας καλεομένας
7330410 ὑποδεξαμενην
Εὐπάτωρ Μιθριδάτης ἔκτισε καὶ Εὐπατορίαν ὠνόμασεν ἀφ ' ἑαυτοῦ , ὑποδεξαμένην δὲ Ῥωμαίους καθῃρήκει καὶ ὁ Πομπήιος ἐγείρας Μαγνόπολιν ἐκάλει
ἀπόρροιαν αὐτοῦ . Λῆμνον δὲ πρῶτον οὐκ ἀλόγως ἐμύθευσε τὴν ὑποδεξαμένην τὸ θεόβλητον πῦρ : ἐνταῦθα γὰρ ἀνίενται ἐγγυγηγενοῦς πυρὸς
7322869 βεβουλευνται
δεήσει , ἐν ᾗ ἄμεινον ἂν ἴσως βουλεύσαιντο ἢ νῦν βεβούλευνται , παραδόντες ἑαυτοὺς ἡμῖν ταμιεύεσθαι ὥσθ ' ὁπόσοις ἂν
γὰρ ἐν καλῷ φρονεῖν . Ἦ ταῦτα δή με καὶ βεβούλευνται ποεῖν ; Μάλισθ ' : ὅταν περ οἴκαδ '
7322176 Μιθαικον
ἀρτοποιός , οὗ μνημονεύει Πλάτων ἐν Γοργίᾳ συγκαταλέγων αὐτῷ καὶ Μίθαικον οὕτως γράφων : . . οἵτινες ἀγαθοὶ γεγόνασιν ἢ
, καὶ προστιθεὶς ἀρετὴν τοῖς εἰργασμένοις : οὐχ ὡς κατὰ Μίθαικον τὸν ὀψοποιὸν καὶ Θεαρίωνα τὸν ἀρτοποιὸν τὴν φύσιν γενομένων
7311913 Ἀντιστροφιον
οὔσης καὶ λεγομένης κυρτῆς , τῆς δὲ ἐντὸς κοίλης . Ἀντιστρόφιον : ἐὰν κύκλου ἐφάπτηταί τις εὐθεῖα , ἀπὸ δὲ
εἶπεν , ἵνα δείξει , ὅτι περὶ στερεῶν λέγει . Ἀντιστρόφιον : ἐὰν ὦσι δύο γωνίαι ἴσαι ὑπὸ εὐθειῶν περιεχόμεναι
7310908 ὑποφατιες
καὶ τῷ διαβαλλομένῳ καὶ τῷ πρὸς ὃν διαβάλλουσιν . διαβολιᾶν ὑποφάτιες : ἑρμηνευταὶ καὶ διάβολοι , παρὰ τὸ φατίζειν καὶ
πάλιν κατ ' ἐκείνων πρὸς αὐτοὺς διεξέρχονται . Τὸ δὲ ὑποφάτιες ἀντὶ τοῦ ὑποβολεῖς διαβολιῶν . Ὀργαῖς ἀτενὲς ἀλωπέκων ἴκελοι
7304422 ἑπει
δεύτερος καὶ ὁ τρίτος ὁμοῦ ἐτάχθησαν μονάδων κε , ὧν ἑπεὶ ὁ τρίτος μονάδων ἐστὶ λε λείψει ἀριθμοῦ ἑνός ,
ἔτους Μεσωρὶ ιϚʹ σὺν ταῖς ἀνὰ εʹ ἑκάστου ἔτους . ἑπεὶ οὖν τοῖς Ἰχθύσι τὰ ιβʹ οὐδέπω ἐμέρισε , δέδωκα
7297869 μισανθρωπιαν
σφοδρὸν φθέγγεσθαι καὶ ὑπόσαθρον ὀργὴν καὶ βίαν καὶ ἀνομίαν καὶ μισανθρωπίαν σημαίνει . ὀξὺ δὲ καὶ ἀσθενὲς φθέγγεσθαι ἀργίας καὶ
εἰς οὓς Ἡρακλέα καταχθέντα τήν τε ὕβριν αὐτῶν καὶ τὴν μισανθρωπίαν ἐκπλαγῆναι . ἐπεὶ δὲ καὶ μάχης ἤρξαντο , τὰ
7295818 Ἀρδεα
Ἀρδαλιώτης , τοῦ δ ' Ἀρδαλίς Ἀρδαλός ὡς Θετταλός . Ἀρδέα , κατοικία τῆς Ἰταλίας . Στράβων πέμπτῃ . ἐκλήθη
Ἀλβανῷ ὄρει , διέχοντι τῆς Ῥώμης τοσοῦτον ὅσον καὶ ἡ Ἀρδέα . ἐνταῦθα Ῥωμαῖοι σὺν τοῖς Λατίνοις Διὶ θύουσιν ,
7286823 πεμψομεν
κατεβάλετο , πίστευσον ἡμῖν καὶ ἐγγύησαι πρὸς τὴν Μελίτην ὅτι πέμψομεν : ἐγγὺς γὰρ τὸ Βυζάντιον . ἐὰν δὲ ἀποτίσῃς
αὐτοῖς ἔπραττες καὶ νῦν ἀλλήλοις χρώμεθα . λόγους δέ σοι πέμψομεν πολλούς : εἰ δὲ φαύλους , ὁ μὴ καλῶν
7274771 διατεθεντες
εὑρόντες περὶ τούτου ἐμάχοντο . δεινῶς οὖν ὑπ ' ἀλλήλων διατεθέντες ἐπειδὴ ἐκ τῆς πολλῆς μάχης ἐσκοτίσθησαν , ἔκειντο ἡμιθανεῖς
με τετιμωρῆσθαι , τὸ πέρας ἐκ τῆς πόλεως ἐξήλασαν . διατεθέντες δὲ οὕτω παρανόμως καὶ βιαίως , ἐπικρύψασθαι τὴν ἀδικίαν
7272367 πατραλοιαι
εὕρω , ἀγοράσω σοι ἕνα τριάκοντα ἐτῶν . Σχολαστικοὶ δύο πατραλοῖαι ἐδυσφόρουν πρὸς ἀλλήλους ἐπὶ τῷ τοὺς πατέρας αὐτῶν ζῆν
ἕν . Παναγεῖς γενεάν , πορνοτελῶναι , Μεγαρῆς , δεινοὶ πατραλοῖαι . Ὑποδέχεσθαι καὶ βατίσι καὶ τηγάνοις . * *
7269674 καταγνωτε
τὴν βουλὴν ὑμῶν ἐστεφανωκότων ἧς οὗτοι προέστασαν ; ἐὰν δὲ καταγνῶτε , πρῶτον μὲν τὰ εὔορκ ' ἔσεσθ ' ἐψηφισμένοι
περὶ αὐτῶν ἔχετε , ἡγούμενοι , ἐὰν μὲν θάνατον τούτων καταγνῶτε , κοσμιωτέρους ἔσεσθαι τοὺς λοιπούς : ἐὰν δ '
7269228 ξυγγενεις
τοῦ ἑταιρικοῦ . . . : καὶ μὴν καὶ οἱ ξυγγενεῖς , φησί , τῶν φίλων ἀλλοτριώτεροι ἐνομίζοντο , διὰ
καὶ κινήσεις ἀποδιδόναι : τῷ δ ' ἐν ἡμῖν θείῳ ξυγγενεῖς εἰσι κινήσεις αἱ τοῦ παντὸς διανοήσεις καὶ περιφοραί .
7262102 Δηρον
μελῶν ἀρκούντων πρὸς τὴν μάχην . ἴδμονες : ἐπιστήμονες . Δηρόν : ἐπὶ πολύ . ἐπ ' ἀλλήλοισι : κατ
ψάλλων . Γαμήλια : πράγματα . Ἀλόχου : γυναικός . Δηρόν : μακρὸν χρόνον . ἐρητύουσι : κωλύουσιν . λελιημένον
7254007 συμμαθητας
δ ' ἂν ἐκ τούτων καὶ συντυχία . Πλάτων δὲ συμμαθητὰς ἔφη καὶ σύνοψιν οἰκειότητος . Εὔπολις δὲ συμβίοτοι συμπάροικοι
παιδεύεται . . ) . εἴσιθ ' ] πρὸς τοὺς συμμαθητὰς λέγει . εἴσιθ ' ] εἴσελθε . . .
7250262 καταπαιζεις
; φήμαις οὖν ἐγὼ βροτῶν ἅπαντας ἐκλαπῆναι . χαριεντίζει καὶ καταπαίζεις ἡμῶν καὶ βωμολοχεύει . ψίθυρός τε καλοῦ καὶ ψωμοκόλαξ
τοῦ παίζειν τε καὶ σκώπτειν . Ἀριστοφάνης Γηρυτάδῃ χαριεντίζει καὶ καταπαίζεις ἡμῶν καὶ βωμολοχεύει . Γ Γαληψός : Ἀντιφῶν κατὰ
7249904 ὐμμ
καὶ Κολοφῶνα καὶ Σμύρνην . πάντως , Κύρνε , καὶ ὔμμ ' ἀπολεῖ . Δόξα μὲν ἀνθρώποισι κακὸν μέγα ,
τοῦθ ' ὅσον σθένει μαθεῖν , βουλῇ πιφαύσκω δ ' ὔμμ ' ἐπισπέσθαι πατρός . ὅρκος γὰρ οὔτι Ζηνὸς ἰσχύει
7248008 ἐλεεινους
γυναῖκας . Οἱ μὲν πολλοὶ τῶν εἰωθότων τοιαύτας μελετᾶν ὑποθέσεις ἐλεεινοὺς ᾄδουσι λόγους καὶ τοῖς ὀδυρμοῖς οἴονται τῶν ἀκουόντων εὐδοκιμεῖν
τοὺς στρατιώτας μὴ φονευθῆναι , εἰς τὸ πάντας τοὺς ἐχθροὺς ἐλεεινοὺς εἶναι νομίζεσθαι παρὰ τῶν στρατιωτῶν . Χρὴ ἐχθρῶν ἐγγιζόντων
7245586 διαμαρτανοντων
ἐκείνων ἀποδοχὰς καὶ καταγινώσκειν τῶν τιμώντων πολλὴν ἠλιθιότητα ὡς ὑγιοῦς διαμαρτανόντων δόξης . εἰ δ ' ἔστιν , ὃν μιᾷ
κενοῦ αὐτὸν χανεῖν φασιν . ἐπὶ τῶν συνελπιζόντων χρηματιεῖσθαι , διαμαρτανόντων δὲ λέγουσιν . Ἀριστοφάνης Θεσμοφοριαζούσαις βʹ . Λύκου δεκάς
7242562 κηδω
ἀφρὸν τροφόν : ἀπὸ τοῦ α στερητικοῦ μορίου καὶ τοῦ κήδω τὸ βλάπτω , τὸ κήδω δὲ σημαίνει τὸ φροντίζω
Τὰ εἰς ΔΩ δισύλλαβα παραληγόμενα τῷ Η βαρύνεται : ἥδω κήδω . τὸ δὲ πηδῶ περισπᾶται . Τὰ εἰς ΔΩ
7241627 ἀπρακτοις
πάλιν . ὠφέλιμοι , φησίν , εἰσὶ τοῖς τῶν ἀνθρώπων ἀπράκτοις : οἱ γὰρ ἀργοὶ κεχήνασιν εἰς τὰς νεφέλας .
τῇ πόλει συγχαίρων βεβαίας ἀπολαυούσῃ δημοκρατίας οὔτε τοῖς ἐχθροῖς ἐφηδόμενος ἀπράκτοις ἀναχωροῦσιν , οὐκ αἰσχυνθείς , οὐκ ἐλεήσας τὸν φύσαντα
7229753 στρατευοντες
μεγάλῳ λιμένι : πεζῇ δὲ πέντε μυριάσι πλησίον τῶν τειχῶν στρατεύοντες , τειχήρεις συνεῖχον τοὺς Συρακοσίους , καὶ τὴν χώραν
κατεκτήσατο . διόπερ Ἄντιφός τε καὶ Φείδιππος οἱ Κῴων βασιλεῖς στρατεύοντες εἰς Ἴλιον ἦρχον τῶν πλεόντων ἐκ τῶν προειρημένων νήσων
7226937 μανικους
αὐτούς . ὀφθαλμοὶ ἔνυγροι γοργὸν βλέποντες θυμώδεις , ἰσχυρούς , μανικούς , ταχυλόγους , ταχυέργους , ἀπρονοήτους , ἀτόλμους δὲ
ἔρχονται . ὀφθαλμοὶ γοργὸν βλέποντες ἔνυγρον θυμώδεις , ἰσχυρούς , μανικούς , ταχυλόγους , ταχυέργους , ἀπρονοήτους , ἀτόλμους δὲ
7226744 πεφευγοτος
πράγματα . καὶ οὗτος κατὰ τοὺς αὐτοὺς χρόνους εἴρηται , πεφευγότος ἤδη τοῦ ῥήτορος , ὡς ἐν αὐτῷ τῷ λόγῳ
τὰ σφέτερα ἀφιγμένοις ἐκδίδοσθαι , εἰ μή γε ὑπὲρ ἑκάστου πεφευγότος τοῖς κατὰ πόλεμον κτησαμένοις ὀκτὼ δοθεῖεν χρυσοῖ : ἔθνει
7223341 ταφεντες
ἣν τῆς χθονὸς λάβωσιν ἐν ταφῇ , τουτέστιν ἣν γῆν ταφέντες κτήσονται . ἢ τὸ ἥν διὰ τὸ παμπησίαν νόει
ἣν τῆς χθονὸς λάβωσιν ἐν ταφῇ , τουτέστιν ἣν γῆν ταφέντες κτήσονται . ἢ τὸ ἣν διὰ τὴν παμπησίαν νόει
7222353 Ἀμενωφις
ἔτη θʹ , μῆνας ηʹ . . Καὶ μετὰ τοῦτον Ἀμένωφις ἔτη λʹ , μῆνας ιʹ . . Μετὰ δὲ
κβʹ αὐτοῦ ἐκολόβωσεν . Ϛʹ Τούθμωσις ἔτη θʹ . ζʹ Ἀμένωφις ἔτη λαʹ . Οὗτός ἐστιν ὁ Μέμνων εἶναι νομιζόμενος
7222190 κλαοντες
θέλει οὐδὲ τῆς ἀνάγκης καλούσης εὐλύτως ὑπακοῦσαι αὐτῇ , ἀλλὰ κλάοντες καὶ στένοντες πάσχομεν ἃ πάσχομεν καὶ περιστάσεις αὐτὰ καλοῦντες
, οἰκτρῶς ὑπὸ τοῦ πάθους διακείμενοι καὶ ἀθλίως ἐκπεπτωκότες , κλάοντες καὶ παρακαλοῦντές με μὴ περιιδεῖν αὐτοὺς ἀποστερηθέντας τῶν πατρῴων
7221993 σθεναροι
αἴθωνες , κρατεροί , μεγαλήτορες , εὐρυμέτωποι , ἄγραυλοι , σθεναροί , κερααλκέες , ἀγριόθυμοι , μυκηταί , βλοσυροί ,
μαρναμένων ἀνδρός τε καὶ ἰχθύος ἑλκομένοιο : τοῦ μὲν γὰρ σθεναροί τε βραχίονες ἠδὲ μέτωπα ὦμοί τ ' αὐχένιοί τε
7219720 Σογδιανοις
Γεδρωσίᾳ , πρὸς δὲ ταῖς ἄρκτοις Παροπανισάδαις καὶ Ἀραχωσίᾳ , Σογδιανοῖς τε καὶ Σάκαις , Σκυθίᾳ τε καὶ τῇ Σηρικῇ
. ρκβ μα . Οἱ Σάκαι περιορίζονται ἀπὸ μὲν δύσεως Σογδιανοῖς κατὰ τὴν ἐκτεθειμένην αὐτῶν ἀνατολικὴν πλευρὰν , ἀπὸ δὲ
7219553 νενικηται
λήθη , καὶ τὸ φανερὸν ὑπ ' ἀμνηστίας ἐν κωφῇ νενίκηται σιωπῇ . Τῶν γε μὴν ὑπολειπομένων θεῶν ἡ μάχη
, πρὶν ἀπειπεῖν αὐτὸ καὶ ὁμολογῆσαι , ὅτι ἐπτέρνισται καὶ νενίκηται δίς , ἔν τε τοῖς πρωτοτοκίοις καὶ ἐν τῷ
7218582 ἀτιζω
ἀτίζων ἔρχεται : τίω καὶ ἀτίω καὶ πλεονασμῷ τοῦ ζ ἀτίζω . ἢ ἀπὸ τοῦ ἀτιμάζω κατὰ συγκοπήν , .
. ἔστιν γὰρ ἀταλός ἀναδιπλασιασμόν ' . . . . ἀτίζω : εἰ μὲν σημαίνει τὸ ὑπερορῶ , γίνεται παρὰ
7216417 Κερνην
δὲ καὶ περὶ τῶν ἔξω στηλῶν Ἡρακλείων πολλοῖς μυθώδεσι , Κέρνην τε νῆσον καὶ ἄλλους τόπους ὀνομάζων τοὺς μηδαμοῦ νυνὶ
Σολόεντα ἄκραν παράπλους ἡμερῶν τριῶν . Ἀπὸ δὲ Σολόεντος εἰς Κέρνην παράπλους ἡμερῶν ἑπτά . Σύμπας δὲ ὁ παράπλους οὗτός
7215206 βλακες
οἰκίσκον τῶν λαμπαδηφόρων τε πλείστων αἰτίαν τοῖς ὑστάτοις πλατειῶν . βλᾶκες φύγεργοι ἦν δ ' ἐγώ ἀναπηρίαν γραΐζειν ἐμπαίζειν ἐπικρούσασθαι
. τὰ δὲ ἐναντία ἀστράτευτοι , ἀπόλεμοι , ἄθυμοι , βλᾶκες , βλακεύοντες , ἀμβλεῖς , βραδεῖς , ἀσθενεῖς ,
7214592 κεκληκα
: πόσους κέκληκας μέροπας ἐπὶ δεῖπνον ; λέγει : ἐγὼ κέκληκα μέροπας ἐπὶ δεῖπνον ; χολᾷς . οὐδεὶς παρέσται .
οὐδὲ εἷς ; σφόδρα ἠγανάκτησεν ὥσπερ ἠδικημένος , εἰ μὴ κέκληκα Δαιτυμόνας . οὐδ ' ἄρα θύεις ἐρυσίχθονα ; οὔκ
7210690 ἐοικατε
καὶ γῆν πολλὴν δοὺς πρὸς ᾗ ἐκέκτησθε . ὧν οὐκ ἐοίκατε χάριν ὀφείλειν : οὐ γὰρ ἄν ποτε Ἑρμόδωρον φίλον
καὶ πάλιν ἀλλὰ μανδραγόραν πεπωκόσιν ἤ τι φάρμακον ἄλλο τοιοῦτον ἐοίκατε ἀνθρώποις . [ , ] καὶ λαμπρότητι ἡ ἀκμὴ
7206457 λαβρωνιοι
καὶ ποικίλη . ἔμβαρος ἤδη δ ' ἐπιχύσεις διάλιθοι , λαβρώνιοι , Πέρσαι δ ' ἔχοντες μυιοσόβας ἑστήκεσαν . οὐ
ᾖ καὶ ποικίλη . Ἤδη δ ' ἐπίχυσις , διάλιθοι λαβρώνιοι , Πέρσαι δ ' ἔχοντες μυιοσόβας ἑστήκεσαν . Ὥστ
7206069 Ἰστροι
χώρας κατοικῆσαί τε περὶ τὸν Ἀδρίαν . Ἐνετῶν ἔχονται Θρᾷκες Ἴστροι λεγόμενοι . Δύο δὲ κατ ' αὐτούς εἰσι νῆσοι
ἐν περίπλῳ αὐτῆς . τὸ ἐθνικὸν Ἰστριανηνός ἢ Ἰστριανίτης . Ἴστροι , ἔθνος ἐν τῷ Ἰονίῳ κόλπῳ . Ἑκαταῖος Εὐρώπῃ
7205514 φιλονεικουντες
. „ ὁ μῦθος δηλοῖ , ὅτι οἱ τοῖς κρείττοσι φιλονεικοῦντες τῆς ἑαυτῶν σωτηρίας καταφρονοῦσι . μάντις ἐπὶ τῆς ἀγορᾶς
δέκα μὲν γὰρ ἑξῆς ἔτη ὤδινεν ἅπασα ἡ ἤπειρος , φιλονεικοῦντες ἅπαντες ἄνθρωποι δίκην τῆς Μαραθῶνι μάχης λαβεῖν , ἡτοιμάζετο
7204315 καταστρεφομενοι
τὴν δυναστείαν πολύν τινα διετέλεσαν χρόνον , ἄλλοτ ' ἄλλους καταστρεφόμενοι τέως ἕως ἅπαντας ὑποχειρίους ἔλαβον διακοσιοστῷ σχεδόν τι ἔτει
, ἐπῆρξαν δὲ Καρίας , καὶ προῆλθον τὴν ἑῴαν ἅπασαν καταστρεφόμενοι , καὶ ὡμολόγησαν ἡμῖν δουλεύειν Αἰγύπτιοι καὶ Βλέμμυες καὶ
7203588 πολεμησετε
ἐὰν μὲν γὰρ ἀντέχῃ τὰ τῶν Ὀλυνθίων , ὑμεῖς ἐκεῖ πολεμήσετε καὶ τὴν ἐκείνου κακῶς ποιήσετε τὴν ὑπάρχουσαν καὶ τὴν
τῶν ῥητόρων λεγόμενα . πρᾶξαι δὲ δυνήσεσθε ] οὐκ εἶπε πολεμήσετε φεύγων τὸ λυπεῖν διὰ τῆς δυσχερείας τοῦ ὀνόματος .
7201043 βεβαιουτε
τρόπον σώφρονα . Ὅτῳ δὲ ταῦτα μὴ μαρτυρεῖται , μὴ βεβαιοῦτε αὐτῷ τοὺς ἐπαίνους , καὶ τῆς δημοκρατίας ἐπιμελήθητε ἤδη
λύετε , ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι , τὰς παρανόμους γνώμας , βεβαιοῦτε τῇ πόλει τὴν δημοκρατίαν , κολάζετε τοὺς ὑπεναντίως τοῖς
7200467 ἀναγγελλοντες
ὑπέστρεψαν δὲ καὶ ἦλθον οἱ ἀποσταλέντες παρ ' ἐκείνου , ἀναγγέλλοντες καὶ μηνύοντες μαντείας ποικίλας καὶ αἰνιγματώδεις καὶ ἀσαφεῖς :
δαίμοσι ] τοῖς θεοῖς . φίλα ] προσφιλές . . ἀναγγέλλοντες ] δηλοῦντες . αἰολοστόμους ] ποικίλους , δυσνοήτους .
7198748 παπταινω
κυρτὸν ἐπαφρίζῃ τὰ δὲ κύματα μακρὰ μεμήνῃ , ἐς χθόνα παπταίνω καὶ δένδρεα τὰν δ ' ἅλα φεύγω , γᾶ
: ἐπιτηροῦσιν ἀπὸ τοῦ τὰ φάη πεταννύειν , βλέπουσιν : παπταίνω ἤτοι φαπεταίνω , τουτέστι τὰ φάη πεταννύω καὶ ἐν
7197716 ἠχουσιν
φωνὴ αὐτῶν ἐξακούεται , ὥσπερ καὶ αὐτοὶ κατὰ τὴν λίμνην ἠχοῦσιν . ἐπεὶ οὖν διαλελοίπασι καὶ χορὸς ἐγεγόνει , διὰ
, πλησσομένου τούτου διὰ τῆς κρούσεως τοῦ πλήκτρου . ἡδέως ἠχοῦσιν . ᾠδαῖς . . Εἰ δ ' ἀληθῶς ,
7196157 φρονημασιν
οὕτως ἐποίησε συμπαθεῖς τοὺς ἐν τῷ συνεδρίῳ καὶ ταπεινοὺς τοῖς φρονήμασιν ὥστε δοκεῖν αὐτοὺς ἡττῆσθαι καὶ μὴ νενικηκέναι . Ὅτι
, πολέμιόν τε οὐδὲν ὁρῶντες ἐς ἀντίπαλον μάχην καὶ τοῖς φρονήμασιν ἐς πᾶσαν ὕβριν ὠλισθηκότες . ὃ δὴ καὶ περιφανῶς
7191257 σασα
; ὦ φίλον Οἰδίπου τέκος , ἔδεις ' ἀκού - σασα τὸν ἁρματόκτυπον ὄτοβον ὄτοβον , ὅτε τε σύριγγες κλάγξαν
τοῦ βασιλέως τοὺς Κυρηναίους πικρῶς ἐχειρώσατο , καὶ ἀναχωρή - σασα εἰς Αἴγυπτον ἐτελεύτησε , καθὼς ἱστορεῖ Μενεκλῆς , ὁ
7189012 ἀορτας
δὲ ἀορταὶ εἴρηνται ἐν Ποσειδίππου Ἐπιστάθμῳ : σκηνὰς ὄχους ῥίσκους ἀορτὰς τάχανα λαμπήνας ὄνους : τὸ γὰρ ἐν Μισογύνῃ Μενάνδρου
δὲ ἀορταὶ εἴρηνται ἐν Ποσειδίππου Ἐπιστάθμῳ : σκηνὰς ὄχους ῥίσκους ἀορτὰς τάχανα λαμπήνας ὄνους : τὸ γὰρ ἐν Μισογύνῃ Μενάνδρου
7186252 χοιρῳ
τίς ἀγορεύειν βούλεται πάντων Ἀθηναίων ; ἐκέχρητο δὲ ὁ περιστίαρχος χοίρῳ καὶ τοῖς τοιούτοις ἀκαθάρτοις , διὰ τούτων τοὺς ἀκαθάρτους
, ὑποκύρτου , μικρὸν ὑπερεχούσης τοῦ ὕδατος , ὥστε ἐοικέναι χοίρῳ ἐπιπλέοντι θαλάσσης τὰ νῶτα , ἢ τῆς εἶδος ἐχούσης
7183970 λανθανουσιν
σφισιν ὁ Φιλίππου μηδαμῶς ἐλπίσασιν αὐτός τε καὶ ἡ στρατιὰ λανθάνουσιν ἐσελθόντες ἐς τὴν πόλιν . καὶ Ἀριστομένους δὲ μνῆμά
διὰ τὴν ταπεινότητα τῆς χώρας οὐ δυνάμενοι προιδέσθαι τὴν γῆν λανθάνουσιν ἑαυτοὺς ἐκπίπτοντες οἱ μὲν εἰς ἑλώδεις καὶ λιμνάζοντας τόπους
7181470 παραγενοιμην
† εἰς τὸν Ἠριδανὸν ποταμὸν κρέμαται ὁ Τάνταλος : εἴθε παραγενοίμην : τουτέστι μετὰ θρήνων : οἳ κατεῖδον ἄτας :
ἀοιδοὺς αὐτὰς λέγει , διὰ τὸ ἐπὶ θρήνοις εἶναι : παραγενοίμην εἰσέλθοιμι : ἵν ' ὁ ποντομέδων : ὅπου ὁ
7181216 τρεσηις
τῶιδε , τἄλλα γ ' εὐτυχῶς πεπραγότες . μή νυν τρέσηις ἔτ ' ἐχθρὸν Ἀργείων δόρυ : ἐγὼ γὰρ αὐτὴ
χρήσωνται τύχηι ; οἵδ ' οὐ προδώσουσίν σε , μὴ τρέσηις , ξένοι . τοσόνδε γάρ τοι θάρσος , οὐδὲν
7177175 κενοδοξους
ἀντορχούμενον ὥσπερ ὁ νυκτικόραξ ἁλίσκεται . διὸ τοὺς χαύνους καὶ κενοδόξους ὤτους καλοῦσιν . . . , : Κατὰ δὲ
ἰσχία . Ἀποτελεῖ δὲ εὔχροας , εὐακεῖς , εὐπαθεῖς , κενοδόξους , φιλοκαθαρίους , θρασυδείλους . καὶ ἐπὶ μὲν τοῦ
7176019 ἐσβαλλουσιν
Ἰονικοῦ κόλπου καὶ τῇ κροκάλῃ πορευομένους , ὑπεκβάντες τοῦ ἄστεος ἐσβάλλουσιν ἀθρόον ἐς αὐτοὺς εὖ μάλα παρατεταγμένοι , καὶ πολλοὺς
καὶ τυραννοῦντι ἐξεγένετο ὅμως ἐπικληθῆναι Χρηστῷ . ἐπὶ τούτου τυραννοῦντος ἐσβάλλουσιν ἐς τὴν Μεγαλοπολῖτιν στρατιᾷ Λακεδαιμόνιοι καὶ τοῦ βασιλέως Κλεομένους
7174913 ἑξαγια
κηκὶς καὶ κροκόμαγμα μετ ' οἴνου ἐπιχρίεται , ἢ δαφνίδων ἑξάγια β καὶ πηγάνου φύλλων # β , νάπυος ⋖
χυλοῦ ἑξάγια βʹ , κρόκου , ὀπίου , γομφίτου ἀνὰ ἑξάγια γʹ ςʹʹ . τὸ ὄπιον καὶ τὸν γομφίτην λείωσον
7170772 παρακελευομαι
καὶ τοὺς τούτοις ἑπομένους τιμᾶν δεῖν λέγων δευτέραν , ὀρθῶς παρακελεύομαι . τιμᾷ δ ' ὡς ἔπος εἰπεῖν ἡμῶν οὐδεὶς
ταῖς ἐπιφοραῖς εὐθὺς οἰκείως πλέκω . ἐνίοτε δ ' ἐφεστὼς παρακελεύομαι πόθεν ἅπτει ; τί τούτῳ μιγνύειν μέλλεις ; ὅρα
7166121 ἀφοβοι
αἱ γὰρ τῶν βαρβάρων λόγχαι παχέαι φαινόμεναι ἀγχέμαχοι μέν , ἄφοβοι δὲ ἐς τὸ ἐσακοντίζεσθαι ἦσαν . αὐτὸς δὲ τῶν
προαγορευτικοὶ τοῖς φεύγουσι δὲ πονηροί , ἀπὸ δὲ θήρας ἐπανιόντες ἄφοβοι καὶ ἄπρακτοι τετήρηνται . ] Ἕπεται δὲ τῷ περὶ
7166051 πλοις
εἰς ων λήγει ἐπὶ παντὸς γένους . Τοῖς πλόοις τοῖς πλοῖς . Εἴρηται ὅτι πᾶσα εὐθεῖα πληθυντικῶν εἰς ι λήγουσα
πλοῖ , τῶν πλόων τῶν πλῶν , τοῖς πλόοις τοῖς πλοῖς , τοὺς πλόους τοὺς πλοῦς , ὦ πλόοι ὦ
7165392 στασσω
, : σταλαγμός : στῶ ἐστι ῥῆμα , οὗ παράγωγον στάσσω , οὗ ὁ μέλλων στάξω * * * καὶ
, καὶ ἐπεισελθόντος τοῦ αλ , σταλαγμός . τὸ δὲ στάσσω καὶ αὐτὸ προσλαβὸν τὸ αλ , ἐποίησε τὸ σταλάσσω
7162561 Οἰνωτριαν
Ἄλπεων ἀρχὴ τῆς νῦν Ἰταλίας . οἱ γὰρ παλαιοὶ τὴν Οἰνωτρίαν ἐκάλουν Ἰταλίαν ἀπὸ τοῦ Σικελικοῦ πορθμοῦ μέχρι τοῦ Ταραντίνου
Ἀντίοχος δὲ τὴν Ἰταλίαν πρῶτόν φησι κληθῆναι Βρεττίαν , εἶτα Οἰνωτρίαν . , § : Φησὶ δ ' Ἀντίοχος ,
7162498 ἀνοημονες
. ἀνοήμονες οὐδέν ' ἁνδάνουσιν ἐν ὅληι τῆι βιοτῆι . ἀνοήμονες ζωῆς ὀρέγονται [ γήραος ] θάνατον δεδοικότες . ἀνοήμονες
ἀνοήμονες τὸ ζῆν ὡς στυγέοντες ζῆν ἐθέλουσι δείματι ἀίδεω . ἀνοήμονες βιοῦσιν οὐ τερπόμενοι βιοτῆι . ἀνοήμονες δηναιότητος ὀρέγονται οὐ
7161344 ἐπανθησαντες
. ἄβυσσος ] πολύς . αὐτοῖς ] ἔσται . . ἐπανθήσαντες ] ἀνατραφέντες . . πόνοισι ] δυστυχίαις . .
κοσμήσαντες . ἐπανθήσαντες ] ἀνατραφέντες . ἐπανθήσαντες ] λαμπρυνθέντες . ἐπανθήσαντες ] + ἤγουν ἀνατραφέντες ἐν τοῖς οἴκοις . ἐπανθήσαντες

Back