ἐν δεσμοῖς φθισίβροτος αἶσα κίχησι . καὶ δ ' ὥρην φράζοιο τίνες τ ' ἐπιμάρτυροι αὐτῇ κείνην ἥ ῥ ' | ||
τῆς ἁλιευτικῆς . φράζεο : σκόπει , καὶ νόησον . φράζοιο : μάνθανε , σκόπει , σκέπτου . ἀγρευτῆρας : |
ἑκατὸν θύσανοι . ἀμίτρους : ἀζώστους , μὴ διαπεπαρθενευμένας . μίτρας γὰρ ἐζώννυντο , ἃς ἔλυον ὅταν ἔμελλον διαπαρθενεύεσθαι , | ||
κατάστειλόν με τὰ περὶ τὼ σκέλει . Κεκρυφάλου δεῖ καὶ μίτρας . Ἡδὶ μὲν οὖν κεφαλὴ περίθετος , ἣν ἐγὼ |
φερέσβιος Δηὼ βροτοῖσι χάρμα δωρεῖται φίλον : ἔπειτα πνικτὰ τακερὰ μηκάδων μέλη χλόην καταμπέχοντα σάρκα νεογενῆ . τί λέγεις ; | ||
φερέσβιος Δηὼ βροτοῖσι χάρμα δωρεῖται φίλον : ἔπειτα πνικτὰ τακερὰ μηκάδων μέλη , χλόην καταμπέχοντα , σάρκα νεογενῆ . τί |
προφρονέως στιβαρῷ δείδεκτο κυπέλλῳ χρυσείῳ , τό ῥα δῶκε περίφρων Ἀμφιγυήεις Ἥφαιστος κλυτὸν ἔργον , ὅτ ' ἤγετο Κυπρογένειαν , | ||
. . [ αὐτίκα δ ' ἐκ γαίης πλάσσε κλυτὸς Ἀμφιγυήεις παρθένῳ αἰδοίῃ ἴκελον Κρονίδεω διὰ βουλάς : ζῶσε δὲ |
μὲν φύλλον ἐγγὺς τοῦ τῆς ἰτέας , πολύοζον δὲ καὶ πολύφυλλον καὶ τὸ δένδρον ὅλως μέγα : τὸν δὲ καρπὸν | ||
' ἐπικηρότατον ὁ πίσος : πρὸς μὲν τὰς ἐρυσίβας ὅτι πολύφυλλον καὶ χαμαισχιδὲς καὶ εὐαυξές : συμπληροῖ γὰρ τὸν τόπον |
ἐπίστασο δόξῃ . στρογγυλοδίνητος δὲ τετριμμένος εὖ κατὰ χεῖρα κόλλιξ Θεσσαλικός σοι ὑπαρχέτω , ὃν καλέουσι κεῖνοι κριμνίτην , οἱ | ||
ἐπίστασο δόξῃ . στρογγυλοδίνητος δὲ τετριμμένος εὖ κατὰ χεῖρα κόλλιξ Θεσσαλικός σοι ὑπαρχέτω , ὃν καλέουσι κεῖνοι κριμνίταν , οἱ |
καὶ πάλιν : εἴ μοι γένοιτο παρθένος καλή τε καὶ τέρεινα . τοῦτο τὸ εἰ γίνεται αἰ τοῦ ε τραπέντος | ||
ἐν ἡμετέρου ἣ νῦν μέγ ' ἱμείρει ? [ καλὴ τέρεινα παρθένος : δοκέω δέ μιν [ εἶδος ἄμωμον ἔχειν |
' ἀναχασσάμενος λίθον εἵλετο χειρὶ παχείῃ κείμενον ἐν πεδίῳ μέλανα τρηχύν τε μέγαν τε : τῷ βάλεν Αἴαντος δεινὸν σάκος | ||
* ἐρυμνός : ἄκρος , ὑψηλός , ἰσχυρός ὑψηλός * τρηχύν : τρηχύ . * πρηών : ἔξοχον ἐξοχή * |
, ψιμύθιον , μύρον , κίσηριν , στρόφι ' , ὀπισθοσφενδόνην , κάλυμμα , φῦκος , περιδέραι ' , ὑπογράμματα | ||
βαθύν , ψιμύθιον , μύρον , κίσηριν , στρόφον , ὀπισθοσφενδόνην , κάλυμμα , φῦκος , περιδέραια , ὑπογράμματα , |
Αἰήτας ἀδαμάντινον ἐν μέσσοις ἄροτˈρον σκίμψατο καὶ βόας , οἳ φλόγ ' ἀπὸ ξανθᾶν γενύων πνέον καιομένοιο πυρός , χαλκέαις | ||
πῦρ . παννύχιοι δ ' ἄρα τοί γε πυρῆς ἄμυδις φλόγ ' ἔβαλλον φυσῶντες λιγέως : ὃ δὲ πάννυχος ὠκὺς |
ἄνευ τοῦ ι , ἐπεὶ καὶ Ὀλυμπίαζε καὶ Ὀλυμπίαθεν . ὁμαρτῇ Ἀρίσταρχος ἄνευ τοῦ ι γράφει καὶ ὀξύνει ὡς ἀπὸ | ||
βυσσὸν ἴῃ θοὰ κύματα τέμνων , δὴ τότε πουλὺς ὅμιλος ὁμαρτῇ ποντοπορεύων ἰχθυόεις ἕπεται , κατὰ δ ' ἅψεα λιχμάζονται |
καὶ τευτλὶς καὶ τὸ λάπαθον καὶ ἡ ἀκαλύφη καὶ τὸ παρθένιον : τὸν δὲ στρύχνον καὶ ὠμὸν ἐσθίουσιν , ὃν | ||
ἢ τὴν τῶν αἰσχρῶν ἡδονῶν φθορὰν , ἵνα αὐτοῦ τὸ παρθένιον καὶ ἄδολον δηλοῖ : [ βοτὰ δὲ λέγει τὰ |
. † ἤτοι τὸν Ἑλλήσποντον . ἀμφὶ ] περὶ . εὐχόμεναι ] ἐναβρυνόμεναι κατὰ τὴν οἴκησιν , φημιζόμεναι . μυχία | ||
: Αἵδ ' ὑπὲρ Ἑλλάνων τε καὶ ἀγχεμάχων πολιητᾶν ἔστασαν εὐχόμεναι Κύπριδι δαιμονίαι . οὐ γὰρ τοξοφόροισιν ἐβούλετο δῖ ' |
σάρκας τῶν ἐχιδνῶν ἑψεῖν προσήκει , μέχρις ἂν ἀκριβῶς γενηθῶσι μαλακαί . καὶ αὐτὸ δὲ τὸ δι ' αὐτῶν σκευαζόμενον | ||
τε ἀταλαίπωροι καὶ πίεραι , καὶ αἱ κοιλίαι ψυχραὶ καὶ μαλακαί . Καὶ ὑπὸ τουτέων τῶν ἀναγκέων οὐ πολύγονόν ἐστι |
ἀνέηκέ με μελισσοτεύκτων κηρίων ἐμὰ γλυκερώτερος ὀμφά δενδρέων δὲ νομὸν Διώνυσος πολυγαθὴς αὐξάνοι , ἁγνὸν φέγγος ὀπώρας τί ἔρδων φίλος | ||
. διὸ καὶ Ἡσίοδος ἐν ταῖς Ἠοίαις εἶπεν : οἷα Διώνυσος δῶκ ' ἀνδράσι χάρμα καὶ ἄχθος , ὅστις ἄδην |
πολύστονα γυῖα πεδήσῃ : βρώμην μέν τ ' ὀρέγουσιν ἐΰδροσον ἀνθεμόεσσαν , δρεψάμενοι στομάτεσσι : ποτὸν δ ' ἄρα χείλεσιν | ||
ἔργων μνησάμεναι Δηοῖ πολυωπέας ἤνυσαν ὄμπας βοσκόμεναι θύμα ποσσὶ καὶ ἀνθεμόεσσαν ἐρείκην . δήποτε δ ' ἢ ῥοδέοιο νέον θύος |
παρὰ τὸ δῃόω γῆν καὶ τέμνειν ἐν τῇ ἀρόσει . Διώνη . ἡ Ἀφροδίτη , ἢ ἀπὸ τοῦ διὰ πάντων | ||
καὶ ἀθανάτοισι μάχονται . Τὴν δ ' ἠμείβετ ' ἔπειτα Διώνη , δῖα θεάων : τέτλαθι τέκνον ἐμόν , καὶ |
βρῶμά τι πολτῶδές φασιν εἶναι . | πρόμαλον φώξας : πρόμαλόν ἐστιν εἶδος φυτοῦ , οὗ μέμνηται καὶ Εὔπολις ἐν | ||
βρῶμά τι πολτῶδές φασιν εἶναι . | πρόμαλον φώξας : πρόμαλόν ἐστιν εἶδος φυτοῦ , οὗ μέμνηται καὶ Εὔπολις ἐν |
ἔπειτα δόλου πετάσασα θύρετρα , ἐξαπίνης συνέμαρψε καὶ ἔσπασεν εὐρὺ χανοῦσα ἄγρην κερδαλέην , ὅσσην ἕλεν οἰμήσασα . Καὶ μὲν | ||
' ἀλλήλοισιν ὁμιλῆσαι μεμαῶτε συμπεσέτην , ἔχιος δὲ κάρη κατέδεκτο χανοῦσα νύμφη φυσιόωσα : γάμῳ δ ' ἐπιγηθήσαντες ἡ μὲν |
ἐννύχιοι πίλναντο νόσων ἅπερ ἰητῆρος . Ὅς ῥά τε πᾶσιν ἔικτο θαλάσσιος ἠύτε Πρωτεύς . Οὐ γὰρ Ἀλήσιοί ἐστε . | ||
ὁ μὲν ἢ ὀλοοῖο Τυφωέος ἠὲ καὶ αὐτῆς Γαίης εἶναι ἔικτο πέλωρ τέκος οἷα πάροιθεν χωομένη Διὶ τίκτεν : ὁ |
, δεινολεχὴς Μήδεια Κυτηιάσιν μίγα κούραις . Οὐδέ τις ἐνδοτέρω κείνην ὁδὸν εἰσεπέρησεν ἐνδάπιος , ξεῖνός τε βροτῶν ὑπὲρ οὐδὸν | ||
οὐκ ἀπολοῦμαι τῆς σῆς Ἑλένης οὕνεκα . Σπάρτην ἔλαχες , κείνην κόσμει : τὰς δὲ Μυκήνας ἡμεῖς ἰδίαι . πριστοῖσι |
λέγουσιν . Οἱ χόλικες μὴ λέγε , ἀλλ ' αἱ χόλικες θηλυκῶς . Ἐκτενῶς μὴ λέγε , ἀλλὰ δαψιλῶς . | ||
διαπλῦναι . χορδαί , φῦσκαι , πασταί , ζωμός , χόλικες ἐν δὲ Κλεωναῖς ὀξίδες εἰσίν . εἰκοβολοῦντες καὶ πλάττοντες |
ἰχθύες ἐξεφάνησαν , μορφῆς πετραίης ἐξάλμενοι , ἐκ δὲ δόλοιο φορβήν τ ' ἐφράσσαντο καὶ ἐξήλυξαν ὄλεθρον . χείματι δ | ||
μάλιστα : ἀλλ ' ἄρα καὶ τῷ μῆτις ἀνεύρατο γαστέρι φορβήν . αὐτὸς μὲν πηλοῖο κατ ' εὐρώεντος ἐλυσθεὶς κέκλιται |
ὁμόφωνος . δύσπεμπτος ] οὐ γὰρ ἐξέρχεται τῶν οἴκων . προσήμεναι ] προσκαθήμεναι . τῶι πατοῦντι ] τῶι παραβαίνοντι τοὺς | ||
κατὰ πρῶν ' ἅλιον ] αἱ κατὰ τὸν Ἑλλήσποντον . προσήμεναι ] ὑποτασσόμεναι . οἵα Λέσβοςαὗται ] ἐν τῷ Αἰγαίῳ |
πέμπει παρὰ βασιλέα ἵππον χρυσοχάλινον καὶ ψέλια καὶ ἀκινάκας καὶ ἄμωμον . . . . σαμψῆραι : δῶρα φέρει Τραϊανῷ | ||
αἰγείρου τὰ ἄνθη ἀκαλήφηϲ ὁ καρπὸϲ καὶ τὰ φύλλα ἄκορον ἄμωμον ἀϲάρου ἡ ῥίζα βρυωνίαϲ ἡ ῥίζα ἀνθεμὶϲ ἀπαρίνη ἀριϲτολοχία |
ἐμβρυχθεῖσα ] βρωθεῖσα ἄλγεα ] πόνους δινεύοντα ] στρέφοντα περὶ στομάτεσσιν : ὑπερβατόν : ἐν τοῖς στόμασι τῆς γαστρὸς τὰ | ||
ἀμφιχέονται καί μιν ὁδοῦ βλάπτουσι πονεύμενον , ἄλλοθεν ἄλλαι κνίζουσαι στομάτεσσιν ἀναιδέσιν : αὐτὰρ ὁ κάμνει ὕδατι καὶ στυγερῇσιν ἰουλίσιν |
: οἱ δέ μιν εἰσορόωντες ἀολλέες ἰθὺς ἵενται ὄρνιθες , λάχνην δὲ διαψαίρουσι πόδεσσιν , ἠΰτε κερτομέοντες : ἐπὴν δέ | ||
μὲν ἔχειν ἵππου τοῦ τελείου , καὶ λόφον , καὶ λάχνην ἔχειν ξανθὴν , ποδῶν δὲ ἄριστα εἰληχέναι , καὶ |
ἐστὶ , τρέφεται , ἐγκάθηται , ὑπάρχει , βόσκεται . διεράς : διΰγρους . γονάς : τέκνα , γενεάς . | ||
, ᾗχί θ ' ἕκαστα ἐννέμεται , διερούς τε γάμους διεράς τε γενέθλας καὶ βίον ἰχθυόεντα καὶ ἔχθεα καὶ φιλότητας |
ἔειπε : τάχα γνώσῃ πρὶν ἀκοῦσαι . μάτηρ μὲν κεφαλὰν μυκήσατο παιδὸς ἑλοῖσα , ὅσσον περ τοκάδος τελέθει μύκημα λεαίνας | ||
Ἑρμάωνι φίλην ἀνεβάλλετο μολπήν : οὐ κύνες ὠρύοντο καὶ οὐ μυκήσατο ταῦρος , μούνη δ ' ἠνεμόεσσα , βοῆς ἀδίδακτος |
ἐντολαί ; . , , . Εἰδοθέη : , Εἰδοθέη Εὐρυνόμη . . αἰεὶ γὰρ περὶ νῆσον ἀλώμενοι ἰχθυάασκον . | ||
γρηῢς μὲν κείουσα πάλιν οἶκόνδε βεβήκει , τοῖσιν δ ' Εὐρυνόμη θαλαμηπόλος ἡγεμόνευεν ἐρχομένοισι λέχοσδε δάος μετὰ χερσὶν ἔχουσα : |
δὲ κτηνέων . Ἀπὸ τέω δὴ καὶ ἱερὰ τὰ Αἰγύπτια πολυειδέα ποιέεται : οὐ γὰρ πάντες Αἰγύπτιοι ἐκ τῶν δυώδεκα | ||
καυκαλίδας τε καὶ ἐκ σταφυλίνου ἀμήσας σπέρματα καὶ τρεμίθοιο νέον πολυειδέα καρπόν : ἢ ἔτι καὶ φοινίσσον ἁλὸς καταβάλλεο φῦκος |
φοινικοῦν ἐστὶ καὶ τῆς ῥοιάδος : ὀψιαίτερόν τε αὗται τῶν ἀνεμωνῶν ἀνθοῦσι : καὶ ἡ μὲν ἀργεμώνη ὀπὸν ἀνίησι κροκίζοντα | ||
, κρίνεσιν , κοσμοσανδάλοις , ἴοις , καὶ σισυμβρίοις , ἀνεμωνῶν κάλυξί τ ' ἠριναῖς , ἑρπύλλῳ , κρόκοις , |
ὑποδιαίρεσις , ἀπὸ τούτων , τῶν χαιρόντων τοῖς ἀγκίστροις . δονάκεσσιν : καλάμοις . ἀναψάμενοι : ἀναδήσαντες , ἀνακρεμάσαντες . | ||
δ ' ἱκόμην ἐλάταισι περὶ χλωρῇσιν ἐρεμνὰς νήσους ὑψικόμοισιν ἐπηρεφέας δονάκεσσιν . Ἡμικύνων τ ' ἐνόησα γένος περιώσιον ἀνδρῶν , |
τ ' ἐφύπερθε τάπητας χλαίνας τ ' ἐνθέμεναι οὔλας καθύπερθεν ἕσασθαι . αἱ δ ' ἴσαν ἐκ μεγάροιο δάος μετὰ | ||
, καί νύ κέ οἱ θηητὰ καὶ ἄμβροτα τεύχε ' ἕσασθαι δώσω , ἃ καὶ μακάρεσσι μέγ ' εὔαδεν ἀθανάτοισιν |
μόσχους πίμπραται ὁππότε θῆρα νομαζόμενοι δατέονται , τούνεκα τὴν βούπρηστιν ἐπικλείουσι νομῆες . τῷ δὲ καὶ εὐκραδέος τριέτει ἐν νέκταρι | ||
πρωτογόνου , στέργει δὲ περισφαραγεῦσα γάλακτι : τὴν ἤτοι μελίφυλλον ἐπικλείουσι βοτῆρες , οἱ δὲ μελίκταιναν : τῆς γὰρ περὶ |
πορεύεσθαι καὶ ὁρμᾷν : ἡ εἰς τὸ κίειν καὶ ἱέναι βόσιν ἔχουσα , τουτέστι τροφήν . . ΘΥΣΑΝΟΙ . Παρ | ||
λέξις * ἐπὶ τῶν μελισσῶν λέγεται παρὰ τὸ τιθέναι τὴν βόσιν . καὶ Ὅμηρος ἔνθα δ ' ἔπειτα τιθαιβώσσουσι μέλισσαι |
, μέγα βοῶν καὶ ἐλεεινὸν κωκύων ποτὲ μὲν πρὸς τὴν φηγὸν ἔτρεχεν ἔνθα ἐκαθέζοντο , ποτὲ δὲ ἐπὶ τὴν θάλασσαν | ||
ἂν ᾖ δανότατα τοῦ θέρους ἐκπεπρεμνισμένα κἀνθρακίζων τοὐρεβίνθου τήν τε φηγὸν ἐμπυρεύων , χἄμα τὴν Θρᾷτταν κυνῶν τῆς γυναικὸς λουμένης |
ὃν γαμέτην ὅτε πρῶτον ὀπωπήσασθαι ἔμελλε , νυμφιδίου σπείροιο παρακλίνασα καλύπτρην : ἄλλως : ἀντὶ τοῦ : ὁ σὸς ἔκγονος | ||
προδόμῳ : καταχρηστικῶς πρόδομον εἶπε τὸ πρόναον . τῆς δὲ καλύπτρην : τῆς δὲ Μηδείας ὁ Ἄψυρτος ἀποθνήσκων τὴν καλύπτραν |
μόρῳ ἐχρήσατο ὁ παῖς . Ἅρπαγος μὲν δὴ τὸν ἰθὺν ἔφαινε λόγον , Ἀστυάγης δὲ κρύπτων τόν οἱ ἐνεῖχε χόλον | ||
δέ οἱ εὕδοντι ἐπέστη ὄνειρος , ὅς οἱ τὴν ἀληθείην ἔφαινε τῶν μελλόντων γενέσθαι κακῶν κατὰ τὸν παῖδα . Ἦσαν |
πανώλεις , ῥητέον οὕτω : μητρὸς σπείρας ἄρουραν , ῥίζαν αἱματόεσσαν , συνήγαγε νυμφίους πανώλεις , ἑαυτὸν δηλαδὴ καὶ τὴν | ||
. Σὺν δ ' ἔβαλον θήρεσσιν ἐοικότες ὠμοβόροισι δῆριν ἐς αἱματόεσσαν , ὁμοῦ δ ' ἔχον ἔντεα καλά , ἔγχεα |
παντολέτειρα , αὐξιθαλής , φερέκαρπε , καλαῖς ὥραισι βρύουσα , ἕδρανον ἀθανάτου κόσμου , πολυποίκιλε κούρη , ἣ λοχίαις ὠδῖσι | ||
ὁ δ ' Ἡσίοδος ” Δωδώνην φηγόν τε , Πελασγῶν ἕδρανον „ ᾖεν . „ περὶ μὲν οὖν τῶν Πελασγῶν |
καὶ ὑποσήπει , καὶ τήν γε θῆρα τὴν προειρημένην ἀποδείκνυσι φερώνυμον . ὁ γοῦν ἰὸς ἐπὶ πᾶν ὠθεῖται τὸ σῶμα | ||
Αὐσονῖτιν Φυλαμὸν δοκήσεται : εἶτα μετ ' ὀλίγον καί : φερώνυμον νησῖδα νάσσονται πρόμου . Ἐξερχόμενος Διομήδης ἐπὶ Τροίαν Κομήτην |
, οὐδὲ γενέθλην εἴ τιν ' ὑπὸ σπλάγχνοισι φέρει δῄοισιν ὀπάσσω . ” Ὧς ἄρ ' ἔφη : καὶ τὸν | ||
νεφροῖσι δεθεὶς κάμνοντα σαώσει . Δεύτερον εὐχομένῳ τοι ἀρηγόνα λᾶαν ὀπάσσω , θεσπεσίοιο γάλακτος ἐνίπλεον , ἠΰτε μαζὸν πρωτοτόκου νύμφης |
γὰρ παρθένοι , μέλλουσαι πρὸς μίξιν ἔρχεσθαι , ἀνετίθεσαν τὰς παρθενικὰς αὑτῶν ζώνας τῇ Ἀρτέμιδι . Λυσικράτης ἕτερος : ἐπὶ | ||
. ἔρρετε , μηδ ' ὔμμιν πολεμήια ἔργα μέλοιτο , παρθενικὰς δὲ λιτῇσιν ἀνάλκιδας ἠπεροπεύειν . ” Ὧς ηὔδα μεμαώς |
νῦν πῖνε καθήμενος αἴθοπα οἶνον εἰς ὅ κε θερμὰ λοετρὰ ἐϋπλόκαμος Ἑκαμήδη θερμήνῃ καὶ λούσῃ ἄπο βρότον αἱματόεντα : αὐτὰρ | ||
ἕλετο ῥοδοδάκτυλος Ἠώς : ὡς δ ' ὁπότ ' Ἰασίωνι ἐϋπλόκαμος Δημήτηρ , ὡς αὖ νῦν μοι ἀγᾶσθε θεοὶ βροτὸν |
τανυσίπτεροι , καὶ παρὰ τὸ Σιμωνίδου ἄγγελε κλυτὰ ἔαρος ἁδυόδμου κυανέα χελιδοῖ . ἀντὶ τοῦ οὐ φαύλως κακόν . . | ||
μελιαδέα γᾶρυν ἀραρεῖν ἀκοαῖσι βροτῶν . ἄγγελε κλυτὰ ἔαρος ἁδυόδμου κυανέα χελιδοῖ τὸ δοκεῖν καὶ τὰν ἀλάθειαν βιᾶται . οὗτος |
, ἐμὲ διαφθείρων , πατροτύπτης . πάττων ] κοσμῶν , ῥαίνων , ῥαντίζων . πρὸ τοῦ ] χρυσῷ ἔπαττον κατεπάττουν | ||
τις τοῦ ΕΛΙΧΡΥΣΟΥ τῷ ἄνθει στεφανῶται , εὔκλειαν ἴσχει μύρῳ ῥαίνων . μνημονεύει αὐτοῦ Ἀλκμὰν ἐν τούτοις : καὶ τὶν |
μαστίχην . Θ . τὰ ἄκρα τῆς σκύλας . . σχῖνον : Ἤγουν σκίλλαν . . σχῖνος τὸ δένδρον , | ||
στύφουσιν , ἢ ῥόδα ἐν ὕδατι ἀφεψῶντα ἢ ῥοῦν ἢ σχῖνον ἢ ὀξύκρατον . οὐ χεῖρον δὲ καὶ εἰς τὴν |
σὸς ἔρωτος , ὅταν κούφῃ νεότητι Κύπριδος ἱμερόεντι καταφλεχθῇ φρένας οἴστρῳ . ὀργὴν οὖν πρήυνον ἀμειδέα , μηδ ' ἐπιτείνειν | ||
κρεῖσσον . Σοφίης Ἔρως ὁ λάτρις , Χάριτες πάλιν σὺ οἴστρῳ : ἔχε , Παλλάς , Ἀφροδίτης γλυκερὴν ὅλην γενέθλην |
ἐκ πυρὸς ἧκε βέλος . Αὐτοὶ τὴν ἁπαλὴν Εἰρήνιον εἶδον Ἔρωτες , Κύπριδος ἐκ χρυσέων ἐρχόμενοι θαλάμων , ἐκ τριχὸς | ||
' ἁ Κυθέρεια , κενοὶ δ ' ἀνὰ δώματ ' Ἔρωτες , σοὶ δ ' ἅμα κεστὸς ὄλωλε . τί |
καταμηνύει : εὑρίσκεται γοῦν περὶ ἵστον ὑφαίνουσα καὶ ποικίλλουσα τὴν δίπλακα . διδάσκει δ ' ἡμᾶς Ὅμηρος δεῖν τοὺς κεκλημένους | ||
' ὤμους Ἄργος Ἀρεστορίδης λάχνῃ μέλαν , αὐτὰρ ὁ καλήν δίπλακα , τήν οἱ ὄπασσε κασιγνήτη Πελόπεια : ἀλλ ' |
καθεύδει , οὐδ ' ἐπιτυμβίδιοι κορυδαλλίδες ἠλαίνοντι ; ἦ μετὰ δαῖτ ' ἄκλητος ἐπείγεαι , ἤ τινος ἀστῶν λανὸν ἔπι | ||
αἶγας , ἵρευον δὲ σύας σιάλους καὶ βοῦν ἀγελαίην , δαῖτ ' ἐντυνόμενοι . τοὶ δ ' ἐξ ἀγροῖο πόλινδε |
πᾶσι τριπτύχους κόρας ἴσκων παρέξειν , Κυνθίαν ὅσοι σκοπὴν μίμνοντες ἠλάσκουσιν Ἰνωποῦ πέλας , Αἰγύπτιον Τρίτωνος ἕλκοντες ποτόν . ἃς | ||
, εἰς ὃν οἱ ἐκπεσόντες Ἄτης ἂν λειμῶνα κατὰ σκότος ἠλάσκουσιν . ἡ δὲ ἔφεσις τοῦ φεύγοντος τὸν τῆς Ἄτης |
ἄλθεα πίσαις , ἄλλοτε βουκέραος χιληγόνου ὅ ῥα κεραίας εὐκαμπεῖς πετάλοισιν ὑπηνεμίοισιν ἀέξει , ἀτμενίῳ μέγ ' ὄνειαρ ὅτ ' | ||
βοτανώδεσι τόποις ἐν καθύγροις τόποις * δήεις : μάθε * πετάλοισιν ἀγαυρόν : εὐαυξῆ εὐθαλῆ * ἀγαυρόν : ὑψηλόν . |
κηρωτήν , λίτρον , προκόμιον , ὀχθοίβους , μίτρας , ἀναδήματα , ἔγχουσαν , ὄλεθρον τὸν βαθύν , ψιμύθιον , | ||
οἱ κριταί , καὶ τῷ νικήσαντι μὴ ταινίας ἀλλὰ φιλήματα ἀναδήματα παρὰ τῶν κριτῶν γενέσθαι . ἐπεὶ δὲ ἐξέπεσον αἱ |
καὶ σκιεροῦ κάτθες ὑπὲρ δαπέδου . αὐτίκα δὲ σκίλλην τριχοειδέσιν ἄμμιγα φλοιοῖς σταιτὶ περιπλάσσας θάλπε κατὰ φλογιῆς , ὄφρα κεν | ||
μετὰ θερμοῦ οἴνου ἔργα ] τοὺς κόπους διαθρύπτοιο ] διαθρύψαιο ἄμμιγα ] ὁμοῦ ἄμμιγα ] τῷ οἴνῳ ποιπνύων ] κατὰ |
ᾧ ἔπι παῖδες ἀμάρακον ἠδ ' ὑάκινθον πολλάκι καὶ θαλεροὺς θῆκαν ἴων στεφάνους . ἦν ἄρ ' ἀληθὲς τοῦτο , | ||
. . . . καὶ τά γε χρυσείην ἐς λάρνακα θῆκαν ἑλόντες : ἡ διπλῆ ὅτι τὴν σορὸν λάρνακα εἶπεν |
κῦμα : γράφεται οἶδμα . [ τὴν δὲ παρηορίην ] διηερίην : μετέωρον : ἐβάσταζον γὰρ αὐτὴν αἱ Νηρεΐδες ἄνωθεν | ||
κίρκος καὶ δολιχαὶ θώμιγγες ὑγρός τε μελίχροος ἰξὸς οἵ τε διηερίην δόνακες πατέουσιν ἀταρπόν . τίς τάδε τολμήσειεν ἀείδειν ἰσοτάλαντα |
κότταβον ἐνθάδε σοι τρίτον ἑστάναι οἱ δυσέρωτες ἡμεῖς προστίθεμεν γυμνασίῳ Βρομίου κώρυκον . οἱ δὲ παρόντες ἐνείρετε χεῖρας ἅπαντες ἐς | ||
? , σάτυρον ὑπὸ πίτυν , Ἄττιν ? ἡμιγύνην λυθέντα Βρομίου Θῆβαι / εἶδον ἀπολλύμενον [ γάμον ] ἔναιμον ? |
: κυρίως τὸ γυναικεῖον ἐργαλεῖον , ἐφ ' οὗ τὸ νῆμα περιειλεῖται : καταχρηστικῶς δὲ καὶ ἐπὶ βέλους : Σοφοκλῆς | ||
κατὰ τὸν δακτύλιον ἐντιθέναι : δεῖ δ ' ἀποδεσμεῖν ἰσχυρὸν νῆμα τῆς κροκύδος , ἵνα , ὅταν δέῃ , ῥᾳδίως |
' οὗ τότε χοιράδες ἔσταν . Ἆμος δ ' ἀντέλλοντι Πελειάδες , ἐσχατιαὶ δέ ἄρνα νέον βόσκοντι , τετραμμένου εἴαρος | ||
ἆθλον οὐρανοστεγῆ κλαίεσκον , ἔνθα νυκτέρων φαντασμάτων ἔχουσι μορφὰς ἄπτεροι Πελειάδες χλιδῶν τε πλόκαμος ὥστε παρθένοις ἁβραῖς : ὅθεν καλεῖν |
ἄστυ ὀψέ περ οἰκτείραντες . Ἀγειρόμενοι δ ' ἄρα πάντες σειρὴν ἀμφεβάλοντο θοῶς περιμήκεϊ ἵππῳ δησάμενοι καθύπερθεν , ἐπεί ῥά | ||
ἐκέλευσεν [ υἱὸς Λαέρταο , πολύτλας δῖος Ὀδυσσεύς : ] σειρὴν δὲ πλεκτὴν ἐξ αὐτοῦ πειρήναντε κίον ' ἀν ' |
δὲ κραδίην γλυκερῷ πυρὶ παρθένος Ἡρώ , κάλλεϊ δ ' ἱμερόεντος ἀνεπτοίητο Λεάνδρου . ὄφρα μὲν οὖν ποτὶ γαῖαν ἔχεν | ||
ἄλλων σύνθετα ἐπισυνάψωμεν . αὐτίκα δ ' ἀμφὶ γάμοιο διίξομεν ἱμερόεντος . ὅταν οἱ μὲν τριγωνοκράτορες ἐν κακοῖς ὦσι τόποις |
μάλιϲτα τοῦτο δρῶϲιν ἐπιτιθέμεναί τε καὶ πινόμεναι . Νήριον ἢ ῥοδοδάφνη ἔξωθεν μὲν καταπλαϲϲομένη διαφορητικῆϲ ἐϲτι δυνάμεωϲ , εἴϲω δὲ | ||
, κιτρίου τὸ σπέρμα καὶ τὰ φύλλα , νήριον ἢ ῥοδοδάφνη καταπλασσομένη , ξανθίου ἢ φασγάνου ὁ καρπός , ξύρεως |
αὐξητικόν , Κρυσηὶς διὰ τὸ κρυερόν , Ἀσίη διὰ τὴν ἄσιν καὶ τὸν ῥύπον , ὃν φέρει , ἢ παρὰ | ||
οὔτινα , φημί , χερειοτέρῃσιν ἐδωδαῖς τέρπεσθαι : πᾶσαν γὰρ ἄσιν ἁλός , ἥν κε κίχῃσι , φέρβεται : ἱμείρει |
δὲ καὶ νεφροῖσι δεθεὶς κάμνοντα σαώσει . Δεύτερον εὐχομένῳ τοι ἀρηγόνα λᾶαν ὀπάσσω , θεσπεσίοιο γάλακτος ἐνίπλεον , ἠΰτε μαζὸν | ||
? ? ? ! ! ! [ ] [ ] ἀρηγόνα χεῖρα γενε [ ] [ ] ανουσαν ? [ |
κρατὸς γίνεται κρᾶθεν , καὶ τροπῇ τοῦ ᾶ εἰς ῆ κρῆθεν . Κυάνεον ἐνταῦθα τὸ μέλαν , ἀλλαχοῦ δὲ τὸ | ||
καταζήνασκε δὲ δαίμων . ‖ δένδρεα δ ' ὑψιπέτηλα κατὰ κρῆθεν χέε καρπόν . † ) οὐδὲ οὗτος δύναται σὺν |
θεῶν , γοάει τε καὶ ἣν ὀλοφύρεται ἄτην , δάκρυσι δευομένη λέκτρου χάριν : ἧς ἐνιμίσγων θεῖον ὀπὸν κύρτον μὲν | ||
ἀλεύρου τῷ εὑριϲκομένῳ ἐν τοῖϲ τοίχοιϲ κατὰ τοὺϲ μύλωναϲ καὶ δευομένη ὠοῦ τῷ λευκῷ καὶ ἀναλαμβανομένη θριξὶ λαγῴαιϲ ϲτέλλει τὰϲ |
ἐν μίμοις ἀνδρείοις βότιν καλεῖ τινα ἰχθὺν ἐν τούτοις : κέστραι βότιν κάπτουσαι : καὶ μήποτε βοτάνην τινὰ λέγει . | ||
. λιχνοτέρα τᾶν πορφυρᾶν . καταπυγοτέραν τ ' ἀλφηστᾶν . κέστραι βότιν κάπτουσαι . τριγόλαι ὀμφαλοτόμωι . τριγόλαν τὸν εὐδιαῖον |
καὶ τὴν γῆν , ἀντὶ τοῦ , ἔνθα ὁ Ἀσωπὸς λιπαίνει τὴν Βοιωτίαν . . φίλον πίασμα ] προσφιλὲς τοῖς | ||
ἀναπνοῆς . Φωκέων ] τῶν . ὅπου . ποταμὸς . λιπαίνει . ἀρδεύει . πιαίνει ἀρδεύει . πιαίνει . ἡσύχῳ |
πέρι μυρίον αἰάζουσιν . καί ῥα κατὰ στυφελοῖο σαρωνίδος αὐτίκα μίτρην ἁψαμένη δειρὴν ἐνεθήκατο . ταὶ δ ' ἐπ ' | ||
Ὣς ἡ μὲν παρέπεισεν . ὁ δ ' αὐτίκα λύσατο μίτρην καὶ θεσμῶν ἐπέβησαν ἀριστονόου Κυθερείης . ἦν γάμος , |
. | Παγκάλοις δὲ καὶ ποικίλοις ὑφάσμασιν αὐτὴν περιέβαλεν , ὑακίνθῳ καὶ πορφύρᾳ καὶ κοκκίνῳ καὶ βύσσῳ καταχρώμενος εἰς τὴν | ||
ἅρμα Χαρίτων καὶ χορὸν Ἐρώτων συμπαίστορα . καὶ τῆς μὲν ὑακίνθῳ τὰς κόμας σφίγξασα , πλὴν ὅσαι μετώποις μερίζονται , |
, ἀλόηϲ ἐπιπάϲϲειν : ἠδὲ ἄρτῳ ἑφθῷ ξὺν πηγάνῳ ἢ μελιλώτῳ , ἀλθαίηϲ ῥίζῃϲιν . ἐϲ δὲ τὴν τρίτην ἡμέρην | ||
εἰσί . τὸ γὰρ ἔαρ ἀνθέων γεννητικόν : καίρων τῷ μελιλώτῳ στέφεσθαι τὴν ἐν Ἄγραις Ἄρτεμιν , Ἀπολλόδωρος δὲ παρὰ |
παντοίοις γε μὴν κεφαλὴν ἀνθέμοις ἐρέπτομαι λειρίοις , ῥόδοις , κρίνεσιν , κοσμοσανδάλοις , ἴοις , καὶ σισυμβρίοις , ἀνεμωνῶν | ||
: παντοίοις γε μὴν κεφαλὴν ἀνθέμοις ἐρέπτομαι , λειρίοις ῥόδοις κρίνεσιν κοσμοσανδάλοις ἴοις καὶ σισυμβρίοις ἀνεμωνῶν κάλυξί τ ' ἠριναῖς |
: ἤτοι ἡ μυρίχη ἤγουν ὁ μύριγγας . ἐθιοπὶς ἤτοι φλόμος μικρός . ἐβίσκου : ἡ ἀλθαία ἤτοι ὁ ἄγριος | ||
καὶ ἀρνόγλωσσον ἡμέρα δʹ , ὥρα αʹ , Ἑρμοῦ , φλόμος καὶ πεντάφυλλον ἡμέρα εʹ , ὥρα αʹ , Διός |
τοῦ σπέρματος φανερῶς , οἷον ὅ τε ἀνθέρικος καὶ τὸ λείριον καὶ τὸ φάσγανον καὶ ὁ βολβός . Ἀλλ ' | ||
τὸν διὰ τοῦ η γραφόμενον , καὶ τοῦ παρὰ τὸ λείριον , ὃ γράφεται μὲν διὰ διφθόγγου κατὰ τὴν ἄρχουσαν |
τεθαλυῖα , εἰρήνη τ ' ἀγαθή : ὅσα δ ' ἄγγεα μεστὰ μὲν εἴη , κυρκαίη δ ' αἰεὶ κατὰ | ||
, ὡς παρ ' Ὁμήρῳ : νᾶεν δ ' ὀρῷ ἄγγεα πάντα . ἡ δὲ σύνταξις κατὰ μετάθεσιν , ὡς |
οὕτω γὰρ ἔχει πρὸς τὸ μέτρον οἰκείως : τὸ δὲ κλειτὰν οὐ καλόν . Κεῖρεν ] Τὸ κεῖραι μεταφορικῶς εἴρηκεν | ||
οὕτω γὰρ ἔχει πρὸς τὸ μέτρον οἰκείως . τὸ δὲ κλειτὰν οὐ καλόν : χλιαρόν . ἀντὶ μιᾶς . [ |
' ὀΐστευσον Μενελάου κυδαλίμοιο , εὔχεο δ ' Ἀπόλλωνι Λυκηγενέϊ κλυτοτόξῳ ἀρνῶν πρωτογόνων ῥέξειν κλειτὴν ἑκατόμβην οἴκαδε νοστήσας ἱερῆς εἰς | ||
νευρῇ κατεκόσμει πικρὸν ὀϊστόν , εὔχετο δ ' Ἀπόλλωνι Λυκηγενέϊ κλυτοτόξῳ ἀρνῶν πρωτογόνων ῥέξειν κλειτὴν ἑκατόμβην οἴκαδε νοστήσας ἱερῆς εἰς |
[ νέαν ] Τροιζηνίαν ? ? ? ? [ ] Τροιζηνίαν [ νέαν νεανίϲκοϲ ] [ κόρην ἐπρίατο [ ἐραϲθεὶϲ | ||
[ Ἰωνίαν ] . κόρην ] νεανίϲκοϲ [ νέαν ] Τροιζηνίαν [ ] , Τροιζηνίαν [ νέαν νεανίϲκοϲ ] [ |
, ἀκάνθας ἔχουσι : κόμαι γὰρ ῥάμνου καὶ ἀσπαλάθου αἱ ἄκανθαι . ἀσπάλαθοι : εἶδος ἀκάνθης , ᾗ πληγέντες οἱ | ||
. ἀσκάντης Ἀττικοί , κράβατος Ἕλληνες . ἀσπάλαθοι Ἀττικοί , ἄκανθαι Ἕλληνες . αὐτοδίκην Ἀττικοί , αὐθέντην Ἕλληνες . ἀχανής |
δ ' ἐντὸς τῆς πίνης Ἐπαίνετος ἐν Ὀψαρτυτικῷ καλεῖσθαί φησι μήκωνα . ἐν δὲ πέμπτῳ ζῴων μορίων ὁ Ἀριστοτέλης γίνονται | ||
δὲ κατὰ κοιλίαν ἐνοχλουμένοις ἀντὶ τοῦ ἐλαίου ὑποτρίβειν τὴν λευκὴν μήκωνα , ἡσυχῇ φώξαντα σὺν τῷ ἐλύτρῳ καὶ ἐκχυλίσαντα εἰς |
ᾠκοδόμησεν . ἢ Ἀπολλωνίων τῶν ἀπολωλότων , ὡς ἐν τῷ Φαέθοντί [ . , ] φησιν : ὦ καλλιφεγγὲς Ἥλι | ||
ᾠκοδόμησεν . ἢ Ἀπολλωνίων τῶν ἀπολωλότων , ὡς ἐν τῷ Φαέθοντί [ . , ] φησιν : ὦ καλλιφεγγὲς Ἥλι |
ἄλλους δέ τινας κόσμους ὀνομάζουσιν οἱ κωμῳδοδιδάσκαλοι , λῆρον , ὀχθοίβους , ὄλεθρον , ἑλλέβορον , πομφόλυγας , βάραθρον , | ||
κάτοπτρον , ψαλίδα , κηρωτήν , λίτρον , προκόμιον , ὀχθοίβους , μίτρας , ἀναδήματα , ἔγχουσαν , ὄλεθρον τὸν |
' , ὅταν ταύτῃ ῥαισθῇ : τὴν δ ' ἀτέραμνον στορέσας ὀργὴν εἰς ἀρθμὸν ἐμοὶ καὶ φιλότητα σπεύδων σπεύδοντί ποθ | ||
ἔφην δαμασθῇ . . ἀτέραμνον ] σκληρὰν καὶ ἄκαμπτον . στορέσας ] μαλακίσας καὶ καταβαλών . . ἀριθμόν ] γράφεται |
, παράγωγον τῶν εἰς μι φημὶ φήσω πέφηκα πέφαμαι πέφασαι πέφαται . ἢ πέφαται καὶ ἔπειτα πεφάσεται . . . | ||
ὀργὴν ἴσχε Φιλοστράτου , ὃς Κλεοπάτρᾳ νῦν προσομιλήσας τοῖος ἰδεῖν πέφαται . Ϛʹ . Καὶ Θεόμνηστον δὲ τὸν Ναυκρατίτην ἐπιδήλως |
Ἀρτοπώλισι [ . ] : φέρε νῦν ἀγήλω τοὺς θεοὺς ἰοῦς ' ἐγώ . δηλοῖ καὶ τὸ τιμῆσαι . ἄγειν | ||
μὲν ἱστορία οὕτως . * ἔτυμον : ἀληθές ἀληθῶς * ἰοῦς ' : πορευομένη ἐρχομένη τὸ δὲ χαλέψατο ἀντὶ τοῦ |
: δὴν δὲ κατικμάζων ἄγονον σπόρον ἄλλοτε φωτός , πολλάκι θηλυτέρης , σκεδάων γυίοισι τέλεσκε . ἀλλὰ σὺ τῷ βατράχοιο | ||
' ] ποτέ τότ ' ] ἄλλοτε σταγόνεσσι ] σταλαγμοῖς θηλυτέρης γὰρ πώλοιο : νέας γυναικός φησι , καὶ οὐ |
τῆλε δ ' ἀπὸ κρατὸς βάλε δέσματα σιγαλόεντα , ἄμπυκα κεκρύφαλόν τε ἰδὲ πλεκτὴν ἀναδέσμην κρήδεμνόν θ ' , ὅ | ||
χρυσάμπυκας ἵππους ” φησίν . ὅταν δὲ λέγῃ “ ἄμπυκα κεκρύφαλόν τε , ” κόσμον τινὰ ἔοικε περὶ τὴν κεφαλὴν |
Χάριτες πάλιν σὺ οἴστρῳ : ἔχε , Παλλάς , Ἀφροδίτης γλυκερὴν ὅλην γενέθλην . Δαναοῖς , θέλεις , ἀμύνω , | ||
] τῶν χρυσῶν . πρός τ ' ἑὰ τέκνα φίλα γλυκερὴν φάσιν ἔκδοτε δούλῃ , χάρματι νοστῆσαι πάλιν [ ] |
νόθον υἱὸν ἀγακλῆος Πριάμοιο ἵππων ἡνί ' ἔχοντα μετώπιον ὀξέϊ λᾶϊ . ἀμφοτέρας δ ' ὀφρῦς σύνελεν λίθος , οὐδέ | ||
, τόσσοι λίθοι . Ἀλλὰ σύ γ ' ἥρως , λᾶϊ σιδηρίτῃ πεφυλαγμένος , ἑρπετὰ πάντα θαρσαλέως , εἰ καί |
κυπαίρω . καὶ Ἴβυκος : μύρτα τε καὶ ἴα καὶ ἑλίχρυσος , μᾶλά τε καὶ ῥόδα καὶ τέρεινα δάφνα . | ||
κισσὸς κισσύβιον ] . ἐπανάληψις τὸ σχῆμα . ἑλιχρύσῳ : ἑλίχρυσος εἶδος φυτοῦ , οὗ τὸ ἄνθος χρυσοειδές . ἑλιχρύσῳ |
Δηώ : γῆ : σωματοποιεῖ τὴν γῆν ὡς θεάν . Δηὼ ὁ θεὸς παρὰ τὸ δαίω τὸ καίω , δηὼ | ||
, ἁρπαγείσης ὑπὸ τοῦ Πλούτωνος , ἡ μήτηρ αὐτῆς ἡ Δηὼ νῆστις περιήρχετο ζητοῦσα αὐτήν , καὶ δὴ περιερχομένη καὶ |
: περικτίονες , οἱ πέριξ οἰκοῦντες καὶ πρόσχωροι . ʃ περικτίονές εἰσι καὶ ἀμφικτίονες οἱ περιοικοῦντες . Ὅμηρος εὐκτίμενον τὸ | ||
: περικτίονες , οἱ πέριξ οἰκοῦντες καὶ πρόσχωροι . ʃ περικτίονές εἰσι καὶ ἀμφικτίονες οἱ περιοικοῦντες . Ὅμηρος εὐκτίμενον τὸ |
κόρσῃ μάλ ' ἐοικότα φημὶ βροτείῃ παύειν ὀξυτάτῳ τετριμμένον ἄμμιγα Βάκχῳ ἀμφίπολον θανάτοιο κελαινῆς ἀσπίδος ἰόν . μέτρῳ δ ' | ||
τῷ Σαβαζίῳ , τουτέστι τῷ Διονύσῳ , καθάπερ τοὺς τῷ Βάκχῳ Βάκχους . τὸν αὐτὸν δὲ εἶναι Σαβάζιον καὶ Διόνυσόν |
τὸ σπέρμα , σκόροδον , κρόμμυον , τῶν ταύρων αἱ χολαί , τῶν μύρων ἁπάντων τῶν παχυμερῶν τε ἅμα καὶ | ||
πάθος . κἂν μὲν οὖν μὴ πάνυ πονηραὶ αἱ ἐκκρινόμεναι χολαί εἰσιν , ὁποῖαι αἱ πρασώδεις καὶ αἱ ἰώδεις , |
μαστάζειν γενύεσσιν , ἀμελγόμενος δ ' ἀπὸ χυλόν τύμμασιν ἡμίβρωτα βάλοις ἔπι λύματα δαιτός ὄφρα δύην καὶ κῆρα κατασπέρχουσαν ἀλύξῃς | ||
τερεβινθίνης # δ . εἰ δὲ # δ τοῦ κηροῦ βάλοις καὶ ῥητίνης # α , ἔσται πρὸς τὰ μὴ |
στρόφον , ὀπισθοσφενδόνην , κάλυμμα , φῦκος , περιδέραια , ὑπογράμματα , τρυφοκαλάσιριν , ἐλλέβορον , κεκρύφαλον , ζῶμ ' | ||
, ὀπισθοσφενδόνην , κάλυμμα , φῦκος , περιδέραι ' , ὑπογράμματα , τρυφοκαλάσιριν , ἐλλέβορον , κεκρύφαλον , ζῶμ ' |
εὐκεράοιο πολεύῃ , μὴ σύγε μοι μνώοιο πολυκτεάνων ὑμεναίων : τεύξει γὰρ φαέθουσα Σεληναίη κλυτόπωλος τῆμος καὶ φιλίην μινυανθέα καὶ | ||
ὅταν ἀρνῆται μελεὸν γάμον ἀγλαὸς Ἀνθεύς , δὴ τότε οἱ τεύξει μητιόεντα δόλον μύθοις ἐξαπαφοῦσα , λόγος δέ οἱ ἔσσεται |
βλαϲτοὶ καὶ ὁ χλωρὸϲ καρπὸϲ καὶ τὸ ἄνθοϲ βρομὸϲ μετρίωϲ δορύκνιον ψύχει πάνυ βρύον θαλάϲϲιον γλαύκιον μετρίωϲ καλάμου φραγμίτου μετρίωϲ | ||
, βρόμος μετρίως , βρύον θαλάσσιον , γλαύκιον μετρίως , δορύκνιον πάνυ , ἐλαίας οἱ θαλλοὶ καὶ ὁ ἄωρος καρπός |
' Ἀθηναίους ἔτι παύσει ; Ποῖον γὰρ κατὰ χρησμὸν ἐκαύσατε μῆρα θεοῖσιν ; Ὅνπερ κάλλιστον δήπου πεπόηκεν Ὅμηρος : Ὣς | ||
καθύπερθε δυσηχέος ἐσσυμένοιο : καπνὸς δ ' αἱματόεις ἀνεκήκιε : μῆρα δὲ πάντα πῖπτε χαμαὶ τρομέοντα : κατηρείποντο δὲ βωμοί |