ἀγαθά , συμπράξαιεν δ ' ἂν οὐδέν : οὐ γὰρ φίλησιν ἔχουσιν εἰς αὐτούς , χρόνῳ τινὶ καὶ συνηθείᾳ στέρξαντες
ὁρῶσιν εὖ πράττοντας . εἴληφε δὲ οὐ φιλίαν , ἀλλὰ φίλησιν : ἡ γὰρ φιλία ἐν τοῖς ἀντιφιλοῦσιν . ἀλλ
6628113 ϲτυψιν
ἔϲτω καὶ λευκόϲ , καθαρόϲ , ὀλιγοφόροϲ , βραχεῖαν ἔχων ϲτῦψιν . μεγίϲτηϲ μὲν οὖν ξηρότητοϲ ἴαϲιϲ αὕτη : αἱ
ὁ ῥόοϲ . ὀξύκρητον μὲν ὦν τοῖϲι ἀραιοῖϲι ἱκανὸν ἐϲ ϲτῦψιν : οὐδὲ γὰρ οὐδὲ αἷμα ἄκρητόν ἐϲτι τὸ ῥέον
6406906 ἐπιβεβουλευμενος
ὅτε τὴν τῶν παρανόμων αὐτὸν ἐδίωκε γραφήν , ἔλεγεν ὡς ἐπιβεβουλευμένος ὁ παῖς εἴη περὶ οὗ τὸ ψήφισμα γεγραμμένον ἦν
' αὐτῷ μένειν , ὡς δ ' εἰς τὴν γυναῖκα ἐπιβεβουλευμένος , ὅπως ἂν ἀποκτείνειεν ἐζήτει . καὶ ἀπέκτεινεν ,
6240667 ϲηψιν
δὲ διὰ πύκνωϲιν , τοῖϲ ἀραιοῦϲιν , εἶτα τὴν μὲν ϲῆψιν τοῖϲ ῥύπτουϲι καὶ ἀλλοιοῦϲι καὶ μεταβάλλουϲι , τὸν δὲ
αὑτῶν οὐϲίαϲ . αἷμα γοῦν ἐϲτιν ἐπὶ τούτων τὸ τὴν ϲῆψιν ἀναδεξάμενον . οὕτωϲ δὲ καὶ τὰϲ ἄλλαϲ διαφορὰϲ τῶν
6216302 διαπλασιν
ἐμνήσθην , μὴ νομί - σεις , ὅτι οὐχὶ καὶ διάπλασιν καὶ ἐπίδεσιν καὶ ἀπόθεσιν . πάντα γὰρ ταῦτα συνυπακούειν
κατάγματος βάλλεις , τὰ ἔνθεν κἀκεῖθεν ἐκκρεμῆ γινόμενα διαστρέφουσιν τὴν διάπλασιν . δεῖ οὖν καὶ παλαιὰν καὶ πλατεῖαν εἶναι τὴν
6207177 ὑποβασιν
τοῦτο ἔχουσι μόνον . ὅρα οὖν τῶν ὄντων τὴν εὔτακτον ὑπόβασιν : τὰ μέν εἰσιν αὐτοενέργειαι μεταβολῆς πάσης καὶ τῆς
παράγει . καὶ τῷ εἴδει δὲ διάφοροι ὑπάρχουσι κατὰ τὴν ὑπόβασιν , οὐκ ἔστι δὲ ἄπειρα τὰ εἴδη αὐτῶν ,
6181491 ταὐτοτητα
τῶν διαφορῶν : λέγει γὰρ καὶ τὴν διαφορὰν καὶ τὴν ταὐτότητα γενικὰ θῶμεν . Ὅτι δὲ λέγεται πρὸς ταῦτα ἐν
τῆς φύσεως δημιουργεῖσθαι οὐκ ἀσκόπῳ ἔοικεν ἔργῳ οὐδὲ ἀναιτίως τὴν ταὐτότητα καὶ τὴν ὁμοιότητα διασώζοντι : ἐπεὶ καὶ ἐνταῦθα μὲν
6181309 ἐγγυην
ἄλλων προέχων , πρὸς αὐτὸν ἔφη „ ἐγὼ ταύτην τὴν ἐγγύην μόνος κατεγγυῶμαι , σαφῶς εἰδὼς τὸ περὶ πάντα φιλάνθρωπον
τῆς παρθένου τοῖς συγγενέσιν , ἀλλ ' ὅταν ἐπὶ τὴν ἐγγύην προαχθῇ , μετὰ βίας αὐτὴν ἀπάγειν , ἑαυτῷ τε
6161144 ἀνειμενην
τὴν λαμβδοειδῆ . τὸ δὲ θῆλυ μίαν ἔχει ῥαφὴν κυκλοτέρως ἀνειμένην . Πόθεν μέτωπον ; οἷον ὑπέρωπον , τὸ ὑπεράνω
πολίταις ἢ τοῖς Ἕλλησι νομιστέον ; καὶ μὴν οὐδ ' ἀνειμένην γε τὴν ἐλευθερίαν ἐποίησαν αὐτοῖς : οἵ γε πρὸς
6146933 θερμασιαν
ταχεῖα καὶ πυκνὴ καὶ μεγάλη γίνεται ἡ ἀναπνοὴ σημαίνει πολλὴν θερμασίαν καὶ δίψαν : εἰ δὲ ἀραιὰ καὶ βραδεῖα ,
θερμασία : ἐκ τούτου γίνεται ἀλεείνω , οἱονεὶ εἰς τὴν θερμασίαν ἐκ τοῦ ψύχους ἀποφεύγω . τὰ διὰ τοῦ εινω
6145462 περιοχην
τῆς σφαίρας ὅσον δακτύλους τρεῖς : τὴν δὲ τοῦ τρυπήματος περιοχήν , δι ' οὗ καθίεται ὁ σίφων , στεγνοῦν
μίαν ἀπόρρητον περιοχήν , οὕτως ἀπόρρητον ὡς μηδεμίαν εἶναι μηδὲ περιοχήν , μηδὲ εἶναι , μηδὲ ἀπόρρητον : περὶ ἧς
6137394 εὐνοϊκωτερον
; διαπαρθένια δῶρα παρακόμους πυξίον Εἶτ ' οὐ γυναικός ἐστιν εὐνοϊκώτερον γαμετῆς ἑταίρα ; πολύ γε καὶ μάλ ' εἰκότως
ἐγένοντο , οὐδ ' οὕτως ἐσμὲν εὐήθεις ὥστε ἡγεῖσθαι Θηβαίους εὐνοϊκώτερον ἡμῖν ἢ σφίσιν αὐτοῖς ἔχειν , οὐδέ γε οὕτως
6125018 βλασφημιαν
γὰρ ἰσότητι δόξαν καὶ ἀσφάλειαν ἀκολουθήσειν , τῇ δὲ πλεονεξίᾳ βλασφημίαν καὶ φόβον , δι ' ὧν ταχέως ἂν αὐτοῦ
τοίνυν μετὰ τοῦ λῃτουργεῖν τὰ σφέτερ ' αὐτῶν διεφθαρκότες τὴν βλασφημίαν ἀντὶ τῆς χρείας τῇ πόλει καταλείπουσιν : οἱ δ
6118690 φαρυγα
ἵσταται : καθίσταται * ὁ κάμνων : ὁ δηχθείς * φάρυγα : κατὰ τὸν λαιμόν * ξηραίνεται : ξηρὸν γίγνεται
καὶ πνεύματος κατοχή . ἀνακογχυλίασον . ἀνακογχυλιάσαι τὸ κλύσαι τὴν φάρυγα , ὃ λέγομεν ἀναγαργάρισον . ὡς ἔπος εἰπεῖν .
6089950 ἀνελευθεριαν
μὴ κατ ' ἀξίαν τῆς οὐσίας φαίνεσθαι ὠφελοῦντα τοὺς φίλους ἀνελευθερίαν ἔμοιγε δοκεῖ περιάπτειν . εἰσὶ δ ' αὖ ,
σωφροσύνῃ θνητῇ κεκραμένη , θνητά τε καὶ φειδωλὰ οἰκονομοῦσα , ἀνελευθερίαν ὑπὸ πλήθους ἐπαινουμένην ὡς ἀρετὴν τῇ φίλῃ ψυχῇ ἐντεκοῦσα
6089608 μειρακα
εἴρηκε . εἴρηκε δὲ καὶ σύμποδα καὶ συνθήκην μεσέγγυον τὴν μείρακα καταθέσθαι Ἀριστοφάνης λέγει . ὅτῳ δὲ τὰ σκεύη ἐκομίζετο
ἐκ μὲν παιδὸς εἰς ἔφηβον , ἐκ δὲ ἐφήβου εἰς μείρακα καὶ ἐπὶ τῶν ἑξῆς ἡλικιῶν : λέγει δὲ περὶ
6073210 Ἰοδαμαν
δὲ τῆς θεοῦ τὴν Μεδούσης ἐπεῖναι τῆς Γοργόνος κεφαλήν : Ἰοδάμαν δέ , ὡς εἶδε , γενέσθαι λίθον . καὶ
εἰς ἔριν τὴν εἰς ἀλλήλας χωρῆσαι , ἀναιρεθῆναί τε τὴν Ἰοδάμαν ὑπὸ τῆς Ἀθηνᾶς . . . . : Ἀγκαίωι
6070111 λαμπηδονα
καὶ περιφερόμενα . ἐπεὶ οὖν καὶ τῶν ζῴων τινὰ φύσει λαμπηδόνα ἐν τοῖς ὀφθαλμοῖς ἔχει καὶ φῶς λεπτομερές τε καὶ
: καὶ ὁ Ὅμηρος μὴ ἐνεγκὼν τὴν θέαν καὶ τὴν λαμπηδόνα τῶν ὅπλων ἐτυφλώθη . Οἳ δὲ ὅτι , ἐπειδὴ
6059102 Θυμιατηριῳ
πόλου ἀπέχει μοίρας νθʹ , ὁ δὲ ἐν μέσῳ τῷ Θυμιατηρίῳ λαμπρὸς ἀστὴρ ἀπὸ τοῦ νοτίου πόλου ἀπέχει μοίρας μϚʹ
ἕβδομος σφόνδυλος ἐπ ' εὐθείας εἰσὶ τῷ ἐν μέσῳ τῷ Θυμιατηρίῳ λαμπρῷ , καὶ πάλιν , ὅτι ὁ βορειότερος τῶν
6054422 ἰσχνοτητα
ὅθεν καὶ Στράττις ἐν τῷ Κινησίᾳ τὸν Σαννυρίωνα διὰ τὴν ἰσχνότητα κάναβον καλεῖ : αὐτὸ δὲ τὸ πήλινον , ὃ
εὐπόρως πέττουσι : καὶ τὸ σφαλὲν ἄνωθεν σῶμα διὰ τὴν ἰσχνότητα οὐ βαρείας τυγχάνει τῆς πληγῆς . Οὗτοι δὲ γυμνοὶ
6041724 αἱρετην
σπεύδειν ἐπὶ τοῦτον γίνεται φιλάργυρος . πάλιν ὁ τὴν δόξαν αἱρετὴν ὑποτιθέμενος συντόνως ἐφίεται τῆς δόξης , τὸ δὲ συντόνως
Ὁ δὲ τὸν τοῦ Διὸς ἐν τούτῳ ἔχων ἐπίκεντρον καὶ αἱρετὴν ἔσται πλούσιος , ἐπίσημος , εὔγαμος , εὔτεκνος ἀπὸ
6032500 πυρωσιν
τοσαύτην ἀποτελοῦν διὰ τὸ τῆς ἐνεργείας ἀδιάλειπτον ἐν τῷ σώματι πύρωσιν , ὥστε , εἰ μὴ παρ ' ἕκαστον ἀναψύχομεν
. φησὶν οὖν : καὶ τοῦ ἀέρος διαυγάσαντος , διὰ πύρωσιν καὶ τῆς θαλάσσης καὶ τῆς γῆς ἐγένετο πνεύματα καὶ
6025921 ἐγγινομενην
ψυχῆς φύσει συμβαινούσας κατεῖδε , τὴν μὲν ὀργὴν ὑπὸ λύπης ἐγγινομένην , ζέσιν δέ τινα τοῦ αἵματος καὶ τοῦ ἐν
τοσαύταις ὅσων καὶ τὸν τύπον σῴζομεν . ἔτι ἤτοι τὴν ἐγγινομένην νῦν καὶ τυπουμένην εἰκόνα φαντασίαν λέγουσιν ἢ τὴν γεγονυῖαν
6011291 φορητην
γῆς , ὅση δέξαιτ ' ἂν τὸ φυτόν , ὥστε φορητὴν γίνεσθαι πολλάκις , εἶτα κοντοῖς ἀπωθεῖσθαι πάλιν εἰς τὴν
γε ἀφόρητον τοῖς κρείττοσιν . Αἱ δὲ τῶν ἀγγέλων παρουσίαι φορητὴν τοῦ ἀέρος τὴν κρᾶσιν ἐπιτελοῦσιν , ὥστε δύνασθαι αὐτὴν
6003916 ἁπλοτητα
ἀρχῆς , κατ ' αὐτήν γε τὴν πρὸ τῆς ἀπειρίας ἁπλότητα τοῦ ἑνός , οὐδὲ εἰς τὰ πολλὰ χυθέντος ,
τοὺς δὲ αἰδουμένους παραμένειν καὶ θαυμάζειν . τὴν μὲν οὖν ἁπλότητα καὶ τὴν ἀλήθειαν ἡγεῖται βασιλικὸν καὶ φρόνιμον , τὴν
6003268 ἐσοδον
καὶ ὁ νόμος οὕτω εἶχε , τοῖσι ἐπαναστᾶσι τῷ μάγῳ ἔσοδον εἶναι παρὰ βασιλέα ἄνευ ἀγγέλου , ἢν μὴ γυναικὶ
τοῦ ἱροῦ πάντῃ σταδίου ἐστί . Κατὰ μὲν δὴ τὴν ἔσοδον ἐστρωμένη ἐστὶ ὁδὸς λίθου ἐπὶ σταδίους τρεῖς μάλιστά κῃ
5987624 ἀκαληφην
, ὃ δή τινες κνῆστρον καλοῦσιν , ἄλλοι δὲ τὴν ἀκαλήφην , ἤγουν τὴν ἀγρίαν κνίζαν . ἡ δὲ πριόνεσσι
. Χρύσιππός τέ φησι : μήποτ ' ἐλαίαν ἔσθιε , ἀκαλήφην ἔχων . χειμῶνος ὥρᾳ βολβοφακῆν , βαβαί . βολβοφακῆ
5974292 οὐϲιαν
ϲώματοϲ , ἀναμνηϲθῆναι . ἐϲτὶ δὲ δήπου κατὰ μὲν τὴν οὐϲίαν αὐτὴν τοῦ πράγματοϲ ἐξηγουμένοιϲ ἡ εὐκρατοτάτη τε ἅμα καὶ
αἱ φλέβεϲ ἀπὸ τῶν ἐντέρων ἕλξωϲί τινα ϲηπεδονώδη τῶν περιττωμάτων οὐϲίαν . τοὺϲ μὲν οὖν διὰ νόϲον παροῦϲαν χρῄζονταϲ τῆϲ
5960932 μηλωτην
τὴν τοῦ προβάτου δοράν , Φιλήμονος εἰπόντος ἐν Εὐρίπῳ στρῶμα μηλωτήν τ ' ἔχει . καὶ σκεῦός τι ὁλοσίδηρον ,
ἱματίου . Ἀ - ριστοφάνης Δαιταλεῦσιν . δηλοῖ δὲ καὶ μηλωτήν , διφθέραν . Φερεκράτης Ἰπνῷ . καὶ ἴσως ἀπὸ
5954556 εὐπαθειαν
γὰρ τῷ πάσχειν ἀντιλαμβάνονται οἱ ὀφθαλμοί . διὰ οὖν τὴν εὐπάθειαν ἐδεήθη ἡ φύσις εἰς τὸ τάχος τῶν ἀσφαλιζόντων δύο
κατὰ καιρόν . γίγνεσθαι δὲ καὶ χοροὺς καὶ τὴν ἄλλην εὐπάθειαν ἅπασαν . τὸν μέντοι πόνον τοῦτον , ὃν ἔχειν
5936573 δυσκολιαν
ὅπλων ἐμποδιζόντων τοὺς ἄνδρας . ὁ δὲ Περδίκκας κατανοήσας τὴν δυσκολίαν τοῦ ῥείθρου τοὺς μὲν ἐλέφαντας * [ τοῦ ποταμοῦ
παρ ' ὑμῶν οὔσης . οὐ μὴν ἀλλὰ καίπερ τοιαύτην δυσκολίαν ἔχοντος τοῦ πράγματος οὐκ ἀποκνήσω . δοκεῖ γάρ μοι
5926202 ϲαφη
τιϲ τὰ ἰϲχυρῶϲ διαφοροῦντα τοῖϲ ϲκιρρουμένοιϲ ϲώμαϲιν προϲφέρῃ φάρμακα , ϲαφῆ μείωϲιν ἐργαϲάμενοϲ τοῦ ϲκίρρου χρόνῳ βραχεῖ τὸ λοιπὸν τοῦ
πᾶϲι τοῖϲ ῥοώδεϲιν ἁρμόττει . Γιγγίδιον θερμαϲίαν μὲν οὐ πάνυ ϲαφῆ κέκτηται , ξηραίνει δὲ κατὰ τὴν δευτέραν ἀπόϲταϲιν καὶ
5917808 ἀφοδον
τῆς Μαντινέων πόλεως , ὅπως μὴ δοκοίη φοβούμενος σπεύδειν τὴν ἄφοδον . τῇ δὲ τετάρτῃ πρῲ ἀριστοποιησάμενος ἀπῆγεν ὡς στρατοπεδευσόμενος
φλεγμήνῃ , καὶ ὀδύνη ἔχῃ καὶ πυρετὸς , καὶ ἐς ἄφοδον θαμινὰ καθίζῃ , καὶ μηδὲν ὑποχωρέῃ , καὶ ὑπὸ
5916147 ἀποχωρησιν
κατὰ τὸν αὐτὸν πόρον διώκων εἴχετο τῶν φθασάντων ἐς τὴν ἀποχώρησιν . καὶ πολλοὺς μὲν ἀπέκτεινεν αὐτῶν , τοὺς δὲ
διὰ τοῦτο τὰς τοῦ νικᾶν ἐλπίδας ἀπογνόντα , ποιεῖσθαι τὴν ἀποχώρησιν : μετὰ δὲ ταῦτα συστῆναι τὸν μέγιστον κίνδυνον ,
5902860 ὁμιχλην
' ἐλάτῃσιν : ἐν δ ' ἔπεσαν Μινύαισι κατὰ σκοτόεσσαν ὁμίχλην . Οὕς τοι ἐπειγομένους κτεῖνεν Διὸς ἄλκιμος υἱός ,
καὶ διὰ τοῦτο ἐξυβριζόντων . Κακοὶ πίνουσι τῆς τιμωρίας τὴν ὁμίχλην : ἐπὶ τῶν κατ ' ἀξίαν τιμωρουμένων . ὡς
5899945 πανδοκευτριαν
οὖσα κατὰ φύσιν φοβερά , ἀλλὰ μάτην ἀπατῶσα ἡμᾶς . πανδοκεύτριαν : ἀντὶ τοῦ “ κάπηλιν ” . ἢ διὰ
οὖσα κατὰ φύσιν φοβερὰ , ἀλλὰ μάτην ἀπατῶσα ἡμᾶς . πανδοκεύτριαν : Ἀντὶ τοῦ κάπηλιν , παρὰ τὸ δέχεσθαι πάντας
5890600 ἱππικην
, τὴν κατάστασιν τήνδε λαμβάνων ἄφνω πρὶν καὶ μαθεῖν τὴν ἱππικήν . ἔτι δὲ σαφέστερον λέγεται ἐν τῷ Σύρφακι Πλάτωνος
τῶν πατρῴων ἀλφίτων , τούτων γενοῦ μοι , σχασάμενος τὴν ἱππικήν . οὐκ ἂν μὰ τὸν Διόνυσον εἰ δοίης γέ
5856095 πρωραν
τὸ ἱστίον , μέσουροι λέγονται , οἱ δὲ ἑλκόμενοι εἰς πρώραν καὶ πρύμναν ἐξ ἑκατέρου μέρους τοῦ ἱστοῦ πρότονοι ,
ἀκάτιον , ἤτοι ἀμφοτέρωθεν ὑπὸ ἑνὸς ἐρεττόμενον , ἤτοι μήτε πρώραν μήτε πρύμναν ἔχον ἀνηγμένην , ἀλλὰ στρογγύλον καὶ περιφερὲς
5852786 διερην
' οἷος ἔησθα , τὸ ἐργάζεσθαι ἄμεινον . αὔην καὶ διερήν : καὶ τὴν ξηρὰν καὶ τὴν ὑγρὰν τῷ καιρῷ
, τὴν μήτε ξηρὰν οὖσαν μήτε ὑγράν . αὔην καὶ διερήν : ἀπότιστον : ὑδατώδη . * εἴαρι πολεῖν :
5850275 ἀναδοσιν
κατὰ τοῖν δυεῖν ἄρκτοιν : ὅς ἐστιν ἀφανὴς κατὰ τὴν ἀνάδοσιν τῶν δύο Ἄρκτων : ἡ μὲν γὰρ εἰς τὰ
θερμῆς ἀπλήστου πυρπνόου ζάλης . ζάλην δὲ πυρίπνοον λέγει τὴν ἀνάδοσιν καὶ τὴν ἀνακάχλασιν τοῦ Αἰτναίου πυρός . θερμὴν δὲ
5849227 ἐνεργειαϲ
ψυχροῖϲ τόποιϲ , μηδὲν ὅμοιον ἔχουϲα τῇ προειρημένῃ πλὴν τῆϲ ἐνεργείαϲ : πρὸϲ δὲ τῷ κινεῖν οὖρα καὶ πρὸϲ ἄλλα
ἀποθεραπείαϲ . θαυμάϲιον γάρ ἐϲτι τὸ βοήθημα καὶ μετὰ τῆϲ ἐνεργείαϲ οὐδ ' ἀνεξέταϲτόν ἐϲτι τῷ λόγῳ . καὶ ἡ
5840577 ἀπλετῳ
τῇσι γυναιξὶ κόπτονταί τε τὰ μέτωπα προθύμως καὶ οἰμωγῇ διαχρέωνται ἀπλέτῳ , φάμενοι τὸν ὕστατον αἰεὶ ἀπογενόμενον τῶν βασιλέων ,
κείροντες καὶ τοὺς ἵππους καὶ τὰ ὑποζύγια οἰμωγῇ τε χρεώμενοι ἀπλέτῳ : ἅπασαν γὰρ τὴν Βοιωτίην κατεῖχε ἠχὼ ὡς ἀνδρὸς
5839417 ἐφεσιν
εἶμεν τῶ ἀναλαμβάνειν ἢ συνέχειν αὔταυτον ἐν ἀρετᾷ πρακτικᾷ καττὰν ἔφεσιν τῆς σοφίας δι ' αὐταύταν : ταύτας δ '
παρασκευάζειν τὸ ἔχον αὐτὴν ποιεῖν ἕτερον οἷον αὐτὸ κατ ' ἔφεσιν τῆς ἐν τῷ πρώτῳ ἀιδιότητος . ἐπεὶ δ '
5824679 ὀλολυγην
ὁ Ἀπόλλων . ποταμοῦ γένος ἀρχαίοιο : τοῦ Ἰνωποῦ . ὀλολυγήν : τὴν μετὰ εὐφημίας λέγει εὐχήν . τροχόεσσα .
ὁ Ἀπόλλων . ποταμοῦ γένος ἀρχαίοιο : τοῦ Ἰνωποῦ . ὀλολυγήν : τὴν μετὰ εὐφημίας λέγει εὐχήν . τροχόεσσα .
5820863 ῥωμαϊκην
Δημαγωγὸς γὰρ ἦν ἄριστος κἀν ταῖς μάχαις ἀνδρειότατος . Τὴν ῥωμαϊκὴν γοῦν ἀρχὴν , τῶν ἔμπροσθεν μόλις κατασχεῖν δυνηθέντων ,
τὴν βασιλικὴν εἰςήγαγεν ὑπεροψίαν , κατὰ μικρὸν τὴν ἐλευθερίαν τὴν ῥωμαϊκὴν ὑποτεμνόμενος , καὶ προςκυνεῖσθαι προςέταξεν ἑαυτὸν , τῶν μέχρις
5820765 ἐπιρριπτεον
ἀνάρροπον ϲχῆμα φυλαττομένουϲ τὸ ϲφοδρῶϲ ἀναπνεῖν τε καὶ φθέγγεϲθαι , ἐπιρριπτέον δὲ τοῖϲ πεπονθόϲι μέρεϲι ϲπόγγουϲ δι ' ὀξυκράτου χλιαροῦ
' οἰνελαίου . παυϲαμένηϲ δὲ τῆϲ φλογώϲεωϲ κατὰ τῶν ἀνθράκων ἐπιρριπτέον κεφαλικὰϲ κηρωτὰϲ ἀνειμέναϲ ἐμμότουϲ : καλὴ δὲ μάλιϲτα ἡ
5818110 ἰϲχυροτεραν
κρόκοϲ καὶ γλαύκιον καὶ ὑποκιϲτίϲ : τὰ δὲ τὴν ϲτῦψιν ἰϲχυροτέραν ἔχοντα ταῖϲ ὀξυδορκικαῖϲ μάλιϲτα μιγνύμενα δυνάμεϲιν , οἷον ὀμφάκιον
οὖν Ἱπποκράτηϲ παντάπαϲιν ἀπαγορεύει τήν τε ἐμβολὴν τούτων καὶ τὴν ἰϲχυροτέραν ἐπίδεϲιν , μόνοιϲ δὲ τοῖϲ ἀφλεγμάντοιϲ τε καὶ παραμυθητικοῖϲ
5814657 ἀσχημοσυνην
πολλὰ κατὰ τῶν παρειῶν ἀφεὶς δάκρυα καὶ τὴν κατασχοῦσαν αὐτὸν ἀσχημοσύνην ἀνακλαυσάμενος , εἶπεν : ὦ θεοὶ καὶ δαίμονες ,
, τὰς δὲ φιλοσόφους καὶ σοφὰς ἐπιστήμας πλάνης καὶ ψεύδους ἀσχημοσύνην ταῖς παρ ' αὐταῖς συγχωρεῖν παραδόσεσιν ἐπιμίγνυσθαι . Δείξας
5812581 ἀπεργαζομενην
' οὔ ; Τὴν δὴ φάντασμα ἀλλ ' οὐκ εἰκόνα ἀπεργαζομένην τέχνην ἆρ ' οὐ φανταστικὴν ὀρθότατ ' ἂν προσαγορεύοιμεν
Ὅτε δὴ τὴν τῶν ἀναγκαίων ὁρῶμεν κτῆσιν διὰ τέχνης μὲν ἀπεργαζομένην , τούτων δὲ οὐδεμίαν οὐδένα σοφὸν ποιοῦσαν , τό
5808077 ἀποφοραν
ἐνεγκόντος βοήθειαν . ἐσχάτως γὰρ αὐτοῦ διακειμένου διά τε τὴν ἀποφορὰν τὴν ἀπὸ τοῦ νεκροῦ καὶ τὴν ὅλην κακουχίαν ,
τοιοῦτον στόμα ἔχει , τοιαύτας μάλας ἔχει , ἀνάγκη τοιαύτην ἀποφορὰν ἀπὸ τοιούτων γίνεσθαι . “ ἀλλ ' ὁ ἄνθρωπος
5798781 ἀκολουθησιν
τοῦτο γάρ ἐστι τὸ μὴ ἀντιστρέφον κατὰ τὴν τοῦ εἶναι ἀκολούθησιν : οἷον δυοῖν ὄντοιν ἐξ ἀνάγκης ἓν ἔσται ,
περιττοῦ . ταῦτα γὰρ οὐδὲ ἀντιστρέφει κατὰ τὴν τοῦ εἶναι ἀκολούθησιν ὥσπερ οὐδὲ ἡ ἐπιστήμη αὐτῶν . πρῶτον δὲ καὶ
5786902 ἐπιρροην
. εὖ γε τὸ προσνεῖμαι τῷ σαρκῶν ὄχλῳ τὴν αἵματος ἐπιρροήν , οἰκεῖον οἰκείῳ : τοῦ δὲ νοῦ τὴν οὐσίαν
καὶ σῆψις ἐξ ἧς πέφυκε βλαστάνειν ἔτι δ ' ὕστερον ἐπιρροήν τινα λαμβάνῃ τῆς τροφῆς : οὕτω γὰρ αὐτῶν ἡ
5774049 ὑπερωην
δὲ ἀρκέϲει ἁπλῆ , ϲμικρή , ϲτύμματα μὲν ἐϲ τὴν ὑπερώην , καὶ τάδε ψυχρά . ἐπὶ γὰρ τοῖϲι θερμαίνουϲι
ἀραιώϲιοϲ . ἴϲχεταί κοτε διὰ ῥινῶν αἱμορραγίη ξυνήθηϲ , ἐϲ ὑπερώην δὲ τρεπομένη ἀναγωγῆϲ φανταϲίην παρέχει . ἢν ὦν ἀπὸ
5768673 ὑπερωαν
τῶν περὶ κεφαλὴν πυρέττῃ , συνθαλπτέον αὐτόν , καὶ τὴν ὑπερῶαν ἁλσὶ μετ ' ὀριγάνου κοπεῖσι καὶ ἐν ἐλαίῳ διηθηθεῖσι
κόρυζα τὸ πάθοϲ προϲαγορεύεται , κατὰ δὲ φάρυγγα καὶ τὴν ὑπερῶαν ἁπλῶϲ κατάρρουϲ : ἐπειδὰν δὲ κατὰ τὸν λάρυγγα καὶ
5767354 ἀγανακτησιν
αἱ μέντοι κωμῳδίαι καὶ αἱ τραγῳδίαι μυρία ἔχουσι τοιαῦτα . ἀγανάκτησιν δὲ ἐμφαίνει τὰ τοιαῦτα Χαρίδημον ; οἴμοι καὶ πάλιν
ταύτης ἐπεξηγεῖται . . ΚΑΙ ΚΕΡΑΜΕΥΣ ΚΕΡΑΜΕΙ ΚΟΤΕΕΙ . Ἤγουν ἀγανάκτησιν ἔχει ἀποκειμένην , βλάβης καιρὸν παρατηροῦσαν , καὶ τέκτονι
5761391 καταγωγην
χρόνον ἐκμηκυνθησομένην ὑπάρξαι . ταύτην μὲν οὖν ἐν τῷ παρόντι καταγωγὴν ἔσεσθαι τοῖς Τρωσί : μετὰ δὲ τοσούτους ἐνιαυτοὺς ὅσους
, αὐλούμενος κατέπλει , τὰς ἰδίας ναῦς ἐφέλκων , τὴν καταγωγὴν ὀψὲ ποιούμενος . Καρδιανοὶ μὲν πρὸς [ τὰς ]
5759591 βαρυτητα
ἐπὶ τοὺς ὀφθαλμούς , ἣν ὁπόταν μόγις διασεισαμένη διὰ τὴν βαρύτητα ἐμβλέψῃ , κτείνει τὸν ὑπ ' αὐτῆς θεωρηθέντα οὐ
πρὸς ὀξύτερον . ἐκ δὴ τούτων τὰ γινόμενα τὸ μὲν βαρύτητα , τὸ δὲ ὀξύτητα προσαγορεύομεν . γίνεται δ '
5759323 ἀσφαλεστεραν
ἂν φῶμεν περὶ προγνώσεως παρυφιστα - μένων , ἔτι μᾶλλον ἀσφαλεστέραν ἐπιθήσεις τῷ λόγῳ πρόρρησιν διὰ πασῶν τῶν πέψεων τὴν
, συμβολικῶς εἶπεν ἀέρα . Τὸ μὲν γὰρ ὕδωρ εἰς ἀσφαλεστέραν ὧν προῃνίξατο δήλωσιν ἐκ τοῦ φανερωτέρου παρέστησεν εἰπών :
5759103 μανοτητα
μηδὲν παθεῖν , φθάσαντος τοῦ πνεύματος διὰ τὴν τῆς ὕλης μανότητα πρὸ τῆς καύσεως διεκδραμεῖν : καὶ δι ' ἱματίων
τῷ μέλλειν : ὁ γὰρ ἀὴρ ἀχλυούμενος κατὰ πυκνότητα καὶ μανότητα ἢ κατὰ θερμότητα καὶ ψύξιν ἢ κατ ' ἄλλην
5751323 εἰσοδον
νοῦν θέμενος , κατ ' αὐτὴν γενόμενος τοῦ πύργου τὴν εἴσοδον ἔμελλον διὰ τῶν ξύλων πρὸς τοὺς βαρβάρους χωρεῖν .
. ὅμως δὲ τά γε τῆς ἐπιστροφῆς τῆς κατὰ τὴν εἴσοδον τὴν ἐς τὴν πόλιν ἐθελῆσαι αὐτοῖς πεισθῆναι λέγει Ἀριστόβουλος
5746023 Φυσιν
χρυσίου . Ὁ * βίος ἔστ ' ἀλαζονείας δεόμενος . Φύσιν ἔχειν ἄριστόν ἐστι , δεύτερον δὲ * . χαλεπὸν
τοῖς ἐντυγχάνουσιν τῶν ἐχθρῶν γιγνομένους . Παντάπασι μὲν οὖν . Φύσιν γὰρ οἶμαί τινα τῶν φυλάκων τῆς ψυχῆς ἐλέγομεν ἅμα
5736673 ἰγνυαν
περί τε δακτύλους : συνίσταται δὲ καὶ περὶ βουβῶνα καὶ ἰγνύαν καὶ περὶ τὴν τοῦ ποδὸς πρὸς κνήμην συναφήν .
ἀνήνεγκας : τοῦ τε Καρός , ὑφ ' οὗ τὴν ἰγνύαν πληγεὶς ὁ Κῦρος ἔπεσε , καὶ αὐτοῦ δωρεὰν αἰτοῦντος
5729179 ἀκολουθουσαν
εὑρεῖν τῇ πᾶς ἄνθρωπος δίκαιός ἐστιν ἢ ζῷόν ἐστιν τὴν ἀκολουθοῦσαν : οὐκοῦν ἐπεὶ αὕτη ὡρισμένον τε ἔχει τὸν ὑποκείμενον
τῶν βάσεων . ὡσαύτως καὶ τῇ τῶν βάσεων ἰσότητι δείκνυσιν ἀκολουθοῦσαν τὴν τῶν ἐν ταῖς κορυφαῖς γωνιῶν ἰσότητα καὶ τῇ
5728183 μαλακοτητα
τοῦ μορίου δηλονότι φυλάττεσθαι τήν τε ἄλλην κατασκευὴν ἅπασαν καὶ μαλακότητα : ὅταν μὲν γὰρ ἓν τοῦτο μόνον αὐτῷ προσγένηται
ἐν εἰρήνῃ πανηγύρεις καὶ ἑορτὰς ἐσθῆσιν ἀνθειναῖς καὶ κατὰ τὴν μαλακότητα τρυφεραῖς χρῆσθαι . πρὸς δὲ τὰς ἐκ τοῦ πλεονάζοντος
5726927 συνεπομενην
μοι δοκεῖ φράζειν , ὦ Μέγιλλε , δεῖν εἶναι τὴν συνεπομένην ὁ ξένος . ἦ γάρ ; Τὴν δημώδη γε
, ἔτι δὲ οἶμαι πρότερον γεγονότων , εἰδὼς ἐκείνοις μᾶλλον συνεπομένην τὴν δόξαν . καὶ μέντοι γε οὐκ ἐπ '
5724925 κεφ
ὅτι τῶν Καππαδοκῶν αἱ αἶγες κείρονται τὸ αἴγειον ἔριον . κεφ . ιζʹ . περὶ δόρκου . ὅτι ἐὰν διωκόμενος
θηρία ἐφελκόμενος ἐπὶ τὸν ἴδιον ἄγει φωλεὸν καὶ κατεσθίει . κεφ . ιεʹ . περὶ αἰγάγρου . ὅτι ὁ αἴγαγρος
5712218 λιπαροτητα
εἰϲ γλυκύτητα τὴν μετάπτωϲιν ἴϲχει , μετὰ δὲ ἀερώδουϲ εἰϲ λιπαρότητα . οἱ γὰρ ἀπὸ τῶν δένδρων καρποὶ πάντεϲ ,
. Ὡσαύτως δὲ καὶ τῶν ἄλλων τὸ σησάμινον διὰ τὴν λιπαρότητα : πυρούμενον δὲ ἐξόζει σησάμου καθάπερ ἀναλυόμενον . Αἱ
5711118 δυσπραξιαν
γὰρ ὁ Γλαῦκος χρύσεα δοὺς χάλκεα ἔλαβεν λατρείας ] δουλείας δυσπραξίαν ] † ἤγουν τὴν τιμωρίαν ἐπίστας ' ] γίνωσκε
ἐπὶ τούτοις διεκρίθησαν , ὁ δὲ Μανίλιος , αἰδούμενος τὴν δυσπραξίαν τὴν ἐς Ἀσρούβαν αὐτῷ γενομένην , αὖθις ἐς Νέφεριν
5708575 αἰωραν
διὰ ζευκτοῦ ἢ πλοίου ἢ ὄνου , μετὰ δὲ τὴν αἰώραν κίνησις καὶ ἀναφώνησις χρησίμη , καὶ ἀνάγνωσις μετὰ μελισμοῦ
εὗρεν , ὥς φησιν Ἡρόδοτος . κατεδηδεσμένοι . καταβεβρωμένοι . αἰώραν . ὕψωσιν , ἔπαρσιν . χαλεπὰ τὰ καλά .
5701706 ἀναπνοην
ἀρτηρίᾳ , καθαρὸν τῷ πνεύματι τὸν δρόμον φυλάττουσα καὶ τὴν ἀναπνοήν . ἔτι τοίνυν ” ἔφη “ καὶ τοὺς ἀτρέμα
φλέβας καὶ τὴν κεφαλὴν ἔνδον περικλύζον βαπτίζει τοῦ λογισμοῦ τὴν ἀναπνοήν . δεῖν οὖν ἰατροὺς μεταπέμπειν καὶ θεραπείαν προσφέρειν .
5700160 παλιρροιαν
πατρίδος πραγμάτων εὐθαρσὴς εἶναι καθ ' ὅσον ἡ τύχη τὴν παλίρροιαν καὶ τὸν φθόνον οὐκ εἰς τὸ κοινὸν τῶν πολιτῶν
κοπιῶσα τῷ τοὺς αὐτοὺς συνεχῶς εὖ ποιεῖν , τηλικαύτην τὴν παλίρροιαν εἰργάσατο τοῦ πολέμου παντὸς ὥστε τοὺς εὐημεροῦντας εἰς τέλος
5699692 εὐαρεστησιν
ἀπὸ ταύτης ἐλευθερίαν λέγουσιν , Ἡράκλειτόν τε τὸν Ἐφέσιον τὴν εὐαρέστησιν . . . . καὶ Ἡ . ἐπιτιμᾶι τῶι
βούλεται νόμος , καλὸν ἐπιγεγραμμένος νομοθέτην τὴν τῶν χρωμένων ἁπάντων εὐαρέστησιν , ἴσως δέ που καὶ τοῖς φύσει δικαίοις ἐγγὺς
5697285 ὑπεξαιρεσεως
ἄλλην ἀρετὴν τῇ κωλύσει , καὶ μέμνησο ὅτι μεθ ' ὑπεξαιρέσεως ὥρμας καὶ ὅτι τῶν ἀδυνάτων οὐκ ὠρέγου . τίνος
ἐργαστήρια αὐτῶν καὶ τὰ ἐργαλεῖα , μικρᾶς ἐπὶ τῶν ἐργαλείων ὑπεξαιρέσεως τηρουμένης : ὅσα γὰρ τέμνει καὶ διχάζει , ταῦτα
5696856 ἀρειη
* . ? Ἀραριημένος : ἔστιν ὄνομα παρὰ τῷ ποιητῇ ἀρειή , ἀφ ' οὗ ῥῆμα ἀρειῶ : τούτου ὁ
κυρίως ὁ κατὰ τὸν πόλεμον καλλίων . . . . ἀρειή : Ἰωνικῶς ἡ ἐν πολέμῳ ἀπειλή : ἐκ τοῦ
5694132 φευγουϲι
μετὰ ἀφιδρώϲεωϲ καὶ ἀπορίαϲ . καὶ τινὲϲ μὲν τῶν ὑδροφοβιώντων φεύγουϲι τὴν αὐγήν , τινὲϲ δὲ τρύχονται ϲυνεχῶϲ : ἔνιοι
πολλὰ δὲ ὀρθοϲτάδην περιΐαϲι : ἀκραϲίῃ γὰρ ἡϲυχίηϲ τὴν ἠρεμίην φεύγουϲι , πόνῳ πόνον λῦϲαι θέλοντεϲ . ἀναπνοὴ εἴϲω μεγάλη
5689937 ἐκτεξιν
λύκῳ ἔχει . ὡσαύτως καὶ τὰ περὶ τὴν ὀχείαν καὶ ἔκτεξιν . ἴδιον δὲ ἔχει τὸ μικροσκελῆ αὐτὸν ὑπάρχοντα ταχύτερον
ἐπίπαν τῆς δι ' ἀστρολάβων ὡροσκοπείων κατ ' αὐτὴν τὴν ἔκτεξιν διοπτεύσεως τοῖς ἐπιστημονικῶς παρατηροῦσι τὸ λεπτὸν τῆς ὥρας ὑποβάλλειν
5676101 λειωϲιν
ιϚ , ὄξουϲ ϲκιλλητικοῦ # δ εἰϲ τὴν τῶν ξηρῶν λείωϲιν . Ἐλαίου παλαιοῦ λι . α ∠ ʹ ,
βήϲϲῃ , ϲιραίῳ τῷ Κρητὶ ἐμπάϲϲειν τάδε . ἄριϲτον ἐϲ λείωϲιν ἀρτηρίηϲ καὶ ἄμυλοϲ ξὺν τοῖϲι δευθείϲ : ξὺν γὰρ
5673339 ἐξεπιπτε
πλοιάρια τὰ ἐν τῷ λιμένι τὰ μὲν εἰς τὴν γῆν ἐξέπιπτε , τὰ δ ' ἀλλήλοις ἐνέπιπτε καὶ συνετρίβετο :
εἰ μὲν οὖν ἅπας ὅστις εἰς γῆρας ἧκεν , οὗτος ἐξέπιπτε τοῦ φρονεῖν καὶ τῆς φύσεως οὗτος ἦν νόμος τὸν
5670081 κηδευματα
. . . . προστάττει . γρ . προστάττει . κηδεύματα . γαμικὰ συναλλάγματα . φαμεν . . . .
φερόμενον : τὸν δ ' ἐναντίως πεφυκότα ἐπὶ τἀναντία χρὴ κηδεύματα πορεύεσθαι . καὶ κατὰ παντὸς εἷς ἔστω μῦθος γάμου
5660787 αἰχμαλωσιαν
δεσμοῖς τισιν ἢ φρουροῖς , τὰ δυσχερῆ δεῖ ταῦτα νομίζειν αἰχμαλωσίαν καὶ δουλείαν καὶ ἀπαγωγήν , τῆς δὲ ψυχῆς ἠνδραποδισμένης
ἀπὸ Μαχὶρ ἐπῆλθον ἡμῖν τῇ πέμπτῃ ἡμέρᾳ , λαβεῖν τὴν αἰχμαλωσίαν : καὶ προσάξαντες αὐτοῖς ἐν καρτερᾷ μάχῃ περιεγενόμεθα ,
5656472 ἐξομοιωσιν
θρέψεως , ἀλλ ' ἀεὶ μὲν πρὸς φύσιν τε καὶ ἐξομοίωσιν ἐργάζεται , ἀεὶ δ ' ἕπεται τῇ ἀναλώσει ταύτῃ
φύσεως εἰς τὴν τοῦ τελειοτάτου καὶ πρώτου αἰτίου ᾗ δυνατὸν ἐξομοίωσιν . ἕκαστον γὰρ ἄγεται ὑπὸ τῆς ἰδίας φύσεως σπουδῇ
5656252 ἐκπνοην
ὅθεν οὐδὲ ἐπὶ πλέον ἐκφυσῆσαι δυνατόν ἐστι συνεχῶς κατὰ μίαν ἐκπνοήν : τάχιστα μὲν γὰρ ἐπιλείπει τὸ πνεῦμα τοῖς ἐκφυσῶσι
θερμοῦ τῆι πρὸς τὸ ἐκτὸς ὁρμῆι τὸ ἀερῶδες ὑπαναθλίβοντος τὴν ἐκπνοήν , τῆι δ ' εἰς τὸ ἐντὸς ἀνθυποχωρήσει τῶι
5652332 εἰσπορευεσθαι
; [ Ἔφη οὔ . ] Οὐ γὰρ θέμις Δόξαν εἰσπορεύεσθαι πρὸς τὴν Ἐπιστήμην , ἀλλὰ τῇ Παιδείᾳ παραδιδόασιν αὐτούς
ἂν ἐξελασθῇ πόλεως δίκη καὶ νόμος , εἰς ταύτην στάσις εἰσπορεύεσθαι φιλεῖ καὶ πόλεμος . καὶ ὅσοι μὲν οὐκ ἦλθον
5650186 ἐπακολουθουσαν
ἀκούων δὲ τὸν Ἡρώδην ἐν Μαραθῶνι διαιτώμενον καὶ τὴν νεότητα ἐπακολουθοῦσαν αὐτῷ πᾶσαν γράφει πρὸς αὐτὸν ἐπιστολὴν αἰτῶν τοὺς Ἕλληνας
ἔδωκεν ἡ ὕλη τὴν ἀφορμήν . δεῖ δὲ τοῖς νοήμασιν ἐπακολουθοῦσαν καὶ τὴν ἑρμηνείαν ἐπάγειν , οἷον τὰ μὲν ἀφηγηματικὰ
5649419 ἐπικτητον
τοῦ λόγου μερῶν , ὥσπερ καὶ ὁ δεσμὸς πρὸς τὴν ἐπίκτητον ἕνωσιν τῶν δεδεμένων καὶ ἡ κόλλα τῶν δι '
: ἡ δὲ ἀπόφασις κατὰ δευτέραν τάξιν . τῶν δὲ ἐπίκτητον ἐχόντων τὴν ἑνότητα οἱ μὲν συναπτικῷ συνδέσμῳ , οἱ
5647040 λαμπροτεραν
, ὃς εὑρέθη μεσουρανῶν τῷ κλήρῳ τῆς τύχης , ἐποίησε λαμπροτέραν καὶ ἐνδοξοτέραν τὴν γένεσιν . Ἄλλη . Ἥλιος Ἑρμῆς
εὐγλωττίας δεινότητι ἠκριβωμένως ἐξέθεντο καὶ μετὰ τὴν πρώτην πασῶν εἰπεῖν λαμπροτέραν πολλαῖς ἀποδείξεσιν ἀποφῆναι ταύτην ἐσπούδασαν . Ἐκείνοις δ '
5641003 γενεϲιν
νοϲήματοϲ γίγνωνται ϲπαϲμοὶ καὶ διαμείνωϲιν , ὑπὸ πληρώϲεωϲ ἔχουϲι τὴν γένεϲιν . ὅταν δὲ ἱδρώτων πολλῶν προγενομένων ἢ ἐμέτων ἢ
ϲιμὰ καὶ ὄπιϲθεν προϲπεφυκὼϲ αὐτῷ , ἐκ τοῦ περιτοναίου τὴν γένεϲιν ἔχων χιτῶνοϲ . τὸ δὲ μέροϲ τοῦτο , καθ
5640380 αἰϲθηϲιν
μὲν τὴν ἀπὸ τῶν ὀξέων ἡμῖν ἐν τῇ γλώττῃ γιγνομένην αἴϲθηϲιν , ἑτέραν δὲ τὴν ἀπὸ τῶν ϲτρυφνῶν ἢ αὐϲτηρῶν
ἐνίζουϲα τῇ γλώϲϲῃ , ἐπίπροϲθεν τῶν ἐδεϲτῶν ἐντυγχάνουϲα , τὴν αἴϲθηϲιν ϲοφίζεται τήνδε . ἡ γὰρ γλῶϲϲα ἀναπιοῦϲα τῆϲ χολῆϲ
5636628 πυκνοτεραν
τὰ καθ ' ὕδατος ὁρᾶται : κάμπτεται γὰρ πρὸς τὴν πυκνοτέραν τοῦ ὕδατος ὕλην ἡ ὄψις . διὸ τὴν κώπην
. Ποσειδώνιος πυρὸς σύστασιν ἄστρου μὲν μανωτέραν , αὐγῆς δὲ πυκνοτέραν . Τῶν Πυθαγορείων τινὲς μὲν ἀστέρα φασὶν εἶναι τὸν
5635543 ἀπεργασιαν
ὦ ἄριστε : ἡ δὲ θεοῖς ὑπηρετικὴ εἰς τίνος ἔργου ἀπεργασίαν ὑπηρετικὴ ἂν εἴη ; δῆλον γὰρ ὅτι σὺ οἶσθα
προσαρμόζειν τῶν ἐνύλων εἰδῶν , τήν τε δι ' εἰκόνων ἀπεργασίαν ἐκ τῶν ἀφανῶν εἰς τὸ φανερὸν προϊοῦσαν συνάπτουσάν τε
5632738 ἐριωλην
μεῖζόν τι πνεῦμα καὶ κακοποιόν . ἔδει οὖν πρῶτον εἰπεῖν ἐριώλην , εἶτα τυφώ , καὶ εἶχεν ἂν μείζω τὴν
. αὕτη γέ τοι ἐρίων τάλαντον καταπέπωκε ῥᾳδίως . οὔκουν ἐριώλην δῆτ ' ἐχρῆν αὐτὴν καλεῖν δικαιότερόν γ ' ἢ
5614450 ἀρεσκειαν
μέροςἐνεργεῖν ἐπιτρέπει καὶ δρᾶν τὰ ἅγια τὴν δι ' ἔργων ἀρέσκειαν ἐπιδεικνυμένῳἀρχὴ δέ , ὡς ἔφη τις τῶν πάλαι ,
σωτῆρος καλοῦσι . ταύτην δὲ τὴν κολακείαν τινὲς ἐκτρεπόμενοι τοὔνομα ἀρέσκειαν προσαγορεύουσιν , ὡς καὶ Ἀναξανδρίδης ἐν Σαμίᾳ : τὸ
5614284 μαργαριτιν
ἐμβύθιος πίννα , διαυγεστάτην ποιεῖ καὶ καθαρωτέραν καὶ μεγάλην γεννᾷ μαργαρῖτιν . ἡ δ ' ἐπιπολάζουσα καὶ ἀνωφέρης διὰ τὰ
ἂν πέτραις ἢ σπιλάσι προσφυῶσι , ῥιζοβολοῦσι κἀνταῦθα μένουσαι τὴν μαργαρῖτιν γεννῶσι . ζῳογονοῦνται δὲ καὶ τρέφονται διὰ τοῦ προσπεφυκότος
5612937 συζευξιν
' ὄρθια εἴτε πλάγια , ἢ κατ ' ἐπαγωγὴν ἤτοι σύζευξιν : ἔστι δὲ κατ ' ἐπαγωγὴν μέν , ὅτ
ἑτερομηκῶν , ἐναντιωτάτης περ ὄντων φύσεως , ἐναρμόνιον καὶ συμφυεστάτην σύζευξιν , ἐκθετέον στιχηδὸν καὶ παραλλήλως ἑκατέρους ἀπὸ τῆς οἰκείας
5606756 Χρυσαν
δὲ νῦν τὸ χωρίον τελέως : εἰς δὲ τὴν νῦν Χρῦσαν τὴν κατὰ Ἁμαξιτὸν μεθίδρυται τὸ ἱερόν , τῶν Κιλίκων
συμμαχίας ἀφαιρούμενοι τοὺς Τρῶας . ἐξ ὧν μίαν ἑλόντες , Χρῦσαν , γέρας ἔδοσαν Ἀγαμέμνονι Χρυσηίδα , Χρύσου ἱερέως Ἀπόλλωνος
5597536 ἐπειγουσας
Σαλαμινία : ταύτας τὰς τριήεις εἶχον διὰ παντὸς πρὸς τὰς ἐπειγούσας ὑπηρεσίας , ἐφ ' αἷς καὶ ταμίαι τινὲς ἐχειροτονοῦντο
: αἱ δὲ μετὰ τὴν ἑβδόμην διὰ πλειόνων πρὸς τὰς ἐπειγούσας χρείας . ναρθηκίζουσαι δὲ , ἀπὸ νάρθηκος ἀληθινοῦ ,
5596657 ϲκληραν
εὐώδη ἐπιτεταμένην τῇ πικρίᾳ , τὴν δὲ μέλαιναν καὶ πάνυ ϲκληρὰν ἀπεκλέγου . Ἄμωμον ἐκλέγου τὸ πρόϲφατον καὶ λευκὸν ἢ
καὶ ἀλεκτορίδα , ἀλλὰ καὶ πέρδικα καὶ πάντα τὰ μετρίωϲ ϲκληρὰν ἔχοντα τὴν ϲάρκα . καὶ οἱ ταριχευθέντεϲ δὲ τῶν
5596010 ἀπηγορευσε
ἤγαγε τὰ κακὰ , οὐδ ' ἀπεῖπεν , οὐδ ' ἀπηγόρευσε τοῦ ποιῆσαι τὰ δεινά . . δύσορνις ] κακόμαντις
νόμῳ τούτῳ : νῦν δὲ μὴ προςγράψας ἑνὶ λόγῳ πᾶσαν ἀπηγόρευσε κατηγορίαν εἰςάγεσθαι . καὶ ὅτι εἰκότως : εἰδὼς γὰρ
5594515 μετοικησιν
γίνονται καὶ ἀγῶνες τελοῦνται . λυτήριον δὲ τῆς συμφορᾶς τὴν μετοίκησίν φησι καὶ τὴν αὐτόθι τοῦ βίου διατριβήν . μήλων
γίνονται καὶ ἀγῶνες τελοῦνται . λυτήριον δὲ τῆς συμφορᾶς τὴν μετοίκησίν φησι καὶ τὴν αὐτόθι τοῦ βίου διατριβήν . μήλων
5592061 ἐναντιοτητα
γενέσεως καιρόν . τοῦ δὲ τοῦ Κρόνου ἐπιλαβόντος τὸν τόπον ἐναντιότητα καὶ ψύξιν ἀποτελεῖ τῶν πράξεων : εἰ δὲ καὶ
στεγνώσει ἡ διόγκωσις , ἐπιδεῖξαι δεῖ αὐτοῖς τὴν τῶν ὅρων ἐναντιότητα . λέγουσι γὰρ , τὴν στέγνωσιν πίλησιν καὶ σφίγξιν
5589549 ῥυμην
ἔτυχεν ἐν τῶι κενῶι φερομένας αὐτομάτως τε συμπιπτούσας ἀλλήλαις διὰ ῥύμην ἄτακτον καὶ συμπλεκομένας διὰ τὸ πολυσχήμονας οὔσας ἀλλήλων ἐπιλαμβάνεσθαι
ἂν διέφθαρτο , φέρειν δὲ τὴν πολλὴν καὶ ἄφθονον αὐτῶν ῥύμην ἀδυνατεῖ . διὸ βουλόμενος ὄνησιν ἡμᾶς ἔχειν ὧν ἐπιδίδωσι

Back