προγενομένην σύνοδον ἤτε πανσέληνον . ταῖς δὲ τῆς Σελήνης προσεκτέον φάσεσι σπουδαίωςλέγω δὲ ἐν αἷς τὸν Ἥλιον μετὰ τὰ ἀσύνδετα
χωρισθείη καὶ νυκτεριναῖς σπανίως , ἡμεριναῖς δὲ ἐπὶ πλέον γεγηθὼς φάσεσι , τὸ ἀρρενόθηλυ καὶ αὐτὸς ἠχεῖ , πλέον μὴν
7631443 συστασεσι
ἐνταῦθα μὲν τοῦτον καταπαύωμεν διεξιόντες ὅσα ἔν τε χρώμασι καὶ συστάσεσι παρυφισταμένοις τε καὶ [ ὅσα ἐν αὐτοῖς τεθεώρηται ,
τῶν οὔρων φαίνονται μεταβολαῖςπολλὰς δ ' ἂν ἴδοις κἀπὶ ταῖς συστάσεσι τὰς ἀνωμαλίας , τὸν νοῦν προσέχων τοῖς γινομένοις ἑκάστοτε
7598537 διακεχωρισμενοι
τοῦ εἱλέω εἱλῶ τὸ συστρέφω . Κεκριμένοι : κεχωρισμένοι , διακεχωρισμένοι κατὰ τὰς φύσεις , ἢ διακεχωρισμένοι κατὰ τὰς νομὰς
Κεκριμένοι : κεχωρισμένοι , διακεχωρισμένοι κατὰ τὰς φύσεις , ἢ διακεχωρισμένοι κατὰ τὰς νομὰς , νεμόμενοι πέτραις . γεγάασιν :
7597541 γερανοις
φησίν , ὁμογενέσι ζώιοις συναγελάζεται ὡς περιστεραὶ περιστεραῖς καὶ γέρανοι γεράνοις καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων ἀλόγων ὡσαύτως . ὣς δὲ
τοῦ στόματος : πρὸς δὲ τοὺς τρισπιθάμους πόλεμον εἶναι ταῖς γεράνοις καὶ τοῖς πέρδιξιν , οὓς χηνομεγέθεις εἶναι : τούτους
7595873 δυσεσι
ἰσημερινῆς πρὸς μὲν ταῖς ἀνατολαῖς ἀπηλιώτην , πρὸς δὲ ταῖς δύσεσι ζέφυρον , καὶ πάλιν ἐπὶ μὲν τῆς μεσημβρινῆς πρὸς
ζῴων τε καὶ φυτῶν εὐχρήστων καὶ ποταμῶν ἐν μὲν ταῖς δύσεσι μειωτικός , ἐν δὲ ταῖς ἀνατολαῖς πληρωτικός . Ἰδίως
7585916 ἠρεθισμενος
. περὶ οὗ Τιμοκλῆς φησιν ὅτι ἦν ἀνθοῦσιν τοῖς νέοισιν ἠρεθισμένος . καὶ Ἄλεξις : ὦ μῆτερ , ἱκετεύω σε
ἀνθρώπου φίλου . εἰ καὶ σφόδρ ' ἀλγεῖς , μηθὲν ἠρεθισμένος πράξῃς προπετῶς : ὀργῆς γὰρ ἀλογίστου κρατεῖν ἐν ταῖς
7559574 συμπιπτωσιν
. Ἐὰν κώνου τομῆς ἢ κύκλου περιφερείας δύο εὐθεῖαι ἐπιψαύουσαι συμπίπτωσιν , ἀπὸ δέ τινος σημείου τῶν ἐπὶ τῆς τομῆς
τὸ ἀπὸ ΕΑ . Ἐὰν τῶν ἀντικειμένων δύο εὐθεῖαι ἐφαπτόμεναι συμπίπτωσιν , ἀχθῶσι δὲ παράλληλοι ταῖς ἐφαπτομέναις ἀλλήλας τέμνουσαι καὶ
7530293 ἐπουσαν
ῥηματικῆς ἢ καὶ ἔτι τῆς ἀντωνυμικῆς , παρείπετο διὰ τὴν ἐποῦσαν συνέμπτωσιν τά τε ἐν μεταβάσει πρόσωπα νοούμενα καὶ ἔτι
; ἔνθεν τὸ εἰμί καὶ φημί ὠξύνθη , διὰ τὴν ἐποῦσαν αὐτοῖς ἔγκλισιν , καίτοι τῶν ῥημάτων καταφερομένων εἰς τὴν
7497914 Νηιτισι
. κράνους ] κασσιδίου . Νηίτισι ] οὕτω καλουμέναις . Νηίτισι ] ἀπὸ Νηίτου τινός . Νηίτισι ] Νηὶς Ὠκεανοῦ
ἀπὸ Νηίτου τινός . Νηίτισι ] Νηὶς Ὠκεανοῦ θυγάτηρ . Νηίτισι ] ταῖς ἀπὸ Νηίδος . θ Νηίτισι ] ἀπὸ
7473406 σαγαις
ἀδημονῶν , δυσχεραίνων ὅτιπερ οὐκ ἐᾷ ὁ μάντις περᾶν . σάγαις ] πανοπλίαις . . κατασθμαίνων ] καταφρυαττόμενος . μένει
ἀλύων ] τοιαῦτα ἀλύων καὶ φωνῶν ταῖς ὑπερκόμποις καὶ κενοδόξοις σάγαις καὶ πανοπλίαις βοᾷ παρὰ τοῖς χείλεσι τοῦ Ἰσμηνοῦ ποταμοῦ
7466689 θοιναις
ἐλιννύσαιμι ] βραδύναιμι καὶ ἀμελήσαιμι ὁσίαις ] ἐντίμοις , ἁγίαις θοίναις ] εὐωχίαις , θυσίαις ποτινισσομένα ] προσερχομένη βουφόνοις ]
πάντες Ἐλεοδύται διὰ τὸ τοῖς ἐλεοῖς ὑποδύεσθαι διακονοῦντες ἐν ταῖς θοίναις . ἐλεὸς δ ' ἐστὶν ἡ μαγειρικὴ τράπεζα .
7422994 πτερναις
τὴν πόλιν ὀνομασθῆναι . πολεμήσουσι δὲ ποῦ ; ὑπὸ ταῖς πτέρναις καὶ τοῖς κάτω τόποις τῶν πύργων τῆς Μαργάσου .
εἰσιν ἐπὶ τῆς γῆς οἵας εἰρήκαμεν , ἔχουσιν ὑπὸ ταῖς πτέρναις ταῖς ἐν τοῖς ἐδάφεσιν ἐμπεφυκυίαις ὕδατα . σημαίνοι δὲ
7411582 μυκτηροκομποις
τῶν Ἑλλήνων , ὥσπερ καὶ ὁ Ἐτεοκλῆς οὗτος . . μυκτηροκόμποις πνεύμασι ] ἡ δοτικὴ ἀντὶ γενικῆς . . τοῖς
πνεύμασι ] τοῖς ἐκ τῶν μυκτήρων σφοδρῶς ἐκπνεομένοις . θΞ μυκτηροκόμποις πνεύμασι ] ταῖς ἐκ τῶν μυκτήρων σφοδρῶς ἐκπνεομέναις πνοαῖς
7399846 κρινοις
οὐ συνάπτει τῇ γῇ , τὴν μὲν φύσιν ὅμοιον τοῖς κρίνοις , πολυφυλλότερον δὲ καὶ παρ ' ἄλληλα τὰ φύλλα
οἶδ ' ἐγώ ; τί δ ' ἄν με καὶ κρίνοις ; ἴσως γέννημα τῶν ἐκεῖθεν οὐκ ἐν ὑστάτοις .
7378709 καμηλοις
ἕως ἐπαύσατο πίνων : | καὶ εἶπε : καὶ ταῖς καμήλοις σου ὑδρεύσομαι , ἕως ἂν πᾶσαι πίωσι . καὶ
φιλόδωρον , ὅτε αὐτὸν πληροῖ ποτίσασα , ὑπισχνεῖται καὶ ταῖς καμήλοις ὑδρεύσεσθαι , ἃς συμβολικῶς μνήμας εἶναί φαμεν : μηρυκᾶται
7350991 ἁρμογαις
πλείους ἔχων τῶν ἑπτά . οἱ ἐννεάδεσμοι , ἤτοι ἐννέα ἁρμογαῖς ἤτοι δεσμοῖς καὶ ἁρμοῖς συνεχόμενοι . δεῖ δὲ ἀκούειν
μὲν οὖν λίθοι οἱ τετράγωνοι καὶ λευκοὶ καὶ συμφωνοῦντες ταῖς ἁρμογαῖς αὐτῶν , οὗτοί εἰσιν οἱ ἀπόστολοι καὶ ἐπίσκοποι καὶ
7342870 ποτιζομενην
φησὶν , ἀρδείας δὲ καὶ φυτείας δεῖσθαι ἀπὸ τῶν κλειστῶν ποτιζομένην ὑδάτων . . . . . : Ῥωμαῖοι πολεμοῦντες
δὲ καὶ φυτείας [ μὴ ] δεῖσθαι ἀπὸ τῶν κλειστῶν ποτιζομένην ὑδάτων . περὶ δὲ τοῦ βοσμόρου φησὶν Ὀνησίκριτος διότι
7335431 κλιμαξιν
ἔνυλα καὶ φυσικὰ ἀναλέγεσθαι , μετ ' ἐκεῖνα τὰ μαθηματικὰ κλίμαξιν ἐοικότα ἢ γεφύραις : οὐδὲ γὰρ ἀθρόον ἀπὸ τῶν
πετροβόλων καὶ αὐτῶν πυρὸς πεπληρωμένων , καὶ ταῖς σκάλαις ἤτοι κλίμαξιν , εἰ ἐπιδέχεται ὁ τόπος , ἐπιβαίνειν , ἐν
7321959 ἐνδειαις
θερμάνσεσιν ἢ ἐν ὕδασιν ἐπαγωγαῖς ἀναψύχων καὶ ἀργίαις καὶ τροφῶν ἐνδείαις καὶ πόσεως πλεονασμοῖς , τῇ δὲ σκέπῃ θερμαίνων καὶ
ἀκμῆσι καὶ ἄρτι πρῶτον καθισταμένοις εἰς ἀγῶνα κεκμηκότας ὁδοιπορίαις καὶ ἐνδείαις σιτίων καὶ ποτῶν , ἃ κατὰ μέρος ἀντεπετίθετο .
7316800 βιωτικαις
. μετὰ δὲ τὸ ἄριστον εἰς θυμηδίαν παραδιδόσθωσαν ἢ καὶ βιωτικαῖς χρείαις προσερχέσθωσαν : μέλλοντας δὲ δειπνεῖν προσυγχρίειν διακινεῖν τε
δὲ κατὰ τοὺς τόνους μεταβολαὶ ταῖς τῶν ἠθῶν ἐν ταῖς βιωτικαῖς περιστάσεσι παραλλαγαῖς , λοιποῦ δὲ ὄντος παραστῆσαι καὶ τὰς
7296254 νηστειαις
ἀρκοῦν : τῇ ιʹ . ἡμέρᾳ ἐν κρέασι καὶ ἐν νηστείαις ῥοὸς κόκον ὁμοίως τοῖς προειρημένοις ἕψει καὶ τρέφου σὺν
τἀμείνω ῥοπῇ τὸ φυσικὸν ἀπομαρά - ναντι πνεῦμα οὔτε συχναῖς νηστείαις προσήκει καταπιέζειν τὸ σῶμα , οὔθ ' ὕδατος πόσεσι
7285109 ἀκμαζουσαις
δὲ ἐκ διαλειμμάτων τινῶν . καὶ ὁ μὲν ἐρυθρὸς ταῖς ἀκμαζούσαις συνεδρεύει , ὁ δὲ λευκὸς ὡς ἐπίπαν ταῖς πράως
πρὸς τὴν πόλιν , ὁρμὴ καὶ τόλμα δαιμόνιος παρέστη ταῖς ἀκμαζούσαις τῶν γυναικῶν ἀμύνεσθαι τοὺς πολεμίους ὑπὲρ τῆς πατρίδος .
7283967 φυσκαι
, ὃν διὰ φαυλότητα ὀνόσαιτό τις . ψεύδεα ῥινός : φύσκαι ἐπὶ τῆς ῥινὸς λεπταὶ αἱ λεγόμεναι ἴονθοι ὡς κατὰ
τὴν ἔνθεσιν χωρεῖν λιπαρὰν κατὰ τοῦ λάρυγγος τοῖς νεκροῖς . φύσκαι δὲ καὶ ζέοντες ἀλλάντων τόμοι παρὰ τοῖς ποταμοῖς σίζοντ
7274436 κενοδοξους
ἀντορχούμενον ὥσπερ ὁ νυκτικόραξ ἁλίσκεται . διὸ τοὺς χαύνους καὶ κενοδόξους ὤτους καλοῦσιν . . . , : Κατὰ δὲ
ἰσχία . Ἀποτελεῖ δὲ εὔχροας , εὐακεῖς , εὐπαθεῖς , κενοδόξους , φιλοκαθαρίους , θρασυδείλους . καὶ ἐπὶ μὲν τοῦ
7271231 εἰδικαι
ὁ γ , καὶ πάντες οἱ ἐφεξῆς ἀριθμοί . αἱ εἰδικαὶ ταῖς εἰδικαῖς . ἀντὶ τοῦ πολλαπλασιεπιδίτριτος ἢ πολλαπλασιεπιτέταρτος καὶ
ἵππος . εἰ δὲ αἱ ἄτομοι οὐσίαι , καὶ αἱ εἰδικαὶ οὐσίαι ὁμοίως οὐσίαι ὡς ἴσον ἀφεστηκυῖαι τῶν ἀτόμων οὐσιῶν
7265059 ξυστιδες
, ἐφεστρίδες ἀμφιεστρίδες χλαῖναι , ἐπιβόλαια δάπιδες τάπιδες ψιλοδάπιδες , ξυστίδες χρυσόπαστοι , ὡς Εὔβουλος ταῖς ξυστίσιν ταῖς χρυσοπάστοις στόρνυται
σκηναὶ χρυσαῖ κατεσκευασμέναι πᾶσι τοῖς χρησίμοις , πολλαὶ δὲ καὶ ξυστίδες καὶ κλῖναι πολυτελεῖς ; ἔτι δὲ καὶ κοῖλος ἄργυρος
7263197 διενυκτερευσαν
τῶν στηθῶν μετὰ πολλοὺς ἄλλους αἰκίας τρόπους ἐν τῇ λώβῃ διενυκτέρευσαν . σὺ δ ' ὡς ἐπὶ μήκιστον εὐτυχοίης .
κατέσχεν , ἕως μετ ' ὀλίγον ἐξεώσθη πρὸς Ἀντωνίου . διενυκτέρευσαν δὲ καὶ ἐν τοῖς ὅπλοις ἑκάτεροι . Καὶ ὁ
7260873 ὑποκριτικως
ταῖς παρῳδίαις καὶ περιβόητος ἦν λέγων τὰ ἔπη πανούργως καὶ ὑποκριτικῶς καὶ διὰ ταῦτα σφόδρα παρὰ τοῖς Ἀθηναίοις εὐδοκίμει .
ταῖς παρῳδίαις καὶ περιβόητος ἦν λέγων τὰ ἔπη πανούργως καὶ ὑποκριτικῶς καὶ διὰ τοῦτο σφόδρα παρ ' Ἀθηναίοις εὐδοκίμει .
7252751 γενηθεντες
ἀρχαῖοι στοχασμῷ τὸ πλέον , οἱ δ ' ὕστερον αὐτόπται γενηθέντες ᾔσθοντο ὑπὸ ὄμβρων θερινῶν πληρούμενον τὸν Νεῖλον , τῆς
Κλούσιον καὶ θεωρήσαντες παράταξιν γενομένην , ἀνδρειότεροι μᾶλλον ἢ φρονιμώτεροι γενηθέντες παρετάξαντο τοῖς Κλουσίνοις πρὸς τοὺς πολιορκοῦντας . εὐημερήσαντος δὲ
7225941 καθυγροις
τύχῃ τὸ ἔτος εἰς ἀπόκλιμα ἐκπεσὸν ἀπὸ τοῦ ὡροσκόπου ἐν καθύγροις ζῳδίοις , μάλιστα ἀγαθοποιοῦ μὴ ἐφεστῶτος παροδικοῦ ἢ κατὰ
ἐν δὲ τοῖς διαπύροις ἀπὸ πυρός , ἐν δὲ τοῖς καθύγροις ναυαγίοις , ἐν δὲ τοῖς τροπικοῖς μονομαχοῦντες : ταῦτα
7221644 Βοιωτιαις
ὥστε τὴν ὅλην μορφὴν εἶναι θολοειδῆ καὶ παρόμοιον μάλιστα ταῖς Βοιωτίαις κυνέαις : πυκνὸν δὲ οὕτως ὥστε μήτε χιόνα διϊέναι
. Δίρκη τε Στροφίη τε : κρῆναι ἐν Θήβαις ταῖς Βοιωτίαις . Ἰσμηνοῦ : Ἰσμηνὸς ποταμὸς Θηβῶν καὶ Ἀσωπός .
7211102 χοιρῳ
τίς ἀγορεύειν βούλεται πάντων Ἀθηναίων ; ἐκέχρητο δὲ ὁ περιστίαρχος χοίρῳ καὶ τοῖς τοιούτοις ἀκαθάρτοις , διὰ τούτων τοὺς ἀκαθάρτους
, ὑποκύρτου , μικρὸν ὑπερεχούσης τοῦ ὕδατος , ὥστε ἐοικέναι χοίρῳ ἐπιπλέοντι θαλάσσης τὰ νῶτα , ἢ τῆς εἶδος ἐχούσης
7209154 καθεκτικον
μετὰ δόλου τι πραττόντων καὶ τοῖς φοβουμένοις ἐπίφοβα διὰ τὸ καθεκτικόν . Ὅσοι συναντῶσι καὶ ὅσοι βλέπονται , ἄνδρες τε
Πέδαι κατοχῆς καὶ ἐμποδισμοῦ εἰσι σημαντικαὶ καὶ νόσου διὰ τὸ καθεκτικόν . δούλοις δὲ πίστεις μεγάλας προαγορεύουσιν , ὧν ἀχώριστοι
7200467 χαλεπωταται
κραταιὰ τούτων σχήματα , τουτέστι τὰ τετράγωνα καὶ διάμετρα : χαλεπώταται γὰρ αἱ τοιαῦται καταρχαὶ ταῖς τε ναυσὶ καὶ τοῖς
συγκακουμένου καὶ τοῦ Ἑρμοῦ , μὴ μαρτυρούντων τῶν ἀγαθοποιῶν , χαλεπώταται γίνονται , καὶ μάλιστα ἐν τοῖς τροπικοῖς : αἱ
7196717 ἐπιβληθεν
καλῶς ποιήσει καὶ ψυχρὸν ὕδωρ μετὰ ῥοδίνου ἀνακοπὲν καὶ ἔξωθεν ἐπιβληθὲν ἢ σήσαμον ὕδατι βραχὲν , εἶτα ἐπιμελῶς λειωθὲν μετὰ
, μάλιϲτα δὲ ὑαίνηϲ : ἐναργέϲτατον δέ ἐϲτιν , ὥϲτε ἐπιβληθὲν αὐτοῖϲ ταχεῖαν τὴν τῆϲ γνώμηϲ ἀποκατάϲταϲιν ποιεῖϲθαι καὶ καιόμενον
7192216 ἑστιασεσι
, παρασεσιωπηκότι ἐῴκει τὸν Νιρέα : ὥσπερ γὰρ ἐν ταῖς ἑστιάσεσι τὰ ὀλίγα διαταχθέντα πως πολλὰ φαίνεται , οὕτω κἀν
. Ξενίαις αὐτοὺς ἐποίχονται τραπέζαις ] Ἤγουν θεραπεύουσι καὶ τιμῶσιν ἑστιάσεσι . Ἀριστεύει ] Ὑπερέχει . Κτεάνων ] Τῶν τοῦ
7190308 πεποικιλθαι
τοῖς ἄστροις ποικιλλομένη ἢ ποικίλον ἔνδυμα ἔχουσα , διὰ τὸ πεποικίλθαι τοῖς ἄστροις . . ποικιλείμων ] ἡ ποικίλον ἔνδυμα
γὰρ τὸ πάσσειν ποικίλλειν ἐστὶ , καὶ παστὸς διὰ τὸ πεποικίλθαι . ἀναποικίλλει σοι τὴν χάριν ἥ τε λύρα καὶ
7182159 σφοδραις
καὶ πᾶν θηρίον : Ὀξείαις ἀνίαισι τυπείς . ἤγουν ἐν σφοδραῖς λύπαις τρωθείς , διὰ τὸν οἰκεῖον υἱόν . τούτου
. φλεβοτομεῖν δὲ ἐν ἅπαντι καιρῷ τῆς ἡμέρας προσήκει τοὺς σφοδραῖς ἀλγηδόσι κατεχομένους , ὥστε , κἂν ἠριστηκώς τις ᾖ
7177114 ἐκτραπειη
Βδελύτροποι : ἃς ἰδών τις , φησί , βδελύξαιτο καὶ ἐκτραπείη μισήσας αὐτὰς ὡς δυσειδεῖς : ἀπὸ γὰρ τῶν ὀμμάτων
Βδελύκτροποι : ἃς ἰδών τις , φησί , βδελύξαιτο καὶ ἐκτραπείη μισήσας αὐτὰς ὡς δυσειδεῖς : ἀπὸ γὰρ τῶν ὀμμάτων
7168398 συμπαιζει
καρῖδα καθηκατω κἀνέσπας ' αὖθις . Ἀναξανδρίδης Λυκούργῳ : καὶ συμπαίζει καριδαρίοις μετὰ περκιδίων καὶ θρᾳττιδίων καὶ ψητταρίοις μετὰ κωθαρίων
εὕρημα δέξατ ' ἔκ του Νυμφᾶν Ἑλικωνίδων , αἷς πλεῖστα συμπαίζει . Εἰ χρή τι κἀμὲ μὴ συναλλάξαντά πω ,
7167349 ἀγροικοις
θερμοτέραις τῶν γυναικῶν καὶ ταῖς ὑπὲρ τὸ δέον γυμναζομέναις καὶ ἀγροίκοις , οὐ πάνυ δαψιλεῖς αἱ καθάρσεις γίνονται . ὅταν
δῶρα κομισάντων ἐπὶ ταῖς διαλλαγαῖς καὶ τὴν θεὰν ἀνυμνησάντων ταῖς ἀγροίκοις ἐκείνων ᾠδαῖς τόπον ὕστερον ἔδωκαν καὶ συνήθειαν . ὅτι
7166367 Κρητικαις
καλεῖσθαι τοὺς κατὰ τοὺς ἀγροὺς οἰκέτας . Ἕρμων δὲ ἐν Κρητικαῖς Γλώσσαις μνώτας τοὺς εὐγενεῖς οἰκέτας . Σέλευκος δ '
τῆς τῶν μήλων συνθέσεως . Ἕρμων δ ' ἐν ταῖς Κρητικαῖς γλώσσαις κωδύμαλα καλεῖσθαί φησι τὰ κυδώνια μῆλα . κατὰ
7157704 δορυσσοοις
πρέπουσι γὰρ ἐν τοῖς ἄλλοις οἱ ἔξοχοι προὔχοντες . . δορυσσόοις σάγαις ] ταῖς διὰ τοῦ δορὸς σούσαις καὶ κινούσαις
γὰρ ἐν τοῖς ἄλλοις οἱ ἔξοχοι καὶ προὔχοντες . θΞ δορυσσόοις δὲ ταῖς διὰ τοῦ δορὸς σούσαις καὶ κινούσαις εἰς
7156084 πολυτελεσιν
κατεῖχον αὐτήν . οἱ δὲ ὑπερτείνοντες οὐρανίσκοι διάχρυσοι ποικίλμασιν ἐκπεπονημένοι πολυτελέσιν ἐσκέπαζον τὸν ἄνω τόπον . καὶ πρῶτοι μὲν Πέρσαι
προσφιλοκαλοῦντες τὰ ἐν ταῖς εὐτελεστέραις οὐσίαις τεχνικώτερα τῶν ἐν ταῖς πολυτελέσιν εἰργάσαντο βουληθέντες προσθήκῃ τοῦ ἐπιστημονικοῦ τὸ κατὰ τὴν ὕλην
7149960 λοπασι
ὧν αἱ ποιότητες . ἀφύα βραχύτατόν ἐστι , συναγελαστικόν , λοπάσι σκευαζόμενον . ἀλώπεκες , ἵππουροι , θρίσσαι , λέρος
, πολύτροφος , βρωμώδης , διὸ μετὰ σινάπεως ἐσθίεται καὶ λοπάσι : κρεῖττον δὲ τὸ ὑπογάστριον . θύννος καὶ θυννίς
7144790 ὡπλισμενων
ἄλλων . τοὺς μὲν οὖν πολλοὺς τῶν τε ἀόπλων καὶ ὡπλισμένων ἐπὶ τὰ τετειχισμένα μάλιστα καὶ ἐχυρὰ τοῦ χωρίου πρὸς
μὲν τῶν ἀνόπλων πρὸς τοὺς ὡπλισμένους , ἀπὸ δὲ τῶν ὡπλισμένων πρὸς τοὺς ἀνόπλους : ἀπὸ μέν γε τοῦ πλήθους
7141831 κιθαραις
ὑπερτέλειοι προσεφθέγγοντο ἀνδρῶν χοροῖς . κιθαριστήριοι δὲ καὶ τοὔνομα διότι κιθάραις προσηύλουν διδάσκει . παράτρητοι δὲ θρήνοις ἥρμοττον , ὀξὺ
ἢ ποῖος Ἐλευσίνιος οἰκήτωρ Μουσαῖος ἀρκέσει τοσούτῳ πράγματι ; ποίαις κιθάραις ἢ λύραις τὸ κοινὸν πτῶμα , τὸ κοινὸν τῆς
7132835 ῥαχιαις
, ὄντως δὲ ἀκάθαρτον : καὶ γὰρ ὑφάλοις χοιράσι καὶ ῥαχίαις ἐκτετράχυνται καὶ πνοιαῖς καταιγιζούσαις τὸ πλέον . ἐνταῦθα δὲ
ἀναιρεταὶ τῶν ξένων εἰσὶν , ἀλλὰ χρίμπτουσα καὶ προσεγγίζουσα ταῖς ῥαχίαις καὶ ταῖς παραθαλασσίαις πέτραις ταῖς ἁλι - στόνοις ταῖς
7128226 γαυλοι
γαυλώς : παρὰ τὸ γάλα . εἴδη δέ εἰσιν οἱ γαυλοὶ ἀγγείων ποιμενικῶν . σκαφίδας : ἀγγεῖα , εἰς ἃ
μαλακῆς πόας ὑπὸ τῆς νοτίδος τρεφομένης . Ἀνέκειντο δὲ καὶ γαυλοὶ καὶ αὐλοὶ πλάγιοι καὶ σύριγγες καὶ κάλαμοι , πρεσβυτέρων
7127733 ξηραις
οἱ μὲν ἔνθεν , οἱ δὲ ἔνθεν ἔβαλλον ἡμᾶς σηπίαις ξηραῖς καὶ ὀφθαλμοῖς καρκίνων . τοξευόντων δὲ ἡμῶν καὶ ἀκοντιζόντων
: οὐδὲ γὰρ τὸ ἴον τὸ λευκὸν ἐν ταῖς ἄγαν ξηραῖς καὶ λεπταῖς εὔοσμον οὐδ ' ὅπου θερμὸς σφόδρα καὶ
7113032 καταξηραινομενα
ἐγκείμενα περιττώματα τοῖς ἀναπνευστικοῖς μορίοις δυσανάγωγα γίνεται μᾶλλον ὑπεροπτώμενα καὶ καταξηραινόμενα . διὸ συμβουλεύω , ἐφ ' ὧν ἐστι σφήνωσις
χυλῷ τῆς κυκλαμίνου σὺν ὀλίγῳ μέλιτι , ὡς μὴ ἄγαν καταξηραινόμενα θρύπτηται . καὶ συνεργῶ βαλάνιον προσθεὶς ἐκ τῆς κυκλαμίνου
7109993 ξανθαις
: αἱ μὲν γὰρ λευκαῖς ἵπποις ἐμπεφύκασιν , αἱ δὲ ξανθαῖς συνάπτονται , τὰς δὲ ποικίλλει μέν , ἀποστίλβει δὲ
αὐχένι . Κυδιόων : δοξάζων , χαίρων . μελιχρύσοισι : ξανθαῖς . ἐθείραις : κορύμβοις . Ὁπλίζεο : ὅπλησον .
7103334 κλῃθρα
θύραις θάσσει ; τουτὶ καὶ δὴ χωρεῖ τὸ κακόν . κλῇθρα χαλάσθω τάδε . καὶ δὴ γὰρ σχήματος ἀρχὴ μᾶλλον
' ὁ τλήμων ἔν τινι σχολῇ κακοῦ ; Βοᾷ διοίγειν κλῇθρα καὶ δηλοῦν τινα τοῖς πᾶσι Καδμείοισι τὸν πατροκτόνον ,
7101852 τολμαις
αἱ ὑπερβολαὶ , πλήθει τε χειρὸς τῶν ἐπελθόντων εἰκάζοντι καὶ τόλμαις ἑκατέρων καὶ στρατηγήσεσι καὶ μηχανήσεων ἐπινοίαις καὶ τῶν ἀντιπολεμησάντων
τῶν φοβερῶν εἴξομεν : ἱκανὴ γὰρ ἀμάχους ῥώμας εὐεξίαις , τόλμαις , ἐμπειρίαις , πλήθεσιν ἐκ πολλοῦ τοῦ | περιόντος
7101273 πανουργοις
θερμοῖς ] τολμηροῖς . Ξ πανουργίᾳ τινὶ ] σύν τισι πανούργοις . Ξ πανουργίᾳ ] ἐν δόλῳ , ἀπάτῃ .
μόρμυροι δὲ καὶ μελάνουροι καὶ σκορπίοι καὶ κωβιοὶ περιπεσεῖν σημαίνουσι πανούργοις καὶ ἀηδέσιν ἀνθρώποις , κορακῖνοι δὲ καὶ βλέννοι πονηροῖς
7092196 πεποιημεναις
, ἀέρος , οὐρανοῦ . ὧν ἕκαστον ἐπινοίαις εἰς ἄκρον πεποιημέναις διεξελθόντες ἐν μὲν τοῖς τρισὶν εὗρόν τινα καταληπτάδιὸ καὶ
ἐς ταύτην τὴν ὥραν καὶ τήνδε τὴν ἐπιδημίαν τοῦ ποταμοῦ πεποιημέναις . εἶτα ὃ μὲν ὑπονοστεῖ καὶ ἐς τὰ ἑαυτοῦ
7089860 κιες
δυνάμενος λογικὰ θεωρήματα . ἴκες καὶ ἶπες καὶ θρίπες καὶ κίες διαφέρει . ἴκες μὲν γάρ εἰσι τὰ ἐσθίοντα τοὺς
αὐτὰ νόμιμα ἡγεῖσθαι ἐκλήθησαν Ἰδουμαῖοι . ἶπες καὶ θρίπες καὶ κίες καὶ ἴκες διαφέρουσιν . ἶπες μὲν γὰρ λέγονται θηρίδια
7088774 ὑγραινουσι
ἀποπνεούσας αὔρας : οὐ γὰρ μόνον ψύχουσιν , ἀλλὰ καὶ ὑγραίνουσι τὰς ἕξεις . φυλακτέον δὲ καὶ τὰ πολύτροφα καὶ
πρεσβύτεροι καὶ τὰ ἔγγιστα ἑκατέρων . Δίαιται ὁκόσαι ψύχουσι καὶ ὑγραίνουσι , καὶ τῶν πόνων ὁκόσοι ἥκιστα ἐκθερμαίνοντες καὶ συντήκοντες
7082624 συνακολουθει
ἕποιτ ' ἀεί „ , κἀν τῇ Παρακαταθήκῃ : ” συνακολούθει μεθ ' ἡμῶν ” φησίν . ἀλοάσαντα : ἐν
. Ἴακχε πολυτίμητε , μέλος ἑορτῆς ἥδιστον εὑρών , δεῦρο συνακολούθει πρὸς τὴν θεὸν καὶ δεῖξον ὡς ἄνευ πόνου πολλὴν
7077011 ἐπιγαμιαις
Εὐρώπης εἰς τὴν Ἀσίαν , ὅπως τὰς μεγίστας ἠπείρους ταῖς ἐπιγαμίαις καὶ ταῖς οἰκειώσεσιν εἰς κοινὴν ὁμόνοιαν καὶ συγγενικὴν φιλίαν
καὶ φυλέται , χάριν τοῦ μὴ τοὺς κλήρους τοὺς προικιδίους ἐπιγαμίαις ἀλλοτριοῦσθαι , μένειν δ ' ἐν ταῖς ἐξ ἀρχῆς
7076537 κακοχυμοις
ἀνάπτει , δριμὺ δὲ ἀποῤῥεῖ καὶ δακνῶδες περίττωμα τοῖς φύσει κακοχύμοις , καὶ τοῖς μοχθηρὰ ἐδέσματα ἑαυτοῖς προσφέρουσιν , ὡς
τι περίττωμα μοχθηρόν : εἴωθε δὲ τοῦτο συμβαίνειν μάλιστα ταῖς κακοχύμοις γυναιξίν , ἐπειδὰν κυίσκωσι , καὶ καλεῖται τὸ πάθος
7069277 κλιναις
φασι Χείρων ' , ἐξέθρεψας Περικλέα ; Κᾆτ ' ἐν κλίναις ἐλεφαντόποσιν καὶ στρώμασι πορφυροβάπτοις , κἀν φοινικίσι Σαρδιανικαῖσιν κοσμησάμενοι
καὶ ἀναθημάτων λέγεται : κατακεῖσθαι δὲ ἐπ ' ἀνθρώπων ἐν κλίναις ὄντων . πόλις μὲν ὁ τόπος καὶ οἱ κατοικοῦντες
7069240 φθινουσι
' ἔνερθεν κλαίων τοὺς φθιμένους ἄνω . καὶ θεῶν σκότιοι φθίνουσι παῖδες ἐν θανάτωι . φίλα μὲν ὅτ ' ἦν
καρφαλέον καὶ βραδέως αἴρουσι τὰ βλέφαρα , καὶ λημμῶσι , φθίνουσι δὲ καὶ ὑπορρέουσι . καὶ τέλος ἐν αὐταῖς ταῖς
7067740 πορφυραις
, τοῖς τὸ λαμπρὸν οὐκ ἐν ἐλέφαντι καὶ χρυσῷ καὶ πορφύραις εἶναι νομίζουσιν , ὥσπερ Φίλιστος ὑμνῶν καὶ θαυμάζων τὴν
ψηφίσμασιν , ἐν ταῖς ἀνδριάντων καὶ εἰκόνων ἀναθέσεσιν , ἐν πορφύραις καὶ στεφάνοις χρυσοῖς , ἐν ἅρμασι καὶ τεθρίπποις καὶ
7066422 ἀλεξανεμος
: χειμάμυνα : παρὰ Σοφοκλεῖ , ἡ παρ ' Ὁμήρωι ἀλεξάνεμος . . . , . : χειμάμυνα : ἣν
χειμάμυνα : παρ ' Αἰσχύλῳ , ἡ παρ ' Ὁμήρῳ ἀλεξάνεμος . χείμαρος : τρῆμα νεώς , ὅθεν ἡ ἀντλία
7050968 περιεφυσαν
: περσικὴ καὶ εἶδος ὑποδήματος : ὅθεν καὶ τὸ ” περιέφυσαν “ ἔθηκε , πρὸς δὲ τὸ ” περσικαί “
, ἐγεννήθησαν . , ἡπλώθησαν , τοῖς ποσὶν αὐτῆς . περιέφυσαν : ἐκ μεταφορᾶς τῶν φυομένων ἐν τοῖς δένδρεσιν ὀθνείων
7047010 ἐκτρωσαι
οὐχ ὑπομείνασαν τὸ μέγεθος τῆς περιστάσεως τελευτῆσαι καὶ τὸ βρέφος ἐκτρῶσαι πρὸ τοῦ καθήκοντος χρόνου . καὶ τοῦτο μὲν τὸν
ἀκρωτηρίων ψύξις , κακόν . Ἐν γαστρὶ ἐχούσῃ τεινεσμὸς ἐπιγενόμενος ἐκτρῶσαι ποιέει . Ὅ τι ἂν ὀστέον , ἢ χόνδρος
7045384 μεσοφθαλμους
ποιεῖ καὶ εὐεκτικοὺς καὶ μελανότριχας καὶ οὐλοκεφάλους καὶ δασυστέρνους καὶ μεσοφθάλμους καὶ συμμέτρους τοῖς μεγέθεσιν , τῇ δὲ κράσει τὸ
ποιεῖ καὶ εὐεκτικοὺς καὶ μελανότριχας καὶ οὐλοκεφάλους καὶ δασυστέρνους καὶ μεσοφθάλμους καὶ συμμέτρους τοῖς μεγέθεσι , τῇ δὲ κράσει τὸ
7044188 πανοπλιαις
φανερὸς τυραννίδος ὀρεγόμενος , τότε δὲ τοὺς ἀπόρους ἀναλαμβάνων καὶ πανοπλίαις κατασκευαζόμενος καὶ τοὺς πονηροτάτους ἔχων μεθ ' ἑαυτοῦ κατὰ
τοῦ πανοπλίαις . δορυσσόοις : ταῖς διὰ τῶν δοράτων σῳζούσαις πανοπλίαις . δορυσσόοις ] ἐν ὁπλίσμασιν ἱππικοῖς . δορυσσόοις ]
7040440 ὑποφατιες
καὶ τῷ διαβαλλομένῳ καὶ τῷ πρὸς ὃν διαβάλλουσιν . διαβολιᾶν ὑποφάτιες : ἑρμηνευταὶ καὶ διάβολοι , παρὰ τὸ φατίζειν καὶ
πάλιν κατ ' ἐκείνων πρὸς αὐτοὺς διεξέρχονται . Τὸ δὲ ὑποφάτιες ἀντὶ τοῦ ὑποβολεῖς διαβολιῶν . Ὀργαῖς ἀτενὲς ἀλωπέκων ἴκελοι
7039789 Ποτημα
αἵ τε ἀντίδοτοι , καὶ πάντων μᾶλλον ἡ θηριακή . Πότημα πρὸς κοιλιακούς . Ῥοιῶν γ συμμέτρων ἕψεται σίδια ,
καὶ καταπεσεῖται εἴπερ ἑάλῳ τῷ πάθει . [ ηʹ . Πότημα πρὸς τὸ γνῶναι εἰ ἀθεράπευτοί εἰσιν οἱ ἐπιληπτικοί .
7037652 τεττιξι
. Γ τεττιγοφόρος : ἔθος ἦν τοῖς Ἀθηναίοις τὸ παλαιὸν τέττιξι χρυσοῖς ἀναδεῖσθαι τὴν κόμην , ὡς Θουκυδίδης . οὕτω
ἔϲτω δὲ καὶ τῆϲ ῥίζηϲ τῆϲ νάρδου βραχὺ ξὺν τοῖϲι τέττιξι ἀφεψήϲει : τοῖϲι αὐτέοιϲι ἐνίζεϲθαι ἀντὶ λουτροῦ ἐϲ ἄνεϲιν
7036337 πανηγυριζουσιν
τῶν προτέρων ψηφισάμενοι αὖθις ἐν εὐπαθείαις ἦσαν . Ἔτι δὲ πανηγυρίζουσιν αὐτοῖς πρεσβευταὶ παρῆσαν ἐξ ἔθνους Ἀρούγκων , οἳ τῆς
. διὰ γὰρ τὸ πάντας θρησκεύειν τοὺς θεοὺς θύουσι καὶ πανηγυρίζουσιν ἀεί . ἦρί τ ' ἐπερχομένῳ : τὴν παροῦσαν
7035031 ἀμαις
ἵνα μᾶλλον αὐτὸν δείξῃ ἥττονα τοῦ λήμματος . Γ ταῖς ἄμαις : ἄμη γεωργικὸν ὄργανον . ※ φράζε δημιουργικῶς :
τὴν μετοπωρινὴν ἰσημερίαν ἐξημεροῦν χρή , οὐ δικέλλαις , οὐδὲ ἄμαις , ἀλλὰ ἀρότρῳ , καὶ εὐθέως ἐπικοπρίζειν . ταύτῃ
7031339 κτεσιν
ταῖς δικέλλαις ἀνα - σκάπτειν , τοὺς δὲ τοῖς κηπουρικοῖς κτεσὶν ἀνακαθαίρειν : πρὸς δὲ τὰς ὠρυγμένας τάφρους ἐπιβάθρας ἐπιβάλλειν
ταῖς δικέλλαις ἀνα - σκάπτειν , τοὺς δὲ τοῖς κηπουρικοῖς κτεσὶν ἀνακαθαίρειν : πρὸς δὲ τὰς ὠρυγμένας τάφρους ἐπιβάθρας ἐπιβάλλειν
7030211 λιταισιν
ποτ ' ἔκτισεν γόνῳ , νῦν ἔχων παλίντροπον ὄψιν ἐν λιταῖσιν ; ὑψόθεν δ ' εὖ κλύοι καλούμενος . ἆ
δυσωπούμενοι . ὀξυγόοις ] ταῖς γινομέναις ἀπὸ γόων ὀξέων . λιταῖσιν ] παρακλήσεσιν . λιταῖσιν ] ἡμῶν . θ στροφὴ
7027512 φυσωμενων
. ἕτεροι δ ' εἰσὶ κομπασταὶ τῶν ὑπ ' ἀλαζονείας φυσωμένων , οἳ λιμοδοξοῦντες οὐδενὶ τῶν εἰς τὴν ὠφελιμωτάτην ὀλιγοδεΐαν
βραχὺ δώσομεν . ἐπὶ δὲ τῶν χολὴν μέλαιναν ἐμούντων καὶ φυσωμένων τὸν στόμαχον σπόγγους ὄξει δριμυτάτῳ θερμῷ βεβρεγμένους ἐντίθει ,
7024900 θερμοτησι
καὶ ἄνοσος , ἐπειδὴ τὰ νόσοις καὶ γήρᾳ σώματα ἁλωτὰ θερμότησι καὶ ψύξεσι καὶ ταῖς ἄλλαις ἐναντιότησι προσεμπιπτούσαις ἔξωθεν ἰσχυρῶς
, ὥσπερ ὁ γλευκίνης τῆς πρώτης : ἀνάλογον δὲ ταῖς θερμότησι καὶ αἱ ξηρότητες αὐτοῦ . Ὀλόστιον ξηραντικῆς ἐστι δυνάμεως
7024166 κοιλιακοις
' αὐτὸ ἀπεπτοῦσι καὶ ἀτροφοῦσι καὶ ἀχροοῦσι , λειεντερικοῖς , κοιλιακοῖς , ἀμβλυωποῦσιν , ἡλκωμένοις ἐντέρων . οὐ πᾶσι δὲ
ὀροβιαῖα καταπότια γ μετὰ χυλοῦ ῥοὸς ἢ μύρτου . Ἄλλο κοιλιακοῖς . Ὠόν , μέλι , οἶνος , σιδίων βραχὺ
7023781 ναυσταθμων
εὐναῖς , ἐλπίδων δ ' ἡμάρτομεν . στείχωμεν ὡς τάχιστα ναυστάθμων πέλας . σώιζει γὰρ αὐτὸν ὅστις εὐτυχῆ θεῶν τίθησιν
νεώτερον . πῶς δ ' οὐ δέδρακας ; οὐ κτανόντε ναυστάθμων κατάσκοπον Δόλωνα σώιζομεν τάδε σκυλεύματ ' ; ἢ πᾶν
7023686 πεπλεγμενοις
. Παλιμπλακέεσσιν : εἰς τοὐπίσω πεπλεγμένοις , κατ ' ἀνάκλασιν πεπλεγμένοις . ἁλόντα : κρατηθέντα . Ὑπεξέκλεψε : κρυφίως ἦλθεν
: ἄλλοι , ἤγουν οἱ ὄρνεις . τανυπλέκτοισιν : μακρῶς πεπλεγμένοις , μακροπλέκτοις , ἐπὶ πολὺ πλεκομένοις , ἀνακροτάτοις ,
7020866 ἀναστελλοντες
μὲν τῶν ἡττημένων πραΰνοντες λύπην , τὴν δὲ τῶν νενικηκότων ἀναστέλλοντες ὕβριν . κηλούμενοι γὰρ οἱ μὲν ἔλαττον ἀθυμοῦσιν ,
Ὀρύγματα γῆς εἰώθασί τινες εὖ μάλα βαθύνειν ἢ φλέβας πηγαζούσας ἀναστέλλοντες ἢ πρὸς ὑποδοχὴν ὀμβρίου ὕδατος , εἶθ ' ὑπονόμους
7019781 χερνιβες
καιρὸς ἀντιλάζυται ; ἔκπεμπε παῖδα δωμάτων πατρὸς μέτα : ὡς χέρνιβες πάρεισιν ηὐτρεπισμέναι προχύται τε , βάλλειν πῦρ καθάρσιον χεροῖν
τὸν νόμον ἀνάγκη τὸν προκείμενον σέβειν . οὔκουν ἐν ἔργωι χέρνιβες ξίφος τε σόν ; ἁγνοῖς καθαρμοῖς πρῶτά νιν νίψαι
7018049 Ἀνατολη
λέγεσθαι . Μεγάλη δέ ἐστι διαφορὰ ἀνατολῆς καὶ ἐπιτολῆς . Ἀνατολὴ μὲν γάρ ἐστιν ἡ προειρημένη , ἐπιτολὴ δὲ ἡ
. . . , : Παράκειται δ ' αὐτῷ ὄρος Ἀνατολὴ καλούμενον δι ' αἰτίαν τοιαύτην . τῷ Ἀναξιβίαν νύμφην
7017741 ἀβληχραι
. ταῖς μὲν ἀφαυρότερον θύννων δέμας , ἀμφὶ δὲ σάρκες ἀβληχραί , θαμέες δὲ διὰ στόμα λάβρον ὀδόντες ὀξέα πεφρίκασι
' ἐγένοντο καὶ ἔτραφον ἔκ τ ' ἐφάνησαν μυρίαι , ἀβληχραί , πολιὸν γένος : ἐκ δὲ γενέθλης οὔνομ '
7017376 γηραιοι
τὸν βίον ἐν εἰρήνῃ μετὰ ὑγιείας , ὡς εἰκός , γηραιοὶ τελευτῶντες ἄλλον τοιοῦτον βίον τοῖς ἐκγόνοις παραδώσουσιν . Καὶ
τὸν βίον ἐν εἰρήνῃ μετὰ ὑγιείας , ὡς εἰκός , γηραιοὶ τελευτῶντες ἄλλον τοιοῦτον βίον τοῖς ἐκγόνοις παραδώσουσι . ὅτι
7013879 κλωθειν
τὸ δὲ πολλὸν ἀνέδραμεν αὐτόθεν οἶδος . ἄλλως . Διογενιανὸς κλώθειν ἢ καλῶς αὔξεσθαι ἢ βλαστάνειν . Θέων δὲ ἐν
ἤγουν δεδομένα καὶ εἱμαρμένα , Λάχεσις παρὰ τὸ ἐπιλαγχάνον τινὶ κλώθειν , Ἄτροπος δὲ παρὰ τὸ ἄτρεπτον εἶναι τὸ μέλλον
7012729 κουφοτεραι
μὴ προμαθὼν ἄπειρος τούτου δηλονότι , ἤγουν τοῦ διδάξαι . κουφότεραι γάρ , ἀντὶ τοῦ κοῦφαι , ἤγουν ἐλαφραί ,
τοι εἰδότι ῥᾴτερον : ἄγˈνωμον δὲ τὸ μὴ προμαθεῖν : κουφότεραι γὰρ ἀπειράτων φρένες . κεῖνα δὲ κεῖνος ἂν εἴποι
7012146 διακεκομμενοις
Σαλαμῖνι καὶ Πλαταιαῖς . ἀντὶ τοῦ προσβολαῖς . δυσθρήνητον . διακεκομμένοις . ἡμῖν τοῖς δηΐοις στυγνότητος αἴτιαι πάρεισιν εἰς μνήμην
ἀντὶ τοῦ προσβολαῖς . δυσαιανῆ ] δυσθρήνητον . δαΐοις ] διακεκομμένοις . στυγναὶ δ ' Ἀθᾶναι ] ἡμῖν τοῖς δηΐοις
7003785 ἡλιαστης
Εἰ μὴ μεταλάβῃ τοὐπίπεμπτον , κλᾳέτω . Ὁ δ ' ἡλιαστὴς εἷρπε πρὸς τὴν κιγκλίδα . Τὸν Ἐρεχθέα μοι καὶ
] . ἀντὶ τοῦ εἰπεῖν “ μῦς ὀροφίας ” “ ἡλιαστὴς ” εἶπε διὰ τὸ φιλόδικον αὐτοῦ : ὀροφίαι γὰρ
7002985 τιο
αὔλακος . ἀμφιτιττυβίζετε : Ποιὸν ἦχον ἀποτελεῖτε . 〚 τιὸ τιό : Ἡ δευτέρα στροφὴ κώλων ιγʹ . ὧν τὸ
ἰτώ ὀξυτόνως προφέρονται κατὰ μίμησιν ὀρνέου φωνῆς . Ὁμοίως καὶ τιό , τιό , τιό . Ὁμοίως καὶ τορό ,
6997588 Νασιβις
Περαίᾳ τῇ πρὸς τῷ Τίγρητι ποταμῷ . Φίλων ἐν Φοινικικοῖς Νάσιβις φησὶ διὰ τοῦ α . Οὐράνιος δὲ διὰ τοῦ
περαίαι τῆι πρὸς τῶι Τίγρητι ποταμῶι . Φίλων ἐν Φοινικικοῖς Νάσιβις φησὶ διὰ τοῦ α : Οὐράνιος δὲ διὰ τοῦ
6995364 ἀραιουσθαι
τὴν τάξιν τῶν πεζῶν ὑπὲρ τὸ μέτρον μὴ διαλύεσθαι ἤτοι ἀραιοῦσθαι . Αὕτη ἡ τάξις ἀναγκαῖα ἐστι καὶ πεζῶν συνόντων
ἄροσιν ἐπιτηδεία : παρὰ τὸ ἀροῦν , ἢ παρὰ τὸ ἀραιοῦσθαι τὴν γεωργουμένην γῆν , . , , . .
6994614 καταστεγοι
δέ γε αὐτῶν ἑτέρων τε τιμιωτέρων ὁδοί τε ἐν ἄστει κατάστεγοι στενωποί τε μεστοί . καὶ τοῖς μὲν ἴση ἡ
δέ τινες αὐτοῖς καὶ τῶν εἰς τοὺς ἀγροὺς φερουσῶν ὁδῶν κατάστεγοι . τοῖς δὲ πλείστοις αὐτῶν ὑπάρχουσιν οἰνῶνες ἐγγὺς τῆς
6994318 ἀνατετραμμενα
κέλης κέλητα παρακελητιεῖ , ἅρματα δ ' ἐπ ' ἀλλήλοισιν ἀνατετραμμένα φυσῶντα καὶ πνέοντα προσκινήσεται : ἕτεροι δὲ κείσονταί γ
εἰπεῖν “ σώματα ” “ ἅρματα ” εἶπεν . Γ ἀνατετραμμένα : ἀντὶ τοῦ “ περικείμενα ἀλλήλοις τὰ σώματα ”
6992950 ὀδονταλγιαϲ
γοῦν ἀφέψημα αὐτῆϲ ϲπλῆναϲ ὀνίνηϲι πινόμενον . ἰᾶται δὲ καὶ ὀδονταλγίαϲ . ὁ δὲ καρπὸϲ καὶ ὁ φλοιὸϲ αὐτῆϲ ἐγγύϲ
δριμὺ καὶ ϲυμπεπτικὸν καὶ ῥυπτικόν : ὅθεν ὄξει μὲν ἑψηθεῖϲαι ὀδονταλγίαϲ ἰῶνται διακλυζομένου τοῦ ὄξουϲ , εἰ δὲ καὶ μέλιτοϲ
6992457 φλυακογραφος
, λαγάνοις κατὰ νῶτον ἐίσας . δελφάκων δὲ σιτευτῶν ὁ φλυακογράφος Σώπατρος ἐν Βακχίδος Γάμῳ οὕτως : εἴ που κλίβανος
παιδαρίων ταῖς καλουμέναις τελλίναις , ὡς καὶ Σώπατρός φησιν ὁ φλυακογράφος ἐν τῷ ἐπιγραφομένῳ δράματι Εὐβουλοθεομβρότῳ : ἀλλ ' ἴσχε
6989475 καθεστωσι
χρημάτων καὶ στρατιωτῶν ἐνδεῖν αἰσχρὸν οὐ τοῖς μὴ ἐν ἰδίᾳ καθεστῶσι χρείᾳ , πολὺ δὲ μᾶλλον τοῖς εἰ καὶ οἴκοθεν
χάριν τοῦ μὴ μετὰ περιθλάσεως τὴν σκέπην τρυφεροῖς ἔτι σώμασιν καθεστῶσι παρέχειν : καθαροὺς δέ , ἵνα κοῦφοι καὶ μὴ
6989357 μειωσεσι
καὶ προφανέστερον καὶ βεβαιότερον καὶ παρρησιαστικώτερον , ἐν δὲ ταῖς μειώσεσι τῶν φώτων ἢ ταῖς κρύψεσιν ἐπὶ τὸ νωχελέστερον καὶ
τῆς μεγίστης ἡμέρας ἐν ταῖς θεριναῖς τροπαῖς ἴσας εἶναι ταῖς μειώσεσι τῶν ἐλαχίστων ἡμερῶν ἐν ταῖς χειμεριναῖς τροπαῖς . εἰ
6988260 λυπουμεναι
πόρω πόρις καὶ πλεονασμῷ τοῦ τ πόρτις . ἀσχαλόωσαι : λυπούμεναι . ἀσχαλόωσι : λυποῦνται : γράφεται ἀσχαλόωσαι . Μητέρες
διαβρόχοις . τέγγουσιν ] βρέχουσιν . ἄλγους ] † ἤγουν λυπούμεναι , ἀλγοῦσαι . αἵ δ ' ] ἄλλαι δὲ
6985268 πεζικαις
τούτοις ἁρμόδια καὶ ἐνταῦθα χειριζέτω τὸν πόλεμον . Ὁ πεποιθὼς πεζικαῖς μᾶλλον δυνάμεσιν , ἀνωμάλους τε καὶ δασεῖς καὶ τραχυτέρους
ἐχομένην βίβλον κατατάξομεν . Στρατεία Ἀθηναίων ἐπὶ Συρακοσίους μεγάλαις δυνάμεσι πεζικαῖς τε καὶ ναυτικαῖς . Κατάπλους Ἀθηναίων εἰς Σικελίαν .

Back