ὅτι τὸ ἔχειν καλὰ ἱμάτια , τοῦτο ὃ καὶ σὺ φαντάζῃ . εἶτα μὴ ἔλθῃ καὶ ἄρῃ αὐτά ; ἀλλὰ | ||
ἡμέραν ἀπαλείψεταί σου τὰ ἱερὰ ἐκεῖνα δόγματα , ὁπόσα ἀφυσιολογήτως φαντάζῃ καὶ παραπέμπεις . δεῖ δὲ πᾶν οὕτω βλέπειν καὶ |
δὲ μαλακώτερα μᾶλλον ἐϲθίειν : ὅϲα δὲ ϲφοδρῶϲ αὐϲτηρὰ καὶ ϲτρυφνά , μοχθηρὰ τῇ τοιαύτῃ διαίτῃ . ἐπιτηδειότερα δὲ πάντων | ||
βάθουϲ τῶν ϲωμάτων ἐνεργεῖν φαίνεται μᾶλλον , ἐπιπολῆϲ δὲ τὰ ϲτρυφνά . ἐπειδὰν δὲ δοκιμάζειν ἐθέλοιϲ ἐνέργειαν εἰλικρινοῦϲ ϲτρυφνότητοϲ , |
εἰτε καλὸς εἴτε καὶ μή . ἔστι δὲ ἡ λεγομένη χρυσῖτις : Λυδία δὲ λέγεται ὡς τοῦ λίθου τούτου παρὰ | ||
δὲ ψαθυράν τε καὶ λευκήν . Λιθάργυρος καλλίων ἐστὶν ἡ χρυσῖτις καλουμένη καὶ ἀποστίλβουσα . Λίθον Ἄσσιον παραληπτέον τὸν κισηροειδῆ |
ἰδίως δυσπνοϊκῶν καὶ ἀναφορικῶν οὕτω καλουμένων , ἀφρώδη τε καὶ δίυγρα καὶ γλίσχρα καὶ παχέα ἐσύστερον τὰ ἀναπτυόμενα , ἃ | ||
] αὐτάδελφα ἢ πολυνεικῆ . ὁμώνυμα ] πολυνεικῆ . θ δίυγρα : ζῶντα πήματα χεόμενα καὶ πολλά . τριπάλτων δὲ |
κατιδεῖν παρὰ νόμον καὶ δίκην ἐβιάσατο ἢ ἐκλαλῆσαι τὰ ὀφείλοντα ἡσυχάζεσθαι ἢ εἰς τοὐμφανὲς προενεγκεῖν τὰ δυνάμενα οἴκοι συσκιάζεσθαι καὶ | ||
ἀβέβαιος ‖ . ‖ [ Οἱ λάλοι ] τὰ ὀφείλοντα ἡσυχάζεσθαι ῥηγνύντες τρόπον τινὰ ὑπὸ γλωσσαλγίας , προχέουσιν εἰς ὦτα |
ἀρχῆϲ ϲφοδρὸϲ ὑπάρχων ἡλικίαιϲ τε καὶ ὥραιϲ καὶ χώραιϲ καὶ κράϲεϲιν εὐκράτοιϲ ἕπεται , ὁ δὲ ἀμυδρὸϲ ταῖϲ δυϲκράτοιϲ . | ||
καταϲτάϲεων , ἀλλὰ καὶ κωλύϲει γενέϲθαι ταῖϲ τοῦ περιέχοντοϲ ἀμέτροιϲ κράϲεϲιν τὴν ἐναντίαν ἐπιτεχνώμενοϲ δίαιταν . ὅϲα μὲν οὖν ἐγγὺϲ |
νῦν κανίσκιον κανήτιον ἐκάλουν , ὡς τὸ λίκνον κάνητα . μαζονόμια δὲ κοῖλοι μεγάλοι πίνακες , ἐφ ' ὧν αἱ | ||
οἰνοχόαι τριάκοντα , ἐξάλειπτρα μεγάλα δέκα , ὑδρίαι δεκαδύο , μαζονόμια πεντήκοντα , τράπεζαι διάφοροι , κυλικεῖα χρυσωμάτων πέντε , |
πως ἤδη τοῖς σώμασι , τὰ δὲ ἔτι ἁπαλὰ καὶ ἔνικμα χοῖροι . . . . , : Ἰστέον δὲ | ||
, μήτε μανὰ ἵνα μὴ διίῃ : ταῦτα δὲ καὶ ἔνικμα καὶ πυκνότητα ἔχει , τὰ δὲ τῆς φιλύρας καὶ |
καὶ ὁ βάτος καὶ ὁ παλίουρος ἔνυδρά πώς ἐστιν ἢ πάρυδρα , καθάπερ ἐνιαχοῦ , φανεραὶ σχεδὸν καὶ αἱ τούτων | ||
μὲν εὐαυξῆ τὰ δὲ δυσαυξῆ . εὐαυξῆ μὲν τά τε πάρυδρα , οἷον πτελέα πλάτανος λεύκη αἴγειρος ἰτέα : καί |
καὶ λεπτύνει καὶ ἀποξύει . κἄν πού τις τροφὴ παχυμερὴς προσληφθείη , λεπτύνεταί τε καὶ κατεργάζεται περιουσίᾳ τῆς τοῦ ὄξους | ||
τὸ κατ ' ἄθροισιν προσλαμβανόμενον ἔξωθεν , εἰ καὶ μὴ προσληφθείη τὸ ἀόριστον , ὅμως περιβολήν τινα , οἷον δύο |
, ἄλλως τε καὶ ἢν ἐπιπυρετήνωσιν . κγʹ . Τὰ περιμάδαρα ἕλκεα κακοήθεα . κδʹ . Ὀσφῦν ἀλγέοντι ἀναδρομὴ ἐς | ||
οἱ δὲ τὸν φόβον . πόνοι : αἱ ἐνέργειαι . περιμάδαρα ἕλκεα : ἄτροφα καὶ ἀνώμαλα . προσάρματα : τροφαί |
τοῦ ω μεγάλου γράφεται : θρῴσκω τὸ πηδῶ : θρωμὸς ὤια δικτύου : θρωγμὸς τρίβος : θρῶσις τὸ σπαρτίον : | ||
νηϲίδιον μικρὸν [ ψωθία τὰ ὑποκάτω τοῦ [ ἄρτου ω ὤια μηλωτή [ ὤζοντεϲ [ ὤμιλλα [ νον [ ] |
εἶναι νομίζοντες , ἂν ῥήματα συμφορῶσι καὶ ταῦτα τῶν πολλῶν ὁπωσδὴ θᾶττον συνείρωσι , μηδενὸς τἄλλα ἀμείνους ὄντες . τὸ | ||
ἄν : νῦν δ ' οὖν , εἴτε πέπεισαι εἴτε ὁπωσδὴ ἔχεις , σύμφῃς γοῦν ἡμῖν πάντα τὰ κέρδη ἀγαθὰ |
' ἔνιά γε τῶν ἀνθέων ἐξ ἀποστάσεως ἢ πλησίον ἐλθοῦσιν εὐοσμότερα καθάπερ καὶ τὰ ἴα δοκεῖ . Τὸ δ ' | ||
ἐκ τούτων ὅπερ καὶ πρότερον ἐλέχθη διότι τὰ ξηρὰ καὶ εὐοσμότερα πρὸς ἄλληλα ταῖς ὀσμαῖς . Εὐλόγως δὲ τὰ μύρα |
μέγα καὶ σεμνὸν , ἀλλὰ πάντα σμικρὰ καὶ ἀσθενῆ καὶ ὀλιγοχρόνια καὶ ἀναμεμιγμένα λύπαις μεγάλαις . Τὸ ζῆν ἔοικε φρουρᾷ | ||
τὴν δύνουσαν , ἀλλ ' ὅμως εἰ αὕτη ἀναιρετικὴ εἴη ὀλιγοχρόνια ἔσται . εὕρομεν δὲ πολλάκις , φησίν , τῇ |
ἡττᾶσθαί τινος , ἐσπουδακέναι περί τινα , ἐνθέως ἔχειν , κατόχως , ἐμπύρως , διαπύρως : φλέγεσθαι τῷ πόθῳ , | ||
ἐκ πόνου ἀφωνίαι , δυσθάνατοι . Αἱ μετ ' ἐκλύσιος κατόχως ἀφωνίαι , ὀλέθριοι . Αἱ κατακλώμεναι φωναὶ μετὰ φαρμακείην |
ἄνευ τοῦ δευτέρου β . Γογγυσμὸς καὶ γογγύζειν : ταῦτα ἀδόκιμα μὲν οὐκ ἔστιν , Ἰακὰ δέ . Φωκυλίδην γὰρ | ||
δὲ λέγε . Ὠνάμην , ὤνασο , ὤνατο : πάντα ἀδόκιμα ὅταν διὰ τοῦ α : τὰ γὰρ ἀρχαῖα διὰ |
νέον γλάγος . ὡς λιμνῆτις ἅπαν ἐκ βδέλλα : ὡς λιμναία βδέλλα , παρὰ τὸ βδάλλειν καὶ οἷον ἐξαμέλγειν τὸ | ||
καὶ δύσπεπτος , αἱ σφύραιναι τῶν γόγγρων τροφιμώτεραι . ἡ λιμναία ἔγχελυς τῆς θαλασσίας εὐστομωτέρα καὶ πολυτροφωτέρα . τῷ μελανούρῳ |
καὶ κάραβοι καρίδεϲ καὶ πάντα τὰ τοιαῦτα , πολύποδεϲ ϲηπίαι τευθίδεϲ καὶ πάντα τὰ καλούμενα μαλακόδερμα , βάτοι λειόβατοι ῥῖναι | ||
ἡ ϲὰρξ καὶ κύαμοι φρυγέντεϲ καὶ τὰ καλούμενα δὲ μαλάκια τευθίδεϲ ϲηπίαι πολύποδεϲ οἱ κητώδειϲ τῶν ἰχθύων , ἐξ ὧν |
, τεταρταία ὥρας γʹ εʹ , πεμπταία ὥρας δʹ , ἑκταία ὥρας δʹ ∠ ʹ δʹ κʹ , ἑβδομαία ὥρας | ||
ψυχρεύεσθαί τις δύναται λέγων ὅτι τρίτη ἡ τρισκαιδεκαταία , ὡς ἑκταία ἑκατηβόλος σελάνα , ἑκκαιδεκαταία : ἡ γὰρ μέση οὐκ |
παρὰ τὸ ἀρδῶ περισπώμενον ἀρδήσω ἀρδηθμός . . . . ἀρδμός : ὁ ποτισμός : ἀπὸ τοῦ ἄρδω βαρυτόνου . | ||
ἅρπῃ εἰκυῖα . ” λέγεται δὲ καὶ τὸ δρέπανον . ἀρδμός ποτισμός , καὶ ἄρσαι καὶ ἄρδειν τὸ ποτίζειν . |
τὸ θρόνος : θρόος ὁ φθόγγος : θρόννα ἄνθεα , βάμματα , διὰ τοῦ ο μικροῦ γραφόμενα . Ἡ υ | ||
ἢ μεθ ' ἑτέρων ἀντιτέχνων , ἵνα ὁποιαοῦν ἀποδιδῶται τὰ βάμματα ταῖς γυναιξίν ; ἀγαπήσουσι γὰρ ὠνούμεναι κἂν ὀλίγῳ βελτίω |
ταῦτα κόψαι καὶ κατασῆσαι λεῖα , καὶ ἐπ ' οἶνον εὔοδμον ἐπιπάσσειν , καὶ ἐπιχέαι ῥόδινον ἔλαιον . Ὅταν δὲ | ||
' οὐ λανθάνει , φοινικοεάνων ὁπότ ' οἰχθέντος Ὡρᾶν θαλάμου εὔοδμον ἐπάγῃσιν ἔαρ φυτὰ νεκτάρεα : τότε βάλλεται , τότ |
ἂν οἶς ποτε τέκοι . καὶ τοῖς μὲν προβάτοις αἱ οὐραὶ πρὸς τὸν πόδα τέτανται , αἱ δὲ αἶγες μηκίστας | ||
εὐνήν , ἡ δ ' ἐπιτερπέσθω πολιοκροτάφοισι γέρουσιν , ὧν οὐραὶ μὲν ἀπήμβλυνται θυμὸς δὲ μενοινᾷ . ἐπεὶ δὲ ἧκεν |
, ἐπειδὴ αὐτὰς ἀγρεύουσι πάντες καὶ ἐσθίουσιν ὡς ἀσθενεῖς . περιπληθής : πληρουμένη , στενοχωρουμένη , γεγεμισμένη , πεπληρωμένη , | ||
παντοίοισι περιπληθὴς καμάτοισι : πάντων ἢ παντοίων γεγεμισμένος κόπων . περιπληθής : γέμων . Ἐπαιγίζει : κλονίζει , ταράσσει δίκην |
. Ἀποφθινύθουσι : φθείρονται : ἀπὸ τοῦ φθίνω φθινύω καὶ φθινύθω κατὰ παραγωγήν . Αἰνοτάτοισι : δεινοῖς . γάμοις : | ||
, καὶ διὰ τοῦ υ ψιλοῦ γράφεται : μινύθω : φθινύθω : βαρύθω . Τὰ διὰ τοῦ εζω ῥήματα δισύλλαβα |
τοιαῦτα δοξάσματα , ἀπὸ μὲν τῶν δαιμόνων ἐπὶ τὰς ψυχὰς ἀποφερόμενα ἀπὸ δὲ τῶν θεῶν ἐπὶ τὸν κατ ' ἐνέργειαν | ||
κενούμενα διάφορά [ καὶ τὰ κατὰ τὸ λόγωι ] θεωρητὸν ἀποφερόμενα οἷα ? ? [ ! ! ! ! ! |
πλεῖστοι βόλιτον ἄνευ τοῦ δευτέρου β . Γογγυσμὸς καὶ γογγύζειν Ἰακά , πλὴν δόκιμα : ὁ δὲ Ἀττικὸς τονθρυσμὸν καὶ | ||
καὶ ἔπειτα : Ἀττικά . τὸ δὲ εἶτεν καὶ ἔπειτεν Ἰακά . διὸ καὶ παρ ' Ἡροδότῳ κεῖνται . ἐκμαγεῖον |
πνευματώδη , τὰ δὲ βόρεια καυσώδη , τὰ δὲ νότια νιφετώδη . τὸ δὲ τῶν Ἰχθύων δωδεκατημόριον καθόλου μέν ἐστι | ||
καὶ πυρῶδες , κατὰ μέρος δὲ τὰ μὲν προηγούμενα αὐτοῦ νιφετώδη , τὰ δὲ μέσα εὔκρατα , τὰ δὲ ἑπόμενα |
, ἀλλὰ μαλακόν . ἐϲτὶ δὲ τοιαῦτα πολύποδέϲ τε καὶ ϲηπίαι καὶ τευθίδεϲ , ὅϲα τε τούτοιϲ ἔοικε . ϲκληρόϲαρκα | ||
ϲὰρξ καὶ κύαμοι φρυγέντεϲ καὶ τὰ καλούμενα δὲ μαλάκια τευθίδεϲ ϲηπίαι πολύποδεϲ οἱ κητώδειϲ τῶν ἰχθύων , ἐξ ὧν εἰϲιν |
τὸν ποιμένα δεῖ ἐπιμελεῖσθαι , ὅπως σῶαί τε ἔσονται αἱ οἶες καὶ τὰ ἐπιτήδεια ἕξουσι καί , οὗ ἕνεκα τρέφονται | ||
ἐπὶ πλεῖον ἔσεσθαι τὸν χειμῶνα δηλοῦσι . καὶ αἶγες καὶ οἶες ὀχευθεῖσαι , καὶ πάλιν ὀχεύεσθαι βουλόμεναι μακρότερον σημαίνουσι χειμῶνα |
διὰ τοῦ ΙΝΗ ὑπὲρ τρεῖς συλλαβὰς ἐκτείνει τὸ Ι : Αἰητίνη θριδακίνη ἡρωΐνη . τὸ εἰλαπίνη Μολυβδίνη ὄνομα πόλεως συνέσταλται | ||
φίνη : ἀριγίνη : ἐριγίνη : ἡρωΐνη : δωτίνη : Αἰητίνη : Ἀδρηστίνη Εὐηνίνη : Μενεκίνη ἡ πόλις : μελίνη |
δὲ ὁλοάργυροι καὶ ὁλόχρυσοι καὶ λιθοκόλλητοι στρωμναί , ἀνθηροποικίλοις καὶ χρυσοπάστοις ὡς πρὸς ἐπίδειξιν καὶ πομπήν , οὐ τὴν καθ | ||
μὴν οἴκαδε πολλοστιαῖος ἀποτρέχω , γύναι . ταῖς ξυστίσιν ταῖς χρυσοπάστοις στόρνυται . ἐγὼ ποιήσω πάντα κατὰ Νικόστρατον . φηγούς |
μόνα μελαίνεται . εὔκριτα μὲν τὰ ἴχνη τὰ εὐθέα , δύσκριτα δὲ τὰ συμπεπλεγμένα : γίνεται δὲ μάλιστα τοιαῦτα , | ||
ἐπὶ πουλὺ , καὶ πάλιν ἄγρυπνοι : ἀκρισίαι πουλλαί : δύσκριτα : ὕδρωπες : φθινώδεες πουλλοί : τὰ μὲν ἐπιδημήσαντα |
τοῖσι πλείστοισιν ἀποκοπτομένοισιν ἀσινέα γίνεται , ὅσα ἂν μὴ αὐτίκα λειποθυμίη ἀνατρέψῃ , ἢ τεταρταίοισιν ἐοῦσι πυρετὸς ξυνεχὴς ἐπιγένηται . | ||
τοῖσιν αὐχμοῖσιν ὀφθαλμίαι ἐπεδήμησαν ὀδυνώδεες . Αἵματος φλεβῶν στάσιες , λειποθυμίη , σχῆμα , ἄλλη ἀπό - ληψις , μοτώματος |
μετὰ ταύτας τὰς ἡμέρας πολλὴ μετὰ πνιγμώδους βηχὸς , καὶ πυώδεα ζέοντα ὑπὲρ τοῦ ἀγγείου καὶ ἀφρέοντα : καὶ ἐν | ||
, καὶ ἄλλοτε καὶ ἄλλοτε ὑποκακοήθεα χωρέει τὰ λοχεῖα , πυώδεα , δύσοδμα . Ταῦτα σημήϊά ἐστιν , ἢν ἕλκεα |
παρέκρουσε σμικρά . Πέμπτῃ , διαχωρήματα πλείω , μέλανα , ἔπαφρα : ὑπόστασις μέλαινα διαχωρήμασιν : νύκτα οὐχ ὕπνωσεν : | ||
πολλά τε καὶ ἀθρόα καὶ μετὰ πνευμάτων καί ποτε καὶ ἔπαφρα , πιμελώδη τε καὶ αἱματώδη φαίνεται συναναμεμιγμένα τοῖς διαχωρήμασι |
ἐπιληψίαν ἰᾶται παραδόξως καὶ ὑπὲρ λόγον . Κυνοπόταμος ὁ καὶ κάστωρ λεγόμενος γνωστός ἐστι . Τούτου οἱ ὄρχεις , τὸ | ||
μηδὲ πνεύμονας ἔχειν ταῦτα . ἀμφίβια δὲ ἵππος ποτάμιος ἐνυδρὶς κάστωρ κροκόδειλος . φολιδωτὰ δὲ σαῦρος σαλαμάνδρα χελώνη κροκόδειλος ὄφις |
οὔτε βροτοῖσιν οὔτε θεοῖς , εἴ πέρ τις ἔτι νῦν δαίνυται εὔφρων . Ἣ μὲν ἄρ ' ὣς εἰποῦσα καθέζετο | ||
δίκην γῆν κατὰ πᾶσαν ἔχει . Οὐδὲ λέων αἰεὶ κρέα δαίνυται , ἀλλά μιν ἔμπης καὶ κρατερόν περ ἐόνθ ' |
ἐλλυχνίων ” . ἢ ἀπὸ τοῦ θρύου τὸ παλαιὸν τὰ ἐλλύχνια . μετὰ ταῦθ ' ὅπως νῶιν : : μετὰ | ||
φράσω διὰ τοὺς παρεστῶτας . Γ θρυαλλίδας : διὰ τὰ ἐλλύχνια , ὡς ἀπορρήτου τούτου ὄντος καὶ δεινοῦ , εἰσφέρειν |
παρετήρει τὸν χρόνον , ἐν ᾧ ὕδατα πολλὰ καὶ πνεύματα ἐξαίσια , καὶ δίδωσι Πηλεῖ Φιλομήλαν : καὶ οὕτως ἐπεκράτησεν | ||
. , ; , ; , . . ἐναγεῖς ἄμαχον ἐξαίσια τοὺς δὲ παντάπασιν ἀπεωθεῖτο ὡς ἐναγεῖς ὄντας καὶ ἀνιάτους |
πεπόνθασι καὶ ὁ τοῦ ῥήτορος Ἀριστογείτονος πατήρ . φαυλότατα ] εὐκολώτατα καὶ εὐχερῆ . νὴ τοὺς θεοὺς ἔγωγ ' : | ||
σκορπίους . ἀλλὰ τὰ μὲν πέττει ῥᾳδίως , τὰ δὲ εὐκολώτατα ἀποκρίνει . ἴδοι δ ' ἄν τις νοσοῦσαν ἶβιν |
τινὰς ἐπὶ τοῦ νώτου ἐπιχρύσους ἔχοντα . ὁρᾷς , ὦ Ἔλεγχε ; Ὁ τὸν Ἀριστοτέλη προσποιούμενος οὗτός ἐστιν . Ἦλθεν | ||
ἀνασπάσωμεν . καὶ σύ , ὦ Ἔλεγχε , ἀνάσπα : Ἔλεγχε , συνεπιλαβοῦ τῆς ὁρμιᾶς . Ἄνω ἐστί . φέρ |
. καὶ Κύπρις , ἅτ ' εἶ γένους προμάτωρ , ἄλευσον : σέθεν γὰρ ἐξ αἵματος γεγόναμεν : λιταῖς [ | ||
ἄλευσον ] φύλαξον , ἀποδίωξον καὶ ἀποσόβησον τοὺς ἐχθρούς . ἄλευσον ] καὶ δίωξον τοὺς ἐχθρούς . ἄλευσον ] βοήθησον |
ἢ δακνώδους μετέχοντα ποιότητος , ἤδη τυχόντα ὕλης , καὶ νύσσει τε καὶ διερεθίζει τὴν αἴσθησιν , τὴν διαφόρησιν ἐπισπεύδοντα | ||
ἀπείρως ἐμβρυουλκουμένου τοῦ ἐμβρύου ἀποσπῶνται σάρκες καὶ τὰ γυμνούμενα ὀστέα νύσσει τὴν μήτραν . παρὰ δὲ τὰ δι ' ὧν |
ὁ ὕδρωψ ἐν τῇσι μήτρῃσι , καὶ τὰ ἐν τῇσι κοιλίῃσι , καὶ τὰ ἐν τοῖσι σκέλεσι , καὶ τἄλλα | ||
πνιγμοὶ ἐπὶ τοῖσι προγεγραμμένοισιν , ἐκπυητικόν . Τὰ ὑστερικὰ ἐν κοιλίῃσι σκληρύσματα ἐπώδυνα , ὀξέως ὀλέθριον . Τῇσιν ἐπιφόροισιν ἤδη |
γὰρ τῶι μέσωι τῆς νυκτὸς μόναις Ἐριννύσιν ἀπάρχονται θύειν . πατούμενα ] ἤγουν ἀνατετραμμένα . ἐξαλύξας ] ἐκφυγών . ἀρκυσμάτων | ||
πεπιλημένοι , ἀπὸ τοῦ στείβειν , ὅ ἐστι πατεῖν . πατούμενα γὰρ ἐν τῷ πλύνεσθαι τὰ ἱμάτια συμπεπιλημένα πλέον γίγνεται |
ὅτι ἐπειγομένη τυφλὰ τίκτει . ἔστι δὲ καὶ εἶδος ὀρνέου ἀκαλανθίς . 〚 καὶ φρυγίλῳ : Ἡ τρίτη περίοδος κώλων | ||
| κολυμβίς | ΐυγξ | κεγχρίς κίσσα | χλωρίς | ἀκαλανθίς | νῆσσα | πιπώ | δρακοντίς νυκτερίς | γλαῦξ |
, τοῖς φύλλοις καὶ τοῖς κλάδοις ἢ ἄνθεσι δασεῖα . κάλχη δὲ ἄνθος , ἢ τὸ ζῷον , ᾗ βάπτεται | ||
ὅτι οὐ τέγγομαι τῷ τῶν ἱερείων αἵματι , ὁποῖα ἡ κάλχη , ὅ ἐστιν [ ἱερεῖον ] . . . |
αἱ δὲ ἄλλαι ἁλυκώτεραι . τὰ δὲ ὠτία δύσπεπτα , τρόφιμα δὲ μᾶλλον τηγανιζόμενα , αἱ δὲ φωλάδες εὔστομοι , | ||
ἔδεσμα τῶν ἐμπλαττομένων ὑπάρχον . ὥσπερ γὰρ εὔχυμά τε καὶ τρόφιμα πάντα ἐστὶ τὰ τοιαῦτα τῶν ἐδεσμάτων , οὕτως βλάπτει |
, ἐγχείρησις ἐμπεδορκεῖν ἐπιπταίσματα ἐπιφορήματα ἐπροξένει ἑστιοῦχον ἐσχαρίδα ἑτερεγκεφαλᾶν ἐτνήρυσις εὔειλος εὐζωρότερον εὐθετῆσαι εὐκόπως ἡμιφωσώνιον ἢ πόθεν θεοποιούς , θεοπλάστας | ||
τροφῆς ἀνακτέον συμπαραλαμβάνοντα καὶ τὰ τοῦ ἀέρος . Ἡ γὰρ εὔειλος καὶ ἁπλῶς ἡ εὐδιεινὴ τὰ ἀσθενέστερα ἐκφέρει μᾶλλον ἡ |
δένδρου τὰ φύλλα ἢ ὁ φλοῦς θυμιώμενος , πᾶν κακὸν ἀποδιώκει . Πτίλον δὲ περιστερᾶς ἔχον αἷμα θερμὸν καὶ ἐνσταζόμενον | ||
ὑπομένει . ἀποστέγει ] ἀποδιώκει . ἀποστέγει ] ὑπομένει ἢ ἀποδιώκει . ἀποστέγει ] ἀποτρέπει . ἀποστέγει ] ἤγουν ἀπὸ |
, μᾶλλον δὲ τὰ ὕπωχρα , ἐφεξῆς δὲ τούτοις τὰ χαροπά . τὰ δέ γε λευκὰ καὶ οἷον ὑδατώδη , | ||
χωροῦντα τοῦ χρώματος , ὠχρὰ καὶ ὕπωχρα ἂν εἴη , χαροπά τε καὶ λευκά , οἷον τὰ ὑδατώδη καὶ γαλακτώδη |
ὅσοις δ ' ἐναντίως , ἀφρονεστάτους . καὶ ὧν μὲν μανὰ καὶ ἀραιὰ κεῖται τὰ στοιχεῖα , νωθροὺς καὶ ἐπιπόνους | ||
γίνεται , καὶ κωπεῶνες ἐκ τούτων κάλλιστοι : τὰ δὲ μανὰ μᾶλλον εἰς βάθος καὶ πάχος , δι ' ὃ |
καὶ πρόσωπα τύπτει καὶ [ ] πλοκαμοὺς ? ? ? σπαράσσει . νῦν ἔμαθον ἀληθῶς , ὅτι [ πλεῖον ] | ||
με καρδίαν ] τοῦτο ὅλον καὶ μέρος . ἀμύσσει ] σπαράσσει . ἐρῶ ] λέξω . μῦθον ] λόγον . |
ἰᾶται τὰ ψυκτικὴν ἔχοντα δύναμιν ἄνευ τοῦ ϲτύφειν ἐπιφανῶϲ : ἄριϲτα δὲ αὐτῶν ἐϲτιν ὅϲα λεπτομερέϲτερα ταῖϲ οὐϲίαιϲ [ αὐτῶν | ||
ὥϲπερ καὶ τὰ ἀνευρύϲματα . Ὡϲ δ ' ἄν τιϲ ἄριϲτα μεταχειρίζοιτο τὰϲ τοῦ περιτοναίου τρώϲειϲ , ἐφεξῆϲ ϲκεπτέον . |
εἰς ὁρμαθὸν συντιθείς . 〛 σπίνους : Εἶδος ὀρνέου ὁ σπίνος . τρία δὲ αὐτοὺς λυπεῖ , ὅτι θηρεύει , | ||
Καὶ ἐὰν ἐκ πελάγους ὄρνιθες φεύγωσι χειμῶνα σημαίνουσι . Καὶ σπίνος ἐν οἰκίᾳ οἰκουμένῃ φθεγγόμενος χειμέριον . Ὅσα ὕδωρ σημαίνει |
δὲ ψόφον παρέχει , ᾗ τὴν εἰσπνοὴν ποιέεται : καὶ χέδροπα καὶ σῖτος καὶ ἀκρόδρυα θερμαινόμενα πνεῦμα ἴσχει , καὶ | ||
ἀπὸ τοῦ χεδροποῦ . ὁ δὲ Μέγας Βασίλειος τὰ ὄσπρια χέδροπα καλεῖ , εἴτε ἐκ τῶν σιτηρῶν λέγων , εἴτε |
θεοὶ νεμεσῶσι καὶ ἀνέρες , ὅς κεν ἀεργὸς ζώει , κηφήνεσσι κοθούροις εἴκελος ὀργήν , οἵ τε μελισσάων κάματον τρύχουσιν | ||
κεκρυμμένον ἔχων ἢ κόθουρος ὁ ἀργὸς ἀπὸ τοῦ κάθημι . κηφήνεσσι κοθούροις : κηφήν ἐστι ζῷον μελισσῶν ἀργότατον καὶ ἄκεντρον |
μέμηλεν . ἡ δ ' αὐτοῦ τετάνυστο περὶ σπείους γλαφυροῖο ἡμερὶς ἡβώωσα , τεθήλει δὲ σταφυλῇσι . κρῆναι δ ' | ||
] ? ἀλεγο [ [ ] ε διψαλέωι Κυνὶ κάρφεται ἡμερὶς [ ὕλη ] [ [ ] ων καὶ γούνατ |
πρὸς ἡδονὴν καὶ πρὸς τὰ ἀφροδίσια : μάλιστα δὲ οἱ πουλύποδες . ἱστορεῖ δ ' Ἀριστοτέλης τὸν πολύποδα ἔχειν πόδας | ||
τῶν σελαχωδῶν : τὰ χονδρώδη δ ' οὕτω λέγεται : πουλύποδες , γαλεοί τε κύνες . μαλάκια δὲ καλεῖται τὰ |
σοφὸς ἐρωτηθεὶς τί ἂν εἴη ἐλευθερία εἶπεν : ” ἀγαθὴ συνείδησις ” . Ὁ αὐτὸς ἔλεγε δεῖν τοὺς μέλλοντας ἀσφαλῶς | ||
τὸ θεῖον τοὺς κακοὺς πρὸς τἀγαθά . Ἅπασιν ἡμῖν ἡ συνείδησις θεός . Ἀνώμαλοι πλάστιγγες ἀστάτου τύχης . Ἄγει πονηρὰ |
. . ἄλλ ' ἀποδάσσεσθαι , ὅσα τε πτόλις ἥδε κέκευθεν : ἡ διπλῆ ὅτι ἀντὶ τοῦ ἀμφιδάσεσθαι , δίχα | ||
. ἦ φίλος ἀνήρ , φίλος ὄχθος : φίλα γὰρ κέκευθεν ἤθη . Ἀιδωνεὺς δ ' ἀναπομπὸς ἀνίει , Ἀιδωνεύς |
λαμπρόν , ὑγρὸν δὲ ὁρῶν , ἐρυθήματος ὑπόπλεως . Σημεῖα εὐθύμου : μέτωπον σαρκῶδες λεῖον χθαμαλόν , καὶ τὸ πᾶν | ||
δεδορκότες , κίνησις σχολαία , φωνὴ ἠπία . τοιαῦτα τοῦ εὐθύμου σημεῖα . Σημεῖα ἀνιαροῦ ταῦτα : πρόσωπα ἰσχνά , |
φόβον . πόνοι : αἱ ἐνέργειαι . περιμάδαρα ἕλκεα : ἄτροφα καὶ ἀνώμαλα . προσάρματα : τροφαί . πόνοι σιτίων | ||
τροφὴν ἡ δὲ πρὸς δύναμιν τοῦ γεννᾷν : ἔνια δὲ ἄτροφα γεννητικὰ δὲ , τὰ δ ' ἴσως ἀνάπαλιν . |
δευτέρῳ Ὁμοίων ῥαφανίς , φησί , γογγυλίς , ῥάφυς , ἀνάρρινον ὅμοια . , Μνημονεύει δ ' αὐτῶν καὶ Σπεύσιππος | ||
ἄρα καὶ οὐρητικόν ἐϲτι καὶ διαφορητικὸν πνευμάτων . Ἀντίρρινον ἢ ἀνάρρινον παραπληϲίαν ἔχει τῷ βουβωνίῳ δύναμιν , καταδεέϲτερον δέ : |
ἰϲχάδων μέροϲ ἢ πλέον ἢ ἔλαττον : εἶτ ' ἄμφω κοπτόμενα μιγνύϲθω : ἐκ τούτου δὲ λαμβάνειν μέγεθοϲ ἰϲχάδων δύο | ||
τὰ πλαδαρὰ δὲ τῶν οὔλων ξηραίνει . σηπίας ὄστρακα ἄκαυτα κοπτόμενα ὁμοίως ὀδόντας λαμπρύνει . κέρας ἐλάφου τε καὶ αἰγὸς |
οὐχὶ ἤτοι θεῶν παῖδές εἰσιν ἢ ἐξ ἀνθρώπων καὶ θεῶν μεμιγμένοι τινές ; ὁμολογήσαντος δὲ τίς οὖν σοι δοκεῖ δύνασθαι | ||
ἐν ψόφοις μὲν αἱ συμφωνίαι , ἐν χυμοῖς δὲ οἱ μεμιγμένοι , καὶ τῶν χρωμάτων δὲ τὰ κεκραμένα , διὸ |
πλευρόν , ἡμίκραιρ ' ἀριστερά . ὀρφῷσι σελαχίοις τε καὶ φάγροις βορά . Σώκρατες ἀνδρῶν βέλτιστ ' ὀλίγων , πολλῶν | ||
γάρ , γραῦ , συγκατῴκισεν σαπρὰν ὀρφοῖσι σελαχίοις τε καὶ φάγροις βοράν . Ἀριστοτέλης δ ' ἐν πέμπτῳ ζῴων μορίων |
γυμνοῦ τὸν βίον , ἄμφω ταῦτα μελετᾶτε , κακολόγοι καὶ βοροὶ πρός τε τούτοις ἄνοικοι καὶ ἀνέστιοι βιοῦντες . : | ||
, ἀλλὰ ἀναχέηται ξὺν τῷ αἵματι ἐϲ τὸ πᾶν . βοροὶ μέν , ἰϲχνοὶ δέ : ὕπνοϲ γὰρ αὐτέοιϲι οὔτε |
εὐμενεστέρας ἃ κατωρώρυκτο κεῖσθαι ὑπὲρ γῆν τοῖς βουλομένοις ὁρᾶν . Ἧκεν ἐπὶ τούτοις ἄρχων , ἥκιστα τὸν αὑτοῦ πάππον ἐν | ||
σοὶ τίμιος καὶ φύσεως εἵνεκα καὶ τῶν πρὸς ἡμᾶς . Ἧκεν ἡμῖν ἐξ Ἰταλίας γράμματα δηλοῦντα σοφιστοῦ τινος ὑποξύλου φληνάφους |
γλαχώ : ἡ γληχώ , τῆς γληχῶ . Ἀττικοὶ δὲ βληχώ φασιν . Γ γλαχώ ] βληχώ φασιν Ἀττικοί . | ||
αἰδοῖον αἰνιττομένη . Ἀττικοὶ δὲ διὰ τοῦ β λέγουσι τὴν βληχώ . χαΐα : Ἀντὶ τοῦ ἀγαθὴ μὲν , Κορινθία |
? ἄνανδροι ? ? | , ὥσπερ τὰ μεγάλα δένδρα πρόρριζα ἀνατρέπονται | . Τὸν μὲν δὴ εὐθυμεῖσθαι ἐθέλοντα | | ||
. θ ' ] καὶ . ἱδρύματα ] κατοικίαι . πρόρριζα ] † ἤγουν ἐκ βάθρων . φύρδην ] ὁμοῦ |
δὲ ὁ πένης τὴν Δελφικήν . πλὴν τοῦτό γε μόνον ὤνησο τῆς σκευῆς , ὅτι μηδὲ ἐλεούμενος ἐπὶ τῇ ἥττῃ | ||
Προμηθεῦ , πρὸς οὕτω γενναῖον σοφιστὴν ἁμιλλᾶσθαι : πλὴν ἀλλὰ ὤνησο , διότι μὴ καὶ ὁ Ζεὺς ταῦτα ἐπήκουσέ σου |
: καὶ τὸ ἐν τῇ Ἑλλάδι πολλάκις εἶναι κεκραμένον : εὔοσμα δὲ σφόδρα καὶ τὰ ῥαβδία : καθαίρειν γὰρ καὶ | ||
, ῥόδα , κρίνα , χαμαίμηλα καὶ πάντα ἄνθη τὰ εὔοσμα καὶ τῶν ξηρῶν μύρων τὸν μόσχον καὶ ῥοδόσταγμαν . |
δὲ ἀπαιτεῖν ὅλον ἐν ἡμέρᾳ μιᾷ τὸ στάδιον διανύσαι . Παῖδα φιλάργυρός τις εὔπορος ἔχων κόρην ἐβούλετο συνάψαι πρὸς γάμον | ||
. . ΕΜΟΣ ΥΙΟΣ . Σημείωσαι τίς παῖς Ἡσιόδου . Παῖδα οἱ μὲν Μνασέα , οἱ δὲ Ἀρχιέπην , ἕτεροι |
τὰ δ ' αὐτὰ ἀνθρώπου τε σάρκα καὶ ἵππου στόμα ἁπαλύνει . Ἱππικοῦ δὲ ἀνδρὸς ἡμῖν δοκεῖ εἶναι καὶ τὸν | ||
φωκίδων καὶ ἀφύων καὶ λοπάδων κοιλίαν σκληρὰν γεναμένην μαλάσσει καὶ ἁπαλύνει . Κήρυκες θαλάττιοι περιαφθέντες ὀδύνας μαστῶν παύουσι . τὸ |
δηλονότι . . φιλύρινον : Καλλίστρατος χλωρόν . ἡ γὰρ φιλύρα χλωρόν . χλωρὸς δὲ καὶ οὗτος . Εὐφρόνιος κοῦφον | ||
τὰς θερινὰς στραφέντα τὰ φύλλα τῆς ἐλαίας , ὥσπερ ἡ φιλύρα , καὶ ἡ πτελέα , καὶ ἡ λεύκη . |
παρόντα πολλὰ αὐτῶν ἐστιν ἀσύντακτα : ἃ δ ' ἂν ἀσύντακτα ᾖ , ἀνάγκη ταῦτα ἀεὶ πράγματα παρέχειν , ἕως | ||
καὶ αἱ ψιλαί : αἱ δὲ ὑψηλαὶ καὶ αἱ ἀσύμμετροι ἀσύντακτα ἔχουσαι τὰ σώματα βαρέως διαφοιτῶσιν : αἱ ἄψυχοι δὲ |
πέτευρον διὰ τὸ αἴτιον εἶναι αἰθάλης . ἢ ἀπὸ τοῦ αἰθεσθαι λίαν οὕτως αὐτὸ ἔφη . ἕως κατὰ γνώμην ὁ | ||
πέτευρον διὰ τὸ αἴτιον εἶναι αἰθάλης . ἢ ἀπὸ τοῦ αἰθεσθαι λίαν οὕτως αὐτὸ ἔφη . ἕως κατὰ γνώμην ὁ |
ὀσφὺς μακρά , στέρνα ἀσθενῆ , χεῖρες μακραί , φωνὴ λιγυρὰ μαλακή . ταῦτα ὑπάρχουσι σημεῖα δειλοῦ . Τὸν εὐφυῆ | ||
ἀνάταυρος , παραβλέπει ἑαυτὸν καὶ περιβλέπει , φωνὴ λεπτὴ κράζουσα λιγυρὰ σχολαία πάνυ καὶ ἐπίτρομος . Πικρὸν ἄνδρα σεσηρέναι . |
ὡϲ οὖρά τε καὶ καταμήνια κινεῖν . ἐϲτὶ δὲ καὶ ἄφυϲον , καὶ μᾶλλον τῆϲ πόαϲ τὸ ϲπέρμα . Ϲέριϲ | ||
μεγάλα γὰρ ὀνίνηϲιν εἰϲ τὰϲ πέ - ψειϲ καὶ τὸ ἄφυϲον . δοκεῖ δέ μοι ἐπὶ ταῖϲ γενναίαιϲ πάϲαιϲ καθάρϲεϲι |
τὸν εἰς Φερεκράτην ἀναφερόμενόν φησιν : ἀμυγδάλας καὶ μῆλα καὶ μιμαίκυλα καὶ μύρτα καὶ σέλινα κἀξ οἴνου βότρυς καὶ μυελόν | ||
ὁρᾷς , φέρει , ὁ πρῖνος ἀκύλους , ὁ κόμαρος μιμαίκυλα . Θεόφραστος : ἡ κόμαρος ἡ τὸ μιμαίκυλον φέρουσα |
, καὶ ἀείζωον ἕλκος . , . . , . ἄειλα : τὰ πολύσκια χωρία κατὰ στέρησιν τῆς ἕλης . | ||
ἥλιον θάλποντα κἀκχέοντα ? ? ? [ ] βλαστημὸν θέρος ἄειλα ἄνω ποταμῶν ἄχνη . . καπνός ἀπτῆνα , τυτθόν |
νευροχονδρώδη σύνδεσμον . θρὶξ δὲ καὶ ὄνυξ ψυχρότατά τε καὶ ξηρότατα ἁπάντων ἐστίν , ἧττον δὲ τούτων ὀστοῦν ψυχρόν ἐστι | ||
σαρξίν , ἀλλὰ καὶ τοῖς ὀστοῖς αὐτοῖς , ἃ δὴ ξηρότατα τῶν ἐν ἡμῖν ὑπάρχει μορίων . οἱ δὲ γεγηρακότες |
παλαιῷ θερμῷ ἢ Ϲικυωνίῳ πλὴν τῆϲ κεφαλῆϲ τροφήν τε προϲάγειν ϲιτώδη χυλὸν ἔχουϲάν τινοϲ τῶν αὐϲτηρῶν , οἷον ῥοιᾶϲ , | ||
οἶνον κεκραμένον : ἤδη δὲ τοῦ βρέφουϲ λαμβάνοντοϲ ἀδεῶϲ τὴν ϲιτώδη τροφήν , ὅπερ ὡϲ ἐπὶ τὸ πολὺ γίγνεται περὶ |
διὰ τοῦ ι γράφουσι : τὸ αὐτόχειρ : ἑκατόγχειρ : πολύχειρ , διὰ τῆς ει διφθόγγου γραφόμενα σύνθετά ἐστι παρὰ | ||
νιν κατέπεφνεν αἰσχίσταις ἐν αἰκίαις . Ἥξει καὶ πολύπους καὶ πολύχειρ ἁ δει - νοῖς κρυπτομένα λόχοις χαλκόπους Ἐρινύς . |
γαλεοί τε κύνες . μαλάκια δὲ καλεῖται τὰ τευθιδώδη . σελάχια δὲ τὰ τῶν ἐρίων φῦλα . πάγουροι . Τιμοκλῆς | ||
ἐς αὐτοὺς ἐξαπτόμενον ἐκβάλλειν πειρώμενοι τῇ συντροφίᾳ . Καλεῖται δὲ σελάχια ὅσα οὐκ ἔχει λεπίδας : εἴη δ ' ἂν |
τοὺς θρέψαντας . Κακὰ μὲν θρίπες , κακὰ δ ' ἴπες : ἄμφω γὰρ λυμαντικοί : καὶ οἱ μὲν τὰ | ||
, Ἐς κόρακας . Κακὰ μὲν θρίπες , κακὰ δὲ ἴπες : ἄμφω γὰρ λυμαντικοί : καὶ οἱ μὲν τὰ |
τι ἐπιφαίνουσα , κατάγραφος , πάνυ εἰκασμένη , ὑπὸ θριξὶν ἱππείαις ἀνοίγουσά τε καὶ αὖθις ἐπικλείουσα τὸ στόμα , καὶ | ||
' Ὁμόλας ἔναυλοι , πεύκαισιν ὅθεν χέρας πληροῦντες χθόνα Θεσσάλων ἱππείαις ἐδάμαζον . τάν τε χρυσοκάρανον δόρκα ποικιλόνωτον συλήτειραν ἀγρωστᾶν |
παρακλήσεώς τι παρέχειν βουλόμενος . κάλλαια μὲν οἱ τῶν ἀλεκτρυόνων πώγωνες : κάλλη δὲ τὰ ἄνθη τῶν βαμμάτων . κόρδαξ | ||
ἐν ταῖς Θεσμοφοριαζούσαις Ἀριστοφάνους . καὶ πωγωνίας δέ , καὶ πώγωνες αἱ ἀκίδες παρὰ τοῖς ποιηταῖς , καὶ παρ ' |
' ἄλλαι κύκλῳ εἰσὶν αἵδε , Ἀκραιφίαι Φοινικὶς Ὀγχηστὸς Ἁλίαρτος Ὠκαλέα Ἀλαλκομεναὶ Τιλφούσιον Κορώνεια . καὶ τό γε παλαιὸν οὐκ | ||
διὰ τοῦ ε ψιλοῦ γράφονται : οἷον , Μαντινέα : Ὠκαλέα : Ὠκαλὴ γάρ : συκέα συκή : ἀμυγδαλέα ἀμυγδαλή |
μηρὸν ὁρμᾷ τρόμος , δύσκολον . Τὰ ἀφθώδεα στόματα τῇσιν ἐπιφόροισι κοιλίας καθυγραίνει . Αἱ δὲ τῶν κυουσέων προνοσέουσαι πρὸ | ||
ἐπιῤῥιγοῦν , καὶ τὰ ἀνωδύνως τικτόμενα , κινδυνώδεα . Τῇσιν ἐπιφόροισι τὰ ἀφθώδεα ῥεύματα , πονηρόν : σπασθεῖσαι , ἐκλυθεῖσαι |
τόλμῃ ξενίζοντα : τυχεῖν μὲν γὰρ αὐτὸν ἔχοντα παμμεγέθη ἐκπώματα ὑάλινα τῆς καλλίστης ὑάλου , ἐπεὶ δὲ πάντως ἀποθανεῖν ἔγνωστο | ||
πεποιημένα , πολλὰ τὸν ἀριθμόν : καὶ κυλικεῖα δύο καὶ ὑάλινα διάχρυσα δύο : ἐγγυθῆκαι χρυσαῖ τετραπήχεις δύο , ἄλλαι |
. Γ ἰπνὸς δὲ ὁ φοῦρνος , κυρίως μὲν ἡ κάμινος . . . ἡ ἐσχάρα . καὶ ἴπνια τὰ | ||
: πᾶς τεχνίτης διὰ πυρὸς ἐργαζόμενος . βαῦνος γὰρ ἡ κάμινος . ῥητορική . Σοφοκλῆς , οἷον . οὐ γὰρ |
, τοτὲ μὲν γεώδους , τοτὲ δὲ καὶ καθαρᾶς , νοτερὰ ἀγγεῖα ἀέρος , ὕδατα κοῖλα περιφερῆ τε γενέσθαι , | ||
φυρήσας ἐλαίῳ , ὑποθυμιῇν . Ἄνθρακας ὑποβαλὼν , κριθῶν ἄχυρα νοτερὰ ἐπιβάλλων , ὑποθυμιῇν . Ἀπ ' ἀμφορέως ἐλαιηροῦ τὸ |
[ μὴ ] ἐπιβάλλομεν . Καὶ ταῖς μὲν ῥισὶν ὀσφραντὰ δυσωδέστατα . Ἐντεῦθεν ὁρμώμενοί τινες ἐπιχειροῦσι λέγειν , ὅτι καὶ | ||
καὶ ἐξ αὐτῆς τῆς οὐσίας τελευταῖον ὁρᾶται καὶ μόρια καταφερόμενα δυσωδέστατα πάνυ . οὕτω μὲν οὖν διαγινώσκειν δεῖ τοὺς διὰ |
σινδών , [ πολλὰ ] δ ' Ἰστριανίδων [ ] ὕφη ? γυναικῶν ἀνδρὸς ? [ ] ? ἐρριπτάζετο [ | ||
γίνεται ” λίθος ἡ ξαινομένη καὶ ὑφαινομένη , ὥστε τὰ ὕφη χειρόμακτρα γίνεσθαι , ῥυπωθέντα δὲ εἰς φλόγα βάλλεσθαι καὶ |
ἁπασῶν τῶν δυνάμεων εἰς χειμασίαν . Τοῖς εἰς τὰς ἱστορίας ὑπερμήκεις δημηγορίας παρεμβάλλουσιν ἢ πυκναῖς χρωμένοις ῥητορείαις δικαίως ἄν τις | ||
μὲν καὶ οἱ ξύμμετροι , βελτίους δὲ τούτων οἱ μὴ ὑπερμήκεις , ἀλλὰ μικρὸν τῶν ξυμμέτρων εὐμηκέστεροι , τὸ γὰρ |
: [ . . . . . . [ ] σσα ! [ [ ] ! [ ῀ ? . | ||
] θεο [ ] [ ! ! ! ] ! σσα ? [ ] [ ! ! ! ] μοφ |
ἔσχε βρέμουσα θήρ . φύσιν ἔσχεν ἄτακτα κεκραμέναν ἀτέλεστα τέλεια μεμειγμένα . Τὰν ὕελον † ἐκόμιζε κόψας † ἐργάτας ἀνήρ | ||
πάντων ἄρχειν καὶ κρατεῖν . καὶ νοῦν ἄπειρα ὄντα [ μεμειγμένα ] τὰ σύμπαντα διακοσμῆσαι . . . . , |