μέσης παρόδου γωνίαν τὴν ὑπὸ ΑΕΗ τὴν αὐτὴν οὖσαν τῇ φαινομένῃ τοῦ ἀστέρος : ὅταν δὲ κατὰ τὸ Κ σημεῖον
ἡ λέξις ἡ τούτων τῶν ἰδεῶν ἁρμόττει τῇ οὔσῃ καὶ φαινομένῃ δεινότητι : αἱ γὰρ σεμναὶ καὶ τραχεῖαι καὶ σφοδραὶ
7227133 ποιουσῃ
πολὺ ἔλαττον τῶν τρισχιλίων καὶ μάλιστα πρὸς τῇ Πυρήνῃ τῇ ποιούσῃ τὴν ἑῴαν πλευράν : ὄρος γὰρ διηνεκὲς ἀπὸ νότου
ὅπερ ἔδει δεῖξαι . Τῇ μετὰ μέσου μέσον τὸ ὅλον ποιούσῃ μία μόνη προσαρμόζει εὐθεῖα δυνάμει ἀσύμμετρος οὖσα τῇ ὅλῃ
7057429 συγχυσει
' αὔξησις τῶν ἐλαττόνων , οἷα ἡγεμόσιν ὑπηκόων ἐπιτιθεμένων ἐπὶ συγχύσει τοῦ κρατίστου καὶ δημωφελεστάτου , τῆς τάξεως . εἶτ
μὲν ἐπ ' εὐαίωνι τύχᾳ , τὸ δ ' ἐπὶ συγχύσει βιοτᾶς . Θεόφιλος δέ φησι : τίς φησι τοὺς
6928947 νοερᾳ
τρόπον τινὰ καὶ συλλέγεται καὶ θείου πληροῦται τόνου καὶ τῇ νοερᾷ τελειότητι τῆς ψυχῆς συνέπεται . τί οὖν ἡ ἐνίων
αὐτογόνῳ καὶ τῇ αὐτοκινήτῳ καὶ τῇ ἀνεχούσῃ πάντα καὶ τῇ νοερᾷ καὶ τῇ διακοσμητικῇ τῶν ὅλων καὶ τῇ πρὸς ἀλήθειαν
6920898 καταληπτικῃ
γὰρ τῶν τῇ φαντασίᾳ τὰ πράγματα κανονιζόντων οἱ μὲν τῇ καταληπτικῇ προσέσχον οἱ δὲ τῇ πιθανῇ , τὸ κοινὸν ἀμφοτέρων
γοῦν τέχνην εἶναί φασι σύστημα ἐκ καταλήψεων , κατάληψιν δὲ καταληπτικῇ φαντασίᾳ συγκατάθεσιν . ἀνεύρετος δέ ἐστιν ἡ καταληπτικὴ φαντασία
6859955 διορθωσει
μικρὸν τοὺς πόδας , ἔπειτα πλέξαντα κρεμασθῆναι καὶ ἐν τῇ διορθώσει ἅμα ἀμφότερα ποιέοντα . καὶ τῷ ἔμπροσθεν τοῦτο ἱκανὸν
τέχνης τῆς γραμματικῆς ἡ τάξις συνέστηκεν μέρεσιν τέτρασιν , ἀναγνώσει διορθώσει ἐξηγήσει κρίσει . ἀνάγνωσίς ἐστιν ποικίλη ἑκάστης γραφῆς ἐκφώνησις
6836228 γυμναστικῃ
, δακτυλιογλυφίᾳ δὲ τῶν τῆς χειρός ; Ναί . Καὶ γυμναστικῇ μὲν σώματος , ὑφαντικῇ δὲ καὶ ταῖς ἄλλαις τῶν
τὴν δὲ ἰατρικήν . τῆς δὲ πολιτικῆς ἀντίστροφον μὲν τῇ γυμναστικῇ τὴν νομοθετικὴν , ἀντίστροφον δὲ τῇ ἰατρικῇ τὴν δικαιοσύνην
6834782 Μαργιανῃ
ἄλλης χώρας : ἐκεῖ δὲ μᾶλλον . ἐν δὲ τῇ Μαργιανῇ τὸν πυθμένα φασὶν εὑρίσκεσθαι τῆς ἀμπέλου πολλάκις δυεῖν ἀνδρῶν
ἐκτεθειμένην αὐτῆς διὰ τοῦ Κορωνοῦ πλευρὰν , ἀπὸ δὲ ἀνατολῶν Μαργιανῇ διὰ τῆς ἐπιζευγνυούσης τὰ εἰρημένα πέρατα ὀρεινῆς . Κατανέμονται
6830761 φαυλῃ
ἀργία γάρ ἐστιν ὁ ὕπνος καὶ τῇ σπουδαίᾳ καὶ τῇ φαύλῃ ψυχῇ . πλὴν εἰ μή τις ἐκεῖνο εἴποι ,
ξυνέπλευσαν . ἀλλὰ ἐπί τε βραχεῖ πλῷ ὡρμήθησαν καὶ παρασκευῇ φαύλῃ , οὗτος δὲ ὁ στόλος ὡς χρόνιός τε ἐσόμενος
6794231 Εὐρυδικῃ
δὲ αὐτὸν , τὴν μὲν Δανάην καταλείπει παρὰ τῇ μητρὶ Εὐρυδίκῃ , καὶ τὴν Ἀνδρομέδαν , καὶ τοὺς Κύκλωπας :
δὲ αὐτόν , τὴν μὲν Δανάην καταλείπει παρὰ τῇ μητρὶ Εὐρυδίκῃ καὶ τὴν Ἀνδρομέδαν καὶ τοὺς Κύκλωπας , αὐτὸς δὲ
6785926 συμπασῃ
, μὴ τοῖς δράμασι μόνον ἀλλὰ καὶ τῇ τοῦ βίου συμπάσῃ τραγῳδίᾳ καὶ κωμῳδίᾳ , λύπας ἡδοναῖς ἅμα κεράννυσθαι ,
τῇ πόλει , τάχα δὲ καὶ ἐν τῇ Ῥωμαίων πολιτείᾳ συμπάσῃ . καὶ γὰρ ἦν τῶν Ῥωμαϊκῶν πατέρων εἷς καὶ
6777374 αἱρεσει
καὶ ἐξ ἐκείνης τῆς γνώσεως ἐχρησάμην Τιμάρχῳ ὁμιλῶν τῇ αὐτῇ αἱρέσει ᾗ καὶ τὸ πρότερον Λεωδάμαντι . ] Οὐκ ἠγνόουν
: τὸ μὲν διὰ τύχην γίνεται , τὸ δ ' αἱρέσει . ἆρ ' ἐστὶν ἀγαθῶν πᾶσι πλείστων ἀξία ἡ
6764119 ὑπομονῃ
καὶ ἀντερείσασθαι γνώμην ὀχυρωσάμενον καὶ ἀναφραξάμενον τῇ ἑαυτοῦ καρτερίᾳ καὶ ὑπομονῇ , δυνατωτάταις ἀρεταῖς . ὥσπερ γὰρ τὸ κείρεσθαι διττόν
καὶ τὴν ποσότητα τῆς τροφῆς , ἤτοι ἐπὶ τῇ αὐτῶν ὑπομονῇ , ἤτοι ἐπὶ τῇ ἀναιρέσει τοῦτο ἐνδείξονται . τὸ
6739363 καταλληλῳ
πίνειν συνεχῶς , καὶ διά τινος χρόνου καθαίρεσθαι διὰ κοιλίας καταλλήλῳ τῇ κράσει τοῦ κάμνοντος καθαρτηρίῳ : σιτία δὲ αἱρεῖσθαι
. τοῖς δὲ ζώοις , ἐπεὶ σύνθετα καὶ δεῖται τῷ καταλλήλῳ τραφήσεσθαι , ἡ τοῦ τόπου μετάβασις προσγίνεται , ἵν
6716437 λατρειᾳ
διὰ τέλους τὸν ἑαυτῶν βίον τῇ περὶ τὸ θεῖον ἀνατεθεικόσι λατρείᾳ καὶ δι ' ἀψευδῶν δογμάτων πολιτείας τε λαμπούσης παρὰ
εἰσπράξαιτο τοῦ Αὐγέου μισθόν . λάτριον : τὸν ἐν τῇ λατρείᾳ γενόμενον . ἐλάτρευσε γὰρ τῷ Αὐγέᾳ ἐκβαλὼν τὴν ἐν
6706430 ιϚῃ
εὐδία : ἐνίοτε καὶ ζέφυρος πνεῖ . Ἐν δὲ τῇ ιϚῃ Δημοκρίτῳ ζέφυρος πνεῖν ἄρχεται ἡμέραις γ καὶ μ ἀπὸ
Καλλίππῳ Αἰγόκερως ἄρχεται ἀνατέλλειν : νότος . Ἐν δὲ τῇ ιϚῃ Εὐκτήμονι νότος χειμέριος κατὰ θάλασσαν . Ἐν δὲ τῇ
6705536 μεταλλαγῃ
αἱρήσομαι . Ἦ πολλά γ ' ἐν μακρῷ χρόνῳ γίγνεται μεταλλαγῇ πραγμάτων : μένει δὲ χρῆμ ' οὐδὲν ἐν ταὐτῷ
ἀντροπαίᾳ ] ἀνατροπῇ . ἀντροπαίᾳ ] μεταλλαγῇ . ἀντροπαίᾳ ] μεταλλαγῇ , ἀνατροπῇ . ἀντροπαίᾳ ] μεταβολῇ . θ ἀντροπαίᾳ
6699589 ἐμμενετικος
ἀκρατὴς τοῦ ἐγκρατοῦς οὐκ ἔστι βελτίων : οὐκ ἄρα ὁ ἐμμενετικὸς τῇ δόξῃ ἐγκρατής , οὐδὲ ὁ ἐκστατικὸς ἀκρατής .
, καὶ ὅτι ὁ αὐτός ἐστιν ὁ ἐγκρατὴς καὶ ὁ ἐμμενετικὸς τῷ λογισμῷ , ἤτοι τῇ δόξῃ , ἤτοι καὶ
6683672 πολιτικῃ
παρ ' ἐμοὶ ὑποδοχὴν λανθάνουσαν . ὅταν ἀφροδισιάζῃ ἐπὶ παιδοποιΐᾳ πολιτικῇ . “ λόγους ” , φησὶν ὁ συγγραφεύς ,
ἀντὶ τοῦ ταχέως . τὸ δ ' ἐνθένδε ἀντὶ τοῦ πολιτικῇ δυνάμει καὶ μὴ ξένῃ . ἐνθένδε ] εἰς τὴν
6678210 ἑταιρειᾳ
οἱ δοκοῦντες εἶναι ἐναντιώτατοι Χαρικλεῖ καὶ Κριτίᾳ καὶ τῇ ἐκείνων ἑταιρείᾳ , ἐπειδὴ αὐτοὶ εἰς τὴν ἀρχὴν κατέστησαν , πολὺ
παρέξειν Καίσαρα καὶ ἀπολωλότα τοῖς τε σφαγεῦσι καὶ τῇ τούτων ἑταιρείᾳ , μεγάλων στρατευμάτων ἐνεστώτων καὶ ἀνδρῶν ἐπ ' αὐτοῖς
6673761 Κιρκῃ
παρίστησι , καὶ Εὐρυτίωνα τὸν Κένταυρον : τούς τε παρὰ Κίρκῃ λέοντας ποιεῖ καὶ λύκους , ταῖς ἡδοναῖς ἐπακολουθήσαντας .
ὤμνυέ με τὸν δέλφακα . καὶ Ἀναξίλας δ ' ἐν Κίρκῃ καὶ ἀρσενικῶς εἴρηκε τὸν δέλφακα καὶ ἐπὶ τοῦ τελείου
6651509 ἀναισθησιᾳ
τῇ θρασύτητι . ἡ δὲ σωφροσύνη μᾶλλον ὁμοία ἐστὶ τῇ ἀναισθησίᾳ ἢ τῇ ἀκολασίᾳ καὶ διὰ τοῦτο ἐναντιωτέρα ἐστὶ τῇ
διὰ τὸ αἰσθανομένων εἶναι τὸ ἀγαθόν : ἀλλ ' ἐν ἀναισθησίᾳ οὔτε κακόν τι εἶναι οὔτε ἀγαθόν . τὸ μὲν
6637412 βασιλικῃ
χειρὶ πολλῇ καὶ σπουδῇ καὶ δαπάνῃ φιλοτιμίᾳ τε καὶ ἐπιστασίᾳ βασιλικῇ πρὶν τὸ θέρος ὅλον ἐξήκειν τειχίζει τὸ φρούριον ,
καὶ μάχην συνάψας , πολλοῖς βέλεσι τρωθεὶς ἀνῃρέθη καὶ θάπτεται βασιλικῇ τιμῇ . ὁ δὲ υἱὸς αὐτοῦ Δημήτριος σὺν τῇ
6620850 ἀστῃ
ὡς Φαβωρῖνος ἐν πρώτῳ τῶν Ἀπομνημονευμάτων φησίν : ἀλλ ' ἀστῇ καὶ εὐγενεῖ συνῴκει Λαμίᾳ τῇ ἐρωμένῃ , καθάπερ ὁ
ἀποθανεῖν : τραφεῖσαν δὲ τὴν παρθένον , ὡς ἐλευθέρᾳ καὶ ἀστῇ προσῆκεν , ἁρμοσθῆναι κατὰ νόμον Ἰκιλίῳ , καὶ τέλος
6613843 μαντειᾳ
δὲ αὐτῷ Πειθαγόραν πυνθανόμενον τίνα μάλιστα φοβούμενος χρήσασθαι ἐθέλοι τῇ μαντείᾳ . τὸν δὲ γράψαι αὖθις ὅτι τόν τε βασιλέα
οὐχὶ πειραθεὶς ἁπάντων ; ὡς τόν γε ἄνευ πείρας αἱρούμενον μαντείᾳ μᾶλλον ἢ κρίσει τἀληθὲς ἀναζητοῦντα . οὐχ οὕτως ἐλέγομεν
6609766 ἐξωσαι
, τὰ δὲ μή . Χυμοὺς , τοὺς μὲν , ἐξῶσαι , τοὺς δὲ ξηρᾶναι , τοὺς δὲ ἐνθεῖναι ,
ἀναβαλεῖν πῦρ , καὶ τὸ μεταξὺ αὐτοῦ καὶ τῆς θαλάττης ἐξῶσαι [ πάλιν ] ἐπὶ τὸ πέλαγος , τὸ δ
6603286 ἀνωδυνοις
ἕδρᾳ μεθ ' ἑλκῶν ἢ στολίδων ἀνεξασμένων . γάλα τοῖς ἀνωδύνοις ὠφελίμως μίγνυται φαρμάκοις πρὸς τὰ κακοήθη καὶ καρκινώδη τῶν
τοὺς ἐμέτους : εἰ δ ' ἐπιμένοιεν , καὶ τοῖς ἀνωδύνοις ὑπνωτικοῖς χρησόμεθα : τῇ τε γὰρ δυνάμει ξηραντικὰ ὄντα
6600704 πρεπουσῃ
μελῳδοῦσα τὸ φίλιον σπουδῇ τε τῇ πάσῃ καὶ προθυμίᾳ τῇ πρεπούσῃ πρὸς φωνὴν ἡμετέραν προθυμουμένη παιδεύειν . καὶ γὰρ ἔννομόν
δὲ διαδεχόμενος τοὺς λόγους τούτους ἐστὶν Ὀδυσσεύς , παρρησίᾳ τῇ πρεπούσῃ χρώ - μενος καὶ τοὺς μὲν ἀρίστους λόγοις προσηνέσι
6589387 σμαριδας
τὰν κράμβαν . ὅκχ ' ὁρῆι βῶκάς τε πολλοὺς καὶ σμαρίδας . . κἀστακοὶ γαμψώνυχοι . κουρίδες τε ταὶ φοινίκιαι
ἐν δευτέρῳ Ὁμοίων ὅμοιά φησιν εἶναι τῇ μαινίδι βόακα καὶ σμαρίδας . Ἐπαίνετος δ ' ἐν Ὀψαρτυτικῷ φησι : σμαρίδα
6577964 προσηκουσῃ
ὑπόθεσιν , ἵνα μᾶλλον γένηται καταφανές , εἰ μετρίᾳ καὶ προσηκούσῃ ἀρχῇ κέχρηται : Εἰ μὲν μὴ μεγάλα ἦν τὰ
πᾶσαν ἀρετὴν ἀνάγκη αὐξανομένην ἀφικνεῖσθαι , ἐὰν δὲ μὴ ἐν προσηκούσῃ σπαρεῖσά τε καὶ φυτευθεῖσα τρέφηται , εἰς πάντα τἀναντία
6560215 ὁμαλῃ
. ταῦτα γὰρ ἕως μὲν ἐπ ' ἰσοπέδῳ φέρεται , ὁμαλῇ τῇ κινήσει χρῆται : τυχόντα δὲ κοίλων τόπων ,
τὰς δὲ δενδρίτιδας ἀμπέλους ἐν τῇ πεδιάδι καὶ κοίλῃ καὶ ὁμαλῇ , ἐπιτηδειότερον φυτεύειν . μεμνῆσθαι γὰρ πανταχοῦ , καὶ
6540852 πανουργιᾳ
νῦν οὖν ταύτῃ τῇ μεταφορᾷ ἐχρήσατο ὡς νικῶντος αὐτοῦ τῇ πανουργίᾳ πάντας , ἤτοι τὰς γυναῖκας . ἐπὶ ἐκκυκλήματος γὰρ
τοῖς κολοιοῖς δὲ διὰ τὴν φυσικὴν φιλοστοργίαν , καίπερ τοσοῦτον πανουργίᾳ διαφέρουσιν , ὅμως ὅταν ἐλαίου κρατὴρ τεθῇ πλήρης ,
6533973 Λυδῃ
. στήτας οἶστρε Σαέττας : τουτέστιν ὁ οἶστρον ἐμβαλὼν τῇ Λυδῇ γυναικί . φασὶ γάρ , ὅτι ἡ Ὀμφάλη ἡ
χθονός ; Τὸν μὲν παρελθόντ ' ἄροτον ἐν μήκει χρόνου Λυδῇ γυναικί φασί νιν λάτριν πονεῖν . Πᾶν τοίνυν ,
6524243 προσουσῃ
οὐ προσγίνεται πάλιν ἡ παθητικὴ κλίσις διὰ τὸ ἐν τῇ προσούσῃ καταλήξει τὸ πάθος ὑπαγορεύεσθαι . ἔστι μὲν γὰρ τὸ
καὶ ἄλλο τι τοιοῦτον κατεργαζόμενοι ; ἕκαστος γὰρ τούτων τῇ προσούσῃ δυνάμει χρώμενος καὶ ἐνεργῶν κατ ' αὐτὴν ἐν ἕξει
6521154 προκειμενῃ
, καὶ εἰ μηδεὶς παραλέλειπται τρόπος τῶν ὀφειλόντων ἐν τῇ προκειμένῃ τῶν προτάσεων θεωρίᾳ παραληφθῆναι , τίνα τε τρόπον ἐπὶ
γίγνονται τοῦ συνδέσμου . προστίθησιν οὖν τὸν ιδʹ ἀριθμὸν τῇ προκειμένῃ ἑξάδι , ἃ δὴ ἔσται φῶτα τῆς Σελήνης .
6511205 στερεᾳ
ΜΛ εὐθείᾳ καὶ τῷ πρὸς αὐτῇ σημείῳ τῷ Λ τῇ στερεᾷ γωνίᾳ εὐθυγράμμῳ τῇ περιεχομένῃ ὑπὸ τῶν ΘΔ , ΔΕ
ΒΑΘ , ΘΑΛ γωνιῶν ἴση ἐστὶ τῇ πρὸς τῷ Δ στερεᾷ γωνίᾳ τῇ περιεχομένῃ ὑπὸ τῶν ΕΔΓ , ΕΔΖ ,
6508183 Ὁμοια
. Ὁ γὰρ λύκος ἄπρακτος περίεισιν , ὅταν διψήσῃ . Ὁμοία τῇ , Κύων παρ ' ἐντέροις . Λευκώλενον λίνον
ἐπὶ τῶν ποτὲ εὖ , εἶθ ' ἑτέρως γεγονότων . Ὁμοία , Ἄμμες ποτ ' ἦμες . Ἢ τρὶς ἓξ
6503428 εἰρημενῃ
καλοῦσιν , ἐν ἐκείνῃ τῇ αἰτίᾳ περιλαμβάνεται τῇ καὶ πρότερον εἰρημένῃ περὶ τῶν ἀκάρπων ὅτι διὰ πυκνότητα καὶ ἰσχὺν καὶ
τοῦ ἐκκέντρου πάντοτε τὴν θέσιν ἔχον , τὴν ἴσην τῇ εἰρημένῃ πάροδον , ὥστε ἐν ὅλοις πρώτοις νυχθημέροις λζ πρὸς
6498443 διαλληλῳ
. κατὰ ἀλήθειαν γὰρ ταῦτα λέγων ὁ Πορφύριος νομίζεται τῇ διαλλήλῳ δείξει κεχρῆσθαι . ἡ δὲ διάλληλος δεῖξις διαβέβληται παρὰ
, ὡς εἴρηται , ἐν ὁρισμῷ εἰώθασιν οἱ φιλόσοφοι τῇ διαλλήλῳ δείξει κεχρῆσθαι . λείπεται οὖν τὸν ἀποδοθέντα τοῦ γένους
6494358 ἀκολασιᾳ
. οὐ μὴν ἀπεῖπέ γε ἡ Θρυαλλίς , ἀλλὰ τῇ ἀκολασίᾳ παρευδοκίμησεν αὐτήν : οὐ γὰρ διὰ παραπετασμάτων ἐγώ φησίν
τὸν τρόπον ἐκοινώνουν , ταὐτὸ ἂν ἦν ἡ ἀκρασία τῇ ἀκολασίᾳ , ἀλλὰ διαφέρει ἡ ἀκρασία τῆς ἀκολασίας ἐν τῷ
6492248 ὀνομαζομενῃ
λευκῇ παρεμφερές , τὰ δὲ φύλλα τοῦ δένδρου ὅμοια τῇ ὀνομαζομένῃ ἰτέᾳ , καὶ τὸ ἄνθος ἐπ ' αὐτῷ φύεται
Ἀργεῖοι Μυκηναίους ὕστερον ἀνέστησαν . ἐν γὰρ τῇ νῦν Ἀργολίδι ὀνομαζομένῃ τὰ μὲν ἔτι παλαιότερα οὐ μνημονεύουσιν , Ἴναχον δὲ
6486871 ἀνανηφειν
τις τῆς τοῦ οἴνου ἐπιθυμίας . λγʹ . πρὸς τὸ ἀνανήφειν τοὺς μεθύοντας . λδʹ . ὅτι οὐ μόνον ὁ
τὸν γλυκὺν συναυλίαν ὥστε προσβιαζόμενος θαυμαστόν τι συντελεῖ : καθάπερ ἀνανήφειν πολλάκις γίνεται τὸν μεθύοντα , τὸν αὐτὸν τρόπον ὑπὸ
6477825 εὐλογιστειν
Κλεάνθης δὲ τὸ ὁμολογουμένως τῇ φύσει ζῆν * ἐν τῷ εὐλογιστεῖν , ὃ ἐν τῇ τῶν κατὰ φύσιν ἐκλογῇ κεῖσθαι
. . ὁ μὲν οὖν Διογένης τέλος φησὶ ῥητῶς τὸ εὐλογιστεῖν ἐν τῇ τῶν κατὰ φύσιν ἐκλογῇ . . .
6477209 μαλακιᾳ
μηκέτ ' αἰτιῶ θεόν , ἤδη δὲ τῇ σαυτοῦ ζυγομάχει μαλακίᾳ . οὐδείς μ ' ἀρέσκει περιπατῶν ἔξω θεὸς μετὰ
οὗτος ὁ Παύσων ζωγράφος πένης σκωπτολόγος . Λυσίστρατος : ἐπὶ μαλακίᾳ διεβάλλετο . ἐν ἐνίοις δὲ καὶ πένης ὁ αὐτὸς
6472034 Εὐρυμενην
καὶ πρῶτος κρέασιν ἀσκῆσαι ἀθλητάς , καὶ πρῶτόν γ ' Εὐρυμένην , καθά φησι Φαβωρῖνος ἐν τρίτῳ τῶν Ἀπομνημονευμάτων .
καὶ πρῶτος κρέασιν ἀσκῆσαι ἀθλητάς , καὶ πρῶτόν γ ' Εὐρυμένην , καθά φησι Φαβωρῖνος ἐν τρίτῳ τῶν Ἀπομνημονευμάτων ,
6468397 νεωτεριζοντας
δὲ καὶ αὐτός . πυνθανόμενος τοὺς ἐν Λυδίᾳ καὶ Φρυγίᾳ νεωτερίζοντας , μεγάλης ἐπιστροφῆς ἡγησάμην τοῦτό μοι δεῖσθαι . καὶ
Βρούτου πεμφθεὶς ἐς Ῥόδον ἐπὶ νεῶν τρισκαίδεκα , τοὺς Ῥοδίους νεωτερίζοντας εὑρών , ἐξήγαγε τὴν φρουράν , οὖσαν ὁπλιτῶν τρισχιλίων
6466194 πιεσει
καθέδρας ἢ ἄλλῳ τινὶ τρόπῳ . Τότε γὰρ διαλαμβάνει τῇ πιέσει τὸ πνεῦμα καὶ οὐ δυνάμενον τὴν οἰκείαν κίνησιν κινεῖσθαι
ὀθονίοις χρῆσθαι : τὴν γὰρ ἀσφάλειαν τῆς ἐπιδέσεως ἢ τῇ πιέσει ποιητέον ἢ τῷ πλήθει τῶν ὀθονίων . ἐφ '
6465432 Μασσαλιᾳ
ἀρχαίων τῆς Ἀθηνᾶς ξοάνων καθήμενα δείκνυται , καθάπερ ἐν Φωκαίᾳ Μασσαλίᾳ Ῥώμῃ Χίῳ ἄλλαις πλείοσιν . ὁμολογοῦσι δὲ καὶ οἱ
σὸν , ὦ δαιμονία , κλέος οὐκ ἐπῆλθε ; ποίᾳ Μασσαλίᾳ τὸ πένθος τοῦτο ὁρισθήσεται ; ἢ τίνι Βορυσθένει ;
6463544 ἀττικιστι
. ἐγὼ ξενιτευόμενος ἐστρατευόμην . πάνυ συχνὴ σφύραινα . κέστραν ἀττικιστὶ δεῖ λέγειν . λύπη γὰρ ἀνθρώποισι καὶ τὸ ζῆν
. Ἀντιφάνης ἐν Εὐθυδίκῳ : πάνυ συχνὴ σφύραινα . κέστραν ἀττικιστὶ δεῖ λέγειν . Νικοφῶν δ ' ἐν Πανδώρᾳ :
6453742 κωμικῃ
, οἱ δὲ τὴν ἴυγγα , ὡς κεῖται ἐν τῇ κωμικῇ λέξει , λέγουσιν . ἢ καὶ ἄλλως : μίνθος
εἰς σπονδὰς καὶ διαλλαγάς . ὅθεν ὁρᾶται τόδε τὸ δρᾶμα κωμικῇ καταλήξει χρησάμενον : διαλλαγαὶ γὰρ πρὸς Μενέλαον καὶ Ὀρέστην
6448859 νεᾳ
καὶ ἐνταῦθα τὸ θεωρεῖν ἐπὶ τοῦ θεᾶσθαι . ἕνῃ καὶ νέᾳ ] ἡ τελευτὴ τοῦ προτέρου μηνὸς καὶ ἡ ἀρχὴ
σκότος , εἰ χρὴ διελθεῖν πρὸς τέκνων νικώμενον . πικρὸν νέᾳ γυναικὶ πρεσβύτης ἀνήρ . γυνή τε πάντων ἀγριώτατον κακόν
6436199 ἀραιοτητι
τῶν ὑλικῶν σωμάτων ἐπιφαίνουσιν ἰδιότητας , ᾗ τὰ μὲν αὐτῶν ἀραιότητι κοῦφα καὶ ἀνωφερῆ , τὰ δὲ πυκνότητι βαρύτερα καὶ
. τί δ ' ; οὐχὶ καὶ τούτων αὐτῶν ἐν ἀραιότητι καὶ πυκνότητι εἰσὶν αἳ διαφοραὶ τῶν ὑλικῶν σωμάτων ἐπιφαίνουσιν
6434696 ἐπικρισει
καὶ τῶν κοινῇ πεπολιτευμένων . διὰ τοῦτο δὲ καὶ τῇ ἐπικρίσει ἐνδοιαστικῇ κέχρηται τῇ ὡς ἔοικεν , ἵνα τὸ ἄκων
ἀπὸ τούτων δέοι διοικεῖν , οὐ Φίλιππον λαμβάνειν , ἢ ἐπικρίσει οἰκείᾳ τὸ ἀόριστον συστήσειταύτην δὲ τὴν ἐπίκρισιν ὁ μὲν
6429786 ἀνειμενῃ
, τὴν γυναικῶν ἐκμιμούμενοι τρυφήν , αἷς ἡ φύσις ἐπέτρεψεν ἀνειμένῃ χρῆσθαι διαίτῃ , παρὸ καὶ τὸ σῶμα τοῦ μαλθακωτέρου
φύσιν τῶν ἐφ ' ἡμῖν μετατέθεικεν . ὁρμῇ πρὸς ἅπαντα ἀνειμένῃ χρῆται . ἂν ἠλίθιος ἢ ἀμαθὴς δοκῇ , οὐ
6428345 θρασυτητι
ἤγουν τῶν ἀγώνων ἢ τῶν βραβείων , ἐν τόλμῃ καὶ θρασύτητι καὶ σθένει καὶ ἰσχύϊ . ἀμφότερα δὲ τέθεικεν ,
ταραχώδης , σπασμὸν ἐνίοισι σημαίνει . Αἱ ταραχώ - δεες θρασύτητι ἐγέρσιες παράφοροι , πονηρὸν , καὶ σπασμώδεες , ἄλλως
6427092 Ἀντιοχειᾳ
λωτοῦ ἐσθίοντες ζῶσι „ . Γίνδαρα , κώμη πρὸς τῇ Ἀντιοχείᾳ . τὸ ἐθνικὸν Γινδαρεύς . Κουάδρατος δὲ Γινδάρους ἔφη
. ” Τὸν μὲν δὴ πλεῖστον τοῦ βίου τῇ τε Ἀντιοχείᾳ ἐνεσπούδαζε καὶ τῇ Ῥώμῃ καὶ τοῖς Ταρσοῖς καὶ νὴ
6425676 ἀμαθιᾳ
δὲ ἐξαμαρτανομένη πρᾶξις ἄνευ ἐπιστήμης ἴστε που καὶ αὐτοὶ ὅτι ἀμαθίᾳ πράττεται . ὥστε τοῦτ ' ἐστὶν τὸ ἡδονῆς ἥττω
, ὅμως δέ , ἐπειδὴ μόνω ἐσμέν , ῥητέον . ἀμαθίᾳ γὰρ συνοικεῖς , ὦ βέλτιστε , τῇ ἐσχάτῃ ,
6424497 διωρισμενους
ἐκλαμβάνειν διελομένους τὸ πρῶτον εἰς εἴδη τρία τοὺς ἀνισοτόνους καὶ διωρισμένους φθόγγους , προηγούμενον μὲν ἀρετῆς ἕνεκα τὸ τῶν ὁμοφώνων
ἡμᾶς καθαροὺς καὶ τελείους ποιεῖν κανόνας τινὰς ἔχειν ἐν βραχεῖ διωρισμένους οἷον ἀφορισμούς τινας τεχνικούς , ὅπως ἂν ἐν τάξει
6423063 τραγικῃ
ἐμᾶς ματρός : καὶ ἀριστοφάνης : ἔλακεν ἐκ τῶν στεμμάτων τραγικῇ λέξει χρησάμενος ὅτε τὸν ἀπόφονον τῆς ἐμῆς μητρὸς ἐπὶ
αὐτοῦ τάδε : κρύπτω τῷδε τάφῳ Σοφοκλῆ πρωτεῖα λαβόντα τῇ τραγικῇ τέχνῃ , σχῆμα τὸ σεμνότατον . Ἴστρος δέ φησιν
6420059 Κιμωλιᾳ
. καταχρίοιτο δ ' ἂν τὸ μέροϲ καὶ ψιμυθίῳ ἢ Κιμωλίᾳ ἢ κεραμικῇ γῇ μετὰ ϲτρύχνου ἢ λιθαργύρῳ μετὰ ῥοδίνου
πίθους παραχρῆμα σμήχειν ἅλμῃ , ἢ κληματίνῃ τέφρᾳ , ἢ Κιμωλίᾳ ἢ ἀργιλλώδει γῇ . Τινὲς μὲν βορείων ὄντων τῶν
6418465 ζηλοις
αὐτάρκειαν ἀσπάζῃ , φιλόσοφε , τί οὐ τοὺς Πυθαγορικοὺς ἐκείνους ζηλοῖς , περὶ ὧν φησιν Ἀντιφάνης μὲν ἐν Μνήμασι τάδε
διδάσκει κἂν ἄμουσος ἦι σοφὸν Καρχηδόνιον . . . . ζηλοῖς , λαβών τε τὴν [ ! ! ! !
6414266 Ἀσσυριᾳ
κατὰ τὴν ἐπιζευγνυμένην γραμμὴν , ἀπὸ τοῦ εἰρημένου πρὸς τῇ Ἀσσυρίᾳ καὶ τῇ Μηδίᾳ πέρατος μέχρι τῶν εἰς τὸν Περσικὸν
. . οε ∠ ʹ λη ∠ ʹ καὶ τῇ Ἀσσυρίᾳ παρὰ τὴν διὰ τοῦ Νιφάτου ὄρους γραμμὴν ἕως ἐπ
6412119 Παιδειᾳ
πώλημα : ὁ αὐτὸς δὲ καὶ πράσιμον εἴρηκεν ἐν τῇ Παιδείᾳ : παρ ' ἄλλῳ δ ' οὐδέτερον εὑρὼν μνημονεύω
γὰρ θέμις Δόξαν εἰσπορεύεσθαι πρὸς τὴν Ἐπιστήμην , ἀλλὰ τῇ Παιδείᾳ παραδιδόασιν αὐτούς . εἶτα ὅταν ἡ Παιδεία παραλάβῃ ,
6411008 νεκυιᾳ
ἐρέβει . ἡ δὲ ἀναφορὰ πρὸς τὰ ἀθετούμενα ἐν τῇ νεκυίᾳ . . καί μοι δὸς τὴν χεῖρ ' ,
ἐρέβει . ἡ δὲ ἀναφορὰ πρὸς τὰ ἀθετούμενα ἐν τῇ νεκυίᾳ . . . Ψ . Π . . Π
6409907 τεμνομενῃ
τομῆς κατὰ τὸ πέρας τῆς διαμέτρου παράλληλος ἔσται τῇ δίχα τεμνομένῃ εὐθείᾳ . ἔστωσαν ἀντικείμεναι τομαὶ αἱ Α , Β
συζυγὴς αὐτῇ ἡ ἀπὸ τοῦ κέντρου ἀγομένη παράλληλος τῇ δίχα τεμνομένῃ . ἔστωσαν ἀντικείμεναι τομαὶ αἱ Α , Β ,
6402991 Ἀρειᾳ
ʹ . Ἡ Δραγγιανὴ περιορίζεται ἀπὸ μὲν δύσεως καὶ ἄρκτων Ἀρείᾳ κατὰ τὴν ἐκτεθειμένην διὰ τοῦ Βαγώου ὄρους γραμμὴν ,
. Οἱ δὲ περὶ τὸν Ἱππόθοον προσβαλόντες τῇ κώμῃ τῇ Ἀρείᾳ πολλοὺς μὲν τῶν ἐνοικούντων ἀπέκτειναν καὶ τὰ οἰκήματα ἐνέπρησαν
6396312 συμπιπτῃ
ἀπὸ δὲ τῆς κορυφῆς εὐθεῖα ἀναχθῇ παρὰ τεταγμένως κατηγμένην καὶ συμπίπτῃ τῇ διὰ τῆς ἁφῆς καὶ τοῦ κέντρου ἠγμένῃ εὐθείᾳ
ἕν . εἰ δὲ ἡ ΒΓ τῇ Δ τομῇ μὴ συμπίπτῃ , ὡς ἐπὶ τοῦ τρίτου σχήματος , διὰ μὲν
6395208 παιομενον
, αὐτὸν δὲ ἐν κροκωτῷ καὶ πορφυρίδι ἔρια ξαίνοντα καὶ παιόμενον ὑπὸ τῆς Ὀμφάλης τῷ σανδαλίῳ . καὶ τὸ θέαμα
Ἀλέξανδρος τῇ μὲν ὑπορυσσόμενον τὸ τεῖχος καταβάλλει , τῇ δὲ παιόμενον ταῖς μηχαναῖς κατασείει ἐπὶ πολύ , ὡς μὴ χαλεπὴν
6393753 νεκρωσει
γὰρ εἰδέναι ὅτι τὰ μέλανα οὖρα ἢ ἐπὶ καταψύξει καὶ νεκρώσει τοῦ ἐμφύτου θερμοῦ καὶ τοῦ αἵματος καὶ τῶν χυμῶν
καταφοράν τε ἐργάζεται , καὶ χρὴ γινώσκειν ὡς ὅμοιόν τι νεκρώσει πάσχοντα τὰ μόρια καὶ τῶν ὀδυνώντων αἰτίων ἀναίσθητα γίνεται
6376872 ἐφαπτιδι
δὲ ἄλλο τι ἐπιβόλαιον κατὰ τῶν ὤμων φορούμενον , ἐοικὸς ἐφαπτίδι : καὶ Ἡρόδοτος μαρτυρεῖ ἐν ζ καὶ Θεόπομπος ὁ
οὐρᾷ , καὶ τοῦ Τοξότου ὁ ἡγούμενος τῶν ἐν τῇ ἐφαπτίδι . Δύνει δὲ ὁ Ὕδρος ἐν ὥραις τέσσαρσι .
6372779 θλιψει
τὸ λίθον ἔχειν ἐν τῇ κύστει τὴν τίκτουσαν καὶ τῇ θλίψει τοῦ τραχήλου τῆς ὑστέρας δυσχέρεια γίνεται , ἢ παρὰ
ἐγὼ πλησίον σου εὑρεθήσομαι ἑστώς , ὑπερασπιστής σου ἐν πάσηι θλίψει καὶ κινδύνωι γενησόμενος . τὰ δὲ σημεῖα ταῦτα ἅπερ
6372139 παρακολουθουντας
κακὸν χαλεπώτερον , ὥσθ ' ἡμῖν λελουμένοις ἀπιοῦσι τοὺς πεινῶντας παρακολουθοῦντας λέγειν , ὡς οὐ χαίροντες δειπνήσομεν : εἶναι γὰρ
περὶ τῶν καθ ' ἕκαστα , ἀλλὰ δεῖ τοὺς πράττοντας παρακολουθοῦντας τοῖς καιροῖς καὶ τοῖς συμβαίνουσιν ὡς ἂν ἀπαιτῇ τὰ
6367741 μαγειρειου
οὐδὲ δοκιμάζω τοὺς Κορινθίους κάδους , ἀτενὲς δὲ τηρῶ τοῦ μαγειρείου τὸν καπνόν . κἂν μὲν σφοδρὸς φερόμενος εἰς ὀρθὸν
ἀγγελίαι παραμίξας τοὺς θυλάκους καὶ τὰ ἀρτύματα καὶ τὰ σακκία μαγειρείου τινὰ φαντασίαν ἐποίησεν . . π . ἑρμ .
6364248 ἐλατινων
τῶν γὰρ ἐν τῇ Λατίνῃ καλῶν γινομένων ὑπερβολῇ καὶ τῶν ἐλατίνων καὶ τῶν πευκίνωνμείζω γὰρ ταῦτα καὶ καλλίω τῶν Ἰταλικῶνοὐδὲν
ἔργματ ' οὐχὶ θνητὰ δρῶν . Πενθέα δ ' ἱδρύσας ἐλατίνων ὄζων ἔπι ὀρθὸν μεθίει διὰ χερῶν βλάστημ ' ἄνω
6362302 τυχουσῃ
ἐπιχωρεῖ τοῖς ἀγρίοις καὶ δυσβάτοις τόποις ὕπνον αἱρουμένη καὶ τῇ τυχούσῃ γῇ χρωμένη διατροφῆς χάριν , ἕνεκα δὲ τοῦ πιεῖν
τὴν Δ . Πάλιν ἔκλινά τινα εὐθεῖαν τὴν ΓΕ ἐν τυχούσῃ γωνίᾳ , καὶ τῇ Δ ἴσην ἀπεθέμην τὴν ΓΖ
6360294 θηρασειεν
θηρία ἐδίδου τε τῷ πάππῳ καὶ ἔλεγεν ὅτι αὐτὸς ταῦτα θηράσειεν ἐκείνῳ . καὶ τὰ ἀκόντια ἐπεδείκνυ μὲν οὔ ,
λέγεται δὲ ὡς Ἡρακλῆς κατὰ πρόσταγμα Εὐρυσθέως παρὰ τῷ Ἐρυμάνθῳ θηράσειεν ὗν μεγέθει καὶ ἀλκῇ τοὺς ἄλλους ὑπερηρκότα . Κυμαῖοι
6358561 Ταυρικῃ
ἐκ τῆς Θρᾴκης καὶ κομισθέντας εἰς τὸν Πόντον προσχεῖν τῇ Ταυρικῇ , τὴν ἀγριότητα τῶν ἐγχωρίων ἀγνοοῦντας : νόμιμον γὰρ
ξβʹ μηʹ ∠ ʹʹ Πόλεις δὲ εἰσὶ μεσόγειοι ἐν τῇ Ταυρικῇ Χερσονήσῳ αἵδε : Τάφρος ξʹ γοʹʹ μηʹ δʹʹ Ταρῶνα
6356507 ἀδολεσχος
Ἰσχυρόν ἐστι πρᾶγμ ' ἀλήθει ' ὡς φύσις . Ἰατρὸς ἀδόλεσχος ἐπὶ τῇ νόσῳ νόσος . Ἴσον ἐστὶν εἰς πῦρ
Λάλος , φλύαρος , κομπώδης , ὀχληρός , ἀπεραντολόγος , ἀδόλεσχος , κουφολόγος , ἀθυρόγλωσσος , γλώσσαλγος , προσκορής ,
6354884 φαντασιᾳ
αὗται φαντασίας προηγουμένης , οὐ μὴν αἱ αὐταί εἰσι τῇ φαντασίᾳ . ὅλως γὰρ τὸ ὑπολαβεῖν εἴτε δοξαστικῶς , εἴτε
τοῖς πολλοῖς λαμβάνομεν καὶ ὑστερογενῆ , τουτέστι τὰ ἐν τῇ φαντασίᾳ , μᾶλλον τὰ προσεχῆ ὑπάρχουσιν , εἰ δὲ τὰ
6353658 βιαιοτερᾳ
ἀγκώνων ἔριον παρεντιθέσθω πρὸς τὸ μὴ ἑλκοῦσθαι τὰς ἐξοχὰς τῇ βιαιοτέρᾳ θλίψει καὶ παραθέσει τῶν μερῶν . τὸ δὲ κεφάλιον
. γυμνασίοις δὲ σφοδροτέροις προσελευστέον καὶ κατοχῇ πνεύματος καὶ τρίψει βιαιοτέρᾳ , καὶ μᾶλλον τῇ ἑαυτοῦ πρὸς πυρί . χρήσιμον
6351188 διασκευῃ
πλείστην εἶναι ἡδονὴν μετὰ ὕψους καὶ σεμνότητος , τῇ τε διασκευῇ τῶν πραγμάτων ἀρίστῃ καὶ πιθανωτάτῃ κέχρηται , ποιήσας τὸν
ἔφαμεν τὴν διήγησιν κατασκευάζεσθαι , τοὺς δὲ τρόπους αὐτοὺς τῇ διασκευῇ φυλάξομεν . ἐὰν δὲ παντάπασιν ᾖ ἄπορον εἰς διατύπωσιν
6347483 τραχειᾳ
ὑγροπεποιημένη κατασκευὴ εὐαιμορράγητος , μετὰ τοῦ μὴ δύνασθαι τὰς ἐν τραχείᾳ μάλιστα οὔσας ἀρτηρίᾳ ἐκ τῆς βάσεως ἀφαιρεῖσθαι : αὐτὰ
στόμαχος δὲ πρὸς ὄρεξιν καὶ κατάποσιν . παρατέταται δὲ τῇ τραχείᾳ ἀρτηρίᾳ καὶ διατείνει μέχρι διαφράγματος . κοινὴ δὲ πρὸς
6345203 κριτικῃ
δοτέον ψυχήν , ἵνα ᾖ καὶ σῴζοιτο τὸ σῶμα : κριτικῇ δὲ οὔσῃ τῇ ψυχῇ ὑπάρχει βλεπούσῃ εἰς σῶμα καὶ
αἰσθητικὸν θεωρεῖν λόγον , ἀλλ ' ἐν οὐσίᾳ ζωτικῇ , κριτικῇ τῶν αἰσθητῶν : καὶ τὴν διάλυσιν τοῦ λόγου τῇ
6341938 ξανθῃ
τῶν τοῦ σώματος μορίων ἐκ τοῦ αἵματος τοῦ μεμιγμένου τῇ ξανθῇ χολῇ , βάπτονται τὰ λευκὰ τῶν ὀφθαλμῶν τοῦ ἀνθρώπου
. Θεραπεία καύϲου Φιλουμένου . ἔϲτι μὲν οὖν ἐπὶ τῇ ξανθῇ χολῇ ϲαπείϲῃ ἀναπτόμενοϲ ϲυνεχὴϲ πυρετὸϲ καυϲωδέϲτατοϲ καὶ μήτε τοῖϲ
6340760 μικρᾳ
τῶν ὀφθαλμῶν μαχαίρᾳ συντεμόντες ἠνεῳγμένους εἴασαν τοὺς ὀφθαλμοὺς ἐκείνου . μικρᾷ δὲ τοῦτον εἴρξαντες καλύβῃ στενωτάτῃ , ἄγριον ἐξοιστρήσαντες ἐλέφαντα
ὅσον μὲν τὸ ἐν τῇ μεγάλῃ Ἀρμενίᾳ διέξεισι καὶ τῇ μικρᾷ , ὅσον δὲ τὸ ἐκ τῆς μικρᾶς Ἀρμενίας καὶ
6336564 φανερᾳ
. παρῄνει γε μὴν ἔτι τέχνῃ καὶ ἀνεξικακίᾳ μᾶλλον ἢ φανερᾷ θρασύτητί πω χρῆσθαι . καὶ ὁ Καῖσαρ ἐπαινέσας καὶ
' οὐκ ἔστι μὲν ὅτε τις ἡμῶν κενούμενος ἐν ἐλπίδι φανερᾷ τοῦ πληρωθήσεσθαι καθέστηκε , τοτὲ δὲ τοὐναντίον ἀνελπίστως ἔχει
6327167 ἀνασκευαζει
τῆς Σελήνης ἐξ ἀνατολῶν φερομένης ἀντιδικίας καὶ ἐναντιώσεις καὶ ἔχθρας ἀνασκευάζει , ἀπραγίας τε καὶ ἐγκοπὰς πραγμάτων ποιεῖ καὶ ψύξεις
τῆς Σελήνης ἐξ ἀνατολῆς φερομένης ἀντιδικίας , ἐναντιώσεις καὶ ἔχθρας ἀνασκευάζει , ἀπραγίας τε καὶ ἐγκοπὰς πραγμάτων ποιεῖ καὶ ψύξεις
6322297 γεγενημενῃ
πάντων ἂν δεινότατα πάθοιμεν , εἰ τῇ ὕστερον τῶν πραγμάτων γεγενημένῃ διαμαρτυρίᾳ πιστεύσετε ὑμεῖς . Ἀλλὰ μὴν καὶ πρεσβύτερά γε
, παραπλήσιον τῇ διαρθρώσει παρασκευάζεται , χρωμένου τοῦ μηροῦ τῇ γεγενημένῃ τρίβῳ , καθάπερ ἔμπροσθεν ἐχρῆτο τῇ κοτύλῃ τοῦ ἰσχίου
6321577 παναρμονιῳ
ἡλίῳ καὶ σελήνῃ καὶ τῇ τῶν ἄλλων ἀστέρων ἱερωτάτῃ καὶ παναρμονίῳ στρατιᾷ , ταξιαρχοῦντος καὶ ἡγεμονεύοντος τοῦ θεοῦ τοῦ τὴν
Ἄγαμαι δὲ κἀκεῖνον τὸν νόμον , ὃς καθάπερ ἐν χορῷ παναρμονίῳ συνᾴδων τοῖς προτέροις διαγορεύει , βοῦν ἀλοῶντα μὴ φιμοῦν
6315140 Λημνιᾳ
στυφούσαις ἐμβροχαῖς ἀδιαλείπτως ἀπαντλήσομεν μάννῃ τε πολλῇ χρησόμεθα ἐπιπάττοντες καὶ Λημνίᾳ σφραγῖδι καὶ ἀστέρι Σαμίῳ καὶ σπόγγῳ καινῷ , πίσσῃ
δ ' αὐτοῖς καὶ λείοις κατάπλασσε : περίχριε δὲ καὶ Λημνίᾳ σφραγίδι ἢ ἀλόῃ μετὰ μέλιτος διεθείσῃ . πρὸς δ
6310061 προσαγορευομενοις
' ἐν τῇ Βαβυλῶνι κατοικία τοῖς ἐπιχωρίοις φιλοσόφοις τοῖς Χαλδαίοις προσαγορευομένοις , οἳ περὶ ἀστρονομίαν εἰσὶ τὸ πλέον : προσποιοῦνται
κριτηρίων οὐκ ἄν ποτε ὑπῆρχε τοῖς οὖσί τε καὶ ἀληθέσι προσαγορευομένοις εἰ μὴ ἦν τινα καὶ τοιαῦτα προσβαλλόμενα : τὸ
6305541 μελλουσῃ
: ἔπειτ ' ἐνθυμουμένῳ τὸν λοιμόν , ὃς ἐν τῇ μελλούσῃ αὐτὸν ὑποδέχεσθαι πόλει πολὺς γενόμενος τούς τ ' οἰκήτορας
ὕλης κατηγοροῦμεν ὡς ἐχούσης ἐν αὑτῇ καὶ τὸ ἐναντίον τῇ μελλούσῃ μορφῇ : τὴν γὰρ ἀντικειμένην ἀμορφίαν τῷ σχήματι τοῦ
6301003 Ἰουδαιᾳ
. . . : Ἀσκάλων , πόλις Συρίας πρὸς τῇ Ἰουδαίᾳ . Ξάνθος ἐν τετάρτῃ Λυδιακῶν φησὶν , ὅτι Τάνταλος
τοῦ περιβόλου χώρα ἔρημος ἡ πλείστη καὶ μάλιστα ἡ πρὸς Ἰουδαίᾳ : ταύτῃ δὲ καὶ ἐγγυτάτω ἐστὶ τριῶν ἢ τεττάρων
6300518 εἰσαγγελιᾳ
ἔν τε τῷ κατὰ Θεοδότου καὶ ἐν τῇ κατὰ Καλλισθένους εἰσαγγελίᾳ . ὅτι δὲ τὰ λουτρὰ ἐκόμιζον ἐκ τῆς νῦν
τοῦ πεφαρμακεῦσθαι καὶ δεδέσθαι φαρμάκοις Δείναρχος ἐν τῇ Κατὰ Πυθέου εἰσαγγελίᾳ . . . . κοβαλεία : Δείναρχος ἐν τῇ
6296692 παρατυγχανοντας
δὲ Ποσειδῶν ἔπεμψε τῆι χώραι κῆτος , ὃ τούς τε παρατυγχάνοντας ἀνθρώπους καὶ τοὺς γιγνομένους καρποὺς διέφθειρεν . μαντευομένωι δὲ
ὅτε καὶ ξίφος λαβόντες ἢ ξύλον ἢ λίθον φονεύουσι τοὺς παρατυγχάνοντας : καὶ γίνεται ἐπὶ ξανθῇ χολῇ ἐν τῇ κεφαλῇ
6292039 λεγουσῃ
τῶν τοιούτων θετέον ὡς ἐναντίαν τῇ τὸ ἀγαθὸν ἀγαθὸν εἶναι λεγούσῃ : ἐναντία γάρ ἐστι τῇ τοιαύτῃ ἡ ἀπόφασις αὐτῆς
. μήποτε δὲ καὶ ὡς ἀδύνατον τοῦτό φησιν ἑπόμενον τῇ λεγούσῃ ὑποθέσει καὶ ἐκ τοῦ πρότερον γεγονότος , ἤγουν τοῦ
6291576 βιωτικη
θεωρίαν ἐνδεικνυμένου τοῖς μεταγενεστέροις . οὐδέ γε αὐτὸν μεθεῖλκεν ἀνάγκη βιωτικὴ καὶ πλάνη φιλάργυρος , ὥσπερ πολλοὺς τῶν νῦν :
ἀρεταῖς τὴν παρέκβασιν ἰωμένη τοῦ θείου ὅρκου , ἡ δὲ βιωτικὴ εὐορκία ταῖς πολιτικαῖς ἀρεταῖς διασῴζεται . μόνοι γὰρ οἱ
6291114 φρενιτιδι
ἑκάτερος λύσις . ὁ δὲ λήθαργος ἐναντίον πάθος ἐστὶ τῇ φρενίτιδι . καταφορὰ γάρ ἐστι βαθεῖα καὶ δυσανάκλιτος . οἱ
λημᾷς ἐν κολοκύνταις . ὥσπερ γάρ φαμεν ” νοσῶ ἐν φρενίτιδι “ , οὕτω δέον εἰπεῖν ” εἰ μὴ λημᾷς
6284543 ψιλῃ
βάρει σὺν διατάσει καὶ βάρει λυπεῖ πάσχον , ποτὲ δὲ ψιλῇ ποιότητι ἀνιᾷ οὐκ ἄχρι τοῦ στομάχου ἐπεκτείνουσα τὴν νόσον
αὑτὰ ἢ οὐδὲ ὅλως , εἰ μήτι γε ἄρα ἐν ψιλῇ ἐπινοίᾳ , ἀλλὰ τότε ἔχουσιν ὑπόστασιν , ὅταν σὺν
6282129 καταστροφῃ
ἄρα τῷ κύκνῳ περίεστιν εὐθυμίας , ὡς καὶ ἐπὶ τῇ καταστροφῇ τοῦ βίου τοῦ σφετέρου ᾄδειν καὶ ἀνακρούεσθαι οἷον ἐπικήδειόν
αὐτόν , κάτω , ἄνω , βραχεῖαν , ἀπόδος ἐν καταστροφῇ . ἐκαλεῖτο δὲ φαινίνδα ἀπὸ τῆς ἀφέσεως τῶν σφαιριζόντων
6276588 ἐλαᾳ
τότε γὰρ εὐθενεῖ μάλιστα . ὡς δ ' ἁπλῶς εἰπεῖν ἐλάᾳ μὲν καὶ συκῇ καὶ ἀμπέλῳ τὴν πεδεινήν φασιν οἰκειοτάτην
θῆλυ κάρπιμον . πυρῆνα δ ' ὁ καρπὸς ἔχει παραπλήσιον ἐλάᾳ , καὶ ἐσθιόμενος γλυκὺς καὶ εὐώδης : ἄνθος δὲ

Back