, τοῦτο εὐθέως καὶ μνήμη . ἔστι δὲ μνήμη γενικὴ τύπωσις ψυχῆς , μνεία δὲ λόγος κατὰ ἀνανέωσιν λεγόμενος :
καλλονῆς ἐναργές . Ἐπὶ δὲ τῆς στεφάνης τοῦ στόματος κρίνων τύπωσις σὺν ἀνθεμίσι καὶ βοτρύων σχοινιαὶ διάπλοκοι διετυποῦντο κυκλόθεν .
7363755 ἑτεροιωσις
ἐστιν : οὐκ ἄρα ἔστιν . Καὶ μὴν ἡ αἴσθησις ἑτεροίωσίς τις ἐστίν : ἀμήχανον γὰρ τὸ δι ' αἰσθήσεώς
καὶ λεῦκαι ἐφήλιδός εἰσιν εἰς παρασκευήν . ἡ δὲ ἔφηλις ἑτεροίωσίς ἐστιν τῆς ἐπιφανείας . λεῦκαι : λέπραι , αἱ
7275663 οὐσιωδης
ἔχειν , ὅτι ἡ μὲν ὑλική ἐστιν , ἡ δὲ οὐσιώδης . ἐμοὶ δὲ δοκοῦσιν ἀμφότεραι ἡνῶσθαι καὶ μὴ διαιρεῖσθαι
τῶν ἰδεῶν εἰσιν ἀριθμοί , ὅ τε ἑνιαῖος καὶ ὁ οὐσιώδης , καὶ ὅτι ἐν πάσαις τάξεσιν οὗτοι τῶν θείων
7107415 αὐλητικη
κατὰ τὸν σὸν λόγον . οὐ γάρ που ἥ γε αὐλητική . Οὐδαμῶς . Οὐδὲ μὴν ἡ κιθαριστική . Οὐ
, αἱ δὲ λέγονται αὐτοσύστατοι , ὡς ἡ ὀρχηστικὴ καὶ αὐλητική . Αὗται γὰρ καθ ' ὃν χρόνον γίνονται ,
6919667 μελοποιια
αὕτη δὲ καὶ τοῦ ἤθους γίνεται παραστατική . διαφέρει δὲ μελοποιία μελῳδίας : ἡ μὲν γὰρ ἀπαγγελία μέλους ἐστίν ,
φύσει τεθεωρήκαμεν , ὅτι οὐ τὸ αὐτὸ σύστημά τε καὶ μελοποιία , οὐδὲ τόνος , οὐδὲ γένος , οὐδὲ μεταβολή
6755413 ψυχικη
τῶν αἰδοίων ἔπαρσις γίνεται . καὶ περὶ τὸν καιρὸν τοῦτον ψυχική τις αὐτοῖς λύπη ἐντρέχει . περὶ δὲ τὸν αὐτὸν
μὲν ἔχῃ κατὰ δῆμον ἅπαντα . Ἡ δ ' εὐφροσύνη ψυχική τίς ἐστι διάθεσις , ἣν ἄν τις ἐξηγήσαιτο καλὴν
6724462 πλεοναζουσα
τῶν ξύλων ἐπιφάνειαν ἐλθεῖν : οὐδὲ ποιεῖ σῆψιν ἡ ὑγρότης πλεονάζουσα , καὶ τότε στερρά ἐστιν ἡ ὕλη μὴ εἴκουσα
μοίρας τινὰς δυνάμεων διακληρωσαμένη μεριστάς , προσθήκαις τε ἄλλαις περιττοτέραις πλεονάζουσα ἀφ ' ἑαυτῆς , καὶ ἄλλοτε ἄλλα εἴδη καὶ
6625522 διακοπη
τὸ σύνολον διοκωχή : διάλειψις , ἀναβολή ʃ γράφεται καὶ διακοπή . παρέμεινε δὲ τὸ μὲν ὕστερον . . .
, ᾧ σκέψασθε τίνων ὑπαρχόντων : „ οὐ γάρ ἐστι διακοπή . ἢ πλαγιασμὸς ἐπάγεται , ὃς ποιεῖ εὐτονίαν ,
6585323 συγκαταθεσις
ὁρίζω : οὐ γάρ ἐστι δογματικὴ ὑπόληψις , τουτέστιν ἀδήλῳ συγκατάθεσις , ἀλλὰ φωνὴ πάθους ἡμετέρου δηλωτική . ὅταν οὖν
δοκῇ , τόθ ' ἡ ἐξ ἀσυμφώνων ὡς κρίσις καὶ συγκατάθεσις τὴν ἐπὶ τῷ θαυμαζομένῳ πίστιν ἰσχυρὰν λαμβάνει καὶ ἀναμφίλεκτον
6576618 ἀπικομενη
Πέρσαι ἀγγαρήιον . Ἡ μὲν δὴ πρώτη ἐς Σοῦσα ἀγγελίη ἀπικομένη , ὡς ἔχοι Ἀθήνας Ξέρξης , ἔτερψε οὕτω δή
Αἴγυπτον ἀπίκετο Ξάνθεω τοῦ Σαμίου κομίσαντός [ μιν ] , ἀπικομένη δὲ κατ ' ἐργασίην ἐλύθη χρημάτων μεγάλων ὑπὸ ἀνδρὸς
6562549 χωριστη
κυβερνήτης τοῦ πλοίου . οὗτος γὰρ ἐντελέχεια μέν , ἀλλὰ χωριστή . τάχα δὲ καὶ περὶ πάσης τῆς ψυχῆς τύπῳ
ἐστί τινων πρὸς ἄλληλα . αὕτη οὖν ἡ ἑτερότης ἢ χωριστή ἐστι καὶ κατὰ συμβεβηκός , ἥτις πέφυκε χωρίζεσθαι ἐκείνων
6537161 αἰσθητικη
ἐστιν οὐσία ἔμψυχος αἰσθητική , ἀλλὰ καὶ ἄνθρωπος οὐσία ἔμψυχος αἰσθητική . ὃ οὖν ἂν ἐπέγραψεν , εἰ περὶ πάσης
γὰρ ἐν τοῖς καθ ' ἕκαστα καὶ ἀτόμοις ἡ αἴσθησις αἰσθητική : ἡ δ ' ἀντίληψις αὐτὴ τοῦ καθόλου γίνεται
6521516 ζωτικη
ὡρίσθη κατὰ τὴν ὑπόστασιν : συνῆπτε δὲ αὐτὸν καὶ ἡ ζωτική , ἀλλὰ κατὰ τὴν δευτέραν διάκρισιν , καθ '
ἡ τῶν ῥάβδων φύσις καὶ ὅλως οἷον ἀρχή τις αὕτη ζωτική . διὸ καὶ ἐξαιρουμένου καὶ πονήσαντος θνήσκει : ἐπεὶ
6497729 ἀεικινητος
ἣν ἔχουσι πρὸς ψυχὴν συγγένειαν . ἀλλ ' ἐκείνη μὲν ἀεικίνητος οὖσα μεθ ' ἡμέραν καὶ νύκτωρ διανίσταται , τοῖς
ἔσται . ἐν γὰρ τῷ ὑποθετικῷ τῷ εἰ ἡ ψυχὴ ἀεικίνητος , ἀθάνατος , ἀλλὰ μὴν ἀεικίνητος οὐκέτι τῶν ἐν
6495584 εὐκρινεια
γνήσιον , πάντες συνομολογοῦσιν : τὸ γὰρ ἀκριβὲς καὶ ἡ εὐκρίνεια καὶ ἡ λέξις βοῶσιν ὡς εἰπεῖν Ἑρμογένους εἶναι τὸ
ἐν αὐτοῖς , εἰ περιβολὴ δύναται διὰ ταὐτοῦ γίνεσθαι καὶ εὐκρίνεια : σχεδὸν γὰρ ταῦτα οὐδὲ ἐναντία ἐστίν , ἀλλὰ
6483132 ἐπιπολαιος
, προχωροῦσα ἐπὶ τὰ παρακείμενα πάντα πλησίον , οὐ μόνον ἐπιπόλαιος , ἀλλὰ καὶ διὰ βάθους : αἰμάσσεται δὲ αὐτοῖς
ἐπιπολαιοτέραν τὴν δὲ ἑτέραν πραγματειωδεστέραν . Ἔστιν οὖν ἡ μὲν ἐπιπόλαιος αὕτη : εἰ θεριεῖς πάντως θεριεῖς , καὶ οὐ
6479302 ἀνευρετος
ἀνώτερον ὑπεδείξαμεν , ἄγνωστος ὀφείλει τυγχάνειν καὶ ὁ ἐλλιπής : ἀνεύρετος δέ γέ ἐστιν ὁ ἀπηρτισμένος , ὡς παρεστήσαμεν :
ὑπερβολὴν τῆς εὐδαιμονίας . κατὰ μὲν οὖν τοὺς παλαιοὺς χρόνους ἀνεύρετος ἦν διὰ τὸν ἀπὸ τῆς ὅλης οἰκουμένης ἐκτοπισμόν ,
6455597 αἰσθητη
ἁρμονίας , οὐδέν ἐστι παρακείμενον . οὐ δὴ γίνεται διάστασις αἰσθητὴ μὴ διηρτημένων τῶν λέξεων , ἀλλὰ συνολισθαίνουσιν ἀλλήλαις καὶ
, οὔτ ' ἐκεῖ καταλαμβάνεταί τις ἀνωμαλία περὶ τοὺς δρόμους αἰσθητὴ διὰ τὰς κατὰ πλάτος παρόδους . παραβλητέον δὲ κἀν
6439557 ἀναλγηϲ
τοῖϲ ἐν θαλάϲϲῃ διατρίβουϲιν . ἡ μὲν οὖν εὐήθηϲ ἐγκανθὶϲ ἀναλγήϲ ἐϲτι ὑπόϲομφοϲ μαλακή : ἡ δὲ κακοήθηϲ ϲκληρὰ ἀνώμαλοϲ
δέρματοϲ καὶ περικρανίου ὑμένοϲ παρέπεται ὄγκοϲ εὐαφήϲ , ὁμόχρουϲ , ἀναλγήϲ , εἰϲ ὕψοϲ κεκυρτωμένοϲ , δι ' ὀλίγου ϲώματοϲ
6406208 προφορα
ἐείκοσι καὶ πόδες εἶεν . * ) ὅτι ὁμοία ἡ προφορὰ τῆς ὑπερβολῆς τῷ „ οὐδ ' εἴ μοι δέκα
, οἱ μένοντες ἐκεῖ ταχὺ μετέρχονται . Ἐπιμονὴ δέ ἐστι προφορὰ πλειόνων λέξεων ἐπίσης τὸ αὐτὸ σημαινουσῶν , ἢ καὶ
6404670 εἰωθυια
, ὡς καὶ ἀλλαχοῦ εἶπε καὶ νῦν , ἀλλ ' εἰωθυῖά τις , τουτέστι κωλυτική : εἰ δὲ λέγοις ὅτι
] ἐπὶ τοῦ τραχὺ ἀκούει . τὸ δὲ πάνσοφος ἡ εἰωθυῖά ἐστι τοῦ Σωκράτους εἰρωνεία : τὸ γὰρ λάσιον καὶ
6385606 διτονῳ
, ὁ δὲ τῷ μεγίστῳ τῶν ἀσυνθέτων διαστημάτων ὀξύτερος τῷ διτόνῳ θηλύτερος : οἱ δὲ μέσοι λογιζέσθωσαν ὡς ἐπαμφοτερίζοντες .
βαρὺ καὶ ἐπὶ τὸ ὀξὺ τεθήσεται . Τόνος δὲ πρὸς διτόνῳ ἐπὶ τὸ ὀξὺ μόνον τίθεται . τιθέσθω γὰρ ἐπὶ
6382753 ὀμφη
: φωνὴν , βοήν . Ὄσσα ἡ φήμη καὶ ἡ ὀμφὴ , ἐπὶ τῶν μάντεων παρ ' Ὁμήρῳ : σήμαινε
ἐφ ' οἷς ἀπέλιπεν ἄν με καὶ ἡ τοῦ δαιμονίου ὀμφὴ μὴ καθαρὸν ὄντα . καὶ μὴν εἴ τις ἀφελὼν
6376020 ἠρεμουσα
δὲ εὐηθεστέρων ὑπ ' ἠλιθιότητος πλάζεται καὶ ἡ ὅρασις οὐκ ἠρεμοῦσα : | καὶ συνόλως τοῖς τῆς ψυχῆς πάθεσι συμπάσχουσιν
μὲν οὒ οὐδὲ ἀνέστη , δήλη δ ' ἦν μόλις ἠρεμοῦσα . ἐπεί γε μὴν κατεῖδεν αὐτὴν ὁ Διόνυσος ,
6368301 περιπλοκη
δὲ τὸν νῶτον αὐτῶν ἡ πολλὴ καὶ ἐπιμήκης τῆς ἀκάνθης περιπλοκὴ τραχύνεται . Τῶν δὲ δυσμενῶν καὶ ἀγρίων ἀνδρῶν παῖδες
σύγκρουσιν τὸν ἀποπαλμὸν ποιεῖ , ἐφ ' ὁπόσον ἂν ἡ περιπλοκὴ τὴν ἀποκατάστασιν ἐκ τῆς συγκρούσεως διδῷ . ἀρχὴ δὲ
6360865 σῳζομενης
οἰκείας φύσεως καὶ κινήσεως οὕτως ἐφέλκηται τὸ χόριον : μὴ σῳζομένης δὲ τῆς πρὸς τὸ βρέφος τοῦ χορίου συνεχείας μολίβδου
ἐπιβλαβές , δεῖ γὰρ ἐμπείρως τὴν ὁλκὴν γενέσθαι . διὸ σῳζομένης τῆς πρὸς τὸν ὀμφαλὸν αὐτοῦ συνεχείας ἐπὶ χειρῶν μιᾶς
6359290 ἐπακολουθημα
τοῦ λογικοῦ καὶ παρὰ τοῖς φιλοσόφοις θρυλουμένου , κατ ' ἐπακολούθημα δὲ καὶ περὶ ἑκάστου τῶν κατὰ τὸν βίον .
περιεργοῦντος ἐφόλκιον , τοῦ δὲ τὰς ἐν πόλει τιμὰς διώκοντος ἐπακολούθημα ; Μὴ τοίνυν κακοδαίμονας κάλει τοὺς τὴν μεγίστην εὐδαιμονίαν
6357816 ποιηθεις
ὁ μὲν γὰρ πλασθεὶς νοῦς ἐστι γεωδέστερος , ὁ δὲ ποιηθεὶς ἀυλότερος , φθαρτῆς ὕλης ἀμέτοχος , καθαρωτέρας καὶ εἱλικρινεστέρας
δὲ ἀληθῆ λέγουσιν οὗτοι , δῆλός ἐστιν ἐξ ἀρχῆς Ἰφιγενείᾳ ποιηθεὶς ὁ ναός . ἔστι καὶ Ἀπόλλωνος ἱερὸν ἐς τὰ
6350142 ἐνδιαθετος
ἀνθρώπων ἴδιον ὥρισται , διάνοια μέν ἐστιν ὁ λόγος ὁ ἐνδιάθετος διέξοδός τις οὖσα καὶ ἀναπόλησις καὶ διάκρισις τῶν μνημονευθέντων
τὸ ἐνάρθρου . Ἔστι δὲ καὶ πρῶτος τῇ φύσει ὁ ἐνδιάθετος τοῦ προφορικοῦ , ἐπεὶ καὶ συναναιρεῖ μὲν αὐτόν ,
6348829 τριττη
. ἀλλ ' ἐπεὶ καὶ τῶν ἐν τοῖς σώμασι διαστημάτων τριττή τις ἡ φύσις , ἡ μὲν ἀρχηγέτις ἐφ '
λόγον τῶν εἰσιόντων [ . . ] . Μεμαθήκαμεν ὅτι τριττή ἐστιν ἡ πέψις : ἔστι γὰρ πρώτη ἡ χυλοποίησις
6345438 φαντασια
ποιότητας ἢ ποσότητας ἢ ἄλλο τι τῶν συμβεβηκότων αὐταῖς , φαντασία δὲ τῶν αἰσθήσει φανέντων τύπους καὶ εἰκόνας ἐν αὑτῇ
οὐδέν , ἀλλ ' ἢ ἄλογος : οὐδὲ γὰρ ἡ φαντασία τύπον ἑαυτῆς προβάλλεται , ἀλλὰ τοῦ αἰσθητοῦ , οἷον
6336510 ὁρμητικη
, καὶ τὸ λίαν γίνεται αἴγλη : πάνυ γάρ ἐστιν ὁρμητικὴ ἡ αἴγλη . οὕτως εὗρον ἐν Ἐπιμερισμοῖς τοῦ Ψαλτῆρος
ξίφος ἔχουσα ὅθεν ξιφηφόρον αὐτὴν εἶπεν . θουρία δὲ ἡ ὁρμητικὴ καὶ ἔνθους διὰ τὴν τῆς Κόρης ἁρπαγὴν ὡς ληροῦσι
6329028 παρατηρησις
ὀξυτονεῖν ἡ ἀναλογία ἐπιτρέπει . ἀλλὰ καὶ ἡ Πτολεμαίου ἀθετεῖται παρατήρησις καθ ' ἣν διαφέρειν φησὶ τοῖς τόνοις τοὔνομα καὶ
γραμματικὸς λόγος ἀλλ ' ἡ ἄτεχνος καὶ ἀφελὴς τῆς συνηθείας παρατήρησις . Τὰ δὲ αὐτὰ ταῦτα μετακτέον καὶ ἐπὶ τὰ
6323754 ἐκμελης
προτεθύμηνται , οὐδὲν εἰρήκασιν . ὅτι δέ ἐστιν ἡ καταπύκνωσις ἐκμελὴς καὶ πάντα τρόπον ἄχρηστος , φανερὸν ἐπ ' αὐτῆς
. . , . ] [ Καὶ Θεοδόσιος ὁ βασιλεὺς ἐκμελὴς ἦν καὶ πάσῃ ῥᾳθυμίᾳ ἐκκείμενος . . ἐκμελές .
6323063 καταληπτικη
κατάληψίς ἐστι καταληπτικῆς φαντασίας συγκατάθεσις . οὐδεμία δ ' ἦν καταληπτικὴ φαντασία διὰ τὸ μήτε πᾶσαν ὑπάρχειν φαντασίαν καταληπτικήν ,
ἡμῖν ἀκριβῶς εὐχῇ μᾶλλον ἔοικεν ἢ ἀληθείᾳ . ἦν γὰρ καταληπτικὴ φαντασία , ἵνα τις ἀπὸ ταύτης ἄρχηται , ἡ
6317217 Φωνη
Φερνή . φερενή τις οὖσα . ἀπὸ τοῦ ἐπιφέρεσθαι . Φωνή . ἡ φωτίζουσα τῷ λόγῳ τὰ τοῦ νοῦ .
. , . , . , . , , . Φωνή ἐστιν ἀὴρ πεπληγὼς αἰσθητὸς ἀκοῇ τὸ ὅσον ἐφ '
6312912 φανταστικη
ἡ αἴσθησις ἀντιλάβηται . εἰ τοίνυν ὅτι μὲν ἔστιν ἡ φανταστικὴ δύναμις τῆς ψυχῆς , ἅπασι φανερόν , οὐδεμίαν δὲ
οὐσία οὐχ οἵα τέ ἐστιν ἀποτελεῖσθαι . Πόθεν δὲ καὶ φανταστικὴ τοῦ μέλλοντος γίγνεται ; παρὰ τίνος λαβοῦσα τὸ μαντικόν
6310865 ἀσκαντης
δὲ ἀσκάντης παρὰ τὴν κάννηνοὕτως δὲ ἐκάλουν τὴν ψίαθον . ἀσκάντης οὖν ἡ εὐτελὴς κλίνη , μηδὲ κάννην ἔχουσα ,
ῥῆμα ἀκαλαβώτης , πλεονασμῷ τοῦ σ . . . . ἀσκάντης : κλινίδιον εὐτελές , ὃ ὑπὸ τῶν Ἀττικῶν σκίμπους
6306346 φανταστον
τοῦ καθόλου μὲν εἶναι τὴν ἀπόδειξιν , πᾶν δὲ τὸ φανταστὸν μερικὸν ὑπάρχειν : οὐδὲ ἡ σπουδὴ ἄρα ἡ προηγουμένη
. . . οἱ δὲ Στωικοὶ τέσσαρα ταῦτά φασι φαντασίαν φανταστὸν φανταστικὸν φάντασμα , φαντασίαν μὲν λέγοντες τὸ πάθος τῆς
6302679 ἐνεργουσα
θερμαντικόν : ἀναλογεῖ δ ' ἡ δύναμις τῷ προειρημένῳ ἀσθενέστερον ἐνεργοῦσα . Μάρον πόα φρυγανώδης , ὁμοία τῷ ἄνθει ὀριγάνῳ
ἢ δευτέρας ἐρυγῆς ἐκκενοῦσθαι . Ἡ δὲ μετρία θερμασία ἐνδεέστερον ἐνεργοῦσα , διαλύει μὲν τὰ σιτία , κατεργάζεται δὲ οὐκ
6302305 ἀδιακριτως
, ” φησὶ τὸ λόγιον , τοῦτο δ ' ἔστιν ἀδιακρίτως τε καὶ ἡνωμένως . Ἔστιν ἄρα καὶ γνῶσις νοητή
νοσήσωμεν παντελῆ διὰ τὴν τῶν χειρόνων λόγων κατάγνωσιν μήτε πάντας ἀδιακρίτως εἰσδεξώμεθα διὰ τὴν τῶν ἀμεινόνων ἀποδοχήν . ἕπεται γὰρ
6298003 δεινωσεως
καὶ ἐναργείας , καὶ σχηματισμῶν καὶ ἠθοποιίας καὶ αὐξήσεως καὶ δεινώσεως : μάλιστα δὲ τῶν εἰς σωφροσύνην καὶ εὐσέβειαν καὶ
ἡ πηλικότης τὸ μέγεθος τοῦ ἀδικήματος , ὅ ἐστι τῆς δεινώσεως : ὁ οὖν Μινουκιανὸς οὐκ ἀνεχόμενος ἐκβῆναι τοῦ ἀγῶνος
6296311 λυσιτελης
ψευδόμενος ἐπικαλεῖν , ἀπὸ τῶν οἰκείων παθῶν , ὡς οὐ λυσιτελής ἐστι πρὸς ὑγίειαν ἢ ζωήν . Γένοιτο δ '
ὑποσχέσεων ; εἰ οὖν αὐτὸς θάνοι , οὐδ ' ἡμῖν λυσιτελής ἐστιν ἡ ζωή . ἀλλ ' ἐξελοῦ τοῦτον τοῦ
6289722 κινητος
γινόμενος ἀεί , γένεσις τῶν ποιῶν καὶ τῶν ποσῶν : κινητὸς γάρ : πᾶσα γὰρ ὑλικὴ κίνησις γένεσίς ἐστιν .
δὲ ὡς ἀθάνατος : ὁ δὲ ἄνθρωπος , καὶ ὡς κινητὸς , καὶ ὡς θνητός , κακός . ψυχὴ δὲ
6287205 ἀμαυρωσις
Ἄτην φυγεῖν . ἡ γὰρ ἐκ θεοῦ , φησὶν , ἀμαύρωσις καὶ δόλωσις ἄφυκτός ἐστιν . ἅμα γὰρ δολοῖ καὶ
καὶ οἷσι κοιλίαι καθυγραίνονται . Ὀξυφωνίη κλαυθμώδης , καὶ ὀμμάτων ἀμαύρωσις , σπασμῶδες : οἱ ἐς τὰ κάτω πόνοι τουτέοισιν
6283502 δακνωδης
. Οἷς ἂν ἐν τῷ κώλῳ καὶ ἐντέροις δριμὺς καὶ δακνώδης ἐνιζήσῃ χυμός , βλάπτονται μὲν ὑπὸ τῶν θερμῶν τροφῶν
σώμασι φιλεῖ , τοιοῦτος ἐν δὴ τοῦ πιόντος τῷ στόματι δακνώδης καὶ βαρὺς καθάπαξ εὑρίσκεται κνησμός : καταποθὲν μὲν οὖν
6282663 φλεγματικος
τὸ ψυχικὸν πνεῦμα ὑγρότητος ἅμα καὶ ψύξεως . ἐὰν οὖν φλεγματικὸς ᾖ μόνον ὁ τὸν λήθαργον ἐργαζόμενος χυμὸς , ὁ
ἡλικίας καὶ ἀπὸ τῆς ἄλλης διαγωγῆς τῷ τοιούτῳ μειρακίῳ ὁ φλεγματικὸς ἐπλεόναζε χυμός . καὶ ἀποροῦσί τινες λέγοντες , τί
6274946 βραδυπορος
ἰνώδης σάρξ ἐστι καὶ σκληρὰ καὶ διὰ τοῦτο δύσπεπτος καὶ βραδύπορος : εἰ δὲ πεφθείη καλῶς , τροφὴν οὐκ ὀλίγην
εἶναι μέλας οἶνος αὐστηρὸς ἐπιφανῶς ἢ στρυφνὸς πλήσμιός ἐστι καὶ βραδύπορος καὶ τὰς διαχωρήσεις ἀμφοτέρας ἐπέχει , τάς τε κατὰ
6274586 Σαφηνεια
μνημονευσάντων ἐνδόξων προσώπων ὡς ἀληθῆ τιμώμενα . Ὅρος σαφηνείας . Σαφήνειά ἐστιν ἡ ἐναργὴς τῶν πραγμάτων διδασκαλία μηδὲν ἐξ ἑρμηνείας
μνημονευσάντων ἐνδόξων προσώπων ὡς ἀληθῆ τιμώμενα . Ὅρος σαφηνείας . Σαφήνειά ἐστιν ἡ ἐναργὴς τῶν πραγμάτων διδασκαλία μηδὲν ἐξ ἑρμηνείας
6245871 ἐκστασις
ἐστὶ παρακοπὴ διανοίας μετὰ ὀξέος πυρετοῦ καὶ κροκυδισμοῦ καὶ διανοίας ἔκστασις καὶ τῶν κατὰ φύσιν αὐτῆς ἐμποδισμὸς καὶ λήθη τοῦ
τὸ ἔλαττον ἔχειν τοῦ συμμέτρου τὸ ὑγρόν : οἷον γὰρ ἔκστασις γίνεταί τις ἐκ φύσεως , ἐν δὲ τῇ ἐκστάσει
6245144 Ὁλῳ
γένους φείδεσθαι , εὐλαβουμένους τὴν ὑπὸ τῶν βαρβάρων δουλείαν ; Ὅλῳ καὶ παντί , ἔφη , διαφέρει τὸ φείδεσθαι .
' εἴπερ , τὸ μὴ ὂν ἐν τῷ ὄντι . Ὅλῳ οὖν ἐντυγχάνει τῷ ὄντι : οὐ γὰρ ἦν ἀποσπᾶσθαι
6241506 αὐταρκεια
φθονεῖται , Ὁ μέσως δὲ βίος κεκραμένος δίκαιός ἐστιν , αὐτάρκεια γὰρ πρὸς πᾶσιν ἡδονὴ δικαία . Πλειστάκις ἀδικούμενός τις
σὺ σῶσον νῦν τὴν Πολυξένην : ἀντὶ τοῦ παρατίθημι : αὐτάρκεια τῶν ἀποθανόντων μου τέκνων : † ταύτῃ γέγηθα :
6222811 τρισσως
εἰμι , τἆλλα ψεύδομαι . ἅ μ ' ἱστορεῖς : τρισσῶς λέγεται ἅ μ ' ἱστορεῖς . τὸ δέ με
] ταύτην . . μίαν δέ ἑ καίπερ ἐοῦσαν : τρισσῶς καὶ τοπικῶς διενείματο τρισσῶν ἠπείρων ὀνομασίας αὐτῇ διατιθέμενος .
6221947 οἰησις
γὰρ ἂν ταὐτὸ πᾶσιν ἐδόκει , ἀλλ ' ἀνθρωπίνη τις οἴησις , ἐν ᾗ πολλά τε καὶ ἐναντία ποικίλλεται .
βολῇ . ἔοικε δὲ τούτῳ μᾶλλον . ἡ γοῦν ” οἴησις “ τούτῳ συμφωνεῖ . ” οἶσιν “ γὰρ τῆς
6217850 διαζευξις
περιπατεῖ : ἐν γὰρ τούτοις πᾶσιν οὔτε ἀκολουθία οὐδεμία οὔτε διάζευξίς τις , οὔτε κατὰ τὴν λέξιν ἐπίκτητος γοῦν ἕνωσίς
περιπατεῖ : ἐν γὰρ τούτοις πᾶσιν οὔτε ἀκολουθία οὐδεμία οὔτε διάζευξίς τις , οὔτε κατὰ τὴν λέξιν ἐπίκτητος γοῦν ἕνωσίς
6213331 καρποφορια
, ὡς πολλάκις εἴπομεν ἐν ἑτέροις , μνήμηςμεταληφθεὶς γάρ ἐστι καρποφορία , καρπὸς δὲ ψυχῆς ἄριστος ἡ μνήμη : συγγενὲς
δὲ ποταμὸς „ φησίν ” ὁ τέταρτος Εὐφράτης . ” καρποφορία καλεῖται ὁ Εὐφράτης , ἔστι δὲ συμβολικῶς ἀρετὴ τετάρτη
6208498 διαπνοη
ἐπιφανείας ἅμα τοῖς συναπερχομένοις αὐτοῦ σώματος γινομένη . ἑτέρως . διαπνοή ἐστιν ἐκ τοῦ σώματος ὁλκὴ ἀέρος μετ ' ὀρέξεως
οὐκ οὐ - ροῦσιν , οὐδέ τις ἄλλη τοῦ πινομένου διαπνοή : τοιγαροῦν ἀκορίῃ μὲν τοῦ ποτοῦ , πλημμύρῃ δὲ
6205642 στραγγα
ὁδοὺς τοῦ περιττώματος . σπδʹ . Στραγγουρία ἐστὶν ἡ κατὰ στράγγα τοῦ οὔρου ἔκκρισις . ἢ στραγγουρία τὸ πάθος καλεῖται
καὶ τὰς μεγάλας κατασκευὰς καχλάζον ; οὕτως μικρολογεῖ καὶ κατὰ στράγγα ῥεῖ τὸ δωδεκάκρουνον ἐκεῖνο στόμα τοῦ σοφοῦ ; ἐταμιεύσατο
6202907 τετευχυια
τόπους παριοῦσα , εἴπερ ἐπὶ τῶν ἐπικαίρων τῆς γενέσεως τόπων τετευχυῖα καταλαμβάνεται . Καὶ ταῦτα μέν , ὦ Μάρκε ,
καὶ οἷον γένεσίς τις ἀπὸ λόγου σπερματικοῦ καὶ ἔκτασις , τετευχυῖα παρὰ τὸ τοιοῦτον τῆς ὀνομασίας , παρ ' ὅσον
6194304 ἀνυποστατος
πρὸς αὐτόν , ὅτι ἡ λογικότης αὐτὴ καθ ' αὑτὴν ἀνυπόστατος ὑπάρχει : ἀμέλει τοι καὶ ὁ λόγος ὁ παρὰ
περὶ δὲ τοὺς ἐντυγχάνοντας ἡ διάκρισις ἐλέγχεται ἤτοι ἀληθὴς ἢ ἀνυπόστατος ἢ δυσκατάληπτος . ὅνπερ μὲν οὖν τρόπον οὐσίαν μίαν
6192025 ἡνωμενη
τέως διεστῶτα πελάγη κατὰ τὴν σύρρυσιν ἑνωθέντα , ἡ δὲ ἡνωμένη γῆ τῷ μεθορίῳ πορθμῷ διεζεύχθη , παρ ' ὃν
, τοῦτο νοῦς ἁπλῶς : καὶ ὡς ἐκεῖνό γε οὐσία ἡνωμένη , οὕτως τοῦτο νοῦς συνῃρημένος , οἷα προσήκει τῷ
6186139 εὐτακτος
ἔδωκαεἰ . τὰ τέλη τῶν συνθέτων ἐπικρατεῖ , καὶ τὸ εὔτακτος ὄνομα καὶ τὸ χειρογραφῶ ῥῆμα , πῶς οὐχὶ γέλοιον
δράματι καὶ σκώπτοντας τοὺς φαλακρούς . σώφρων ] ἐπαινετή , εὔτακτος , κοσμία . . σκέψασθ ' ] ἴδετε .
6182185 ὑδερος
συνεχῶς : λέγεται δὲ καὶ εἰς τὰ οὖρα διάῤῥοια καὶ ὕδερος καὶ διψακός , καὶ γίνεται ἐπὶ θερμότητι τῶν νεφρῶν
ἔμφυτον θερμὸν , ἐργάσασθαι δὲ ὕδερον . εἰ οὖν ἐγένετο ὕδερος , περίτασίς ἐστιν εἰς τὴν κοιλίαν οὐκ ἀπὸ χρηστῆς
6176833 εὐαφηϲ
ἀλέῃ μᾶλλον : ψῦξιϲ γὰρ ἔμφυτοϲ ἡ αἰτίη . κοίτη εὐαφήϲ , ϲτρώματα , τοιχογραφίη , ποικίλα πάντα , ὁκόϲα
ἀλλὰ ϲηπτικοῖϲ φαρμάκοιϲ ἐκδαπανᾶν τὸ ἐγκατάλειμμα . Τὸ ἀνεύρυϲμα ὄγκοϲ εὐαφήϲ ἐϲτι καὶ τοῖϲ δακτύλοιϲ ὑπείκων ἐξ αἵματόϲ τε καὶ
6169674 σκεδασμος
μέμφεσθαι : ἢ ἄτομοι καὶ οὐδὲν ἄλλο ἢ κυκεὼν καὶ σκεδασμός : τί οὖν ταράσσῃ ; τῷ ἡγεμονικῷ λέγειν :
σημαῖνον τὸ λαμβάνω γίνεται γάζω . καὶ ὡς σκεδῶ σκεδάζω σκεδασμός , κλύζω κλυσμὸς καὶ κατακλυσμός , οὕτω γάζω γασμὸς
6164941 ἐτερον
πρήξεις . ταύτηι ? δὲ δώσεις κεῖνο [ ] τὸ ἔτερον ζεῦγος κόσου ; πάλιν πρήμηνον ἀξίην φωνήν σεωυτοῦ .
οὐχὶ τοὺς δύ ' εἶχες ἐγλῦσαι ἔδει πυθέσθαι ? τὸν ἔτερον τίς ? ἠ ἐγδοῦσα ? . ἐλιπάρεον , ὀ
6162712 ἀσχιστος
δὲ σιδηραῖς οἱ κρόταφοι τῆς πρώτης σανίδος περιειλήσθωσαν , ἵνα ἄσχιστος διαμείνῃ . Πρόκειται δὲ τὸ σχῆμα καὶ τῆς συνθέσεως
τὰ ἐκτὸς αὐτῆς τῶν ἐντός . Ἡ μὲν γὰρ ἐκτὸς ἄσχιστος ἔμεινεν , ἡ δὲ ἐντὸς εἰς ἑπτὰ κύκλους ἐτμήθη
6159243 εἰλικρινης
δ ' ὄντως τῶν θεῶν τυγχάνουσα , τά τε ἄλλα εἰλικρινὴς καὶ καθαρὰ ἄτρεπτος ἀληθής , καὶ δὴ καὶ ὑπὸ
καὶ σφόδρα εὐώδης καὶ τῇ γεύσει πυρροτέρα τήν τε ὀσμὴν εἰλικρινὴς καὶ μὴ νοτίζουσα πταρμούς τε ἐν τῷ κόπτεσθαι κινοῦσα
6153811 Κωλικη
δὲ ὑπώρειαι τοῦ Καυκάσου καλοῦνται Κωλικὰ ὄρη . ἡ χώρα Κωλική . Κώμη . ἐν ταῖς μακραῖς ὁδοῖς μέσα χωρία
δὲ ὑπώρειαι τοῦ Καυκάσου καλοῦνται Κωλικὰ ὄρη . ἡ χώρα Κωλική . . Κόραξοι : ἔθνος Κόλχων πλησίον Κώλων .
6149759 Ἐρχεται
μόνον . οὕτως ἔσθ ' ἅγιον παντελῶς τὸ θηρίον . Ἔρχεται , μετέρχεθ ' αὕτη , προσέρχετ ' , οὐ
μὲν διὰ τύχην γίγνεται , τὸ δ ' αἱρέσει . Ἔρχεται τἀληθὲς εἰς φῶς ἐνίοτ ' οὐ ζητούμενον . Ἆρ
6149618 ἀρρυθμος
, πολυαρμόνιον , ἀνάρμοστον , ἀναρμοστία , ἀναρμοστεῖν . ῥυθμὸς ἄρρυθμος , ἀρρυθμεῖν : Πλάτων γάρ ἐστιν ὁ ὀνομάζειν οὕτω
: λεία γὰρ οὖσα καὶ ὁμαλὴς ἐμμελής , τραχυνθεῖσα δὲ ἄρρυθμος : καὶ στενωτέρα μὲν ὀξύν , εὐρυτέρα δὲ βαρὺν
6149319 βρωμωδης
λεγόμενοι ταριχευθέντες εἰσὶ μέσοι . ξανθίας δ ' ἐπὶ ποσὸν βρωμώδης ἐστὶν καὶ ἁπαλώτερος τοῦ ὀρκύνου . ταῦτα μὲν οὖν
πολύχυλος , εὔτροφος . τράγος οὐκ εὔχυλος , ἄπεπτος , βρωμώδης . ψῆττα , βούγλωσσοι εὔτροφοι καὶ ἡδεῖαι . τούτοις
6145485 διαιρεϲιϲ
τὸ πάθοϲ προϲηγόρευϲαν . ἐμπίεϲμα δέ ἐϲτι πολυμερὴϲ τοῦ ὀϲτέου διαίρεϲιϲ μετὰ τοῦ τὰ κατεαγότα ὀϲτάρια ὑποκεχωρηκέναι κάτω πρὸϲ τὴν
χείλη τῆϲ διαιρέϲεωϲ . ἐπιτήδειοϲ δὲ ἡ κατ ' εὐθὺ διαίρεϲιϲ , ἐφ ' ὧν περιτροπὴ τῶν χειλῶν τῆϲ διαιρέϲεωϲ
6139139 θρασυνεται
οἷς οὖν δύναται , μιμεῖται τὸν ἀνδρεῖον , διαμαρτάνων : θρασύνεται γὰρ πρὸ τῶν δεινῶν , ἐν δ ' αὐτοῖς
ὁ ἐν γῇ πόνος . Πόλεμος ὑπ ' εὐτυχίας μάλιστα θρασύνεται , ἡ δὲ γεωργία ὑπ ' εὐκαρπίας σωφρονίζεται .
6127987 ὑλικη
καὶ νόησις διαφορὰν μὲν δοκοῦσιν ἔχειν , ὅτι ἡ μὲν ὑλική ἐστιν , ἡ δὲ οὐσιώδης . ἐμοὶ δὲ δοκοῦσιν
ἐπάνοδον παρηλλαγμένως πρὸς τοὺς προτέρους ἡ δυὰς ἀναδέχεσθαι , ὡς ὑλική τις ὑπόστασις καὶ φθορᾶς πάσης ἀναδεκτική . ὅτι νοουμένου
6126942 Εἱλειται
πλέουσαν . δύσφραστα : δυσνόητα . κέλευθα : πορείας . Εἱλεῖται : συστρέφεται . πολιοῖο : λευκοῦ . ἑρπύζουσα :
τοῦ βοὸς , ὄνυξ δ ' ἡ τοῦ ἀνθρώπου . Εἱλεῖται : στρέφεται . δριμεῖα : βιαία . θύελλα :
6126835 ἀπεργαστικη
: ἡ γὰρ ἑαυτοῦ γνῶσις οὐκ ἔστι γνωστοποιὸς ἢ γιγνώσκοντος ἀπεργαστική , καίτοι ἐδόκει καὶ ταύτην κατὰ τὸ ποιεῖν ἐνδέχεσθαι
τῶν οἰκήσεών γε συνυφὴ καὶ σύμπασα οἰκοδομία καὶ σκευῶν πάντων ἀπεργαστική , χαλκεία τε καὶ ἡ τῶν τεκτονικῶν καὶ πλαστικῶν
6123742 ὁμοχρουϲ
οὖν μεταξὺ δέρματοϲ καὶ περικρανίου ὑμένοϲ παρέπεται ὄγκοϲ εὐαφήϲ , ὁμόχρουϲ , ἀναλγήϲ , εἰϲ ὕψοϲ κεκυρτωμένοϲ , δι '
, φηϲί , τὰϲ λεύκαϲ ἐλλεβόρῳ λευκῷ , ἕωϲ ϲυνιδρώϲαϲαι ὁμόχρουϲ γένωνται τῷ ἄλλῳ ϲώματι , κατάχριε Ϲινωπίδι ἢ Μηλιάδι
6121507 Τεταρτος
ἶσα ἀπὸ ὡροσκόπου , τοῖς δὲ νυκτὸς τὸ ἀνάπαλιν . Τέταρτος κλῆρος τῆς Ἀνάγκης , ὃν καὶ αὐτὸν ψηφίσεις τοῖς
ὅτι “ οὐ λήσῃ ὅπῃ τρέψηται τὸ νόσημα ” . Τέταρτος προσδιορισμός ἐστιν ἐν ᾧ φησιν ὅτι ὡσαύτως καὶ ἐπὶ
6120970 ὑποσομφος
καὶ ταχὺς μᾶλλον ἤπερ πυκνός . Βραδύς , ἀραιός , ὑπόσομφος , ἀνώμαλος , ἄτακτος : ἐπιτεινομένου δὲ τοῦ πάθους
βαθεῖα καταφορὰ ᾖ , μέγας ἐστὶ καὶ ἀραιὸς καὶ οἷον ὑπόσομφος , τὴν ἐν τῇ πληγῇ σφοδρότητα οὐκ ἔχωνδοκεῖ μὲν
6116006 παρεϲιϲ
πάρετα μέρεα , εἰ ἐπ ' ἀριϲτερὰ ἢ δεξιὰ ἡ πάρεϲιϲ : ἀπὸ γὰρ τῶν ὑγιηρῶν , ὡϲ ἔποϲ εἰπεῖν
δρώπακα . Ἡ μὲν ἀπὸ διαιρέϲεωϲ νεύρου γινομένη τῶν μορίων πάρεϲιϲ ἀνίατόϲ ἐϲτιν , ἡ δὲ ἀπὸ δυϲκραϲίαϲ ἢ χυμοῦ
6114953 διψυχια
ἀμφότερα οὖν λυπηρά ἐστι τῷ πνεύματι τῷ ἁγίῳ , ἡ διψυχία καὶ ἡ ὀχυξολία . ἆρον οὖν ἀπὸ σεαυτοῦ τὴν
γὰρ πίστις πάντα ἐπαγγέλλεται , πάντα τελειοῖ , ἡ δὲ διψυχία μὴ καταπιστεύουσα ἑαυτῇ πάντων ἀποτυγχάνει τῶν ἔργων αὐτῆς ὧν
6110490 ἀντικινειται
τὰ κινοῦντα φυσικῶς ἀντικινεῖται , ἀλλὰ κινεῖ μὲν πάντα , ἀντικινεῖται δὲ μόνα τὰ ἔχοντα κατ ' οὐσίαν καὶ τὸ
ὦ θαυμάσιε : ὁ μὲν γὰρ ἕστηκεν , ὁ δὲ ἀντικινεῖται . εἰ δὲ ἔμενον ἄμφω , τότ ' ἂν
6110032 ἐνεργημα
τὰς αἰσθήσεις ὡς ἐπίπαν διηκριβωμένας ἔχουσι καὶ πᾶν ἁπαξαπλῶς φυσικὸν ἐνέργημα . τοῖς δὲ θερμολούταις πλαδαρά τε ἔχειν συμβέβηκε καὶ
γεγενημένον , ἢ τὸν πολὺν κάματον παρέχοντα . πόνος τὸ ἐνέργημα . πολύαινε Ἀρίσταρχος πολλοῦ ἐπαίνου ἄξιε . οἱ δὲ
6106576 ἀκονη
. ἐστὶ δὲ καὶ γένος λίθου φάγρος . ἡ γὰρ ἀκόνη κατὰ Κρῆτας φάγρος , ὥς φησι Σιμίας . χάνναι
. ὃ δοκῶ περὶ τῶν ἀνδρῶν , τοῦτό μοι ἡ ἀκόνη ἡ παροξύνουσα καὶ παρορμῶσα . δόξαν ἔχω ἕως ἔτικτεν
6104531 Σπασμος
ἐπικαλῶν τινὰ ἐλθεῖν εἰς ἔλεον . . : σφάκελος ] Σπασμὸς τοῦ ἐγκεφάλου . : σφάκελος : Ἰστέον ὅτι ὁ
αὐθημερὸν , ἢ τῇ ὑστεραίῃ , ἢ τῇ τρίτῃ . Σπασμὸς ἐν πυρετῷ γενόμενος καὶ παυόμενος αὐθημερὸν , ἀγαθόν :
6103761 δυσκολια
' οὕτως τὴν τελείαν ἕξιν . καὶ ἔστι μὲν ἡ δυσκολία ἡ ἀδυναμία , εὐκολία δὲ ἡ δύναμις , ἡ
μὲν ἔστω ὁ Μισάνθρωπος ἥδιστον , τοῦ τρόπου δὲ γνωρίσματα δυσκολία καὶ τραχύτης καὶ σκαιότης καὶ ὀργὴ καὶ ἀπανθρωπία :
6100767 νοησις
δ ' αἰσθητοῦ ἀθροίσματος , τὸν μὲν νοητὸν κόσμον κρίνει νόησις μετὰ λόγου , τουτέστιν οὐκ ἄνευ λόγου , τὸν
, διότι πεπλήρωται τῶν ἀγαθῶν ὅλων ἡ μακαριωτάτη τῶν θεῶν νόησις : οὐ τοίνυν προορῶσι μέν , ὡς σὺ τοπάζεις
6100471 μισοθεον
δεύτερον δέ , δεύτερόν με ἀπολέσας οὐ μετὰ καμάτου . μισόθεον ] ἄθεον , θεοστυγές . καρτάναι ] ἀντὶ τοῦ
λέγω σοι : καὶ τάδ ' οὐκ ἐρεῖς ψύθη . μισόθεον μὲν οὖν : πολλὰ συνίστορα , αὐτόφονα , †
6095284 ἀδολεσχια
, πάσης πνοῆς ἡσυχία , πλουσίων ἐπιτήδευμα , [ πενήτων ἀδολεσχία ] , καθημερινὴ μελέτη . Αἰώνιος ὕπνος , ἀνάλυσις
ἄκρα ὡς Φιλόξενος ἐν τῷ Περὶ λιμένων ἱστορεῖ . τοῦτο ἀδολεσχία : πᾶσα γὰρ νῆσος ὑπὸ θαλάσσης πλησιάζεται ἢ πλήττεται
6095206 περιπτωσιν
τὸ δὲ ὄφελον ῥῆμα . ἑτερόφθαλμος μέν ἐστιν ὁ κατὰ περίπτωσιν πηρωθεὶς τὸν ἕτερον τῶν ὀφθαλμῶν , μονόφθαλμος δὲ ὁ
κατὰ τὴν ἀπὸ τῆς περιπτώσεως μετάβασιν . οὔτε δὲ κατὰ περίπτωσιν θεωρεῖται οὔτε κατὰ τὴν ἀπὸ τῆς περιπτώσεως μετάβασιν :
6091805 ἀχωριστος
οὐ πᾶσα κίνησις χωριστή ἐστιν : ἰδοὺ γὰρ ἡ οὐρανία ἀχώριστος ὑπάρχει : ἀεὶ γὰρ ὁ πόλος κινεῖται . ἔστι
σιμότης ἐν ῥινὶ ἔχει τὸ εἶναι , οὗ καὶ νοουμένη ἀχώριστος , ὡς δὲ κοιλότης κεχωρισμένη καὶ οὐδὲν δεῖ τῷ
6090340 λαρυγξ
. Κυνάγχη ἐστὶ φλεγμονὴ τῶν ἔνδον μυῶν τοῦ λάρυγγος : λάρυγξ δέ ἐστι τὸ στόμα τῆς ἀρτηρίας , ὅθεν ἀναπνέομεν
ἡ μὲν ἔξωθεν λέγεται φάρυγξ , ἡ δὲ ἔσω λέγεται λάρυγξ . Φωνητικὰ ὄργανα ταῦτα : γαργαρεών , λάρυγξ ,
6085177 νειαιρη
βληχρὸν ἔχει τὸ πῦρ , ἔνδοθεν δὲ ἡ κοιλίη ἡ νειαίρη πυριφλεγέθης ἐστὶ , καὶ ἐς τὸ ἰσχίον ἐνίοτε ἀποιδέει
, διαφθείρηταί τε καὶ ἀποπνίγηται , ἥ τε γαστὴρ ἡ νειαίρη ἐπανοιδέει , καὶ ἁπτομένη ἀλγέει ὡς ἕλκος , καὶ
6084229 τυφωδης
ἐλαιώδη καὶ νοτώδη προσαγορεύουσιν , ἱδρῶτας ἐπιφέρων δυσώδεις . ἢ τυφώδης ἐστὶ πυρετὸς ὁ μετὰ νωθρείας γιγνόμενος καὶ μετ '
ὁ θεράπων ὁ τοῦ Ἀττικοῦ , ὑπὸ τεταρταίου ἁλισκόμενος , τυφώδης , ἱδρύθη . Ἕτερος τὴν αὐτὴν ὥρην ἀληθεῖ τυφωμανίῃ
6082110 ἀνανεωσιν
καὶ φθορὰν ὁμαιμόνων . Ἀναβιβάζων ἐν τετάρτῳ τῶν τόπων Οἴκων ἀνανέωσιν ἢ τόπων νέμει , Ἀγαθοποιοῖς συμπαρὼν τῶν ἀστέρων .
δὲ μνήμη γενικὴ τύπωσις ψυχῆς , μνεία δὲ λόγος κατὰ ἀνανέωσιν λεγόμενος : ὁ μὲν γὰρ μιμνησκόμενος οὐ πάντως καὶ
6081961 ἐπιφυσις
αἰδοίου . παρουλὶς οὔλων ἀπόστασις , ἐπουλὶς ὑπὸ τὸν σωφρονιστῆρα ἐπίφυσις . ὑπογλωττὶς ἀπόστασις ὑπὸ γλώττῃ . αὖον ἀπόστασις περὶ
: ἡ μέντοι τῷ στελέχει τε καὶ τοῖς κλάδοις αὐτοῖς ἐπίφυσις ὀχθώδης , ἣν ἔνιοι μυρτίδα καλοῦσιν , εἰς ὅσον
6081414 ἱππηλατος
, καὶ μᾶλλον ἐπήρατος ἱπποβότοιο . οὐ γάρ τις νήσων ἱππήλατος οὐδ ' εὐλείμων , αἵ θ ' ἁλὶ κεκλίαται
ἤδη ἑτοῖμοι . πολλή τοι Σπάρτη , πολλὴ δ ' ἱππήλατος Ἦλις Ἀρκαδίη τ ' εὔμηλος Ἀχαιῶν τε πτολίεθρα Μεσσήνη
6080900 ἀκμαιος
αὗται κατὰ τὰς ἐννοίας καὶ τὰ λοιπὰ καὶ λαμπρότητος . ἀκμαῖος μὲν οὖν ὁ λόγος οὐκ ἂν εἴη μόνως ,
τῶν ὅλων , ἧς τῶν μερῶν μεταβαλλόντων νεαρὸς ἀεὶ καὶ ἀκμαῖος ὁ σύμπας κόσμος διαμένει . καλὸν δὲ ἀεὶ πᾶν
6079885 μηνιγξ
τῶν ὑποπύων ὀστέων ῥηθησόμενα . ἐὰν δὲ καὶ αὐτὴ ἡ μῆνιγξ κακωθῇ , ἅτε δὴ κυρίου συγκρίματος φθειρομένου , τὰ
δοτέον δὲ αὐτὴν τοῖϲ κεφαλὴν πεπονθόϲιν ἤτοι τοῖϲ , ἐπειδὰν μῆνιγξ ἢ ὁ περικράνιοϲ κεκακῶϲθαι τύχῃ , οἷον ϲκοτωματικοῖϲ ,
6079521 φθογγη
ἡ τιμή γὰρ τῆς τιμῆς , φθογγήεις φθογγῆς , ἡ φθογγή γὰρ τῆς φθογγῆς , αὐδήεις αὐδῆς , ἡ αὐδή
τὴν πρώτην εἰς σύμφωνον λήγουσαν , προσηγορικὰ ὄντα ὀξύνεται : φθογγή κλαγγή ὀργή στοργή . τὰ δὲ κύρια βαρύνεται :

Back