. ἀπὸ δὲ τῆς □ ἐὰν ἡ ☾ τὰ μείζονα τροχάζῃ σχηματισθεῖσα τῷ ♄ μέχρι τῆς ☍ κινδυνεύσαντες σώζονται .
διὰ πέμπτου . ἐὰν δὲ ἀπὸ τῶν ιγʹ ἐπὶ ιδʹ τροχάζῃ , πειραθέντες μέχρι τῆς διὰ πέμπτου τελευτήσουσιν . ἐὰν
7196227 φθειριασεως
σῶμα , τὰ δ ' ἐπὶ πιτυριάσεως καὶ ψώρας καὶ φθειριάσεως ἢ κονίδων ἐνοχλουσῶν . ῥυπτικὰ μὲν οὖν ἐστι νίτρον
ιαʹ περὶ κριθῆς . ιβʹ περὶ λιθιάσεως . ιγʹ περὶ φθειριάσεως . ιδʹ περὶ τριχιάσεως . ιεʹ περὶ φαλαγγώσεως .
7135212 Παραπλησια
καὶ τῶν ἀθέσμων , παρὰ πᾶσιν ἂν ὁμοίως ἐνομίζετο . Παραπλήσια δὲ ἔστι λέγειν καὶ περὶ τῆς εἰς τοὺς κατοιχομένους
ψυχρὰ περιΐδρωσις . [ Περὶ σκυτάλης καὶ ἀμφισβαίνης . ] Παραπλήσια δὲ συμβαίνει καὶ τοῖς ὑπὸ τῆς προςαγορευομένης σκυτάλης ἢ
7129436 ἀπηραξε
ἐμποδίζοντα εἰς τὸν ὠκὺν δρόμον ὑπὸ ῥώμης τὸ θηρίον ὠθούμενον ἀπήραξε : καὶ τὰ μὲν ἐξώλισθε , τὰ δὲ ἕτοιμα
ἐμποδίζοντα ἐς τὸν ὠκὺν δρόμον ὑπὸ ῥύμης τὸ θηρίον ὠθούμενον ἀπήραξε . καὶ τὰ μὲν ἐξώλισθε , τὰ δὲ ἕτοιμα
7092153 περισχεθεντα
: κρανείας δέ ἐστι ταῦτα , ἰσχυρὰ ἄγαν . εἶτα περισχεθέντα τῷ ἀγκίστρῳ καὶ τὸ δέλεαρ καταπιόντα τὸν σκώληκα ἀνέλκουσι
τῆς ἰσχύος τῆς ἔνδον , ἤδη δέ τινα καὶ κλάδοις περισχεθέντα καὶ ἐμποδίζοντα ἐς τὸν ὠκὺν δρόμον ὑπὸ ῥύμης τὸ
7036564 ἀλληλεων
κατὰ τὰ ὑπὸ τοῦ ἐξ ἀρχῆς φήναντος , ἀπ ' ἀλληλέων τὰ πρῶτα διειργόμεναι . Καὶ ἡ μὲν αὐτέων ἐστί
κατὰ μίαν τε καὶ δύο , πρόσω δὴ ἀπ ' ἀλληλέων ἐς εὐμαρείην ἀποσκιδνάμεναι . Μαθόντες δὲ καὶ οἱ Σκύθαι
7024146 Κοισυρας
γὰρ καὶ σφριγᾷ , κἄστ ' ἐκ γυναικῶν εὐπτέρων καὶ Κοισύρας . ἀτὰρ μέτειμί γ ' αὐτόν : ἢν δὲ
γὰρ ] ναὶ ἄκων ἐπιτρέπω . εὐπτέρων ] εὐγενῶν . Κοισύρας ] ἐκ ταύτης γὰρ ἡ τούτου γυνὴ κατήγετο .
7008501 Ἀνδρασι
τὰ τῶν Κιμμερίων καὶ τῶν Ἀλανῶν καὶ τῶν Κυκλώπων . Ἀνδράσι δὲ ἀντὶ τοῦ ὑπὸ ἀνδρῶν , ἷν ' ᾖ
. Ἵνα οἱ χθονὸς αἶσαν ] Τόθι παῖδα τέξεται ] Ἀνδράσι χάρμα φίλοις ] Ὠκεῖα δ ' ἐπειγομένων ] Εὐθαλεῖ
6979551 ἐκθλιβονται
ἀνειμένοις ἑστῶτας “ πρὸς τὸ μὴ θλίβειν τὸ μόριον . ἐκθλίβονται τὰ αἰδοῖα ἐκ τοῦ συνέχειν τοὺς μηρούς . τὼ
λι . δ : αἱ ῥίζαι ϲὺν τῷ ὄξει ἑψηθεῖϲαι ἐκθλίβονται καὶ ῥίπτονται , τὸ δὲ μέλι ἐπιβληθὲν ἕψεται ἄχρι
6950989 καθυγρῳ
κλήρῳ Κρόνος ἐπῆν , ὁ κύριος Ἥλιος μετὰ Ἄρεως Καρκίνῳ καθύγρῳ ζῳδίῳ . ἐτελεύτα οὖν ἐν βαλανείῳ ἐν ὕδατι ἀποπνιγείς
, ἤγουν ποτὲ μὲν ποθεῖσαι , δηγμὸν ἐμποιοῦσιν πλαδόωντι ] καθύγρῳ δηγμόν ] δῆξιν τεύχουσιν τότε ] ποιοῦσιν ποτέ περὶ
6944997 Δεσμα
καὶ τοὺς λόγους , ἐπεὶ καὶ ὁ αἰθὴρ ἀόρατος . Δεσμά τ ' εἶναι τῆς ψυχῆς τὰς φλέβας καὶ τὰς
ἐστι κυρίως τὰ περιστόμια τῶν ἵππων . : ψάλια ] Δεσμά : κυρίως τὰ τῶν ἵππων περιστόμια . : πρόχειρα
6931713 ἐξαρθρηματα
, ὡς ἐπὶ ποδὸς γυμνάζει τὸν λόγον καὶ βούλεται τὰ ἐξαρθρήματα ἡμῖν αὐτοῦ παραδοῦναι . Ὅθεν καὶ ζητοῦσίν τινες ,
ἐξοχὰς ἡ κνήμη , αἵτινες οὐκ ἐῶσιν εὐκόλως γίνεσθαι τὰ ἐξαρθρήματα . οὐ μόνον δὲ ταύταις ἡ φύσις ἠρκέσθη ,
6915758 φυτευσεως
περὶ μυρσίνης . [ ηʹ . ] ζʹ . περὶ φυτεύσεως μυρσίνης . [ θʹ . ] ηʹ . περὶ
περὶ πίτυος . [ ιβʹ . ] ιαʹ . περὶ φυτεύσεως πίτυος . [ ιγʹ . ] ιβʹ . περὶ
6909031 οἰδουντες
τῶν ὀφθαλμῶν . οἱ τὰ κύλα τὰ ὑπὸ τοὺς ὀφθαλμοὺς οἰδοῦντες καὶ ἐξογκούμενοι : κύλα δὲ τὰ ὑποκάτω τῶν ὀφθαλμῶν
ἀληθέστερον : χρύσειαι ζωῇσι νεήνισιν ἐοικυῖαι . κυλοιδιόωντες : οἱ οἰδοῦντες τὰ κύλα τὰ ὑπὸ τοὺς ὀφθαλμούς . συμβαίνει γὰρ
6906115 λυομενα
ἔξω τῆς ἀνατρίψιος . Τὰ δὲ ἐκ τῆς κάτω κοιλίης λυόμενα δι ' οὔρων καὶ ἱδρώτων , ἢν ὀλισθῇ μετρίως
ἀνδρῶν καὶ τὰ τούτων ἐξήγετο λείψανα καὶ ἀτίμως λεπτυνόμενα καὶ λυόμενα εἰς ἀέρα ἐλικμᾶτο , τὰ δὲ καὶ ἐπὶ τῶν
6898939 εἰλειθυιαι
ἐκ μὲν γένος εἰσὶ θαλάσσης Εὐξείνου , θύννης δὲ βαρύφρονος εἰλείθυιαι : κεῖναι γάρ , Μαιῶτις ὅπῃ ξυμβάλλεται ἅλμῃ ,
συστρέφονται , ἀναστρέφονται . Πλεῖστον : περισσότερον , περισσοτέρως . εἰλείθυιαι : αἱ γένναι , ἔφοροι τῶν τικτουσῶν θεαὶ ,
6874416 φωλευοντα
παντάπασιν ὀλίγον . καὶ διὰ τοῦτο μὴ δεῖσθαι τροφῆς τὰ φωλεύοντα ὅτι γὰρ ψυχρῶν μὲν καὶ ἀργῶν καὶ παχέων τῶν
ἐκ τοῦ ἱδρῶτος τοῦ ὄφεως καὶ τὸ εὖτ ' ἐπὶ φωλεύοντα : ἀντὶ τοῦ ὅτε τραφῇ περὶ τὸν φωλεύοντα βαθὺν
6872041 κοινωνεει
, καὶ ὑπερέχει μὲν ὑπὸ τὴν ἰθυωρίην τῆς κνήμης , κοινωνέει δὲ φλεψὶ καὶ νεύροισιν ἐπικαίροισιν : ὁ τένων δὲ
ἄχρι κληΐδων , ἁπλῆ , πλὴν ὅσον αὐτῇ τῇ καρδίῃ κοινωνέει . Τὰ μὲν κατ ' αὐτὴν σχιζόμενα ἐπιπολαιότερα ,
6858771 περαινοντι
' ἐκ περαινόντων τε καὶ ἀπείρων περαίνοντί τε καὶ οὐ περαίνοντι , τὰ δ ' ἐξ ἀπείρων ἄπειρα φανέονται .
ἄλλο βούλεται ἢ εὐθεῖαν περαίνειν διὰ τοῦ νόμου καὶ εὐθεῖαν περαίνοντι ἕπεσθαι τῷ θεῷ . Τίς ὑπονοίας χρεία παρὸν σκοπεῖν
6850144 Ἐλεγχε
τινὰς ἐπὶ τοῦ νώτου ἐπιχρύσους ἔχοντα . ὁρᾷς , ὦ Ἔλεγχε ; Ὁ τὸν Ἀριστοτέλη προσποιούμενος οὗτός ἐστιν . Ἦλθεν
ἀνασπάσωμεν . καὶ σύ , ὦ Ἔλεγχε , ἀνάσπα : Ἔλεγχε , συνεπιλαβοῦ τῆς ὁρμιᾶς . Ἄνω ἐστί . φέρ
6832999 ληπτεα
ποιεῖν , ποιῶν , ἢ ποιεῖν καὶ ποίησις εἰς ἓν ληπτέα ; Ἐμφαίνει δὲ μᾶλλον τὸ ποιεῖν καὶ τὸν ποιοῦντα
βλάβας . Τὰ γόνατα πρός τε ἰσχὺν καὶ εὐανδρίαν ἐστὶ ληπτέα καὶ πρὸς κινήσεις καὶ πράξεις . ὅθεν ἐρρωμένα καὶ
6832220 σανιδωματα
ἢ διατεταμένως . περόνῃσι δὲ τοῖς πασσάλοις τοῖς κατὰ τὰ σανιδώματα καὶ τοὺς τῆς νεὼς τοίχους , ἐφ ' ὧν
πρὸς τὰ κατὰ γῆς κατορυττόμενα . φίλυρα δὲ πρὸς τὰ σανιδώματα τῶν μακρῶν πλοίων καὶ πρὸς κιβώτια καὶ πρὸς τὴν
6828119 ὑπαιθρια
αἴθρῃ καὶ καμάτῳ δεδμημένον . καὶ ἡμεῖς ἐν τῇ συνηθείᾳ ὑπαίθριά φαμεν τὰ ὑπὸ ἀνέμου καταπνεόμενα . πλαγκταὶ πέτραι ἐν
αἴθρῃ καὶ καμάτῳ δεδμημένον . καὶ ἡμεῖς ἐν τῇ συνηθείᾳ ὑπαίθριά φαμεν τὰ ὑπὸ ἀνέμου καταπνεόμενα . πλαγκταὶ πέτραι ἐν
6795438 πεδινα
παρά τε τὰ ἐπικίνδυνα χωρία καὶ ἐρυμνὰ καὶ στενόπορα καὶ πεδινὰ καὶ ὑπερδέξια καὶ ἐνεδρευτικά , καὶ τὰς τῶν ποταμῶν
καὶ κατάῤῥοι , καὶ βῆχες . τῶν δὲ τόπων τὰ πεδινὰ μᾶλλον οἴσει καρπόν : εὔχεσθαι δὲ δεῖ , ἵνα
6792200 σπαραττομενος
γαστρὸς ἢ δι ' ἐμέτων , ἀλλὰ ναυτιῶν τε καὶ σπαραττόμενος , σπουδάζειν δεῖ τηνικαῦτα παρασχεῖν αὐτοῖς , ὅσα μᾶλλον
ἐντρεχὴς ἔσται τόπον ἐκ τόπου ἀμείβων , ἐπὶ ἀλλοτρίᾳ λύμῃ σπαραττόμενος διὰ τὴν τοῦ αἰλούρου κεφαλήν . ἐὰν δὲ τὸ
6791479 παραλελυμενα
καστόριον , πέπερι ὄξει λειοῦται . ποιεῖ δὲ πρὸς τὰ παραλελυμένα καὶ ἠγκυλωμένα καὶ ἰσχιάδα . Ἀνετικὸν σύγχρισμα . Δαφνίδων
τὰ δὲ ἐξ ἱερῶν , ὁπόσα ὑπ ' αὐτοῦ ἐπανήχθη παραλελυμένα τοὺς θεσμοὺς ἤδη , τὰ δὲ ἐξ ὧν εἶπον
6784674 καταψυξιος
, ἄφωνοι , ἐφιδροῦντες , ἐπανενέγκαντες θνήσκουσιν . Αἱ μετὰ καταψύξιος δυσφορίαι κάκισται . Κατάψυξις μετὰ σκληρυσμοῦ , ὀλέθριον .
δυσφορίαι κάκισται . Κατάψυξις μετὰ σκληρυσμοῦ , ὀλέθριον . Ἐκ καταψύξιος φόβος καὶ ἀθυμίη ἄλογος ἐς σπασμὸν ἀποτελευτᾷ . Αἱ
6766229 ἐπιθαλασσια
ἐς Πελοπόννησον : ἡ ἐς ἀντὶ τῆς περί . τὰ ἐπιθαλάσσια : ἡ ἐπί ἀντὶ τῆς παρά . ἐπ '
ἀκτὴν εἶναι ἄλσος . πολλὰ γὰρ εὕροι τις ἂν ἄλση ἐπιθαλάσσια . ἰτέαι ὠλεσίκαρποι . † ) σημείωσαι ὅτι ἄκαρπα
6760753 ἐκπεϲοι
περιεχόμενον ϲωμάτιον ἐκπίπτει . διαπυήϲεωϲ δὲ γενομένηϲ , εἰ μὴ ἐκπέϲοι , διαιρείϲθω τὸ δέρμα , καὶ γυμνωθὲν ἀφαιρείϲθω τὸ
δι ' ὠμῆϲ λύϲεωϲ , ἵνα πυοποιηθεῖϲα ἡ ἄκανθα αὐτομάτωϲ ἐκπέϲοι . εἰ δὲ παρ ' αὐτὴν τὴν ὥραν ἢ
6752356 σηπεδονωδη
καὶ τὰ πλαδαρὰ τῶν οὔλων ξηραίνειν , ἀλλὰ καὶ τὰ σηπεδονώδη τῶν ἑλκῶν ὠφελεῖ . Παλιούρου τὰ φύλλα καὶ ἡ
προϋποχρίσας μέλιτι τὸ ἕλκος ἐπίπαττε αὐτὰ λεῖα . τὰ δὲ σηπεδονώδη καὶ νεμόμενα τῶν ἑλκῶν ἰσχυροτάτων δεῖται φαρμάκων , οἷόν
6740714 λαπτω
, καὶ τὸ ερι , καὶ τὸ ζα . τὰ λάπτω οὖν δηλοῖ τὸ λίαν ἅπτεσθαι . λάπτοντες , οἷον
, τινὰς γὰρ ἡμέρας τοῦ μηνὸς ἱερὰς εἶχον Ἕλληνες . λάπτω . τὸ ἀναρροφῶ : κυρίως ἐπὶ κυνός . τὸ
6733467 εἰλυους
ἐν τοῖς ὄρεσιν ὑλώδεις τόπους . ἔστι δὲ ὑπέρβατον : εἰλυούς τε ξυλόχους τε καταλιπόντες . διὰ πολλῶν δὲ τὸ
εἰκαῖα τῶν ἀγρῶν τειχία . * αἱμασιάς : φραγμούς * εἰλυούς : φωλεούς καὶ τὸ ἐρέοντες ἀντὶ τοῦ ζητοῦντες ,
6729169 ἀδιοριστος
καὶ δευτέρῳ προσώπῳ διωρισμένη , ἐν δὲ τῷ τρίτῳ προσώπῳ ἀδιόριστος : ἐπειδήπερ ἀναρίθμητά εἰσι τὰ τρίτα πρόσωπα , εἰ
εἴ γε πρὸ παντὸς σπέρματος ἡ πάντα συνῃρηκυῖα ἐν αὐτῇ ἀδιόριστος μία φύσις . Διὸ καὶ τὸν Μῆτιν πρῶτον ὁ
6728118 ἐρυθραινεται
τῆς σκολοπένδρας , κνησμονὴ αὐτῷ ἐπιγίνεται , καὶ τὸ σῶμα ἐρυθραίνεται καὶ σμῶδιξ ἐπιτρέχει , ὡς καὶ ἀπὸ τῆς κνίδος
τόπους βολβίτῳ καταχριστέον . Οὔρῳ ποτιζέσθω τὸ δένδρον , καὶ ἐρυθραίνεται ὁ καρπός . τινὲς δὲ τῶν μήλων τοὺς καρποὺς
6722513 Φυτευεται
βάλανον καλοῦσι , ψαμμώδει γῇ καὶ ψυχροῖς τόποις χαίρει . Φυτεύεται δὲ καὶ διὰ τῶν ἐνρίζων , καὶ διὰ σπέρματος
ἔχοντα . Τὰ κάρυα φυτεύεται τῷ καιρῷ τῆς ἀμυγδαλῆς : Φυτεύεται δὲ καὶ ἀπὸ σπέρματος , καὶ ἀπὸ παρασπά -
6719790 τερηδων
, καὶ διαφεύγει ὑπὸ τῶν αὐτέων . Τερηδών : ὅταν τερηδὼν γένηται ἐν τῷ ὀστέῳ , ὀδύνη λαμβάνει ἐκ τοῦ
ἐπ ' αὐτῆς ὁ θάνατος . δυσίατος δ ' ἐστὶ τερηδὼν ἡ διὰ πάχους γεγονυῖα , τῆς μήνιγγος κατὰ φύσιν
6711498 Συμμαχου
αὐτῶν τὸ κρατεῖν . ἴσθι δὲ ὅτι τὰ αὑτοῦ μὲν Συμμάχου κομιζομένου σφόδρα ἂν ἡσθείην : εἰ δ ' ἑτέρως
τὴν δὲ χεῖρα ἔμπυον εἶχε μέχρι τοῦ ἀγκῶνος . Ὁ Συμμάχου παῖς ὑπὸ χολῆς ἀπεπνίγη νύκτωρ καταδαρθὼν , καὶ πυρετοῦ
6699087 Δεκατος
οἷς τοὺς αὐτοὺς χρόνους συμβαίνει αὐτοῖς ἀναγράφειν . , : Δέκατος δὲ συνηθροίσθη ἔκ τε τῆς Κεφαλίωνος Ἐρατοῦς , διαλαμβανούσης
ἐπαινέτην ἐπιδείκνυμι , ἐν δὲ τῷ δικαστηρίῳ κατηγόρῳ κέχρημαι . Δέκατος δ ' αὐτὸς πρεσβεύσας , μόνος τὰς εὐθύνας δίδωμι
6696147 κυλα
δι ' ἔρωτα πάσχουσι . γίνεται δὲ παρὰ τὸ τὰ κύλα οἰδαίνειν , ἤγουν τὰ ὑπὸ τοὺς ὀφθαλμοὺς μεταθέσει τοῦ
ὀφθαλμούς . συμβαίνει γὰρ τοῖς ἀγρυπνοῦσιν ὡς ἐπίπαν οἰδαίνειν τὰ κύλα : ὅπερ οἱ πολλοὶ ἀναγκαίως δι ' ἔρωτα πάσχουσι
6696027 φρενιτιδος
οὐ τῆς ἐωθυίης . Προσεοίκασι δὲ μάλιστα οἱ ὑπὸ τῆς φρενίτιδος ἐχόμενοι τοῖσι μελαγχολῶσι κατὰ τὴν παράνοιαν : οἵ τε
σῶμα ἀποξηραίνεται , καὶ οὕτως ἀποθνήσκει . Ὑπὸ δὲ τῆς φρενίτιδος ἀπόλλυνται ὧδε : παραφρονέουσιν ἐν τῇ νούσῳ διὰ παντὸς
6695183 τεμνομενα
[ ὥστε εἶναι τοὺς τέμνοντας κύκλους δʹ , τὰ δὲ τεμνόμενα ὑπ ' αὐτῶν ζώιδια τριάκοντα καὶ ἑπτά ] .
. . ἄρρητον τὸν συντεθέντα ἀριθμόν . τὰ δὲ μεγέθη τεμνόμενα ἔχουσι καὶ τὸ ἄρρητον καὶ τὸ ἄλογον . πᾶς
6690504 ἀνιερα
χαύνους ἐπάρσεις καθιεροῦν ὡς ἅγια , τὰ φύσει βέβηλα καὶ ἀνίερα ἐξ αὑτῶν . ἆρ ' οὖν οὐκ εἰκότως ἐπισεμνυνόμενος
ἐπονείδιστον βίον . εἰ δὲ τὰ παρὰ γυναικὸς ἡταιρηκυίας δῶρα ἀνίερα , πῶς οὐχὶ μᾶλλον τὰ παρὰ ψυχῆς πεπορνευμένης ,
6682749 αἱμορραγουϲι
τῷ μετώπῳ καὶ τῇ κεφαλῇ προϲοιϲτέον τὰ τοῖϲ ἐκ ῥινῶν αἱμορραγοῦϲι προϲφερόμενα . αὕτη τῶν αἱμοπτυϊκῶν ἡ θεραπεία , ἣν
διὰ τῶν ἄνω , τὰ ϲκέλη . προϲεπινοεῖν δὲ τοῖϲ αἱμορραγοῦϲι καὶ ἀνάρροπον ἀνωδύνωϲ ϲχῆμα καὶ ϲικύαν ἐπιβλητέον ἐπὶ τἀναντία
6681981 σκυλακια
ἐγένετο κυνός . σκυλακοτρόφῳ εὐνῇ : σκύλακες , τὰ μικρὰ σκυλακία . Ἐγχρίψας : πλησιάσας , προσεγγίσας , προσπελασθείς .
ἐγένετο κυνός . σκυλακοτρόφῳ εὐνῇ : σκύλακες , τὰ μικρὰ σκυλακία . Ἐγχρίψας : πλησιάσας , προσεγγίσας , προσπελασθείς .
6678826 Ἀσεα
] ὡς μιᾶς οὔσης αὐτῶν τῆς γενέσεως . Τὰ δὲ Ἄσεα πόλις Πελοποννήσου : τὸ δὲ ὄρος Λακωνικόν . Γράφεται
] ὡς μιᾶς οὔσης αὐτῶν τῆς γενέσεως . Τὰ δὲ Ἄσεα πόλις Πελοποννήσου : τὸ δὲ ὄρος Λακωνικόν . Γράφεται
6674022 παρακρουστικα
τοιαῦτα ὑπομέλανα οὖρα ἐν πυρετῷ καυσώδει ἐναιωρήματα ἔχοντα μετέωρά εἰσι παρακρουστικὰ , καὶ ὡς τὰ πολλὰ τούτοις αἱμοῤῥαγίαι εἰώθασιν ἐπιγίνεσθαι
τῷ οὔρῳ , καὶ ὅσα ἄλλα κατ ' αὐτὸ γίγνεται παρακρουστικὰ σημεῖα , καὶ οἷα περὶ ἤχους τοιαῦτα . Ἐπὶ
6670852 ἀρτιγενη
, ἀνέχουσι τὰς προβοσκίδας ὑπὲρ τὸ ὕδωρ : τὰ δὲ ἀρτιγενῆ πωλία ὑπὲρ τῶν ὀδόντων ἢ κεράτων φέρουσιν αἱ μητέρες
βοὴν ποιουμένης ἀνάμικτον : γυναῖκες γὰρ καὶ παῖδες ἀκμάζοντες καὶ ἀρτιγενῆ βρέφη καὶ ἄνδρες καὶ γέροντες ἐποιοῦντο τὸν θρῆνον σύμμικτον
6665399 γαμησειν
, πολιτεύεσθαι γὰρ κατὰ τὸν προηγούμενον λόγον : καὶ γὰρ γαμήσειν , καὶ παιδοποιήσεσθαι , ἀκολουθεῖν γὰρ ταῦτα τῇ τοῦ
σοφόν , κἂν ταῦτα μὴ παρῇ . πολιτεύεσθαι αὖ καὶ γαμήσειν καὶ τοὺς κειμένους νόμους οὐ παραβήσεσθαι : ἐκ δὲ
6663878 ὁδηγοι
Δελφῖνες : βασιλεύουσιν : λείπει . ἡγεμονῆες : ἄρχοντες , ὁδηγοί . Ἐρχομένοις : κινουμένοις , πορευομένοις . πελάσαι :
ἀναθέσθαι τὴν ψῆφον . Αἱ πονηραὶ ἐλπίδες ὥσπερ οἱ κακοὶ ὁδηγοί , ἐπὶ τὰ ἁμαρτήματα ἄγουσιν . Ὥσπερ ὁ οἶνος
6656946 μελαγχολικα
, τὰ δ ' ἤδη γεγηρακότα καὶ ἀμφοτέρων χείρω , μελαγχολικά τε ὄντα καὶ περιττωματικά , καὶ μάλισθ ' ὅσῳ
, καὶ ἐπιληψίαι , καὶ τὰ μανικὰ , καὶ τὰ μελαγχολικά . Τοῦ δὲ χειμῶνος , πλευρίτιδες , περιπλευμονίαι ,
6652983 Λυρας
κρύπτεται . ὡρῶν ιδ ∠ ʹ : ὁ λαμπρὸς τῆς Λύρας ἑσπέριος ἀνατέλλει . Αἰγυπτίοις λὶψ ἢ νότος , ὑετία
καὶ Κρόνου . πάλιν παρανατέλλει λαμπρὸς ἀστὴρ ὁ ἐπὶ τῆς Λύρας ὁ καλούμενος Λυρικὸς μοίρας καʹ , βόρειος , μεγέθους
6648626 θυματ
φροιμιάζηι νεοχμόν ; ἐξαύδα σαφῶς . οὐ καθαρά μοι τὰ θύματ ' ἠγρεύσασθ ' , ἄναξ . τί τοὐκδιδάξαν τοῦτό
, εἴπερ ἱκανὸν ἕξετ ' ὄψον . Τὰ γὰρ παρόντα θύματ ' οὐδὲν ἄλλο πλὴν γένειόν τ ' ἐστὶ καὶ
6645498 ἐκτραπειη
Βδελύτροποι : ἃς ἰδών τις , φησί , βδελύξαιτο καὶ ἐκτραπείη μισήσας αὐτὰς ὡς δυσειδεῖς : ἀπὸ γὰρ τῶν ὀμμάτων
Βδελύκτροποι : ἃς ἰδών τις , φησί , βδελύξαιτο καὶ ἐκτραπείη μισήσας αὐτὰς ὡς δυσειδεῖς : ἀπὸ γὰρ τῶν ὀμμάτων
6642990 κατοχως
ἡττᾶσθαί τινος , ἐσπουδακέναι περί τινα , ἐνθέως ἔχειν , κατόχως , ἐμπύρως , διαπύρως : φλέγεσθαι τῷ πόθῳ ,
ἐκ πόνου ἀφωνίαι , δυσθάνατοι . Αἱ μετ ' ἐκλύσιος κατόχως ἀφωνίαι , ὀλέθριοι . Αἱ κατακλώμεναι φωναὶ μετὰ φαρμακείην
6639902 ἀφρακτα
πλεούσας τῶν νεῶν ἐπὶ τὰ κέρατα τάξαντα , τὰ δὲ ἄφρακτα καὶ τὰ ὑπηρετικὰ εἰς μέσον πρὸς τῇ σχεδίᾳ .
δ ' ἦν ὑπόδημα κροκοειδές . γυναικεῖα δὲ καὶ τὰ ἄφρακτα , ὀπισθοκρηπῖδες , καννάβια , γυμνοπόδια , περίβαρα ,
6637836 σκολοπενδρας
Περὶ τῶν ὑπὸ σκολοπένδρας δεδηγμένων . ] Τοῖς δὲ ὑπὸ σκολοπένδρας δεδηγμένοις κατὰ μὲν τὴν πλη - γὴν ἐπιθέσθαι δεῖ
τά τε ὄμματα δακρύει καὶ ποσῶς ἀμαυροῦται . [ Περὶ σκολοπένδρας . ] Τοῖς δὲ ὑπὸ τῆς καλουμένης σκολοπένδρας ἢ
6632375 ΑΚΔ
τὰ Ε Ζ μὴ διάμετρος καὶ προκείσθω διάμετρον ἀγαγεῖν τοῦ ΑΚΔ κύκλου παράλληλον τῇ ἐπὶ τὰ Ε Ζ . Κείσθω
ΕΔ . μαʹ . Ἔστωσαν ἐν σφαίρᾳ παράλληλοι κύκλοι οἱ ΑΚΔ ΒΕΖΓ , ἡ δὲ διὰ τῶν Β Γ ἀγομένη
6631772 τρωθεντοϲ
οὔτε τούτων οὐδὲν παρεμποδίζει τῇ διαιρέϲει . ἐπὶ δὲ ὀϲτέου τρωθέντοϲ ὁ κατ ' ἐφελκυϲμὸν μόνον παραλαμβάνεται τρόποϲ . εἰ
, καὶ χωρὶϲ ἀναβολῆϲ ὁ θάνατοϲ ἐπακολουθεῖ . πνεύμονοϲ δὲ τρωθέντοϲ εὐρυχωρίαϲ μὲν οὔϲηϲ διὰ τῆϲ τρώϲεωϲ ἀφρῶδεϲ αἷμα κενοῦται
6631631 Ὀλυμπιακης
ἐν εἰρήνῃ καταστήσασθαι τὴν πολιτείαν . ἔοικε δὲ καὶ τῆς Ὀλυμπιακῆς ἐκεχειρίας ἡ ἐπίνοια πρᾴου καὶ πρὸς εἰρήνην οἰκείως ἔχοντος
τοῦ Κρόνου παῖδα Δία ὑμνεῖν . πιθανώτερον γὰρ τῆς νίκης Ὀλυμπιακῆς οὔσης τὸν Ὀλύμπιον Δία παρὰ τῷ Ὀλυμπιονίκῃ ὑμνεῖσθαι .
6629558 Ἀνατολη
λέγεσθαι . Μεγάλη δέ ἐστι διαφορὰ ἀνατολῆς καὶ ἐπιτολῆς . Ἀνατολὴ μὲν γάρ ἐστιν ἡ προειρημένη , ἐπιτολὴ δὲ ἡ
. . . , : Παράκειται δ ' αὐτῷ ὄρος Ἀνατολὴ καλούμενον δι ' αἰτίαν τοιαύτην . τῷ Ἀναξιβίαν νύμφην
6624662 ἐγχεονταϲ
διὰ τῶν καθαρτηρίων κενοῦνταϲ θεραπεύειν καὶ τοῦ ᾠοῦ τὸ ὑγρὸν ἐγχέονταϲ : πεπεμμένηϲ δὲ τῆϲ φλεγμονῆϲ ἤδη καὶ ἀπερίττου τοῦ
καὶ δι ' ἐρίου μαλακοῦ ἀπομάττονταϲ , εἶτ ' αὖθιϲ ἐγχέονταϲ . παρηγορεῖ δ ' αὐτοὺϲ μεγάλωϲ ὠοῦ τὸ λεπτὸν
6624465 διακρινομενη
τρόπος , ὅμως γε μέθεξις ἀπὸ τῆς ὑπάρξεως προϊοῦσα καὶ διακρινομένη . Τί οὖν τὸ διακρῖνον τὸ δεύτερον ἀπὸ τοῦ
οὐσίαν αὐτὴν καθ ' αὑτὰς οὖσαι . οἷον ἡ ὄψις διακρινομένη μὲν ὑπὸ λευκοῦ αἰσθάνεται , τί δ ' ἔστιν
6623776 βαρειται
τῶν σωμάτων . πᾶσα οὖν ψυχὴ ἐν τῷ σώματι οὖσα βαρεῖται καὶ θλίβεται τοῖς τέτταρσι τούτοις : καὶ γὰρ εἰκός
τὰ κατὰ φύσιν συνεστηκότα διασώζεσθαι : καὶ θλίβεται δὲ καὶ βαρεῖται ἐνίοτε τὰ μέρη , καίτοι τῶν ὡς ὅλων φυομένων
6623579 μετεταξαντο
Πελοποννησιακῷ πολέμῳ ἐν αὐτῇ τῇ παρατάξει ἀπὸ Ἀθηναίων πρὸς Λακεδαιμονίους μετετάξαντο , ὥς φησιν ὁ Θουκυδίδης . ἡ δὲ Μαγνησία
τραυματίας οὐκ ὀλίγους ἀπολελοιπότας ; ἆρ ' ἐβοήθησαν , ἢ μετετάξαντο ; οὐ μὲν οὖν ἀπέστησαν πρὶν παρέδωκαν οἱ στρατηγοὶ
6619185 ἐπαρματα
; λέγομεν ὅτι ἐν μὲν τῇ πρωτοπαθείᾳ τοῦ ἥπατος τὰ ἐπάρματα ὑπὸ φλεγματικωτέρας ὕλης γίνονται , ἡ δὲ τοιαύτη ὕλη
στεχθῶσιν ἐν τοῖς ὑποχονδρίοις . τὰς οὖν ὀδύνας καὶ τὰ ἐπάρματα οἱ ψόφοι τῶν πνευμάτων καὶ οἱ βορβορυγμοὶ λύουσι .
6618682 ἀνεστραμμενα
κάτω ὂν ἐπὶ τοῦ Ζ τοῦ ἄνω ὄντος . ὥστε ἀνεστραμμένα ἐστὶ τῇ φαντασίᾳ . ἔστω πάλιν βάθος μὲν τὸ
. Τὰ ὕψη καὶ τὰ βάθη ἀπὸ τῶν κυρτῶν ἐνόπτρων ἀνεστραμμένα φαίνεται . ἔστω ὕψος τὸ ΑΕ , ἔνοπτρον δὲ
6617383 ἀππιδια
, ἀφ ' ἧς γίνεται λευκὰ συκάμινα . Τὰ δὲ ἀππίδια ἐνθεματίζεται εἰς ῥοιάς , καὶ εἰς κυδώνια , καὶ
χλοώδη τὸν καρπὸν ἔχουσα , οἷον δωρακινά , μῆλα , ἀππίδια , δαμασκηνά , καὶ ὅσα μὴ ἔχει ἔξωθέν τι
6613316 δωρακινα
καὶ εἰς πλάτανον , ἀφ ' ἧς γίνεται ἐρυθρὰ τὰ δωρακινά . Τὰ μῆλα ἐν διτταῖς ὥραις τοῦ ἔτους φυτευτέον
. Ὀπώρα λέγεται ἡ χλοώδη τὸν καρπὸν ἔχουσα , οἷον δωρακινά , μῆλα , ἀππίδια , δαμασκηνά , καὶ ὅσα
6611960 ἀφορητοι
. ἐπὶ τοίνυν τῆς Ἀριστοφάνους καὶ Κρατίνου καὶ Εὐπόλιδος κωμωιδίας ἀφόρητοί τινες κατὰ τῶν ἁμαρτανόντων ἦσαν οἱ ποιηταί . λοιπὸν
. ἐπὶ τοίνυν τῆς Ἀριστοφάνους καὶ Κρατίνου καὶ Εὐπόλιδος κωμωιδίας ἀφόρητοί τινες κατὰ τῶν ἁμαρτανόντων ἦσαν οἱ ποιηταί . λοιπὸν
6605559 Ἀπορια
ἀποτρέπων , διὰ τοῦ παρόντος βιβλίου πρὸς ἐργασίαν προτρέπεται . Ἀπορία . Διὰ τί τῶν Ἡμερῶν τὰ Ἔργα προτέθεικε ;
κακίας καὶ ἀκολασίας ἐς τὴν κοινὴν τῶν πραγμάτων διαφθοράν . Ἀπορία γὰρ πρὸς ἐσφορὰς ἀκίνδυνον . [ . . .
6604388 μολυνεται
δεινοτέραν τῆς ἐκ τῶν τοιούτων πορθήσεως ὑπαινίττεται . χραίνεται ] μολύνεται . χραίνεται ] μιαίνεται . χραίνεται ] μελαίνεται .
Γ ὁ γὰρ πρωκτὸς πλυνόμενος περιγίνεται τῆς καθάρσεως καὶ ἔτι μολύνεται καὶ μᾶλλον ἐν τῇ ῥύσει τῆς γαστρός . εἴρηται
6603523 Κλεισθενη
κακὰ αὐτῶν . τὰ πρῶτα ἔχων . . . τὸν Κλεισθένη : Διαβάλλει τὸν Κλεισθένη ὡς φαυλόβιον , καὶ πρὸς
. . συγκόπτοντες , τὰ ἱμάτια συστέλλοντες . . οὐ Κλεισθένη βινήσομεν : Οὗτος Σιβυρτίου παῖς ἐπὶ θηλύτητι κωμῳδούμενος .
6602424 Ναννακου
τοῦ γραμματιστέωκαὶ τοιηκὰς ἠ πικρή τὸν μισθὸν αἰτεῖ κἢν τὰ Ναννάκου κλαύσω οὐκ ἂν ταχέως λήξειε : τήν γε μὴν
ἱκέτευεν . Ἡρώδης δὲ ὁ ἰαμβοποιὸς φησὶν : Ἵνα τὰ Ναννάκου κλαύσῃ . Τὰ τρία τῶν εἰς τὸν θάνατον :
6602390 εὐτραπελων
ἢ ἄκων λυπήσῃ , μάλιστα τῶν ἑτοίμων τινὰ καὶ τῶν εὐτραπέλων . εἰ γὰρ καὶ σμικρόν , οἷα πολλὰ συμβαίνει
τόπου καὶ τοῦ συμβάματος ἡ Ἀφροδίτη ἐκλήθη . καταγλωττισμάτων ] εὐτραπέλων λόγων , ἤγουν γλυκέων . λαφυγμοῦ ] ἐκκενώσεως .
6602128 ἀποβαινοντα
κατὰ ἰσχύν , ἢ κατὰ χρόνον , ἢ κατὰ τὰ ἀποβαίνοντα ἐξ αὐτῶν , ἢ κατὰ ἰδιώματα αὐτῶν , ἢ
καὶ τῆς προσηγορίας ἔτυχεν οὐκ ἀλόγως , ἅμα θεωρούμενα καὶ ἀποβαίνοντα . ἕπεται δὲ τούτοις τῷ μὲν ἐνυπνίῳ τῷ ἀσημάντῳ
6600647 διιστηται
οὕτως . ὅταν ἅπτηται τὰ σώματα ἀλλήλων καὶ πάλιν ὅταν διιστῆται , ποτὲ μὲν μία ἡ ἐπιφάνεια καὶ ἡ γραμμὴ
ὄντα πῆξιν λάβηι . ἀστραπὴν δ ' ὅταν τὰ νέφη διιστῆται βίαι πνευμάτων : τούτων γὰρ διισταμένων λαμπρὰν καὶ πυρώδη
6599712 γναμπτομενοι
θρηνητικήν , τάλαιναν καὶ τληπαθῆ , βοᾶτιν καὶ βοητικήν . γναμπτόμενοι δὲ καὶ συντριβόμενοι οἱ Πέρσαι τῇ δεινῇ θαλάσσῃ σκύλλονται
αὐδὰν ] η . βοήν . ἀντιστροφὴ κώλων ηʹ . γναμπτόμενοι ] κατακοπτόμενοι . ἁλὶ ] θαλάσσῃ . δεινᾷ ]
6598071 ἐπιβαλωμεν
τὸν ἄξονά πως ἢ κατὰ τὰς περὶ αὐτὸν ἀκτῖνας αὐτῇ ἐπιβάλωμεν . Τούτου δὲ αἴτιον , ὅτι ἡ ὀπτικὴ δύναμις
δύναμιν φειδώμεθα σχήματι εὐπρεπεῖ τὸ ῥᾴθυμον ὑποκοριζόμενοι , ἀλλ ' ἐπιβάλωμεν τῷ φθάσαντι , τυχόντες γὰρ σκοποῦ ἀξίως λόγου πράξομεν
6597672 ἰσχυουσα
θωμὸν ] σωρόν . πυρί ] ἐν . σθένουσα ] ἰσχύουσα . λαμπὰς ] ἤγουν ὁ πυρσός . δ '
ἡ κατὰ τὸν χρόνον τῆς ὑπαντήσεως ἐπέμβασις αὐτῶν ἐπικουρῇ , ἰσχύουσα μᾶλλον τῶν ἐναντίων , φιλανθρωπούντων δὲ πάντων νωθρείας ἢ
6596271 Παραγγελλει
δεξιά , παραγγέλλει : ! Ἐὰν δὲ ἀριστερά : ! Παραγγέλλει : ! Καὶ κινεῖ . Παραγγέλλει : ! Καὶ
τοῖς δεομένοις , ὡς εἰσὶν ἐν τῇ παρατάξει αὐτῶν . Παραγγέλλει ὁ μανδάτωρ : ! ! ! ! ! !
6589708 Νουκεριας
Τυρρηνῶν κτίσμα οἰκούμενον ὑπὸ Σαυνιτῶν . ἐντεῦθεν εἰς Πομπηίαν διὰ Νουκερίας οὐ πλειόνων ἑκατὸν καὶ εἴκοσι σταδίων ἐστὶν ὁ ἰσθμός
αὐτῶν αἰχμαλώτους τε καὶ δούλους ἐστράτευεν . ὡς δὲ καὶ Νουκερίας τὰ ἐν κύκλῳ πάντα κατέπρησεν , αἱ πλησίον αὐτῷ
6589247 χυδαιων
Φοίνιξι , πρῶτος τὰ κατὰ τὴν θεοσέβειαν ἐκ τῆς τῶν χυδαίων ἀπειρίας εἰς ἐπιστημονικὴν ἐμπειρίαν διέταξεν . Ὧ | μετὰ
Διδύμους ΧΥΔΑΙΟΙΣ στεφανωθέντα στεφάνοις ἐξάγεσθαι τοῦ συμποσίου . τῶν δὲ χυδαίων στεφάνων μνημονεύων ὁ κωμῳδιοποιός φησιν : στεφάνων τε τούτων
6588536 ἐπιβαθρας
μηχανήματα ὅταν ἐγγὺς ᾖ , καὶ τοὺς κριοὺς καὶ τὰς ἐπιβάθρας πρῶτον μὲν κατὰ τοῦτον τὸν τρόπον ἐπᾶραι τὸ τεῖχος
ἐργάσασθαι θέλων : τὰ γάρ τοι κατολισθαίνοντα οὐ κρατεῖ τῆς ἐπιβάθρας , ἀλλ ' ἐκεῖνα μὲν κατηνέχθη , ὁ δὲ
6582727 Φιλιας
ὀξύτονα μέν , οἷον ἀνδριάς , περισπώμενα δέ , οἷον Φιλιᾶς . Ἰστέον δὲ ὅτι πᾶν ὄνομα διὰ τοῦ ιας
ὀξύτονα μέν , οἷον ἀνδριάς , περισπώμενα δέ , οἷον Φιλιᾶς . Ἰστέον δὲ ὅτι πᾶν ὄνομα διὰ τοῦ ιας
6582205 προσκαθημεναι
δηλονότι . * κατὰ τὸν Ἑλλήσποντον . καὶ ὑποτασσόμεναι . προσκαθήμεναι . αὗται ἐν τῷ Αἰγαίῳ πελάγει εἰσί . μεταβέβηκε
τᾷδε γᾷ ] τῇ περὶ τὸν Ἑλλήσποντον . προσήμεναι ] προσκαθήμεναι . . Λέσβος ] Λέσβος πόλις Αἰολική . μητρόπολις
6578670 σαρκωσεις
τὰς ἀπουλώσεις τῶν ἑλκῶν εἶναι χρησίμους , εἰς δὲ τὰς σαρκώσεις ἀχρήστους : ἄκρατοι δ ' ἐπιτιθέμεναι αἱ ἐπισπαστικαὶ καὶ
οὐ συλλαμβάνει Ἐρασίστρατος παρὰ τὴν μήτραν ὅταν τύλους ἔχῃ καὶ σαρκώσεις ἢ ἀραιοτέρα ᾖ τοῦ κατὰ φύσιν ἢ μικροτέρα .
6577669 ἀντεστραμμενα
ΒΓΔ τῆς ΑΒ ἐφαπτέσθω κατὰ τὸ Β , καὶ ἐχέτωσαν ἀντεστραμμένα τὰ κυρτά , καὶ συμπιπτέτω πρῶτον ἡ ΒΓΔ τῇ
τῇ Ε συμβάλλει . Ἐὰν ὑπερβολὴ μιᾶς τῶν ἀντικειμένων ἐπιψαύῃ ἀντεστραμμένα τὰ κυρτὰ ἔχουσα , ἡ ἀντικειμένη αὐτῇ τῇ ἑτέρᾳ
6576790 ἐπελαφριζειν
ἢ σῶμα ἓν ἐπηχθίσθαι , ἀλλ ' ἔχειν τὸν δυνησόμενον ἐπελαφρίζειν καὶ συνεπικουφίζειν ; ἐγὼ δὲ ” ἔφη „ παιδαγωγοὺς
' ἂν ἀνδρὶ καλῷ κἀγαθῷ τὰ κοινὰ ἐπηχθισμένῳ συνεπικουφίζειν καὶ ἐπελαφρίζειν ἐπιτηδειότατοι . καὶ ἄλλως , ἐπειδὴ τῶν ὑποθέσεων αἱ
6576571 τεινῃ
ὠοῦ μετ ' οἴνου αὐστηροῦ ἐπίχριε καὶ ἐὰν περι - τείνῃ , μετ ' οἴνου μόνου ἐπίχριε . Ἄλλο .
οὐρανὸν εἴσω αἰθέρος ἐκ δίης , ὅτε τε Ζεὺς λαίλαπα τείνῃ . ἡ διπλῆ ὅτι σαφῶς οὐκ ἔστιν Ὄλυμπος καὶ
6575557 Μενδαιοι
οἱ Ἀθηναῖοι . οἱ δὲ αὐτοί τε : ἤγουν οἱ Μενδαῖοι τραυματιζόμενος : βαλλόμενος ὑπ ' αὐτῶν . ἔνιοι δὲ
οὐχ ὑπεῖξαν . ἀναχωρήσαντες : ἐπὶ πόδα ἐλθόντες . οἱ Μενδαῖοι : οἱ ἐπὶ τοῦ λόφου . ἐς τὴν πόλιν
6573705 δευτερευοντα
καὶ δίκαιον ἢ συμφέρον καὶ δυνατόν , ἀλλὰ καὶ τὰ δευτερεύοντα , ὥσπερ καὶ ἐπὶ τῆς λύσεως πεποίηκε ταύτης :
τάσσεσθαι τῆς πρώτης φαλαγγαρχίας ἐπὶ τοῦ εὐωνύμου , τὸν δὲ δευτερεύοντα ἐπὶ τοῦ δεξιοῦ τῆς δευτέρας φαλαγγαρχίας , τὸν δὲ
6572644 γραμμαθ
οὕτω γίγνετ ' ἐκ τούτων ἔρως . Παρὰ τοῦ βασιλέως γράμμαθ ' ἥκει σοι Μάγα . Μάγας , κακόδαιμον ,
διαιτητῇ λέγειν ἐτόλμα , ταῦτ ' ἐρεῖν , ὡς τὰ γράμμαθ ' ἡ μήτηρ ἠφάνικε πεισθεῖς ' ὑπὸ τούτου ,
6572003 ἐφορεον
κατ ' ἔριν τὴν Ἀθηναίων περόνας ἔτι καὶ ἐς ἐμὲ ἐφόρεον μέζονας ἢ πρὸ τοῦ . Τῆς δὲ ἔχθρης τῆς
δὲ μάχη σφέων ἦν ἀπ ' ἵππων , δόρατά τε ἐφόρεον μεγάλα καὶ αὐτοὶ ἦσαν ἱππεύεσθαι ἀγαθοί . Ἐς τὸ
6570412 ἀψαυστος
τὸν δὲ ἐν τῇ ἱεροπόλει νεών , ὃς λοιπὸς ἦν ἄψαυστος ἀσυλίας ἠξιωμένος τῆς πάσης , μεθηρμόζετο καὶ μετεσχημάτιζεν εἰς
κάτω δὴ γῆς , ἐγὼ δ ' ὅδ ' ἐνθάδε ἄψαυστος ἔγχουςεἴ τι μὴ τὠμῷ πόθῳ κατέφθιθ ' : οὕτω
6566424 παρενεχθεντες
' αὐτοῖς , ἐπεισπηδήσαντες ἅμα τοῖς ἵπποις διανήχεσθαι εἰθισμένοις , παρενεχθέντες ἀπώλοντο . δύο μὲν οὖν ἢ τριῶν ἡμερῶν σκηνοποιησάμενος
, τινὲς δὲ μετὰ πολλῆς κακοπαθείας ἐφ ' ἱκανὸν διάστημα παρενεχθέντες μόγις ἐσώθησαν . ἐπικειμένων δὲ τῶν πολεμίων καὶ παρὰ
6564575 διαβεβηκοτος
' ἕτερον ἐν τἠκκλησίᾳ . Τοσόνδε δ ' αὐτοῦ βῆμα διαβεβηκότος ὁ πρωκτός ἐστιν αὐτόχρημ ' ἐν Χάοσιν , τὼ
πένητος ὄντος τοῖς κατορθώμασιν . τῇ ἐκκλησίᾳ ] συνίζησις . διαβεβηκότος ] ἀντὶ τοῦ διεσχηκότος . ἐν Χάοσι : Θρᾴκης
6562396 λειεντερια
ἐνίοτε δὲ καὶ ὕδρωπος διὰ κοιλίας ἐκκενωθέντος , ἕπεται ἡ λειεντερία : ἀτροφίας δὲ καὶ καχεξίας ἀδιορθώτους ἐπιφέρει , παρακολουθεῖ
' ἃς οὐ κρατεῖ τὰ ἔντερα τῆς τροφῆς , ὅθεν λειεντερία εἴρηται ἐκ τῆς περὶ τὰ ἔντερα λειότητος . διὸ
6560175 Αὐχην
πολιτικῇ ὁμιλίᾳ : ἀστυκὸς δὲ ὁ ἐν ἄστει διατρίβων . Αὐχὴν καὶ δέρη διαφέρει . αὐχὴν μὲν λέγεται τὸ ὄπισθεν
δηλοῖ . Τενάντιον προστασίαν πόλεως καὶ ἀλλοτρίων πραγμάτων σημαίνει . Αὐχὴν κακόν τι ὑπόμνημα σημαίνει . Κατακλεὶς εὐώνυμος ἐπιβουλὴν σημαίνει
6558452 Ἐλυμος
καὶ διετέλεσαν Ἔλυμοι καλούμενοι . προεῖχε γὰρ κατὰ τὴν ἀξίωσιν Ἔλυμος ἀπὸ τοῦ βασιλικοῦ γένους ὢν , ἀφ ' οὗ
αὐτῆς μετὰ ῥοδίνου πρὸς ὤτων ἀλγήματα φλεγμαινώδη μετρίως ποιεῖ . Ἔλυμος ἡ μελίνη ξηραντική ἐστιν : ἵστησι γοῦν καὶ τὰ
6558222 παλινδρομουντα
προσέχειν τῷ λόγῳ . Ἂν μὲν γὰρ αὖθις κατὰ βραχὺ παλινδρομοῦντα τὰ ῥηθέντα ἐλαιώδη χρώματα πρὸς τὰ κατὰ φύσιν ἴωσι
λάρυγξ , τραχεῖα ἀρτηρία , πνεύμων , θώραξ καὶ τὰ παλινδρομοῦντα νεῦρα . διαλεκτικὰ δέ : γλῶσσα , ὀδόντες ,
6555971 σκεπασματα
σκεπάσματα πάντα οἱ Ἀττικοὶ γέρρα ἔλεγον . τινὲς δὲ δερμάτινα σκεπάσματά τινα καὶ Περσικά , οἷς ἀντὶ ἀσπίδων ἐχρῶντο .
σκεπάσματα πάντα οἱ Ἀττικοὶ γέρρα ἔλεγον . τινὲς δὲ δερμάτινα σκεπάσματά τινα καὶ Περσικά , οἷς ἀντὶ ἀσπίδων ἐχρῶντο .

Back