| τριχθά τριχῶς : “ τριχθάδε πάντα δέδασται . ” τρίπλακα τρίπτυχον , ἐξ οὗ τὴν μεγάλην βούλεται δηλοῦν . Τροίης | ||
| θύρας τὰς πτύχας ἄχρι δύο , εἶτα πτύχας , καὶ τρίπτυχον καὶ πολύπτυχον . Ὅμηρος δὲ πίνακα πτυκτὸν εἴρηκεν . |
| βαλανείῳ . Λιβάνου γοαζʹ . ἤτοι οὐγ . α καὶ ἡμίσ . ψιμμυθίου πεπλυμένου , λιθαργύρου πεπλυμένου , ἀμύλου , | ||
| αὐτό . καρυοφύλλων γογζʹ . ἤτοι οὐγ . γ καὶ ἡμίσ . κασάμου γοζʹ . ἤτοι οὐγ . ἡμίσ . |
| λαβών : ὁ δὲ Λάμων προκαλεσάμενος ἔξω τῆς αὐλῆς τὴν Μυρτάλην οἰχόμεθα εἶπεν ὦ γύναι : ἥκει καιρὸς ἐκκαλύπτειν τὰ | ||
| , συμπότας ἔχων ἐπὶ κλίνης ἰδίας τὸν Λάμωνα καὶ τὴν Μυρτάλην . Πάλιν οὖν ταῖς ἑξῆς ἡμέραις ἐθύετο ἱερεῖα καὶ |
| κύλικας ἢ προχοίδια εἶναι δοκούσας , καὶ τὴν ἐν Ἀριστοφάνους Σκηνὰς καταλαμβανούσαις λήκυθον τὴν ἑπτακότυλον , τὴν χυτρίαν , τὴν | ||
| Δημιοπράτοις ἀναγέγραπται , κόσκινον κριθοποιόν . ὁ δὲ Ἀριστοφάνης ἐν Σκηνὰς καταλαμβανούσαις ἔφη ὥσπερ κόσκινον αἰρόπινον τέτρηται . Λύχνοιδ ' |
| . καὶ Εὐριπίδης ἐν Ἡρακλεῖ γέροντα τὴν δ ' ἔσω γραῖαν δόμων ἀντὶ τοῦ ἔνδον . καὶ Εὔβουλος ὁ τῆς | ||
| καρδία σφαλήσεται . καὶ τὸν γέροντα τήν τ ' ἔσω γραῖαν δόμων τιμᾶτε πατρὸς μητέρ ' Ἀλκμήνην ἐμοῦ ξένους τε |
| σκεπάσματα . ἀναπτύξαντα : ἀναπετάσαντα , ἀνοίξαντα . θυρέτρων : πτυχῶν . Ἰλύν : βόρβορον . λιχμάζοντα : ἐσθίοντα , | ||
| , ὡς εἰπεῖν γραμματείδιον δίθυρον ἢ τρίπτυχον ἢ καὶ πλειόνων πτυχῶν , ἢ καθ ' Ὅμηρον πίνακα πτυκτόν : καὶ |
| Αἰσιμίδα , λίθος οἶνος , ὦ φίλε παῖ , καὶ ἀλάθεα ἦρος ἀνθεμόεντος † ἐπάιον ἐρχομένοιο . . . ἐν | ||
| : ταῦτα δὲ σύμφωνα ποιητά , θεωρούμενα δι ' αὐτῶν ἀλάθεα . διωρισμένων δὲ τούτων τὰ μετὰ ταῦτα δεῖ νοῆσαι |
| καὶ γὰρ πρότερον δὶς ἀνθρακίδων ἅλμην πιὼν κατ ' οἶκον ἐστρωφᾶτο μισητὸς βάβαξ . σκαιὸς δέ τις κἀγροικός εἰμι τὴν | ||
| λάλος . φλύαρος : † Ἀριστοφάνης : κατ ' οἶκον ἐστρωφᾶτο μισητὸς βάβαξ . παρὰ τὸ βάζω βάξω βάξ , |
| , ἥκων παρρησιάζῃ ” φησί “ καὶ κατακρώζεις ; ” Υἱὸν μονογενῆ δειλὸς εἶχε πρεσβύτης γενναῖον ἄλλως καὶ θέλοντα θηρεύειν | ||
| δὲ τόπος ἐστὶν Ἀπόλλωνος ἱερὸς ἐν Κολοφῶνι τῆς Ἰωνίας . Υἱὸν δέ φησιν αὑτὸν Δαμαίου οὕτω λέγων : . αἰνήσεις |
| , δορυάλωτος , δορύληπτος . Ἀριστοφάνης δ ' ἐν Σκηνὰς καταλαμβανούσαις ἔφη καὶ τῶν πλατυλόγχων διβολίαν ἀκοντίων . καὶ λοφοπωλεῖν | ||
| δ ' ἐκαυλίζοντο καὶ ξυστὴ κάμαξ , ἐν δὲ Σκηνὰς καταλαμβανούσαις καὶ τῶν πλατυλόγχων , ὡς ὁρᾷς , ἀκόντων : |
| Ῥόδον Φιλόξενος Μακεδὼν συνέλαβεν , ὃς καὶ αὐτὸν παρὰ Ἀθηναίων ἐξῄτησεν Ἅρπαλον . τὸν δὲ παῖδα τοῦτον ἔχων ἤλεγχεν ἐς | ||
| ' ἀφεῖσθαι τοῦτον τῶν χρημάτων καθ ' ἃ τὸν Μιλύαν ἐξῄτησεν , οὐκ οἰηθέντα δεῖν ; μὰ τοὺς θεούς , |
| ἠγρηγόρειν καὶ ἐγρηγόρειν ἡμίγραφον , ἡμιλάσταυρον , ἡμιφυές ἡμιώριον Ἰκόνιον κάθου καλαθίσκος κατάστικτον κατεγνυπωμένως κνύειν κοιτών κολλυβιστής κουρίδα κύμινον Κυραννή | ||
| ἐμβολήν . οὐχ ὅτι γ ' ἐκεῖνος ἔλαχεν . οἰμώζων κάθου . σὺ δ ' οὐκ ἀνεῖχες σαυτὸν ὥσπερ εἰκὸς |
| Νισαίᾳ λιμένα . ἡ δὲ Νίσαια ἐπίνειόν ἐστιν τῶν Μεγάρων δεκαοκτὼ σταδίους τῆς πόλεως διέχον , σκέλεσιν ἑκατέρωθεν συναπτόμενον πρὸς | ||
| τὸ ἐλθεῖν ἡμᾶς ἐκ Μεσοποταμίας ἀπὸ Λάβαν . Καὶ πληρωθέντων δεκαοκτὼ ἐτῶν , ἐν τεσσαρακοστῷ ἔτει ζωῆς μου , ἐπῆλθεν |
| ταῦτα χἠμεῖς ἐνθάδε : Ἢν ἀποκτείνῃ τις ὑμῶν Φιλοκράτη τὸν Στρούθιον , λήψεται τάλαντον , ἢν δὲ ζῶντ ' ἀπαγάγῃ | ||
| Στρούθιον : Ἄνω [ ] εἶπεν ἐκ τῶν ὀρνέων . Στρούθιον δὲ εἶπεν , ὡς Μήλιον . διὸ καὶ οὕτω |
| ὄρος περὶ τὴν Λυδίαν . ἀγλαοτρίαιναν : τὸν Ποσειδῶνα . χρυσέαισιν : ἀντὶ τοῦ ἐπὶ χρυσῶν ἵππων . μεταβιβάσαι , | ||
| ἔτυχον ἕλικά τ ' ἀνὰ χλόαν φοίνικας ἁλίωι † πέπλους χρυσέαισιν αὐγαῖς θάλπους ' † ἀμφὶ δόνακος ἔρνεσιν : ἔνθεν |
| λασίοιο δασύτριχος εἶχε τράγοιο κνακὸν δέρμ ' ὤμοισι νέας ταμίσοιο ποτόσδον , ἀμφὶ δέ οἱ στήθεσσι γέρων ἐσφίγγετο πέπλος ζωστῆρι | ||
| κεκλυσμένον ἁδέι κηρῷ , ἀμφῶες , νεοτευχές , ἔτι γλυφάνοιο ποτόσδον . τῶ ποτὶ μὲν χείλη μαρύεται ὑψόθι κισσός , |
| τε νῆστιν ἀνὰ τὰν παραλίαν ψάμμον . ὑπὸ δὲ κηρόπλαστος ὀτοβεῖ δόναξ ἀχέτας ὑπνοδόταν νόμον : ἰὼ ἰὼ πόποι , | ||
| ἐν Ἠδωνοῖς τὰ κύμβαλα : ὁ δὲ χαλκοδέτοις ˈ κοτύλαις ὀτοβεῖ . . . , . : ταυρόφθογγοι : παραπλήσια |
| : Θρᾷξ εὐγενὴς εἶ πρὸς ἅλας ὠνημένος . Ἁλῶν μέδιμνον ἀποφαγών : ἐπὶ τῶν ἀχαρίστων . Ἄλλοι κάμον , ἄλλοι | ||
| μὲν ἑαυτοὺς τρέφειν , ἄλλους δὲ ἐπαγγελλομένων . Ἁλῶν μέδιμνον ἀποφαγών : ἐπὶ τῶν ἀχαρίστων . Ἅμαξα τὸν βοῦν ἕλκει |
| τετάρτῳ περὶ Μουσικῆς ᾖδον , φησίν , αἱ ἀρχαῖαι γυναῖκες Καλύκην τινὰ ᾠδήν . Στησιχόρου δ ' ἦν ποίημα , | ||
| Ἀεθλίοο κρατερὸν ] ? ? μένος ἀντιθέοιο εὐειδέα ? [ Καλύκην θαλερὴν ] ? ποιήσατ ' ἄκοιτιν : ἣ ? |
| ἄνωθεν ἐφ ' ἑκάστου βεβηκέναι Σειρῆνα συμπεριφερομένην , φωνὴν μίαν ἱεῖσαν , ἕνα τόνον : ἐκ πασῶν δὲ ὀκτὼ οὐσῶν | ||
| αὐτοῦ ἄνωθεν ἐφ ' ἑκάστου βεβηκέναι Σειρῆνα συμπεριφερομένην φωνὴν μίαν ἱεῖσαν ἕνα τόνον : ἁπασῶν δ ' ὀκτὼ οὐσῶν μίαν |
| πλείους φησὶν εἶναι τῶν ἐνακοσίων , ἐξ Ἐπιδάμνου δὲ εἰς Θεσσαλονίκειαν ἐνακοσίους ἀποδόντος , πλείους τῶν δισχιλίων φησί : ταῦτα | ||
| λέγει δὲ καὶ τὴν Ἐγνα - τίαν ὁδὸν τελευτᾶν εἰς Θεσσαλονίκειαν ἀπὸ τοῦ Ἰονίου κόλπου . . Τῶν ταινιῶν , |
| εἰς λιμένα Σκυθοταύρων ἔρημον στάδιοι διακόσιοι : καὶ ἔνθεν εἰς Λαμπάδα τῆς Ταυρικῆς στάδιοι ἑξακόσιοι . ἀπὸ δὲ Λαμπάδος εἰς | ||
| αἰνὰ διδάσκων καὶ ποταμὸν διὰ φίλτρον Ἔρως ἐδίδαξε κολυμβῆν . Λαμπάδα θεὶς καὶ τόξα βοηλάτιν εἵλετο ῥάβδον οὖλος Ἔρως , |
| Ἥρη : “ Αὐτὴ νῦν προτέρη , θύγατερ Διός , ἄρχεο βουλῆς . τί χρέος ; ἠὲ δόλον τινὰ μήσεαι | ||
| κέρδιστον ἐν ἀθανάτοισι νόημα , φαῖνέ τε καὶ σήμαινε καὶ ἄρχεο , νύσσαν ἀοιδῆς ἰθύνων : βουλὰς δὲ περισσονόων ἁλιήων |
| ὀβελίαν , μελιτοῦτταν , ἐπιχύτους , πτισάνην , πλακοῦντας , δενδαλίδας , ταγηνίας . Γέννα ὁ οὗτος ὀλίγον ἄναγε ἀπὸ | ||
| ποτιρράπτεσκεν ἐλαφροῦ φαικασίοιο Ἧ χερνῆτις ἔριθος ἐφ ' ὑψηλοῦ πυλεῶνος δενδαλίδας τεύχουσα καλοὺς ἤειδεν ἰούλους . Κρήνης Γαργαφίης Ἄγρης μοῖραν |
| ον [ Τάναϊν ] μέλπουσι [ ] [ ἀμπνύουσιν ] ὄρφναν [ ] ! υ Τυφῶνος ὁλκὸς [ ] νεας | ||
| φροῦδαί σοι θυσίαι χορῶν τ ' εὔφημοι κέλαδοι κατ ' ὄρφναν τε παννυχίδες θεῶν , χρυσέων τε ξοάνων τύποι Φρυγῶν |
| : κρεάγραν : θυΐαν : τυρόκνηστιν παιδικήν : στελεόν : σκαφίδας τρεῖς : δορίδα : κοπίδας τέτταρας : οὐ μὴ | ||
| ταύτην ἐν ταῖς Ὁλκάσιν ἂν λέγοι , συντάξας οὕτω , σκαφίδας μάκτρας . ἐν δὲ τοῖς Δημιοπράτοις εὑρίσκεται σκάφη μακρὰ |
| ἔλεγεν : Ἐκεῖ ὄρυττε καὶ μὴ παρὰ τὰ ἐμά . Εὐτράπελος χοῖρον κλέψας ἔφευγεν . ἐπεὶ δὲ κατελαμβάνετο , θεὶς | ||
| ἐνέπω . ἔπω δὲ ἔπος , ὡς τεύχω τεῦχος . Εὐτράπελος . παρὰ τὸ τρέπω ῥῆμα , οὗ βʹ ἀόριστος |
| οὐσίαι λέγονται . ὡσαύτως δὲ καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων . Διελὼν τὴν οὐσίαν εἴς τε τὴν πρώτην καὶ τὴν δευτέραν | ||
| λογικὸν ὑπὸ τὸ ζῷον . ταῦτα ἔχει ἡ πρᾶξις . Διελὼν ὁ Ἀριστοτέλης τὰ λεγόμενα εἰς τὰ μετὰ συμπλοκῆς καὶ |
| : ἢ ἀρσενικὸν σχιστὸν ἀντὶ ἅλατος εἰς ὠὸν ῥυτὸν καὶ ῥόφησον νῆστις : ἢ ἀρσενικὸν συντρίψας μετ ' οἴνου χλιαροῦ | ||
| εἴρηται καὶ ἔνθεσις , ἡ τροφή , καὶ ” ἐνθοῦ ῥόφησον ” παρ ' Ἀριστοφάνει καὶ ἀλλαχοῦ παρὰ τῷ αὐτῷ |
| τῶν Πυθίων ἑορτῇ ἐγεννήθη , ὡς αὐτός φησι : Πενταετηρὶς ἑορτὰ βουπομπὸς , ἐν ᾇ πρῶτον εὐνάσθην ἀγαπατὸς ὑπὸ σπαργάνοις | ||
| τῶν Πυθίων ἑορτῇ ἐγεννήθη , ὡς αὐτός φησι : Πενταετηρὶς ἑορτὰ βουπομπὸς , ἐν ᾇ πρῶτον εὐνάσθην ἀγαπατὸς ὑπὸ σπαργάνοις |
| δὲ κατὰ ποιότητα ψιλὴν , ἀλλὰ καὶ καθ ' ὕλην ἐπίρρυτον ὡσαύτως συνίσταται παντὸς τοῦ ἐπιρρέοντος χυμοῦ ἢ θερμὴν ἢ | ||
| μέθῃ , νῦν δὲ ὅπου πεδίον ἑώρα μέγα τε καὶ ἐπίρρυτον καὶ φέρον ἅπαντα ὅσα φύουσιν ὧραι . οὕτως ἄρα |
| ὅπως ἂν ἀποδῶ μηδενί . ἴθι νυν καλύπτου , καὶ σχάσας τὴν φροντίδα λεπτὴν κατὰ μικρὸν περιφρόνει τὰ πράγματα ὀρθῶς | ||
| ὁδὸς ἐπὶ τὰ σαφῶς ἔχοντα ἄγει σε * . μηρίνθου σχάσας ἀντιστρόφως εἴρηκεν : ἔδει γὰρ εἰπεῖν ἐγὼ δ ' |
| Φηρέα Εὔδωρον Λύσιππον Ξάνθον Ἀργεῖον : θυγατέρας δὲ ἕξ , Χιόνην Κλυτίαν Μελίαν Ὥρην Δαμίππην Πελοπίαν . Ἑλλάνικος δὲ ἐν | ||
| Φηρέα Εὔδωρον Λύσιππον Ξάνθον Ἀργεῖον , θυγατέρας δὲ ἓξ , Χιόνην Κλυτίαν Μελίαν Νέαιραν Δαμασίππην Πελοπίαν . Ἑλλάνικος δὲ ἐν |
| χάριν . λιτανεύω , ἑκαβόλε , Μοισαίαις ἀνατιθεὶς [ ] τέχναισι [ ] ? ? χρηστήριονπωλοντι ! [ ! ] | ||
| πολεμίᾳ χερὶ προστραπών Πηλεὺς παρέδωκεν Αἱμόνεσσιν δάμαρτος Ἱππολύτας Ἀκάστου δολίαις τέχναισι χρησάμενος : τᾷ Δαιδάλου δὲ μαχαίρᾳ φύτευέ οἱ θάνατον |
| ἐκ τοῦ θύω τὸ ὁρμῶ . θυὰς ] μαινομένη . θυὰς ] βάκχα . θυὰς ] μαινὰς Διονυσιακή . θ | ||
| πόλεμον ἔνθεος καὶ ὁρμητικὸς καὶ πηδητικὸς πρὸς τὴν ἀλκὴν ὡς θυὰς ἤτοι βάκχα τις φόβον βλέπων , ἤτοι ἐκπληκτικῶς καὶ |
| ἔγκυον οὖσαν βλάψῃ τὴν βοῦν . θᾶσαι μ ' ὦ Κορύδων : ἀποστροφὴ τὸ σχῆμα . ἀπέστρεψε γὰρ τὸν λόγον | ||
| , ὥς τυ πάταξα . θᾶσαί μ ' , ὦ Κορύδων , ποττῶ Διός : ἁ γὰρ ἄκανθα ἁρμοῖ μ |
| δυσήλατα , τραχέα , δύσπορα , λιθώδη , πετρώδη , πέτρινα , ἄλιθα , ὀρεινά , βαθέα , ἔγκοιλα , | ||
| ὄρεσι † φυγάδα γάμων † ἱεῖσα γοερόν , ὑπὸ δὲ πέτρινα γύαλα κλαγγαῖσι Πανὸς ἀναβοᾶι γάμους . ὦ θήραμα βαρβάρου |
| ἢ ῥήματα , ἀνάλυσις δὲ καθ ' ἣν τὰ συντεθέντα ἀναλύουσιν ἐπὶ τὰ ἁπλᾶ ἐξ ὧν συνετέθη , εἰς τὰς | ||
| : ὅτι οἱ θεοὶ καὶ οἱ ἄνθρωποι κατὰ τὸν ποιητὴν ἀναλύουσιν οἴκαδε καὶ κοιμῶνται . . Ψ , α δὴ |
| . Μένιππος ἐν περίπλῳ τοῦ Πόντου ” ἀπὸ Κρηνίδων εἰς Ψύλλαν χωρίον στάδια κʹ , ἀπὸ Ψύλλης χωρίου εἰς Τίον | ||
| τάφους , πανώλεθρον κηλῖδα θωύξας γένει , ὁ τὴν πόδαργον Ψύλλαν ἡνιοστροφῶν καὶ τὴν ὁπλαῖς Ἅρπινναν Ἁρπυίαις ἴσην . τὸν |
| λοπάς ἐστιν . Ἄρχιππος Ἰχθύσι : καὶ τὴν μὲν ἀφύην καταπέπωκεν ἐντυχὼν ἑψητός . Εὔπολις Αἰξίν : ὦ Χάριτες , | ||
| ἤδη ὁ αἰὼν Χρυσίππους , πόσους Σωκράτεις , πόσους Ἐπικτήτους καταπέπωκεν . τὸ δ ' αὐτὸ καὶ ἐπὶ παντὸς οὑτινοσοῦν |
| Λυρνήσσιος , καὶ θηλυκὸν Τελμησσιάς , ὡς τοῦ Ἑλικώνιος τὸ Ἑλικωνιάς . ἔστι καὶ ἄκρα Λυκίας οὕτω λεγομένη Τελμησσιάς , | ||
| καὶ Κασσώπιος καὶ Κασσωπία . ἀπὸ τοῦ Κασσώπιος Κασσωπιάς ὡς Ἑλικωνιάς . Ἡρόδωρος δὲ Κασσωποὺς αὐτούς φησιν , ἴσως κακῶς |
| τὸ ἐν Δελφοῖς χρηστήριον , Λεάνδριος καὶ Καλλίμαχος εἶπον : δράκαιναν δὲ αὐτήν φησιν εἶναι , θηλυκῶς καλουμένην Δέλφυναν , | ||
| καὶ θῆρας ποιοῦσαν , τὸ παθητικὸν ἀντὶ ἐνεργητικοῦ . * δράκαιναν διὰ τὸ ἄγριον τὴν Κίρκην λέγει ἢ διὰ τὸ |
| ἀραρυίας τὰς φρένας . Χαῦνος . παρὰ τὸ χαίνω , χανὸς καὶ χαῦνος , ὡς φαίνω φανός . Χθές . | ||
| πολὺ λευκότερον . ὤεα δ ' ἔφη Ἐπίχαρμος : ὤεα χανὸς κἀλεκτορίδων πετεηνῶν . Σιμωνίδης ἐν δευτέρῳ ἰάμβων : οἷόν |
| δείσῃ ἀπό θ ' Ἕκτορα λύσῃ . αὐτὰρ ἐγὼ Πριάμῳ μεγαλήτορι Ἶριν ἐφήσω λύσασθαι φίλον υἱὸν ἰόντ ' ἐπὶ νῆας | ||
| Λυκίων ἀπὸ θυμὸν ἕλοιτο . οὐδ ' ἄρ ' Ὀδυσσῆϊ μεγαλήτορι μόρσιμον ἦεν ἴφθιμον Διὸς υἱὸν ἀποκτάμεν ὀξέϊ χαλκῷ : |
| , ὥστε περιττεύειν τινὰ μέρη αὐτοῦ καὶ ὑπερκεῖσθαι . ἃν πλαγαὶ σιδάρου : ἥντινα τὴν ναῦν συνεπέρανον αἱ τοῦ σιδήρου | ||
| ὃς πάχει μάκει τε πεντηκόντερον ναῦν κράτει , τέλεσεν ἃν πλαγαὶ σιδάρου . μακˈρά μοι νεῖσθαι κατ ' ἀμαξιτόν : |
| ὁ λάλος . Ἀρχίλοχος „ κατ ' οἶκον ἐστρωφᾶτο δυσμενὴς βάβαξ „ . ἐκ τοῦ βάζω βάξω βὰξ ὄνομα καὶ | ||
| γλαυκῷ κελαινὸν δόρπον ὤτρυνεν κυνὶ στεῖλαι τριπλᾶς θύγατρας ὁ σπείρας βάβαξ , τῷ πᾶσαν ἅλμῃ πηλοποιοῦντι χθόνα , ὅταν κλύδωνας |
| κέρατα ἔχειν : ἐπὶ τῶν ἀνδρίας ὑπόληψιν ἐχόντων . Πρὸς κώρυκον γυμνάζεται : ἐπὶ τῶν διακενῆς μοχθούντων . Πρὸ τῆς | ||
| τῆι χαράδραι τρώγοντες ἅλιμα καὶ κακὰ τοιαῦτα συλλέγοντες εἰς τὸν κώρυκον . κἀν τῶι κυρίως Κωρύκωι δ ' ἐπιγραφομένωι φησί |
| ? φῦλ ' ἀνθρώπων ? [ Ἄρτεμιν εἰνοδίην [ , πρόπολον κλυτοῦ ] ἰοχεαίρης [ ] [ ] [ . | ||
| πάτραν ἵν ' ἀκούομεν , Τιμάσαρχε , τεὰν ἐπινικίοισιν ἀοιδαῖς πρόπολον ἔμμεναι . εἰ δέ τοι μάτρῳ μ ' ἔτι |
| : Ῥῶμον δὲ Καπύην μὲν ἀπὸ τοῦ προπάππου Κάπυος , Ἀγχίσην δὲ ἀπὸ τοῦ προπάτορος Ἀγχίσου , Αἰνείαν δὲ τὴν | ||
| . ὄντος δὲ τοῦ Αἰνείου ἐκεῖ ἔτυχε τὸν πατέρα αὐτοῦ Ἀγχίσην τελευτῆσαι . καὶ πολυτρόπως αὐτὸν καύσας τὸν χοῦν αὐτοῦ |
| καὶ τῆς Εὐβοίας Ἀθῆναι αἱ Διάδες , ὧν μέμνηται ἐν Γλαύκωι Ποντίωι Αἰσχύλος : κἄπειτ ' Ἀθήνας Διάδας παρεκπερσῶν . | ||
| ἀναμένει . . . . . . Αἰσχύλος δέ φησιν Γλαύκωι Ποτνιεῖ : ἀγὼν γὰρ ἄνδρας οὐ μένει λελειμμένους , |
| διάχριε πυρῆνι μήληϲ : χρῶ δὲ καὶ τοῖϲ προγεγραμμένοιϲ πρὸϲ ὀζαίναϲ . Ἄλλο πρὸϲ πολύποδαϲ . ϲώρεωϲ ⋖ β χαλκίτεωϲ | ||
| λεῖον . Ἄλλο τοῦ αὐτοῦ πρὸϲ τοὺϲ ἡλκωμένουϲ πόλυπαϲ καὶ ὀζαίναϲ . κυνεία κόπροϲ λευκὴ ὄξει λειωθεῖϲα καὶ διαχριομένη ποιεῖ |
| ' ἐξέπιον κάδον : νῦν δ ' ἁβρῶς ἐρόεσσαν ψάλλω πηκτίδα τῆι φίληι κωμάζων † παιδὶ ἁβρῆι † . ψάλλω | ||
| καὶ ἡ ἑτέρα χεὶρ ] τείνει τὸν νοῦν ἐς τὴν πηκτίδα καὶ παραφαίνει τῶν ὀδόντων ὅσον ἀπόχρη τῷ ᾄδοντι ; |
| ὠδῖνα κόλποις : κυρίῳ δ ' ἐν μηνὶ πέμποις ' ἀμφιπόλους ἐκέλευσεν ἥρωι πορσαίνειν δόμεν Εἰλατίδᾳ βρέφος , ὃς ἀνδρῶν | ||
| ἀπέδυσέ σφεας πάσας ὁμοίως , τάς τε ἐλευθέρας καὶ τὰς ἀμφιπόλους , συμφορήσας δὲ τὰ ἱμάτια ἐς ὄρυγμα Μελίσσῃ ἐπευχόμενος |
| ἀμφιπρύμνω δύο μ ' ἐλέγχετον λόγω ἀναβεβίωκα ἀνάστατα ποιεῖν ἀνθηρὸς ᾠδός ἄνυδρα δ ' ᾠκηκὼς ἄναξ κριωπὸς Ἄμμων δάπεδα θεσπίζει | ||
| , . . ἀνθηρὸς ποιητής , ἢ κιθαρῳδός , ἢ ᾠδός ἐρεῖς , ὡς Εὐριπίδης ἐπὶ Ὀρφέως . . , |
| κομαρίδας τε καὶ κύνας , κέστρας τε πέρκας τ ' αἰόλας . Νουμήνιος δ ' ἐν Ἁλιευτικῷ : ἄλλοτε δ | ||
| : χαλκίδας τε καὶ κύνας κέστρας τε πέρκας τ ' αἰόλας . καὶ Σώφρων ἐν ἀνδρείοις : κέστραι βότιν κάπτουσαι |
| ἑορτῆς ἥκομεν . ” Κατορώρυκται , κατακέχωσται . Καχυπότοπος , καχύποπτος : τοπάσαι γὰρ τὸ ὑπονοῆσαι . Κεκόμψευται . πεπιθάνευται | ||
| ἔχων ψυχὴν ἀγαθὴν ἀγαθός . ὁ δὲ δεινὸς ἐκεῖνος καὶ καχύποπτος , ὁ πολλὰ αὐτὸς ἠδικηκὼς καὶ πανοῦργός τε καὶ |
| οὐρανίαν ἀείδομεν , τὰν ἐρώτων πότνιαν , τὰν παρθένοις γαμήλιον Ἀφροδίταν . πότνια , σοὶ τάδ ' ἐγὼ νυμφεῖ ' | ||
| κοινὰν τεκέων τύχαν οἴκοισι φυτεύσας δεσποίναι : πρὸς δ ' Ἀφροδίταν ἄλλαν θέμενος χάριν νόθου παιδὸς ἔκυρσεν . κλεινήν , |
| τὸ βούκεντρον . Οἰστροπλήξ : ὁ τῇ μανίᾳ πεπληγώς . Τέττιξ : ἀηδών . Ὁμῆλιξ : συνηλικιώτης . τῆς αὐτῆς | ||
| λέγεται καὶ πτὼξ , καὶ δασύπους , καὶ ταχείνας . Τέττιξ : ἀχέτας . Κοχλίας : φερέοικος . Ἀλώπηξ : |
| ἰαμβικοῦ ἑφθημιμεροῦς . τὸ ιζʹ ἰαμβικὸν πενθημιμερές . Ἀσωπίχῳ Ὀρχομενίῳ σταδιεῖ παιδὶ Κλεοδάμου νικῶντι τὴν οϚʹ Ὀλυμπιάδα στάδιον . Κηφισὸς | ||
| τὰς ἑαυτῶν πατρίδας . τέλος Ἱπποκλέους . Θρασυδαίῳ Θηβαίῳ παιδὶ σταδιεῖ . Τῆς ἑνδεκάτης ᾠδῆς ἡ στροφὴ καὶ ἀντίστροφος κώλων |
| φέρωμεν οἱ προτεταγμένοι τὸν νυμφίον , ὦνδρες . Ὑμήν , Ὑμέναι ' , ὤ . Ὑμήν , Ὑμέναι ' ὤ | ||
| κρατήσας καὶ πάρεδρον Βασίλειαν ἔχει Διός . Ὑμὴν ὤ , Ὑμέναι ' ὤ . Ἕπεσθέ νυν γαμοῦσιν , ὦ φῦλα |
| θύμβρᾳ , κοριάννῳ χλωρῷ τε καὶ ξηρῷ καὶ γητίῳ καὶ κρομμύῳ καθαρῷ πεφωσμένῳ ἢ μήκωνι καὶ σταφίδι ἢ μέλιτι καὶ | ||
| ῥώσεως ἀνάτριβε συνεχῶς ἤτοι νίτρῳ ἢ βολβῷ ἢ ἐπὶ βραχὺ κρομμύῳ ὡς μὴ ἑλκωθῆναι , καὶ ξύρα τὸν τόπον συνεχῶς |
| σάρκα δ ' οὐκ ἐνδύεται . μάγειρός ἐστιν οὐκ ἐὰν ζωμήρυσιν ἔχων τις ἔλθῃ καὶ μάχαιραν πρός τινα , οὐδ | ||
| ὁ Φῶκος καὶ φιλοπότης . ὅτι μαγειρικὰ σκεύη καταριθμεῖται Ἀνάξιππος ζωμήρυσιν , ὀβελίσκους κρεάγραν , θυίαν , τυροκνῆστιν , στελεόν |
| ὠφελεῖ . Παραπλησίως δὲ ποιεῖ καὶ ἡ προβατεία φύσα . Δίδου δὲ τὴν τέφραν μετ ' ὀξυκράτου . Ἄλλο : | ||
| καὶ σιλφίου ῥίζῃ τρίβων εἰς ποτὸν τοῖς δηχθεῖσιν δίδου . Δίδου δέ ποτε μὲν αὐτὰ μετ ' ἀλλήλων μιγνύς , |
| δὲ νεκρῶν ἄγγελός τε καὶ κῆρυξ . σίφωνι λεπτῶι τοὐπίθημα τετρήνας . στάζουσιν ὥσπερ ἐκτροπήϊον σάκκος . κἄλειφα ῥόδινον ἡδὺ | ||
| ὅτῳ ἐγεύοντο , Ἱππῶναξ εἴρηκεν , σίφωνι λεπτῷ τὸ ἐπίθημα τετρήνας , σιφωνίζειν δ ' Ἀριστοφάνης . καὶ ἀπὸ μὲν |
| παιᾶνας ᾖδον εἰς τιμὴν τῶν περὶ Θυρέας ἀποθανόντων Σπαρτιατῶν . γαμικὰ μέλη : τὰ ἐπὶ τοῖς γάμοις λεγόμενα ὑμνικά . | ||
| καὶ ἐγένετο ἡ Λακεδαίμων τοσαύτη κατὰ πόλεμον , ἐπειδὴ τὰ γαμικὰ αὐτοῖς ὧδε ἔπραττεν . Ἐπειδὴ τοίνυν ἐκ γονῆς ἀνθρώπου |
| δὲ ἑβδόμῃ καὶ δεκάτῃ ἡμέρᾳ μετὰ τὴν εἰσβολὴν εἰς Ἔφεσον ἀπέπλευσε , καὶ τοὺς μὲν ὁπλίτας πρὸς τὸν Κορησσὸν ἀποβιβάσας | ||
| αὐτὸν τὸ Ταυρομένιον . μετὰ δὲ τὰς συνθήκας Μάγων μὲν ἀπέπλευσε , Διονύσιος δὲ παραλαβὼν τὸ Ταυρομένιον τοὺς μὲν πλείστους |
| στάδιον , | ἦρχον δ ' Ἀθήνησι Εὐθύκριτος | Ἡγήμων Χρέμης Ἀντικλῆς . ἐν | ταύτηι τῆι ὀλυμπιάδι ἐπὶ | | ||
| διχῶς δὲ τοὔνομα ἐκφωνητέον : βαρυτόνως μὲν Θάλης , ὡς Χρέμης , οὗ ἡ γενικὴ Θάλητος , ἔτι δὲ καὶ |
| , τὸ κοιμῶμαι , κέων ἡ μετοχή : † ὦρσο κέων , ὦ ξεῖνε , πλεονασμῷ τοῦ α . . | ||
| ὀξύτης . ἢ παρὰ τὸ κέω , τὸ κοιμῶμαι , κέων ἡ μετοχή : † ὦρσο κέων , ὦ ξεῖνε |
| εἴρηται καλῶς καὶ ἁρμοδίως , ὡς οὐ δεῖ μήτ ' ἄξεινον εἶναι μήτε πολύξεινον οὕτω καὶ ἐπὶ τῶν φίλων εἰκός | ||
| ἄξεινον καλέεσθαι : τὸ μὲν μήτε πολύξεινον εἶναι μήτ ' ἄξεινον ὅρον ἐπιτίθησι μετὰ τὰς φιλικὰς παραινέσεις ταῖς περὶ τοὺς |
| Μυλλίας , Ἀντιμέδων , Ἀγέας , Λεόφρων , Ἀγύλος , Ὀνάτας , Ἱπποσθένης , Κλεόφρων , Ἀλκμαίων , Δαμοκλῆς , | ||
| ] , ὡς Πυθαγόραι Κύλων [ . . ] καὶ Ὀνάτας [ ] . . . . . ὅτι μὲν |
| καὶ σμαρίδας . Ἐπαίνετος δ ' ἐν Ὀψαρτυτικῷ φησι : σμαρίδα , ἣν ἔνιοι καλοῦσι κυνὸς εὐνάν . τοὺς μεγάλους | ||
| , κἂν μέγα ὑπάρχῃ . ἁλιεὺς τὸ δίκτυον καθεὶς ἀνήνεγκε σμαρίδα . σμικρὰ δὲ οὖσα ἱκέτευεν αὐτὸν πρὸς τὸ παρὸν |
| ἀκίνητον νοεῖσθαι . [ , . ] ἐν δὲ τῶι Πειρίθωι δράματι ὁ αὐτὸς καὶ τάδε τραγωιδεῖ : σὲ . | ||
| καὶ δεδεμένωι αἰδοῦς ἀχαλκεύτοισιν ἔζευκται πέδαις . . , Εὐριπίδου Πειρίθωι : ὁ πρῶτος εἰπὼν οὐκ ἀγυμνάστωι φρενί ἔρριψεν , |
| ὅρκοις θεῶν : ἀντὶ τοῦ : εἰ ἐλήφθην [ καὶ εὑρέθην ] ἀπεριφύλακτος εἰς τὴν κατὰ σοῦ κόλασιν . τὸ | ||
| τιμᾶν , εἴ τις ἐξελέγξειεν . ἐγὼ τοίνυν ὁ ἐλέγχων εὑρέθην αὐτὸν τὸν φεύγοντα μάρτυρα καθ ' αὑτοῦ λαβών . |
| εἰσιόντες , ἐπᾴδουσιν ὥραν σχεδόν τι πρὸ τοῦ πυρὸς τὴν δέσμην τῶν ῥάβδων ἔχοντες , τιάρας περικείμενοι πιλωτὰς καθεικυίας ἑκατέρωθεν | ||
| τὴν λαμπάδα , οἳ δὲ τὴν ἔκ τινων ξύλων τετμημένων δέσμην . Μένανδρος Ἀνεψιοῖς : ὁ φανός ἐστι μεστὸς ὕδατος |
| γνάθοις Τρίτωνος ἠμάλαψε κάρχαρος κύων . ἔμπνους δὲ δαιτρὸς ἡπάτων φλοιδούμενος τινθῷ λέβητος ἀφλόγοις ἐπ ' ἐσχάραις σμήριγγας ἐστάλαξε κωδείας | ||
| ἠμάλαψεκατέπιεν . × τὸ δὲ κάρχαρος σημαίνει τὸν τραχύν . φλοιδούμενος φλογιζόμενος ἠμάλαψεν ἔκρυψεν , κυρίως δὲ τὸ ἐθέρισεν . |
| σεσημείωται τὸ γῆρας διὰ τοῦ η γραφόμενον . Τὰ εἰς ωρ οὐδέτερα μονογενῆ διὰ τοῦ ω μεγάλου γράφονται : οἷον | ||
| ε κλίνεται . Ὁ Νέστωρ τοῦ Νέστορος . Τὰ εἰς ωρ ὀξύτονα , εἴτε μονοσύλλαβα εἴτε ὑπὲρ μίαν συλλαβήν , |
| σᾶμα κινύρατο Μέμνονος ὄρνις , ὅσσον ἀποφθιμένοιο κατωδύραντο Βίωνος ἄρχετε Σικελικαί , τῶ πένθεος ἄρχετε , Μοῖσαι ἀδονίδες πᾶσαί τε | ||
| ἐρεῖσαι τὸ στόμα δειμαίνοι μὴ δεύτερα σεῖο φέρηται . ἄρχετε Σικελικαί , τῶ πένθεος ἄρχετε , Μοῖσαι . κλαίει καὶ |
| : τὸ γοῦν μεθέηκεν Ἰακὸν καὶ παλαιόν . μελάγχρως καὶ μελαγχρής : ἀμφότερα Ἀττικά , μᾶλλον δὲ διὰ τοῦ η | ||
| ἐφετίνδα ἡμίλουτοι θεόθυτα θηλάστριαν ἰωνόκυσος καλαμώμενον κύαθος λαυροστάται λεπάσται μάσμα μελαγχρής μεσόκοπον μετεκβολή μηνυτήν μικρολογήσομαι μίξοφρυν μναρόν οἰνωμένοι ὅμαιμος παναγάθη |
| δοκεῖ ὥσπερ τὸν οἶνον τοῦ θέρους καθεικέναι . Δίφιλος : ψῦξον τὸν οἶνον , Δωρίων . Πρωταγορίδης περὶ ἐπιτεχνήσεως ψυχρῶν | ||
| δύο δραχμῶν καὶ λαγωοῦ πυτίας δύο δραχμῶν καὶ τοῦτο λειάνας ψῦξον καὶ ἀπ ' αὐτοῦ δραχμῆς τὸ βάρος κόψας δὸς |
| , τί ὑπὲρ ἡμῶν φροντίζεις , τί δι ' ἡμᾶς ἀγρυπνεῖς , τί λύχνον ἅπτεις , τί ἐπανίστασαι , τί | ||
| τίνεις δίκας ὧν ἠμέλησας [ φιλοσοφίας ] : τρέμεις , ἀγρυπνεῖς , μετὰ πάντων βουλεύῃ : κἂν μὴ πᾶσιν ἀρέσκειν |
| βλέννος λέγεται : ἔστιν ἰχθὺς παραπλήσιος κωβίῳ . Ἐπίχαρμος δὲ βαίονας , εἴρηται . . . . βεμβράς : εἶδος | ||
| βλέννος λέγεται : ἔστιν ἰχθὺς παραπλήσιος κωβίῳ . Ἐπίχαρμος δὲ βαίονας , εἴρηται . . . . βεμβράς : εἶδος |
| ἀνέξω , ὁ δεύτερος ἀόριστος ἀνέχον , πλεονασμῷ τοῦ σ ἀνέσχον : ὁ μέσος δεύτερος ἀόριστος ἀνεσχόμην ἀνέσχου ἀνέσχετο ἀνασχέσθαι | ||
| ἔπειτα τὸ σημεῖόν τε τοῦ πυρός , ὡς εἴρητο , ἀνέσχον , καὶ διὰ τῶν κατὰ τὴν ἀγορὰν πυλῶν τοὺς |
| ' ἐπόρουσε καὶ ἔσπασε : τὴν δὲ χανοῦσαν ἔγνω καὶ μήλειον ἄφαρ κύρτωσεν ἀϋτμῇ ἔγκατον ἐμπνείων : τὸ δ ' | ||
| γέ ς ' , ἢν θέληις , ὅλον πίθον . μήλειον ἢ βόειον ἢ μεμειγμένον ; ὃν ἂν θέληις σύ |
| ὠνούμενοι . Γ πημανεῖται ] βλάψει , λυπήσει , ὦ Δικαιόπολι . Γ ἐξομόρξεται : ἐναποψήσεται , ἐναπομάξει . ὡς | ||
| . Κλάων μεγαριεῖς . Οὐκ ἀφήσεις τὸν σάκον ; Δικαιόπολι Δικαιόπολι , φαντάδδομαι . Ὑπὸ τοῦ ; Τίς ὁ φαίνων |
| , αὐτὸς σὺ ἕξεις καὶ ἄλλῳ δεικνύναι αὐτῶν ἕκαστον . Τοσαῦτ ' εἰπὼν δεξιάν τε λαβὼν τοῦ Γωβρύα καὶ ἀναστὰς | ||
| σιγῇ παρελθεῖν ὥστε μηδ ' ἐν κεφαλαίῳ μνησθῆναί τινων . Τοσαῦτ ' οὖν ἀπόχρη προσθεῖσιν ὅτι φησὶ Φιλόχορος πορθουμένης τῆς |
| Αἰγυπτίοις ἐκλήθη διὰ τὴν ἰατρικήν . Οὗτος καὶ τὴν διὰ ξεστῶν λίθων οἰκοδομὴν εὕρατο , ἀλλὰ καὶ γραφῆς ἐπεμελήθη . | ||
| πίνακα πτυκτόν : καὶ Ἀριστοφάνης δὲ ἐν Θεσμοφοριαζούσαις ἔφη πινάκων ξεστῶν δέξασθε σμίλης ὁλκούς , κήρυκας ἐμῶν μόχθων . καὶ |
| Ἀρχέστρατός φησιν : εἶτα λαβεῖν ψῆτταν μεγάλην τήν θ ' ὑπότρηχυν βούγλωσσον . τῶν δὲ βουγλώσσων διαλλάττοντές εἰσιν οἱ κυνόγλωσσοι | ||
| δ ' ἀκόλαστος . εἶτα λαβεῖν ψῆτταν μεγάλην καὶ τὴν ὑπότρηχυν βούγλωσσον , ταύτην δὲ θέρευς περὶ Χαλκίδα κεδνήν . |
| περίκυκλον . ἀμφιπεδήσας : περιγράψας , δεσμεύσας , περιδεσμήσας , δεσμήσας καὶ στήσας αὐτήν φησι διὰ τὸ μὴ ἐπηρεάζειν τῇ | ||
| Εὐμάρας ἐκάθηρεν : ὅτε δὲ ὁ Εὐμάρας ὁ σὸς δεσπότης δεσμήσας σε ἐμαστίγωσεν , ἀκριβῶς ἐπίσταμαι . γράφεται ὅκα μάν |
| καθ ' ὃν καιρὸν εἰς εὐμεγέθη λεκάνην ἐγκαθίζει ἡ κάμνουσα λουομένη ἢ καταβαίνει εἰς τὴν ἔμβασιν , σπόγγους πλατεῖς καὶ | ||
| ἐν ὕδατι βιοῦντες ὕδωρ ἢ χειμῶνας σημαίνουσι . Καὶ φρύνη λουομένη καὶ βάτραχοι μᾶλλον ᾄδοντες σημαίνουσιν ὕδωρ . Καὶ ἡ |
| “ ξεῖν ' , ἐπεὶ ἂρ δὴ ἔπειτα πόλινδ ' ἴμεναι μενεαίνεις σήμερον , ὡς ἐπέτελλεν ἄναξ ἐμός : ἦ | ||
| δ ' ἄρα θυμὸν ἐδητύος ἠδὲ ποτῆτος βῆ ῥ ' ἴμεναι μεθ ' ὕας , λίπε δ ' ἕρκεά τε |
| φησί : δέσποινα Ἑκάτη τριοδῖτι , τρίμορφε , τριπρόσωπε , τρίγλαις κηλευμένα . ἐὰν δ ' ἐναποπνιγῇ τρίγλα ζῶσα ἐν | ||
| ; δέσποιν ' Ἑκάτη τριοδῖτι , τρίμορφε , τριπρόσωπε , τρίγλαις κηλευμένα . Δέσποιν ' Ἑκάτη τριοδῖτι , τρίμορφε , |
| ἔγημε Γλαύκην τὴν θυγατέρα Κρέοντος τοῦ βασιλέως τῶν Κορινθίων . λάληθρον τὴν Ἀργὼ λέγει ὅτι ἡ τρόπις αὐτῆς ἐκ τῆς | ||
| κεραΐδα , τὴν γνωτοφόντιν καὶ τέκνων ἀλάστορα , εἰς τὴν λάληθρον κίσσαν ἡρματίξατο , φθογγὴν ἑδώλων Χαονιτικῶν ἄπο βροτησίαν ἱεῖσαν |
| ἐν μίμοις ἀνδρείοις βότιν καλεῖ τινα ἰχθὺν ἐν τούτοις : κέστραι βότιν κάπτουσαι : καὶ μήποτε βοτάνην τινὰ λέγει . | ||
| . λιχνοτέρα τᾶν πορφυρᾶν . καταπυγοτέραν τ ' ἀλφηστᾶν . κέστραι βότιν κάπτουσαι . τριγόλαι ὀμφαλοτόμωι . τριγόλαν τὸν εὐδιαῖον |
| μόνος ψυκτῆρα , κύαθον , κυμβία , ῥυτὰ τέτταρα , ἡδυποτίδας τρεῖς , ἠθμὸν ἀργυροῦν . Κρατῆρες , κάδοι , | ||
| Κρατῖνος δ ' ὁ νεώτερός φησι : παρ ' Ἀρχεφῶντος ἡδυποτίδας δώδεκα . ΗΡΑΚΛΕΙΟΝ . Πείσανδρος ἐν δευτέρῳ Ἡρακλείας τὸ |
| τάδε τὰ χορεύματα ; τίς ὕβρις ἔμολεν ἐπὶ Διονυσιάδα πολυπάταγα θυμέλαν ; ἐμὸς ἐμὸς ὁ Βρόμιος : ἐμὲ δεῖ παταγεῖν | ||
| τάδε τὰ χορεύματα ; τίς ὕβρις ἔμολεν ἐπὶ Διονυσιάδα πολυπάταγα θυμέλαν ; ἐμὸς ἐμὸς ὁ Βρόμιος : ἐμὲ δεῖ κελαδεῖν |
| . . νηὶ δ ' ἐνὶ πρύμνῃ ἔναρα βροτόεντα Δόλωνος θῆκ ' Ὀδυσεύς , ὄφρ ' ἱρὸν ἑτοιμασσαίατ ' Ἀθήνῃ | ||
| ! , τῶι δὲ γλαυκῶπις Ἀθήνη Ἀμφιτρυωνιάδηι ] ? ? θῆκ ' εὐσχεθὲς ἐν παλάμηισι [ τόξον , καί οἱ |
| παρὰ μέλλοντα ἢ ἐνεστῶτα περισπώμενον ὑπὲρ μίαν συλλαβὴν διὰ τοῦ ειω γινόμενα παράγωγα , διὰ τῆς ει διφθόγγου γράφονται : | ||
| ον [ . . . . . [ ] ! ειω ! [ [ ] μη ! [ ] ! |
| ἄλλο . ἀριστολοχίας δι ' ὑδρομέλιτος πότιζε . ἄλλο . κιχωρίου χυλοῦ κυάθους δʹ . δὸς πιεῖν καὶ ἰαθήσεται . | ||
| διπλώματι μετὰ ῥοδίνου τήξαϲ μίγνυε χυλὸν ἀρνογλώϲϲου ἢ ϲέρεωϲ ἢ κιχωρίου ἢ ἰντύβου . ἢ τούτῳ χρῶ : ϲτέατοϲ χηνείου |
| ἔφθειρε , συνουσιάζετο , ἐσυνουσίαζε . , ἐμόλυνε . τὴν Κανάκην ὁ Μακαρεύς . σημειοῦται τὸν Εὐριπίδου Αἰόλον , διότι | ||
| ⌈ Κανάκην τὴν ἀδελφὴν αὐτοῦ . [ τὴν ἀδελφὴν αὐτοῦ Κανάκην . ] ἐπεὶ ⌈ δὲ . . . ἐξῆν |
| καὶ καταιονοῦντεϲ τὴν κεφαλήν : ὁμοίωϲ δὲ καὶ ἐπὶ τῶν ἐψυγμένων μέροϲ τι τοῦ ϲώματοϲ . Νάρδου ϲτάχυϲ . Θερμαίνει | ||
| , ἐπὶ θερμοσποδιᾷ ὑποκάπνιζε , τὴν δὲ ἄσφαλτον ἐπὶ τῶν ἐψυγμένων : καὶ ἔνιε μὲν μετὰ χυλοῦ πτισάνης , καὶ |
| ἐκάλεσσε Ποσειδᾶν ' εὐρυβίαν , ὃν πρόγονον , καὶ τοξοφόρον Δάλου θεοδˈμάτας σκοπόν , αἰτέων λαοτˈρόφον τιμάν τιν ' ἑᾷ | ||
| [ ] ! φόρμιγγι ? ? [ Φοίβωι ] : Δάλου ? [ ] ε μεσόχθονος ? ? [ [ |