καθορῶντες ἀεὶ τοῖς λογισμοῖς αὑτῶν τεθήπασι : καὶ τοὺς μὲν τιμητικῶς ἔχοντας ἀλλοφύλους αὐτῶν οὐχ ἧττον τῶν ἰδίων ἀποδέχονται πολιτῶν
τὸ γένος ἡμῶν εὐεργεσίας : μελετήσαντες γὰρ εὐχαριστητικῶς ἔχειν καὶ τιμητικῶς αὐτοῦ καθαρεύσομεν ἀδικημάτων ἐκνιψάμενοι τὰ καταρρυπαίνοντα τὸν βίον ἔν
6900823 μοθωνας
εἶδος . ἔλεγον δὲ καὶ τοὺς φορτικοὺς καὶ πανουργίᾳ προσφερομένους μόθωνας . οὔτοι μὰ τὴν Δήμητρα : πάτριος τῶν Ἀθηναίων
. . μόθων : Λάκωνες τοὺς παρατρεφομένους τοῖς ἐλευθέροις παῖδας μόθωνας καλοῦσιν . 〚 ἢ ἀντὶ τοῦ ἀνόητος . ἄλλοι
6505402 φειδωλους
μέγα τι συμβάλλεται τοῖς κεκτημένοις , ἀλλὰ τοὐναντίον γλίσχρους καὶ φειδωλοὺς ὡς τὸ πολὺ μᾶλλον τῆς πενίας ἀποτελεῖν πέφυκεν .
' ἄν τε μή . φησί που Εὔβουλος : τὰς φειδωλοὺς κερμάτων παλευτρίας , πώλους Κύπριδος ἐξησκημένας γυμνὰς ἐφεξῆς ἐπικαίρους
6416183 πωγωνας
καὶ τὰς ὀφρῦς ἐπάραντες καὶ τὰ μέτωπα ῥυτιδώσαντες καὶ τοὺς πώγωνας ἐπισπασάμενοι περιέρχονται ἐπιπλάστῳ σχήματι κατάπτυστα ἤθη περιστέλλοντες , ἐμφερεῖς
ἂν ἐμὲ μὲν ἐθαύμαζες , τὼς δὲ ἔχοντας βαθεῖς τὼς πώγωνας καὶ τὼς σκίπωνας ἐγέλασας τᾶς ἀλαζονείας , ῥυπῶντάς τε
6412679 κροτειν
αὐτὸν ᾖδε τοὺς ἀλεκτρυόνας μιμούμενος τοὺς νενικηκότας , οἱ δὲ κροτεῖν τοῖς ἀγκῶσιν αὐτὸν ἠξίουν ἀντὶ πτερύγων τὰς πλευράς .
κτυπῶ καὶ ἠχῶ . Ἀριστοφάνης τὸ τοῖς ποσὶ σκιρτᾶν καὶ κροτεῖν . . . . . , : Κροαίνειν φησὶν
6329172 πειθηνιους
πίνειν διδόασι . τάχα δ ' ἂν καὶ ὑμεῖς ἑαυτοὺς πειθηνίους μᾶλλον παράσχοιτε μεθ ' ἡδονῆς θεραπεύοντι τῷ λόγῳ ,
τούτοις , ὅτι διὰ τὸ ἀλλόκοτον καὶ τὸ ξενοπρεπές καὶ πειθηνίους ἴσχουσιν τοὺς ἀρρώστους . ἵνα οὖν μὴ ὦσιν αὐτοῖς
6327489 ὀρεινους
ἀγκυλομήτεω . . . . , . ἀγμούς : τοὺς ὀρεινοὺς καὶ κρημνώδεις τόπους . . . . , .
Ἀρμενίας πλησίον Γουρανίων καὶ Μήδων , θηριώδεις ἀνθρώπους καὶ ἀπειθεῖς ὀρεινοὺς περισκυθιστάς τε καὶ ἀποκεφαλιστάς : τοῦτο γὰρ δηλοῦσιν οἱ
6305179 Σωσικρατει
μὲν Ἐπιμενίδῃ τῷ θεολόγῳ προσσχόντες , ἃ δὲ Δωσιάδῃ καὶ Σωσικράτει καὶ Λαοσθενίδᾳ . . . . . : [
Ἰταλίας . ἀμφίας δ ' οἶνος ὁ φαῦλος καλεῖται παρὰ Σωσικράτει . ἐχρῶντο δ ' οἱ ἀρχαῖοι καὶ πόματί τινι
6297582 κρεσσονας
σπείρῃς τε βάλωνται . ἄνδρας δ ' ἀγρευτῆρας ὁμῶς καὶ κρέσσονας ἰχθῦς ῥηϊδίως ἀπάτῃσι παραπλάγξαντες ἄλυξαν . ἀλλ ' ὅτε
γίνου καὶ ἀσφαλής . . . χάριτας δέχεσθαι χρεὼν προσκοπευόμενον κρέσσονας αὐτῶν ἀμοιβὰς ἀποδοῦναι . . χαριζόμενος προσκέπτεο τὸν λαμβάνοντα
6278513 ταλαιπωριῃσιν
τοῖσιν αὐτοῖσιν ἰῆσθαι καὶ φαρμάκοισι καὶ βρωτοῖσι καὶ πότοισι καὶ ταλαιπωρίῃσιν , οἷσιν ἂν καὶ τοὺς πρόσθεν , καὶ ἤν
καὶ τὰ πρόσθεν , φαρμάκοισι καὶ ποτοῖσι καὶ βρωτοῖσι καὶ ταλαιπωρίῃσιν : οἶνον δὲ πινέτω μέλανᾳ αὐστηρόν . Ἢν δέ
6276464 ὑφαντας
ὑποκριτάς , σωματεμπόρους , ὀργανοποιούς , χορδοστρόφους , ὀρχηστάς , ὑφάντας , κηροπλάστας , ζωγράφους : κἂν μὲν ὁ τοῦ
μάντεις , θύτας , ὀρνεοσκόπους , ὀνειροκρίτας , πλοκεῖς , ὑφάντας , μεθοδικοὺς καὶ τοὺς ἐπὶ πολεμικῶν ἢ στρατηγικῶν ἔργων
6267328 ἀναμιγνυναι
Ἀθήναις . Γῇ οὐρανὸν συνάπτειν , καί , Γῇ θάλασσαν ἀναμιγνύναι : ἐπὶ τῶν σφόδρα ὀργιζομένων ἀμφότερα . Γάλα ὀρνίθων
τέχνης ἔργον : ἐπιτηδεύσει γὰρ ἄνθρωποι τὰ ἡδέα τοῖς ἀναγκαίοις ἀναμιγνύναι σπεύδοντες τὸ αὐστηρὸν τῇ φύσει προσηνὲς τέχνῃ κατεσκεύασαν .
6253070 ἀνυποστολως
ἐρῶ , λέξω . . , εἴπω . ἐλευθέρως ] ἀνυποστόλως , πεπαρρησιασμένως . , ἁπλῶς , ἀφόβως , μετὰ
περιφανῶς , γνωρίμως , σαφῶς , πεφασμένως , ἀπαρακαλύπτως , ἀνυποστόλως , πολυθρυλήτως τεθρυλημένως : σκληρὸν γὰρ τὸ ἐληλεγμένως ,
6231576 κενουϲι
ἀλλὰ καὶ ὅϲοι διὰ κεράτων τῷ ϲτόματι μυζῶντεϲ ἕλκουϲι , κενοῦϲι μὲν ἧττον , οὐ ξηραίνουϲι δὲ καθάπερ αἱ μετὰ
ὅϲον κοχλιάριον : βέλτιον δὲ καὶ τοῖϲ ἐφ ' ἡμέραν κενοῦϲι πρᾴωϲ ὑπάγειν τὴν γαϲτέρα : μελάνων δὲ ἀγωγά ἐϲτιν
6225536 ἐπηκολουθησαμεν
λέγωμεν . Τοῖς γὰρ τὰ πιθανώτερα λέγουσι καὶ μάλιστα πιστευομένοις ἐπηκολουθήσαμεν , ἃ μὲν Ἐπιμενίδῃ τῷ θεολόγῳ προσσχόντες , ἃ
λέγωμεν : τοῖς γὰρ τὰ πιθανώτερα λέγουσι καὶ μάλιστα πιστευομένοις ἐπηκολουθήσαμεν , ἃ μὲν Ἐπιμενίδῃ τῷ θεολόγῳ προσ - σχόντες
6219544 ἐπιτριβειν
τὴν μύλην , περιάγειν περιφέρειν περιελαύνειν , ἀλεῖν τοὺς πυροὺς ἐπιτρίβειν , λεαίνειν , ἐρείκειν κατερείκειν : Ἀριστοφάνης γὰρ ἐν
ἢ ἄλλου τινός , εἶπε “ δικῶν ” διὰ τὸ ἐπιτρίβειν αὐτὸν τὰ πάντα δικάζοντα καὶ συκοφαντοῦντα . φαίνειν ὑπευθύνους
6211217 προβαλλουσιν
προαχθείη . παρὰ δ ' Ὁμήρῳ ἐν τῷ Μενελάου συμποσίῳ προβάλλουσιν ἀλλήλοις ὥσπερ ἐν διατριβῇ ζητήματα καὶ πολιτικῶς ὁμιλοῦντες τέρπουσιν
βίον καταστρέψαντας ὡς καλοὺς καὶ ἀγαθοὺς καὶ ἀρετῆς μετειληχότας γυψὶ προβάλλουσιν , ἱερὸν τὸ ζῷον εἶναι πεπιστευκότες . Ῥωμύλος δὲ
6210889 μελετωντος
αὐλητής , ἐπιβαλλομένου τινὸς τῶν μαθητῶν αὐλεῖν μέγα καὶ τοῦτο μελετῶντος , πατάξας εἶπεν οὐκ ἐν τῷ μεγάλῳ τὸ εὖ
πάρδαλιν πηδᾷ καὶ δένδρον ἢν γένηται , κομᾷ . „ μελετῶντος δὲ αὐτοῦ χαρακτῆρα ποιώμεθα τοὺς νησιώτας τοὺς τὰ γένη
6199371 ἡδυτατον
λειωθέντα , ὥστε χυλωθῆναι τὸν ζωμὸν καὶ παχυνθῆναι χαλικρότερον ] ἡδύτατον χαλικρὸν ποτόν : ἤγουν πῶμα κενωτικόν , ἡνίκα καταθρυφθείῃ
ἐξάγιον τῶν ἄρτων ποιεῖσθαι . λγʹ . πῶς ἔστιν ἄρτον ἡδύτατον καὶ δίχα ζύμης ποιῆσαι . λδʹ . περὶ πτισανῶν
6194291 Ἑορτην
Διόνυσος πολλοὶ μαρτυροῦσι κωμικοί . ὅ τ ' Ἀδωνιασμός : Ἑορτὴν γὰρ ἐπετέλουν τῷ Ἀδώνιδι αἱ γυναῖκες καὶ κήπους τινὰς
οὕτως ἐς ἀνθρώπους παρῆλθεν , ὡς ὁ Τυρίων λόγος . Ἑορτὴν δὲ ἄγουσιν ἐκείνην τὴν ἡμέραν ἐκείνῳ τῷ θεῷ .
6177596 Πυθαγοριστῃ
πλάττειν δὲ Τελαμών : τοὺς καλοὺς πειρᾶν καπνός . κἀν Πυθαγοριστῇ δέ φησι : πρὸς μὲν τὸ πεινῆν ἐσθίειν τε
ἅπαντα ταῦτ ' ἐστὶν δραχμῆς . Ἀριστοφῶν δ ' ἐν Πυθαγοριστῇ : πρὸς τῶν θεῶν , οἰόμεθα τοὺς πάλαι ποτὲ
6158858 ἀνιεντας
δύναμιν κατὰ τὰς ὥρας τοῦ ἔτους , ἐπιτείναντάς τε καὶ ἀνιέντας τὴν κρᾶσιν αὐτῶν : χαλεπὴ δὲ γίνεται μῖξις ,
συμμάχοις δουλείαν ἐπάγοντας . ʃ τὸ ἐπαγομένους ἀντίκειται μὲν τῷ ἀνιέντας , μετῆκται δὲ ἀμφότερα ἀπὸ τῶν τοὺς δεσμοὺς ἀνιέντων
6155895 εὐωχουμενους
ἡδομένους , πενθοῦντας , γελῶντας , πολεμοῦντας , ὀργιζομένους , εὐωχουμένους , πλέοντας : ὥστε ἔγωγε εἰς τὰς Ὁμήρου φωνὰς
ἐν θρόνοις χρυσοῖς καθημένους καὶ οἰκίας μεγάλας οἰκοῦντας καὶ πολυτελῶς εὐωχουμένους . καὶ γὰρ δὴ τοῦτον εἰκός ἐστι πᾶσαν ἀρχὴν
6134591 ἐπιταξιν
εἰ γυναῖκες ἀνδρῶν ἐκράτησαν . διὸ καὶ τὴν τοῦ δαιμονίου ἐπίταξίν φησιν εἰληφέναι . αὐταῖς ληιάδεσσιν : λείπει ἡ σὺν
εἰ γυναῖκες ἀνδρῶν ἐκράτησαν . διὸ καὶ τὴν τοῦ δαιμονίου ἐπίταξίν φησιν εἰληφέναι . αὐταῖς ληιάδεσσιν : λείπει ἡ σὺν
6129263 προνοουντας
τῳ ἄλλῳ προειδομένους αὐτῶν : ἤτοι προγνόντας τὰ πράγματα ἢ προνοοῦντας ἑαυτῶν , ἵνα ὁ νοῦς ᾖ τοιοῦτος , συμβῶμεν
ὅτι σοι τὸ κεφάλαιόν ἐστι τοῦ λόγου ἐπιδεῖξαι οὐδενὸς ἡμᾶς προνοοῦντας τῶν ἀνθρωπίνων . Οὐκ ἐμὸν τοῦτο , ἀλλὰ σὺ
6118602 ἀχαριστους
καὶ μὴ διδόντας ἰσχυρῶς εὐθύνων καὶ κολάζων . / τοὺς ἀχαρίστους οἴονται καὶ γὰρ πρὸς τὴν πατρίδα / καὶ πρὸς
καὶ τρία γὰρ τὰ μέγιστα ὀνείδη κτᾶται , φθονεροὺς ἀπίστους ἀχαρίστους εἶναι δοκεῖν . [ , ] τὸ μὲν οὖν
6109977 συναγωνισασθαι
: ἡ δὲ τοῦτο εὐτυχήσασα παρεκάλει τοὺς ἥρωας τοῖς παισὶ συναγωνίσασθαι . ἄλλως . τὰ Νέμεά φασιν ἄγεσθαι ἐπὶ Ὀφέλτῃ
ἐρευνῆσαι καὶ ἐνέδρας παρασκευάσαι καὶ τὸ ὅλον προαγωνίσασθαί τε καὶ συναγωνίσασθαι : πολλὰ γὰρ δι ' ὀξύτητα καὶ μεγάλα κατεργάζονται
6107581 πιστευομενοις
ὁμολογούμενα λέγωμεν : τοῖς γὰρ τὰ πιθανώτερα λέγουσι καὶ μάλιστα πιστευομένοις ἐπηκολουθήσαμεν , ἃ μὲν Ἐπιμενίδηι τῶι θεολόγωι προσσχόντες ,
ὁμολογούμενα λέγωμεν : τοῖς γὰρ τὰ πιθανώτερα λέγουσι καὶ μάλιστα πιστευομένοις ἐπηκολουθήσαμεν , ἃ μὲν Ἐπιμενίδῃ τῷ θεολόγῳ προσ -
6079549 παιδαγωγοις
, πρῶτον μέν , τροφῶν καὶ μητέρων ὅταν ἀπαλλάττηται , παιδαγωγοῖς παιδίας καὶ νηπιότητος χάριν , ἔτι δ ' αὖ
ὀνομάτων καὶ ἀποθλίψεις καὶ ῥήματα ἀποσμιλεύειν καὶ μειράκια ἀποτυμπανίζειν καὶ παιδαγωγοῖς ἀθλίοις χαλεπὸν εἶναι καὶ ἐπὶ ταύτῃ τῇ ἐξουσίᾳ ὑψηλὸν
6078450 Πευκεδανου
ἐστι καὶ τῆς τρίτης τάξεως τῶν θερμαινόντων καὶ ξηραινόντων . Πευκεδάνου ἡ ῥίζα καὶ ὁ ὀπὸς καὶ ὁ χυλὸς τῆς
πάντα , ὡϲ γλοιῶδεϲ γενέϲθαι , ἕψε ἕωϲ ἀμολύντου . Πευκεδάνου ῥίζηϲ , Ἀϲϲίου λίθου ἄνθουϲ , εἰ δὲ μὴ
6077705 κυνειν
πλεονεξίαν χωρεῖ τἀνθρώπου . καὶ ὅπου λέγει , προσ - κυνεῖν τοὺς ὑβρίζοντας ὥσπερ ἐν τοῖς βαρβάροις , οὐκ ἀμύνεσθαι
διὸ οὐδεὶς τρέφει . ἴδιον δὲ λέγει τῆς περιστερᾶς τὸ κυνεῖν αὐτὰς ὅταν μέλλωσιν ἀναβαίνειν ἢ οὐκ ἀνέχεσθαι τὰς θηλείας
6070470 Νοσηματα
αὐχμοὶ τῶν ἐπομβριῶν εἰσιν ὑγιεινότεροι , καὶ ἧσσον θανατώδεες . Νοσήματα δὲ ἐν μὲν τῇσιν ἐπομβρίῃσιν ὡς τὰ πολλὰ γίνεται
τὰ δὲ μακρόβια καὶ βραχύβια διὰ τῶν εἰρημένων θεωρητέον . Νοσήματα δὲ τοῖς μὲν ἀγρίοις οὔ φασι ξυμβαίνειν ὑφ '
6065394 θαυμαστοις
, ὅπως μήποτ ' ἂν ἄψυχα ὄντα οὕτως εἰς ἀκρίβειαν θαυμαστοῖς λογισμοῖς ἂν ἐχρῆτο , νοῦν μὴ κεκτημένα : καί
αὐτὸν , ἥ τε τῶν Μαγνήτων ἐπιχώριος , ἁρμοζομένη τοῖς θαυμαστοῖς μέλεσι , καὶ ἡ παρὰ Χείρωνι παρ - δαλέα
6064370 ὀδυρομενους
φάλαγγα μὴ προσήκουσαν ἀτίμους συστρατευομένους ἐσχήκασι : καὶ τὴν αὐτὴν ὀδυρομένους τῷ πένητι συμφορὰν , κοινωνοὺς αὐτοὺς τῶν κατορθωμάτων ἐπέδειξαν
μηδὲν μελλήσασαι προσάγουσι πέρας τῷ βίῳ , κἂν ἴδωσι παῖδας ὀδυρομένους κύκλῳ τοῦ κάμνοντος κἂν μητέρα γραῦν κοπτομένην κἂν πατέρα
6063828 προτερημασι
ἀγών , ἀνδρῶν τιμίων καὶ τοῖς εἴδεσι καὶ τοῖς ψυχικοῖς προτερήμασι , καὶ περὶ τῆς λοιπῆς πόλεως , ἧς οὐδὲν
καὶ πεντήκοντα τοῖς μεγέθεσι καὶ ταῖς ἀλκαῖς καὶ τοῖς ἄλλοις προτερήμασι θαυμαζομένους , οὓς ἔφασαν ταῖς τίγρεσιν ἐπιμεμῖχθαι . βουλόμενος
6062403 κατηκοους
, οὓς βασιλεὺς Αὔγουστος δουλείας ἀφῆκε Λακεδαιμονίων τῶν ἐν Σπάρτῃ κατηκόους ὄντας . θαλάσσῃ μὲν δὴ πλὴν τοῦ Κορινθίων ἰσθμοῦ
ἔφη . Οὐκοῦν , ἔφη , τὸ μὲν τοὺς ἀρχομένους κατηκόους τε καὶ εὐπειθεῖς ἑαυτοῖς παρασκευάζειν ἀμφοτέρων ἐστὶν ἔργον ;
6060921 περδιξι
' ἀνηλεῶς ἔφη πρὸς ταύτην τάδε : Σὺ δὴ ταῖς πέρδιξι προσαγγεῖλαι θέλεις εἰς χεῖρας ἐμάς τινα μὴ πλησιάσαι .
ἄρα ζῷον ἦν καὶ ὁ χηναλώπηξ , καὶ ταὐτὰ τοῖς πέρδιξι δρᾷ . καὶ γὰρ οὗτος πρὸ τῶν νεοττῶν ἑαυτὸν
6055479 συριζειν
. Τρέφεται μὲν ὑπὸ Νυμφῶν , παιδεύεται δὲ ὑπὸ Μουσῶν συρίζειν , αὐλεῖν , τὰ πρὸς λύραν , τὰ πρὸς
ἐκθλίβοντες : τὸ συρίζεις γὰρ συρίζες γράφουσι , τὸ δὲ συρίζειν συρίζεν . διαλύουσι δὲ τὸ ζ εἰς τὰ ἐξ
6053948 ΖΘΛ
καὶ ἐπεζεύχθω ἡ ΘΛ . ἐπεὶ οὖν ὀρθὴ ἡ ὑπὸ ΖΘΛ ὀρθῇ τῇ ὑπὸ ΕΓΗ ἐστὶν ἴση , ἔστιν δὲ
Θ σημείων μεσημβρινῶν κύκλων περιφέρειαι ἥ τε ΖΚΗ καὶ ἡ ΖΘΛ . λέγω , ὅτι ἴση ἐστὶν ἡ ὑπὸ ΚΗΒ
6052779 ἁβροδιαιτους
καὶ τῶν παρωκεανιτῶν δέ τινάς φησι Θεόπομπος ἐν ὀγδόηι Φιλιππικῶν ἁβροδιαίτους γενέσθαι . περὶ δὲ Βυζαντίων καὶ Καλχηδονίων ὁ αὐτός
Κινέας εἰσηγήσατο κεκαρμένους εἶναι τοὺς νέους , νόμον γράψας μηκέτι ἁβροδιαίτους εἶναι , ὃν τρόπον τὸ παλαιόν , μηδὲ κομᾶν
6041618 φιλοχρηματους
οὐ μὲν δή κτλ . . ὅτι οὔτε δωροδόκους οὔτε φιλοχρημάτους αὐτοὺς εἶναι χρή . ὀκνῶ . ἀντὶ τοῦ εὐλαβῶς
οὐκ οἶδ ' εἴ τις τῶν πώποτε , πῶς ἐποίει φιλοχρημάτους , ἢ πῶς ἑτέρους διέφθειρεν , ἐν οἷς αὐτὸς
6027661 συναγελαζεσθαι
περὶ γῆν στρέφονται ἔτι , καὶ ὑπὸ φιλανθρωπίας ἐθέλουσα αὐταῖς συναγελάζεσθαι , καὶ ἐπανορθοῦν σφαλλομένας . Προστέτακται δὲ αὐτῇ ὑπὸ
κατὰ φαντασίαν οὔτε τὸ νευροσπαστεῖσθαι καθ ' ὁρμὴν οὔτε τὸ συναγελάζεσθαι οὔτε τὸ τρέφεσθαι : τοῦτο γὰρ ὅμοιον τῷ ἀποκρίνειν
6023602 συγκροτειν
, ἔδει προςιέναι τῷ δήμῳ , ἔδει κατ ' ἐμοῦ συγκροτεῖν δικαστήριον , καὶ ὅσα τοιαῦτα . Ὁ Ἐπίλογος καταφορικὸς
συνδραμὼν τῷ ' μῷ σκοπῷ [ καὶ ] μὴ κατόκνει συγκροτεῖν ξένους [ ] ποτέ . [ ἁγίως ] ὁ
6014267 κοσμιοις
λαβεῖν ἐλάττω συνεβούλευσεν , ὥστε εὖ εἰδέναι ὅτι κηδεσταῖς χρησοίμην κοσμίοις καὶ σώφροσι . καὶ νῦν ἔχω γυναῖκα τὴν Κριτοδήμου
πάλιν γὰρ ἥκει ὁ αὐτὸς λόγος , ὅτι τοῖς μὲν κοσμίοις τῶν ἀνθρώπων , καὶ ὡς ἂν κοσμιώτεροι γίγνοιντο οἱ
6009718 ὁμοψηφοι
εἶναι κακοδικίας ἠξίωσεν . κοινὰ δ ' ἐπὶ δικαστῶν , ὁμόψηφοι ἐγένοντο , σύμψηφοι , συνεψηφίσαντο , τὴν ἐναντίαν γνώμην
οὖν τὰ ἐναντία τοῖς τριάκοντα ψηφίζησθε , πρῶτον μὲν οὐχ ὁμόψηφοι τοῖς ἐχθίστοις γίγνεσθε , ἔπειτα τοῖς ὑμετέροις αὐτῶν φίλοις
6001599 ἐξακολουθειν
τῇ μόνης τῆς διὰ πέντε , καὶ διὰ τοῦτο πάντως ἐξακολουθεῖν τῷ μὲν τὸ διὰ πέντε σύμφωνον εἶναι καὶ τὸ
. ὄντος δ ' ἀδήλου , τίνα τῶν δυσχερῶν τούτων ἐξακολουθεῖν μέλλει , πρὸς πᾶν παρασκευάζεσθαι χρὴ τὴν κατασκευήν :
6001089 πανθοινιαν
, καὶ βωμοὺς κοσμεῖ , καὶ ἀγάλλει πανηγύρεις , καὶ πανθοινίαν παρέχει . καὶ ἀποθανὼν δὲ βοῦς γενναῖόν τι χρῆμα
ὄνυξι διέξηνε , τοὺς δὲ τοῖς ὀδοῦσι διέσπασε , καὶ πανθοινίαν ἀφθονωτάτην ἔχει . Ἔχθιστον δὲ τῇ παρδάλει ἡ ὕαινα
5996126 ἐκκαλεισθαι
κατηγορίαν Ἀντιφῶντος , ἀλλὰ ξυμβουλίαν ἐς πάντας ἡγώμεθα τοῦ μὴ ἐκκαλεῖσθαι τὰς τυραννίδας , μηδὲ ἐς ὀργὴν ἄγειν ἤθη ὠμά
' ἀκούειν , ὃς νυκτερίν ' εὗρε μοιχοῖς ἀείσματ ' ἐκκαλεῖσθαι γυναῖκας ἔχοντας ἰαμβύκην τε καὶ τρίγωνον . Κρατῖνος ἐν
5994605 μανικους
αὐτούς . ὀφθαλμοὶ ἔνυγροι γοργὸν βλέποντες θυμώδεις , ἰσχυρούς , μανικούς , ταχυλόγους , ταχυέργους , ἀπρονοήτους , ἀτόλμους δὲ
ἔρχονται . ὀφθαλμοὶ γοργὸν βλέποντες ἔνυγρον θυμώδεις , ἰσχυρούς , μανικούς , ταχυλόγους , ταχυέργους , ἀπρονοήτους , ἀτόλμους δὲ
5993804 λατρευοντες
τὰς γινομένας ἐπὶ τῆς γῆς ἐξάλειψον . καὶ ἔσονται πάντες λατρεύοντες οἱ λαοὶ καὶ εὐλογοῦντες πάντες ἐμοὶ καὶ προσκυνοῦντες .
τοῖς ἀγροῖς ὥσπερ δοῦλοι διετρέφοντο τοῖς ἀποκτείνασι τοὺς πατέρας αὐτῶν λατρεύοντες . ἵνα δὲ μηδὲ τῶν ἄλλων πολιτῶν ἐν μηθενὶ
5992965 πλασταις
, Ἄνδριος καὶ οὗτος , Προκλῆς ὁ Λυκαστίδα : τοῖς πλάσταις δὲ οἳ τοὺς ἀνδριάντας ἐποίησαν , τῷ μὲν Στόμιός
τῇ Σπάρτῃ δημιουργῶν . ἔπειτα δυσσεβὲς ἔθος εἰσάγεις γραφεῦσι καὶ πλάσταις . ὅσοι γὰρ ἂν γυναικῶν ἐρῶντες τυγχάνοιεν , εἴτε
5991398 νεογενει
τὸ τρίτον βιβλίον λεχθήϲεται . Πρώτην τροφὴν εἰϲφέρειν δεῖ τῷ νεογενεῖ παιδίῳ τοῦ μέλιτοϲ , μετὰ δὲ τοῦ γάλακτοϲ διδόναι
καμήλων ἀκολούθως τῇ προσηγορίᾳ . τὸ μὲν γὰρ μέγεθος ἔχουσι νεογενεῖ καμήλῳ παραπλήσιον , τὰς δὲ κεφαλὰς πεφρικυίας θριξὶ λεπταῖς
5983654 χορευοντας
. Ὁ δ ' Ἀπόλλων ἀνεῖπεν , ἔνθα ἂν ἴδῃ χορεύοντας ἀγροίκους θαλλοῖς ἐλαίας ἐστεφανωμένους . Γενόμενος δὲ κατὰ τὸν
κατεπᾴδων τε ἐνῆγε τὴν πρώτην τε ἀναινομένους περὶ βωμοὺς ὕστερον χορεύοντας ἔδειξε . Πρῶτον μὲν οὖν , ὅπερ ἔφην ,
5971247 ἀθηναιων
μεμυῆσθαι : τινὲς δὲ υἱὸν ποσειδῶνος ὃν ἐκίνησε κατ ' ἀθηναίων τῷ ἡττηθῆναι παρὰ τὴν ἔριν τῆς ἐλαίας : στεφάνους
τῶν ἵππων * ἀναμένειν . ὁδηγήματα . . ἐρεχθειδῶν . ἀθηναίων ? ? * ἐπίτηδες πρὸς ἔπαινον τῶν ἀθηναίων ἀνακεχρόνισται
5962591 Ἀδωνια
δὲ νῦν ς ' ἄγω , πορνεῖόν ἐστι , πολυτελῶς Ἀδώνια ἄγους ' ἑταίρα μεθ ' ἑτέρων πορνῶν χύδην .
δὲ νῦν ς ' ἄγω , πορνεῖόν ἐστι , πολυτελῶς Ἀδώνια ἄγους ' ἑταίρα μεθ ' ἑτέρων πορνῶν χύδην .
5962551 ΚΔΒ
ἂν εἴη . , ] ἐπεὶ γὰρ ἴση ἐστὶν ἡ ΚΔΒ γωνία τῇ ΚΒΔ , ἡ δὲ ΚΖΒ τῇ ΖΒΚ
ἀπὸ τοῦ ΖΗ ἄρα ⃞ος ἴσ . τῷ τε ὑπὸ ΚΔΒ καὶ τοῖς ἀπὸ τῶν ΒΔ , ΔΕ ⃞οις .
5956027 καταρρυπαινοντα
λόγοις τοῖς περὶ μετανοίας ἐξοικίσασαν : οὕτω γὰρ ἐκνιψαμένη τὰ καταρρυπαίνοντα καὶ τοῖς φρονήσεως λουτροῖς χρησαμένη καὶ καθαρσίοις ἔμελλε φαιδρύνεσθαι
μήπω τελείως καθαρθέντες , δόξαντες δὲ αὐτὸ μόνον ἐκνίψασθαι τὰ καταρρυπαίνοντα ἡμῶν τὸν βίον , ἐπ ' αὐλὰς τῆς θεραπείας
5955881 βρυκειν
ἐπὶ τοῦ ἀνθεῖ , βλύει δὲ ἐπὶ τοῦ ἀναβάλλει . βρύκειν καὶ βρύχειν διαφέρει . βρύκειν μὲν γὰρ διὰ τοῦ
. ? Βροῦχος : εἶδος ἀκρίδος . εἴρηται παρὰ τὸ βρύκειν , ὃ σημαίνει τὸ ἐσθίειν : Ἀριστοφάνης Ὄρνισι :
5946893 ἐνεβιβασε
. ὀρνίχεσσι καὶ κλάροισι : ταῖς μαντείαις χρησάμενος ὁ Μόψος ἐνεβίβασε τὸν στρατὸν προθύμως . εἰώθασι δὲ διὰ κλήρων μαντεύεσθαι
Ἰάσονι ὁ μαντικώτατος Μόψος ὄρνισί τε καὶ κλήροις μαντευόμενος προθύμως ἐνεβίβασε τῷ σκάφει τοὺς Ἀργοναύτας , αἴσιον γενέσθαι δηλονότι φήσας
5941853 κινημασιν
εὐδαίμων , ἐν δὲ τοῖς κατ ' αἴσθησιν καὶ ἀλόγοις κινήμασιν εἰκάζει . τὰ γὰρ μὴ παρὰ τὴν τοῦ λόγου
. στυγνῆς πρὸς κύμασιν ἄτης ] ταραχαῖς . . λυπηρᾶς κινήμασιν βλάβης . . ἦ σοφὸς ] τὸν Πιττακὸν λέγει
5939081 βαρειν
γυναῖκας : βρίθω γὰρ τὸ βαρῶ . ἢ παρὰ τὸ βαρεῖν τοὺς Ἕλληνας : ἐβάρησε γὰρ καὶ ἔβλαψε τοὺς Ἕλληνας
ἐστι χρείαν παρασχέσθαι . Μεμπτικὸς δέ ἐστιν ὁ μὴ νομίζεσθαι βαρεῖν προσδεχόμενος . οἷον : Εἰ μὴ παραδέδωκέ σοι μηδέπω
5938885 ΚΒΖ
' ἀλλήλων ἀποσχισθῆναι οὐχ ἅψονται . Ἔστω τρίγωνον ὀρθογώνιον τὸ ΚΒΖ ὀρθὴν ἔχον τὴν πρὸς τῷ Β , ἴσαι δὲ
ὥστε αἱ τέσσαρες αἱ ΒΖΚ , ΖΔΒ , ΔΒΚ , ΚΒΖ δύο τῶν ΔΒΚ , ΚΒΖ , τουτέστι τῆς ΔΒΖ
5934666 ἐμπασσοντα
, καὶ ἐκ διαλειμμάτων καταρροφεῖν διδόναι ἢ ἄλφιτον τῷ κράματι ἐμπάσσοντα διδόναι ὁμοίως κατὰ ῥόφημα . εἰ δ ' ἀποστρέφοιτο
. Καυσουμένοις στόμαχον χρονίως . Γλυκυρρίζης ἀφέψημα ἢ τὴν ῥίζαν ἐμπάσσοντα δοτέον ποτῷ , ἢ ἑλίκων ἀμπέλου ἀφέψημα ἢ ἀπόβρεγμα
5929921 φθονειθ
ἤν ποτ ' εἰρήνη γένηται καὶ πόνων παυσώμεθα , μὴ φθονεῖθ ' ἡμῖν κομῶσι μηδ ' ἀπεστλεγγισμένοις . Ὦ πολιοῦχε
παῖδες ὅσοι Χαρίτων τε καὶ πατέρων λάχετ ' ἐσθλῶν μὴ φθονεῖθ ' ὥρας ἀγαθοῖσιν ὁμιλεῖν : σὺν γὰρ ἀνδρείαι καὶ
5925479 ῥησσειν
ἐκγόνων τινὶ ἢ κληρονόμων φιλονεικῆσαι . ἀεὶ δὲ ἄμεινον τὸ ῥήσσειν . Πυκτεύειν παντὶ βλαβερόν : πρὸς γὰρ ταῖς αἰσχύναις
φησιν ὁ ποιητής „ αἰχμηταὶ ” μεμαῶτες ὀρεκτῇσι μελίῃσι θώρηκας ῥήσσειν . „ ἀλλοίων ἴσως ὄντων τῶν παλτῶν , οἵαν
5923008 δελεατα
, τὸ ῥυπᾶν καὶ σκυθρωπάζειν αὐστηρῶς τε καὶ αὐχμηρῶς ἀποζῆν δελέατα προτιθέντες , ὡς δὴ κοσμιότητος καὶ σωφροσύνης καὶ καρτερίας
μεγάλων λυπημάτων ἐθέλουσι παραγίγνεσθαι : τιμαὶ γὰρ καὶ ἆθλα , δελέατα ἃ ὁ θεὸς ἔδωκεν ἀνθρώποις , μεγάλων πόνων καὶ
5922754 Ἐφεσιῳ
λαβὼν ἄγει πρὸς τὴν Ἀνθίαν , ἡσθήσεσθαι νομίζων ἀνδρὶ ὀφθέντι Ἐφεσίῳ . Ἡ δὲ ἐφιλοφρονεῖτό τε τὸν Εὔδοξον καὶ ἀνεπυνθάνετο
μάντις τῆς πόλεως . ἀρέσκει δὲ ταῦτα καὶ Νικοστράτῳ τῷ Ἐφεσίῳ καὶ Πανυάσιδι τῷ Ἁλικαρνασσεῖ γνωριμωτάτοις ἀνδράσι καὶ ἐλλογίμοις .
5922716 στεατωματα
καεὶς καὶ σὺν μέλιτι λειωθεὶς καὶ χρισθείς , μελικηρίδας καὶ στεατώματα θεραπεύει . ὀπτὸς δὲ ἐσθιόμενος , δυσεντερικοὺς ἰᾶται .
δακτύλοις καὶ τῷ τὴν βάσιν μὴ ἔχειν στενὴν ὥσπερ τὰ στεατώματα . χειρίζεται δὲ καὶ ἀποθεραπεύεται παραπλησίως μελικηρίσι τε καὶ
5922642 ἀκουσμασι
: μήτε μὴν ἐθισθῇς τοῖς ἀθέοις καὶ εἰκαίοις θεάμασι καὶ ἀκούσμασι ὁμοίως καὶ τοῖς δημώδεσιν . [ διὸ ἐξοριστέα σοι
πολλαῖς ἐγένετο πόλεσι . ποθεῖ γὰρ ἕκαστος ἐπὶ τοῖς παραδόξοις ἀκούσμασι τὴν αἰτίαν μαθεῖν καὶ τὸ πιστὸν ἐν ταύτῃ τίθεται
5922151 ἀποκοπτων
ἐπὶ τῆς τοιαύτης χρείας ἐξ ἀνάγκης σωματοειδής , τὰ μὲν ἀποκόπτων τῶν ἐν ἡμῖν περιττευόντων , τὰ δὲ ἀναπληρῶν ὅσα
παρηλλαγμέναις κατ ' αὐτῶν ἐχρήσατο τιμωρίαις . παίδων μὲν γὰρ ἀποκόπτων χεῖρας καὶ πόδας καὶ κεφαλὰς ἐξῆπτε ταῦτα φέρειν τοῖς
5921833 καταρασομαι
τὸ βλαυτίον . καὶ ὃς οὐθέν , ἔφη , πλεῖον καταράσομαι τῷ κλέψαντι ἢ ἁρμόσαι αὐτῷ τὸ σανδάλιον . ὅτι
βλαυτίον . Καὶ ὃς , Οὐδὲν , ἔφη , πλεῖον καταράσομαι τῷ κλέψαντι , ἢ ἁρμόσαι αὐτῷ τὸ σανδάλιον .
5919107 ἱστανειν
αὐτοῦ γιγνώσκει , ὥσπερ τῷ ἑαυτὸν κατὰ τὸν ἑαυτοῦ ὅρον ἱστάνειν ἀφομοιοῖ τὴν ἑαυτοῦ οὐσίαν τῇ τοῦ παράγοντος , ὡς
. τὸ δὲ ἱστάναι μόνως οὕτως , ἀλλ ' οὐχ ἱστάνειν . ὀξυθυμεῖσθαι , οὐχὶ ὀξυθυμεῖν λέγουσι τὸ ὀργίζεσθαι ἀκραχόλως
5918041 θιασωταις
Ἄρεος θεραπευταῖς Ἀρεϊκόν τε καὶ φιλοπόλεμον , τοῖς δὲ Ἀπόλλωνος θιασώταις εὔμουσον καὶ τῷ θεῷ τούτῳ οἰκεῖον , μόνοις δὲ
τὴν κόρην ἐκόσμει . οὔτι σοι ὄνειδος ἔσται τοιοῖσδε συνεξετάζεσθαι θιασώταις . Ἀλλὰ γὰρ Κῦρος ὁ Δαρείου προξενεῖ μου τῇ
5913746 χοροισι
τε τὴν τελείαν μέλψωμεν ὥσπερ εἰκός , ἣ πᾶσι τοῖς χοροῖσι συμπαίζει τε καὶ κλῇδας γάμου φυλάττει . Ἑρμῆν τε
ἐτίμων τὸν Ἄδρηστον καὶ δὴ πρὸς τὰ πάθεα αὐτοῦ τραγικοῖσι χοροῖσι ἐγέραιρον , τὸν μὲν Διόνυσον οὐ τιμῶντες , τὸν
5907782 μονογαμους
μονοειδεῖ ζῳδίῳ τύχῃ ἢ μεθ ' ἑνὸς ἑῴου τῶν ἀστέρων μονογάμους , ἐὰν δὲ ἐν δισώμῳ ἢ πολυμόρφῳ ἢ πάλιν
μονοειδεῖ ζῳδίῳ ἢ καὶ ἑνὶ τῶν ἀστέρων συνάπτουσα τύχῃ , μονογάμους ἀποτελεῖ , ἐὰν δὲ ἐν δισώμῳ ἢ καὶ πολυμόρφῳ
5906616 πολυγαμους
δισώμῳ δὲ ἢ πολυμόρφῳ πάλιν ἢ καὶ πλείοσιν ἑῴοις συσχηματισθεὶς πολυγάμους . Κρόνου μὲν οὖν ὡσαύτως τῷ μὲν ἡλίῳ συσχηματισθέντος
ἢ καὶ πλείοσιν ἐν τῷ αὐτῷ ζῳδίῳ τὴν συναφὴν ἐπέχουσα πολυγάμους . κἂν μὲν οἱ τὰς συναφὰς ἐπέχοντες τῶν ἀστέρων
5895502 ἀργυριζεσθαι
ἀπαιτεῖν , ἄρνυσθαι , προσίεσθαι , μισθαρνεῖν μισθοφορεῖν , ἀργυρολογεῖν ἀργυρίζεσθαι , χρηματίζεσθαι ἐκχρηματίζεσθαι , καρποῦσθαι ἐκκαρποῦσθαι , πιπράσκειν τὰ
Δημοσθένη συνάγχῃ λέγοντα εἰλῆφθαι καὶ ἐπὶ τοῖς ἀργυρίοις σιωπῶντα . ἀργυρίζεσθαι δέ , καὶ ἀργυρίδες φιάλαι , καὶ σκεῦος ἀργυροῦν
5895204 Τιμωνι
σου , πάλαι μὲν ἐκεῖνα αἰτιᾶσθαι , νῦν δὲ τῷ Τίμωνι τὰ ἐναντία ἐπικαλεῖν ; Καὶ μὴν εἴ γε τἀληθὲς
, ὦ δικασταί . . Οἱ δ ' ἀλαζονεύονται μὲν Τίμωνι παραπλησίως καὶ ἐσχηματισμένοι περιέρχονται ὥσπερ οὗτος . . .
5894688 βεβουλευνται
δεήσει , ἐν ᾗ ἄμεινον ἂν ἴσως βουλεύσαιντο ἢ νῦν βεβούλευνται , παραδόντες ἑαυτοὺς ἡμῖν ταμιεύεσθαι ὥσθ ' ὁπόσοις ἂν
γὰρ ἐν καλῷ φρονεῖν . Ἦ ταῦτα δή με καὶ βεβούλευνται ποεῖν ; Μάλισθ ' : ὅταν περ οἴκαδ '
5894275 Ἀντιστροφιον
οὔσης καὶ λεγομένης κυρτῆς , τῆς δὲ ἐντὸς κοίλης . Ἀντιστρόφιον : ἐὰν κύκλου ἐφάπτηταί τις εὐθεῖα , ἀπὸ δὲ
εἶπεν , ἵνα δείξει , ὅτι περὶ στερεῶν λέγει . Ἀντιστρόφιον : ἐὰν ὦσι δύο γωνίαι ἴσαι ὑπὸ εὐθειῶν περιεχόμεναι
5893364 καπραινα
τῇ τῶν ἀλεκτρυόνων οὐρᾷ . καμινώ : ἡ πολύλαλος . κάπραινα : γυνὴ ἡ ὀργῶσα πρὸς μείξεις . καπρῶντας :
θυμιάσω τοῦ τέκνου σεσωσμένου . Ὦ σαπρὰ καὶ πασιπόρνη καὶ κάπραινα . Ἐνέβαινε σιγῇ Πείσανδρος μέγας αὐτός ὥσπερ Διονυσίοισιν οὑπὶ
5887297 κἀπογυμναζων
. Ξ κἀπογυμνάζων ] ἀνοίγων . κἀπογυμνάζων ] ἀπολύων . κἀπογυμνάζων ] μὴ κατέχων . κἀπογυμνάζων ] μὴ δεσμεύων .
κἀπογυμνάζων ] μὴ κατέχων . κἀπογυμνάζων ] μὴ δεσμεύων . κἀπογυμνάζων ] ἀναιδῶς ἀποκαλύπτων καὶ διανοίγων . θ ματαίᾳ ]
5885771 Χρηματα
, ἢ εἱμαρμένης , ἢ τέχνης , ἢ τύχης ; Χρήματα αἰτεῖς ; Μὴ ἐνόχλει θεοῖς , οὐδὲν αἰτεῖς τῶν
' ἐφήσθησαν καὶ Ποθεινῷ καὶ τὴν Φαρνάκους φυγὴν ἐγέλασαν . Χρήματα δ ' ἐν τοῖς θριάμβοις φασὶ παρενεχθῆναι μυριάδας ἓξ
5881916 δουρικλυτοις
: οἱ γὰρ Πέρσαι Ἀσσύριοι ἐκαλοῦντο τὸ πρότερον . . δουρικλύτοις δὲ : τοῖς ἐνδόξοις κατὰ τὸ δόρυ , τοῖς
καὶ πολυναύτης , Σύριόν θ ' ἅρμα διώκων , ἐπάγει δουρικλύτοις ἀνδράσι τοξόδαμνον Ἄρη . δόκιμος δ ' οὔτις ὑποστὰς
5881677 σκυτοτομοις
κἀγαθοὺς οὐ προσδέχει , σαυτὸν δὲ λυχνοπώλαισι καὶ νευρορράφοις καὶ σκυτοτόμοις καὶ βυρσοπώλαισιν δίδως . Εὖ γὰρ ποιῶ τὸν δῆμον
ἦν λυχνοποιός . νευρορράφοις ] διὰ τὸν προβατοπώλην Λυσικλέα . σκυτοτόμοις καὶ βυρσοπώλαισι : Κλέωνι καὶ Λυσικλεῖ . ὀνειδίζει δὲ
5878009 ἀσυλα
: καὶ δεῖ τὰ τῶν παλαιῶν εὐχῶν , ὥσπερ ἱερὰ ἄσυλα , τηρεῖσθαι κατὰ τὰ αὐτὰ καὶ ὡσαύτως , μήτε
ὁδοῖς ἀνεκάλουν τὰ φίλτατα καὶ ἐς τὰ ἱερὰ ὡς ἐς ἄσυλα κατέφευγον καὶ τοὺς θεοὺς ὠνείδιζον ὡς οὐδὲ σφίσιν αὐτοῖς
5877648 εὐμορφους
Ἄρης δὲ θρασείας καὶ ἀνυποτάκτους , Ἀφροδίτη δὲ ἱλαρὰς καὶ εὐμόρφους καὶ ἐπιχαρίτους , Ἑρμῆς δὲ συνετὰς καὶ ὀξείας ,
ἀντίαι ἵζοντο τοῖσι Πέρσῃσι . Ἐνθαῦτα οἱ Πέρσαι ἰδόμενοι γυναῖκας εὐμόρφους ἔλεγον πρὸς Ἀμύντην φάμενοι τὸ ποιηθὲν τοῦτο οὐδὲν εἶναι
5873465 ΡΝΜ
τὸ ἀπὸ ΕΑ , τὸ ὑπὸ ΠΞΝ μετὰ τοῦ ὑπὸ ΡΝΜ πρὸς τὸ ὑπὸ ΚΞΘ μετὰ τοῦ ὑπὸ ΛΘΖ .
ΔΕ ἴσον ἐστὶ τὸ ὑπὸ ΠΜΝ , τουτέστι τὸ ὑπὸ ΡΝΜ , τῷ δὲ ἀπὸ ΑΕ ἴσον ἐστὶ τὸ ὑπὸ
5870914 ἀφοραν
τοῦ Ἑρμοῦ ἐν τῷ κλήρῳ εὐπαίδευτον παρέχει . ἀεὶ δὲ ἀφορᾶν χρὴ τὸν τοῦ Ἑρμοῦ ἀκάκωτον ὑπὸ τῶν κακοποιῶν καὶ
θυμικὰς καὶ ἀστάτους καὶ ἀγνώμονας . ἐπὶ δὲ τῶν γυναικῶν ἀφορᾶν δεῖ τὸν ἥλιον αὐτῶν , ἐπειδήπερ καὶ αὐτὸς ἐν
5864130 ἐγκεντριζεται
Ὁμοίως τοῖς μήλοις καὶ ἀππιδίοις καὶ τὰ κεράσια φυτεύεται καὶ ἐγκεντρίζεται . χαίρει δὲ τοῦτο τὸ φυτὸν ψυχροῖς καὶ νοτεροῖς
γίνεται ἐρυθρὰ τὰ μῆλα . Τὸ κάρυον εἰς κόμαρον μόνον ἐγκεντρίζεται . τὰ ῥοΐδια ἐνθεματίζεται εἰς ἰτέαν . ἡ δάφνη
5862988 τρυφηματα
Πολύζηλος , ὁ μαινόμενος ἐκεινοσὶ Διονύσιος χρυσοῦν ἔχων χλίδωνα καὶ τρυφήματα ἐν τῷ μύρῳ παρ ' Ἀθηναίων μακαρίζεται . .
γυνή . Ὁ μαινόμενος ἐκεινοσὶ Διονύσιος χρυσοῦν ἔχων χλίδωνα καὶ τρυφήματα ἐν τῷ μύρῳ παρ ' Ἀθηναίων μακαρίζεται . Ἀλλ
5862508 φθειρσιν
οἱ καρποὶ τῶν πιτύων ἤτοι τὰ λεγόμενα στρόβιλα ὅτι ἐοίκασι φθειρσίν . ἐν δὲ τῷ ὄρει ἐκείνῳ πίτυες πολλαί .
οἱ καρποὶ τῶν πιτύων ἤτοι τὰ λεγόμενα στρόβιλα ὅτι ἐοίκασι φθειρσίν . ἐν δὲ τῷ ὄρει ἐκείνῳ πίτυες πολλαί .
5860544 σεμνυνομαι
σὸν γόνυ θνητὸς ἐκ θεᾶς γεγῶτος : τί γὰρ ἐγὼ σεμνύνομαι ; ἦ τινος σπουδαστέον μοι μᾶλλον ἢ τέκνου πέρι
ἂν τοῖς λεγομένοις , εἰ δὲ τοῖς οὕτως εὐτυχηκόσι , σεμνύνομαι : οὓς ἡδέως ἂν ἐροίμην , πότερά με ψεύδεσθαί
5850073 οἰκειωθηναι
φίλον τοῦ κατανοηθῆναι χάριν καὶ ἐκ τῆς ἀκριβεστέρας προσόψεως μᾶλλον οἰκειωθῆναι , ὡς γραφαί τε καὶ ἀνδριάντες ἀρχέτυποι γραφεῦσι καὶ
τοιαῦτα ἐπτοῆσθαι : καὶ τὸ ἀνέχεσθαι παρρησίας : καὶ τὸ οἰκειωθῆναι φιλοσοφίᾳ καὶ τὸ ἀκοῦσαι πρῶτον μὲν Βακχείου , εἶτα
5846221 κἀτ
χλαμύδα σου . παῖδες , γέροντες , μειράκια , παλλάκια κἆτ ' ἐν κλίναις ἐλεφαντόποσιν καὶ στρώμασι πορφυροβάπτοις κἀν φοινικίσι
ἄμυλος πλαθανίτας . σασαμοτυροπαγῆ δὲ καὶ ζεσελαιοπαγῆ πλατύνετο σασαμόπαστα πέμματα κἆτ ' ἐρεβινθοκνακοσυμμιγεῖς . . . . ἁπαλαῖς θάλλοντες ὥραις
5841750 κεχαρισμενως
κοινὸν λόγον : ὅπως τὸν ὕμνον ἀποτίσωμεν προσφιλῶς τε καὶ κεχαρισμένως τῷ ἐγκωμιαζομένῳ . φίλαν ἐς χάριν : εἰς χάριν
Ζῶν τε γὰρ ἐν τῇ βασιλείᾳ καὶ συνὼν αὐτῷ , κεχαρισμένως ἐκείνῳ καὶ καθ ' ὑπηρεσίαν ἀνέγραφε , μόνων ἁπτόμενος
5840670 δικαιοτερους
ὥστε εἰ σύ , ὦ Καλλία , μέγα φρονεῖς ὅτι δικαιοτέρους δύνασαι ποιεῖν , ἐγὼ πρὸς πᾶσαν ἀρετὴν δικαιότερος σοῦ
δοκεῖ : τοὺς γὰρ πλείστους ἔστιν ἰδεῖν νομίζοντας τοὺς πλουτοῦντας δικαιοτέρους εἶναι τῶν πενομένων . εἰ δέ τις πάλιν ἀποφαίνοι
5840228 αὐλω
διαθέσει τε τᾷ περὶ τὰν ἐπιπρέπῃαν . οὐ γὰρ μῇον αὐλῶ καὶ ἁρμονίας ἁ τῶ ἀγαθῶ βασιλέως ποταύγασις ὀφείλει τρέπεν
ἢ τὸ Ε ἐν δισυλλάβῳ : καλῶ χαλῶ ζηλῶ δηλῶ αὐλῶ πολῶ πωλῶ ἀπειλῶ βουκολῶ ἀμελῶ ὠφελῶ . σεσημείωται τὸ
5839902 φροντιστας
ὀφθαλμοὶ ἀεὶ ἀνεῳγμένοι εἰσὶ σκοτεινοὶ μὲν ὄντες καὶ ὑγροί , φροντιστάς , εἰ δὲ πρὸς τούτῳ ἥμερον βλέπουσι , καὶ
σημαίνουσιν ἄνδρας . ὀφθαλμοὶ σκοτεινοὶ ὑγροὶ αὐτάρκως μεγέθους ἔχοντες εὐσταθεῖς φροντιστάς , πολυθεάμονας εὐμαθεῖς τε καὶ εὐλαβεῖς καὶ δειλοὺς καὶ
5838990 Φωκη
ὀξυωπίαν παρέχει . οἱ δὲ ὀδόντες φορούμενοι ὀδονταλγίαν ἰῶνται . Φώκη ζῷόν ἐστι θαλάσσιον τετράπουν . ταύτης τὸ δέρμα κἂν
δὲ χλωρὸν λέγουσιν : τῷ μεγέθει ὡς στρουθίον ἐστί . Φώκη θαλασσία , ζῷον κάλλιστόν ἐστι καὶ γνωστόν , ἀνθρωπείας
5833491 μαινομενοις
ῥα κελαινώπαν θυμὸν ἐφυβρίζει πολύτλας ἀνήρ , γελᾷ δὲ τοῖσι μαινομένοις ἄχεσιν πολὺν γέλωτα , φεῦ , φεῦ , ξύν
ὑπὸ σοῦ οἷον ἐνθουσιῶν . παραπλησίως γὰρ τοὺς ποιητὰς τοῖς μαινομένοις ἐνθουσιᾶν λέγεται . κέχρηται δὲ ἐπὶ τοῦ ἀρχόμενος παρατατικοῦ

Back