ἀμύμονα Πουλυδάμαντα Αἰνείαν θ ' , ὃς Τρωσὶ θεὸς ὣς τίετο δήμῳ , τρεῖς τ ' Ἀντηνορίδας Πόλυβον καὶ Ἀγήνορα
ὅς ῥα Σκαμάνδρου ἀρητὴρ ἐτέτυκτο , θεὸς δ ' ὣς τίετο δήμῳ , τὸν μὲν ἄρ ' Εὐρύπυλος , Εὐαίμονος
6898551 πιονι
εὐνάς „ ἐπεισφέρουσι ” χώρῳ ἐνὶ δρυόεντι , Ὕδης ἐν πίονι δήμῳ . ” ἄλλοι δ ' ἐν Κιλικίᾳ ,
, οἵ ῥά μιν ὦκα θήσους ' ἐν Λυκίης εὐρείης πίονι δήμῳ , ἔνθά ἑ ταρχύσουσι κασίγνητοί τε ἔται τε
6870656 Αἰτωλοισιν
τὸ τραῦμα . . ὃς πάσῃ Πλευρῶνι καὶ αἰπεινῇ Καλυδῶνι Αἰτωλοῖσιν ἄνασσεἡ διπλῆ ὅτι πτῶσις ἤλλακται , ἀντὶ τοῦ ὃς
γράφει τέκνα δὲ δήιοι ἄγουσι . . ὣς ὁ μὲν Αἰτωλοῖσιν ἀπήμυνεν κακὸν ἦμαρ εἴξας ᾧ θυμῷ : ἡ διπλῆ
6747755 αἰπεινῃ
ἱππότα Οἰνεύς : ᾤκεον δ ' ἐν „ Πλευρῶνι καὶ αἰπεινῇ Καλυδῶνι . „ αὗται δ ' εἰσὶν Αἰτωλικαὶ πόλεις
παῖδες ἀμύμονες ἐξεγένοντο , οἴκεον δ ' ἐν Πλευρῶνι καὶ αἰπεινῇ Καλυδῶνι Ἄγριος ἠδὲ Μέλας , τρίτατος δ ' ἦν
6692601 τιεν
τηλυγέτῳ , ὃ δ ' ἄρ ' ἶσον ἑῷ πατρὶ τῖεν ἐμὸν κῆρ : κείνου μὲν γὰρ ἔγωγε πατήρ ,
ὅτε δὴ Λυκίην ἷξε Ξάνθόν τε ῥέοντα , προφρονέως μιν τῖεν ἄναξ Λυκίης εὐρείης : ἐννῆμαρ ξείνισσε καὶ ἐννέα βοῦς
6680768 Εἰλατιδης
Φοίβῳ ἀκερσεκόμῃ , ὅτ ' ἄρ ' Ἴσχυς γῆμε Κόρωνιν Εἰλατίδης Φλεγύαο Διογνήτοιο θύγατρα . ἐν δὲ τοῖς Ὁμηρικοῖς ὕμνοις
βρέμει ἄσπετον , ὄφρα κάμῃσιν ὧς τότ ' ἄρ ' Εἰλατίδης μεγάλ ' ἔστενεν , ἀμφὶ δὲ χῶρον φοίτα κεκληγώς
6626526 ῥεζων
, παράνομα , ἄδικα : ὃς οὐκ ὄθετ ' αἴσυλα ῥέζων . παρὰ τὴν αἶσαν , ἢ παρὰ τὸ ἄσω
οὔ νύ τ ' Ὀδυσσεὺς Ἀργείων παρὰ νηυσὶ χαρίζετο ἱερὰ ῥέζων Τροίῃ ἐν εὐρείῃ ; τί νύ οἱ τόσον ὠδύσαο
6608006 ἡγητορι
οἱ Ἕκτορ ' ἐπῶρσε θοῷ ἀτάλαντον Ἄρηϊ ἀνέρι εἰσάμενος Κικόνων ἡγήτορι Μέντῃ : καί μιν φωνήσας ἔπεα πτερόεντα προσηύδα :
' Εὐρυσθῆος ἐνιπαῖς , Ἀρχίππῳ δ ' ἑτάρῳ , Πέλλης ἡγήτορι δίης . ἦ γάρ τοι προπάροιθε παραὶ πόδας Ἐμβλωνοῖο
6596294 ἀταλαντος
οἷα πάροιθεν χωομένη Διὶ τίκτεν : ὁ δ ' οὐρανίῳ ἀτάλαντος ἀστέρι Τυνδαρίδης , οὗπερ κάλλισται ἔασιν ἑσπερίην διὰ νύκτα
, τὸν δὲ μετ ' Ἰδομενεὺς καὶ ὀπάων Ἰδομενῆος Μηριόνης ἀτάλαντος Ἐνυαλίῳ ἀνδρειφόντῃ . τῶν δ ' ἄλλων τίς κεν
6562685 Εὐαιμονος
χροὸς ἆσαι . Τὸν δ ' ὡς οὖν ἐνόης ' Εὐαίμονος ἀγλαὸς υἱὸς Εὐρύπυλος πυκινοῖσι βιαζόμενον βελέεσσι , στῆ ῥα
ἀτάλαντος Ἐνυαλίῳ ἀνδρειφόντῃ , τοῖσι δ ' ἐπ ' Εὐρύπυλος Εὐαίμονος ἀγλαὸς υἱός , ἂν δὲ Θόας Ἀνδραιμονίδης καὶ δῖος
6550676 ἀπενασσατο
Διὶ φίλος ἱππότα Φυλεύς , ὅς ποτε „ Δουλίχιόνδ ' ἀπενάσσατο , πατρὶ χολωθείς . ” πατὴρ δ ' ἦν
τίκτε διίφιλος ἱππότα Φυλεύς , ὅς ποτε Δουλίχιον δ ' ἀπενάσσατο : ἡ διπλῆ πρὸς τὴν ἀμφιβολίαν , πότερον ὁ
6538651 ἐτετυκτο
δέμας φοῖνιξ ἦν , ἐν δὲ μετώπῳ λευκὸν σῆμ ' ἐτέτυκτο : ” καὶ τὸ φοινικὸν ἄνθος , “ ὡς
γείνατ ' ἀρήιον ἐν Δαναοῖσι Τυδέα : τοῦ δ ' ἐτέτυκτο πάις σθεναρὸς Διομήδης . Τοὔνεκα Θερσίταο περὶ κταμένοιο χαλέφθη
6534880 πτολιπορθῳ
' ἀνδρῶν πυκινὰς κλονέουσι φάλαγγας ἐν πολέμῳ κρυόεντι σὺν Ἄρηι πτολιπόρθῳ , Ἁρμονίην θ ' , ἣν Κάδμος ὑπέρθυμος θέτ
δὴ νεῖκος ἐν ἀθανάτοισιν ὄρωρεν Ἕκτορος ἀμφὶ νέκυι καὶ Ἀχιλλῆϊ πτολιπόρθῳ : κλέψαι δ ' ὀτρύνουσιν ἐΰσκοπον Ἀργειφόντην : αὐτὰρ
6516661 εἰσαμενος
τὸ θηλυκὸν Δωτηίς . Ῥιανὸς ἐν δʹ Μεσσηνιακῶν ” αὐδὴν εἰσάμενος Δωτηίδι Νικοτελείῃ ” . καὶ Δωτιάς , ὡς Ἰλιάς
' Ἐνιπῆος πωλέσκετο καλὰ ῥέεθρα . τῷ δ ' ἄρα εἰσάμενος γαιήοχος ἐννοσίγαιος ἐν προχοῇς ποταμοῦ παρελέξατο δινήεντος : πορφύρεον
6499808 ποδαρκης
μετὰ τοῦ μηνός τε τοῦ αὐτοῦ τρία ἔργα κάλλιστα ἡ ποδαρκὴς ἡμέρα ἐν ταῖς κρανααῖς Ἀθάναις θῆκε καὶ ἔθηκεν ἀμφὶ
δὲ ἔργα εἶπε δίαυλον καὶ ὁπλιτικὸν δρόμον καὶ στάδιον . ποδαρκὴς ἁμέρα θῆκεν : ἤτοι ἡ πρὸς τὸν δρόμον τότε
6493562 Παιανα
ἀστραφέεσσι πύλῃσιν ἐπ ' αὐτῇσιν βεβαῶτας Ἀΐδεω . Φορμίγγων ἄνακτα Παιᾶνα κληίσω . Ἵκεσθε Περγάμῳ νέοι , Χαῖρ ' ὦ
διὰ τὸν χόλον Ἀρτέμιδος . στρουθῶν ] τῶν ἀετῶν . Παιᾶνα ] ὡς μάντις . τεύξηι ] ὦ Ἄρτεμι .
6486326 ἐκτανε
τὸν Ἀγαμέμνονα . . : ἡ διπλῆ ὅτι νεκρὸν ὃν ἔκτανε . . ἔσω κλισίην : ἡ διπλῆ ὅτι ἀντὶ
ἐρεείνεις Θρηΐκιοι : τὸν δέ σφιν ἄνακτ ' ἀγαθὸς Διομήδης ἔκτανε , πὰρ δ ' ἑτάρους δυοκαίδεκα πάντας ἀρίστους .
6484902 ἐπεφνε
χρησθέν παλαίφατον τέλεσσεν . ἰδοῖσα δ ' ὀξεῖ ' Ἐρινύς ἔπεφνέ οἱ σὺν ἀλλαλοφονίᾳ γένος ἀρήϊον : λείφθη δὲ Θέρσανδρος
τῶν μακαρίων ἀνδρῶν ἔθνος παραγινομένῳ αὐτῷ προκαθηγεῖτο ἡ Ἀθηνᾶ . ἔπεφνέ τε Γοργόνα : ἡ ἱστορία ἐστὶ τοιαύτη . ὅτε
6474562 φυγεειν
πυρὸς κλινθεὶς ὁπλίσσατο δόρπον ἀμορβός . ἐν δὲ θέρει χρειὼ φυγέειν φλογόεσσαν ἐνιπὴν ἄζαν τ ' ἠελίου : κέλομαι δ
πλευσεῖται πορευσεῖται ῥευσεῖται . οὕτω γοῦν καὶ „ ἄρκιον ἐσσεῖται φυγέειν „ . Δίων μέντοι ἔσσειται προπαροξυτόνως φησὶ λέγων ὅτι
6453571 ἀνασσε
μέγ ' ἐξήρω ] κλέος ? [ ] . κείνης ἄνασσε καὶ ? ? τυραννίην ? [ ] ? ἔχε
, ὡς οὔ τις μέμνηται Ὀδυσσῆος θείοιο λαῶν , οἷσιν ἄνασσε , πατὴρ δ ' ὣς ἤπιος ἦεν . ἀλλ
6445088 καλλιπε
παρθενικῆς Μινωίδος , ἥν ποτε Θησεύς Κνωσσόθεν ἑσπομένην Δίῃ ἔνι κάλλιπε νήσῳ . ἡ δ ' ὅτε κηρύκεσσιν ἐπεξυνώσατο μύθους
' ἀνέθηλεν : † ἐυτρόχῳ δ ' ἐνὶ κοίλῃ † κάλλιπε κήδεα πάντα τά οἱ περιδάμνατο θυμόν . Ἀργεῖοι δ
6423980 Ἰσχυς
ῥ ' ἔφρασεν ἔργ ' ἀΐδηλα Φοίβῳ ἀκερσεκόμῃ , ὅτι Ἴσχυς γῆμε Κόρωνιν Εἰλατίδης , Φλεγύαο Διογνήτοιο θύγατρα . ψευδέων
ῥ ' ἔφρασεν ἔργ ' ἀΐδηλα Φοίβωι ἀκερσεκόμηι , ὅτι Ἴσχυς γῆμε Κόρωνιν Εἰλατίδης , Φλεγύαο διογνήτοιο θύγατρα . .
6419780 ἰν
θηλυκά , οἷον Σαλαμίν Ἐλευσίν ἀκτίν δελφίν Τελχίν ῥίν θίν ἴν : ἡ ἴκτινα αἰτιατικὴ προπαροξυνομένη , οἷον ὡς παρὰ
, Σαλαμίν Σαλαμίς , ἀκτίν ἀκτίς , Τελχίν Τελχίς , ἴν ἴς : ταῦτα δὲ οὐκ εἰσὶ φύσει εἰς ς
6417105 Καπανηος
ἀλλ ' ἵνα κρύψῃ αὐτόν . . οὐδ ' υἱὸς Καπανῆος ἐλήθετο συνθεσιάων : ὅτι ἰδίως συνθεσιάων ἀντὶ τοῦ ἐντολῶν
ἄνδρες ἐθάμβεον , εὖτε πάροιθεν Ἀργεῖοι θάμβησαν ἀολλέες ἀθρήσαντες Εὐάδνην Καπανῆος ἐπεκχυμένην μελέεσσιν ἀμφὶ πόσιν δμηθέντα Διὸς στονόεντι κεραυνῷ .
6415969 σημαντορι
σταθμοῖσι μένειν ἔτι τηλίκος εἰμί , ὥς τ ' ἐπιτειλαμένῳ σημάντορι πάντα πιθέσθαι . ἀλλ ' ἔρχευ : ἐμὲ δ
μὲν βροτῶι ἀνδρὶ μιγεῖσα , τὸν δὲ Διὶ Κρονίωνι θεῶν σημάντορι πάντων . . . . , . [ .
6407795 τετιμηκεν
ποιητῇ , Ὀδυσσέα δὲ ψέγων . ἄλλως . παρέλιπε τίνα τετίμηκεν Ὅμηρος , νοητέον δὲ ὅτι τὸν Ὀδυσσέα : ὁ
μὲν γὰρ βιάζεσθαι πανταχοῦ ζητεῖ , ἡ δὲ τὸ πείθειν τετίμηκεν . ὥσθ ' ὅμοιον ποιεῖ τούτοις ἐκεῖνό γ '
6384378 Ὑδης
προσγράφουσί τινες τοῦτο τέταρτον ἔπος „ Τμώλῳ ὑπὸ νιφόεντι , Ὕδης ἐν ” πίονι δήμῳ . „ οὐδεμία δ '
ὅθι φασὶ Τυφωέος ἔμμεναι εὐνάς ἐπεισφέρουσι ‚ χώρῳ ἐνὶ δρυόεντι Ὕδης ἐν πίονι δήμῳ ‚ . ἄλλοι δ ' ἐν
6382409 ἀμυμονι
καὶ γοῦνα πεσόντος . Αἴας δ ' αὖτ ' ἐγέγωνεν ἀμύμονι Πουλυδάμαντι : φράζεο Πουλυδάμα καί μοι νημερτὲς ἐνίσπες ἦ
Ναΐδος εἶναι Νύμφης ὄνομα : ” Νηὶς Ἀβαρβαρέη τέκ ' ἀμύμονι Βουκολίωνι ” . Ἀβίων Ν . . , =
6381612 γημε
' ἔφρασεν ἔργ ' ἀΐδηλα Φοίβωι ἀκερσεκόμηι , ὅτι Ἴσχυς γῆμε Κόρωνιν Εἰλατίδης , Φλεγύαο διογνήτοιο θύγατρα . . .
τῶι πῦρ ? [ πνείουσαν ˘˘˘˘ – – Χίμαιραν . γῆμε δὲ παῖδα ? [ φίλην μεγαλήτορος Ἰοβάταο αἰδοίου βασιλῆος
6380802 ἁλωσιμον
κρατήσεσθαι οὐκ ἰσχυρὸν ἐτείχιζον , ἐκείνοις τε βιαζομένοις τὴν ἀπόβασιν ἁλώσιμον τὸ χωρίον γίγνεσθαι . κατὰ τοῦτο οὖν πρὸς αὐτὴν
πρᾶγμα φεῦγον , καὶ οὔτε Ἀσκληπιῷ οὔτε Χείρωνι ἐξ ἐπιδρομῆς ἁλώσιμον : ὁ δὲ ἐν τῷ ἀνίσῳ τοῦ ἐφικτοῦ τὸ
6374574 ὀχ
' Αἰνείᾳ τε καὶ Ἕκτορι εἶπε παραστὰς Πριαμίδης Ἕλενος οἰωνοπόλων ὄχ ' ἄριστος : Αἰνεία τε καὶ Ἕκτορ , ἐπεὶ
' ἐπὶ Μηριόνης λάχ ' ἐλαυνέμεν : ὕστατος αὖτε Τυδεΐδης ὄχ ' ἄριστος ἐὼν λάχ ' ἐλαυνέμεν ἵππους . στὰν
6374217 Βη
Βέχειρ : εἴρηται εἰς τὸ Σάπειρες , . , . Βῆ : βῆ δ ' ἀκέων παρὰ θῖνα , ἀντὶ
στὰν δὲ μεταστοιχεί , . , . * . . Βῆ : τὸ μιμητικὸν τῆς τῶν προβάτων φωνῆς . οὐχὶ
6373658 μεταπρεπει
παρ ' αἰδοίοισι καθίζει , ἔν τ ' ἀγορῇ λαοῖσι μεταπρέπει , ὅν κ ' ἐθέλῃσιν : ἠδ ' ὁπότ
' ἔξοχος ἔπλετο πάντων ταῦρος : ὃ γάρ τε βόεσσι μεταπρέπει ἀγρομένῃσι . οἷα δὲ ἐς μυθολογίαν ὑπὲρ τοῦδε τοῦ
6365203 Κοων
καὶ Φοίβης ἡ Λητώ . Κέρκυρα : ἡ Φαιακία . Κόων Μεροπηΐδα νῆσον | . . . Χαλκιόπης ἱερὸν μυχόν
' ἀργαλέων ἀνέμων ἐπὶ πόντον ἀήτας , καί μιν ἔπειτα Κόων δ ' εὖ ναιομένην ἀπένεικας νόσφι φίλων πάντων .
6355858 βροτολοιγῳ
τὸν μὲν Πειριθόου υἷα κρατερὸν Πολυποίτην , τὸν δὲ Λεοντῆα βροτολοιγῷ ἶσον Ἄρηϊ . τὼ μὲν ἄρα προπάροιθε πυλάων ὑψηλάων
κατὰ μέλη πρὸς τοσούτων θεῶν εἰκόνας : καὶ αὖ πάλιν βροτολοιγῷ Ἄρεΐ φησίν τιν ' ὅμοιον εἶναι καὶ ἄλλον ἄλλῳ
6355713 ἀντιθεος
. . . . Ἶλός τ ' Ἀσσάρακός τε καὶ ἀντίθεος Γανυμήδης , ὃς δὴ κάλλιστος γένετο θνητῶν ἀνθρώπων :
] φοινικοπάραος ? ? φοινικόπρωιρος μιλτοπάραος [ ] θεουδής θεοταρβής ἀντίθεος ἰσόθεος ? ? [ δεισιδαίμων ] [ ! ]
6345515 ἀρηϊος
ἔτι δ ' ἔλπετο νίκην , τόφρα δέ οἱ Μενέλαος ἀρήϊος ἦλθεν ἀμύντωρ , στῆ δ ' εὐρὰξ σὺν δουρὶ
: Τρῶες δὲ διέτρεσαν ἄλλυδις ἄλλος . ἤτοι τὸν Μενέλαος ἀρήϊος ἔξαγ ' ὁμίλου χειρὸς ἔχων , εἷος θεράπων σχεδὸν
6311244 δουρικλυτος
ἄλλυδις ἄλλον . τῶν δ ' ἄρ ' ἔλοψ κρείων δουρικλυτὸς ἡγεμόνευεν , οὗ πλήρης περ ἐὼν κρατερῶς παλάμῃ ἐπορέχθην
ς ' ἔβαλόν περ . Τὸν δ ' αὖ Μηριόνης δουρικλυτὸς ἀντίον ηὔδα : Αἰνεία χαλεπόν σε καὶ ἴφθιμόν περ
6295014 Φλεγυαο
ὃς μέγα χάρμα βροτοῖσιν ἐγείνατο μειχθεὶς ἐν φιλότητι Κορωνίδι τῇ Φλεγύαο Ἰὴ Παιᾶνα Ἀσκληπιὸν δαίμονα κλεινότατον , ἰὲ Παιάν .
, ὅτ ' ἄρ ' Ἴσχυς γῆμε Κορωνὶν Εἰλατίδης , Φλεγύαο Διογνήτοιο θύγατρα . . , : [ Ξενοκράτει Ἀκραγαντίνῳ
6293906 Ἐπειος
θοῶς περιμήκεϊ ἵππῳ δησάμενοι καθύπερθεν , ἐπεί ῥά οἱ ἐσθλὸς Ἐπειὸς ποσσὶν ὑπὸ βριαροῖσιν ἐύτροχα δούρατ ' ἔθηκεν , ὄφρά
, ὥστε τὸ μέσον τέλος εἶναι . τὸν πέλεκυν τοῦτον Ἐπειὸς ἀνατίθησι τῇ Ἀθηνᾷ , ᾧ κατεσκεύασε τὸν δούρειον ἵππον
6292251 ὑποδμηθεισα
' ἔτεκ ' ἐν μεγάροις Ἀσκληπιὸν ὄρχαμον ἀνδρῶν , Φοίβῳ ὑποδμηθεῖσα , ἐϋπλόκαμόν τ ' Ἐριῶπιν . καὶ Ἀρσινόης ὁμοίως
: ἣ δή οἱ Μήδειαν ἐύσφυρον ἐν φιλότητι γείναθ ' ὑποδμηθεῖσα διὰ χρυσῆν Ἀφροδίτην . ὑμεῖς μὲν νῦν χαίρετ '
6286854 περικλυτον
, ἐμὴν ἐς πατρίδα γαῖαν : ἄντρον δ ' εἰσεπέρησα περικλυτὸν , ἔνθα με μήτηρ γείνατ ' ἐνὶ λέκτροις μεγαλήτορος
Πληιὰς εὖτ ' ἀκάμαντος ἐς Ὠκεανοῖο ῥέεθρα δύεθ ' ὑποπτώσσουσα περικλυτὸν Ὠρίωνα ἠέρα συγκλονέουσα , μέμηνε δὲ χείματι πόντος :
6280371 ὀπαων
γῆρας ὀπάζει . ” ἐπὶ δὲ τοῦ περιεποίησαν ὤπασαν . ὀπάων ἀκολουθῶν . εἴρηται δὲ παρὰ τὸ ἕπεσθαι . ἔστι
ο πρὸ τοῦ π ψιλοῦται : ὄπα ὀπώρα ὀπὴ ὀπαδὸς ὀπάων τὸ αὐτό , πλὴν τῶν ἐχόντων ἐπαγόμενον τὸ λ
6277420 ἐκγιγαρτισμενας
κεκαυμένων ἡ τέφρα τριβεῖσα ἐλαίῳ ἐν θυίᾳ μολυβδίνῃ . Σταφίδας ἐκγιγαρτισμένας καὶ κύμινον τρίψας ἐπιτίθει : ἢ ἄλευρον κρίθινον ἑψήσας
ὁ ὀποπάναξ ὄξει λειοῦται . Ἄλλο εἰς μελικηρίδας . Σταφίδας ἐκγιγαρτισμένας κ , λεπίδος , μάννης ἀνὰ ⋖ δ .
6270000 ἀρηιον
' ὅτε μοι κατένευσεν Ὀλύμπιος υἱέα δῖον ἔκπαγλον θήσειν καὶ ἀρήιον . Ἀλλὰ τὸ μέν που ἀτρεκέως ἐτέλεσσεν : ὃ
ἐστιν ἐνὶ φθισήνορι χάρμῃ ; Ἀλκῆς γὰρ τόδ ' ἄεθλον ἀρήιον , οὐκ ἀλεγεινῶν θῆκεν ἐνὶ μέσσοις ἐπέων Θέτις ἀργυρόπεζα
6267848 θρονοισι
Πριαμίδαις ] : ὦ τάλαινα συμφορᾶς . ἁ δὲ χρυσέοις θρόνοισι Διὸς ὑπαγκάλισμα σεμνὸν Ἥρα τὸν ὠκύπουν ἔπεμψε Μαιάδος γόνον
Μέρφις . : πέμπτος δὲ Μάρδος ἦρξεν , αἰσχύνη πάτραι θρόνοισι τ ' ἀρχαίοισι : τὸν δὲ σὺν δόλωι Ἀρταφρένης
6262299 θανε
, οὐδ ' ἄρ ' ἔτ ' αὐτὸς ἔην , θάνε δὲ ξανθὸς Μελέαγρος : τῷ δ ' ἐπὶ πάντ
' ἡμῖν μετέειπε : κοῦροι , ἐμοὶ μνηστῆρες , ἐπεὶ θάνε δῖος Ὀδυσσεύς , μίμνετ ' ἐπειγόμενοι τὸν ἐμὸν γάμον
6260034 πεπνυμενον
ζώειν τερπομένοισιν , ἀπειρήτοις κακότητος . Ὃν δέ κεν ἀνθρώπων πεπνυμένον ἦτορ ἀνώγῃ ἐς πολυήρατον ἄντρον ἐσελθέμεν Ἑρμείαο , ἔνθ
ἡ μὲν θαμβήσασα πάλιν οἶκόνδε βεβήκει : παιδὸς γὰρ μῦθον πεπνυμένον ἔνθετο θυμῷ . ἐς δ ' ὑπερῷ ' ἀναβᾶσα
6256116 εἱσατο
λέγει τὴν ὡγαμέμ - νων , ὡς ὁ μῦθος , εἵσατο , τῆι καὶ λίπουρα καὶ μόνωπα θύεται . τοῦτο
δὲ Καλλίμαχος λέγει τὴν ὡγαμέμνων , ὡς ὁ μῦθος , εἵσατο , / τῆι καὶ λίπουρα καὶ μόνωπα θύεται .
6249220 Χρομιος
τὰ Πύθια πρῶτον παρ ' ἑαυτοῖς ἔθεσαν . ὁ δὲ Χρόμιος οὗτος φίλος ἦν Ἱέρωνος , κατασταθεὶς ὑπ ' αὐτοῦ
τὸ γὰρ τοὺς λοιποὺς κρατοῦν καὶ νικῶν ἅρμα ἐλαύνων ὁ Χρόμιος τῇ τε Λητοῖ καὶ τοῖς δυσὶν αὐτῆς παισὶ τὸ
6248456 ἀγορησατο
ἄρα πάντες ἀκὴν ἐγένοντο σιωπῇ . τοῖσιν δ ' Ἀμφίνομος ἀγορήσατο καὶ μετέειπε , Νίσου φαίδιμος υἱός , Ἀρητιάδαο ἄνακτος
μῦθον ἀκούσειαν καὶ ἐπιφρασσαίατο βουλήν : ὅ σφιν ἐὺ φρονέων ἀγορήσατο καὶ μετέειπεν : Ἀτρεΐδη νῦν δή σε ἄναξ ἐθέλουσιν
6243263 Πεισανδρον
οἶδ ' ἑτέρους τινὰς λέγειν , Λυκέαν , Τελέαν , Πείσανδρον , Ἐξηκεστίδην . ἀνωμάλους εἶπας πιθήκους * * ὁ
εἰς τὰ ὅμοια διαβέβληκεν , ὡς οἱ κωμῳδιοποιοὶ Κλεώνυμον καὶ Πείσανδρον . περὶ δὲ Χαιρίππου φησὶ Φοινικίδης ἐν Φυλάρχῳ οὕτως
6240756 φρονεοντε
ἰόντε κυδοίμεον , ὡς ὅτε κάπρω ἐν κυσὶ θηρευτῇσι μέγα φρονέοντε πέσητον : ὣς ὄλεκον Τρῶας πάλιν ὀρμένω : αὐτὰρ
Θήβῃ ἐν ἑπταπύλῳ διδυμάονε γείνατο παῖδε , οὐκέθ ' ὁμὰ φρονέοντε : κασιγνήτω γε μὲν ἤστην : τὸν μὲν χειρότερον
6239760 Ὀδυσσηος
τὸ ἄλυτον : ὡς καὶ ἐν τῷ πῶς ἂν ἔπειτα Ὀδυσσῆος λαθοίμην ; ὡς γὰρ μὴ δυνατὸν ὂν λαθέσθαι ,
τε ἅλις κέχυτ ' , ὄφρ ' ἂν ἄγοιεν δμῶες Ὀδυσσῆος τέμενος μέγα κοπρίσσοντες : ἔνθα κύων κεῖτ ' Ἄργος
6233251 Δολοπεσσιν
: Πηλέα τ ' Αἰακίδην , Αἰγίνης ἀγλαὸν υἱόν ὃς Δολόπεσσιν ἄνασσεν ἐνὶ Φθίῃ ἐριβώλῳ . Τρισσὴν δ ' Ἑρμείαο
οἱ Φθιῶται : ἔναιον γάρ , φησίν , ἐσχατιὴν Φθίης Δολόπεσσιν ἀνάσσων , δόντος τοῦ Πηλέως . γειτνιᾷ δὲ τῇ
6231016 νισσομενοισιν
λαῖτμα κεχαρμένοι , ὄφρα καὶ αὖτις ἠὼς ἠριγενὴς φέγγος βάλε νισσομένοισιν . Ἔστι δέ τις πορθμοῖο παροιτέρη Ἰονίοιο ἀμφιλαφὴς πίειρα
Λυκίας καὶ Ἀρκαδίας . ἤνυσαν : παρέπλευσαν . ἦρι δὲ νισσομένοισιν : Ἄθως ὄρος τῆς Θρᾴκης ὑψηλότατον . ἡ δὲ
6230485 ἡγητορες
. ἤϋσεν δὲ διαπρύσιον Δαναοῖσι γεγωνώς : ὦ φίλοι Ἀργείων ἡγήτορες ἠδὲ μέδοντες ὑμεῖς μὲν νῦν νηυσὶν ἀμύνετε ποντοπόροισι φύλοπιν
τ ' ἐγένοντο , οἱ δ ' ἄρα καὶ παίδων ἡγήτορες , ἐν σοφίῃ τε πολλὸν ἀριπρεπέες μύθων ὑποφήτορες ἐσθλῶν
6228200 ἀεθλια
φέρον ὄγκιον , ἔνθα σίδηρος κεῖτο πολὺς καὶ χαλκός , ἀέθλια τοῖο ἄνακτος . ἡ δ ' ὄτε δὴ μνηστῆρας
ἐείκοσι , δώδεκα δ ' ἵππους πηγοὺς ἀθλοφόρους , οἳ ἀέθλια ποσσὶν ἄροντο . οὔ κεν ἀλήϊος εἴη ἀνὴρ ᾧ
6227536 παρεδραμον
πάλῃ Πλευρώνιον , ὅς μοι ἀνέστη : Ἴφικλον δὲ πόδεσσι παρέδραμον ἐσθλὸν ἐόντα , δουρὶ δ ' ὑπειρέβαλον Φυλῆά τε
ἐνεχόμενοι , κρατούμενοι . παρέδραμον : ἠπάτησαν , ἔφυγον , παρέδραμον δ ' ἐνέκυρσαν . φρένας : τὴν γνῶσιν .
6221221 ἐξεναριξεν
: ὥς ποτε πετραίῃ ὑπὸ δειράδι Παρνησσοῖο Δελφύνην τόξοισι πελώριον ἐξενάριξεν , κοῦρος ἐὼν ἔτι γυμνός , ἔτι πλοκάμοισι γεγηθώς
ἀπ ' ὀδόντων : ἠδ ' ὡς δυσμενέων σπαρτῶν στάχυν ἐξενάριξεν αὐτοφόνῳ παλάμῃ , πῶς δ ' ἀγλαὸν ᾔρατο κῦδος
6219807 μετεειπεν
. Τοῖσι δὲ δὴ Ποίαντος ἀμύμονος ὄβριμος υἱὸς τοῖον ἔπος μετέειπεν ἐποτρύνων πονέεσθαι : Εἰ δ ' ἄγε δὴ πολέμοιο
πρόσθεν ἀρίστη φαίνετο βουλή : ὅ σφιν ἐϋφρονέων ἀγορήσατο καὶ μετέειπεν : Ἀτρεΐδη κύδιστε ἄναξ ἀνδρῶν Ἀγάμεμνον ἐν σοὶ μὲν
6205327 Ἐρεχθηος
' αὖ Βορέου καλὸν στάχυν εἰσενόησα , οὓς τέκ ' Ἐρεχθῆος θείου κλυτὴ Ὠρείθυια Ἰλισσοῦ παρὰ χεῦμα θεοῦ φιλότητι μιγεῖσα
Οἳ δ ' ἄρ ' Ἀθήνας εἶχον ἐϋκτίμενον πτολίεθρον δῆμον Ἐρεχθῆος μεγαλήτορος , ὅν ποτ ' Ἀθήνη θρέψε Διὸς θυγάτηρ
6203959 Φυσει
ὁ ἔρως γίνεται , ἀνάγων ἡμᾶς εἰς τὸ αὐτόκαλον . Φύσει δὲ εἶπεν ἐπειδὴ πᾶσα ψυχὴ φύσει τεθέαται τὰ ὄντα
μόνον . Πολὺ χεῖρόν ἐστιν ἐρεθίσαι γραῦν ἢ κύνα . Φύσει γυνὴ δυσήνιόν ἐστι καὶ πικρόν . Ὦ παῖδες ,
6196708 κεχαροντο
ἦν ἐπὶ Πατρόκλου „ κὰδ δ ' ἔβαλε κρατερῶς , κεχάροντο δὲ πάντες Ἀχαιοί „ καὶ ἐν Ἰλιάδι δὲ λέγει
ἀυτμὴν λαοῦ ἀποπνείοντος . Ἀπειρέσιον δ ' ἄρα θυμῷ Ἀτρεῖδαι κεχάροντο περὶ σφίσι κυδιόωντες , δερκόμενοι πολέμοιο δυσηχέος ἄτρομον ἕρκος
6196100 νεικεσε
ἀπολεψέμεν ἀντὶ τοῦ ἀποκόψειν . . τὸν δὲ κασιγνήτη μάλα νείκεσε πότνια θηρῶν Ἄρτεμις ἀγροτέρη , καὶ ὀνείδειον φάτο μῦθον
πάρος Πατρόκλοιο δαμέντος . Θερσίτης δέ μιν ἄντα κακῷ μέγα νείκεσε μύθῳ : Ὦ Ἀχιλεῦ φρένας αἰνέ , τί ἤ
6196024 σοφιῃ
δή , βασιλεῦ , γίνεται δεινόν . Ἐγὼ δὲ οὐδεμιῇ σοφίῃ οἰκηίῃ αὐτὸς ταῦτα συμβάλλομαι , ἀλλ ' οἷόν κοτε
' ἐστίν , ὃς Ἑλλάδα τὴν μεγαλαυχῆ πᾶσαν ἐκόσμησεν καλλιεπεῖ σοφίῃ , ἔξοχα δ ' Ἀργείους , οἳ τὴν θεοτειχέα
6187044 πατρᾳ
παῖς ] ὁ Καμβύσης . αἰσχύνη ] ὢν δηλονότι . πάτρᾳ ] τῇ πατρίδι . θρόνοισι ] ἤγουν τῇ ἀρχαίᾳ
τέταρτος ηὔθυνε στρατόν . πέμπτος δὲ Μάρδος ἦρξεν , αἰσχύνη πάτρᾳ θρόνοισί τ ' ἀρχαίοισι : τὸν δὲ σὺν δόλῳ
6185402 λευστηρα
. λευστῆρα ] λιθοβόλησιν . λευστῆρα ] λιθαστικόν . θ λευστῆρα ] τὸν ἀπὸ λιθασμοῦ γινόμενον . μὴ ] παρέλκον
χρᾷ φᾶσα Ἄδρηστον μὲν εἶναι Σικυωνίων βασιλέα , ἐκεῖνον δὲ λευστῆρα . Ἐπεὶ δὲ ὁ θεὸς τοῦτό γε οὐ παρεδίδου
6184969 σμερδαλεην
δὲ Κόλχων ἔθνεα ναιετάουσιν ἀπείρονα , καὶ δέ κεν Ἄρει σμερδαλέην ἐνοπὴν μέγα τε σθένος ἰσοφαρίζοι . οὐ μὰν οὐδ
παῖδα φίλον σπαίροντα διὰ φλογός , ἧκε δ ' ἀυτήν σμερδαλέην ἐσιδών , μέγα νήπιος : ἡ δ ' ἀίουσα
6184869 Κρονιδῃ
Μοῦσαι Ὀλυμπιάδες , κοῦραι Διὸς αἰγιόχοιο . τὰς ἐν Πιερίῃ Κρονίδῃ τέκε πατρὶ μιγεῖσα Μνημοσύνη , γουνοῖσιν Ἐλευθῆρος μεδέουσα ,
' εὖ ἔρρεξεν ἐν οὔρεσιν ἀστέρι κείνῳ Σειρίῳ αὐτῷ τε Κρονίδῃ Διί . τοῖο ἕκητι γαῖαν ἐπιψύχουσιν ἐτήσιοι ἐκ Διὸς
6182969 Σπινθαρου
: Ὁ ἀτταγᾶς γὰρ κατάστικτός ἐστι ποικίλοις πτεροῖς . 〛 Σπινθάρου : Οὗτος κωμῳδεῖται ὡς βάρβαρος καὶ Φρὺξ , 〚
στρατῷ : οὗτός τε οὖν ἐνταῦθα τέθαπται καὶ Εὔβουλος ὁ Σπινθάρου καὶ ἄνδρες οἷς ἀγαθοῖς οὖσιν οὐκ ἐπηκολούθησε τύχη χρηστή
6180054 θηρητηρ
εὖτε λέοντος ἀγρόται ἐν ξυλόχοισι τεθηπότες , ὅν τε βάλῃσι θηρητήρ , ὃ δ ' ἄρ ' οὔ τι πεπαρμένος
αἰγονόμοις χαίρων ἀνὰ πίδακας ἠδέ τε βούταις , εὔσκοπε , θηρητήρ , Ἠχοῦς φίλε , σύγχορε νυμφῶν , παντοφυής ,
6179777 Ποδαργος
. ἀνδρὶ μὲν Ἱππαίμων ὄνομ ' ἦν , ἵππῳ δὲ Πόδαργος , καὶ κυνὶ Λήθαργος καὶ θεράποντι Βάβης . τίς
εἶναι αὐτῶν ἓν μνῆμα , ἐν ᾧ γέγραπται : Σᾶμος Πόδαργος Λάμπος Ἄλκιμος Θόας . Θύρσις ὅδ ' ὡξ Αἴτνας
6178386 Ἰλιος
Παπαὶ τῶν ἐπαίνων , Ὅμηρε , καὶ τῶν ὀνομάτων , Ἴλιος ἱρὴ καὶ εὐρυάγυια καὶ ἐϋκτίμεναι Κλεωναί . ἀλλὰ μεταξὺ
' ἧς καθῄρητο τὸ τεῖχος , καὶ οὕτως ἑάλω ἡ Ἴλιος . Λέγεται ὅτι Αἴολος ἄνθρωπος ἦν κυριεύων πνευμάτων ,
6175411 ὀνομηνε
τόν ῥα Ποσειδάωνι δαμασσαμένῳ τέκεν Ἄρνη , Βοιωτὸν δ ' ὀνόμηνε : τὸ γὰρ καλέσαντο νομῆες , ὅττι ῥα πατρῴῃσι
ἀπ ' αὐτοῦ ἐκλήθη : Εὐφορίων : Βοιωτὸν δ ' ὀνόμηνε , τὸ γὰρ καλέουσι βοτῆρες , ὅττι ῥα πατρώῃσι
6175175 ἐπασκησας
Ἀθηναῖοι , καὶ Ἀθηναίων Ἑρμόλυκος ὁ Εὐθοίνου , ἀνὴρ παγκράτιον ἐπασκήσας : τοῦτον δὲ τὸν Ἑρμόλυκον κατέλαβε ὕστερον τούτων ,
χρυσείην φύλλοισιν † ἀγανοῖσι κομόωσαν βότρυσί θ ' οὓς Ἥφαιστος ἐπασκήσας πατρὶ δῶκεν : αὐτὰρ ὁ Λαομέδοντι πόρεν Γανυμήδεος ἀντί
6173257 Τιφυν
τὸν Τῖφυν : ὁ δὲ Αἰσχύλος ἐν τῆι Ἀργοῖ τὸν Τῖφυν Ἶφυν καλεῖ . Κατάλογ . : Λήμνιοι . Κατάλογ
/ : . . . Φερεκύδης δὲ Ποντέως ἱστορεῖ τὸν Τῖφυν : ὁ δὲ Αἰσχύλος ἐν τῆι Ἀργοῖ τὸν Τῖφυν
6172421 Λυκιης
! [ ! ] ? ? ? ? ΧΟΡΟΥ ΜΕΛΟΣ Λυκίης ? ? ? ? [ ! ! ! !
' ἄρα εἶπεν ἑκηβόλῳ Ἀπόλλωνι : κλῦθι ἄναξ ὅς που Λυκίης ἐν πίονι δήμῳ εἲς ἢ ἐνὶ Τροίῃ : δύνασαι
6172220 Ταλαος
Ἀντιφάτης , οὗ Ὀϊκλῆς , οὗ Ἀμφιάραος : Βίαντος δὲ Ταλαὸς , οὗ Ἄδραστος : Προίτου δὲ Μεγαπένθης , οὗ
Αἰόλου Κρηθεὺς , οὗ Ἀμυθάων , οὗ Βίας , οὗ Ταλαὸς , οὗ Ἄδραστος : μέχρι ταύτης τῆς ἡμέρας ,
6169057 Πλειστολας
ὅρκον ὤμνυον Λακεδαιμονίων μὲν οἵδε , Πλειστοάναξ , Ἆγις , Πλειστόλας , Δαμάγητος , Χίονις , Μεταγένης , Ἄκανθος ,
τέλος τοῦ πολέμου ξυνεχῶς : ἀδιαστάτως , συνημμένως . σημείωσαι Πλειστόλας σημείωσαι Ἀλκαῖος διεκίνουν τὰ πεπραγμένα : κατέλυον τὰ κατὰ
6167875 ἐριθυμος
οἱ θεράποντες ἐυσθενέες πονέοντο , Ἀλκυονεὺς Νύχιός τε καὶ Ἀσιάδης ἐρίθυμος αἰχμητής τε Μένεκλος Ἀλέξιππός τε Κλύδων τε ἄλλοι τ
Φῆ μέγα νεικείων : ὃ δέ οἱ περιχώσατο θυμῷ Πηλείδης ἐρίθυμος . Ἄφαρ δέ ἑ χειρὶ κραταιῇ τύψε κατὰ γναθμοῖο
6167671 Ἐπιχαρης
τὸ τρίτον εἶναι μέρος τοὺς ηʹ ὀβολοὺς τοῦ τετραδράχμου . Ἐπιχάρης : Δημοσθένης ἐν τῷ ὑπὲρ Κτησιφῶντος . ὄνομα κύριον
Κλεινόμαχος ἐρῶν εἶπε τὰ μὲν ἄλλα κατὰ τὰ αὐτὰ καθάπερ Ἐπιχάρης , Τιμόμαχον δὲ καλλίω εἶναι . Καὶ Αἰσχίνης δὲ
6167476 Ἐπιδαυριος
[ Μεσσήνιος ἀπὸ Σικελίας πάλην : ] / Ἀρίστων [ Ἐπιδαύριος πύξ : ] / Δαμάγητος [ Ῥόδιος παγκράτιον :
ἐμβεβληκότων . Ἐπὶ τέγει λήϊον : ἐπὶ τῶν ἀνωφελῶν . Ἐπιδαύριος ἵππος : καί : Ἐρετριακὸς κύων : ἐπὶ τῶν
6166156 Ἰοβακχ
ἱκέτας ? ? [ ] κατάσχῃ . Εὐοῖ ὦ [ Ἰόβακχ ] ' ὦ ἰὲ Παιάν : δεῖξαι [ ]
Εὔβοιά - ] [ ] τε καλλίκαρπος : Εὐοῖ ὦ Ἰόβακχ [ ' ὦ ἰὲ ] Παιάν : πᾶσα δ
6160633 Ἱπποκλης
ὑπὸ τῶν Ἀττικῶν ἑπτὰ καὶ εἴκοσι νεῶν , ὧν ἦρχεν Ἱπποκλῆς Μενίππου φυλακὴν ἔχων τῶν ἀπὸ τῆς Σικελίας νεῶν ,
τινα κέκληκεν ἐν τούτοις : ὁ δὲ Κίλιξ ὅδ ' Ἱπποκλῆς , ὁ ζωμοτάριχος ὑποκριτής . τὸ δὲ κατὰ Σιμωνίδην
6160319 Νισαιοι
κατάγει μιν ἄνωθεν . τὸν μὲν ἐν ὀψιγόνοισι Σοωναύτην ὀνόμηναν Νισαῖοι Μεγαρῆες , ὅτε νάσσεσθαι ἔμελλον γῆν Μαριανδυνῶν : δὴ
. ἐπαινεῖ τοὺς Μεγαρεῖς . ὁ δὲ νοῦς : ὦ Νισαῖοι Μεγαρεῖς , εὐδαιμονοίητε διὰ τοῦτο , ὅτι τὸν Ἀθηναῖον
6155721 Εὐρυαλος
αὐτῷ Ζεὺς ὀλέσειε βίην πρὶν ἡμῖν πῆμα γενέσθαι καὶ τὸ Εὐρύαλος δέ ἑ αὐτὸν ἀρεσσάσθω ἐπέεσσι , ὠρθοτονήθη δὲ τὸ
πρέπειν αὑτῷ κεχρημένῳ συμφοραῖς ἡλικιώταις εὖ πράττουσιν ὁμιλεῖν ἄγαν ὑβριστικῶς Εὐρύαλος μέμφεται ναυτικὴν ἀμαθίαν αὐτῷ περιάπτων . Ἀθήνησι μὲν οὖν
6151431 ἐρδουσι
. κείνη θηρὸς ἔφυ παλάμη : κείνῃ τὰ θέλουσι ῥηϊδίως ἔρδουσι . ποδῶν γε μὲν οὐκ ἴσα μέτρα : ὑψόθι
Κρότωνα ἐνθάδε εἰρηνέες . οἱ δὲ Αἰακέος παῖδες ἄλαστα κακὰ ἔρδουσι καὶ Μιλησίους οὐκ ἐπιλείπουσι αἰσυμνῆται . δεινὸς δὲ ἡμῖν
6146695 ἐπαλτο
ὄνυμ ' αὐτῶν : καὶ ἐς Αἰθίοπας Μέμνονος οὐκ ἀπονοστήσαντος ἔπαλτο : βαρὺ δέ σφιν νεῖκος Ἀχιλεύς ἔμπεσε χαμαὶ καταβαὶς
τὸ πηδῶ , πάλλομαι ἐπαλλόμην ἐπάλλου ἐπάλλετο καὶ κατὰ συγκοπὴν ἔπαλτο καὶ ἀνέπαλτο . . . . ἀνέδεντο : δέω
6139937 προμαχος
θυμῷ πολλάκι μὲν πληγέντος ὑπ ' ἀγκίστροιο δαφοινοῦ ἄλλος ἐπαΐξας πρόμαχος σκάρος ἰχθὺς ὀδοῦσιν ὁρμιὴν ἀπέκερσε καὶ ἐξεσάωσεν ἑταῖρον καὶ
ὅτι δικαίως προμάχεται τῆς πόλεως . πόλεως ] συνίζησις . πρόμαχος ] βοηθός . ὄρνυται ] διεγείρεται . ὄρνυται ]
6137492 ἰωχμοιο
δ ' ὑπέροπλον ὑποσχεσίῃ Κυθερείης φόρτον ἄγων ἔσπευδεν ἐς Ἴλιον ἰωχμοῖο . Ἑρμιόνη δ ' ἀνέμοισιν ἀπορρίψασα καλύπτρην ἱσταμένης πολύδακρυς
τοῖον δ ' ἔκφατο μῦθον ἐρυκανόωσα μάχεσθαι : Ἴσχεσθ ' ἰωχμοῖο δυσηχέος : οὐ γὰρ ἔοικε Ζηνὸς χωομένοιο μινυνθαδίων ἕνεκ
6136784 ἱρην
ἄλλο μὲν οὐδὲν ἀμείβεται τὸν πατέρα , ἔφη δέ μιν ἱρὴν ζημίην ὀφείλειν τῷ θεῷ ἑωυτῷ ἐς λόγους ἀπικόμενον .
ὑπεδέξατο . καὶ αὐτίκα ὑγιέα γενομένην ὁ ἀνὴρ ἐς τὴν ἱρὴν πόλιν ἔπεμπε , σὺν δὲ οἱ καὶ χρήματα καὶ
6136135 ἐπῳχετο
εὗρε δὲ φώκας ζατρεφέας , πάσας δ ' ἄρ ' ἐπῴχετο , λέκτο δ ' ἀριθμόν . ἐν δ '
Ἀργείων πολέες φύγον ἔνδοθι νηῶν , ὅσσους Εὐρύπυλος μέγ ' ἐπῴχετο πῆμα κυλίνδων . Παῦροι δ ' ἀμφ ' Αἴαντα
6127632 ἐπιεικελον
Ἀντηνορίδας Πόλυβον καὶ Ἀγήνορα δῖον ἠΐθεόν τ ' Ἀκάμαντ ' ἐπιείκελον ἀθανάτοισιν . Ἕκτωρ δ ' ἐν πρώτοισι φέρ '
Ἐξάδιόν τε καὶ ἀντίθεον Πολύφημον , Θησέα τ ' Αἰγείδην ἐπιείκελον ἀθανάτοισι . κάρτιστοι δὴ κεῖνοι ἐπιχθονίων τράφεν ἀνδρῶν :
6126528 ἐυφρονος
' ἄμμι φάος πάντεσσι πελάσσει . Ὣς φάτο Θέστορος υἱὸς ἐύφρονος : ἀμφὶ δὲ λαοὶ γηθόσυνοι κελάδησαν , ἐπεί σφισιν
τ ' ἔχεσκεν ἐνὶ φρεσὶ μυρίον ἄλγος μνησάμενος σφοῦ παιδὸς ἐύφρονος Ἀντιλόχοιο : Ἀργείων σκηπτοῦχε , μέγα κρατέων Ἀγάμεμνον ,
6123866 μεδοντες
ἀπὸ δὲ τοῦ μήδος τὸ μῆδος , καὶ βασιλεῖς οἱ μέδοντες παρὰ τὸ μήδω ὁμοίως , οἷς εὐβουλίας δεῖ :
οὐκ ἄρα πάντα νοήμονες οὐδὲ δίκαιοι ἦσαν Φαιήκων ἡγήτορες ἠδὲ μέδοντες , οἵ μ ' εἰς ἄλλην γαῖαν ἀπήγαγον :
6122668 Εὐρυπυλος
Κύκλωπος ὕστερον : ὣς γάρ που στυγερῇ ἐπιήνδανε Μοίρῃ . Εὐρύπυλος δ ' ἑτέρωθεν ἐπῴχετο : τοῦ δ ' ὑπὸ
ὁποτέρῳ αὐτῶν ἡ νίκη : ἰδοὺ γὰρ καὶ καθῄρηται ὁ Εὐρύπυλος κατὰ τῆς μασχάλης ὤσαντος αὐτῷ καιρίαν τοῦ Πύρρου καὶ
6119105 ἐπιορκον
' ἣν μέλλει τοῦτο ποιεῖν . τὸ . . . ἐπίορκον ] τοῦτο γὰρ μάλιστα ἴδιον τῆς Δημοσθένους δεινότητος τὸ
. . . . ὣς φάτο , καί ῥ ' ἐπίορκον ἐπώμοσε , τὸν δ ' ὀρόθυνεν : τοῦτο ἔξωθεν
6117762 κρατερῃ
ἰκέλη ὡς εἴ ἑ βιῴατο μοῦνον ἐόντα Τρῶες ἀποτμήξαντες ἐνὶ κρατερῇ ὑσμίνῃ . ἀλλ ' ἴομεν καθ ' ὅμιλον :
ἀμφὶ φόνῳ Πατρόκλου μερμηρίζων , ἢ ἤδη καὶ κεῖνον ἐνὶ κρατερῇ ὑσμίνῃ αὐτοῦ ἐπ ' ἀντιθέῳ Σαρπηδόνι φαίδιμος Ἕκτωρ χαλκῷ
6117678 οἰνοβαρειων
ἱεροῖς ' ἐν δώμασι Κίρκης , ψύχεος ἱμείρων , κατελέξατο οἰνοβαρείων : κινυμένων δ ' ἑτάρων ὅμαδον καὶ δοῦπον ἀκούσας
. θ . . Ξ . ὁ δ ' ἐρεύγετο οἰνοβαρείων . , ὡς περὶ ἑτέρου . . . Π
6116481 κεκορυθμενα
ὀφθαλμοῖς . Εἰσιδέειν : ἰδεῖν . ὀλοῇ : ὀλεθρίᾳ . κεκορυθμένα : ὡπλισμένα , καθωπλισμένα . λύσσῃ : μανίᾳ ,
ἔχων καὶ καμπύλα τόξα καὶ ξίφος : αὐτὰρ δοῦρε δύω κεκορυθμένα χαλκῷ πάλλων Ἀργείων προκαλίζετο πάντας ἀρίστους ἀντίβιον μαχέσασθαι ἐν

Back