δεῖ ἐγκρασιχόλους ἢ ἀθερίνας ἢ τριγλίδας μικρὰς σηπίδιά τε καὶ τευθίδια καὶ καρκίνια . Εὔβουλος : ὦ χάριτες , αἷσι
τι ἂν ᾖ , ὁσίας ἕνεκα , σηπίδι ' ἢ τευθίδια , πλεκτάνια μικρὰ πουλύποδος , νῆστίν τινα , μήτραν
8347312 καθαρειως
φαγοῦσα πρώην σῦκα τῆς μεσημβρίας . Μὴ πολυτελῶς , ἀλλὰ καθαρείως ὅ τι ἂν ᾖ , ὁσίας ἕνεκα , σηπίδι
ἐστι . φράζε δή ποτε . μὴ πολυτελῶς , ἀλλὰ καθαρείως ὅ τι ἂν ᾖ , ὁσίας ἕνεκ ' ,
7335554 χορια
ἀμελχθέντος γάλακτος , ἐσθίουσι δὲ θέντες ὑπὸ τὸ πῦρ . χόρια ζεῖ : χόρια τὰ ἀγγεῖα τῶν ἐμβρύων ἢ αἱ
κίχλας , ἀπίους , σχαδόνας , ἐλάας , πῦον , χόρια , χελιδόνια , τέττιγας , ἐμβρύεια . ὑριχοὺς δ
7246677 δελφακιων
πρὸς βίαν χορτάζουσιν . καὶ ἐν Προτρεπτικῷ δέ : ἀντὶ δελφακίων τρέφεσθαι . δέλφακα δὲ ἀρσενικῶς εἴρηκεν Πλάτων ἐν Ποιητῇ
. , . καὶ ἐν Προτρεπτικῷ δέ : “ ἀντὶ δελφακίων τρέφεσθαι ” . . , . τὸ δὲ καλούμενον
7222804 σηπιδια
τε φάττας καὶ κίχλας ὁμοῦ σπίνοις κοινῇ τε χναύειν τευθίσιν σηπίδια πιλεῖν τε πολλὰς πλεκτάνας ἐπιστρεφῶς πίνειν τε πολλὰς κύλικας
τε φάττας καὶ κίχλας ὁμοῦ σπίνοις ὁμοῦ τε χναύειν μαινίσιν σηπίδια πιλοῦν τε πολλὰς πλεκτάνας ἐπιστρεφῶς πίνειν τε πολλὰς κύλικας
7195974 τεμαχος
ὥς τινα πραγματείαν βιωφελῆ καταβαλλόμενος . ὀρφώς . Κρατῖνος : τέμαχος ὀρφὼ χλιαρόν . καλεῖται δὲ καὶ ὀρφός . Πλάτων
ἀφίκῃ κλεινοῦ Βυζαντίου εἰς πόλιν ἁγνήν , ὡραίου φάγε μοι τέμαχος πάλιν : ἔστι γὰρ ἐσθλὸν καὶ μαλακόν . .
7172888 ἐσθιε
καὶ ἀφετῆρος τῆς μολόχης ὡρμημένος . οὐ μόνον οὖν μὴ ἔσθιε μηδὲ ἀφάνιζε τὰς τοιαύτας παρατηρήσεις , ἀλλὰ καὶ αὖξε
νῷν . Τί δὲ δὴ ' γώ ; Τὴν Σίβυλλαν ἔσθιε . Οὔτοι μὰ τὴν Γῆν ταῦτα κατέδεσθον μόνω ,
7169830 καπτων
ἕκαστος . Ἅλις ἀφύης μοι . παρατέταμαι γὰρ τὰ λιπαρὰ κάπτων . ἀλλὰ φέρεθ ' ἡπάτιον , ἢ καπριδίου νέου
' ἕλκων , βλαύτας σύρων , βολβοὺς τρώγων , τυροὺς κάπτων , ᾠὰ κολάπτων , κήρυκας ἔχων , Χῖον πίνων
7154179 δελφακος
ἢ γλῶτταν ἢ σπλῆνά γ ' ἢ νῆστιν , ἢ δέλφακος ὀπωρινῆς ἠτριαίαν φέρετε δεῦρο μετὰ κολλάβων χλιαρῶν . μηδὲ
σκευοφορεῖον καὶ καμπύλον . Πρόσφερε δεῦρο δὴ τὴν κεφαλὴν τῆς δέλφακος . Σὲ γὰρ γραῦ συγκατῴκισεν σαπράν ὀρφοῖσι σελαχίοις τε
7145035 ὀπωρινης
γλῶτταν ἢ σπλῆνά γ ' ἢ νῆστιν , ἢ δέλφακος ὀπωρινῆς ἠτριαίαν φέρετε δεῦρο μετὰ κολλάβων χλιαρῶν . μηδὲ τὰ
ἐπὶ δὲ τῶν θηλειῶν τοὔνομα τάττει Ἀριστοφάνης Ταγηνισταῖς ἢ δέλφακος ὀπωρινῆς ἠτριαῖον . καὶ ἐν Ἀχαρνεῦσιν : νέα γάρ ἐστιν
7108917 καππαριν
προσφόρους ὑμῖν τροφάς , σκορόδια , τυρόν , κρόμμυα , κάππαριν . . . ἅπαντα ταῦτ ' ἐστὶν δραχμῆς .
πρῶτος τῶν μεγάλων ἡγήσεται , ἔχων ἐχῖνον , ὠμοτάριχον , κάππαριν , θρυμματίδα , τέμαχος , βολβὸν ἐν ὑποτρίμματι .
7074383 τρωγων
κλῆρον : ὥστε χρὴ σκάπτειν πέτρας ὀρείας , σῦκα μέτρια τρώγων καὶ κρίθινον κόλλικα , δούλιον χόρτον . οὐκ ἀτταγέας
μητρῴη . ” τότε δὴ τὸν ἄρνα συλλαβών τε καὶ τρώγων “ ἀλλ ' οὐκ ἄδειπνον ” εἶπε “ τὸν
7074330 ῥινης
. εἷς γὰρ τῶν δεδεμένων , οὐκ οἶδ ' ὅθεν ῥίνης εὐπορήσας καὶ συνωμότας πολλοὺς τῶν δεσμωτῶν προσλαβών , ἀποπρίει
' ἀγανῶπιν ἄτρωτον οἷά τε παρθενικῆς ἁπαλόχροος αἰνήσουσι . καιομένη ῥίνης δὲ δορὴ τρηχεῖα φαεινοῖς ὕδασι λειωθεῖσα φέρει φυμάτεσσιν ἀρωγήν
7060001 πινε
' οὖν ἀκούσας καὶ μαθὼν ἐμοῦ πάρα εὔφραινε σαυτὸν , πίνε , τὸν καθ ' ἡμέραν βίον λογίζου σὸν ,
Ἀγχιάλην ἔδειμεν ἡμέρῃ μιῇ . σὺ δ ' ἔσθιε , πίνε , ὄχευε , ὡς τά γε ἄλλα οὐδὲ τούτου
7048098 ἑφθην
ὁμοίως τὰ στερεόσαρκα : λαχάνων δὲ σέριν ὠμήν τε καὶ ἑφθήν , σίσαρον , ἀνδράχνην , ἀρνόγλωσσον , ἀσπάραγον |
ἶρις δ ' ἔλαμψε , καλὸν οὐρανοῦ τόξον καὶ πίσσαν ἑφθήν , ἣν θύραι μυρίζονται ὣς οἵ γ ' ἀμφίεπον
7043669 λαβρακος
, νῆστίν τινα , μήτραν , χόρια , πῦον , λάβρακος κρανίον εὐμέγεθες . ὁ δὲ Γαίσων , οὗ Ἀρχέστρατος
. Ἀνδρῶν ἐπακτῶν πᾶσα γάργαρ ' ἑστία . Οὐ κρανίον λάβρακος , οὐχὶ κάραβον πρίασθαι , οὐκ ἔγχελυν Βοιωτίαν ,
7019388 γαλεου
ὁ Λυγκεύς , ὃς ἐν τῷ πολυθρυλήτῳ ποιήματι περὶ τοῦ γαλεοῦ λέγει οὕτως : ἐν δὲ Ῥόδῳ γαλεὸν τὸν ἀλώπεκα
, θρῖον , φυλλάς , θύννου τεμάχη , γλάνιδος , γαλεοῦ , ῥίνης , γόγγρου : φοξῖνος ὅλος , κορακῖνος
7014481 νηστιν
ἀνὰ # α , μέλιτος Ἀττικοῦ τὸ ἀρκοῦν . πότιζε νῆστιν καρύου Ποντικοῦ τὸ μέγεθος δι ' ὕδατος θερμοῦ .
ἐστι νῆστις . Εὔβουλος : ὃς νῦν τετάρτην ἡμέραν βαπτίζεται νῆστιν πονηροῦ κεστρέως τρίβων βίον . Δίφιλος : οὗτοι δεδειπνήκασιν
7000192 γογγρου
, τευθὶς σακτή , συνόδων ὀπτός , γλαύκου προτομή , γόγγρου κεφαλή , βατράχου γαστήρ , θύννου λαγόνες , βατίδος
δὲ ταῦτα κυρῶ φράζων καὶ πρὸς σέ , Κλέαινε . γόγγρου μὲν γὰρ ἔχεις κεφαλήν , φίλος , ἐν Σικυῶνι
6995634 σερφους
τοῦ σέρφου καὶ ἐν Ὄρνισιν : εὕδει καταφαγὼν μύρτα καὶ σέρφους ἐξηγοῦνται καρπὸν τὸν σέρφον : ἔστι δὲ θηρίδιόν τι
Ἀλλ ' ἀρτίως νὴ τὸν Δία εὕδει καταφαγὼν μύρτα καὶ σέρφους τινάς . Ὅμως ἐπέγειρον αὐτόν . Οἶδα μὲν σαφῶς
6953680 σχαδονας
. αὑτὸς δ ' ἀνὴρ πωλεῖ κίχλας , ἀπίους , σχαδόνας , ἐλάας , πύον , χόρια , χελιδόνια ,
. αὑτὸς δ ' ἀνὴρ πωλεῖ κίχλας , ἀπίους , σχαδόνας , ἐλάας , πυόν , χόρια , χελιδόνια ,
6950757 ἐγχελειον
τὸν γαλεόν ; ἐν ὑποτρίμματι ζέσαι . τὸ δ ' ἐγχέλειον ; ἅλες , ὀρίγανον , ὕδωρ . ὁ γόγγρος
οὐδὲ σχαδόνες , οὐδ ' ἠτριαῖον δέλφακος ; οὐδ ' ἐγχέλειον , οὐδὲ κάραβον μέγαν γυναιξὶ κοπιώσαισιν ἐπεκουρήσατε ; Ὦ
6946432 ἠτριαιαν
ἢ σπλῆνά γ ' ἢ νῆστιν , ἢ δέλφακος ὀπωρινῆς ἠτριαίαν φέρετε δεῦρο μετὰ κολλάβων χλιαρῶν . μηδὲ τὰ Φαληρικὰ
πλευρὸν ἢ γλῶτταν ἢ σπληνὸς ἢ νῆστιν ἢ δέλφακος ὀπωρινῆς ἠτριαίαν φέρετε δεῦρο μετὰ κολλάβων χλιαρῶν . τοσούτων λεχθέντων καὶ
6890280 τεθλασμενα
Γ ὀμφαλόεσσαν ] κυκλοτερῆ γὰρ τὰ σῦκα . σὺν ὀμφαλοῖς τεθλασμένα ] κεκλασμένα τηξάμενος ] ἑψήσας ἀλκτήρια ] ἰάματα μελιζώροιο
: τὰ δὲ πρὸς δυσηκοΐαν : τὰ δὲ πρὸς ὦτα τεθλασμένα . τῶν δὲ ὀφθαλμικῶν φαρμάκων εἴδη εἰσὶν ἑπτά .
6890240 κρεαδι
εἶτα θρῖον καὶ βότρυς . ἡ δημιουργὸς δ ' ἀντιπαρατεταγμένη κρεάδι ' ὀπτᾷ καὶ κίχλας τραγήματα . ἔπειθ ' ὁ
σομφάς , δι ' ὧν τὴν ὑγρασίαν ἐκδέξεται : τὰ κρεάδι ' ἔσται τ ' οὐκ ἀπεξηραμμένα , ἔγχυλα δ
6884631 γλανιδος
μοι , πίει ; τί φής ; θύννου τεμάχη , γλάνιδος , γαλεοῦ , ῥίνης , γόγγρου , κεφάλου ,
μοι , πίει ; τί φῄς ; Θύννου τεμάχη , γλάνιδος , γαλεοῦ , ῥίνης , γόγγρου , κέφαλος ,
6883830 τευτλιον
περιπατεῖ . Ἐπὰν δὲ καλέσῃ ψυγέα τὸν ψυκτηρίαν , τὸ τευτλίον δὲ σεῦτλα , φακέαν τὴν φακῆν , τί δεῖ
. καὶ εἰ μὲν σευτλίον , παρείδομεν , εἰ δὲ τευτλίον , ἀσμένως ἠκούσαμεν , ὡς οὐ τὸ σεῦτλον ταὐτὸν
6874897 μυρον
τρίπουν τράπεζαν λήψομαι ; οἴνου τε Χίου στάμνον ἥκειν καὶ μύρον . ὡς δὴ τίς ἂν ὤν , ἢ τί
ἐσκευάσθη τὸ παρ ' οὐδενί πω γεγονὸς λιβανώτινον μύρον . μύρον δὲ χρηστὸν μύρῳ εὐτελεῖ ἐπιχεόμενον ἐπιπολῆς μένει . χείρονι
6864982 φεροις
ἂν δὴ † φέρηις τι , μέγα δή τι † φέροις : ἄνοιγ ' ἄνοιγε τὰν θύραν χελιδόνι : οὐ
τοῖσι δ ' ἔργοις ὄντας ἀνοήτους ὁρῶ . ἀποτετύχηται ζωμήρυσιν φέροις : ὀβελίσκους δώδεκα : κρεάγραν : θυΐαν : τυρόκνηστιν
6856727 πουλυποδειον
, ἑρμήνευε . σπαθᾶν τὸν ἱστὸν οὐκ ἔσται σπάθη . πουλυπόδειον , σηπιδάριον , κάραβον , ἀστακόν , ὄστρειον ,
ἀλλ ' ἔντραγε τὴν σηπίαν τηνδὶ λαβοῦσα καὶ τοδὶ τὸ πουλυπόδειον . ἡμᾶς δ ' ἀπαλλαχθέντας ἐπ ' ἀγαθαῖς τύχαις
6844052 ἐγχελεια
' αὐτῶν Ποσείδιππος ἐν Λοκρίσιν οὕτως : ὥρα περαίνειν : ἐγχέλεια , καράβους , κόγχας , ἐχίνους προσφάτους , μηκώνια
μὲν ἐξωπτημένα , καταχυσματίοισι παντοδαποῖσιν εὐτρεπῆ , τεύτλοισί τ ' ἐγχέλεια συγκεκαλυμμένα , σχελίδες τ ' ὁλόκνημοι πλησίον τακερώταται ἐπὶ
6834112 οἰσεις
καιρὸν πραττομένων καὶ τῶν παραλελειμμένων τὰς ζημίας . καὶ τὸ οἴσεις δ ' ἐν φορμῷ , παῦροι δέ σε θηήσονται
πρόελε τῶν πεφωγμένων . * * * * Οὐκ ἰσχάδας οἴσεις τῶν μελαινῶν ; μανθάνεις ; ἐν τοῖς Μαριανδυνοῖς ἐκείνοις
6818124 τεμαχη
ἐναντίας καὶ ἀντετάξω . Γ θύννεια θερμὰ ] θύννων ἰχθύων τεμάχη . κασαλβάσω : κασαλβάδες ἑταῖραί εἰσιν , αἱ ἀεὶ
ἄνδρες πάλαι ὀψοφάγοι τοιοῦτοί τινες οἷοι καταβροχθίζειν ἐν ἀγορᾷ τὰ τεμάχη , ὁρῶντες ἐξέθνῃσκον ἐπὶ τῷ πράγματι ἔφερόν τε δεινῶς
6815751 θυννου
' ὄξει ῥάνας παραθῇς , ἀπόλωλεν ἐκείνη . καὶ Σικελοῦ θύννου τέμαχος , φίλε Μόσχε , φαγεῖν χρὴ τμηθέν ,
τῶν ἡδονῶν γὰρ μεγάλα τὰ διαστήματα : ἐνίοτε κρείττων γίνεται θύννου βόαξ . ἔστω . γεω - μετρικῇ δὲ καὶ
6785933 καρκινια
, Μητροῖ , πρός με τῆι ἐνάτηι πάντως ὄκως λάβηις καρκίνια : τὴν γὰρ οὖν βαίτην θάλπουσαν εὖ δεῖ '
ἢ κωβιοὺς ἢ τριγλίδας μικρὰς σηπίδιά τε καὶ τευθίδια καὶ καρκίνια . ΕΨΗΤΟΣ . ἐπὶ τῶν λεπτῶν ἰχθυδίων . Ἀριστοφάνης
6775803 τυρου
πάλην ἀλφίτου , εἶτα ἓν τοῦ φαρμάκου μέτρον καὶ τοῦ τυροῦ καὶ τοῦ ἀλφίτου ποιῆσαι , καὶ τοῦτο διδόναι πίνειν
θᾶττον εἰς Ἐλύμνιον ; Ἥδομαί γ ' ἥδομαι κράνους ἀπηλλαγμένος τυροῦ τε καὶ κρομμύων . Οὐ γὰρ φιληδῶ μάχαις ,
6752201 δρακαινις
θρίττα , χελιδών , καρίς , τευθίς , ψῆττα , δρακαινίς , πουλυπόδειον , σηπία , ὀρφώς , κωβιός ,
θρᾷττα , χελιδών , καρίς , τευθίς , ψῆττα , δρακαινίς , πουλυπόδειον , σηπία , ὀρφώς , κάραβος ,
6742533 ἀμητες
; ναί . τοῦτ ' ἐκεῖν ' ἔστιν σαφῶς : ἄμητες , οἶνος ἡδύς , ᾠά , σησαμαῖ , μύρον
, ἀχράδες , κνῆκος , ἐλᾶαι , στέμφυλ ' , ἄμητες , πράσα , γήτειον , κρόμμυα , φυστή ,
6741059 ῥοφειν
Γ ⌈ φησίν [ φησὶν οὖν ] , ὅτι τὸ ῥοφεῖν κακοῦ μοι αἴτιον ⌈ ἐγένετο Γ [ γέγονεν ]
γὰρ ἡ φακῆ ἐστιν , Ἀρχάγαθος ἔφη , ἧς καὶ ῥοφεῖν Ὀρέστην τῆς νόσου πεπαυμένον φησὶ Σόφιλος ὁ κωμικός .
6735243 ἀναδηματα
κηρωτήν , λίτρον , προκόμιον , ὀχθοίβους , μίτρας , ἀναδήματα , ἔγχουσαν , ὄλεθρον τὸν βαθύν , ψιμύθιον ,
οἱ κριταί , καὶ τῷ νικήσαντι μὴ ταινίας ἀλλὰ φιλήματα ἀναδήματα παρὰ τῶν κριτῶν γενέσθαι . ἐπεὶ δὲ ἐξέπεσον αἱ
6722554 κολλικας
ἐγὼ μὲν ἄρτους , μᾶζαν , ἀθάρην , ἄλφιτα , κόλλικας , ὀβελίαν , μελιτοῦτταν , ἐπιχύτους , πτισάνην ,
ἐγὼ μὲν ἄρτους , μᾶζαν , ἀθάρην , ἄλφιτα , κόλλικας , ὀβελίαν , μελιτοῦτταν , ἐπιχύτους , πτισάνην ,
6715410 περικομμα
' ἰατρῷ ὀξωτά , σιλφιωτά , βολβός , τεύτλιον , περίκομμα , θρῖον , ἐγκέφαλος , ὀρίγανον , καταπυγοσύνη ταῦτ
' ἰατρῷ ὀξωτά , σιλφιωτά , βολβός , τεύτλιον , περίκομμα , θρῖον , ἐγκέφαλος , ὀρίγανον , καταπυγοσύνη ταῦτ
6708491 λεβιας
κόκκυξ , τρυγών , σμύραινα , φάγρος , μύλλος , λεβίας , σπάρος , αἰολίας , θρᾷττα , χελιδών ,
βρίγκος , τρίγλη , κόκκυξ , φάγρος , μύλλος , λεβίας , σπάρος , αἰολίας , θρίττα , χελιδών ,
6708221 ἑφθος
, χόνδρου , κάραβοι ὀπτοί , τευθίδες ὀπταί , κεστρεὺς ἑφθός , σηπίαι ἑφθαί , θυννίδες ἑφθαί , σχαδόνες ,
' ἐστί , τὸ περίκομμ ' ἀπόλλυται : ὁ γόγγρος ἑφθός , τὰ δ ' ἀκροκώλι ' οὐδέπω . Εἶτα
6704145 ἐξελε
σέ , τὸ δόγμα . τί οὖν ἔχεις ποιῆσαι ; ἔξελε , τὸ δ ' ἐκείνων , ἂν εὖ ποιῶσιν
γέ μοι ἠγόρασας . συνακολούθει μεθ ' ἡμῶν . θύραν ἔξελε . ἐπ ' ἀμφότερα νῦν ἡ ' πίκληρος ἡ
6698504 τμητος
, εἶτα τομῶ καὶ συγκοπῇ τμῶ τμήσω τέτμηκα τέτμημαι τέτμηται τμητός καὶ ἄτμητος ' . . . . ἀτμός :
τυρὸς ξηρός , τυρὸς κοπτός , τυρὸς ξυστός , τυρὸς τμητός , τυρὸς πηκτός . Ἐν ὅσῳ δ ' ἀκροῶμαί
6694427 Χρυσι
ἔχεις τὰ σαυτῆς πάντα : προστίθημί σοι ἐγὼ θεραπαίνας , Χρυσί . ἐκ τῆς οἰκίας ἄπιθι . τὸ πρᾶγμ '
, ὦ Μουσάριον , τότε . Ὅστις δέ , ὦ Χρυσί , μήτε ζηλοτυπεῖ μήτε ὀργίζεται μήτε ἐρράπισέ ποτε ἢ
6688797 ὀρνιθεια
κέφαλος . τεμάχη ] κομμάτια . ἀγαθᾶν ] καλῶν . ὀρνίθεια ⌈ κιχλῶν [ κιχηλᾶν ] ] δέον ” ὀρνιθείων
φύσκης τόμος , ποὺς ἑφθός , ἧπαρ , πλευρόν , ὀρνίθεια πλήθει πολλά , τυρὸς ἐν μέλιτι , μερὶς κρεῶν
6688340 παρατεταμαι
ἀπελάγχανεν . Λαμβάνετε κόλλαβον ἕκαστος . Ἅλις ἀφύης μοι . παρατέταμαι γὰρ τὰ λιπαρὰ κάπτων . ἀλλὰ φέρεθ ' ἡπάτιον
δ ' ἂν οὐκ ἀπέδραμεν † ἅλις ἀφύης μοι : παρατέταμαι γὰρ τὰ λιπαρὰ κάπτων : ἀλλὰ φέρετ ' ἀτταγᾶ
6687631 ἠλακατηνες
οὗτοι , ἐπιτήδειοι εἰς ταριχείαν . Μένανδρος . κωβιός , ἠλακατῆνες καὶ κυνὸς οὐραῖον . Μνασέας ὁ Πατρεύς : Ἰχθύος
' ἀπείλημμαι μόνος . πρόσεισιν οἷον ἀψοφητὶ θρέμματος κωβιός , ἠλακατῆνες , κυνὸς οὐραῖον . ἆρ ' ἐστὶ τοῦτ '
6684221 κυλιξ
. παρὰ Παφίοις τὸ ποτήριον : καὶ ἡ μασθαλὶς δὲ κύλιξ τις . νεστορίς . περὶ τῆς ἰδέας τοῦ Νέστορος
τὰς λαγόνας ἱκανῶς βαθυνομένη ὦτά τε ἔχει βραχέα ὡς ἂν κύλιξ οὖσα . καὶ μήποτε Ἄλεξις ἐν Ἡσιόνῃ θηρικλείῳ ποιεῖ
6677764 προκομιον
Ξυρόν , κάτοπτρον , ψαλίδα , κηρωτήν , λίτρον , προκόμιον , ὀχθοίβους , μίτρας , ἀναδήματα , ἔγχουσαν ,
τῆς δὲ περιθετῆς κόμης τὸ μὲν ἔντριχον , τὸ δὲ προκόμιον , τὸ δὲ πηνήκην ἐκάλουν . πιππίζειν καὶ τιτίζειν
6675401 σαυρος
, συνδυασθέντε συνηλθέτην ἐκ τῆς διαιρέσεως : καὶ ἑνωθεὶς ὁ σαῦρος , τοῦ μὲν πάθους τὸ ἴχνος αὐτῷ κατηγορεῖ ἡ
γαλεοῦ , ῥίνης , γόγγρου , κεφάλου , πέρκης , σαῦρος , φυκίς , βρίγκος , τρίγλη , κόκκυξ ,
6670081 πεπωκα
, χαῖρε [ οὐ γὰρ μεθύω , μὰ τὸν [ πέπωκα κοϲμίωϲ λα [ ! ! ! ! ! !
πρὸς ἑαυτήν : ” ἀλλ ' ἔγωγε καὶ βέβρωκα καὶ πέπωκα καὶ λέλουμαι : κἂν ἀποθάνω , οὐδέν μοι μέλει
6669509 ἠριστησα
καλεῖν . ΚΑΔΟΣ . Σιμμίας ποτήριον , παρατιθέμενος Ἀνακρέοντος : ἠρίστησα μὲν ἰτρίου λεπτοῦ μικρὸν ἀποκλάς , οἴνου δ '
τὸ δὲ τὴν δευτέραν ἰαμβικὴν ἔχον καλεῖται Πριάπειον , οἷον ἠρίστησα μὲν ἰτρίου λεπτοῦ μικρὸν ἀποκλάς , οἴνου δ '
6664106 πιῃς
Φιλοκτήτῃ ἔφη : οὐκ ἔστι διθύραμβος , ὅκχ ' ὕδωρ πίῃς . ὅτι μὲν οὖν οὐχ ἡδονῆς χάριν ἐπιπολαίου καὶ
: ἕξεις δ ' ὅς ' ἂν φάγῃς τε καὶ πίῃς μόνα : σποδὸς δὲ τἄλλα , Περικλέης , Κόδρος
6663283 γητειον
αὖον , ῥοῦν , κύμινον , κάππαριν , ὀρίγανον , γήτειον , ἄννισον , θύμον , σφάκον , σίραιον ,
ὀψωνεῖν ἔοιχ ' ἅνθρωπος ἐπὶ τυραννίδι . ” ἢν δὲ γήτειον προσαιτῇ ταῖς ἀφύαις ἥδυσμά τι , ἡ λαχανόπωλις παραβλέψασά
6659112 ἀνθεμον
ἐπικαυλόφυλλα τυγχάνει τὰ δ ' ἀμφοτέρως . ἐπιγειόφυλλα μὲν κορωνόπους ἄνθεμον ἀφύλλανθες ἄγχουσα πόα ἀνεμώνη ἀπαργία ἀρνόγλωσσον ἀπάπη : ἐπικαυλόφυλλα
[ πολυ˘ ] ? [ – – – – ] ἄνθεμον Μουσᾶν [ Ἱέρωνι˘ ] [ – ] ξανθαῖσιν ἵπποις
6656995 ἰσχας
πεινῆν διδάσκει καὶ μαθητὰς λαμβάνει . εἷς ἄρτος , ὄψον ἰσχάς , ἐπιπιεῖν ὕδωρ . Ὦ Κλέων , παῦσαι φλυαρῶν
. παρὰ τὸ ἴσχω ἰσχνῶ ἰσχναίνω παραγώγως : ὅθεν καὶ ἰσχάς : γράφεται καὶ ἴσχανε , ἀντὶ τοῦ ἔπεχε πράυνε
6655213 σικυον
τέκνον γενέσθαι . Ἔχει δὲ οὕτως , ὥσπερ εἴ τις σίκυον ἤδη ἀπηνθηκότα , ἐόντα δὲ νεογνὸν καὶ προσεόντα τῷ
αὐτῶν ἢ τὰ ἐνδύματα αὐτῶν ζητῶν , εἴ που εὕροι σίκυον ἤ τι τῶν ἑξῆς . σίκυον ] ἀπὸ εὐθείας
6651742 κρομμυου
ὥσπερ κόμῃ πράσου κέχρησθε , οὕτως οὐχὶ καὶ σκορόδου καὶ κρομμύου κέχρησθε κόμῃ ; ὅμοια γὰρ ταῦτα κατὰ τὰ πλεῖστα
σκότει ὀρχεῖσθαι : ἐπὶ τῶν ἀμαρτύρως μοχθούντων . Ζωὸς γενήσῃ κρομμύου μοῖραν λαβών : ἐπὶ τῶν ἐκ μικρᾶς αἰτίας μεγάλην
6650564 μεμβρας
“ ὀρφώς ” , ὡς ταώς καὶ λαγώς . Γ μεμβρὰς δὲ εἶδος ἀφύας . εἴρηχ ' ] εἴρηκεν .
“ ὀρφώς ” , ὡς ταώς καὶ λαγώς . Γ μεμβρὰς δὲ εἶδος ἀφύας . εἴρηχ ' ] εἴρηκεν .
6645976 ταριχους
. Χιονίδης : ἆρ ' ἂν φάγοιτ ' ἂν καὶ ταρίχους , ὦ θεοί ; καί : ἐπὶ τῷ ταρίχει
κακουμένῳ : ὥσθ ' ἅττ ' ἔχω ταῦτ ' ἐς ταρίχους ἀπολέσω . Ἀριστοφάνης Δαιταλεῦσιν : οὐκ αἰσχυνοῦμαι τὸν τάριχον
6643461 γλαυκου
ἰχθύσι μὲν ῥίνης ἢ φάγρου ἢ γαλεοῦ τοῦ μεγάλου τοῦ γλαυκοῦ , ἢ τῶν ἀλλῶν τῶν τοιούτων , πᾶσιν ἐν
οὔλην ἕρπυλλον , λευκὸν κρίνον ἠδ ' ὑάκινθον / πορφυρέην γλαυκοῦ τε χελιδονίοιο πέτηλα / καὶ ῥόδον εἰαρινοῖσιν ἀνοιγόμενον ζεφύροισιν
6639473 χιτωνιον
ἐμὲ δὲ ὁρῶν ἐκ τῆς κακοπαθείας ἔτι πονήρως ἔχοντα ἐνέδυσε χιτώνιον , τῆς θυγατρὸς ἀφελόμενος : ἐκείνη δὲ ἄλλο τι
τοῦ διανοήθητι . σὺ δὲ φράσαι εἴ με σαώσεις . χιτώνιον τὸ τῆς γυναικὸς ἔνδυμα : ἐστὶ δὲ τοῦτο λεπτόν
6632982 σαπραν
δὴ τὴν κεφαλὴν τῆς δέλφακος . Σὲ γὰρ γραῦ συγκατῴκισεν σαπράν ὀρφοῖσι σελαχίοις τε καὶ φάγροις βοράν . Ἵν '
ἕξεις τύχην ἐπισκοπεῦσαι . μὴ ἔλπιζε γ μοιχοῦ γένεσιν ἕξεις σαπράν δ ἀγοράσεις ὃ θέλεις χωρίον ἢ οἰκίαν ε παραμενεῖς
6631906 Μηλα
ὑπὸ Κύνα . δύναμις δὲ καὶ τούτου ἡ αὐτή . Μῆλα κυδώνια κάλλιστα λβ ἐκγιγαρτίσας καλάμῳ κατάτεμε λεπτὰ καὶ βάλε
, ἀλλὰ μᾶλλον πρὸς τοὺς τὸν μελαγχολικὸν γεννῶντας χυμόν . Μῆλα κυδώνια . . . . . . δραχ .
6627095 φοινικινου
δ ' αὐτὴν ἐμφυσῶντες στίμι μεθ ' ὕδατος ἢ οἴνου φοινικίνου πρὸς τὸ συμπιλοῦσθαι αὐτὴν καὶ βαρυτέραν γίνεσθαι . ἐπὶ
. Χόνδρος μετὰ ταῦτ ' εἰσῆλθε , μύρον Αἰγύπτιον , φοινικίνου βῖκός τις ὑπανεῴγνυτο , ἴτρια τραγήμαθ ' ἧκε ,
6620963 σκορδα
, καὶ σικύας , πέπονας , πράσα , κρόμμυα , σκόρδα : νυνὶ δὲ ἡ ψυχὴ ἡμῶν κατάξηρος , οὐδὲν
γλυκίζουσαν ὀπώραν καὶ ῥᾳδίως ἀποξυνομένην φευκτέον , κρόμμυά τε καὶ σκόρδα καὶ πράσα καὶ ῥαφανῖδας καὶ γογγυλίδας , ἀλλὰ καὶ
6619036 βελοναι
σοι μηλωτρὶς ἐπ ' ἄκρου τρῆμα ἔχουσα , οἷον αἱ βελόναι τὸ κύαρ , ἢ οἷον ἕλικα πρὸς τῷ πέρατι
σηπία , ὀρφώς , κάραβος , ἔσχαρος , ἀφύαι , βελόναι , κεστρεύς , σκορπίος , ἔγχελυς , ἄρκτος .
6618565 αἰολιας
φυκίς , βρίγκος , φάγρος , μύλος , λεβίας , αἰολίας , θρίττα , χελιδών , δρακαινίς , πουλυπόδιον .
σμύραινα , φάγρος , μύλλος , λεβίας , σπάρος , αἰολίας , θρᾷττα , χελιδών , καρίς , τευθίς ,
6615941 λαγῳα
ἄμυλος ἐγκύμων , κίχλαι ἑκκαίδεχ ' ὁλόκληροι μέλιτι μεμιγμέναι , λαγῷα δώδεκ ' ἐπισέληνα . τἄλλα δὲ ἤδη τάδ '
μεθόδῳ χρῆται πρὸς Κλέωνα , καὶ ἁρπάζων τὰ τοῦ Κλέωνος λαγῷα δίδωσι τῷ Δήμῳ . ΓΓΘ ἄλλως : ἀπατήσας Ἀγοράκριτος
6611755 κρομυα
διαφορεῖ . Πράϲα δριμεῖαν κέκτηται δύναμιν , ὡϲ καὶ τὰ κρόμυα : ἀνάλογον δὲ καὶ θερμαίνει τὸ ϲῶμα καὶ λεπτύνει
ἔπειτα καταπλάϲϲειν πράϲου ἢ ἄρτου μεθ ' ἁλῶν τετριμμένων ἢ κρόμυα ἢ ϲκόροδα καὶ μετὰ τὴν ἔκπτωϲιν τῶν ἐϲχαρῶν ἐπὶ
6609467 ταριχων
: τὰ δὲ πίονα διαχωρέει ἐπιεικέως : ξηρότατοι μὲν τῶν ταρίχων οἱ θαλάσσιοι , δεύτερον δὲ οἱ ποτάμιοι , ὑγρότατοι
“ ἔφη , ” δώσει ἐὰν τὸ πλοῖον αὐτοῦ τῶν ταρίχων ἀφίκηται . “ Αὐτὸς δὲ καὶ Ἀνύτῳ τῆς φυγῆς
6607817 μηκαδων
φερέσβιος Δηὼ βροτοῖσι χάρμα δωρεῖται φίλον : ἔπειτα πνικτὰ τακερὰ μηκάδων μέλη χλόην καταμπέχοντα σάρκα νεογενῆ . τί λέγεις ;
φερέσβιος Δηὼ βροτοῖσι χάρμα δωρεῖται φίλον : ἔπειτα πνικτὰ τακερὰ μηκάδων μέλη , χλόην καταμπέχοντα , σάρκα νεογενῆ . τί
6605110 τακερα
μὴν τὸ δεῖν ' , ἀκροκώλια δή σοι τέτταρα ἥψησα τακερά . τῶν δὲ γηθύων ῥίζας ἐχούσας σκοροδομίμητον φύσιν .
μὴν τὸ δεῖν ' , ἀκροκώλια δή σοι τέτταρα ἥψησα τακερά . τῶν δὲ γηθύων ῥίζας , ἐχούσας σκοροδομίμητον φύσιν
6604810 βολβων
⋖ ιϚ , ϲμύρνηϲ ϲτακτῆϲ ⋖ Ϛ , καρδαμώμου , βολβῶν ἀνὰ ⋖ Ϛ , κρόκου ⋖ ιβ , χαλβάνηϲ
. φιάλην τε λεπαστὴν χιόνος τε πρόχουν κέρχνων τε χύτραν βολβῶν τε σιρὸν δωδεκάπηχυν καὶ πουλυπόδων ἑκατόμβην . ταῦτα μὲν
6603381 πουλυποδος
τὸ παράμονον καὶ δυσαπόσπαστον τῶν πετρῶν ὡς δ ' ὅτε πουλύποδος θαλάμης ἐξελκομένοιο , δελφῖνος δὲ τὸ ἡγεμονικὸν καὶ κρατιστεῦον
. περιστρώματα Μεγαρικὴ ψηφοπαίκτης Ἀβυδηνὸν ἐπιφόρημα ἠλίθιον εἶναι νοῦν τε πουλύποδος ἔχειν κατάχωλε θᾶττον ἢ κεραυνοπλὴξ ἔσει . ἔοικεν αἰγίθαλλος
6603259 ἀμυλος
ἄφθονα σασαμόφωκτα . τυρακίνας τε γάλακτι καὶ μέλι συγκατάφυρτος ἦς ἄμυλος πλαθανίτας . σασαμοτυροπαγῆ δὲ καὶ ζεσελαιοπαγῆ πλατύνετο σασαμόπαστα πέμματα
ζειαί , σήσαμα , κέγχροι , μήκων , λίνος . ἄμυλος ἄρτος , καχρυδίας ἄρτος , κεγχρίας , ὀβελίας ἄρτος
6600887 ἰρινον
αὐτὸ γίνεται . μετὰ δὲ τὴν ἐκμύζησιν καὶ ἔλαιον θερμὸν ἴρινον ἢ ἀμυγδάλινον ἔνσταζε . Λιθαριδίου ἢ κυάμου ἢ ἄλλου
ἔλαιον ἐπὶ τῶν ἀπὸ ψυχροῦ συνισταμένων παρωτίδων καὶ σκληροτέρων ἢ ἴρινον ἢ σικυόνιον , ὥσπερ πάλιν ἐπὶ τῶν θερμοτέρων τὸ
6591773 ἰτριον
! ! ! ! ! ! ] μὴ καὶ τὸ ἴτριον καὶ τὰ αιεια ? [ ! ] ⌈ [
ἢ βραχύ τι παντελῶς ἐλαίου προσλαμβανέτω , πρὶν ἐμπάσσεσθαι τὸ ἴτριον συνεψωμένου τῷ ὕδατι τοῦ ἐλαίου . ὁμοίως δὲ καὶ
6591327 μυλλος
τρίγλη , κόκκυξ , τρυγών , σμύραινα , φάγρος , μύλλος , λεβίας , σπάρος , αἰολίας , θρᾷττα ,
φυκίς , βρίγκος , τρίγλη , κόκκυξ , φάγρος , μύλλος , λεβίας , σπάρος , αἰολίας , θρᾷττα ,
6590956 ἀθαρης
κοσμίως κατεκείμεθα . Κἀγὼ καθεύδειν οὐκ ἐδυνάμην , ἀλλά με ἀθάρης χύτρα τις ἐξέπληττε κειμένη ὀλίγον ἄπωθεν τῆς κεφαλῆς του
] ὑπερέβαλεν ὁ πρόσπολος ] ὁ ἱερεύς ἀθάρης ] σεμιδάλεως ἀθάρης . . . ἐξέπληττε ] ἑψομένου ἀλεύρου πεπλησμένη γραϊδίου
6590904 βριγκος
γαλεοῦ , ῥίνης , σαῦρος , φυκία , φυκίς , βρίγκος , φάγρος , μύλος , λεβίας , αἰολίας ,
βάτραχος , πέρκη , σαῦρος , τριχίας , φυκίς , βρίγκος , τρίγλη , κόκκυξ , τρυγών , σμύραινα ,
6590449 κρεᾳδι
εἶτα θρῖον καὶ βότρυς : ἡ δημιουργὸς δ ' ἀντιπαρατεταγμένη κρεᾴδι ' ὀπτᾷ καὶ κίχλας . Εὐάγγελος δὲ Ἀνακαλυπτομένῃ :
τινός . κἀν Παννυχίδι ἢ Ἐρίθοισιν : ἡμίοπτα μὲν τὰ κρεᾴδι ' ἐστί , τὸ περίκομμ ' ἀπόλλυται , ὁ
6589373 ὑπογραμματα
στρόφον , ὀπισθοσφενδόνην , κάλυμμα , φῦκος , περιδέραια , ὑπογράμματα , τρυφοκαλάσιριν , ἐλλέβορον , κεκρύφαλον , ζῶμ '
, ὀπισθοσφενδόνην , κάλυμμα , φῦκος , περιδέραι ' , ὑπογράμματα , τρυφοκαλάσιριν , ἐλλέβορον , κεκρύφαλον , ζῶμ '
6586463 ληκυθος
εἶναι , τὸ δὲ δαπάνημα μικρόν , οἷον σφαῖρα ἢ λήκυθος ἡ καλλίστη ἔχει μεγαλοπρέπειαν παιδικοῦ δώρου : τοῦτο δὲ
; ψάγδαν φιλεῖς ; οὐδ ' ἐστὶν αὐτῷ στλεγγὶς οὐδὲ λήκυθος . οὐδ ' ἀργύριον ἔστιν κεκερματισμένον . ὁ δ
6585945 ἐριφου
' αἰγιδίων κατὰ ταὔθ ' ἃ μὴ τυρὸν ποιεῖ , ἐρίφου : διὰ τὴν ἐπικαρπίαν γὰρ τῶν ἁδρῶν ταῦτ '
. „ τοῦ δὲ λύκου αὐλοῦν - τος καὶ τῆς ἐρίφου ὀρχουμένης οἱ κύνες ἀκούσαντες τὸν λύκον ἐδίωκον . ὁ
6577482 ποω
: ἀπὸ τοῦ ἀλοῶ , τὸ συντρίβω , ἀλοιῶ ὡς ποῶ ποιῶ ἀλοιήσω ἠλοίησα , ὅθεν καὶ πατραλοίας . .
, ὀκνῶ δὲ δεῖξαι : πατέρα γὰρ τοῦ παιδίου αὐτὸν ποῶ σχεδόν τι τοῦτον προσφέρων μεθ ' οὗ συνεξέκειτο .
6565211 τευθις
κατῃσίμωται πάντα τἀκροκώλια , νενωγάλισται σεμνὸς ἀλλᾶντος τόμος , παρεντέτρωκται τευθὶς ἐξωπτημένη , παρεκλέλαπται σταμνί ' ἐννέ ' ἢ δέκα
ὡς ἁπαλὰ καὶ μαλακὰ , οἷον πολύπους , σηπία , τευθὶς , ἀκαλήφη , καὶ εἴ τι ἄλλο τοιοῦτον :
6564389 θριδακων
καυϲουμένουϲ ὑγροτάταιϲ τροφαῖϲ καὶ μηδὲν ἐχούϲαιϲ δριμύ , οἷον καυλοῖϲ θριδάκων ἀπεζεϲμένοιϲ μετ ' ὀξυκράτου ὑδαροῦϲ ἢ κολοκύνθαιϲ ὁμοίαιϲ μετ
μέν φαϲι χρῆναι μείζοναϲ ὄγκουϲ καταπίνειν αὐτούϲ , οἷον καυλὸν θριδάκων ἢ ψωμοὺϲ ἄρτων , ἕτεροι δὲ ϲπογγίου καθαροῦ καὶ
6561938 εὐζωροτερον
Ζωρότερον ὁ ποιητής , σὺ δὲ λέγε εὔζωρον κέρασον καὶ εὐζωρότερον , ὡς Ἀριστοφάνης καὶ Κρατῖνος καὶ Εὔπολις . Χειρσὶν
. Δίφιλος δὲ τὸν ἄκρατον νοεῖ : ἔγχεον πιεῖν . εὐζωρότερον . τὸ γὰρ ὑδαρὲς ἅπαν τοῦτ ' ἔστι τῇ
6557141 καρυ
Ἐπίχαρμος δὲ κατ ' ἐξοχὴν ὡς ἡμεῖς : καπυρὰ τρώγων κάρυ ' , ἀμυγδάλας . Φιλύλλιος : ᾠά , κάρυ
Θετταλὸν λέγεις κομιδῇ τὸν ἄνδρα . Νήττας , σχαδόνας , κάρυ ' ἐντραγεῖν , ᾤ ' , ἐγκρίδας , ῥαφανῖδας
6554741 σελινα
μαχούμενοι πρὸς Καρχηδονίους ἐβάδιζον ὑπὲρ τῆς Σικελίας , ἐνέβαλον ἡμίονοι σέλινα κομίζοντες : οἰωνισαμένων δὲ τῶν πολλῶν τὸ σύμβολον ὡς
πρὸς αὔξησιν : κελεύουσι γοῦν , ὅταν τις μεταφυτεύῃ τὰ σέλινα , πάτταλον κατακρούειν ἡλίκον ἂν βούληται ποιεῖν τὸ σέλινον
6553528 πιε
: λαγὸν ταράξας πῖθι τὸν θαλάσσιον . τὸ δὲ “ πίε ” ἐπὶ ⌈ τοῦ ποτοῦ . ἐκ δὲ τοῦ
δέ ποτε καὶ ῥῆμα προστατικόν : “ Κύκλωψ , τῆ πίε οἶνον ” . ἐχρήσατο δὲ καὶ τῷ πληθυντικῷ ὁ
6549250 κἀκροκωλιον
' ἥκειν ταχύ τὸν αὐλοτρύπην αὐτόν . Ὑπογάστριον θύννου τι κἀκροκώλιον δραχμῆς ὕειον . Αὐτίκα δ ' ἥρπασε τεμάχη θερμάς
' ὅτι πωλοῦσι τὸ μέλι σαπρότερον τῶν μεμβράδων . ἔπειτα κἀκροκώλιον ὕειον Ἀφροδίτῃ ; γέλοιον . ἀγνοεῖς ; ἐν τῇ
6549129 πρασα
μετὰ κονίας στακτῆς πεφυραμένη , γάρου δριμέος , ταρίχου : πράσα τε καὶ κρόμμυα καὶ σκόροδα , ποτὲ μὲν ὡς
, ὑδαρέα , καὶ σέλινα τρωγέτω ἐπὶ τῷ σιτίῳ καὶ πράσα . Ποιεέτω δὲ ταῦτα ἑπτὰ ἡμέρας , καὶ ἢν
6545146 ὀβελιαν
ἄρτους , μᾶζαν , ἀθάρην , ἄλφιτα , κόλλικας , ὀβελίαν , μελιτοῦτταν , ἐπιχύτους , πτισάνην , πλακοῦντας ,
ὠπτᾶτο . Ἀριστοφάνης : εἴτ ' ἄρτον ὀπτῶν τυγχάνει τις ὀβελίαν . ἐκαλοῦντο δὲ καὶ ὀβελιαφόροι οἱ ἐν ταῖς πομπαῖς
6545055 κολοκυντην
φύσιν λαχάνων τε γένη . κᾆτ ' ἐν τούτοις τὴν κολοκύντην ἐξήταζον τίνος ἐστὶ γένους . καὶ τί ποτ '
οὖν τὸ μὲν κρίνον ἐπὶ τοῦ τεθνηκότος , τὴν δὲ κολοκύντην ἐπὶ τοῦ ὑγιοῦς . Ἡ ἀπὸ Σκυθῶν ῥῆσις :
6544025 θρᾳττα
οὕτως : μύλλος , λεβίας , σπάρος , αἰολίας , θρᾷττα , χελιδών , καρίς , τευθίς . Δωρόθεος δ
φάγρος , μύλλος , λεβίας , σπάρος , αἰολίας , θρᾷττα , χελιδών , καρίς , τευθίς , ψῆττα ,
6542654 τριβων
γὰρ οὗτος εἰς ἃ δεῖ ταύτῃ καλῶς . Συμπεριπατήσεις γὰρ τρίβων ' ἔχους ' ἐμοί , ὥσπερ Κράτητι τῷ κυνικῷ
κατ ' ἄδηλον τοῖς ἐχθροῖς ὁδὸν καὶ πολλὰς ἐλπίδας ἔχω τρίβων ἐπιλήψεσθαί τινων , αἳ κατὰ κορυφῆς ἄξουσιν ἡμᾶς ἐπὶ

Back