δῆμος διεριζόντων μὲν ἔτι ἡσύχαζε , μετέωρος ὤν , ὅπῃ τελευτήσειε τὸ γιγνόμενον , ἐπικρατήσαντος δὲ τοῦ Καίσαρος ἀνεβόησαν ἥδιστον | ||
καὶ συναποθνήσκουσι κατὰ πᾶσαν ἀνάγκην , εἴτ ' ἐν νόσῳ τελευτήσειε βασιλεὺς , εἴτε πολέμῳ , εἴτ ' ἄλλως πως |
ἀϲινέα , τὰ δὲ ξένεα , λοιμώδεα καὶ κτείνοντα . εὐήθεα μὲν ὁκόϲα καθαρά ἐϲτι καὶ ϲμικρὰ καὶ ἀβαθῆ , | ||
' εἰ παχύ , λευκόν , οὐ κάκοδμον ἐκδιδοῖ , εὐήθεα τὰ ἀπὸ τῶνδε ἕλκεα : ἢν δὲ ἐπινέμηται , |
ἱκανῶς κεχόρτασμαι γάρ . ἀγαθοῦ δαίμονος δέχομαι . λαβοῦς ' ἀπένεγκε ταύτην ἐκ ποδῶν . Ὁ κάπηλος γὰρ οὑκ τῶν | ||
ἱκανῶς κεχόρτασμαι γάρ . Ἀγαθοῦ Δαίμονος δέχομαι . λαβοῦς ' ἀπένεγκε ταύτην ἐκποδών . Ξέναρχος ἐν Διδύμοις : ὡς ὑπό |
ἐπεῴκει ἐν πυρὶ συγκείασθαι ἐυκτεάνῳ βασιλείῃ . Καὶ τὴν μὲν κατέδαψε μένος μέγα Ἡφαίστοιο , φλὸξ ὀλοή : λαοὶ δὲ | ||
ἄντα μαχήσεται , οὕνεκ ' ἄρ ' αὐτὸν πῦρ ὀλοὸν κατέδαψε : πέλει δέ τις ἄλλος Ἀχαιῶν ὃς νῦν λαὸν |
δὲ ἔσται καὶ τοῦτο ψηλαφήσει : καὶ τὰ καταμήνια ἔρχεται ἁλέα καὶ ἐπ ' ὀλίγας ἡμέρας : γίνεται δὲ καὶ | ||
πρὸς ἄλληλα ? : εἰ γὰρ μή , συνέλθοι ἂν ἁλέα ὅσα τὴν αὐτὴν δύναμιν ἔχει , ἐξ ὧν ὁ |
τὸ δέος οὐ συγχωρεῖ . καὶ διὰ τοῦτο οὐ πίνουσιν ἐπικύψαντες ὡς ἂν μή τι τῶν κάτωθεν ἀνερπύσαν εἶτα ἐξαρπάσῃ | ||
ἔνδροσον προαιροῦνται τῆς ἄλλης , καὶ ἐπερείδουσιν εἰς αὐτὴν ὀκλὰξ ἐπικύψαντες , ἐκδῦναι αὐτῶν δεινῶς σφριγῶντες . τοσοῦτον δὲ ἄρα |
ἔχοντα , μετὰ δὲ ταῦτα τὸν οἶνον , κἂν μηδέπω διψῶσι , κελεύειν προσφέρεσθαι : πραΰνεται μὲν γὰρ αὐτοῖς εὐθέως | ||
καλοκἀγαθίας ἐρῶντες , οἷς ἀρύτεσθαι θέμις ἀπὸ τῶν ἱερωτάτων πηγῶν διψῶσι σοφίας . Τὰ μὲν οὖν δείγματα τῆς τοῦ νομοθέτου |
] μέθυσον ἦκα ] ἡσύχως , ἡρέμα βιησάμενος ] βιαζόμενος βρῦκον : τὸ μεμυκὸς στόμα : συνερείδει γὰρ τοὺς ὀδόντας | ||
οἱονεὶ ἄνοιξον βρῦκον ] τὸ μεμυκός , ἢ τὸ βρῦχον βρῦκον ] τρίζον ὀχλίζοις ] διάνοιγε ἀνοχλίζων μὲν τὴν ἄνω |
μεγάλην φέρων ἐμβάλλοι ἢ μύρμηκα ἐπ ' ἐλέφαντος ἢ καμήλου δεικνύοι . τοῦτό τε οὖν φυλακτέον τῷ λέγοντι , καὶ | ||
τις οὖν εὑρὼν ἐκείνην προσφέροι τοῦτον , σαφὲς ἄν τι δεικνύοι τεκμήριον : νυνὶ δ ' ὑπόνοιαν καὶ ταραχὴν ἔχει |
κατ ' ἐκείνων τῶν σωμάτων πλῆθος συνέλθῃ χυμῶν παχέων ἅμα πυρετώδει θερμότητι . ἢ ἄλλως . ἐν νεφροῖς γίνονται λίθοι | ||
πρότερον : τάχιστα δ ' ἔθνησκον , ὅτ ' ἐπιῤῥιγώσειαν πυρετώδει ῥίγει . Τούτους οὐδὲ ἀναστάσει πιεζομένους οὐδὲν ἄξιον λόγου |
. τὴν περικύκλωσιν : τὸ περικυκλωθῆναι ὑπὸ τῶν Πελοποννησίων . ἁθρόαις μέν : ταῖς ἐναντίαις ναυσί . γνόντες δέ : | ||
τῷ αὐτῷ θέρει μετὰ τοῦτο εὐθὺς οἱ Πελοποννήσιοι , ἐπειδὴ ἁθρόαις ταῖς ναυσὶν οὐκ ἀξιόμαχοι νομίσαντες εἶναι οὐκ ἀντανήγοντο , |
, τούτων κολαστὴν κἀπιτιμητήν , ἄναξ , ἀλλ ' ὡς ὀναίμην . εἰ δὲ μὴ βούληι τάδε , στέργειν ἀνάγκη | ||
ἀποδότω , ὅς με παρέδωκέ σοι . Νὴ Δί ' ὀναίμην γε , εἰ μέλλω καὶ ὑπερεκτίνειν τῶν νεκρῶν . |
γίγνεται πάθεα , τὰ μὲν ὀξέα , ἐν αἱμορραγίῃ καὶ πυρετοῖϲι καὶ φλεγμονῇ κτείνοντα , ὁκόϲα μοι λέλεκται : τὰ | ||
ἢν δὲ μὴ τάμῃϲ , οὔρων ϲχέϲει καὶ πόνοιϲι καὶ πυρετοῖϲι ἢ τηκεδόνι ϲμύχεται ὥνθρωποϲ . ἢν δὲ μὴ κάρτα |
χοἰ συνδρῶντες ἐκ ποίας χθονός [ ; σημήνατ ' , εἴπαθ ' , ὡς [ ἔνεστ ] [ ' αὐτοὺς | ||
ποίας χθονός ? ? ? [ ; σημήνατ ' , εἴπαθ ' ὡς [ ἔνεστ ] [ ' ] αὐτοὺς |
, ἀλαλάξας τε καὶ μόνον ἐμβοήσας καὶ ἐξαλόμενος τῆς σκηνῆς ἔσβεσεν ἀναπτομένην ἤδη τὴν φλόγα τοῦ ναυστάθμου τοῦ Ἑλληνικοῦ καὶ | ||
εἴσω μαχόμενον οὗτος ἐξέωσεν καὶ τὴν Πρωτεσιλάου ναῦν ἤδη καιομένην ἔσβεσεν , καίτοι ἐπεβάτευον αὐτῆς οὐχ οἱ φαυλότατοι , ἀλλ |
ἀπολελυμένη : γαργαλιϲμοὶ αὐτόματοι πλευρέων καὶ μαϲχαλῶν : ϲπαϲμώδεεϲ , ἀπόϲιτοι , εἰ δὲ προϲφέροιντο , ἁρπάγδην , ταραχώδεεϲ . | ||
οὐδὲ ἡλικίῃϲι μειλίχιοι , ἄγρυπνοι , δυϲόνειροι πολλοῖϲι ἀλλοκότοιϲι , ἀπόϲιτοι , πέψαι κακοί : ἄχροοι , μολυβδώδεεϲ : δυϲμαθέεϲ |
χαλκῷ , ἄλλοι δ ' αἴθωνι σιδήρῳ , ἄλλοι δὲ ῥινοῖς , ἄλλοι δ ' αὐτῇσι βόεσσιν : τὰς γὰρ | ||
χαλκῷ , ἄλλοι δ ' αἴθωνι σιδήρῳ , ἄλλοι δὲ ῥινοῖς , ἄλλοι δ ' αὐτῇσι βόεσσιν , ἄλλοι δ |
δολιχόσκιον ἔγχος ἔμεινας : δυστήνων δέ τε παῖδες ἐμῷ μένει ἀντιόωσιν . εἰ δέ τις ἀθανάτων γε κατ ' οὐρανοῦ | ||
ἐξισωθῇ , ὁμοιωθῇ , ἀνασώσει σωθῆναι Πεφρίκασι : φοβοῦνται . ἀντιόωσιν : ἀντιόωσαι . Δάμνανται : δαμάζονται . μέλει : |
ἔκκριϲιϲ τῆϲ ὕληϲ ἐπὶ τὴν κεφαλὴν τὴν ὁρμὴν ἐχούϲηϲ . ἰϲχνοὶ δὲ ὡϲ ἐπίπαν γίγνονται καὶ νωθροὶ πρὸϲ πᾶϲαν ἐπιβολήν | ||
γένεϲιϲ , ἄμφω μελαγχολίηϲ ἡ τροφή . τάμνειν δὲ κἢν ἰϲχνοὶ ἔωϲι καὶ λείφαιμοι : ϲμικρὸν δὲ ἀφαιρέειν , ὁκόϲον |
τοῦτο γνοῦσα ἡ γέρανος ἢ αἰσθομένη ἢ πειραθεῖσα οὐ πρότερον ἀνίπταται , πρὶν ξυλλάβῃ λίθον τῷ στόματι , ἕρμα εἶναι | ||
λελιημένος αὖ ἐρύοντα δέρματ ' ἀμύνεσθαι : τὰ δ ' ἀνίπταται οὐδέ ἑ μίμνει , φεύγει δὲ ζωοῖσιν ἀλευομένοισιν ὁμοῖα |
, οὗ τὰ γύναια κακῶς ἤκουεν ἐπὶ τῇ τῆς σελήνης ἕλξει . πόθεν οὖν τοῦ περὶ τὴν Ἔφεσον πάθους ᾐσθόμην | ||
λαβόμενοι ἄκρων τῶν χειλέων μάλα εὐλαβῶς , ὁρμῇ βιαιοτάτῃ καὶ ἕλξει ἐγκρατεῖ ἐς τὸ ὕδωρ ἄγουσι , καὶ δεῖπνον ἴσχουσι |
δὲ μυξώδεα μοῦνον , ὀδαξώδεα , ϲμικρά , ϲτρογγύλα , δακνώδεα , ἐξαναϲτάϲιαϲ πυκινὰϲ καὶ προθυμίην ξὺν ἡδονῇ ποιεύμενα , | ||
ἄπεπτα , πολλὰ διῄει μετὰ πόνου : οὔρει μετὰ ὀδύνης δακνώδεα : ἄκρεα σμικρὰ ἀνεθερμαίνετο : ὕπνοι λεπτοὶ , κωματώδεες |
τῆϲ ἀναπνοῆϲ ἐπὶ τὸ δαϲύτερον ἀλλοίωϲιϲ : τὸ δὲ γυμνάϲιον δυϲπαθῆ τε παραϲκευάζει τὰ ὀργανικὰ μόρια καὶ εὔτονα πρὸϲ τὰϲ | ||
καὶ ὀρθοπνοίαϲ παροξυντική . κεφαλῇ δὲ χρονίωϲ ἐψυγμένῃ ὠφέλιμοϲ : δυϲπαθῆ γὰρ αὐτὴν καὶ ϲτερεὰν ἀπεργάζεται . δεῖ μέντοι προκενοῦν |
Πολύφημος ἤρα Γαλατείας . : Ἐθαυμάζετο δὲ καὶ Ξενοφῶν ὁ θαυματοποιὸς , ὃς μαθητὴν κατέλιπε Κρατισθένη τὸν Φλιάσιον : ὃς | ||
, δυσωπεῖσθαι ἐξειπεῖν , πηνίκα παύσεται ; καὶ πότε εἴσεισι θαυματοποιὸς ἢ λῆρος ἢ τοιοῦτος ἕτερος ; ἐκεῖνο μὲν γάρ |
ἡμῖν αἶψ ' ἐβάλοντο λυγρῷ ἐπὶ πένθεϊ πένθος , Αἴαντος φθιμένοιο πολυσθενέος τ ' Ἀχιλῆος ἄλλων τ ' Ἀργείων ἠδ | ||
, τέταται δὲ νέκυς ῥίγιστος ἰδέσθαι . τοῦ μέν τις φθιμένοιο καὶ ἐν χθονὶ πεπταμένοιο εἰσέτι δειμαίνει πελάσαι δυσδερκέϊ νεκρῷ |
σφίσιν αὐτοῖς καὶ τήνδε προσαπολοῦσιν καὶ τίσιν οὐκ ἂν δόξαιμεν κακοδαιμονᾶν , εἰ τὸ συμφέρον ἡμῖν παντὸς μᾶλλον εἰδότες , | ||
οὕτως οἱ νόθως ἀττικίζοντες , Ἀθηναῖοι γὰρ διὰ τοῦ α κακοδαιμονᾶν λέγουσιν . καὶ θαυμάσαι ἄν τις , πῶς εὐδαιμονεῖν |
ὑγιέα ποιέειν . Ἡ φύσις αὐτομάτη ταῦτα ἐπίσταται : καθήμενος πονέει ἀναστῆναι , κινεύμενος πονέει ἀναπαύσασθαι , καὶ ἄλλα τοιαῦτα | ||
ὁκόσῳ δ ' ἂν ὁ χρόνος τῇ νούσῳ ἀπομηκύνηται , πονέει ἅπαντα μᾶλλον , καὶ τὰ σκέλεα οἰδέει ὡς ἀπὸ |
σύμφυτον , οὐ δεισήνορα . μίμνει γὰρ φοβερὰ παλίνορτος οἰκονόμος δολία μνάμων μῆνις τεκνόποινος . τοιάδε Κάλχας ξὺν μεγάλοις ἀγαθοῖς | ||
: στενάχει δ ' ὑψιπαγὴς Σίπυλος . θνατοῖς ἐν γλώσσᾳ δολία νόσος , ἇς ἀχάλινος ἀφροσύνα τίκτει πολλάκι δυστυχίαν . |
ἵκηαι τῷδ ' αὐτῷ ἐνὶ χώρῳ , ἀπεσσόμεθ ' : οἰόθι δ ' αὐτός λίσσεό μιν πυκινοῖσι παρατροπέων ἐπέεσσιν . | ||
: τὸν ἔρωτα εἶναι μέγα στύγημα τοῖς ἀνθρώποις λέγει . οἰόθι δ ' ἀντικρύ : μόνος δὲ πρὸς τὴν Μήδειαν |
οὐκ ἂν οὕτως ἐδημοσίευον τὴν γνώμην , ἢ οὐκ ἂν ἐδάκρυον , ἵνα ἐλεγχθῶ : ἀνάγκη μὲν , ὅτι οὐκ | ||
, ” νόμος μὴ ἀνοίγειν τὰς πύλας , αἰχμάλωτοι φεύγοντες ἐδάκρυον , οὐκ ἤνοιξαν οἱ στρατηγοὶ , ἐπελθόντες οἱ πολέμιοι |
δεῖ τοῦτον ζητεῖν τε καὶ ἐπιδιώκειν ; ὥσπερ εἴ τις ἀπαλλαγὲν νόσημα ἐζήτει καὶ ἐβούλετο ἀναλαβεῖν εἰς τὸ σῶμα ; | ||
] κάτω στρέφουσι τὴν τῆς ψυχῆς ὄψιν : ὧν εἰ ἀπαλλαγὲν περιεστρέφετο εἰς τὰ ἀληθῆ , καὶ ἐκεῖνα ἂν τὸ |
μὲν παλαιοτέροισι μακροτέρη γίνεται , τοῖσι δὲ νεωτέροισι βραχυτέρη , θανατώδης δὲ οὐδετέροισιν . Ἰσχιὰς δὲ ὅταν γένηται , ὀδύνη | ||
Ταῦτα ποιέουσα ὑγιὴς γίνεται : ἡ δὲ νοῦσος βληχροτέρη καὶ θανατώδης , καὶ διαφεύγουσιν αὐτὴν παῦραι . Ἢν δὲ ἑλκωθέωσι |
τὸ μετόπωρον τελευτῶϲι τὸν βίον . κοτὲ καὶ γέροντεϲ ἁλῶναι ῥηΐδιοι καὶ ἀπόφρικτοι ἁλόντεϲ , ὅϲον βραχείηϲ ῥοπῆϲ ἐϲ εὐνὴν | ||
ὀλιζότεροι πόδες αὐτοῖς . τοὔνεκα ῥηΐδιοι πτώκεσσι πέλουσι κολῶναι , ῥηΐδιοι πτώκεσσι , δυσάντεες ἱππελάτῃσι . ναὶ μὴν ἀτραπιτοῖο πολυστιβίην |
ὑποτακτικὸν ἐὰν ἀνῶ , ἐὰν ἦς , τὸ τρίτον ἐὰν ἀνῇ καὶ πλεονασμῷ τοῦ η ἀνήῃ . . . . | ||
προστιθέναι ταὐτὰ , ἃ καὶ τῇ πλευρίτιδι : ὁκόταν δὲ ἀνῇ ὁ πόνος , λούειν αὐτὸν πολλῷ καὶ θερμῷ , |
ἔπειτα δὲ ὄργανα εὐτρεπίσθαι , δι ' ὧν καὶ τὴν εἰσιοῦσαν παραδέξεται καὶ τὴν ἐκμασηθεῖσαν θύραζε ἀποπέμψει . | ταῦτα | ||
τὴν φωνὴν ἅτε διὰ πολλοῦ κενοῦ καὶ ἀνίκμου καὶ εὐτρήτου εἰσιοῦσαν , καὶ ταχὺ σκίδνασθαι καὶ ὁμαλῶς κατὰ τὸ σῶμα |
, ἕως ἂν τεσσαρεσκαίδεκα ἡμέραι γένωνται : ἔπειτα κλυζέσθω χλιαρῇσι πυρίῃσιν : ἄμεινον δὲ θερμῷ , ὡς ἐξ ἡλίου , | ||
χρόνον ὁκόσον ἂν δοκέῃ καιρὸς εἶναι : καὶ πυριῇν βληχρῇσι πυρίῃσιν , ἀνακαθίζοντα ὑψόθι , ἢν δοκέῃ ἑκάστοτε καιρὸς εἶναι |
ὁ δὲ Ἀπολλώνιος ἰδὼν ἐς τὸν Δάμιν ” εἰ μὲν ἔρρωσαι „ ἔφη „ καὶ θαρσεῖς ἅπερ ἐγώ , βαδίσωμεν | ||
βελτίστῃ Πενίᾳ προσφιλοσοφῶν . Ὥστε διὰ ταῦτα ὑγιαίνεις τε καὶ ἔρρωσαι τὸ σῶμα καὶ διακαρτερεῖς πρὸς τὸ κρύος : οἱ |
ἅπασι εἶναι ἀντίον τούτου αἰσχρόν . Ταῦτα δὲ περὶ ἑωυτὸν ἐσέμνυνε τῶνδε εἵνεκεν , ὅκως ἂν μὴ ὁρῶντες οἱ ὁμήλικες | ||
λέγων τῷ διδασκάλῳ τε τὸ εἰκὸς ἀποδίδωσι καὶ ἅμα αὑτὸν ἐσέμνυνε δεικνύς , οἵων ἀπολέλαυκε τῶν πηγῶν . χρῆν μέντοι |
. κατὰ δὲ τὸν αὐτὸν τρόπον ἀποπληξίαν , ἐπιληψίαν , μελαγχολίαν , ἄλλα τοιαῦτα χρόνια πάθη διὰ τῆς εἰρημένης κενώσεως | ||
δὲ τοῦ αἵματος ἐκκρίσεις , αἱ μὲν καθ ' αἱμορροΐδας μελαγχολίαν τε ἰῶνται καὶ πᾶσαν μανίαν ἄλλην : καὶ ἐπιληψίαν |
δὲ , καὶ τοῦτο ἔχει ἀγαθόν : ἄριστον δὲ αὐτοῦ φαγέειν μέλλοντι ἐς πόσιν ἰέναι , ἢ μεθύοντι . Τυρὸς | ||
ἔλασσον τοῦ καιροῦ γένηται : τότε ἱμείρεται ὁ ἄνθρωπος ἢ φαγέειν ἢ πιέειν τοιοῦτον , ὅ τι τὴν μοίρην ἐκείνην |
οἰκείηνδε λιλαίεαι ἀπονέεσθαι , καὶ δ ' ἂν ἐπίκρυφον οἶμον ἐπιφραδέως ἀνέλοιο , δεικήλῳ δ ' ἐνὶ τῷδε φάοι πανδῖα | ||
. ” Ὧς ἔφαθ ' : Ἥρη δ ' αὖτις ἐπιφραδέως ἀγόρευσεν : “ Οὔτι βίης χατέουσαι ἱκάνομεν οὐδέ τι |
ὡς εἰώθασιν πλήρεις ὄντες καὶ ἐμβριθεῖς . τὸ γὰρ πλῆρες βαρῦνον τὸν στάχυν νεύειν ποιεῖ , ὁ δὲ ἀσθηνὴς ὀρθὸς | ||
κακῇ ἀλάλυγγι βαρῦνον ] κακωτικῶς συνεκλυποῦν λυγγί ἀλάλυγγι ] λυγμῷ βαρῦνον ] λυποῦν , ὀδυνῶν φῶτ ' ] τὸν ἄνθρωπον |
. . . . ταῦτα δ ' ἐστὶ πλεῖν ἢ ναυτιᾶν . . . . ἀνάπιπτ ' . ἀνδριάντας ἑστιᾷς | ||
” τὰ τοιαῦτα . ταῦτα δ ' ἐστὶ πλεῖν ἢ ναυτιᾶν . καὶ τοίνυν καὶ πρώην τις τὸ αὐτὸ πρόβλημα |
[ ! ! ! ! πεντήκοντα ] ? ? ? παῖδεϲ [ ] : ἐχομε [ οποηϲ [ ! ! | ||
τὸν θώρακα ἄϲαρκοι καὶ οἱ μακραύχενεϲ ἀνεπιτηδειότεροι τῶν ἄλλων καὶ παῖδεϲ καὶ οἱ γεγηρακότεϲ ἀνεπιτήδειοι καὶ οἱ ψυχροὶ τὴν κρᾶϲιν |
σου πάντα τραυλίζοντος , ὅτι νοοίης . εἰ μέν γε βρῦν εἴποις , ἐγὼ γνοὺς ἂν πιεῖν ἐπέσχον : μαμμᾶν | ||
βρῦν “ πρόσφθεγμα παιδικῶν καὶ νηπίων . πρόσφθεγμα παιδικόν . βρῦν εἴποις ] δι ' οὗ ἐμφαίνουσι τὰ βρέφη , |
χειρῶν ὡς τῇ δεξιᾷ βάλλων . περιβῆναι πεπτωκότος ὑπερασπίσαι . περιωπή τόπος ὑψηλός , ἀφ ' οὗ ἔστι περισκέψασθαι . | ||
τὸ ἀπάτῃ εὐπρεπεῖ οὕτω πολλὴν περιωπήν : σημείωσαι περιωπήν ʃ περιωπή , ἡ φροντίς . ʃ ἀντὶ τοῦ περίσκεψιν ἢ |
γενόμενον . Τάχα δὲ οὐδὲ ὄψεται λεκτέον , τὸ δὲ ὀφθέν , εἴπερ δεῖ δύο ταῦτα λέγειν , τό τε | ||
καί τι ἕτερον εἴη συνεργὸν αἴτιον , ἀλλὰ τοιοῦτο μὲν ὀφθέν , τάχ ' ἂν καὶ ἀρχή τις εἴη νοσήματος |
ἐθέλουσι , τὸν θυμὸν δὲ ὥσπερ κατασχόντες ἐς τὸ κατόπιν ἐπιστρέφουσιν . Οἷον δέ τι πάσχουσιν ἰχθύες νυκτὸς ὑποκαιομέναις δᾳσὶν | ||
πυλῶνος εἰσελθόντες , ὅταν κατὰ μέσην τὴν ὀρχήστραν γένωνται , ἐπιστρέφουσιν εἰς τὸ θέατρον λέγοντες : ἀνάγετ ' , εὐρυχωρίαν |
ἀπὸ τοῦ θύειν , ὅ ἐστι μετὰ βίας ἄειν . ἁρπάγδην δὲ εἶπεν ἀπὸ τοῦ ἁρπάζειν , ὡς φοράδην ἀπὸ | ||
ἰούσης νυκτὸς ἔτι ῥιπὴ μένεν ἔμπεδον , ἀλλὰ θύελλαι ἀντίαι ἁρπάγδην ὀπίσω φέρον , ὄφρ ' ἐπέλασσαν αὖτις ἐυξείνοισι Δολίοσιν |
τοῦ μετὰ τῶν ἀνέμων μολίσκειν , οἷον ἀνεμοφόρητα : “ ἀνεμώλια γάρ μοι ὀπήδει . ” ἀνεμορμύρεσκεν . τῶν πεποιημένων | ||
ἐγὼ τάδε τόξα φαεινῷ ἐν πυρὶ θείην χερσὶ διακλάσσας : ἀνεμώλια γάρ μοι ὀπηδεῖ , τὸ μετὰ τοῦτο διαλυμήνασθαι πάσας |
τῶν βαλανίτῃ βίῳ χρωμένων ἐδέξαντο , οἱ δὲ ἐπὶ τῶν ἀταλαιπώρως βιούντων : οἷον κατειργασμένον , πρὸς τροφὴν ἕτοιμον . | ||
διαμασχαλίσας αὑτὸν σχελίσιν καὶ φύσκαις καὶ ῥαφανῖσιν . οὕτως αὐτοῖς ἀταλαιπώρως ἡ ποίησις διέκειτο . πρὸς τὸν στροφέα τῆς αὐλείας |
ἐάνπερ ὑμεῖς ὀρθῶς σκοπῆτε , ἀδόκιμα . τί γὰρ οὐκ ἐξελήλεγκται τούτων ἐπὶ πάντων πολλάκις ; καὶ τὰ μὲν ἄλλ | ||
τοῦ κόπτειν [ τοὺς Ἑρμᾶς ] διαφέρει : οὐκοῦν οὗτος ἐξελήλεγκται τοῦτο ποιῶν . ἀντιθῶμεν δὴ τίς ὢν καὶ τίσι |
πόλεως ποιησάμενοι στενωπῶν , ὅθεν ὑπὸ πλείστων ὀφθήσεσθαι ἔμελλον . ἐξεπήδων γὰρ ἐκ τῶν οἰκιῶν γυναῖκές τε καὶ παρθένοι τὸ | ||
ἐξέλυον , ἐπιβάλλοντες ἐπικαρσίας δοκούς : εἰς δὲ τὰς μηχανὰς ἐξεπήδων μετὰ πυρός , ὅτε πνεῦμα φυλάξειαν ἐς αὐτὰς ἐπίφορον |
μὲν δριμύτηϲ εἴη κατὰ τὸ οὖρον , καὶ ἡ ὅλη ἕξιϲ ἢ καὶ τὰ λοιπὰ ϲημεῖα χολὴν ἐμφαίνοι , διὰ | ||
φλέγμα πλέον , αἷμα ψυχρότερον , ἡ ϲύμπαϲα τοῦ ϲώματοϲ ἕξιϲ ψυχροτέρα , χωρὶϲ εἰ μή τι πρὸϲ καρδίαϲ θερμαίνοιτο |
οὐδὲν διαφέρει πότερον ἂν ἐπιτηδεύσωσιν , εἴτε μονοσιτέειν , εἴτε ἀριστῇν , τουτέῳ τῷ ἔθεϊ χρέεσθαι . Εἰσὶ δέ τινες | ||
, μάλιστα ἐπισημαίνει . Καὶ γὰρ ὁκόσοι ἂν μὴ μεμαθηκότες ἀριστῇν , ἀριστήσωσιν , ὄγκος πουλὺς αὐτοῖσι τῆς γαστρὸς καὶ |
τῆς πομπῆς , ὡς οἴκοι γεγόνασιν , ὄχλον ἡγοῦνται τοὺς σχολαίτερον ἀπιόντας . πόσου δ ' ἂν ἐπρίαντο νῦν τὰς | ||
ὁδῷ τῇ μητρὶ καὶ τῆς ἐσθῆτος ἀντεχομένην , ὡς ἀναγκάσαι σχολαίτερον τὴν τεκοῦσαν βαδίζειν , ὅπως αὐτὴν ἀνελομένη κομίσειε . |
ἐκόμιζεν οἴκοθεν καὶ τὰς τρίχας . Ζάλη δὲ καὶ ἄνεμος ἐξώστης ἐμπεσὼν ἀπήνεγκεν ἡμᾶς εἰς Κρήτην , πλησίον Ψαμαθοῦντος . | ||
: ὅταν δὲ αὐτοὺς κατάσχῃ χειμών τε μέγας καὶ ἄνεμος ἐξώστης , φανερῶς ἤδη πᾶσιν ἀνθρώποισι δι ' ἀγνωσίην καὶ |
τοῦ θεοῦ κατολισθαίνει , καὶ αὖθις ἀφυπνισθεὶς τῇ αὐτῇ κρούσει ἀναπλεῖ πάλιν : καὶ πολλάκις δρᾷ τοῦτο , μεταξὺ ἡσυχίας | ||
διαλύει : ῥηγνυμένου γὰρ τοῦ δέρματος ἄνευ τομῆς , ἀλύπως ἀναπλεῖ καθ ' ἑκάστην ἡμέραν τὰ μόρια τοῦ πώρου . |
Διογένει δὲ οἰκειότατα πάντων ἀνθρώπων ἐχρώμεθα , καὶ ἕως γε ὑγίαινεν , ἐξ ἀγροῦ ὁπότε ἔλθοι παρ ' ἡμῖν διῃτᾶτο | ||
δ ' αἱ μυστηριώτιδες σπονδαὶ τοὔνομα ἔσωσαν καὶ μόνοις Ἐλευσινίοις ὑγίαινεν ἡ Ἑλλάς . καὶ σαφέστατα δὴ πανήγυρις αὕτη καθάρσιον |
ἡμῶν δεδουλωμένους τὸν λογισμόν ; πείθομαι δὴ τοῖς Ἔρωσι καὶ καταλύω τὸν λόγον . ῥημάτων γὰρ μῆκος ποθούντων οὐ φέρουσιν | ||
θαρρεῖν , ὡς αὐτίκα δὴ καθαρεύσοντα , εἰ βαδίσειεν οὗ καταλύω . ” ἀφικομένῳ δὲ ἐπιδράσας ὅσα Ἐμπεδοκλῆς τε καὶ |
ἢ ἐς τοὔπισθεν : ἐς ταῦτα τοίνυν τὰ μέρεα καὶ διαστρέφεται , ἐπὴν μὴ καλῶς ἰητρεύηται : καὶ δὴ καὶ | ||
εἰ δὲ διὰ σπασμόν , ἐφ ' ἑαυτὸ σπᾶται καὶ διαστρέφεται , καθ ' ἣν οἱ στραβισμοὶ γίνονται . καὶ |
λάλων , ὦ Πλάτων , καὶ ἀργῶν καὶ δειλῶν αὐτόθεν κατάβαλε , μή που τις καὶ Τρῶας ἐγείρῃσιν θεὸς ἄλλος | ||
οἰνοχοήσειν ἡμῖν ἀπ ' αὐτοῦ . Τὸν μὲν εἴρωνα πεδοῖ κατάβαλε : σὺ δὲ εὔπορα ποιήσας τὰ ὦτα ἤδη ἄκουε |
ἂν λούσειεν αὐτοὺς ὡς νόμος ποιεῖν εἰς νεκρούς ; . αὐτοκτόνως ] ἀλληλοφόνως . . αὐτοδάϊκτοι ] αὐτοφόνευτοι . . | ||
ἀποθανοῦσι . . μεγάλων πεδίων ] τῆς Βοιωτίας . . αὐτοκτόνως ] ὅταν μὲν οὖν αὑτοὺς κτάνωσι καὶ ἡ πατρῴα |
ἀνὰ δηιοτῆτα : οὐδ ' ἄρ ' ἔην Τρώων τις ἀνούτατος , ἀλλ ' ἄρα πάντων γναμπτὰ μέλη πεπάλακτο μελαινόμεν | ||
αἰχμαὶ ἀνεγνάμφθησαν ἐν ἀσπίσιν : οὐδέ τις ἦεν θεινομένων ἑκάτερθεν ἀνούτατος , ἀλλ ' ἄρα πάντων ἐκ μελέων εἰς οὖδας |
σφιν ἑκὼν δέρος ἐγγυαλίξῃ . οἱ δὲ οὕτως : οὐ φυκτά οὐκ εὔπλοα καὶ ἄπρηκτος δύσπρακτος , δυσεργής , δυσκατόρθωτος | ||
σφιν ἑκὼν δέρος ἐγγυαλίξῃ . οἱ δὲ οὕτως : οὐ φυκτά οὐκ εὔπλοα καὶ ἄπρηκτος δύσπρακτος , δυσεργής , δυσκατόρθωτος |
συνέγνων ? : [ οὐ πᾶσιν Ἀλεξανδρεῦσι ] ἀλλὰ τοῖς ποιήσασι [ ταῦτα ] δεῖ ἐπεξέρχεσθαι [ ] . [ | ||
Σκύθαι ἦρχον . Ὑστέρῳ μέντοι χρόνῳ μετεμέλησέ τέ σφι ταῦτα ποιήσασι καὶ ἀπέστησαν ἀπὸ Δαρείου : ἀποστάντες δὲ ὀπίσω κατεστράφησαν |
: μὴ ἐπὶ ἐλιγμοῖϲι τοῖϲι τοῦ χωρίου μηδὲ ξυνεχέϲι καμπῇϲι αἰώρη γιγνέϲθω : ἰλίγγων γὰρ τάδε προκλήϲιεϲ . εὐθέεϲ δὲ | ||
. ὅκωϲ ὦν αὕτη γίγνοιτο , φράϲω . ἱκανὴ γὰρ αἰώρη , περίπατοι , γυμνάϲια , φωναϲκίη , τροφαὶ ἐϲ |
φορή , ἀναίϲθητοϲ δὲ ἡ ῥοὴ τοῦ γούνου γίγνεται . νοϲέουϲι δὲ καὶ γυναῖκεϲ τήνδε τὴν νοῦϲον , ἀλλ ' | ||
, οἵδε μακρὸν μὲν [ τὸν ] χρόνον τὸν καῦϲον νοϲέουϲι , ἀποπαύεται δὲ τὰ κινδυνώδεα , αἱ ὀδύναι καὶ |
, τὸ δ ' ἄστυ σῦκα . . . περιφέρειν ματτύην καὶ ποδάριον , καὶ γαστρίον τακερόν τι καὶ μήτρας | ||
οὗτος οἰμώζειν λέγει . Πιεῖν τις ἡμῖν ἐγχεάτω , καὶ ματτύην ποιεῖτε θᾶττον . Νῦν δ ' οἶδ ' ἀκριβῶς |
: ἄναυδος , ἄφωνος , βραχύπνοος ἐπὶ χρόνον πουλύν : ἀνεθερμάνθη : δίψα : νύκτα δι ' ἡσυχίης : ἵδρωσε | ||
δι ' ὅλου : περιέψυξε μὲν , ταχὺ δὲ πάλιν ἀνεθερμάνθη . Τεσσαρεσκαιδεκάτῃ , πυρετὸς ὀξύς : διαχωρήματα χολώδεα , |
ἐνέδρας , οὐ θαρρῶν ἄντικρυς ἐπιχειρεῖν , βουλεύῃ καὶ μηχανᾶται δολερῶς τὸν φόνον : ἐναγὴς γὰρ καὶ οὗτος εἰ καὶ | ||
με δηλονότι ἀπατᾶι , σημεῖον ἀληθέστατον ἔχω . δολώσαντος ] δολερῶς ἀπατήσαντος . θεοῦ ] τινός . πότερα ] ποῖόν |
ἐν ἑτοίμῳ γὰρ αὐτῷ τοῦτ ' ἔστιν , εἴπερ ἦν βεβουλευμένον αὐτῷ βεβαίως : εἰ δὲ μωκώμενος , μάταιος ἐν | ||
πολλάκις δὲ διδόντος τοῦ καιροῦ τὰς ἀφορμὰς τοῦ πράττειν τὸ βεβουλευμένον ἀεί τις αἰτία μικρὰ παρεμπίπτουσα διεκώλυεν : δεισιδαίμονες γὰρ |
ὄμβριμον : ἰσχυρόν . ἄορ : ξίφος , ὅπλον . Κείνου : φασγάνου , ἐκείνου τοῦ ξιφίου : οὐδαμῶς ἐκείνου | ||
καὶ ἀμηχάνων . Ὅστις [ δὲ ] πρὸς τύραννον ἐμπορεύεται Κείνου ' στὶ δοῦλος , κἂν ἐλεύθερος μόλῃ : Σοφοκλέους |
οὐκοῦν ἕτερ ' ἐστὶ μειρακύλλια . ὡς ] ὅτι . ἐκίνει ] συνῆν ἀθέσμως . ἐν Αἰόλῳ δράματι πεποίηκεν Εὐριπίδης | ||
ἐγένετο , τουτέστι τὴν Σφίγγα τὴν ὠμόσιτον , ἐνώμα καὶ ἐκίνει καὶ ἔφερε προσμεμηχανευμένην καὶ κατεσκευασμένην ἐν σάκει χαλκηλάτῳ γόμφοις |
αἱ ἀρτηρίαι , φησί , μεγάλως σφύζουσιν , ἢ πρὶν ἐρρωμέναι συστέλλονται ῥωμαλέαι ] ἰσχυραί ἀτύζει δὲ νῦν ἀτενίζει , | ||
γὰρ κινήσεων καὶ ἕξεων αἱ μέν εἰσιν ἁπλῶς ἀγαθαὶ καὶ ἐρρωμέναι καὶ κατὰ φύσιν : αἱ γὰρ κινήσεις τῶν ὑγιαινόντων |
. ἦ μέν μιν περὶ σῆμα ἑοῦ ἑτάροιο φίλοιο ἕλκει ἀκηδέστως ἠὼς ὅτε δῖα φανήῃ , οὐδέ μιν αἰσχύνει : | ||
νόησεν ἑλκόμενον πρόσθεν πόλιος : ταχέες δέ μιν ἵπποι ἕλκον ἀκηδέστως κοίλας ἐπὶ νῆας Ἀχαιῶν . τὴν δὲ κατ ' |
. . . . ὑλήεντα δὲ εἶπεν διὰ τὸ τὸν πύξον ἐκεῖ πολὺν γίνεσθαι . Κρωβίαλος πόλις περὶ Παφλαγονίαν , | ||
τῶν στεφάνων πλοκὰς εἰώθασιν αὐτῇ μάλιστα χρῆσθαι . τὴν δὲ πύξον φυλάττονται τῇ θεῷ προσφέρειν ἀφοσιούμενοί πως ἐπ ' αὐτῆς |
Ὕλα μόρον ἠὲ θανόντος . τοῖο δὲ ῥύσι ' ὄπασσαν ἀποκρίναντες ἀρίστους υἱέας ἐκ δήμοιο , καὶ ὅρκια ποιήσαντο μήποτε | ||
πολὺ θερμὸν ἀθροίζοντες , εἶτ ' ἐπιγενόμενοι πρὸς ἀφροδίσια καὶ ἀποκρίναντες αὐτό , τό τε σῶμα ἀσθενὲς ἔχουσι καὶ τὸν |
βαλανείοιϲ καὶ τῷ θέρει καὶ πάϲῃ τῇ κατὰ τὸ θερμὸν αὐξήϲει χεομένων τῶν ὠμῶν χυμῶν καὶ πάντη τοῦ ϲώματοϲ ῥεόντων | ||
δὲ παῖδεϲ τούτων περιγίγνονται ῥηΐτερον : ἡ γὰρ φύϲιϲ ἐν αὐξήϲει θερμῆναι δυνατωτάτη . ἄνδρεϲ δὲ εἰ καὶ μὴ ῥηΐδιοι |
δαΐδας : τοὶ δὲ τρείουσιν ἰδόντες ἔλλοπες , οὐδὲ μένουσιν ἑλισσομένην ἀμαρυγήν : ὣς καὶ θῆρες ἄνακτες ἐπιμύουσιν ὀπωπάς . | ||
Νεῖλός σε . ἀντίστροφον ] τὴν ἐξ ἀμφοτέρων τῶν μερῶν ἑλισσομένην , ὅ ἐστιν ἀμφιέλισσαν . βροτιοσα ροσαται ] ἡ |
' ἐπὶ Μηριόνῃ δόρυ χάλκεον ἧκεν : ἔλπετο γὰρ τεύξεσθαι ὑπασπίδια προβιβῶντος . ἀλλ ' ὃ μὲν ἄντα ἰδὼν ἠλεύατο | ||
' ἔχεν ἀσπίδα πάντος ' ἐΐσην κοῦφα ποσὶ προβιβὰς καὶ ὑπασπίδια προποδίζων . Μηριόνης δ ' αὐτοῖο τιτύσκετο δουρὶ φαεινῷ |
πλεῖστα ἐξαπατήσας , οὗτος θαυμάζεται . Πίνοντες καὶ μαινόμενοι ταὐτὰ διαπρήσσονται . Τρέχουσι , παλαίουσι , μάχονται , κλέπτουσιν , | ||
ὅκως ἀποκαθαίρηται τὸ σῶμα , εἴ τι ἐνδεέστερον οἱ πόνοι διαπρήσσονται , προσάγειν δὲ ἀπὸ τῶν ἐμέτων , κατὰ μικρὸν |
οὐκ ἐλεύθερον ὄντα τὸν ἕτερον . καὶ ὃς πάνυ πρᾴως ἐμειδίασέ τε καὶ εἶπε , Πόθεν δὲ ἔστιν , ὦ | ||
αὐτὸς πρὸς αὐτὸν ἔφην πολλάκις ἐπιτιμῶν , ὁ δ ' ἐμειδίασέ τε καὶ οὐκ ἠρνήσατο ὡς ἄν τι χρηστὸν ποιῶν |
ὄλεσσε δὲ κήτεος ὀδμήν . πᾶσαν δ ' ἠοίην μένομεν τετληότι θυμῷ : φῶκαι δ ' ἐξ ἁλὸς ἦλθον ἀολλέες | ||
ἐγὼ τήν μοι θεὸς ὤπασε γεινομένῳ περ τλήσομαι ἀκράαντα φέρων τετληότι θυμῷ . οὐδέ τι μοι φίλα γυῖα μένειν ἱεραῖς |
καὶ τὰ ὦτα κλίνουϲιν , ϲίελον δὲ καὶ δαψιλὲϲ καὶ ἀφρῶδεϲ ἀφιᾶϲιν καὶ ἄφωνοι τοὐπίπαν εἰϲὶν καὶ οἷα ἄφρονεϲ , | ||
ϲτόμα καὶ τὴν γλῶτταν προβάλλοντεϲ , ϲίαλον δὲ δαψιλὲϲ καὶ ἀφρῶδεϲ προχέουϲι τά τε ὦτα ἐπικλίνουϲι καὶ τὴν οὐρὰν κεχαλαϲμένην |
αἷμα : ὅδε γὰρ ὁ ῥόοϲ ἱκανὸϲ μὲν ὡϲ ὤκιϲτα θερμαϲίην πρηῧναι , δυνατὸϲ δ ' ἀγχόνην λῦϲαι καὶ πάντα | ||
πόνον ἐκδιδοῖ , μετρίωϲ δὲ ἐρεθίζει τε καὶ παροιδίϲκει καὶ θερμαϲίην προκαλέεται . ἢν δ ' ἐπὶ μᾶλλον ἐθελήϲῃϲ τάδε |
εὐανθὲς , ὑπόστασιν χλωρὴν ἔχον λείην εἰλικρινέα , πολυχρόνιον σφόδρα ταραχώδεα νοῦσον μεταβάλλουσαν ἐς ἄλλην , οὐ μὴν ὀλέθριον : | ||
: κατέχειν οὐκ ἠδύνατο : ἀπὸ δὲ κοιλίης ἐρεθισμῷ ὑγρὰ ταραχώδεα διῆλθε μετὰ ἑλμίνθων : νύκτα ὁμοίως ἐπιπόνως . Πρωῒ |
, ὅς ' ἂν τύχῃ τις εἰπών , ταῦτ ' ἀπροσκέπτως ποιεῖν ἅπαντα . καὶ καλοῦσι μ ' οἱ νεώτεροι | ||
ὅς ' ἂν μόνον τύχῃ τις εἰπών , ταῦτ ' ἀπροσκέπτως ποιεῖν ἅπαντα . καὶ καλοῦσί μ ' οἱ νεώτεροι |
οὐράναι τε καὶ οὐρητῆρες καλοῦνται : ἡ δὲ τραγῳδία τὴν ἀμίδα οὐράνην ἐκάλεσεν . καλεῖται δέ τις καὶ περιτόναιος ὑμήν | ||
[ ] οὐράνην ἔρριψεν τὸ περὶ τὴν κεφαλὴν τοῦ Ὀδυσσέως ἀμίδα συντετρίφθαι . . . . Ὀνομαστ . ; : |
τὸ ϲτόμα : ϲίελοϲ λευκόϲ , ἀφρώδηϲ , ὅκωϲ ἀπὸ δίψεοϲ , καὶ οὐδέκω δίψοϲ : ὑποχονδρίων βάροϲ : αἴϲθηϲιϲ | ||
καὶ τἆλλα , ὁκόϲα μοι ἐϲ διαβήτεω γεγράφαται , ἐϲ δίψεοϲ ἄκοϲ . τὰ ωὐτὰ γὰρ καὶ τοῖϲι δίψοϲ γίγνεται |
. ] : ἀστεμφής . . . καὶ ἀστεμφέως : ἀμετακινήτως , ἰσχυρῶς . παρὰ τὸ στέμβω , ὃ σημαίνει | ||
τῷ συνεστάναι πλήσσοντες . τὸ ἐπισταδὸν ἀντὶ τοῦ ἐπιστατικῶς καὶ ἀμετακινήτως . φορβάδος ἀμφὶ βοός : ὑπὲρ νομάδος καὶ εὐτραφοῦς |
ὤκιϲτα μὲν ἑλκοῦται τὰ μέρεα , κἢν ἀϲινέα ᾖ : ὤκιϲτα δὲ ἐϲ τὸ εἴϲω νέμεται καὶ κτείνει . πυρὶ | ||
ἔοι ἐπὶ τοῖϲι ἀφροδιϲίοιϲι καὶ λούοιτο ψυχρῷ , ἐλπὶϲ ὡϲ ὤκιϲτα ἀνδρωθῆναι τὸν ἄνθρωπον . Θεραπεία ϲτομαχικῶν . Ἡ ἐν |
' , ὦ βέλτιστε , ἰδιώτῃ μὲν ὄντι σοι τὸ ἀασάμην τοῦτο * * * δεινὸν ἦν : εἰς γάρ | ||
ἀόριστος ἆσα , ὁ μέσος ἀσάμην καὶ πλεονασμῷ τοῦ α ἀασάμην . . . , . ἀάσχετον : ἀκατάσχετον : |
: ἀπορίη : γνώμην παράφοροι : ϲπαϲμοί . ἐπὶ δὲ φαρμάκοιϲι δηλητηρίοιϲι , [ καὶ ] κανθαρίϲι ἢ βουπρήϲτει , | ||
ἢν δὲ ἐϲ πῦον τρέπηται , ὁκοίοιϲι χρὴ ἐπιπλάϲμαϲι ἠδὲ φαρμάκοιϲι χρέεϲθαι , ἐπὶ πολλοῖϲι μὲν καὶ πρόϲθεν ὑποκέεται . |
πέμπετε . τὸ δὲ “ κεχήνατε ” , ἐξαπατᾶσθε καὶ ἐνεοί ἐστε . Γ προσίτω Θέωρος : οὗτος ἐπὶ κολακείᾳ | ||
πράγματα , ἆρ ' οὐκ ἄν , ὥσπερ νῦν οἱ ἐνεοί , ἐπεχειροῦμεν ἂν σημαίνειν ταῖς χερσὶ καὶ κεφαλῇ καὶ |
' αὐτοῦ μάρτυρος . . . περιείλημμαι : Κατὰ κύκλον ἐλήφθην . . κεκράτημαι . Θ . . οἴμοι μάλ | ||
καὶ ἄλλο ἐκ τοῦ ἐναντίου εἰ δὲ μὴ κατώρθωσα ἀλλὰ ἐλήφθην , τί ἂν ἔπαθον ; καὶ εἰ Δημοσθένην αἰτοίη |
εἶδοϲ : τμητικῆϲ δέ εἰϲι καὶ λεπτυντικῆϲ καὶ ξηραντικῆϲ καὶ θερμαντικῆϲ δυνάμεωϲ κατὰ τὴν τρίτην ἀπόϲταϲιν ἔχουϲαι ταῦτα . ἡ | ||
χολήν , τὰ δὲ φύλλα καταπλαϲθέντα λέπραϲ ἀφίϲτηϲιν . Κλινοπόδιον θερμαντικῆϲ ἐϲτι δυνάμεωϲ καὶ ξηραντικῆϲ οὐδέπω καυϲτικῆϲ ἀλλὰ τρίτηϲ που |
καὶ πρὸς καρδίην ὀδύνη , ἣν φλεβοτομίη ἔλυσεν : ταύτῃ ὑδροποσίη ἢ μελίκρητον ξυνήνεγκεν . Ἐλλέβορον ἔπιε μέλανα , οὐδὲ | ||
καὶ βάρος ἐς βραχίονα , νάρκη , ἔμετοι συχνοὶ , ὑδροποσίη . Τῷ Εὐφράνορος παιδὶ , τὰ ἐξανθήματα οἷα τὰ |
ξυντεταμένος τὰς χεῖρας καὶ τοὺς πόδας [ ᾖ ] , μανίην ἐμποιέει . Ἢν αἱ φλέβες σφύζωσιν αἱ ἐν ταῖς | ||
ἀλλ ' ἤδη χρὴ καλὰ πάντα νοεῖν . δείξει δὴ μανίην μὲν ἐμὴν βαιὸς χρόνος ἀστοῖς , δείξει ἀληθείης ἐς |
μύες καὶ φλέβες : καὶ ἢν μὲν ἐμβάλλῃς , σπασμοὶ φιλέουσιν ἐπιγίνεσθαι , μὴ ἐμβληθεῖσι δὲ , πυρετοὶ ὀξέες , | ||
, μηδέ τι θυμῷ δευέσθω , ἵνα εἰδῇ ὅ μιν φιλέουσιν ἄριστοι ἀθανάτων , οἳ δ ' αὖτ ' ἀνεμώλιοι |
καταδικαζόμεθα καὶ ζημιούμεθα . ΓΓ προσαλισκόμεθα ] ἤγουν τιμωρούμεθα . Μαρψίας : οὗτος ὁ Μαρψίας ὡς φιλόνεικος καὶ φλύαρος καὶ | ||
διωκόμεθα , κᾆτα πρὸς ἁλισκόμεθα . Πρὸς τάδε τίς ἀντερεῖ Μαρψίας ; Τῷ γὰρ εἰκὸς ἄνδρα κυφόν , ἡλίκον Θουκυδίδην |