| παρωνύμως ποιοῦσιν αὐτὰ διὰ τοῦ αινα , οἷον γείταινα καὶ τέκταινα , . . . γείνεό μοι τέκταινα βίου δαμάτειρά | ||
| οἷον γείταινα καὶ τέκταινα , . . . γείνεό μοι τέκταινα βίου δαμάτειρά τε λιμοῦ , ὥσπερ καὶ ἐκ τοῦ |
| ὄγκον τοῦ πράγματος , τὰς δ ' ἄλλας καὶ διατρέχοντες θορυβεῖτε μὴ δυναμένας ἐνεγκεῖν τὸ φορτίον . ἡ μὲν γὰρ | ||
| , οὐδ ' εἰ μέλλω πολλάκις τεθνάναι . ” Μὴ θορυβεῖτε , ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι , ἀλλ ' ἐμμείνατέ μοι |
| τελευταῖον ἐπὶ τὴν περὶ τοῦ ἱεροῦ δέησιν . τοῦτο , Γάιε δέσποτα , τὸ ἱερὸν χειρόκμητον οὐδεμίαν ἐξ ἀρχῆς μορφὴν | ||
| ζῷα καὶ φυτά . καίτοι τί παρασήμων ἔδει σοι , Γάιε , οἷς ἔθος ἀσκεῖσθαι τὰ τῶν εἰρημένων ἀφιδρύματα ; |
| ἵν ' ἐκ τῶν παρόντων ἀναπνεύσῃ . , . . ὠκύμορος τὰ ἀνθρώπεια ὠκύμορα καὶ ἐφήμερα . ταῦτά τοι καὶ | ||
| Τὸν δ ' αὖτε προσέειπε Θέτις κατὰ δάκρυ χέουσα : ὠκύμορος δή μοι τέκος ἔσσεαι , οἷ ' ἀγορεύεις : |
| ἐμὲ παίζειν μηδ ' ὅτι ἂν τύχῃς παρὰ τὰ δοκοῦντα ἀποκρίνου , μήτ ' αὖ τὰ παρ ' ἐμοῦ οὕτως | ||
| Νεκτεναβὼ ἔφη “ Αἴσωπε , ἥττημαι . ὃ δὲ ἐρωτήσω ἀποκρίνου μοι . ” καί φησι “ μετεπεμψάμην ἵππους ἀπὸ |
| ὅτι οὐκ ἐποίησεν . Διωσόμεθα , ἀπωσόμεθα καὶ ἀποπεμψόμεθα . Δοκῶ . Ὥσπερ λέγομεν Δοκῶ μοι , οὕτω καὶ Μοι | ||
| Οὕτω μὲν οὖν . Καὶ εὖ γε φαίνεται εἰρῆσθαι ; Δοκῶ , ὦ Σώκρατες . [ εἴρηται γάρ . ] |
| οἱ δ ' ἄλλοι φιλότητι νεώτεροι ἄνδρες ἕπονται , πάντες ὁμηλικίη μεγαθύμου Τηλεμάχοιο . ἔνθα κε λεξαίμην κοίλῃ παρὰ νηῒ | ||
| ἄνθος , ὅ τε κράτος ἐστὶ μέγιστον . εἰ γὰρ ὁμηλικίη γε γενοίμεθα τῷδ ' ἐπὶ θυμῷ αἶψά κεν ἠὲ |
| κοὐ πρόσειμ ' ἔτι : εἰς τὸ σπυρίδιον ἰσχνά μοι φυλλεῖα δός . Ἀπολεῖς μ ' . Ἰδού σοι . | ||
| φύλλα τῶν λαχάνων . τοιαῦτα γὰρ οἱ πτωχοὶ ἐσθίουσιν . φυλλεῖα καλεῖται καὶ τὰ τῆς θριδακίνης φύλλα . ἢ πάντων |
| ; Ἐγένετο δὲ μετὰ τὰς ἑπτὰ ἡμέρας οὕτως διαλογιζομένους , ἀποκριθεὶς Ελιους εἶπεν τοῖς συμβασιλεῦσιν Προσεγγιοῦμεν αὐτῷ καὶ ἐξετάσωμεν αὐτὸν | ||
| καὶ λέγει κύριος πρὸς Μιχαήλ : Ἀνάγγειλον ὅπερ βούλῃ . ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ἀρχάγγελος εἶπε : Κύριε , σύ με |
| κοινοῦ πατρὸς ὑπηρέτης τοῦ Διός . Ἄν σοι δόξῃ , πυθοῦ μου καὶ εἰ πολιτεύσεται . σαννίων , μείζονα πολιτείαν | ||
| εἶ , καὶ τὸ πρᾶγμα πᾶν σύνοισθα . τοιγαροῦν ἐμοῦ πυθοῦ , τῆι γυναικὶ μὴ ' νοχλήσας μηδέν . ἆρ |
| . χρηστόν ] ὠφέλιμον , ἀγαθόν . , συμφέρον . συμβουλεύσατε ] μετὰ συμβουλῆς δότε μοι ἀγαθόν τι , τί | ||
| μαθὼν γλωττοστροφεῖν . ἀλλ ' ὦ Νεφέλαι , χρηστόν τι συμβουλεύσατε . ἡμεῖς μέν , ὦ πρεσβῦτα , συμβουλεύομεν , |
| ἔθετο : ὡς δὲ ἐδείχθη καὶ τὸ παράδειγμα γειτονεῖ . Ἄθρει γοῦν ὡς ἐν κεφαλαίῳ , θεσπεσία μοι κεφαλή , | ||
| μόνον ἐκεῖνον ὁ πομπαῖος ἄνεμος οὐκ ἀφίησι τῆς δουλείας . Ἄθρει δὴ κἀκεῖνο περὶ τῶν μακαρίων ἀρχόντων , ὡς οὐχ |
| ἐλθών : βάξιν νῦν εἴρηκε τὴν ὁμιλίαν : χωρισμοί : συγχώρησον : Ἀκραίας θεοῦ : τῆς ἐν τῇ ἀκροπόλει τιμωμένης | ||
| ἄγγελοι μετ ' αὐτοῦ εὐχόμενοι ὑπὲρ αὐτοῦ καὶ λέγοντες : συγχώρησον αὐτῷ , ὁ πατὴρ τῶν ὅλων , ὅτι εἰκών |
| τοὔνομα οἴει διαφέρειν , εἴτε κάκκαβόν τινες χαίρουσιν ὀνομάζοντες εἴτε σίττυβον ; καὶ Νικοχάρης δὲ ἐν Λημνίαις εἴρηκε κακκάβους . | ||
| τοῦ Ο σύμφωνον ἔχον , ὑπερδισύλλαβον προπαροξύνεται : χέρνιβον δάπεδον σίττυβον . παροξύνεται δὲ ταῦτα : ῥόδον ἔργον φύλλον . |
| δὲ ἀτενίζοντι ἐς αὐτὸ καὶ οἷον διψῶντι τοῦ κάλλους . Ἀνάγνωθι τὴν ὑάκινθον , γέγραπται γὰρ καί φησιν ἀναφῦναι τῆς | ||
| Ἆρ ' οὖν ὅμοιος οὑτοσί ; σκοπεῖτε . λέγε . Ἀνάγνωθι δὴ καὶ ὅσα δημοσίᾳ χρήσιμος τῇ πόλει γέγονεν οὑτοσί |
| ' Ἀριστοφάνει : σὺ δ ' Ἀρίστυλλος ὑποχάσκων ἐρεῖς , ἕπεσθε μητρὶ χοῖροι : εἴρηται δὲ ὑποκοριστικῶς ὁ Ἀριστοκλῆς : | ||
| ' ἐγώ . ἕπεσθέ μοι φέροντες ἄθλιον βάρος Πενθέως , ἕπεσθε , πρόσπολοι , δόμων πάρος , οὗ σῶμα μοχθῶν |
| ἀνθρώποις ἄφραστον ἰακχάζοντες ἀοιδήν , οἰωνοί , μεγάλοιο Διὸς κραιπνοὶ ὑποφῆται . Ῥοῖζόν τε στῆσαι χαμαὶ ἐρχομένοιο δράκοντος εἴσεται ἠδ | ||
| ᾧ οὐ δωτίναν ἀντάξιον ὤπασε τέχνας . Μουσάων δ ' ὑποφῆται ἀείδοντι Πτολεμαῖον ἀντ ' εὐεργεσίης . τί δὲ κάλλιον |
| γὰρ φήσουσι τὸν ῥυθμὸν καὶ καθ ' ἑαυτὸν χωρὶς ὅλως ἐνάρθρου φωνῆς , ἡλίκα οὐδεμία λόγων ἰδέα : καὶ γὰρ | ||
| λέγειν . Ἀρχαὶ μὲν οὖν εἰσι τῆς ἀνθρωπίνης φωνῆς καὶ ἐνάρθρου μηκέτι δεχόμεναι διαίρεσιν , ἃς καλοῦμεν στοιχεῖα καὶ γράμματα |
| πεπόνθασι καὶ ὁ τοῦ ῥήτορος Ἀριστογείτονος πατήρ . φαυλότατα ] εὐκολώτατα καὶ εὐχερῆ . νὴ τοὺς θεοὺς ἔγωγ ' : | ||
| σκορπίους . ἀλλὰ τὰ μὲν πέττει ῥᾳδίως , τὰ δὲ εὐκολώτατα ἀποκρίνει . ἴδοι δ ' ἄν τις νοσοῦσαν ἶβιν |
| αὐτὸ καὶ ἐν ταῖς ὑπὲρ Μαιάνδρου πόλεσι θεοὶ ποιοῦσιν οἱ καταχθόνιοι : οὓς γὰρ ἂν ἐς τὰ ἄδυτα ἐσιέναι θελήσωσιν | ||
| ἀθάνατοι θεοί , ἔπειθ ' ἥρωες ἀγαυοὶ καὶ τελευταῖοι δαίμονες καταχθόνιοι , οὓς νῦν θνητοὺς ἀνθρώπους καλεῖ . πῶς δὲ |
| τις ἔχοι με πεῖσαι , τί δεῖ ταῦτα κατηγορεῖν ὧν ἀποκρῖναι τοὺς ἑτέρους οὐκ ἔστιν ; ἁπάντων γὰρ τῶν ὡς | ||
| , ὧν [ ἃ ] ἕκαστοι παρὰ σφίσι λέγουσιν , ἀποκρῖναι τὰ ἀξιολογώτατα . ὡς οὖν εὖ βεβουλευμένος οὐκ ἔστιν |
| . , † : . , ἰαμβικὸν τρίμετρον μονόμετρον τρίμετρον πέρθε ] † οἱ γράφοντες ὕπερθεν ἀμαθεῖς τῷ μέτρῳ ἰαμβικὸν | ||
| σοῦ γενείου , δι ' ἐμὴν χάριν . Ἄλλως . πέρθε : οἱ δὲ γράφοντες ὕπερθε ἀμαθεῖς τοῦ μέτρου . |
| ὑμῖν , πρόσθε δ ' ἄνασσαν , [ λάβετε φέρετε πέμπετ ' ἀείρετέ μου ] γεραιᾶς χειρὸς προσλαζύμεναι : κἀγὼ | ||
| ὕμνος . ἀλλὰ κλύοντες , μάκαρες χθόνιοι , τῆσδε κατευχῆς πέμπετ ' ἀρωγὴν παισὶν προφρόνως ἐπὶ νίκῃ . πάτερ , |
| ἀοριστουμένου τοῦ λόγου . . καὶ ἴσως τις φήσει : Οὐχὶ οὖν καὶ ἐν ἄλλοις ἐλλειπτικός ἐστι τῶν ἄρθρων ; | ||
| , κατὰ τὴν ἀρίστην πολιτείαν τὴν πάντα κοινὰ τιθεμένην . Οὐχὶ τῶν θεῶν οὖν οἰητέον τὴν βασιλείαν τὴν πάντα κοινὰ |
| γὰρ αὐλός ἐστιν ἢ κιθάρα ἢ διὰ φωνῆς μελῳδία ἢ τραγικὴ δραματουργία ἢ κωμικὴ γελωτοποιία : ὁ δὲ ὀρχηστὴς τὰ | ||
| ὀνόματα ἁπλᾶ ἢ σύνθετα δισύλλαβα , οὗ μορφή τις ἐμφαίνεται τραγικὴ ἢ πάλιν ταπεινή , ἢ ἄθεα ὀνόματα , οἷον |
| τις φαίη , ἐλάλησας ἐμοί τὸ γὰρ δέον ἐστὶν ἐμοὶ ἐλάλησας , καὶ τὸ οὕτως ἔχον σοὶ μὲν δὴ Μενέλαε | ||
| τοῦ μετανοῆσαι . βλέπεις δὲ ἐξ αὐτῶν πολλοὺς μετανενοηκότας ἀφότε ἐλάλησας αὐτοῖς τὰς ἐντολάς μου : καὶ ἔτι μετανοήσωσιν . |
| ἐν οἴκοις ἢ ὁρίοις Διός , τινὲς δὲ θηλειῶν θεῶν νεωκόροι , καὶ χρυσοφοροῦσι καὶ στεμματοφοροῦσιν . ὁ Ζεὺς ἐν | ||
| ἐφάνη δ ' ἐκ τῶν ὕστερον . οἵ τε γὰρ νεωκόροι ἐν τούτῳ ὄντες ἡλικίας καὶ πάντες οἱ περὶ τὸν |
| ὥσπερ οἱ τοὺς χρησμοὺς πρὸς τὴν ἑαυτῶν βούλησιν ἑρμηνεύοντες . Δοκοῦσι δέ μοι παντελῶς ἐκβιάζεσθαι : οὔτε γὰρ γέγονεν οὔτ | ||
| λόγιον δ ' ἐκπεσεῖν αὐτῷ λέγεται φυλάττεσθαι τὸν Θώρακα . Δοκοῦσι δ ' εἶναι Μάγνητες * Δελφῶν ἀπόγονοι τῶν ἐποικησάντων |
| σφάττουσιν ἡμῶν δέλφακα . Θύννων τε λευκῶν Σικελικῶν ὑπήτρια . Αὐλεῖ γὰρ σαπρὰ αὕτη γε κρούμαθ ' οἷα τἀπὶ Χαριξένης | ||
| σφάττουσιν ἡμῶν δέλφακα . Θύννων τε λευκῶν Σικελικῶν ὑπήτρια . Αὐλεῖ γὰρ σαπρὰ αὕτη γε κρούμαθ ' οἷα τἀπὶ Χαριξένης |
| . μνημονεύει δὲ τοῦ μὲν Ἀριστοφάνης ἐν Ἐκκλησιαζούσαις φάσκων : λάγανα πέττεται , τῆς δ ' ἀπανθρακίδος Διοκλῆς ὁ Καρύστιος | ||
| : ἄμεινον μὲν ὃ καλοῦσι ῥύμματα , φαυλότερον δὲ τὰ λάγανα . πάντα γοῦν ὅσα διὰ τούτων καὶ σεμιδάλεως συντίθεται |
| τὴν Πικηνίτιδα καὶ τὴν Ἀπουλίαν ἑτέρους , οἳ στρατὸν αὐτῷ συνέλεγον ἀφανῶς . Καὶ τάδε πάντα ἔτι ἀγνοούμενα Φουλβία γύναιον | ||
| μὲν ἐπὶ τὴν θάλασσαν ἔθεον , οἱ δὲ τοὺς κύνας συνέλεγον : ἐβόων δὲ πάντες , ὡς πάντας τοὺς ἐκ |
| . τἀργύριον ] γρ . ἀργυρίων . εἴ σοι γράφοιτο πεντετάλαντός τις δίκη : εἰ κατηγοροίη πέντε σε δυναμένη ζημιῶσαι | ||
| ] κατὰ σοῦ . γράφοιτο ] κατηγόροιτο , κατηγοροῖ . πεντετάλαντός ] ὅτι ὀφείλεις πρός τινα πέντε τάλαντα , πέντε |
| φέρειν σκεύη τοσαῦτα καὶ τὸν ὦμον θλίβομαι . ὦ Ζεῦ πολυτίμηθ ' οἷον ἐπέπνευς ' ὁ μιαρὸς φάσκωλος εὐθὺς λυόμενός | ||
| , οὐδὲ κάραβον μέγαν γυναιξὶ κοπιώσαισιν ἐπεκουρήσατε ; Ὦ Ζεῦ πολυτίμηθ ' , οἷον ἔπνευσεν ὁ μιαρὸς φάσκωλος εὐθὺς λυόμενός |
| συνέπεσεν : περιφραστικῶς , εἰς τὰ δίκτυα : ἐν καταστάσει γίνεσθε καὶ μὴ θορυβεῖσθε : πάλιν κατάστηθ ' : ἀναδράμετε | ||
| ἵνα ταῖς ὑμετέραις ὄψεσί τε καὶ διανοίαις τἀκεῖ θεασώμεθα : γίνεσθε δὴ τῶν τοσούτων μυριάδων ὦτα καὶ ὀφθαλμοὶ πρὸς τὴν |
| κἂν μέλλῃ ὁ μαθών , ἄδικος ὤν , πλεονεκτήσειν . Δεινῶς τινα πολυπράγμονα ἡγεῖ τὸν θεόν , καὶ περίεργον , | ||
| . Καὶ ταῦτ ' ἔτλη τις χεὶρ γυναικεία κτίσαι ; Δεινῶς γε : πεύσῃ δ ' , ὥστε μαρτυρεῖν ἐμοί |
| τῆς ἀκεσίας . Ὅστις γελάσας καὶ τοὺς ὀδόντας θήξας : Ἀρκεῖ σοι μισθός , ἔφη , τοῦτο καὶ μόνον ὅτι | ||
| δ ' ἐγώ , καὶ πολλά , σμικρά γε . Ἀρκεῖ , ἔφη . ἆρ ' οὖν δοκεῖς οἷόν τέ |
| ἄλλα διὰ τοῦ ε ψιλοῦ : ἑψῶ τὸ περισπώμενον : ἑψητοὶ τὰ λητὰ ἰχθύδια : ἑψία ἡ παιδία : ἐψιόωντα | ||
| ἄλλα διὰ τοῦ ε ψιλοῦ : ἑψῶ τὸ περισπώμενον : ἑψητοὶ τὰ λητὰ ἰχθύδια : ἑψία ἡ παιδία : ἐψιόωντα |
| . Καλλίμαχος ἐθνικαῖς ὀνομασίαις : ἐγκρασίχολος ἐρίτιμος . τριχίδια , χαλκίς , ἴκταρ , ἀθερίνη . ἐν ἄλλῳ δὲ μέρει | ||
| . διὰ τὸ χαλκῶδες δὲ ἔχειν τὸ πτερὸν λέγεται καὶ χαλκίς . λέγεται καὶ κύμινδις . ἐμβὰς ἐπῶζε : Ἐπῴζειν |
| . . δίδωμι τὸ ἁπλῶς δίδωμι , ἀποδίδωμι δὲ τὸ κεχρεωστημένον . ὀβολὸν ] τουρέσιον . . οὐδενί ] ἀνθρώπῳ | ||
| κριτής παραλόγως ὀξύνεται , τούτου χάριν ἐν τῇ συνθέσει τὸ κεχρεωστημένον ἀναδέχεται , λέγω δὴ τὴν βαρεῖαν τάσιν , οἷον |
| τοῖς σοῖς ποσὶν ἐγὼ πρίωμαι ; λαικάσομ ' ἄρα . βάκχαριν ; Σανδάλιά τε τῶν λεπτοσχιδῶν , ἐφ ' οἷς | ||
| ἄγαμαι , Ξανθία : καὶ τοῖς ποσὶν χωρὶς πρίω μοι βάκχαριν . ὦ λακκόπρωκτε , βάκχαριν τοῖς σοῖς ποσὶν ἐγὼ |
| ὅσον ἐφ ' ἑαυτῷ κατὰ τὸν μερισμὸν τοῦ λόγου , παριστάνει ἐκ τοῦ δηλουμένου πληθυντικὴν ἔννοιαν . ἀλλὰ καὶ ὅτε | ||
| περιφερόμενον μήτε μοι Λυδῶν καρύκας μήτε μαστίγων ψόφους τρυφηλοὺς αὐτοὺς παριστάνει . καὶ ὁ Λυδοφοίτης δὲ μυροπώλης τὴν τρυφὴν ταύτην |
| προσθετέον δὲ τῷ μαγείρῳ καὶ ξύλα καύσιμα καὶ κληματίδας καὶ ἐκκαύματα , εἰπόντος Σοφοκλέους ἐν Ἡρακλεῖ σατυρικῷ συνέλεγον τὰ ξύλ | ||
| ' ἣν πρόσθεν αἰτίαν εἶπον , οὕτως οὐδὲ τὰ πυρὸς ἐκκαύματα συλλέγειν . Τοῖς μάρτυρα καλοῦσιν ἐπὶ μὴ ἀληθεῖ θεὸν |
| ἴγδιν . . τὴν θυΐαν ἀγνοεῖς ; τοῦτ ' ἔστιν ἴγδις . ἐλθών τε πρὸς τὸν τεμαχοπώλην περίμενε , παρ | ||
| καὶ στρόβιλος . μακτρισμὸς δὲ καὶ ἀπόκινος καὶ ἀπόσεισις καὶ ἴγδις ἀσελγῆ εἴδη ὀρχήσεων ἐν τῇ τῆς ὀσφύος περιφορᾷ . |
| ἀτυχίας : καὶ ὡς ἐκεῖνα πεπλεόνασται ἐξῆλθον Ἕκτορές τε καὶ Σαρπηδόνες : καὶ τὸ Πλατωνικόν , ὃ καὶ ἑτέρωθι παρετεθείμεθα | ||
| , ὦ ἀλεκτρυόνε . Πληθ . Οἱ κοιτῶνες , οἱ Σαρπηδόνες , οἱ ἀλεκτρυόνες . τῶν κοιτώνων , τῶν Σαρπηδόνων |
| ὅταν κατάγωνται . Τὰς δὲ νύκτας ὑπὸ τῶν ἀρχόντων τὰ πανδοκεῖα ἔξωθεν κλείεσθαι . Διὰ χρόνου δέ τινος , ὅσοι | ||
| καὶ τὸ πρᾶγμα πανδοκεία : οἱ δ ' εἰς τὰ πανδοκεῖα καταγόμενοι κατάκται ἂν λέγοιντο . μᾶλλον δ ' οἱ |
| πλεονασμῷ τοῦ η . . . . . θᾶκος : θᾶκος : ὁ καὶ θῶκος καλούμενος , ἡ καθέδρα . | ||
| : δᾳδίον μὲν γὰρ διὰ τὴν εὐφέγγειαν φιλοσοφίᾳ παραβέβληται , θᾶκος δὲ διὰ τὴν χαμαιπέτειαν ζῳωδίᾳ . Τὸ δὲ ἀλεκτρυόνα |
| πέφνῃ γήρᾳ ὕπο λιπαρῷ ἀρημένον : ἀμφὶ δὲ λαοὶ ὄλβιοι ἔσσονται . τὰ δέ τοι νημερτέα εἴρω . ὣς ἔφατ | ||
| πέφνῃ γήρᾳ ὕπο λιπαρῷ ἀρημένον : ἀμφὶ δὲ λαοὶ ὄλβιοι ἔσσονται . τὰ δέ μοι φάτο πάντα τελεῖσθαι . ” |
| . Ἐφέσια γράμματα : ἐπῳδαί τινες ἦσαν , ἅσπερ οἱ φωνοῦντες ἐνίκων ἐν παντί . Ταὐτὸ τῇ , Δαφνίνην φορῶ | ||
| . Ἐφέσια γράμματα : ἐπωδαί τινες ἦσαν , ἅπερ οἱ φωνοῦντες ἐνίκων ἐν παντί . ταυτὸν τῇ , Δαφνίνην φορῶ |
| Φερνή . φερενή τις οὖσα . ἀπὸ τοῦ ἐπιφέρεσθαι . Φωνή . ἡ φωτίζουσα τῷ λόγῳ τὰ τοῦ νοῦ . | ||
| . , . , . , . , , . Φωνή ἐστιν ἀὴρ πεπληγὼς αἰσθητὸς ἀκοῇ τὸ ὅσον ἐφ ' |
| ἄνθρωπος ; Οὔ , ἀλλ ' ἀθάνατος . Ὁ γὰρ Ἀμφίθεος Δήμητρος ἦν καὶ Τριπτολέμου : τούτου δὲ Κελεὸς γίγνεται | ||
| , μυττωτὸν ὅσον ἀπώλεσα . Ἀλλ ' ἐκ Λακεδαίμονος γὰρ Ἀμφίθεος ὁδί . Χαῖρ ' Ἀμφίθεε . Μήπω γε πρίν |
| ὁ ἀηδὴς καὶ τοῦ μυσάττεσθαι καὶ ἀποστρέφεσθαι ἄξιος : καὶ βδελύττομαι . εἴρηται δὲ παρὰ τὴν βδέλλαν ἢ παρὰ τὸ | ||
| τις μάλιστα τῶν σοφῶν . τί οὖν ἑτέρους λαλοῦντας εὖ βδελύττομαι ; τρόπος ἔσθ ' ὁ πείθων τοῦ λέγοντος , |
| ποιηταὶ κατατρέχοντές που τῆς ἡδονῆς καὶ ἀκρασίας ἐπικούρους καὶ βοηθοὺς βοῶσι . Πλάτων μὲν δυσχεραίνοντά τινα ποιήσας πατέρα τῷ τοῦ | ||
| γρυλλιξεῖτε : χοίρων φωνὴν μιμήσεσθε . ΓΓ οὕτω γάρ πως βοῶσι τὰ δελφάκια κοΐ , καὶ ἔστι ποιὰ φωνή . |
| ἀλγῶ δὲ καὶ τῆς οὐχ ὁρωμένης ἐρῶ . δραχμῆς μὲν αὐλεῖ , τεττάρων δὲ παύεται . λόγοισιν Ἑρμόδωρος ἐμπορεύεται . | ||
| μὴν τὸ κοπεὺς τοῦτον , κοπεὺς δὲ τούτου : καὶ αὐλεῖ μὲν τοῦτον , αὐλητὴς δὲ τούτου : γυμνάζει τοῦτον |
| τῶν παρόντων οἱ λέγοντες , ἀλλ ' ἑαυτῶν κατηγοροῦσι καὶ λοιδοροῦνται , ὡς μὲν ἐγὼ κρίνω , συνεθίζοντες ὑμᾶς ἄνευ | ||
| τὴν ἀναγκαίαν ἐκ τῶνδε σοφίαν περικείμενοι τοῖς πλουτοῦσιν ἢ ἄρχουσι λοιδοροῦνται πικρῶς , οὐχ ὑπεροψίας πλούτου καὶ ἀρχῆς δόξαν σφίσι |
| μοι ἐϲ διαβήτεω γεγράφαται , ἐϲ δίψεοϲ ἄκοϲ . τὰ ωὐτὰ γὰρ καὶ τοῖϲι δίψοϲ γίγνεται : ὁ δὲ τόνοϲ | ||
| ἔϲτι δὲ τὰ ἄκεα ἐϲ τὴν ἐπίϲχεϲιν τῆϲ ξυντήξιοϲ τὰ ωὐτὰ τοῖϲι ὕδρωψι . ἐϲ δὲ τὸ δίψοϲ μεγάληϲ ἰητρείηϲ |
| με ἀποκτείνωσιν ἕως οὗ πάντα ὅσα εἶδον διηγήσωμαι ὑμῖν . Εἶπε δὲ αὐτοῖς : Ἐνέγκατέ μοι λίθον ὧδε : Καὶ | ||
| τε εἴη καὶ τί ποιήσας εὐεργέτης φησὶ εἶναι βασιλέος . Εἶπε ὦν ὁ Συλοσῶν πάντα τὰ περὶ τὴν χλανίδα γενόμενα |
| ἐστι τοιοῦτος οὔτε ποιητὴς οὔτε ἄλλος οὐδείς , ὃς ὑμῖν ὀνειδιεῖ μετ ' εὐνοίας καὶ φανερὰ ποιήσει τὰ τῆς πόλεως | ||
| ὀνομάσασα ἐγὼ μὲν ἕξω παραμύθιον τοῦ ἔρωτος , σοὶ δὲ ὀνειδιεῖ ποτε ἐκεῖνος , ὡς ἄπιστος γεγένησαι περὶ τὴν ἀθλίαν |
| δὲ τῇ ἱρῇ πόλει ἐκδέκεταί μιν ἀνὴρ ξεινοδόκος ἀγνοέοντα : ῥητοὶ γὰρ δὴ ὦν ἑκάστης πόλιος αὐτόθι ξεινοδόκοι εἰσίν , | ||
| ἀνονόμαστοι , οἱ δὲ φατοὶ καὶ ὀνομαστοὶ πανταχοῦ , ὁμοίως ῥητοὶ καὶ ἔνδοξοί τινες τῶν ἀνθρώπων , ἄλλοι δὲ ἄρρητοι |
| ὕφου ἐπὶ τοῦ δευτέρου προσώπου ἑνικοῦ τοῦ παρεληλυθότος τίθεται . ἄβαξ : ξύλινόν τι σκεῦος , παραπλήσιον τοῖς δίσκοις . | ||
| τὸ δ ' αὐτὸ παρὰ τοῖς πάλαι ἐλεὸν ἐκαλεῖτο . ἄβαξ ἀβάκιον , κακάβη , πατάνιον ἢ πατάνα : οὕτω |
| . ἀπίθανον οὖν φησι τὸ μεταφέρειν ἄλλοθεν , ὥς τισιν ἤρεσεν , αὐτὰς γόνον [ καθάπερ καὶ † βίρσι τῷ | ||
| ἐν τῇ διανομῇ ἠμέλησεν ἡμῶν , ὡς φῂς σύ . ἤρεσεν οὖν μοι καὶ ἐν τῷ μύθῳ ὁ Προμηθεὺς μᾶλλον |
| ' ὁ μιαρὸς φάσκωλος εὐθὺς λυόμενός μοι τοῦ μύρου καὶ βακκάριδος . ξυρόν , κάτοπτρον , ψαλίδα , κηρωτήν , | ||
| παρὰ Ἀνακρέοντι λυδοπαθὴς ἀκούουσιν ἀντὶ τοῦ ἡδυπαθής . μνημονεύει τῆς βακκάριδος καὶ Σοφοκλῆς . Μάγνης δ ' ἐν Λυδοῖς : |
| καὶ ἐκ τοῦ ἀκινδύνου ἀνδραγαθίζεσθαι . τῇ τε αὐτῇ ζημίᾳ ἀξιώσατε ἀμύνασθαι καὶ μὴ ἀναλγητότεροι οἱ διαφεύγοντες τῶν ἐπιβουλευσάντων φανῆναι | ||
| Ἰσμηνίῳ καὶ θεοῖς καὶ ἥρωσι τοῖς κοινοῖς τῶν Ἑλλήνων , ἀξιώσατε ὑμᾶς αὐτοὺς μεθ ' ἡμῶν ὀφθῆναι : καὶ πειραθῶμεν |
| ταῦτα . ἐκεῖνα δὲ φύσει ἡδέα , οἷς οἱ ἀληθῶς φιλόκαλοι χαίρουσι . τοιαῦται δ ' αἱ κατ ' ἀρετὴν | ||
| ἢ εὑρεμάτων ὠφελουμένους : ὅθεν καὶ σωμάτων ἀγορασμοὺς ποιοῦνται καὶ φιλόκαλοι καθίστανται . τινὲς δὲ καὶ προβιβάζονται , καὶ μάλιστα |
| καλέεται . Θεοσεβέες δὲ περισσῶς ἐόντες μάλιστα πάντων ἀνθρώπων νόμοισι τοιοισίδε χρέωνται . Ἐκ χαλκέων ποτηρίων πίνουσι , διασμῶντες ἀνὰ | ||
| εἰ μὴ ὅσα αὐτῶν τούτων λεγόντων . Νόμοισι δὲ Ἰσσηδόνες τοιοισίδε λέγονται χρᾶσθαι . Ἐπεὰν ἀνδρὶ ἀποθάνῃ πατήρ , οἱ |
| ἡ μνήμη , καὶ τὸ μνημονεύειν τῶν τοιούτων ἔσται . Διαφόρως δ ' ἔχειν πρὸς μνήμας φήσομεν ἢ ταῖς δυνάμεσιν | ||
| : διὸ καὶ τὴν γῆν Ἤπειρον ἀπὸ ταύτης ὀνομασθῆναι . Διαφόρως δὲ [ καὶ ] τοῖς πολλοῖς ἱστορεῖται καὶ τὰ |
| κρύους . . τοιοῦτον : Οἷον φορεῖ . ἀμπέχεται : Ἐνδύεται ἱμάτιον . . περιβέβληται . . . τοῦτο : | ||
| νυκτὶ βουλή : ἐπειδὴ ἡ νὺξ παῤῥησίαν δίδωσι βουλεύεσθαι . Ἐνδύεται τὴν λεοντῆν : ἐπὶ τῶν μεγάλοις ἐπιχειρούντων . Ἐξ |
| . δ : . . . λέγουσιν ἐξ αὐτῶν καὶ αἰγυπτιάζειν τὸ πανουργεύεσθαι . συλλαλεῖ δὲ εἰς τοῦτο καὶ παροιμία | ||
| ἐπὶ τῶν ἐπιχειρούντων τι ποιεῖν καὶ ἀποτυγχανόντων . ἐπεὶ ἄνω αἰγυπτιάζειν αὐτοὺς ἔφη , οἱ δὲ Αἰγύπτιοι λινοποιοί εἰσιν . |
| τε τραχυδέρμονες . Ἀριστοτέλης δ ' ἐν πέμπτῳ ζῴων μορίων σελάχη φησὶν εἶναι βάτον , τρυγόνα βοῦν , ἀμίαν , | ||
| , χαλκίδες καὶ τὰ τοιαῦτα , ἐν δὲ τοῖς ζωικοῖς σελάχη , φησί , βοῦς τρύγων , νάρκη , βατίς |
| προπαροξύνεται ἐν τῇ καθόλου [ . , ] : κεδρωτὰ παστάδων : τὰ ἐκ κέδρου ξύλα . παστάδων δὲ τῶν | ||
| οὖν φησιν , ὡς ὑπερπεπηδηκὼς τῶν ἔσω τινὰς οἴκων . παστάδων γὰρ τῶν θαλάμων . Αἰσχίνης δὲ τὴν ὑπέρ ἀντὶ |
| ἰδίαι . πριστοῖσι λόγχης θέλγεται ῥινήμασιν . λοχαῖον σῖτον ψυκτήρ ἀπέπτυς ' ἐχθροῦ φωτὸς ἔχθιστον τέκος . πρὸς ταῦθ ' | ||
| ἡμεῖς ἰδίᾳ . πριστοῖσι λόγχης θέλγεται ῥινήμασιν λοχαῖον σῖτον ψυκτήρ ἀπέπτυς ' ἐχθροῦ φωτὸς ἔχθιστον τέκος . . . φιλεῖ |
| ποίων τινῶν Λακεδαιμονίων τυγχάνοντας ; καὶ γὰρ εἴ τις ὑμῶν ἀχθεσθήσεται παραιτοῦμαι : τὰ γὰρ ὄντα λέξω . Πρῶτον μὲν | ||
| . ἄφυκτον Ἀττικοί , ἄφευκτον Ἕλληνες . ἀχθέσεται Ἀττικοί , ἀχθεσθήσεται Ἕλληνες . ἀπελαθείς Ἀττικοί , μετὰ δὲ τοῦ σ |
| ὤν . ὁμάδησαν : ὡμοφώνησαν . ἐπιρρήδην : φανερώτερον , παρρησιαστικώτερον , οἱονεὶ ἀναφανδόν . ἐπιρρήδην : διαρρήδην . βερέθρων | ||
| φώτων αὐξήσεσιν ἐπὶ τὸ εὐφυέστερον καὶ προφανέστερον καὶ βεβαιότερον καὶ παρρησιαστικώτερον , ἐν δὲ ταῖς μειώσεσι τῶν φώτων ἢ ταῖς |
| , στιπτοὶ γέροντες , πρίνινοι , ἀτεράμονες , Μαραθωνομάχαι , σφενδάμνινοι . Ἔπειτ ' ἀνέκραγον πάντες : Ὦ μιαρώτατε , | ||
| τῶν ὀσπρίων ἀτεράμονα λέγεται , οἷον οὐχ ἁπαλά . Γ σφενδάμνινοι : ἰσχυροί : τοιοῦτον γὰρ τὸ τῆς σφενδάμνου ξύλον |
| , ζώνης ; ἀπεύχῃ μητρὸς αἷμα φίλτατον ; ἤδη σὺ μαρτύρησον , ἐξηγοῦ δέ μοι , Ἄπολλον , εἴ σφε | ||
| ὅτι περιφανῶς ἐτόλμησάν μου καταψεύσασθαι . Ἀνάβηθι δέ μοι καὶ μαρτύρησον . Περὶ μὲν τοίνυν αὐτῆς τῆς αἰτίας οὐκ οἶδ |
| , ζῆν , ἐγκαλεῖς ; ζῆν δ ' ἐστὶ τὸ τοιοῦθ ' ; ὡς λέγουσί γ ' οἱ σοφοί . | ||
| χαλεπὸς ἦσθα . ἀποφθερεῖ ἀπ ' ἐμοῦ ; Κιχησίαν σὺ τοιοῦθ ' ὑπέλαβες ἔργον ποήσειν ἢ λαβεῖν ἂν παρά τινος |
| . Ὁ Ξανθίας τὸν φαλλὸν ὀρθὸν στησάτω . Κατάθου τὸ κανοῦν , ὦ θύγατερ , ἵν ' ἀπαρξώμεθα . Ὦ | ||
| διὸ καὶ Ἀθηναῖοι ταύτην ὡς Ἀπολλωνιακὴν τιμῶσι δαφνηφοροῦντες καὶ τὸ κανοῦν ἐπιστέφοντες καὶ ὑμνοῦντες τὸν θεόν . ἔχουσι δὲ αἱ |
| τὸ λέγειν : “ εἴρετο δεύτερον αὖτις ” καὶ “ εἴροντο δὲ κήδε ' ἑκάστη . ” σημαίνει καὶ τὸ | ||
| , ξένην δὲ καὶ ἐπὶ θεοῖς Ἑλληνικοῖς οὐ καθεστῶσαν . εἴροντο οὖν οἱ Μηθυμναῖοι τὴν Πυθίαν ὅτου θεῶν ἢ καὶ |
| λόγων ἡ ἀλήθεια προσβεβαιώσῃ . Πότερον ἐμαυτὸν ὡς ἀσαφῶς γράφοντα μέμψωμαι ἢ σὲ ὡς ἑκουσίως μαθεῖν μὴ βουλόμενον αἰτιάσωμαι ἀγνοῶ | ||
| σέ . λῦσον οὖν τὸ χρέος , ἵνα μὴ κἀγὼ μέμψωμαι δι ' ἐκεῖ Τὰς ἐπιστολὰς οἱ τὴν ἀρχὴν εὑρόντες |
| δὲ τὰ τοιαῦτα ὀνόματα , τό τε κλοπαίαν τό τε ναρθηκοπλήρωτον , οἱονεὶ ἐπεξήγησις τοῦ θηρῶμαι . εἰπὼν γὰρ θηρῶμαι | ||
| θνητοῖς γὰρ γέρα πορὼν ἀνάγκαις ταῖσδ ' ἐνέζευγμαι τάλας : ναρθηκοπλήρωτον δὲ θηρῶμαι πυρὸς πηγὴν κλοπαίαν , ἣ διδάσκαλος τέχνης |
| ἱερὸν δεῦτε . οὕτως ὁ Χοιροβοσκός . . . . ἀλεώμεθα : ἐκκλίνωμεν , φεύγωμεν : Διὸς ἀλεώμεθα μῆνιν : | ||
| κῦδος ὀρέξῃ , νῶϊ δὲ χαζώμεσθα , Διὸς δ ' ἀλεώμεθα μῆνιν ; Ὣς εἰποῦσα μάχης ἐξήγαγε θοῦρον Ἄρηα : |
| : ἀμφὶ δὲ παισὶ καὶ θανέειν καὶ πᾶσαν ὀϊζυρὴν κακότητα πρόφρονες , οὐκ ἀέκοντες , ἀναπλῆσαι μεμάασιν . ἤδη τις | ||
| ὑμεῖς δ ' , οἵτε μάλιστα πεποίθατε κάρτεϊ χειρῶν , πρόφρονες ἀλκήεντι νόῳ καὶ τλήμονι θυμῷ σπέσθε μοι : οὐ |
| πυρῆνας οἱ κωμικοί : καὶ θλαστὰς δ ' ἐλάας ἐν Νήσοις ἂν εὕροις Ἀριστοφάνους . θέρμους δ ' Ἄλεξις εἴρηκεν | ||
| Μένος πνείοντες Ἀμύνται Ἑπτὰ δὲ Δωνεττῖνοι , ἀτὰρ δυοκαίδεκα Κᾶρες Νήσοις Ὀξείῃσι καὶ Ἀρτεμίτῃ ἐπέβαλλον . Οἱ δ ' ἄφαρ |
| ἀμύνασθέ ] τιμωρήσατε , ἀμυνάθειν , ἀμύνειν , βοηθεῖν . τυπτομένῳ ] δαιρομένῳ . πάσῃ τέχνῃ ] τὸ ” πάσῃ | ||
| πλάσματι πίστιν εὐήθη περιτιθέναι ζητοῦντες . Συμβέβηκε δ ' αὐτῷ τυπτομένῳ μὲν ὑπὸ τοῦ κύματος κάμπτεσθαι πολλαχῶς , ἁπαλῆς οὔσης |
| . σοὶ δ ' ἴσως εὐλάβεια τὸ τῆς παροιμίας ἐπὶ σκώμματι τῆς συμμετρίας ἐπαγαγέσθαι , μή σοι μεῖζον προσκέοιτο τοὐπίγραμμα | ||
| ὅτι περαίνει . Ἀγανακτήσαντος δὲ ἐκείνου ἐπὶ τῷ τῆς ἀμφιβολίας σκώμματι καὶ συναπειλήσαντος , Αὐτίκα σοι μάλα τὸν ἄνδρα δείξω |
| δὲ καὶ τὰς δικαστικὰς λέγει ψήφους , παίζων διὰ τὸ φιλόδικον αὐτῶν . τὸ δὲ φαύλως ἀντὶ τοῦ ἁπλῶς , | ||
| δὲ “ τῶν δικῶν ” προσέθηκεν , ἵνα διαβάλλῃ τὸ φιλόδικον τῶν Ἀθηναίων . ΓΘ ἄλλως : ἐν τῷ Πειραιεῖ |
| ἀτάκτως γελᾶν διιπολιώδη : τὰ λεγόμενα Διάσια , ταῦτα καὶ Διιπόλεια . οὕτως δὲ ἐλέγετο ἃ τῷ πολιεῖ Διὶ ἐθύετο | ||
| ἦρξα Λυσίας ἐν τῇ πρὸς τὴν Μιξιδήμου γραφὴν ἀπολογίᾳ . Διιπόλεια : ἑορτή τις Ἀθήνησι τὰ Διιπόλεια : Ἀντιφῶν ἐν |
| περιρραντήρια , καθαρμοί , καθάρσεις , καθάρσια , καθαρτήρια , καθάρται . καὶ οἱ τούτοις χρησάμενοι καθαροί , ὥσπερ οἱ | ||
| τοιοῦτοι εἶναι ἄνθρωποι οἷοι καὶ νῦν εἰσι μάγοι τε καὶ καθάρται καὶ ἀγύρται καὶ ἀλαζόνες , ὁκόσοι δὴ προσποιέονται σφόδρα |
| ἄρα θυμὸν ἔθελγε , πάντες δ ' ἠρήσαντο παραὶ λεχέεσσι κλιθῆναι . τοιαῦτα μέν ἐστι τὰ παρὰ τῷ ποιητῇ περὶ | ||
| ἐποίησε καὶ σιωπήν , πάντες δ ' ἠρήσαντο παραὶ λεχέεσσι κλιθῆναι : καὶ εἴγε Μιθριδάτην ἔδει πρῶτον εἰπεῖν , οὐκ |
| τανυσίπτεροι , καὶ παρὰ τὸ Σιμωνίδου ἄγγελε κλυτὰ ἔαρος ἁδυόδμου κυανέα χελιδοῖ . ἀντὶ τοῦ οὐ φαύλως κακόν . . | ||
| μελιαδέα γᾶρυν ἀραρεῖν ἀκοαῖσι βροτῶν . ἄγγελε κλυτὰ ἔαρος ἁδυόδμου κυανέα χελιδοῖ τὸ δοκεῖν καὶ τὰν ἀλάθειαν βιᾶται . οὗτος |
| ἄπειμ ' ἐξ ὀμμάτων ” . ἐπιπολῆς λέγουσιν , οὐκ ἐξεπιπολῆς . „ τοὺς ἐπιπολῆς οὖν ἔργον ἀφελεῖν ἦν μέγα | ||
| οὗ καὶ αἱ ὄψεις ἀντιλαμβάνονται , τὸ ἐν ἐπιφανείᾳ καὶ ἐξεπιπολῆς , οὐ τὸ ἐν βάθει . εἰ γὰρ καὶ |
| γαρελαίῳ : χρὴ δὲ μὴ πάνυ καθεψεῖν αὐτήν . ἄρτοι πιτυρῖται ὑπάγουσι διά τε τὸ ἐν τῇ γαστρὶ πολὺ ποιεῖν | ||
| φακὴ δὲ μελαγχολικώτατόν ἐστιν ἔδεσμα , καὶ μετὰ ταύτην οἱ πιτυρῖται τῶν ἄρτων οἵ τε ἐκ τῆς τίφης καὶ τῶν |
| αὐτῶν ἀνθρώπων σύστασιν . ἐὰν δὲ τοῦτο μὴ δύνωνται , παυσάσθωσαν τῆς ἀθέου ταύτης ἀπιστίας καὶ τοῦ βλασφημεῖν ἃ μὴ | ||
| . . ταῦτά ἐστι τὰ κατ ' ἐμέ . ὥστε παυσάσθωσαν Περσαῖός τε καὶ Φιλωνίδης ἱστοροῦντες αὐτά : σκόπει δέ |
| τὸν δάκτυλον ἢ κρητικόν , οἷον δίμετρον μὲν τὸ ἱστοπόνοι μείρακες , τρίμετρα δὲ οὐδὲ λεόντων σθένος οὐδὲ τροφαί , | ||
| . ἄρξει δὲ τὸ λοιπὸν παιδάρια καὶ μικρὸν ἐπάνω τούτων μείρακες . ἐν - ταῦθά που δέος , μὴ σφαλῇ |
| ἄκραν . Εἴληφά σε , ὦ κατάρατε . Συκοφαντεῖς . Δώσεις ποτὲ ἤδη τὴν δίκην . Ἐξελέγξω σε δεινὰ εἰργασμένον | ||
| Ναὶ ναί , γρᾴδιον , ἐμοὶ κάρισο σὺ τοῦτο . Δώσεις οὖν δραχμήν ; Ναί , ναίκι , δῶσι . |
| λέγειν ; Μή μοί γε , μή μοι , μὴ διασκανδικίσῃς : ἀλλ ' εὑρέ τιν ' ἀπόκινον ἀπὸ τοῦ | ||
| λαχανοπώλιδος υἱόν : σκάνδιξ γὰρ εἶδος λαχάνου . Γ μὴ διασκανδικίσῃς : μὴ εὐριπιδίσῃς : σκώπτει τὸν Εὐριπίδην ὡς λαχανοπώλιδος |
| λέσχας παῦσαι δυσωνῶν αἰκῶς ἄκοος ἀκύκλιος ἀλλοκοτώτατον καὶ ἀλλοκοτώτερον ἀμφιμάσχαλος ἀμφωτίδες ἀνεγκλητί ἀποθρέξεις ἀρχωνίδας ἄσκην ᾆσμα καὶ ᾀσμάτιον καὶ ᾀσμόν | ||
| , . [ . . . , . ] : ἀμφωτίδες : χαλκᾶ τινα , ἅπερ οἱ περιετίθεσαν . Συναγ |
| Εἰ δὲ μὴ λόγῳ , ἔφη , ἀλλ ' ἔργῳ ἀποδείκνυμαι : ἢ οὐ δοκεῖ σοι ἀξιοτεκμαρτότερον τοῦ λόγου τὸ | ||
| δὲ τοῦ πολέμου ταύτην ὑμῖν , ὦ βουλή , γνώμην ἀποδείκνυμαι , μηδὲν ψηφίζεσθαι περὶ μηδενὸς πράγματος , ἕως ἀποδειχθῶσι |
| , ὁμοῦ δὲ τοπικόν . Σόλων μὲν γὰρ ἅμα ἐγένετο Ἀναχάρσιδι τῷ Σκύθῃ , εἴπερ κατὰ τὸν αὐτὸν χρόνον ἤκμασαν | ||
| νομάδων . κοινὸν δὲ ἦν τὸ νέμεσθαι ἐμοί τε καὶ Ἀναχάρσιδι : κοινὸν οὖν ἔσται καὶ τὸ βληχᾶσθαι νεμομένοις , |
| ψυχρὰ μετὰ τροφὴν πίνειν καὶ μήτε ἀθρόως μήτε χανδὸν μήτε ἄοινα . τινὲς δ ' ἐξευρήκασι βρωτὰ καὶ ποτὰ πρὸς | ||
| ψυχρὰ μετὰ τροφὴν πίνειν καὶ μήτε ἀθρόως μήτε χανδὸν μήτε ἄοινα . τινὲς δ ' ἐξευρήκασι βρωτὰ καὶ ποτὰ πρὸς |
| καλὸν οὖν διακρούσασθαι καὶ λέγειν ὅτι οὐ τῆς περιουσίας αὐτῷ βασκαίνων τὸν ἀγῶνα ἐνεστησάμην . Τὰς δὲ ἔχθρας ποτὲ μὲν | ||
| δ ' , ὦ κακέ , καὶ τόκ ' ἐτάκευ βασκαίνων , καὶ νῦν με τὰ λοίσθια γυμνὸν ἔθηκας . |
| ἀμφαφόωϲι ὡϲ ὑπερίϲχοντα , καὶ πᾶϲα πρόφαϲιϲ ἀναιτίη πρόκληϲιϲ χειρῶν φορῆϲ . κλίνηϲ μῆκοϲ καὶ πλάτοϲ ξύμμετρον , ὡϲ μήτε | ||
| καὶ ξυνήθεϊ . τάδε μὲν ὦν , ἢν ἐκ τῆϲ φορῆϲ τοῦ αἵματοϲ τὸ τρῶμα ξυμπέϲῃ καὶ ὁ χῶροϲ ὑγιαϲθῇ |