γιγνομένων ἐστὶ θεατὴς , προσειλήφει καὶ τοῦτον τῇ ἐπικλήσει . ταχύπτεροι ] ταχεῖαι , καὶ τάχος τοῖς πτεροῖς τῶν ὀρνέων
τρόπῳ τῆσδ ' ἐκκυλισθήσῃ τέχνης . ὦ δῖος αἰθὴρ καὶ ταχύπτεροι πνοαί , ποταμῶν τε πηγαί , ποντίων τε κυμάτων
6657260 πνοαι
τοῦ ἀνέμου . ἀλλὰ θύελλαι : αἱ χειμεριναὶ καταιγίδες καὶ πνοαί . ὅθεν Ὅμηρος ἐν συνωνυμίᾳ τίθησι θυέλλας τε καὶ
Ἐραστείδης πρόγονος αὐτοῦ . * εὐτυχίᾳ . . Αὖραι ] πνοαί : ἤγουν ἐν βραχεῖ χρόνῳ ἄλλοτε ἄλλως διατίθεται τὰ
6629327 ἁμαδρυαδες
Δρυοπίδι . καὶ εἰς τοῦτο παριοῦσαν τὸ ἱερὸν Δρυόπην ἥρπασαν ἁμαδρυάδες νύμφαι κατ ' εὐμένειαν καὶ αὐτὴν μὲν ἀπέκρυψαν εἰς
πολιᾶς . Ἀριστοφάνης Τελμησσεῦσιν . ἀλωπόχρους : ὁ πολιός . ἁμαδρυάδες : νύμφαι , αἳ ἅμα δρυσὶ γίνονται καὶ ἀπογίνονται
6594096 εὑδουσιν
τὸν τοῦ καλοῦ Λυαίου : σὺν τῶι δὲ πίνειν ἡμᾶς εὕδουσιν αἱ μέριμναι . Ἴδε πῶς ἔαρος φανέντος Χάριτες ῥόδα
ῥοδίνοισι στεφανίσκοις πεπυκασμένος χορεύσω . Ὅταν πίνω τὸν οἶνον , εὕδουσιν αἱ μέριμναι . τί μοι πόνων , τί μοι
6534359 Πεφρηδω
αἱ μὲν Φορκίδες ἦσαν τρεῖς , ἡ Ἐνυὼ , ἡ Πεφρηδὼ καὶ ἡ Δεινώ : ἃς καὶ κυκνομόρφους φησὶν ,
Ἀθηνᾶς προκαθηγουμένων ἐπὶ τὰς Φόρκου παραγίνεται θυγατέρας , Ἐνυὼ καὶ Πεφρηδὼ καὶ Δεινώ : ἦσαν δὲ αὗται Κητοῦς τε καὶ
6431706 διαδετοι
] διὰ τῶν γενύων τῶν ἱππικῶν οἱ χαλινοὶ κινύρονται . διάδετοι ] κρεμάμενοι . διάδετοι ] πανταχόθεν δεδεμένοι ἱμάσιν .
τῶν ἱππικῶν οἱ χαλινοὶ κινύρονται . διάδετοι ] κρεμάμενοι . διάδετοι ] πανταχόθεν δεδεμένοι ἱμάσιν . θ διάδετοι ] οἱ
6424182 συριγγες
αἱ πλημμυρίδες τῶν ποταμῶν , πλῆμναι δὲ αἱ τῶν τροχῶν σύριγγες . πλῆθος καὶ ὄχλος διαφέρει . πλῆθος μὲν γάρ
. ‖ χνόαι : αἱ χοινικίδες , αἱ τοῦ ἄξονος σύριγγες . ‖ χνόην : τὸν τῶν ποδῶν ψόφον .
6390744 δονακεσσιν
ὑποδιαίρεσις , ἀπὸ τούτων , τῶν χαιρόντων τοῖς ἀγκίστροις . δονάκεσσιν : καλάμοις . ἀναψάμενοι : ἀναδήσαντες , ἀνακρεμάσαντες .
δ ' ἱκόμην ἐλάταισι περὶ χλωρῇσιν ἐρεμνὰς νήσους ὑψικόμοισιν ἐπηρεφέας δονάκεσσιν . Ἡμικύνων τ ' ἐνόησα γένος περιώσιον ἀνδρῶν ,
6323584 ἀγνυμεναων
ὄνομα κύριον . ἢ τοῦ ἀγαπωμένου ὑπὸ τῶν ἀνδρῶν . ἀγνυμενάων συντριβομένων : “ νηῶν θ ' ἅμα ἀγνυμενάων .
νῆας ὀρώρει ἀνδρῶν τ ' ὀλλυμένων νηῶν θ ' ἅμα ἀγνυμενάων : ἰχθῦς δ ' ὣς πείροντες ἀτερπέα δαῖτα φέροντο
6319372 νεποδες
: καὶ ἐπ ' αὐτῆς τῆς θαλάσσης : Ὅμηρος : νέποδες καλῆς ἁλοσύδνης : λέγεται δὲ καὶ ἐπιθετικῶς ἐπὶ τῶν
καὶ ἡ καρδία . νέποδες δ . . , : νέποδες : Ἀπίων ἄποδες . ἢ νηξίποδες ἢ ἀπόγονοι .
6316084 Γυναικες
ἡμᾶς : Κατὰ τῶν γυναικῶν . ὥσπερ πυρὸς καομένου : Γυναῖκές τινες ὑδροφοροῦσαι παρακελεύονται ἀλλήλαις . αἱ δὲ λοιπαί εἰσιν
ἡμᾶς : Κατὰ τῶν γυναικῶν . ὥσπερ πυρὸς καομένου : Γυναῖκές τινες ὑδροφοροῦσαι παρακελεύονται ἀλλήλαις . αἱ δὲ λοιπαί εἰσιν
6220369 τραφερης
κύρβιάς φησι πίνακάς τινας γῆς περίοδον περιέχοντας . ὑγρῆς τε τραφερῆς τε : τῆς θαλάσσης καὶ τῆς γῆς . κέρας
οἷς ἔνι πᾶσαι ὁδοὶ καὶ πείρατ ' ἔασιν ὑγρῆς τε τραφερῆς τε πέριξ ἐπινισσομένοισιν . ἔστι δέ τις ποταμός ,
6207977 ἐγκατοικοι
κάμνουσιν . Κολχίδος τε γᾶς : Αἱ παρθένοι τε αἱ ἐγκάτοικοι τῆς Κολχίδος γῆς , αἱ ἄτρεστοι καὶ ἄφοβοι ἐν
αἰχμαῖς ὀξείας ἄκρας ἐχούσαις , ἤγουν οἱ Κόλχοι . . ἐγκάτοικοι . ἁγνᾶς ] καθαρᾶς , διὰ τὴν τοῦ ἡλίου
6193505 ἑστασιν
δὲ τὰς πυκνὰς περιόδους λεγόντων οὐδ ' αἱ κεφαλαὶ ῥᾳδίως ἑστᾶσιν , ὡς ἐπὶ τῶν οἰνωμένων , οἵ τε ἀκούοντες
Ἄρης κατέσκηψ ' , ἔς τε μονομάχου πάλης ἀγῶνα νῦν ἑστᾶσιν . Στίλβη θ ' ἣ κατὰ νύκτα μοι φλόγ
6189650 ἀρκτοι
ὁ Ἀττικός . Ἑλίκη δὲ καὶ Κυνόσουρα ἐν οὐρανῷ δύο ἄρκτοι , Διὸς ἡ ἑτέρα τροφός , οἱ δ '
Ἀλλ ' ὅτε δὴ κεφαλὰς μὲν ἐπ ' ἀντολίην ἔχον ἄρκτοι δέγμεναι ἠελίοιο θοὸν φάος , ἔγρετο δ ' Ἠώς
6179321 πηδωσι
τὸ μέλος : αἳ δὲ ὥσπερ ὀρχούμεναι ὑπὸ τῷ μέλει πηδῶσι , καὶ ἐμπίπτουσι τοῖς θηράτροις , ἅπερ οὖν αὐτοῖς
, διαφοιτᾷ γάρ , καὶ πιστεύουσι μὲν ἤδη μύριοι , πηδῶσι δ ' ὑφ ' ἡδονῆς δὶς τόσοι καὶ διπλάσιοι
6177641 γελασμα
καὶ ὁ καταγέλαστος καὶ παρὰ τοῖς ποιηταῖς τὸ τῆς θαλάττης γέλασμα . Κλαίειν δ ' ἐρεῖς ἀποκλαίειν ἀνακλαίειν , δακρύειν
γελᾷ καὶ διαχέεται συχνὸν ἐρχόμενον καὶ ἐπάλληλον . . ἀνήριθμον γέλασμα ] ἄπειρον χῦμα , πλάτος , ἐκ μεταφορᾶς τῶν
6176922 Νηρηϊδες
: θεαὶ δέ μιν ἀμφαγέροντο πᾶσαι ὅσαι κατὰ βένθος ἁλὸς Νηρηΐδες ἦσαν . ἔνθ ' ἄρ ' ἔην Γλαύκη τε
ποντίῳ τέκεν Ποσειδᾶνι , χρύσεόν τέ οἱ δόσαν ἰόπλοκοι κάλυμμα Νηρηΐδες . Τῶ σε , πολέμαρχε Κνωσίων , κέλομαι πολύστονον
6170615 φωλευουσι
οὔ . οὐ γὰρ νέμονται , ἀλλὰ κρύπτουσιν ἑαυτὰς καὶ φωλεύουσι . τὸ δ ' ἄνθος ἔχουσιν ἀνὰ μεσὸν τοῦ
. ἐν τῷ περὶ φωλευόντων οἱ κοχλίαι , φησὶ , φωλεύουσι μὲν καὶ τοῦ χειμῶνος μᾶλλον δὲ τοῦ θέρους :
6141553 Ὑπερβορεοι
, ἧς τὸ ἐθνικὸν Ὑπερασιεύς . Φλέγων κγʹ ὀλυμπιάδι . Ὑπερβόρεοι , ἔθνος . Πρώταρχος δὲ τὰς Ἄλπεις Ῥίπαια ὄρη
δ ' Ὠκεανῷ , Κρόνιον δέ ἑ κικλήσκουσι , πόντον Ὑπερβόρεοι μέροπες , νεκρήν τε θάλασσαν : Οὐκέτι δὲ προφυγεῖν
6140817 χαλεπωταται
κραταιὰ τούτων σχήματα , τουτέστι τὰ τετράγωνα καὶ διάμετρα : χαλεπώταται γὰρ αἱ τοιαῦται καταρχαὶ ταῖς τε ναυσὶ καὶ τοῖς
συγκακουμένου καὶ τοῦ Ἑρμοῦ , μὴ μαρτυρούντων τῶν ἀγαθοποιῶν , χαλεπώταται γίνονται , καὶ μάλιστα ἐν τοῖς τροπικοῖς : αἱ
6138468 Ἀελλω
ἴσην ἁρπυίαις ὁπλαῖς εἶπεν . Ἅρπυιαι δὲ μυθικῶς δαίμονές τινες Ἀελλὼ καὶ Ὠκυπέτη καὶ Κελαινὼ Ἴριδος ἀδελφαὶ καὶ θυγατέρες Θαύμαντος
. Θαύμαντος μὲν οὖν καὶ Ἠλέκτρας Ἶρις καὶ ἅρπυιαι , Ἀελλὼ καὶ Ὠκυπέτη , Φόρκου δὲ καὶ Κητοῦς Φορκίδες καὶ
6138136 ἐλελυντο
ἐρέτας . ἐπεὶ δὲ οἱ μὲν ἐφυγομάχουν , οἱ δὲ ἐλέλυντο καύματι καὶ πόνῳ , Τιμόθεος τὸ ἀνακλητικὸν ἐσήμηνεν καὶ
αἵ τε δὴ σπονδαὶ μετὰ τὴν ἄφιξιν τῶν πρεσβευτῶν εὐθὺς ἐλέλυντο , καὶ στρατιαὶ δύο κατεγράφοντο . . Ὅτι Ποστόμιος
6134578 ἀστραπαι
] ἤγουν διὰ ταῦτα αἰθάλουσα φλόξ ] καυστικός , ἤγουν ἀστραπαί τε καὶ κεραυνός λευκοπτέρῳ ] ἤγουν λευκῇ νιφάδι ]
παρέχουσιν , οἳ Κύκλωπες , ἤγουν αἱ βρονταί , αἱ ἀστραπαί , καὶ οἱ κεραυνοὶ τὰ μὲν ἄλλα ὅμοιοι τοῖς
6127779 ἐκνεφιαι
δὲ ἔρημοι πυρὸς | τυφῶνες , οἱ δὲ ἔτι ἀνειμένοι ἐκνεφίαι , κατασκήψαντες δὲ εἰς γῆν ξύμπαντα ταῦτα σκηπτοὶ κληΐζονται
δὲ μάλιστα θρακίας καὶ ἀργέστης καὶ τῶν λοιπῶν ἀπαρκτίας : ἐκνεφίαι δὲ μάλιστα ὅ τε ἀπαρκτίας καὶ ὁ θρακίας καὶ
6119413 φηγοι
ἀκτῆς . τῷ μὲν ὑπὸ Ζωναῖον ὄρος δρύες ἀμφί τε φηγοί ῥιζόθι δινήθησαν ἀνέστησάν τε χορείην οἷά τε παρθενικαί .
κύαμοι , ἰσχάδες , φάσηλοι , μῆλα , μύρτα , φηγοί , καὶ ὅσα τοιαῦτα . Ἀκρόδρυα καταχρηστικῶς λέγονται καὶ
6117057 αἰρονται
τῆς ψυχρό - τητος καὶ πυκνώσεως τῆς περὶ αὐτὰς γινομένης αἴρονται ὀρθαί : καὶ τοῦτό ἐστι τὸ τῆς φρίκης πάθος
, ἀφ ' ὧν οἵ τε πυρετοὶ καὶ αἱ δίψαι αἴρονται . γίγνονται μὲν οὖν διὰ ταῦτα . ἐν δὲ
6104572 φωλεοι
; ἑκάστῳ δὲ εἷς ἦν τόπος γνώριμος , ὥσπερ οἱ φωλεοὶ τοῖς ἑρπετοῖς : φιλία δέ , καὶ ἐπιμιξία ,
σοφὸς ὢν ἥμαρτες . γέγονε δὲ παρὰ τὸν φωλεόν : φωλεοὶ γὰρ λέγονται τὰ παιδευτήρια παρὰ τὸ ἐν αὐτοῖς φωλεύειν
6081371 παρεχουσαι
μαχόμενον αὑτῷ : συνεργάζονται δὲ καὶ ζῶσιν ἅμα , καὶ παρέχουσαι τὴν τροφὴν αὑταῖς καὶ χρώμεναι . . . τί
αἱ τῶν ὑπ ' αὐτοῦ πεσόντων ψυχαί , δόξαν ἀεὶ παρέχουσαι δήξεσθαι . τούτων οὐχ ὑπῆρξέ μοι τῶν Ὀλυμπίων μετασχεῖν
6080170 φωκαι
. αἵ τ ' ἐπ ' ἀρσένων : * αἱ φῶκαί τε αἱ θουρῶσαι καὶ ἐρωτικῶς ὁρμῶσαι ἐπὶ τὰ λέκτρα
τε πετρηγενέες τε μυίσκοι καὶ γυροὶ δελφῖνες ἀεὶ ναύτῃσιν ἑταῖροι φῶκαί τε κριοί τε καὶ αἰόλα κήτεα πόντου : ὧν
6077521 ἁλμυρας
ἀδέκαστος δικαστὴς ἐπήγαγε τιμωρίαν . οὗτοί εἰσιν οἱ ἐπὶ τῆς ἁλμυρᾶς φάραγγος ὁμαιχμίαν πρὸς ἀλλήλους θέμενοι . κοῖλον γὰρ καὶ
ὥστε ἀεὶ τὴν ἁρμόττουσαν τῷ πάθει παραλαμβάνειν . Ἱδρὼς τῆς ἁλμυρᾶς τε καὶ ἁλυκῆς ὀνομαζομένης μετέχει ποιότητος : πολλάκις δ
6075027 ἑζεσθην
ἦμαρ Ἀχαιῶν . αἳ μὲν Ἀχαιῶν κῆρες ἐπὶ χθονὶ πουλυβοτείρῃ ἑζέσθην , Τρώων δὲ πρὸς οὐρανὸν εὐρὺν ἄερθεν : αὐτὸς
κὰδ δ ' ἄρ ' Ἀθηναίη τε καὶ ἀργυρότοξος Ἀπόλλων ἑζέσθην ὄρνισιν ἐοικότες αἰγυπιοῖσι φηγῷ ἐφ ' ὑψηλῇ πατρὸς Διὸς
6065294 ταυροισιν
μεγίστῳ καὶ γενναιοτάτῳ σφῶν ἑπόμενοι , κατάπερ αἱ βόες τοῖσι ταύροισιν . Ἐπεὰν ὦν τῷ ἕρκεϊ πελάσωσι , τήν τε
μεγίστῳ καὶ γενναιοτάτῳ σφῶν ἑπόμενοι , κατάπερ αἱ βόες τοῖσι ταύροισιν . ἐπεὰν ὦν τῷ ἕρκει πελάσωσι , τήν τε
6058919 κυνεσσι
ξυνὰ δέ τ ' ἀνθρώποισι ποδωκέα πάντα γένεθλα ἵπποις ἠδὲ κύνεσσι διωκέμεν : ἄλλοτε δ ' αὖτε καὶ μούνοις ἵπποισι
καὶ πηλοῖσι μένει τετυπασμένα εἴκελα ταρσῷ . ἐχθρὸν ἔαρ δὲ κύνεσσι , φίλον δὲ πέλει φθινόπωρον : εἴαρι γὰρ βοτάνῃσιν
6053618 εὐπνοοι
τοῦ ἐπιπέδου ὀλίγας ἔχειν τὰς ἀπὸ τοῦ ἡλίου ἀντανακλάσεις , εὔπνοοι δὲ διὰ τὸ πανταχόθεν ἐξανεῷχθαι καὶ μηδὲν ἔχειν τὸ
ἀντίσπαστοι ἐπιδρομάδην παταγεῦσαι , ὑμᾶς νῦν λίτομαι , δροσοείμονες , εὔπνοοι αὔραις , πέμπειν καρποτρόφους ὄμβρους ἐπὶ μητέρα γαῖαν .
6039856 θαλασσιοι
γενομένους παλιναιρέτους . Τί λέγεις σύ ; μάντεις εἰσι γὰρ θαλάσσιοι ; Γαλεοί γε πάντων μάντεων σοφώτατοι . Λεπάσιν ,
ἁλὶ ἁρπάζοντες , καὶ οἱ τῆς θαλάσσης ἀετοί : ἀετοὶ θαλάσσιοι : οἱ τῆς θαλάσσης ἀετοὶ , οὐχ ὅτι ἡ
6037900 τυπτομεναι
: ἡ μεταφορὰ ἀπὸ τῶν ταύρων . κερωτυπούμεναι ] ἤγουν τυπτόμεναι παρ ' ἀλλήλων . ζάληι ] ταραχῆι σὺν ὄμβρωι
ποιεῖ τὸ πληθυντικόν , Ὁμήρω Ὅμηροι , Σαπφώ Σαπφοί . τυπτόμεναι : πᾶσα εὐθεῖα δυϊκῶν εἰς α λήγουσα προσθέσει τοῦ
6026419 ἁρμονιαι
καὶ τὸ ἐναντίον : τῶν δὲ τοιούτων ἑνωτικαί πως αἱ ἁρμονίαι , μεταξὺ δὲ ἀέρος καὶ πυρὸς πειθώ : κατ
ἑκατέρῳ τῶν στίχων : ἔπειτα πᾶσαι διαβεβήκασιν αἱ τῶν ὀνομάτων ἁρμονίαι διαβάσεις εὐμεγέθεις καὶ διεστήκασι πάνυ αἰσθητῶς , ἢ τῶν
6026177 ἱερακες
ζῶντος οὐδ ' ἀποκτίννυσιν ἔμψυχον οὐδὲν , ὡς ἀετοὶ καὶ ἱέρακες καὶ τὰ νυκτίνομα : χρῆται δὲ τοῖς ἄλλοις ἀποθανοῦσιν
προσήκειν τῷ θεῷ τῷ προειρημένῳ φασὶν ὀρθῶς : οἱ γὰρ ἱέρακες ὀρνίθων μόνοι ταῖς ἀκτῖσι τοῦ ἡλίου ῥᾳδίως καὶ ἀβασανίστως
6020045 Ἀγχι
γὰρ Ἰνδοὶ ἀνατολικοί . Ἔνθα καὶ ὁ Ἰνδὸς ποταμός . Ἄγχι δ ' Ἐρυθραῖόν τε καὶ Αἰθιόπιον . Ἴσως διὰ
καί ῥ ' ὃ μὲν ὡς μυκηθμὸν ἱεὶς πέλεν . Ἄγχι δ ' ἄρ ' αὐτοῦ ἀμφὶ σάκος πεπόνητο θεῶν
6016422 μακροισι
ἔρευθος ἦλθε , γυναικείων λευκῶν ὑγρῶν κατελθόντων ἐξαπίνης , ἐν μακροῖσι πυρετοῖσι τελευτῶσιν . Σπασμῷ , γυναικείων ἐν ἀρχῇσι φανέντων
δ ' ἄν ποτε πυρετὸς διαλίπῃ , ἀκίνδυνον . Ἐν μακροῖσι πυρετοῖσιν ἢ φύματα , ἢ ἐς ἄρθρα πόνοι ἐγγίνονται
6015400 πτυχες
βλαστός . πτυόφιν πτύου . ἔστι δὲ γεωργικὸν ἐργαλεῖον . πτύχες αἱ τῶν ὀρῶν κατακλίσεις , καὶ πολυπτύχου Ὀλύμποιο τοῦ
τελαμῶνα . πέντε δ ' ἄρ ' αὐτοῦ ἔσαν σάκεος πτύχες : αὐτὰρ ἐν αὐτῷ ποίει δαίδαλα πολλὰ ἰδυίῃσι πραπίδεσσιν
6011200 δολιχαι
σφυραινῶν . Σφύραιναι : ζαργάναι , οἱ ζαργάναι καλούμεναι . δολιχαί : μακραί . ῥαφίδες : βελονίδες , ἤγουν αἱ
ἀκροκώλια μικρῶν , ταύρου τ ' αὐξίκερω φλογίδες , αἱ δολιχαί τε κάπρου σχελίδες . νήστεις , κεστρέας , κεφάλους
6002369 ἀιδιοι
, ὃ καθαρῶς τοῖς ἀιδίοις ὑπάρχει καὶ τοῖς καθό εἰσιν ἀίδιοι καὶ τοῖς ἀκωλύτως τὸ ἀγαθὸν διώκουσιν ἢ ἔχουσιν .
. ἰστέον οὖν ὅτι αἱ μὲν ὑπὸ ἀκινήτων ἀρχῶν γινόμεναι ἀίδιοι ὑπάρχουσιν , αἱ δὲ ὑπὸ κινουμένων φθαρταὶ προσεχῶς :
6001058 τροφοι
, οἷα δή που [ καὶ ] φιλοῦσι καὶ αἱ τροφοὶ καὶ τῆθαι δρᾶν ποιῶν ὡς ἄνθρωπος ὁ ἐλέφας .
γενέσεως αἷμα . κατέχουσι δὲ τὸ ἄντρον ἱεραὶ μέλιτται , τροφοὶ τοῦ Διός . εἰς τοῦτο παρελθεῖν ἐθάρρησαν Λάιος καὶ
5999787 χιτωνες
, ὦ τέκνον , περιβέβληται χιτῶσιν . ὅταν οὗτοι οἱ χιτῶνες πυκνοὶ ὦσι καὶ παχεῖς , οὐκ ὀξυωπεῖ ὁ ὀφθαλμός
] ὕων [ σπαρναί τε χλαῖναι [ ] ες τε χιτῶνες [ [ βουκόλοι ] ἀγροιῶται ? [ [ ]
5993860 δονακων
λαοσσόων μναστῆρ ' ἀγώνων , λεπτοῦ διανισόμενον χαλκοῦ θαμὰ καὶ δονάκων , τοὶ παρὰ καλλίχορον ναίοισι πόλιν Χαρίτων Καφισίδος ἐν
λίμνης δ ' ἐπὶ μακρὸν ἀυτεῖ ῥεῦμα διὲκ μεγάλων ῥυομένης δονάκων . πόλλ ' ἔτλη παρὰ κῦμα μονόζωστος κιθαρίζων Ὀρφεύς
5993336 ποντιων
παρέχουσαι ποταμῶν τε πηγαί ] διὰ τούτων τὸ ὕδωρ καλεῖ ποντίων ] θαλασσίων ἀνήριθμον ] ἄπειρον γέλασμα ] διάχυμα ,
δῖος αἰθὴρ καὶ ταχύπτεροι πνοαί , ποταμῶν τε πηγαί , ποντίων τε κυμάτων ἀνήριθμον γέλασμα , παμμῆτόρ τε γῆ ,
5992598 χθαμαλαι
λοετρῶν ἀέναοι ταμίαι : παρὰ δὲ χλοάουσι ῥέεθροις ποῖαί τε χθαμαλαί , μαλακὴ κλίσις ὕπνον ἑλέσθαι εὔδιον ἐκ καμάτοιο ,
ηὐδάξαντο : εἶπον , ὠνόμασαν . Ἄλλαι : πέτραι . χθαμαλαί : βαθεῖαι . χαμηλαί : κοῖλαι , ταπειναί .
5990768 Ἡρωες
, τοὺς δ ' ἠὺ καὶ ἀγλαὸν ἔλλαβε χάρμα . Ἥρωες δ ' ἐμάχοντο καθ ' αἱματόεντα κυδοιμὸν ἔμπεδον ,
οὐχὶ ὁρατή : διὸ ἀφεγγής φησι . : κεκραμένη : Ἥρωες , βροτοὶ μὲν ὄντες , θεῶν δὲ τυγχάνοντες σύγγονοι
5990539 Πελειαδες
' οὗ τότε χοιράδες ἔσταν . Ἆμος δ ' ἀντέλλοντι Πελειάδες , ἐσχατιαὶ δέ ἄρνα νέον βόσκοντι , τετραμμένου εἴαρος
ἆθλον οὐρανοστεγῆ κλαίεσκον , ἔνθα νυκτέρων φαντασμάτων ἔχουσι μορφὰς ἄπτεροι Πελειάδες χλιδῶν τε πλόκαμος ὥστε παρθένοις ἁβραῖς : ὅθεν καλεῖν
5988076 προσημεναι
ὁμόφωνος . δύσπεμπτος ] οὐ γὰρ ἐξέρχεται τῶν οἴκων . προσήμεναι ] προσκαθήμεναι . τῶι πατοῦντι ] τῶι παραβαίνοντι τοὺς
κατὰ πρῶν ' ἅλιον ] αἱ κατὰ τὸν Ἑλλήσποντον . προσήμεναι ] ὑποτασσόμεναι . οἵα Λέσβοςαὗται ] ἐν τῷ Αἰγαίῳ
5982581 συγκαμνουσι
. . δάϊος ] πολεμικός . στρατὸς ] οἱ Κόλχοι συγκάμνουσι . . ὀξυπρῴροισι ] ὀξείας τὰς πρῴρας ἐχούσαις .
. ἔνοικοι ] ἐγκάτοικοι . . παρθένοι ] αἱ Ἀμαζόνες συγκάμνουσι . μάχαις ἄτρεστοι ] ἀκαταγώνιστοι . Σκύθης ὅμιλος ]
5980496 χαραδραι
, ὅν ῥ ' ἀπὸ πέτρης χειμερίου ποταμοῖο κάτω σύρουσι χαράδραι . αἰεὶ δ ' αὖ λιαροῖο γεγηθότες ἐξ ἀνέμοιο
τοῦ δ ' ὑπὸ ποσσὶν ἄγκεα κίνυτο μακρὰ βαθύρρωχμοί τε χαράδραι καὶ ποταμοὶ καὶ πάντες ἀπειρέσιοι πόδες Ἴδης . Καί
5980204 ἐχινοις
τρόφιμος υἱὸς πορφυρᾶς . * * * * λεπάσιν , ἐχίνοις , ἐσχάραις , βελόναις τε τοῖς κτεσίν τε .
. καὶ περιληφθείσης τῆς κρηπῖδος ὅμοιον γίνεται τοῖς θαλαττίοις περιγεγραμμένοις ἐχίνοις . ὁ δὲ Σίφνιος Δίφιλος ἱστορεῖ ὡς ἡ μαλάχη
5977756 ἀλλοκοτοι
καὶ ἐθισμοὶ φαῦλοι , καὶ ἀσκήσεις ἄδικοι , καὶ ἐπιθυμίαι ἀλλόκοτοι , καὶ τροφαὶ πονηροί , ἐνθυμητέον , ὅτι φύσεως
ἐξήλακται , ἤ τις δυσκρασία ᾖ , ἢ χυμοί τινες ἀλλόκοτοι ἐμπεπλεγμένοι τὰ τῆς τροφῆς λυμαίνονται ὄργανα , πολλά τε
5973216 πλοκαμοις
: προσπλέξωσι , περιπτύξωσι , περιπλέξωσιν . σπείραις : τοῖς πλοκάμοις , περὶ τοῖς ποσὶ διὰ τὸ κυκλοτερὲς , τοὺς
Ἰκμαλέοισι : διύγροις . θυσάνοισι : πτεροῖς , ἱματίοις , πλοκάμοις , κροσσοῖς . πάγη : ἐσουβλίσθη . Μεμαυῖα :
5972317 ζωναι
δὲ χρῶνται καὶ μαχαίραις καὶ θώραξι καὶ σαγάρεσι χαλκαῖς , ζῶναι δὲ αὐτοῖς εἰσι χρυσαῖ καὶ διαδήματα ἐν ταῖς μάχαις
ἐν τῷ Ἑρμῇ ταύτῃ διηκρίβωσεν εἰπών : Πέντε δέ οἱ ζῶναι περιηγέες ἐσπείρηνται : αἱ δύο μὲν γλαυκοῖο κελαινότεραι κυάνοιο
5971790 Μηνιγξ
Ἀλεξανδρείας πρὸς δύσεις ὥραις α ∠ ʹιε : ἡ δὲ Μῆνιγξ νῆσος ἔχει τὴν μεγίστην ἡμέραν ὡρῶν ιδ ιβʹ ,
. . . . . . λθ δʹ λα δʹ Μῆνιγξ . . . . . . . . .
5970411 ἡσσονες
πόδες , μέγεθος μὲν κατὰ κάμηλον ] πόδες μακροί , ἥσσονες δὲ οἱ ὀπίσθιοι καὶ ὑποκλάζειν ἄρα δοκοῦντες . ἀμέλει
πρὸς τὸν Ὀρέστην κατάδηλοι γεγόναμεν ἀσθενεῖς ὄντες οἱ Φρύγες : ἥσσονες Ἑλλάδος ἐγενόμεθ ' αἰχμᾶς : εἰκότως ὑπὸ τῶν Ἑλλήνων
5969229 τεμνομεναι
τῆς ΒΔ , αἱ δὲ ἀπὸ τοῦ Κ διαγόμεναι δίχα τεμνόμεναι φανοῦνται ὑπὸ τῆς ΑΓ , ὥσπερ ἡ ΛΞ ἀπεδείχθη
κατ ' ἀλήθειαν . αἱ γὰρ ἄμπελοι πλεῖστον ὑγρὸν χέουσι τεμνόμεναι καὶ κατὰ φύσιν δακρύουσι . διόπερ καὶ Εὐριπίδης ἕνα
5967657 Μεγαιρα
: Δουλεύτριαι τῶν Μοιρῶν εἰσὶν αἱ Ἐριννύεις , Τισιφόνη , Μέγαιρα , καὶ Ἀληκτώ : μνήμονας δὲ ταύτας εἴρηκε ,
εἰσι δαίμονες τιμωρητικαί , ὧν τὰ ὀνόματα * Τισιφόνη , Μέγαιρα καὶ Ἀληκτώ . καὶ κατὰ μὲν Ἡσίοδον καὶ λοιποὺς
5965326 Αἰνειαι
, τοξόται τοξοτῶν , πολῖται πολιτῶν , κοχλίαι κοχλιῶν , Αἰνεῖαι Αἰνειῶν , Ἀτρεῖδαι Ἀτρειδῶν , πλὴν τοῦ χλοῦναι χλούνων
εἰς ι λήγουσα προσθέσει τοῦ ς ποιεῖ τὴν δοτικήν , Αἰνεῖαι Αἰνείαις . τὰς Μούσας , τὰς μαίας , τὰς
5963162 παρεδροι
εἰσὶ δὲ οὗτοι τῶν Ἰδαίων Δακτύλων μοιρηγέται καὶ μητρὸς θεῶν πάρεδροι . Καλλίστρατος δὲ ἐν τῇ βʹ τῶν Καθ '
δὲ παρ ' ὑμῖν , ὅσῳ ἱεροί τέ ἐστε καὶ πάρεδροι τοῦ Πυθίου καὶ μόνον οὐ σύνοικοι καὶ ὁμωρόφιοι τοῦ
5947201 πλατειαι
αἳ φυλάττουσι τὸν πνεύμονα . ἢ οἷον πέλυροι , ὡς πλατεῖαι . Πίσυνος . πιστὸς πιστόσυνος , καὶ συγκοπῇ πίσυνος
θύννους μὲν καλεῖ τοὺς Ἕλληνας , τήγανα δέ εἰσιν αἱ πλατεῖαι πέτραι ἠλοκισμένων δὲ ηὐλακισμένων , διεφθαρμένων ὥστε δοκεῖν αὐτοὺς
5939593 ἀσκοι
τῶνδε χαλεπόν ; οὐδὲ ἕν . αὕτα φύσις ἀνθρώπων , ἀσκοὶ πεφυσαμένοι . ἀποθανεῖν ἢ τεθνάναι οὔ μοι διαφέρει .
, ὣς ὁ μέγ ' ἀσθμαίνων ἀμπαύεται , οὐδέ οἱ ἀσκοὶ μίμνειν ἱεμένῳ περ ἐπιτρωπῶσιν ἔνερθεν , αἶψα δ '
5930464 χωλαι
καὶ τὸ ὀδύρεσθαι : αἱ Λιταὶ καθ ' Ὅμηρον καὶ χωλαὶ καὶ ῥυσαὶ ὑπὸ βραδύτητος , τουτέστιν ὑπὸ μακρολογίας ,
Ἑλένης τῶν γάμων τὰ πεντάγαμβρα νυμφεῖα μερίσασθαι ἢ γυιαὶ αἱ χωλαὶ φύσει ἢ αἱ χωλοποιοῦσαι παρὰ τὸ γυίω τὸ βλάπτω
5928820 νεφελαων
γῆς γίνονται , καθ ' Ὅμηρον δὲ πατρὸς Διὸς ἐκ νεφελάων [ Β ] . ἀλλ ' ὁ μὲν Ἀ
ἀτερπέι γούνατα λιμῷ . ὣς δ ' ὁπότε κρυμοῖσιν ἀελλοπόδων νεφελάων ἠέρα παχνώσασα χιὼν ἐπάλυνεν ἀρούρας , τηκομένη δ '
5928247 Δελφινες
ἀνθρώπων πάθοις τι τῶν ἔξωθεν ὡς ὑπ ' οἰκείων . Δελφῖνες ἀεὶ διεφέροντο φαλλαίναις . τούτοις παρῆλθε καρκίνος μεσιτεύων ,
. καὶ τὸ μὲν ἰχθύσιν ἄλγος ὁμοίϊον ἠδὲ βόεσσι . Δελφῖνες δ ' ἀγέλῃσιν ἁλὸς μέγα κοιρανέουσιν , ἔξοχον ἠνορέῃ
5926353 κοιλωμασι
ὀρῶν λόφοι , προσαναβάσεις , ὑπεροχαί , καὶ αἱ τοῖς κοιλώμασι περικείμεναι ὀφρῦς . Συναγ . λέξ . χρησίμ .
ὀλίγον διαλείπουσιν οἱ ἁλιεῖς , καὶ ἐμβάντες καταλαμβάνουσιν ἐν τοῖς κοιλώμασι τῶν βημάτων καὶ τοῖς ἴχνεσι τοὺς ἰχθῦς τοὺς πλατεῖς
5924774 κοτυληδονες
, καὶ αἱ τοῦ πολύποδος ἐν ταῖς πλεκτάναις ἐπιφύσεις παραγώγως κοτυληδόνες . καὶ τὰ κύμβαλα δὲ παρ ' Αἰσχύλῳ κοτύλαι
ἐν μιᾷ τῶν πλεκτανῶν , ἐν ᾗ αἱ δύο μεγάλαι κοτυληδόνες εἰσίν . εἶναι δὲ τοῦτο νευρῶδες μέχρι εἰς μέσην
5923716 δυσφθαρτοι
ἀποδιωθοῦσι τὴν τροφὴν εἰς τὸ κύτος τῆς κοιλίας χρήσιμοι , δύσφθαρτοί τε ὄντες . τὰ γὰρ ὁμολογουμένως εὔπεπτα κατὰ τοὐναντίον
' ἕτεροι μᾶλλον ἂν τοῖς τὴν γαστέρα χολουμένοις λυσιτελήσαιεν , δύσφθαρτοί πως ὄντες , καὶ τῷ στύφειν τονοῦντες τὴν γαστέρα
5923410 βατε
τοὺς παρωχημένους τοῖς ἐνεστῶσι : βῆς βῆ βάτον βάτην βάμεν βάτε βάσαν καὶ συγκοπῇ βάν . . . . βάξις
τοὺς παρωχημένους τοῖς ἐνεστῶσι : βῆς βῆ βάτον βάτην βάμεν βάτε βάσαν καὶ συγκοπῇ βάν . . . . βάξις
5921205 δριμυτεραι
οὖν λιπαρώτεραι τῶν ἰσχάδων πέττειν μᾶλλον πεφύκασιν , αἱ δὲ δριμύτεραι ῥύπτειν τε καὶ διαφορεῖν . τὸ δ ' ἐπὶ
γεωμετρικαῖς γε . σημείωσαι ὅτι τῶν γεωμετρικῶν αἱ ἐρωτικαὶ ἀνάγκαι δριμύτεραι πρὸς τὸ πείθειν τὸν πολὺν λεών . σπαργῶσι .
5911687 περιπορευομενοι
εἰσίασίν τινες μύρων Βαβυλωνίων ἔχοντες ἀσκίδια καὶ πόρρωθεν ἐκ τούτων περιπορευόμενοι τοὺς μὲν στεφάνους τῶν κατακειμένων δροσίζουσι τοῖς μύροις ,
' εἰς μανίαν καὶ λήθην τῶν ἁπάντων ἔπιπτον , οἳ περιπορευόμενοι τὴν παρεμβολὴν ἐξεστῶτες τοῦ φρονεῖν ἔτυπτον τοὺς ἀπαντῶντας .
5904423 ἱδρυμεναι
φρεάτων κατεσκεύασται . εἰσὶ δ ' ἐνταῦθα τρεῖς σπεῖραι Ῥωμαίων ἱδρυμέναι φρουρᾶς χάριν . Μικρὸν δ ' ὑπὲρ τῆς Ἐλεφαντίνης
οὐδ ' αὐταὶ κατὰ τὰς πόλεις ἑκάστῳ τῶν γενῶν πολλαὶ ἱδρυμέναι , ἀλλ ' ἐν ἀριθμῷ τῶν ἄλλων ἐνεσπαρμέναι ταῖς
5899601 δοθιηνες
καὶ τοῦ ἀναγύρου τὰ φύλλα . Ἐκ παχέων χυμῶν οἱ δοθιῆνες γίνονται καθ ' ὅλον τὸ σῶμα συνιστάμενοι , διττοί
ἐντίθησι τοῖς ὑγροτέροις χαλαροῖς σώμασιν . Ἐκ παχέων μὲν χυμῶν δοθιῆνες γίνονται : διαφοροῦσι δ ' αὐτοὺς καὶ πέττουσι πυροὶ
5898691 κρηπιδες
πρὸς ὑμᾶς ἐσώθην ἀπὸ τοῦ ὄχλου καὶ τῶν ἁρμάτων . κρηπῖδες : πανταχοῦ κεκρηπιδωμένοι ἄνδρες : λέγει δὲ τοὺς ἐν
εἴδη βασιλίδες : ἐφόρει δὲ αὐτὰς ὁ βασιλεὺς Ἀθήνησιν . κρηπῖδες : τὸ μὲν φόρημα στρατιωτικόν , ἔνιοι δ '
5894211 πατουντες
εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς πάλιν . ὑπ ' ἀναδενδράδων ἁπαλὰς ἀσπαλάθους πατοῦντες ἐν λειμῶνι λωτοφόρῳ , κύπειρόν τε δροσώδη , κἀνθρύσκου
αὐτὸν ἀναφερομένους Μεταλλεῖς φησιν : ὑπ ' ἀναδενδράδων ἁπαλὰς ἀσπαλάθους πατοῦντες ἐν λειμῶνι λωτοφόρῳ κύπειρόν τε δροσώδη κἀνθρύσκου μαλακῶν τ
5892272 δυσχειμερου
τοῖς πολεμίοις , καὶ μάλιστα τῆς Ἴδης ὑπερκειμένης , ὄρους δυσχειμέρου , καὶ ῥεῖθρα ποταμῶν ἄπειρα πηγαζούσης . ἐκρήγνυται γὰρ
τερπικέραυνον : Ζεῦ ἄνα Δωδωναῖε Πελασγικὲ τηλόθι ναίων Δωδώνης μεδέων δυσχειμέρου , ἀμφὶ δὲ Σελλοὶ σοὶ ναίους ' ὑποφῆται ἀνιπτόποδες
5883682 πλοω
ἀρσενικὰ εἰς ε ἔχει τὴν κλητικήν . Δυϊκά . Τὼ πλόω τὼ πλώ , τοῖν πλόοιν τοῖν πλοῖν , ὦ
, τὼ ἀνθρώπω οἱ ἄνθρωποι : οὕτως οὖν καὶ τὼ πλόω οἱ πλόοι καὶ κατὰ κρᾶσιν οἱ πλοῖ . Δεῖ
5881656 καθεδραι
ἀστέων ] τοῦτο πρὸς τὸ ἔχοντι . ἐκλήθησαν αὐτοῖς αἱ καθέδραι , ἤτοι αἱ πόλεις . . Ἔνθα , ἤγουν
καὶ πλεονασμῷ τοῦ β , βαῦνος . Κληΐδες . αἱ καθέδραι παρὰ τὴν κλάσιν τῶν γονάτων . Κύμβαχον . τὸ
5880633 συστροφαι
τῶν χοίρων : εὑρίσκονται δὲ κατὰ τὰς σιαγόνας τῶν συῶν συστροφαὶ ἀδενώδεις , αἷς τισιν ἐοίκασιν αἱ χοιράδες : τινὲς
. Γίνονται δὲ καὶ αἱ καταιγίδες ἐν τοῖς τοιούτοις : συστροφαὶ γὰρ ἐνταῦθα καὶ ἀθροισμὸς πνεύματος . Ὥσθ ' ὅταν
5879961 μαινομεναι
. οἱ γὰρ γόοι τῶν βακχῶν μετὰ ἡδονῆς γίνονται : μαινόμεναι γὰρ οὐ λυποῦνται . καί φησιν ἡ Ἑκάβη :
: μανίᾳ ἔρωτος . μεμαυῖαι : προθυμούμεναι , ὁρμῶσαι , μαινόμεναι . ἐπαΐγδην : ὁρμητικῶς : ἀΐσσειν γὰρ τὸ ὁρμᾷν
5877653 ἐδυσαν
ὅτι τὸ πῦρ φεύγοντες διὰ τοῦ τοίχου παρὰ τὴν γῆν ἔδυσαν , ἐγένοντο μικροὶ δύο ὄρνιθες : καὶ ἔστιν ὁ
εἶμι γὰρ αὖθις ἐπ ' Ὠκεανοῖο ῥεέθρων . ” ἔδυντο ἔδυσαν . ἐδωδή βρῶσις . ἐδανῷ ἡδεῖ : “ ἀμβροσίῳ
5877060 σκωληκες
ἵνα τὸν διαμαρτάνοντα ἀπελέγξῃ τὸ χρῶμα . Γ ὥσπερ οἱ σκώληκες ἐν κυττάροις : ⌈ τουτέστιν Γ [ ἤγουν ]
γλεῦκος ἑψοῦσιν , ὥστε ἀπαναλωθῆναι αὐτοῦ τὸ τρίτον . Διαφθαρήσονται σκώληκες οἱ ταῖς ἀμπέλοις ἐνοχλοῦντες , ἢ ἐννοσσεύοντες τοῦ μέρους
5876501 ἐριθοι
λέγει . τὰ δὲ ἐν μέρει τούτων προείρηται . καὶ ἔριθοι δὲ καὶ τρυγήτριαι καὶ καλαμητρίδες καὶ ποάστριαι καὶ φρυγανίστριαι
, νεαρὲ κόρε νεβροχίτων Τὸν στυγνὸν Μελανίππου φόνον αἱ πατροφόνων ἔριθοι Χαῖρε ἄναξ Ἕκατε , ζαθέας μάκαρ ἥβας Πρόσθε μὲν
5875658 Νιγρητες
Μαρμαρίδαι προνενευκότες Αἰγύπτοιο , Γαίτουλοί τ ' ἐφύπερθε καὶ ἀγχίγυοι Νίγρητες . ἑξείης δ ' ἐπὶ τοῖς Φαυρούσιοι , ὧν
οἱ Γαιτοῦλοί εἰσι , καὶ πλησίον τῆς Γαιτούλων χώρας οἱ Νίγρητες κατοικοῦσιν . Ἑξῆς δὲ ἐπὶ τούτοις εἰσὶν οἱ Φαυρούσιοι
5874791 Κορυβαντες
δὲ καὶ συνάπτουσιν τοῖς ὀπίσω . χυτροπωλίοις καὶ λαχανοπωλίοις . Κορύβαντες : Ἔνιοι τοὺς Κούρητας καὶ Κορύβαντας τοὺς αὐτοὺς ὑπειλήφασιν
Διογενέτορες ἔναυλοι , ἔνθα τρικόρυθες ἄντροις βυρσότονον κύκλωμα τόδε μοι Κορύβαντες ηὗρον : βακχείαι δ ' ἅμα συντόνωι κέρασαν ἡδυβόαι
5873885 σκομβροι
θρυαλλίδ ' , ἢν δέῃ . μαινίδες . . . σκόμβροι , κοχλίαι , κορακῖνοι ἅλα δᾷδας ἐπιθυμήματα ἡμίπλεκτοι μετάκερας
ὅτι σοι πεπρωμένον ἐστίν . ὅτι ἐν Ἐλευσῖνι ψῆτται καὶ σκόμβροι πολλοί . βατίς . βάτραχος . βάτος βατίδος καὶ
5872248 ἀνεχουσι
πάλιν ὀρθοτονοῦνται , καθὸ συνδεθεῖσαι πρός τι πτωτικὸν τὸν λόγον ἀνέχουσι . . Φησὶ δέ που καὶ ὁ Ἅβρων οὐ
ἀντολίην ὁρόωσαι : μέσσαι δ ' ἔνθα καὶ ἔνθα δύω ἀνέχουσι κολῶναι , ἡ μὲν ὑπαινοτίη , τήν τε κλείουσι
5871302 Μηδικοϲ
περὶ μήκωνοϲ εἴρηται . Ὀπὸϲ ὅ τε Κυρηναϊκὸϲ καὶ ὁ Μηδικὸϲ καὶ ὁ Ϲυριακὸϲ καθ ' ὑπεροχὴν λέγονται θερμοί τε
ὡϲαύτωϲ , καὶ ὀπὸϲ μάλιϲτα μὲν ὁ Κυρηναικὸϲ ἢ ὁ Μηδικὸϲ ἢ ὁ Παρθικόϲ . καὶ κόκκοι δὲ πυρῶν ἐπιτιθέϲθωϲαν
5870972 κεχωρισμενους
τροφήν . τοῖς δ ' ἤθεσιν ἁπλοῦς εἶναι καὶ πολὺ κεχωρισμένους τῆς τῶν νῦν ἀνθρώπων ἀγχινοίας καὶ πονηρίας . τάς
ἔλεγον οἱ στρατευσάμενοι βαρβαρωτάτους διελθεῖν καὶ πλεῖστον τῶν Ἑλληνικῶν νόμων κεχωρισμένους . ἔν τε γὰρ ὄχλῳ ὄντες ἐποίουν ἅπερ ἂν
5869254 Ἀρκτευς
† ὁ πλησιάζων . Αἰγυπτίου ] τοῦ ἐν Αἰγύπτῳ . Ἀρκτεύς ] κύριον ὄνομα . Ἀδεύης ] ἐπίθετον . Φαρνοῦχος
παρακινοῦσι πρὸς τὴν Ἑλλάδα ἐποχουμένους πολλοῖς ἅρμασιν ὁ Μητραγαθὴς ὁ Ἀρκτεύς τε ἀγαθός , ἡγεμόνες δίοποι καὶ διέποντες καὶ οἰκονομοῦντες
5866582 σιδηραι
ἐκ μὲν θαλάσσης τὰ ἀντλητήρια οἷς ἀνακαθαίρουσι τοὺς λιμένας καὶ σιδηραῖ ἁρπάγαι : ἐκ γῆς δέ , ὅταν ὑποτάξωσι πρὸς
μέσαι δ ' ἐπ ' αὐταῖς αἱ καλούμεναι τίθενται ἐπιζυγίδες σιδηραῖ , περὶ ἃς ὁ τόνος καμ - φθεὶς τείνεται
5862422 σωληνες
λαῶν αἰπὺ δ ' ἄρ ' ἐκπτύουσι διὰ χθονὸς ὑδροχόοισι σωλῆνες τοῖσιν ἕδος μακαριστὸν ὅλης μέγας ἔκτισεν ἄκτωρ ὕψιστος καὶ
Τὰ κομψὰ μὲν δὴ ταῦτα νωγαλεύματα , κόγχαι τε καὶ σωλῆνες , αἵ τε καμπύλαι καρῖδες ἐξήλλοντο δελφίνων δίκην εἰς
5858441 λεγουσαι
μαλακοῖς , θελκτικοῖς , κολακευτικοῖς μύθοις ] λόγοις ὦ ] λέγουσαι δηλονότι μέγ ' ] μεγάλως εὔδαιμον ] μακαρία παρθενεύεις
ἐπὶ μὲν γὰρ τῆς ἀναγκαίας ὕλης αἱ μὲν καταφάσεις ἄμφω λέγουσαι εἶναι τὸ ἐξ ἀνάγκης ὑπάρχον ἀληθεῖς , αἱ δὲ
5853875 μελανουροι
καὶ ὁλκίμου ὕλης γόνιμοι , εὐτράπεζοι δέ . σαργοί , μελάνουροι , κάνθαροι εὐστόμαχοι , εὔχυλοι , εὐδιοίκητοι , τροφώδεις
: κιθάριος . ἀδρανέες : ἀσθενεῖς , οἱ λεπτοί . μελάνουροι : οἱ μοσχίται οἱ οὐροῦντες μέλαν , ἢ τὰ
5853252 πημασι
οἰκοῦσι . . μεγαλοστόνοισι ] τῶν μεγάλων δεομένοις στεναγμάτων . πήμασι ] δυστυχήμασι . . συγκάμνουσι ] συμπάσχουσι . .
στενάχουσα φίλης μιμνῄσκετο πάτρης . Αἰακίδης δὲ γέροντα Νεοπτόλεμος βασιλῆα πήμασι κεκμηῶτα παρ ' Ἑρκείῳ κτάνε βωμῷ οἶκτον ἀπωσάμενος πατρώιον
5852434 ἀγρωσσονται
: τοιούτοις , σθεναροῖς δηλονότι . βραχίοσι : δυνάμεσιν . ἀγρώσσονται : ἀγρεύονται . Ἄλλους : τῶν ἀνθιέων . βρώμῃσι
, φόβον δ ' ὀρφναῖον ἔχουσιν : ὄρφνῃ δ ' ἀγρώσσονται , ἀτυζόμεναι κατὰ βένθος . δίκτυα γὰρ μάλα κοῦφα
5850497 αἰτναιοι
, ὡς ἡ Αἴτνη μέγιστος ὤν : ἢ ὅτι οἱ αἰτναῖοι ἵπποι ταχεῖς καὶ διαβόητοι πρὸς δρόμον : ἢ ὅτι
ταχεῖς καὶ διαβόητοι πρὸς δρόμον : ἢ ὅτι μεγάλοι οἱ αἰτναῖοι κάνθαροι . ἀντὶ τοῦ “ κολακεύων , πραΰνων ”

Back