καὶ ἀκινδυνότατος ὁ καλούμενος κατ ' ἀποκοπήν . χρὴ δὲ σχηματίσαι τὸν κάμνοντα ὕπτιον , ἔπειτ ' ἀνατείνειν τὴν βάλανον
πλουτεῖ , καὶ ταὐτὸν ἐνθύμημα οἷόν τε μεταφράζοντα καὶ παραφράζοντα σχηματίσαι πολλαχῶς , ἄλλοτε ἄλλας ἐφαρμόζοντα λέξεις ; ὅπερ ἐπὶ
6647223 ἐνσημηνασθαι
εὖ φρονεῖ : εἰ βούλει πρός τινα μὴ ὀρθῶς εἰπόντα ἐνσημήνασθαι , ἀνεπαχθὴς ἔσῃ . οὐδὲ πάτταλον ἂν δοίης :
εἴποι δ ' ἄν τις καὶ ἀπογράψασθαι καὶ ἀντιγράψασθαι καὶ ἐνσημήνασθαι . ὀνόματα δὲ τῶν ἐκ δικαστηρίου καὶ τὸ μεσεγγυῆσαι
6623221 κωμικην
μὲν γὰρ αὐτῶν λυρικὴν κλῆσιν φέρει , ἄλλο τραγικήν , κωμικήν , μονῳδίαν καὶ σατυρικήν , καὶ διθύραμβον πάλιν :
Γ τὴν Πάρον φασίν , οἱ δὲ κατὰ παιδιὰν εἰρηκέναι κωμικήν . ἀπ ' ἰκρίων θεωροῦντες τοὺς δύο ὀβολοὺς παρεῖχον
6455476 κρουσιν
ἀκολουθησάντων ἐκείνῳ : ἐχρῶντο γὰρ αὐτῇ οὐ μόνον κατὰ τὴν κροῦσιν , ἀλλὰ καὶ κατὰ τὸ μέλος ἐν τοῖς Μητρῴοις
ἔπαινον ἐπὶ τὰς Νεφέλας τρέπων οὐκ οἴεται φορτικὸς εἶναι . κροῦσιν : ἀπάτην , δοκιμασίαν , παραλογισμόν . κατάληψιν :
6232111 μηνυοντα
, ἐν οἷς καὶ τόπων τινῶν ὀνόματα Σικελικὰ λεγόμενα , μηνύοντα τὴν πάλαι ποτὲ αὐτῶν ἐνοίκησιν . τούτους ἐκβαλόντες Ἀβοριγῖνες
τὸν θεόν , [ καὶ ] κατ ' ἰδίαν ἑκάστῳ μηνύοντα τὸ συμφέρον , ἐγρηγορότων δὲ ἀμελεῖν καὶ κοινῇ καὶ
6203006 ἐπιτριβειν
τὴν μύλην , περιάγειν περιφέρειν περιελαύνειν , ἀλεῖν τοὺς πυροὺς ἐπιτρίβειν , λεαίνειν , ἐρείκειν κατερείκειν : Ἀριστοφάνης γὰρ ἐν
ἢ ἄλλου τινός , εἶπε “ δικῶν ” διὰ τὸ ἐπιτρίβειν αὐτὸν τὰ πάντα δικάζοντα καὶ συκοφαντοῦντα . φαίνειν ὑπευθύνους
6192422 βρεχοντα
τῶν δὲ ξηρῶν βρέχοντα καὶ νοτίζοντα , τῶν δὲ ἁλμυρῶν βρέχοντα καὶ ἑψῶντα , τῶν δὲ πικρῶν καὶ δριμέων τοῖσι
τροφαῖς καὶ φαρμάκοις ὁμοίως χρῆσθαι μέχρι τετάρτης ἡμέρας , καὶ βρέχοντα κύκλῳ τὸν θώρακα , θέρους μὲν μηλίνῳ καὶ ῥοδίνῳ
6186352 καρδοπον
θήλειαν οὖσαν . τῷ τρόπῳ ; ἄρρενα καλῶ ' γὼ κάρδοπον ; μάλιστά γε , ὥσπερ γε καὶ Κλεώνυμον .
: ὅτι ἣν ἔδει σε καρδόπην εἰπεῖν , εἶπες ἀπαιδεύτως κάρδοπον . εὐηθικῶς : ἀπαιδεύτως . ' κάλεσας εὐηθικῶς ]
6164475 διαφορουϲι
τὰ φύλλα λεπτομερῆ τέ ἐϲτι καὶ ξηραίνουϲιν ἀδήκτωϲ ὄγκουϲ τε διαφοροῦϲι καὶ ῥύπτουϲιν ὑπάγουϲί τε γαϲτέρα , φυϲώδη δὲ μετρίωϲ
λεῖα ποιήϲαϲ ξηρῷ χρῶ . λούειν τε καὶ ϲμήχειν τοῖϲ διαφοροῦϲι καὶ τονοῦϲι τὴν κεφαλὴν καὶ γυμνάζειν τὰ κάτω μέρη
6131526 ΗΘΝ
ΚΗ . καὶ ἐπεὶ κῶνος , οὗ βάσις μὲν ὁ ΗΘΝ κύκλος , κορυφὴ δὲ τὸ Ζ σημεῖον , τέτμηται
αὐτοῦ τοῦ ἐκκέντρου κινήσεως εἰς τὰ ἑπόμενα μετεβιβάσθη τὴν ὑπὸ ΗΘΝ γωνίαν μείζονα οὖσαν τῆς ὑπὸ ΚΘΗ , φανερόν ,
6130453 ἱστορικην
αὐτὸς τῆς ἐντὸς θαλάττης περίπλουν ἐν τρισὶν ἤθροισε βιβλίοις , ἱστορικήν τινα καὶ γεωγραφικὴν ἐποιήσατο τὴν ἐπαγγελίαν . Ἐγὼ τοίνυν
εἶναι συμβέβηκε , τὴν μὲν περὶ κοσμοποιίας , τὴν δὲ ἱστορικήν , τὴν δὲ τρίτην νομοθετικήν . ἡ μὲν οὖν
6030086 ποικιλωτεραν
ὀφθαλμίας ἐνοχλουμένου ; ἀλλ ' οὐκ ἂν θαῤῥήσειαν προσενεγκεῖν τὴν ποικιλωτέραν τροφήν , εἰ δὲ τοῦτο δῆλον , ὡς οὐκ
– – ἀλλ ' ἐμοῦ σκοπῶν τοὐντός , δικαστά , ποικιλωτέραν με τῆσδ ' ὄψει . ἐγένετο καὶ Μάνδρωνι συκίνη
6015178 ἐπιστησον
κατ ' ἀξίαν [ ] ? προελήλυ - θας ; ἐπίστησον οὖν κατὰ τὸ γενναῖον [ καὶ ] λέγε μοι
ἢ κατ ' ἀξίαν | [ ] ? προελήλυθας ; ἐπίστησον οὖν κατὰ τὸ γενναῖον | [ καὶ ] λέγε
6013245 ἀιδειν
. ἀείδειν ] ἤγουν χαρμόσυνα μέλπει . μινύρεσθαι ] θρηνητικὰ ἄιδειν . ἀντίμολπον ] ἐναντίον πρὸς τὸν ὕπνον . ἐντέμνων
ἑκάστωι τῶν εἰρημένων τόνων στροφὴν ποιήσαντά φασι τὸν Σακάδαν διδάξαι ἄιδειν τὸν χορόν , Δωριστὶ μὲν τὴν πρώτην , Φρυγιστὶ
5999895 πτηνην
μεταφορᾶς ὄρνιθός τινος κίσσης οὕτω λεγομένης , ὡς γὰρ τὴν πτηνὴν κίσσαν ποικίλην εἶναι πτιλώσεως ἕνεκα καὶ φωνῆς , οὕτως
ἐπιμονὴ Ῥεβέκκα γίνεται . χωρὶς δὲ ἱκετείας καὶ δεήσεως τὴν πτηνὴν καὶ μετάρσιον ἀρετὴν Σεπφώραν Μωυσῆς λαβὼν εὑρίσκει κύουσαν ἐξ
5983513 ψητταν
κυνόγλωσσοί τ ' , ἐνῆν δὲ σκιαθίδες . Ἀττικοὶ δὲ ψῆτταν αὐτὴν καλοῦσιν . ΓΟΓΓΡΟΙ . τούτους Ἱκέσιος σκληροτέρους τῶν
. . περὶ Χαλκίδα κεδνήν . Ῥωμαῖοι δὲ καλοῦσι τὴν ψῆτταν ῥόμβον , καί ἐστι τὸ ὄνομα Ἑλληνικόν . Ναυσικράτης
5970883 συνθεατριαν
τὴν χυτρίαν , τὴν καλὴν ἣν ἐφερόμην ἵν ' ἔχοιμι συνθεάτριαν : εἴρηται γὰρ νῦν ἐπὶ ἐκπώματος , ὥσπερ καὶ
καὶ Ληναϊκόν , καὶ τὸ πλῆθος θεατάς . Ἀριστοφάνης δὲ συνθεάτριαν εἴρηκεν , ὥστ ' οὐ θεατὴν μόνον εἴποις ἂν
5964520 μαρτυρουσαν
δύναμις ἐπαινουμένη : ἀνδραγαθία δὲ καὶ τὴν ψυχικὴν ἀρετὴν ἔχει μαρτυροῦσαν . ἅμα καὶ ὁμοῦ διαφέρει : ἅμα μὲν γάρ
, μαρτυροῦσαν μὲν ἔχω Χαλκίδα τὴν δεξαμένην πληγὰς πεπραμένας , μαρτυροῦσαν δὲ τὴν Ἀπα - μέων τὴν ἄνδρας μὲν ἀρίστους
5957310 ἀδολεσχιαν
τὸ ἀληθές . τὴν γὰρ ἐν κανόσι λογικὴν γυμνασίαν καὶ ἀδολεσχίαν ἐκάλεσεν : γυμνασίαν μὲν ὡς προευτρεπίζουσαν ἡμᾶς εἰς τὰ
συλλογισμῶν : διὸ συνεχῶς αὐτοῖς χρώμενος ἐν τῇ λογικῇ οἷον ἀδολεσχίαν τινὰ ποιεῖ ἑκάστοτε τὰ αὐτὰ λέγων . ταῦτα καὶ
5954890 κιθαριστας
οἰκήσειν τὴν πόλιν ; καίτοι εἴ τις συναγαγὼν τούς τε κιθαριστὰς καὶ τοὺς παιδοτρίβας καὶ τοὺς γραμματιστὰς τοὺς ἄριστα ἐπισταμένους
Πύθια ἐκάλεσαν . προσέθεσαν δὲ τοῖς κιθαρῳδοῖς αὐλητάς τε καὶ κιθαριστὰς χωρὶς ᾠδῆς , ἀποδώσοντάς τι μέλος ὃ καλεῖται νόμος
5927767 Θεσπικην
τὸ ἀποσήθειν καὶ ἀποδύειν τοὺς συνόντας αὐτῇ , τὴν δὲ Θεσπικήν . ἐπλούτει δὲ σφόδρα ἡ Φρύνη καὶ ὑπισχνεῖτο τειχιεῖν
τὸ ἀποσήθειν καὶ ἀποδύειν τοὺς συνόντας αὐτῇ , τὴν δὲ Θεσπικήν . ἐπλούτει δὲ σφόδρα ἡ Φρύνη καὶ ὑπισχνεῖτο τειχιεῖν
5926083 Λυδιστι
ταῖς εὐφημίαις αὔξειν καὶ ἀγάλλειν . εὐρυθμίαις δὲ Λυδίαις , Λυδιστὶ ἡρμοσμέναις . αἰτήσων πόλιν εὐανορίαις : αἰτήσω δὲ σέ
Ταμίαι ] Ἤγουν χορηγοὶ καὶ ἐπίτροποι . Λυδίῳ ] Ἤγουν Λυδιστὶ ἡρμοσμένῃ . Τρόπῳ ] Μελῳδίᾳ . Τὸ προοίμιον προσφωνητικόν
5924793 διαπορειν
νοήσεως . πρός γε μὴν τὸν μαθηματικὸν οἰκειότερον ἦν ταῦτα διαπορεῖν : εἴτε γὰρ πεπερασμένος ὁ ἀριθμός , στήσεται αὐτοῦ
, ὥστε μὴ τοὺς πρώτους ἐντυγχάνοντας τῶν τοιούτων ὀνομάτων ἀκούοντας διαπορεῖν ὡς εἰκὸς πρὸς τὰ ἐξ αὐτῶν δηλούμενα . Στρατηγὸς
5922871 κατασχισαντες
δὲ ἅπαξ παρῆλθόν τινες ἐντὸς τοῦ τείχους τῶν Μακεδόνων , κατασχίσαντες ἄλλας καὶ ἄλλας πύλας , ὅσαις ἕκαστοι ἐπετύγχανον ,
ποιήσαντες ἔχουσαν εἰς τὸ μέσον συρροὴν καὶ ταύτην ἐδαφίσωσι , κατασχίσαντες τοὺς κορμοὺς συντιθέασι παραπλησίαν σύνθεσιν τῆς τῶν ἀνθρακευόντων ,
5921084 μειρακα
εἴρηκε . εἴρηκε δὲ καὶ σύμποδα καὶ συνθήκην μεσέγγυον τὴν μείρακα καταθέσθαι Ἀριστοφάνης λέγει . ὅτῳ δὲ τὰ σκεύη ἐκομίζετο
ἐκ μὲν παιδὸς εἰς ἔφηβον , ἐκ δὲ ἐφήβου εἰς μείρακα καὶ ἐπὶ τῶν ἑξῆς ἡλικιῶν : λέγει δὲ περὶ
5907650 ἀφελη
. τὰ μὲν οὖν ἐς ἄνεσιν ἄγοντα καὶ φαιδρότητα τὸν ἀφελῆ τε καὶ ἡδὺν λόγον ἐγέννησε : τὰ δὲ τὸ
ἐκ τοῦ σπανιώτερά τε εἶναι καὶ ἔνδοξα , τὰ δὲ ἀφελῆ νοήματα ἁπλᾶ , ἐπίκοινα , ἄδοξα , καὶ ταῦτα
5907184 ὀψωνιαν
θ ' ἅμ ' αὐτοῖς πίσινον . ἐγὼ περὶ τὴν ὀψωνίαν μὲν οὐ πάνυ ἐσπούδακ ' , οὐδ ' αὖ
τὸ μὴ χρῆσθαι . ” πρὸς τὸν ὀνειδίσαντα αὐτῷ πολυτελῆ ὀψωνίαν , “ σὺ δ ' οὐκ ἄν , ”
5906724 Ὑπεσχετο
γὰρ ἂν προτίθηται διδάσκειν ὁ φιλόσοφος , ἐπιστημονικῶς παραδίδωσιν . Ὑπέσχετο ὁ Πορφύριος καὶ σύντομον ποιῆσαι τὴν διδασκαλίαν καὶ τὴν
ἀνίεται : ἔστι γὰρ ἄλλο ἄλλου λευκότερον καὶ μελανώτερον . Ὑπέσχετο ὁ Πορφύριος περὶ τῶν προκειμένων διδάσκειν λογικώτερον : βούλεται
5896547 πυκνωσαι
τὸν σῖτον ἀντὶ κοπρίου τέταχεν . στενυγρῶσαι : ἀποστεγνῶσαι καὶ πυκνῶσαι τόπον τινά , ἐν ᾧ ἡ ὑγρασία ἐστί .
τρίτη μοῖρα τῶν λουτρῶν ψῦξαι μὲν τὸ σύμπαν σῶμα καὶ πυκνῶσαι τὸ δέρμα καὶ ῥῶσαι τὰς δυνάμεις : τὸ δὲ
5886572 προευρεθεισαις
δʹ , ἅπερ εἰσὶν μοῖραι δʹ , ταύτας προστίθημι ταῖς προευρεθείσαις τοῦ ἡλιακοῦ γνώμονος μοίραις ιδʹ . ἄρα οὖν ὁ
ἐν Παρθένῳ παρά - κειται Καρκίνος , ἐν Καρκίνῳ ταῖς προευρεθείσαις κʹ παράκειται Παρθένος : ταύτην ἐν Διδύμοις εὗρον περὶ
5879875 καυστεον
ὑπάρχει , ὁ δὲ τῶν χρυσοχόων ἀναλογεῖ τῷ ξυστῷ . καυστέον δ ' ὃν ἂν θέλῃς ἰὸν οὕτως : θλάσας
γένει , σχιστόν τε καὶ εὐθείας τὰς διαφύσεις ἔχον . καυστέον δ ' αὐτοὺς εἰς ὀστράκινον ἀγγεῖον ἐμβαλόντας καὶ ἐπιμελῶς
5876565 συνερουντας
' ἐμὲ τὸν λέγοντα εἶναι Ἀπολλόδωρον μήτε τοὺς ἀπολογησομένους καὶ συνεροῦντας πολίτας , ἀλλὰ τοὺς νόμους καὶ Νέαιραν ταυτηνὶ περὶ
τοῦ δήμου χειροτονηθέντα πλεῖν ἢ ἅπαξ συνδικῆσαι . τοὺς δὴ συνεροῦντας νόμῳ καὶ διδάξοντας ὑμᾶς ὡς ἐπιτήδειός ἐστιν , αὐτοὺς
5876418 τυχἀγαθῃ
ἔγχεον . λαβὲ τῆς Ὑγιείας δὴ σύ . φέρε , τύχἀγαθῇ . τύχη τὰ θνητῶν πράγμαθ ' , ἡ πρόνοια
ἔγχεον . λαβὲ τῆς ὑγιείας δὴ σύ . φέρε , τύχἀγαθῇ . τύχη τὰ θνητῶν πράγμαθ ' , ἡ πρόνοια
5873979 αὐτοπροσωπως
αὐτὸ μισεῖς : βαρὺς γὰρ ἂν εἶχεν ὁ λόγος εἰ αὐτοπροσώπως πρὸς αὐτὸν ἐτείνετο . πύργος ἀποστέγει ] ἤγουν ἀπὸ
ἔσται φανερώτερον : οἷον ὀνομαστὶ κωμῳδεῖν ὁ νόμος ἐκώλυσεν . αὐτοπροσώπως εἰσάγων τις τοὺς κωμῳδουμένους ὑπάγεται τῷ νόμῳ , ὡς
5871208 ἀπορρυψαι
ἱκανῶς ἐστιν , ἵνα χρὴ λεπτῦναί τε καὶ διακαθῆραι καὶ ἀπορρύψαι καὶ ἐκφράξαι : πικρὰ γὰρ ἰσχυρῶς ὑπάρχει . Γίγαρτα
διαφθοράν , πάντωϲ γίνωϲκε τὰ βοηθήματα κεφάλαιον ἔχοντα τῆϲ ἰάϲεωϲ ἀπορρύψαι τῆϲ γαϲτρὸϲ τὸ φλέγμα . ἐγὼ γοῦν οἶδά ποτε
5861336 ἐπισκωπτειν
τὰ τοιαῦτα προσαγορεύουσα . καὶ μίαν ταύτην προαίρεσιν ἐπεποίητο ἐκείνους ἐπισκώπτειν καὶ τὴν Διονυσιακὴν ἐλευθερίαν καταχεῖν αὐτῶν , ἄρτι μὲν
ἐπὶ τῇ κενοσπουδίᾳ τοῦ ἀνθρώπου εἰσήρχετο , καὶ ὅτε βουληθεῖεν ἐπισκώπτειν αὐτὸν Βροῦτον ἐπεκάλουν . οὗτος ὁ ἀνὴρ τὸν ἡγεμόνα
5860852 ἐπωιδας
] λέγω . ἀγκαλέσαιτ ' ] ἀνακαλέσαιτο . ἐπαείδων ] ἐπωιδὰς λέγων . ἤγουν τὸν ὀρθῶς τὰ περὶ τούτων ἐπιστάμενον
τούτου ἐργασίας , ὧν θάτερον τὸν Χουσὼρ λόγους ἀσκῆσαι καὶ ἐπωιδὰς καὶ μαντείας . εἶναι δὲ τοῦτον τὸν Ἥφαιστον ,
5856552 παρῃτησθαι
ὦσι συντηρεῖν , ἵνα μὴ δοκοίημεν πονηροῖς κεχρῆσθαι ἢ χρηστοὺς παρῃτῆσθαι . Οὗτος τὴν ἀρχὴν μὲν παρῃτεῖτο τὰ Ἀκαδημαϊκά ,
ἄλλοι δὲ ἦσαν οἵ φασι μὴ κοινῶς αὐτὸν τὴν λογικὴν παρῃτῆσθαι , μόνην δὲ τὴν τῶν Στωικῶν , ὥστε δυνάμει
5855606 ναβλαν
τῶν ἁμαξῶν ἔδει παρεῖναι , Παρμένων , αὐλητρίδ ' ἢ νάβλαν τιν ' . ὁ δὲ νάβλας τί ἐστιν .
σύ ; μὰ Δία . τί φής ; οὐκ οἶσθα νάβλαν ; οὐδὲν οὖν οἶσθ ' ἀγαθόν . οὐδὲ σαμβυκίστριαν
5852852 ὑπολειπομενην
, αὐτῷ τέ τινι ἐς τὸ μέλλον ταύτην ἐλπίδα ἀγαθὴν ὑπολειπομένην , μή ποτε ἂν παραπλήσιόν τι ἁμαρτεῖν , εἰ
γὰρ ἡ πίττα τούτου συμβάντος . ὑφάπτουσι δὲ κατὰ τὴν ὑπολειπομένην δίοδον : εἶτα δὲ καὶ ταῦτα ἐπιφράξαντες τῇ ὕλῃ
5849008 τετιμηκεναι
ἐψηφίζετ ' ἄν , προσέσται δὲ αὐτῷ τὸ καὶ φίλον τετιμηκέναι δοκεῖν . Ἀλλ ' ὅ τε νησιώτης εὖ ποιῶν
μετὰ λόγων τε καὶ φιλοσοφίας ἠμεληκέναι καὶ πρεσβυτέρως γυμναστικὴν μουσικῆς τετιμηκέναι . Παντάπασιν , ἔφη , λέγεις μεμειγμένην πολιτείαν ἐκ
5838488 ἐπετηδευσε
' ἀσθένειαν ἀπαγγελτικὴν τοῦτο ἐποίει , ἀλλὰ φύσει ὢν σαφὴς ἐπετήδευσε τὴν ἀσάφειαν . ἐπιτηδεύει δὲ αὐτὴν διὰ τρεῖς αἰτίας
χάριν . οὕτω καὶ ὁ Ἀπόλλων τὸ λοξὸν τῶν μαντευμάτων ἐπετήδευσε : πείρας γὰρ χάριν τῷ Κροίσῳ δέδωκεν ἀσαφῆ χρησμὸν
5836823 πανσπερμιας
: Θεόπομπος τοὺς διασωθέντας ἐκ τοῦ κατακλυσμοῦ ἑψῆσαί φησι χύτραν πανσπερμίας , ὅθεν οὕτω κληθῆναι τὴν ἑορτήν , “ καὶ
ἄρτον ἐξηρτημένους θηρίων ἐν ἑαυτῷ πλέονας τύπους ἔχοντα καὶ πήραν πανσπερμίας ἀνάπλεων καὶ οἶνον ἐν αἰγείῳ ἀσκῷ , σπονδὴν νέμοντας
5829412 διαϲτηϲαντα
ϲπώμενα καὶ περιϲτρεφόμενα μόρια λιπαίνειν τε καὶ ἀπευθύνειν , εἶτα διαϲτήϲαντα τὸ ϲτόμα καθιέναι πτερὸν κεχριϲμένον ἐλαίῳ μάλιϲτα κυπρίνῳ ἢ
διδόναι τῆϲ διὰ κολοκυνθίδοϲ ἀντιδότου ὀβολοὺϲ θ ἐν μελικράτῳ καὶ διαϲτήϲαντα ἡμέραϲ πάλιν διδόναι τῆϲ ἀντιδότου γ : εἶτα πταρμικοῖϲ
5827533 καρδοπην
λέγει ὁ Στρεψιάδης πρὸς τὸν δανειστήν . εἶτα ἀπέρχεται λαβεῖν καρδόπην δεῖξαι τῷ δανειστῇ καὶ ἐρωτῆσαι αὐτόν , πῶς ταύτην
μωρῶς λίαν , ἰδιωτικῶς . τὴν κάρδοπον ] ἤγουν τὴν καρδόπην κάρδοπον . ἔα ] φεῦ , θαυμαστικόν . ἦ
5823437 προϲτιθειϲ
, ᾠοῦ τῷ λευκῷ ἀναλάμβανε καὶ χρῶ δι ' ἐλλυχνιωτοῦ προϲτιθεὶϲ ἔξωθεν τῷ χρίϲματι λαγωοῦ τρίχαϲ , ἢ τὴν καλουμένην
ϲταφίδοϲ ἀγρίαϲ πυρέθρου νίτρου Ἀλεξανδρίνου ἶϲα πάντα . τελευταῖον δὲ προϲτιθεὶϲ γεντιανῆϲ καὶ ἀριϲτολοχίαϲ μικρᾶϲ κενταυρίου μικροῦ ϲυκίου ἀγρίου ῥίζηϲ
5822489 Σκηνας
κύλικας ἢ προχοίδια εἶναι δοκούσας , καὶ τὴν ἐν Ἀριστοφάνους Σκηνὰς καταλαμβανούσαις λήκυθον τὴν ἑπτακότυλον , τὴν χυτρίαν , τὴν
Δημιοπράτοις ἀναγέγραπται , κόσκινον κριθοποιόν . ὁ δὲ Ἀριστοφάνης ἐν Σκηνὰς καταλαμβανούσαις ἔφη ὥσπερ κόσκινον αἰρόπινον τέτρηται . Λύχνοιδ '
5822433 ὑποτρηχυν
Ἀρχέστρατός φησιν : εἶτα λαβεῖν ψῆτταν μεγάλην τήν θ ' ὑπότρηχυν βούγλωσσον . τῶν δὲ βουγλώσσων διαλλάττοντές εἰσιν οἱ κυνόγλωσσοι
δ ' ἀκόλαστος . εἶτα λαβεῖν ψῆτταν μεγάλην καὶ τὴν ὑπότρηχυν βούγλωσσον , ταύτην δὲ θέρευς περὶ Χαλκίδα κεδνήν .
5820421 κἀτ
χλαμύδα σου . παῖδες , γέροντες , μειράκια , παλλάκια κἆτ ' ἐν κλίναις ἐλεφαντόποσιν καὶ στρώμασι πορφυροβάπτοις κἀν φοινικίσι
ἄμυλος πλαθανίτας . σασαμοτυροπαγῆ δὲ καὶ ζεσελαιοπαγῆ πλατύνετο σασαμόπαστα πέμματα κἆτ ' ἐρεβινθοκνακοσυμμιγεῖς . . . . ἁπαλαῖς θάλλοντες ὥραις
5814782 μαιαν
θεός . περικεφαλαίαν εἶχεν ὥστε δοκεῖν κύειν . ὡς τὴν μαῖαν : Ἀντὶ τοῦ ὡς πρός . ἄρρεν παιδίον :
βεβακχιωμένην βροτοῖσι κλεινὴν Νῦσαν , ἣν ὁ βούκερως Ἴακχος αὑτῷ μαῖαν ἡδίστην νέμει , ὅπου τίς ὄρνις οὐχὶ κλαγγάνει ;
5814263 ἀπομνημονευειν
διὰ τὸ μέγεθος τῆς ἀρετῆς , ἄλλως τε καὶ τὸ ἀπομνημονεύειν καὶ τῶν παρεληλυθότων ποιεῖσθαι λόγον , καὶ ταῦτα καὶ
ἐπὶ τῶν νέων . μὴ τὰς φωνὰς καὶ τὰς λέξεις ἀπομνημονεύειν , ἀλλὰ περὶ τὴν διάθεσιν τῆς χρείας τὸν νοῦν
5813562 στρωτηρος
καὶ ἔπειτα ὑπερενεγκεῖν τὴν χεῖρα σὺν τῷ ξύλῳ ὑπὲρ τοῦ στρωτῆρος , ὡς ἡ μὲν χεὶρ ἐπὶ θάτερα ἔῃ ,
τὸ στῆθος τοῦ ἀνθρώπου ἱμάτιον ἐπικαθίσαι ἐπὶ τὸ προέχον τοῦ στρωτῆρος , εἶτα προσβάλλειν τὸ στῆθος πρὸς τὸν στύλον πλατέῃ
5807105 λιτην
τινὰ λέξιν ἐπετήδευσαν , οὐκ ἔχω συμβαλεῖν , πότερα τὴν λιτὴν καὶ ἀκόσμητον καὶ μηδὲν ἔχουσαν περιττόν , ἀλλ '
ἀθορύβως ἐξῇ προκόπτειν τοῖς καλοῖς . ἀνεπίφθονον δὲ ζωὴν ἐπιτηδεύσωμεν λιτὴν καὶ ἄρρυπον δίαιταν ἔχοντες καὶ τὸν τῆς ἀπειροκαλίας τῦφον
5805778 προαγε
ἡ φύσις ; Λάχης . ἐγὼ δὲ πρὸς σέ . πρόαγε . ποῖ ; ὅποι μ ' ἐρωτᾶς ; ὡς
ψυχὰς αὐτῶν θεάμασί τε καὶ ἀκούσμασι παντοδαποῖς , καὶ οὕτω πρόαγε διατρίβων καὶ λέγων , ὅτι καὶ τὸ ψήφισμα ἐγέγραπτο
5801272 κιθαρισιν
φασὶ δὲ τὸν Στρατόνικον τοῦτον , πολυχορδίαν εἰς τὴν ψιλὴν κιθάρισιν πρῶτον εἰσενεγκεῖν καὶ διάγραμμα συστήσασθαι , εἶναι δὲ καὶ
ἔχον ἀστείαν καὶ τὸν ἦχον προσβάλλον ἁδρότερον , ψιλὴν δὲ κιθάρισιν πρῶτος Ἀριστόνικος ὁ Ἀργεῖος εἰσήγαγεν , μετέστησεν δὲ ταύτην
5784326 στησομεθα
, οὐ πολύ τι διαφέρει . Τούτους οὖν μᾶλλον φύλακας στησόμεθα ἢ τοὺς ἐγνωκότας μὲν ἕκαστον τὸ ὄν , ἐμπειρίᾳ
μέτρον ; τίς τῆς ἐξ ἡδονῶν εὐδαιμονίας ὅρος ; ποῖ στησόμεθα ; τίνι δῶμεν τὰ νικητήρια φέροντες ; Τίς ὁ
5781839 μιμον
' Ἀχαιῶν ὁ πεδοστιβὴς σφαγεὺς οὐτάσει ἐν κλισίαις , τετράπουν μῖμον ἔχων ἐπὶ γαίας θηρός ; ἕλοι Μενέλαν , κτανὼν
καίτοι τῷ καταλόγῳ τῶν γνωρισμάτων , ἐξ ὧν ἔφαμεν χρῆναι μῖμον εὐδοκιμεῖν , καὶ τὸ φωνασκεῖν συνηρίθμηται , ὥστε δεῖν
5778662 πενθεις
κέκλεισται ; οὐκ ἔξεστιν ἀποθανεῖν ; ἔξεστιν . τί οὖν πενθεῖς ; οὐᾶ , βασιλεὺς καὶ τὸ τοῦ Διὸς σκῆπτρον
θαυμάσω σε ἐπὶ τῷ πενθεῖν τὰς τύχας : δικαίως γὰρ πενθεῖς : τῶν τελευταίων τόπων . ἡ δὲ εὐθεῖα τούτου
5777056 σκυρον
οὕτως , ἐπειδὴ οἱ παίζοντες ἐπὶ λατύπης ἑστῶτες , ἣν σκῦρον προσαγορεύουσιν , βολῇ σφαίρας ἀλλήλους ἐκδιώκουσιν . φαινίνδα δέ
σκυρωθῶσι : σκληρυνθῶσιν καὶ οἷον σκιρωθῶσιν . ἐπειδὴ τὸν σκῖρον σκῦρον ὀνομάζει , ὅτε φησί : καὶ ἢν σκυρωθέωσι ,
5770640 χασκειν
δεῖ δὲ ἑπόμενον τούτοισι ξυμβάλλειν τὰς γνάθους , καὶ μὴ χάσκειν . Ἐμβολὴ μὲν οὖν αὕτη , καὶ οὐκ ἂν
τῷ πάσχοντι συναγαγεῖν τὸ στόμα . πρότερον μὲν γὰρ αὐτὸν χάσκειν δεῖ χαλαρὰν παρέχοντα τὴν γένυν , ὅπερ ἐστὶ μηδένα
5767949 εὐχυμους
λοιπὸν ὡς τὰ λοιπὰ ἕλκη θεραπεύειν . Τροφὰς δὲ δοτέον εὐχύμους καὶ δυσδιαφορήτους , γάλα μετ ' ἀμύλου , χόνδρον
ἢ ἄλικι τακερωθέντας , πτηνῶν τὰ πλεῖστα , ἰχθύων τοὺς εὐχύμους . ἀπυρέτων δὲ οὐσῶν καὶ οἶνον γλυκὺν παλαιὸν διδόναι
5766911 Χυτραν
τοῖς νεκροῖς ἐπιφερόμενα : ἐκόμιζον γὰρ εἰς τάφους λουτρά . Χύτραν ποικίλλειν : ἐπὶ τῶν ἀδυνάτων . Χυτρεοῦς : ἤτοι
κατεφίλουν ἐν Ὀλυμπίᾳ . Ὕπερον κοσμεῖς : ὅμοιον τῷ , Χύτραν ποικίλλεις . Ὑπέρου περιστροφή : ἐπὶ τῶν τὰ αὐτὰ
5764183 σαρουν
ῥάκιον καὶ ῥάκος : ἄμφω λέγουσιν . σαίρειν : οὐ σαροῦν : μᾶλλον δὲ κορεῖν λέγουσιν : καὶ ἀκόρητον ,
Πενέσταις καὶ παρὰ Κρησὶ Κλαρώταις . καλλύνειν : κοσμεῖν καὶ σαροῦν . κάμπιος δρόμος : δρόμοι τινὲς ἦσαν κάμπιοι οὐκ
5761871 λανθανοντας
δεῖ τάσσεσθαι τὴν πρόμαχον παράταξιν , ὅταν ἔχῃ τοὺς ὑπερκεραστὰς λανθάνοντας μέχρι τοῦ καιροῦ τῆς συμβολῆς ; Ὄψις Πλαγιοφύλακες Μέρος
ναύλοχον : ὁ δὲ ναῦς προσέταξεν ἐν τοῖς ἀγκῶσι ναυλοχεῖν λανθάνοντας , ἐπειδὰν δὲ αἴσθωνται ζευγνύειν αὐτὸν τὴν γέφυραν ,
5755787 ἀλλαξαι
τῶν ῥυπουμένων ἱματίων καὶ ἐκστρεφομένων . ἐκστρέψαι δὲ ἱμάτιον τὸ ἀλλάξαι τὸ πρὸς τὸ ἔσω μέρος ἔξω . ἄλλαξον οὖν
φρονοῦντος καὶ τὰ πρὸς ἡδονὴν ἀκούειν παρὰ πάντων ἐθισθέντος . ἀλλάξαι μέν γε τὸ φρόνημα καὶ ταπεινὸν ἐμαυτὸν ποιῆσαι βουλόμενος
5754833 ἐναντιωϲ
καὶ παλαιόν . Τοὺϲ δὲ ἐπὶ λεπτοῖϲ χυμοῖϲ ϲυγκοπτομένουϲ θεραπευτέον ἐναντίωϲ τοῖϲ εἰρημένοιϲ : καὶ γὰρ τὰ διαγνωϲτικὰ ϲημεῖα τούτοιϲ
τῶν ὁκόϲα ἐπόθεε καὶ προϲεδόκεε . πάντα ἐϲ ἐγρήγορϲιν , ἐναντίωϲ τοῖϲι φρενιτικοῖϲι . ἀμφὶ δὲ [ καὶ ] κενώϲιοϲ
5748951 Ταϋγετην
Ἠλέκτραν ἐξ ἧς Δάρδανος , Μαῖαν ἐξ ἧς Ἑρμῆς , Ταϋγέτην ἐξ ἧς Λακεδαίμων : Ποσειδῶνι δὲ δύο μιγῆναι ,
τὴν Ἠλέκτραν , τὴν Ἀλκυόνην , τὴν Μαῖαν , τὴν Ταϋγέτην . πάσας ταύτας δυνάμεις ἀρχαγγελικὰς τῶν ἑπτὰ σφαιρῶν τοῖς
5748541 δικαστικα
' εἰπεῖν ἐκάθισε δικαστήριον καὶ ἀπεκληρώθη δικαστήριον . σκεύη δὲ δικαστικὰ σύμβολον , βακτηρία , πινάκιον τιμητικόν , μάλθη ,
τῆς ὀπτήσεως τὰ κρέα μου . Γ ἐμβάδας ] τὰ δικαστικὰ ὑποδήματα . Γ τὰς λακωνικάς ] ἀστειότεραι γὰρ αὗται
5747068 σαφηνισωμεν
ταῦτα μὲν οὕτως : φέρε δὲ κἂν τοῖς ἔπεσιν αὐτὰ σαφηνίσωμεν . . ΚΡΥΨΑΝΤΕΣ ΓΑΡ ΕΧΟΥΣΙ . Οἱ θεοὶ ,
στοιχείων . Ταῦτα μὲν ἐν τούτοις . Ἔλθωμεν οὖν καὶ σαφηνίσωμεν τὸν κανόνα . Εἰς ας εἶπε διὰ τὰ ἔχοντα
5742932 καε
Ἡρωδιανὸς ἐν τῷ περὶ πάθους . ὑγρὸς ἄκανθος ὁ εὐκαμπὴς καὲ εὔτονος . . . . λεπτότερον καὶ εὐτονώτερον .
Ἡρωδιανὸς ἐν τῷ περὶ πάθους . ὑγρὸς ἄκανθος ὁ εὐκαμπὴς καὲ εὔτονος . . . . λεπτότερον καὶ εὐτονώτερον .
5735031 συνελωμεν
ἡ τῶν ἠθῶν θεωρία ἀριθμῷ καταληφθεῖσαν διαίρεσιν ἠθῶν παραδίδωσι . συνέλωμεν οὖν καὶ τὰ ἤθη ἀριθμῷ καταδησώμεθα , ὥςτε μηδὲν
' ἡμῶν πλημμελεῖν : μετὰ τοῦ πλούτου καὶ τὸν τύραννον συνέλωμεν . τύραννον γὰρ τοῦτον καλεῖν μετὰ τόλμην τὴν τοιαύτην
5726491 ἀποκρινωμαι
εἴτε αἰσχρὸν εἴτε καλὸν ἡγοῦμαι τὴν ῥητορικὴν πρὶν ἂν πρῶτον ἀποκρίνωμαι ὅ ἐστιν . οὐ γὰρ δίκαιον , ὦ Πῶλε
πᾶσιν . . Βούλει οὖν σοι κατὰ Γοργίαν [ ] ἀποκρίνωμαι ἧι ἂν σὺ μάλιστα ἀκολουθήσαις ; Βούλομαι : πῶς
5724872 Βαδιζε
ὅπως τῷ φθέγματι γυναικιεῖς εὖ καὶ πιθανῶς . Πειράσομαι . Βάδιζε τοίνυν . Μὰ τὸν Ἀπόλλω οὔκ , ἤν γε
. Ποῦ Ξανθίας ; Ἤ , Ξανθία . Ἰαῦ . Βάδιζε δεῦρο . Χαῖρ ' , ὦ δέσποτα . Τί
5719909 καταταϲιν
μόνον κλαϲθείη , κατ ' ἐκεῖνο μάλιϲτα δεῖ ποιεῖϲθαι τὴν κατάταϲιν ἰϲχυροτέραν : εἰ δὲ ἄμφω , ὁμοίωϲ δεῖ κατατείνειν
τῆϲ λορδώϲεώϲ τε καὶ ϲκολιώϲεωϲ ἐν ἀρχῇ ποιεῖϲθαι τὴν εἰρημένην κατάταϲιν , δίχα δηλονότι τῆϲ πιλήϲεωϲ . δεῖ δὲ μετὰ
5719786 Ἐξεστι
τρεπτέον ἱκανῶς ἐνδιατρίψαντα τῷ περὶ σιτωδῶν καὶ χεδροπῶν λόγῳ . Ἔξεστι δὲ ἀπὸ τῶν ῥηθέντων καὶ περὶ τῶν μὴ διαληφθέντων
δυσπνοεῖν καὶ τὴν γαστέρα περιτεταμένην ἂν καὶ μείζω ἔχειν . Ἔξεστι δὲ καὶ ταῦτα πάντα καταβασανίζειν κάλλιστα καὶ τἄλλα τοῖσι
5719712 διαχεον
ἐκθερμαῖνον παρηγοροῦν τε [ δὲ ] καὶ ἐκμαλάσσον καὶ πνεύματα διαχέον , ἔνθα ἂν στηριχθείη , καὶ ὑπνοποιὸν καὶ εὐσαρκίαν
# γ , ἐλαίου # δ . Ἄλλο συνάγον καὶ διαχέον καλὸν καὶ πρὸς χοιράδας . Χαλβάνης , κηροῦ ,
5718815 ἐφερομην
τὴν ἑπτακότυλον , τὴν χυτραίαν , τὴν καλήν , ἣν ἐφερόμην , ἵν ' ἔχοιμι συνθεάτριαν . Χρῶμαι γὰρ αὐτοῦ
πρὸς μακάρων λιτάς . . ἀλλ ' ] οὐ μάτην ἐφερόμην πρὸς τὴν πόλιν . ἀρχαῖα βρέτη ] τὰ ἐξ
5715979 κελευστας
. οἱ δὲ Νάξιοι νομίσαντες ἐπιπλεῖν τοσαύτας τριήρεις , ὅσους κελευστὰς , φοβηθέντες παρέδωκαν ἑκόντες Διονυσίῳ τὴν πόλιν . Διονύσιος
σάλπιγξ δρᾷ τὸν αὐλόν , εἰ συναυλοῖεν , ἢ τοὺς κελευστὰς ἡ θάλαττα , ὁπόταν πρὸς κύματος ἦχον ἐπᾴδειν τῇ
5714833 προσδησαι
ἑτοίμην παρέχονται τὴν χορηγίαν τοῖς χρείαν ἔχουσιν ἱματίων ; ἐπέταξε προσδῆσαι τοῖς κίοσι καὶ πληγὰς ἐμφορήσας ἐξαπέστειλεν ὑπερηφάνως . Ὅτι
τὴν κλίμακα , τὰς δὲ χεῖρας παρατανύσαντα πρὸς τὸ σῶμα προσδῆσαι καὶ μὴ πρὸς τὴν κλίμακα . τὸ μέντοι ἄλλο
5712996 ἀποκρινομενους
τούτοισι τοῖς ἀλαζόσιν οὐκ ὄντας ὑμᾶς ἀσθενεῖς ἐπιδείξατε : οὕτως ἀποκρινομένους , ὦ πλούσιε , τοὺς πρὸς σοῦ πολιτευομένους ,
τῷ ἀνδρί , ἐμὲ καὶ σὲ δεῖ ἐρωτῶντάς τε καὶ ἀποκρινομένους ἀλλήλοις σπουδάσαι αὐτοῦ περὶ τὸν λόγον , ἵνα μὴ
5712431 Πυθαγορικαι
. αἱ δὲ προστιθέμεναι εἰκοτολογίαι περὶ τῶν τοιούτων οὐκ εἰσὶ Πυθαγορικαί , ἀλλ ' ἐνίων ἔξωθεν ἐπισοφιζομένων καὶ πειρωμένων προσάπτειν
. αἱ δὲ προστιθέμεναι εἰκοτολογίαι περὶ τῶν τοιούτων οὐκ εἰσὶ Πυθαγορικαί , ἀλλ ' ἐνίων ἔξωθεν ἐπισοφιζομένων καὶ πειρωμένων προσάπτειν
5711254 Σικανον
πολλῶν ὅπλων ἐκυρίευσαν . μετὰ δὲ τὴν μάχην Συρακόσιοι μὲν Σικανὸν ἕνα τῶν στρατηγῶν μετὰ δώδεκα τριήρων ἀπέστειλαν εἰς τὰς
αὐτόν τε εἵλοντο τὸν Ἑρμοκράτη καὶ Ἡρακλείδην τὸν Λυσιμάχου καὶ Σικανὸν τὸν Ἐξηκέστου , τούτους τρεῖς , καὶ ἐς τὴν
5708457 ὡροσκοπουσαν
, ἥνπερ καὶ ἔσχεν ἀπὸ γενέσεως , καὶ ἐκείνην ἐροῦμεν ὡροσκοποῦσαν . ἐὰν δέ πως νυκτερινῆς οὔσης τῆς γενέσεως ἡμέρας
κλίμασιν ἐπὶ τῶν ἤδη τελειωθέντων ἀνθρώπων , ἐξακριβοῦντες δὲ τὴν ὡροσκοποῦσαν μοῖραν κατὰ τὴν τοῦ θείου Πτολεμαίου μέθοδον σχεδὸν ἐπὶ
5702601 ἐπιταξιν
εἰ γυναῖκες ἀνδρῶν ἐκράτησαν . διὸ καὶ τὴν τοῦ δαιμονίου ἐπίταξίν φησιν εἰληφέναι . αὐταῖς ληιάδεσσιν : λείπει ἡ σὺν
εἰ γυναῖκες ἀνδρῶν ἐκράτησαν . διὸ καὶ τὴν τοῦ δαιμονίου ἐπίταξίν φησιν εἰληφέναι . αὐταῖς ληιάδεσσιν : λείπει ἡ σὺν
5702303 Ἐπικουρειον
μέλλω παθεῖν . . τὸ μὴ μαθεῖν σοι κρεῖσσον : Ἐπικούρειόν ἐστι τοῦτο τὸ δόγμα , ἀναιροῦν τὴν μαντικήν .
γενήσεται . . : τὸ μὴ μαθεῖν σοι κρεῖσσον : Ἐπικούρειόν ἐστι δόγμα , ἀναιροῦν τὴν μαντικήν . εἱμαρμένης γάρ
5700369 ἰϲχυροτεραν
κρόκοϲ καὶ γλαύκιον καὶ ὑποκιϲτίϲ : τὰ δὲ τὴν ϲτῦψιν ἰϲχυροτέραν ἔχοντα ταῖϲ ὀξυδορκικαῖϲ μάλιϲτα μιγνύμενα δυνάμεϲιν , οἷον ὀμφάκιον
οὖν Ἱπποκράτηϲ παντάπαϲιν ἀπαγορεύει τήν τε ἐμβολὴν τούτων καὶ τὴν ἰϲχυροτέραν ἐπίδεϲιν , μόνοιϲ δὲ τοῖϲ ἀφλεγμάντοιϲ τε καὶ παραμυθητικοῖϲ
5699251 Παρατηρειν
, τρυγᾶν ἐν τοῖς καθύγροις Ἀφροδίτης καὶ Ἄρεως ὁρώντων . Παρατηρεῖν δὲ ἐν ταῖς κτίσεσι κενοδρομοῦσαν τὴν Σελήνην , καὶ
ἐν τοῖς καθύγροις Ἀφροδίτης καὶ Ἄρεως καὶ Ἑρμοῦ ὁρώντων . Παρατηρεῖν δὲ ἐν ταῖς κτίσεσι κενοδρομοῦσαν τὴν Σελήνην καὶ ἐν
5695144 προσειπωμεν
τε καὶ γέγηθεν , ἀπὸ τούτων αὐτὴν καὶ πρῶτον ἤδη προσείπωμεν . ὦ τὸν ἐλεύθερον πυρσὸν ἀνθρώποις πᾶσιν ἀνάψασα :
' ἐν δημοτικῇ λέξει τὲ καὶ διανοίᾳ εἰθισμένα μηνύοντες : προσείπωμεν δὲ αὐτῶν τόν γε ἡγεμόνα πρῶτον ὧδέ πως :
5693825 Ζευξιν
τέχνης . οὕτω καὶ Φειδίαν ἐνθουσιῶντα δημιουργεῖν , οὕτω καὶ Ζεῦξιν εἰκάζειν τὰ ἀγάλματα . , . . συντυχία ὑπολαβὼν
τι ὄν . ἄμεινον δὲ οἶμαι ἀναγεγραφέναι τοὺς περὶ τὸν Ζεῦξιν , εἶτα καὶ Ζήνωνα . εἰκὸς γὰρ τὸ κάμμορον
5693144 Οἰει
φιλοσοφίας καὶ μηκέτι τῶν ἐν τῇ Οἴτῃ καταλελειμμένων δεομένῳ ; Οἴει γὰρ ὅτι ἑαυτοῦ χάριν ἐκεῖνος περὶ τὰ τοιαῦτα ἐσπούδακεν
καὶ μήτηρ , καὶ ἀδελφὸς ἀδελφῷ καὶ γυνὴ ἀνδρί . Οἴει ἂν οὖν , ὦ Ἀλκιβιάδη , ἄνδρα γυναικὶ περὶ
5688588 ἀφειδει
δει διὰ διφθόγγου γράφονται , οἷον ἀκηδεί , ἀσπουδεί , ἀφειδεί πλὴν τοῦ προκληδί , πασσηδί , ἐνθαδί , τοιαδί
δει διὰ διφθόγγου γράφονται , οἷον ἀκηδεί , ἀσπουδεί , ἀφειδεί πλὴν τοῦ προκληδί , πασσηδί , ἐνθαδί , τοιαδί
5684084 χλευαζει
ἐγγύς . . γίνεται : Λείπει βοηθός . . . χλευάζει ὅτι καὶ αὐτοὶ γέροντες . . οὐ γὰρ εἰσιόντας
ἐν Παρασίτῳ : ἢ μετὰ Πλάτωνος ἀδολεσχεῖν κατὰ μόνας . χλευάζει δ ' αὐτὸν καὶ Ἀναξίλας Βοτρυλίωνι καὶ Κίρκῃ καὶ
5681371 ΔΒΗ
ΑΒΔ : λοιπὴ ἄρα ἡ ὑπὸ ΛΒΑ λοιπῇ τῇ ὑπὸ ΔΒΗ ἐστὶν ἴση . ἀλλὰ καὶ ἡ ὑπὸ ΒΔΗ τῇ
ἡμίσειά ἐστιν ὀρθῆς : ἡ ἄρα ὑπὸ ΔΗΒ τῇ ὑπὸ ΔΒΗ ἐστιν ἴση : ὥστε καὶ πλευρὰ ἡ ΒΔ πλευρᾷ
5677485 ὑελον
ἐχώνων , ἐπίμιξον ἐκ τῶν τεχνιτῶν βαλλόντων , πρῶτον κάθαιρε ὕελον : εἶτα ἐξίου ὡς ὕστερον ὑποθήσομαι : εἶτα ἐπίβαλλε
κάλλιστον . Πάντα μαλάσσει , πάντα λευκαίνει : ἀλλὰ καὶ ὕελον μαλάσσει , ὥστε καὶ λευκαίνεσθαι αὐτὸν ποιεῖ . ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
5672064 τρεφοντας
ὑπ ' αὐτοῦ κυνῶν ἀπέθανεν , οὕτως οἱ κόλακες τοὺς τρέφοντας κατεσθίουσιν . ὥσπερ γὰρ τὰ θηρία τὴν σαγήνην ὑποχωροῦντα
καὶ ἐμὲ ἐξηπάτησεν , ὥστε καταγελάστους γενέσθαι τοὺς Ἀθηναίους τοιούτους τρέφοντας . παμπολὺν τοῖς δημόταισι : διαβολὴ τῶν Ἀθηναίων εἰ
5671680 ἀπομοσαι
τάδε ἠξίουν : οἱ Ἠλεῖοι . ἱερῷ : νεῷ . ἀπομόσαι ἐναντίον : κυρῶσαι δι ' ὅρκου ἐνώπιον . ἐθεώρουν
' ἂν ἀπολαύσαιμι τοῦ μαθήματος ; καὶ ταῦτ ' ἐθελήσεις ἀπομόσαι μοι τοὺς θεοὺς ἵν ' ἂν κελεύσω ' γώ
5671328 ἐξενεγκε
τράπεζαν λήψομαι ; καὶ ἐν Ἐκκλησιαζούσαις καὶ τὼ τρίποδ ' ἐξένεγκε καὶ τὴν λήκυθον . εἴρηνται δὲ οἱ τρίποδες καὶ
, βούλει μὴ βλέπειν εἰς τὰς κίχλας ; Τὸ λοφεῖον ἐξένεγκε τῶν τριῶν λόφων . Κἀμοὶ λεκάνιον τῶν λαγῴων δὸς
5670561 ἀποτεμε
ὀστρακίνου σκεύους ὑπτίαν κατακλίνας τὴν χελώνην ταχέως αὐτῆς τὴν κεφαλὴν ἀπότεμε καὶ παγὲν τὸ αἷμα εἰς πολλὰ αὐτὸ καλάμῳ καταδίελε
ἄν σε τὸ μῆκος τῆς τοξείας ἐκτίνῃ , καὶ οὕτως ἀπότεμε πρίονι τὸ ὑπερέχον τῶν σφηνῶν παρὰ τὴν ἐπιτομὴν τῶν
5670324 τιτρωσκομενους
* τὰ κουφῶς ἐλαυνόμενα . × παρὰ τὸ κύπτειν τοὺς τιτρωσκομένους . Κίμμερός θ ' : Κιμμέριοι ἔθνος περὶ τὸν
, ὤρυττον , ὅπλα προσέφερον , δόρατα ἔθηγον , τοὺς τιτρωσκομένους ἐθεράπευον , ὥστε καὶ οἱ Λάκωνες εὐτολμότεροι πρὸς τὸν
5667944 Ἀλεξιδος
καὶ ἐν Κερκυόνι Αἰσχύλου ἀμφωτίδες τοι τοῖς ἐνωτίοις πέλας : Ἀλέξιδος δὲ καὶ δρᾶμα Ἀμφωτίς . καὶ ῥιπίδα δ '
γενομένων . Ἄνθρωπος εἶναί μοι Κυρηναῖος δοκεῖς , κατὰ τὸν Ἀλέξιδος Τυνδάρεων , ἑταῖρε Τιμόκρατες : κἀκεῖ γὰρ ἄν τις
5665818 ψυκτηριαν
ἐστι : νῆστις περιπατεῖ . ἐπὰν δὲ καλέσῃ ψυγέα τὸν ψυκτηρίαν , τὸ τευτλίον δὲ σεῦτλα , φακέαν τὴν φακῆν
' ὁ Ἐφέσιός φησιν : ὃν ἡμεῖς ψυγέα καλοῦμεν , ψυκτηρίαν τινὲς ὀνομάζουσιν . τοὺς δ ' Ἀττικοὺς καὶ κωμῳδεῖν

Back