ἔχουσαν νομίζειν γεγονέναι ἀπὸ τοῦ ἀπείρου , πάντων τούτων ἐκ συστροφῶν ἰδίων ἀποκεκριμένων καὶ μειζόνων καὶ ἐλαττόνων : καὶ πάλιν
παρασκευάσει . ὅθεν δὴ κατὰ τὰς ἐξ ἀρχῆς ἐναπολήψεις τῶν συστροφῶν τούτων ἐν τῇ τοῦ κόσμου γενέσει δεῖ δοξάζειν καὶ
7357571 καταπινεσθαι
γίνεται καὶ ῥοφήματι καὶ πολτῷ καὶ φακῷ καὶ παντὶ τῷ καταπίνεσθαι δυναμένῳ . οὐ δύο δὲ δραχμὰς αὐτοῦ δώσεις ,
τὰς λίμνας συμβαίνει μέχρι τῶν οἰκουμένων τόπων ὥστε καὶ πόλεις καταπίνεσθαι καὶ χώρας , ἀνοιχθέντων δὲ τῶν αὐτῶν ἢ ἄλλων
7329007 εὐστομιᾳ
, εὐέκκριτοι , ὀλιγότροφοι καὶ κακόχυμοι . διαφέρουσι δ ' εὐστομίᾳ οἱ λευκότεροι τῶν μελάνων . ἡ δὲ τῶν χλωρῶν
, εὐέκκριτοι , ὀλιγότροφοι , κακόχυμοι . διαφέρουσι δ ' εὐστομίᾳ οἱ λευκότεροι τῶν μελάνων . ἡ δὲ τῶν χλωρῶν
7253449 τριχωσει
: ἡ δὲ δέσποινα τῶν ὀξυτάτων βελῶν τὴν ποικίλην τῇ τριχώσει ἴυγγα τὴν τετράκνημον ἐξ οὐρανοῦ καταγαγοῦσα ἐν τῷ ἀλύτῳ
εὐθύτητα τῶν τριχῶν , ἀλλ ' ἐπικάρσιον καὶ ὑποβεβλημένην τῇ τριχώσει , ὅπως ἡ οὐλὴ μετὰ ταῦτα κρύπτοιτο ὑπὸ τῆς
7225303 Μαργιανῃ
ἄλλης χώρας : ἐκεῖ δὲ μᾶλλον . ἐν δὲ τῇ Μαργιανῇ τὸν πυθμένα φασὶν εὑρίσκεσθαι τῆς ἀμπέλου πολλάκις δυεῖν ἀνδρῶν
ἐκτεθειμένην αὐτῆς διὰ τοῦ Κορωνοῦ πλευρὰν , ἀπὸ δὲ ἀνατολῶν Μαργιανῇ διὰ τῆς ἐπιζευγνυούσης τὰ εἰρημένα πέρατα ὀρεινῆς . Κατανέμονται
7221166 πιεσει
καθέδρας ἢ ἄλλῳ τινὶ τρόπῳ . Τότε γὰρ διαλαμβάνει τῇ πιέσει τὸ πνεῦμα καὶ οὐ δυνάμενον τὴν οἰκείαν κίνησιν κινεῖσθαι
ὀθονίοις χρῆσθαι : τὴν γὰρ ἀσφάλειαν τῆς ἐπιδέσεως ἢ τῇ πιέσει ποιητέον ἢ τῷ πλήθει τῶν ὀθονίων . ἐφ '
7216282 θερμασιῃ
ἀλλοτρίην , ἀλλὰ λίην γε εὐαρμοστεῦσαν , πνεύματί τε καὶ θερμασίῃ καὶ χυμῶν κατεργασίῃ , πάντη τε καὶ πάσῃ διαίτῃ
δεῖ ξηρῆναι ἢ ψῦξαι ἢ διαῤῥοίῃ ἐχόμενον ἢ ἄλλῃ τινὶ θερμασίῃ , ἡ τοιαύτη μᾶζα διαπρήσσεται . Ἡ δὲ ξηρὴ
7208313 πυρωσει
τὸ πνεῦμα κατὰ τὴν φοράν , συνεμπίπρασθαι γὰρ τὸν ἀέρα πυρώσει χρωματιζόμενον , διὸ καὶ νυκτὸς ἐκλάμπειν : ἀναρπάζειν δὲ
τῇ ὑποκειμένῃ πυρώσει τὸ ψυχρόν : κατάλληλον ἄρα τῇ ὑποκειμένῃ πυρώσει τὸ ψυχρόν ὁ μὲν διαλεκτικὸς ἡσυχάσει , ὁ δὲ
7194686 καταλληλῳ
πίνειν συνεχῶς , καὶ διά τινος χρόνου καθαίρεσθαι διὰ κοιλίας καταλλήλῳ τῇ κράσει τοῦ κάμνοντος καθαρτηρίῳ : σιτία δὲ αἱρεῖσθαι
. τοῖς δὲ ζώοις , ἐπεὶ σύνθετα καὶ δεῖται τῷ καταλλήλῳ τραφήσεσθαι , ἡ τοῦ τόπου μετάβασις προσγίνεται , ἵν
7157894 περιειλησει
, εἶτα κατ ' ὀλίγον πεπιεσμένῃ χρῆσθαι τῇ τῶν μαστῶν περιειλήσει : συμπιπτόντων γὰρ τῶν ἀγγείων κωλύεται τὸ ἐπιφερόμενον ,
καὶ νώτου , τὰς μὲν ἀρχὰς ὑπὲρ τὰς λαγόνας ἐγκυκλίῳ περιειλήσει καταλαμβάνομεν , τὰ δὲ πέρατα ἀναδιπλώσαντες πρὸς τὰς ὑπερκειμένας
7153627 θερμασιᾳ
ὅτι διαφορά τίς ἐστι τῆς θερμότητος , ἢ ἁπλῶς πως θερμασίᾳ γίνεται [ καὶ ] ἡ πήδησις . καὶ τὰ
ποιεῖσθαι τὰς βρώσεις τῶν θηρίων κελεύειν , συνεργεῖν δυναμένῳ τῇ θερμασίᾳ πρὸς τὴν ἔξω τῶν ὑγρῶν φοράν : σκέπειν δὲ
7108714 συνδρομῃ
περιττὸν ἦν τιθέναι ταύτην δι ' ἣν σκεψόμενοι συνῆλθον . συνδρομῇ δὲ κέχρηται μεθ ' ὑπερβολῆς , ἵνα μὴ τοῖς
ἔφημεν , τὴν συνδρομήν . ὁ δὲ Ἐμπειρικὸς ἐπὶ ἀθρόᾳ συνδρομῇ τὰ ὠφελοῦντα τηρῶν , τί τίνι ἐναντιοῦσθαι πέφυκεν ,
7090179 κεκονιαμενοι
τῇ κόνει . κατεσποδημένοι ] σποδῷ κεκονιαμένοι . κατεσποδημένοι ] κεκονιαμένοι . κατεσποδημένοι ] πεπτωκότες . θ κατεσποδημένοι ] ἐπὶ
δυσχερῶς , ἀλλ ' ἀληθῶς καὶ ἀναμφιβόλως εἰσὶ τῇ σποδῷ κεκονιαμένοι , κατακεχωσμένοι , ἀνῃρημένοι . . ἀμφιλέκτως ] ἀμφιβόλως
7081177 λεπτοτητι
τοιάνδε κράσιν αὐτῶν ἐλλείψει ἢ πλεονασμῷ τὴν νόσον κεκτημένων ἢ λεπτότητι ἢ δριμύτητι ἢ παχύτητι καὶ γλισχρότητι ἀνιωμένων , ἢ
δὲ τὰ μὲν πρὸς ἀνατολὰς νεύοντα πάντα καὶ ὑγρότητι καὶ λεπτότητι καὶ εὐωδίαις καὶ τῷ μετρίως μὲν ψυχραίνειν , μετρίως
7081122 κατεσποδημενοι
' ἀμφιλέκτως ] ἀναμφιβόλως . ἀμφιλέκτως ] ἀμφιβόλως . θΞ κατεσποδημένοι ] οἱ καὶ τῇ σποδῷ καὶ τῷ χοῒ κεκονισμένοι
. κατεσποδημένοι ] σποδῷ κεκονιαμένοι . κατεσποδημένοι ] κεκονιαμένοι . κατεσποδημένοι ] πεπτωκότες . θ κατεσποδημένοι ] ἐπὶ τῇ σποδῷ
7079385 περιαγωγῃ
, περόνης ἐμβληθείσης εἰς τὸ ἀξόνιον τῆς κατεχούσης ἐν τῇ περιαγωγῇ τὸν κανόνα . τούτων δὲ οὕτως γενομένων κύβος κύβου
. , , . = , , . ὀνίσκου τε περιαγωγῇ Ὀνίσκους λέγει τοὺς τροχούς , λέγω δὲ τῆς ἁμάξης
7077697 Τριτοπατορες
, ὀνομασθεῖσαν διὰ τὸ τὴν συνοίκησιν πυκνουμένην εἶναι . . Τριτοπάτορες : . . . Ὁ δὲ τὸ Ἐξηγητικὸν ποιήσας
τὰς βʹ ἥμισυ δραχμὰς οὕτως εἰώθασιν ὀνομάζειν οἱ παλαιοί . Τριτοπάτορες : Δήμων ἐν τῇ Ἀτθίδι φησὶν ἀνέμους εἶναι τοὺς
7071928 ιϚῃ
εὐδία : ἐνίοτε καὶ ζέφυρος πνεῖ . Ἐν δὲ τῇ ιϚῃ Δημοκρίτῳ ζέφυρος πνεῖν ἄρχεται ἡμέραις γ καὶ μ ἀπὸ
Καλλίππῳ Αἰγόκερως ἄρχεται ἀνατέλλειν : νότος . Ἐν δὲ τῇ ιϚῃ Εὐκτήμονι νότος χειμέριος κατὰ θάλασσαν . Ἐν δὲ τῇ
7068030 ὑδρᾳ
γὰρ κοπτομένης κεφαλῆς δύο ἀνεφύοντο . ἐπεβοήθει δὲ καρκίνος τῇ ὕδρᾳ ὑπερμεγέθης , δάκνων τὸν πόδα . διὸ τοῦτον ἀποκτείνας
δύο ἀνεφύοντο . καὶ ὁ καρκίνος δὲ ἦλθε βοηθῶν τῇ ὕδρᾳ : καὶ τότε δὴ ὁ Ἰόλαος ἀμύνει τῷ Ἡρακλεῖ
7053419 κατοχῃ
ὄϲχεον ὄγκοϲ καὶ τὸ ἐν γυμναϲίοιϲ τε καὶ ἀλέαιϲ καὶ κατοχῇ πνεύματοϲ καὶ ταῖϲ ἄλλαιϲ περιϲτάϲεϲιν μείζονα τὸν ὄγκον αὐτὸν
στέαρ ἢ ὕειον : ὑδρελαίῳ δ ' ἐπὶ διατάσεων ἐν κατοχῇ κοπρίων : ὁμοίως δὲ καὶ ἄσφαλτον , ὅταν ἀπὸ
7043242 χορειᾳ
σύμμετρον ἀπενείματο παιδιᾶς ῥυθμοῦ τε καὶ ἁρμονίας χάριν , εὐδαίμονι χορείᾳ Μουσῶν δεδομένη . Ταῦτα μὲν οὖν δὴ ταύτῃ γιγνέσθω
νοῦ περιόδοις , οἱ δὲ τῇ φυσικῇ περὶ τὸν νοῦν χορείᾳ , οἱ δὲ ταῖς ἐγκυκλίοις περιφοραῖς τὸν χρόνον ὡρίσαντο
7025052 εῃ
οἱ Δίδυμοι ἄρχονται ἐπιτέλλειν : νότια . Ἐν δὲ τῇ εῃ Εὐδόξῳ Ὑάδες ἑῷαι ἐπιτέλλουσιν . Ἐν δὲ τῇ ζῃ
τῇ δῃ Εὐδόξῳ Αἲξ ἀκρόνυχος ἐπιτέλλει . Ἐν δὲ τῇ εῃ Εὐκτήμονι Πλειάδες ἑσπέριαι φαίνονται ἐκ τοῦ πρὸς ἕω :
7017147 ἀμμῳ
ἔνθα γυμνασάμενοι οἱ Ἀργοναῦται τὸν ἱδρῶτα αὐτῶν ὕστερον ἐν τῇ ἄμμῳ ἀπεστελγίσαντο , ὅθεν καὶ μέχρι τοῦ νῦν δίκην ἐλαίου
παθῶν καὶ κακιῶν στῖφος καθαιρῶν . τὸ δὲ σοφίας γένος ἄμμῳ γῆς ἐξομοιοῦται διά τε πληθὺν ἀπερίγραφον , καὶ διότι
7008116 ἀντιτυπα
ξηρότατα , ὑγρότατα , λειότατα , τραχύτατα , εἴκοντα , ἀντίτυπα , μαλακά , σκληρά . βαρὺ δὲ καὶ κοῦφον
: πῶς δὲ τὰ μὴ θλίβοντα καὶ μὴ βιαζόμενα μηδὲ ἀντίτυπα μηδ ' ὅλως ὁρώμενα , ψυχὴ καὶ νοῦς ,
7001200 ἐγκλισει
ἀδυνατεῖ εἰς ἔγκλισιν παραλαμβάνεσθαι : τόπον γὰρ ἐπέχει ἐναντίον τῇ ἐγκλίσει , λέγω τῶν προτακτικῶν , οὐ μαχομένων τῶν ὑποτακτικῶν
, ἄνθρωπός εἰμι : πάμπολλοι δέ εἰσιν οἱ παραπληρωματικοὶ ἐν ἐγκλίσει , ὡς ὁ γέ , ὁ ῥά , ὁ
6999033 Περιοδῳ
πρὸ τῆς σελήνης γεγονέναι , ὡς καὶ Εὔδοξος ἐν τῇ Περιόδῳ . Θεόδωρος δὲ ἐν εἰκοστῷ ἐννάτῳ , ὀλίγῳ πρότερον
Ἕρμιππος ἐν τῷ πρώτῳ Περὶ Μάγων καὶ Εὔδοξος ἐν τῇ Περιόδῳ καὶ Θεόπομπος ἐν τῇ ὀγδόῃ τῶν Φιλιππικῶν . .
6998994 πιλησει
, ἴσως δὲ καὶ συνεχείαις νεφῶν καὶ πυκνότησιν ἀδιαστάτοις καὶ πιλήσει βιαιοτάτῃ τῆς τῶν ἀκτίνων φορᾶς ἀνακοπείσης , ὡς ἀδιαφορεῖν
πληγῇ τῶν στερεῶν ὥσπερ λίθων , καὶ αἱ τρίψει καὶ πιλήσει καθάπερ τῶν πυρείων καὶ πάντων ὅσα ἔχει φοράς ,
6990073 προϲηκοντωϲ
, ὥϲπερ ἐπὶ τῶν λιθιώντων , καὶ κομιϲάμενον τοὺϲ θρόμβουϲ προϲηκόντωϲ θεραπεύειν . Ὅϲαι δὲ ϲκληρότητεϲ κατὰ νεφροὺϲ γίνονται ,
ἐξ ἐναντίων ὦϲι δυνάμεων : οὐ γὰρ πέττεται τὰ ληφθέντα προϲηκόντωϲ . Ὅϲα λεπτύνοντά ἐϲτιν ἐν τροφαῖϲ . Ϲκόρδα κρόμμυα
6983597 σφοδρᾳ
, ὡς ὅλος ὁ οὐρανὸς ἐκ λίθων συγκέοιτο : τῇ σφοδρᾷ δὲ περιδινήσει συνεστάναι , καὶ ἀνεθέντα κατενεχθήσεσθαι . .
δὲ αὐτοὺς διαιρῶν κατὰ πρόσωπον ἵστα ἀλλήλους , εἶτα ἐκέλευε σφοδρᾷ τῇ ῥύμῃ τοὺς ἵππους ἐλαύνοντας χωρεῖν κατ ' ἀλλήλων
6962411 ἐγγιζοντων
φαῦλον τόπον φυλάττεται . Χρὴ ἐν τοῖς ἀπλήκτοις τῶν πολεμίων ἐγγιζόντων καὶ προσδοκωμένου πολέμου Σκυθικοῦ μάλιστα γίνεσθαι , εἰ μὲν
γένηται αὐτοῖς καιρὸς εἰσελθεῖν ἐν αὐτῶ . Τῶν δὲ ἐχθρῶν ἐγγιζόντων συνάπτεσθαι τοῖς πεζοῖς καὶ ἐν τῷ ἅμα ἐν τοῖς
6949529 ἐλατῃ
δέ φησι κορδύλην , σκυτάλης εἶδος . Θεόφραστος δὲ τὴν ἐλάτῃ ἐμφυομένην ἴσως φησὶ καὶ τραχυνομένην . . . [
ὅπου , ἐν Φοινίκῃ , κατετάχθην οἰκῆσαι τὸν Παρνασὸν τῇ ἐλάτῃ πλεύσασα : † Ἰόνιον κατὰ πόντον : Ἰνάχου τοῦ
6937468 δυνουσῃ
τὴν δύσιν τὰς ἔτι ὑπὲρ γῆν καὶ ἑπομένας αὐτῇ τῇ δυνούσῃ . σημειωτέον δὲ ὅτι οὐκ εἶπε δωδεκατημόρια ἀλλὰ πλευρὰς
καὶ ἐπὶ τούτων τῶν μοιρῶν καὶ ἐπὶ τῶν ἑξῆς τῇ δυνούσῃ μοίρᾳ δυνάμενον εἶναι ἀφέτην καὶ ὀλιγοχρονίους μὴ ποιεῖν τὰς
6929746 νοερᾳ
τρόπον τινὰ καὶ συλλέγεται καὶ θείου πληροῦται τόνου καὶ τῇ νοερᾷ τελειότητι τῆς ψυχῆς συνέπεται . τί οὖν ἡ ἐνίων
αὐτογόνῳ καὶ τῇ αὐτοκινήτῳ καὶ τῇ ἀνεχούσῃ πάντα καὶ τῇ νοερᾷ καὶ τῇ διακοσμητικῇ τῶν ὅλων καὶ τῇ πρὸς ἀλήθειαν
6920621 προσαγωγῃ
κατακεράσεσι καὶ καθάρσεσι τῶν χυμῶν . ἐν πᾶσι δὲ τούτοις προσαγωγῇ χρηστέον εὐχύμων τροφῶν . Νάρκαι δὲ καὶ δυσαισθησίαι διά
πόνοισι πᾶσι , τῶν δὲ σίτων τῇ ἀφαιρέσει καὶ τῇ προσαγωγῇ ὡσαύτως : ἔπειτα ἐξεμέσαντα αὖθις προσάγειν πρὸς τὰς πέντε
6920161 νεαρᾳ
γαλακτοφάγα , καὶ τὰ μὲν σεσηπυίᾳ χαίρει τροφῇ τὰ δὲ νεαρᾷ , καὶ τὰ μὲν ὠμῇ τὰ δὲ μαγειρικῶς ἐσκευασμένῃ
, τὰ δὲ ἐπιφερόμενα πάντα βοήθειαν ἔχει . νεαλεῖ : νεαρᾷ δὲ ἀφοδεύσει , τουτέστι τῇ δὲ νεαρᾷ ἀποπατήσει ,
6919359 ἁλυκος
' ὥστε μὴ ἐπιδέχεσθαι ῥᾳδίως τοὺς ἄλλους ὥσπερ ὁ Ἐρυθραῖας ἁλυκός τις ὢν καὶ μαλακός . Τὴν αἰτίαν πειρατέον ἐκ
ἐστι καὶ πλεονασμῷ τοῦ κ ἀλυκτοπέδη . . . . ἁλυκός : παρὰ τὸ ἅλα ἁλικός καὶ ἁλυκός , ὡς
6915954 αἰθαλῃ
. ἔοικε δὲ κεκλῆσθαι διὰ τὸ σίδηρον ἔχειν τὸν ἐν αἰθάλῃ τὴν ἐργασίαν ἔχοντα . Φίλιστος δὲ ἐν εʹ Σικελικῶν
Ἔοικε δὲ κεκλῆσθαι διὰ τὸ σίδηρον ἔχειν , τὸν ἐν αἰθάλῃ τὴν ἐργασίαν ἔχοντα . Φίλιστος δὲ ἐν εʹ Σικελικῶν
6905091 καλπιδι
προηγούμενος τοῦ μεσημβρινοῦ , καὶ ὁ μέσος τῶν ἐν τῇ κάλπιδι τοῦ Ὑδροχόου , ὡς ἡμιπήχιον προηγούμενος τοῦ μεσημβρινοῦ .
αὐτὸς ἦν ὡροσκόπος . καὶ πάλιν εἰ ὁ ἐν τῇ κάλπιδι τοῦ ὑδροχόου γεννηθεὶς ναυαγήσει , πῶς οἱ ἀπὸ Τροίας
6899126 βιαιᾳ
ἀλλ ' οὐχ ὑπείκων οὐδὲ ὁμοίωϲ εὐαφήϲ , πλὴν τῇ βιαίᾳ θλίψει ὠθούμενοϲ εἴκει : τὸ γὰρ ὀϲτέον τῶν νηπίων
μηλωτίδι ἢ ἀγκίϲτρῳ μικρῷ ἢ τριχολάβῳ ταῦτα ἐκβάλλειν ἢ κατατάϲει βιαίᾳ τῆϲ κεφαλῆϲ ἐπί τινοϲ κύκλου τοῦ ὠτὸϲ ἐντιθεμένου .
6895279 ὀστρακωδη
δὲ κρέασι ἐσθίειν κατὰ τὸν κανόνα τὸν προλεχθέντα καὶ ὅσα ὀστρακώδη τὰ λεγόμενα ζῳόφυτα τουτέστιν ὄστρεια , παγούρους καὶ ἀστακοὺς
ὁ δὲ ζωμὸς αὐτοῦ πινόμενος κωλικοὺς στροφουμένους ἰᾶται . Μυάκια ὀστρακώδη εἰσι . τούτων τὸ ἀπόζεμα ποθὲν γαστέρα μαλάσσει .
6888790 συναρμοζεται
ὅλων αἰτίων ἡ ἀπὸ τούτων ἀναγομένη πως ἱεροπρεπῶς ἀναθυμίασις , συναρμόζεται αὕτη τοῖς κρείττοσι καὶ ὅλοις αἰτίοις ἀλλ ' οὐχὶ
Ἀττικοί . σκυτίνην : πεπιλημένην καὶ πεπυκνωμένην . συναρθμοῦται : συναρμόζεται καὶ συνενοῦται . ἀρθμὸς γὰρ λέγεται ἡ εὔνοια καὶ
6888387 ἁμαξῃ
ἀπὸ τοῦ κοινοῦ . . ἁμαξιτός ] δημόσιος ὁδὸς καὶ ἁμάξῃ διαπορευτή . . πλὴν οἱ τὰ καπηλεῖα ἔχοντες ]
καὶ ὑπὸ ζυγὸν πονήσαντα σὺν ἀρότρῳ ἢ καὶ σὺν τῇ ἁμάξῃ , μηδὲ τοῦτον θύειν , ὅτι καὶ οὗτος εἴη
6887315 χηλῃ
χηλῇ λαμπρός , ἔσχατος δὲ ὁ ἐν μέσῃ τῇ βορείᾳ χηλῇ . Μεσουρανοῦσι δὲ τῶν ἄλλων ἀστέρων ἐν μὲν τῇ
ἱστορεῖν ὡς λάβοι παρὰ Νυμφῶν ἔδεσμά τι καὶ φυλάττοι ἐν χηλῇ βοός : προσφερόμενός τε κατ ' ὀλίγον μηδεμιᾷ κενοῦσθαι
6882090 εἰσπραξει
εἰς τὴν μίσθωσιν τῶν ἐκείνου χρημάτων , ἣν ὁ μισθωσάμενος εἰσπράξει με ταῦτα ὡς ὄντα τοῦ παιδός . Ταῦτα μεγάλα
καὶ φιλοτιμήσεται τῇ φιλονεικίᾳ , καὶ οὐκ ἐπιστήσει ἀρχὴν τῇ εἰσπράξει ταύτῃ οὐδὲ στρατιώτην , ἀλλὰ αὐτὸς εἰσπράξεται δι '
6875269 πτερνῃ
. . ἀντικειμένη τῇ πρώτῃ , καὶ τότε ὑπειλεῖται τῇ πτέρνῃ , ἀπὸ δὲ τῆς πτέρνης ἐπὶ τὸν ταρσόν :
ἀμφισφάλλουσαι τὸ ἄρθρον , ἀναγκάζουσιν ἐμπίπτειν . Οἱ δὲ τῇ πτέρνῃ πειρώμενοι ἐμβάλλειν , ἐγγύς τι τοῦ κατὰ φύσιν ἀναγκάζουσιν
6866870 ἐμψυχουσῃ
ἑκτικὸν εἰ βούλοιτό τις θεραπεῦσαι καλῶς , ὑγραινούσῃ τε καὶ ἐμψυχούσῃ κεχρήσθω διαίτῃ , διότι καὶ τὴν αἰτίαν οὐκ ἄλλοθεν
, μηδ ' ἐπιδιδόναι ἀντίδοτον , ἀλλ ' ἀρκεῖσθαι τῇ ἐμψυχούσῃ καὶ ἐπικιρνώσῃ μᾶλλον διαίτῃ καὶ τοῖς ὑποκαθαίρουσι τὰ περιττὰ
6861936 προστεθεισαι
προστεθέντων τῷ πρώτῳ ἓξ γίνονται αἱ σχέσεις , τρεῖς αἱ προστεθεῖσαι καὶ τρεῖς αἱ προηγησάμεναι . τεσσάρων ὅρων προστεθέντων προστίθενται
. ἔστω δὴ ΔΥ δ # ʂ α . αὗται προστεθεῖσαι μὲν τῷ ʂ α ποιοῦσι ⃞ον : τῇ δὲ
6857807 Ἐρημῳ
' αὐτῶν ἐπιζευγνυμένην μεσημβρινὴν γραμμὴν , ἀπὸ τοῦ πρὸς τῇ Ἐρήμῳ πέρατος μέχρι τοῦ Ἰνδικοῦ πελάγους κατὰ θέσιν ἐπέχουσαν μοίρας
Περσίδι καὶ Σουσιανῇ καὶ Βαβυλωνίᾳ , ἀπὸ δὲ δύσεως Ἀραβίᾳ Ἐρήμῳ , εἶτα πάλιν ἀπὸ μεσημβρίας τῇ Εὐδαίμονι . Ἀπὸ
6845087 ἐπῳδῃ
εἰ δέοι , ἀλλὰ μεθήσω ταῦτα πάντα ὥσπερ ἐπιλήσμονί τινι ἐπῳδῇ παντὸς ἔργου λαμπροτέρου κηληθεὶς τῇ φιλοσοφίᾳ . ἠγνόουν δ
. φαίνων , δεικνύων τῆς περικεφαλαίας τὸν λόφον . ὡς ἐπῳδῇ κέχρηται τῷ βάσκε πάτερ . ἀντὶ τοῦ δυνάστα .
6841587 πολυχειριᾳ
δὴ ὡς ἐκεῖνος ζῶντος . ἐπεὶ δὲ ἀφθόνοις ἀναλώμασι καὶ πολυχειρίᾳ ταχέως τὸ ἔργον ἠνύσθη , τότε ἤδη καὶ τὴν
τὸ τεῖχος διάβασις . καὶ τὸ ἔργον ταχέως ἠνύετο τῇ πολυχειρίᾳ . οἱ δὲ ἐντὸς τοῦ ἄστεος ἀπεμάχοντο μὲν ἰσχυρῶς
6826991 νοτιᾳ
θάλατταν καὶ τὴν νοτίαν τῆς Ἀτλαντικῆς . ἐν δὲ τῇ νοτίᾳ ταύτῃ θαλάττῃ πρόκειται τῆς Ἰνδικῆς νῆσος οὐκ ἐλάττων τῆς
προηγούμενος τοῦ μεσημβρινοῦ , καὶ ὁ ἑπόμενος τῶν ἐν τῇ νοτίᾳ σιαγόνι τοῦ Κήτους , μικρὸν ὑπολειπόμενος τοῦ μεσημβρινοῦ ,
6821840 παραβαλλομενην
ἔτι τε ὑφειμένην ἔχον τὴν φυσικὴν θερμότητα τῇ τῶν ἀνδρῶν παραβαλλομένην , ἀσθενεῖς μὲν τὰς πέψεις ποιεῖται , ἀβληχρὸν δὲ
ἀφομοιουμένην : εἶναι γὰρ λείαν κίνησιν τὴν ἡδονὴν , οὐρίῳ παραβαλλομένην ἀνέμῳ : τὴν δὲ τρίτην μέσην εἶναι κατάστασιν ,
6811981 Ἐρρηθη
τινων προκρίνομαι , τούτου ἕνεκα θανάτου ὑπὸ σοῦ διώκεσθαι ; Ἐρρήθη μὲν δῆλον ὅτι τούτων πλείω ὑπό τε αὐτοῦ καὶ
τις , ὅπερ καὶ ἐν τοῖς πρόσθε που ἐρρήθη . Ἐρρήθη γάρ . Οὕτω τοίνυν καὶ περὶ ἁμάξης ἡμᾶς μὲν
6801010 βουλιμον
δὲ σφόδρα συμπεπτωκυῖα ᾖ , κένωμα οὐκ ἔχει . , βούλιμον , , , , , , , , :
μὴν οὐδὲ φαγέδαινα . καί τινες ἐνόμισαν φαγέδαιναν λέγειν τὸν βούλιμον , τὴν κυνώδη ὄρεξιν , τὸ δὲ ἀληθὲς ,
6800226 φαρμακειᾳ
ὀφθαλμῶν αὐτοῦ ἐκρινομένῳ ῥύπῳ πινόμενος θηριοδήκτοις βοηθεῖ , καὶ πάσῃ φαρμακείᾳ ἀντιτάσσεται . ἐπὶ δὲ δέρματος ἐλάφου ἐάν τις καθεύδῃ
Θησέως ἐπανελθόντος ἐκ Τροιζῆνος εἰς τὰς Ἀθήνας , ἐγκληθεῖσαν ἐπὶ φαρμακείᾳ φυγεῖν ἐκ τῆς πόλεως : δόντος δ ' Αἰγέως
6772606 ἀτοπιᾳ
ἦν τὸ ἐκ τοῦ ποταμοῦ κομισθὲν ὕδωρ , τὰ μὲν ἀτοπίᾳ τῆς ὀσμῆς , τὰ δὲ τῷ πονηρὰς τὰς ἀναδόσεις
τοιούτων Γοργόνων καὶ Πηγάσων καὶ ἄλλων ἀμηχάνων πλήθει τε καὶ ἀτοπίᾳ τερατολόγων τινῶν φύσεων . διόπερ κατασιωπήσομαι . τοσαῦτα τοῦ
6771355 διορθωσει
μικρὸν τοὺς πόδας , ἔπειτα πλέξαντα κρεμασθῆναι καὶ ἐν τῇ διορθώσει ἅμα ἀμφότερα ποιέοντα . καὶ τῷ ἔμπροσθεν τοῦτο ἱκανὸν
τέχνης τῆς γραμματικῆς ἡ τάξις συνέστηκεν μέρεσιν τέτρασιν , ἀναγνώσει διορθώσει ἐξηγήσει κρίσει . ἀνάγνωσίς ἐστιν ποικίλη ἑκάστης γραφῆς ἐκφώνησις
6770329 ἑδρᾳ
καὶ Σοφοκλῆς τῷ ἐσχάτῳ ἀντὶ τοῦ πρώτου : ἤδη γὰρ ἕδρᾳ Ζεύς , φησίν , ἐν ἐσχάτῃ θεῶν , ἀντὶ
αἰδοίοις καὶ ὄρχεσι καὶ τιτθοῖς φλεγμονὰς πρός τε τὰς ἐν ἕδρᾳ μεθ ' ἑλκῶν ἢ στολίδων ἀνεξασμένων . γάλα τοῖς
6764921 Θεσσαλικῃ
σχολαστικὰ θηρεύων . καὶ σοφιστεύσας ἐν Μεσήνῃ καὶ Λαρίσῃ τῇ Θεσσαλικῇ καὶ πολλὰ ἐργασάμενος χρήματα , ἐπανῆλθεν εἰς Ἀθήνας ,
νίκαις . ἔστι δὲ Πρωτεσιλάου τέμενος ἐν Φυλάκῃ δὲ τῇ Θεσσαλικῇ εἴρηται . τέμενος δὲ λέγεται οὐ μόνον τὸ ἱερὸν
6764834 δυσκρασιᾳ
προσφέρειν ἀμαθῶν ἐστιν ἰατρῶν . μάλιστα μὲν οὖν ἐπὶ ψυχρᾷ δυσκρασίᾳ καὶ καταλύεσθαι πέφυκεν ἡ καθεκτικὴ δύναμις καὶ διὰ τοῦτο
ἐπὶ ψυχρότητος . τοῦ μὲν γὰρ ἥπατος ψυχρᾷ τινι ἑαλωκότος δυσκρασίᾳ , ἤδη ἂν ὑπόλευκα τὰ οὖρα ὀφθείη , ἑτέρου
6755885 συναμφοτεραις
ΒΖ , ΔΓ : καὶ ἡ ΒΓ ἄρα ἀσύμμετρός ἐστι συναμφοτέραις ταῖς ΒΖ , ΔΓ . ὥστε καὶ λοιπῇ τῇ
ΘΒ ἐν γωνίᾳ τῇ ὑπὸ ΛΑΓ , ἥ ἐστιν ἴση συναμφοτέραις ταῖς ὑπὸ ΒΑΓ ΒΘΔ . καὶ ἔστι τοῦτο καθολικώτερον
6746043 ἀγκυραις
βέλεσί τε καὶ λίθοις ἔβαλλον , ἕτεροι δὲ ἀναρριχώμενοι καὶ ἀγκύραις καὶ σχοινίοις ἐκκρεμαννύμενοι ἐπιβαίνειν τῶν νεῶν ἐπειρῶντο , καὶ
συμφέρον ἐν χειμῶνι καὶ νυκτὶ [ τὴν νῆα ] δύο ἀγκύραις ἐπερείδεσθαι , οὕτως ἐπικερδὲς καὶ δύο πατρίδας ἔχειν [
6742547 ὀσφυϊ
, παράλογος μαστῶν ἴσχνωσις , μηρῶν ψύξις , βάρος ἐγκαθήμενον ὀσφύϊ καὶ μηροῖς . Πρὸς δὲ τὸ φθείρειν ἀλυπότερον διατίθενται
μηρῶν : τοῖσι δὲ πολλοῖσι δυσέξοδον τοῦτο : ἀτὰρ καὶ ὀσφύϊ : καὶ λεπτόγαστρος : ὑποχόνδρια ὑπολάπαρα , πνευματώδης δὲ
6740765 τικτοντα
ὡς εὐδαίμονες οἱ ἄνδρες , ἐβόησε καὶ διεξῄει χρυσὸν πολὺν τίκτοντα χρυσόν . ἐγὼ δὲ οὐκ ἔφην οἷς ἐστι πλοῦτος
γάρ ἐστιν ἐν τοῖς λεχθεῖσι θησαυροῖς ἀειθαλῆ , βλαστάνοντα καὶ τίκτοντα καρποὺς ἐπαλλήλους , ὡς τὴν τῶν ὡραίων καὶ νέων
6739012 ἐπιμαρτυρηθῃ
ἐπιβολῇ , διάληψιν δὲ ἔχουσαν ] , ἐὰν μὲν μὴ ἐπιμαρτυρηθῇ ἢ ἀντιμαρτυρηθῇ , τὸ ψεῦδος γίνεται : ἐὰν δὲ
ἐπιμαρτυρηθῇ ἢ ἀντιμαρτυρηθῇ , τὸ ψεῦδος γίνεται : ἐὰν δὲ ἐπιμαρτυρηθῇ ἢ μὴ ἀντιμαρτυρηθῇ , τὸ ἀληθές . καὶ ταύτην
6738068 τραχυτητι
πυκνωθέντα μελαίνεται σκιερὰ μὲν πρώτως γινόμενα , τῇ ἐπιταθείσῃ δὲ τραχύτητι ἤδη καὶ μέλανα τοῦ χρόνου προήκοντος . Καὶ ταῦτα
τὴν μὲν ἐπὶ λεπτῷ ῥεύματι γινομένην βῆχα καὶ τὴν ἐπὶ τραχύτητι παχύνοντες τῇ διὰ κωδυῶν ἤ τινι τῶν ἀνωδύνων καλουμένων
6737741 πυοποιῳ
ἷξιν κόλλησιν , ἢ διαμοτούσθω τὸ βάθος , ἵνα τῇ πυοποιῷ ἀγωγῇ θεραπευθῇ . ἐπὶ δὲ τῶν μυξωτήρων πώρων ,
τὸ σχῆμα τῆς διαιρέσεως , καὶ διαμοτώσαντες χρησόμεθα τῇ ἀκολούθῳ πυοποιῷ θεραπείᾳ , καθὼς ἐν τῷ περὶ ἀποστημάτων λόγῳ προδεδήλωται
6734058 ἐμπιδων
τουτέστιν , ὅπως ἔχει γνώμης ἤγουν τί νομίζει περὶ τῶν ἐμπίδων . ἐπεὶ δὲ ἦν ἄδηλον , περὶ τίνος ἤρετο
ὁ πάτος . ἄρα ] λοιπόν , ὡς ἔοικε . ἐμπίδων ] κωνώπων . , κώνωπος , καναρίων . .
6730520 συναφῃ
ὀνομάτων εἰς τὸ δηλοῦν ἀλλήλοις ἃ ἐννοούμεθα , κρείττονί τινι συναφῇ τῶν ψυχῶν συναπτομένων καὶ μεταδιδουσῶν ἀλλήλαις τῶν οἰκείων διανοημάτων
πασῶν σύστημα ἠλέγχετο τῆς διὰ πέντε καὶ διὰ τεσσάρων ἐν συναφῇ , ὡς ὁ διπλάσιος λόγος ἤτοι ἡμιολίου τε καὶ
6725911 ἀθετουμενα
ταῖς ἐν τῷ ἐρέβει . ἡ δὲ ἀναφορὰ πρὸς τὰ ἀθετούμενα ἐν τῇ νεκυίᾳ . . καί μοι δὸς τὴν
, . Σ . Φ πρὸς τὰ ἐν τῇ νεκυίᾳ ἀθετούμενα . . . . ἀμφὶ δὲ ποσσὶ ‖ γαῖα
6721440 εἰπως
, καὶ ἐν πάσῃ θλίψει ἐπιχειρεῖ κατ ' αὐτοῦ , εἴπως θανατώσει αὐτόν . Τὸ γὰρ μῖσος ἐνεργεῖ τῷ φθόνῳ
δι ' ἐκείνων ἀσθενῆ ποιεῖν αὐτὸν ζητήσομεν ; ἂν οὖν εἴπως ' ἡμῖν ὅτι ὑμεῖς , ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι ,
6718902 Λημνιᾳ
στυφούσαις ἐμβροχαῖς ἀδιαλείπτως ἀπαντλήσομεν μάννῃ τε πολλῇ χρησόμεθα ἐπιπάττοντες καὶ Λημνίᾳ σφραγῖδι καὶ ἀστέρι Σαμίῳ καὶ σπόγγῳ καινῷ , πίσσῃ
δ ' αὐτοῖς καὶ λείοις κατάπλασσε : περίχριε δὲ καὶ Λημνίᾳ σφραγίδι ἢ ἀλόῃ μετὰ μέλιτος διεθείσῃ . πρὸς δ
6712703 ϲαρκι
τῇ χρόᾳ καὶ τῇ ϲυϲτάϲει τῇ τοῦ πολύποδοϲ τοῦ θαλαττίου ϲαρκί , ἐκ παχέων καὶ γλίϲχρων χυμῶν ἔχει τὴν γένεϲιν
τὴν μὲν ὀξεῖαν αὐτοῦ πλευρὰν τῇ ἔϲωθεν τοῦ δέρματοϲ ὑφηρμόϲθαι ϲαρκί , τὴν δὲ ἀμβλεῖαν τῷ ὀϲτέῳ , διωθήϲωμεν αὐτὸ
6711052 Ταυρικῃ
ἐκ τῆς Θρᾴκης καὶ κομισθέντας εἰς τὸν Πόντον προσχεῖν τῇ Ταυρικῇ , τὴν ἀγριότητα τῶν ἐγχωρίων ἀγνοοῦντας : νόμιμον γὰρ
ξβʹ μηʹ ∠ ʹʹ Πόλεις δὲ εἰσὶ μεσόγειοι ἐν τῇ Ταυρικῇ Χερσονήσῳ αἵδε : Τάφρος ξʹ γοʹʹ μηʹ δʹʹ Ταρῶνα
6710759 διωξει
οὐραγίας ἐγγὺς γενόμενος , προσπεσὼν τοῖς πολεμίοις κεκμηκόσιν ἐν τῇ διώξει καὶ τεταραγμένοις ἐν τῇ τῶν σκευοφόρων ἁρπαγῇ πολλοὺς μὲν
σὺ ἐδίωξας ἐκεῖνον ἀπὸ τῆς πατρίδος , τὸν αὐτὸν τρόπον διώξει καὶ ἐκεῖνος σέ . ἐπινίκιον παιᾶνα ἐπεξαλαλάξας μετὰ ἰαχῆς
6710458 Ἰση
μεσημβρινός . Ὁ ΚΛ . , ] ὁ ζῳδιακός . Ἴση ἄρα ἐστίν . , ] διὰ τὸ θʹ τοῦ
μίᾳ περιφερείᾳ , ἀπώτερόν ἐστι τὸ Δ τοῦ Ξ . Ἴση ἄρα ἐστίν . , ] διὰ τὸ ιγʹ τοῦ
6707672 ὑποτροπιαζειν
ἔτι καὶ τοῦτο διέφθαρται . καίτοι λεγόντων τῶν ἀρχαίων φανερῶς ὑποτροπιάζειν . Προκόπτειν λέγουσιν , τὸ δὲ ὄνομα προκοπὴ οὐκ
Πυρέσσοντι ἢν μὴ ἐν περισσῇσιν ἡμέρῃσιν ἀφῇ ὁ πυρετὸς , ὑποτροπιάζειν εἴωθεν . Ὁκόσοισιν ἐν τοῖσι πυρετοῖσιν ἴκτεροι ἐπιγίνονται πρὸ
6706709 συκῃ
ἐν ἀκμῇ τοῦτο συμβαίνει , πάντων δὲ μάλιστα τῇ τε συκῇ καὶ τῇ ἀμπέλῳ . Ἡ δ ' ἐλάα πρὸς
ὑγρότης : τῆς μὲν οὖν ψώρας ταῦτ ' αἴτια τῇ συκῇ λέγουσιν : τῇ δὲ ἀμπέλῳ τοῦ τραγᾷν , ὅταν
6705142 μορᾳ
αὐτὸς δὲ σὺν τῇ τῶν ὁπλιτῶν καὶ τῇ τῶν ἱππέων μόρᾳ παρὰ τὴν πόλιν τῶν Κορινθίων τοὺς Ἀμυκλαιεῖς παρῆγεν .
πόλεως , ὁ δὲ Ἰφικράτης λαβὼν τοὺς πελταστὰς ἐπέθετο τῇ μόρᾳ . οἱ δὲ Λακεδαιμόνιοι ἐπεὶ ἠκοντίζοντο καὶ ὁ μέν
6705054 κυστεσιν
πεφύκασιν ἐπὶ τῶν παρακμαζόντων , οἱ δ ' ἐν ταῖς κύστεσιν ἐπὶ τῶν παιδίων . Κατάπλαστον πρὸς λιθιῶντας : βαλσάμου
τροφὴν βιάζεται , ὥσπερ καὶ διὰ χειρῶν ἐν ἀσκοῖς καὶ κύστεσιν αὐτὸ δὴ τοῦτο πράττοντες ῥᾳδίως ὑπεξάγομεν τὰ ἐναπειλημμένα ,
6705013 ἀναβασει
σφυγμοῦ μετά τινος ἀνωμαλίας καὶ σμικρότητος : ἐν δὲ τῇ ἀναβάσει μοχθηροί πως γίνονται , ἐπαυξανομένης τῆς διαστολῆς μέχρι τελείας
τὸ γυμνοῖς ἀνιέναι : ἕως ἄν τις παρελθὼν ἐν τῇ ἀναβάσει πᾶν ὅσον ἀλλότριον τοῦ θεοῦ αὐτῷ μόνῳ αὐτὸ μόνον
6702656 ἑδρῃ
νοῦϲον . ἢν δὲ πρὸϲ † ὠκέϊ χρόνῳ καὶ ἐν ἕδρῃ ἵζῃ ἡ αἰτίη τουτέων , οὐδὲν ὠφελέει . τίκτει
δὲ καὶ κατατάσει . τὰ δὲ ἔνθα ἢ ἔνθα ὀκλὰξ ἕδρῃ ἐκλακτίσαι : ἡ κατάτασις μὴ πάνυ , ἡ διόρθωσις
6699664 Ὑποκειται
Ἐκ παιγνίων λάμβανε διδασκαλίαν λόγον στορεστὴν τυγχάνειν παθημάτων . ] Ὑπόκειται Πολύφημος ὁ Κύκλωψ ἐρῶν τῆς Γαλατείας καὶ παρηγορῶν τὸν
. Μνασέας Κόλχους φησὶ κληθῆναι ἀπὸ Κόλχου τοῦ Φάσιδος . Ὑπόκειται Σιμαίθα Δέλφιδος Μυνδίου τινὸς ἐρῶσα , ὃν παιδικοῖς προσλιπαροῦντα
6698671 παρατηρησει
θηριοδήκτων καὶ θανασίμων , ἢ ἐπὶ τῶν λοιπῶν ἀρκεσθησόμεθα τῇ παρατηρήσει , τῆς τῶν αἰτιῶν προςλήψεως χωριζόμενοι τελέως : πρῶτον
ὅταν γὰρ τοῖς βλάπτουσι συμπίπτῃ τὸ συμφέρον , τότε οὔτε παρατηρήσει , οὔτε λογισμῷ χρώμεθα : αὐτὰ γὰρ τὰ βλάπτοντα
6691250 θλιψει
τὸ λίθον ἔχειν ἐν τῇ κύστει τὴν τίκτουσαν καὶ τῇ θλίψει τοῦ τραχήλου τῆς ὑστέρας δυσχέρεια γίνεται , ἢ παρὰ
ἐγὼ πλησίον σου εὑρεθήσομαι ἑστώς , ὑπερασπιστής σου ἐν πάσηι θλίψει καὶ κινδύνωι γενησόμενος . τὰ δὲ σημεῖα ταῦτα ἅπερ
6689249 εὐνοουσῃ
δοθῆναι τὰ μέρη ; “ ὁ Ξάνθος εἶπε ” τῇ εὐνοούσῃ . “ καὶ ὁ Αἴσωπος : ” μὴ οὖν
εἰπεῖν μοι ἀπόφερε τῇ γυναικί μου , καὶ μὴ τῇ εὐνοούσῃ : οὐ γὰρ αὕτη σοι εὐνοεῖ , ἀλλ '
6689128 στενοτητι
Ἰσσῷ γενομένης μάχης , ὅτι ἄρα ἐμειονέκτησε τῶν χωρίων τῇ στενότητι : καὶ Δαρεῖος οὐ χαλεπῶς ἐπείθετο . Ταῦτα ὡς
δὴ τοὺς βαρβάρους ἐνίκησεν . Λεωνίδας ἐν Θερμοπύλαις παραταξάμενος τῇ στενότητι τοῦ χωρίου ἀχρεῖον ἐποίησε τὸ πλῆθος τῶν βαρβάρων .
6686560 κεατ
πυρός . . τ . σ γαστέρες αἵδ ' αἰγῶν κέατ ' ἐν πυρί παρὰ πυρί . ὁ δὲ Ἀριστοφάνης
. . . . Ι . γαστέρες αἵδ ' αἰγῶν κέατ ' ἐν πυρί . † ) ἐν πυρὶ ἀντὶ
6685735 ναρκῃ
ἐχέτω δὲ καὶ σκύλακος ἑφθά : ἰχθύϊ δὲ γαλεῷ καὶ νάρκῃ χρεέσθω ὀπτοῖσιν : οἶνον δὲ τὸν αὐτὸν πινέτω .
ὁ δὲ φιλόσοφος Πλάτων ἐν Μένωνί φησι : τῇ θαλαττίᾳ νάρκῃ : καὶ γὰρ αὕτη τὸν πλησιάζοντα ναρκᾶν ποιεῖ .
6681183 ϲικυῃ
ἐϲ εὖροϲ κέχυται . ἔϲτω δὲ καὶ ἡ ὑπὸ τῇ ϲικύῃ φλὸξ πολλή , ὡϲ μὴ μοῦνον ἑλκύϲαι , ἀλλὰ
, ἢ ἐρυϲίπελαϲ ἐμφανέωϲ . καὶ ἰητρὸϲ δὲ ἀγαθὸϲ ἢ ϲικύῃ ἐϲ τὸν θώρηκα τὸ κακὸν ἀνήγαγε , ἢ ϲίνηπι
6680016 συγκρουσεις
καὶ ἐπιβουλὰς καὶ ἀναιρέσεις καὶ τῶν δοκούντων ἐκπτώσεις καὶ στρατοπέδων συγκρούσεις καὶ ἁρπαγὰς καὶ ἐμπρησμούς , ἐν δὲ τῇ Λιβύῃ
κατὰ δὲ τὴν τελευταίαν τρίωρον ἐν Συρίᾳ καὶ Αἰγύπτῳ ὄχλων συγκρούσεις καὶ ἐν τοῖς πρὸς δυσμὰς οἰκοῦσιν . Ἐν δὲ
6675771 μηρινθῳ
ἐν ξυλόχοισιν ὀρέστεροι ἀγρευτῆρες εἷλον ἀναλκείην ἐλάφων εὐαγρέϊ τέχνῃ , μηρίνθῳ στέψαντες ἅπαν δρίος : ἀμφὶ δὲ κούφων ὀρνίθων δήσαντο
ἀλλ ' ἵνα μὴ ἀποκάμῃς „ φησί „ νηχόμενος , μηρίνθῳ λεπτῇ τὸν σὸν πόδα τῷ ἐμαυτοῦ προσαρτήσω ” .
6673390 παραμονος
, αὐτῷ ὁ καιρὸς θεράπων , οὐ δράστης , ἀλλὰ παράμονος , του - τέστιν οὐ παρέρχεται αὐτὸν , ἀλλὰ
, ἐπερωτῶν τὰς ἐπιλύσεις τῶν παραβολῶν . ἐπεὶ δὲ οὕτως παράμονος εἶ σύ , ἐπιλύσω σοι τὴν παραβολὴν τοῦ ἀγροῦ
6672845 πεπλανημενῃ
“ ἄνθρωπε , εἰ κάτοιδας ἐλεᾶν τὰς θνητὰς ψυχάς , πεπλανημένῃ μοι δεῖξον τὴν ὁδόν [ μοι ] , τὴν
νὺξ ἡμέρᾳ , καὶ ἐν οὐρανῷ μὲν ἡ ἀπλανὴς τῇ πεπλανημένῃ φορᾷ , κατὰ δὲ τὸν ἀέρα αἰθρία νεφώσει ,
6669196 ἀναπνοῃ
τοῖς χείλεσι τῷ ἀκροτάτῳ , τὸ δὲ μέθυ ἀνατρέχει τῇ ἀναπνοῇ ἤως τῇ ἀναῤῥοφήσει τοῦ ἀνδρός . πλείου : πεπληρωμένου
καὶ ῥινὸς , ἐγκέφαλος δὲ , ἐπειδὴ καὶ οὗτος ἐδείχθη ἀναπνοῇ χρώμενος , διὰ μυκτήρων μόνον . κἀντεῦθεν ἡ προσθήκη
6663535 πνοῃ
, κελεύεις με φωνεῖν , ὡς ψιθυρίζει τῇ τοῦ ἀνέμου πνοῇ κάλαμος : ἐγὼ δὲ καὶ ἐλάττονα τούτου φέρω βοὴν
κυκλόσε περιίσταται περὶ τὸν ὑμένα ἔξω . Ἅμα δὲ τῇ πνοῇ ἑλκομένου εἴσω τοῦ αἵματος διὰ τοῦ ὑμένος , κατὰ
6658623 ἡλιακῃ
ἐξ ὕδατος Πηγάσῳ ἀναφερομένῳ τῇ κινήσει τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῇ ἡλιακῇ ἀνιμήσει ἐποχουμένη συναναφέρεται ἡ Ἡμέρα : σφαιροειδὴς γάρ ἐστιν
οἷόν ποτε μέρος ἢ θέσιν στῇ τὸ Γ σημεῖον τῇ ἡλιακῇ ἀκτῖνι , διὰ τοῦ ἐπιπέδου ἐσόπτρου ἡ ἀνάκλασις ἐπ
6652995 Ἐραϲιϲτρατου
, ἕωϲ μέλιτοϲ ϲχῇ πάχοϲ . αὕτη δέ ἐϲτιν ἡ Ἐραϲιϲτράτου πάγχρηϲτοϲ , ποιοῦϲα καὶ πρὸϲ ϲυνάγχην καὶ τὰ ἐν
δὲ καὶ τὸ γλαύκιον . τὸν δὲ ὀφθαλμὸν ὑποχρίειν τῇ Ἐραϲιϲτράτου ὑγρᾷ ἤ τινι ἑτέρῳ ὑγραϲίαν πλείϲτην ἐκ τῶν ὀφθαλμῶν
6649487 διαστολῃ
ἀραιοὶ σφυγμοὶ χαλεπώτεροι . πόσαι γε διαφοραὶ γίνονται ἐν τῇ διαστολῇ τοῦ σφυγμοῦ ; ὀκτὼ , μέγεθος , σμικρότης ,
τῆς ἐγχωρίου ὑγρότητος διαφυσηθείσης , διεγείρει τούτους τῇ τῶν τόπων διαστολῇ : τὸ δὲ αὐτὸ συμβαίνει καὶ ἐπὶ τῶν ἑλκῶν
6648756 πτησει
ἐξαπτομένων ἐξ αὐτοῦ παντοδαπῶν πτερῶν καὶ ὀρνέων ἀνακουφίζειν δυναμένων τῇ πτήσει τὸ ἅλμα , ὑποδέχεσθαι δὲ κάτω μικραῖς ἁλιάσι κύκλῳ
ἐπῄνουν καὶ μετ ' εὐφημίας καθ ' οὓς γενοίμην τῇ πτήσει παρέπεμπον . Δείξασα δέ μοι τὰ τοσαῦτα κἀμὲ τοῖς
6646346 εὐχυλιᾳ
Ἱκέσιος σκληροτέρους τῶν ἐγχελέων εἶναί φησι καὶ ἀραιοσαρκοτέρους καὶ ἀτροφωτέρους εὐχυλίᾳ τε πολὺ λειπομένους εὐστομάχους δέ . Νίκανδρος δὲ ὁ
δ ' οἱ ἐν Μιτυλήνῃ πάντων μεγέθει , φύσει , εὐχυλίᾳ . φέρει δ ' ὁμοίους τούτοις ὁ Ἰόνιος κόλπος

Back