| τῶν προειρημένων παθῶν . ἔτι μὴν καὶ ἀξιόλογον καὶ προσφιλῆ συντυχίαις δυναστῶν καὶ μεγάλων ἀνδρῶν καὶ ὑπερεχόντων χάριν παρέξει : | ||
| . τόδ ' ] τὸ ἐν Παρνασσῶι . εὐκαίροις ] συντυχίαις . γονίας : ἄνεμος ὅταν ἐξ εὐδίας κινηθῆι χαλεπὸν |
| αἱ ὑπερβολαὶ , πλήθει τε χειρὸς τῶν ἐπελθόντων εἰκάζοντι καὶ τόλμαις ἑκατέρων καὶ στρατηγήσεσι καὶ μηχανήσεων ἐπινοίαις καὶ τῶν ἀντιπολεμησάντων | ||
| τῶν φοβερῶν εἴξομεν : ἱκανὴ γὰρ ἀμάχους ῥώμας εὐεξίαις , τόλμαις , ἐμπειρίαις , πλήθεσιν ἐκ πολλοῦ τοῦ | περιόντος |
| . θριδακίσκας τε καὶ κριβανωτώς . κἠπὶ τᾶι μύλαι δρυφήται κἠπὶ ταῖς συναικλίαις , αἶκλον Ἀλκμάων ἁρμόξατο . ἤδη παρεξεῖ | ||
| δ ' ὦτα νωθρίη θλίβει . ἀλλ ' ἠμέρη τε κἠπὶ μέζον ὠθεῖται : αὔτη σύ , μεῖνον : ἠ |
| βροτοῖς αὐδώμενος οὐδεὶς φιλοπότης ἐστὶν ἄνθρωπος κακός : ὁ γὰρ διμάτωρ Βρόμιος οὐ χαίρει συνών ἀνδράσι πονηροῖς οὐδ ' ἀπαιδεύτῳ | ||
| νεώτερον . οὐδεὶς φιλοπότης ἐστὶν ἄνθρωπος κακός : ὁ γὰρ διμάτωρ Βρόμιος οὐ χαίρει συνὼν ἀνδράσι πονηροῖς οὐδ ' ἀπαιδεύτῳ |
| : ἐμέμφθης , φησὶ , τιμῆς χάριν τῆς ἐμῆς , ἀπεχθὴς δέ σοι ἡ Ἀφροδίτη ἐγένετο : τί δ ' | ||
| Οἴμοι : φρόνησον , ὦ κασιγνήτη , πατὴρ ὡς νῷν ἀπεχθὴς δυσκλεής τ ' ἀπώλετο , πρὸς αὐτοφώρων ἀμπλακημάτων διπλᾶς |
| ἡσυχία , πλουσίων ἐπιτήδευμα , [ πενήτων ἀδολεσχία ] , καθημερινὴ μελέτη . Αἰώνιος ὕπνος , ἀνάλυσις σώματος , ταλαιπωρούντων | ||
| ] μείζονα χρημάτων αὐτοῖς εὐπορίαν ὑποτίθεται : ὁ γὰρ μισθὸς καθημερινὴ δόσις ἐστὶ χρημάτων , τὰ δὲ θεωρικὰ ταῖς ἱερομηνίαις |
| βία ] ὁ Πολυφόντης . βίᾳ ] δυνάμει . φερέγγυον φρούρημα : ἱκανὸν φρουρεῖν τὴν πατρίδα . φερέγγυον ] ἀξιόμαχον | ||
| θ φερέγγυον ] πιστὸς φύλαξ . φρούρημα ] ἀσφάλεια . φρούρημα ] φύλαγμα . φρούρημα ] τῶν κατ ' αὐτῶν |
| οἶνος γὰρ οὐ σπένδεται Ἐρινύσιν . οἶνος γὰρ οὐ σπένδεται Ἐριννύσιν . ἔθυον δὲ αὐταῖς κατὰ τὴν νύκτα , ἐν | ||
| δὴ λυγρῆς τε καὶ ἀργεννῆς κακότητος † ἕξομαι εἰ νήεσσιν Ἐριννύσιν ἆσσον ἵξομαι † . Εἰ μὴ γάρ μ ' |
| . Εὐρύαλος δέ οἱ οἶος ἀνίστατο ἰσόθεος φὼς Μηκιστῆος υἱὸς Ταλαϊονίδαο ἄνακτος , ὅς ποτε Θήβας δ ' ἦλθε δεδουπότος | ||
| Ἰλιάδι γράφει αὐτὸν ἐν Θήβῃ τετελευτηκέναι : ” Μηκιστέως υἱὸς Ταλαϊονίδαο ἄνακτος , ὅς ποτε Θήβασδε ἦλθε δεδουπότος Οἰδιπόδαο ” |
| κληθῇ ἂν ψευδώνυμος . Ξ Δίκη ] ἡ δικαιοσύνη . ξυνοῦσα ] συνυπάρχουσα . ξυνοῦσα ] ὁμιλοῦσα . ξυνοῦσα ] | ||
| Ξ Δίκη ] ἡ δικαιοσύνη . ξυνοῦσα ] συνυπάρχουσα . ξυνοῦσα ] ὁμιλοῦσα . ξυνοῦσα ] γράφεται ξενοῦσα ἤγουν φιλιουμένη |
| εἰς τὴν γῆν . Γηθοσύνῃ : χαρᾷ . Γλωχίσι : ὀξύτησι , ξίφεσιν . πεπαρμένοις : πεπηγμένοις , διαπερονισμένοις . | ||
| ἐξηπλωμένα , ἐκ πλαγίου . Δάγματ ' : ὀξύτητας , ὀξύτησι τῶν ἀγκίστρων , τοὺς πώγωνας τοῦ ἀγκίστρου . γλαυκῆς |
| ; ἐν δὲ ταῖς λέσχαισι φύσκαι προσπεπατταλευμέναι κατακρέμανται , τοῖσι πρεσβύταισιν ἀποδάκνειν ὀδάξ ; οἷς δὴ βασιλεὺς Κρόνος ἦν τὸ | ||
| καλῶς , ἐν δὲ ταῖς λέσχαισι φύσκαι προσπεπατταλευμέναι κατακρέμανται τοῖσι πρεσβύταισιν ἀποδάκνειν ὀδάξ ; καὶ Εὔπολις ἐν Εἵλωσι : καὶ |
| ἐναντιώθη . ξυστήσεται ] ἐναντιωθήσεται . ξυστήσεται ] ξυμμαχήσεται . ξυστήσεται ] συμπαρατάξεται . θ ξυστήσεται ] συστάδην μαχήσεται καὶ | ||
| δ ' εὐλόγως ξυνήγαγεν . ἐχθρὸς γὰρ ἁνὴρ ἀνδρὶ τῷ ξυστήσεται , ξυνοίσετον δὲ πολεμίους ἐπ ' ἀσπίδων θεούς : |
| . Χαλεπὸν χορίου κύνα γεύειν . Χρήματ ' ἀνήρ : πενιχρὸς δ ' οὐδέποτ ' ἐσθλός . Χωρὶς τὰ Φρυγῶν | ||
| . Χαλεπὸν χορίου κύνα γεύειν . Χρήματ ' ἀνήρ : πενιχρὸς δ ' οὐδέποτ ' ἐσθλός . Χωρὶς τὰ Φρυγῶν |
| ἄκρως εἴς τι πεπαιδευμένων καὶ προσποιουμένων παρά τινων μανθάνειν . Δέδοται καὶ κακοῖς ἄγρα : ἐπὶ τῶν παρ ' ἀξίαν | ||
| πείθει καὶ αἰδοίους βασιλῆας . Δεινοὶ πλέκειν μηχανὰς Αἰγύπτιοι . Δέδοται καὶ κακοῖς ἄγρα . Δεύτερος πλοῦς . Δελφῖνα λεκάνη |
| ξυνεπαινεῖ . μετὰ γὰρ μάκαρας καὶ Διὸς ἰσχὺν ὅδε Καδμείων ἤρυξε πόλιν μὴ ' νατραπῆναι μηδ ' ἀλλοδαπῶν κύματι φωτῶν | ||
| . Καδμείων ] τῶν Θηβαίων . ἤρυξε ] ἐφύλαξε . ἤρυξε ] ἐρύσατο κωλύων . ἤρυξε ] ἐκώλυσεν . θ |
| μέμονας , τέκνον ; μή τί σε θυμοπλη - θὴς δορίμαργος ἄτα φερέτω : κακοῦ δ ' ἔκβαλ ' ἔρωτος | ||
| τοῦ θυμὸς ἡ ψυχή . Ξ δορίμαργος ] πολεμική . δορίμαργος ] πρὸς πόλεμον ὁρμῶσα καὶ μαινομένη . δορίμαργος ] |
| κακιῶν τῶν περὶ τὰ ἤθη ἤτοι τῶν θεωρουμένων ἐν ταῖς ἠθικαῖς ἀρεταῖς , τρία εἰσὶν εἴδη κακιῶν . ἡ γὰρ | ||
| θρασύτης καὶ ἡ ἀκολασία , ᾗ κακίαι , ἀντίκεινται ταῖς ἠθικαῖς ἀρεταῖς ὡς κακίαι . τὰ δὲ ἐναντία , ἤτοι |
| ἀπώλλυτο στρατὸς δαμασθεὶς ναΐοισιν ἐμβολαῖς . ἴυζ ' ἄποτμον δαΐοις δυσαιανῆ βοάν , ὡς πάντᾳ πᾶν κακῶς † ἔθεσαν : | ||
| . βόα , θρήνησον . ἄποτμον ] ἀθλίαν . . δυσαιανῆ ] γρ . δυσεανῆ , ἤγουν πολυποίκιλον . . |
| πρέπουσι γὰρ ἐν τοῖς ἄλλοις οἱ ἔξοχοι προὔχοντες . . δορυσσόοις σάγαις ] ταῖς διὰ τοῦ δορὸς σούσαις καὶ κινούσαις | ||
| γὰρ ἐν τοῖς ἄλλοις οἱ ἔξοχοι καὶ προὔχοντες . θΞ δορυσσόοις δὲ ταῖς διὰ τοῦ δορὸς σούσαις καὶ κινούσαις εἰς |
| ψυχῆς διαφυλάττοντες τοσοῦτον ἀπεῖχον τοῦ φιλοζωεῖν ὥστ ' ἐν ταῖς ἀπαντήσεσι συμπλέκεσθαι καὶ τὰς παρὰ τῶν πολεμίων ἐπισπᾶσθαι πληγάς : | ||
| δ ' αὖ κατὰ πεποίθησιν ἐνδιαθέτου λόγου τὸ καὶ ταῖς ἀπαντήσεσι ταῖς πρὸς τὰς ἀντιθέσεις ἢ καὶ ἄλλως χωρὶς καταστάσεως |
| Κρατῖνος δὲ περὶ τούτων φησίν : ἐν ταῖς λέσχαισι φύσκαι προσπεπατταλευμέναι κατακρέμανται τοῖς πρεσβύταισιν ἀποδάκνειν ὀδάξ . ὅτι ἡ κοπὶς | ||
| τῇ κοπίδι θοινᾶσθαι καλῶς ; ἐν δὲ ταῖς λέσχαισι φύσκαι προσπεπατταλευμέναι κατακρέμανται , τοῖσι πρεσβύταισιν ἀποδάκνειν ὀδάξ ; Οἷς δὴ |
| ταλάσσει καὶ κυβερνῆσαι τάλας αὐτουργότευκτον βᾶριν , ἐς μέσην τρόπιν εἰκαῖα γόμφοις προστεταργανωμένην . ἧς οἷα τυτθὸν Ἀμφίβαιος ἐκβράσας τῆς | ||
| φιλοσοφίᾳ ἐπολέμει . Φέρ ' ἐπαμύνωμεν τῷ λόγῳ , μὴ εἰκαῖα φλυαρῶμεν . Καὶ δή μοι δοκῶ βούλεσθαι μὲν ταῦτα |
| ' αὐτὸ τῆς ὥρας τὸ χειμέριον , ὅτε τοῖς ὀφθαλμοῖς ἄμοχθος ἡ τῶν ἰχνῶν θεωρία πρόκειται , τοῦτο μὲν τῇ | ||
| κακῶς πράσσουσιν ἡδὺ καὶ βραχὺν χρόνον λαθέσθαι τῶν παρεστώτων κακῶν ἄμοχθος γὰρ οὐδείς : ὁ δ ' ἥκιστ ' ἔχων |
| κοπίδι θοινᾶσθαι καλῶς ; ἐν δὲ ταῖς λέσχαισι φύσκαι προσπεπατταλευμέναι κατακρέμανται , τοῖσι πρεσβύταισιν ἀποδάκνειν ὀδάξ ; Καὶ Εὔπολις ἐν | ||
| κοπίδι θοινᾶσθαι καλῶς ; ἐν δὲ ταῖς λέσχαισι φύσκαι προσπεπατταλευμέναι κατακρέμανται , τοῖσι πρεσβύταισιν ἀποδάκνειν ὀδάξ ; Οἷς δὴ βασιλεὺς |
| εὐμαθία , εὐφωνία , εὐστοχία , εὐστομία , εὐνομία , εὐδικία , εὐπαιδία , εὐγαμία , εὐτεκνία , εὐγένεια , | ||
| . πρόδικος προδικεῖν , προδικάσασθαι προδικασία ὡς Ἀντιφῶν . καὶ εὐδικία εὐθυδικία , καὶ αὐτοδικεῖν . καὶ ἐκδικάζεσθαι , καὶ |
| Εὐρύαλε , γλυκέων Χαρίτων θάλος , . . . καλλικόμων μελέδημα , σὲ μὲν Κύπρις ἅ τ ' ἀγανοβλέφαρος Πειθὼ | ||
| καὶ ὅπως . τοῖς δὲ τοιούτοις οὐδέποτ ' αἰσχρῶν ἔργων μελέδημα προσίζει . χρύσεαι δή μοι πτέρυγες περὶ νώτῳ καὶ |
| ἀπειργόμενον ἀπὸ τῶν καθαρείων καὶ τῶν ἀλλοτρίων μολυσμοῦ παντός . Ἀληθὲς δὲ καὶ τὸ Ἡροδότου καὶ ἔστιν Αἰγυπτιακὸν τὸ τὸν | ||
| αὐτὸ λέγει , εἰ γὰρ ἄνθρωπος πάντως καὶ ζῷον . Ἀληθὲς δέ ἐστιν εἰπεῖν κατὰ τοῦ τινὸς καὶ ἁπλῶς . |
| . . καὶ μάχην ] γρ . μή . . ἀψυχίᾳ ] δειλίᾳ . . τοιαῦτ ' ἀϋτῶν ] τοιαῦτα | ||
| ὀνείδει μάντιν Οἰκλείδην σοφόν , σαίνειν μόρον τε καὶ μάχην ἀψυχίᾳ . τοιαῦτ ' ἀυτῶν τρεῖς κατασκίους λόφους σείει , |
| . . . . . . . . . . Λιμήν χωστὸς ὑπόκειται καὶ Λέχαιον λεγομένη πόλις . . . | ||
| καὶ Λιλυβαιίτης καὶ Λιλυβηίς . Λιμενῶτις , χερρόνησος Κελτική . Λιμήν , ὁ ὕφορμος τόπος . καὶ λιμενίτης ὁ ἐν |
| εἴργεται παρὰ τοῦ ἐπιβάτου . τὸ δὲ ” ἵππος ὣς κατασθμαίνων μένει “ ἀντιστροφή ἐστιν , ἀντὶ τοῦ ὡς ἵππος | ||
| πηδῶν . κατασθμαίνων ] σπεύδων . κατασθμαίνων ] φριμάσσων . κατασθμαίνων ] καταφρυαττόμενος . θ κατασθμαίνων ] μαινόμενος . Ξ |
| ἥβης δημοσίαν τροφὴν δίδοσθαι . Τῶν μὲν οὖν ἐν ταῖς δημοκρατίαις νόμων τοιαύτην δεῖ τὴν θέσιν ποιεῖσθαι : περὶ δὲ | ||
| . Ἄρχειν δὲ καὶ βουλεύειν καὶ δικάζειν ἐν μὲν ταῖς δημοκρατίαις ἐκ πάντων , ἢ αἱρέσει ἢ κλήρῳ : ἐν |
| ἐγὼ δὲ σέ , ὦ παῖ , ἑπτάμηνον ἔτεκον . Ἔγνω δὲ καὶ αὐτὸς ὁ Ἀρίστων οὐ μετὰ πολλὸν χρόνον | ||
| , ὥσπερ οἴονταί τινες , διὰ τὸ γένος μόνον . Ἔγνω μὲν οὖν καὶ πρότερον παῖδα ἀποδεῖξαι , δεδιὼς δὲ |
| ὁμογνωμονεῖν δὲ τῶι ποιητῆι καὶ τὸν Εὐριπίδην ἐν οἷς φησιν Εἰρήνα βαθύπλουτε , / καλλίστα μακάρων θεῶν , / ζῆλός | ||
| [ καὶ πάντα διῆπε ] ? ζώι ' ἁ φίλολβος Εἰρήνα . Ἰώ , μέγιστε Κοῦρε , χαῖρέ μοι , |
| μετὰ δόλου ἔλαβεν , ἴσως ἂν εἴποι τις , οὐκ ἐπαινετός . Τί οὖν φησι : καὶ εὐλογημένος ἔστω ; | ||
| ὁ δὲ ἐλεεινός : ὁ μὲν ἐπάρατος , ὁ δὲ ἐπαινετός : ὁ μὲν μοιχικός , ὁ δὲ νόμιμος . |
| τῶν θεῶν μέγαν καὶ θαυμαστὸν Δα - ρεῖος ἐποίησε . σωματοποιεῖ δὲ ἐνταῦθα τὸν πλοῦτον : ὃ δὲ λέγει τοιοῦτόν | ||
| εὐπραξίας μητέρα ὠνόμασε , ἐμφαίνων ὡς καλὸν τὸ πειθαρχεῖν . σωματοποιεῖ δὲ τὰ πράγματα . πειθαρχία γάρ ἐστι : πάνυ |
| . ἐκβολὰν φέρει ] ἔκπτωσιν ὑπομένει . . ἀλφηστῶν ] ἐφευρετῶν , πλουσίων . . ἐφευρετῶν , φρονίμων . . | ||
| ἀλφηστῶν ] ψηλαφητῶν , ἐρευνητῶν . ἀλφηστῶν ] πλουσίων , ἐφευρετῶν . ὄλβος ] δόξα . ὄλβος ] πλοῦτος , |
| δ ' ἐς Κόλχους τε καὶ ἄξενον ἵκετο Φᾶσιν . Χαίρειν πολλὰ τὸν ἄνδρα Θυώνιχον . ἄλλα τοιαῦτα Αἰσχίνᾳ . | ||
| ἢ σαφήνειαν ἀπαιτεῖν . καὶ ἐν ταῖς ἐπιστολαῖς ἀντὶ τοῦ Χαίρειν Εὖ πράττειν καὶ Σπουδαίως ζῆν . Ἀρίστων δέ φησιν |
| - εντ ' ὀλολυγμὸν ἀνδρὸς θεινομένου , γυναικός τ ' ὀλλυμένας : τί γὰρ κεύθω † φρενὸς θεῖον ἔμπας † | ||
| λαοῦ . λαΐδος ὀλλυμένας ] ἤτοι τῆς λείας . λαΐδος ὀλλυμένας ] τῶν πολιτῶν . λαΐδος ] τῆς λαφυραγωγίας . |
| , θηριώδης , ἀνήμερος , δύσθυμος , δυσόργητος , μηνιῶν βαρύμηνις , ἰοῦ γέμων , σκορπιώδης , σκορπίος ζητῶν ὅτῳ | ||
| , αὐξητά , φαεσφόρε , κάρπιμε Παιάν , ἀντροχαρές , βαρύμηνις , ἀληθὴς Ζεὺς ὁ κεράστης . σοὶ γὰρ ἀπειρέσιον |
| εἰμι εἰπεῖν τὸ συμβὰν αὐτοῖς σημεῖον ἐξιοῦσι . τὸ δὲ ὅδιον ἀντὶ τοῦ ἐνδοξότατον . ὅδιον ] τὸ ἐν τῆι | ||
| σημεῖον ἐξιοῦσι . τὸ δὲ ὅδιον ἀντὶ τοῦ ἐνδοξότατον . ὅδιον ] τὸ ἐν τῆι ὁδῶι ὀφθέν . ἔτι γὰρ |
| ἄντα ἔοικεν . Ἢ πόντου μέγα κῦμα καταντία κυμαίνοντος δείκελον ἰνδάλλοιτο πυριφλεγέθοντος ἐσόπτρου πᾶσα μὲν ἥδε πέριξ πυρὶ λάμπεται , | ||
| ὁ Ἀγησιάναξ εἴρηκεν ᾗ πόντου μέγα κῦμα καταντία κυμαίνοντος δείκελον ἰνδάλλοιτο πυριφλεγέθοντος ἐσόπτρου . : οὐκ ἀγνοῶ δὲ καὶ τοὺς |
| εἰς Ἔφεσον . ἐπιπλεύσας δὲ τοῖς λιμέσιν , ὡς οὐδεὶς ἀντανήγετο , τὰς μὲν πολλὰς ναῦς καθώρμισε περὶ τὸ Νότιον | ||
| τὰ τοῦ γραμματιστοῦ ἔργα . Ταῦτα ἐμοῦ λέγοντος ὁ Πρόδικος ἀντανήγετο πρὸς τὸ μειράκιον , ὡς ἀμυνούμενος καὶ ἐπιδείξων ταῦτα |
| οὑν νεκροῖς , γέρον ; ἐμὸς ἐμὸς ὅδε γόνος ὁ πολύπονος , ὃς ἐπὶ δόρυ γιγαντοφόνον ἦλθεν σὺν θεοῖσι Φλεγραῖον | ||
| χαλᾷς , αὔδασον , τίς ἔφυς βροτῶν ; τίς ὁ πολύπονος ἄγῃ ; τίν ' ἂν σοῦ πατρίδ ' ἐκπυθοίμαν |
| θεοῦ καὶ βασιλέως καὶ μαντικῆς καὶ χρηματιστικῆς , ἀδελφῶν δὲ γαμοστόλος καὶ γονέων περὶ σίνους καὶ πάθους καὶ κακωτικῆς αἰτίας | ||
| , ἐπὶ θυγατρὶ ψο - γισθήσεται . ἐὰν δὲ ὁ γαμοστόλος γένηται πρὸς Κρόνον καὶ αὐτὸς κυριεύσῃ τοῦ δαίμονος ἢ |
| , οὐδέ νιν θνατὰ φύσις ἀνέρων ἔτικτεν , οὐδὲ μήποτε λάθα κατακοιμάσῃ : μέγας ἐν τούτοις θεός , οὐδὲ γηράσκει | ||
| ὁ Σίσυφος πολὺς ἔνδηλος ἐν σοὶ πάντα χὠ μητρὸς πατήρ λάθα Πιερίσιν στυγερὰ κἀνήρατος : ὦ δύνασις θνατοῖς εὐποτμοτάτα μελέων |
| Ἔνθα καὶ ὁ τῶν Βισαλτέων βασιλεὺς γῆς τε τῆς Κρηστωνικῆς Θρῆιξ ἔργον ὑπερφυὲς ἐργάσατο : ὃς οὔτε αὐτὸς ἔφη τῷ | ||
| τε Γοργόνος τρίαιναν ὀρθὴν στᾶσαν ἐν πόλεως βάθροις Εὔμολπος οὐδὲ Θρῆιξ ἀναστέψει λεὼς στεφάνοισι , Παλλὰς δ ' οὐδαμοῦ τιμήσεται |
| ἀθλίαν , δυστυχῆ . βοάν ] η . δυσαιανῆ ] δυσθρήνητον : αἰάζω γὰρ τὸ θρηνῶ . δαΐοις ] πολεμικοῖς | ||
| κράζε , φώνει . φώνει . δυστυχῆ . δυστυχέστατον . δυσθρήνητον . θρηνητικὴν . πολεμικοῖς . πολεμίοις . διακεκομμένοις ἢ |
| πρέσβυ τῶν Ἰάσονος , χρηστοῖσι δούλοις ξυμφορὰ τὰ δεσποτῶν κακῶς πίτνοντα καὶ φρενῶν ἀνθάπτεται . ἐγὼ γὰρ ἐς τοῦτ ' | ||
| σεισθῆναι σάλωι , φεύγειν δὲ κἄξω στᾶσα θριγκὸν εἰσιδεῖν δόμων πίτνοντα , πᾶν δ ' ἐρείψιμον στέγος βεβλημένον πρὸς οὖδας |
| τάχ ' ἐν πέδῳ βαλῶ . ἑπόμενα προτέροισι τάδ ' ἐφημίσω . καί τίς σε κακοφρονῶν τίθησι δαίμων ὑπερβαρὴς ἐμπίτνων | ||
| ἔκυρσας ὥστε τοξότης ἄκρος σκοποῦ : μακρὸν δὲ πῆμα συντόμως ἐφημίσω . πότερα γὰρ αὐτοῦ ζῶντος ἢ τεθνηκότος φάτις πρὸς |
| * . Ἀφαυρός : ὁ ἀσθενής , ἤτοι ὁ ἄγαν παῦρος καὶ ὀλίγος κατὰ τὴν δύναμιν . ἢ παρὰ τὸ | ||
| μετ ' ἀμύμονα Πηλείωνα . ἀλλ ' ἀλαπαδνὸς ἔην , παῦρος δέ οἱ εἵπετο λαός . τρισὶ στίχοις παράκεινται διπλαῖ |
| τὸ . ὥστε . λίαν . στενάζω . ἐνθυμούμενος . λυπηραὶ . μισούμεναι . μισηταὶ . στυγνότητος αἴτιαι : ἀπὸ | ||
| Μαινίδι : σμαρίδι . ἀνιγραί : λεπταὶ , ἀνιαραὶ , λυπηραὶ καὶ γλίσχραι . Μετά : οἷς . ἐπειγόμεναι : |
| δυσπαραβούλοισι φρεσίν , καὶ διάνοιαν μαινόλιν κέντρον ἔχων ἄφυκτον , ἄτᾳ δ ' ἀπάταν μεταγνούς . τοιαῦτα πάθεα μέλεα θρεομένα | ||
| τίς ἂν γονὰν ἀραῖον ἐκβάλοι δόμων ; κεκόλληται γένος πρὸς ἄτᾳ . ἐς τόνδ ' ἐνέβη σὺν ἀληθείᾳ χρησμός . |
| ἴθι ] ἐλθέ . στροφὴ ἑτέρα κώλων ηʹ . δύα δύα ] η η . † συμφορὰ χαλεπὴ δηλονότι . | ||
| τοῖς δάκρυσι δηλονότι . πῆμα ] διὰ τὸ . δύα δύα ] * η . τλημοσύνη . καὶ ἰσόγοα . |
| ] δημοσίων . δημίων ] τῶν τοῦ δήμου . Ξ μελόμενοι ] φροντίζοντες . Ξ μελόμενοι ] φροντίδα ἔχοντες . | ||
| τί χρέος ; ἦ λόγων πόλεος , ἔνεπέ μοι , μελόμενοι τυχεῖν ; μήτ ' ἐκδοθῆναι μήτε πρὸς βίαν θεῶν |
| μεταλαβεῖν . Κρατῖνος δὲ περὶ τούτων φησίν : ἐν ταῖς λέσχαισι φύσκαι προσπεπατταλευμέναι κατακρέμανται τοῖς πρεσβύταισιν ἀποδάκνειν ὀδάξ . ὅτι | ||
| ἐλθοῦσιν ἐν τῇ κοπίδι θοινᾶσθαι καλῶς ; ἐν δὲ ταῖς λέσχαισι φύσκαι προσπεπατταλευμέναι κατακρέμανται , τοῖσι πρεσβύταισιν ἀποδάκνειν ὀδάξ ; |
| πολύπους , πολυάδελφος , πολύθηρος , πολύδενδρος πολύυλος πολύυδρος , πολύξυλος , πολυσκώμμων , πολυτελής , πολύτιμος , πολυειδής , | ||
| , καὶ ἐπίτασιν , ὡς ἐν τῷ ἄξυλος , ἡ πολύξυλος , καὶ ὁμοῦ , ὡς ἐν τῷ ἄλοχος , |
| ποταμοῖς καὶ ἐν θαλάσσῃ καὶ τὰ τῶν γονέων μειώσει , φιλονεικήσει δὲ πρὸς ὑπερέχοντας καὶ γαμήσει προβεβηκυῖαν , εἰ δὲ | ||
| προσ - κείσεται μελῳδίαις καὶ παιδιαῖς καὶ συναυλισθήσεται πόρναις καὶ φιλονεικήσει πρὸς τὴν γυναῖκα αὐτοῦ καὶ λῃσταῖς ὁμιλήσει καὶ ὠφεληθήσεται |
| μαντικήν . ἐπώπτευσας ] εἶδες . φοιτὰς ] μανική . ἐκπράξας ] ἤγουν φονεύσας . ἀντεπίξηνον ] ἐναντίον , διάδοχον | ||
| ὀφειλέτω : πραττέσθω δὲ ὁ ταμίας τῆς θεοῦ , μὴ ἐκπράξας δὲ αὐτὸς ὀφειλέτω καὶ ἐν ταῖς εὐθύναις τοῦ τοιούτου |
| ἡμᾶς , λέγουσα τάδε : σὺ δὲ στεφάνοις , ὦ Δίκα , περθέσθ ' ἐραταῖς φόβαισιν ὅρπακας ἀνήτοιο συνερραις ἁπαλαῖσι | ||
| κώλων ιβʹ . φιλεῖ ] στροφὴ ἑτέρα κώλων ιʹ . Δίκα ] ἀντιστροφὴ κώλων ιʹ . ἄγε δὴ βασιλεῦ ] |
| ἀκόντων . ἦ θήν ς ' ἐξανύω γε καὶ ὕστερον ἀντιβολήσας , εἴ πού τις καὶ ἔμοιγε θεῶν ἐπιτάρροθός ἐστι | ||
| δ ' ἐν κνημοῖσιν ἀπέφθιτο καρτερὸς ἀνὴρ θηρητὴρ ὀρύγεσσι δαφοινοῖς ἀντιβολήσας . ὁππότε δ ' ἀθρήσειεν ὄρυξ κρατερόφρονα θῆρα , |
| καὶ μάλιϲτα τῶν ὀδοντοφυούντων παιδίων , καὶ τὰ κατὰ θώρακα ἐκλειχόμενον ϲυμπέττει . Βούφθαλμον ὅμοιον μὲν ἔχει τῷ χαμαιμήλῳ τὸ | ||
| , μετὰ τοῦ καὶ πέττειν . αὐτὸ μὲν οὖν μόνον ἐκλειχόμενον πέττει μὲν μᾶλλον , ἀνάγει δὲ ἧττον , ἅμα |
| ὁ δὲ νοῦς : [ ἄλλοτε δ ' ἄλλον ἡ ζωθάλμιος χάρις , ἡ τῆς νίκης , ] καταλαμβάνει δὲ | ||
| τοὺς νικηφόρους σύν τε κιθάρᾳ καὶ αὐλοῖς ποικίλως φθεγγομένοις . ζωθάλμιος ἀντὶ τοῦ ζῶσα καὶ θάλλουσα . ἔντεσιν αὐλῶν : |
| , ὡς ἐπὶ τοῦ [ ἢ κεμάδ ' ἠὲ λαγωὸν ἐπείγετον ἀντὶ τοῦ ἤπειγον ] . . „ : λαὸν | ||
| ἀντὶ τοῦ ἐπείγητον συνεσταλμένως . : ἡ διπλῆ ὅτι τῷ ἐπείγετον ὁριστικῷ ἀντὶ ὑποτακτικοῦ τοῦ ἐπείγητον . . , . |
| Νὺξ μὲν ἀναπαύει , ἡμέρα δ ' ἔργον ποιεῖ . Νικᾷ παλαιὰς χάριτας ἡ νέα χάρις . Νόμιζε πάντα κοινὰ | ||
| βροτοῖσι περίοδον τ ' ἔχει Χρόνος διοικῶν ἀστέρων γνωρίσματα . Νικᾷ δὲ τούτων οὐθεὶς ἕτερον , ἀλλ ' ἀεί Ἥκει |
| ? τετελεσμένος φύσει [ ἄκριτος ] ἔφυς τὰ διπλᾶ τῶν ἀρετάων , [ νεώτερος ] πανέντιμος [ ] τύχης [ | ||
| ἀμφεβόησε καὶ ὤμοσε καρτερὸν ὅρκον παντοίης μεθέπεις ὁτ ' ἀμετρήτων ἀρετάων ἀτρεκέως Φαέθοντος ἐράσσατο , τίκτε σε μήτηρ . τούνομά |
| ταὶ δὲ σύνθετοι ἐκ τούτων . ἁγεμονικαὶ μὲν οἷον ἁ φρόνασις : ἑπητικαὶ δὲ οἷον ἀνδρεία καὶ σωφροσύνα , σύνθετοι | ||
| δὲ ψυχᾶς νόος , τᾶς δὲ περὶ τὸν βίον εὐδαιμοσύνας φρόνασις : οὐθὲν γὰρ ἅτερόν ἐστι φρόνασις , εἰ μὴ |
| χιόνεοι τὸ πάροιθεν Ἀδώνιδι πορφύροντο . αἰαῖ τὰν Κυθέρειαν , ἐπαιάζουσιν Ἔρωτες . ὤλεσε τὸν καλὸν ἄνδρα , σὺν ὤλεσεν | ||
| Ἄδωνιν , ἀπώλετο καλὸς Ἄδωνις : ὤλετο καλὸς Ἄδωνις , ἐπαιάζουσιν Ἔρωτες . μηκέτι πορφυρέοις ἐνὶ φάρεσι Κύπρι κάθευδε : |
| τῷ τοιούτῳ λόγῳ ὁτὲ μὲν εἰπών : ἀλλὰ τάδ ' ἐκτελέειν , ἅ σε μὴ μετέπειτ ' ἀνιήσῃ , ὁτὲ | ||
| ἀίουσα γήθεεν ἐν φρεσὶ πάμπαν : ὀίσατο γὰρ μέγα ἔργον ἐκτελέειν αὐτῆμαρ ἀνὰ μόθον ὀκρυόεντα , νηπίη , ἥ ῥ |
| τοὺς λόγους . ὥστε τίς ἂν φρονῶν ταύτην τὴν δύναμιν ζηλώσειεν , ἣ τῶν καιρῶν τοσοῦτον ἀπολείπεται ; πῶς δ | ||
| ἠρόμην , ὅπου μηδ ' αὐτῶν τις τῶν μαθητῶν αὐτοῦ ζηλώσειεν ἄν ; τὸν γοῦν Θεαγένη τοῦτο μάλιστα αἰτιάσαιτο ἄν |
| ποικίλλειν : ἐπὶ τῶν ἀδυνάτων . Χυτρεοῦς * * : ὀστράκινος , εὐτελής . Χωρὶς τὰ Μεῤῥᾶς καὶ Σιλωὰμ ῥεύματα | ||
| ἀγαθὰ βεβαιότερα καὶ τὰ κακὰ ἰσχυρότερα μαντεύεται , ὁ δὲ ὀστράκινος ἔλαττον : ἀμφότεροι δὲ τὰ κρυπτὰ ἐλέγχουσι . λύχνος |
| ὄντας ἡμᾶς ὁ τρισκατάρατος οὑτοσὶ Παρρησιάδης ὕβρικεν ἤδη ἐρῶ . Ῥήτωρ γάρ τις , ὥς φασιν , ὤν , ἀπολιπὼν | ||
| ' εἶναι φλυαρίαν πρὸς ἐκεῖνον . φησὶ γοῦν οὑτωσὶ δυσχεραίνων Ῥήτωρ γάρ ἐστι νῦν τις ὧν γ ' ἐστὶν λέγειν |
| διότι πολλὰ μὲν τῷ φαύλῳ τὰ ἐμποδών , φιλαργυρία , φιλοδοξία , φιληδονία , τῷ δ ' ἀστείῳ τὸ παράπαν | ||
| , οἷον ποδάγρα καὶ ἀρθρίτιδες , οὕτω κἀπὶ τῆς ψυχῆς φιλοδοξία καὶ φιληδονία καὶ τὰ παραπλήσια . τὸ γὰρ ἀρρώστημά |
| τὸ γῆρας ἐν κόποις ἀνηλώθη . Γλύψας ἐπώλει λύγδινόν τις Ἑρμείην . τὸν δ ' ἠγόραζον ἄνδρες , ὃς μὲν | ||
| τ ' ἀκοίτας . ἐξ ὥρης δ ' ἐσορῶν Ζεὺς Ἑρμείην κατέναντα κοσμεῖ μὲν πλούτῳ μύθοισί τε καὶ σοφίῃσιν , |
| ἡλίου , ἢ ὅτι ἡ θεὸς τοιαύτῃ κέχρηται ἐσθῆτι . κρυόεσσα φρικτή : κρύος γὰρ τὸ ῥῖγος . κρῖ ὁ | ||
| . αἰδῶ : γράφεται ἀνδρῶν . Πᾶσιν : ὅλοις . κρυόεσσα : φρικτὴ , ἡ φοβερὰ , ἡ ἀλγεινὴ , |
| δειχθέντας οὐκ ἐλεοῦμεν . τοιαῦτ ' ἀκούων ] ταῖς χερσὶν ἐπέκρανεν , πρὶν εἰπεῖν τὸν κήρυκα : ἀράτω τὰς χεῖρας | ||
| ἀρὰς κατὰ τῶν παίδων . ἐπέκρανε ] ἐτελείωσεν . θ ἐπέκρανεν ] ἐπλήρωσεν . ἐπέκρανεν ] εἰς τέλος ἦλθε . |
| ἐοῦσι πρῶτα Ποσειδάωνι δαμήμεναι , αὐτὰρ ἔπειτα θαρσαλέῳ Πηλῆι καὶ ἀκαμάτῳ Ἀχιλῆι , τέτρατον αὖτ ' ἐπὶ τοῖσι Νεοπτολέμῳ μεγαθύμῳ | ||
| σφιν ἄφαρ βουλυτὸν ἱκέσθαι , τῆμος ἀρήροτο νειὸς ὑπ ' ἀκαμάτῳ ἀροτῆρι τετράγυός περ ἐοῦσα , βοῶν τ ' ἀπελύετ |
| ὄντως . ἦν ] ὑπῆρχε . . ὃς πρῶτος ἐν γνώμᾳ ] καὶ καταρχὰς ἐνόησε τοῦτο . . ὡς τὸ | ||
| , ὅτι πλείσταισι βˈροτῶν ξεινίαις αὐτοὺς ἐποίχονται τραπέζαις , εὐσεβεῖ γνώμᾳ φυλάσσοντες μακάρων τελετάς . εἰ δ ' ἀριστεύει μὲν |
| ἐγχειρίδιον . παχὺς γὰρ ὗς ἔκειτ ' ἐπὶ στόμα . ἐτρύφησεν , ὥστε μὴ πολὺν τρυφᾶν χρόνον . ἴδιον ἐπιθυμῶν | ||
| γὰρ ὗς ἔκειτ ' ἐπὶ στόμα . καὶ πάλιν : ἐτρύφησεν , ὥστε μὴ πολὺν τρυφᾶν χρόνον . καὶ ἔτι |
| ἐκείνης ἐδαπανήθη χρόνος , οὔτε πολεμικαῖς πράξεσι κοσμηθεὶς καλαῖς οὔτε πολιτικαῖς λόγου ἀξίαις . Ἐπιστάντων δὲ τῶν ἀρχαιρεσίων ὕπατοι μὲν | ||
| ἀπάγειν ἐπειρᾶτο τὴν γνώμην πολλοὺς τοὺς μεταξὺ χρόνους ἀποφαίνων ταῖς πολιτικαῖς οἰκονομίαις γενησομένους ἐν χερσὶν ὄντος τοῦ πολέμου , καὶ |
| πορνίδιον , οὐδὲ θυροκοπῶν ὦφλεν δίκην . οὕτω τὸ γῆρας σωφρονοῦν οὐκ εὐτυχεῖ . Μάλιστα δ ' ἐκπλήττει με τῶν | ||
| ἀκολασία κρατεῖ βίος τε ἀγεννὴς καὶ ἀνελεύθερος εὐδοκιμεῖ καὶ τὸ σωφρονοῦν ὀνειδίζεται . ἐν Ἰωνίᾳ μὲν ταῦτα , αἱ Λάκαιναι |
| ὑβρίζοντες ἀτάσθαλα μηχανάασθε . ” ὣς εἰπὼν ἐξῆλθε δόμων ἐῢ ναιεταόντων , ἵκετο δ ' ἐς Πείραιον , ὅ μιν | ||
| ' ἄπτερος ἔπλετο μῦθος , ὤϊξεν δὲ θύρας μεγάρων ἐῢ ναιεταόντων , βῆ δ ' ἴμεν : αὐτὰρ Τηλέμαχος πρόσθ |
| τοῖν σωφρόνοιν , τοῖν λεόντοιν : ὦ Θέωνε , ὦ σώφρονε , ὦ λέοντε . Οἱ Θέωνες , οἱ σώφρονες | ||
| ὦ λέον διὰ τοῦ ο . Τὼ Θέωνε , τὼ σώφρονε , τὼ λέοντε : τοῖν Θεώνοιν , τοῖν σωφρόνοιν |
| ἡ Λυδὴ λίθος οὐ γάρ τι θεσμὰ τοῖσιν ἀστίταις πρέπει βοτῆρα νικᾶν ἄνδρας ἀστίτας . τί γάρ ; στείχων δ | ||
| τοσοῦτον τῷ μήκει ῥάδικα ὅσον βακτηρίαν . τινές φασιν οἷον βοτῆρα , τουτέστι ποιμενικὴν ῥάβδον μεθ ' ἧς βόσκουσι . |
| : Ὑπερείδης ἐν τῷ κατὰ Πασικλέους “ ἐὰν δέ τις ἔκδεια ” γένηται , “ ἤγουν ἐὰν δέ τις ἐνδεήσῃ | ||
| ἀπορία , ἀχρημοσύνη ἀχρηματία , ἀκτημοσύνη , σπάνις , ἔνδεια ἔκδεια , ἐπίλειψις . ἰδίως δὲ τοὺς μὲν πλουσίους καὶ |
| . Νῦν δ ' ἄγε τέρπεο θυμὸν ἐπ ' εἰλαπίνῃσιν ἐμῇσι σήμερον : αὐτὰρ ἔπειτα μαχήσεαι ὡς ἐπέοικεν . Ὣς | ||
| ὅν ποτ ' ἔγωγε τυτθὸν ἐόντ ' ἀτίταλλον ἐν ἀγκοίνῃσιν ἐμῇσι προφρονέως . Ὃ δ ' ἄρ ' ὦκα θεῶν |
| ' ἐνὶ κλισίῃ πίνοντέ τε δαινυμένω τε κήδεσιν ἀλλήλων τερπώμεθα λευγαλέοισι μνωομένω : μετὰ γάρ τε καὶ ἄλγεσι τέρπεται ἀνήρ | ||
| ἔτλην μέγα πένθος , ἐπεὶ θεὸν οὔ τι ἔοικε πένθεσι λευγαλέοισι καὶ ἄλγεσι θυμὸν ἀχεύειν . Τῶ σε καὶ ἀχνυμένην |
| φόρτοι ἀπώλεσαν , οἷς κέρδος ἦν συγκαταδῦναι τοῖς κύμασιν . ἐκβολὰν φέρει ] ἔκπτωσιν ὑπομένει . . ἀλφηστῶν ] ἐφευρετῶν | ||
| . θΞ ἐκβολὰν ] ῥῖψιν . ἐκβολὰν ] ἐκφόρευσιν . ἐκβολὰν ] ἔκπτωσιν . θ φέρει ] πάσχει . φέρει |
| λαβεῖν ἑκατὸν Βαβυλῶνας ἐπὶ τῷ μὴ Ζώπυρον ἔχειν ὁλόκληρον . Κρεῖσσον ὀλίγον φωτίζεσθαι , ἢ παντελῶς σκοτίζεσθαι . Κριτὴς κάκιστος | ||
| διδόναι τοὺς ἀδικοῦντας , ἐλεεῖσθαι δὲ τοὺς ἀδίκως κινδυνεύοντας . Κρεῖσσον δὲ χρὴ γίγνεσθαι ἀεὶ τὸ ὑμέτερον δυνάμενον ἐμὲ δικαίως |
| καί ῥα Ποσειδάωνα μέγαν θεὸν ἀντίον ηὔδα : ὢ πόποι ἐννοσίγαι ' εὐρυσθενές , οὐδέ νυ σοί περ ὀλλυμένων Δαναῶν | ||
| ἀλόχοισι Τὸν δ ' αὖτε προσέειπεν ἄναξ ἑκάεργος Ἀπόλλων : ἐννοσίγαι ' οὐκ ἄν με σαόφρονα μυθήσαιο ἔμμεναι , εἰ |
| ἡ νίκη τοῦ Στρεψιάδου σιωπηθῇ , κώμαζε καὶ συνέξαρχε σὺν ἁδυμελεῖ ὕμνῳ . περιττεύει δὲ ἤτοι ἡ ἔν πρόθεσις ἢ | ||
| ἐπετέλουν . Διανέμων ] Διέπων καὶ κυβερνῶν . Κώμῳ μὲν ἁδυμελεῖ ] * Τοῦτο ὡς ἀπὸ τοῦ χοροῦ δύναται λέγεσθαι |
| , καρτεροῦσιν . Φωλειῇς : ἐν ταῖς φωλειοῖς , ἐν φωλεαῖς . Φωλεὰ παρὰ τὸ ἀπολωλεκέναι τὸ φῶς . πρόβατοί | ||
| . χαράδραις : κοιλώμασι , βόθροις , σχίσμασι πετρῶν , φωλεαῖς . Καί τιν ' : ἐάν τινα . εἰλυμένον |
| πανοῦργος γέγονεν . Θ . . . ὡς πολὺ : Λίαν καταπολύ . μεθέστηχ ' : Μετεβλήθη . εἶχε : | ||
| σοι αὐτὸν ἐν μιᾷ νυκτί . Καὶ ἔγνω Ἰακὼβ τὴν Λίαν , καὶ συλλαβοῦσά με ἔτεκε : καὶ διὰ τὸν |
| ἐόντα . ἡ δ ' οὔτ ' ἀθρῆσαι δύνατ ' ἀντίη οὔτε νοῆσαι : τῇ γὰρ Ἀθηναίη νόον ἔτραπεν . | ||
| καλεῖ . . Κασπάπυρος : πόλις Γανδαρική , Σκυθῶν δὲ ἀντίη . Ἑκαταῖος Ἀσίαι . . : καὶ περὶ τὸν |
| , ἐπεί κεν ἀνὴρ ἀναθείη , ἀλλ ' οὐκ ἂν μαχέσαιτο . ἀμφὶ δὲ πόρκης χρύσεος ἀστράπτει καὶ ἐπ ' | ||
| , ἐπεί κεν ἀνὴρ ἀναθείη , ἀλλ ' οὐκ ἂν μαχέσαιτο ” . τοῦτο δὲ ἵνα δείξῃ ὡς Δημοσθένους , |
| ὅταν σὺ μέγας ὢν ἤτοι ἀνὴρ γενόμενος , ἢ μᾶλλον εὔμοιρός τις καὶ περίβλεπτος ἐφ ' ἅρματος ὀλυμπιονίκης ἢ θριαμβονίκης | ||
| τόποις . παρείληφε δὲ τὰς Μοίρας καὶ τὸν Χρόνον ὅτι εὔμοιρός τε ὁ ἀγὼν ἔσοιτο καὶ εἰς ἅπαντα τὸν αἰῶνα |
| ἀπάγει , σιγῶν δ ' ὄλεθρος καὶ μέγα φωνοῦντ ' ἐχθραῖς ὀργαῖς ἀμαθύνει . δενδροπήμων δὲ μὴ πνέοι βλάβα τὰν | ||
| Ἐννοσίγαιος σὺν πυρί . καὶ γὰρ δὴ τὸ πνοαῖς συνδάμναται ἐχθραῖς πῦρ μὲν ἀείζωον καὶ ἀχύνετον ἔτρεσεν ὕδωρ ἀργέστας , |
| πάντα τρόπον καὶ παρὰ τῶν ἐχθρῶν ἀνυμνεῖσθαι . εἴ τις ἀντάεις : ἔναντα δαείς . τὴν νίκην τοῦ νικηφόρου . | ||
| φυγών : οὕνεκεν , εἰ φίλος ἀστῶν , εἴ τις ἀντάεις , τό γ ' ἐν ξυνῷ πεποναμένον εὖ μὴ |
| : δεινὴ γὰρ μετόπισθεν ὄπις ξενίου Διὸς ὅς κ ' ἀλίτηται . τῷ αὐτῷ ἀναπαυομένῳ τὴν νύκτα ὑπὸ πίτυν ἐπιπίπτει | ||
| γὰρ μέτ ' ὄπις ξενίου Διός , ὅς κ ' ἀλίτηται . ἀναχθεῖσι δὲ αὐτοῖς συνέβη ἐναντίου ἀνέμου γενομένου παλινδρομῆσαι |
| κεν ἀνὴρ ? [ ] [ οὐδὲ ] θεῶν ? ὥριστος ἀλεξήσειεν [ ὄλεθρον ] ? . [ ] ο | ||
| παράγωγον φημί , ἐξ οὗ τὸ ” πέφαται δ ' ὥριστος Ἀχαιῶν ” καὶ ἀρηΐφατος . . . . . |
| ' ὅτι χαίρω πόλλ ' ἀκούων καὶ κακά ; ὦ λακκόπρωκτε . πάττε πολλοῖς τοῖς ῥόδοις . τὸν πατέρα τύπτεις | ||
| : καὶ τοῖς ποσὶν χωρὶς πρίω μοι βάκχαριν . ὦ λακκόπρωκτε , βάκχαριν τοῖς σοῖς ποσὶν ἐγὼ πρίωμαι ; λαικάσομἄρα |