ἀπ ' ἧς ὑδρεύετο πᾶν τὸ στράτευμα τὸ Ἑλληνικόν , συνετάραξαν καὶ συνέχωσαν . Ἦσαν μέν νυν κατὰ τὴν κρήνην
, παραμυθεῖσθαι δὲ | τὴν ψυχήν , εἰ βιωτικαὶ φροντίδες συνετάραξαν αὐτήν , τονοῦν δὲ τὰ μέρη μετὰ τῶν ὅλων
6673078 φρικης
ὀξεῖ καὶ ἀδιαλείπτῳ πυρετῷ μετ ' ὀδύνης νυγματώδους ὁμοῦ καὶ φρίκης καὶ δυσπνοίας καὶ βηχός . σξεʹ . Καρδιακὴ διάθεσίς
. αἵματος δὲ οὐκ ἔνι πίθος αὐτῷ οὐδὲ δείματος οὐδὲ φρίκης , ἀλλὰ καὶ ὅπου ἔλαθε κατορωρυγμένος μένει εὐρωτιῶν καὶ
6515463 ἀδιακριτου
τὴν ὕπαρξιν ἐπ ' ἴσης προσεμαρτύρησαν . τοσαύτης οὖν καὶ ἀδιακρίτου στάσεως οὔσης περὶ τῆς τῶν αἰσθητῶν ὑποστάσεως , πῶς
ὅπου μὲν διακεκριμένης , ὅπου δὲ ἀδιακρίτου , καὶ αὐτῆς ἀδιακρίτου μενούσης . Εἰ δὲ ὅλως καὶ διάκρισιν αὐτὴν ὀνομάζομεν
6501505 εὐκρατου
ἐϲτιν ἐκ λεπτομεροῦϲ τε καὶ γεώδουϲ οὐϲίαϲ καί τινοϲ ὑδατώδουϲ εὐκράτου : ὅθεν καὶ τὸ ἐξ αὐτοῦ ϲυντιθέμενον ἔλαιον διαφορητικῆϲ
, ἀλλ ' ἀρκεῖ καὶ μόνῳ χρήσασθαι ἐμέτῳ διὰ πλείονος εὐκράτου πόσεως ἢ χυλῷ πτισάνης ἀπέριττον ἐργάσασθαι τὴν γαστέρα .
6442336 πυκνωσεως
ἀπὸ τοῦ πρὸς ταῖς ἄρκτοις ἀέρος * * * τῆς πυκνώσεως ἰσχυρότερον ποιεῖ . Ἐμπεδοκλῆς ὑπὸ τῆς περιεχούσης αὐτὸν σφαίρας
ἢ βαρύτητα γίνεσθαι , συνεργούσης καὶ τῆς ἐκ τοῦ ὕπνου πυκνώσεως . Διὰ τί ἠρέμα μὲν τῇ κινήσει χρώμενοι ,
6389611 ἀχνης
ὀσμῇ βαρεῖα , οὔτε ἄγαν ὑγρὰ οὔτε κατάξηρος . Ἁλὸς ἄχνης . . . . . . . . .
σὺν ἐλαίῳ σχινίνῳ καταχριστέον : ἢ ἀφρονίτρου , καὶ ἁλὸς ἄχνης , καὶ ἀλεύρου πυρῶν , ἑκάστου μέρος τὸ ἶσον
6372702 ῥεουσα
ἀνθρωπίνου βίου ὁ μὲν χρόνος στιγμή , ἡ δὲ οὐσία ῥέουσα , ἡ δὲ αἴσθησις ἀμυδρά , ἡ δὲ ὅλου
τῇ ὑποθέσει πραγμάτων ἔκθεσις εἰς τὸ ὑπὲρ τοῦ λέγοντος πρόσωπον ῥέουσα . Θεόδωρος δὲ οὕτως ὁρίζεται : διήγησίς ἐστι πράγματος
6287686 ἐπιστροφης
ἀνατολῶν Σάκαις παρὰ τὴν ἐντεῦθεν τοῦ Ἰαξάρτου μέχρι τῶν πηγῶν ἐπιστροφῆς , αἵτινες ἐπέχουσι μοίρας . . . . .
καὶ παραλελειμμένων ἀναγκαίων ὄντων τῇ ὑποθέσει . διὸ μετὰ πολλῆς ἐπιστροφῆς ὑπέρ τε ἐμαυτοῦ καὶ σοῦ ὡρμήθην ἐπὶ τὴν συγγραφὴν
6286496 νοτιδος
, ἐν οἷς κωνῶπες [ ] γίγνονται ἀπὸ τῆς ἐνυπαρχούσης νοτίδος τοῖς χωρίοις τούτοις . Ἔστω δὴ πρώτη σοι τῶν
μὲν ὄμβρου γαῖ ' , ὅταν ξηρὸν πέδον ἄκαρπον αὐχμῷ νοτίδος ἐνδεῶς ἔχῃ : ἐρᾷ δ ' ὁ σεμνὸς οὐρανὸς
6276984 κλυϲτηροϲ
ταῦτα προϲήκει . εἰ μὲν κάτω εἴη ῥοπή , διὰ κλυϲτῆροϲ , εἰ δὲ μετέωρα , ὑπηλάτῳ φαρμάκῳ καὶ μάλιϲτα
ποτε καὶ τὸ διὰ τοῦ εὐφορβίου ἄκοπον ἀνιεὶϲ παρέπεμψα διὰ κλυϲτῆροϲ μετὰ ἀφεψήματοϲ τήλεωϲ καὶ ἐπέτυχον . Ἐκ τῆϲ πρὸϲ
6263830 ἐμβραδυνειν
φοβέων : ταράσσων : τῇ ἀθρόᾳ κατ ' αὐτοῦ ὁρμῇ ἐμβραδύνειν οὐ συνεχώρει αὐτόν . ἀίσσων : λείπει ἡ ὑπό
εὐπεριφρόνητοι γίνωνται , μηδὲ πολὺ μήκοθεν , εἰς τὸ μὴ ἐμβραδύνειν αὐτούς , χρείας μελλούσης , ἑνωθῆναι τῷ περοῦντι στρατῷ
6253145 μεσογειου
γένος τῶν Πελασγῶν οὕτως ἐφθάρη . Οἱ δὲ διὰ τῆς μεσογείου τραπόμενοι , τὴν ὀρεινὴν τῆς Ἰταλίας ὑπερβαλόντες , εἰς
ὁδὸν Καμαριναίους καὶ Γελῴους : ἔτι δὲ τῶν ἐκ τῆς μεσογείου μεταπεμψάμενοί τινας ἐπ ' Ἀκράγαντος τὴν πορείαν ἐποιοῦντο ,
6242256 ἀδηφαγιας
. ὡς ἀδηφάγον καὶ ἀλφίτων δεκτικὸν διασύρει λέγων ὅμοιον . ἀδηφαγίας ὑπερβολή . ἀλλ ' ἐν θυείᾳ στρογγύλῃ : ὡς
ὄντα καὶ τρυφηλὰ καὶ σαρκῶν ὑγρῶν μεστά , ὑπὸ τῆς ἀδηφαγίας καὶ μέθης ἐς ὄγκον καὶ βάρος ἐξεχεῖτο καὶ πρὸς
6201639 καπνωδης
ἣ μὲν ὑγρὰ καὶ ἀτμώδης , ἣ δὲ ξηρὰ καὶ καπνώδης . καὶ ἡ πλεονάζουσα ὑγρὰ καὶ συνισταμένη νέφη ποιεῖ
τεφρώδης . ὠνόμασται δὲ παρὰ τὴν λιγνύν , ἥτις ἐστὶ καπνώδης αἰθάλη . γίνεται δὲ τοιαύτη διὰ τὴν ὑπερβάλλουσαν φλόγωσιν
6198029 ἐρημου
ἀϊστῶσαι πρόρριζον ἤ μιν ἄλλας ὁδοὺς στραφέντα φέρεσθαι διὰ τῆς ἐρήμου , ἵνα οὔτε ἄστεα οὔτε πάτος ἀνθρώπων , θῆρες
οὐ πανταχοῦ ὁ λόγος οὗτος , ἀλλ ' ἐπ ' ἐρήμου παθῶν καὶ κακιῶν , καὶ ἔστι λεπτὸς νοῆσαί τε
6179995 Κυρνου
Μελίτης καὶ Γαύλου καὶ Κερκίνης . Περὶ τῆς Αἰθαλίας καὶ Κύρνου καὶ Σαρδόνος . Περὶ Πιτυούσσης καὶ τῶν νήσων τῶν
καὶ τῆς Κελτικῆς τὴν Ναρβωνῖτιν , τρίτην δὲ Σαρδὼ μετὰ Κύρνου , καὶ Σικελίαν τετάρτην , πέμπτην δὲ καὶ ἕκτην
6151590 ἀπορροης
θνητῆς πλημμελείας τὸ σῶμα ἔχοντι , ἐκ δὲ τῆς ἀθανάτου ἀπορροῆς τὸν νοῦν λαμβάνοντι . Ἴδιον δὲ σαρκῶν μὲν ἡδοναί
. κατεσκεύασται δὲ ὀχετὸς τῇ πίττῃ διὰ τῆς συνθέσεως τῆς ἀπορροῆς εἰς βόθυνον ὅσον ἀπέχοντα πεντεκαίδεκα πήχεις : ἡ δ
6129689 ἀτραπος
? ? πολυρροθίων ? ? [ ] ὑμεναίων . [ ἀτραπὸς ] [ ] ἐννοσίγαιος ἐπ ' Αἰγυπτησα [ !
σαυτόν . Παῦε , πνιγηρὰν λέγεις . Ἀλλ ' ἔστιν ἀτραπὸς ξύντομος τετριμμένη , ἡ διὰ θυείας . Ἆρα κώνειον
6110471 σαπριαν
Χῖον ἄλυπον . ἔστι δέ τις οἶνος , τὸν δὴ σαπρίαν καλέουσιν , οὗ καὶ ἀπὸ στόματος στάμνων ὑπανοιγομενάων ὄζει
μου καὶ δεῖξόν μοι τὴν ἀγριότητά σου καὶ πᾶσαν τὴν σαπρίαν καὶ πικρίαν . καὶ εἶπεν ὁ θάνατος : Οὐ
6082590 Ἰκαριας
παῖδας τὰς σάρκας αὐτῶν ἐσιτοῦντο . βουλόμενος δὲ ἀπὸ τῆς Ἰκαρίας εἰς Νάξον διακομισθῆναι , Τυρρηνῶν λῃστρικὴν ἐμισθώσατο τριήρη .
οὖν καὶ ἄκρα τις Ἄμπελος βλέπουσά πως πρὸς τὸ τῆς Ἰκαρίας Δρέπανον , ἀλλὰ καὶ τὸ ὄρος ἅπαν ὃ ποιεῖ
6073555 πικροτητος
μικρότατον ἀντέσχε τοῦ πότου . αἴτιος οὖν ἦν ἡ τῆς πικρότητος δύναμις , ξηραντικὴ καὶ δάπανος ὑγρῶν οὖσα . κληθῆναι
μὲν ἱκανόν ἐστι καὶ αὐτό , ἔχει δέ τι καὶ πικρότητος ἐμφερόμενον ἐν αὑτῷ . Κάρω θερμαίνει καὶ ξηραίνει κατὰ
6058147 μεσογειας
μεσογείαι . Ἑκαταῖος Εὐρώπηι . . Μαλάνιος : πόλις μία μεσογείας τῶν Οἰνώτρων τῶν ὑπὸ Ἑκαταίου καταλεχθεισῶν ἐν Εὐρώπηι .
νοῦν ἅμα ἦρι ὁρμηθεὶς ἐκ τῆς Ἀδριανοῦ ἐπορεύετο διὰ τῆς μεσογείας Θρᾴκης τε καὶ Μακεδονίας ἐπὶ τὴν ἄνω Μυσίαν καὶ
6045897 ἀσεληνου
περὶ τὴν κατὰ τὴν ἀκρόπολιν φυλακὴν εὑρών , ὥρμησε νυκτὸς ἀσελήνου καὶ χειμερίου πρὸς τοὺς ἀνωτάτω τόπους . πολλὰ δὲ
τὸν ἐπίπλουν ταῖς πολεμίαις ναυσὶ ποιήσασθαι , αὐτὸς δ ' ἀσελήνου τῆς νυκτὸς οὔσης περιήγαγε τὴν δύναμιν , καὶ περιελθὼν
6032853 ἀῤῥωστιης
, περὶ δὲ τὰς ἀκμὰς , ἰσχυρότατα . Τῷ ἐξ ἀῤῥωστίης εὐσιτεῦντι , μηδὲν ἐπιδιδόναι τὸ σῶμα , μοχθηρόν .
, καὶ γνῶμαι ταραχώδεες ἐπιπολύ . Αἱ ἐκ νώτου ἀλγήματος ἀῤῥωστίης ἀρχαὶ , δύσκολοι . Ἐν ὀσφύος ἀλγήματι συντόνῳ καὶ
6032418 ἐπεγειρομενη
ἡ καθεκτικὴ δύναμις , διὰ πλημμελῆ βλάβην , πρὸ πέψεως ἐπεγειρομένη καὶ ἐξεῶσα πρὸ τοῦ δέοντος καιροῦ . ἢ διὰ
τὰ ἔντερα καὶ δάκνουσι καὶ ἀνιῶσι , καὶ πρὸ ὥρας ἐπεγειρομένη ἡ ἀποκριτικὴ δύναμις ποιεῖ τὴν διάρροιαν . ἢ καὶ
6032327 ῥηξεως
πραότερα πάντα φαίνεται τὰ συμπτώματα . πρὸς μέντοι τῷ τῆς ῥήξεως καιρῷ πάλιν ἐπὶ μᾶλλον ἐπιταθήσεται ἡ ὀδύνη : συναγωνίζεσθαι
γίνεται κατὰ τὸν πεπονθότα νεφρὸν , ἐν μέντοι τῷ τῆς ῥήξεως καιρῷ πάλιν παροξυσμὸς γενήσεται , ᾧ ἐπακολουθήσει ἔκκρισις τῶν
6023386 καθαρτηριου
περιττώματα . [ Κατὰ πόϲαϲ αἰτίαϲ οὐκ ἐκκρίνει ἡ γαϲτὴρ καθαρτηρίου δοθέντοϲ ; Κατὰ ε αἰτίαϲ , ἢ διὰ τὴν
ὑπερορίους τῶν σπλάγχνων χώρας αὐτὴν τὴν πολεμοῦσαν ἐπισύρεται κακίαν , καθαρτηρίου μιμούμενον χρείαν . οὐ τοσαύτη μὲν οὖν τῶν φαρμάκων
6017149 ῥυσεως
ἐνδείξεις , ἀλλ ' ἀπὸ τῶν παθῶν , στεγνότητος καὶ ῥύσεως οὐδαμῶς φαι - νομένων ; καὶ ἀνεπιδείκνυται , ὅπερ
ὤρυξε τὴν λίμνην , ὅπως μήτε διὰ τὸ πλῆθος τῆς ῥύσεως ἐπικλύζων ἀκαίρως τὴν χώραν ἕλη καὶ λίμνας κατασκευάζηι μήτ
6016838 ῥοην
. δαφοινῷ : φονικῷ . Βιαζομένῳ : συρομένῳ Ἄχνην : ῥοὴν αἵματος , ἀφρόν . Παφλάζων : ταρασσόμενος , καὶ
κοινὸν ἰῆϲθαι : ϲτύψεϲι τῶν ἀμφὶ τὴν κύϲτιν καὶ τὴν ῥοὴν [ τῶν ] χωρίων καὶ ἐμψύξεϲι [ ἢ ]
6014943 σπασμου
, ἐῤῥιπτάζετο , καί τι ἐσπᾶτο : λήγοντος δὲ τοῦ σπασμοῦ , ἔλαθεν ἀποσβείς : πρὸ δὲ τούτου , οὔρησεν
γνάθοι ἐπάγησαν : οὗτος ἔθανε σπώμενος ὀγδόῃ μετὰ τὴν τοῦ σπασμοῦ ἐπίληψιν . Ἐθεραπεύετο δὲ χλιάσμασιν ἀσκίοισι καὶ πυρίῃσιν ὀρόβων
5990818 διατεινεται
ἀμέτρου θερμασίας τῶν πυρετῶν καταφαίνεται . καὶ τὸ δέρμα δὲ διατείνεται τοῦ μετώπου ἰσχυρῶς καὶ τὰ βλέφαρα βαρύνονται , ὥσπερ
δύναμις , ἀφ ' οὗ πᾶν τὸ ποσὸν ἀπογεννᾶται , διατείνεται δι ' ὅλων ἡ αὐτὴ καὶ ὁρίζει ἕκαστον προϊοῦσα
5986154 καταχασμου
χυλῶν ἐπιτιθέναι ἢ τὸ Μνασαίου μάλαγμα , ἔπειτα σικύας μετὰ καταχασμοῦ προσάγειν , τροφὰς δὲ εὐχύμους διδόναι . Ταῦτα μὲν
περὶ τὸ ὀμφαλοῦ μέσον καὶ ἑκατέρωθεν μετὰ πολλῆς φλογὸς ἄνευ καταχασμοῦ . σὺν τούτοις δὲ πᾶσιν ἐμβοείτω τις αὐτῇ τραχυτέραις
5978216 οὐρησεν
λεπτὰ , οὐκ ἄχροα . Περὶ δὲ τεσσαρακοστὴν ἐὼν , οὔρησεν ὑπέρυθρα , ὑπόστασιν πολλὴν ἐρυθρὴν ἔχοντα : ἐκουφίσθη :
. Ἑβδόμῃ , ἄφωνος : ἄκρεα οὐκ ἔτι ἀνεθερμαίνετο : οὔρησεν οὐδέν . Ὀγδόῃ , ἵδρωσε δι ' ὅλου ψυχρῷ
5977179 τρεπομενης
φρονήσεως , ἧς εἰκὼν ἡ ἐν αὐτῇ τάξις . Οὐ τρεπομένης δὲ ἐκείνης ἀνάγκη μηδὲ ταύτην τρέπεσθαι : οὐ γὰρ
γὰρ ὁ καρπὸς ὥσπερ καὶ τοῖς ζώοις τὸ σπέρμα : τρεπομένης δ ' εἰς ἕτερον ἀεὶ καὶ ἀναλισκομένης ἀφαιρεῖται τὴν
5961530 ἐγκαθιστεον
ἐκλυθῆναι τὴν ἀπὸ τῆς φλεβοτομίας ταραχὴν ἀποθεραπευτέον τὸ σῶμα καὶ ἐγκαθιστέον εἰς ὑδρέλαιον θερμὸν ἢ τήλεως ἢ λινοσπέρμου ἢ μολόχης
' ἀσφάλτου : εἰ δὲ ἐπιτείνοιτο , καὶ μετὰ τροφὴν ἐγκαθιστέον αὐτοὺς εἰς ὑδρέλαιον . ἐνίοτε δὲ καὶ ἀφεψείσθω τῷ
5955843 πηξεως
, ὡς τὰ θειώδη . Λέγει δὲ τὴν καταρχὴν τῆς πήξεως τῶν αὐτῶν φευκτῶν ὑγρῶν ὅτε καὶ βραδύτερα γίνονται πρὸς
καὶ μακροτέραν ταύτης προθεσμίαν ὁρίζουσιν . ἡμεῖς δ ' ἐπεὶ πήξεως ἕνεκα πρὸς ἀδιάστροφον σχηματισμὸν εὐχρηστεῖν φαμεν τὰ σπάργανα ,
5954134 θραυσιν
σιδήρου , δι ' ἧς τοῖς τῶν πολεμίων πλοίοις ἐπιφερόμενα θραῦσιν ἐργάζεται . τὸ τότε συμβὰν τοῖς Πέρσαις κακὸν διηγούμενος
σιδήρου , δι ' ἧς τοῖς τῶν πολεμίων πλοίοις ἐπιφερόμενα θραῦσιν ἐργάζονται . στόλον ] πορείαν . . ἦρξε δ
5942606 θερμαινουσαν
βάθους τὸ παρεμποδὼν γινόμενον τῇ κυήσει φλέγμα . Δίαιταν δὲ θερμαίνουσαν καὶ ξηραίνουσαν προκρίνειν μετὰ γυμνασίων συμμέτρων καὶ τρίψεων ,
μὲν ψύχουσαν ἀπὸ τῶν τὰ ἐρυσιπέλατα ἰωμένων , τὴν δὲ θερμαίνουσαν διὰ τῶν θερμαινόντων , οἷον τὸ δι ' εὐφορβίου
5937670 ἀνῃειν
, μᾶλλον δὲ οὐ μόνος , ἀλλὰ μετὰ τοῦ ξίφους ἀνῄειν τοῦ συμμεμαχημένου καὶ τὸ μέρος συντετυραννοκτονηκότος , πρὸ ὀφθαλμῶν
τοῦ προκειμένου τὸν λόγον ἐξάγοντα , οὕτως συνέβη . ὡς ἀνῄειν ἐπὶ τοὺς βωμοὺς οὗ τοῖς Αἰθίοψίν ἐστιν ἡ φρουρὰ
5934666 ἀποδιωκουσιν
τεταρταίου , ἐπὶ δὲ ἀφημερινοῦ ἕν , πάντα τύπον πυρετὸν ἀποδιώκουσιν . Περὶ ἵππου . Ἵππος ζῷόν ἐστι τετράπουν ,
ἀφημερινοῦ , πάντα ῥίγη καὶ πυρετόν , καὶ πάντα κακὸν ἀποδιώκουσιν . ὠὰ δὲ ὀρνίθων ἄζυγα εἰς οὖρον ὄνου ἑψήσας
5932982 διανυσας
κατεστρατοπέδευσεν . ἑξῆς δ ' ἐν ἡμέραις τέτταρσι τὴν Σιττακινὴν διανύσας ἧκεν εἰς τὰ καλούμενα Σάμβανα . ἐνταῦθα δὲ μείνας
τὴν ἀγοράν , ὑπὲρ τὰς τρισχιλίας . οὗτος μὲν οὖν διανύσας τὸ Λιβυ - κὸν πέλαγος καὶ χειμασθεὶς ἀπέβαλε τῶν
5927618 Καταονιας
ἐς Κύπρον ἵκηται . „ ἐκ μέσων γὰρ τῶν τῆς Καταονίας πεδίων ἐνεχθεὶς πλωτὸς καὶ διεκπαισάμενος διὰ τῶν τοῦ Ταύρου
καὶ τὴν Συριακὴν ἐκτείνεται θάλατταν πρὸς τὴν ἑσπέραν ἀπὸ τῆς Καταονίας καὶ τὸν νότον : τῇ δὲ τοιαύτῃ διαστάσει περικλείει
5915897 πιλησιν
τε τὴν κατὰ τόπον κίνησιν καὶ εἰς τὴν τῶν σωμάτων πίλησιν , τρίτον δὲ προστίθησι τὸ ἀπὸ τῆς ὁλκῆς .
καθ ' αὑτά , μένοντα δὲ τί συμβάλλεται πρὸς τὴν πίλησιν , εἴγε καὶ πιλουμένων τῶν σωμάτων οὐκ ἐκχωρεῖ ,
5911990 λεπτης
δὲ πυρετοὶ γένωνται οὐ δυναμένῃ ἐν γαστρὶ λαβεῖν , καὶ λεπτῆς τῆς γυναικὸς ἐούσης , πυνθάνεσθαι χρὴ μή τι αἱ
τὰ ἄκαρπα , καθάπερ θριγγὸς χειροποίητος : καὶ ταῦτα μέντοι λεπτῆς αἱμασιᾶς περιέθει περίβολος . Τέτμητο καὶ διακέκριτο πάντα καὶ
5908449 γλισχροτητα
καὶ διὰ συνεχῶν βηχῶν μόλις πτυόμενα , ἤτοι πάχος ἢ γλισχρότητα , ἢ πλῆθος ὑγρῶν ἢ ἀπεψίαν ἢ τινα ἀδυναμίαν
εἶναι μήτε γλίσχραν : διὰ γὰρ τὴν ὑγρότητα καὶ τὴν γλισχρότητα οὐχ ὁμοίως ἐργάσεται τὸ θερμὸν , ἀλλὰ χρὴ τοιαύτην
5906168 ἰατεον
τὸ διακέντητον κολλύριον καὶ τὰ παραπλήϲια . τὴν δὲ ϲκληροφθαλμίαν ἰατέον ὁμοίωϲ μὲν διὰ τῶν ὑγραϲίαν ἀποκρίνειν δυναμένων φαρμάκων ,
: τὸ γὰρ ἀτέκμαρτον ἐν τῇσι καθάρσεσι δι ' εὐλαβείης ἰατέον : καὶ γὰρ καὶ στομάχου κάκωσιν ὑφορώμεθα , καὶ
5902654 λειεντερια
ἐνίοτε δὲ καὶ ὕδρωπος διὰ κοιλίας ἐκκενωθέντος , ἕπεται ἡ λειεντερία : ἀτροφίας δὲ καὶ καχεξίας ἀδιορθώτους ἐπιφέρει , παρακολουθεῖ
' ἃς οὐ κρατεῖ τὰ ἔντερα τῆς τροφῆς , ὅθεν λειεντερία εἴρηται ἐκ τῆς περὶ τὰ ἔντερα λειότητος . διὸ
5895520 ἀναφερομενης
τελματοῦνται διὰ τὴν ἐκ τῶν ἡλίων ἀναθυμίασιν : βορβορώδους οὖν ἀναφερομένης τοσαύτης ἰκμάδος , νοσώδης ὁ ἀὴρ ἕλκεται καὶ λοιμικῶν
μὲν γὰρ ἀνατέλλειν τῆς αʹ καὶ κʹ μοίρας τῶν Χηλῶν ἀναφερομένης , τὸ δὲ λοιπὸν τῷ Σκορπίῳ μέσῳ μάλιστα συναναφέρεται
5889316 Θερμης
νηυσί , ἕνδεκα ἡμέρας παρέντες μετὰ τὴν βασιλέος ἐξέλασιν ἐκ Θέρμης . Τὸ δὲ ἕρμα σφι κατηγήσατο ἐὸν ἐν πόρῳ
πινόμενος ἀλλ ' ἐπέλιπε . Ξέρξης δὲ ὁρέων ἐκ τῆς Θέρμης ὄρεα τὰ Θεσσαλικά , τόν τε Ὄλυμπον καὶ τὴν
5888065 ἑλξαι
τι πρόκειται μόριον ἢ ἐκ τοῦ βάθουϲ εἰϲ τὴν ἐπιφάνειαν ἕλξαι τινὰ χυμὸν ἐπὶ τὸν κόϲτον ἔρχονται . οὐρητικόϲ τε
. τὰ μὲν γὰρ ὄπισθεν κινῆσαί τε καὶ μεταγαγεῖν καὶ ἕλξαι καὶ πᾶν ὅτι , δράσαι βίαιον ἱκανά : τὰ
5887411 ἐνεθεν
μετά τινοϲ τῶν ϲτυπτικῶν ἡψημένουϲ : καὶ ἔλαιον δὲ γλυκὺ ἐνεθὲν καὶ καταϲχεθὲν ὥραιϲ πλείοϲι τὴν περιωδυνίαν ἔλυϲεν . ϲυχνῆϲ
μέρη εὐερέθιστα κλυσμοῖς , ἢ ἐφ ' ὧν ἐγκατέχεται τὸ ἐνεθὲν ὑπομνήσεως χάριν καὶ ἐρεθισμοῦ τῆς ἐκκρίσεως : πολλάκις δὲ
5885244 ἁλμυρου
τὰ ὕδατα ἁλίζονται ἤγουν συναθροίζονται , εἴτε ἐπὶ τούτου τοῦ ἁλμυροῦ , ὃ ἡ συνήθεια λέγει τὸ ἅλας οὐδετέρως ,
κεφαλὴν συμφέρει καὶ ἡσυχάζειν καὶ διαδέσμοις χρῆσθαι τῶν ἄκρων . ἁλμυροῦ δ ' ὄντος καὶ δριμέος τοῦ ῥεύματος , ἐγχέοντα
5881146 εἰσβολης
καὶ τοῦ διαλείπειν . Καὶ ἐν μὲν τῇ ἀρχῇ τῆς εἰσβολῆς τοῦ παροξυσμοῦ κατεπείγει μᾶλλον ἡ συστολὴ τοῦ σφυγμοῦ μετά
Ἡσιόδου οἱ τά τε ἄλλα φαυλίζοντες καὶ τὸ ἐνθουσιαστικὸν τῆς εἰσβολῆς τῶν μετ ' αὐτοὺς στίχων ἀφαιρεῖν εἰπόντες : ὡς
5872211 μεταβληθειη
εἴωθε ταῦτα συνίστασθαι . Ὁπόταν γάρ τοι τοῦτο εἰς χολὴν μεταβληθείη μετρίως ἰδίαν ὑφ ' οἱασδήτινος αἰτίας τὰ τοιαῦτα τῶν
ποιότης καὶ ποσότης τῶν λυπούντων ἐπιταθείη χυμῶν καὶ τὰ οὖρα μεταβληθείη ἂν τῶν κατὰ φύσιν ἀφιστάμενα . Ἂν δὲ τὸ
5870370 ἀνυδριαν
. Παραπλήσιον δὲ τὸ συμβαῖνον καὶ ὅταν ἐξαυχμῶσι δι ' ἀνυδρίαν , οὐδὲ γὰρ τότε διαδιδόασιν . Βοήθεια δὲ καὶ
: σπανία δὲ καὶ αὕτη διὰ τὰ καύματα καὶ τὴν ἀνυδρίαν : οὐχ ὕει γὰρ ἀλλ ' ἢ δι '
5866512 στενης
ἄριστα ἐν τῷ ἕλει , τῆς ὁδοῦ , χειροποιήτου καὶ στενῆς οὔσης , ἑκατέρωθεν τῷ δόνακι κρύπτων . Καρσουληίου δὲ
: γαστὴρ δ ' , ὥσπερ εἰκός , ὠγκώθη , στενῆς δὲ τρώγλης οὐκέτ ' εἶχεν ἐκδῦναι . ἑτέρη δ
5864674 κοπρανα
ἐπώδυνα εἶχεν : ἀπὸ δὲ κοιλίης βάλανον προσθεμένῳ , μέλανα κόπρανα διῆλθεν . Ἑκκαιδεκάτῃ , οὖρα λεπτὰ , εἶχεν ἐναιώρημα
παρέμενεν , οὐκ ἀφίστατο : ἀπὸ δὲ κοιλίης ἐρεθισμῷ σμικρῷ κόπρανα λεπτὰ , οἷα ἄπεπτα , πολλὰ διῄει μετὰ πόνου
5855454 ἐπιρροην
. εὖ γε τὸ προσνεῖμαι τῷ σαρκῶν ὄχλῳ τὴν αἵματος ἐπιρροήν , οἰκεῖον οἰκείῳ : τοῦ δὲ νοῦ τὴν οὐσίαν
καὶ σῆψις ἐξ ἧς πέφυκε βλαστάνειν ἔτι δ ' ὕστερον ἐπιρροήν τινα λαμβάνῃ τῆς τροφῆς : οὕτω γὰρ αὐτῶν ἡ
5854835 τροπιος
, βροτὸν ἄνδρα παρεῖναι . τὸν μὲν ἐγὼν ἐσάωσα περὶ τρόπιος βεβαῶτα οἶον , ἐπεί οἱ νῆα θοὴν ἀργῆτι κεραυνῷ
πολυκλύστῳ ἐνὶ πόντῳ : τὸν δ ' ἄρ ' ἐπὶ τρόπιος νηὸς βάλε κῦμ ' ἐπὶ χέρσου , Φαιήκων ἐς
5853178 ἐρυθροτης
πολὺν τὸν αἱματικὸν χυμὸν ἐν τῷ σώματι εἶναι παχύτης καὶ ἐρυθρότης οὔρου . τοιοῦτον οὖρον ἐν συνεχέσι πυρετοῖς καὶ ἐν
ὑπόλευκα . σημεῖον τῶν ἀφημερινῶν λευκότης καὶ λεπτότης οὔρων ἢ ἐρυθρότης ἢ παχύτης θολερά . σημεῖον τριταίων ἢ πυρρὰ ἢ
5849375 ἐκρυσιν
νῆσος , καὶ ὑπεδέξαντο θεοὺς ἀμφότεραι : καὶ ἡ μὲν ἔκρυσιν διὰ πελάγους , ἡ δὲ ἐκ τοῦ Νείλου διὰ
πληρωθείσης ὑπὸ τῶν ποταμῶν τῆς θαλάττης , κατὰ δὲ τὴν ἔκρυσιν ἀνακαλυφθῆναι τὰ τεναγώδη πρότερον . φέρει δ ' αἰτίαν
5847984 ἐπιταθεισης
ἂν ἀπὸ τῶν κατὰ φύσιν πρὸς τὸ πυρρὸν χωροῦντα , ἐπιταθείσης δὲ τῆς θερμότητος , προσεπιδοθείη ἂν καὶ τὰ χρώματα
γε μὴν ἄκρατα μέλανα ἔστι μὲν ὄτε ἐπὶ τὸ ἔσχατον ἐπιταθείσης θερμότητος σημεῖα πέφυκεν , ὁπόταν δηλονότι τούτων χλωρὰ ἡγήσωνται
5842724 λυγου
τε λύγῳ καὶ τρύγα πίνει μελιηδέα . Ὁ γὰρ τῆς λύγου στέφανος ἄτοπος : πρὸς δεσμοὺς γὰρ καὶ πλέγματα ἡ
. ἐλυγίχθης : ἐδεσμεύθης : μεταφορικὴ ἡ λέξις ἀπὸ τοῦ λύγου . ἤδη γὰρ φράσδει πάνθ ' ἅλιος : ἤδη
5835264 ῥηξιν
δὲ ἡ ὀδύνη ᾖ νεαρὰ , προσδέχεσθαι χρὴ ὡσαύτως αἵματος ῥῆξιν διὰ ῥινῶν , ἢ ἐκπύησιν , ἄλλως τε ἢν
ἡμέρας , ὅ τε πυρετὸς ἔχοι , ὑποσκέπτεσθαι χρὴ αἵματος ῥῆξιν διὰ ῥινῶν , ἢ ἄλλην τινὰ ἀπόστασιν ἐς τὰ
5835065 ὑπονομον
φλυκτὶς φλύκταινα ἐπιμήκης , μάλιστα περὶ βουβῶνας καὶ μασχάλας . ὑπόνομον ἕλκος , ὃ καὶ βάθος ἔχει καὶ κόλπους .
δὲ μεταξὺ Λαοδικείας καὶ Ἀπαμείας λίμνη , καὶ βορβορώδη καὶ ὑπόνομον τὴν ἀποφορὰν ἔχει πελαγία οὖσα : φασὶ δὲ καὶ
5828779 διωρυγος
συστρατευομένων Ἑλλήνων πρῶτοι καὶ μόνοι διὰ στενῆς τινος καὶ βαθείας διώρυγος ἐτόλμησαν διαβῆναι παραβόλως . διαβάντων δ ' αὐτῶν καὶ
τοῦ Δέλτα . τὰ δ ' ἐν δεξιᾷ τῆς Κανωβικῆς διώρυγος ὁ Μενελαΐτης ἐστὶ νομὸς ἀπὸ τοῦ ἀδελφοῦ τοῦ πρώτου
5826715 σβεσθεντος
τὸ μόριον ἀνέντατον ἔσται . ἄλλο . ἀπὸ λύχνου αὐτομάτως σβεσθέντος λαβὼν πομφόλυγα τὴν ἔτι ζῶσαν βάλλε εἰς τὸ πόμα
καὶ τὸν Μελέαγρον φθίνειν ὑπὸ λύπης τε καὶ δυσθυμίας : σβεσθέντος δὲ οἴχεσθαι ἀποθανόντα . Οἱ πολλοὶ ἄνθρωποι ὁπόσα ἐπιτηδεύουσιν
5825524 ὑδρομελιτος
δίδου . ἄλλο . χελιδονίας βοτάνης χυλὸν μετὰ οἴνου καὶ ὑδρομέλιτος δίδου τοῖς ἀπυρέτοις . ἄλλο . ὑπερικοῦ ⋖ αʹ
. αʹ . ἀμμωνιακοῦ θυμιάματος ἢ σμύρνης ἢ δαφνίδος μετὰ ὑδρομέλιτος ἢ θύμου κορύμβων δραχ . ιʹ . ἢ χολῆς
5824813 Συρτεως
. . . . . λη ∠ ʹ λβ . Σύρτεως μικρᾶς θέσις . Θέαιναι . . . . .
ἀπὸ τοῦ Ἀμψάγα ποτ . μέχρι τοῦ μυχοῦ τῆς Μεγάλης Σύρτεως , ἧς ἡ περιγραφὴ ἔχει οὕτως : Μετὰ τὰς
5817619 κεκορυφωσθαι
στήλας , ἀπὸ δὲ τῆς εἰς ὕψος ἀνατάσεως διὰ τὸ κεκορυφῶσθαι κύρβεις ἐκάλουν , ὥσπερ καὶ κυρβασίαν τὴν ἐπὶ τῆς
, ἀπὸ δὲ τῆς εἰς ὕψος ἀνατάσεως , διὰ τὸ κεκορυφῶσθαι , κύρβεις ἐκάλουν . Ὥσπερ καὶ κυρβασίαν τὴν ἐπὶ
5817569 συναισθησεως
, ἐνίαις δὲ καὶ ἀνάχυσις ἰκτεριώδης . τῆς πρώτης οὖν συναισθήσεως γενομένης πρὸς μίαν ἡμέραν συστολὴν παραλαμβάνειν , ἕνεκα τοῦ
ἐν τῇ γαστρὶ ὀρεκτικῶν μορίων καὶ φλεβῶν , μετὰ ψυχικῆς συναισθήσεως γινόμενον . Ἴδιον τὸ πολιοῦσθαι μόνον τοῦ ἀνθρώπου ,
5817386 ἐπαφαιρεσεως
καὶ ἐγγὺς καχεξίας γενέσθαι , τῆς ἡλικίας ἀπαιτούσης μετ ' ἐπαφαιρέσεως . ἐπιτήδειος δὲ καὶ ὁ κλυστήρ : ἐπιτομὴ δὲ
εἰ μὲν νέοι καὶ πολύαιμοι τυγχάνοιεν , φλεβοτομείσθωσαν μετ ' ἐπαφαιρέσεως , καὶ καθαρτικοῖς ὑπακτέον τὴν κοιλίαν : εἰ δ
5816024 διεκπιπτειν
μορίῳ πλεονάϲαντοϲ , ὡϲ μὴ ϲτέγεϲθαι πρὸϲ τῶν ἀγγείων ἀλλὰ διεκπίπτειν δροϲοειδῶϲ εἰϲ τὰϲ μεταξὺ κενὰϲ χώραϲ . καὶ τρώϲεϲι
σίφωνος ἐμφυσᾶν , κατὰ μηδένα τρόπον τὸ πνεῦμα τῆς σφαίρας διεκπίπτειν . σκοπῶμεν δὴ τὰ συμβαίνοντα : ὑπάρχοντος γὰρ ἀέρος
5803003 φαραγγος
πρὸς μυκτῆρας ἠρεθισμένη ᾄσσει : μεμαγμένη δὲ Δήμητρος κόρη κοίλη φάραγγος δακτύλου πιέσματι σύρει τριήρους ἐμβολὰς μιμουμένη , δείπνου πρόδρομον
αὐτὴν διὰ νειόθι τέμνων ἄκρην , ἐκ μεγάλης προχοὰς ἵησι φάραγγος . ἀγχίμολον δ ' ἐπὶ τῇ πολέας παρανεῖσθε κολωνούς
5801909 ὀπης
καὶ εἰ χρῄζοντες ὕπνου καθίσαιεν , ὀλισθαίνει μὲν ἐκ τῆς ὀπῆς τοῦ κλάδου ῥᾳδίως ὁ πάσσαλος , περιστραφεὶς δ '
διέρχεται . διανίσσεται : ἐξέρχεται , πορεύεται . αὐλοῦ : ὀπῆς , τῆς στενῆς ὀπῆς , διὰ τοῦ στενοῦ αὐλοῦ
5795726 ἑλκωσεως
πρὸς τὰς ὑπὸ γλίσχρων καὶ παχέων χυμῶν συνισταμένας φλεγμονὰς ἄνευ ἑλκώσεως ἀκριβῶς ποιεῖ . Πρὸ παντὸς μὲν τὴν φλεβοτομίαν παραλαμβάνειν
μὲν τῷ χρίσματι πλείονα προσήκει χρόνον , μὴ μέντοι μέχρις ἑλκώσεως : τὰ φθάσαντα δ ' ἀποδέρεσθαι λιθαργύρῳ μετὰ ῥοδίνου
5793937 φυσαλιδων
καὶ τὸ σπέρμα τοῦ σικύου μετὰ χρυσαττικοῦ καὶ ὁ διὰ φυσαλίδων τροχίσκος καὶ τὸ γάλα τὸ ὄνειον πινόμενον καὶ μάλιστα
Ποντικοῦ τὸ μέγεθος δι ' ὕδατος θερμοῦ . Ὁ διὰ φυσαλίδων τροχίσκος πρὸς τὰς ἐν νεφροῖς καὶ κύστει διαθέσεις καὶ
5792894 δυσφοριας
ἄνθρωπος καὶ εὔπνους καὶ εὔϋπνος καὶ ἄδιψος καὶ μηδεμίας αἰσθάνεται δυσφορίας ἢ ἀνωμαλίας , ἐκκρίνει δὲ οὖρα λεπτὰ καὶ ὑδατώδη
κρινομένοις , ὅσαι δ ' οὐχ οὕτως , ὑποτροπιασμοὺς ἢ δυσφορίας ἢ μακρονοσίας ἢ τὸ πάντων χείριστον , θανάτους ἐπάγουσι
5792172 περιεστελλετο
ἐπινέφελον : παρέκρουσεν . Ἑπτακαιδεκάτῃ , πρωῒ ἄκρεα ψυχρά : περιεστέλλετο : πυρετὸς ὀξύς : ἵδρωσε δι ' ὅλου :
, πνεῦμα ἐνεδιπλασιάζετο , οὐ μὴν μέγα : παρεφέρετο , περιεστέλλετο : φῦσα ἐνεοῦσα : οὐ διῄει κάτω οὐδὲν ,
5780392 κυματουται
ἐδύνατο , σῶσαι αὐτὸν ἐκ τῶν καθεστώτων κακῶν . Κἀνταῦθα κυματοῦται μὲν ὁ Νεῖλος , ἐπιπίπτει δὲ τῇ πυρᾷ τὸ
ὅλου μηδὲν κενὸν ἔχοντα : ἐπειδὰν δὲ πληγῇ πνεύματι , κυματοῦται κατὰ κύκλους ὀρθοὺς εἰς ἄπειρον , ἕως πληρώσῃ τὸν
5777493 καλια
οἷον οἰκίσκος ὀρνίθειος , παρὰ Ἡροδότῳ καὶ Ἀρχιλόχῳ . καὶ καλιὰ δὲ καὶ καλιὸς ὁ τοιοῦτος οἰκίσκος , ὡς Κρατῖνος
, ἡ περιουσία τῶν καρπῶν καὶ συγκομιδή . καλιήν : καλιὰ [ δὲ ] κυρίως μὲν ἡ νεοττιά , νῦν
5773459 ἀποκρημνον
τοὺς βαρβάρους Γηρῶντας αὐτῶν τοὺς γενάρχας ἐσχάτως Ἄγειν λαβόντας εἰς ἀπόκρημνον τόπον : Κτείνειν τε τούτους ἐν ῥοπάλοις καὶ λίθοις
τὸ ἱερὸν τῆς Ἀφροδίτης στενοχωρίας ἀναγκαζούσης ἐπὶ τὸ τῆς πέτρας ἀπόκρημνον ποιήσασθαι τὴν οἰκοδομίαν , κατεσκεύασεν ἐπ ' αὐτοῦ τοῦ
5771674 περιμενετω
. καὶ ἔστιν τοῦ ἑνὸς γνῶσις . Τοῦτο γὰρ ἡμᾶς περιμενέτω , ὥστε πολλαχῆ τὸ ἄρρητον καὶ ἄγνωστον , ὥστε
, ὅτι ποτὲ ἂν ᾖ : τοῦτο μὲν γὰρ ἡμᾶς περιμενέτω : ἀλλὰ καθὰ μόνον ἀπ ' ἐκείνου καὶ μετ
5759442 Ὀγδοῃ
ὑποχόνδριον δεξιὸν ἐπηρμένον : ὑφῆκεν ὑφ ' ἑωυτὸν χολῶδες . Ὀγδόῃ , ὡς ὑπὸ κωνώπων ἀναδήγματα . Πρὸ τῆς τελευτῆς
ταραχώδεα : ἀπὸ δὲ κοιλίης χολώδεα , λιπαρὰ διῆλθεν . Ὀγδόῃ , σμικρὸν ἀπὸ ῥινῶν ἔσταξεν : ἤμεσεν ἰώδεα ὀλίγα
5757809 Πρωϊ
: ἢ παρὰ τὸ παίζω , παίσω , παῖς . Πρωΐ . ὑπὸ τοῦ προϊέναι ἡμᾶς . Πόσις . ὁ
: ἢ παρὰ τὸ παίζω , παίσω , παῖς . Πρωΐ . ὑπὸ τοῦ προϊέναι ἡμᾶς . Πόσις . ὁ
5754674 ἑτοιμης
παντελῶς ἀπίστου : ἑψήματα γὰρ αὐτοῖς χορηγοῦσιν ἔκ τινος εὐτελείας ἑτοίμης γινόμενα , καὶ τῶν ἐκ τῆς βύβλου πυθμένων τοὺς
διδακτῆς τε καὶ αὐτομαθοῦς , τὸ μὲν ἀσθενέστερον διδασκομένης , ἑτοίμης δὲ τὸ ἐρρωμένον . ” Εἰς δὲ τὸν καιρὸν
5754597 τριψεως
ἔξωθεν μὲν ἀφέψοντες ἐλαίῳ καὶ συναλείφοντες ὅλον τὸ σῶμα μετὰ τρίψεως γενναίας , ἔσωθεν δὲ λαμβάνοντες , ὡς εἴρηται ,
λεαίνεται χρόνῳ πολλῷ , τὰ δὲ διὰ χυλῶν ὀλιγημέρου δεῖται τρίψεως . μετὰ δὲ τὸ αὐτάρκως ἔχειν τῆς λεάνσεως κόμμι
5754349 διεκπιπτει
θᾶττον , ἐν δὲ τῷ μανῷ πρὸς τοῖς ἄλλοις καὶ διεκπίπτει ἡ ὑγρότης . Ἡ δ ' αὐτὴ αἰτία καὶ
: καὶ εἴ που πόαι βαθεῖαι , καὶ διὰ τούτων διεκπίπτει ῥᾳδίως . καὶ ὅπερ τοῖς λέουσί φασι τὴν ἀλκαίαν
5754015 ἐσεβαλε
καὶ Μυσῶν ἦρχε Ἀρταφρένης ὁ Ἀρταφρένεος , ὃς ἐς Μαραθῶνα ἐσέβαλε ἅμα Δάτι . Θρήικες δὲ ἐπὶ μὲν τῇσι κεφαλῇσι
ἐνοχλοῦντα διαθέσθαι . ὧν καὶ ὁ Μιθριδάτης αἰσθανόμενος ἐς Καππαδοκίαν ἐσέβαλε καὶ τὴν ἰδίαν ἀρχὴν ὠχύρου . καὶ τάδε αὐτὸν
5753126 φλεγμονης
, προσλαμβάνοντα μαστίχην καὶ ἀψινθίου κόμην : χρονιζούσης δὲ τῆς φλεγμονῆς καὶ σκληρυνομένης , ἤδη ποικιλώτερα φάρμακα προσφέρειν χρὴ καὶ
θαλαττίων ἀτμῶν δριμυτέρων ὄντων ἐστὶ βιβρωσκόμενος , καὶ τύλωσιν μετὰ φλεγμονῆς ἀναδέχεται , ὡς ἐκ τούτου παχυνθέντος τὸ τοῦ πτερυγίου
5750340 συνεχειας
ταῦτα δὲ καὶ πεπονθότα διά τινα δυσκρασίαν ἢ ἔμφραξιν ἢ συνεχείας λύσιν , τοῦ μὴ ὁρᾷν ἢ κακῶς ἡμᾶς ὁρᾷν
ἐν τῇ καταγματικῇ ἀγωγῇ πρώτως δύο , ἅτινα λύσεώς εἰσιν συνεχείας . ἢ γὰρ ἐγκαρσίως τέμνεται ἢ ἐπ ' εὐθείας
5748560 θλιψεως
ἀθλίπτως , καὶ ἐπιδέσμῳ περικρατεῖν . Εἰ δὲ ἐκ τῆς θλίψεως φλεγμονὴ εἴη γενομένη , στρόφοι τε καὶ ἐμπνευματώσεις συμβαίνοιεν
ἐλαφρὸν καὶ μὴ βίαιον . τὸ γὰρ ἐξ ἐλαφρᾶς τῆς θλίψεως πρόρυμον ἥδιστον καὶ λεπτότατόν ἐστιν , ὃ εἰς ἀγγεῖα
5740728 παγεντος
τῶν ὀφθαλμῶν τὸ πάθος , ὅπερ οὖν ὑγροῦ ἐπικλύσαντος καὶ παγέντος ἀφαιρεῖ τὴν ὄψιν αὐτούς . Κόχλος ἐστὶ θαλάττιος ,
τὰς Ἀθήνας στρατεῦσαι , Ἑλλάνικος δὲ ὁ Λέσβιός φησιν ὅτι παγέντος τοῦ Κιμμερικοῦ Βοσπόρου διέβησαν αὐτὸν καὶ ἦλθον εἰς τὴν
5739031 πυρωσεως
τις ἐκ τῆς μολυβδίτιδος λεγομένης ἄμμου γίνεται χωνευομένης ἄχρι τελέας πυρώσεως , ἡ δ ' ἐξ ἀργύρου , ἡ δ
μήτε παροξυσμοὺς ἐπιφέρων . ρπηʹ . Καῦσός ἐστιν ὁ μετὰ πυρώσεως πολλῆς γινόμενος ἀναστολὴν μηδεμίαν τῷ σώματι παρέχων , γλῶσσαν
5737529 ὀξυτεραν
ἧς ἰσχὺν τῶν ὅπλων ἕξομεν καὶ τὴν πρὸς αὐτοὺς τέχνην ὀξυτέραν μελετήσομεν προμαθόντες αὐτῶν τὰς ἐννοίας τῶν στρατηγημάτων . Δηιόκης
γὰρ ἐν τοῖς χιτῶσιν ἢ τοῖς πέριξ ἀγγείοις συστῇ , ὀξυτέραν τὴν ὀδύνην ἐργάζεται . εἰ μὲν οὖν μεγάλη σύμπασα
5736881 πνεειν
αὐτῇ διαίτῃ χρέεσθαι . Μετὰ δὲ ταῦτα ὥρη ἤδη ζέφυρον πνέειν , καὶ μαλακωτέρη ἡ ὥρη : χρὴ δὴ καὶ
. τῇ κϚʹ τοῦ Ἰουλίου , οἱ ἐτησίαι ἄνεμοι ἄρχονται πνέειν . τῇ λʹ τοῦ Ἰουλίου , ὁ λαμπρὸς ἀστὴρ
5735256 μεσογαιας
, καὶ Δρίβυκες : μεθ ' οὓς διατείνοντες μέχρι τῆς μεσογαίας Ἀμαριάκαι : καὶ Μάρδοι : κατέχουσι δὲ καὶ τὰ
νήσους στενῶν ἰχθυοφάγοι καὶ κρεοφάγοι κατοικοῦσι καὶ κολοβοὶ μέχρι τῆς μεσογαίας . εἰσὶ δὲ καὶ θῆραι πλείους ἐλεφάντων καὶ πόλεις
5734279 δηκτικη
καὶ βεβρωμένη , σχισθεῖσα δ ' ὑπόξανθος , διαμασηθεῖσα δὲ δηκτική . φύεται ἐν πεδίοις ξηροῖς καὶ βουνώδεσι τόποις καὶ
πτέρις , ἤγουν τὸ βλάχνον . ἔστι δὲ δριμεῖα καὶ δηκτική , διὸ καὶ τὰς πλατείας ἕλμινθας ἐκβάλλει καὶ ἀποσύρει
5729722 τριψιν
. . . ὅτι διά τε τὴν πάλην καὶ τὴν τρίψιν ἧττον κωλύεται καὶ διάτασις ἐκ τῶν ἄνω μᾶλλον :
τὴν ὑστέραν . ἐπεὶ μέντοι πρὸς τὴν τοπικὴν τῆς ὑστέρας τρίψιν αἱ διὰ ψιλῶν τῶν χειρῶν παραφοραὶ περίθλασιν φέρουσι ,
5729371 θερμηναι
μὴ εἴπῃς , ἀλλὰ ἀμύνασθαι . Σημῆναι , καθῆραι , θερμῆναι διὰ τοῦ η . Διωρία ἀδόκιμον , προθεσμία δέ
ἑτάροισιν ἐπισπέρχων ἐκέλευεν ὕδατος ἐν πυρὶ θέντας ἄφαρ κρυεροῖο λέβητας θερμῆναι λοῦσαί τε νέκυν περί θ ' εἵματα ἕσσαι καλά
5715274 πυρετιον
ἐπεφάνη ἐν τάξει : πάλιν δὲ τὴν αὐτὴν ὥρην τὸ πυρέτιον παρωξύνθη : οὖρα τροφιώδεα σμικρά : κοιλίη δὲ ,
ἱδρώτιον σχεδὸν καθ ' ὅλον τὸ σῶμα : καὶ τὸ πυρέτιον καταψύχειν ἐδόκει : καὶ ἔμφρων τὸ πρῶτον : προϊούσης

Back