. . . . . . με κα αἱ δὲ συναφαὶ τῶν δύο θέσεων . μβ κε καὶ τὸ καλούμενον
τὸ ἀλλήλων ἐφάπτεσθαι , κρέα , αἱ τῶν μελῶν κυρίως συναφαὶ καλοῦνται ἅψεα παρὰ τὸ ἅπτεσθαι ἀλλήλων . δαιτρεύουσιν :
7798957 ὑστεραι
τοῦ ἄρα δʹ ἄστρου ἐστὶν ἡ ἑῴα ἀληθινὴ ἐπιτολή : ὕστεραι δέ εἰσιν αἱ φαινόμεναι τῶν ἀληθινῶν . Ἔστω δὴ
τῷ τὴν ἐαρινὴν ἰσημερίαν περιέχοντι τῶν εἰρημένων ἡμισφαιρίων ἀπολαμβανομένων αἱ ὕστεραι κατὰ πλάτος πρὸς τὸν ἰσημερινὸν σχέσεις βορειότεραι πᾶσαι τῶν
7731784 ϲαρκεϲ
τοῦ αἵματοϲ # δ καὶ ϲυνέψει , ἕωϲ διαλυθῶϲιν αἱ ϲάρκεϲ τοῦ ἰχθύοϲ ἢ φρυγῶϲιν , εἶτα ϲειρώϲαϲ ἐπίβαλλε τῷ
τοῦ νοϲήματοϲ : ξηραὶ δὲ καὶ πυκναὶ τοῖϲ μελαγχολῶϲι αἱ ϲάρκεϲ . ἄλειμμα λιπαρὸν ἅμα τρίψιοϲ εὐαφοῦϲ , πολλῷ τῷ
7672561 γναθοι
πίτταν διαπέμπων εἰς Ἐπίδαυρον . καλοῦνται δὲ ἀσκώματα καὶ οἱ γνάθοι ἀπὸ μεταφορᾶς τῶν χαλκευτικῶν ἀσκωμάτων , ἅ εἰσι φῦσαι
πίνειν λευκόν . Τῇ Ἀσπασίου ὀδόντος δεινὸν ἄλγημα : καὶ γνάθοι ἐπήρθησαν : καστόριον δὲ καὶ πέπερι διακλυζομένη , ὠφελέετο
7633649 ἀνθαι
ἄρκτιον : εἶδος βοτάνης * ὁρμενόεντα : τῶν λαχάνων αἱ ἄνθαι ὁρμενὰ καλοῦσι , καὶ ἐξορμενίζειν τὸ ἐκβλαστάνειν καὶ ἐξανθεῖν
τὸ ἓν ἐπὶ παντὸς ἀμαθῶς : τῶν γὰρ λαχάνων αἱ ἄνθαι ὄρμενα καλοῦνται , καὶ ἐξορμενίζειν τὸ ἐκβλαστάνειν καὶ ἐξανθεῖν
7620291 σαρκες
ἰσχύν : καὶ ὥσπερ οὐκ ἔγνως ποῦ ἐπορεύθησάν σου αἱ σάρκες ἀφανεῖς γενόμεναι , οὕτως οὐκ ἐπίστασαι οὐδὲ πόθεν ἐγένοντο
δαμέντος ῥίζαι σὺν δέ τε φυλλὰς ἀποφθίνει , ἀνδρὶ δὲ σάρκες πυθόμεναι μινύθουσι : λόγος γε μὲν ὥς ποτ '
7487740 μητραι
ἐν οἴνῳ διεὶς κεκρημένῳ , πίνειν διδόναι . Ἢν αἱ μῆτραι μὴ κατέχωσι τὴν γονὴν , μόλυβδον καὶ λί -
δέονται καὶ κλυσμῶν καὶ θυμιημάτων . Ἢν δὲ λειανθέωσιν αἱ μῆτραι , τὰ ἐπιμήνια πλείω γίνεται καὶ κακίω καὶ ὑγρότερα
7455949 χορδαι
ὄργανόν τι ψαλτήριον . μέρη δὲ τῶν ὀργάνων νευραί , χορδαί , λίνα , μίτοι , τόνοι , πήχεις ,
τὸν σαπέρδην ἀποτῖλαι χρὴ κᾆτ ' ἐκπλῦναι καὶ διαπλῦναι . χορδαί , φῦσκαι , πασταί , ζωμός , χόλικες ἐν
7451340 τριχεϲ
ἥβη καὶ γένειον ψιλά : εἰ δὲ καὶ ἐπιμίμνοιεν παῦραι τρίχεϲ , ἀπρεπέϲτεραι τῶν ἀποιχομένων . δέρμα τῆϲ κεφαλῆϲ κατερρωγὸϲ
τε βλαβήϲεται πρὸϲ ἁπάντων τῶν ἔξωθεν . τοῖϲ τοιούτοιϲ αἱ τρίχεϲ τῆϲ κεφαλῆϲ βρέφεϲι μὲν οὖϲιν ὑπόπυρροι , παιϲὶ δὲ
7443945 χοινικιδες
: σχετλιαστικόν , ὡς θλιβομένων τῶν πεπεδημένων : ὅτι αἱ χοινικίδες πέδαι τινές εἰσι : χοῖνιξ δὲ πᾶν περιφερὲς καὶ
ὅτι ] ἀντὶ μιᾶς . σύριγγες ] ἄξονες , αἱ χοινικίδες περὶ ἃς ἑλίσσονται οἱ τροχοί . σύριγγες ] περιφραστικῶς
7398285 ἰσχυροτεραι
ὁ κανὼν , ὡς αἱ ἄτεχναι πίστεις τῶν ἐντέχνων εἰσὶν ἰσχυρότεραι : ὁ νόμος οὖν ἄτεχνός ἐστι πίστις , καὶ
παντάπασιν ἀπαλλάττεσθαι ἢ ὀλίγαι λείπεσθαι καὶ ἀσθενεῖς , τῶν δὲ ἰσχυρότεραι καὶ πλείους . Λέγεις δὲ καὶ τίνας , ἔφη
7362332 μαλακτικαι
μαλάγματα . διαφοραὶ δὲ τῶν ἀκόπων τρεῖς , θερμαντικαί , μαλακτικαί , ἀμυκτικαί . τοῖς μὲν οὖν θερμαίνουσι χρώμεθα ἐν
μήκους πληρώσει τὸν κάλαμον . Αἱ δὲ κολόκυνται γαστρός εἰσι μαλακτικαί . θεραπεύουσιν ὤτων ὀδύνας , τοῦ χυλοῦ αὐτῶν ἐμβαλλομένου
7347708 τριχες
ὅπου τυγχάνει τοῦ σώματος τὸ κολλῶδες ὂν , ἐνταῦθα αἱ τρίχες γίνονται ὑπὸ τοῦ θερμοῦ . Ἀκούει δὲ διὰ τόδε
καὶ παχύδερμον καὶ τετριχωμένον , καὶ θαυμαστὸν εἶναι πῶς αἱ τρίχες οὕτως ὀξέως ἀλλοιοῦνται . Γίνεται δὲ καὶ βοτάνη τις
7345623 αἱμορραγιαι
ἐκ τοῦ ὀδυνωμένου μέρουϲ . λύουϲι δὲ αἱ ἐκ ῥινῶν αἱμορραγίαι πολλάκιϲ καὶ φρενῖτιν , οὐ μέντοι λήθαργον ἢ περιπνευμονίαν
ϲτομάχῳ ἐϲτὶν ἡ ῥῆξιϲ : εἰ ὦν ἀπορραγῇ κοτε , αἱμορραγίαι οὐ κάρτα μεγάλαι , ὁκοῖαι ἀπὸ θώρηκοϲ : ἰϲχνὰ
7341887 φλεβεϲ
ἐν αὐτῷ μορίων , ἢ ϲφύζοιεν αἱ ἐν τοῖϲ κροτάφοιϲ φλέβεϲ , ἢ μῆλον ἢ ῥὶϲ ἢ ὀφθαλμὸϲ ἐρυθρότεροϲ γίγνοιτο
τὰ δὲ λευκὰ λευκότατα καὶ πίονα : μῆλα ἐρευθῆ , φλέβεϲ ἐν τῷ προϲώπῳ κυρταί . θῶμα δὲ ἐπὶ τουτέων
7324214 φλεγμοναι
πόρων , ἀπό τινων ἐνσκηψάντων χυμῶν , καὶ ἐμπνευματώσεις , φλεγμοναί τε καὶ σκίρροι μετὰ φλεγμονῆς , τὰ μέγιστα λυμαινόμενοι
σιαγόσι καὶ τραχήλῳ καὶ μασχάλαις καὶ βουβῶσιν , ἀδέσιν ἐοικυῖαι φλεγμοναί , εἰς πῦον τρεπόμεναι . χίμετλα γίνεται μὲν ὑπὸ
7310401 ἑλιτροχοι
δευτέρου μικρότερον , λόγον τῶν αὐλῶν τῶν συρίγγων ἐπέχοντα . ἑλίτροχοι ] περὶ ἃς ἑλίσσονται οἱ τροχοί . ἱππικῶν ]
. σύριγγες ἔκλαγξαν ] αἱ ὀπαὶ τοῦ ἄξονος ἤχησαν . ἑλίτροχοι ] αἱ συνελοῦσαι τοὺς τροχοὺς δι ' ὧν τὸ
7310372 παρειαι
, οἷς ἐρυθριῶμεν . ἀπὸ δὲ τῶν μήλων αἱ καλούμεναι παρειαὶ καὶ σιαγόνες καὶ γνάθοι , ὧν αἱ γένυες ἀπολήγουσιν
προσωνόμασεν ἐν τῷ Πολιτικῷ τῶν δ ' αὖ γενειώντων αἱ παρειαὶ λεαινόμεναι πάλιν ἐπὶ τὴν παρελθοῦσαν ὥραν ἕκασται καθίστανται .
7303927 κινουμεναι
: ἐξ ἐναντίας . ἐγχρίμπτονται : καταβάλλονται . Σπερχόμεναι : κινούμεναι . πνοῇ : ἀνέμῳ . τελαύρῳ : δυνατῷ .
νεφέλαι , ἀλλ ' ὑπὸ τοῦ ἀέρος ὡδὶ ἢ ὡδὶ κινούμεναι † † . νεφέλαι . . . ἀληθῶς ]
7301759 μετριωτεραι
μάλιστα τοῖς βρέφεσιν ἐπιγινόμεναι . τούτων αἱ μὲν ὑπόλευκοι , μετριώτεραι τῶν ἄλλων , χείρους δὲ αἱ ὑπέρυθροι : αἱ
κητώδειϲ τῶν ἰχθύων , ἐξ ὧν εἰϲιν οἱ θύννοι , μετριώτεραι δὲ αὐτῶν αἱ πηλαμίδεϲ . ἱκανῶϲ δὲ παχύχυμα τά
7290946 πληγαι
οὐκ οἶδ ' ἥντιν ' ἂν εἴποιμεν : δούλῳ δὲ πληγαὶ καὶ ὁ τοῦ σώματος αἰκισμός , ἃ μήτε γένοιτο
ὀπισθότονος ῥηθείη ἄν , εἰς τοὔπισθεν τοῦ σπασμοῦ ῥέποντος . πληγαὶ δὲ τούτων κατὰ τοῦ νωτιαίου τὰ αἴτια , καὶ
7283056 νηιαδες
υἱὸς ἵκηται , ὃν δὴ νῦν Χείρωνος ἐν ἤθεσι Κενταύροιο νηιάδες κομέουσι τεοῦ λίπτοντα γάλακτος , χρειώ μιν κούρης πόσιν
καὶ τὰ μὲν ἀθρόα πάντα δόμων ἐκ λύματ ' ἔνεικαν νηιάδες πρόπολοι , ταί οἱ πόρσυνον ἕκαστα : ἡ δ
7275581 νυκτεριδες
ἢ μέλιτος . Ἀλλαχοῦ δὲ διπήχεις ὄφεις ὑμενοπτέρους ὥσπερ αἱ νυκτερίδες , καὶ τούτους δὲ νύκτωρ πέτεσθαι , σταλαγμοὺς ἀφιέντας
ἐστι . πλατάνου φύλλα ἐπιφέρουσι ταῖς καλιαῖς : αἱ δὲ νυκτερίδες ὅταν αὐτοῖς γειτνιάσωσι , ναρκῶσι καὶ γίνονται λυπεῖν ἀδύνατοι
7255706 μαιαι
ἔτι αὐτὴ κυισκομένη τε καὶ τίκτουσα ἄλλας μαιεύεται . Αἱ μαῖαι , μέχρι δύνανται κυίσκεσθαι καὶ τίκτειν , οὐ μαιεύονται
| καὶ θάλπους ἐγγινομένας τοῖς σώμασι ζημίας , οὗ χάριν μαῖαι καὶ μητέρες , αἷς ἀναγκαία φροντὶς εἰσέρχεται τῶν γεννωμένων
7249504 σφυζουσιν
χρὴ τὰς φλέβας ἀποκαίειν τὰς πιεζούσας τὰς ὄψιας , αἳ σφύζουσιν αἰεὶ καὶ μεταξὺ τοῦ τε ὠτὸς καὶ τοῦ κροτάφου
κροτάφων καὶ τῶν ὤτων , αἳ πιέζουσι τὰς ὄψεις καὶ σφύζουσιν αἰεί : μοῦναι γὰρ αὗται οὐκ ἄρδουσι τῶν φλεβῶν
7242631 σκιαι
ἐπαναπαύεσθαι ἔοικεν ἐν τῇ τῶν ἰδεῶν ἀμερείᾳ , ὡς αἱ σκιαὶ ἐν τῇ τῶν αἰσθητῶν ἀντιτυπίᾳ . ὥσπερ τοίνυν τὰ
. παραπλεόντων δὲ τὴν Ἰνδῶν γῆν λέγει Νέαρχος ὅτι αἱ σκιαὶ αὐτοῖσιν οὐ ταὐτὸ ἐποίεον : ἀλλὰ ὅπου μὲν ἐπὶ
7225273 κληϊδες
γίνεται , καὶ ἡ ὄσχη διαφανὴς γίνεται , καὶ αἱ κληῗδες καὶ ὁ τράχηλος καὶ τὰ στήθεα καταλεπτύνεται : τήκεται
ὠχρὴ γίνεται , καὶ ὀδύνη ἰσχυρὴ ἐμπίπτει , καὶ αἱ κληῗδες λεπτύνονται , καὶ τὰ σιτία οὐχ ἁμαλῶς προσίεται ὥσπερ
7207963 θηλειαι
οἱ δὲ νεώτεροι αἰεὶ τοῦτο ποιήσαντες ὀχεύουσιν . καὶ αἱ θήλειαι δ ' ἀλλήλας ἀναβαίνουσιν , ὅταν ἄρρην μὴ παρῇ
ληφθεὶς ] ἐπτοήθη . . . . . ὅτι αἱ θήλειαι κέρατα οὐ φύουσιν . ἐκαλεῖτο δὲ ἡ ἔλαφος Κερυνία
7191676 ἐξορμενιζειν
ὁρμενόεντα : τῶν λαχάνων αἱ ἄνθαι ὁρμενὰ καλοῦσι , καὶ ἐξορμενίζειν τὸ ἐκβλαστάνειν καὶ ἐξανθεῖν ὁρμενόεντα : βεβηκότα καὶ κατὰ
: τῶν γὰρ λαχάνων αἱ ἄνθαι ὄρμενα καλοῦνται , καὶ ἐξορμενίζειν τὸ ἐκβλαστάνειν καὶ ἐξανθεῖν . λέγε οὖν ὄρμενα ,
7187148 ἐνεργειαι
ἰδίας τινὸς ὕλης οὔτε ψυχῇ κινούμενοι ὥσπερ ἡμεῖς , ἀλλὰ ἐνέργειαί εἰσι τῶν τριάκοντα ἓξ τούτων θεῶν . ἔτι δὲ
καὶ ἀπαριθμεῖται ταῦτα λέγων ὅτι τῶν ὄντων τὰ μὲν μόνον ἐνέργειαί εἰσιν , ὡς αἱ θεῖαι οὐσίαι , τὰ δὲ
7170922 ἀρτηριαι
. τέτταρα γοῦν ἐνταῦθα πάντα ἔστιν ἀγγεῖα , δύο μὲν ἀρτηρίαι , δύο δὲ φλέβες , μέσον ἑαυτῶν περιλαμβάνουσαι τὸν
ταύτης δευτέρας διαθέσεις ἐσήμαινον . οὐ γὰρ ἄν μεταβληθεῖεν αἱ ἀρτηρίαι , μὴ πρότερον τῆς καρδίας μεταβληθείσης : οὕτω δὴ
7157077 λαμβανομεναι
γὰρ αἱ ΑΒ , ΒΓ , ΓΑ καὶ ταύταις παραπλησίως λαμβανόμεναι ἀδιαφοροῦσιν εὐθειῶν . καὶ λοιπὴ ἄρα ἡ ὑπὸ ΑΒΓ
τῶν ὅρων ὁ δὲ ἐν μέρει , ὅσαι ἐξ ὑπαρχουσῶν λαμβανόμεναι προτάσεων συζυγίαι ἐν τῷ τρίτῳ σχήματι συλλογιστικὰς ἐποίουν συμπλοκάς
7156849 φλεβες
ἀφικέσθαι , τὸν ἐκ τῶν σιτίων ἀναδιδόμενον χυμὸν αἱματοῦν αἱ φλέβες πεφύκασιν . συνῆπται δὲ τὸ ἧπαρ τῇ μὲν γαστρὶ
αὖ τῶν ἄκρων οἱ ὄνυχες φύονται : τελευτῶσι γὰρ αἱ φλέβες αἱ τοῦ ἀνθρώπου πᾶσαι ἐς τοὺς δακτύλους τῶν ποδῶν
7150639 συριγγες
αἱ πλημμυρίδες τῶν ποταμῶν , πλῆμναι δὲ αἱ τῶν τροχῶν σύριγγες . πλῆθος καὶ ὄχλος διαφέρει . πλῆθος μὲν γάρ
. ‖ χνόαι : αἱ χοινικίδες , αἱ τοῦ ἄξονος σύριγγες . ‖ χνόην : τὸν τῶν ποδῶν ψόφον .
7133956 μορφαι
τρόπον καὶ τὸ γένος , καὶ ὃν τρόπον προσερχόμεναι αἱ μορφαὶ ἀτομοῦσι τὴν ὕλην καὶ εἰς ἄπειρον ἐξαπλοῦσι , τοῦτον
καλάμη καὶ ὁ στάχυς καὶ αἱ ποικίλαι καὶ παμπληθεῖς αὗται μορφαὶ προΐασι μέχρι τοῦ πυροῦ , εἶτα ἐντεῦθεν στάσις ἤδη
7133949 συνισταμεναι
: λογικαὶ δὴ καὶ αἱ περὶ τὸ ἄλογον ψυχῆς μέρος συνιστάμεναι , οἷον ἀνδρία καὶ σωφροσύνη , περὶ μὲν τὸ
πιπτουσῶν ἐν τῷ πηγῶν ἢ λιμνῶν ὕδατι πομφόλυγες ἤτοι φύσκαι συνιστάμεναι , αὐτίκα διαφθειρόμεναι ἦχον ἀποτελοῦσί τινα . 〛 πομφόλυγές
7121756 ἀνομοιαι
τοῦ λόγου , αἱ δὲ τῆς ἑρμηνείας ἰδέαι πολλαὶ καὶ ἀνόμοιαι μὲν ἀλλήλαις , λόγου δὲ ἄξιαι . ἔστω που
, οὐκ ἴσα ἐπὶ πασῶν ἀνέσεων , καὶ αἱ περιστάσεις ἀνόμοιαι , καὶ τὰ συμπτώματα διαφέροντα , καθ ' ἕκαστον
7120727 ὑλαι
' ὅτι τοῦτο ληφθὲν τὰς δύο προτάσεις ἐποίησεν , αἳ ὗλαί εἰσι τοῦ συλλογισμοῦ . ὡς συλλογισμοῦ οὖν ὕλη ἀλλ
δ ' ἡ Νομαντία ποταμοῖς δύο καὶ φάραγξιν ἀπόκρημνος , ὗλαί τε αὐτῇ πυκναὶ περιέκειντο , καὶ μία κάθοδος ἦν
7112992 οὐλαι
ἦσαν δὲ αἱ μὲν εὔφυλλοι καὶ μακραί , αἱ δὲ οὖλαι καὶ βοστρύχοις ἐμφερεῖς , ἀλλὰ βραχεῖαι , ὑπόξανθος δέ
αἱ μὲν ἁπαλαί , αἱ δὲ ὀρθαί , αἱ δὲ οὖλαι , αἱ μὲν φύσει πεφυκυῖαι , αἱ δὲ διὰ
7095638 ποιουσαι
ΒΓ : αἱ ἄρα ΑΓ , ΓΒ δυνάμει εἰσὶν ἀσύμμετροι ποιοῦσαι τὰ προκείμενα : λέγω , ὅτι τῇ ΑΒ ἑτέρα
Κεχαρίσθω δὲ εἶπεν ἐπειδὴ αἱ Χάριτές εἰσιν αἱ πάντα ἐράσμια ποιοῦσαι . Δύναται δὲ καί τις καὶ τὸ μακρότερα οὕτως
7091330 κνημαι
' οὗ ἐξικνεῖται τὰ ζῷα κνήσασθαι . κνώσσειν καθεύδειν . κνῆμαι ἐπὶ μὲν τοῦ ἡμετέρου “ ὑπὸ δὲ κνῆμαι ῥώοντο
ἑταιρίστριαι , γυναικώδεις , φίλανδροι , ἀκάθαρτοι , αἷς αἱ κνῆμαι περὶ τὸ σφυρὸν παχεῖαι καὶ οἱ δάκτυλοι τῶν ποδῶν
7081782 νεφελαι
Γαδρωσίων , ἀλλὰ τὰ ὄρη , ἵναπερ προσφέρονταί τε αἱ νεφέλαι ἐκ τοῦ πνεύματος καὶ ἀναχέονται , οὐχ ὑπερβάλλουσαι τῶν
ἐλαιώδη , φαῦλα δὲ ἔτι τὰ λεπτὰ καὶ ὑδατώδη . νεφέλαι δὲ καὶ ὑποστάσεις πονηραὶ αἱ πελιδναὶ , αἱ μέλαιναι
7080061 ληκυθοι
: Τὰ σενδούκια . πλήρη : Γεγεμισμένα . . 〚 λήκυθοι δὲ τὰ ἐλαιοδόχα ἀγγεῖα . 〛 τὸ φρέαρ :
. τὸ φρέαρ δ ' ἐλαίου μεστόν : αἱ δὲ λήκυθοι μύρου γέμουσι , τὸ δ ' ὑπερῷον ἰσχάδων .
7071349 ῥαβδοι
τὴν κόμην , ὅπως ὀρθοφυῆ τ ' ᾖ καὶ αἱ ῥάβδοι μὴ ἀπαρτῶνται . μετὰ δὲ ταῦτα περιτέμνουσιν , ὁπόταν
λαγαραί * στίλβουσι : λάμπουσι * διαυγέες : καθαραί * ῥάβδοι : γραμμαί ἀίδηλον ἤτοι δήξαντος ἀπροσδοκήτως φρίκη ἔδραμεν ἐπὶ
7057063 γενυες
, τοῖς τε τέλεον ἐχομένοις καὶ σφόνδυλοι καὶ σπάθαι καὶ γένυες , καὶ οὐκ ἔστι τις ὀστέου συνάρθρωσις ἣ οὐκ
, ἡμιτελέα : καὶ τὸ στόμα λελυμένον , καὶ αἱ γένυες καὶ χείλεα αἰεὶ ἐν κινήσει , ὥς τι θέλοντος
7049661 ὀφρυες
γὰρ λήγει τὸ μέτωπον ἀπὸ τῶν ἄνω κατιὸν , αἱ ὀφρύες διαδέχονται , οἷον πέρατα αὐτοῦ ὑπερέχοντα καὶ τετριχωμένα .
δὲ κάτω καθέλκηται καὶ τρόμος ἐν αὐτοῖς ἐνῇ αἵ τε ὀφρύες σπῶνται καὶ τὸ ἆσθμα τραχὺ καὶ πυκνὸν ἀναφέρηται ,
7049376 ἐπιγραφαι
Περιορισμὸς , ἀκρωτήρια , νῆσοι , ποταμῶν παραθέσεις , παραλίου ἐπιγραφαὶ , πελαγῶν ὀνόματα , ὄρη , ποταμοὶ ἢ λίμναι
αὐτὰ τὸ κῦρος ἔχει . διὰ τοῦτο αἱ τῶν δραμάτων ἐπιγραφαὶ προγράφονται τοῦ ποιητοῦ : Νιόβη Αἰσχύλου . Ὁμήρου δὲ
7045547 κωμῳδιαι
μικτὰ μὲν γενικά , ὡς αἱ τραγῳδίαι καὶ αἱ παλαιαὶ κωμῳδίαι : μέρος μὲν γὰρ τούτων γέγραπται κατὰ στίχον ,
δὲ οὔ . Καὶ μικτὰ μέν , ὡς αἱ Μενάνδρου κωμῳδίαι : πῆ μὲν γὰρ τετράμετρα ἐν τῷ αὐτῷ ποιήματι
7039243 λεγομεναι
ἵνα δηλώσῃ ὅτι ἆρα χωρὶς ἡ κατάφασις καὶ ἡ ἀπόφασις λεγόμεναι ψευδεῖς ὑπάρχουσιν , ὁ δὲ ἅμα λέγων αὐτὰς ἀληθεύει
ἄλλαι τρεῖς , ἰδίων μὴ τετευχυῖαι ὀνομάτων , κοινότερον δὲ λεγόμεναι μεσότητες τετάρτη , πέμπτη , ἕκτη : μεθ '
7033775 κρισιες
ἄρα σὺν Στίλβοντι καὶ Ἄρης κέντρῳ ἐπείη , τῆς ἕνεκεν κρίσιές τε δίκαι τ ' ἀγορῇσι πέλονται . Ζεὺς δὲ
δὲ καὶ Ἑρμείης ἐρατὸς σὺν τοῖσδε φανείη , τῶν ἕνεκεν κρίσιές τε μάχαι τ ' ἀγορῇσι πέλονται : οἱ δὲ
7026712 προειρημεναι
καὶ [ Γαλλίαν ] Ναρβωνησίαν . Ἀλλ ' αἱ μὲν προειρημέναι τρεῖς ἐπαρχίαι προσοικοῦσι τῷ ὠκεανῷ πρὸς τὰς ἄρκτους ἐστραμμέναι
παρ ' ἑκάτερα δὲ τοῦ ποταμοῦ αἱ διατριβαί εἰσιν αἱ προειρημέναι καὶ αἱ ἀνάπαυλαι . διὰ μέσων δὲ τῶν Τεμπῶν
7026164 ἀκριδες
τοῦ ὧδε Δωρικῶς τροπῇ τοῦ ω εἰς α . καὶ ἀκρίδες : ἀκρίδες λέγονται τὰ πωλία τὰ καθήμενα εἰς τὰ
ἡμιόνους , τοὺς πιστεύοντας αὐτῷ , οὐδ ' ὅσον αἱ ἀκρίδες τὸν νοῦν ἔχοντας . Ἐγὼ δέ , ὦ πάτερ
7023306 οὐϲαι
ᾗ καὶ τὰϲ τρίχαϲ ξανθίζουϲιν : αἱ δὲ ῥίζαι ϲτρυφναὶ οὖϲαι τοῖϲ ῥοώδεϲιν ἁρμόττουϲι πάθεϲιν , διακλύζονται δὲ αὐτὰϲ ἔνιοι
ὀφιάϲειϲ , ἓν μὲν ἄμφω κατά γε τὴν νοϲώδη διάθεϲιν οὖϲαι τὸ πάθοϲ , ὀνόματα δὲ ἐϲχηκυῖαι διαφέροντα παρὰ τὸ
7011102 φωναι
ἔχει πρὸς τὰς ἄλλας τέσσαρας διαφοράς : εἰσὶ δὲ πέντε φωναί : φθάνει οὖν εἶναι τὰς διαφορὰς εἴκοσι : τετράκις
διαστημάτων , τὰ δὲ διαστήματα ἐκ φθόγγων , οἵτινες πάλιν φωναί εἰσι πρῶται καὶ ἀδιαίρετοι καὶ στοιχειώδεις , ἐξ ὧν
6994622 δεδενται
, λῃστῶν ἐπαχθέντων Μάγνου καὶ Βουβάλου , οἳ καὶ ἤδη δέδενται ληφθέντες . “ Ἀλλὰ καὶ βαρβάροις πολλάκις ἔχρησεν ,
ἀμείψηται φάος . πέλας δὲ πῶλοι Θρηικίων ἐξ ἁρμάτων λευκαὶ δέδενται , διαπρεπεῖς ἐν εὐφρόνηι : στίλβουσι δ ' ὥστε
6994519 πηλικοτητες
παράλλαξις , ἐπὶ δὲ τῶν κατὰ μῆκος , ἐπειδὴ αἱ πηλικότητες τῶν ἐν τῷ κανόνι παρακειμένων γωνιῶν τὴν ἀπ '
, ὁ δὲ Ϛ τοῦ β τριπλάσιος : αἱ γοῦν πηλικότητες αὐτῶν ὁ διπλάσιος καὶ ὁ τριπλάσιος ὡς ἀριθμοὶ πολυπλασιασθέντες
6985726 φωλαδες
ὠτία δύσπεπτα , τρόφιμα δὲ μᾶλλον τηγανιζόμενα . αἱ δὲ φωλάδες εὔστομοι , βρομώδεις δὲ καὶ κακόχυλοι . ἐχῖνοι δὲ
ὦ λύκοι , ὦ θῶες , ὦ ἀν ' ὤρεα φωλάδες ἄρκτοι , χαίρεθ ' : ὁ βουκόλος ὔμμιν ἐγὼ
6969781 ῥαπτονται
σμικραὶ σφαῖραι καὶ σκληραὶ , οἷαι ἐκ τῶν πολλῶν σκυτέων ῥάπτονται : ἢν γὰρ μή τι τοιοῦτον ἐγκέηται , οὐ
εἰς τὸ ἴρινον ἢ κύπρινον καθήσομεν , ἢ δακτυλήθρας : ῥάπτονται δ ' αἱ δακτυλῆθραι ἐκ δέρματος Καρχη - δονίου
6955606 κοινωνιαι
ἢ ἐπιτείνοντα . γίνονται δ ' αὐτῶν καὶ κατὰ τετράχορδα κοινωνίαι : οἱ μὲν γὰρ ἡμιτονίῳ ἀλλήλων ὑπερέχουσιν , οἱ
ἐγένετο σῶι πόσει ; Πενθεύς , ἐμῆι τε καὶ πατρὸς κοινωνίαι . τίνος πρόσωπον δῆτ ' ἐν ἀγκάλαις ἔχεις ;
6953872 φαντασιαι
Τὸ δ ' ὅλον , αἱ μὲν αἰσθήσεις καὶ αἱ φαντασίαι καθαπερεὶ κάτοπτρα καὶ εἰκόνες ἐοίκασι τῶν πραγμάτων εἶναι :
? [ σκέψιν ποιεῖσθαι ] . αἱ μὲν [ γὰρ φαντασίαι ] τῶν ? ἀπόντων [ ἀπὸ τῆς ὄψεως ]
6946627 δειναι
βουβὼν μεστὸς ἦν καὶ πάντα ἐξῴδει , καὶ ὀδύναι παρηκολούθουν δειναὶ καὶ πυρετὸς ἔστιν ἃς ἡμέρας . ἐνταῦθα οἱ μὲν
' οὐχ ὅσι ' ἔθνηισκες † . ἰὼ ἰώ : δειναὶ μὲν αἱ τότε τύχαι , δεινὰ δὲ καὶ τάδ
6945165 καθαρσιες
Βεβαιότεραι δ ' αἰεὶ αἱ δι ' ἐλλεβόρων διὰ τοῦτο καθάρσιές εἰσιν , αἷς καὶ Μελάμπους ἐπὶ τῶν Προίτου θυγατέρων
Βεβαιότεραι δ ' αἰεὶ αἱ δι ' ἐλλεβόρων διὰ τοῦτο καθάρσιές εἰσιν , αἷς καὶ Μελάμπους ἐπὶ τῶν Προίτου θυγατέρων
6934215 σφιγγες
γὰρ ἀγριότητα ἐμφαίνει : γίνονται δέ , φησί , καὶ σφίγγες καὶ κυνοκέφαλοι καὶ κῆβοι λέοντος μὲν πρόσωπον ἔχοντες τὸ
. κεφ . νβʹ . περὶ σφιγγός . ὅτι αἱ σφίγγες ταχεῖαί εἰσιν ὡς ἐπὶ ὀρνέων . ὅτι τὸν οἶνον
6920811 τιτθαι
ἃ ὑπόκειται τῇ τῶν διδόντων ἐξουσίᾳ . Γ ὥσπερ αἱ τίτθαι : τίτθας καλοῦμεν τὰς τοῖς τιτθίοις καὶ τῷ γάλακτι
τοῦ ψεύδεσθαι : τοιοῦτοι γὰρ οἱ Κρῆτες . Καθάπερ αἱ τίτθαι σιτίζεις κακῶς . Κατόπιν ἑορτῆς ἥκεις : ἐπὶ τῶν
6910292 ἐσχαραι
μυρίων κατεσκευασμένος χρυσῶν . ἐπόμπευσαν δὲ καὶ θυμιατήρια χρυσᾶ καὶ ἐσχάραι ἐπίχρυσοι καὶ Δελφικοὶ τρίποδες καὶ φοίνικες ἐπίχρυσοι ὀκταπήχεις καὶ
Ἴσις ἔμμοτος μετὰ μέλιτος . ὅταν δ ' ἐκπέσωσιν αἱ ἐσχάραι , καὶ διὰ τῶν ἐπιτυχόντων σαρκοῦνται τὰ τοιαῦτα τῶν
6908604 ὑπεροχαι
μέσους δρόμους ὦσιν , ὅπου μείζους εἰσὶν αἱ τῶν παραυξήσεων ὑπεροχαί , τήν γε μέχρι τῶν τοσούτων ὡρῶν πάροδον ,
λϚ , τετραπλάσιος τοῦ θ , ἀπλανῶν . Αἱ δὲ ὑπεροχαί : λϚ ὑπερέχει δ , λβ η , κδ
6902611 ἀηδονες
ἀξιούντων τοιοῦτον εἶναι τὸν Ἀθηναίων στρατηγόν . Οὐδ ' ὅσον ἀηδόνες ὑπνώσσουσιν : ἐπὶ τῶν ἀγρυ - πνούντων : παρόσον
, καὶ ἄστομος ἵππος καὶ αὐλὸς ὁ ἄγλωττος . καὶ ἀηδόνες παρὰ Σοφοκλεῖ εὐστομοῦσιν . εἴποις δ ' ἂν καὶ
6890350 κρατισται
δὲ τὰ ἔσχατα νουσήματα αἱ ἔσχαται θεραπεῖαι ἐς ἀκριβείην , κράτισται . Ὅκου μὲν κάτοξυ τὸ νούσημα , αὐτίκα καὶ
οὐχ ὅτι κρατίστους ἔχουσι παῖδας , ἀλλ ' ὅτι αὐταὶ κράτισται παῖδές εἰσι : νέαι γάρ . αἱ κράτισται τῶν
6889017 θραυσαντυγες
] κακέ , κακή . . τύχαι ] δυστυχίαι . θραυσάντυγες ] αἱ καταθλῶσαι τὰς τῶν ἁμαξῶν . , αἱ
δὲ τοῦτο : ” ὦ σκληρὲ δαῖμον , ὦ τύχαι θραυσάντυγες “ . ἵππων ] διὰ τῶν . ἀπώλεσας ]
6888228 ἀπορροιαι
ταῖς γυναιξὶ τοὺς ἄνδρας : πρὸς γὰρ τῷ ἀσχήμονι καὶ ἀπόρροιαί τινες ἐκ τῶν γυναικείων σωμάτων καὶ περιττώματα χωροῦσιν ,
, οὐ γὰρ τὰς Ἡσιόδου καλουμένας Ἠοίας ἔσπευδον γράφειν , ἀπόρροιαί τινες , ὥσπερ ἀστέρων περιελείφθησαν , καὶ εἰς φιλοσοφούντων
6886097 φθειρουσαι
φθερσιγενεῖς ] αἱ ἐπὶ τῷ φθείρειν γεγονυῖαι . . αἱ φθείρουσαι τὸ γένος ἡμῶν . . κῆρες ] θανατηφόροι .
φθερσειγενεῖς ] αἱ φθείρουσαι τὰ γένη . φθερσειγενεῖς ] αἱ φθείρουσαι τὸ γένος . φθερσειγενεῖς ] αἱ τὰ γένη φθείρουσαι
6879484 προφαϲιεϲ
* μείρακεϲ καὶ οἱ μέϲφι ἀκμῆϲ , ἧϲϲον γυναῖκεϲ . προφάϲιεϲ δὲ ἀκραϲίη καὶ νοῦϲοϲ μακρή , μάλιϲτα ἐπὶ δυϲεντερίῃ
κόπρανα ὑγρά , δυϲώδεα . ἀπεψίαι γὰρ ξυνεχέεϲ αἱ τῆϲδε προφάϲιεϲ . ἢν δὲ τάδε ἀποκλυϲθῇ , φλεγματώδεα , ἔπειτα
6871445 αὐξονται
οἱ ὑμένες , αὐξομένου τοῦ ἐν τῇσι μήτρῃσιν ἐνεόντος , αὔξονται καὶ αὐτοὶ καὶ κολποῦνται καὶ μάλιστα οἱ ἔξωθεν :
κεφαλῇ φθεῖρες γίνονται . μόνου τοῦ ἀνθρώπου τεθνηκότος αἱ τρίχες αὔξονται . μόνου τοῦ ἀνθρώπου ζῶντος ὁ ἐγκέφαλος θιγγανόμενος ψυχρότατός
6865177 ὁρμαι
ἑορτήν . . . . , . ἄϊκες : αἱ ὁρμαί , διὰ τοῦ ι : καὶ γὰρ πολλάκις ὁ
μὲν γὰρ οὐκ ἐκινοῦντο καὶ ἐκεκράγεσαν ἐν ἡμῖν αἱ ἄλογοι ὁρμαί , σταθερώτερον ὁ νοῦς ἵδρυτο : ἐπειδὴ δὲ ἤρξαντο
6863711 μελισσαι
: ὃ γὰρ λέγει , τοιοῦτόν ἐστιν : ὥσπερ αἱ μέλισσαι , φησί , πᾶν ἄνθος δρέπονται , οὕτω καὶ
Τούτων δὲ Γύζαντες ἔχονται , ἐν τοῖσι μέλι πολλὸν μὲν μέλισσαι κατεργάζονται , πολλῷ δ ' ἔτι πλέον λέγεται δημιοργοὺς
6851059 αἰρονται
τῆς ψυχρό - τητος καὶ πυκνώσεως τῆς περὶ αὐτὰς γινομένης αἴρονται ὀρθαί : καὶ τοῦτό ἐστι τὸ τῆς φρίκης πάθος
, ἀφ ' ὧν οἵ τε πυρετοὶ καὶ αἱ δίψαι αἴρονται . γίγνονται μὲν οὖν διὰ ταῦτα . ἐν δὲ
6840233 ψυχραι
εἰϲ τὴν χρῆϲιν εὔφοροι , ἥκιϲτα δὲ αἱ ξηραὶ καὶ ψυχραὶ καὶ ἡ μὲν τῶν ἀκμαζόντων εὔθετοϲ , ἡ δὲ
κατοπτῶσι τούς γε προϋπάρχοντας ἐν αὐτῷ χυμούς : αἱ δὲ ψυχραὶ παχὺν μὲν καὶ δύσρουν καὶ δυσκίνητον ἐργάζονται τὸν ἤδη
6833588 ἐνεισιν
ἄνευ τῆς ὕλης ἕκαστον . διὸ καὶ ἀπελθόντων τῶν αἰσθητῶν ἔνεισιν αἰσθήσεις καὶ φαντασίαι , τὰ τῶν αἰσθητῶν δηλαδὴ ἐγκαταλείμματα
. Τῷ οὐκ εἰδότι ἄρα περὶ ὧν ἂν μὴ εἰδῇ ἔνεισιν ἀληθεῖς δόξαι περὶ τούτων ὧν οὐκ οἶδε ; Φαίνεται
6827107 βλαβαι
αἱ τῶν πολλῶν ὑπὲρ θεῶν ἀποφάσεις . ἔνθεν αἱ μέγισται βλάβαι [ αἴτιαι τοῖς κακοῖς ] ἐκ θεῶν ἐπάγονται καὶ
αἰγείοισι καὶ μηλείοισι , καὶ διαίτῃ κακῇ , πάντων αἱ βλάβαι μεγάλαι : οἵ τε γὰρ πυρετοὶ παρωξύνθησαν , κοιλίη
6824934 ἰνες
τῶν τοῦ σώματος μορίων ἐστὶν αὕτη . αἱ δ ' ἶνες αἱ μὲν ὀλίγῳ τινὶ μᾶλλον , αἱ δ '
κε θάνῃσιν . οὐ γὰρ ἔτι σάρκας τε καὶ ὀστέα ἶνες ἔχουσιν , ἀλλὰ τὰ μέν τε πυρὸς κρατερὸν μένος
6818245 ἀτομοι
σὴν ὑπόστασιν ἐξ ἀιδίου καὶ τὴν τούτου σύμβασιν . Εἴτε ἄτομοι εἴτε φύσις , πρῶτον κείσθω ὅτι μέρος εἰμὶ τοῦ
ὅλον [ ] ἰσοταχεῖς [ εἰσιν ] [ ] αἱ ἄτομοι λέγειν [ ] δ ' [ ἔστιν ] ε
6816480 ἀμιδων
. κἄχεζεν ] ἤγουν ἀπεδήμει . χρυσῶν ὀρῶν ] ἤγουν ἀμίδων , οὐροδόχων ἀγγείων . ξυνήγαγεν ] συνήρμοσεν . Γ
καταβραχὺ κατεσθίοντος . Σταμνία : οἱ μὲν ἀμαθεῖς ἐπὶ τῶν ἀμίδων τάττουσιν , οἱ δ ' ἀρχαῖοι ἐπὶ τῶν οἰνηρῶν
6808435 δηλαι
ἐνέργειαι ἕπονται καὶ ἀδηλότεραι μὲν αἱ οὐσίαι καὶ δυνάμεις , δῆλαι δὲ αἱ ἐνέργειαι , σταθμώμεθα δὲ τὰς ἕξεις ἐκ
] ἀκατάπαυστον . σελαγεῖται ] καταλάμπεται : διὸ καὶ ἡμεῖς δῆλαι πᾶσι δόξαιμεν . ⌈ μαρμαραίῃσιν [ μαρμαρέαισιν / ]
6807539 γυναικεϲ
μέν , καθὼϲ προείρηται , καὶ ἀπὸ τραυμάτων δὲ καὶ γυναῖκεϲ ἐν ταῖϲ ἐκτρώϲεϲιν . οἱ δ ' ἐπὶ τραύματι
τῆϲ γυναικὸϲ καὶ μᾶλλον καταρρόπου τὰ ϲκέλη ἐπηρμένα διακρατείτωϲαν ἑκατέρωθεν γυναῖκεϲ ἢ ὑπηρέται τινέϲ : εἰ δὲ μὴ παρείηϲαν ,
6792247 παραπληϲιοι
τῶν ἀμιναίων ἀμπέλων καρπὸϲ καὶ οἶνοϲ , καὶ ὅϲοι τούτοιϲ παραπλήϲιοι . αὐϲτηρὸϲ δὲ ἅμα καὶ γλυκὺϲ ὁ τοῦ φοίνικοϲ
: πρακτικαὶ δὲ οἷον τεκτονική , χαλκευτικὴ καὶ αἱ τούτοιϲ παραπλήϲιοι . Πούϲ ἐϲτι μετρικὸν ϲύϲτημα ϲυλλαβῶν , ὁ μὲν
6791246 ῥινες
καὶ λαμπροῦ φωτός . Διατί λέγονται ῥῖνες καὶ μυκτῆρες ; ῥῖνες μὲν διὰ τὸ ῥεῖν τὰ ἐξ ἐγκεφάλου ὑγρά :
γὰρ φθόγγοις τᾶς φωνᾶς τόπος ἀφώρισται φάρυγξ καὶ στόμα καὶ ῥῖνες . ὥσπερ δὲ τῶν φθόγγων , δι ' ὧν
6789873 μελιτται
τῶν ἐν Ὑμηττῷ πόνων οὓς ἐν τῷ ὄρει πονοῦσιν αἱ μέλιτται . τοιοῦτον δὲ ὂν ὅμως ἡττᾶτο τῆς ἡδονῆς ἧς
ὅμοιον μυρίκῃ , μικρότερον δὲ πολλῷ , οὗ τῷ ἄνθει μέλιτται χρώμεναι μέλι ἐργάζονται οὐ σπουδαῖον . ταύτης ἡ κόμη
6779858 ἀκιαι
τάξαι τάγμα καὶ ὑποδεῖξαι τοῖς ἄρχουσιν . Ὁρίζονται πρῶτον αἱ ἀκίαι τοῦ τάγματος : τινὲς μὲν ἀριστερά , τινὲς δὲ
ἕν , εἴτε παράταξίς ἐστιν . Βαθύνονται ἤτοι διπλοῦνται αἱ ἀκίαι , ὅταν μὲν ἀπὸ τεσσάρων ἵστανται καὶ θέλει αὐτὰς
6779583 λαχαι
τάφοι γὰρ ἄντικρυς τῷ πατρὶ ἡ στέρησις τῶν ὀμμάτων . λαχαὶ ] διορύξεις . λαχαὶ ] αἱ διορύξεις , ἀπὸ
πατρὶ ἡ στέρησις τῶν ὀμμάτων . λαχαὶ ] διορύξεις . λαχαὶ ] αἱ διορύξεις , ἀπὸ τοῦ λαχαίνω τὸ σκάπτω
6777518 ἐπνεον
” καὶ ἀήμεναι τὸ πνεῦσαι . καὶ ἄητον δυϊκῶς τὸ ἔπνεον : “ Βορέης καὶ Ζέφυρος , τώ τε Θρῄκηθεν
ἀχώ ] ἦχος ὀδμά ] ἴσως δὲ αἱ Ὠκεανίδες ὀσμὴν ἔπνεον εὐωδίας προσέπτα ] προσῆλθε ἀφεγγής ] ἀθέατος θεόσσυτος ]
6775185 ἀποπιπτουσιν
τι χρὴ προσπίπτειν , παχύνεται καὶ πυκνοῦται , καὶ σταγόνες ἀποπίπτουσιν ἀπὸ τῶν πωμάτων , οἷσιν ὁ ἀτμὸς προσπίπτει .
ἑτέραν τινὰ τοῦ βίου πρόθεσιν ἐπακολουθήσομεν καὶ αὐτοὶ συνεκφερόμενοι τοῖς ἀποπίπτουσιν ἀπὸ τοῦ πρὸς ἀρετὴν σκοποῦ , ἀλλὰ μάλιστα μὲν
6773235 περιοχαι
τοῦ Β : ἴσαι γὰρ αἱ τῶν Β καὶ Γ περιοχαί : καὶ ὡς ἄρα ἡ τοῦ Α τάσις πρὸς
πλειόνων λόγων διεξῆλθον εὐκόλως ἀναμνησθήσῃ : ταῦτα γὰρ ἐκείνων εἰσὶ περιοχαί . τὰς μέντοι πρὸς τοὺς πολλοὺς ὁμιλίας παραιτοῦ :
6771356 φυσωδεες
. Τὸ φυσῶδες ξυναίτιον τοῖσι πτερυγώδεσι . καὶ γάρ εἰσι φυσώδεες . Λέγει αἴτιον τοῦ πτερυγώδους . ἀλλὰ πολλὰ βιβλία
. Ὠχροὶ δὲ καὶ δόλιχοι διαχωρητικώτεροι τουτέων , ἧσσον δὲ φυσώδεες , τρόφιμοι δέ . Ἐρέβινθοι λευκοὶ διαχωρέουσι καὶ οὐρέονται
6766367 διαπεπρισμενοι
περίιμεν ἔχοντες ὥσπερ οἱ ἐν ταῖς στήλαις καταγραφὴν ἐκτετυπωμένοι , διαπεπρισμένοι κατὰ τὰς ῥῖνας , γεγονότες ὥσπερ λίσπαι . ἀλλὰ
Λίσπαι . οἱ δίχα πεπρισμένοι . Λίσπαι , οἱ μέσοι διαπεπρισμένοι ἀστράγαλοι καὶ ἐκτετριμμένοι . Λόγον λαμβάνειν Πλάτων Πολιτείας πρώτῳ
6766357 πλεκταναι
πολυποδίου δασεῖα καὶ ἔχουσα κοτυληδόνας , ὥσπερ αἱ τοῦ πολύποδος πλεκτάναι . καθαίρει δὲ κάτω : κἂν περιάψηταί τις οὔ
, κόγχαι , κτένες , τευθίδες . πολυπόδεια κρέα ἢ πλεκτάναι , σηπίαι σηπιδάρια . ἐχῖνοι θαλάττιοι : ἔνιοι δὲ
6760682 τραγῳδιαι
ἣν εἴπερ ἅπαντες ταύτην ἐφθέγγοντο , οὐκ ἂν ἦσαν αἱ τραγῳδίαι , οὐδὲ τὰ ἐπὶ τῇ σκηνῇ δράματα , οὐδὲ
τι τούτων δεινότερον ἢ ὠμότερον : τοιούτων γάρ εἰσιν αἱ τραγῳδίαι μεσταί . τὸ δὲ κωμῳδεῖν ἢ κωμῳδῶν ἀκούειν ἢ
6759339 νιφαδες
σῖτον αἱρουμένῳ πολλάκις . τὸ πολὺ δὲ ἐποίουν καὶ αἱ νιφάδες , ἡνίκ ' ἂν ἀλλήλοις ἐντύχοιμεν . οὐ γὰρ
ἀπάνευθε νεῶν ἐχέοντο θοάων . ὡς δ ' ὅτε ταρφειαὶ νιφάδες Διὸς ἐκποτέονται ψυχραὶ ὑπὸ ῥιπῆς αἰθρηγενέος Βορέαο , ὣς
6757737 φολιδες
σώζεται , ὁ δὲ σκίγκος ἀπόλλυται . ὅτι αἱ αὐτῶν φολίδες εἰς τὸ ἐναντίον φύουσιν . κεφ . μθʹ .
ἐναπομείνωσιν . μοῦναιν : αἰολικὸν , ἰωνικόν . κοτυληδόνες : φολίδες , πλόκαμοι , πλεκτάναι , τὰ καρφία , αἱ
6749841 ἀσθενεστεραι
αἱ κατὰ τοῦ ὀστέου τοῦδε ἀτροφώτεραι οὖσαι λεπτότεραί τε καὶ ἀσθενέστεραι γίνονται . ἀνάγκη δὲ καὶ ξηρότερον τὸν αὐχένα τῶν
γίνεσθαι τὴν ἀπαλλαγήν . Ἁπάντων δὲ τῶν φαρμάκων αἱ δυνάμεις ἀσθενέστεραι τοῖς συνειθισμένοις τοῖς δὲ καὶ ἀνενεργεῖς τὸ ὅλον .
6740687 βομβουσαι
κείμενον . Ἐπέκειντο δὲ καὶ μέλιτται αὐτοῖς συνεχὲς καὶ ἄπαυστον βομβοῦσαι καὶ θρηνούσαις ὅμοιον . Ὁ μὲν οὖν Λάμων ὑπ
φωνήν . 〚 κώνωπας δὲ λέγει τὰς ἐμπίδας . 〛 βομβοῦσαι : Βοῶσαι . . ἠχοῦσαι . . κεφαλὴν :
6726574 ὑπερβολαι
δέον μὴ ἀνάλωσεν . Εἰρῆσθαι δέ φησι πρότερον , ὅτι ὑπερβολαὶ καὶ ἐλλείψεις εἰσὶν ἡ ἀσωτία καὶ ἡ ἀνελευθερία :
γὰρ τῷ πλεονάζειν τοῖς δακτύλοις ἀτελὴς εἶναι : αἱ γὰρ ὑπερβολαὶ καὶ αἱ ἐλλείψεις κακίαι : ὅμοιον καὶ τοῦτο .

Back