. τὸ δὲ βουκολικὸν ποίημα μῖγμά ἐστι παντὸς εἴδους καθάπερ συγκεκραμένον : διὸ καὶ χαριέστερον τῇ ποικιλίᾳ τῆς κράσεως ,
κεντοῦντες τὰ ὄμματα . φαγόντι δὲ πιεῖν μέλι καὶ γάλα συγκεκραμένον ἐγχέουσιν εἰς τὸ στόμα , καὶ κατὰ τοῦ προσώπου
6316269 ἀνδρεικελον
ἐμποιοῖεν , συμμειγνύντες τε καὶ κεραννύντες ἐκ τῶν ἐπιτηδευμάτων τὸ ἀνδρείκελον , ἀπ ' ἐκείνου τεκμαιρόμενοι , ὃ δὴ καὶ
ἤδη καὶ χειρῶν ἐγγὺς οὖσιν ἀνέσχε τις ὑπὲρ τὸ λέχος ἀνδρείκελον αὐτοῦ Καίσαρος ἐκ κηροῦ πεποιημένον : τὸ μὲν γὰρ
6284394 κλωθοντος
: ἰσόζυγον * ἀμφοῖν : ἐκ τῶν δυοῖν τοῖς δυσί κλώθοντος : γράφεται καὶ χλοάοντος ἐν ἀρπέζαισιν ἐρίνου . τὸν
ἀκάνθου ῥίζεα λειήναιο , φέροις δ ' ἰσορρεπὲς ἄχθος ἀμφοῖιν κλώθοντος ἐν ἀρπέζῃσιν ἐρίνου : λάζεο δ ' εὐκνήμοιο κόμην
6146573 ὁμοφωνων
ποιήσει τὰ τμήματα τὸν μὲν διπλάσιον λόγον τοῦ πρώτου τῶν ὁμοφώνων , τουτέστι τοῦ διὰ πασῶν τριχῶς : τά τε
. πάλιν ὥσπερ ἐπὶ τοῦ ἡρμοσμένου προηγεῖσθαι δεῖ τὰς τῶν ὁμοφώνων ἀκριβώσεις , εἶθ ' ἕπεσθαι ταύταις τὰς τῶν συμφώνων
6022811 διηνθισμενον
εἰς τὰ ἄνω ἐκδαίροντας τὰς αἶγας . ἀνθεμόεντα ἀναθηματικὸν ἢ διηνθισμένον ποικίλως . ἀνδροκμήτῳ ἤτοι ὑπ ' ἀνδρῶν μετὰ κακοπαθείας
τοὺς ἀλεκτρυόνας τοὺς μεγίστους , ποικίλον γε μὴν καὶ πολυχροίᾳ διηνθισμένον . καὶ πέτεταί γε ὕπτια ὡς ἀκούω ὑποτεῖναν τῷ
6016261 διατονῳ
διεζευγμένων ἢ ἀπὸ προσλαμβανομένου ἐπὶ ὑπάτην μέσων . ἐν δὲ διατόνῳ πρῶτον μέν ἐστι σχῆμα , οὗ πρῶτον τὸ ἡμιτόνιον
τὴν ἐπὶ τὸ ὀξὺ τοῦ πυκνοῦ ἐκμελῆ εἶναι . Ἐν διατόνῳ δὲ τόνου ἐφ ' ἑκάτερα ἡμιτόνιον οὐ μελῳδεῖται .
5932837 εὐσχημοσυνη
ἡ τῶν ἄλλων φυτῶν : ἐν πᾶσι γὰρ τούτοις ἔνεστιν εὐσχημοσύνη ἢ ἀσχημοσύνη . καὶ ἡ μὲν ἀσχημοσύνη καὶ ἀρρυθμία
τοιαύτην . καὶ γὰρ ἐν ὀρχήσει καὶ πορείᾳ καλὸν μὲν εὐσχημοσύνη καὶ κόσμος , αἰσχρὸν δὲ ἀταξία καὶ τὸ φορτικόν
5929846 Λυγκησταις
μεσονύκτου γίνεσθαι θερμὸν , ὂν φύσει ψυχρότατον . Θεόπομπος ἐν Λυγκησταῖς φησι πηγὴν εἶναι τῇ μὲν γεύσει ὀξίζουσαν , τοὺς
ὑπὸ πλειόνων μαρτυρεῖται . . . . : Θεόπομπος ἐν Λυγκησταῖς φησὶν εἶναι ὕδωρ ὀξύ , ὃ τοὺς πίνοντας μεθύσκει
5922848 πολυφωνον
καὶ πολύφωνον καὶ πολυπαθές , καὶ τὸ σῶμα πολυμερὲς καὶ πολύφωνον καὶ πολυπαθές : δῆμος ἐξ ἀνομοίων πολλῶν καὶ παντοδαπῶν
τρίτην ἔχειν μοῖραν , οἷον δῆμόν τινα ἀργόν , καὶ πολύφωνον , καὶ πολυπαθῆ , καὶ ἔμπληκτον . Ταύτῃ δὴ
5877546 γαλεων
σκάρου , κεφάλων , σηπιῶν , κοσσύφων , κιχλῶν , γαλεῶν , πολυπόδων , σαργῶν , ἱππούρων , πομπίλων ,
καὶ ἁπαλοῦ τυγχάνοντος : ἔστι γὰρ καὶ οὗτος τοῦ τῶν γαλεῶν γένους . σκορπιοί τε καὶ τραχοῦροι ὄρφοι τε καὶ
5868024 ἀνομοιων
δὲ κατὰ τὴν ὕλην : τῶν γὰρ γινομένων ἐκ δυεῖν ἀνομοίων τοὐλάχιστον γεννωμένων τὸν μὲν ῥυθμὸν ἐν ἄρσει καὶ θέσει
βίος συντέτακται , οὐ μόνον ἀπῳδὰ φθεγγομένων , ἀλλὰ καὶ ἀνομοίων τὰ σχήματα καὶ τἀναντία κινουμένων καὶ ταὐτὸν οὐδὲν ἐπινοούντων
5844843 ἀτταγηνος
συμβαλεῖν τῶν βρωμάτων . ἐν τούτοις τηρητέον καὶ τὴν τοῦ ἀτταγῆνος μνήμην . Φιλήμων δ ' ἐν τῷ περὶ τῶν
ἐν ὀξυκράτῳ ἢ μύρτοις ἔνδοθεν ἐκπεπληρωμένης , ἢ πέρδικος ἢ ἀτταγῆνος ἤ τινος τῶν ἐμφερῶν τούτοις : ὑπερβάντων δὲ τῶν
5830178 ἐπαγη
τῶν ἀσωμάτων καὶ παραδειγματικῶν ἰδεῶν , ἐξ ὧν ὁ νοητὸς ἐπάγη κόσμος , καὶ ὁ περὶ τῶν ὁρατῶν , ἃ
τῶν στοιχείων εἰς ἄλληλα μεταβολάς , ἐξ ὧν ὁ κόσμος ἐπάγη καὶ συνέστηκεν , εἰδὼς ἀναγκαιότατον ἔργον , ἀκωλύτους παρέχεται
5821299 ὑμενι
θέλοντι εἰδέναι τούτου πέρι , ὅτι ἥ τε γονὴ ἐν ὑμένι ἐστὶ , καὶ κατὰ μέσον αὐτῆς ὁ ὀμφαλός ἐστι
ἐν τῷ αἵματι . καὶ οἱ μὲν ἐν τῷ περικαρδίῳ ὑμένι , οἱ δὲ ἐν τῷ διαφράγματι . . καὶ
5812952 βλαστη
ῥινὶ τρίχες μύσταξ καὶ ὑπορρίνιον , καὶ προπωγώνιον ἡ πρώτη βλάστη : αἱ δὲ πρὸς τῷ κάτω χείλει πάππος ,
: γράφεται καλχαίνεται βλάστη δ ' ὡς ἔχιος : ἡ βλάστη δὲ τὸ στέλεχος : ἔχις δὲ εἶδος βοτάνης .
5811574 συγκρουσις
Καλλίστρατος , ἂν νοῶν . ἥ τε γὰρ τῶν λάμβδα σύγκρουσις ἠχῶδές τι ἔχει , καὶ ἡ τῶν νῦ γραμμάτων
, οἷον ᾠδῶν ἐπεμβαλλομένων ᾠδαῖς . ὥστε ἡ τῶν ὁμοίων σύγκρουσις μικρὸν ἔσται τι ᾠδῆς μέρος καὶ μέλισμα . περὶ
5792709 ἐσθημα
ἐσήκασθεν κατὰ σηκοὺς ἠλάσθησαν , ἐπὶ τῶν προβάτων . ἔσθος ἔσθημα , ἱμάτιον . ἔσκε ἦν . ἕσπερος ὁτὲ μὲν
βεβηκέναι . ἐνῆφθαι δὲ αὐτὸν καὶ δορὰς λύκων , ῥαπτὸν ἔσθημα , ἄθλους τε ποιεῖσθαι τοὺς ἀγρίους τῶν συῶν καὶ
5778302 σαρκωδεστερον
τὸ μέτωπον αὐτοῦ χθαμαλὸν λεῖον σαρκῶδες καὶ τὸ πᾶν πρόσωπον σαρκωδέστερον , τὸ δὲ εἶδος ὑπνηλόν , ὀφθαλμοὶ ὑγροὶ εὐλαμπεῖς
ἄκρου σκιάδειον πλατύ , ἐν δὲ τούτῳ καρπὸν πλατύτερον καὶ σαρκωδέστερον , εὐώδη . δυνάμεις δὲ τὰς αὐτὰς ἔχει .
5776795 ἰλυωδει
ἡ σάρξ ἐστι τῶν κεφάλων καὶ βλεννώδης ἱκανῶς τῶν ἐν ἰλυώδει καὶ ῥυπαρῷ διαιτωμένων ὕδατι , καλλίστη δὲ τῶν ἐν
ἐν τῷ τῆς Ἀσίας συμφύτῳ τόπῳ : ἢ ἐν τῷ ἰλυώδει τόπῳ , ἄσις γὰρ κατὰ διάλεκτόν ἐστιν ἡ ἰλύς
5762490 διακριτικη
μονὴν ἐπ ' ἀμφοτέρων τῶν συνδέσμων : αὕτη γὰρ ἦν διακριτικὴ τῆς ἀφαιρέσεως καὶ τῆς ἀποκοπῆς , ἐπεί , εἰ
διακριτικήν τε καὶ τὴν πρὸς ἐξαιμάτωσιν : ἡ μὲν οὖν διακριτικὴ πᾶν ὅσον ἀτέραμνον καὶ δυσκατέργαστον εἰς τὸ παρακείμενον χολῆς
5751969 βουκολικον
τὸ γʹ δακτυλικὸν τρίμετρον ἀκατάληκτον . τὸ δʹ δακτυλικὸν τετράμετρον βουκολικόν . τὸ εʹ δακτυλικὸν πενθημιμερές . τὸ Ϛʹ τροχαϊκὸν
ἀπὸ τοῦ ἄω τὸ πνέω . σίτθ ' : ἐπίφθεγμα βουκολικόν : [ ὅπερ λέγουσιν ] ὁμοίως καὶ τὸ ψίττα
5741198 πεπηγοτος
σπάργανα , τότε παραλύειν αὐτὰ δοκιμάζομεν , ὅτε ἤδη μετρίως πεπηγότος τοῦ σώματος οὐκέτι φόβος ἐστὶν τοῦ διαστραφῆναί τι μέρος
διὰ τῆς ᾠδῆς παραμυθίαν λέγει . πακτᾶς : ἤγουν τυροῦ πεπηγότος : ὃ οἱ Ἀττικοὶ τροφαλίδα καλοῦσι . μόσχω γαυροτέρα
5740100 κατοπτριζεσθαι
κατέβη φήσας εὐλαβεῖσθαι μὴ ἱπποτυφίᾳ ληφθῇ . τοῖς μεθύουσι συνεβούλευε κατοπτρίζεσθαι : ἀποστήσεσθαι γὰρ τῆς τοιαύτης ἀσχημοσύνης . πίνειν δ
ἐν τῇ πλατείᾳ πλησίον ἀγορᾶς καὶ περὶ πολλοῦ ποιεῖσθαι τὸ κατοπτρίζεσθαι . † ἐπὶ δὲ τούτοις συγχωρηθὲν αὐτῷ † κατωπτρίσατο
5725500 ἀλυσσοντες
μεγάροισι τραπεζῆας θυραωρούς , οἵ κ ' ἐμὸν αἷμα πιόντες ἀλύσσοντες περὶ θυμῷ κείσοντ ' ἐν προθύροισι . νέῳ δέ
' ἄνεμος ἄχνας φορέει ἱερὰς κατ ' ἀλωάς . ” ἀλύσσοντες δυσφοροῦντες καὶ λύσιν μὴ εὑρίσκοντες καὶ ἐμμανεῖς . βέλτιον
5713936 ἐνυλον
Πορφύριε : ποῦ γὰρ τὸ παρὰ Ἀριστοτέλει ἐν τῇ Φυσικῇ ἔνυλον εἶδος , οὗ ἀποπεράτωσις ἡ μορφή ; καὶ λέγομεν
οἴει δὲ τόνδε τὸν κόσμον χρόνῳ ποτὲ διαλύεσθαι ; Εἴπερ ἔνυλον γέγονεν , ὦ ἑταῖρε , καὶ μὴ αὐτόματον τὸ
5711196 ὑγραινονται
μάλιστα δὲ τοῖσι φθινώδεσι τῶν μακρῶν , καὶ οἷσι κοιλίαι ὑγραίνονται . Τοῖσιν ἀλυσμώδεσιν ἐν ὑποχονδρίῳ τὰ παρ ' οὖς
αἱ βύρσαι αὐτῶν . * πλαδόωσιν : οἰδαίνουσιν , ὄζουσιν ὑγραίνονται ἐν τῷ σώματι ὄζουσιν . * τοῖα : οὕτως
5695776 μεθοριῳ
τὰ ὑπερκείμενα ὄρη τῶν Χελιδονίων καλουμένων νήσων , αἵπερ ἐν μεθορίῳ τῆς Παμφυλίας καὶ τῆς Λυκίας πρόκεινται : ἐντεῦθεν γὰρ
δέ ; ὅτι περὶ τὸ μέσον καὶ ὡς ἂν ἐν μεθορίῳ κείμενον ἡδονῆς καὶ αἰσθήσεως γίνεται τούτων ὁ πόλεμος .
5674614 μελιχρον
βάδισμα , ἐπικεκλασμένον τὸν αὐχένα , γυναικεῖον τὸ βλέμμα , μελιχρὸν τὸ φώνημα , μύρων ἀποπνέοντα , τῷ δακτύλῳ ἄκρῳ
, σέλινα καὶ ἄνηθα καὶ ὤκιμα : καὶ τὸν οἶνον μελιχρὸν , παλαιὸν , λευκὸν , ὑδαρέα . Ὅταν δὲ
5671807 ταυται
δευτέρου ὑπερέχει , τούτωι δεύτερος τρίτου ὑπερέχει . καὶ ἐν ταύται τᾶι ἀναλογίαι συμπίπτει ἦιμεν τὸ τῶν μειζόνων ὅρων διάστημα
οἱ τοί φασι Δωριεῖς , καὶ τὸ αἱ ταί , ταύται ταὶ θύραι μᾶτερ . λέγω δὲ ὅτε κατὰ προτακτικὴν
5661135 χωρισθεν
μέρη χωριζόμενα ἄλλο τι οἷον ἐν τῷ Κάλλιππος τὸ ἵππος χωρισθὲν σημαίνειν τὸ ἄλογον καὶ χρεμετιστικὸν ζῷον , καὶ ἐν
ἀλλ ' οὐ τὸ αὐτὸ δηλοῖ τὸ διπλάσιον διῃρημένον καὶ χωρισθὲν τοῦ ἡμίσεος καὶ αὐτὸ καθ ' αὑτὸ ληφθέν ,
5650561 βορειᾳ
ἐν τῷ Καρκίνῳ , ἔσχατος δὲ ὁ ἐν ἄκρᾳ τῇ βορείᾳ χηλῇ τοῦ Καρκίνου . Μεσουρανοῦσι δὲ τῶν ἄλλων ἀστέρων
ἡμιπήχιον , καὶ τοῦ Κήτους ὁ προηγούμενος τῶν ἐν τῇ βορείᾳ σιαγόνι . Δύνει δὲ ὁ Ἀετὸς ἐν τρίτῳ μέρει
5647733 Εὐηνωρ
Πραξαγόρας τε ταὐτά φησι : ἐπαινεῖ δὲ τὸ ὄμβριον , Εὐήνωρ δὲ τὰ λακκαῖα : χρηστότερόν τε εἶναι φάσκει τὸ
φησιν συλλαμβάνειν αὐτάς , εἰ δὲ μή , τοὐναντίον . Εὐήνωρ δὲ καὶ Εὐρυφῶν ἐπὶ δίφρου μαιωτικοῦ καθίσαντες τοῖς αὐτοῖς
5630450 ὑσσωπος
παναγέστατον σιτίον , ἄρτος ἐζυμωμένος μετὰ προσοψήματος ἁλῶν , οἷς ὕσσωπος ἀναμέμικται , δι ' αἰδῶ τῆς ἀνακειμένης ἐν τῷ
τροφή , προσόψημα δὲ ἅλες , οἷς ἔστιν ὅτε καὶ ὕσσωπος ἥδυσμα παραρτύεται διὰ τοὺς τρυφῶντας . νηφάλια γὰρ ὡς
5627875 ἐπιγιγνομενον
] Σίδηρον πεπυρακτωμένον ἐπίβαλε ξύλῳ καλουμένῳ παλιούρῳ , καὶ τὸ ἐπιγιγνόμενον ὑγρὸν λαβὼν κατάχριε . ἄλλο . μύρτα λειώσας σὺν
ἀνθρώπου γενέσεως ἀρχή . τὸ ἀπογιγνόμενον καὶ ἐπιγίγνεται , τὸ ἐπιγιγνόμενον καὶ ἀπογίγνεται . τῶν ὄντων τὰ μὲν ἐν σώμασίν
5623583 ἀαπτοι
ἀνέρα τόνδ [ ' ] οὗπέρ τε μένος καὶ χεῖρες ἄαπτοι [ ἀτρεκέως ] πεφύασιν ἀπ ' ἀκαμάτοιο σιδήρου .
οἶος ἐπίστηται πολεμίζειν ἡμέτερος θεράπων , ἦ οἱ τότε χεῖρες ἄαπτοι μαίνονθ ' , ὁππότ ' ἐγώ περ ἴω μετὰ
5622613 χειρομακτρον
, παῖ , ταχέως κατὰ χειρὸς ὕδωρ , παράπεμπε τὸ χειρόμακτρον . σημειωτέον δὲ ὅτι καὶ μετὰ τὸ δειπνῆσαι κατὰ
τάδε ὑμῖν ἀπόνιμμα οἷς χρὴ καὶ οἷς θέμις . ὅτι χειρόμακτρον καλεῖται ᾧ τὰς χεῖρας ἀπεμάττοντο ὠμολίνῳ , ὃ Φιλόξενος
5621065 Σκιριτων
. ὡς οὐ παρῆλθον : ἤγουν ἐπὶ τὸ μέρος τῶν Σκιριτῶν . τῇ ἐμπειρίᾳ : τῇ στρατηγικῇ . ἐν χερσὶν
τότε παραγενόμενον πλῆθος . λόχοι μὲν γὰρ ἐμάχοντο ἑπτὰ ἄνευ Σκιριτῶν ὄντων ἑξακοσίων , ἐν δὲ ἑκάστῳ λόχῳ πεντηκοστύες ἦσαν
5614565 μικτων
ἀλλὰ καὶ ἐπὶ τῶν ἐπιμορίων καὶ τῶν ἐπιμερῶν καὶ τῶν μικτῶν ἀντὶ τοῦ τῶν τε πολλαπλασιεπιμερῶν καὶ τῶν πολλαπλασιεπιμορίων .
αἱ δὲ πραγματικαὶ , αἱ δὲ μικταί : καὶ τῶν μικτῶν αἱ μὲν ἐπίσης δέονται λόγου καὶ πράξεως , αἱ
5611218 μανον
κριτικώτατον δὲ ἡδονῆς τὴν γλῶτταν : ἁπαλώτατον γὰρ εἶναι καὶ μανὸν καὶ τὰς φλέβας ἁπάσας ἀνήκειν εἰς αὐτήν : διὸ
εἶναι ὅτι ἔστι κενόν . εἰ μὲν γὰρ μὴ ἔστι μανὸν καὶ πυκνόν , οὐδὲ συνιέναι καὶ πιλεῖσθαι οἷόν τε
5603692 ὑφαιμων
ξηρά , ἔϲτι δὲ ὅτε μετὰ ἀναγωγῆϲ ἐν ἀρχῇ μὲν ὑφαίμων , προβαίνοντοϲ δὲ τοῦ χρόνου καὶ πεφθείϲηϲ τῆϲ φλεγμονῆϲ
καὶ ῥοιᾶς φύλλοις ἁπαλοῖς λείοις κατάπλασσε . ἐπὶ δὲ τῶν ὑφαίμων ὀνύχων ἄλευρον πίσσῃ μίξας ἐπιτίθει . πρὸς τὸ ἀφιστάναι
5603283 ἱμαντωδες
, καμπτόμενος , ἀπὸ τῶν λύγων : λύγος δὲ φυτὸν ἱμαντῶδες : δίδη μόσχοισι λύγοισιν : ἐν Γοργίᾳ : „
τὸ τριχῶν γένος ἐν τῷ δέρματι πέφυκεν , συγγενὲς μὲν ἱμαντῶδες ὂν αὐτοῦ , σκληρότερον δὲ καὶ πυκνότερον τῇ πιλήσει
5599853 ἀδιαλυτῳ
διαμάχονται τῶν γονέων αἱ γνῶμαι , καθάπερ ᾠήθησάν τινες , ἀδιαλύτῳ συμβιοῦντες ἁρμονίᾳ . Πρὸς γὰρ τὸ αὐτὸ τέλος σπεύδουσιν
τάξιν εἴληχεν , ἁρμοζόμενον τὰ παρ ' ἑκάτερα εἰς ἕνωσιν ἀδιαλύτῳ δεσμῷ , ὑφ ' ὧν καὶ δορυφορεῖται τρόπον βασιλέως
5590752 ὀζαινα
ῥᾳδίως πέμπεται , προσισχομένου τοῦ πολύποδος . Ἡ δ ' ὄζαινα καὶ ἀπ ' αὐτοῦ δὴ τοῦ ὀνόματος μαρτυρεῖται ,
. Τὸ Ο πρὸ τῶν διπλῶν ψιλοῦται : ὄξος ὀψέ ὄζαινα . Τὸ Ι πρὸ δασέος ψιλοῦται : ἶφις ἰχθῦς
5589635 ψυχροτητοϲ
καταφορὰϲ καὶ ὕπνουϲ μακροὺϲ καὶ βαθεῖϲ : εἰ δὲ μετὰ ψυχρότητοϲ , κάρουϲ τε καὶ ληθάργουϲ . ὡϲαύτωϲ δὲ καὶ
, ὁποῖόν τέ ϲοι τὸ ἀποιότατον ὕδωρ θερμότητόϲ τε καὶ ψυχρότητοϲ ἐπιφανέϲ ἐϲτι , μέϲην ὡϲ οἷόν τε μάλιϲτα κατάϲταϲιν
5588846 ἀφηγηται
μεγίστας πολλάκις περιποιεῖται τοῖς ἔχουσιν , ὠφελείας μέν , ὅταν ἀφηγῆται τῆς γνώμης ὁ θεός , βλάβας δέ , ὅταν
νοῦς παραλαβὼν τὴν ψυχῆς ἀγέλην νόμῳ φύσεως διδασκάλῳ χρώμενος εὐτόνως ἀφηγῆται , δόκιμον αὐτὴν καὶ σφόδρα ἐπαινετὴν ἀπεργάζεται , ὅταν
5588413 Τιτακιδαι
. : Τιτακίδαι : δῆμός ἐστι τῆς Αἰαντίδος φυλῆς οἱ Τιτακίδαι , ὡς Νίκανδρος ὁ Θυατειρηνὸς ἐν τῷ Περὶ τῶν
χωρίον Σικελίας . Φίλιστος ἐνάτῳ . τὸ ἐθνικὸν Τισσαῖος . Τιτακίδαι , δῆμος τῆς Ἀντιοχίδος φυλῆς , ἀπὸ Τιτακοῦ τοῦ
5579237 πλοκη
πολλὰς καὶ διαφόρους ἔχουσα δυνάμεις , καὶ ἡ τῶν συλλαβῶν πλοκὴ παντοδαπῶς σχηματιζομένη . τοιαύτην δὲ ἤδη δύναμιν ἐχόντων τῶν
, ὅτε διὰ τῶν ἑξῆς φθόγγων ποιούμεθα τὴν μελῳδίαν , πλοκὴ δέ , ὅτε διὰ τῶν καθ ' ὑπέρβασιν λαμβανομένων
5575855 διακεκριμενων
οὖν εὑρημένων τῶν ἀριθμῶν , οὐδέπω δὲ καθ ' ἑαυτοὺς διακεκριμένων , ἔφοδον ἡμῖν τῆς διακρίσεως παρέχει ἡ τοῦ Θυμαρίδου
: τῶν δὲ τραχυνομένων παρυφισταμένων τὰ μὲν μετρίως τοῦτο πάσχει διακεκριμένων αὐτῶν τῆς ὄψεως ἀντιλαμβανομένης , τὰ δ ' αὖ
5567157 ἀνοικειου
τοῦ αἵματος ἀναγκαῖόν ἐστιν : πλέον γὰρ τὸ οἰκεῖον τοῦ ἀνοικείου διὰ τῆς φλεβοτομίας κενοῦται , τῷ πεπαχύνθαι μὲν ὑπὸ
γραμμικῶν ὑπό τινος εὑρίσκηται , καὶ τὸ σύνολον ὅταν ἐξ ἀνοικείου λύηται γένους , οἷόν ἐστιν τὸ ἐν τῷ πέμπτῳ
5565942 ἁπαϲων
παϲῶν ϲυλλογίζεϲθαι : οὐ μὴν αἰϲθέϲθαι γε τῆϲ κινήϲεωϲ ὁμοίωϲ ἁπαϲῶν δυνατόν , ἀλλὰ τῶν μὲν ἐν τοῖϲ ἀϲάρκοιϲ τοῦ
. εἰ δὲ καὶ πᾶϲιν εἴη τοῖϲ μέρεϲιν ἀκριβῶϲ μέϲον ἁπαϲῶν τῶν ὑπερβολῶν , ἔϲται μὲν δήπου καὶ κάλλιϲτον ὀφθῆναι
5552950 πολλαπλασιῳ
δευτέρῳ σχήματι ἐκ δύο καταφατικῶν συλλογιζόμενος ὅτι τὸ πῦρ ἐν πολλαπλασίῳ ἀναλογίᾳ γεννᾶται καὶ αὔξεται , οἵτινες καὶ οὐ συλλογισμοὶ
δευτέρῳ σχήματι ἐκ δύο καταφατικῶν συλλογιζόμενος ὅτι τὸ πῦρ ἐν πολλαπλασίῳ ἀναλογίᾳ γεννᾶται καὶ αὔξεται . ἢ καὶ ἄλλως :
5550095 ἐνεργεισθαι
αἳ ἐν τῇ πρὸς ἀλλήλους τῶν ἀνθρώπων κοινωνίᾳ καὶ συναναστροφῇ ἐνεργεῖσθαι πεφύκασιν . ἵνα δὲ μή τις τῷ χρόνῳ μόνῳ
ἄπεισιν , ὡς ἂν ἄλλο τι τῶν αἰδημόνως καὶ κοσμίως ἐνεργεῖσθαι δυναμένων ἐνεργήσειεν , τοῦτο μόνον παρ ' ὅλον τὸν
5548385 στοιχειωτον
, ἐπεὶ καὶ ὡς ὕλη τοῖς ἑαυτοῦ στοιχείοις κέχρηται τὸ στοιχειωτόν , οἷον εἶδος ἐκείνοις ἐπιγιγνόμενον . Εἰ δὴ ταῦτα
δι ' ἣν καὶ ἡ τὶς οὐσία πανταχοῦ τὸ τὶ στοιχειωτόν : τὸ γὰρ πανταχοῦ συνῃρημένον οὐσίαν καλοῦμεν , ὥσπερ
5546982 διαυγει
, σώφρονα , δικαίαν ; οἷον εἴ τις παραστὰς πηγῇ διαυγεῖ καὶ γλυκείᾳ βλασφημοίη αὐτήν , ἡ δὲ οὐ παύεται
κούφῳ , ἐλαφρῷ , διαφανεῖ , ἐλευθέρῳ , λαμπρῷ , διαυγεῖ . καὶ τοὐναντίον νοσῶδες νοσερὸν νοσηρὸν ἐπίνοσον , ἐπίκηρον
5545447 ἰσοψηφοι
αὐτονομίᾳ λέγοντες ὅτι οὐκ ἂν Μιτυληναῖοι μεθ ' ἡμῶν , ἰσόψηφοί γε ὄντες καὶ ἐλεύθεροι , ἐπῄεσαν ἑκόντες , εἰ
αὐτονομίᾳ λέγοντες ὅτι οὐκ ἂν Μιτυληναῖοι μεθ ' ἡμῶν , ἰσόψηφοί γε ὄντες καὶ ἐλεύθεροι , ἐπῄεσαν ἑκόντες , εἰ
5541641 συνεπομενον
τῶν ἀνθρώπων χρῶνται , ἀλλὰ θρεμμάτων μὲν πλῆθος ἑαυτοῖς ἔχουσι συνεπόμενον , κώδωνας δὲ ἐξέδησαν ἐκ τῶν κεράτων τῶν ἀρρένων
' ὧν γὰρ ὥρισται τὸ ἀφ ' ἡμῶν προκατάρχον καὶ συνεπόμενον ἀπὸ τῶν ἔξωθεν σύνταξίν τε ταῦτα συμπλεκομένην ἔχει πρὸς
5538842 ὁμοιομερων
ὄργανα ἀνομοιομερῆ . τί ἐστιν ὑγεῖα ; ἡ εὐκρασία τῶν ὁμοιομερῶν καὶ ἡ συμμετρία τῶν ὀργάνων : σύνθεσις καὶ διάπλασις
οὖς ἢ ἡ ῥίς . ἀλλά φαμεν ὡς ἐπὶ τῶν ὁμοιομερῶν οὐδὲν κωλύει τῷ τοῦ ὅλου ὀνόματι καὶ τὰ μέρη
5534882 Ἐρεβινθοι
καὶ φυσωδῶν φάσιλοι , λάθυροι , ὦχροι , ἄρακοι . Ἐρέβινθοι , θέρμοι , φάσιλοι , ὦχροι , μελίνη ,
τῶν ἀφύσων καὶ φυσωδῶν φάσιλοι , ὦχροι , λάθυροι . Ἐρέβινθοι , θέρμοι , μελίνη , κέγχρος καὶ ὅσα τοιαῦτα
5527202 σηπομενων
: ὀδμῇ : διὸ καὶ τρίγλην θηρεύουσιν ἁλιεῖς δελεάμασι κρεάτων σηπομένων ζώων , καὶ μάλιστα τῶν δυσώδη πνοὴν ἐχόντων καὶ
μηδὲ τελειουργεῖν τοὺς ἐρινεούς : ὥσπερ γὰρ καὶ τῶν ἄλλων σηπομένων καὶ ἐν τούτοις ζωοποιὸς ἡ φύσις : οὐκ ἔχοντες
5523338 ὑπολευκον
τὰ μὲν κνηθόμενα αἷμα χωρεῖ , τὰ δ ' αὖ ὑπόλευκον ἢ ὕπωχρον ὑγρόν , ὡς ἐντεῦθεν τὸν ἀκμάζοντα χυμὸν
Εἶδος δὲ τῶν φθινωδέων ἦν , τὸ λεῖον , τὸ ὑπόλευκον , τὸ φακῶδες , τὸ ὑπέρυθρον , τὸ χαροπόν
5512018 πωμασιν
θάνατον καὶ κῆρας ἀλύξας . δώδεκα δ ' ἔμπλησον καὶ πώμασιν ἄρσον ἅπαντας . ἐν δέ μοι ἄλφιτα χεῦον ἐϋρραφέεσσι
δρόμοις καὶ εὐναῖς ἐπὶ στιβάδων καὶ σιτίοις ἐξ ἄγρας καὶ πώμασιν ἐκ ναμάτων : καὶ τὴν ψυχὴν ἐπεμελεῖτο μηδὲν ἀπολείπεσθαι
5508256 διατονικων
τοῦ συντο - νωτέρου πρὸς τὰ ἐφεξῆς τῶν ἀπύκνων καὶ διατονικῶν : μαλακώτερα δὲ φαίνεται καθόλου τὰ μείζονα τὸν ἡγούμενον
ἐπαφὰς συνέταττε καὶ συνηρμόζετο , δαιμονίως μηχανώμενος κεράσματά τινων μελῶν διατονικῶν τε καὶ χρωματικῶν καὶ ἐναρμονίων , δι ' ὧν
5507479 ἀφελει
, σφοδρά , ἐλεγκτικά , βίαια , ἐν δὲ τῷ ἀφελεῖ ἀνειμένα , ἁπλᾶ , μηδένα ἔλεγχον μηδὲ ἐξέτασίν τινα
ἀκριβῆ καὶ δοκοῦσαν μὲν ἀποίητον εἶναι κατεσκευασμένην δὲ ἀμωμήτῳ καὶ ἀφελεῖ κατασκευῇ διάλεκτον εἰσφέρῃ : ἢ γὰρ οὐδὲν ἁμαρτάνει ἢ
5502027 ἠρτημενοι
κεραῖαι . . . : ἐκ τῶν κεραιῶν δελφῖνες ἦσαν ἠρτημένοι μολίβδινοι ὥστε ἐμβάλλεσθαι ταῖς προσπλεούσαις πολεμίαις ναυσίν , οἳ
καὶ οὕτω πάντα τε καὶ πάντες ἀπὸ τοῦ θεοῦ εἰσιν ἠρτημένοι . διὸ πατὴρ μὲν πάντων ὁ θεός , δημιουργὸς
5500517 συμπεπλεγμενων
χείρω ῥοπῇ καθυβρίσαντα . ὡς δὲ προσύλων ὄντων φύσει τῶν συμπεπλεγμένων τῇ κρείττονι καὶ δεομένων διὰ τοῦτο πολλῶν τῶν ἔξωθεν
ἐναντίον δύο πρόσωπα ἐφ ' ἑνὶ πράγματι : τῶν δὲ συμπεπλεγμένων ὅτι δύο εἰσὶ πράγματα ἐν ἑνὶ προσώπῳ : τὸ
5496516 πολυμερες
λέγει ὅτι τὸ θεῖον φύσει μὲν ἕν , ὀνόμασι δὲ πολυμερές πολλῶν ὀνομάτων ] λέγεται γὰρ καὶ ζείδωρος πρὸς τούτοις
: τῆς δὲ κατὰ τὴν φωνὴν κινήσεως εἴδη δύο , πολυμερές τε καὶ ἀμερές . περὶ μὲν οὖν τοῦ πολυμεροῦς
5496009 ἀνεγειρεται
* κορθύεται : ὁπλίζεται κορυφοῦται ὑψοῦται * κορθύεται οἶδος : ἀνεγείρεται οἴδημα * οἶδος : οἴδημα * ἐν δὲ νόον
βρέφεσιν , ὅτι καὶ τὸ αἰσθητικὸν δι ' οὗ κἀκεῖνο ἀνεγείρεται πρὸς ἐνέργειαν , καὶ ὅμως πολλῆς τῆς ἐκ τῶν
5494837 ἐπεφυκον
ἄπλαστοι : μεγάλη δὲ βίη καὶ χεῖρες ἄαπτοι ἐξ ὤμων ἐπέφυκον ἐπὶ στιβαροῖσι μέλεσσι . ] τῶν δ ' ἦν
ἄπλατοι : μεγάλη δὲ βίη καὶ χεῖρες ἄαπτοι ἐξ ὤμων ἐπέφυκον . δηλοῖ γὰρ ὅτι τῶν σωμάτων τὴν ῥώμην ἤσκουν
5487814 Πασχουσι
, ἄλλας τε θρησκηίας ἐπιτελέουσι μυρίας ὡς εἰπεῖν λόγῳ . Πάσχουσι δὲ καὶ ἀγαθὰ οὐκ ὀλίγα : οὔτε τι γὰρ
' ἂν ὀπίσω ἀναπλώοντες , τὰ ἐπὶ δεξιὰ τετρίφαται . Πάσχουσι δὲ ταῦτα διὰ τόδε : ἐχόμενοι τῆς γῆς ἐπ
5483394 καλυκι
καὶ μεγαλοστάχυες οἱ δὲ μικροστάχυες . καὶ οἱ μὲν ἐν κάλυκι πολὺν χρόνον οἱ δ ' ὀλίγον ἐνόντες , ὥσπερ
' οὐ πρότερον φανερὸς γίνεται πρὶν ἂν προαυξηθεὶς ἐν τῇ κάλυκι γένηται , τότε δὲ ἡ κύησις φανερὰ διὰ τὸν
5482172 θολερῳ
ἐνὶ πώματι ] ἐν τῷ μέλιτι θολερῷ ] ἐν θολῷ θολερῷ ] τεταραγμένῳ πώματι ] πῶμα τὸ σκέπασμα , πόμα
ἤγουν τοῦ ἀσημίου θολερῷ ἐνὶ πώματι ] ἐν τῷ μέλιτι θολερῷ ] ἐν θολῷ θολερῷ ] τεταραγμένῳ πώματι ] πῶμα
5482042 ἰονθος
τὰ χωρὶς διακοπῆς . Ὄγκος σκληρὸς καὶ μικρός ἐστι καλούμενος ἴονθος ἐν τῷ κατὰ πρόσωπον δέρματι συνιστάμενος . τῶν μαλαττόντων
μικρὸς καὶ σκληρὸς ἐν τῷ κατὰ τὸ πρόσωπον δέρματι καλούμενος ἴονθος γίνεται . διαφέρει δὲ τῶν συκωδῶν ὄγκων ἐπὶ τοῦ
5480904 ἐνυπαρχον
διαφοραῖς . τέταρτον σημαινόμενον ὡς ἐν τοῖς λόγοις τὸ πρῶτον ἐνυπάρχον , ὃ λέγεται ἐν τῷ τί ἐστι , τουτέστι
τοῦ ὅλου , ὅπερ ἐστὶν ἄτοπον . εἰ δὲ ἁπλῶς ἐνυπάρχον , πάλιν ἕψονται οἱ πρότεροι λόγοι τοῦ πρώτου ἐπιχειρήματος
5480684 Εἰδος
Καὶ τοὺς σπειρομένους τόπους εὐθαλεῖς λειμῶνας λέγει . Κέγχρος ] Εἶδος ἀρώματος ἡ κέγχρος . Ἐρυθραίου ] ἢ ὅτι ξανθὴν
συνείρων δὲ , εἰς ὁρμαθὸν συντιθείς . 〛 σπίνους : Εἶδος ὀρνέου ὁ σπίνος . τρία δὲ αὐτοὺς λυπεῖ ,
5479039 διαμενον
γυναικῶν ἀνύπαρκτόν ἐστι καὶ ταχέως φθειρόμενον καὶ οὐκ ἐπὶ πολὺ διαμένον . γυναικογήρυτον ] τό . γυναικογήρυτον ] ἤγουν τὸ
διαμένῃ , ἕξει τὴν αἴσθησιν . τὸ δὲ λοιπὸν ἄθροισμα διαμένον καὶ ὅλον καὶ κατὰ μέρος οὐκ ἔχει τὴν αἴσθησιν
5468523 ἑστωτων
δὲ τὸ τῇ ἐναρμονίῳ . κοινὸν δὲ τὸ ἐκ τῶν ἑστώτων συγκείμενον , μικτὸν δὲ τό , ἐν ᾧ δύο
δὲ μέγεθος ὕστερον ἐν συνθέσει : καὶ ὁ μὲν ἀριθμὸς ἑστώτων , τὸ δὲ μέγεθος ἐν κινήσει . Ἀλλὰ ταῦτα
5465357 τριαδες
, ἐάν τε μονάδες ὦσιν ἐάν τε δυάδες ἐάν τε τριάδες ἐάν τε τετράδες ἐάν τε ὁστισοῦν ἀριθμός : τέταρτον
μὲν μονάδες , εἶτα δυάδες ἐν ἄλλοις τρισίν , εἶτα τριάδες , καὶ ἑξῆς τετράδες , ἔπειτα πεντάδες , καὶ
5464772 βορβορωδες
, ὥστε καὶ ὑπὸ τούτων καὶ ὑπὸ ποταμῶν ἐκκλυζόμενον τὸ βορβορῶδες πᾶν ἰᾶται τὴν δυσαερίαν . οὕτως γοῦν ὑγιεινὸν ἐξήτασται
πτύουσι , καὶ οἱ πολλοὶ ἀπόλλυνται . Οἷσι καιομένοισι πῦον βορβορῶδες ἔρχεται καὶ δυσῶδες , ἀπόλλυνται ὡς τὰ πολλά .
5464750 Πολιτικῳ
. Ἀπέσβηκε λέγουσι τὸ ἀπεσβέσθαι οἵ τε ἄλλοι καὶ Πλάτων Πολιτικῷ . Ἀπήμονα , ἀβλαβῆ . Ἄπια , εἶδος ὀπώρας
ὅτι τὰς τέχνας ἐνταῦθα διαιρεῖ καὶ ἐν Σοφιστῇ καὶ ἐν Πολιτικῷ , ἀλλ ' οὐ κατὰ τὸν αὐτὸν τρόπον .
5457469 ὑειοις
τὴν ἕξιν γάλακτι καὶ σιτίοις , κρέασιν ὀρνιθείοις , καὶ ὑείοις ἀπιμέλοις , ὡς ἂν καὶ τὸ σύμπαν σῶμα ἄγειν
ὄνῳ , ἀναπτυχθεῖσα δὲ τὰ μὲν ἄλλα σπλάγχνα ἔχει ὅμοια ὑείοις , μεγέθει διαφέροντα , χολὴν δὲ οὐκ ἔχει πρὸς
5456005 νοτιᾳ
θάλατταν καὶ τὴν νοτίαν τῆς Ἀτλαντικῆς . ἐν δὲ τῇ νοτίᾳ ταύτῃ θαλάττῃ πρόκειται τῆς Ἰνδικῆς νῆσος οὐκ ἐλάττων τῆς
προηγούμενος τοῦ μεσημβρινοῦ , καὶ ὁ ἑπόμενος τῶν ἐν τῇ νοτίᾳ σιαγόνι τοῦ Κήτους , μικρὸν ὑπολειπόμενος τοῦ μεσημβρινοῦ ,
5454847 σαυρα
κακῶς λέγουσιν . σαῦρος : ἀρσενικόν , θηλυκὸν δὲ ἡ σαύρα . φησὶ δὲ Ἀριστοτέλης περὶ τοῦ ζῴου , ὅτι
δὲ ἡ σαλαμάνδρα τὸ μὲν εἶδος παρέχεται οἶόν περ ἡ σαύρα , δέρμα δὲ λιπαρὸν ἔχει , ἐν πυρὶ δὲ
5453675 ἀυλοτερον
ἀποστῆναι τοῦ ἔρωτος καὶ κάλλους , κἂν ψυχικὸν ᾖ καὶ ἀυλότερον ὡς πρὸς τὸ αἰσθητὸν , περιάγειν δὲ ἑαυτὸν ἐπὶ
' ἀμερῶς καὶ δραστικῶς , ψυχὴ δὲ ἔτι ἁπλούστερον καὶ ἀυλότερον , καὶ τὸ ψυχῆς ὑπέρτερον κατὰ τὴν ὑπεροχὴν τῆς
5450799 εὐρυθμια
Χαρικλέους ἐμμανέστερον ἀνεβόησεν , Ἡράκλεις , ὅση μὲν τῶν μεταφρένων εὐρυθμία , πῶς δ ' ἀμφιλαφεῖς αἱ λαγόνες , ἀγκάλισμα
; Ναί . Εὐλογία ἄρα καὶ εὐαρμοστία καὶ εὐσχημοσύνη καὶ εὐρυθμία εὐηθείᾳ ἀκολουθεῖ , οὐχ ἣν ἄνοιαν οὖσαν ὑποκοριζόμενοι καλοῦμεν
5448676 πυθμενες
πελειάδες ἀμφὶς ἕκαστον χρύσειαι νεμέθοντο , δύω δ ' ὑπὸ πυθμένες ἦσαν , ἀκουστέον οὐ πυθμένας δύο , ἀλλ '
γὰρ διπλασιεπιδιμεροῦς τρίτων ἐν πέμπτῳ μέρει τῶν διαφορῶν ἐνοφθήσονται οἱ πυθμένες , τῆς διπλασιεπιτριμεροῦς τετάρτων ἐν ἑβδόμῳ , τῆς δὲ
5447629 ἱστῳ
ἓν ποιεῦνται , καὶ τοῦτο διὰ τῆς τρόπιος διαβυνέεται : ἱστῷ δὲ ἀκανθίνῳ χρέωνται , ἱστίοισι δὲ βυβλίνοισι . Ταῦτα
πανίσδεται ἔργα τοιαῦτα , οὐδ ' ἐνὶ δαιδαλέῳ πυκινώτερον ἄτριον ἱστῷ κερκίδι συμπλέξασα μακρῶν ἔταμ ' ἐκ κελεόντων . οὐ
5445421 τροφιμωτερον
τῶν δ ' ἀφεψομένων ἔτι μᾶλλον τὸ πόμα κρεῖττον καὶ τροφιμώτερόν ἐστιν . τοῖς δὲ πυρέττουσι δεῖ τὴν κριθὴν μὴ
τῶν δ ' ἀφεψωμένων ἔτι μᾶλλον τὸ πόμα κρεῖττον καὶ τροφιμώτερόν ἐστιν . τοῖς μὲν οὖν πυρέσσουσι καὶ οἷς αἱ
5445216 ἀλλοδαπων
κελαινὸν ὑπέρρεε , δεύετο δὲ χθὼν Τρώων ὀλλυμένων ἠδ ' ἀλλοδαπῶν ἐπικούρων : τῶν οἳ μὲν θανάτῳ δεδμημένοι ὀκρυόεντι κεῖντο
, ἔνθα μοι ἁρμόδιον δεῖπνον κεκόσμηται , θαμὰ δ ' ἀλλοδαπῶν οὐκ ἀπείρατοι δόμοι ἐντί : λέλογχε δὲ μεμφομένοις ἐσλοὺς
5437001 Ἰσ
Ἀλιμαλεῖς . Ἀρύκανδα , πόλις Λυκίας , ὡς Καπίτων ἐν Ἰσ . δευτέρῳ . Τὸ ἐθνικὸν Ἀρυκανδεύς . Σύβρα ,
Ἀρνεαὶ , πόλις Λυκίας μικρὰ , ὡς Κ . ἐν Ἰσ . τρίτῳ . Τὸ ἐθνικὸν Ἀρνεάτης . Μενεδήμιον ,
5435476 πυρωδει
καὶ αἱμάϲϲουϲι καὶ φάρυγγι ἡλκωμένῃ παριϲθμίων ῥεύματι ἀπὸ κεφαλῆϲ μελαγχολίᾳ πυρώδει καὶ χολέρᾳ καταρχὰϲ καὶ ἐμέϲαϲιν ἐν πυρετῷ χολώδει .
Ὑδροχόῳ . κλῆρος τύχης Λέοντι : τούτῳ ἐπίκειται Ἄρης ἐν πυρώδει καὶ ἡλιακῷ ζῳδίῳ ἐναντιούμενος τῷ ὡροσκόπῳ : τὸν δὲ
5432861 σεμιδαλιται
καὶ εὐοικονομητότεροι καὶ τὸ ὅλον κρείττονες , εἶθ ' οἱ σεμιδαλῖται , μεθ ' οὓς οἱ ἀλευρῖται , εἶθ '
οἱ συγκομιστοί : ἐν τῷ μεταξὺ δ ' αὐτῶν οἱ σεμιδαλῖται . φαυλότατοι δὲ οἱ πιτυρίαι πάνυ μὲν βραχεῖαν τροφὴν
5431242 ὀφθαλμικων
ὧδέ πωϲ ἔχουϲαν : Τῶν καθ ' ἡμᾶϲ δέ τιϲ ὀφθαλμικῶν Ἰοῦϲτοϲ ὄνομα καὶ διὰ καταϲείϲεωϲ τῆϲ κεφαλῆϲ πολλοὺϲ τῶν
χρείας . ἡ Ἐρασιστράτου πάγχρηστος ὑγρά , θαυμαστὴ ἐπί τε ὀφθαλμικῶν καὶ παρισθμίων αἰδοίων τε καὶ ὤτων πυορροούντων . χαλκοῦ
5426053 μιτῳ
κἄπειτα τὸ ἄκρον τῆς διακοπῆς ἀποσφίγγειν ὡς ἐρίῳ ἐστραμμένῳ ἢ μίτῳ ἢ κροκύδι ἤ τινι παραπλησίῳ : τὸ γὰρ λίνον
ὀνόματα ταύταις ἐτίθουν . ἐπειδὴ γὰρ κλώθειν λέγεται τὸν μίτον μίτῳ συντιθέναι , διὰ τοῦτο καὶ Κλωθὼ λέγεται , διὰ
5424805 συνηρμοσμενον
τὸν κόσμον ἐκ τῶν ἄνω καὶ τῶν κάτω φύσει φερομένων συνηρμοσμένον ἀπηλλάχθαι παντάπασι τῆς κατὰ τόπον κινήσεως . ταῦτα δὲ
τῶν ἐμῶν . . ἴϋζε μέλος ὁμοῦ τιθεὶς ] ἤτοι συνηρμοσμένον καὶ ἁρμόζον τῇ ἐμῇ συμφορᾷ ἴϋζε καὶ θρήνει .
5423596 ἀορτηρ
βάλλετο πήρην , πυκνὰ ῥωγαλέην , ἐν δὲ στρόφος ἦεν ἀορτήρ : Εὔμαιος δ ' ἄρα οἱ σκῆπτρον θυμαρὲς ἔδωκε
ἢ παρὰ τὸ αἴρω ἀρτήρ , καὶ πλεονασμῷ τοῦ ο ἀορτήρ . ἢ ἐν ᾧ τὸ ξίφος κρέμαται , ἱμάς
5419987 ἀσυνθετων
Γίνεται δὲ καὶ σχήματα τοῦ αὐτοῦ μεγέθους ἐκ τῶν αὐτῶν ἀσυνθέτων συγκείμενα καὶ ἀριθμοῦ , εἰ ἡ τάξις αὐτῶν ἀλλοίωσιν
καὶ διὰ τί οὐχ ἁπλῶς δείκνυται , ὅτι ἐκ τοσούτων ἀσυνθέτων ἕκαστον τῶν γενῶν συνέστηκεν ὅσα ἐστὶν ἐν τῷ διὰ
5419642 παρεοικος
καὶ ξανθίου τὸ σπέρμα τὸ ἐν τοῖς ἀκανθώδεσι σφαιρίοις εὑρισκόμενον παρεοικὸς λίνου σπέρματι , ἐλειῶν ἀσπαράγων ῥίζαι , ὕαλος κεκαυμένη
ἐν ἡλίῳ . Σίνων σπερμάτιόν ἐστιν ἐν Συρίᾳ γεννώμενον , παρεοικὸς σελίνῳ , πρόμηκες , μέλαν , πυρωτικόν . Σίον
5419499 μικτον
τίθενται τρίτην ἀρχὴν τὴν ἡνωμένην τριάδα . Πᾶν δὲ ἡνωμένον μικτόν , εἴπερ ἔμφασιν ἔχει καὶ ἑνὸς καὶ πλήθους τὸ
μερῶν , οὐδὲ ὅλον , οὐδὲ σύνθετον , οὐδὲ ἄρα μικτόν ; Ὅμοιον γὰρ συντιθέναι τι ἐξ αἰτίου καὶ αἰτιατοῦ
5416396 λεπτωι
μῆνα ἕκαστον , ὁ δὲ ἥλιος ἐν τξεʹ ἡμέραις καὶ λεπτῶι , ὃς δὴ χρόνος καλεῖται ἐνιαυτὸς ἡλιακός . ὁμοίως
, . τὸ δὲ βρέφος περιέχεται χιτῶσι , τῶι μὲν λεπτῶι καὶ μαλακῶι : ἀμνίον αὐτὸν Ἐ . καλεῖ .
5413009 τμητικον
γίνεται δυνάμεως , ἐχούσης πλεῖστον μὲν τὸ ῥυπτικόν τε καὶ τμητικόν , ὀλίγον δὲ τὸ στυπτικόν . Μυριόφυλλον ξηραντικῆς ἐστι
. μιγνύμενοϲ δὲ κηρωτῇ πολλῇ , ἀπουλωτικὸν γίγνεται φάρμακον καὶ τμητικόν . Ἰοῦ ϲκώληκοϲ ϲκευαϲία . Εἰϲ θυίαν Κυπρίου χαλκοῦ
5408621 κενωι
διὰ σμικρότητα τῶν ὄγκων . ταῦτα δ ' ἐν τῶι κενῶι φέρεσθαι , καὶ συνιστάμενα μὲν γένεσιν ποιεῖν , διαλυόμενα
μέντοι δόγμα διὰ τοιούτων λόγων κατασκευάζεται : εἰ ὁ κόσμος κενῶι ἐν ἀπείρωι ὑπάρχων κάτω ἐφέρετο , οὐκ ἂν ὄμβροι

Back