τροχοειδέα κύκλα τέτυκται πυκνὰ παρ ' ἀλλήλοισιν , ἅ κεν στροφάλιγγας ἐρύκοι φοιταλέας , μηδ ' ἰθὺς ἀπορρήξειε σίδηρον αἱμάσσων
θαλάμῃσιν ἐν οἰκείῃσι μένουσι . Χείματι μὲν δὴ πάντες ἀελλάων στροφάλιγγας σμερδαλέας αὐτοῦ τε δυσηχέος οἴδματα πόντου ἔξοχα δειμαίνουσιν :
7889724 μυχατην
δὲ ζωοῖσιν ἀλευομένοισιν ὁμοῖα : αὐτὰρ ὅ γ ' ἀσχαλόων μυχάτην πάλιν ἵεται ἅλμην , πολλὰς δὲ στροφάλιγγας ἑλίσσεται ,
ἐγκλίνουσι καὶ φεύγουσιν . Ἀσχαλόων : ἀμηχανῶν , λυπούμενος . μυχάτην : βαθεῖαν . Ἑλίσσεται : ποιεῖ . Ἑκών :
7317546 νεφεα
ἡγεμόνας Δαναῶν ἕλεν , αὐτὰρ ἔπειτα πληθύν , ὡς ὁπότε νέφεα Ζέφυρος στυφελίξῃ ἀργεστᾶο Νότοιο βαθείῃ λαίλαπι τύπτων : πολλὸν
' ἀῆται λάβροι ἐριδμαίνωσι , καὶ ὁππότε λάβρον ἀέντες σὺν νέφεα ῥήξωσι Διὸς μέγα χωομένοιο ἀνδράσιν οἵ τ ' ἐρίτιμον
7147051 στροφαλιγγι
/ πρῶτα μὲν αἰγλήεντα [ * * ] / ἀρρήτωι στροφάλιγγι [ ] πάλιν [ ] [ δίνητον ] [
δὲ τοῖς πλέουσι συνιέναι διὰ τὰ κολπώματα . Εἰλεῖται δὲ στροφάλιγγι , βιοῦ κέρᾳ ἐοικὼς , ὁ πόρος δηλονότι :
7072080 ἀηταις
δειλιάσει . σχεδόθεν : ἐκ τοῦ σύνεγγυς , πλησίον . ἀήταις : τοῖς ἀνέμοις . φροντίζοντες . Ἐπιτρέψας : ἀνατεθεικὼς
ὑποζεύξαντες ἀπήνας , χώρην εἰς ἑτέρην , λείπουσι δὲ γαῖαν ἀήταις χειμερίοις , οἵτε σφι κακῇ θυΐοντες ἀέλλῃ γαῖάν τε
7035656 φαεσφορος
ἠοῖ δὲ κακώτερον ἄλγος ὀπάσσει . Ὑδροχόον δ ' ἐφέπουσα φαεσφόρος αἰγλήεσσα ἄλλας μὲν νούσους ἰήσεται : εἰ δέ κε
ἄεσαν ὡς τὸ πάροιθεν . Ἦμος δ ' ἄκρον ἔβαλλε φαεσφόρος οὐρανὸν ἠώς , δὴ τότε λαιψηροῖο κατηλυσίῃ ζεφύροιο βαῖνον
6985950 αὐτῃσι
ἄλλοτε , ἅτε τοῦ αἵματος ἐγκλονευμένου καὶ οὐ διαχωρέοντος ἐν αὐτῇσι , καὶ ἡ κοιλίη οὐ διαχωρήσει κατὰ τρόπον ,
, ἁρμόζουσι δὲ τῇσι κεφαλῇσιν : διὰ τοῦτο οὐκ ἔστιν αὐτῇσι τὸ ἥμισυ ἐκστῆναι τοῦ ἄρθρου : ὀλισθάνοι γὰρ ἂν
6981230 μελεεσσιν
μέλαν κυάνοιο φέρει μεμορυγμένον ἄνθος : ἀλκὴ δ ' ἐν μελέεσσιν ἀπείριτος ἠδὲ λεόντων κοιρανικῶν Λίβυες μέγα κοιρανέουσι λέοντες .
τοίους καὶ προτέρους ἐξ ἰλύος ἐβλάστησεν χθὼν αὐτὴ μικτοῖσιν ἀρηρεμένους μελέεσσιν , οὔπω διψαλέῳ μάλ ' ὑπ ' ἠέρι πιληθεῖσα
6968687 ἀσπετος
Ὀλυμπίου εἰσὶν ἀοιδοί , ἃς ἐν χέρσῳ θρέψε Διὸς παῖς ἄσπετος ὄμβρος , λευκοτέρας χιόνος , ἔσθειν δ ' ἀμύλοισιν
ἂν δ ' ὀλοὸν σύριγξ ' ἐπὶ δ ' ἔβραχεν ἄσπετος αἰθήρ : Δένδρεα δ ' ἐσμαράγησε , κραδαινόμεν '
6928644 ῥοθιοισιν
ἄκρου : καί ῥ ' ἡ μὲν ζωῇ ἐναλίγκιος ἐν ῥοθίοισιν ἑλκομένη θήλεια τιταίνεται ἐξ ἁλιῆος . τέτρατος αὖ κύρτοιο
μεταπνεύσῃ : ἐκπνεύσῃ . μετεκπνεύσῃ : εἰσπνεύσῃ , εἰσβάλῃ . ῥοθίοισιν : κύμασι , ῥεύμασιν . Ἔνθα : ὅπου ,
6904276 ἠϋτ
παρὰ πατρὶ γέροντι : καρπαλίμως δ ' ἀνέδυ πολιῆς ἁλὸς ἠΰτ ' ὀμίχλη , καί ῥα πάροιθ ' αὐτοῖο καθέζετο
ἀνακιρνάμενος τῇ ψυχῇ , ἀλλά τέ μιν καθύπερθεν ἐπιρρεῖ , ἠΰτ ' ἔλαιον ; Ταύτην μοι διήγησαι τὴν γεωργίαν ,
6902347 λαγονεσσιν
οἰκτείραι θήρης τε δυσαγρέος ἠδὲ μόροιο : τῆς μὲν γὰρ λαγόνεσσιν ἐλήλατο δουρὸς ἀκωκή , τῆς δὲ κάρη ξυνέπειρε θοὸν
, θηλυτέρης ἐνοπῇσι παραπλαγχθέντες ἰωῆς : τοῖς κεῖνοι κύρτοιο πέσον λαγόνεσσιν ὁμοῖοι . Τοίην δ ' αὖ κεφάλοισιν ἔρως περιβάλλεται
6894436 εἱλειται
' ἔχει κεράων σκαιὸς πόρος , ὅστ ' ἐπὶ δισσὴν εἱλεῖται στροφάλιγγα , βιοῦ κεράεσσιν ἐοικώς . τοῦ καὶ πρὸς
τῇ ἀστραπῇ τῶν ὅπλων : κατόπιν δὲ αὐτοῦ ζάλη ἀνέμου εἱλεῖται πομπὸς τοῦ εἰδώλου . ἐπιλείψει με ἡ φωνή ,
6878168 καρηνα
κακωτικόν . καμεῖν : κοπιάσαι . κατασκευάσαι . θανεῖν . κάρηνα : κεφαλάς . ἢ ἀκροπόλεις . καρπός : ἡ
ἴφια μῆλα , κτητοὶ δὲ τρίποδές τε καὶ ἵππων ξανθὰ κάρηνα , ἀνδρὸς δὲ ψυχὴ πάλιν ἐλθεῖν οὔτε λεϊστὴ οὔθ
6874019 ἁψεα
. Β . Κ . Π . λύθεν δέ οἱ ἅψεα πάντα . * ) ὅτι οὕτως λέγει τὰς συναφὰς
δειρήν τε στέρνον τε : τὰ δ ' ἡμίβρωτα κέχυνται ἅψεα , πολλὰ δ ' ὀδόντες ὑπὸ στόμα δαιτρεύουσιν :
6871342 κλονεουσι
δέ , ἤτοι τὸν τὴν καρδίαν ἀλγοῦντα θαμινότεροι ] πυκνότεροι κλονέουσι ] ταράττουσιν δήν ] ἐπὶ πολύ καὶ κατικμάζων ,
ὑλήεντι εἱστήκει , τό περ οὔτε θοαὶ Βορέαο θύελλαι ἐσσύμεναι κλονέουσι δι ' ἠέρος οὔτε Νότοιο : ὣς ὃ ταφὼν
6868743 ἠερι
ἔμελλε πείθεσθαι τεράεσσι . Τὸ δ ' οὐ λάθε Κυανοχαίτην ἠέρι θεσπεσίῃ κεκαλυμμένον , ἀμφὶ δὲ ποσσὶ νισομένοιο ἄνακτος ἐρεμνὴ
μικτοῖσιν ἀρηρεμένους μελέεσσιν , οὔπω διψαλέῳ μάλ ' ὑπ ' ἠέρι πιληθεῖσα οὐδέ πω ἀζαλέοιο βολαῖς τόσον ἠελίοιο ἰκμάδας αἰνυμένου
6853727 βροχοισιν
στροφάλιγγας ὑπὸ σκολιοῖσιν ἱμᾶσι τεχνάζων , εἴ πώς μιν ἐρητύσειε βρόχοισιν ἀμφιβαλών : ἀλλ ' οὔτι κακῶν ἄκος οὔτ '
αἰνόν : ἀλλ ' εἰ καί ποθ ' ἕλοιεν ἐϋστρέπτοισι βρόχοισιν ἵππαγρον δολίοισι λόχοις μελανόχροες Ἰνδοί , οὔτε βορὴν ἐθέλει
6849624 ἐντοσθεν
γαμήλιος αἴθεται αἰδώς : ὣς αἵ γ ' ἐνδόμυχοι θαλάμων ἔντοσθεν ἑκάστη αἰεὶ δηθύνουσιν , ὅπῃ πόσις αὐτὸς ἀνώγει .
Ζεὺς δῷσι παλίντιτα ἔργα γενέσθαι : νήποινοί κεν ἔπειτα δόμων ἔντοσθεν ὄλοισθε . ” ὣς φάτο Τηλέμαχος , τῷ δ
6843634 σκιοεντα
τοῦτ ' ἀμήχανον , ἦ γὰρ πολλὰ μεταξὺ οὔρεά τε σκιόεντα θάλασσά τε ἠχήεσσα , ξένοι τε ἐπ ' ἀλλοτρίας
ἐπεὶ τὰ τοιαῦτα μεγάλην σκιὰν ἐπέχει : “ ἀνὰ μέγαρα σκιόεντα . ” σκεψάμενος ἀποβλέψας . σκέπας σκέπη . σκεπόωσι
6843612 λυθρῳ
ἀπέκερσε κελεύθους ἀνέρι κῆρα φέρουσα : μίγη δέ οἱ εἴδατα λύθρῳ . Τοῦ δ ' ἄρα βαιὸν ἄπωθεν ἕλεν μεγάθυμος
ἐπαΰτεεν ἀμφοτέροισι μακρὸν Ἔρις βοόωσα . Κόνις δ ' ἐρυθαίνετο λύθρῳ κτεινομένων : ὀλέκοντο δ ' ἀνὰ κλόνον ἄλλοθεν ἄλλος
6839385 θοα
ν : γράφεται δοχμίη ἀνακλιθεῖσα . τανυσαμένη : ἐξαπλώσασα . θοά : ταχέα , ταχέως . κῶλα : ὀστᾶ ,
ν : γράφεται δοχμίη ἀνακλιθεῖσα . τανυσαμένη : ἐξαπλώσασα . θοά : ταχέα , ταχέως . κῶλα : ὀστᾶ ,
6820432 ῥιπῃσι
, πληττομένη , βρασσομένη , τυπτομένη , ταραζομένη . ὑπαὶ ῥιπῇσι : τοῦ ἀνέμου , ὑπὸ ταῖς ὁρμαῖς τῶν ἀνέμων
Νότου κελάδοντος , ὅτ ' εὐρέα πόντον ὀρίνει λαίλαπι καὶ ῥιπῇσι , Θυτήριον εὖτ ' ἀλεγεινὸν ἀντέλλῃ ναύτῃσι φέρον πολύδακρυν
6816986 ἑλισσεται
ὀλοῆς ὑπὸ μάρνατ ' ἀνάγκης , ἀμφὶ δέ οἱ μελέεσσιν ἑλίσσεται , ἄλλοτε ἄλλας παντοίας στροφάλιγγας ὑπὸ σκολιοῖσιν ἱμᾶσι τεχνάζων
ἐξερχομένῳ πνεύματι : πρῶτον γὰρ περὶ τὸ χεῖλος τῆς σύριγγος ἑλίσσεται τὸ πνεῦμα . φορέοιτε βάτοι : βάτος . .
6810387 πνοιῃσιν
μαρμαίροντος . Οἷον δὲ νέφος εἶσι δι ' ἠέρος ἀπλήτοιο πνοιῇσιν μεγάλῃσιν ἐλαυνόμενον Βορέαο , ἦμος δὴ νιφετός τε πέλει
Ἐρώτων . Νὺξ ἦν , εὖτε μάλιστα βαρυπνείοντες ἀῆται χειμερίαις πνοιῇσιν ἀκοντίζοντες ἰωὰς ἀθρόον ἐμπίπτουσιν ἐπὶ ῥηγμῖνι θαλάσσης . καὶ
6809683 θυελλας
χειμεριναὶ καταιγίδες καὶ πνοαί . ὅθεν Ὅμηρος ἐν συνωνυμίᾳ τίθησι θυέλλας τε καὶ ἁρπυίας ἀντὶ τοῦ καταιγιδώδεις πνοάς , ἀπὸ
καὶ περιελιγμούς : λέγει δὲ τὰς νεφέλας . πρημαινούσας τε θυέλλας ] ⌈ πεφυσσημένας [ πεφυσημένας ] καὶ μαινομένας πνοάς
6809267 ἀλλυδις
νωλεμές . αἶψα δὲ νόσφιν Ἰήσονα μοῦνον ἑταίρων ἐκπροκαλεσσαμένη ἄγεν ἄλλυδις , ὄφρ ' ἐλίασθεν πολλὸν ἑκάς , στονόεντα δ
ἄλκιμος ἐξεφαάνθη : τοῦ μὲν γάρ τε κακοῦ τρέπεται χρὼς ἄλλυδις ἄλλῃ , οὐδέ οἱ ἀτρέμας ἧσθαι ἐρητύετ ' ἐν
6808860 πυκινοισι
, οὕς τ ' αἰνὸς ὄφις ἔτι νηπιάχοντας θάμνοις ἐν πυκινοῖσι κατεσθίει , ἡ δὲ κατ ' αὐτούς πωτᾶται κλάζουσα
ἥτιςΚύπριςσυνεργὸς καὶ συμπράκτρια τῶν σῶν κινδύνων γενήσεται . λίσσεό μιν πυκινοῖσι : εἶπε γὰρ ὁ Φινεύς : ἐν γὰρ τῇ
6808231 ὁγ
Διὶ οἰνοχοεύειν κάλλεος εἵνεκα οἷο : πάλιν ἐπὶ τοῦ αὐτὰρ ὅγ ' ὃν φίλον υἱὸν ἐπεὶ κύσε σύνθετος : τὸν
παλίσσυτος αὐτίκ ' ἀγινεῖ ἀτραπιτοῖο πέλας κύνα μέρμερον : αὐτὰρ ὅγ ' αἶψα ὠρίνθη , φριμάᾳ τε λαγωείης ὑπ '
6798982 ἀσπετον
ποικίλου * . στόμα παρὰ τὸ τέμνειν τὰ σιτία . ἄσπετον ἀπλήρωτον πολύν . * . . ἄσπετον πολλὴν ἀπαρακολούθητον
ὑπ ' ἄνθεσι βεβριθυῖα : ὣς τῆμος Νιρῆος ἐπὶ χθονὸς ἄσπετον οὖδας ἐξεχύθη δέμας ἠὺ καὶ ἀγλαΐη ἐρατεινή . Τῷ
6789481 ἐκτοσθεν
[ ? ] πυρὰ κείατε καὶ μεμαῶτες [ τείχεος ] ἔκτοσθεν φιλίην ῥύεσθε πόληα : [ – ˘˘ ] ν
γὰρ ἔντοσθεν ἄλλα τις αἰτία δυναμικωτέρα αὐτᾶς εὑρεθήσεται οὔτ ' ἔκτοσθεν φθεῖραι αὐτὸν δυναμένα : ἀλλ ' ἦν ὅδε ὁ
6783242 τανυοντο
. . . . , . αἱ δ ' ἄμοτον τανύοντο . * ) [ ἡ διπλῆ ὅτι ] ἐκ
νῆ ' ἔπι , κὰδ δ ' ἄρα λαῖφος ἐρυσσάμενοι τανύοντο ἐς πόδας ἀμφοτέρους . ἡ δ ' ἐς πέλαγος
6780674 σακεεσσι
κατὰ πᾶσαν ἀνασταχύεσκον ἄρουραν γηγενέες : φρίξεν δὲ περὶ στιβαροῖς σακέεσσι δούρασι τ ' ἀμφιγύοις κορύθεσσί τε λαμπομένηισιν Ἄρηος τέμενος
αὐτὴν νῆσον ἱκώμεθα , δὴ τότ ' ἔπειτα σὺν κελάδῳ σακέεσσι πελώριον ὄρσετε δοῦπον . ” Ὧς ἄρ ' ἔφη
6772277 ἐτιναξε
ὑπερπτάμενον νεφέων σχεδόν , ἀλλὰ καὶ ἔμπης λαίφεα πάντ ' ἐτίναξε παραιθύξας πτερύγεσσιν : οὐ γὰρ ὅγ ' αἰθερίοιο φυὴν
. ἡ διπλῆ περιεστιγμένη ὅτι Ζηνόδοτος γράφει γῆν δ ' ἐτίναξε : οὐκ εὖ : ταύτην γὰρ ἐπισείων ἀνέμους ποιεῖ
6772221 κελευθα
ἁρπαλέην : τροφὴν ἄσμενον . ἁρπαλέην : ἁρπακτικήν . ἄλλα κέλευθα : ἄλλαι ὁδοί . Κευθμῶνες : κρυπτῆρες τόποι .
Καδαυάδη . ἀλλὰ γὰρ εἰς Ἀχέροντα τὸν οὐ φατὸν ἶσα κέλευθα , ὡς αἶνος ἀνδρῶν , πάντοθεν μετρεύμενα . σῆμα
6765202 δεδμημενον
κατὰ ἐναλλαγὴν πτώσεως παρείληπται ] ἀντὶ τοῦ ὑπὸ μαλακοῦ ὕπνου δεδμημένον . . . . . . . . ἤδη
Περιστονάχησε δὲ Λοκρῶν λαός , ὅτ ' ἔδρακον ἄνδρα κακῇ δεδμημένον ἄτῃ : δὴ γάρ οἱ λασίοιο καρήατος ἄλλυδις ἄλλῃ
6759334 οἰδματι
δουρικλυτὸς ἔνθορε μέσσῳ κρημνοῦ ἀπαΐξας : ὃ δ ' ἐπέσσυτο οἴδματι θύων , πάντα δ ' ὄρινε ῥέεθρα κυκώμενος ,
ὁππότε μὲν παλίνορσον ἀπαΐξειε μυχόνδε , αἰθέρος εὐθὺς ῥεῦμα κατέρχεται οἴδματι θῦον , εὖτε δ ' ἀναθρώισκηι , πάλιν ἐκπνέει
6752893 πτερυγεσσιν
τε ζώει τε καὶ ἕρπει , εὐνάζων ἤμειψεν ὑπὸ χρυσέαις πτερύγεσσιν . Ἷξε δ ' ὑπὸ στυφελῶν Κόλχων εὐανθέα χῶρον
Πολλάκι δ ' ἀγριάδες νῆσσαι ἢ εἰναλιδῖναι αἴθυιαι χερσαῖα τινάσσονται πτερύγεσσιν : ἢ νεφέλη ὄρεος μηκύνεται ἐν κορυφῇσιν . Ἤδη
6748125 ἀγκεα
, νοητῶν μὲν ὡς ὅτι πίσυρες τέσσαρες καὶ βῆσσαι καὶ ἄγκεα οἱ βάσιμοι τόποι , λεκτῶν δὲ τῶν περὶ τὰς
νόμος οἵ τε θαλάσσης ἐγγύθι ναιετάους ' οἵ τ ' ἄγκεα βησσήεντα πόντου κυμαίνοντος ἀπόπροθι , πίονα χῶρον , ναίουσιν
6744112 βεβρυχως
ἀκωκὴν δεινὰ μάλα στενάχων , γαίῃ δ ' ἐνέρεισεν ὀδόντας βεβρυχώς : ψυχὴ δὲ καὶ ἄλγεα κάλλιπον ἄνδρα . Ἀργεῖοι
ἰαμβικοῦ πεπλεγμένον : τοιοῦτον γάρ ἐστι τὸ αἱματοέσσης κόνιος δεδραγμένος βεβρυχώς , κἀκεῖνο δὲ ὅπερ ὁ Διονύσιος ἐν τῷ περὶ
6741671 θυελλαι
καὶ μέσον Ἄργος . νῦν αὖ παῖδ ' ἀγαπητὸν ἀνηρέψαντο θύελλαι ἀκλέα ἐκ μεγάρων , οὐδ ' ὁρμηθέντος ἄκουσα .
. πῶς ; πορθμὸν οὐκ ἤιδησθα πατρώιας χθονός ; ἀνέμων θύελλαι δεῦρό μ ' ἥρπασαν βίαι . παπαῖ : τὸν
6740958 νεφεων
, ] εἰ μὴ Ἀθήνη λάβρον [ ἐπεβρόντησε ] διὲκ νεφέων καταβᾶσα [ ] : πληξαμένη θέναρι [ ] δ
, θηροτρόφε , ὑγροκέλευθε , μήτηρ μὲν Κύπριδος , μήτηρ νεφέων ἐρεβεννῶν καὶ πάσης πηγῆς νυμφῶν νασμοῖσι βρυούσης : κλῦθί
6740541 ἐσσυται
δρίος : ἡ δ ' ἀΐουσα πόρδαλις ἰάνθη τε καὶ ἔσσυται , ἴχνος ἀϋτῆς μαιομένη : τάχα δ ' ἷξε
ἥν περ ὑπέστης , οἴκαδε πεμψέμεναι : θυμὸς δέ μοι ἔσσυται ἤδη ἠδ ' ἄλλων ἑτάρων , οἵ μευ φθινύθουσι
6734614 κυλινδει
: φθονερὰ δ ' ἆλλος ἀνὴρ βλέπων γνώμαν κενεὰν σκότῳ κυλίνδει χαμαὶ πετοῖσαν . ἐμοὶ δ ' ὁποίαν ἀρετάν ἔδωκε
Βορέας μὲν γὰρ ἀπὸ τῆς ἄρκτου πνέων μετέωρος μέγα κῦμα κυλίνδει : τὴν γὰρ ἀπὸ τοῦ μεταρσίου φορὰν ἐπὶ τὸ
6730031 ἀολλεες
' ὀστέ ' ἀράξω . κηδεμόνες δέ οἱ ἐνθάδ ' ἀολλέες αὖθι μενόντων , οἵ κέ μιν ἐξοίσουσιν ἐμῇς ὑπὸ
ὀϊσάμενος δόλον εἶναι . οἱ δ ' ἅμ ' ἀϊστώθησαν ἀολλέες , οὐδέ τις αὐτῶν ἐξεφάνη : δηρὸν δὲ καθήμενος
6725044 ἐφυπερθεν
' ἀγρωσταὶ ἀχαιινέην καλέουσιν , † τόσσον ἔην πάντη χρύσεον ἐφύπερθεν ἄωτον † βεβρίθει λήνεσσιν ἐπηρεφές : ἤλιθα δὲ χθών
προτέρωσε καὶ ἠπείροιο περαίης φέρβονται Φίλυρες : Φιλύρων δ ' ἐφύπερθεν ἔασιν Μάκρωνες , μετὰ δ ' αὖ περιώσια φῦλα
6721429 ὑπενερθε
οὐδέν , ἀτιμάσασα πανταχῇ πέτεται κατὰ Πίνδαρον τά τε γᾶς ὑπένερθε καὶ τὰ ἐπίπεδα γεωμετροῦσα , οὐρανοῦ τε ὕπερ ἀστρονομοῦσα
ἀνὰ σάρκα τιταίνει , ἥ ῥά οἱ ἐκ γένυος νεάτης ὑπένερθε πέφυκε λεπτή τ ' ἀργεννή τε , κακὴ δέ
6708204 πνοιῃσι
τόρνωσε : κατεσκεύασεν . τὰ μέν : τὰ ἱστία . πνοιῇσι : τοῦ ἀνέμου δηλονότι , καὶ ἀναπνοαῖς τῶν ἀνέμων
ἐξόπιθε ῥιπῇσιν ἐλαυνόμενοι μογέουσιν . ἀλλ ' ἁλιεὺς στέλλοιτο λίνον πνοιῇσι πετάσσας οὔριον , ἐς Βορέην μέν , ἐπὴν Νότος
6701313 μαρναμενων
: ὀλέκοντο δ ' ἀνὰ μόθον ἄλλος ἐπ ' ἄλλῳ μαρναμένων ἑκάτερθε . Μάχη δ ' ἔχεν ἶσα τάλαντα :
χερμαδίῳ , τά ῥα πολλὰ θοάων ἔχματα νηῶν πὰρ ποσὶ μαρναμένων ἐκυλίνδετο , τῶν ἓν ἀείρας στῆθος βεβλήκει ὑπὲρ ἄντυγος
6696620 καναχηδον
' ἅμα τοῖσι πέλοντο ὄβριμοι ἀλγινόεντας ὑπὸ βλοσυρῇσι γένυσσι θήγοντες καναχηδὸν ἐυκτυπέοντας ὀδόντας . Ἐν δ ' ἀγρόται μετόπισθε κυνῶν
τὴν κεφαλὴν ἑλίϲϲηται , καὶ ὦτα βομβέῃ , ὅκωϲ ῥεόντων καναχηδὸν ποταμῶν , ἢ οἷον ἄνεμοϲ ἱϲτίοιϲι ἐγκυβερνέῃ , ἢ
6696166 ἰκελοι
ἀεικελιᾶν † νούσων εἰσὶ καὶ † ἄνατοι , οὐδὲν ἀνθρώποις ἴκελοι θνατοῖσι δ ' οὐκ αὐθαίρετοι οὔτ ' ὄλβος οὔτ
ἐκείνοιν , οἳ ἡνίκα ἦσαν καθεστηκότες , τοῖς τοῦ Διὸς ἴκελοι ἐνομίζοντο , ἐμπεσόντες δὲ εἰς τὴν ὀργὴν οὐκέτι Διός
6689121 πνοιῃ
δίνας , οἳ κατὰ καλὰ ῥέεθρα κυβίστων ἔνθα καὶ ἔνθα πνοιῇ τειρόμενοι πολυμήτιος Ἡφαίστοιο . καίετο δ ' ἲς ποταμοῖο
πεπταμένοις , αὐτὴν ἐπὶ δεξί ' ἔχοντες γαῖαν ἐρημαίην , πνοιῇ ζεφύροιο θέεσκον . ἦρι δ ' ἔπειτ ' ἀγκῶνά
6686742 νηχετο
ποτ ' ἠὼς νυμφίον εἶδε Λέανδρον ἀριγνώτοις ἐνὶ λέκτροις . νήχετο δ ' ἀντιπόροιο πάλιν ποτὶ δῆμον Ἀβύδου ἐννυχίων ἀκόρητος
ὃ μὲν ἱπταμένων πτερύγων ῥοίζημα τινάσσων ἄσχετος ὑψικέλευθος ἐς ἠέρα νήχετο Χειμών , ὤμοις ζωογόνοις ἐγκύμονα κάλπιν ἀείρων . καὶ
6680935 εἱλισσονται
κύκλα τετεύχαται , ἀμφὶ δ ' ἑκάστῳ διπλόαι ἁψῖδες περιηγέες εἱλίσσονται : κρυπταὶ δὲ ῥαφαί εἰσιν , ἕλιξ δ '
μὲν ἄλλοι νειόθι Τοξευτῆρος ὑπὸ προτέροισι πόδεσσιν ἄγνωτοι κύκλῳ περιηγέες εἱλίσσονται . Αὐτὰρ ὑπ ' αἰθομένῳ κέντρῳ τέραος μεγάλοιο Σκορπίου
6680691 πλευρῃσι
Κυρίσκος Ἱπποκράτει εἰσήγαγεν . καʹ . Τῶν ὀδυνέων καὶ ἐν πλευρῇσι καὶ ἐν στήθεσι , καὶ τοῖσιν ἄλλοισι τὰς ὥρας
μείζονες εἰσιδέειν Λίβυες κρατεροὶ γεγάασιν , ἀλλὰ δέμας δολιχοί : πλευρῇσι γὰρ ἀμφὶς ἔχουσι τῶν ἄλλων πλέονα σπαθίην κτένα :
6678557 κελευθους
κυμάτων ῥιπὰς ἀνέμους τ ' ἐκάλει νύκτας τε καὶ πόντου κελεύθους ἄματά τ ' εὔφρονα καὶ φιλίαν νόστοιο μοῖραν :
δακεῖν σπεύδοντας ἐυστρέπτοιο χαλινοῦ : καὶ στόματος μεγάλοιο λαθὼν ἀνέῳξε κελεύθους ἀνδράσι κευθομένοισι παλίρροον ἆσθμα φυλάσσων , καὶ διὰ μυκτήρων
6670467 κορυθες
κόρυν ἀνέρα δ ' ἀνήρ , ψαῦον δ ' ἱππόκομοι κόρυθες λαμπροῖσι φάλοισι νευόντων : ὡς πυκνοὶ ἐφέστασαν ἀλλήλοισι ,
χειρῶν βέλεα ῥέον ἠμὲν Ἀχαιῶν ἠδὲ καὶ ἐκ Τρώων : κόρυθες δ ' ἀμφ ' αὖον ἀΰτευν βαλλομένων μυλάκεσσι καὶ
6665118 φορεοντες
ὄντως [ ] ! ! υραυτν ? ! [ ] φορέοντες [ ] [ ] σιν [ [ [ [
σφεας ἡνιόχευεν . Ἵπποι δ ' αὖτ ' ἐχάρησαν ἑὸν φορέοντες ἄνακτα εἴκελον Αἰακίδῃ : τῶν δ ' ἄφθιτον ἦτορ
6653721 νειοιο
γεωργίαν : αἳ γάρ τε βοῶν προφερέστεραί εἰσιν , ἑλκέμεναι νειοῖο βαθείης πηκτὸν ἄροτρον , ὥς φησιν ὁ ποιητής .
τε πτερὰ νηυσὶ πέλονται . . . . . ἑλκέμεναι νειοῖο βαθείης πηκτὸν ἄροτρον : ἡ διπλῆ ὅτι ἐλλείπει ἡ
6649665 πυ
σχάσαι αὐτοῦ τοὺς ἀγκῶνας καὶ ἀφαιρέειν τοῦ αἵματος , ἔπειτα πυ - ριήσας πῖσαι ἐλατήριον : κάτω δὲ αὖθις ὑποκαθῆραι
τὴν πυρίην ταύτην τοιάδε ἔσται : διαιτῇν δὲ μετὰ τὰς πυ - ρίας , ὡς ὅτε τὸ πρότερον ἐπυριῆτο .
6645239 θυελλα
ἀπὸ τοῦ ἄω ἄελλα , οὕτως καὶ ἀπὸ τοῦ θύω θύελλα . Ὀψέ : μόλις . ἀπολήξασα : παύσασα ,
καταντίον Ἀτρυτώνης , δὴ τότε παύσατο κῦμα , κατευνήθη δὲ θύελλα σμερδαλέη , καὶ χεῦμα κατεπρήυνε γαλήνη . Οἳ δὲ
6636580 σπειρῃσιν
σκιρτῶσιν . Ἐμφύμεναι : κολλώμεναι , συμμιγόμεναι , περιπλεκόμεναι . σπείρῃσιν : πλοκάμοις . Παρθενικαί : παρθένοι . δηναιόν :
ἢ καὶ ἁματροχιῇσι κατὰ στίβον ἐνδυκὲς αὔει . τῶν ἤτοι σπείρῃσιν ὁ μὲν θοὸς ἀντία θύνει ἀτραπὸν ἰθεῖαν δολιχῷ μηρύγματι
6635994 σκαιῃ
Ὄφις γε δύο στρέφεται μετὰ χερσίν , δεξιτερῇ ὀλίγος , σκαιῇ γε μὲν ὑψόθι πολλός . Καὶ δή οἱ Στεφάνῳ
. Πάτροκλος δ ' ἑτέρωθεν ἀφ ' ἵππων ἆλτο χαμᾶζε σκαιῇ ἔγχος ἔχων : ἑτέρηφι δὲ λάζετο πέτρον μάρμαρον ὀκριόεντα
6629522 Βορεαο
αὖθι λέλειπτο . τάων δ ' αὖ κατόπισθε δύω υἷες Βορέαο φάσγαν ' ἐπισχόμενοι ἐπ ' ἴσῳ θέον , ἐν
: ἴχνια γὰρ νυχίοισιν ἐπηλίνδητ ' ἀνέμοισιν κινυμένης ἀμάθου . Βορέαο μὲν ὡρμήθησαν υἷε δύω πτερύγεσσι πεποιθότε , ποσσὶ δὲ
6628274 δερκομενου
ἐπαντέλλοντι συνάπτοι , ἄστρων οὐλομένων ἑτέρων μαλερῇσιν ὑπ ' αὐγαῖς δερκομένου ἑτέροιο , γονὴν δούλειον ἔτευξαν . ὁππότε δ '
μήθ ' ὥρης ζῶον μήτ ' οὖν φάος ἁγνὸν Μήνης δερκομένου Ζηνὸς φυσιζόῳ αἴγλῃ . καὶ δὲ καί , ὁππότ
6628194 ἀισσουσα
οὐκ ἄν σε διατμήξειαν ἀκωκαί γηγενέων ἀνδρῶν οὐδ ' ἄσχετος ἀίσσουσα φλὸξ ὀλοῶν ταύρων . τοῖός γε μὲν οὐκ ἐπὶ
ὀρυμαγδὸς ἐπειγομένων ἐλάτῃσιν ἦεν ἀριστήων . ἡ δ ' ἔμπαλιν ἀίσσουσα γαίῃ χεῖρας ἔτεινεν , ἀμήχανος : αὐτὰρ Ἰήσων θάρσυνέν
6626525 γυια
ἐξορμήσεις . ἐν γυιοδάμαις δὲ , τοῖς ἀθληταῖς τοῖς τὰ γυῖα τῇ γυμνασίᾳ καταπονοῦσιν , ἢ τοῖς καταπονοῦσι τὰ τῶν
. γάνος . . . : γάνος ἀπὸ τοῦ τὰ γυῖα ἰαίνειν λέγεται : τὸ μέλι , τὸ ὕδωρ ,
6623710 τρομεει
τὸν δὲ φόβον κραδίη δέ μοι ἔξω στηθέων ἐκθρῴσκει , τρομέει δ ' ὑπὸ φαίδιμα γυῖα . κατὰ τὸν αὐτὸν
βέλος , τρομέει δέ σε κύμαθ ' ἁλὸς βυθίας , τρομέει βασιλεὺς ἐνέρων Ἀΐδας , ἐπιδεσμοχαρές , κατακλινοβατές , κωλυσιδρόμα
6619707 πηγαων
γοερὸν περιμηκήσωνται ; Τῶν μὲν ἀκηχεμένας ἐπιτέλλεο μητέρας αἶψα λούειν πηγάων κυαναυγέσιν ἐν δίνῃσι : στήσας δ ' ἠελίου κατεναντίον
δ ' ἔπι Πυρηναῖον ὄρος καὶ δώματα Κελτῶν , ἀγχόθι πηγάων καλλιρρόου Ἠριδανοῖο , οὗ ποτ ' ἐπὶ προχοῇσιν ἐρημαίην
6616754 ὑπεξ
' ἐνὶ γαίῃ χηλὰς σκηρίπτοντε πανημέριοι πονέονται τοῖς ἴκελοι ἥρωες ὑπὲξ ἁλὸς εἷλκον ἐρετμά . Ἦμος δ ' οὔτ '
δήμωι τρέψας οὔτ ' ἀδίκοις ' ἀνδράσι πειθόμενος . Νεβρὸν ὑπὲξ ἐλάφοιο λέων ὣς ἀλκὶ πεποιθώς ποσσὶ καταμάρψας αἵματος οὐκ
6612957 παρασχεδον
ἥ οἱ ἑπέτις πέλε κουρίζουσα , Χαλκιόπῃ δ ' ἤγγειλε παρασχεδόν . ἡ δ ' ἐνὶ παισίν ἧστ ' ,
ἥρωσι δέρματα φορεῖν . αὐτὰρ ὅ : ὁ Ἄκαστος . παρασχεδόν : παραχρῆμα . ἀιδνή : σκοτεινή . ἐυστείρης :
6611986 Ζεφυροιο
ἥν τ ' ἐν ὄρεσσιν ἀμφιχέῃ πρώνεσσι Νότου μένος ἢ Ζεφύροιο χείματος ἐγρομένου , ὁπότ ' οὔρεα δεύεται ὄμβρῳ .
ἀράων ἀΐουσα μετάγγελος ἦλθ ' ἀνέμοισιν . οἳ μὲν ἄρα Ζεφύροιο δυσαέος ἀθρόοι ἔνδον εἰλαπίνην δαίνυντο : θέουσα δὲ Ἶρις
6598709 οἰμησαν
Ἔρις ὀτρύνεσκεν ἐπήρατος : οἳ δ ' ἀπὸ νύσσης καρπαλίμως οἴμησαν ἐοικότες ἰρήκεσσι : τῶν δὲ καὶ ἀμφήριστος ἔην δρόμος
ἐς Τροίην προέηκε θοῇ θύοντας ἀέλλῃ . Οἳ δὲ θοῶς οἴμησαν ὑπὲρ πόντοιο φέρεσθαι ῥιπῇ ἀπειρεσίῃ : περὶ δ '
6596662 πεφρικυιαι
. πολυδινέϊ : πολυκινήτῳ . πεπτηυῖαι : κείμεναι : γράφεται πεφρικυῖαι . Ὀρέστεροι : ὀρεινότεροι : παραβολή . Ἄναλκιν :
τάξεων φησί [ Δ ] κυάνεαι σάκεσίν τε καὶ ἔγχεσι πεφρικυῖαι . ὃ γὰρ ἐκ τῶν κατὰ φύσιν ὀνομάτων οὐκ
6596371 γοαασκον
ἄρα παπταίνεσκον ἐς Ἴλιον ἀχνύμεναι κῆρ ληιάδες καὶ πολλὰ κινυρόμεναι γοάασκον κρύβδην Ἀργείων μέγ ' ἐνὶ φρεσὶ πένθος ἔχουσαι .
αὖλιν ἔθεντο γεγηθότες . Οἳ δ ' ἐνὶ νηυσὶν Ἀργεῖοι γοάασκον ἐπὶ ψαμάθοισι πεσόντες , πολλὰ μάλ ' ἀχνύμενοι κταμένων
6596152 ἀνεμοιο
ἀλλήλοις περὶ πρέμνα , τὰ δ ' οὔ ποτε ἲς ἀνέμοιο σφῶν ἀπὸ νόσφι βαλέσθαι ἐπισθένει : ὣς ἄρα τώ
νεφέων ἀνεμοτρεφές , ἡ δέ τε πᾶσα ἄχνῃ ὑπεκρύφθη , ἀνέμοιο δὲ δεινὸς ἀήτης ἱστίῳ ἐμβρέμεται , τρομέουσι δέ τε
6594925 ὀρουει
οὗτος οὖν ἠράσθη τοῦ ἀθλεῖν . τῶν δ ' ἕκαστος ὀρούει : τὴν μέριμνάν τις , περὶ ἧς ἕκαστος φροντίζει
ὀπωπαῖς . ὠκύτατον θείει , καί τ ' ἄλκιμον ἰθὺς ὀρούει : φαίης , ὁππότ ' ἴδοιο , διηερίην φορέεσθαι
6594919 ὑψοθι
πέλαγος πεφόρητο ἐντενές , ἠύτε τίς τε δι ' ἠέρος ὑψόθι κίρκος ταρσὸν ἐφεὶς πνοιῇ φέρεται ταχύς , οὐδὲ τινάσσει
, ὅσον τέ περ ἥμισυ κύκλου ἀρχομένης ἀπὸ νυκτὸς ἀείρεται ὑψόθι γαίης . Ἀπορεῖται δή , πῶς καὶ ἐν ταῖς
6592027 βησσης
' ὅτ ' ἀν ' οὔρεα μακρὰ θορὼν εἰς ἄγκεα βήσσης δρυτόμος ἐγκονέων νεοθηλέα δάμναται ὕλην , ἄνθρακας ὄφρα κάμῃσι
! ! ! ! ! ! ! ] ! τῆς βήσσης ησφα [ ! ! ] [ ! ! !
6591284 ἀντελλει
πᾶσα δ ' εὐθαλὴς Αἴγυπτος ἁγνοῦ νάματος πληρουμένη φερέσβιον Δήμητρος ἀντέλλει στάχυν . . Αἰγύπτιος . . . : .
κατάγει δ ' Ὄφιν αὐχένος ἐγγύς . καὶ πάλιν : ἀντέλλει δ ' Ὕδρης κεφαλὴ χαροπός τε Λαγωός καὶ Προκύων
6591175 φορεουσιν
, σπεύδειν λισσομένη καί μιν πόδες οὐκέτ ' ὀπίσσω ἱεμένην φορέουσιν , ἔχει δ ' ἐπὶ πόντον ὀπωπάς : ὣς
. . Ἥμισυ δὲ Στεφάνοιο καὶ αὐτὴν ἔσχατον οὐρὴν Κενταύρου φορέουσιν ἀνερχόμεναι ἔτι Χηλαί . Τῆμος ἀποιχομένην κεφαλὴν μέτα δύεται
6588108 νερθεν
δὲ καὶ πόνου , ἔνθα ὁ βρόγχοϲ , ϲμικρόν τι νέρθεν ἢ ὕπερθεν : φωνὴν βραγχώδεεϲ , ἀϲαφέεϲ . ἢν
χαλκῷ νύξε : τὸ δ ' ἀντικρὺ δόρυ χάλκεον ἐξεπέρησε νέρθεν ὑπ ' ἐγκεφάλοιο , κέασσε δ ' ἄρ '
6587931 νεποδων
ποινητῆρες ἔασι καὶ ἀλλήλων ὀλετῆρες . Ἄλλοι δ ' ἰοφόροι νεπόδων , στομάτεσσι δ ' ἀεικὴς ἰὸς ἐνιτρέφεται στυγερός τ
: τοῦ δ ' ὅσσον τριπάλαιστον ἀναψάμενοι καθύπερθε μαλθακὸν ἀργεννῶν νεπόδων ἕνα χείλεος ἄκρου δῆσαν ἐπισταμένως : ξιφίης δ '
6587411 πυκνα
: τὰ μὲν γὰρ δῆλον ὅτι μανὰ , τὰ δὲ πυκνὰ φυτευτέον . Φιλόσκια δὲ ὧν οἱ καρποὶ ξηροί τε
καὶ ἀνιχνεύων τὸ ποθούμενον : ἀγχοῦ δὲ τοῦ μηχανήματος γεγονὼς πυκνὰ περιδινεῖται τῷ λιμῷ τυραννούμενος . Καὶ τέλος ὑπερήλατό τε
6581669 φαλοισι
δ ' ἀνήρ : ψαῦον δ ' ἱππόκομοι κόρυθες λαμπροῖσι φάλοισι νευόντων : ὣς πυκνοὶ ἐφέστασαν ἀλλήλοισιν , εἶθ '
δ ' ἀνήρ . Ψαῦον δ ' ἱππόκομοι κόρυθες λαμπροῖσι φάλοισι Νευόντων , ὣς πυκνοὶ ἐφέστασαν ἀλλήλοισι . Καὶ περαιτέρω
6576932 δουρασιν
ἀνέσχετο δῖος Ἀχιλλεὺς Πηλιάδα μελίην : ὃ δ ' ἁμαρτῇ δούρασιν ἀμφὶς ἥρως Ἀστεροπαῖος , ἐπεὶ περιδέξιος ἦεν . καί
ἐδήιον , ἠδ ' ἐπὶ γαῖαν μητέρα πῖπτον ἑοῖς ὑπὸ δούρασιν , ἠύτε πεῦκαι ἢ δρύες ἅς τ ' ἀνέμοιο
6576525 κινυμενων
ἔμιμνον δούρατ ' ἀειράμενοι : περὶ δέ σφισι χαλκὸς ἀύτει κινυμένων . Πρώτη δ ' ἔβαλεν περιμήκετον ἔγχος ἐσθλὴ Πενθεσίλεια
εὐώδεσι θήκατο ποίαις , ἄνθεος εὐόδμου βοτανηφάγος : ἀντολικοῦ δὲ κινυμένων πτερύγων ἀντώπιος ἄνθορε δίσκου , καὶ φλογὸς ἁρπάζειν δεδοκημένος
6576218 ἀϊσσουσι
, ὁμοῦ , ἀντὶ τοῦ ἔξω τῆς θαλάσσης συνεξορμῶντες . ἀΐσσουσι : συνορμῶσι , πηδῶσιν . Ἑλκόμεναι : συρόμεναι .
ἀλλ ' οὔ τι πρήσσει : θαμέες γὰρ ἄκοντες ἀντίον ἀΐσσουσι θρασειάων ἀπὸ χειρῶν , καιόμεναί τε δεταί , τάς
6575702 βαιην
ἐστήρικται ἠῴην οἶμον καὶ δείελον Ἠελίοιο κρίνων καὶ θνητοῖσιν ἄγων βαιὴν λύσιν ἔργων : ὃς δὲ περιστρέφεται πύματον πόντον τε
φιλήματι μητρὸς ὀπώρην . ὃς δὲ πολυρραθάμιγγος ὀπιπεύων χύσιν ὄμβρου βαιὴν χεῖρα τάνυσσε περίσσυτον ἠέρι πέμπων , καὶ παλάμην ἐδίηνε
6575648 κεραων
: διπλὰ δέ οἱ μετόπισθε μετάφρενα πίονα δημῷ : ὀξεῖαι κεράων δὲ μετήοροι ἀντέλλουσιν αἰχμαὶ πευκεδαναί , μελανόχροον εἶδος ἔχουσαι
ἐπερχομένῃσιν ἀρηρότα ποιήσασθαι . Αὐτὸς δ ' ἂν μάλα τοι κεράων ἑκάτερθε διδοίη ὠκεανὸς τά τε πολλὰ περιστέφεται ἑοῖ αὐτῷ
6575141 ἑκατερθεν
κάμε τέχνῃ , πυκνὰ συναΐσσοντες : ἐπέψαυον δὲ λόφοισιν ἀλλήλαις ἑκάτερθεν ἐρειδόμεναι τρυφάλειαι . Ζεὺς δὲ μέγ ' ἀμφοτέροισι φίλα
θοῆς ἐπεβήσατ ' ἀπήνης , σὺν δέ οἱ ἀμφίπολοι δοιαὶ ἑκάτερθεν ἔβησαν . αὐτὴ δ ' ἡνί ' ἔδεκτο καὶ
6574805 πεσεν
τυτθὸν ἐπέχραε δέρμα βοείης . Οὐδ ' ἄρα μαψιδίως χαμάδις πέσεν , ἀλλὰ Μίμαντα μεσσηγὺς σάκεός τε καὶ ἱπποκόμου τρυφαλείης
, τὸ δ ' [ ἄπνοον ] ὑψόθι σῶμα οὐ πέσεν , [ ἀλλ ' ἐπέμεινε ] ? ? ?
6572805 φρασσωνται
δὲ , ὅκως αἱ διέξοδοι κενῶνται τοῦ ὑγροῦ καὶ μὴ φράσσωνται οἱ πόροι τῆς ψυχῆς , ἀπὸ δὲ τῶν γυμνασίων
' οὔτις γαίης ἐλάει φόβος : ἀλλ ' ὅτε χέρσον φράσσωνται , τραφερὴν δὲ μέγ ' ἐχθαίρουσιν ἄρουραν , αὖτις
6571116 ἐκεδασσεν
[ βῆμεν δ ' ἐν νήεσσι , θεὸς δ ' ἐκέδασσεν Ἀχαιούς , ] καὶ τότε δὴ Ζεὺς λυγρὸν ἐνὶ
Πριάμου πέρσαντες ἔβημεν οἴκαδε σὺν νήεσσι , θεὸς δ ' ἐκέδασσεν Ἀχαιούς . αὐτὰρ ἐμοὶ δειλῷ κακὰ μήδετο μητίετα Ζεύς
6566638 βαθειης
σφισι γόμφος ἄρηρε . καί κέν τις παλάμῃσιν ἅτε ψαμάθοιο βαθείης ἀντιάσας κείνῃσιν ἐπ ' ἰχθύσιν ἀμήσαιτο . τὰς δ
. . προπάροιθε δὲ Φοῖβος Ἀπόλλων ῥεῖ ' ὄχθας καπέτοιο βαθείης ποσσὶν ἐρείπων : ἡ διπλῆ ὅτι Ζηνόδοτος γράφει χερσίν
6566606 αἰζηων
δ ' ἀπάτερθεν ἀῆται ὀρνυμένην μάλα τυτθὸν ὑπὲρ δαπέδοιο φέρεσκον αἰζηῶν μετόπισθε : περίαχε δ ' ἄκριτος αὐδή , οἷον
τῷ δὲ πυρὶ ἡ ὕλη δεσπόζει ] κυριεύει ἐμφθορέων δὲ αἰζηῶν : τῶν ἐν θαλάσσῃ φθειρομένων ἐμφθορέων ] ἐμφθειρομένων ὕλη
6565608 ἑαις
οἶκον ἐπέρχωνται , Κύπριδος τετραγώνου ἐούσης , ἢ τοὺς ἀντιπέρηθεν ἑαῖς ἀκτῖσιν ὁρώσης , εὐνοῦχοι τελέθουσι γονῆς ἐς πάμπαν ἄμοιροι
χαίρει δερκομένης καλὸν σέλαςὧς τότ ' Ἰήσων γηθόσυνος μέγα κῶας ἑαῖς ἀναείρετο χερσίν , καί οἱ ἐπὶ ξανθῇσι παρηίσιν ἠδὲ
6558221 καθυπερθε
, ἀλλὰ καὶ αὐτοὶ Δαρδανίης προπάροιθε πύλης ἐρικυδέα φῶτα πυρκαϊῆς καθύπερθε βάλον . Τὸν δ ' αὐτὸς Ἀπόλλων ἐκ πυρὸς
στήθεσσι φαεινὸς ἄντην βαλλομένων : μάλα γὰρ κρατερῶς ἐμάχοντο λαοῖσιν καθύπερθε πεποιθότες ἠδὲ βίηφιν . οἳ δ ' ἄρα χερμαδίοισιν
6556321 εἰσοροων
, ἀσπίδι γιγνώσκων αὐλώπιδί τε τρυφαλείῃ , ἵππους τ ' εἰσορόων : σάφα δ ' οὐκ οἶδ ' εἰ θεός
, σὺν δὲ στόμα πάμπαν ἐρείδει : φαίης κ ' εἰσορόων ἤ μιν βαθὺν ὕπνον ἰαύειν , ἠὲ καὶ ἀτρεκέως
6553986 ἠεριην
ἴχνιον εὑρέμεναι μέγα δὴ σοφός , ἀλλὰ καὶ αὐτὴν ἴδμων ἠερίην μάλα σημήνασθαι ἀϋτμήν . Καί τις ἐπακτήρων πειρηθῆναι σκυλακήων
καὶ εὐθήροισιν ἀοιδαῖς . Τριχθαδίην θήρην θεὸς ὤπασεν ἀνθρώποισιν , ἠερίην χθονίην τε καὶ εἰναλίην ἐρατεινήν : ἀλλ ' οὐκ
6552921 συνεχεως
τοῦτο ἤδη μαθητέον ἐστί : εἰ γὰρ δὴ ἐπιφοιτήσει γε συνεχέως , φαίην ἂν καὶ αὐτὸς θεῖον εἶναι . Εἰ
ἄφνω πέλας ἀίσσουσαι Ἅρπυιαι στόματος χειρῶν τ ' ἀπὸ γαμφηλῇσι συνεχέως ἥρπαζον , ἐλείπετο δ ' ἄλλοτε φορβῆς οὐδ '

Back