' ἢ εἰς τοῦτο τὸ μέρος ὃ προπολεμεῖ τε καὶ στρατεύεται ὑπὲρ αὐτῆς ; Οὐδ ' ἂν εἷς , ἔφη
γέροντι μηδὲν μηδέποτε χρηστὸν ποιεῖν . γυνὴ στρατηγεῖ καὶ γυνὴ στρατεύεται . ἢ χρὴ τραγῳδεῖν πάντας ἢ μελαγχολᾶν . οὐκ
7317338 ἐπιφορος
ἠπείγετο [ θεάσασθαι ] . ἐπ ' Ἰσθμῷ ποντίᾳ : ἐπίφορός ἐστι πρὸς τὰ θηλυκὰ , ὡς τὸ ἐν αἰνᾷ
ἐρέεινε καὶ ᾔτεε σῆμα ἰδέσθαι . ἡ διπλῆ , ὅτι ἐπίφορός ἐστι πρὸς τὸν ἐννέα ἀριθμόν . . ἡ διπλῆ
7261234 συγκρινων
ἢ πρὸς τὰ καθ ' ἕκαστα εἶπε τὴν ἕξιν αὐτὴν συγκρίνων , δείξας διὰ τί τὰ καθ ' ἕκαστα ἑκούσια
τοῦ ε διπλασιεπίπεμπτος : καὶ αἰεὶ οὕτως εὐτάκτους αὐτοὺς γεννήσεις συγκρίνων τοῖς ἀπὸ δυάδος ἑξῆς ἀρτίοις καὶ περισσοῖς τοὺς ἀπὸ
7260306 ἐπινικιου
ᾆσμα τετέλεσται . Ἰστέον ὅτι πᾶσαι αἱ ἐπῳδοὶ τοῦ παρόντος ἐπινικίου ὅμοια καὶ ἰσόμετρα ἔχουσι τὰ κῶλα τῇ αʹ .
. Εἰ δὲ σώφρων ] * Ὅπερ ἐν ἀρχῇ τοῦ ἐπινικίου ἔλεγε , τοῦτο νῦν ἐπαναλαμβάνει . Καί τί οἱ
7221067 ιϚῃ
εὐδία : ἐνίοτε καὶ ζέφυρος πνεῖ . Ἐν δὲ τῇ ιϚῃ Δημοκρίτῳ ζέφυρος πνεῖν ἄρχεται ἡμέραις γ καὶ μ ἀπὸ
Καλλίππῳ Αἰγόκερως ἄρχεται ἀνατέλλειν : νότος . Ἐν δὲ τῇ ιϚῃ Εὐκτήμονι νότος χειμέριος κατὰ θάλασσαν . Ἐν δὲ τῇ
7181051 μηχανᾳ
εἶ καὶ νύκτα καὶ μεθ ' ἡμέραν καὶ ἀδημονεῖς καὶ μηχανᾷ τι κατ ' αὐτοῦ . μὴ σύ γε ,
? ? μάλ ' αἰολαν [ ] ! πάντα ? μηχανᾷ τὸ Δῖον ὡς [ ἦ ? ῥα τάχα ?
7121470 ἐπεκθεσει
τὸ πρῶτον ἐν εἰσθέσει ἰαμβικὸν δίμετρον ἀκατάληκτον . καὶ ἐν ἐπεκθέσει ἰαμβικὰ τετράμετρα καταληκτικὰ δύο . καὶ ἐν εἰσθέσει κῶλον
εἰσίασι γὰρ οἱ ὑποκριταί . καί εἰσιν οἱ πρῶτοι ἐν ἐπεκθέσει στίχοι ἀναπαιστικοὶ δʹ . στρατηγὸς φιλοπόλεμος . εἴρηται δὲ
7091719 εηʹ
τοὺς παραλλήλους λοξός ἐστιν : ἡ γζʹ ἄρα περιφέρεια τῆς εηʹ περιφερείας μείζων ἐστὶν ἢ ὁμοία . Ἔστω τῇ εηʹ
διαπορευομένου τὸ βʹ ἄστρον φαίνεται δῦνον : μόνην ἄρα τὴν εηʹ περιφέρειαν τοῦ ἡλίου διαπορευομένου τὸ βʹ ἄστρον φανήσεται δῦνον
7087384 ΦΣ
, ἔτι ἐλάσσονα περιφέρειαν τῆς ΦΡ διελεύσεται . Διεληλυθέτω τὴν ΦΣ : πρὸς τῷ Σ ἄρα ὢν ὁ ἥλιος φανήσεται
ἡμέρας ἄρα χρόνος ἐστίν , ἐν ᾧ ὁ ἥλιος τὴν ΦΣ περιφέρειαν διαπορεύεται : ἐν δὲ τούτῳ τῷ χρόνῳ ἡ
7055223 Ξυνεβη
ἐπιτρέπει Χοριήνῃ καὶ ὕπαρχον εἶναι ὅσωνπερ καὶ πρόσθεν ἔδωκεν . Ξυνέβη δὲ χειμῶνί τε κακοπαθῆσαι αὐτῷ τὴν στρατιὰν πολλῆς χιόνος
πρότερον καὶ πολλῇ τῇ προθυμίᾳ κατὰ τῶν Τούρκων ἐχώρουν . Ξυνέβη δὲ τούτοις τὰ τῆς προθυμίας οὐκέτι κατὰ τὸ πρότερον
7051113 Ἐκπιπτει
: οὕτω γὰρ τὸ καμπύλον τοῦ ἀγκῶνος οὐ κωλύσει . Ἐκπίπτει δὲ μάλιστα ἐς τὸ πρὸς πλευρία μέρος . Τὰς
καὶ εὐφυΐην : διὸ καὶ ἐκπίπτει καὶ ἐμπίπτει ῥᾷον . Ἐκπίπτει δὲ πλειστάκις ἔσω , ἀτὰρ καὶ ἔξω , καὶ
7050793 συνελεξαν
στρατιὰν ἄγοντες , ἀλλ ' ὅσους ἐν σπουδῇ καὶ παρόδῳ συνέλεξαν , συμβαλόντες ἡττῶντο . Οὐαρινίου δὲ καὶ τὸν ἵππον
, μέχρι θανάτου διαγωνιεῖσθαι καὶ ἐς αὐτὸ Βάσσον ἀναγκάσαντες ἄλλο συνέλεξαν τέλος καὶ συνεγύμνασαν . ὧδε μέν τισι περὶ τοῦ
7037040 μικρολογια
ἔνδειαν , ὡς ἐπὶ τῆς ἐλευθεριότητος ὁρᾶται ἐπὶ θάτερα μὲν μικρολογία , ἐπὶ θάτερα δὲ ἀσωτία . Γίνεται γὰρ ἐν
[ ἢ ἄνοιαν ] γινόμενα . ἀκολουθεῖ δὲ τῇ μικροψυχίᾳ μικρολογία : μεμψιμοιρία : δυσελπιστία : ταπεινότης . . .
7031978 γεμισω
. Γ καταπάσω ] καταποικιλῶ . καταπάσω ] πληρώσω , γεμίσω . Γ καταπάσω ] ἐμπρήσω . νοϊδίων : διανοημάτων
διδασκαλίας . . διαλφιτώσω ] ἀλφίτων πληρώσω , μετὰ ἀλεύρου γεμίσω , περικυκλώσω ἀλφίτων , ἀλευρώσω . , ἀλφίτων μεστὴν
7016313 λαχους
. ἤγουν οὐκ εἰμὶ συκοφάντρια . . ἀλλ ' οὐ λαχοῦς ' ἔπινες : Παρ ' ὑπόνοιαν ἀντὶ τοῦ ἐδίκαζες
πέμπτη στενοφυής , ἕκτη Κύπρος , Λέσβος δὲ τάξιν ἑβδόμην λαχοῦς ' ἔχει . . . . . „ τῶν
6995519 ἐντελεστατα
. . . διαψήφισις : . . . . . ἐντελέστατα δὲ διείλεκται περὶ τῶν διαψηφίσεων , ὡς γεγόνασιν ἐπὶ
διὰ τῶν προοιμιακῶν τούτων τὸν ἀκροατὴν προσδέξασθαι ὡς κάλλιστα καὶ ἐντελέστατα τὸν λόγον ἐξευρημένον . καὶ ἔστιν ἀρχὴ τοῦ προοιμίου
6985524 συνεισφερει
πρώτοις παρακολουθοῦντα . τὸ τῇ φύσει πρῶτον συνεισφέρεται καὶ οὐ συνεισφέρει , συναναιρεῖ καὶ οὐ συναναιρεῖται : οἷον τὸ ζῷον
φωνῶν προτάττεσθαι : δύναμαι γὰρ λέγειν ὅτι καὶ τὸ εἶδος συνεισφέρει τὰς ἄλλας τέσσαρας φωνάς : ὅπου γὰρ εἶδος ,
6977621 Σεβαστη
∠ ʹʹδʹʹ Ταμάρη ιεʹ νβʹ δʹʹ Ἴσκα , λεγίων δευτέρα Σεβαστή ιζʹ ∠ ʹʹ νβʹ ∠ ʹʹδʹʹ Νῆσοι δὲ παράκεινται
. . . . ξϚ ∠ ʹ λα ∠ ʹγιβʹ Σεβαστή . . . . . . . . .
6974072 ἐπανεστη
Ἠλεῖος Ἄγιδί τε ἰδίᾳ ξένος καὶ Λακεδαιμονίων τοῦ κοινοῦ πρόξενος ἐπανέστη τῷ δήμῳ σὺν τοῖς τὰ χρήματα ἔχουσι : πρὶν
καταπιεῖν ἀντὶ τοῦ Διός . Τυραννοκτόνον δὲ καλεῖ ἢ ὅτι ἐπανέστη τῷ Κρόνῳ ὁ Ζεύς , ἢ ὅτι ὁ τούτου
6973672 ἀδολεσχος
Ἰσχυρόν ἐστι πρᾶγμ ' ἀλήθει ' ὡς φύσις . Ἰατρὸς ἀδόλεσχος ἐπὶ τῇ νόσῳ νόσος . Ἴσον ἐστὶν εἰς πῦρ
Λάλος , φλύαρος , κομπώδης , ὀχληρός , ἀπεραντολόγος , ἀδόλεσχος , κουφολόγος , ἀθυρόγλωσσος , γλώσσαλγος , προσκορής ,
6969355 προὐκαλουμην
παρέχεται Ἀπολλόδωρος . Λέγε δὴ αὐτὴν τὴν πρόκλησιν , ἣν προὐκαλούμην ἐγὼ Στέφανον τουτονί . Τάδε προὐκαλεῖτο Ἀπολλόδωρος Στέφανον περὶ
αὐτάς , εἰ ταῦτ ' ἀληθῆ ἐστι , καὶ ὡς προὐκαλούμην , λαβέ μοι τὴν μαρτυρίαν . Μαρτυροῦσι παρεῖναι ὅτε
6965110 Εὐχου
. Ὅσια κρῖνε . Γνοὺς πρᾶττε . Φόνου ἀπέχου . Εὔχου δυνατά . Σοφοῖς χρῶ . Ἦθος δοκίμαζε . Λαβὼν
Εἰ θνητὸς εἶ , βέλτιστε , θνητὰ καὶ φρόνει . Εὔχου δ ' ἔχειν τι , κἂν ἔχῃς ἕξεις φίλους
6962153 Ἐπιστημην
οὔ . ] Οὐ γὰρ θέμις Δόξαν εἰσπορεύεσθαι πρὸς τὴν Ἐπιστήμην , ἀλλὰ τῇ Παιδείᾳ παραδιδόασιν αὐτούς . εἶτα ὅταν
ὡς εἰδὼς διακείσεται περὶ ὧν ἔψευσται . Τί μήν ; Ἐπιστήμην ἄρα οἰήσεται τεθηρευκὼς ἔχειν ἀλλ ' οὐκ ἀνεπιστημοσύνην .
6916939 Τηλου
τῷ ῥήματι . Φιλόξενος ἐν τῷ περὶ μονοσυλλάβων ῥημάτων . Τηλοῦ . παρὰ τὸ τέλος τελοῦ ἐστὶ , καὶ τροπῇ
. Μόχθος οἱ τηλοῦ φίλοι : παροιμία : καὶ , Τηλοῦ φίλοι ναίοντες οὐκ εἰσὶν φίλοι . Ναὶ ναὶ μὰ
6911284 διαχειριᾳ
διαχειρήσει ἀλλήλων . θ διαχειρίᾳ ] μάχῃ , πολέμῳ . διαχειρίᾳ ] οἰκονομίᾳ . Ξ λαχεῖν ] διαμερίσαι . λαχεῖν
. σιδαρονόμῳ ] διὰ σιδήρου τὸν μερισμὸν ποιησάσῃ . θ διαχειρίᾳ ] διαχειρήσει . διαχειρίᾳ ] σφαγῇ . διαχειρίᾳ ]
6908566 δυσεφικτος
ἄπιστος ] ἀπειθὴς ἀφηνιαστὴς γόης εἴρων κέρκωψ δυσυπονόητος δυσώνυμος δυσεύρετος δυσέφικτος ἐξώλης κακόνους ἀσύμμετρος ἀκαιρολόγος μακρήγορος ἀδολέσχης ἀερόμυθος κόλαξ νωθὴς
ἀπὸ τῆς αὐξήσεως , μέγεθος περιτιθεὶς τῇ ὑποθέσει , ὅτι δυσέφικτος , καὶ ὅτι καθῆκας ἑαυτὸν εἰς ἀγῶνα οὐ ῥᾴδιον
6907002 ἀνεκτησαντο
ὑπὸ Θρᾳκῶν διαφθαρέντων περὶ Δράβησκον , διαλιπόντες ἔτη δύο πάλιν ἀνεκτήσαντο τὴν πόλιν Ἅγνωνος ἡγουμένου . περιμαχήτου δ ' αὐτῆς
ἀπαλλαγέντες , ταχὺ καὶ τοὺς Λίβυας κατεπολέμησαν καὶ τὴν νῆσον ἀνεκτήσαντο . Ἐπ ' ἄρχοντος δ ' Ἀθήνησι Ναυσινίκου Ῥωμαῖοι
6905985 Γλυκυρριζης
παχέα καὶ γλίσχρα ῥᾳδίως ἀναπτύεσθαι ποιεῖ καὶ καταμήνια προτρέπει . Γλυκυρρίζης ὁ χυλὸς τραχύτητας ἐκλεαίνειν πέφυκεν , οὐκ ἐν ἀρτηρίᾳ
, νάρδου μύρου ἢ ῥοδίνου . Καυσουμένοις στόμαχον χρονίως . Γλυκυρρίζης ἀφέψημα ἢ τὴν ῥίζαν ἐμπάσσοντα δοτέον ποτῷ , ἢ
6905604 ΟΥΔ
αὐτὸν εἰς τὸ δικαιοπραγεῖν . Διὰ δὲ τοῦ εἰπεῖν , ΟΥΔ ' ΕΠΙ ΝΗΩΝ ΝΙΣΣΟΝΤΑΙ , ὑπόνοιαν δίδωσιν , ὅτι
ἤχησε τὰ ὅπλα αὐτοῦ τὰ κεκαλλωπισμένα ἐν χαλκῷ . . ΟΥΔ ' ΕΡΡΗΞΕΝ ΧΑΛΚΟΝ . Σέλευκος γράφει ΧΑΛΚΟΣ ἵν '
6896354 Μασσαλιᾳ
ἀρχαίων τῆς Ἀθηνᾶς ξοάνων καθήμενα δείκνυται , καθάπερ ἐν Φωκαίᾳ Μασσαλίᾳ Ῥώμῃ Χίῳ ἄλλαις πλείοσιν . ὁμολογοῦσι δὲ καὶ οἱ
σὸν , ὦ δαιμονία , κλέος οὐκ ἐπῆλθε ; ποίᾳ Μασσαλίᾳ τὸ πένθος τοῦτο ὁρισθήσεται ; ἢ τίνι Βορυσθένει ;
6895838 ἐμβροχαϲ
# α καὶ ἐλαίου πηγανίνου # ε ἢ πλέον . ἐμβροχὰϲ δὲ κατὰ τῶν ἀλγούντων ἐπιβλητέον διὰ κυμίνου ἢ ἀνηθίνου
' ἐπείγοι τὰ τῆϲ ὀδύνηϲ , καὶ καταπλάϲματα μετὰ τὰϲ ἐμβροχὰϲ παραλαμβανέϲθω καὶ εἰϲ τὸ ἀπευθυϲμένον ἔλαιον δι ' ἀφεψήματοϲ
6889316 Ἀκων
τοὺς ψόφους : Καὶ νοῦς ἐχέφρων πᾶσαν ἕλκουσαν βίαν . Ἄκων μὲν , ὡς Ζεὺς οἶδεν : ἐπὶ τῶν ἀκόντων
αἰνιττομένου τοῦ θεοῦ , ὡς διὰ προδοσίας πάντων κρατήσει . Ἄκων μὲν , ὡς Ζεὺς οἶδεν : ἐπὶ τῶν ἀκόντων
6887196 Δευτερα
εὐθεῖα δὲ συνωνύμως λέγεται , ἐπεὶ τὸ ὀρθὸν εὐθύ . Δευτέρα ἡ γενική , ἣ καλεῖται καὶ κτητική , ὅτι
ἐκκαύλησις εἴπερ ὁ καρπὸς ὡς τέλος , οὐκ ἄλογον . Δευτέρα δὲ ἐκ τῶν παλαιοτέρων , καὶ γὰρ ἐκ τούτων
6881974 δοξαζουσα
ἀκρότατον ἀγαθόν . ὡσαύτως καὶ τὸ ψεῦδος οἴεται ἀληθές : δοξάζουσα γὰρ τὸν θεὸν πάντα δύνασθαι , οἴεται καὶ τὰ
; Ψευδὴς δ ' αὖ δόξα ἔσται τἀναντία τοῖς οὖσι δοξάζουσα , ἢ πῶς ; Οὕτως : τἀναντία . Λέγεις
6879490 εἰσεληλυθ
τῶν σελίνων μαχόμεθ ' , ὥσπερ Ἰσθμίοις . λαγώς τις εἰσελήλυθ ' : εὐθὺς ἥρπακας . πέρδικα δ ' ἢ
περὶ τῶν σελίνων μαχόμεθ ' ὥσπερ Ἰσθμίοις . λαγώς τις εἰσελήλυθ ' , εὐθὺς ἥρπακας . πέρδικα δ ' ἢ
6878699 Λυει
ὑπεργηρᾶν κακόν . Καιρῶν μεταβολὴν πανταχοῦ σε δεῖ σκοπεῖν . Λύει δὲ λύπην παντὸς ἀνθρώπου λόγος . Λόγος τις εὐχάριστος
ἐστιν ἀνθρώποις λόγος . Λέοντι κρεῖττον ἢ γυναικὶ συμβιοῦν . Λύει δὲ λύπην παντὸς ἀνθρώπου λόγος . Λάλει τὰ μέτρια
6877881 στατικος
εὔφθαρτον , ἐπιπολαστικὸν κοιλίας , ἄτροφον . ἐρυθρῖνος εὔστομος , στατικὸς κοιλίας , σκληροπαγής , τρόφιμος , ἐντατικὸς πρὸς συνουσίας
δὲ τὸ βαρὺ καὶ τὸ κοῦφον σταθμὸς καὶ στατικὴ καὶ στατικὸς διακρίνει , τί ὂν τό τε βαρὺ καὶ τὸ
6873122 ἀνασκευαζει
τῆς Σελήνης ἐξ ἀνατολῶν φερομένης ἀντιδικίας καὶ ἐναντιώσεις καὶ ἔχθρας ἀνασκευάζει , ἀπραγίας τε καὶ ἐγκοπὰς πραγμάτων ποιεῖ καὶ ψύξεις
τῆς Σελήνης ἐξ ἀνατολῆς φερομένης ἀντιδικίας , ἐναντιώσεις καὶ ἔχθρας ἀνασκευάζει , ἀπραγίας τε καὶ ἐγκοπὰς πραγμάτων ποιεῖ καὶ ψύξεις
6871800 Μεν
. Τὰ ὀνόματα τῶν δʹ ὀνομάτων τῆς ἄρκτου : ἔαρ Μὲν παμύρ : θέρος Σαπποῦρ : μετόπωρον Ἀνζηρίν : χειμὼν
ὡς ἡ Λάκαινα τῶν Φρυγῶν μείων πόλις ” . „ Μὲν οὖν τοῦτο πράξω „ : τίς ἂν ἀνάσχοιτο οὕτω
6866711 ἐσβολῃ
ἐπεὶ δὲ ἐγένετο τῷ στρατῷ μετὰ τοῦ Βρασίδου ἐπὶ τῇ ἐσβολῇ τῆς Λύγκου , Βρασίδας λόγοις ἔφη βούλεσθαι πρῶτον ἐλθὼν
Ἀθηναίους τὴν αὐτὴν γνώμην εἶχεν ὥσπερ καὶ ἐν τῇ προτέρᾳ ἐσβολῇ . ἔτι δ ' αὐτῶν ἐν τῷ πεδίῳ ὄντων
6866651 ἐκφυλλοφορηθεντος
. . . . , . , . Κατὰ Πολυεύκτου ἐκφυλλοφορηθέντος ὑπὸ τῆς βουλῆς ἔνδειξις : πάλαι θαυμάζω ὑμῶν .
ἐπεσημαίνετο τὴν αὑτοῦ γνώμην . Δείναρχος ἐν τῷ Κατὰ Πολυεύκτου ἐκφυλλοφορηθέντος . . . . παλίμβολον : Αἰσχίνης ἐν τῷ
6862942 ἀμυνατε
τέχνῃ ] τὸ ” πάσῃ τέχνῃ “ πρὸς τὸ ” ἀμύνατε “ συναπτέον , σπουδῇ . , διὰ κατὰ πάσης
ἀλλ ' ἀπὸ ξυμβάσεως ἐς δίκην σφᾶς αὐτοὺς παραδόντες . ἀμύνατε οὖν , ὦ Λακεδαιμόνιοι , καὶ τῷ τῶν Ἑλλήνων
6861753 Τελευτᾳ
ὄνυχες τῷ χρόνῳ ἕλκονται καὶ ξηροὶ καὶ χλωροὶ γίνονται . Τελευτᾷ δὲ αὐτίκα , ἢν μὴ θεραπευθῇ , αἷμα πτύων
δολερᾶς ἀγχινοίας Διοκλητιανοῦ καὶ τῆς φονικῆς Ἑρκουλίου θρασύτητος ἠλευθερῶσθαι . Τελευτᾷ μὲν οὖν ὁ Κωνστάντιος ἐν Βορακίῳ , πόλει βρεττανικῇ
6854647 ζαʹ
ἐν τῷ ὑπὲρ γῆν αὐτὴν διελεύσεται : ὥστε καὶ τὴν ζαʹ : τοῦ ἄρα ἡλίου τὴν ζαʹ περιφέρειαν ἐν τῷ
ἄστρον καὶ δύσεται καὶ ἀνατελεῖ : ὥστε τοῦ ἡλίου τὴν ζαʹ περιφέ - ρειαν διαπορευομένου ἐν τῷ ὑπὸ γῆν ,
6850330 προκρινων
ἤδη : ἐναντιοῦται τῇ Μενελάου βραχυλογίᾳ τὴν μακρηγορίαν τῶν λόγων προκρίνων . οἱ γὰρ Λάκωνες βραχυλόγοι . καὶ Ὅμηρος [
δυνατὸν τῶν φιλοσοφῶν καὶ τοῦ ἰδιώματος τούτου τῶν ἀνθρώπων ὑπεκχωρῶν προκρίνων τε τὸ λογικὸν τοῦ γελαστικοῦ εἰς διάκρισιν καὶ διαφορὰν
6848126 ʹγιβ
ἢ Τρίηρον ἄκρον . . . . . μγ ∠ ʹγιβ λα γʹ Κεφαλαὶ ἄκρον . . . . .
. . . . . . ογ γʹ κθ ∠ ʹγιβ Δούμεθα ἢ Δουμαίθα . . . . . οε
6847947 μεταλλαγῃ
αἱρήσομαι . Ἦ πολλά γ ' ἐν μακρῷ χρόνῳ γίγνεται μεταλλαγῇ πραγμάτων : μένει δὲ χρῆμ ' οὐδὲν ἐν ταὐτῷ
ἀντροπαίᾳ ] ἀνατροπῇ . ἀντροπαίᾳ ] μεταλλαγῇ . ἀντροπαίᾳ ] μεταλλαγῇ , ἀνατροπῇ . ἀντροπαίᾳ ] μεταβολῇ . θ ἀντροπαίᾳ
6846526 ὑποϲτελλεϲθαι
μᾶλλον παχύτεροϲ , ὁκόϲον ἂν ἡ νοῦϲοϲ προήκῃ χρόνον . ὑποϲτέλλεϲθαι δὲ ἐν τῇϲι κρίϲεϲι καὶ μικρόν τι πρὸ τῶν
ἀφαιρέειν τῶν προϲθεϲίων πρὸ τῶν κρίϲεων . ” καὶ “ ὑποϲτέλλεϲθαι : τὸ προϲτιθέναι γὰρ βλάβη . ” εἴτ '
6844206 θαρσησα
, χώρει εἰς τὸν ἀγῶνα . καὶ τότ ' ἐγὼ θάρσησα . εἰσῆλθε δέ ποτε εἰς θέατρον διδάσκων κωμῳδίαν λίθων
βδελυρὴ χώρ ' εἰς τὸν ἀγῶνα . Καὶ τότε δὴ θάρσησα καὶ ἤειδον πολὺ μᾶλλον . Πεποίηκε δὲ παρῳδίας καὶ
6841236 ἐξελιττει
ἢ ὁ λόγος τὸ ποιοῦν . Προσελθοῦσα οὖν ἡ πηλικότης ἐξελίττει εἰς μέγεθος τὴν ὕλην ; Οὐδαμῶς : οὐδὲ γὰρ
οὐ θεῖ , δεῦρο δὲ καὶ ἐκεῖσε παρακλίνει , καὶ ἐξελίττει τῇ καὶ τῇ , ἐκπλήττων τοὺς κύνας καὶ ἀπατῶν
6840174 ἀνδροπαις
. ὀρνιθόπαιδος ὀρνιθοφυοῦς . τὸ δὲ ὀρνιθόπαις καὶ καλλίπαις καὶ ἀνδρόπαις καὶ τὰ ὅμοια διπλῶς νοοῦνται , ἡ δὲ ἔννοια
εὐειδές , ἐπεὶ ἡ πρῷρα ὡς ὄψις ἐστὶ νεώς . ἀνδρόπαις δὲ ἀνὴρ ὁ νεωστὶ εἰς ἄνδρας ἐλθὼν ἢ ὁ
6836121 διεσπεκλωμενῃ
τῶν μαστῶν ταύτης . οἱ χαλεπαίνοντες τὸ συνουσιάζειν ἔλεγον . διεσπεκλωμένῃ : γεγηρακυίᾳ , ἐξηραμμένῃ , γαμηθείσῃ , ἐν τῇ
εἶτα διαλυθέντων ἐν χρόνῳ . ἢ ὑπεσπληνι - σμένῃ . διεσπεκλωμένῃ οὖν , πρὸς συνουσίαν ἀχρήστῳ γενομένῃ καὶ πεπαλαιωμένῃ καὶ
6834851 λεηλατησας
. πολλὰς δὲ κώμας καὶ πόλεις πορθήσας τήν τε χώραν λεηλατήσας , ἐλθὼν ἐς τὴν Ἀτρηνῶν χώραν , προσκαθεζόμενος τὰς
συμμαχίας , καὶ δυνάμεις ἀθροίσας ἐστράτευσεν εἰς τὴν Μεσσηνίαν . λεηλατήσας δὲ τὴν χώραν καὶ πολλῆς ὠφελείας ἐγκρατὴς γενόμενος ἀνέξευξε
6823749 Συστημα
τοῦ ἀέρος φοιτώσαις . . 〚 τί τὸ φλαττόθρατ : Σύστημα κατὰ περικοπὴν ἀνομοιομερὲς στίχων ἰαμβικῶν τριμέτρων ἀκαταλήκτων ιγʹ .
περὶ τοῦτο δὲ πλατύτερον εἴσῃ ἐν τοῖς κατὰ πλάτος . Σύστημα δέ ἐστι δυοῖν ἢ καὶ πλειόνων διαστημάτων σύνοδος .
6817886 ΕΙτα
κἀγὼ ποιεῖν ἔμελλον καὶ εὐτρεπίσθην , καὶ ὅσα τοιαῦτα . ΕΙτα ὁ ἐπίλογος , μὴ λῦσαι τὸν νόμον , μὴ
σαφῶς δεικνύντος τοῦ προσώπου τὸν κωμῳδούμενον καὶ οὐχ ἕτερον . ΕΙτα θήσεις ἀντίθεσιν μεταληπτικὴν τὸ , σωφρονίζων αὐτοὺς τότε πεποίηκα
6817408 ΗΦ
χρόνῳ ὁ ἥλιος τήν τε ΥΖ περιφέρειαν διαπορεύεται καὶ τὴν ΗΦ : ἴση ἄρα ἐστὶν καὶ ἡ πρὸ τῆς Ζ
μείζων τῆς ἀπὸ τοῦ Χ ἐπὶ τὸ Ψ , ἡ ΗΦ ἄρα περιφέρεια τῆς ΧΨ περιφερείας μείζων ἐστὶν ἢ ὁμοία
6811717 εὐτυχησεν
ἅμα . . πληροῖ αὐτά . αὕτη πρὸς ταύτας οὐκ εὐτύχησεν . τρίτη δόξα ἐστὶν ἡ λέγουσα ἅμα μὲν ἄρξασθαι
πηγὰς φιλοσοφίας ἀφείς . ταύτης ὁ ταῦτα γράφων τῆς φορᾶς εὐτύχησεν . ἄλλοι μὲν γὰρ ἀλλαχοῦ τῶν εἰρημένων ὁμιλητῶν διεκρίθησαν
6811004 ἀφροντιστος
συστολὴν ἀκή , . , . * . Ἀκηδής : ἀφρόντιστος , ἀνελεήμων , κηδεμόνα μὴ ἔχων , . ,
ἡ ὀξύτης τὴν ὀξύτητα . . . . ἀκηδής : ἀφρόντιστος , ἀνελεήμων , κηδεμόνα μὴ ἔχων : παρὰ τὸ
6800642 βεβαιουτε
τρόπον σώφρονα . Ὅτῳ δὲ ταῦτα μὴ μαρτυρεῖται , μὴ βεβαιοῦτε αὐτῷ τοὺς ἐπαίνους , καὶ τῆς δημοκρατίας ἐπιμελήθητε ἤδη
λύετε , ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι , τὰς παρανόμους γνώμας , βεβαιοῦτε τῇ πόλει τὴν δημοκρατίαν , κολάζετε τοὺς ὑπεναντίως τοῖς
6800085 παρελιπομεν
, ἀλλὰ ποιεῖ τὸ πολύμυθον ἀναλαμβάνειν πάλιν ἀναπληροῦντας εἴ τι παρελίπομεν . Μετὰ δὲ τοὺς Τελχῖνας οἱ Ἡλιάδαι μυθεύονται κατασχεῖν
κεφαλαίων τινὰ ἐκεῖ τε παραλέλειπται κατὰ φύσιν καὶ ἡμεῖς πολλάκις παρελίπομεν οὐκ ἐν πραγματικῇ μόνον ἀλλὰ καὶ πανταχοῦ . τὴν
6799486 ἀραιοτερος
, ὡς ἐπὶ τῶν τεταρταίων ἐστὶ δύο δακτύλοις καὶ αὖθις ἀραιότερος τοῦ τῶν ἀμφημερινῶν , ὡς πάλιν συνάγεσθαι τὸν τῶν
σφοδρότητι ἠλαττωμένος καὶ τοῖς χρονικοῖς διαστήμασιν ηὐξημένος , βραδύτερος καὶ ἀραιότερος γεγονώς , τοῖς δὲ γηραιοῖς παρέπεται σφυγμὸς μικρότητος μὲν
6796871 Ζητω
δὶς γενόμενος ποιεῖ Ϛ : ἔστι δὲ ὁ γ . Ζητῶ οὖν ʂ Ϛ # ΔΥ α ἴσους κύβῳ παρὰ
γʹ ; Ταῦτα γὰρ οὖν ἐκεῖνα πολλαπλασιαζόμενα μονάδα ποιοῦσι . Ζητῶ τὴν ἀπόδειξιν τοῦ τοιούτου προβλήματος . Καὶ εἰς ἕτερα
6796380 ἀναδυσις
βούλῃ . Ὡμολόγηκα , ἔφην : οὐκ ἔστιν γάρ μοι ἀνάδυσις , ὦ Εὐθύδημε . Ἴθι δή μοι εὐθύς ,
τὰ ὀνόματα : τὰ δὲ πράγματα ἄρνησις , ἐξωμοσία , ἀνάδυσις , ἀναφυγή , ἀναχώρησις , ἀντιλογία , παραίτησις .
6795770 Τριτοπατορες
, ὀνομασθεῖσαν διὰ τὸ τὴν συνοίκησιν πυκνουμένην εἶναι . . Τριτοπάτορες : . . . Ὁ δὲ τὸ Ἐξηγητικὸν ποιήσας
τὰς βʹ ἥμισυ δραχμὰς οὕτως εἰώθασιν ὀνομάζειν οἱ παλαιοί . Τριτοπάτορες : Δήμων ἐν τῇ Ἀτθίδι φησὶν ἀνέμους εἶναι τοὺς
6795758 ἠρεμιαϲ
ἐπὶ δὲ ϲφυγμοῦ κατά τιναϲ μὲν χρόνου κινήϲεωϲ πρὸϲ χρόνον ἠρεμίαϲ , οἷον τῆϲ διαϲτολῆϲ καὶ τῆϲ ϲυϲτολῆϲ πρόϲ τινα
ἑτέρουϲ δὲ χρόνου κινήϲεωϲ καὶ ἠρεμίαϲ πρὸϲ χρόνον κινήϲεωϲ καὶ ἠρεμίαϲ ἢ κινήϲεωϲ πρὸϲ κίνηϲιν , οἷον διαϲτολῆϲ πρὸϲ ϲυϲτολήν
6795003 ἐξηρτυμενας
δὲ τοῦ βαρβαρικοῦ στόλου Ταμώς , ἔχων τριήρεις πεντήκοντα πολυτελῶς ἐξηρτυμένας : καὶ καταπλευσάντων τῶν Λακεδαιμονίων ἀνήχθησαν οἱ στόλοι τὸν
μέντοι πᾶς ἀνὴρ ἠπείγετο , καὶ θᾶσσον ἢ λέγοι τις ἐξηρτυμένας πώλους παρ ' αὐτὸν δεσπότην ἐστήσαμεν . μάρπτει δὲ
6791856 Ἰουδαιᾳ
. . . : Ἀσκάλων , πόλις Συρίας πρὸς τῇ Ἰουδαίᾳ . Ξάνθος ἐν τετάρτῃ Λυδιακῶν φησὶν , ὅτι Τάνταλος
τοῦ περιβόλου χώρα ἔρημος ἡ πλείστη καὶ μάλιστα ἡ πρὸς Ἰουδαίᾳ : ταύτῃ δὲ καὶ ἐγγυτάτω ἐστὶ τριῶν ἢ τεττάρων
6790773 ἀγορω
: παρὰ τὸ ἀγείρω , ἐξ οὗ ἀγορά γίνεται : ἀγορῶ ῥῆμα , ἐξ οὗ ὄνομα θηλυκὸν ἄγορις , καὶ
πρόμαχος καὶ σύμμαχος ἐκ προθέσεων . Τὰ παρὰ τὸ „ ἀγορῶ „ μετὰ προθέσεως σύνθετα προπαροξύνεται : συνήγορος κατήγορος παρήγορος
6788816 σπανιζομεν
, ὥστε μηδὲν τῶν διαφερόντων ἀγνοεῖν , καὶ φίλων οὐ σπανίζομεν , οἷς , ἐάν τι δέῃ , συμβούλοις χρησόμεθα
. ἀλλ ' ἔστ ' ἐν οἴκοις : οὐ βίου σπανίζομεν . τί δῆτα χρήιζεις ὧν κέκευθεν Ἴλιον ; ἑλὼν
6787937 Αὐτοις
Εἱμαρμένη . . ΠΑΡ ' ΩΚΕΑΝΟΝ . Ἔνθα κατοικοῦσιν . Αὐτοῖς δὲ μελιηδέα καρπὸν τρὶς τοῦ ἔτους φέρειν λέγει τὴν
δεσπότας , ἐλεύθεροι ὄντες πάλιν ζητοῦσι τὴν αὐτὴν φάτνην . Αὐτοῖς δὲ τοῖς θεοῖσι τὴν κέρκον μόνην καὶ μηρὸν ὥσπερ
6787339 Λαρον
διεβάλλετο . Λάρισα : πόλις ἀπὸ Λαρίσης τινὸς κληθεῖσα . Λαρόν : τὸ ἡδὺ πόμα . παρὰ τὸ ἱλαρὸν λαρὸν
ἐκτυφλοῖ . Ἔνθα : ὅπου . Μένουσι : καρτεροῦσιν . Λαρόν : ἡδὺ , τὸ γλυκὺ ἢ τὸ θερμόν .
6784426 καταστρεφομενοι
τὴν δυναστείαν πολύν τινα διετέλεσαν χρόνον , ἄλλοτ ' ἄλλους καταστρεφόμενοι τέως ἕως ἅπαντας ὑποχειρίους ἔλαβον διακοσιοστῷ σχεδόν τι ἔτει
, ἐπῆρξαν δὲ Καρίας , καὶ προῆλθον τὴν ἑῴαν ἅπασαν καταστρεφόμενοι , καὶ ὡμολόγησαν ἡμῖν δουλεύειν Αἰγύπτιοι καὶ Βλέμμυες καὶ
6783132 Ἀργισσα
τὴν κώπην . : Ἄργουρα , πόλις Θεσσαλίας ἡ πρότερον Ἄργισσα . . . Τὸ ἐθνικὸν ἔδει Ἀργουραῖος , ὡς
Παυσανίας . : Ἄργουρα , πόλις Θεσσαλίας , ἡ πρότερον Ἄργισσα . . . Τὸ ἐθνικὸν δὲ ἔδει Ἀργουραῖος ,
6782464 δρομεως
φησί , ] [ προεῖπεν , ἐπερωτηθεὶς ] [ ὑπὸ δρομέως ἤδη ] μέλλοντος [ Ὀλυμπίασιν ] ἀγωνιεῖσθαι , ὅτι
. , : γρίσων ὁ χοῖρος : Ἀριστοφάνης δέ φησι δρομέως ὄνομα . . . . : γρίσων ὁ χοῖρος
6782290 αἰρομαι
λάβοιτο τοῦ Σικελοῦ κάτω θέμενος : ἄνω γὰρ ὥσπερ κοττάβιον αἴρομαι . Ἀντιφάνης : κότταβος τὸ λυχνίον ἐστί : πρόσεχε
λάβοιτο τοῦ σκέλους κάτωθέ μοι ; ἄνω γὰρ ὥσπερ κοττάβειον αἴρομαι . ὕπνος αὐτὸν ὄντα κακόσιτον τρέφει . δίπυρον καὶ
6780686 ἀντιφασκουσα
οὐ κακόν , μόνη δὲ καὶ ταύτῃ ἐναντία ἔσται ἡ ἀντιφάσκουσα πρὸς αὐτὴν ἡ λέγουσα τὸ ἀγαθὸν οὐκ ἀγαθόν .
εἶναι κυρίως οὖσα ἀπόφασις , τῇ δὲ ἀνάγκη μὴ εἶναι ἀντιφάσκουσα μὲν ἡ ἐνδέχεται εἶναι συντρέχουσα δὲ ἡ οὐκ ἐνδέχεται
6774978 δακνωδεες
χειρὶ , οἱ δὲ πρηέες : οἱ δ ' οὐ δακνώδεες μὲν , ἐπαναδιδόντες δέ : οἱ δ ' ὀξέες
πυρετῶν , οἱ μὲν δακνώδεες οἱ δὲ πρηέες . Καὶ δακνώδεες μὲν εἰσὶν οἱ δριμυτάτην ἔχοντες τὴν θερμασίαν , πραεῖς
6772633 ναυαγησας
Πλάτων διάλογον . πλέοντος δ ' αὐτοῦ εἰς Σικελίαν ἐτελεύτησεν ναυαγήσας ἐτῶν Ϛʹ , σοφιστεύσας ἔτη μʹ . Πρόδικος .
γὰρ ὁ Ἀσωπόδωρος Θήβηθεν ἐν Ὀρχομενῷ ἐπολιτογραφήθη . ἄλλως . ναυαγήσας ὁ Ἀσωπόδωρος ἐν Ὀρχομενῷ ἐξερρίφη . ἅ νιν ἐρειδόμενον
6771665 παροδευει
τξε δʹ : ἐν τοσαύταις γὰρ ἡμέραις τὰς τξ μοίρας παροδεύει ὁ ἥλιος , ὥστε παρὰ μικρὸν ἐν μιᾷ ἡμέρᾳ
καὶ ἐν ᾧ ἡ ΑΒ εὐθεῖα περὶ τὸ Β κινουμένη παροδεύει τὴν ΑΔΓ περιφέρειαν , σημεῖον ἐπ ' αὐτῆς ἀρξάμενον
6768482 προυπτος
φανερὰ καὶ οὐκ ἀμφίβολα . θ προῦπτος ] ὁμολογούμενος . προῦπτος ] ἐμπρέπων , ὁμολογούμενος . προῦπτος ] ἀληθής .
τούτου ὕπαρξις . “ καὶ ἔστιν ἡ τῆς συνερωτήσεως πιθανότης προῦπτος . πάσης γὰρ φύσεως καὶ ψυχῆς ἡ καταρχὴ τῆς
6766315 Στρατεια
. στεῖραι , παρὰ τὸ στερεὰν ἔχειν τὴν ὑστέραν . Στρατεία . ἡ ἐνέργεια καὶ ὥσπερ πάλη . Στρατιά .
κήπου καὶ τῶν ἄλλων τῶν κατὰ τὴν Βαβυλωνίαν παραδόξων . Στρατεία Σεμιράμιδος εἰς Αἴγυπτον καὶ Αἰθιοπίαν , ἔτι δὲ τὴν
6763404 συνηγορια
ἁπλοῦν ἢ ἐν παραθέσει τοῦ ὅ . καὶ εἴη ἂν συνηγορία τῆς τοῦ συνδέσμου συνθέσεως ἥδε . τὸ αὐτὸ δηλοῖ
πρεσβεία πρέσβευσις , δίκη , διαδικασία ἐπιδικασία , ἀντιδικία , συνηγορία , συναγόρευσις , κατηγορία , δημηγορία , βουληγορία ,
6762927 μυμυ
ἵνα ξυναυλίαν κλαύσωμεν Οὐλύμπου νόμον . Μυμῦ μυμῦ μυμῦ μυμῦ μυμῦ μυμῦ . Τί κινυρόμεθ ' ἄλλως ; Οὐκ ἐχρῆν
ξυναυλίαν κλαύσωμεν Οὐλύμπου νόμον . Μυμῦ μυμῦ μυμῦ μυμῦ μυμῦ μυμῦ . Τί κινυρόμεθ ' ἄλλως ; Οὐκ ἐχρῆν ζητεῖν
6759962 ἠχουϲ
ἐντέρων ἐκχέω . πρὸϲ δὲ τοὺϲ ἐπὶ πνεύματι φυϲώδει ϲυνιϲταμένουϲ ἤχουϲ χρήϲιμά ἐϲτι τὰ τοιαῦτα . Ἀπολλωνίου πρὸϲ τοὺϲ ἐξαίφνηϲ
δὲ τὸν ἀκουϲτικὸν πόρον ἐνϲτάζειν ἁρμόζει μὲν καὶ τὰ πρὸϲ ἤχουϲ ἀναγεγραμμένα , ἰδίωϲ δὲ ταῦτα : αἰγὸϲ οὖρον καὶ
6758687 κθῃ
Εὐδόξῳ Λύρα ἑῷος δύνει : ἐπισημαίνει . Ἐν δὲ τῇ κθῃ Εὐδόξῳ ἐπισημαίνει . Καλλίππῳ Παρθένος ἐπιτέλλει : ἐπισημαίνει .
ἐπιτέλλει . Εὐδόξῳ Ὠρίων ἄρχεται ἐπιτέλλειν . Ἐν δὲ τῇ κθῃ Δημοκρίτῳ ἄρχεται Ὠρίων ἐπιτέλλειν , καὶ φιλεῖ ἐπισημαίνειν ἐπ
6757447 παρηχησις
συνῆκα . συνῆχ ' . κοππατίαν ] ὄνομα ἵππου . παρήχησις τὸ σχῆμα . κοππατίαν ] ἵππον . εἴθ '
τὴν περὶ τὸν ἰχθὺν τὸν μέγαν γινομένην . ἀφραδίῃ : παρήχησις : μωρίᾳ , ἀβουλίᾳ . προφερέστερον : τῶν ἰχθύων
6756582 κυβερνησις
ἄχρι συμπληρώσεως τῶν ἡμερῶν τοῦ τοιούτου ἔτους . ἡ δὲ κυβέρνησις τῶν ἀστέρων ἡν [ ] κυβερνῶσα τὰς ἡμέρας ἑκάστης
ἢ ἀκτίς , ἔσται ἡ κυβέρνησις τῆς μοίρας τοῦ ὡροσκόπου κυβέρνησις τοῦ αὐτοῦ ἀστέρος ἔστ ' ἂν συναντᾷ σῶμα ἑτέρου
6755369 Ποικιλωτερος
. Πτωχοῦ πήρα οὐκ ἐμπίμπλαται : ἐπὶ τῶν ἀπλήστων . Ποικιλώτερος ὕδρας : ἐπὶ τῶν δολερῶν . Πῦρ ἐπὶ δαλὸν
εἶδος ὑποδήματος ἐφαρμόζον τοῖς δυσὶ ποσίν . Ὁμοία τῇ , Ποικιλώτερος Ὕδρας . Καὶ , Εὔριπος ἄνθρωπος . Καὶ ,
6755058 δουλικος
κήρυκα . . ᾑρημένην : κεχειροτονημένην . . κατωνάκη : δουλικὸς καὶ ἀνελεύθερος χιτών . προχειριοῦμαι : Εὐτρεπίσω . κἀξετάσω
περὶ ΔΑΜΟΦΙΛΟΥ λέγων τοῦ Σικελιώτου , δι ' ὃν ὁ δουλικὸς ἐκινήθη πόλεμος , ὅτι τρυφῆς ἦν οἰκεῖος , γράφει
6754261 Ἰσ
Ἀλιμαλεῖς . Ἀρύκανδα , πόλις Λυκίας , ὡς Καπίτων ἐν Ἰσ . δευτέρῳ . Τὸ ἐθνικὸν Ἀρυκανδεύς . Σύβρα ,
Ἀρνεαὶ , πόλις Λυκίας μικρὰ , ὡς Κ . ἐν Ἰσ . τρίτῳ . Τὸ ἐθνικὸν Ἀρνεάτης . Μενεδήμιον ,
6750930 Καρυανδα
Πολυβίου ἱστορίαν . , , : ἐν δὲ τῶι μεταξὺ Καρύανδα λιμὴν καὶ νῆσος καὶ πόλις ὁμώνυμος ταύτηι , ἣν
. Λάδη : νῆσος Ἰωνίας . Ἑκαταῖος Ἀσίαι . . Καρύανδα : πόλις καὶ † λίμνη ὁμώνυμος πλησίον Μύνδου καὶ
6749243 ψηνος
: ὁ φαλακρός . παρὰ τὸ ψῶ ὁμοίως καὶ ψήσω ψηνός . . . , . , . . ,
τὸ ψῶ ψήσω ψηνός . . . . . . ψηνός : ὁ φαλακρός . παρὰ τὸ ψῶ ὁμοίως καὶ
6745552 δυστυχεστατε
, οὐ περισσοτέραν . δίκαιον ] εὔλογον . κακόδαιμον ] δυστυχέστατε , κακότυχε . , ἄθλιε . τὸ ” οὐδὲν
οὐ κέκλοφα . οὐκ : Ὄψει ἐμὲ οὕτως ἔχοντα , δυστυχέστατε . Θ . . . χρηστοὺς : Ἀγαθούς .
6743512 Σκεπτεον
τῇ φύσει κεχωρισμένα τῇ προνοίᾳ συναγαγεῖν ὑπὸ μίαν οἴκησιν . Σκεπτέον δὲ τί φησιν ἐνταῦθα ὁ ἱστορικός . Καὶ γὰρ
αὐτῷ : ἔσται δὲ καὶ εὐθυμότερος ἐν τῇ ταλαιπωρίῃ . Σκεπτέον δὲ καὶ ἤν τι ἐρυγγάνῃ ἢ ὑπὸ φύσης ἔχηται
6743108 Ἁλιαρτος
λζʹ ∠ ʹʹγʹʹ ιβʹʹ Κῶπαι ναʹ ∠ ʹʹγʹʹ ληʹ ιβʹʹ Ἁλίαρτος ναʹ ∠ ʹʹγʹʹ ιβʹʹ λζʹ ∠ ʹʹδʹʹ Πλαταιαί νβʹ
λέγουσιν . ἀπὸ δὲ Θεσπίας ἰόντι ἄνω πρὸς ἤπειρον ἔστιν Ἁλίαρτος . ὅστις δὲ Ἁλιάρτου γέγονε καὶ Κορωνείας οἰκιστής ,
6742873 λακκῳ
δὲ τοῦτο κατὰ βραχὺ ἀθροιζόμενον καθ ' ἑκάϲτην ἡμέραν ἐν λάκκῳ τινὶ καὶ ἦν χλιαρὸν καὶ χλωρὸν ὄζον χαλκίτεωϲ καὶ
καὶ στρογγύλαι , ὡς αἱ ἐν Δικαιαρχίᾳ ἐν τῷ Λουκρίνῳ λάκκῳ καὶ ἐν τῷ ἐν Ἀλεξανδρείᾳ λιμένι : γλυκεῖαι γὰρ
6742347 αἰτιολογικος
δῆλον ὡς οὐ σύνδεσμοι . ἔτι εἴπερ τὸ ἕκητι σύνδεσμος αἰτιολογικός , δῆλον ὡς οὐ τὸ ἀέκητι : στέρησις γὰρ
, ἔμπα γε μὴν ἴθι δεῦρο . , καὶ σύνδεσμος αἰτιολογικός , καὶ ἔτι ἀποτελεστικός ) . καὶ τῷ μάλα
6741881 αἰσχροποιος
καί σύνδεσμος . . οὗτοι αἰσχροί . . Ἀρίστυλλος : αἰσχροποιὸς οὗτος . . καλαμίνθης : Δυσώδης βοτάνη καὶ ὄφεις
εἶδος ἀθάρας ἀπὸ φασηλίων . Σμοιός : Κύριον ὄνομα . αἰσχροποιὸς εἰς γυναῖκας , καὶ ἱππεύσας πρότερον , καὶ τοῖς
6740538 Βραδυς
: ὡς παρὰ τὸ ἔχω ἕξω ἐχμὸς καὶ συνεχμός . Βραδύς , παρὰ τὸ βάρος βαρύς . ὑπέρθεσις τοῦ ρ
ὁ μὲν ἐν ὀλίγῳ χρόνῳ κινουμένης τῆς ἀρτηρίας γινόμενος . Βραδύς ἐστι σφυγμὸς ὁ βραδεῖαν ἔχων τὴν διαστολήν τε καὶ
6738875 γζʹ
τὴν γζʹ περιφέρειαν διαπορεύεται : λέγω ὅτι τοῦ ἡλίου τὴν γζʹ περιφέρειαν διαπορευομένου ἐν τῷ ὑπὸ γῆν τὸ βʹ ἄστρον
ἐνιαυτοῦ , ὁ χρόνος ἐστὶν ἐν ᾧ ὁ ἥλιος τὴν γζʹ περιφέρειαν διαπορεύεται : λέγω ὅτι τοῦ ἡλίου τὴν γζʹ
6738732 Ἀνατελλει
πτέρυγι τῆς Παρθένου , ὡς ἡμιπήχιον ὑπολειπόμενος τοῦ μεσημβρινοῦ . Ἀνατέλλει δὲ ἡ Λύρα ἐν τέσσαρσι πεμπτημορίοις μιᾶς ὥρας .
καὶ τοῦ Δελφῖνος ὁ ἡγούμενος τῶν ἐν τῇ οὐρᾷ . Ἀνατέλλει δὲ ὁ Κριὸς ἐν ὥρᾳ μιᾷ καὶ δυσὶ πεμπτημορίοις

Back