. κατεσθίειν : Δαπανᾶν . τὸ ὦ φίλ ' ἄνερ σκωπτικῶς κατὰ τῆς γραός . . φάσκων βοηθεῖν : Καίπερ
τῶν μετοχῶν ἀμείνω . τὰ δ ' ἐπιρρήματα κωμῳδικῶς , σκωπτικῶς , τωθαστικῶς : τὸ γὰρ γελοίως ἐφ ' ἑτέρου
7032896 ἀδολεσχιαν
τὸ ἀληθές . τὴν γὰρ ἐν κανόσι λογικὴν γυμνασίαν καὶ ἀδολεσχίαν ἐκάλεσεν : γυμνασίαν μὲν ὡς προευτρεπίζουσαν ἡμᾶς εἰς τὰ
συλλογισμῶν : διὸ συνεχῶς αὐτοῖς χρώμενος ἐν τῇ λογικῇ οἷον ἀδολεσχίαν τινὰ ποιεῖ ἑκάστοτε τὰ αὐτὰ λέγων . ταῦτα καὶ
6473622 μαλον
τις δὲ μεθ ' Ὅμηρον τὸ μὲν μῆλον δωρίσας εἰς μᾶλον τὴν δὲ ὄψιν εἰς εἶδος μεταλαβὼν καὶ μεταθεὶς τὰς
θαλάσσης ἔκειτο , λοχήσας εἷλεν . Ὡς δὲ ἐκείνη πολὺ μᾶλον ἀπεμάχετο περὶ τῆς παρθενίας , ὀργισθεὶς Τράμβηλος ἔρριψεν αὐτὴν
6438444 Φιλοκλεων
κύων . οἰκέται δύο Σωσίας καὶ Ξανθίας : Βδελυκλέων : Φιλοκλέων : χορὸς γερόντων σφηκῶν : παῖδες : κύων :
. εἶτ ' ἐξήλλετο ] ἐπ ' αὐτοὺς ἀνέβαινεν . Φιλοκλέων : ἰδίως εἶπε τῇ φράσει τῷ ⌈ μὲν υἱῷ
6355907 θεματικον
ἀλλοτρίως ἡ παραγωγὴ τοῦ ι παραδεδέχθαι : ἦν γὰρ τοῦτο θεματικὸν ἐν τρίτῳ προσώπῳ τῆς εὐθείας . . Πῶς οὖν
τὸ ἐφίλησαν , ὅπερ οὐκ ἔστι θεματικόν . Τὸ γὰρ θεματικὸν φιλῶ ποιεῖ : ἁπλῆ εἴπομεν διὰ τὸ Γεώργιος :
6317838 κιθαρῳδιαν
ἢ τῷ Διὶ θύσοντας : τραγῳδίαν δ ' ἐπαγγεῖλαι καὶ κιθαρῳδίαν ἀνδράσιν , οἷς μήτε θέατρόν ἐστι μήτε σκηνὴ πρὸς
κρίνει δι ' αὐτῆς . αὐλῳδίαν τοίνυν καὶ λυρῳδίαν καὶ κιθαρῳδίαν ἐξευροῦσα , τὴν μὲν τῶν Μουσῶν μιᾷ δωρεῖται ,
6317510 καταλαμβανουσαις
, δορυάλωτος , δορύληπτος . Ἀριστοφάνης δ ' ἐν Σκηνὰς καταλαμβανούσαις ἔφη καὶ τῶν πλατυλόγχων διβολίαν ἀκοντίων . καὶ λοφοπωλεῖν
δ ' ἐκαυλίζοντο καὶ ξυστὴ κάμαξ , ἐν δὲ Σκηνὰς καταλαμβανούσαις καὶ τῶν πλατυλόγχων , ὡς ὁρᾷς , ἀκόντων :
6294062 διαστελλει
τοῖς τοιούτοις κατορθοῦν , ὃ καὶ αὐτὸ μετὰ τῶν ἄλλων διαστέλλει τὴν φρόνησιν ἀπὸ τῶν εἰρημένων τριῶν ἀληθευτικῶν ἕξεων ,
χάλαζαν δὲ τὸ ἐν ὑετῷ πεπηγὸς ὕδωρ . διὸ νῦν διαστέλλει ἕκαστον . : ὅτι ὑγιῶς χρώμενοι νείφειν μὲν λέγουσι
6263203 κεκωμῳδηται
δ ' ἀν ' ἄστυ : ταραχαί , θόρυβοι . κεκωμῴδηται δὲ ἡ λέξις . λέγεται γὰρ μᾶλλον ἐπὶ βορβορυγμοῦ
. . Κηφισόδωρος : Λυκοῦργος ἐν τῷ Κατὰ Μενεσαίχμου . κεκωμῴδηται δὲ οὗτος ὡς νωθὴς κτἑ . . . .
6254843 εὐστοχιαν
ζόφον ἀποδειχθῆναι ” . καὶ ὁ Νεκτεναβὼ τὴν τῶν λόγων εὐστοχίαν ἐκπλαγείς , „ ἤνεγκας ἡμῖν „ ἔφη ” τοὺς
ἐτύγχανεν , καὶ ᾤετο δήπου μέγα εἶναι αὐτῷ ἀγαθὸν τὴν εὐστοχίαν τῆς βελόνης , οὐχ ἧττον ἢ ὁ Ἀχιλλεὺς τὴν
6196102 Ἀσπασιαν
Νὴ Δία , ὦ Σώκρατες , μακαρίαν γε λέγεις τὴν Ἀσπασίαν , εἰ γυνὴ οὖσα τοιούτους λόγους οἵα τ '
τέχνην δεινός . Ἀλλὰ καὶ διδασκάλους ἐπιγέγραπται τῆς τέχνης , Ἀσπασίαν τὴν Μιλησίαν , καὶ Διοτίμαν τὴν Μαντινικήν : καὶ
6193178 Σκηνας
κύλικας ἢ προχοίδια εἶναι δοκούσας , καὶ τὴν ἐν Ἀριστοφάνους Σκηνὰς καταλαμβανούσαις λήκυθον τὴν ἑπτακότυλον , τὴν χυτρίαν , τὴν
Δημιοπράτοις ἀναγέγραπται , κόσκινον κριθοποιόν . ὁ δὲ Ἀριστοφάνης ἐν Σκηνὰς καταλαμβανούσαις ἔφη ὥσπερ κόσκινον αἰρόπινον τέτρηται . Λύχνοιδ '
6177902 ἀπειροκαλιαν
Ἀσπάσιος καὶ πολυήκοος καὶ τὸ μὲν καινοπρεπὲς ἐπαινῶν , ἐς ἀπειροκαλίαν δὲ οὐδαμοῦ ἐκπίπτων ὑπὸ τοῦ ἐν καιρῷ χρῆσθαι οἷς
. καὶ γὰρ αὕτη πέφευγεν ἀπηρχαιωμένων καὶ σημειωδῶν ὀνομάτων τὴν ἀπειροκαλίαν , κατὰ δὲ τὴν τροπικὴν φράσιν ὀλίγον τι διαλλάττει
6169707 τυραννοκτονησας
ὁριστικῆς προφορᾶς , καὶ μάλιστα ἐπὶ παρῳχημένου χρόνου , ὁ τυραννοκτονήσας τετίμηταιΔεδείξεται . δὲ ὡς καὶ πλήθους ἔσθ ' ὅτε
μέλλοντος ἀοριστωδῶς νοεῖται καθ ' ἣν προεκτεθείμεθα τήρησιν , ὁ τυραννοκτονήσας τιμηθήσεται , πάνυ εὐλόγως , εἴγε τὰ γινόμενα καὶ
6167771 ἀναρρηθεις
τοῦ ἱεροῦ τοῦ ἐν Δήλῳ . καὶ μὴν καὶ πυλαγόρας ἀναρρηθεὶς οὔπω παρὰ τοῖς πολλοῖς διαπέφευγε τὸ μὴ οὐκ αὐτὸς
οὐδενὸς ἀντειπόντος διὰ τὸ μὴ ἀνασχέσθαι ἂν τὴν ἐκκλησίαν , ἀναρρηθεὶς ἁπάντων ἡγεμὼν αὐτοκράτωρ , ὡς οἷός τε ὢν σῶσαι
6147693 αὐλητριδα
νήφοντα ἄνδρα ἀφαιρούμενον μὲν τὸν κρατῆρα , ἀπάγοντα δὲ τὴν αὐλητρίδα , καθαιροῦντα δὲ τοὺς στεφάνους , παύοντα δὲ τὴν
αὐτὴν παντοδαποῖς τραγήμασιν , μύρον , στεφάνους , λιβανωτόν , αὐλητρίδα λαβέ . εἰ τὸ συνεχῶς καὶ πολλὰ καὶ ταχέως
6139107 φιλοσοφει
δέ , ὅτι φιλογυμναστεῖ , παρὰ πᾶσι δέ , ὅτι φιλοσοφεῖ καὶ πολλοὺς μὲν ἤδη τῶν Ἑλλήνων ἐπῆρε συμφιλοσοφῆσαι αὐτῷ
τοῦ περιπάτου , καὶ ἀναχωρήσας ἐν τῷ κήπῳ τῷ ἑαυτοῦ φιλοσοφεῖ . ὁ δὲ Ξενοκράτης ἀκούσας παραχρῆμα ἧκε πρὸς Πλάτωνα
6132167 Ὁρω
πορεύῃ , ἄριστε φίλων ; Ὁ δὲ ταῦρος ἔφησεν : Ὁρῶ σοι , ἄναξ , οὐκ εἰς πρόβατον παρασκευὴν τυγχάνειν
οἶδ ' ὅ τι δεῖ πλείω περὶ τούτων λέγειν . Ὁρῶ δέ , ὦ ἄνδρες , τὴν πλείστην διατριβὴν τῶν
6126088 διαμαρτιαν
, ἃ δὴ κατὰ τὸ μᾶλλόν τε καὶ ἧττον τὴν διαμαρτίαν ἐπισημαίνει τῆς πέψεως : ὠχρὰ μὲν γὰρ ἧττον διαπεφευγέναι
: καὶ εὐστοχίαν ἐπιτυχίαν εὐτυχίανοὐ γὰρ καὶ ἐπισκοπίανκαὶ ἀστοχίαν δυστυχίαν διαμαρτίαν ἀτυχίαν : καὶ εὐστόχως καὶ ἐπισκόπως , εὐτυχῶς ἐπιτυχῶς
6116077 εἰρωνευομενος
: ὁ δὲ ἔλαβε τὴν παρὰ τῶν θεῶν μάχαιραν . εἰρωνευόμενος ὁ ἄδικος λόγος τὸν δίκαιόν φησιν , ὅτι ἀστεῖον
] αὐτοῦ . . λέγει δὲ τοῦτ ' ἔπος ] εἰρωνευόμενος . . προσφιλές ] εὐαπόδεκτον . . ἀκοῦσαι ]
6107556 λεληθα
, εἴ τι ᾔσθησαί με φίλτρον ἐπιστάμενον ὃ ἐγὼ εἰδὼς λέληθα ἐμαυτόν . Λέγε δή μοι , ἔφη , εἴ
ὅτι : μὴ μέντοι μου κατείπῃς πρὸς τοὺς ἄλλους . λέληθα γάρ , ὦ ἑταῖρε , ταύτην ἔχων τὴν τέχνην
6104466 σμιλην
κἀπειδὴ μόνον ἡ Ἄτροπος ἔνευσέ μοι , ἄσμενος ἀπορρίψας τὴν σμίλην καὶ τὸ κάττυμακρηπῖδα γάρ τινα ἐν ταῖν χεροῖν εἶχονἀναπηδήσας
αἵματος , εἰ μὴ μέχρι βάθους ἱκανοῦ καθείη τις τὴν σμίλην . αὐτὸ δὴ οὖν τοῦτο μόνον αὐτοῦ προσήκει τέμνειν
6092897 φορησεως
ῥυπαρότητι βίου κωμῳδεῖ , τὸν δὲ Τηλαύγην αὐτὸν ἱματίου μὲν φορήσεως καθ ' ἡμέραν ἡμιωβέλιον κναφεῖ τε - λοῦντα μισθόν
στεφανηφόροις , ὑπὸ δὲ Ῥωμαίων φλάμοσιν , οὓς ἐπὶ τῆς φορήσεως τῶν πίλων τε καὶ στεμμάτων , ἃ καὶ νῦν
6086053 Δεδοικα
που τοῦδέ γ ' ὄντος ἀδελφιδοῦ πάμπολυ πρότεροί ἐσμεν . Δέδοικα δὲ μὴ λίαν ὁμολογούμενα λέγων ἐνοχλεῖν ὑμῖν δόξω :
, τὸ κάλλος , τὸν γάμοντουτουὶ τοῦ μήλου πρίασθαι . Δέδοικα μή μου ἀμελήσῃς μετὰ τὴν κρίσιν . Βούλει οὖν
6083108 κνωμενον
. ἀλλ ' ἀποκρίνου μόνον . Φημὶ τοίνυν καὶ τὸν κνώμενον ἡδέως ἂν βιῶναι . Οὐκοῦν εἴπερ ἡδέως , καὶ
καὶ ψωρῶντα καὶ κνησιῶντα , ἀφθόνως ἔχοντα τοῦ κνῆσθαι , κνώμενον διατελοῦντα τὸν βίον εὐδαιμόνως ἔστι ζῆν . Ὡς ἄτοπος
6082746 ἐγελα
τὴν ἀποφράδα ὥς τι ξένον καὶ ἀλλότριον τῶν Ἑλλήνων ὄνομα ἐγέλα εὐθὺς καὶ τὸν ἄνδρα τοῦ πάλαι ἐκείνου γέλωτος ἠμύνετο
δὲ ὑφ ' ἡδονῆς μετέωρος ἑωρᾶτο , καὶ νῦν μὲν ἐγέλα τῷ προσώπῳ πάνυ ἀσελγῶς , πάλιν δὲ εὐθὺς ἐθρήνει
6081981 ὀρχησασθαι
αὐτὸ ῥᾷον , οἷον πάλαισιν τοῦ παλαῖσαι καὶ ὄρχησιν τοῦ ὀρχήσασθαι καὶ αὔλησιν τοῦ αὐλῆσαι καὶ ᾆσιν τοῦ ᾆσαι ,
πρῶτος εἰσηγητὴς γέγονε Βάθυλλος ὁ Ἀλεξανδρεύς , ὅν φησι παντομίμους ὀρχήσασθαι Σέλευκος . τοῦτον τὸν Βάθυλλόν φησιν Ἀριστόνικος καὶ Πυλάδην
6080945 Διφιλου
, οὐδὲ ἀνή - λισκον οὐδέν . Ἀνθεμίων δὲ ὁ Διφίλου καλλωπίζεται δι ' ἐπιγράμματος ὅτι ἀπὸ τοῦ θητικοῦ τέλους
ἔστιν ἐν ἀκροπόλει ἵππος ἀνδρὶ παρεστηκώς : καὶ τὸ ἐπίγραμμα Διφίλου Ἀνθεμίων τόνδ ' ἵππον ἀνέθηκεν θεοῖς , θητικοῦ ἀντὶ
6076090 προιουσης
πενιχρά , μεθ ' ἧς καὶ ὁ παῖς αὐτῆς . προιούσης δὲ τῆς εὐωχίας τὸ παιδίον ὀγκωθὲν τὴν γαστέρα ἐκ
ὠφελείας τυχεῖν ἔξεστι διὰ τῆς εὐοδούσης καὶ κατὰ τὴν κατασκευὴν προιούσης ἐνεργείας , ἐκεῖ οὐδεμίαν βλάβην ὑφορατέον . Πανταχοῦ καὶ
6070703 ἀναγευς
πρώταις Νεφέλαις , ἀλλ ' ἔστι τοῦ καλουμένου εὐπολιδείου . ἀναγεῦς ' ] ἀναδιδάξαι . ἀναγεῦς ' ] τοῦτο ὡς
ἔστι τοῦ καλουμένου εὐπολιδείου . ἀναγεῦς ' ] ἀναδιδάξαι . ἀναγεῦς ' ] τοῦτο ὡς ἐπὶ βρωμάτων εἶπεν . ἀναγεῦς
6063032 αἰσχρουργιαν
αὐτοῦ : ἐν παισὶ μὲν γὰρ ὢν ἐκλήθη δι ' αἰσχρουργίαν τινὰ καὶ κιναιδίαν Βάταλος , ἐκ παίδων δὲ ἀπαλλαττόμενος
. . σὺ δ ' Ἀρίστυλλος : ὃς διὰ τὴν αἰσχρουργίαν αὐτοῦ ἀεὶ ἐκεχήνει . τοῦτο οὖν φησιν , ὥσπερ
6062314 Ἀκεσιας
τοῖς πόνοις , συνηχθόμην δὲ τῇ πόλει πολλοὺς τρεφούσῃ τοὺς Ἀκεσίας . συγγνώμην δὲ εἶχον , εἰ σοῦ κάμνοντος οἶνος
ὅλην δὲ Ἀριστοφάνης ἐν τετάρτῳ ἀμέτρων ἐκφέρει , λέγων : Ἀκεσίας τὸν πρωκτὸν ἰάσατο . Ἀκεσίας γάρ τις ἐγένετο ἰατρὸς
6053077 ἀκροω
τέσσαρα νῦν τοῦ χοροῦ μαθὼν μέρη τὴν ἔξοδον τὸ πέμπτον ἀκροῶ μέρος , ὅπερ μετ ' ἐμμέλειάν ἐστιν εἰς τέλος
φορῶ φορέσω , καὶ ἡ δευτέρα τὸ α ὡς τὸ ἀκροῶ ἀκροάσω , γελῶ γελάσω : τέως δὲ ὡς ἐπὶ
6051636 διαβαλλω
ἐνατενίζω , συνεστιῶμαι , ὑπογογγύζω , συναμιλλῶμαι , καταβοῶ , διαβάλλω αἰτιῶμαι , ἀπορῶ διστάζω , θεωρῶ , κενοῦμαι πτοοῦμαι
σεμνυνόμενος : γαῖσος τὸ ὅπλον : γαίω τὸ κερμῶ καὶ διαβάλλω : τὸ γέα διφορεῖται καὶ κατὰ τὴν γραφὴν καὶ
6051319 προπερισπᾳ
ἵκωμαι . . . . Ι : Σόωσι : Τυραννίων προπερισπᾷ ὡς νοῶσιν , ὡς ἀπὸ τοῦ σοῶ περισπωμένου ,
σὺ δέ κεν κακὸν οἶτον ὄληαι ” . Τυραννίων δὲ προπερισπᾷ : καὶ δῆλον ὅτι καὶ τὸ πρῶτον αὐτοῦ πρόσωπον
6048120 ἁλοαν
δεινῶς καὶ δυσθεράπευτα ἔχοντας τὰ σώματα ἁλισπάρτους καλεῖ . . ἁλοᾶν δασύνεται , τὸ ἐπὶ τῆς ἅλω πατεῖν : ἀλοιᾶν
κατ ' ἐπερώτησιν λεγόμενον . ἁλοᾶν καὶ ἀλοιᾶν διαφέρει . ἁλοᾶν μὲν γὰρ δασέως τὸ ἐπὶ τῆς ἅλω πατεῖν καὶ
6042231 ἀνηρετ
φροντιστήριον . λέξω , νομίσαι δὲ ταῦτα χρὴ μυστήρια . ἀνήρετ ' ἄρτι Χαιρεφῶντα Σωκράτης ψύλλαν ὁπόσους ἅλλοιτο τοὺς αὑτῆς
Σωκράτους φρόντισμα ; ποῖον ; ἀντιβολῶ , κάτειπέ μοι . ἀνήρετ ' αὐτὸν Χαιρεφῶν ὁ Σφήττιος ὁπότερα τὴν γνώμην ἔχοι
6041881 Πυθοκλεα
] μικρᾶς ἕνεκεν ἐλαττώσεως [ ] [ ? ] πρὸς Πυθοκλέα ? [ ] ? [ ἔλεγεν ] : ἂν
ἂν ὑμεῖς καὶ Θεμίστα παρακαλῆτε , ὠθεῖσθαι . πρὸς δὲ Πυθοκλέα ὡραῖον ὄντα Καθεδοῦμαι , φησί , προσδοκῶν τὴν ἱμερτὴν
6040808 Ἀριφραδης
ἐν τῇ περὶ τοῦ Λάχης διδασκαλίᾳ , ἡνίκα περὶ τοῦ Ἀριφράδης διελαμβάνομεν : ὥσπερ γὰρ ἀπὸ τοῦ φαίνω γίνεται Ἀριστοφάνης
α καὶ ὅμως εἰς ους ἔχει τὴν γενικήν , οἷον Ἀριφράδης Ἀριφράδους : εἰς ους δὲ ἔχει τὴν γενικήν ,
6040525 ἀλοιαν
τὸ ἀλιτῶ ἀλιτός . ἢ ὁ ἀνδροφόνος : παρὰ τὸ ἀλοιᾶν , τὸ τύπτειν , ἔνθεν καὶ πατραλοίας . .
δὲ προπαροξυτόνως τὸ κατ ' ἐπερώτησιν λεγόμενον . ἁλοᾶν καὶ ἀλοιᾶν διαφέρει . ἁλοᾶν μὲν γὰρ δασέως τὸ ἐπὶ τῆς
6038383 Ὀρθοτατα
μεγίστου ἡ σκέψις , ἀγαθοῦ τε βίου καὶ κακοῦ . Ὀρθότατα , ἦ δ ' ὅς . Σκόπει δὴ εἰ
ἢ τὴν τοῦ ἀγαθοῦ μοῖραν αὐτὴν τιθέντες ὀρθῶς θήσομεν ; Ὀρθότατα μὲν οὖν . Οὐκοῦν ὅπερ ἀρχόμενος εἶπον τούτου τοῦ
6017721 κυνικην
γυμνασίῳ μικρὸν ἄπωθεν τῶν πυλῶν : ὅθεν τινὲς καὶ τὴν κυνικὴν ἐντεῦθεν ὀνομα - σθῆναι . αὐτός τ ' ἐπεκαλεῖτο
βάυζε , εἶπεν , ὦ ἑταῖρε , μηδὲ ἀγριαίνου τὴν κυνικὴν προβαλλόμενος λύσσαν τῶν ὑπὸ κύνα οὐσῶν ἡμερῶν , δέον
6013123 Μανιαν
Διφίλου . μετὰ ταῦτα δ ' ἡ Γνάθαινα πρὸς τὴν Μανίαν ἐλοιδορεῖτο καὶ λέγει , Τί τοῦτο , παῖ ;
ἤθελον . αἰτουμένην λέγουσι τὴν πυγήν ποτε ὑπὸ τοῦ βασιλέως Μανίαν Δημητρίου ἀνταξιῶσαι δωρεὰν καὐτόν τινα . δόντος δ '
6010358 ἐπερομενου
ἐποίησας ὅτι μικρόν τι μέρος εἴη στρατηγίας τὰ τακτικά , ἐπερομένου μου εἴ τι τούτων σύ με διδάξαι ἱκανὸς εἴης
οὖν , Ἀπολλώνιε , διαλέξεται ὁ σοφός ; ” πάλιν ἐπερομένου αὐτὸν „ ὡς νομοθέτης , „ ἔφη ” δεῖ
6004993 μειρακιωδη
τὴν σκυτάλην ἐννοῶν . Μέχρι μὲν δὴ τούτων γελάσιμα καὶ μειρακιώδη τὰ εἰρημένα : τὰ μετὰ ταῦτα δὲ οὐκέτι εὐκαταφρόνητα
ἢ ἐν ἀγωνίᾳ τινί . οὐ μὴν ἀλλὰ ταῦτα μὲν μειρακιώδη εἰσὶ καὶ ἐπιπολαίων ἀνδρῶν , ὁ δὲ μεγαλόψυχος ὁρῶν
5991379 Ἀμεινον
τοῦ θνητοῦ συμφθείρεται ὁ πρὸς αὐτὸ δεσμὸς τοῦ ἀθανάτου . Ἄμεινον δὲ καὶ τὰ Θεοφράστου παραθέσθαι περί τε τοῦ δυνάμει
καὶ ὁ δεύτερος , τὸ δὲ δημιουργούμενον ὁ τρίτος . Ἄμεινον γὰρ οὕτω λέγειν ἢ ὡς ἐκεῖνος λέγει προστραγῳδῶν ,
5986430 καταπεπληγμαι
καὶ ἐπὶ δοτικῆς . τεθυωμένοι τεθυμιαμένοι , εὐώδεις . τέθηπα καταπέπληγμαι . καὶ μετοχικῶς “ ὑμεῖς ἔστητε τεθηπότες . ”
' εἰκότως : τὸν γὰρ σύμπαντα τοῦτον κόσμον ὤμβρησε . καταπέπληγμαι δ ' ἀκούων , ὅτι ζωῆς ἐστιν ἥδε ἡ
5985597 Καλλιστ
ἐπὶ τὰς ἀμείκτους πορευοίμεθ ' ἂν ἐν τῷ μέρει . Κάλλιστ ' εἶπες . Ἐγὼ δὴ πειράσομαι μεταβαλὼν σημαίνειν ἡμῖν
Πῶς λέγεις ; Αὐτὴν τὴν διέξοδον ἀπόκρισίν σοι ποιήσομαι . Κάλλιστ ' εἶπες . Ἔστι τοίνυν πάντα ἡμῖν ὁπόσα δημιουργοῦμεν
5975569 Ἀκαδημιαν
δώδεκα τὸν ἀριθμὸν , αἱ μεταφυτευθεῖσαι ἐκ τῆς ἀκροπόλεως εἰς Ἀκαδήμιαν . ἤτοι ἀπὸ μόρου καὶ τοῦ φόνου τοῦ Ἁλιῤῥοθίου
δώδεκα τὸν ἀριθμὸν , αἱ μεταφυτευθεῖσαι ἐκ τῆς ἀκροπόλεως εἰς Ἀκαδήμιαν . ἤτοι ἀπὸ μόρου καὶ τοῦ φόνου τοῦ Ἁλιῤῥοθίου
5974929 ὑποκρισεως
δὲ δεῖ κατὰ ἀνάγνωσιν τὸ τί , ἐκ δὲ τῆς ὑποκρίσεως ἐμφαίνειν τὸ οὐδέν [ τι ] . παθητικὴν δὲ
καὶ ὡς ἄριστα φάμενος , ἐνδεῖν δὲ αὐτοῖς τὰ τῆς ὑποκρίσεως . ὁ δὲ παραδίδωσί τε ἑαυτὸν τῷ Ἀνδρονίκῳ καὶ
5970692 ἀποδιδωμι
τὸ χρέος . ὥσπερ ἀποτίω ⌈ καὶ [ τὸ ] ἀποδίδωμι ⌈ τὸ τὸ ⌈ ὀφειλόμενον [ κεχρεωστημένον ] ⌈
μεμένηκε . διὸ θρεπτήρια οὔσῃ μοι πατρίδι πρὸς μητρὸς ταῦτα ἀποδίδωμι αὐτῇ Ἐπειδὴ κατὰ δαίμονα καὶ τὴν τοῦ κρατίστου Κασσίου
5967198 μεμηνυται
ἐν ἱεραῖς βίβλοις ἱλαστήριον . τούτου μῆκος μὲν καὶ πλάτος μεμήνυται , βάθος δ ' οὐδέν , ἐπιφανείᾳ γεωμετρικῇ μάλισθ
ἅπερ ἐν τοῖς γραφεῖσι περὶ τοῦ κατ ' αὐτὸν βίου μεμήνυται , τεττάρων ἄθλων ἐξαιρέτων τυγχάνει , [ τυχὼν ]
5965632 ἐντρεχως
κατὰ κοινοῦ τὸ νομίζει γίγνεσθαι . τορῶς . τομῶς , ἐντρεχῶς , συνετῶς . ἀναβάλλεσθαι . ἀντὶ τοῦ προοιμιάζεσθαι .
τὰ ἐπιρρήματα ἐμπείρως , ἐπιστημόνως , εἰθισμένως , ἐντετριμμένως , ἐντρεχῶς , τάχα καὶ εἰδότως : Ὅμηρος δ ' ἐπισταμένως
5964007 ἐνεργητικην
πρὸς τὸ κτῆμα συντρέχουσα διάθεσις , ἐάν τε κατ ' ἐνεργητικὴν ᾖ ἐκφορὰν ἐάν τε κατὰ παθητικήν , μόνως ἀναλύεται
εὐκτικῇ καὶ ἐπὶ τῶν ὑπολοίπων , οὐ μὴν κατὰ διάθεσιν ἐνεργητικὴν ἢ παθητικήν : ἢ καὶ ἔτι οἷς μὲν μετὰ
5962607 πυθομην
αἶθοψ , μούνοισι ξανθοῖς φοινισσόμενος στομάτεσσιν . ἔδρακον , οὐ πυθόμην , κεῖνόν ποτε θῆρα δαφοινόν , κοιρανικοῖς τ '
κεῖνος ἔβη κοίλην ἐπὶ νῆα μέλαιναν . εἰ γὰρ ἐγὼ πυθόμην ταύτην ὁδὸν ὁρμαίνοντα , τῶ κε μάλ ' ἤ
5952172 λιμπανω
τὸ δεικνύω καὶ δεικανῶ . βαρύνεται δὲ ταῦτα : λείπω λιμπάνω , λήβω λαμβάνω , μήθω μανθάνω , δήκω δαγκάνω
λιμοῦ κακῶς . ⌋ Λιμπάνω : ἀπὸ γὰρ τοῦ λείπω λιμπάνω . τὰ γὰρ διὰ τοῦ ΑΝΩ , εἰ μὲν
5949959 Ἡγελοχον
μελῶν , Εὐριπίδου δὲ δρᾶμα δεξιώτατον διέκναις ' Ὀρέστην , Ἡγέλοχον τὸν Κιννάρου μισθωσάμενος τὰ πρῶτα τῶν ἐπῶν λέγειν .
μελῶν , Εὐριπίδου δὲ δρᾶμα δεξιώτατον διέκναις ' Ὀρέστην , Ἡγέλοχον τὸν Κυντάρου μισθωσάμενος τὰ πρῶτα τῶν ἐπῶν λέγειν .
5944135 ὑποστυφον
τῆς ἡμέρου ξηραντικωτέρα . Ἰσόπυρον ἢ φασήλιον σπέρμα πικρὸν καὶ ὑποστῦφον : ῥύπτει γὰρ οὖν καὶ τέμνει τοὺς παχεῖς χυμοὺς
εἰς ὅλην αὐτήν . Ἀγρώστεως ἡ ῥίζα δριμύ τι καὶ ὑποστῦφον ἔχει . Ἀλόη πικρά ἐστι μετὰ τοῦ στύφειν .
5943068 εἰρωνειας
βούλεται νομίσαι μανίαν εἴτε καὶ φιλοτιμίαν : διὰ γὰρ τῆς εἰρωνείας μᾶλλον , ἢ εἰ ἐξ εὐθείας ἐλέγετο , ηὔξηται
. Γ ψυχήν γ ' ἄριστος Γ : τοῦτο μετὰ εἰρωνείας , ὡς δηλοῖ καὶ τὸ ἑξῆς . Γ ὅτι
5941780 βυρσοδεψης
ὁ δὲ ἀλετρίβανος ἀσιανός , καὶ σκυτοδέψης μὲν ἀττικός , βυρσοδέψης δὲ ἀσιανός . ὁ βυρσοπώλης : ὅτι μετὰ τὴν
βύρσαι δύσοσμοι , βυρσοπώλης δὲ ὁ Κλέων . ἰστέον ὡς βυρσοδέψης ἦν ὁ Κλέων , αἱ βύρσαι δὲ δύσοσμοί εἰσιν
5940856 θεοφιλεστατος
προσηγορικὸν Νέβιος , τὸ δὲ συγγενικὸν Ἄττιος , ὃς ἁπάντων θεοφιλέστατος ὁμολογεῖται γενέσθαι τῶν ἀκριβούντων τὴν τέχνην καὶ μεγίστου τυχεῖν
' ἐκείνου τὴν ἀλήθειαν . γνωσθεὶς δὲ παρὰ τοῖς Ἕλλησι θεοφιλέστατος εἶναι ὑπελήφθη . Ὅθεν καὶ Ἀθηναίοις τότε λοιμῷ κατεχομένοις
5931476 ἀπεστραπται
βλαισοὺς δὲ οἷς τὸ ἀπὸ τῶν γονάτων εἰς τὸ ἔξω ἀπέστραπται : καὶ τὸ μὲν Ἀρχίλοχος , τὸ δὲ Ξενοφῶν
τὸν κανόνα τὸν αὐτὸν τόνον : ἡ γὰρ δυϊκὴ εὐθεῖα ἀπέστραπται τὴν περισπωμένην : σοφώ ἀγαθώ , ἡ δὲ γενικὴ
5925959 χεσειν
ἐνταῦθα , ἐν αὐτῷ τῷ τόπῳ . κακκᾶν ] τὸ χέσειν : ἤγουν ἐνταῦθα ἔχεσα . πηδᾶν ] κινεῖσθαι .
' ] καὶ κράζοντα , φωνοῦντα . χεζητιῴην ] ὀρέγομαι χέσειν , ἐπιθυμῶ . βούλομαι χέσαι . , χέσαι θέλω
5922369 εἰρωνικως
μέλους ὥσπερ ὑπὸ τῶν Σειρήνων κρατηθεὶς ἀπόληται . τοῦτο δὲ εἰρωνικῶς φησιν . ὦ Παιάν : ὦ τοῦ θαύματος .
λέγεται . Ἁγνὴ γάμων : ἐπὶ τῶν σωφρόνων γυναικῶν : εἰρωνικῶς δὲ καὶ ἐπὶ τῶν μὴ σωφρόνων . Ἀγρὸς ἡ
5919737 τἀντικνημια
Συντρίβουσι . . συντρίβουσι , θλίβουσι , ξύουσι . . τἀντικνήμια : Ταῖς ἄντζαις . . ἀντικνήμια ἐστὶ τὰ ἰδιωτικῶς
ἀγωνία : Ὑπερίδης τοῦτ ' ἔφη . Πεινῶντος ἀνδρὸς ἰσχνὰ τἀντικνήμια . Πέρδικος ἐρᾷ σοῦ δριμύτερον : ἐπὶ τῶν ἄγαν
5915564 κνισμον
ἀθλία . . Θ . . ἀθλία . . τὸν κνισμὸν τίνα : ὡς καπρῶσαν σκώπτει τὴν γραῦν . οὐκοῦν
, ὅταν κατάξηρος ᾖ ὁ ὀφθαλμὸς καὶ δυσχερῶς κινῆται καὶ κνισμὸν μικρὸν ἐμποιῇ . γίνεται δὲ ἐπὶ ξηρότητι καὶ τοῖς
5913105 ἁμαξις
δὲ δοτικῇ , ὡς ἐνταῦθα . τῆς ἁμάξης ὑποκοριστικὸν ἡ ἁμαξίς , ὃ δηλοῖ μικρὸν ἁμάξιον ποιούμενον εἰς παίγνιον τοῖς
σεσημείωται ἁψίς ὀξυνόμενον . τὰ μέντοι παρώνυμα ὀξύνεται : ἅμαξα ἁμαξίς , πύξος πυξίς , ὄξος ὀξίς . Τὰ εἰς
5911288 ἀκριβουντων
τῶν ἀσυνέτων καὶ ἀπραγμόνων . Δαιδάλου ποίημα : ἐπὶ τῶν ἀκριβούντων τὰς τέχνας ⋮ Λέγεται γὰρ , ὅτι Μίνως Δαίδαλον
δὲ συγγενικὸν Ἄττιος , ὃς ἁπάντων θεοφιλέστατος ὁμολογεῖται γενέσθαι τῶν ἀκριβούντων τὴν τέχνην καὶ μεγίστου τυχεῖν δι ' αὐτὴν ὀνόματος
5908411 ἐπαιξε
ἐφλέγετο , ὡς καὶ λύχνον ἀπ ' αὐτῆς ἀνάψαι . ἔπαιξέ τις πρὸς τὴν Κυνίσκαν : οὐ φθεγξῇ , οὐ
με δοκεῖς νῶν ; οὐ φθεγξῇ ; λύκον εἶδες ; ἔπαιξέ τις . ὡς σοφός εἶπεν , κἠφλέγετ ' :
5904096 ἠθικως
χαλκώματα διαβεβόηται . ἦ ῥ ' οὐκ ἄλλο : ἐπαποροῦσα ἠθικῶς φησιν : ἆρα οὐκ ἔχει ἄλλο τι τερπνὸν καὶ
ὤφελεν ἄχρι τούτου ἵστασθαι , ὡς ἐν τῷ Λυσάνδρῳ Ἀψίνης ἠθικῶς ἥψατο τῆς διηγήσεως μάλα τὴν πρώτην ἐπαινέσας : ἔνδοξον
5900928 χορικα
τῶν χορευτῶν οὐκ ἐχόντων τὰς τροφὰς ὑπεξηιρέθη τῆς κωμωιδίας τὰ χορικὰ μέλη καὶ τῶν ὑποθέσεων ὁ τύπος μετεβλήθη . σκοποῦ
δὲ τὸ πρόσωπον ἐφ ' ἑαυτοῦ ὁ ποιητὴς καταλιπὼν τὰ χορικὰ πρόσωπα : μετοχαῖς γὰρ ἀρσενικαῖς κέχρηται . τὸ δὲ
5895975 ἀποπνεων
ἰχθύων , πάντων τῶν τοιούτων ἁπλῶς ξηραντήριον . ὄζων ] ἀποπνέων . τρυγός ] οἴνου . τρασιᾶς ] ὀσμῆς .
ἀνόητε . . , μωρέ . Κρονίων ὄζων ] μωριῶν ἀποπνέων , μωρίας βρωμῶν . , παλαιῶν μωριῶν . μωρίας
5894588 βεβαιω
δὲ αἱ πρῴην διαβαλλόμεναι ἔνδοξοι καὶ πισταί : ἄλλως : βεβαιῶ , φησὶν , ὅτι τῶν ποταμῶν αἱ πηγαὶ ἄνω
τὸ ἑδραῖος , καὶ τὸ δικαιῶ τὸ δίκαιος , καὶ βεβαιῶ τὸ βέβαιος , καὶ τὸ παλαιῶ τὸ παλαιός ,
5893648 Οἰανθη
[ Ὀθρωνοῦ πέλας ” ] . ὁ οἰκῶν Ὀθρώνιος . Οἰάνθη , πόλις Λοκρῶν . Ἑκαταῖος Εὐρώπῃ . Ἑλλάνικος δὲ
δὲ Λοκροί : ἐν δὲ Χάλαιον πόλις , ἐν δὲ Οἰάνθη πόλις . . Οἰάνθη : πόλις Λοκρῶν . Ἑκαταῖος
5891767 Σιμμιας
δεῖ γὰρ καὶ Κέβητα πείθειν . Ἱκανῶς , ἔφη ὁ Σιμμίας , ὡς ἔγωγε οἶμαι : καίτοι καρτερώ - τατος
, τοῦτο πέπεισμαι . Καὶ ὀρθῶς γε , ἔφη ὁ Σιμμίας . Ἔτι τοίνυν , ἔφη , πάμμεγά τι εἶναι
5889910 Προνομου
Καλλίας ὁ Ἱππονίκου , Κριτέας ὁ Καλαίσχρου , Ἀλκιβιάδης παρὰ Προνόμου τοῦ μεγίστην ἐσχηκότος δόξαν . Ἀριστόξενός τε καὶ Ἐπαμεινώνδας
φησὶ μαθεῖν τὴν αὐλητικὴν οὐ παρὰ τοῦ τυχόντος , ἀλλὰ Προνόμου , τοῦ μεγίστην ἐσχηκότος δόξαν . . . .
5888941 διημαρτημενα
εἰπεῖν διημαρτημένα . τοῦ πατριάρχου τὸ βιβλίον : ὡς εἰπεῖν διημαρτημένα . βραχύ τι τῇ πόλει γίγνοιτ ' ἂν ὄφελος
ᾗ . μῶν . γρ . ὑμῶν . ὡς εἰπεῖν διημαρτημένα . τοῦ πατριάρχου τὸ βιβλίον : ὡς εἰπεῖν διημαρτημένα
5881605 πολυλογιαν
* κατὰ μίμησιν προφερόμενος . ἡ δὲ βαττολογία σημαίνει τὴν πολυλογίαν ἀπὸ Βάττου τινὸς Ἕλληνος μακροὺς καὶ πολυμήκεις στίχους ποιήσαντος
βλάπτειν δυναμένων φαρμάκων ἐνερ - γείας . Παραιτησάμενοι οὖν τὴν πολυλογίαν ἐπάνιμεν ἐπὶ τὸ προκείμενον . ] Μεριζομένου δὲ τοῦ
5879516 βομβου
ἐγὼ δὲ ἔχων ἔτι πολλὰ λέγειν περὶ μουσικῆς αὐλῶν ἀκούων βόμβου καταπαύσω τὸ πολυλογεῖν , τὰ ἐκ Φιλαύλου Φιλεταίρου ἐπειπών
: καὶ εἴπερ τῷ δακτύλῳ τὸ οὖς ἐπιπωμάσαντες αἰσθανοίμεθά τινος βόμβου , ὑγιαίνειν αὐτὸ φήσομεν . ἡ γὰρ τοῦ δακτύλου
5878869 ὑγιανεν
ἀγαθὸν , ἐμοί τε καὶ τῷ Ἱέρωνι : εἰ γὰρ ὑγίανεν ὁ Ἱέρων , ἐμὸν ἦν ἀγαθὸν καὶ τοῦ Ἱέρωνος
ἄλλων χρόνων , παρεληλυθότος τε καὶ μέλλοντος , οἷον Σωκράτης ὑγίανεν Σωκράτης ὑγιανεῖ . Καὶ γὰρ ὁ τοῦ ἀνθρώπου λόγος
5876842 ποιοιν
τὸ ἕτερον δωρήσομαι τούτων . εἶτά φησιν ἡ Ἰώ , ποίοιν λόγοιν εἶπας ; αὐτὸς πρόδειξον , καὶ οὕτως ἐμοὶ
δωρήσομαι ] δεξιώσομαι . . ἀντιστροφὴ τὸ σχῆμα . . ποίοιν ] λόγοιν . αἵρεσιν ] ἐκλογὴν , πρόκρισιν .
5874663 ποιηματος
λέβης λέβητος , Πάρις Πάριδος , βῆμα βήματος , ποίημα ποιήματος , μέλι μέλιτος , κρέας κρέατος : πρόσκειται ἐπὶ
, κατατρέχειν δὲ εἰς ἀσύστατον ἱστορίαν . ἡ δὲ τοῦ ποιήματος ὑπόθεσις οἰκουμενικὸν ἐπαγγελλομένη τὸ πρᾶγμα τοῦ ἔπους γλαφυρὸν ἠνάγκασε
5873051 ἐπωιδας
] λέγω . ἀγκαλέσαιτ ' ] ἀνακαλέσαιτο . ἐπαείδων ] ἐπωιδὰς λέγων . ἤγουν τὸν ὀρθῶς τὰ περὶ τούτων ἐπιστάμενον
τούτου ἐργασίας , ὧν θάτερον τὸν Χουσὼρ λόγους ἀσκῆσαι καὶ ἐπωιδὰς καὶ μαντείας . εἶναι δὲ τοῦτον τὸν Ἥφαιστον ,
5870297 ἀποστραφῃς
καρπὸν τημελεῖς , οὕτω καὶ φίλον μὴ δι ' ἐπίπληξιν ἀποστραφῇς , ἀλλὰ διὰ τὴν εὔνοιαν ἀγάπα . Ἐοίκασιν οἱ
καὶ σὺ μιμησαμένη Λείαν , ὦ ψυχή , τὰ θνητὰ ἀποστραφῇς , ἐξ ἀνάγκης ἐπιστρέψει πρὸς τὸν ἄφθαρτον , ὃς
5868838 καθειλες
παῖδας ὄψηι ζῶντας οὓς ἔκτειν ' ἐγώ . ἦ γὰρ καθεῖλες Θρῆικα καὶ κρατεῖς ξένον , δέσποινα , καὶ δέδρακας
αἱ συγκρίσεις . Καλῶς ποιήσας οὐ καλῶς ὠνείδισας , ἔργον καθεῖλες πλούσιον πτωχῷ λόγῳ . Καυχώμενος τὸ δῶρον ὃ δέδωκας
5866065 Ἀληθεστατα
, οὔτ ' ἔπειτα γενήσεται οὔτε γενηθήσεται οὔτε ἔσται . Ἀληθέστατα . Ἔστιν οὖν οὐσίας ὅπως ἄν τι μετάσχοι ἄλλως
ὃς ἂν τὰ ὀνόματα εἰδῇ εἴσεται καὶ τὰ πράγματα . Ἀληθέστατα λέγεις . Ἔχε δή , ἴδωμεν τίς ποτ '
5864944 ἀναλυει
. φυλακτέον δὲ τὴν ἐν τῷ ψυχρῷ πολλὴν διατριβήν : ἀναλύει γὰρ τὴν ἐκ τῆϲ ζεϲτολουϲίαϲ ὠφέλειαν ἡ ψυχρολουϲία .
στάσεις εἰς τὰ κεφάλαια , τῷ δὲ ἀναλυτικῷ , ἡνίκα ἀναλύει τὸ πολιτικὸν ζήτημα εἰς τά , ἐξ ὧν συνετέθη
5863965 συνθεατριαν
τὴν χυτρίαν , τὴν καλὴν ἣν ἐφερόμην ἵν ' ἔχοιμι συνθεάτριαν : εἴρηται γὰρ νῦν ἐπὶ ἐκπώματος , ὥσπερ καὶ
καὶ Ληναϊκόν , καὶ τὸ πλῆθος θεατάς . Ἀριστοφάνης δὲ συνθεάτριαν εἴρηκεν , ὥστ ' οὐ θεατὴν μόνον εἴποις ἂν
5855334 καταπλαϲϲεται
ἀρνὸϲ ἢ γεντιανῆϲ ῥίζαν ἢ περιϲτερεῶνα : οὗτοϲ δὲ καὶ καταπλάϲϲεται . καὶ αὐτὴν τὴν δακοῦϲαν μυγαλῆν λειοτριβήϲαντεϲ μετ '
ξηράν : ἰϲχυροτέρα γὰρ ξηρανθεῖϲα γίγνεται καὶ καίειν ἑτοιμοτέρα . καταπλάϲϲεται δὲ καὶ κατὰ τῶν δηγμάτων τῶν ἰοβόλων , διὰ
5848456 γαστρις
δὲ περὶ τὸν ἔξω ῥέοντα λόγον : ὁ δὲ Μόρυχος γάστρις τις ἄνθρωπος καὶ ἡ κωμῳδία αὐτὸν ὡς γαστρίμαργον διαβάλλει
τύχης εὐκληρίαν , ἕως ὁ Σαρδανάπαλος ἦρξε τῶν Ἀσσυρίων , γάστρις ἀνὴρ καὶ τρυφηλός , λαγνὸς καὶ γυναικίας , ὃς
5845928 ἐκεχηνει
κατὰ μέσην τοῦ θηρίου τὴν κεφαλήν : ὁ δὲ ἐλέφας ἐκεχήνει καὶ περιήσθμαινε τὸν ἄνθρωπον ἐγκείμενον . ἀμφότερα οὖν ἐθαύμαζον
καὶ οἵδε ἀπέλθωσιν , εἰπών , ὧν εἰς τὰς οὐσίας ἐκεχήνει . Τοιοῦτον ἄν τι πάθοι καὶ στρατηγὸς τύχῃ μὲν
5844055 δοκιμως
' ἔμπης καὶ ταῦτα μαθήσεαι , ὡς τὰ δοκοῦντα χρῆν δοκίμως εἶναι διὰ παντὸς πάντα περῶντα . . . ,
τῶν οἰχομένων ] τῶν φθαρέντων . αἴρω ] φέρω . δοκίμως ] λαμπρῶς . στροφὴ κώλων ιʹ . πρόπασα ]
5841270 κωμῳδοποιος
μυστήρια ταῦτα ἐκάλεσεν : ἢ ἴσως καὶ τῶν φιλοσόφων ὁ κωμῳδοποιὸς ⌈ οὗτος ⌈ μετ ' εἰρωνείας καθαπτόμενος . ἀναιροῦμαι
Ἑρμησιάνακτα περὶ τούτου τοῦ Ἔρωτος . καὶ γὰρ Δίφιλος ὁ κωμῳδοποιὸς πεποίηκεν ἐν Σαπφοῖ δράματι Σαπφοῦς ἐραστὰς Ἀρχίλοχον καὶ Ἱππώνακτα
5837440 μελαγχολωντα
καλῶς Νέρωνα ἀπετρέπετο Μουσώνιος κιθαρῳδοῦντα . καλῶς Δομετιανὸν ἐξέκλινε Δημήτριος μελαγχολῶντα . ἐγὼ δὲ τίνα ἂν ἔσχον ἀπολογίαν πρὸς τοὺς
Ζεὺς γὰρ ἐγὼ αὐτοῖς βίον παρέχω . πρὸς ὃν ὡς μελαγχολῶντα ἐπέστειλεν ὁ Φίλιππος : Μενεκράτει ὑγιαίνειν . παραπλησίως δὲ
5835542 γεραιον
τε φίλην † ὑπὸ σειραίοις ποσὶν † ἕλκουσαν τέκνα καὶ γεραιὸν πατέρ ' Ἡρακλέους . δύστηνος ἐγώ , δακρύων ὡς
μᾶλλον δὲ μέρος τοῦ ἔπους οὔτε σχέτλιον καλεῖν ἀνεχόμενος οὔτε γεραιὸν προσειπεῖν καρτερῶν ὅνπερ εὐχόμην νέον ἰδεῖν . Ἥκει δὴ
5834368 Παιζεις
, Σάτυρε , καὶ τὴν παροῦσαν τύχην . ” “ Παίζεις , ὠγαθέ : συγκαθεύδεις . ” “ Οἶδα μὲν
γυναῖκας . ” Καὶ ὁ Σωσθένης σπουδάσας εἶπε : “ Παίζεις ; ” “ Ποῖ παίζω ; ” ἔφη :
5834097 ἀποφθεγγεσθαι
γὰρ ἐνίοτε τῶν εὐηθικῶν τινα ἀνθρώπων ποιεῖ σοφίας μέτα λόγους ἀποφθέγγεσθαι , δι ' οὗ πᾶσι κατάδηλον γίγνεται , ὡς
παιδαρίων εὐθὺς τὸ γέλοια λέγειν : διὸ καὶ συμβέβηκεν αὐτοὺς ἀποφθέγγεσθαι πολλάκις εὐκαίρως διὰ τὴν ἐξ ἀρχῆς συνήθειαν . ὥστε
5833450 ἐξημβλωκας
δὲ τὸ αἴτιον τοῦ ἐξαμβλοῦν τὰς γυναῖκας ἀμβλώθριον καλεῖται . ἐξήμβλωκας ] ἀτελῆ ἐποίησας . ἐξευρημένην ] ἐπινενοημένην . πρὸς
τοὺς νέους ἀποτίκτειν τὰ κυήματα ἐν τῇ ἑαυτῶν ψυχῇ . ἐξήμβλωκας ] ἡμιτελῆ ἐποίησας . τηλοῦ ] πόρρω : ἤγουν
5831218 προοιμιασαμενος
γενόμενος διαιτητὴς ἕληται τὸ τῇ ἀληθεῖ θεωρίᾳ συμφωνότερον . ταῦτα προοιμιασάμενος ἔκθεσιν πρῶτον ποιεῖται τῶν ἀποριῶν , εἶθ ' ὕστερον
ἔρως θερμοτέρου τινὸς ἅπτεται πράγματος : εἶτ ' ἀπὸ μηρῶν προοιμιασάμενος κατὰ τὸν κωμικὸν αὐτὸ ἐπάταξεν . ἐμοὶ μὲν οὕτω
5829192 σεβω
“ ἄνεχε , πάρεχε , φῶς φέρω , φλέγω , σέβω ” . ἄνεχε , πάρεχε : μετὰ λαμπάδων ἔρχεται
ἔνθα κερδανεῖ . ἐχθρὸς μὲν ἁνήρ , ἀλλὰ τὴν δίκην σέβω . ὀλόμαν ὀλόμαν ἀποχηρωθείς λεπτοσπαθήτων χλανιδίων ἐρειπίοις θάλπουσα καὶ
5828259 διοικω
, ἀπειλῶ , συμπάσχω , θαυμάζω , μικρολογῶ , μετριοπαθῶ διοικῶ , ῥυθμίζω , μοιχεύω , πειθαρχῶ , παρέλκω διατρίβω
ἀντιόων ταύρων τε καὶ † αἰγῶν : ὅτε δὲ τὸ διοικῶ καὶ λαμβάνω αἰτιατικῇ : ἐμὸν λέχος ἀντιόωσαν : ὅτε

Back