διδύμων σεισμώδη καθίσταται καὶ τὰ τοῦ δωδεκατημορίου τοῦ σκορπίου ἑπόμενα σεισμώδη φασίν . ὁ δὲ τοῦ Ἑρμοῦ ἀστὴρ τὴν οἰκοδεσποτίαν
τοῦ δωδεκατημορίου τοῦ ταύρου καὶ μάλιστα τὰ κατὰ τὴν πλειάδα σεισμώδη γίγνεται , εἰ μή τις τῶν ἀγαθοποιῶν ἀστέρων ἐπίδοι
7839780 εὐκρατα
ξανθὰ σημεῖα δι ' αἱμάτων εἰς ὅλον τὸ σπλάγχνον , εὔκρατα δὲ ἐπὰν Κρόνῳ μὲν πλήθουσα , Ἄρει δὲ λήγουσα
μὲν προηγούμενα αὐτοῦ θερμότερα καὶ φθαρτικά , τὰ δὲ μέσα εὔκρατα , τὰ δὲ ἑπόμενα ὑδατώδη , τὰ δὲ βόρεια
7790895 καυσωδη
τηνικαῦτα τὸ τῆς φλεγμονῆς εἶδος φερόμενον . καὶ πυρετὸν ἐπιφέρει καυσώδη καὶ ἔμετον χολώδη καὶ ἰώδη πολλάκις καὶ κατασπᾷ τὴν
εὔκρατα , τὰ δὲ ἑπόμενα πνευματώδη , τὰ δὲ βόρεια καυσώδη , τὰ δὲ νότια νιφετώδη . Ὑπόκειται δὲ αὐτῷ
7590066 σεισμοποια
τὰ μὲν προηγούμενα αὐτοῦ καὶ κατὰ τὴν Φάτνην πνιγώδη καὶ σεισμοποιὰ καὶ ἀχλυώδη , τὰ δὲ μέσα εὔκρατα , τὰ
τὰ μὲν προηγούμενα αὐτοῦ καὶ κατὰ τὴν Φάτνην πνιγώδη καὶ σεισμοποιὰ καὶ ἀχλυώδη , τὰ δὲ μέσα εὔκρατα , τὰ
7374024 πνευματωδη
τὰ μὲν προσήνεμα πάντα ἀπνεύματα τυγχάνει τὰ δ ' ἐπισκεπῆ πνευματώδη , καὶ οὐ μετρίως ἀλλὰ σφοδρῶς : οἷον ἐν
τοῦ ψεῖ καὶ τοῦ σῖγμα καὶ τοῦ ζῆτα , ὅτι πνευματώδη τὰ γράμματα , πάντα τὰ τοιαῦτα μεμίμηται αὐτοῖς ὀνομάζων
7116032 βροντωδες
τὸ δὲ τῆς Παρθένου δωδεκατημόριον καθόλου μέν ἐστι δίυγρον καὶ βροντῶδες , κατὰ μέρος δὲ τὰ μὲν προηγούμενα αὐτοῦ θερμότερα
. 〛 ἦπου δεινὸν ἐριβρεμέτας : Ὁ Αἰσχύλος πρὸς τὸ βροντῶδες τῶν ῥημάτων καὶ κομπῶδες : οἷά ἐστι κἀκεῖνα ἐν
7112887 νιφετωδη
πνευματώδη , τὰ δὲ βόρεια καυσώδη , τὰ δὲ νότια νιφετώδη . τὸ δὲ τῶν Ἰχθύων δωδεκατημόριον καθόλου μέν ἐστι
καὶ πυρῶδες , κατὰ μέρος δὲ τὰ μὲν προηγούμενα αὐτοῦ νιφετώδη , τὰ δὲ μέσα εὔκρατα , τὰ δὲ ἑπόμενα
7112288 νοτια
ὁρίζοντι πελάζειν διὰ τὸ ἐγκεκλίσθαι ἀπὸ τῶν βορείων ἐπὶ τὰ νότια τὸν κόσμον ἐν τῇ καθ ' ἡμᾶς οἰκουμένῃ .
βόρεια μέλλῃ πνεῖν , εἰς τὰ νότια , ὅταν δὲ νότια εἰς τὰ βόρεια . ὅθεν κατανοήσαντά τινα τὸ γινόμενον
7039056 Τοξοτης
τε σὺν τοῖς Διδύμοις . Κριὸς πυρώδης καὶ Λέων καὶ Τοξότης . Γεῶδες αὖ Ταῦρος σὺν τῇ Παρθένῳ , Αἰγόκερώς
ζωδίων Αἰγόκερως , Ὑδροχόος , ὥσπερ Ἰχθύες , Κριός τε Τοξότης τε σὺν τοῖς Διδύμοις . Κριὸς πυρώδης καὶ Λέων
7027258 Σεπτεμβριου
, ἀπὸ δὲ τοῦ Ἰουνίου τὸ θέρος , ἀπὸ δὲ Σεπτεμβρίου τὸ φθινό - πωρον , ἀπὸ δὲ Δεκεμβρίου τὸν
Ἀπὸ τῆς ιγʹ τοῦ Ἰουνίου μηνὸς ἕως τῆς ιγʹ τοῦ Σεπτεμβρίου , λέγεται Θέρος , οὕτινος ζῴδιά εἰσι ταῦτα :
6906397 βορεια
. διέχει δὲ τοῦ στόματος τῆς Μαιώτιδος εὐθυπλοοῦσιν ἐπὶ τὰ βόρεια δισχιλίους καὶ διακοσίους σταδίους ὁ Τάναϊς , οὐ πολὺ
ἀπὸ ιδʹ ἕως ιθʹ ὦμοι , ἀπὸ κʹ ἕως κζʹ βόρεια , ἀπὸ κηʹ ἕως λʹ ὄνυχες . Ἀποτελεῖ δὲ
6890067 ἀχολα
ᾤδεον . Ὁ δὲ κατὰ Μηδοσάδεω , ᾧ λεπτὰ , ἄχολα , ὑδατώδεα , πουλλὰ διεχώρει , ὑποχόνδριον ὑπακοῦον καὶ
καὶ ἐϲ πᾶϲαν πρῆξιν ἄθυμοι : κοιλίη δὲ ξηροτέρη : ἄχολα τὰ πολλὰ καὶ λευκά , τρηχέα καὶ ὠμὰ διαχωρέουϲι
6888106 ἐπιγαστριου
φλεγμαινούσης πάντα συνεδρεύει καὶ συμπάθεια σφοδρὰ καὶ πλείων κατ ' ἐπιγαστρίου διόγκωσις . ἣν διακρινοῦμεν τῆς γινομένης τοῦ ἐπιγαστρίου φλεγμονῆς
ἄλλαις ταὐτὸ σχῆμα ἐχούσαις τῇ προτέρᾳ , οἷον ἐπὶ μὲν ἐπιγαστρίου πλαγίας δύο θήσεις , καὶ αἱ λοιπαὶ πλάγιαι διαιρεθήσονται
6844623 γαργαρεωνος
ἢ ξηρῷ τινὶ τῶν προειρημένων εὖ μάλα λειωθέντι προσάπτεσθαι τοῦ γαργαρεῶνος , ἠρέμα πως ἀνάγονται . ἐμβάλλειν δὲ αὐτὰ κοχλιαρίῳ
μὴ καὶ λευκανίην γε : οἱ μὲν τὸ ἀπηρτημένον τοῦ γαργαρεῶνος , Ἀμερίας δὲ τὸν λαιμὸν καὶ τὸν βρόγχον .
6817385 βραδεα
περί τε διάνοιαν πραττόμενα ἀγασθέντες καὶ κατὰ τὰς πράξεις αὖ βραδέα καὶ μαλακά , καὶ ἔτι περὶ φωνὰς γιγνόμενα λεῖα
δὴ ὑποστικτέον : οὕτω γὰρ δὴ λέγει , τουτέστι τὰ βραδέα ἅπερ ἐστὶ γευστὰ καὶ ἁπτά . αὐτῇ σύμφυτον .
6794012 Ζυγος
τρίγωνον Ἀφροδίτης , νυκτὸς δὲ Σελήνης , Δίδυμοι δὲ καὶ Ζυγὸς καὶ Ὑδροχόος ἡμέρας μὲν Κρόνου τρίγωνον , νυκτὸς δὲ
ἀλλ ' ἔνδοξοι , ἀλλὰ καὶ στρατηγίαι . Ὁ δὲ Ζυγὸς τὸ ζῴδιον ἐξουσιάζει χώρας Λιβύην Κυρηνίαν τε , Βακτριανὴν
6790571 Σκορπιος
Ζυγὸς πρὸς τὸ δίκαιον καὶ ἀγαθὸν νένευκεν , ὁ δὲ Σκορπίος πρὸς τὰ ἐναντία καὶ βλαπτικά . τῆς οὖν Σελήνης
Ἰχθύσιν . Στεῤῥὰ δὲ Ταῦρος σὺν Λέοντι τυγχάνει , Ὁ Σκορπίος , τέταρτος αὖ Ὑδροχόος . Ἀνθρωπόμορφα Δίδυμοι σὺν Παρθένῳ
6787835 Ὑδροχοου
τρίγωνον , ὅ ἐστι διά τε Διδύμων καὶ Χηλῶν καὶ Ὑδροχόου ἐκ τριῶν ἀρρενικῶν ζῳδίων συγκείμενον καὶ πρὸς μὲν τὸν
κʹ μέσης ἕως Αἰγόκερω μοίρας θʹ : μεσουρανεῖ δὲ ἀπὸ Ὑδροχόου μοίρας ηʹ ἕως Ἰχθύων κʹ μέσης . καὶ πρῶτοι
6787618 τροπικα
ζῳδιακός , ἰσημερινά , τὰ δὲ τεταρτημόριον αὐτῶν ἑκατέρωθεν ἀπέχοντα τροπικά , καὶ τούτων τὸ μὲν πρὸς ἄρκτους ἐγκεκλιμένον σημεῖον
σημεῖα , τουτέστι τά τε δύο ἰσημερινὰ καὶ τὰ δύο τροπικά . ἐνταῦθα μέντοι τις ἀπορήσειεν ἂν ἤδη , τίνι
6778676 φυραματος
περικρατῇ τοῦ τε ἑκάστου τύπου ἐξ ἀρχῆς καταβεβλημένου καὶ τοῦ φυράματος τοῦ ἄνω γιγνομένου : ἡ δὲ ἐμπειρία , ὅπως
παῖ μεγαλόδοξε , καὶ ἕτερά τινα ἡμῖν ἐκ τῆς τοῦ φυράματος συσταθμίας . Τί δέ ἐστιν , Ὧρος εἶπε ,
6774135 καταῤῥους
ὀξύβαφον , σὺν οἴνῳ μαλθακῷ . Τιμοχάρει , χειμῶνος , κατάῤῥους , μάλιστα ἐς τὰς ῥῖνας : ἀφροδισιάσαντι , ἐξηράνθη
καὶ οἰδέουσιν αἱ ὄψεις . Εἰ δὲ ἐπὶ ῥῖνας ὁ κατάῤῥους , ὀδάξονται μυκτῆρας , καὶ ἄλλο οὐδὲν δεινόν :
6765981 νοουμενα
, καὶ διὰ τούτου συνάγωμεν τὸ μὴ εἶναι πρόνοιαν : νοούμενα δὲ φαινομένοις , ὡς ὁ Ἀναξαγόρας τῷ κατασκευάζοντι λευκὴν
πρῶτος νοῦς πρὸς τὴν ἐν τῇ ψυχῇ νόησιν καὶ τὰ νοούμενα : οὐ γὰρ ὢν ὅπερ ἐστὶν ἡ νόησις ,
6763703 Ὑδροχοος
καὶ πίπτει εἰς Ὑδροχόου τὰ τελευταῖα . ὡροσκοπήσει οὖν ὁ Ὑδροχόος ἢ οἱ Δίδυμοι ἢ ὁ Ζυγός . ἀλλ '
Ἵππος ἀπὸ πρωίας , ὀγδόῃ δὲ τὰ Ὄρνεα φαίνονται , Ὑδροχόος , τῇ δὲ ἐννάτῃ Ἴκτινος ἄρχεται προσανίσχειν . ὁ
6751808 ἐνικμα
πως ἤδη τοῖς σώμασι , τὰ δὲ ἔτι ἁπαλὰ καὶ ἔνικμα χοῖροι . . . . , : Ἰστέον δὲ
, μήτε μανὰ ἵνα μὴ διίῃ : ταῦτα δὲ καὶ ἔνικμα καὶ πυκνότητα ἔχει , τὰ δὲ τῆς φιλύρας καὶ
6746612 ὑπερκειμενα
καὶ μεγίστας ἐν τοῖς τοιούτοις τόποις ὑπάρχειν , ἐν οἷς ὑπερκείμενά ἐστιν ὄρη μεγάλα καὶ ὑψηλὰ καὶ δασέα , ἔχοντα
τῆς λαγόνος , ἐπειδὴ κενότερον δοκεῖ εἶναι ὡς πρὸς τὰ ὑπερκείμενά τε καὶ ὑποκείμενα . ὡς δὲ τῷ Γαληνῷ δοκεῖ
6729737 εὐδιεινον
μικρότης , ψυχρότης , θερμότης , ἁπλῶς τὸ χειμερινὸν ἢ εὐδιεινὸν καὶ ὑέτιον ἢ αἴθριον : ἔτι δὲ τὸ πολλάκις
, εἰ μὲν γὰρ μία πέφυκε καθαρά τε ἠρέμα , εὐδιεινὸν κατάστημα καὶ αὕτη προμηνύει : εἰ δὲ δύο καὶ
6728499 ὑποχρυσος
ἢ εἰς γεωργούς , καὶ ἂν αὖ ἐκ τούτων τις ὑπόχρυσος ἢ ὑπάργυρος φυῇ , τιμήσαντες ἀνάξουσι τοὺς μὲν εἰς
οὕτω φησίν : ὅταν δὲ ὁ βασιλίσκος δάκῃ , πληγὴ ὑπόχρυσος γίνεται . Τὰ μὲν οὖν ἐν τοῖς πλείστοις τῶν
6708712 ἰσημερινα
καὶ τῶν τροπικῶν ἀφοριζόμενα σημεῖα , τουτέστι τά τε δύο ἰσημερινὰ καὶ τὰ δύο τροπικά . ἐνταῦθα μέντοι τις ἀπορήσειεν
ἕν τι καὶ μὴ ποτὲ μὲν πρὸς τὰ τροπικὰ καὶ ἰσημερινὰ σημεῖα , ποτὲ δὲ πρὸς τοὺς ἀπλανεῖς ἀστέρας θεωρῆται
6707434 Παρθενος
κεʹ , ὡροσκόπος Παρθένῳ . ταῖς κʹ τοῦ Καρκίνου παράκειται Παρθένος , ἐν Παρθένῳ Καρκίνος : τοῦτον ἐν τῷ ὡροσκοποῦντι
πάλιν ὁ μὲν Εὔδοξος : Ὑπὸ δὲ τοὺς πόδας ἡ Παρθένος ἐστίν . . . Παρθένον , ἥ ῥ '
6698492 πνιγωδη
καὶ πνιγῶδες , κατὰ μέρος δὲ τὰ μὲν προηγούμενα αὐτοῦ πνιγώδη καὶ λοιμικὰ τετραπόδων , τὰ δὲ μέσα εὔκρατα ,
προσέτι δὲ διαχωρητικά , καὶ ἔνια αὐτῶν ὁμοίως τοῖς μύκαις πνιγώδη εἶναι . Ἡγήσανδρος δ ' ὁ Δελφὸς ἐν Ἑλλησπόντῳ
6692356 μεταρσιων
: τὴν δὲ δευτέραν πρὸς Πυθοκλέα , ἥτις ἐστὶ περὶ μεταρσίων : τὴν δὲ τρίτην πρὸς Μενοικέα , ἔστι δ
αὑτὸν ἐπέχρησεν . ἰσότης δ ' ἀπὸ τῶν οὐρανίων καὶ μεταρσίων καὶ πρὸς τἀπίγεια τέταται , τὴν μὲν ἀκραιφνῆ φύσιν
6676587 χειμερινα
καὶ Πλάτων ὁ κωμῳδιοποιός φησιν ἐν Κλεοφῶντι . τὰ δὲ χειμερινὰ σῦκα Πάμφιλος καλεῖσθαί φησιν κοδώνεα ὑπὸ Ἀχαιῶν , τοῦτο
Ὑδροχόος , μετὰ τοῦ καὶ ταῦτα τὰ δωδεκατημόρια ψυχρὰ καὶ χειμερινὰ τυγχάνειν καὶ ἕτι τοῦ τὸν κατὰ διάμετρον συσχηματισμὸν ἀσύμφωνον
6676372 προηγουμενα
πρὸς τὸ ποιὰ εἶναι , τὰ δ ' αὐτὰ τὰ προηγούμενα . οὕτως καὶ ἀνθρώπου οὐ τὴν ὕλην δεῖ τιμᾶν
διόπερ εἰ καὶ ὁ ἑλληνισμὸς διὰ δύο μά - λιστα προηγούμενα ἔτυχεν ἀποδοχῆς , τήν τε σαφήνειαν καὶ τὴν προσήνειαν
6665235 ἀφλεγμαντα
καὶ τῷ λόγῳ τούτῳ ἀνώδυνά εἰσιν . ἀλλὰ καὶ τὸ ἀφλέγμαντα εἶναι δηλοῖ ὅτι οὐδεμία ζέσις ἢ φλόγωσίς ἐστιν ἐν
φαρμάκοιϲ ἐπ ' αὐτῶν χρηϲτέον κατ ' ἀρχάϲ , ὡϲ ἀφλέγμαντα γένηται τὰ ἕλκη καὶ ὑποτραφεὶϲ ὁ χιτὼν τοῦ ὀφθαλμοῦ
6657019 Γαρουνα
καὶ τῶν προσωρισμένων αὐτοῖς ἐθνῶν τετταρεσκαίδεκα Γαλατικῶν τῶν μεταξὺ τοῦ Γαρούνα κατοικούντων καὶ τοῦ Λίγηρος , ὧν ἔνια ἐπιλαμβάνει καὶ
οὕσπερ κἀκεῖνος , προσέθηκε δὲ τετταρεσκαίδεκα ἔθνη τῶν μεταξὺ τοῦ Γαρούνα καὶ τοῦ Λίγηρος ποταμοῦ νεμομένων : τὴν δὲ λοιπὴν
6635243 περιγειου
τῆς σελήνης κε μθ κατὰ τὴν ἐφ ' ἑκάτερα τοῦ περιγείου μεγίστην πάροδον προστιθέασι τῇ μέσῃ μοίρας β κη .
ιγ , καὶ διὰ τοῦτο τὴν μὲν ἀπὸ τοῦ φαινομένου περιγείου τοῦ ἐπικύκλου πάροδον μοιρῶν ια λθ , τὴν δ
6621242 Μαρτιου
β : λείου τῷ πρωτοϲτάκτῳ . Πέμπτην ἄγοντοϲ ἡμέραν τοῦ Μαρτίου μηνὸϲ ἐν οἴκῳ κατωγείῳ εἰϲ κακκάβην ἐλαίου κοινοῦ #
ἀπὸ τῆς ιγʹ τοῦ Δεκεμβρίου μέχρι καὶ τῆς ιγʹ τοῦ Μαρτίου χειμών : καὶ τὰ ζῴδια ταῦτα : ♑ ♒
6617555 σκολοπος
γενομένου δὲ τούτου , τῇ δεξιᾷ χειρὶ διακρατουμένης τῆς τοῦ σκόλοπος λαβῆς , ἡ ἀκμὴ καθίεται εἰς τὴν οὐρήθραν ,
καὶ τῶν ἑαυτοῦ παθῶν ἀντιληπτικός τέ ἐστι καὶ παραμυθητικός : σκόλοπος γὰρ αὐτῷ καταπαγέντος ἐπὶ τὴν ἄρσιν τούτου ὁρμᾷ τῇ
6603603 ἰσαναφορα
παραγενόμενοι ἐπὶ τοὺς τόπους τὰς ἀναιρέσεις σημαίνουσιν ἢ εἰς τὰ ἰσανάφορα τοῦ ὡροσκόπου . Οἷον ἔστω Κρόνος Καρκίνου μοίρᾳ καʹ
Αἰγοκέρωτα πρὸς τοὺς Διδύμους : τὰ δὲ κατὰ γειτνίασιν ἑαυτῶν ἰσανάφορα ζῴδια , ὁμοίως τὴν ἴσην δύναμιν ἑαυτοῖς ἐφέξει καθάπερ
6602660 δωδεκατην
τότε , τὴν ἑνδεκάτην ἡ Πλειὰς ἀναφαίνεται πάλιν , ἀνίσχει δωδεκάτην τε καὶ νότος ἐπιπνέει , τρισκαιδεκάτην δύονται Ὑάδες τε
Κρόνος , ὁ Ζεὺς καὶ Ἄρης ἔσχατος ὁ πρὸς τὴν δωδεκάτην . τῆς δὲ τετράδος νύκταν δ ' αὖ Ἥλιος
6602418 Δεκεμβριου
δὲ ὁ καιρὸς οὗτος Ἀμβληβήρ . Ἀπὸ τῆς ιγʹ τοῦ Δεκεμβρίου μέχρι καὶ τῆς ιγʹ τοῦ Μαρτίου : Χειμὼν ,
ἀπὸ δὲ Σεπτεμβρίου τὸ φθινό - πωρον , ἀπὸ δὲ Δεκεμβρίου τὸν χειμῶνα . εἰ δέ κεν ἠελίοιο τροπῇς :
6599689 ὀπισθια
ὑπὸ γένειον καὶ κατὰ τοῦ ὠτὸς ἐπὶ βρέγμα καὶ τὰ ὀπίσθια ἀντικειμένου ὠτὸς καὶ ὑπὸ γένειον καὶ λοβὸν ὠτὸς ἐπὶ
δύο δὲ τὰ ὄπισθεν τῶν ὤτων ἀναγαγεῖν καὶ κατὰ τὰ ὀπίσθια τῆς κορυφῆς πάλιν πρὸς ἄλληλα ἁμματίσαι ἅμματι ἁπλῷ ,
6597404 θερμαντικα
καὶ ἄνθρακας : τὰ δέ εἰσιν ἀλείμματα ἄκοπά τε καὶ θερμαντικὰ πρὸς παραλύσεις ποιοῦντα καὶ ἀρθριτικοὺς καὶ ποδαγρικοὺς καὶ πᾶσαν
σπερμάτια μηκωνικὰ ἔχον : ἰσχυρότερον δὲ πολὺ τοῦτο θατέρου : θερμαντικὰ δὲ ἄμφω : δι ' ὃ καὶ πρὸς τὸ
6596619 καθυγρα
ζῴδια τυγχάνει καὶ εἰ τροπικὰ ἢ στερεὰ ἢ δίσωμα ἢ κάθυγρα ἢ χερσαῖα ἢ ἀσελγῆ ἢ λατρευτικὰ καὶ τὰ λοιπά
δὲ τὰ μὲν προηγούμενα αὐτοῦ εὔκρατα , τὰ δὲ μέσα κάθυγρα , τὰ δὲ ἑπόμενα καυσώδη , τὰ δὲ βόρεια
6596008 Αἰγοκερωτος
ξένους , τὸ ιβʹ περὶ κλέμματος . Τὸ δὲ τοῦ Αἰγοκέρωτος πρῶτον δωδεκατημόριον περὶ πραγμάτων οὐ καθαρῶν ἢ ἐφυβρίστων ,
ἐν ζῳδίῳ δυναμένῳ νήχεσθαι καὶ ἐν ταῖς ἐσχάταις μοίραις τοῦ Αἰγοκέρωτος : ὁ δὲ Ταῦρος κρείττων πάντων τούτων , μετ
6595200 ἐπομβρον
χρόνοι τῆς φυτείας καθ ' ἑκάτερον : τὴν μὲν γὰρ ἔπομβρον καὶ ψυχρὰν ὀλίγον πρὸ ἰσημερίας δεῖ , τότε γὰρ
, ψύχη καὶ ἄνεμοι ἔσονται . τὸ ἔαρ νότιον καὶ ἔπομβρον . τὸ δὲ θέρος εὔκρατον , καὶ μᾶλλον χειμερινόν
6591207 Αἰγοκερω
: „ εἶτα διὰ τοῦ Τοξότου πρὸς τὰ μέσα τοῦ Αἰγόκερω ” συνάπτει . „ ὁ δὲ Ἄρατός φησιν οὕτως
πάθους ἢ πυρετῶν ἐπιφορᾶς . οἷον ἐπεὶ οἱ Δίδυμοι ὑπὸ Αἰγόκερω ἀναιροῦνται καὶ Ὑδροχόος ὑπὸ τῆς Παρθένου , ὅπερ ἐστὶν
6577363 ξηροφθαλμιας
τραχώματα , μυδριάσεις , νυκτάλωπας , ὑδατίδας , ψωροφθαλμίας , ξηροφθαλμίας , μίλφους , βεβρωμένους κανθούς . πρὸς ταῦτα πάντα
ὄγκοι τε ὄντες οἰδηματώδεις , ὥσπερ καὶ ἡ ψωροφθαλμία τῆς ξηροφθαλμίας διαφέρει . ἡ μὲν γὰρ ψωρίασις κνησμώδης τοῦ βλεφάρου
6572089 ἐμπροσθια
μέρη τοῦ βρέγματος . τῶν δὲ λοιπῶν σκελῶν δύο τὰ ἐμπρόσθια ἄγομεν ὀπίσω καὶ ὑπεράνω τοῦ ἰνίου πρὸς ἄλληλα ἁμματίζομεν
γίνεται ἡ πτῶσις , ἀλλ ' ἐπὶ [ τὰ ] ἐμπρόσθια . Ῥητέον , ὅτι ἐφ ' ὃ σκάζει ἡ
6570060 ἐκζεματα
ἢ τὴν ἔκκρισιν . ἐνυδρέονται : καθυγραίνονται . ἐκθύματα : ἐκζέματα , ὥς φησι Βακχεῖος . καὶ ἐκθύσεις αἱ ἐξανθήσεις
τοῦ φθινοπώρου . Δημόκριτος δέ φησιν , ἐν τῷ φθινοπώρῳ ἐκζέματα γίνεσθαι περὶ τὰ στόματα , διὸ χρὴ πρὸς τὸ
6568314 Ἀρκτοφυλακος
Κατὰ δὲ τὰ Σφαιρικὰ βορρόθεν συνανατέλλει ὁ ἀριστερὸς βραχίων τοῦ Ἀρκτοφύλακος , νοτόθεν πρύμνα Ἀργοῦς καὶ τοῦ Κυνὸς τὸ λοιπὸν
Ἑρμοῦ , Διός , Πανός , Ἀφροδίτης . βορρόθεν δύνει Ἀρκτοφύλακος κεφαλὴ καὶ ὁ Ἐνγόνασι καὶ Ἀετὸς καὶ Στεφάνου τὸ
6568099 μηνοειδης
τῇ νουμηνίᾳ , βραδυτάτη δὲ τῇ γῃ : καὶ μένει μηνοειδὴς ὁτὲ μὲν ἕως τῆς εης , ὁτὲ δὲ βραδύτατον
σχηματισμῶν τῆς σελήνης φωτεινοί εἰσιν οἵδε . . . . μηνοειδὴς μὲν οὖν ἐστιν , ὅταν ὑπὸ γραμμῶν μὴ ὅλως
6565205 ἀτροφα
φόβον . πόνοι : αἱ ἐνέργειαι . περιμάδαρα ἕλκεα : ἄτροφα καὶ ἀνώμαλα . προσάρματα : τροφαί . πόνοι σιτίων
τροφὴν ἡ δὲ πρὸς δύναμιν τοῦ γεννᾷν : ἔνια δὲ ἄτροφα γεννητικὰ δὲ , τὰ δ ' ἴσως ἀνάπαλιν .
6562557 Σκορπιου
, λέγω δὴ τοῦ Λέοντος , εὑρίσκω τὴν μοῖραν τοῦ Σκορπίου καὶ τοῦ Λέοντος μηνῶν ιδ . ἔστι δὲ ὁ
Ἄρατος λέγει : ὑπ ' αἰθομένῳ κέντρῳ τέραος μεγάλοιο , Σκορπίου , ἄγχι νότοιο , Θυτήριον αἰωρεῖται . Ἐν δὲ
6539869 Προκυων
Λαγωός , καὶ τοῦ Κυνὸς τὰ ἐμπρόσθια , καὶ ὁ Προκύων , καὶ τοῦ Ὕδρου ἡ κεφαλή : δύνει δὲ
πάλιν ἀστὴρ Διδύμων πρώτιστον τὴν μοῖραν ἀνατέλλει , ὁ δὲ Προκύων Καρκίνου γὰρ πρὸς μοῖραν τὴν ἑβδόμην ὁ κοινὸς Ἀνδρομέδας
6530595 Ἐρια
εἰς τοσοῦτόν ἐστι δυνάμεως ὡς καταμήνια καὶ οὖρα κινεῖν . Ἔρια τὰ μὲν ῥυπαρὰ τὰ καλούμενα οἰσυπηρὰ ἐπιτιθέμενα κατὰ τῶν
ἐκκαθαίρει καὶ σαρκοῖ καὶ ἐπουλοῖ . Πρὸς ἕλκη πλαδαρά . Ἔρια κεκαυμένα λεῖα ἐπιπαττόμενα τὰς πλαδαρὰς σάρκας ἐπὶ τῶν ἑλκῶν
6518453 Λαρανδα
τῇ Ἀττικῇ συνοικίσας εἰς Ἀθήνας συνοίκια ἑορτὴν κατεστήσατο . : Λάρανδα , πόλις Λυκαονίας : ὁ πολίτης Λαρανδεύς . Χάραξ
τυραννεῖον τοῦ Δερβήτου : τοῦ δ ' ἦν καὶ τὰ Λάρανδα : ἐφ ' ἡμῶν δὲ καὶ τὰ Ἴσαυρα καὶ
6509816 ὑδερου
φησιν . καλεῖται δὲ καὶ λευκοφλεγματίας . αἰτία δὲ παντὸς ὑδέρου , ὡς μὲν Ἐρασίστρατός φησιν , φλεγμονὴ ἥπατος ,
ἀντικαταρρέουσι δίκην ὑετοῦ , ὡς εἴρηται . εἷς οὖν τρόπος ὑδέρου οὗτος ὁ ἐπὶ ἀσθενείᾳ τῆς ἀλλοιωτικῆς δυνάμεως γινόμενος τοῦ
6508289 Αἰγοκερως
' ἐπί οἱ Χηλαὶ καὶ Σκορπίος αὐτὸς Τοξευτής τε καὶ Αἰγόκερως , ἐπὶ δ ' Αἰγοκερῆϊ Ὑδροχόος : δύο δ
θηλυκά . Τροπικὰ δὲ Κριός , Καρκίνος , Ζυγός , Αἰγόκερως : ἰσημερινὰ δὲ Κριὸς καὶ Ζυγός : ἰσάριθμα δὲ
6506239 συντασις
που ταπείνωσις ἢ φθόνος ; ὧδε ἡ πολλὴ προσοχὴ καὶ σύντασις , τῶν δ ' ἄλλων ἕνεκα ὕπτιος ῥέγκει :
. πῶς δὲ καὶ ἀναπαύεται τὸ σῶμα ; ὅτι ἡ σύντασις τῆς ψυχῆς ἀνίεται καὶ τὰ μέλη τοῦ σώματος λύεται
6477585 χαροπα
, μᾶλλον δὲ τὰ ὕπωχρα , ἐφεξῆς δὲ τούτοις τὰ χαροπά . τὰ δέ γε λευκὰ καὶ οἷον ὑδατώδη ,
χωροῦντα τοῦ χρώματος , ὠχρὰ καὶ ὕπωχρα ἂν εἴη , χαροπά τε καὶ λευκά , οἷον τὰ ὑδατώδη καὶ γαλακτώδη
6474455 ἐπιφανειαϲ
ἄλλοιϲ καὶ ἐξανθήματα καὶ φλυκταίναϲ καὶ κάθυγρα ἕλκη κατὰ τῆϲ ἐπιφανείαϲ γίγνεϲθαι , ἃ καλοῦϲι βουβαϲτικὰ καὶ ἕτερα παραπλήϲια .
ἥλουϲ ἐκτεμεῖν . ἡ δὲ ἀκροχορδὼν ἐπανάϲταϲίϲ ἐϲτι ϲμικρὰ τῆϲ ἐπιφανείαϲ ἄπονοϲ τυλώδηϲ περιφερὴϲ κατὰ τὸ πλεῖϲτον , τὴν δὲ
6473053 ἐλλυχνια
ἐλλυχνίων ” . ἢ ἀπὸ τοῦ θρύου τὸ παλαιὸν τὰ ἐλλύχνια . μετὰ ταῦθ ' ὅπως νῶιν : : μετὰ
φράσω διὰ τοὺς παρεστῶτας . Γ θρυαλλίδας : διὰ τὰ ἐλλύχνια , ὡς ἀπορρήτου τούτου ὄντος καὶ δεινοῦ , εἰσφέρειν
6472367 πυκνουμενου
καὶ οὗτός φησιν ἄπειρον εἶναι καὶ ἀίδιον , ἐξ οὗ πυκνουμένου καὶ μανουμένου καὶ μεταβάλλοντος τοῖς πάθεσι τὴν τῶν ἄλλων
τῆϲ τε κοιλίαϲ ϲυμπιπτούϲηϲ καὶ τοῦ ϲφυγμοῦ μειουμένου τε καὶ πυκνουμένου καταπλάϲϲειν μὲν τῷ διὰ φοινίκων μετ ' οἰνάνθηϲ καὶ
6467888 ὑπογαστριου
φορὰ , ἔπειτα δὲ καὶ ὀδύνη λαγόνων , ὀσφύος , ὑπογαστρίου , αἰδοίου , καὶ φόβος ἐστὶ ψυγέντας τοὺς τόπους
ἄγῃ τὴν κύστιν , ἐπιβοηθεῖν δεῖ αὐτῇ , ἄνωθεν τοῦ ὑπογαστρίου ἐρείδοντας ἀμφοτέρας τὰς χεῖρας καὶ ἐκθλίβοντας τὸ οὖρον ἠρέμα
6466966 ἀνατελλῃ
ἀκτῖνες χειμερινὸν τὸ σημεῖον . Καὶ ὅταν καυματίας δύηται καὶ ἀνατέλλῃ , ἐὰν μὴ ἄνεμος γένηται ὕδατος τὸ σημεῖον .
προαποδεδειγμένης τῶν γωνιῶν πραγματείας , ὅταν ἡ ἀρχὴ τοῦ Καρκίνου ἀνατέλλῃ κατὰ τὸ ὑποκείμενον κλῖμα , τὴν ὑπὸ ΒΕΔ γωνίαν
6460935 σφιγκτηρος
ἀκμὴ διαιρείτω τὸ τῆς ὑποφορᾶς βάθος . ἐπιδιαιρεθέντος δὲ τοῦ σφιγκτῆρος , κομιζέσθω μὲν ἡ ἀκμή , τῷ δὲ λιχανῷ
καθ ' ἑκάτερον εἷς , ἐκφυόμενοι καταφύονται τῷ στομάχῳ , σφιγκτῆρος τρόπον περιλαμβάνοντες αὐτόν : συνάγειν καὶ προσστέλλειν οὗτοι πεφύκασι
6451837 κλειθρα
ὡς ἔστι τοῦτο τοῖς Εὐριπίδου λόγοις ” τὰ μὲν πυλωρῶν κλεῖθρά μ ' εἰσεδέξατο “ . κούρισμα δ ' ᾠδὴ
ὡς ἔστι τοῦτο τοῖς Εὐριπίδου λόγοις ” τὰ μὲν πυλωρῶν κλεῖθρά μ ' εἰσεδέξατο “ . κούρισμα δ ' ᾠδὴ
6447208 λευκωματα
ἡδονικά ἐστιν ἄγαν καὶ φιλτροποιά , καὶ τρίχας μελαίνουσι καὶ λευκώματα θεραπεύουσι . τὸ δὲ αἷμα αὐτῆς ξηρὸν ὅσον κοχλιαρίων
κοιλίαν . γίνεται δὲ καὶ διὰ τῆς ῥίζης κολλούριον πρὸς λευκώματα καὶ πτερύγια καὶ ὀνύχια καὶ τὰ τούτοις παραπλήσια τὸν
6445014 ἀποκοπους
νεύρων . ποιεῖ δὲ ὑδρωπικούς , ἀρθρητικούς , μανιώδεις , ἀποκόπους καὶ τραυματικοὺς καὶ ἐλεφαντιῶντας , ἰκτερικούς , μελαγχόλους ,
τὰ πάθη ἢ στείρας καὶ ἀτρήτους , Ἄρεως δὲ προσόντος ἀποκόπους ἢ τριβάδας . Καθόλου δὲ καθαρίους καὶ σεμνοὺς τοὺς
6444235 κατεναντι
οἱ ἔκδικοι τῆς ὕβρεώς σου καὶ αἱ ῥομφαῖαι αὐτῶν εἰσι κατέναντι ἡμῶν . Καὶ εἶπεν αὐτοῖς Ἀσενέθ : θαρσεῖτε καὶ
καὶ ὁ ποταμὸς ὁ τρίτος Τίγρις : οὗτος ὁ πορευόμενος κατέναντι Ἀσσυρίων . ὁ δὲ ποταμὸς ὁ τέταρτος Εὐφράτης ”
6434938 κοιλογαστορος
: τοῦ περιφεροῦς : καὶ κοίλην λέγει τὴν ἀσπίδα . κοιλογάστορος ] νειόθεν . κοιλογάστορος ] ἤγουν τῆς ἀσπίδος τὸ
δὲ ἔσω κοιλαίνεται . κοιλογάστορος ] ἤγουν τῆς ἀσπίδος . κοιλογάστορος ] τῆς ἀσπίδος τῆς ἐχούσης γαστέρα κοίλην . κοιλογάστορος
6433848 πτερυγια
οὔκ ἐστι δὲ νυκτερινός . ἔχει τε περὶ τὰ ὦτα πτερύγια , διὸ καὶ ὦτος καλεῖται : μέγεθος περιστερᾶς ,
καὶ τῶν χειρῶν καὶ τὰ τῶν ὤμων νεῦρα καὶ τὰ πτερύγια . Ἄλλο . Λαγωοῦ ἀστράγαλοι περιαπτόμενοι πάνυ τὰ ἀρθριτικὰ
6429151 ἀγονα
μὴ πάλιν ἡ τεκοῦσα ὑποθάλψῃ αὐτὰ ἐπελθοῦσα ταχέως , γίνεται ἄγονα . ἀθρόα δὲ καὶ πεντεκαίδεκα ᾠὰ ἀποτίκτει . Παφλαγόνων
, ὡς ὀκτὼ μῆνας ἐνδιαιτηθῆναι γαστρί , κατὰ τὸ πλεῖστον ἄγονα ; λογικόν τέ φασιν ἄνθρωπον κατὰ τὴν πρώτην ἑπταετίαν
6425206 Καρκινος
αὐτὸν καὶ Σοφοκλῆς καὶ Αἰσχύλος . ἔοικε δὲ καὶ ὁ Καρκῖνος εἰσάγειν τὸν Κερκύονα ἡττώμενον ὑπὸ μεγάλων ἀλγηδόνων . οὗτοι
τὴν ἡλικίαν . ἑπταετοῦς δ ' ὄντος αὐτοῦ παρακληθεὶς ὁ Καρκῖνος ὑφ ' Ἡρακλείδου πρός τινα θυσίαν καὶ θεασάμενος τὸν
6419694 στεγασματα
. τάχα δὲ καὶ οἱ θαλαμοποιοὶ εἶδος τέχνης . καὶ στεγάσματα μὲν δὴ ὀροφῆς Ἡρόδοτος λέγει , κατώρυχες δὲ λίθοι
τὰ ἐπιτήδεια , σχεδίαις διαβαίνοντες ὧδε . διφθέρας ἃς εἶχον στεγάσματα ἐπίμπλασαν χόρτου κούφου , εἶτα συνῆγον καὶ συνέσπων ,
6417383 ἀχλυωδη
προηγούμενα αὐτοῦ καὶ κατὰ τὴν Φάτνην πνιγώδη καὶ σεισμοποιὰ καὶ ἀχλυώδη , τὰ δὲ μέσα εὔκρατα , τὰ δὲ ἑπόμενα
προηγούμενα αὐτοῦ καὶ κατὰ τὴν Φάτνην πνιγώδη καὶ σεισμοποιὰ καὶ ἀχλυώδη , τὰ δὲ μέσα εὔκρατα , τὰ δὲ ἑπόμενα
6416418 ὑποδοχευς
αὐτῶν συμφώνως πρὸς ἀλλήλους ἔχωσιν . ὅταν ὁ τοῦ Ἡλίου ὑποδοχεὺς συμφώνως ἔχῃ πρὸς τὴν Σελήνην , ὁ δὲ τῆς
παραπέσῃ τοπικῶς ἢ κακωθῇ ὑπό τινος τῶν φθοροποιῶν καὶ ὁ ὑποδοχεὺς αὐτοῦ ἤτοι ὑπὸ τὰς αὐγὰς τοῦ Ἡλίου δεδυκὼς εὑρεθῇ
6405964 καστωρ
ἐπιληψίαν ἰᾶται παραδόξως καὶ ὑπὲρ λόγον . Κυνοπόταμος ὁ καὶ κάστωρ λεγόμενος γνωστός ἐστι . Τούτου οἱ ὄρχεις , τὸ
μηδὲ πνεύμονας ἔχειν ταῦτα . ἀμφίβια δὲ ἵππος ποτάμιος ἐνυδρὶς κάστωρ κροκόδειλος . φολιδωτὰ δὲ σαῦρος σαλαμάνδρα χελώνη κροκόδειλος ὄφις
6405331 Ὑαδα
ἡλίου παρόδου : τότε δὲ καὶ διοπτευόμενος πρὸς τὴν λαμπρὰν Ὑάδα ἐπέχων ἐφαίνετο κατὰ μῆκος Ἰχθύων μοῖραν α . ἀλλὰ
μέσα ὑγραντικὰ καὶ ψυχρά , τὰ δὲ ἑπόμενα κατὰ τὴν Ὑάδα πυρώδη καὶ κεραυνῶν καὶ ἀστραπῶν ποιητικά , τὰ δὲ
6397214 πανσεληνος
ἔκπτωσιν δηλοῖ : ὁμοίως δὲ καὶ ἡ σύνοδος καὶ ἡ πανσέληνος παρατηρεῖται . γʹ περὶ ἀδελφῶν ζωῆς , καὶ γονεῦσι
. Ἥλιος Ἀφροδίτη Καρκίνῳ , Σελήνη ὡροσκόπος Ἰχθύσιν , Κρόνος πανσέληνος Τοξότῃ , Ζεὺς Αἰγόκερῳ , Ἄρης Σκορπίῳ , Ἑρμῆς
6397183 Κριος
, Αἰγόκερως , γαίης τε καὶ ὕδατος ἀμφίβιος θήρ , Κριὸς ὅ τ ' οὐρανίου κορυφῆς ὅρος , εἴαρος ἀρχή
ἀνεδήσατο , νικάσαις ἐν ἀγῶνι περικτιόνων ; ἐπέξαθ ' ὁ Κριὸς οὐκ ἀεικέως ἐλθὼν ἐς εὔδενδρον ἀγλαὸν Διὸς τέμενος .
6395624 θερινα
ἔμπυρος , ἔσθ ' ὅτε καὶ φλυκταινώδης . ἱδρῶα ἐξανθήματα θερινά . βουβὼν περὶ βουβῶνας οἴδημα μετὰ φλεγμονῆς . αἱμορροῒς
, καθάπερ πυρὸς καὶ κριθὴ καὶ ὅλως τὰ σιτώδη καὶ θερινά , τὰ δὲ πλαγιόκαυλα μᾶλλον , οἷον ἐρέβινθος ὄροβος
6392034 Καρκινου
ἐπὶ τοῦ κανόνος τῆς ὀρθῆς σφαίρας τῇ μὲν ἀρχῇ τοῦ Καρκίνου παράκεινται χρόνοι ρπα Ϛ , τῇ δὲ ἀρχῇ τῶν
ὁ Λέων ἀνατέλλῃ , συνανατέλλει μὲν αὐτῷ ὁ ζῳδιακὸς ἀπὸ Καρκίνου μοίρας ηʹ μέσης ἕως Λέοντος ιθʹ μέσης : μεσουρανεῖ
6389517 Ταυρος
Τοξότης ἢ Ἰχθύες ἢ Δίδυμοι οὐχ εὑρεθήσεται ὁ φυγών . Ταῦρος ἔχων τὴν Σελήνην ἢ τὸν ὡροσκόπον τὸν φυγόντα κομίζει
ὅροι δὲ τῆς Ἰνδῶν γῆς πρὸς μὲν βορέου ἀνέμου ὁ Ταῦρος τὸ ὄρος . καλέεται δὲ οὐ Ταῦρος ἔτι ἐν
6389146 ἐπιτεθεντα
. τὰ δὲ πτώματα συρόμενα μεθ ' ὕβρεως πάσης ἁμάξαις ἐπιτεθέντα καὶ ἔξω τῆς πόλεως κομισθέντα σωρηδὸν κατεπίμπρατο ἢ ὁπωσδὴ
διὸ καὶ τὰς ἕλμινθας ἀποκτείνει ποθέντα καὶ κατὰ τοῦ ὀμφαλοῦ ἐπιτεθέντα : καὶ ὅλως διαφορητικόν ἐστι φάρμακον . ὁ δὲ
6381382 Ταυρου
ἢ ὅτι πλησίον ἀλλήλων κεῖνται περὶ τὸ λαιὸν κέρας τοῦ Ταύρου . λήθῃ κατασχεθεὶς καὶ περὶ Ὑάδων γράφειν , εἶπον
ἀμαυρὸς φαινόμενος διοπτευόμενός τε πρὸς τὴν λαμπρὰν Ὑάδα ἐπέχων ἐφαίνετο Ταύρου μοίρας ιη ∠ ʹ δʹ . ἀλλὰ καὶ κατὰ
6380746 ἐπισκιαζει
[ ἡ μὲν ] πρὸς αὐτὸν τὸν πάγον ἀνατρέχει καὶ ἐπισκιάζει τὴν πέτραν : καὶ ἐκείνη μὲν ὑπολανθάνει , ὁρᾶται
, πολλὴ δὲ σμίλαξ πρὸς αὐτὸν τὸν πάγον ἀνατρέχει καὶ ἐπισκιάζει τὴν πέτραν : καὶ ἐκείνη μὲν ὑπολανθάνει , ὁρᾶται
6379385 ἀσυνδετα
ὡς τὰ τούτου βραχύτερα τέτμηται καὶ καθόλου τὰ κομματικὰ καὶ ἀσύνδετα . [ , ] ἀλλὰ τὸ τοῦ Κεφάλου καλὸν
, οὗ τὸ ἀκόλουθον ἦν οὐκ ἠμέλει . Καὶ τὰ ἀσύνδετα τοῦ ἀφελοῦς ἐστι : λύει γὰρ τὸν ῥυθμόν .
6375689 μυρσινοειδως
τῶν ἐν μασχάλαις καὶ βουβῶσι καὶ γλουτοῖς καὶ ἕδρᾳ , μυρσινοειδῶς περιαιροῦντες . ὑποσπαθισμῷ δὲ κατὰ τὸ μέτωπον ἐπὶ τῶν
δεῖ δὲ τὰ ἐπικείμενα τῷ ὄγκῳ σώματα ἢ ἁπλοτομεῖσθαι ἢ μυρσινοειδῶς περιαιρεῖσθαι : ὅταν δὲ φανῇ λεπτότερα ὄντα καὶ γυμνωθέντα
6374008 θεωρουντος
φύσει τόπου , ἀλλὰ μαθηματικόν , οὗ τόπος ἡ τοῦ θεωροῦντος διάνοια . τὸ γὰρ ἐξ ἀφαιρέσεως εἶναι τὰ μαθηματικὰ
ἢ τῆσδε . τὸ δὲ ᾗ πέφυκε σημαίνοι ἂν ἤτοι θεωροῦντος τίς καθόλου φύσις οὐσίας ἢ τίς φύσις ἑκάστης οὐσίας
6371167 Τοξοτου
: Κριοῦ , Διδύμων , Λέοντος , Ζυγοῦ καὶ τοῦ Τοξότου , πρὸς τούτοις Αἰγοκέρου τε , ἀρρενικὰ τὰ πάντα
Ἐνγόνασι δύνοντος συγκαταδύνει μὲν ὁ ζῳδιακὸς ἀπὸ [ τοῦ ] Τοξότου μοίρας ιδʹ ἕως Ὑδροχόου μοίρας ιϚʹ : μεσουρανεῖ δὲ
6371128 λιθιασις
, σταφυλώματα , ὑποχύματα , ῥεύματα χρόνια καὶ ὑπερβάλλοντα , λιθίασις περὶ τὰ βλέφαρα , σύμφυσις εἰς αὐτὸ τῶν περὶ
πωρίασις . περὶ δὲ τὰ ἐκτὸς τῶν βλεφάρων ὑδατίδες , λιθίασις , φθειρίασις , μελικηρὶς , γάγγραινα , φύματα ,
6363959 διακρινοντος
μᾶλλον δὲ μηδ ' ἂν ἀριθμοὺς εἶναι μὴ τοῦ κενοῦ διακρίνοντος τὰς μονάδας . Ἃ μὲν οὖν εἶναι λέγουσιν οἱ
αὑτὸ ἐπεδείξαμεν . ἄχρηστον μὲν , ἐπειδήπερ λόγου χρεία τοῦ διακρίνοντος , ἐφ ' οἷς δεῖ συμπτώμασι τὰς θεραπείας ποιεῖν
6362201 ἀτακτα
τὰ δὲ μέσα εὔκρατα , τὰ δὲ ἑπόμενα μεμιγμένα καὶ ἄτακτα , καὶ τὰ μὲν βόρεια πνευματώδη καὶ σινοποιά ,
, ὥσπερ Σκλάβοι καὶ Ἄνται καὶ τὰ τοιαῦτα ἄναρχα καὶ ἄτακτα ἔθνη : ἢ ὅτε προκαταλαβὼν τόπον καὶ κρατήσας οἷον
6356987 Φατνην
ἐς δὲ γαληναίην χειμωνόθεν . Εὖ δὲ μάλα χρὴ ἐς Φάτνην ὁράαν , τὴν Καρκίνος ἀμφιελίσσει , πρῶτα καθαιρομένην πάσης
: ἑσπερόθεν γὰρ ὁμῶς σημαίνεται ἐμμενὲς αἰεί . Σκέπτεο καὶ Φάτνην . Ἡ μέν τ ' ὀλίγῃ εἰκυῖα ἀχλύϊ βορραίη
6355694 Ζυγου
κατὰ τὴν τοῦ Κριοῦ αην μοῖραν καὶ κατὰ τὴν τοῦ Ζυγοῦ αην μοῖραν . Τὸ δὲ πλάτος ἐστὶ τοῦ ζῳδιακοῦ
, καὶ καταντᾷ ἀπὸ ιηʹ γʹ μοίρας τοῦ Σκορπίου ἕως Ζυγοῦ μοίρας ιεʹ . Οὕτως οὖν χρή , οἶμαι ,
6352547 Κρατηρ
' αὐτὴν ὁ νότιος Ἰχθὺς ὅλος ἀνίσχει , καὶ ἐπιφαίνεται Κρατὴρ τὴν ἐννεακαιδεκάτην , τὴν εἰκοστὴν ἐπιτολὴν Ἀρκτούρου , καὶ
ζʹ . Τούτου δὲ ἱκανὸν ἀπέχων ἀπὸ τῆς καμπῆς ὁ Κρατὴρ κεῖται ἐγκεκλιμένος πρὸς τὰ γόνατα τῆς Παρθένου : ἔχει
6352006 καυματωδη
τὰ δὲ ἑπόμενα καυσώδη καὶ λοιμικά , τὰ δὲ βόρεια καυματώδη καὶ φθαρτικά , τὰ δὲ νότια κρυσταλ - λώδη
καὶ λοιμικὰ μάλιστα τετραπόδων , καὶ τὰ μὲν πρὸς βορρᾶν καυματώδη καὶ φθαρτικά , τὰ δὲ πρὸς νότον κρυμώδη καὶ
6346350 εὐγενεστερα
τὴν κατάξηρον σπειρόμενα : βελτίονα δὲ καὶ αὐτὰ γίνονται καὶ εὐγενέστερα εἰς τὴν διάβροχον γῆν σπειρόμενα . Τῶν σπόρων ὁ
Λιβύης . ἀλλὰ τῆς μὲν πρὸς ἀνατολὰς κεκλιμένης πιοτέρας οὔσης εὐγενέστερα καὶ μείζονα φύεται ζῷα : τῆς δ ' ἄλλης
6342813 Πελωριαδα
εἰς Μεσσήνην τριάκοντα . πεζῇ δὲ ἐκ μὲν Παχύνου εἰς Πελωριάδα ἑκατὸν ἑξήκοντα ὀκτώ , ἐκ δὲ Μεσσήνης εἰς Λιλύβαιον
ἐστι Σικελία νῆσος ἀπὸ τῆς Εὐρώπης ἀπέχουσα στάδια ιβʹ εἰς Πελωριάδα ἀπὸ Ῥηγίου . Ἐν δὲ Σικελίᾳ ἔθνη βάρβαρα τάδε

Back