ἄτοπον ἡγεῖτο θρηνητικὸν τάττειν καὶ ἀναμιμνήσκειν τῶν θρήνων τῶν ὀφειλόντων προτοῦ λεχθῆναι παρ ' αὐτὸν τὸν θάνατον . εἰ δέ
τὸν ἀποστάτην καὶ πονηρὸν καὶ δραπέτην δαίμονα ὡς μὴ μόνον προτοῦ τὸν ἄνθρωπον ἀπατήσαντα καὶ τῆς τοῦ παραδείσου διαγωγῆς ἐξορίσαντα
7087803 Τενεδιοι
ἀντὶ τοῦ ἀπότομος : δύο γὰρ πελέκυς ἐν ἀναθήμασι τιμῶσι Τενέδιοι : καὶ παροιμία , Τενέδιος πέλεκυς . Ἀριστοτέλης μέντοι
μὲν ὑπὸ Ἀχιλλέως ἀποθανεῖν ἀμύνοντα τῇ οἰκείᾳ φασὶν Ἕλληνες : Τενέδιοι δὲ ἀνὰ χρόνον ὑπὸ ἀσθενείας προσεχώρησαν τοῖς Ἀλεξάνδρειαν ἐν
7076309 μετωνομασαν
Θεσσαλοὶ τὴν Ἐφύραν καλουμένην πόλιν εἰς τιμὴν τοῦ τεθνηκότος Κρανῶνα μετωνόμασαν . : Σουίδας δὲ τοῖς Θετταλοῖς μυθώδεις λόγους προσχαριζόμενος
τιμὴν τῆς γενέσεως αὐτοῦ τὸν Κυϊντίλιον μῆνα Ἰούλιον ἀντὶ Κυϊντιλίου μετωνόμασαν εἶναι . καὶ νεὼς ἐψηφίσαντο πολλοὺς αὐτῷ γενέσθαι καθάπερ
7047952 Ἀμβρακιωτων
τῆς Ἀττικῆς , Κραναῖος ὡς Ἀθηναῖος . Κράνεια , χωρίον Ἀμβρακιωτῶν . Θεόπομπος πεντηκοστῷ πρώτῳ . τὸ ἐθνικὸν Κρανειάτης ὡς
ἐν τῇ Τραχῖνι πόλιν ἔκτισαν . Ὡς Ἀθηναῖοι πολλοὺς τῶν Ἀμβρακιωτῶν ἀνελόντες ἠρήμωσαν τὴν πόλιν . Περὶ τῶν Λακεδαιμονίων τῶν
6949043 Ἀγκυραν
πρίασθαι . Ἡμέραις οὖν ὀλίγαις τοῦτο συναγαγὼν ἀπῄει ὡς ἐπὶ Ἄγκυραν καὶ σπεύδων ταχέως καταλαβεῖν τό τε πλεῖστον τῆς νυκτὸς
ἐμὲ σὸν φοιτητήν . Οὐ ταῦτα συνῄδειν τοῖς οἰκοῦσι τὴν Ἄγκυραν , ἀλλ ' , εἴπερ τινές , ξένους ἐφίλησαν
6947924 Ἑστιαιεις
κατὰ δὲ τὴν Ἑλλάδα Ἀθηναῖοι τὴν Εὔβοιαν ἀνακτησάμενοι καὶ τοὺς Ἑστιαιεῖς ἐκ τῆς πόλεως ἐκβαλόντες ἰδίαν ἀποικίαν εἰς αὐτὴν ἐξέπεμψαν
στρατηγοῦντος κατεστρέψαντο πᾶσαν : καὶ τὴν ἄλλην ὁμολογίᾳ κατέστησαν , Ἑστιαιεῖς δ ' ἐξοικίσαντες αὐτοὶ τὴν γῆν ἔσχον . Ἀνέστησαν
6872250 περιειλον
περὶ Ὄλυμπον καὶ Τέρπανδρον καὶ οἱ ἀκολουθήσαντες τῇ τούτων προαιρέσει περιεῖλον τὴν πολυχορδίαν τε καὶ ποικιλίαν . μαρτυρεῖ γοῦν τὰ
ἐν Τανάγρᾳ ἐν Οἰνοφύτοις : τὰ Οἰνόφυτα χωρίον τῆς Βοιωτίας περιεῖλον : καθεῖλον . ἐς τὸν ἔπειτα χρόνον : δίδοσθαι
6868867 Ἱμεραιοις
ἐπολιτεύου πρός με ἀρχῆς παρανόμου [ ὥσπερ σὺ προύλεγες ] Ἱμεραίοις συλλαβέσθαι βουλόμενος , διελογίζου , ὅτι γένοιτ ' ἂν
φιλονεικίαν ἔλυσαν τὴν πολιορκίαν : ἅμα δ ' ἡμέρᾳ τοῖς Ἱμεραίοις ἔδοξε μὴ περιορᾶν αὑτοὺς συγκεκλεισμένους ἀγεννῶς , καθάπερ τοὺς
6852767 διαβαλοντες
φορτίου τροχίλον ἕτερον ἐκδήσωμεν καὶ τὴν ἀγομένην ἀρχὴν διὰ τούτου διαβαλόντες ἐπισπώμεθα , πολλῷ μᾶλλον εὐχερέστερον κινήσομεν τὸ βάρος *
. . : καὶ βούλονται ὑπόπτους ἡμᾶς ποιήσαντες ἡμῖν καὶ διαβαλόντες ὑφ ' αὑτοῖς ποιήσασθαι τὴν Σικελίαν , ἤτοι βίᾳ
6830972 Ἀτταλῳ
τῷ Περγάμου βασιλεῖ . ὃ δέ ἠρνήσατο καὶ τοῖς ἀδελφοῖς Ἀττάλῳ τε καὶ Φιλεταίρῳ θαυμάζουσιν , ὅτι κῆδος βασιλέως τοσοῦδε
καὶ διὰ πάσης γέγονε τῆς οἰκουμένης , ἀθάνατον ἀπονέμοντα δόξαν Ἀττάλῳ τῆς πραγματείας ἐπιγραφὴν εἰληφότι . Ἐγὼ δ ' ἀκούων
6793213 κατελυσαν
διαμένειν , καίπερ τῆς Νίνου κατεσκαμμένης ὑπὸ Μήδων , ὅτε κατέλυσαν τὴν Ἀσσυρίων βασιλείαν . ἡ δὲ Σεμίραμις , οὖσα
μὴ μελλήσαντες ἀφίστανται καὶ βασιλέα Κῦρον στησάμενοι αὐτούς τε Μήδους κατέλυσαν καὶ τῆς ἄλλης Ἀσίας ἦρξαν . Κῦρος Βαβυλῶνα ἐπολιόρκει
6792909 κατοικιζειν
τῆς ἐργασίας τί οὖν , ἐὰν μὴ συγχωρῶσιν ἡμῖν Θηβαῖοι κατοικίζειν Θεσπιὰς καὶ Πλαταιὰς καὶ Ὀρχομενὸν καὶ Κορώνειαν ; τοῦτο
ἐμοῦ . Κάλλιστ ' εἰρήκατον . ἀτὰρ πειρώμεθα λόγῳ πρῶτον κατοικίζειν τὴν πόλιν . Φέρε δή , τίνα δεῖ διανοηθῆναί
6777347 Ἀκαδημου
Κυνόσαργες , Ἀκαδημία . ἐκλήθη δὲ ἀπὸ τοῦ καθιερώσαντος αὐτοῦ Ἀκαδημοῦ . Ἀκέφαλος μῦθος : ἐπὶ τῶν ἀτελῆ λεγόντων :
Κυνόσαργες , Ἀκαδημία . ἐκλήθη δὲ ἀπὸ τοῦ καθιερώσαντος αὐτοῦ Ἀκαδημοῦ . Ἀκέφαλος μῦθος : ἐπὶ τῶν ἀτελῆ λεγόντων :
6772818 ἀναπλευσαντι
οὐρανίων τινὰς κινήσεις : ὁ δὲ νομὸς Λητοπολίτης οὗτος . ἀναπλεύσαντι δ ' ἐστὶ Βαβυλών , φρούριον ἐρυμνόν , ἀποστάντων
ὁ Ξάνθος ποταμός , ὃν Σίρβιν ἐκάλουν τὸ πρότερον : ἀναπλεύσαντι δ ' ὑπηρετικοῖς δέκα σταδίους τὸ Λητῷον ἔστιν :
6731815 ἀναστειλαι
καταιρούσας κακῶς διετίθουν , σκοπὸν ἔθετο καὶ τούτων τὴν ὁρμὴν ἀναστεῖλαι καὶ μέντοι καὶ ἀνέστειλε ταύτην ταχέως τριήρεις κατ '
φαρμάκων κρᾶσιν καὶ ἐπαοιδὰς ἔς τε φλεγμονὴν ἀντιπάλους , καὶ ἀναστεῖλαι αἷμα , καὶ ὅσα ἄλλα ἐκεῖνοί γε ᾔδεσαν :
6725876 Αἰγιαλει
ὦ πασῶν δυστυχεστάτη κόρη , πότε ἀνευρήσω κἂν νεκράν ; Αἰγιαλεῖ μὲν γὰρ τοῦ βίου μεγάλη παραμυθία τὸ σῶμα τὸ
δὴ ἐνοικίζεται [ μὲν ] πλησίον τῆς θαλάσσης παρὰ ἀνδρὶ Αἰγιαλεῖ πρεσβύτῃ , ἁλιεῖ τὴν τέχνην . Οὗτος ὁ Αἰγιαλεὺς
6701267 καταπολεμησαντες
Λακεδαιμόνιοι διὰ τοιαύτας αἰτίας . ἐν τῷ Λευκτρικῷ πολέμῳ Θηβαῖοι καταπολεμήσαντες τοὺς πολεμίους δίκην ἐπήνεγκαν εἰς Ἀμφικτύονας κατὰ τῶν Σπαρτιατῶν
ἐκπεσεῖν καὶ διασπαρῆναι . τοὺς οὖν τότε κατοικήσαντας ὕστερον Ἐγχελεῖς καταπολεμήσαντες ἐξέβαλον , ὅτε δὴ συνέβη καὶ τοὺς περὶ Κάδμον
6690707 ἐμφανιζοντος
Πολιορκητῇ , τοῦ δ ' Ἱππολόχου τοὺς Καράνου τοῦ Μακεδόνος ἐμφανίζοντος γάμους . καὶ ἄλλαις δὲ περιετύχομεν τοῦ Λυγκέως ἐπιστολαῖς
γενόμενον δεῖπνον Δημητρίῳ τῷ Πολιορκητῇ , οὗ ἦν ἐρωμένη , ἐμφανίζοντος . Ἱππολόχου δὲ τοὺς Καράνου τοῦ Μακεδόνος γάμους ἐμφανίζοντος
6690625 Φωκαεις
συνεμάχησαν ὑπὸ τῶν προσοίκων βαρβάρων πολεμουμένῳ : Μάνδρων ἔπεισε τοὺς Φωκαεῖς ἐποικεῖν μέρος τῆς χώρας καὶ τῆς πόλεως λαβόντας .
γενέσθαι καὶ Ἀριστοτέλης ἐν τῇ Μασσαλιωτῶν Πολιτείᾳ γράφων οὕτως : Φωκαεῖς οἱ ἐν Ἰωνίᾳ ἐμπορίᾳ χρώμενοι ἔκτισαν Μασσαλίαν . Εὔξενος
6689622 Τισαμενος
. . . . . . . . . α Τισαμενός . . . . . . . . .
. ἐδίκασαν δὲ Ἀθηνᾶ καὶ Ἄρης : Ὀρέστου καὶ Ἑρμιόνης Τισαμενός , Πυλάδου καὶ Ἠλέκτρας Στρόφιος καὶ Μέδων : παρὰ
6675464 ἀπαρσιν
ταύτας δὲ κατακαῦσαι τὰ πλοῖα φοβουμένας τὴν οἴκαδε τῶν Ἀχαιῶν ἄπαρσιν , ὡς εἰς δουλείαν ἀφιξομένας . Καλλίας δὲ ὁ
[ μὴ ] ὑπομένειν , οὕτως δὴ τὴν εἰς Ἰταλίαν ἄπαρσιν ποιήσασθαι . . . . Ἀνδροκύδης δὲ ὁ Πυθαγορικὸς
6670834 ἀνεθετο
μὲν αὐτῷ πολλὰ μεμψάμενος ὁ Γράκχος ἐς τὴν ἐπιοῦσαν ἀγορὰν ἀνέθετο . . . φυλακήν τε παραστησάμενος ἱκανὴν ὡς καὶ
τῇ δοθείσῃ τούτῳ φιάλῃ παρὰ τῶν Μήδου υἱῶν , ἣν ἀνέθετο τῷ ἐν Δελφοῖς Ἀπόλλωνι ἐπιγράψας οὕτως Φοῖβε ἄναξ ,
6665707 Κασσανδρος
ἀρχεῖον ὑπὲρ τοὺς ὅρους , ἀντεφόρτιζον καρποὺς τοὺς ἐπιχωρίους . Κάσσανδρος ὁμοῦ μὲν ἐπολιόρκει Σαλαμῖνα , ὁμοῦ δὲ καὶ Ἀθηναίοις
οἰκοῦντες προσ - εχώρησαν Κασσάνδρῳ πιστεύσαντες αὐτοῦ τῇ φιλανθρωπίᾳ . Κάσσανδρος Νικάνορα φρουροῦντα τὴν Μουνυχίαν καὶ πρὸς αὐτὸν κακοήθως ἔχοντα
6660018 προὐπιεν
φιλοτησίαν προλαβόντα ἀντιπληρώσασθαι . δέχοιτο δὲ γενναίως , ὅτι καὶ προὔπιεν : ἐπεὶ καὶ τὸν βαλόντα μὴ δεῖ ἐκφυγεῖν .
, τὰ Καβείρων , τὰ Δήμητρος ; ποίαν οὐκ ἂν προὔπιεν Αἴγυπτον ἀντὶ ταύτης τῆς κωμῳδίας ; παρὰ τίσιν οὐκ
6659540 κατεκληρουχησαν
λαμπρῶς μᾶλλον τοὺς Λακεδαιμονίους ἐνίκησαν , καὶ τὴν Μιτυλήνην κατασχόντες κατεκληρούχησαν , κἂν τοὺς ἐν τῇ ναυμαχίᾳ πεσόντας αὐτῶν ἀνελέσθαι
ἐκ τῆς πόλεως , ἐκ δὲ τῶν πολιτῶν οἰκήτορας ἐκπέμψαντες κατεκληρούχησαν τήν τε Αἴγιναν καὶ τὴν χώραν . Λακεδαιμόνιοι δὲ
6652865 Τισαφερνης
τὰ ὅπλα . Κλέαρχος ὑπεκρίνατο προσίεσθαι τοὺς λόγους , ὅπως Τισαφέρνης ἐλπίδι σπονδῶν ἐς τὰς κώμας διαπέμψειε τοὺς πολλοὺς τῶν
. . : ἐπεὶ δὲ Κλέαρχον καὶ τοὺς ἄλλους στρατηγοὺς Τισαφέρνης ἐξηπάτησε , καὶ παρεσπόνδησεν ὅρκων γενομένων , καὶ συλλαβὼν
6649474 πολιουχον
Χριστιανῶν βασιλέα , Κωνσταντῖνόν φημι τὸν ταύτης οἰκιστήν τε καὶ πολιοῦχον , ὃν καὶ πολλῷ τῷ μέσῳ παρήλασας ἔργοις παλλίστοις
τούτου πολλὴ διαφορά . Ἐκ δὲ τῆς ἀποικίας ὠνομάσθαι φησὶ πολιοῦχον τὴν Ἀθηνᾶν . ἔστι γὰρ ἡ Σάϊς Αἰγυπτίων φωνῇ
6637118 ἱρης
. ἐπὶ γούνασιν παρὰ γούνασιν : . . . Ἰλίου ἱρῆς : ἡ διπλῆ , ὅτι θηλυκῶς τὴν Ἴλιον .
καὶ νήπια τέκνα , ὥς κεν Τυδέος υἱὸν ἀπόσχῃ Ἰλίου ἱρῆς ἄγριον αἰχμητὴν κρατερὸν μήστωρα φόβοιο , ὃν δὴ ἐγὼ
6636636 ὑπηρετικον
ἑτέραν , τῷ μὲν ἐπεστράφθαι τὸ πρὸς τὸν εὖ πεποιηκότα ὑπηρετικόν , τῷ δεξιοῦσθαι δὲ τὸ πάλιν ἀρχὴν αὐτὴν ποιεῖσθαι
ἑτέραν , τῷ μὲν ἐπεστράφθαι τὸ πρὸς τὸν εὖ πεποιηκότα ὑπηρετικόν , τῷ δεξιοῦσθαι δὲ τὸ πάλιν ἀρχὴν αὐτὴν ποιεῖσθαι
6634242 Αἰγεσταιοι
. Ὡς Διονύσιος Μοτύην πόλιν ἐπίσημον Καρχηδονίων ἐξεπολιόρκησεν . Ὡς Αἰγεσταῖοι τὴν Διονυσίου παρεμβολὴν ἐνέπρησαν . Ὡς Καρχηδόνιοι τριάκοντα μυριάσι
Κορνήλιος καὶ Λεύκιος Φούριος . περὶ δὲ τούτους τοὺς χρόνους Αἰγεσταῖοι κατὰ τὴν Σικελίαν σύμμαχοι γεγενημένοι τοῖς Ἀθηναίοις κατὰ Συρακοσίων
6627371 ἀνεχουσαν
προσέσχον , τὴν δὲ ἄκρην , ἥντινα καταντικρὺ τῆς Καρμανίης ἀνέχουσαν λέγει φανῆναι σφίσι Νέαρχος , οὐκ ἔστιν ὅστις ὑπερβαλὼν
Ἠλείαν ὀνομάζουσι τὴν μεταξὺ Ἀχαιῶν τε καὶ Μεσσηνίων παραλίαν , ἀνέχουσαν εἰς τὴν μεσόγαιαν τὴν πρὸς Ἀρκαδίᾳ τῇ κατὰ Φολόην
6620716 εἰωθεις
. ὁρῶντες γὰρ ὑπεριδόντα σε τοῦ πατρός , ᾧ πᾶσαν εἰώθεις αἰδῶ τε καὶ θεραπείαν προσάγειν , εἰκόνι σοι χρήσονται
σύνοικος ἠρώτα “ πῶς οὐδὲν ἦλθες ἄρας , ὡς πρὶν εἰώθεις ; ” ὁ δ ' εἶπε “ πῶς γάρ
6610038 ἠλπισαν
εἰς τὴν ἀπόστασιν . καὶ ἐλπίσαντες . . . : ἤλπισαν , φησίν , ἀποστῆναι ἡμῶν , ὅπερ μεῖζον μέν
' , ἂν γένωνται πλούσιοι , σχετλιάζουσιν οὐχ εὑρόντες ἅπερ ἤλπισαν ? . % πολλάκις οὖν . ἀπελένχεται ? ?
6604027 Ἀνδραιμων
τοῦτον Θυρέα καὶ Κλύμενον , καὶ θυγατέρα Γόργην , ἣν Ἀνδραίμων ἔγημε , καὶ Δηιάνειραν , ἣν Ἀλθαίαν λέγουσιν ἐκ
ἀρχῆς καὶ τὴν Λέβεδον ἐνέμοντο οἱ Κᾶρες , ἐς ὃ Ἀνδραίμων σφᾶς ὁ Κόδρου καὶ Ἴωνες ἐλαύνουσι . τῷ δὲ
6594483 προσαγορευθεντα
. Φιλοστέφανος δέ φησι τοὐναντίον Ἀπόλλωνι αὐτὴν μιγεῖσαν ἀποκυῆσαι τὸν προσαγορευθέντα Σύρον . . . . , / : ἡ
καὶ Κιλικίας τινὰ ὁ Τιγράνης , Ἀντίοχον ἐκβαλὼν τὸν Εὐσεβῆ προσαγορευθέντα . Ἀρμενίων δ ' ὅσοι τὸν Τιγράνη πρὸς Πομπήιον
6590255 πολιορκησαντες
σπονδαὶ τριακοντούτεις ἐγένοντο . τῶι τεσσαρεσκαιδεκάτωι δὲ ἔτει Ἀθηναῖοι Σάμον πολιορκήσαντες εἷλον , στρατηγοῦντος αὐτῶν Περικλέους καὶ Σοφοκλέους . ἐν
Ἄδων ὁ φρούραρχος , ἐξεῖλον δ ' οἱ Καίσαρος στρατηγοὶ πολιορκήσαντες πολὺν χρόνον , καὶ τὰ τείχη περιεῖλον . Ποταμοὶ
6589782 Σπινθηρ
ἐν τῷ ὕψει ἀήρ . Ἐλατήρ : ὁ ἡνίοχος . Σπινθήρ : ὁ μικρὸς ἄνθραξ . Ἐλευθήρ : ὁ ἀπὸ
τὸ συνεσπειραμένην ἔχειν ἐν αὐτῷ τὴν τῆς δυνάμεως τελειότητα . Σπινθήρ . παρὰ τὸ σπεῖραι πεποίηται . ὁ τὸν τοῦ
6588972 Βριγες
τὰ δὲ τοπικὰ Βραυρωνόθεν * * * . . . Βρίγες : ἔθνος Θρᾳκικόν . Ἡρωδιανὸς Βρίγαντας αὐτούς φησι .
. Οἱ δὲ Φρύγες , ὡς Μακεδόνες λέγουσι , ἐκαλέοντο Βρίγες χρόνον ὅσον Εὐρωπήιοι ἐόντες σύνοικοι ἦσαν Μακεδόσι , μεταβάντες
6585606 πραττομενοι
, Ἴων , Ἀχαιὸς καὶ ἕτεροι νέοι μυρίοι . κωμωδοὶ πραττόμενοί εἰσιν οὗτοι οἷοι Ἀριστοφάνης , Κρατῖνος , Πλάτων ,
, Ἴων , Ἀχαιὸς καὶ ἕτεροι νέοι μυρίοι . κωμωδοὶ πραττόμενοί εἰσιν οὗτοι οἷοι Ἀριστοφάνης , Κρατῖνος , Πλάτων ,
6583709 ἐσηγαγε
ἐνταῦθα καὶ Πήγασός ἐστιν Ἐλευθερεύς , ὃς Ἀθηναίοις τὸν θεὸν ἐσήγαγε : συνεπελάβετο δέ οἱ τὸ ἐν Δελφοῖς μαντεῖον ἀναμνῆσαν
ἀναμεμιγμένοι μὲν τῷ Ἑλληνικῷ καὶ ἐνταῦθα ἦσαν οἱ Κᾶρες : ἐσήγαγε δὲ Ἴωνας ἐς τὴν Τέων Ἄποικος ἀπόγονος Μελάνθου τέταρτος
6580475 συνῳκισε
τυφλὸς μὲν οὐκ ἐγένετο , τὰς δὲ θυγατέρας αὐτοῦ οἰκέταις συνῴκισε , καὶ οὕτω τὰ κρείττονα τοῖς ἥττοσιν ἐμίγη .
μιμούμενοι . Λύσιππον τὸν ἀνδριαντοποιόν φασι Κασάνδρῳ χαριζόμενον , ὅτε συνῴκισε τὴν Κασάνδρειαν , φιλοδοξοῦντι καὶ βουλομένῳ ἴδιόν τινα εὑρέσθαι
6579632 πολιορκουντι
, τῶν παρὰ Πτολεμαίου συμμάχων οὐχ ἱκανῶν ὄντων ἀντισχεῖν Δημητρίῳ πολιορκοῦντι . Ἀντίγονος μισθοφόρους ἐμισθώσατο Γαλάτας , ὧν Κιδήριος ἦρχε
ἀνέφυ λόγος , ὡς ἐνθύμιος μὲν αὐτῷ ἡ ἀρχὴ γένοιτο πολιορκοῦντι τὰ Σόλυμα , μεταπέμποιτο δὲ τὸν Ἀπολλώνιον ὑπὲρ βουλῆς
6573289 διεχουσαν
ἡ Λατίνη ἡ συμπίπτουσα τῇ Ἀππίᾳ κατὰ Κασιλῖνον , πόλιν διέχουσαν Καπύης ἐννεακαίδεκα σταδίους . ἄρχεται δὲ ἀπὸ τῆς Ἀππίας
κατεχόντων : ἐκβαλόντες δ ' αὐτοὺς ἔκτισαν τὴν παλαιὰν Σμύρναν διέχουσαν τῆς νῦν περὶ εἴκοσι σταδίους . ὕστερον δὲ ὑπὸ
6573005 Ἀρδεα
Ἀρδαλιώτης , τοῦ δ ' Ἀρδαλίς Ἀρδαλός ὡς Θετταλός . Ἀρδέα , κατοικία τῆς Ἰταλίας . Στράβων πέμπτῃ . ἐκλήθη
Ἀλβανῷ ὄρει , διέχοντι τῆς Ῥώμης τοσοῦτον ὅσον καὶ ἡ Ἀρδέα . ἐνταῦθα Ῥωμαῖοι σὺν τοῖς Λατίνοις Διὶ θύουσιν ,
6571551 Ζαγκλαιοι
ἄλλους τῶν οἴκοθεν : ὡς δ ' Ἀντίοχός φησι , Ζαγκλαῖοι μετεπέμψαντο τοὺς Χαλκιδέας καὶ οἰκιστὴν Ἀντίμνηστον συνέστησαν ἐκείνων .
ἀποικίην ἐκπλέειν μηδὲ μένοντας Μήδοισί τε καὶ Αἰάκεϊ δουλεύειν . Ζαγκλαῖοι γὰρ οἱ ἀπὸ Σικελίης τὸν αὐτὸν χρόνον τοῦτον πέμποντες
6569245 ἐπεκαλεοντο
τὸν χειμῶνα ἢ καὶ πρὸ τούτου , ἐθύοντό τε καὶ ἐπεκαλέοντο τόν τε Βορέην καὶ τὴν Ὠρείθυιαν τιμωρῆσαί σφι καὶ
πάντας ὥρμησε χρήσασα ἡ Πυθίη πλέειν συνοικήσοντας Κυρηναίοισι Λιβύην : ἐπεκαλέοντο γὰρ οἱ Κυρηναῖοι ἐπὶ γῆς ἀναδασμῷ : ἔχρησε δὲ
6563146 ἐξεδοσαν
σχήσειν , μηδὲ Λακεδαιμονίοις ἐγκαλοῦντες , ἐπειδήπερ τοὺς ἀποίκους ὑμῶν ἐξέδοσαν τῷ βασιλεῖ , αὐτοὶ Θηβαίοις ἐκδῶτε ὑμᾶς αὐτούς :
ἐκ τῆς χώρης ταύτης γινόμενα . Χῖοι μέν νυν Πακτύην ἐξέδοσαν , Μαζάρης δὲ μετὰ ταῦτα ἐστρατεύετο ἐπὶ τοὺς συμπολιορκήσαντας
6556853 Φικειον
: Λαύρειον , ὄνομα τόπου : ἰδιάζει τοῦτο Ἀθήνῃσι : Φίκειον , ὄνομα τόπου : τοῦτο εὕρηται καὶ διὰ βράχεως
τὸ Φίκιον ὄρος ὅ ἐστι πλησίον τῶν Βοιωτίων Θηβῶν . Φίκειον τέρας ἡ Σφίγξ . ἐκάθητο δὲ ἡ Σφὶγξ περὶ
6547665 ἐλῃστευον
τραύματα ἀπεχώρουν ἄπρακτοι καὶ τελευτῶντες οὐκέτι ἀπεπειρῶντο τῶν πόλεων . ἐλῄστευον δὲ καὶ οἱ Μεσσήνιοι τά τε ἐπιθαλάσσια τῆς Λακωνικῆς
ἣν λῃσταὶ καταλαβόντες καὶ ἀπ ' αὐτῆς ὁρμώμενοι τοὺς πλέοντας ἐλῄστευον . . . . ΛήμνουΣκύρου ] αὗται νῆσοι Ἀθηναίων
6545549 Σαυνιται
τὴν δοθεῖσαν . ἑξῆς δ ' εἰσὶν Ἱρπῖνοι , καὐτοὶ Σαυνῖται : τοὔνομα δ ' ἔσχον ἀπὸ τοῦ ἡγησαμένου λύκου
τοὺς Τυρρηνοὺς καὶ συνεδίωξαν εἰς τὴν παρεμβολήν , οἱ δὲ Σαυνῖται κατὰ τοῦτον τὸν χρόνον μακρὰν ἀπηρτημένης τῆς Ῥωμαίων δυνάμεως
6541719 Κρατερῳ
αὐτός τε δακρύων καὶ δακρύοντας ἐκείνους ἀπὸ οὗ ἀπήλλαξε . Κρατερῷ δὲ τούτους τε ἄγειν ἐκέλευσε καὶ ἀπαγαγόντι Μακεδονίας τε
εἶχεν εὖ πρὸς αὐτόν . ὡς δ ' Ἀλέξανδρος παρὰ Κρατερῷ αὐτὸν ἐπῄνεσεν γενομένου πότου , ὁ Χάρων ἐκέλευσε τὸν
6541125 Αὐλον
διὰ τὸ μὴ ἐῤῥιζῶσθαι μαραινομένων , Ἀδώνιδος αὐτοὺς ἐκάλουν . Αὐλὸν σάλπιγγι συγκρίνεις : ἐπὶ τῶν τὰ ἐλάττω τοῖς μείζοσι
τῆς θύρας : οἷον ἐπὶ αὐτὰς ἀφῖξαι τὰς θύρας . Αὐλὸν σάλπιγγι συγκρίνεις : ἐπὶ τῶν τὰ ἐλάττω τοῖς μείζοσι
6539592 πολιορκουνται
' , ὡς αὐτοῖς ἐκ τῆς Ἐπιδάμνου ἦλθον ἄγγελοι ὅτι πολιορκοῦνται , παρεσκευάζοντο στρατείαν , καὶ ἅμα ἀποικίαν ἐς τὴν
οἱ δὲ ἔλεγον πάντα τὰ γεγενημένα , καὶ νῦν ὅτι πολιορκοῦνται ἐπὶ λόφου , οἱ δὲ Θρᾷκες πάντες περικεκυκλωμένοι εἶεν
6521349 ἀνεσωσατο
δεύτερον ἐνόμισαν οἰκιστήν , ὅτι τὰ λείψανα τῆς Κελτῶν ἐπιδρομῆς ἀνεσώσατο , σὲ δὲ οἱ νῦν οὐ ποιήσονται καὶ Ῥωμύλου
Βουκολίωνος τὸ ὄνομα ἡ πόλις καὶ αὖθις [ τε ] ἀνεσώσατο τὸ ἀρχαῖον , τόδε μὲν καὶ πρότερον ἔτι ἐσήμαινεν
6514370 προκινδυνευοντες
ἡμετέρᾳ γῇ Φιδηναῖοι τὸν ἀγῶνα ἀράμενοι , τῆς δὲ αὑτῶν προκινδυνεύοντες ἐν τῷ αὐτῷ καὶ τὴν ἡμετέραν φυλάξουσιν . ὃ
ὁ Λογχάτης καὶ ὁ Μακέντης ἔτυχον ὄντες καὶ ἐτέτρωντο ἤδη προκινδυνεύοντες , ὁ μὲν στυρακίῳ εἰς τὸν μηρόν , ὁ
6513842 ἐπικαιρῳ
πᾶσαν , εἰ δύναιτο , ὥστε βασίλειον εἶναι αὐτῷ ἐν ἐπικαίρῳ γῆς καὶ θαλάσσης κειμένην : ἔπειτα δωρεῖται πᾶσι τοῖς
τρόπῳ . ἐπὶ δὲ νυκτερινῆς γενέσεως τὴν Σελήνην προκρίνομεν ἐν ἐπικαίρῳ οὖσαν τόπῳ . ἐὰν δὲ μὴ εὑρίσκηται αὕτη ,
6513482 ἐπῳκησαν
ἠκολούθησαν μεταβολαὶ παντοῖαι . τὰ μὲν γὰρ περὶ Κύζικον Φρύγες ἐπῴκησαν ἕως Πρακτίου , τὰ δὲ περὶ Ἄβυδον Θρᾷκες :
αὐτῷ Νιόβης παιδὶ ἴσα οἴσεσθαι Διός γε εἶναι δοκοῦντι . ἐπῴκησαν δὲ καὶ Ἑρμιόνα ὕστερον Δωριεῖς οἱ ἐξ Ἄργους :
6512724 ἐδῃωσαν
μετὰ δὲ ταῦτα εἰς τὴν Ἀττικὴν ἐμβαλόντες τὴν μὲν χώραν ἐδῄωσαν , τὰς δὲ Ἀθήνας κατέσκαψαν καὶ τοὺς τῶν θεῶν
ὄντος καὶ νεωτέρου ἔτι , πατρὸς δὲ ἀδελφὸς ὤν . ἐδῄωσαν δὲ τῆς Ἀττικῆς τά τε πρότερον τετμημένα [ καὶ
6511653 Κρουες
καὶ φρούριον ἐκεῖσε τοῖς Ἰλλυριοῖς ἀπόμαχον πάντῃ καὶ ἰσχυρότατον , Κροῦες ὀνομαζόμενον , ὅπερ δὴ καὶ ὥσπερ ἀκρόπολίς τις ἦν
Παλαπάνῳ τοὔνομα , περικαθημένῳ τε καὶ πολιορκοῦντι τὸ ἄστυ τοῦ Κροῦες , καὶ καταπλήξαντα τῷ ἀθρόῳ τῆς ἐπιθέσεως καὶ τρεψάμενον
6511279 ἀλλοφυλοι
ἔτεσιν ιηʹ , Ἀὼθ ἔτεσιν ηʹ . ἔπειτα πταισάντων αὐτῶν ἀλλόφυλοι ἐκράτησαν ἔτεσιν κʹ . ἔπειτα Δεββώρα ἔκρινεν αὐτοὺς ἔτεσιν
τιμωρεῖσθαι κελεύοις , ὅτι ἐχθροί , ὅτι ὑπῆρξαν , ὅτι ἀλλόφυλοι . ἀπὸ δὲ πράγματος , ὅτι ἴσον , ὅτι
6509859 καταξας
ἀγροῦ κατιόντων εἰς πόλιν . ἀγκυρίσας : ὑποσκελίσας , 〚 κατάξας , μετακαλεσάμενος 〛 , οἷον τῇ ἀγκύλῃ καταβαλών .
Λυρνησσῷ . οὐκ ἔλαβε δὲ αὐτὴν ἐν Λυρνησσῷ ἀλλὰ πρότερον κατάξας τῷ Ἀγαμέμνονι ἐξαίρετον ἔλαβεν αὐτὴν γέρας . . :
6506939 Ἀντιγονεια
, Ὑακίνθια , Ὀσχοφόρια πλὴν τοῦ Αἰάκεια , Κυδωνίδεια , Ἀντιγόνεια , Δημήτρεια , Διόμεια , Διϊπόλεια , Ἡράκλεια ,
Κασάνδρεια δ ' ὠνομασμένη . Ἐν τῇ μεσογείῳ δ ' Ἀντιγόνεια λεγομένη : Ὄλυνθος ὕστερον δὲ γενομένη πόλις , ἣν
6505974 Δωριης
ὑπὲρ οὗ ὁ Σολύγειος λόφος ἐστίν , ἐφ ' ὃν Δωριῆς τὸ πάλαι ἱδρυθέντες τοῖς ἐν τῇ πόλει Κορινθίοις ἐπολέμουν
. καὶ Ἑλληνικὰ μὲν ἔθνη τῶν ἐν Σικελίᾳ τοσάδε , Δωριῆς τε καὶ [ οἱ ] αὐτόνομοι πάντες , ξυνεμάχουν
6502539 πεφυγαδευμενον
: συστρατεῦσαι δὲ καὶ Σίπυλον τῷ Μόψῳ τὸν Σκύθην , πεφυγαδευμένον ὁμοίως ἐκ τῆς ὁμόρου τῇ Θρᾴκῃ Σκυθίας . γενομένης
αὐτῶι : συστρατεῦσαι δὲ καὶ Σίπυλον τῶι Μόψωι τὸν Σκύθην πεφυγαδευμένον ὁμοίως ἐκ τῆς ὁμόρου τῆι Θράικηι Σκυθίας . γενομένης
6491598 προσθεμενους
διάφορον δ ' οὐ μικρὸν ἦν , ἢ τῷ βαρβάρῳ προσθεμένους ἀκολουθεῖν ἐπὶ τοὺς ἀντιτείνοντας , ἢ τὴν ἡσυχίαν ἄγειν
' ἡμεῖς , τὰ ἔναγχος ταῦτα , τοὺς Ἰταλῶν Ἀννίβᾳ προσθεμένους διεφθείραμεν , οὐδὲ Βρεττίους , οἳ μέχρι τέλους αὐτῷ
6491210 Πανακος
[ κδʹ . Πρὸς τὰς ἐκ τοκετοῦ χλωράς . ] Πάνακος ῥίζας τρίψας ἐν οἴνῳ γλυκεῖ δίδου πιεῖν νηστικῇ .
νίτρου λεάνας , δίδου πίνειν μεθ ' ὕδατος θαρρῶν . Πάνακος ῥίζης , κυμίνου , ἀνὰ δραχμὰς δύο , νίτρου
6489165 ἀφελομενοι
τῶν μετεωρολόγων λόγους , οἵτινες δόξαν ἀντὶ δόξης τὴν μὲν ἀφελόμενοι τὴν δ ' ἐνεργασάμενοι τὰ ἄπιστα καὶ ἄδηλα φαίνεσθαι
δ ' οὕτως ἐχόντων ἀξιοῦμεν κληρονομεῖν , οὐδεμίαν οὐσίαν Λεωστράτου ἀφελόμενοι , τῆς ὑπ ' Ἀρχιάδου δὲ καταλειφθείσης [ καὶ
6485205 Λυκαονας
καὶ μεγάλας πόλεις οἰκοῦσιν , ἐπιστάμεθα δὲ Πισίδας ὡσαύτως , Λυκάονας δὲ καὶ αὐτοὶ εἴδομεν ὅτι ἐν τοῖς πεδίοις τὰ
ὁ αὐτὸς Ἁλισαρναῖος . Ἀλίφηρα , πόλις Ἀρκαδίας , ἀπὸ Λυκάονας παιδὸς Ἀλιφήρου . ὁ πολίτης Ἀλιφηρεύς . εὕρηται ἡ
6484209 Πυθαινετος
Οἰνώνη ἐλέγετο ἀπὸ Οἰνώνης τῆς Βουδίωνος θυγατρός , καθά φησι Πυθαίνετος ἐν τῷ αʹ Αἰγινητῶν Αἴγινα δὲ μετεκλήθη , ὡς
δοκεῖ τὴν νῆσον Ποσειδῶν , καθὰ ἄλλοι τέ φασι καὶ Πυθαίνετος προσαγόμενος Ὀρφέα . ἐν διχομηνίδεσσι δ ' ἑσπέραις :
6480400 Ἡρακλεωται
ἔπεμψαν στράτευμα , καὶ ταύτην κατέτρεχον , μέχρις ἂν οἱ Ἡρακλεῶται διεπρεσβεύσαντο πρὸς αὐτούς . Νύμφις δὲ ἦν ὁ ἱστορικὸς
χερρόνησος λεγομένη τούτοις συνάπτει , πόλιν ἔχουσα Ἑλληνίδα , ἣν Ἡρακλεῶται Δήλιοί τ ' ἀπῴκισαν , τοῖς Ἡρακλεώταις γενομένου χρησμοῦ
6479997 Σειριτιδος
Ἰταλίας καὶ τὸ τῶν Οἰνωτρῶν μέχρι τῆς Μεταποντίνης καὶ τῆς Σειρίτιδος : οἰκῆσαι γὰρ τοὺς τόπους τούτους Χῶνας , Οἰνωτρικὸν
' οὐσῶν πόλεων , τοῦ Μεταποντίου ἐγγυτέρω [ τῆς δὲ Σειρίτιδος ἀπωτέρω ] τοῦ Τάραντος , πεισθῆναι τοὺς ἀφιγμένους ὑπὸ
6478206 ἐδῃουν
' ἐν τῇ Ναυπακτίᾳ καὶ οἱ Αἰτωλοὶ ἅμα ἤδη προσβεβοηθηκότες ἐδῄουν τὴν γῆν καὶ τὸ προάστειον ἀτείχιστον ὂν εἷλον :
χώραν , ἣν ἐν τῇ προτέρᾳ παρέλιπον εἰσβολῇ , ἐγκαθεζόμενοι ἐδῄουν . ἐπιφανέντος δ ' αὐτοῖς θατέρου τῶν ὑπάτων Λευκίου
6476619 ἀνδρικωτατα
. ἀπὸ τῶν ὑπαρχόντων : δυνατῶν . κάλλιστα : ἤγουν ἀνδρικώτατα καὶ φρονιμώτατα . ἄφαρκτοι : ἤγουν ἄοπλοι . πιστά
, τύπτουσί μ ' οἱ ξυνωμόται . Παῖ ' αὐτὸν ἀνδρικώτατα καὶ γάστριζε , καὶ τοῖς ἐντέροις καὶ τοῖς κόλοις
6475233 οἰκοπεδον
ἂν ἦσαν αἱ Θῆβαι πόλις : νῦν δ ' εἰσὶν οἰκόπεδον πόλεως καὶ λείψανα κακῶν ταῖς τῶν ἐχθρῶν χερσὶν εἰς
, ὡς Ξενοφῶν . γήπεδα : διαφέρει γήπεδον οἰκοπέδου . οἰκόπεδον γὰρ οἰκίας κατερριμένης ἔδαφος , γήπεδα δὲ τὰ ἐν
6465161 Κηρινθον
ὄρει , καὶ τὴν Ἱστίαιαν προσκτήσασθαι καὶ τὴν πεδιάδα καὶ Κήρινθον καὶ Αἰδηψὸν καὶ Ὀροβίας , ἐν ᾧ μαντεῖον ἦν
, ὄντ ' Ἀθηναῖον γένει , τὴν δ ' ἐναλίαν Κήρινθον ὡσαύτως Κόθον , Δρύοπας δὲ τὴν Κάρυστον ὠνομασμένην :
6463624 κατῳκουν
τοῖς ἀνέμοις . . κατώρυχες ἔναιον ] ὑπὸ γῆν κατορωρυγμένοι κατῴκουν . ὡς ] καθά . . ἐν μυχοῖς ἀνηλίοις
ἐπλεύσαμεν δώδεκα ἡμέρας , τὴν γῆν παραλεγόμενοι , ἣν πᾶσαν κατῴκουν Αἰθίοπες φεύγοντες ἡμᾶς καὶ οὐχ ὑπομένοντες : ἀσύνετα δ
6461984 Φειαν
τὰ στρατιωτικά , Πυλίους δὲ εἶναι καὶ Ἀρκάδας παρά τε Φειὰν πόλιν καὶ ποταμὸν μαχουμένους Ἰάρδανον . ταῦτα μὲν δὴ
τῷ καιρῷ . ἐπιβῆναι : ἐπὶ τὰς ναῦς . τὴν Φειὰν αἱροῦσι : τὴν πόλιν αὐτὴν πορθοῦσι . ἀνέστησαν :
6457603 κατεπληξαντο
τε Αἰτωλοὶ καὶ πολλοὶ τῶν πολιτῶν ἐκχυθέντες ἐκ τῆς πόλεως κατεπλήξαντο τοὺς Λακεδαιμονίους , καὶ σχεδὸν τριάκοντα αὐτῶν κατέβαλον .
Καρχηδόνα κατέσκαψαν καὶ ἐν Κελτιβηρίᾳ τὴν Νομαντίαν , καὶ πολλοὺς κατεπλήξαντο . Ὅτι σφόδρα οἱ Ῥωμαῖοι φιλοτιμοῦνται δικαίους ἐνίστασθαι τοὺς
6455857 Μαγνησιν
καὶ τῷ Τηΐῳ ταῦτα ἀπήντησεν ὅσα προεῖπον . Ὑρκανοῖς καὶ Μάγνησιν οἱ κύνες συνεστρατεύοντο , καὶ ἦν καὶ τοῦτο συμμαχικὸν
τὴν Πελοπόννησον ἀποκλείουσαν καὶ τρίτην ἐν Δημητριάδι τὴν Αἰτωλοῖς καὶ Μάγνησιν ἐφεδρεύουσαν . ἡ δὲ βουλὴ τοὺς Φιλίππου πρέσβεις ἤρετο
6452609 συνεστρατευον
Ῥωμαίοις , πρῶτον μὲν ἡνίκα ἐπολέμουν , δεύτερον δὲ ὅτε συνεστράτευον , τρίτον δ ' ὅτε δεόμενοι τυχεῖν ἐλευθερίας καὶ
. Καὶ μὴν ἐροῦ Ὅμηρον , ὁποῖος ἦν , ὁπότε συνεστράτευον τοῖς Ἀχαιοῖς . Ὀνείρατά μοι λέγεις : ἐγὼ δὲ
6452597 εὑρετε
ἀνελόμενοι , Β βαδίσαντες , Δ διέλεσθε , Ο ὃν εὕρετε , Ε ἐνθάδε , Θ θησαυρόν , Χ χρυσίου
ἐντεῦθεν ἐσκέψασθε τοὺς λειτουργήσοντας τήνδε τὴν λειτουργίαν : καὶ ὡς εὕρετε , ὁμοῦ τῆς τε πατρίδος ἀπηλλάξατε καὶ τὴν ὑμετέραν
6452234 ἐπιφανεστατην
ἐνδοῦσιν ἐς φυγὴν ἐπέκειντο οἱ Ἠλεῖοι , καὶ νίκην τε ἐπιφανεστάτην ἀνείλοντο καὶ ὄνομα τῷ θεῷ τίθενται Σωσίπολιν . ἔνθα
Κτίστην τε πόλεων οὐκ ὀλίγων γενέσθαι , καὶ τούτων τὴν ἐπιφανεστάτην καὶ μεγίστην προσαγορεῦσαι Παλίβοθρα : κατασκευάσαι δ ' ἐν
6451023 διαδεξασθαι
ναῦν κατὰ τὸν νόμον , οὔτ ' ἐπειδὴ ἦλθεν ἠθέλησε διαδέξασθαι : ἐγὼ δὲ καὶ τὸν ὑπὲρ ἐμαυτοῦ ὑμῖν χρόνον
ἐν Ἐκβατάνοις γήραι τελευτήσαντος , τὴν ἀρχὴν Ἀσπάνδαν τὸν υἱὸν διαδέξασθαι , τὸν ὑπὸ τῶν Ἑλλήνων Ἀστυάγην καλούμενον . τούτου
6450056 ἀποκατεστησαν
σφῶν : ἐκ σφῶν . ἀπεκλήρωσαν : ἤγουν διὰ κλήρου ἀποκατέστησαν . πολὺ μεταλλάξαντες τῆς τοῦ δήμου διοικήσεως : μεταθέντες
Συρίας , ἐπείσθησαν οἱ στρατιῶται , καὶ λαβόντες πλείω μισθὸν ἀποκατέστησαν εἰς τὴν ἐξ ἀρχῆς εὔνοιαν . Ὁ δὲ Κῦρος
6448649 Δολοπων
Θετταλῶν [ - ] Αἰνιάνων ? ? ? ? Αἰτωλῶν Δολόπων Φθιωτῶν καὶ ἀξιοῦντος Νίκαιαν Λοκροῖς παραδιδόναι , ἣν παρὰ
νῆσός ἐστιν ἡ Σκῦρος μία τῶν Κυκλάδων ἧς ἐβασίλευε Λυκομήδης Δολόπων τὴν νῆσον οἰκούντων . ἐν γοῦν τῇ Σκύρῳ ταύτῃ
6448187 ἐπιθαλασσιον
, ἣν αὐτοὶ εἶχον ἐμπόριον ἐπὶ τῷ στόματι τοῦ ποταμοῦ ἐπιθαλάσσιον , πέντε καὶ εἴκοσι σταδίους ἀπέχον ἀπὸ τῆς νῦν
δὲ ἀπ ' αὐτῶν ἀφίκοντο ἐς Πρασιὰς τῆς Λακωνικῆς πόλισμα ἐπιθαλάσσιον , καὶ τῆς τε γῆς ἔτεμον καὶ αὐτὸ τὸ
6447529 ὀχυρου
ἐπὶ πᾶσι καλουμένους . ὥσπερ γὰρ οἰκίας οὔτε ἄνευ λιθολογήματος ὀχυροῦ οὔτε ἄνευ τῶν στέγειν ποιούντων οὐδὲν ὄφελος , οὕτως
, καὶ κατακτανεῖν . χρήσιμοι δ ' ἐκκαλέσασθαι ἐκ χωρίου ὀχυροῦ πολεμίους τῷ διὰ μακροῦ τὰ βέλη ἀφιέντες ἐλπίδα παρέχειν
6442990 Κυθηριοι
: καὶ μάχης γενομένης ὀλίγον μέν τινα χρόνον ὑπέστησαν οἱ Κυθήριοι : ἔπειτα τραπόμενοι κατέφυγον εἰς τὴν ἄνω πόλιν καὶ
, Ἡρωδιανοί , Ἀπολλώνιοι , Πτολεμαῖοί τε Ἀσκαλωνῖται καὶ οἱ Κυθήριοι . πρότερος δὲ ἦν Ζηνόδοτος ὁ Ἐφέσιος , πέμπτος
6442940 Ἀριαν
ἐπὶ Βάκτρων Ἀλέξανδρος ἐκ τῆς Παρθυηνῆς : εἰς γὰρ τὴν Ἀρίαν ἧκεν , εἶτ ' εἰς Δράγγας , ὅπου Φιλώταν
διόπερ εὐζώνους ἄνδρας ἐξέπεμψεν εἰς τὴν Παρθυαίαν καὶ Δραγγινὴν καὶ Ἀρίαν καὶ τὰς ἄλλας τὰς πλησιοχώρους τῇ ἐρήμῳ , προστάξας
6442221 Ἀπουληιος
γάρ οἱ συνάρχων οὐ συνέθετο . μικρὸν οὖν ὕστερον ὁ Ἀπουλήιος ὡς ἀμυνούμενος τὸν Μέτελλον ἐς ἑτέραν παρήγγελλε δημαρχίαν ,
. ἐπειδὴ παρὰ Ἀπουληίου στρατιάν τέ τινα εἰλήφει , ὅσην Ἀπουλήιος εἶχεν , καὶ χρήματα ἐς ἑξακισχίλια καὶ μύρια τάλαντα
6439524 προφθασαι
ὑποτιθεμένη τὸ προτερῆσαι ἀποκτείναντα ἢ ὑστερῆσαι , ὅτι κρεῖττον τὸ προφθάσαι καὶ ἀναιρῆσαι τὸν πολέμιον ἢ ὕστερον ἀναιρεθῆναι ὑπ '
τοὺς βωμοὺς δηλονότι βαδίσας προεδίδαξέ με . . ἤγουν τὸ προφθάσαι δηλ . καὶ λαβεῖν τὰ πέμματα . Θ .
6436335 Ζαγκλη
Ζάβιοι , ἔθνος Ἰνδικόν , πολεμῆσαν μετὰ Δηριάδου Διονύσῳ . Ζάγκλη , πόλις Σικελίας , Ἑκαταῖος Εὐρώπῃ . οἱ μὲν
ἀνελπίστων τόδε : κλῆσιν ὅθεν τέθεικε τῇ πόλει Γέλαν . Ζάγκλη : ὅτι οἱ Ζαγκλαῖοι ἀπὸ Κύμης Χαλκιδικῆς πόλεως καὶ
6435966 σῳζοντας
τῆς πόλεως ; οὐδεὶς ἡμᾶς μισήσειεν ἂν ὁρῶν τιμώσας τοὺς σῴζοντας θεούς . τί τάδε : εἰ μὲν στίξεις εἰς
δαιμόνων ] τῶν θεῶν . τιμᾶν ] τὸ τιμᾶν τοὺς σῴζοντας θεούς . μὴ κακοσπλάγχνους τιθῇς : σπλάγχνα λέγεται τὰ
6432012 κατακληρουχησαντες
δ ' ἐκ τῶν συμμάχων καταλέξαντες , καὶ τὴν χώραν κατακληρουχήσαντες μέχρι μέν τινος ἐκράτουν τῶν Θρᾳκῶν , ὕστερον δὲ
εἶναι δοκούντων , κατελάβοντο μὲν τῆς Αἰθιοπίας τὴν κρατίστην , κατακληρουχήσαντες δὲ πολλὴν χώραν ἐν ταύτῃ κατῴκησαν . ὁ δὲ
6431961 Εὐαρχος
γὰρ τό τε ἀπέρχεσθαι καὶ τὸ ἀποστέλλεσθαι . ἆρ ' Εὔαρχος ; οὐ δῆτα ἀλλ ' Ἀπολλωνίδης . Τὸ σόφισμα
τὸν ἀδελφὸν ἠρωτᾶτο τοῦ Εὐάρχου : ἦσαν δὲ ὅ τε Εὔαρχος καὶ ὁ ἀδελφὸς αὐτοῦ υἱοὶ τοῦ Ἀπολλωνίδου : ἦν
6430950 Ἰμβριοι
πλὴν Μηθύμνης : οὗτοι δὲ τοῖς Ἀθηναίοις ἐβεβοηθήκεσαν , καὶ Ἴμβριοι καὶ Λήμνιοι καὶ τῶν ἄλλων ὀλίγοι τινὲς ξυμμάχων .
λέγουσιν οἱ Κᾶρες . ἔστι καὶ πόλις . οἱ οἰκοῦντες Ἴμβριοι . Ἱμέρα , πόλις Σικελίας . Ἑκαταῖος Εὐρώπῃ .
6430200 ἐξεπολιορκησαν
κατεχάλασαν . ἐς Βυξάντιον : ἀπὸ κοινοῦ τὸ ἐστράτευσαν . ἐξεπολιόρκησαν : πολιορκῆσαι τὸ μόνον πόλει προσκαθεσθῆναι πολεμίους : ἐκπολιορκῆσαι
ἔπεμψαν . Ὡς Ἀθηναῖοι τὸν τῶν Λακεδαιμονίων ναύαρχον καταναυμαχήσαντες Κύζικον ἐξεπολιόρκησαν . Ὡς Λακεδαιμονίων ἐξ Εὐβοίας πεντήκοντα ναῦς ἀποστειλάντων ἐπὶ
6427358 καταστρεφομενοι
τὴν δυναστείαν πολύν τινα διετέλεσαν χρόνον , ἄλλοτ ' ἄλλους καταστρεφόμενοι τέως ἕως ἅπαντας ὑποχειρίους ἔλαβον διακοσιοστῷ σχεδόν τι ἔτει
, ἐπῆρξαν δὲ Καρίας , καὶ προῆλθον τὴν ἑῴαν ἅπασαν καταστρεφόμενοι , καὶ ὡμολόγησαν ἡμῖν δουλεύειν Αἰγύπτιοι καὶ Βλέμμυες καὶ
6426485 Δυρραχιον
, νομιζόμενος εἶναι Ποσειδῶνος , ἐπίνειον ᾤκισε τῇ πόλει καὶ Δυρράχιον ὠνόμασε . πολεμουμένῳ δ ' ὑπὸ τῶν ἀδελφῶν τῷδε
: ποῖαι ; αἱ καθεξῆς ῥηθησόμεναι Ἐπίδαμνος : ἣ νῦν Δυρράχιον καλεῖται , ἥν τινες παραγραμματίζοντες Δοράκιον καλοῦσιν ʃ ἀρχὴ
6425728 κατασκευασειν
ξύλα αὐτῆς πολλά ἐστιν ἃ δεῖ οἰκεῖα ἔχειν τὸν μέλλοντα κατασκευάσειν ἅμαξαν : τυγχάνει δὲ ἐκεῖνα διὰ τὸ πλῆθος οὐκ
* καὶ ἀναιρῶν * ἐκ τῶν κρανίων ἐκείνων ναὸν ἔμελλε κατασκευάσειν ὥσπερ καὶ Ἀνταῖος καὶ Εὔηνος καὶ Φόρβας καὶ Διομήδης
6424790 ἀνελουσαν
αὐτὸν , ὥστε ἀπολέσθαι . ἀνδροδάμαν δὲ τὴν τὸν ἄνδρα ἀνελοῦσάν φησιν : ἡ γὰρ Ἐριφύλη τὸν ἑαυτῆς ἄνδρα Ἀμφιάραον
αὐτὸν , ὥστε ἀπολέσθαι . ἀνδροδάμαν δὲ τὴν τὸν ἄνδρα ἀνελοῦσάν φησιν : ἡ γὰρ Ἐριφύλη τὸν ἑαυτῆς ἄνδρα Ἀμφιάραον

Back