καὶ πάσας τὰς περιλαμπομένας φύσεις ὑπερβαλλούσας τῇ λαμπρότητι , οἱ προσεδρεύοντες τοῖς μεταλλικοῖς ἔργοις τῷ πλήθει τῶν ἐργαζομένων κατασκευάζουσι τὸν
πολλὴν ἔχοντες τοῦ μετάλλου δαψίλειαν . οἱ γὰρ ταῖς ἐργασίαις προσεδρεύοντες κόπτουσι τὴν πέτραν , καὶ τοὺς τμηθέντας λίθους κάουσιν
7105637 κροκοδειλοι
θερμότητι τῶν δακρύων κατεσθίει καὶ ταύτην ⋮ Ὅταν οὖν οἱ κροκόδειλοι τέκωσι , τὸν δὲ τὸν τρόπον ἐλέγχουσι τὸ γνήσιον
. καὶ γὰρ ἀντιπαθείᾳ τινὶ εἰώθεισαν ὡς ἐπίπαν οἱ ἄγριοι κροκόδειλοι νυκτὸς ἐπέρχεσθαι τῷ δηχθέντι , καὶ ὥς φασιν ,
6835421 ἀθετοι
καὶ ῥοδίνῳ , ἢ οἰνανθίνῳ , ἢ μηλίνῳ : οὐκ ἄθετοι δὲ οὐδὲ σπόγγοι , ὀξυκράτῳ δεδευμένοι : ταῖς δὲ
ὑγιεινῶϲ ἔχοντεϲ τὰ ϲώματα καὶ πολὺ αἷμα καὶ χρηϲτὸν κεκτημένοι ἄθετοι καὶ οἱ δυϲεμεῖϲ καὶ οἱ δειλοὶ τὸ ἦθοϲ τῆϲ
6760293 ἐπικρατουντες
, κατὰ τοῦτο ἀμύνοντες τοῖς βιαζομένοις αὑτῶν ἀνεῖργον τοὺς Μεσσηνίους ἐπικρατοῦντες τῷ πλήθει . οἱ δὲ ὁπότε ἀνακοπεῖεν , κατ
γνώμῃ συστρέψαντες ἑαυτοὺς νέοι καὶ βίαιοι καὶ πλήθει τῶν ἑτέρων ἐπικρατοῦντες καὶ τότε ἀντέπραττον καὶ πολλῇ καταβοῇ ἐχρῶντο , τὴν
6719274 πλησιαζουσιν
ἀπολαύσωσιν , αὖθις [ αὐτοῖς ] νεανίσκους ἀκμάζοντας , οἳ πλησιάζουσιν αὐτοὶ ἐκείνοις . ἀφροδισιάζουσιν δὲ καὶ ποιοῦνται τὰς συνουσίας
ἢ τὸ ἄγκιστρον ἢ ὁ σχοῖνος ἀποῤῥαγῇ . χρίμπτουσι : πλησιάζουσιν , ἐμβάλλουσι , προσβάλλουσιν . ἐμπίπτουσιν : προσπίπτουσιν .
6625562 κατακοπτουσι
καρποῖς : ἔχουσι δὲ καὶ πρόβατα ὀλίγα ὥστ ' οὐδὲ κατακόπτουσι φειδόμενοι τῶν ἐρίων χάριν καὶ τοῦ γάλακτος : τὴν
δὲ ὄντες οὐχ ἡσσηθήσονται . . . οἳ τοὺς πύργους κατακόπτουσι καὶ κατερείπουσιν . ἱππιοχάρμας δὲ κλόνους λέγει τοὺς πολεμικοὺς
6600248 προκρινουσι
ἔοικεν , ἔστι δὲ ὅτε καὶ μήλῳ . Πάντων δὲ προκρίνουσι μάλιστα τὸν εἶδος ἔχοντα λίαν ἐρυθρὸν καὶ αἱματῶδες ,
ἐπιτήδειος πρὸς κεραμείαν , ἀλλὰ τῆς κεραμίτιδος γῆς οἱ μὲν προκρίνουσι τὴν πυρρὰν τὸ χρῶμα , οἱ δὲ τὴν λευκήν
6546326 διψωντες
δὲ προσεχώρουν , ἅτε μελισσῶν σμήνη , τοῦ ἡμετέρου λίαν διψῶντες αἵματος καὶ πάντας ἄρδην καταπιεῖν γλιχόμενοι . Τῇ πόλει
γῆς . διαλέγονται δὲ ἀεὶ περὶ χρημάτων , ὥσπερ οἱ διψῶντες περὶ πηγῶν . μακαρίζουσιν οὐ Νέστορα , οὐκ Ἀργανθώνιον
6529927 πινομενοις
τῷ αἵματι : προσπλέκειν δέ ποτε καὶ τοῖς ἐσθιομένοις καὶ πινομένοις καὶ τῶν εὐωδῶν τι σπερμάτων , τῶν λαχάνων δὲ
, καὶ σταφυλίνου σπέρμα . Προσέχειν δὲ χρὴ καὶ τοῖς πινομένοις ὕδασιν . οὐκ ὀλίγοι γὰρ διεφθάρησαν , ἐμπεσόντων θηρίων
6528916 Λιθοι
λίθοϲ κϚ Ϲμύριϲ κίϲϲηριϲ ὄϲτρακα κλιβάνου καὶ τὰ ἄλλα κζ Λίθοι οἱ ἐν τοῖϲ ϲπόγγοιϲ κη Ναξίαϲ ἀκόνηϲ τὸ ἀπότριμμα
χρησιμεύει δὲ καὶ εἰς σαπήματα οὔλων καὶ ὀδόντων σμῆξιν . Λίθοι οἱ ἐν σπόγγοις εὑρισκόμενοι θρυπτικῆς δυνάμεώς εἰσιν , οὐ
6474460 οὐρεονται
. Σίκυοι ὠμοὶ ψυχροὶ καὶ δύσπεπτοι : οἱ δὲ πέπονες οὐρέονται καὶ διαχωρέονται , φυσώδεες δέ . Βότρυες θερμοὶ καὶ
οὐρέονται μᾶλλον : καὶ οἱ λευκοὶ καὶ οἱ λεπτοὶ γλυκέες οὐρέονται μᾶλλον ἢ διαχωρέουσι , καὶ ψύχουσι μὲν καὶ ἰσχναίνουσι
6422982 συνεχονται
πάντες ἄνθρωποι φιλόζωοι τυγχάνουσιν , εἰ καὶ θλίψεσι καὶ ἀνάγκαις συνέχονται . χελιδὼν καὶ κόραξ περὶ κάλλους ἀλλήλοις ἐμάχοντο .
: εἴκελα καὶ φώκῃσιν : ἐπεὶ μάλα δηρὸν ἕκαστοι ἐξόπιθεν συνέχονται , ἀρηρότες ἠΰτε δεσμῷ . Πουλύποδος δ ' ὀλοοί
6398850 ἀπορρεουσιν
οἱ πόδες . ἢ καὶ ἄλλως : πολλάκις ἰχῶρές τινες ἀπορρέουσιν ἐκ τῆς φλεγμονῆς καὶ παχέα πνεύματα , καὶ ὡς
, φησιν , καὶ δέρμα ὑποβάλλειν , ἵνα οἱ ἰχῶρες ἀπορρέουσιν . , , . = , , . καὶ
6395342 ἠπειρωται
ἔθνη , χῶραι , ἡ Ἑλλάς , ἡ βάρβαρος , ἠπειρῶται , νησιῶται , ἡ Εὐρώπη , ἡ Ἀσία ,
ζῴοις λογισμὸν περιτιθέναι . τοὺς δὲ Ἀθηναίους ἐπαινεῖ , ἐπεὶ ἠπειρῶται ὄντες ἀντεποιήσαντο τῆς θαλάττης , καὶ οὐκ ἀπέτυχον τῆς
6360798 ἀνθελκοντες
δὲ ὡς καὶ θηρευθείσης τῆς θηλείας τριόδοντι οἱ ἄρρενες ἐπαρήγουσιν ἀνθέλκοντες αὐτήν : ἂν δ ' οἱ ἄρρενες ἁλῶσιν ,
' ὡς καὶ θηρευθείσης τῆς θηλείας τριόδοντι οἱ ἄρρενες ἐπαρήγουσιν ἀνθέλκοντες αὐτήν : ἂν δ ' οἱ ἄρρενες ἁλῶσιν ,
6348203 χιτωνες
, ὦ τέκνον , περιβέβληται χιτῶσιν . ὅταν οὗτοι οἱ χιτῶνες πυκνοὶ ὦσι καὶ παχεῖς , οὐκ ὀξυωπεῖ ὁ ὀφθαλμός
] ὕων [ σπαρναί τε χλαῖναι [ ] ες τε χιτῶνες [ [ βουκόλοι ] ἀγροιῶται ? [ [ ]
6345486 πλησιαζοντες
τοὺς δὲ ἐλαύνοντες , παρθένοις δὲ καὶ μειρακίοις καὶ γυναιξὶ πλησιάζοντες αἷς ἂν ἐθέλωσιν , ἑστιάσεων δὲ καὶ εὐωχιῶν τῶν
ἀτόμῳ οὐσίᾳ τῇ μάλιστα οὐσίᾳ δειχθείσῃ : ὡς γὰρ οἱ πλησιάζοντες τῷ πυρὶ μᾶλλον θερμαίνονται καὶ οἱ πλησίον τῆς μονάδος
6329273 συνεστραφησαν
δαιμονίων ἐπταικότων περὶ τὰς Θήβας , οἱ μὲν Βοιωτοὶ θαρρήσαντες συνεστράφησαν , καὶ κοινὴν συμμαχίαν ποιησάμενοι , δύναμιν ἀξιόλογον συνεστήσαντο
γὰρ ἀπ ' αὐτῶν πλὴν ὀλίγων ἅπαντες οἱ σύμμαχοι , συνεστράφησαν δὲ αἱ τῶν πολεμίων δυνάμεις καὶ πλησίον ποιησάμενοι παρεμβολὰς
6321186 ἐπλεονεκτουν
προεῖχον , οἱ δὲ Πέρσαι τῷ πλήθει καὶ ταῖς παρασκευαῖς ἐπλεονέκτουν : συνήργουν γὰρ αὐτοῖς οἱ ἀπὸ τῶν τειχῶν συναγωνιζόμενοι
οἱ παρὰ ἀμφότερα τεταγμένοι τὰ κέρατα προειδότες , ἐν οἷς ἐπλεονέκτουν αὐτοὶ τῶν πολεμίων , εἰς ταῦτα κατέφευγον , Ῥωμαῖοι
6314883 κοποις
γένους ἡ κυρίως διαίρεσις ἥδε ἐστίν : ἢ γὰρ ἐπὶ κόποις , ἢ μέθαις , ἢ ὀργαῖς , ἢ λύπαις
τὴν ἁπλότητα αὐτῶν καὶ πᾶσαν νηπιότητα ἐπλήθυνεν αὐτοὺς ἐν τοῖς κόποις τῶν χειρῶν αὐτῶν καὶ ἐχαρίτωσεν αὐτοὺς ἐν πάσῃ πράξει
6285449 κισσηρει
τὸ μὲν ἐν τοῖς κατὰ παράθεσιν μορίοις θεωρούμενον , ὡς κισσήρει καὶ σπόγγῳ , ὅτε καὶ ὑπὸ τὰ πρός τι
βάλλει τε καὶ οὐ βάλλει . ταῦτα εἴρηται ἐπὶ εὐνούχου κισσήρει βεβληκότος νυκτερίδα καὶ διὰ τὸ μὴ ἀκριβῶς ἰδεῖν ἐφημαρτηκότος
6276953 κεφαλαλγεες
ἰσχυροὶ καὶ τὰ ἄλλα καὶ τοῖσιν ὀστέοισιν : οἱ δὲ κεφαλαλγέες καὶ ὠτόῤῥυτοι : τουτέοισιν ὑπερῷαι κοῖλαι καὶ ὀδόντες παρηλλαγμένοι
καρτεραύχενες , ἰσχυροὶ καὶ τἄλλα καὶ ὀστέοισιν : οἱ δὲ κεφαλαλγέες , καὶ ὠτόῤῥυτοι : τουτέοισιν ὑπερῷαι κοῖλαι , καὶ
6261709 ξηραινουσι
καταπλάττοντες ἀλεύροις , οὐκ εἰδότες , ὅτι μᾶλλον ἐπικαίουσι καὶ ξηραίνουσι τὴν ἐπιφάνειαν ἤπερ διαφοροῦσί τι τοῦ ὑποκειμένου χυμοῦ .
ἐκπεσεῖν ἐξ αὐτῶν τὸ ὕδωρ . ξηρανθεῖσαι γὰρ τοῦ θέρους ξηραίνουσι καὶ τὸν ποταμόν : ταπεινωθεὶς δὲ τὰς ἐποχετείας οὐ
6260978 ἀποκρουει
. . . οὐγγ . δʹ ὕδωρ ὄμβριον . θαυμαστῶς ἀποκρούει καὶ λεπτύνει φλεγμονάς . Καδμίας . . . .
. . οὐγγ . ιβʹ ὕδωρ ὄμβριον . πάνυ καλῶς ἀποκρούει καὶ παρηγορεῖ παχυτέρα ἡ χρῖσις . εἰρηκότες ἤδη ,
6237357 ἐφιδρωντες
ἀδυνάτῳ , οἷσι τὰ τοιαῦτα , ἐλπὶς ἐκστῆναι . Οἱ ἐφιδρῶντες καὶ μάλιστα κεφαλὴν , ἐν ὀξέσιν , ὑποδύσφοροι ,
κάτω διελθοῦσα , θανάσιμον . Οἱ μετὰ καταψυξίων οὐκ ἀπύρων ἐφιδρῶντες ἄνω , δύσφοροι , φρενιτικοί τε καὶ ὀλέθριοι .
6215175 κατατεμνοντες
, οἱ δὲ περὶ αὐτὸν γεωργοὶ διώρυχας ἔνθεν καὶ ἔνθεν κατατέμνοντες , ὁπόσα Αἰγύπτιοι τῷ Νείλῳ , χρῶνται καὶ οὗτοι
τῶν προειρημένων ζῴων . οἱ δὲ τοῖς μὲν ἱέραξι κρέα κατατέμνοντες καὶ προσκαλούμενοι μεγάλῃ τῇ φωνῇ πετομένοις ἀναρρίπτουσι , μέχρι
6214623 θαυματοποιια
ἐλέφαντες δέ τινες καὶ ξένα μορμολύκεια πρὸς τοὺς ὁρῶντας καὶ θαυματοποιία ἄλλως : ἐκεῖνα γοῦν ἐπαινοῦσι πάντες . οἷς δὲ
τελεσταί ἀπομάκται ἀπομάκτριαι , καὶ τὸ ῥῆμα ἀπομάξομαι . θαυματοποιός θαυματοποιία , θαυμάτων δημιουργοί . μηχανοποιός μηχανοποιία μηχανήματα μηχαναί ,
6213855 χαρισεται
οὐρανοὶ ἀγαλλιάσονται ἐν ταῖς ἡμέραις αὐτοῦ , καὶ ἡ γῆ χαρίσεται , καὶ αἱ νεφέλαι εὐφρανθήσονται , καὶ ἡ γνῶσις
καὶ τόπους ἐκ τόπων ἀμείψει καὶ κτημάτων κυριεύσει καὶ πολλὰ χαρίσεται , ἐὰν δὲ καὶ ὁ τῆς Ἀφροδίτης ἐπιθεωρήσῃ χρυσοῦ
6212910 προσοψημασιν
ἐλαιώδους καὶ λιπώδους ποιότητος : ὥστε μέτριον μὲν βαλλόμενον ἐν προσοψήμασιν , οὐκ ἐμφανῶς τὴν ἑαυτοῦ δείκνυσι βλάβην , πλεονάσαν
εἰ μὴ παραμυθῇ μ ' ὀψαρίοις ἑκάστοτε , ἀντὶ τοῦ προσοψήμασιν ἀκούομεν . καὶ γὰρ Ἄλεξις ἐν Παννυχίδι περιθεὶς μαγείρῳ
6210605 γηρωσιν
καὶ ἐρωτικὰς συμπαθείας : μάλιστα τὴν ἔντασιν παρέχει τοῖς ἤδη γηρῶσιν τοῖς τε θέλουσιν πολλὰ συνουσιάζειν . ποιεῖ δὲ καὶ
τοὺς γονεῖς γηροβοσκοῦσι . γηράντεσσι : ⌊ ἀντὶ τοῦ τοῖς γηρῶσιν ⌋ : ἀπὸ τοῦ γήρημι γέγονεν . Ὅμηρος :
6207284 μυρμηκες
τῆς ψάμμου τὴν ταχίστην ἐλαύνουσι ὀπίσω : αὐτίκα γὰρ οἱ μύρμηκες ὀδμῇ , ὡς δὴ λέγεται ὑπὸ Περσέων , μαθόντες
ὁ Εὔριπος ταῖς ἑβδόμαις οὐ στρέφεται . καὶ ὅτι οἱ μύρμηκες ταῖς νουμηνίαις ἀναπαύονται . Οἱ Δελφοὶ δὲ λέγουσιν ὅτι
6204031 ὀδυνωμενοι
ἐστι παρὰ τὸ ἔδω . οἱ γὰρ χολούμενοι πρότερον ἑαυτοὺς ὀδυνώμενοι κατεσθίουσι . Ὠρακίω . παρὰ τὸ αἰκίζεσθαι τὴν ὥραν
τοὺς ἐντυγχάνοντας , ἀλλήλους ἐκτρεπόμενοι , κεντούμενοι τῆς νυκτός , ὀδυνώμενοι μεθ ' ἡμέραν . ἔσωσε μὲν Ἀλέξανδρος τὴν πόλιν
6202212 πασσαλους
ἄλειφε , καὶ σκίλλαν κύκλῳ περιφύτευσον . Ἐὰν δὲ πευκίνους πασσάλους καταπήξῃς κύκλῳ τῶν δένδρων , διαφθαρήσονται οἱ σκώληκες .
, τούτῳ τῷ μηνὶ ἐλαίας καὶ ῥοιὰς καὶ μυρσίνας εἰς πασσάλους κόψαντας , δύνασθαι φυτεύειν ἐν τοῖς ὑγροῖς τόποις καὶ
6198595 λυμαινονται
, οἳ ἐπὶ πολὺν ἤδη χρόνον συνεργοῦντές τισι τῶν ῥητόρων λυμαίνονται τὴν πολιτείαν , μήτε τὰς τῶν ξένων δεήσεις ,
μύες παραχρῆμα τίκτονται . οὐκοῦν κατὰ τὰς ἀρούρας πλανώμενοι οὗτοι λυμαίνονται τοῖς ληίοις ὑποτέμνοντες τοὺς στάχυς καὶ ὑποκείροντες , ἤδη
6186015 ξυνεχομενοι
ἠμελημένων ἀνθρώπων καὶ ἔδρασαν ἐς φρέατα , τῇ δίψῃ ἀπαύστῳ ξυνεχόμενοι : καὶ ἐν τῷ ὁμοίῳ καθειστήκει τό τε πλέον
οὐχ οἱ τοξόται , ἀλλ ' οἱ ὁπλῖται τῷ αὐτῷ ξυνεχόμενοι : ἀντὶ τοῦ διώκοντες καὶ ὑποχωροῦντες κατὰ πόδας :
6179551 μαστοι
, ἀσθενὲς τὸ ἔμβρυον σημαίνει : ἢν δὲ στερεοὶ οἱ μαστοὶ ἔωσιν , ὑγιεινότερον τὸ ἔμβρυον σημαίνει . Ὁκόσαι διαφθείρειν
ἄνω μέρη γυμνάζεται μᾶλλον , καὶ ἀπαιωρούμενοι μέχρι πλείονος οἱ μαστοὶ τῷ μηδὲ αὐτοὺς μένειν ἀργοὺς νοστιμώτερόν τε καὶ πλεῖον
6176413 συνειποντο
τιμῆς . Ὅτι πολλαὶ γυναῖκες καὶ παρθένοι καὶ παῖδες ἐλεύθεροι συνείποντο τοῖς Καπυηνοῖς διὰ τὴν ἀπορίαν τῆς τροφῆς : καὶ
, φορτίδων δὲ τετρακοσίων : κέλητές τε καὶ λέμβοι πολλοὶ συνείποντο αὐτῷ . καὶ στρατιὰν ἦγε πεζοὺς μὲν ἑξακισχιλίους ἐπὶ
6166381 κεφαλαλγειϲ
ἀξιόλογον τροφὴν διδόαϲι τῷ ϲώματι . εἰϲὶ δὲ καὶ αὗται κεφαλαλγεῖϲ , πολὺ δὲ μᾶλλον αἱ πρῶται ῥηθεῖϲαι . Ἐβίϲκοϲ
τῷ ϲτόματι τῆϲ κοιλίαϲ : οἱ δὲ καὶ μᾶλλόν εἰϲι κεφαλαλγεῖϲ . ὁ δὲ ἐξ αὐτῶν ἀναδιδόμενοϲ εἰϲ τὸ ϲῶμα
6161097 ἁλτηρες
ἑταίρᾳ διὰ τὸ μηδαμοῦ μένειν καὶ πρὸς πολλοὺς φοιτᾶν . ἁλτῆρες δὲ καὶ ἡ δι ' αὐτῶν γυμνασία τὸ μὲν
τοῖς ἀναθήμασίν ἐστι τοῖς Μικύθου φέρων ἁλτῆρας , οἱ δὲ ἁλτῆρες οὗτοι παρέχονται σχῆμα τοιόνδε : κύκλου παραμηκεστέρου καὶ οὐκ
6155080 διαλλαττοντες
, οἱ δὲ ἔλαττον , ἔτι δὲ καὶ τοῖς μεγέθεσι διαλλάττοντες , διὰ τὸ ποτὲ μὲν ἀπογειότεροι , ποτὲ δὲ
, δύο δὲ οἱ χαυλιόδοντες πολὺ τῷ μεγέθει τῶν ἄλλων διαλλάττοντες . σαρκο - φαγεῖ δ ' οὐ μόνον ἀνθρώπους
6153638 οὐρητηρες
τῶν λαγόνων . ἀπ ' αὐτῶν δ ' ἐκφύονται οἱ οὐρητῆρες διάγοντες τὸ οὖρον ἐπὶ κύστιν . ἡ οὐσία τῶν
καὶ κενοῦν τὴν γαστέρα κλύσμασιν , ὡς μὴ πιέζωνται οἱ οὐρητῆρες . Μετὰ δὲ ταῦτα , πραϋνομένων ποσῶς τῶν ὀδυνῶν
6145590 Ὀρφικοι
Τυνδάρεων , ὥς φησι Πανύασσις , Ὑμέναιον , ὡς οἱ Ὀρφικοὶ λέγουσι , Γλαῦκον τὸν Μίνωος , ὡς Μελησαγόρας λέγει
τὴν δὲ τάξιν , ἣν δεδώκαμεν τῶι σφαιρώματι , οἱ Ὀρφικοὶ λέγουσι παραπλησίαν εἶναι τῆι ἐν τοῖς ὠιοῖς : ὃν
6141843 εὐαλωτοι
. ἐὰν δὲ μένετε στασιάζοντες καὶ φιλονεικοῦντες , εὐχερῶς ἔσεσθε εὐάλωτοι . ” ὁ μῦθος δηλοῖ , ὅτι τοσοῦτον ἰσχυροτέρα
ναυτικὸς στρατὸς κακωθείς ] τῶν ναυτικῶν φθαρέντων οἱ ἐν Ψυτταλείᾳ εὐάλωτοι γεγένηνται . ἀρωγῆς ] τῆς ἀπολομένης . οὐδέ τις
6140843 ἐπακολουθουντες
παρ ' ἡμῖν γλεύκει . ταῖς δὲ ἀγέλαις τῶν θρεμμάτων ἐπακολουθοῦντες ἄλλην ἐξ ἄλλης χώραν ἐπιπορεύονται , φεύγοντες τὸ τοῖς
τῆς ἁλιείας καὶ μάλιστα τῶν πηλαμύδων καὶ τῶν δελφίνων : ἐπακολουθοῦντες γὰρ ταῖς ἀγέλαις τῶν ἰχθύων , κορδύλης τε καὶ
6138956 ὀλιγαρχικοι
. . . : καὶ οἱ μὴ δοκοῦντες μὲν ὅλως ὀλιγαρχικοὶ εἶναι , ὄντες δὲ ἐν τῇ συνωμοσίᾳ , μεγάλως
στασιάσαιεν πρὸς ἀλλήλους πρὸς τούτους ἤδη ἐχώρουν : οἱ μὲν ὀλιγαρχικοὶ πρὸς Λακεδαιμονίους , οἱ δὲ δημοκρατικοὶ πρὸς Ἀθηναίους Οὐχ
6137051 καταψυχοντες
τοῦ Κυνὸς καὶ θύειν αὐτῷ . ὅθεν οἱ ἐτησίαι πνέουσι καταψύχοντες τῷ θέρει τὴν γῆν , καὶ αὐχμοῦ ἀπηλλάγησαν οἱ
λεπτά , ἔπειτα οὖρα δυσώδη , εὔχρηστοι δὲ πάντες χυλοὶ καταψύχοντες . ἀπὸ δὲ τῆς □ ἐὰν ἡ ☾ τὰ
6121054 ὑπαγοντα
λιπαρὰ , καὶ τὰ διὰ στέατος ἢ βουτύρου προςφάτου : ὑπάγοντα γὰρ τὴν κοιλίαν , ὥςπερ εἶπον , καὶ τὸν
, καὶ τὸ σῶμα ἰσχναίνειν καὶ σιτίοισι καὶ φαρμάκοισι κάτω ὑπάγοντα , ὡς ἀποξηρανθῇ ἰσχναινομένου τοῦ σώματος , ἢ ἐκτρεφθῇ
6118160 σπειρουσι
δὲ Ἀλαζώνων οἰκέουσι Σκύθαι ἀροτῆρες , οἳ οὐκ ἐπὶ σιτήσι σπείρουσι [ τὸν ] σῖτον ἀλλ ' ἐπὶ πρήσι .
νοῦν οἴσει : Παθὼν δέ τε νήπιος ἔγνω . Ἄλλοι σπείρουσι , ἄλλοι δὲ ἀμήσονται . Ἄρκτου παρούσης ἴχνη ζητεῖς
6116702 ἐκτεμνοντες
, ψάμμον ἄλλην ἀλλαχόθεν ἀγείροντες , καὶ τῆς γῆς φλέβας ἐκτέμνοντες , ἐς περιουσίην αἰεὶ βωλοκοπέοντες , ποιέοντες ἐκ γῆς
ἄνθρωποι : κοιτάζονται δὲ ἐπὶ * τῶν ῥιζῶν τῶν δένδρων ἐκτέμνοντες οἱ πολλοὶ καὶ δημοτικοί : διαδεχόμενοι δ ' οἱ
6113838 τεινομενοι
, καὶ τὰ τῶν ὀδόντων ἀποπίπτοντα πάλιν αὐτοῖς ἐπιβάλλουσι , τεινόμενοί τε καὶ προσστελλόμενοι , τῶν κροταφιτῶν μυῶν μηδὲν εἰς
, καὶ τὰ τῶν ὀδόντων ἀποπίπτοντα πάλιν αὐτοῖς ἐπιβάλλουσι , τεινόμενοί τε καὶ προσστελλόμενοι , τῶν κροταφιτῶν μυῶν μηδὲν εἰς
6102957 σκηνιται
μόνοι πρόσοικοι ὄντες , εὐσταλὲς καὶ κοῦφον ἔθνος , ἄνθρωποι σκηνῖται , ἀπὸ θήρας τὰ πολλὰ ζῶντες , ἐνίοτε οὗτοι
δὲ τῇ Φρυγίᾳ θεῷ . ἱπποφορβός : Λίβυες μὲν οἱ σκηνῖται τοῦτον εὗρον , χρῶνται δ ' αὐτῷ πρὸς τὰς
6097925 προσαπτουσι
κατὰ θάλατταν πραττομένων καὶ θυσίαις ὑπὸ τῶν ναυτιλλομένων τιμᾶσθαι . προσάπτουσι δ ' αὐτῷ καὶ τὸ τοὺς ἵππους δαμάσαι πρῶτον
καὶ οὕτως ἃ τῷ ὅλῳ προσήκει , ταῦτα τῷ ἀπείρῳ προσάπτουσι . ὅτι δ ' ἐν τῇ ὕλῃ τὸ ἄπειρον
6095899 κεραμοι
οἱ μὲν γὰρ πολῖται Αἰγινῆται καὶ Γαζαῖοι , οἱ δὲ κέραμοι Γαζῖται καὶ Αἰγιναῖοι . εἰσὶ καὶ διὰ τοῦ η
χόρτου συρφετώδους . ὥσπερ κέραμον : οἱ γὰρ καλῶς δεσμούμενοι κέραμοι δυσχερῶς καὶ μόλις κλῶνται . Γ ἔνδησον ὦ λῷστε
6094339 προσκειμεναι
τὴν πόλιν δι ' ἀήθειαν ὁρῶσαι αἱ κύνες ὀχλοῖεν ἂν προσκείμεναι . Τοῖς τε ἐπὶ τῷ τείχει μαχομένοις παραινεῖν οἷα
ἡ Δῆλος καὶ αἱ περὶ αὐτὴν Κυκλάδες καὶ αἱ ταύταις προσκείμεναι Σποράδες , ὧν εἰσι καὶ αἱ λεχθεῖσαι περὶ τὴν
6092001 προεχοντες
προεκλήθησαν , φρονήματι δὲ καὶ ταῖς κατὰ πόλεμον ἐμπειρίαις πολὺ προέχοντες τοῖς μὲν φυγομαχοῦσι νεωτέροις πικρῶς ὠνείδισαν τὴν ἀνανδρίαν ,
. ὅτι Κασάνδρας ἱερόν ἐστιν ἐν Ἰταλίᾳ ὅπερ ἱδρύσαντο οἱ προέχοντες τῶν Δαυνίων εἰς τιμὴν αὐτῆς . ἔστι δὲ πλησίον
6091953 νοσοποιον
χρεία τῶν ὁμοίων . τούτων γὰρ ἐῤῥωμένων οὐσῶν ἀποτρίβεται πᾶν νοσοποιὸν καὶ ἄχρηστον . ταῦτα δὲ βραχέα οὐκ εἰς διδασκαλίαν
καὶ χρονίζειν ποιοῦντες . μεγάλως ὠφελοῦσιν , ἐκκενοῦντες πᾶσαν τὴν νοσοποιὸν ὕλην : ἀλλ ' ἡ μοχθηρὰ δίαιτα πάλιν αὐτοὺς
6090985 στροφεις
καὶ ἔμβολα οἱ μὲν τοὺς καθέτας , οἱ δὲ τοὺς στροφεῖς : χαλκόδετά τ ' ἔμβολα : τοὺς μοχλοὺς τοὺς
ἀστραβέστατον τὸ τῆς πτελέας , δι ' ὃ καὶ τοὺς στροφεῖς τῶν θυρῶν ποιοῦσι πτελεΐνους : ἐὰν γὰρ οὗτοι μένωσι
6088627 θαλασσιοι
γενομένους παλιναιρέτους . Τί λέγεις σύ ; μάντεις εἰσι γὰρ θαλάσσιοι ; Γαλεοί γε πάντων μάντεων σοφώτατοι . Λεπάσιν ,
ἁλὶ ἁρπάζοντες , καὶ οἱ τῆς θαλάσσης ἀετοί : ἀετοὶ θαλάσσιοι : οἱ τῆς θαλάσσης ἀετοὶ , οὐχ ὅτι ἡ
6080406 ποθεντες
ξηρανθέντες καὶ τριβέντες καὶ σὺν πεπέρει ἐν μελικράτῳ ἐπιπασθέντες καὶ ποθέντες νεφριτικοὺς ἰῶνται . ἡ δὲ χολὴ αὐτοῦ μετὰ στέατος
κονδίτου , ἐχιοδήκτοις ἀρήγει . οἱ δὲ ὄρχεις σὺν οἴνῳ ποθέντες , ἀφροδισίαν παρορμῶσι καὶ εὐεξίαν παρέχουσι . Τῆς δὲ
6079140 μισγοντες
ἀτερπὴς καὶ ἄγαν διψώδης , ὅθεν οὐ πονηρῶς ἔνιοι ἀλόῃ μίσγοντες προσφέρουσιν , οἱ δὲ θύμου κόμῃ καὶ ἁλσίν ,
ῥοφεῖν . οἱ δ ' ἄνησον καὶ μέλι καὶ ἀμύγδαλα μίσγοντες τοῖς ἰκτερικοῖς καταπότια ποιοῦσιν ἁρμόζοντα . πλῆθος δὲ τούτου
6078697 ἐργαται
, τοῖς δὲ βίοις λιτοί : πάντες γεωργοὶ , οὐκ ἐργάται : δικαιοσύνην , πίστιν , ξενίαν ἀγαθοὶ διαφυλάξαι :
, δολεροί , κακοῦργοι , ἕτεροι δὲ ἑτέρων δόλων εἰσὶν ἐργάται . τῶν δὲ τομιῶν εὐνούχων ἔνια μεταβάλλει ἅμα τῇ
6078394 ἀναμιγνυσθαι
: ταῖς δὲ ῥισὶν ἐφελκομένους τὸν ἀέρα , τοῦτον γὰρ ἀναμίγνυσθαι : τῇ δὲ γλώσσῃ τοὺς χυμοὺς καὶ τὸ θερμὸν
, τὰς δὲ ποιότητας μηδαμῶς , ἢ τὰς μὲν ποιότητας ἀναμίγνυσθαι , μηκέτι δὲ τὰς οὐσίας , ἢ μηθέτερον ἀναμίγνυσθαι
6076097 βραχεις
κἀγὼ ῥᾷσθ ' ἃ βούλομαι δυνήσομαι διδάξαι . ἔσονται δὲ βραχεῖς περὶ πάντων οἱ λόγοι : Λαβὲ δὴ τοὺς νόμους
δὲ οὐ τούτους ὑπολαμβάνειν τοῦτο , ἀλλὰ εἰ σῶμα μήτε βραχεῖς μήτε παχεῖς ὦσιν , ἀμέλει [ δὲ ] οὕτως
6070844 κροταφοι
, περιαφθὲν τῷ πάσχοντι ἐν δέρματι ἐλάφου . οἱ δὲ κρόταφοι ἡμίκρανον θεραπεύουσιν , ὁ μὲν δεξιὸς εἰς δεξιὸν κρόταφον
καὶ γηραιοὶ , γεινόμενοι καὶ τεχθέντες . Πολιῶσι δὲ οἱ κρόταφοι πρότερον τῶν τοῦ ἀνθρώπου λοιπῶν μερῶν , ὅτι ταῦτα
6065144 γλυκεες
καὶ διαχωρητικοὶ , μάλιστα οἱ λευκοί : οἱ μὲν οὖν γλυκέες θερμαίνουσιν ἰσχυρῶς , διότι πουλὺ ἤδη τοῦ θερμοῦ ἔχουσιν
, ἀνέμου ἀττικῶς . Ταινίαι : στέφανοι . Λιγέαι : γλυκέες . συρίζουσιν : λαλοῦσιν . Νήησαν : ἔπλεκτον .
6063803 ἀδενεϲ
χαλαϲτικῇ τε καὶ ϲυϲϲαρκωτικῇ θεραπευέϲθωϲαν ἀγωγῇ . Καθάπερ οἱ ἀποϲκιρρωθέντεϲ ἀδένεϲ χοιράδεϲ προϲαγορεύονται , οὕτωϲ καὶ τὰ παρίϲθμια φλεγμήναντα καὶ
Ἀμυθάονοϲ καὶ τὰ πρὸϲ χοιράδαϲ ἀναγραφηϲόμενα φάρμακα . Αἱ χοιράδεϲ ἀδένεϲ εἰϲὶν ἐϲκιρρωμένοι κατά τε τὸν τράχηλον καὶ μαϲχάλαϲ καὶ
6063401 διαπεφωνηκασιν
δὲ τοῦ γένους τοῦ Τριόπα πολλοὶ τῶν συγγραφέων καὶ ποιητῶν διαπεφωνήκασιν : οἱ μὲν γὰρ ἀναγράφουσιν αὐτὸν υἱὸν εἶναι Κανάχης
ἢ τῆς χύσεως τοῦ κηροῦ . καὶ γὰρ ἐν τούτῳ διαπεφωνήκασιν , οἱ μὲν προσηγοριῶν αἴτιον εἶναι τὸ αἴτιον φάσκοντες
6052732 μονιμους
, κοπεῖσα , καὶ διὰ κοσκίνου τῷ οἴνῳ ἐμβληθεῖσα , μονίμους τοὺς οἴνους ποιεῖ . ῥιτίνη πιτυίνη , μάλιστα δὲ
πλείονα ἐπιγίνεσθαι . Ἀμύγδαλα γλυκέα τοῖς μέλασιν οἴνοις ἐμβληθέντα , μονίμους αὐτοὺς φυλάττουσι . Σταφὶς ἐξαιρεθέντος τοῦ γιγάρτου , καὶ
6051428 τραχηλοι
ἀκούειν δύνασθαι . Καὶ τοὺς πελεκίνους , οἷς εἰσιν οἱ τράχηλοι μήκιστοι , τροφῆς ἔχει πόθος οὐ μείων , ἀλλ
. λέπαδνα ] οἱ παχεῖς ἱμάντες , οἷς ἀναδεσμοῦνται οἱ τράχηλοι τῶν ἵππων πρὸς τὸν ζυγόν . ἐτυμολογεῖται δὲ ἀπὸ
6048642 εὐποιητα
' ἐφόρει , χρυσὸν καὶ ἀτειρέα χαλκὸν εἵματά τ ' εὐποίητα , τά οἱ Φαίηκες ἔδωκαν . καὶ τὰ μὲν
ὑφ ' ἅρμασι καὶ ποσὶν ἵππων : ἅρματα δ ' εὐποίητα καὶ ἄντυγες ἀμφαράβιζον ἵππων ἱεμένων . κεχάρητο δὲ Κύκνος
6048275 ὀρυγμασι
καὶ μελαίναις , βύρσαις τε παταγούσαις καὶ χειροτινάκτῳ πυρί , ὀρύγμασί τε καταγαίοις καὶ ὑπογαίοις καὶ ὑδάτων δεξαμεναῖς εἰς τύπον
καὶ μελαίναις , βύρσαις τε παταγούσαις καὶ χειροτινάκτῳ πυρί , ὀρύγμασί τε καταγαίοις καὶ ὑπογαίοις καὶ ὑδάτων δεξαμεναῖς εἰς τύπον
6048264 ἀντεταξε
τὴν φάλαγγα τῶν πεζῶν . Ἀννίβας δὲ τοῖς μὲν ἱππεῦσιν ἀντέταξε τοὺς ἐλέφαντας , τῇ δὲ φάλαγγι τοὺς πεζούς :
κέρας ὠχυρωμένον τοῖς τε θηρίοις καὶ τοῖς κρατίστοις τῶν ἱππέων ἀντέταξε τοὺς ἐλαφροτάτους τῶν ἱππέων , οἳ κατὰ στόμα μὲν
6048241 προσγραφουσιν
Ἔφορος δὲ ἀντὶ Μύσωνος Ἀνάχαρσιν : οἱ δὲ καὶ Πυθαγόραν προσγράφουσιν . Δικαίαρχος δὲ τέσσαρας ὡμολογημένους ἡμῖν παραδίδωσι , Θαλῆν
τούτων , οἷς τὰς αἰτίας , ἐπειδὰν συμβαίνωσιν ἑαυτοῖς , προσγράφουσιν , ἐπιόντες ὁπόταν καταλαμβάνηι κάματος : οἳ λόγωι θεοῦ
6031906 διαχωρεουσι
καταναλίσκοντες . Οἱ δὲ μαλακοὶ μέλανες ὑγρότεροι καὶ φυσῶσι καὶ διαχωρέουσι μᾶλλον . Οἱ δὲ γλυκέες μέλανες ὑγρότεροι καὶ ἀσθενέστεροι
ὄνειον μᾶλλον διαχωρέει . Πυροὶ ἰσχυρότεροι κριθῶν καὶ τροφιμώτεροι , διαχωρέουσι δὲ ἧσσον καὶ αὐτοὶ καὶ ὁ χυλός . Ἄρτος
6029802 ἐλεγχουσι
Ὅταν οὖν οἱ κροκόδειλοι τέκωσι , τὸν δὲ τὸν τρόπον ἐλέγχουσι τὸ γνήσιον καὶ τὸ νόθον . ἐάν τι παραχρῆμα
λύπης εἰσὶ σημαντικοί . κακούργους δὲ δεσμεύουσι καὶ τὰ κρυπτὰ ἐλέγχουσι : τοῖς γὰρ ἐληλεγμένοις καὶ καταφώροις γεγονόσι προσίασι .
6026768 ἀρχαιοτατοι
: τὴν δὲ θεὸν ἧς ἐστι τὸ ἱερὸν οἱ μὲν ἀρχαιότατοι Φλιασίων Γανυμήδαν , οἱ δὲ ὕστερον Ἥβην ὀνομάζου -
ἵδρυμα : οἱ δὲ Πελασγοὶ τῶν περὶ τὴν Ἑλλάδα δυναστευσάντων ἀρχαιότατοι λέγονται : καὶ ὁ ποιητής φησιν οὕτω „ Ζεῦ
6024584 διαφανεις
δὲ σεμιδαλῖται βαρύτεροί τέ εἰσι καὶ πυκνοὶ καὶ ξανθοὶ καὶ διαφανεῖς , καὶ δύσπεπτοι μέν εἰσιν , ἀνάδοσιν δ '
διὰ συμφυῶν σανίδων ἀλλ ' ἐκ κιγκλίδων συγκειμένας , ἵνα διαφανεῖς οὖσαι καὶ διῃρημέναι εἰς πλείους ὀπὰς ἀκωλύτως ὁρᾶν παρέχοιεν
6014680 προσαγουσι
ὁ δὲ Κῦρος τοῖς παροῦσιν ἐτείχιζεν . Ἐν δὲ τούτῳ προσάγουσι τῷ Κύρῳ τοὺς αἰχμαλώτους δεδεμένους , τοὺς δέ τινας
μὲν τροφὰς ἐκ τοῦ κοινοῦ λαμβάνουσι , τὰς δὲ θεραπείας προσάγουσι κατὰ νόμον ἔγγραφον , ὑπὸ πολλῶν καὶ δεδοξασμένων ἰατρῶν
6013909 παροξυσμοι
χρόνον ἀμοιροῦντα φαίνεται τὰ οὖρα πέψεως , καὶ οἱ κατέχοντες παροξυσμοὶ ἐπιμείνοιεν λυποῦντες τὸν κάμνοντα . Ἐπειδὰν δὲ βραχύ τι
τῶν ψυχόντων φαρμάκων ἐνεργείᾳ τε καὶ δυνάμει . οἱ δὲ παροξυσμοὶ τούτοις τριταϊκῶς κινοῦνται , καὶ ὀξέως μὲν εἰσβάλλουσιν ,
6013232 σπογγοι
ἰνίῳ , ὀσφραντὰ μῆλον , ἄλφιτον οἵ τε ἐκ θαλάσσης σπόγγοι καινοί . γινομένης δ ' ὀσμῆς καὶ μὴ διεξιόντος
τὰ μὴ ἔχοντα ὄστρακα , ὡς αἱ κνίδαι καὶ οἱ σπόγγοι ἐν ταῖς σήραγξι . δύο δὲ γένη κνιδῶν :
6009710 σωροι
ἰσχύσαντος τοῦ χρόνου ἀφανίσαι αὐτά . . θῖνες ] οἱ σωροί . τριτοσπόρῳ γένει ] τρίτῃ γενεᾷ . . ἄφωνα
: Σωροὺς ξύλων . θωμοὶ δὲ λέγονται οἱ τῶν πυρῶν σωροί . τυφὼς δὲ ἡ ἐξ ἀναθυμιάσεως τῆς γῆς συστροφὴ
6009057 ἡλοι
κολλύριον ἀντὶ κόμμεως ἀμμωνιακῷ ἀναληφθέν . ἀφαιροῦνται δ ' οἱ ἧλοι πλείονι χρόνῳ , κἂν τὸ ὑπερέχον τοῦ ἥλου συνεχῶς
' ἄρ ' ὤμοισιν βάλετο ξίφος : ἐν δέ οἱ ἧλοι χρύσειοι πάμφαινον , ἀτὰρ περὶ κουλεὸν ἦεν ἀργύρεον χρυσέοισιν
6007176 καταφαινονται
Σάκατος καλουμένη , ἧς ὅταν τὸ ὕδωρ διαυγὲς γένηται , καταφαίνονται ἐν τῷ βυθῷ θεμέλιοι πολλοὶ καὶ ναοὶ καὶ πλῆθος
, φλέβας ὅσαι ἐμφανέας ἔχουσιν , ἀμείνονες ἢ ὅσῃσι μὴ καταφαίνονται : σάρκα δὲ ἐπίθρεπτον ἔχειν πρεσβυτικῇ πονηρὸν , μαζοὺς
6005673 σαρξι
χερσί , τοῖς δὲ χειρῶν ὀστέοις , ἀλλ ' οὐδὲ σαρξί , τοῖς δὲ σαρκῶν λειψάνοις : ἔκλαυσας , ἀντέκλαυσεν
] τὸ λίπος ἁλίοιο δὲ θαλασσίου ἤγουν ἐνύδρου γυίοις ] σαρξί ἣ ταχινῇσι : γράφεται ἥ τ ' ἄκρῃσι διαπλώει
6005228 ὀστρακοδερμοις
γαστέρα μετὰ γάρου πρὸ τῶν σιτίων ἐσθιόμεναι . ὥσπερ τοῖς ὀστρακοδέρμοις , οὕτω καὶ τοῖς κοχλίοις χυλός ἐστι γαστρὸς ὑπακτικός
τὰ ἐπιπολάζοντα λεπάδες , νηρῖται . ὡσαύτως δὲ γίνεται τοῖς ὀστρακοδέρμοις καὶ τὰ μὴ ἔχοντα ὄστρακα , ὡς αἱ κνίδαι
6002160 λιθιωσιν
ἄγαν παλαιός : οἱ δὲ γλυκεῖς τῶν οἴνων ἄθετοι τοῖς λιθιῶσιν . Συντόμως δὲ εἰπεῖν , πᾶσα ἡ δίαιτα ἐπὶ
καὶ τμητικήν τινα δύναμιν ἔχουσι , δι ' ἣν καὶ λιθιῶσιν ἁρμόττουσι καὶ οὖρα καὶ καταμήνια κινοῦσιν . Κυκλάμινος ῥύπτει
6001269 ἐκλυονται
. ὅϲοι δὲ μοχθηρῶν χυμῶν δακνόντων τὸ ϲτόμα τῆϲ γαϲτρὸϲ ἐκλύονται , πίνειν διδοὺϲ θερμὸν ὕδωρ ἐμεῖν κέλευε : εἰ
δυϲχερῶϲ αὐτοῖϲ ἡ κάθαρϲιϲ προχωρεῖ καὶ πρὸϲ τούτοιϲ ἔτι ταχέωϲ ἐκλύονται οἱ τοιοῦτοι καθαιρόμενοι . χρὴ δὲ καθαίρειν βουλομένουϲ προλεπτύνειν
5994360 φορουμενοι
γὰρ καὶ εὐκρασίαν περιποιοῦσι τοῖς τόποις καὶ πρὸς τὸ παθεῖν φορούμενοι κωλύουσιν ἁλίσκεσθαι τῇ διαθέσει τοὺς λιθιῶντας συνεχῶς . εἰ
θ φορούμενοι ] φερόμενοι . θ φορούμενοι ] ἀγόμενοι . φορούμενοι ] κινούμενοι , περιαγόμενοι . σέσωσται ] ἐσώθη .
5993718 συλλαμβανοντες
. ἐξιόντων μέντοι , ὅσους ἐπέγνωσαν τῶν ἐχθρῶν ὄντας , συλλαμβάνοντες ἀπέκτειναν . ἦσαν δέ τινες οἳ καὶ ὑπὸ Ἀθηναίων
αὐτῶν χρώμεθα καὶ βλίττομεν καὶ ἀμέλγομεν καὶ φέρομεν καὶ ἄγομεν συλλαμβάνοντες . . . . Ἀ . ἐν τοῖς Φυσικοῖς
5988145 ἐγκεκυφοτες
τὴν πᾶσαν κτίσιν . Ὅθεν οἱ Αἰγυπτίων καθηγεμόνες ἱερεῖς , ἐγκεκυφότες εἰς πολλὰ καὶ μετεσχηκότες πραγμάτων , ἀνθρώπους θεοῦ προσονομάζουσιν
δέοι χρῆσθαι , ἀγγείων ἀπορίᾳ ἐπὶ τοῦ νώτου ἔφερον , ἐγκεκυφότες τε , ὡς μάλιστα μέλλοι ἐπιμένειν , καὶ τὼ
5982414 εὐιατοι
αἷμα τοῖϲ αὐτοῖϲ ἀκτέον τότε τρέφειν μόνον ϲυχνῶϲ φυλαττομένουϲ : εὐίατοι γάρ εἰϲιν οὗτοι , καθότι καὶ τὰ προπινόμενα τῶν
εἰϲ ὀϲτέον λήγουϲα καὶ πολυϲχιδήϲ : αἱ δὲ λοιπαὶ τοὐπίπαν εὐίατοι . χειρουργοῦμεν δὲ αὐτὰϲ οὕτωϲ : ὑπτίου τοῦ κάμνοντοϲ
5966435 ἐπιβαλλομενοι
οὕτως οἱ τὰ οἰκεῖα ἐπιτηδεύματα καταλιπόντες καὶ τοῖς μηδὲν προσήκουσιν ἐπιβαλλόμενοι εἰκότως δυστυχοῦσιν . λέων ἐρασθεὶς θυγατρὸς γεωργοῦ ταύτην ἐμνηστεύσατο
ἐνῆν τούτοις οὐδέν , ὧν ἐν τῷ παρελθόντι ἐνιαυτῷ πράττειν ἐπιβαλλόμενοι διεκωλύθησαν , ἐπιτελέσασθαι νῦν ὑμῶν τε ἐναντιουμένων αὐτοῖς ὡς
5963721 ἐνοχλουμενοι
βέβαιον οὐδὲ κεκριμένον τέλος ἔληξεν : ἀφισταμένης γὰρ τῆς Ἰταλίας ἐνοχλούμενοι καὶ λῃστευομένης τῆς θαλάσσης λιμῷ πιεζόμενοι οὐκ ἐν καιρῷ
καὶ κοιλιακῇ διαθέϲει ῥᾷον ἁλιϲκόμενοι , οἵ τε κοιλιακῇ διαθέϲει ἐνοχλούμενοι , πάντεϲ οὗτοι πρὸϲ κάθαρϲιν ἀνεπιτήδειοι . ἀρκτέον τοίνυν
5963551 ἡδυπαθεις
διαστροφὴ τῆς φύσεώς ἐστιν ὅταν φιλήδονοι μὲν ταῖς ψυχαῖς , ἡδυπαθεῖς δὲ τοῖς σώμασι γένωνται , καὶ ταῖς μὲν φυγοπόνοι
ἀφανισθήσεται : εἰ δ ' οἱ ἐξουσιάζοντες μοχθηροὶ εἶεν καὶ ἡδυπαθεῖς καὶ Σαρδαναπάλῳ ὅμοιοι , τοὺς ὁμοίους αὐτοῖς οἰκειώσονται καὶ
5960407 φαινοντες
ἐϋδμήτων ἐπὶ βωμῶν ἕστασαν αἰθομένας δαΐδας μετὰ χερσὶν ἔχοντες , φαίνοντες νύκτας κατὰ δώματα δαιτυμόνεσσι . πεντήκοντα δέ οἱ δμῳαὶ
οὐ μόνον ταῦτ ' , ἀλλὰ καὶ παθημάτων τὰς αἰτίας φαίνοντες ἐν τῷ σώματι ἰατρικῆς τέχνης τε καὶ ἐπιστήμης ἐμπειρίαν
5959434 δυσδαιμονες
ἄρδων βαθεῖαν Χωνίας παγκληρίαν . πόλιν δ ' ὁμοίαν Ἰλίῳ δυσδαίμονες δείμαντες ἀλγυνοῦσι Λαφρίαν κόρην Σάλπιγγα , δῃώσαντες ἐν ναῷ
, οὐκ ἄκανθα τρυγόνος . ὡς οὔτι χαιρήσοντες , ὦ δυσδαίμονες , ἴσην πάσεσθε κόλασιν οἷς δεδράκατε . Σύροι μέν
5951643 διαγουσι
ποτήριον ὕδατος , δεσμωτηρίου λέγεις δίαιταν πάντες οὗτοι οἱ σοφοὶ διάγουσι . καὶ μετ ' ὀλίγα : ἤδει δ '
πολλὰ μέρη τὴν κεφαλὴν ἀφίστασθαι , τοῖς δὲ χαλεπώτερον τούτων διάγουσι χολημεσία , παρακοπή , σπασμὸς ἕπεται , καὶ οἱ
5950404 τετιμηκοτας
Ἐρατὼ παρὰ τὸ ἐρᾶν . Τοὺς ἐν τοῖς ἐρωτικοῖς οὖν τετιμηκότας αὐτὴν ἀπαγγέλλουσιν : οἱ γὰρ αἰσχρῶς τῷ ἔρωτι χρώμενοι
τῶν ἐνθάδε . Τερψιχόρᾳ μὲν οὖν τοὺς ἐν τοῖς χοροῖς τετιμηκότας αὐτὴν ἀπαγγέλλοντες ποιοῦσι προσφιλεστέρους , τῇ δὲ Ἐρατοῖ τοὺς
5949742 γλυκεσιν
ἀνάλογον τοῖς πρὸς γλῶτταν γλυκέσι , δυσώδη δὲ τοῖς μὴ γλυκέσιν : ἀνώνυμον γάρ , ὅσον γε ἐπὶ τῶν χυμῶν
μετὰ τὴν κάθαρσιν ὑγραίνειν , καὶ ῥοφήμασι χρῆσθαι καὶ οἴνοισι γλυκέσιν . Ἢν δὲ μὴ ἐξ ἀρχῆς παραλάβῃς , ἀλλὰ
5948890 πληττομενοι
παίδων ἐκπατίοις , ὕπατοι , ἤγουν ὑπεράνω τῶν λεχέων , πληττόμενοι ταῖς πτέρυξιν αὐτῶν . δέον δὲ εἰπεῖν ἐκπατίων παίδων
κραδαίνουσιν τὴν ἕξιν τοῦ σώματος : οἳ λόγῳ θεοῦ δυνάμεως πληττόμενοι δεδιότες ἀπίασιν , καὶ ὁ κάμνων θεραπεύεται . Περὶ
5947890 θαλαττιοι
κύρτων καὶ ἀγκίστρων καὶ δικτύων τὸν τρόπον τοῦτον . κόλποι θαλάττιοι πολλοὶ τελευτῶσιν ἐς τενάγη τινά , καὶ ἔστι ταῦτα
γενομένους παλιναιρέτους . τί λέγεις σύ ; μάντεις εἰσὶ γὰρ θαλάττιοι ; γαλεοί γε πάντων μάντεων σοφώτατοι . καὶ τὴν

Back