συνεχῶς τὸ αἰδοῖον , ἡμῶν μὴ θελόντων , καὶ λέγεται πριαπισμὸς ἡ νόσος ἀπὸ τοῦ Πριάπου , οὗτος γὰρ μέγα | ||
καὶ ὀδύ - νης τῶν τόπων συνισταμένη . Ὠνόμασται δὲ πριαπισμὸς ἀπὸ τοῦ Πριάπου δηλονότι τοῦ καὶ Σατύρου ὀνομαζομένου , |
γίνεσθαι πλινθίου τετραπλεύρου . Τοῦ κυνηγίου ἐναπολαμβανομένου γίνεται σφίγξις ἤτοι πύκνωσις τῶν τεσσάρων μερῶν ἤτοι τῶν ἐν αὐτοῖς καβαλλαρίων , | ||
. Πόσον τόπον κατέχει ὁ ὁπλίτης τεταγμένος . Τί ἐστι πύκνωσις . Τί ἐστι συνασπισμός . Τίνος ἕνεκα ἡ πύκνωσις |
οὐρέοιτο , ποτὲ δὲ ὑφίσταται τὸ λευκὸν καὶ λεῖον , χρονιωτέρη γίγνεται ἡ νοῦσος καὶ ἧσσον ἀσφαλής . Εἰ δὲ | ||
οἱ δὲ ὀδόντες ἀσινέες γίνονται : ἢν δὲ μὴ , χρονιωτέρη μὲν ἡ ἄλθεξις , διαστροφὴν δὲ ἴσχουσιν οἱ ὀδόντες |
. , . ἀγοστός : ὁ ἀγκών : ὁ ἄγαν ὀστώδης τόπος . παρὰ τὸ συναγωγὴν καὶ ἐπίκαμψιν ἔχειν τῆς | ||
ῥύγχος ὀξύ , τράχηλος λεπτός , ὀφθαλμοὶ μεγάλοι , γλῶσσα ὀστώδης , πρόλοβον δ ' οὐκ ἔχει . Ἀλέξανδρος δ |
κέρας καὶ οὐρά . αὕτη δὲ ἡ διχοτομία τοῦ μήκους ὀμφαλὸς προσαγορεύεται καὶ στόμα καὶ ἀραρός . Μετὰ δὲ τὴν | ||
μὲν τὸ βρέφος τῆς μήτρας , ἐπὶ πλέον δὲ ὁ ὀμφαλὸς βασανισθῇ διατεινόμενος : ἄτροφον γὰρ γίνεσθαι τὸ ἔμβρυον : |
χρήσασθαι , καὶ αἰεὶ τὸ ἐξοιγόμενον χρίειν θερμαντηρίῳ φαρμάκῳ . Πλευρῖτις ξηρὴ ἄνευ ῥόου γίνεται ὅταν ὁ πλεύμων λίην ξηρανθῇ | ||
μιν ἔχῃ , μὴ νῆστις ἐὼν τὸ φάρμακον πινέτω . Πλευρῖτις : πλευρῖτις ὅταν λάβῃ , πυρετὸς καὶ ῥῖγος ἔχει |
ἀπὸ βαρέος ἀρξάμενοι φθόγγου εἰς ὀξὺν τελευτῶσιν , ὀδύρται , δύσθυμοι : ὀξὺ δὲ καὶ αὐχμηρὸν φθέγγεσθαι ποικίλου ἀνδρός ἐστιν | ||
βαρέος ἀρξαμένοις φθόγγου εἰς ὀξὺ τελευτᾷ , τραχεῖς τε καὶ δύσθυμοι ὑπάρχουσιν . ὀξὺ δὲ καὶ αὐχμηρὸν φθέγμα ποικιλίας σημεῖόν |
Ἀρίσταρχος ἐν τοῖς Σημείοις Ἡσιόδου . Μάρτυς . παρὰ τὸ μάρπτω , τὸ καταλαμβάνω , μάρπτυς , ἀποβολῇ τοῦ π | ||
Μόρφνος . ἐπὶ τοῦ ἀετοῦ . Ὁμήρῳ . παρὰ τὸ μάρπτω ἐσχημάτισται : μαρπνὸς , ὡς στίλβω στιλπνὸς , τροπῇ |
: εἰ δὲ σὺν τούτῳ καὶ τὸν φάρυγγα στενώσειε , βραγχώδης ὁ ψόφος αὐτῷ γενήσεται : εἰ δ ' ἐπὶ | ||
ὑγροῦ καὶ πέμψῃ εἰς τὴν ὑπερῴαν λέγεται κατάῤῥους καὶ γίνεται βραγχώδης : ὅταν δὲ ἔλθῃ εἰς τὰς ῥῖνας γίνεται κόρυζα |
βάσεως ἤπερ ἐπὶ τῶν στηθῶν τῶν ποδῶν γίνεσθαι μετ ' ἐντάσεως ἰγνυῶν , καὶ κατὰ μὲν τὰς ἀρχὰς ἠρεμαῖον , | ||
ἀξίαν ἀπονεμητικὸν ἑκάστῳ : καὶ τὸ ἔμπειρον ποῦ μὲν χρεία ἐντάσεως , ποῦ δὲ ἀνέσεως : καὶ τὸ παῦσαι τὰ |
ἀκρωτήριόν ἐστι τετρημένον , κατάκρημνον τῆς Κρήτης . Ἀπὸ τοῦ Τρητοῦ εἰς Ἀγνεῖον στάδιοι νʹ : λιμήν ἐστιν ἔχων ἱερὸν | ||
Ἰτύκης πλησίον ὁ Βαγράδας ποταμός : εἰσὶ δ ' ἀπὸ Τρητοῦ μέχρι Καρχηδόνος στάδιοι δισχίλιοι πεντακόσιοι : οὔτε τοῦθ ' |
. Φωνὴ ῥεῦμα διὰ στόματος ἀπὸ διανοίας . Λόγος φωνὴ ἐγγράμματος , φραστικὴ ἑκάστου τῶν ὄντων : διάλεκτος συνθετὴ ἐξ | ||
φωνῆς ἡ μέν ἐστιν ἐγγράμματος , ἡ δὲ ἀγράμματος . ἐγγράμματος μὲν ἡ τῶν ἀνθρώπων , ἀγράμματος δὲ ἡ τῶν |
τελαμῶνας προσέδησε τῇ κλίνῃ . , ; , . . Ἀκόλαστος ; Ἰταμός ἡ δὲ νῦν μὲν ἐγέλα ἰταμόν τε | ||
τὴν λύπην ἰώμενον , . , . . . + Ἀκόλαστος : κυρίως ὁ ἀπαίδευτος : παρὰ τὸ μὴ κολάσεως |
' ἐχθροῖς σοῖς ἔχοντα δεικνύναι , τὸ σόν τ ' ἄραρε μᾶλλον . ἐξηγοῦ θεούς . ὄμνυ πέδον Γῆς πατέρα | ||
δὲ μή , οὐ λείψω ποτέ . ὡς τοῦτ ' ἄραρε κοὐ μενῶ πόσιν μολεῖν . ἀλλ ' οὐδ ' |
ἀνδρῶν δ ' ἐκ μεγάλων πόλις ὄλλυται , εἰς δὲ μονάρχου δῆμος ἀιδρείῃ δουλοσύνην ἔπεσεν . λίην δ ' ἐξαρθέντ | ||
ἀνδρῶν δ ' ἐκ μεγάλων πόλις ὄλλυται , ἐς δὲ μονάρχου δῆμος ἀϊδρίηι δουλοσύνην ἔπεσεν . λίην δ ' ἐξάραντ |
τῶν τόνων τὸ πλεῖστον διοδεύει ἢ ὅτι σεμνόν τι καὶ ἐρρωμένον καὶ εὔτονον ἦθος ἐπιφαίνει . ἐὰν μέντοι ἡ φωνή | ||
ἑταῖρον αὐτοῦ : ἡλικιώτας δὲ εἶναι , τὸν μὲν Εὐθύδικον ἐρρωμένον καὶ καρτερόν , τὸν δὲ Δάμωνα ὕπωχρον καὶ ἀσθενικόν |
, ἤγουν ἐπιστημόνως “ εἶδον , ἠρεύνησα . ” . σφάκελος νόσος καὶ σφακελίζω καὶ σφακελισμὸς ἡ παραπληξία καὶ ἡ | ||
λίαν γὰρ οὖτος χαίνει πλέον τῶν ἄλλων . ὁ τρίτος σφάκελος εἴρηται , λέγεται δὲ σφάκελος καὶ ὁ σπασμός , |
ὑπατείας ἦσαν παραγγελίαι , καὶ ἔδει τὸν παραγγέλλοντα παρεῖναι , ἐσελθόντι δὲ οὐκ ἦν ἔτι ἐπὶ τὸν θρίαμβον ἐπανελθεῖν . | ||
ἀλλ ' ἐνθάδε πόλλ ' ἀγορεύεις . ἐς τοῦτο οὖν ἐσελθόντι τὸ οἴκημα τὸ μὲν σύμπαν τὸ ἐν δεξιᾷ τῆς |
καὶ ἔσχατος πᾶς ἄφρων , τὰ νεωτεροποιὰ καὶ ἐν ἐσχατιαῖς ταττόμενα μετιών . ταῦτα | μὲν οὖν ἐπὶ τοσοῦτον εἰρήσθω | ||
, καλῶς . Τὰ εἰς χως παράγωγα ἐπιῤῥήματα ἐπὶ ποσότητος ταττόμενα διὰ τοῦ ω μεγάλου γράφονται , καὶ περισπῶνται : |
κῶλον . ἐλύθη ζυγὸν ἀλκῆς ἤγουν τὸ ἐξουσιάζεσθαι ἀπολεσθείσης καὶ καταβληθείσης τῆς τοῦ Ξέρξου δυνάμεως : ὃ καὶ προεῖπε διὰ | ||
σπασμὸς ἐξαίσιος ἐντεῦθεν εἶχε τὸν κάμνοντα , καὶ οὕτω ῥᾳδίως καταβληθείσης τῆς λειπομένης δυνάμεως , συναπῄει τῷ συμπτώματι ὁ ἄνθρωπος |
ἐπὶ μῆκος ἐκτέταται . Λέγει δὲ λόγος τις ταῦτα περὶ ἀλκιβίου , ὡς ἦν Ἀλκίβιος τις καὶ ἐκάθευδεν πλησίον καὶ | ||
* οἴνης : μετά . περὶ ἀλκιβίου ἐσθλὴν δ ' ἀλκιβίου : ἀντὶ τοῦ θεραπευτικήν . ἀλκίβιος δὲ λέγεται ἡ |
οὐκ ἔχομεν μῖξιν ἐνδεχομένου καὶ ἀναγκαίου ἐν τρίτῳ σχήματι . Πέμπτος τρόπος . τὸ Α παντὶ τῷ Β ἐξ ἀνάγκης | ||
ἶσα ἀπὸ ὡροσκόπου , τοῖς δὲ νυκτὸς τὸ ἀνάπαλιν . Πέμπτος κλῆρος τῆς Τόλμης , ὃν πραγματεύσῃ ἀπὸ μοίρας Ἄρεως |
, ὅ ἐστιν εὐαρμόστως , συμπληρῶ , καὶ ἐξ αὐτοῦ ἀπαρτία , . , , . . α . * | ||
: ὁ κατὰ ἔπιπλα . ἔστιν ἀπαρτῶ συμπληρῶ , καὶ ἀπαρτία . . . . ἄπαστος : ὁ ἄγευστος ἡ |
καὶ ἐπὶ τῆς σταφυλῆς διὰ τοῦ ω λεγόμενον , οἷον ῥώξ ῥωγός παρὰ Ἀρχιλόχῳ . . Τῷ βωκί , τὸν | ||
κ κλίνεται , βωκός πτωκός , πλὴν τοῦ ῥωγός : ῥώξ δέ ἐστιν εἶδος φαλαγγίου : ἐπὶ γὰρ τῆς σταφυλῆς |
, τουτέστιν εἶδος σκορπίου : ἐπὶ γὰρ τῆς σταφυλῆς ῥάξ ῥαγός λέγεται θηλυκῶς καὶ τὸ α φύσει μακρὸν ἔχει : | ||
, τουτέστιν εἶδος σκορπίου : ἐπὶ γὰρ τῆς σταφυλῆς ῥάξ ῥαγός λέγεται θηλυκῶς καὶ τὸ α φύσει μακρὸν ἔχει : |
σῶμα φλεγμονὴ φαίνοιτό σοι γεγενῆσθαι δι ' ἔμφραξιν παχυτέρου καὶ φλεγματικωτέρου αἵματος , οὐ δεῖ φλεβοτομίαν ἢ κάθαρσιν παραλαμβάνειν , | ||
ἢ βήσσειν . ἐπειδὴ γὰρ παρὰ τὰ ἄρθρα ἀπόστασις ἀπὸ φλεγματικωτέρου γίνεται , καὶ χρόνιον ἔσται τὸ νόσημα , τὰ |
προσημαίνοντος : καθαρὸς μὲν γὰρ καὶ ἀνεπισκότητος καὶ εὐσταθὴς καὶ ἀνέφελος ἀνατέλλων ἢ δύνων εὐδιεινῆς καταστάσεώς ἐστι δηλωτικός , ποικίλον | ||
δεύεται οὔτε χιὼν ἐπιπίλναται , ἀλλὰ μάλ ' αἴθρη πέπταται ἀνέφελος , λευκὴ δ ' ἐπιδέδρομεν αἴγλη . ὅταν δὲ |
. ἠϊόσιν : τοῖς αἰγιαλοῖς . Αἰγιαλὸς ἐτυμολογεῖται παρὰ τὸ ἀΐειν διὰ τὸ ἀνεπιπροσμάχητον , ἢ παρὰ τὸ δίκην αἰγὸς | ||
ἐπίθετον , ὃ δηλοῖ τὴν † ἐνυπόστατον κίνησιν : ἔνθεν ἀΐειν , τὸ ὁρμᾶν , καὶ ἀΐσσειν . οὕτως Μεθόδιος |
τοῦτ ' ἔστι κοινὴν ἔννοιαν : χαρακτηρίζει γὰρ τὴν αἵρεσιν συμφωνία μετὰ διαφωνίας , καὶ οὐκ ἐν τοῖς τυχοῦσιν ἀνθρώποις | ||
ὑπ ' αὐτῶν λόγον . καθόλου γὰρ ἡ διὰ πασῶν συμφωνία , τῶν ποιούντων αὐτὴν φθόγγων ἀδιαφορούντων κατὰ τὴν δύναμιν |
“ ἀπὸ κοινοῦ , ὅταν σὺ μέγας ὢν ἐξελαύνῃς . Φελλέως ] ὄρος . . . Ἀττικῇ ⌈ τραχὺ [ | ||
μὴ συστρέφῃ τὰ πράγματα . Ἐπέδωκε βαλάνων ἄβακα τῶν ἐκ Φελλέως . Ἔστιν ἄκμων καὶ σφῦρα νεανίᾳ εὔτριχι πώλῳ . |
Τυνδαρίδαις , τουτέστι τοῖς Διοσκούροις , ἱερὸν ἱδρύσομεν ἐπὶ τῆς Ἀχερουσίας ἄκρας . πίονας εὐαρότοιο : ἀντὶ τοῦ : τέμενος | ||
ἐμπρόσθια τοῦ Κενταύρου καὶ τὰ μέσα τοῦ Σκάφους καὶ τῆς Ἀχερουσίας λίμνης καὶ Κρήνη καὶ Ἀγορὰ καὶ τὰ μέσα τοῦ |
Ἄτην φυγεῖν . ἡ γὰρ ἐκ θεοῦ , φησὶν , ἀμαύρωσις καὶ δόλωσις ἄφυκτός ἐστιν . ἅμα γὰρ δολοῖ καὶ | ||
καὶ οἷσι κοιλίαι καθυγραίνονται . Ὀξυφωνίη κλαυθμώδης , καὶ ὀμμάτων ἀμαύρωσις , σπασμῶδες : οἱ ἐς τὰ κάτω πόνοι τουτέοισιν |
, ὡς τῶν κατὰ τὸν οὐρανὸν ἐνδεδεμένων σωμάτων γενομένου τινὸς ὀλισθήματος ἢ σάλου ῥίψις ἔσται καὶ πτῶσις ἑνὸς ἀπορραγέντος : | ||
τοῦ πήχεως κοιλότητος ἀποστάς , εἰκότως τὸν τοιοῦτον τρόπον τοῦ ὀλισθήματος ὀνομάζουσι σιγμοειδῆ , διότι τῷ σίγμα στοιχείῳ προσέοικεν . |
ῥᾴδιον ἐν ἐπιπέδῳ γράφειν ἦν , τοῖς δ ' ὀργάνοις μεταληφθὲν εἰς χειρουργίαν καὶ κατασκευὴν ἐπιτήδειον [ μᾶλλον τῆς ὑπὸ | ||
ἐστὶν ὁ θεωρητικὸς βίος κλῆρος , προσαγορευόμενος Μαμβρῆ , ὃ μεταληφθὲν ἀπὸ ὁράσεως καλεῖται : τῷ δὲ θεωρητικῷ τὸ ὁρᾶν |
ἐκ τοῦ αὐτοῦ σπόρου , ἢ τὸν συμπράκτορα , καὶ πρόσμορον τὸν ἐγγὺς μόρου , τὸν ἀξιωθέντα , τὸν ἄξιον | ||
βουλευτήριον ] τῶν παρόντων σύμβουλον . . τὸν σὸν αὖθις πρόσμορον ] τὸν ἐγγὺς τοῦ θανάτου , κακοθάνατον . . |
' ἔμμεναι , εἴτε τευ ἄλλου , εὔκηλος φορέοιτο . Λόγος γε μὲν ἐντρέχει ἄλλος ἀνθρώποις , ὡς δῆθεν ἐπιχθονίη | ||
γὰρ αὐτὸς αὐτῷ ἐστιν ὁ τοῦ ΑΓ πρὸς ΓΒ . Λόγος ἄρα τοῦ ΔΖ πρὸς ἑκάτερον . , ] ὁ |
βοὸς πόρος ἐπώνυμος ] σοῦ , τῆς βοός κεκλήσεται ] ὀνομασθήσεται οὗτος ὁ ἰσθμός Εὐρώπης πέδον ] † ἤγουν τὰ | ||
συντελεῖ καὶ ὠφέλιμός ἐστι πρὸς τὴν εὐδαιμονίαν , τότε εὐτυχία ὀνομασθήσεται καὶ ἐπαινετὴ ἔσται , εἰ δ ' οὐ συντελεῖ |
ξυλόχοισιν : τόποις ξύλους ἔχουσιν . ὀρέστερος : ὀρείφοιτος , ὀρεινὸς , ὀρειφοίτης , ἐν ὄρει διάγων . ἀγροιώτης : | ||
„ . Ἀαρὼν δέ ἐστιν ὁ ἱερεύς , καὶ τοὔνομα ὀρεινὸς ἑρμηνεύεται , μετέωρα καὶ ὑψηλὰ φρονῶν λογισμός , οὐ |
καὶ παροξυνομένη ἐν ταῖς χειραψίαις καὶ φαρμακείαις , ὑποπέλιος ἢ τρυγώδης οὖσα τῇ χρόᾳ . τὴν μὲν οὖν ἀκακοήθη κατὰ | ||
κύκλῳ τόπος τοῦ δήγματος πελιοῦται καὶ περισήπεται : καί ποτε τρυγώδης , κατὰ τὸ σπάνιον καὶ ἐνερευθὴς φαίνεται : ἑλκοῦται |
παρωνύμως τοῦ κέρατος κεραίας . Τῶν τῆς ἥβης ὀνομαζομένων ὀστῶν ἐκφυόμενον νευρῶδες σῶμα κοῖλόν τε ἅμα καὶ κενὸν πάσης ὑγρότητος | ||
ἔν τε τοῖς ἀριστεροῖς ἐστιν ἀξιόλογον τῷ πάχει νεῦρον , ἐκφυόμενον μὲν ἐξ αὐτοῦ τοῦ ἐγκεφάλου , προερχόμενον δ ' |
μεταφορὰν τῶν καρκίνων ζῴων , καὶ γὰρ εἰσὶ τραχέα καὶ ἀπηνῆ τῇ σκληρότητι τὰ ζῷα ταῦτα , καὶ εἴ τινος | ||
ἐπὶ ταῖς εὐπραγίαις , ἀλλ ' εὔφορτος , μηδὲ τύφον ἀπηνῆ περιφέρων , ἀλλ ' εὐμένειαν προσφιλῆ ἔχων : ὁ |
βαθύτατα . Πελάγη : τὰ μεγάλα δηλονότι . μυχάτην ὑπὸ βύσσαν : ὑπὸ τὸν ἀπόκρυφον βυθὸν , θετικόν : εἶπεν | ||
βυθὸν , θετικόν : εἶπεν ὑπ ' ἔσχατον βυθόν . βύσσαν : ὑπὸ βύσσαν , βάσιμον τόπον , βυθὸν λέγει |
τοῦ α εἰς η , καὶ μεταθέσει τοῦ π . μόρφνος ὁ ταχὺς καὶ δυνατὸς καταλαβεῖν . οἱ δὲ φασὶ | ||
δὲ τῶν πλοίων τὰ λαίφη . τρίορχος καὶ τριόρχης καὶ μόρφνος καὶ μελανόστης καὶ μέλας καὶ ἁλιαίετος καὶ περκνὸς εἴδη |
βασιλείαν , τὸ μὲν πρῶτον ὁ Δημήτριος ἔσχεν ὡς περὶ μωροῦ . τοῦ δὲ πλήθους ἀθροισθέντος , καὶ πολλῶν λεγόντων | ||
μὴ γένοιτο , ἀλλὰ ὢν τοιοῦτος . πάλιν γὰρ τοῦτο μωροῦ καὶ ἀλαζόνος ἐγὼ ἀπαθής εἰμι καὶ ἀτάραχος : μὴ |
περιεχόμενον ὑπὸ δύο φθόγγων ἀνομοίων τῇ τάσει , τοῦ μὲν ὀξυτέρου , τοῦ δὲ βαρυτέρου . σύστημα δέ ἐστι σύνταξις | ||
οἱ τοῦ διὰ τεσσάρων ὅροι σύμφωνοι : ἀπὸ δὲ τοῦ ὀξυτέρου αὐτῶν λαμβάνεται φθόγγος σύμφωνος ἐπὶ τὸ ὀξὺ διὰ τεσσάρων |
? ? ? ´βε ? ἀναβακχεύει . κινεῖ * οὐ μόνιμος ὁ μέγας ὄλβος : κατέκλυσε γὰρ αὐτὸν δαίμων τις | ||
γὰρ ἡγεμὼν καὶ ἄρχων ἁπάντων εἷς ἀεὶ ὢν θεός , μόνιμος ἀκίνητος αὐτὸς ἑαυτῷ ὅμοιος . „ . . § |
ἐπὶ Αἴνου καὶ Μαρωνείας , ὅθεν ἐπὶ Λυσιμαχείας τε καὶ Καρδίας , αἳ τὸν ἰσθμὸν τῆς Θρᾳκίου χερρονήσου διαλαμβάνουσιν ὥσπερ | ||
, ἔνθα ἔτι καὶ νῦν ἐστίν οἱ φανερὸς ὁ τάφος Καρδίας τε μεταξὺ κώμης καὶ Πακτύης . τὰ μὲν οὖν |
, ἐγκωμιαστικός , ψεκτικός . συμβουλή συμβουλία , νομοθεσία , δημαγωγία , πρεσβεία πρέσβευσις , δίκη , διαδικασία ἐπιδικασία , | ||
ς ' ἔβλαψεν , ὅτι καὶ κακὰ κακῶς . Ἡ δημαγωγία γὰρ οὐ πρὸς μουσικοῦ ἔτ ' ἐστὶν ἀνδρὸς οὐδὲ |
στήλας , ἀπὸ δὲ τῆς εἰς ὕψος ἀνατάσεως διὰ τὸ κεκορυφῶσθαι κύρβεις ἐκάλουν , ὥσπερ καὶ κυρβασίαν τὴν ἐπὶ τῆς | ||
, ἀπὸ δὲ τῆς εἰς ὕψος ἀνατάσεως , διὰ τὸ κεκορυφῶσθαι , κύρβεις ἐκάλουν . Ὥσπερ καὶ κυρβασίαν τὴν ἐπὶ |
πῶς τὸ πλῆρες καὶ ναστὸν καὶ τῶν ὄντων βαρύτατον οὐ βρίθει ταλαντεῦον στερεοῦ μηδενὸς ἐπερείδοντος ; ἐξ οὗ φάσματι ἂν | ||
μαστεύοντες , ἄποροι ὄντες τοῦ τὸ θηρώμενον ἐλέγξοντος φθόγγου , βρίθει καὶ ἐπαφῇ ἄπιστον εἰκασίαν λαβόντες , περιπίπτοντες ἀλλήλοις καὶ |
τῶν δριμέων ὁ κίων . ἢν δὲ ἔμπυοϲ ὅδε ὁ χῶροϲ γένηται , μετεξετέροιϲι ἠδὲ τὰ τῆϲ ὑπερώηϲ ὀϲτέα ἐφθάρη | ||
ἐνθάδε γὰρ τῆϲ ζωῆϲ ἐϲτὶ ἡ ἀρχή : κεφαλὴ δὲ χῶροϲ μὲν αἰϲθήϲιοϲ καὶ νεύρων ἀφέϲιοϲ : αἷμα δὲ παρὰ |
οὐδὲν ὑστερεῖ , πλὴν τῆς νεφέλης καὶ τοῦ ὕδατος ἡ ἄρσις , ἀντὶ τοῦ εἰπεῖν οὐδὲν ἄλλο ἐστὶ τὸ προσδοκώμενον | ||
εἰσφερομένων ἀντιγράφεται . . . ἀνταρσία : ἡ ἐξ ἐναντίας ἄρσις . . . ἀντιλαχεῖν : τὸ δίκην ἐπὶ διαιτητοῦ |
ἀφθόνους καὶ αὐτὴ πηγάς . ἐπὶ θάλασσαν δὲ ἐς Γύθιον καταβαίνοντί ἐστι Λακεδαιμονίοις [ ἡ ] κώμη καλουμένη Κροκέαι καὶ | ||
ζητούμενον ἐν τῶι περὶ ἀρκτικοῦ λόγωι . εὐθὺς μετὰ τοῦτον καταβαίνοντί ἐστιν ὁ καλούμενος θερινὸς τροπικός , ὅτι γενόμενος ἥλιος |
κόβαλος . ἐκ δὲ τοῦ ἤκαλος ὁμοίως τῷ ἁπαλός ὁμαλός χθαμαλός . ἐκ τούτου οὖν γίνεται ἀκαλός ἀκαλά , ὡς | ||
τοῦ η εἰς α καὶ ὀξύνεται ὁμοίως τῷ ἁπαλός ὁμαλός χθαμαλός . ἐκ τοῦ οὖν ἀκαλός γίνεται ἀκαλά : ἀκαλὰ |
με : ὑπερβαλλόντως ἀπώλεσέ με . ὑπερβάλλει πάντα λόγον ἡ ἀτυχία : ἑαυτὸν λέγει δεικτικῶς : ὁ χρόνος με θεραπεύσει | ||
ἀδίκως καὶ ἀθέως διαφθαρέντα ὑπ ' αὐτῶν . Ἥ τε ἀτυχία ἀδικεῖται ὑπ ' αὐτοῦ , ἣν προϊστάμενος τῆς κακουργίας |
ἐμποδίζοντα εἰς τὸν ὠκὺν δρόμον ὑπὸ ῥώμης τὸ θηρίον ὠθούμενον ἀπήραξε : καὶ τὰ μὲν ἐξώλισθε , τὰ δὲ ἕτοιμα | ||
ἐμποδίζοντα ἐς τὸν ὠκὺν δρόμον ὑπὸ ῥύμης τὸ θηρίον ὠθούμενον ἀπήραξε . καὶ τὰ μὲν ἐξώλισθε , τὰ δὲ ἕτοιμα |
, καὶ τὴν θετὴν αὑτοῦ θυγατέρα ἔδωκε τῷ φιλοσόφῳ . Ἐροιάδαι : οἱ Ἐροιάδαι δῆμός ἐστι τῆς Ἱπποθωντίδος , ὥς | ||
Ἐλαιουντάδε καὶ Ἐλαιοῦσι . Λέγεται καὶ ἐξ Ἐλαιέως . : Ἐροιάδαι . Οἱ Ἐροιάδαι δῆμός ἐστι τῆς Ἱπποθοωντίδος , ὥς |
τῆς χειρὸς , παρὰ τὸ γύω , ἀφ ' οὗ γύον καὶ γύϊον . τὸ δὲ γύω , παράγωγον τοῦ | ||
, ἀφ ' οὗ γῆ , ἡ πάντα λαμβάνουσα . γύον οὖν καὶ πλεονασμῷ τοῦ αλ γύαλον . . . |
' ἐπὶ τὴν ψυχρολουσίαν , εἰ μηδὲν κωλύοι , οἷον ἰσχνότης σώματος ἢ μόριον εὐπερίψυκτον ἢ θώραξ ἢ ἄλλο τι | ||
. ἐτιταίνετο : ἐνεπήγνυτο . | ἐκθήλυνσις : ἔκτηξις καὶ ἰσχνότης . Νίκανδρος δὲ ἀντὶ τῆς ἐκμαλθάξεως αὐτὴν τέθεικεν . |
στρατηγὸν δὲ Χάρητα τοῦ στόλου παντός . . . . διαψήφισις : . . . . . ἐντελέστατα δὲ διείλεκται | ||
: εἰ δὲ μὴ προσκαλέσαιτο , ἀτελὴς ἡ δίκη . διαψήφισις δὲ τὸ τοὺς δημότας τὴν ψῆφον ὑπὲρ τῶν παρεγγεγράφθαι |
, ἀπλήρωτόν τι καὶ ἀπαραίτητον κακόν . καὶ γὰρ ὁ λαιμὸς ἀπαιτεῖ τὰ ἐκ τοῦ ἔθους καὶ ἀπομανθάνων αὐτὰ ἀγανακτεῖ | ||
γεγονὸς κατὰ ἐναλλαγὴν τοῦ π εἰς μ , καὶ τοῦ λαιμὸς ἀπὸ τοῦ λαύω : καὶ τοῦ δειμὸς , ἀπὸ |
τῶν ἐνύδρων , ῥυπαρομέλαινα τὴν χροιὰν καὶ ῥύγχος ὀξὺ ἔχει σκέπον τε τὰ ὄμματα , τὰ δὲ πολλὰ καταδύεται . | ||
σκέποντος τὴν βάλανον δέρματος ὡς μηκέτι ἀποσύρειν δύνασθαι . τὸ σκέπον δὲ τὴν βάλανον ποσθὴ ἢ ἀκροποσθία καλεῖται . υιεʹ |
καὶ ἐσθίειν , ἐδόντες καὶ ὀδόντες . Οὖλον . ἡ συνέχουσα τὰς ὀδόντας σὰρξ ὠνόμασται διὰ τὸ τρυφερόν . οὖλον | ||
αὐτόν ; πρὸς μὲν γὰρ τὸ μὴ διασπᾶσθαι ἀρκείτω ἡ συνέχουσα ἕξις : πρὸς δὲ τὸ ὅλον μετὰ τῆς συνεχούσης |
ἐνόησαν : ἐκ δὲ ταύτης τῆς αἰτίας καὶ αἰδὼς ἡ ὑπάρξασα εἰς τὴν θεὸν ἡ ἐκ τῆς προμηθείας καὶ τῆς | ||
' αὐτὴν γεννικωτάτη καὶ εὐμορφοτάτη , ξανθή τε τὴν χροιὰν ὑπάρξασα , ἣ καὶ λέγεται τὴν τρίτην πυραμίδα ᾠκοδομηκέναι . |
οὐ συγχειρουργησάντων τὸ ἀδίκημα . τοῦτον τὸν τρόπον ἡ μὲν ἁγνεία τῆς γυναικὸς διασῴζεται , τοῦ δὲ ἀνδρὸς τὴν καλοκἀγαθίαν | ||
οἷς σωφροσύνη πάρεστιν , ἐγκράτεια ἀσκεῖται , μονογαμία τηρεῖται , ἁγνεία φυλάσσεται , ἀδικία ἐκπορθεῖται , ἁμαρτία ἐκριζοῦται , δικαιοσύνη |
τῆς ἴρεως καὶ ἐμποδίζειν τὸ βλέπειν . φθίσις δὲ λέγεται στενουμένης τῆς κόρης , ὡς κεντήματι ἐοικέναι καὶ ἀμαυροτέρας καὶ | ||
τῆς ἀρτηρίας τῷ πλεονάζειν τῷ πνεύματι γίνεται , ἡ δὲ στενουμένης δι ' ὀλιγότητα πνεύματος . ὥστε ἡ μὲν ὡς |
τῶν ἁγίων ἐγρηγόρων ἡ ἀρχὴ τῆς κτίσεως αὐτῶν καὶ ἀρχὴ θεμελίου : πνεύματα πονηρὰ κληθήσεται . πνεύματα οὐρανοῦ , ἐν | ||
ῥῶσιν ἐποίησεν αὐτὰ γεώδη καὶ στερεά , ἵνα δίκην ἔχουσιν θεμελίου : διὰ δὲ τὴν κίνησιν ἐπώρωσεν αὐτά , ἵνα |
ὡς ἐπὶ τῆς ὑλακῆς τῶν κυνῶν : αὕτη γὰρ καὶ ἄναρθρός ἐστι , καθὸ οὐκ ἔστιν ἀνθρώπου φωνή , καὶ | ||
ἢ ἄναρθρος . ἔναρθρός ἐστιν ἣ γράμμασιν καταληφθῆναι δύναται . ἄναρθρός ἐστιν ἥτις γράφεσθαι οὐ δύναται . , . ; |
. σϞαʹ . Ἀρθρῖτις ἐστὶ φλεγμονὴ συνισταμένη περὶ τοῖς ἄρθροις ἔμμονος πόνον ἰσχυρὸν ἐπιφέρουσα πασχόντων νεύρων . σϞβʹ . Ποδάγρα | ||
αὖ πάλιν ὁ λεπτὸς , καὶ γὰρ εὐκίνητος καὶ οὐκ ἔμμονος : ἡ πῆξις δὲ δεῖται χρόνου , ἔτι δὲ |
. Ἔτι περὶ τοῦ πτυέλου διαλεγόμενος ὁ Ἱπποκράτης φλεγμονὴν τοῦ ὑπεζωκότος ὑποτίθεται , καὶ ὡς ἐπὶ πλευρίτιδι γυμνάζει τὸν λόγον | ||
νῦν εἰρήσεται . πλευρῖτις τοίνυν ἐστὶν φλεγμονὴ τοῦ τὰς πλευρὰς ὑπεζωκότος ὑμένος ἀπὸ χολωδεστέρου αἵματος γινομένη . περιπνευμονία δέ ἐστι |
αὐτῶν Ὅμηρος . γένος τε ὀρχήσεως ἀπ ' αὐτῶν καλεῖται σκὼψ λαβὸν τοὔνομα ἀπὸ τῆς περὶ τὸ ζῷον ἐν τῇ | ||
τῶν ἰδίων ἐλεγχόμενος ἔργων συλλαμβάνεται . Γλαὺξ ἐλεὸς βύας αἰγωλιὸς σκὼψ νυκτικόραξ καὶ προσέτι νυκτερὶς καὶ εἴ τι ἄλλο νυκτερινὸν |
; Ὄπτα σὺ σιγῇ κἄπαγ ' ἀπὸ τῆς ὀσφύος . Ὅτῳ δὲ θύετ ' οὐ φράσεθ ' ; Ἡ κέρκος | ||
γένεσις ἐκεῖθεν ἐκ τοῦ ἀγαθοῦ καὶ δηλονότι τοῦ καλοῦ . Ὅτῳ δέ τις ἄγαται καί ἐστι συγγενής , τούτου ᾠκείωται |
Διὸς δοθέντων . θ ἀχέων ] θλίψεων . γᾶς πλοῦτος ἄβυσσος ἔσται : πολλὴ τῆς γῆς ἀφθονία ὑποκείσεται αὐτοῖς . | ||
ἐξ ἄμμου καὶ ἐπιτάξαντα αὐτῇ μὴ ὑπερβῆναι καὶ ἐπήκουσεν ἡ ἄβυσσος . καὶ σὺ ἐπάκουσον πᾶν πνεῦμα δαιμόνιον , ὅτι |
ὅ γε πρὶν θανέειν ἀναδύεται , ἀλλ ' ἐπὶ παισὶν ἡμιθανὴς προβέβηκε , μέλει δέ οἱ οὔτι μόροιο τόσσον , | ||
: χάριν παίδων . παίδων : παισίν . Ἡμιδαμής : ἡμιθανὴς , ἡμίκοπος . ἡμιδαής : ἡμίτμητος , ἡμιμέριστος , |
συντίθεσθαι πρὸς αὐτούς . Ἐπ ' ἄρχοντος δ ' Ἀθήνησι Νίκωνος Ῥωμαῖοι χιλιάρχους ἓξ ἀντὶ τῶν ὑπάτων κατέστησαν , Λεύκιον | ||
. εἰ γὰρ ὀγδοηκονταετῆ γενόμενον θήσει τις τελευτῆσαι Λυσίαν ἐπὶ Νίκωνος ἢ ἐπὶ Ναυσινίκου ἄρχοντος , ἑπτὰ ἔτεσιν ὅλοις ἂν |
, καὶ τὸ λίαν γίνεται αἴγλη : πάνυ γάρ ἐστιν ὁρμητικὴ ἡ αἴγλη . οὕτως εὗρον ἐν Ἐπιμερισμοῖς τοῦ Ψαλτῆρος | ||
ξίφος ἔχουσα ὅθεν ξιφηφόρον αὐτὴν εἶπεν . θουρία δὲ ἡ ὁρμητικὴ καὶ ἔνθους διὰ τὴν τῆς Κόρης ἁρπαγὴν ὡς ληροῦσι |
ἄγουσιν , ἐλαύνουσιν , ἐλαυνέτωσαν , ἐλαύνουσιν , ἀντίκλισις . Νῶτον ἐπιφάνειαν ἀπὸ τοῦ νωμῶ τὸ κινῶ . νῶτον ἁλός | ||
ἡ δὲ εἰς ὀξὺ ἀπηγμένη ἀκολασίαν καὶ δειλίαν κατηγορεῖ . Νῶτον πλατὺ στερεὸν ἄνδρα γενναῖον , θυμοειδῆ ποιεῖ , τὸ |
φυσικῆς ἐστιν ἀπώλεια . τὸ γὰρ ἐκρεῖν ἀκουσίως τὰ οὖρα προαιρετικῆς ἐνεργείας βλάβη : ὁμοίως καὶ ἐπὶ τῶν διαχωρημάτων ἡ | ||
μελλόντων συμβαίνειν . Αἱ δὲ ἐπὶ τούτοις γνῶμαι ἀπὸ τῆς προαιρετικῆς ἐν ἡμῖν ζωῆς ποιοῦνται τὴν παράκλησιν , οἷον γνώσῃ |
, ὁ μέλλων θώσω , θώνη ἔδει : καὶ λέγεται θοίνη . . . : υἱέα : ἐν ἐπιστολῇ ποτε | ||
καὶ ἐνεργεῖν κατὰ τὴν ἐμὴν καθαρτικὴν δύναμιν ; Καὶ ἡ θοίνη δὲ τὴν πολλὴν αὐτοῦ πρόνοιαν καὶ προθυμίαν ἐνδείκνυται τοῦ |
γῆν : ἐναργῶς δὲ καὶ πάνυ ἐκθύμως ὁ νεανίας ἔοικεν ὁρμῶντι ἐς τὴν μάχην , καὶ εἶπες ἂν αὐτὸν ἐνθουσιᾶν | ||
ἄπειρος καὶ μεγάλη ὑπάρχει ἰθύνοντί σοι καὶ ἐπ ' εὐθείας ὁρμῶντι ἐπὶ τὸν Κιμμέριον Βόσπορον , ἥτις δὴ ἔσωθεν τῆς |
, ἀλλ ' ἵνα σοι πρὸς Θέρσανδρον ἡ τῆς αἰτίας ἀπόλυσις ᾖ ὡς οὐ συνεγνωκότι . χρυσοῖ δέ σοι οὗτοι | ||
προσδοκίαν ἔχει , κἄν τι συμβῇ χαλεπὸν τοῖς τοιούτοις , ἀπόλυσις γίγνεται , ἐν δὲ προαιρέσει χρηστῇ καὶ βίῳ σώφρονι |
ἀπὸ ὡροσκόπου , καὶ τὰ ἶσα ἀπὸ Κρόνου . † ἀρχέτυπος ὁ κλῆρος οὗτος γίνεται ἐπὶ τῶν ἡμέρας γενομένων ἀπὸ | ||
εἶναι κόσμον , αὐτὸς ἂν εἴη [ τὸ παράδειγμα , ἀρχέτυπος ἰδέα τῶν ἰδεῶν ] ὁ θεοῦ λόγος . Φησὶ |
βαρβάρων φρονεῖ . οὕτως Πλάτων . . βούλιμος : ἡ ἐπιτεταμένη λιμός . . , . Γ γρύξαι : βραχύτατον | ||
ἑκάστη ξυνάγουσα , ἐνταῦθ ' ἐξερεύγεται . Αὕτη δὲ ἡ ἐπιτεταμένη διὰ τῶν καθειμένων πλεκτανέων ἐς ταὐτὸ ξυνάγει : ἐντεῦθεν |
εὐθὺς τὴν φωνήν , ὅτι λεπτὴ ἢ μέγεθος ἔχουσα ἢ ἐμμελὴς καὶ εὔρυθμος καὶ πάλιν εἰ ἐκμελής τε καὶ οὐκ | ||
μεταβολαῖς πέσωσιν ὅμοιοι φθόγγοι κατὰ τὴν τοῦ πυκνοῦ μετοχήν , ἐμμελὴς γίνεται ἡ μεταβολή , ὅταν δὲ ἀνόμοιοι , ἐκμελής |
. . Ὁρκίζω σε εἰς Ἑρμῆν καὶ Ἄνουβιν καὶ εἰς ὕλαγμα τοῦ κερκουροβόρου δράκοντος καὶ κυνὸς τρικεφάλου τοῦ Κερβέρου τοῦ | ||
ὀρύγεσσιν ὑπερφίαλος καὶ ἀπηνής : οὔτε γὰρ εὐρίνοιο κυνὸς τρομέουσιν ὕλαγμα , οὐ συὸς ἀγραύλοιο παρὰ σκοπέλοισι φρύαγμα , οὐδὲ |
τίκτει . Δεδοίκασιν ἔλαφοι σχοῖνον περικειμένην , τινὰ ἔχουσαν πτερὰ ἠρτημένα , τὴν τῶν πτερῶν κίνησιν φανταζόμεναι . καταφρονοῦσι δὲ | ||
. τοῦ πατριάρχου τὸ βιβλίον ἀπ ' ὀρθώσεως : πάντα ἠρτημένα τὰ εἰρημένα κακὰ γέγονεν . εἰς μέγιστα κτλ . |
θλάσις . ἕδρα μέντοι καὶ θλάσις ἅμα δύναται γίνεσθαι χωρὶς ῥωγμῆς : εἴσθλασις δ ' οὐκ ἂν γένοιτο χωρὶς ῥωγμῆς | ||
κατάλληλον εἴωθα αὐτὴν ποιεῖσθαι : ἔσθ ' ὅτε γὰρ ἐπὶ ῥωγμῆς μεγάλης καὶ ἡ ἁπλοτομία εὐθετεῖ , περιτενοῦς ὄντος τοῦ |
λεπτοῖς φρυγάνοις καὶ φορυτῷ κούφῳ κατερέφουσιν : ὅταν οὖν εἷς ὀλισθῇ , πολλῶν ὁμοῦ πορευομένων , οἱ λοιποὶ φοροῦντες ὕλην | ||
κάτω κοιλίης λυόμενα δι ' οὔρων καὶ ἱδρώτων , ἢν ὀλισθῇ μετρίως , ὑπὸ αὐτοματισμοῦ λύεται τὰ σμικρά : τὰ |
ἐκεῖνα ; οὐδαμῶς . ἄλλο γάρ ἐστι χρῆσις καὶ ἄλλο παρακολούθησις . ἐκείνων χρείαν εἶχεν ὁ θεὸς χρωμένων ταῖς φαντασίαις | ||
ἐστὶ πρὸ τῆς παρακολουθήσεως τἀγαθόν : εἰ δ ' ἡ παρακολούθησις ποιεῖ , οὐκ ἂν εἴη πρὸ ταύτης τὸ ἀγαθόν |
εἰρηνικοὺς ἀλλὰ καὶ πολιτικοὺς ἤδη τινὰς αὐτῶν ἀπεργασάμενος τυγχάνει . Λοιπὴ δ ' ἐστὶ τῆς Ἰβηρίας ἥ τε ἀπὸ τῶν | ||
καὶ δρυμῶν ἀβάτων ἐφ ' ἡμέρας πλείους ἐποίησαν μεστήν . Λοιπὴ δ ' ἐστὶ τῆς μεταξὺ Ἴστρου καὶ τῶν ὀρῶν |
παραλαβεῖν ἣν νῦν ἔχουσι προσηγορίαν . ἔχει δὲ αὐτῶι ἐν Φορωνίδι ὁ λόγος ὧδε : τοῦ Πελασγοῦ τοῦ βασιλέως αὐτῶν | ||
φησι διὰ τὸ μιμεῖσθαι τὸν πατέρα . Ἑλλάνικος δὲ ἐν Φορωνίδι ἀπὸ Ὀρφέως φησὶν εἶναι τὸν Ἡσίοδον . ὅς ποτε |
τέκνοισιν ὑπωροφίοισι χελιδών ἄψορρον ταχινὰ πέτεται βίον ἄλλον ἀγείρειν : ὠκυτέρα μαλακᾶς ἀπὸ δίφρακος ἔπτετο τήνα ἰθὺ δι ' ἀμφιθύρω | ||
καὶ ἀδελφὴν κατὰ σχῆμα . καὶ τοῦτο ἐκεῖνος λέγει : ὠκυτέρα τε εἶναι δοκεῖ , παρίστησι δὲ καί τινα σμικρότητος |
μὲν τῶν ὅρων Ζεὺς ὅριος καὶ στήλη ἐφορία καὶ ποταμὸς μεθόριος , καὶ ὅμορος πόλις καὶ πρόσορος τόπος καὶ ἐνόριος | ||
Φιλιππουπόλεως . Τὴν Φιλιππούπολιν , ἔστι δὲ ἡ πόλις αὕτη μεθόριος μὲν τῆς Θρᾳκῶν καὶ Μακεδόνων γῆς , κεῖται δὲ |
κατήκοον , παρίστησι λέγων πειθαρχεῖ γοῦν τῷ λόγῳ τὸ τοῦ ἐγκρατοῦς . εἰ γὰρ μὴ ἐπεφύκει πως λογικεύεσθαι , οὐκ | ||
φαύλας ἐπιθυμίας καὶ ἰσχυράς , καί φησιν ὅτι εἰ τοῦ ἐγκρατοῦς ἐπιθυμίαι ἀγαθαί εἰσι , λοιπὸν ἡ ἕξις , ἤτοι |
τοῦ μηκέτι εἶναι τῆς τοιαύτης ὑγρότητος μηδέν , ἀκριβὴς ἤδη μαρασμὸς συνίσταται . Οἱ ἑκτικῷ πυρετῷ νοσοῦντες εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς | ||
μαρασμὸν , καὶ τέταρτον ὁ περιφρυγὴς μαρασμός . Τί διαφέρει μαρασμὸς μαρασμώδους ; ὅτι ὁ μὲν μαρασμώδης ἀπὸ ψυχρότητος δʹ |
: οἱ γὰρ τυφλώττοντες ἀλῶνται . ἢ κατὰ στέρησιν τοῦ λάειν , ὅ ἐστι βλέπειν . Ἀλωή , τὸ σύνδενδρον | ||
, τὸ μὴ βλέπον , ἢ τὸ μὴ βλεπόμενον . λάειν γὰρ τὸ μὴ βλέπειν . ὅθεν ὁ λαὸς ὁ |
ἀνθρώπων ἴδιον ὥρισται , διάνοια μέν ἐστιν ὁ λόγος ὁ ἐνδιάθετος διέξοδός τις οὖσα καὶ ἀναπόλησις καὶ διάκρισις τῶν μνημονευθέντων | ||
τὸ ἐνάρθρου . Ἔστι δὲ καὶ πρῶτος τῇ φύσει ὁ ἐνδιάθετος τοῦ προφορικοῦ , ἐπεὶ καὶ συναναιρεῖ μὲν αὐτόν , |
Ἑρμαία ἄκρα . Κατὰ δὲ μέσον τὸν κόλπον κεῖται Ποντίων τόπος καὶ πόλις . Περὶ δὲ τὴν πόλιν λίμνη κεῖται | ||
συκάμινος . δοκεῖ δὲ καὶ ἡ χώρα συμβάλλεσθαι καὶ ὁ τόπος ὁ ἔνικμος πρὸς τὸ διαμένειν . τὰ γὰρ ἐν |
ἄρα , ἦν δ ' ἐγώ , κτλ . τὸ ἀπαγγελτικὸν ἅμα καὶ τὸ τῶν σπουδαίων μιμητικόν . τοῦτο γὰρ | ||
, συνάπτον πως τὰ ἄκρα ἀλλήλοις , δεκτικὸν ἅμα καὶ ἀπαγγελτικὸν ὑπάρχον , ἐπιτήδειον ὁμοιωθῆναι ἑκατέρῳ . Ὄργανον γὰρ ὂν |
δῆρις δηρίω , ὡς κόνις κονίω [ καὶ μῆτις ] μητίω : τούτου τοῦ δηρίω ὁ παθητικὸς παρακείμενος δεδήριμαι , | ||
κατ ' ἰχθύων . μητίσαντο : ἐβουλεύσαντο , παρὰ τὸ μητίω : μῆτις ἡ βουλὴ καὶ ἐξ αὐτοῦ μητίω , |
. λέγω , ὅτι ὀρθὴ ἔσται ἡ πρὸς τῷ Α συνισταμένη γωνία . ἐκβεβλήσθω γὰρ ἡ ΓΒ ἐπὶ τὸ Δ | ||
. ” ὁ δὲ Ἀπίων , σύμφορος ἡ ἐκ πολλῶν συνισταμένη . σύνθεο ἐπὶ τοῦ ἀντὶ τοῦ συνθηκοποίησον . καὶ |