ἐν ταῖς προσβολαῖς , εὐμήχανος ὑπάρχων περὶ τὴν κατασκευὴν τῶν πολιορκητικῶν ἔργων . οὐ μὴν ἀλλὰ τοὺς Κορινθίους ἐλευθερώσας παρεισήγαγε
βασιλέως ἀπαντῶντος καὶ τὸν υἱὸν Δημήτριον ἐκπέμψαντος μετὰ δυνάμεως καὶ πολιορκητικῶν ὀργάνων φοβηθέντες τὴν ὑπεροχὴν τοῦ βασιλέως τὸ μὲν πρῶτον
6225951 τρωγλαι
αἰσθήσεων . ἑρμηνεύεται γὰρ τοτὲ μὲν ὀρυκτή , τοτὲ δὲ τρῶγλαι , δι ' ἀμφοτέρων τῶν ὀνομάτων ἑνὸς δηλουμένου πράγματος
εἰς τὴν Χαρραίων λέγεται ποιήσασθαι . Χαρρὰν δὲ Ἑλληνιστὶ „ τρῶγλαι „ λέγονται , κατὰ σύμβολον αἱ τῶν ἡμετέρων αἰσθήσεων
6175099 πολυτελεστατον
, προπυλαίοις , εὐρυχωρίαις , ὑπαίθροις , ἅπασι τοῖς εἰς πολυτελέστατον κόσμον ἠσκημένον , ἐλπὶς καὶ ἀναγομένοις καὶ καταπλέουσι σωτήριος
/ μακαρία Ἄρτεμις . πάγχρυσον οἶκον : ⌈ ἤγουν / πολυτελέστατον ναόν ⌈ ἐν Ἐφέσῳ πολυτελέστατος ἦν ναὸς τῇ Ἀρτέμιδι
6155003 Ἀνδρῳ
τοῖσι τρισὶ δακτύλοισι μέλιτι δεύσας προσθεῖναι : φύεται δὲ ἐν Ἄνδρῳ ἐν τοῖσιν αἰγιαλοῖσιν . Ἕτερον : ὑστέρας ἀποκαθῆραι :
ἱδρύσασθαι Ἀθηνᾶν : οὕτως εὐπλοήσειν . ὁ δ ' ἐν Ἄνδρῳ ἐξήλατο . Τελενίκου πενέστερος : ὅθεν καὶ τὸ κενῶσαι
6082890 Ἐκβατανοις
τῇ λέξει ὡς μάγειρος . Γ χὤτι γ ' ἐν Ἐκβατάνοις ] οὐ μόνον Ἑλλήνων ἀλλὰ καὶ ἐν βαρβάρων χώραις
αὐτῆς συγχωρηθέντων . Ἀστιβάρα δὲ τοῦ βασιλέως τῶν Μήδων ἐν Ἐκβατάνοις γήραι τελευτήσαντος , τὴν ἀρχὴν Ἀσπάνδαν τὸν υἱὸν διαδέξασθαι
6023132 χιλιασιν
ἐμφαίνει , ἅτε τοῦ Ἡρακλέους καὶ τὸν Προμηθέα λῦσαι λεγομένου χιλιάσιν ἐτῶν ὕστερον . καὶ ἦν μὲν ἐνδοξότερον τὸ τὸν
* ἐχαρίζετο βʹ τάλαντα καὶ υʹ μυριάδας Δαρεικοῦ χρυσίου νομίσματος χιλιάσιν ὀλίγαις ἀπολειπομένας . ὧν οὐδὲν ὁ Ξέρξης λαβὼν ,
5979839 ἁδρας
Ἰταλίαν Ἑλλήνων τοὺς πλείστους καὶ τὸ τῶν Μεσσαπίων ἔθνος . ἁδρᾶς οὖν δυνάμεως περὶ αὐτὸν οὔσης οἱ μὲν Λευκανοὶ καταπλαγέντες
πυθόμενος ἀπέστειλε τὸν ἕτερον ὕπατον καλούμενον Ἄππιον Κλαύδιον μετὰ δυνάμεως ἁδρᾶς , ὃς εὐθὺς ἦλθεν εἰς Ῥήγιον . πρὸς δὲ
5967156 θαλαμιων
, ἐκ μὲν νεῶν ἑβδομήκοντα καὶ ὀλίγῳ πλεόνων πάντες πλὴν θαλαμιῶν , ὡς ἕκαστοι ἐσκευασμένοι , τοξόται δὲ ὀκτακόσιοι καὶ
νεώριον δ ' αὖ κωπέων πλατουμένων , τύλων ψοφούντων , θαλαμιῶν τροπουμένων , αὐλῶν , κελευστῶν , νιγλάρων , συριγμάτων
5936163 ἐπομπευσαν
ἱππεῖς δὲ δισμύριοι τρισχίλιοι διακόσιοι . Πάντες δ ' οὗτοι ἐπόμπευσαν , τὴν ἁρμόζουσαν ἑκάστῳ ἠμφιεσμένοι στολὴν , καὶ τὰς
μέγιστος ἐχώρει μετρητὰς τριάκοντα , ὁ δὲ ἐλάχιστος μετρητήν . ἐπόμπευσαν δὲ τρίποδες χρυσοῖ μεγάλοι τέτταρες : καὶ χρυσωματοθήκη χρυσῆ
5892642 Τιγρανῃ
πάσχειν , ἔστε Λούκουλλον καὶ Τιγράνην ἐπὶ ἀλλήλοις διακριθῆναι . Τιγράνῃ δ ' οὐδεὶς ἐμήνυεν ἐπιόντα Λούκουλλον : ὁ γάρ
καὶ τῆς δυνάμεως τῆς χώρας σημεῖον οὐ μικρὸν ὅτι Πομπηίου Τιγράνῃ τῷ πατρὶ τῷ Ἀρταουάσδου τάλαντα ἐπιγράψαντος ἑξακισχίλια ἀργυρίου ,
5850744 περισκεπτῳ
' , ὅθι οἱ θάλαμος περικαλλέος αὐλῆς ὑψηλὸς δέδμητο , περισκέπτῳ ἐνὶ χώρῳ , ἔνθ ' ἔβη εἰς εὐνὴν πολλὰ
βουλομένη κατιδεῖν εἰκόνα τὴν ἰδίην . πάντῃ δ ' ἀθρήσασα περισκέπτῳ ἐνὶ χώρῳ φθέγξατο : „ Ποῦ γυμνὴν εἶδέ με
5849405 Ἀκεσινην
πέντε ἀνθρώποις δυσπερίληπτα εἶναι τὰ στελέχη . κατὰ δὲ τὸν Ἀκεσίνην καὶ τὴν συμβολὴν τὴν πρὸς Ὑάρωτιν καὶ Ἀριστόβουλος εἴρηκε
ἄγων ἅμα οἱ τὸν Σίναρον ἐν Ἀρίσπαισι , ἐς τὸν Ἀκεσίνην ἐκδιδοῖ καὶ οὗτος . Ὁ δὲ Ἀκεσίνης ἐν Μαλλοῖς
5826535 ἀγχοτατω
τὸν Ἑρνίκων στρατὸν ὑπομένοντα καταλαβὼν ἀντικατεστρατοπέδευσεν ὡς ἐδύνατο μάλιστ ' ἀγχοτάτω σταδίους ἀπὸ τῆς Ῥώμης ἀποσχὼν ὀλίγῳ πλείους διακοσίων :
πολεμεῖν , πρὶν αὐτοὺς γυμνάσαι πόνοις πολλοῖς . τὰ οὖν ἀγχοτάτω πεδία πάντα περιιὼν ἑκάστης ἡμέρας ἄλλο μετ ' ἄλλο
5816783 Ἐλαιαν
, ὧν Πυθαγόρας εὑρετὴς γεγένηται , καὶ ὁ κατὰ τὴν Ἐλαίαν ἀκμάσας ] * * * ταύτης δὲ λέγεται κατάρξαι
ἀπὸ τῶν πολεμίων , καὶ Σκιπίωνι τὸν υἱὸν ἀπέπεμπεν εἰς Ἐλαίαν . ὃ δὲ τοῖς ἄγουσι συνεβούλευε μὴ μάχεσθαι τὸν
5808810 Λαυριῳ
χρυσοῦ ἡ γῆ αὐτοῖς δίδωσι . ἐν Θορικῷ γὰρ καὶ Λαυρίῳ τῆς Ἀττικῆς ἀργύρου μέταλλα . ἆρα . τόξα ἕλκουσα
ἀργύρου πηγή : ἐν Θορικῷ γάρ ἐστι μέταλλα καὶ ἐν Λαυρίῳ . τοξικὴ βολή . ἔγχη σταδαῖα : ἐκ τοῦ
5798176 ἠριθμηθησαν
πρὸς τὴν Βακτριανήν . συναχθείσης δὲ τῆς στρατιᾶς πανταχόθεν , ἠριθμήθησαν , ὡς Κτησίας ἐν ταῖς Ἱστορίαις ἀναγέγραφε , πεζῶν
κατακεχωρισμένον , ἐπὶ δὲ Πτολεμαίου τοῦ Λάγου πλείους τῶν τρισμυρίων ἠριθμήθησαν 〚 ὧν τὸ πλῆθος διαμεμένηκεν ἕως τῶν καθ '
5793803 ἐθανατωσε
τὸν τοῦ Ποσειδῶνος δηλονότι , τῷ θανάτῳ παρέσχεν , ἤγουν ἐθανάτωσε : καὶ τὸν παῖδα τῆς Ἡμέρας τὸν Μέμνονα ,
πρὸς Συρακοσίους . μετὰ δὲ ταῦτα τὸν μὲν Ἱκέταν καταπολεμήσας ἐθανάτωσε , τοὺς δ ' ἐν Αἴτνῃ Καμπανοὺς ἐκπολιορκήσας διέφθειρε
5784028 Κοϊντιον
ἄρχοντος δ ' Ἀθήνησι Πυθοδώρου Ῥωμαῖοι μὲν ὑπάτους κατέστησεν Τίτον Κοΐντιον καὶ Νίττον Μενήνιον , Ἠλεῖοι δ ' ἤγαγον ὀλυμπιάδα
' ἄρχοντος δ ' Ἀθήνησι Τληπολέμου Ῥωμαῖοι κατέστησαν ὑπάτους Τίτον Κοΐντιον καὶ Κόιντον Σερουίλιον Στροῦκτον . ἐπὶ δὲ τούτων Ἀρταξέρξης
5779954 Βιτων
Κάστωρ καὶ Πολυδεύκης . Ζῆθος καὶ Ἀμφίων . Κλέοβις καὶ Βίτων . Ἀντιγόνη καὶ Πολυνείκης . Τέννης καὶ Ἡμιθέα .
σαμβύκη , οὗ τό τε σχῆμα καὶ τὴν κατασκευὴν ἀποδείκνυσι Βίτων ἐν τῷ πρὸς Ἄτταλον περὶ Ὀργάνων . καὶ Ἀνδρέας
5778533 ὑψωσε
κύριος τοῦ ὑψώματος Ἑρμῆς Τοξότῃ εὑρέθη μεσουρανῶν τῷ κλήρῳ καὶ ὕψωσε τὴν γένεσιν περὶ τὸν βίον . ὁμοίως δὲ καὶ
, τουτέστιν ὑψηλότατον , ὥρμησεν , ἀντὶ τοῦ ἀνεβίβασεν , ὕψωσε κλέος . ὀλίγοι δέ τινες , ἀντὶ τοῦ οὐδέ
5769529 Θρηισσαις
πλείστων ἁψάμενος λόγων κρεῖσσον οὐδὲν Ἀνάγκας ηὗρον οὐδέ τι φάρμακον Θρήισσαις ἐν σανίσιν , τὰς Ὀρφεία κατέγραψεν γῆρυς , οὐδ
τὸ δὲ τῶν αἰχμαλώτων κηδεμονικὸν μέν , ὡς Αἰσχύλος ἐν Θρήισσαις , οὐ μὴν εὐπρόσωπον . : . . .
5764636 Λαοδικειᾳ
τὴν ἐκ τῆς ἀδικίας παρανομίαν . Ὅτι ὁ Δημήτριος ἐν Λαοδικείᾳ διατρίβων ῥᾳθύμως διῆγε , πότους τε συνάγων καὶ ταῖς
ὁ λοιπὸς ἀπὸ τῆς Λαοδικείας ἐστὶ τοιοῦτος : τῇ γὰρ Λαοδικείᾳ πλησιάζει πολίχνια , τό τε Ποσείδιον καὶ τὸ Ἡράκλειον
5758253 πενιχρων
. ταῦτα μὲν ἐν δήμῳ στρέφεται κακά : τῶν δὲ πενιχρῶν ἱκνοῦνται πολλοὶ γαῖαν ἐς ἀλλοδαπήν , πραθέντες δεσμοῖσί τ
τὸ τοῦ κυάμου λέπισμα . Λεπτὴν πλέκειν : ἐπὶ τῶν πενιχρῶν τοῦτο λέγεται : οἷον ἀκριβῆ , στενὴν , ἀσθενῆ
5755456 Θορικῳ
, ἔστι δ ' ἐν τῇ πρὸς ἄρκτον τεῖχος ἐν Θορικῷ : ἀπέχει δὲ ταῦτα ἀπ ' ἀλλήλων ἀμφὶ τὰ
ἱρὰ ἐπετέλεσαν ὡς θεῷ . Κέφαλος ὁ Δηίονος ἔγημεν ἐν Θορικῷ τῆς Ἀττικῆς Πρόκριν τὴν θυγατέρα τὴν Ἐρεχθέως . ἦν
5752520 ἐπεσκευασε
ἐγγυτάτω νήσοις . ὁ δὲ Τιμόθεος ἐπεὶ ἅς τε εἶχεν ἐπεσκεύασε καὶ ἐκ Κερκύρας ἄλλας προσεπληρώσατο , γενομένων αὐτῷ τῶν
Βουκεφάλων ὅσα πρὸς τῶν ὄμβρων πεπονηκότα ἦν ξὺν τῇ στρατιᾷ ἐπεσκεύασε καὶ τὰ ἄλλα τὰ κατὰ τὴν χώραν ἐκόσμει .
5743758 παλαμησασθαι
, ἐπεὶ τὸ πλέον διὰ τῶν χειρῶν ἐνεργεῖται . καὶ παλαμήσασθαι τὸ τεχνάσασθαι . παλύνειν ἤτοι τρέφειν ἢ λευκαίνειν ,
, ἀσθενής , ἄχειρος , ἄτεχνος , ὁ μὴ δυνάμενος παλαμήσασθαι , ὅ ἐστι τεχνάσασθαι : ὡς δ ' ὅτ
5737483 Σολπικιος
υἱὸς Τούβερτος , Τῖτος Αἰβούτιος Τίτου υἱὸς Φλαούιος , Σέρβιος Σολπίκιος Ποπλίου υἱὸς Καμερῖνος , Αὖλος Ποστούμιος Ποπλίου υἱὸς Βάλβος
ἄρχοντος δ ' Ἀθήνησι Φιλοκλέους ἐν Ῥώμῃ κατεστάθησαν ὕπατοι Γάιος Σολπίκιος καὶ Γάιος Αἴλιος . ἐπὶ δὲ τούτων Ἀρριδαῖος ὁ
5736921 πολισματι
εὗρε δ ' οὖν ἐν Χηναῖς , σμικρῷ καὶ ἀσθενεῖ πολίσματι , ἄνδρα ἀγαθόν : ὄνομα ἦν αὐτῷ Μύσων .
. Παυσανίας ἐνάτῳ . τὸ δὲ ἀρχαῖον [ τῷ ] πολίσματι ὄνομα [ ] Κυρτώνη . τὸ ἐθνικὸν Κυρτώνιος ,
5731222 διαχρυσοις
προειρήκαμεν δαπάνης , ἵππον τε κατεσκευασμένον σὺν ἱπποκόμῳ καὶ φαλάροις διαχρύσοις ἐδώκαμεν καὶ παρεκαλέσαμεν ἕκαστον ἐπὶ αὐτοῦ καθεσθέντα οἴκαδ '
, περιεργότερον ἐξωρχεῖτο , σχήμασί τε ἐσθῆτος πολυτελεστάτοις χρώμενος , διαχρύσοις τε πόρφυρας ὑφάσμασι περιδεραίοις τε καὶ ψελίοις κοσμούμενος ,
5726137 Μαλλιον
, Λεύκιον Παπίριον , Μάρκον Φούριον , Οὐαλέριον , Αὖλον Μάλλιον , Λεύκιον καὶ Ποστούμιον . ἐπὶ δὲ τούτων Λακεδαιμόνιοι
ὀρεγομένους ἔργων ὁμοίων , ἐς μὲν Φαισούλας τῆς Τυρρηνίας Γάιον Μάλλιον , ἐς δὲ τὴν Πικηνίτιδα καὶ τὴν Ἀπουλίαν ἑτέρους
5725379 Βρεττανοι
εἰσὶ καὶ Βρεττανίδες νῆσοι ἐν τῷ ὠκεανῷ . τὸ ἐθνικὸν Βρεττανοί . ἔστι καὶ Βρέττος , πόλις Τυρρηνῶν , ἡ
τοιοῦτοί εἰσι τὴν χροιάν . Ἄλλως . Ἔνθα Βρετανοί . Βρεττανοί ἐστι τὸ ἐντελέστερον . Ἀλλὰ διὰ τὸ μέτρον ἐγένετο
5720739 Χιωι
μάλιστα . . Ὁμηρίδαι : . . . γένος ἐν Χίωι , ὅπερ Ἀ . ἐν γ , Ἑλλάνικος [
. . . Ὁμηρίδαι : . . . γένος ἐν Χίωι , ὅπερ Ἀκουσίλαος ἐν γ . ? . Ἑλλάνικος
5718978 Δελφοισι
δέκα : οὗτος ὁ λέων , ἐπείτε κατεκαίετο ὁ ἐν Δελφοῖσι νηός , κατέπεσε ἀπὸ τῶν ἡμιπλινθίων καὶ νῦν κεῖται
τοῦ ἱροῦ , πρόμαντις δὲ ἡ χρέωσα κατά περ ἐν Δελφοῖσι , καὶ οὐδὲν ποικιλώτερον . Παραμειψάμενος δὲ ὁ Ξέρξης
5714525 Φουριος
τάχους οἱ ὕπατοι διακληρωσάμενοι τὰ στρατεύματα ἐξῄεσαν , Σπόριος μὲν Φούριος ἐπὶ τὰς Αἰκανῶν πόλεις , Καίσων δὲ Φάβιος ἐπὶ
Ἀθήνησιν Εὐφήμου ἐν Ῥώμῃ κατεστάθησαν ἀντὶ τῶν ὑπάτων χιλίαρχοι Λεύκιος Φούριος , Λεύκιος Κοΐντιος , Αὖλος Σεμπρώνιος . ἐπὶ δὲ
5703215 Λιβυστινοι
ὃς εἰς Κυταίαν τὴν Λιβυστίνην μολών ” . [ οἱ Λιβυστῖνοι γὰρ ἔθνος παρακείμενον Κόλχοις . ] λέγεται καὶ Κυταιίς
Ἀστεροδείης τῆς Ὠκεανοῦ καὶ Τηθύος θυγατρός . . . : Λιβυστῖνοι , ἔθνος παρακείμενον Κόλχοις , ὡς Διόφαντος ἐν Πολιτικοῖς
5692791 ἐστρατοπεδευεν
Οὐρίατθος ἔκτεινε χωρὶς ὀλίγων . καὶ τὸν Τάγον ποταμὸν διαβὰς ἐστρατοπέδευεν ἐν ὄρει περιφύτῳ μὲν ἐλάαις , Ἀφροδίτης δ '
οὗ Πινάριος ἡγεῖτο , αὐτὸς δὲ μάλα θρασέως πολὺ προελθὼν ἐστρατοπέδευεν ἐν τῷ πεδίῳ , σταδίους ὀκτὼ μόνους ἀποσχὼν ἀπὸ
5692353 παραθαλαττιοις
. ταύτην λέγεται τὰς τῶν ἀνθρώπων θήρας φυλαττομένην ἐν σκοπέλοις παραθαλαττίοις νεοττοποιεῖσθαι . καὶ δήποτε τίκτειν μέλλουσα παρεγένετο εἴς τι
ἑψόμενα ἐσθίεται . Ἀρτεμισία φύεται μὲν ὡς τὸ πολὺ ἐν παραθαλαττίοις τόποις : πόα θαμνοειδής , παρόμοιος ἀψινθίῳ , μείζων
5691578 Ἀδριανουπολει
ἀνενεώσαντο . βασιλεὺς δὲ τὸ λοιπὸν τοῦ φθινοπώρου διαγαγὼν ἐν Ἀδριανουπόλει χειμῶνος ἀρχομένου ἀφικνεῖται ἐς τὸ Βυζάντιον , καὶ ἑξηκοστὸν
καὶ διεδείχθη τοῖς πράγμασι . βασιλεὺς δὲ ταῦτα πράξας ἐν Ἀδριανουπόλει ἐπάνεισι φθινοπώρου ἐς τὸ Βυζάντιον καὶ ἑξηκοστὸν δὴ καὶ
5680978 κατασκευασμασιν
τίς δὲ ἄλλος ἔθηκεν , ἀντὶ τοῦ ἐπενόησε συμμετρίας ἐν κατασκευάσμασιν ἱππείοις , ἀντὶ τοῦ πολεμικοῖς : ἤγουν τίς δὲ
, οὐχὶ καὶ αὐτοὶ παρὰ φύσιν χρῶνται τοῖς τοῦ θεοῦ κατασκευάσμασιν ; Νὴ Δία : δύναται γὰρ βάπτειν , οὐκ
5675661 Σατραι
Κίκονες , Βίστονες , Σαπαῖοι , Δερσαῖοι , Ἠδωνοί , Σάτραι . Τούτων οἱ μὲν παρὰ θάλασσαν κατοικημένοι ἐν τῇσι
Θράικης . Ἑκαταῖος Εὐρώπηι : καὶ Θουκυδίδης β . . Σάτραι : ἔθνος Θράικης , ὡς Ἑκαταῖος ἐν Εὐρώπηι φησί
5668992 Γναιον
οἱ παλαιοὶ μὲν Γναίιον , νῦν δὲ χυδαίως συντομώτερον ἀκούομεν Γναῖον , καὶ ἐὰν ὀνόματος ἕνεκα τίθεμεν . γράμμα σύμφωνον
Πούπλιον Ἀτίλιον , περὶ δὲ αὐτὴν Ἰταλίαν Λούκιον Γέλλιον καὶ Γναῖον Λέντουλον . Σικελίαν δὲ καὶ τὸν Ἰόνιον ἐφύλασσον αὐτῷ
5661724 Τουσκλον
ὑποπιπτούσαις ἐπὶ τὸ κατὰ τὴν Ῥώμην μέρος . τὸ γὰρ Τοῦσκλον ἐνταῦθα ἐστὶ λόφος εὔγεως καὶ εὔυδρος , κορυφούμενος ἠρέμα
τῶν Ἑλλήνων . Πόλεμος Ῥωμαίοις πρὸς Αἰκολανοὺς καὶ τοὺς τὸ Τοῦσκλον κατοικοῦντας . Περὶ τῆς κατασκευῆς τοῦ Πειραιέως ὑπὸ Θεμιστοκλέους
5654990 Ξανθιππῳ
συμμαχίαν : καὶ πέμπεται αὐτοῖς στράτευμα λακωνικὸν ὑφ ' ἡγεμόνι Ξανθίππῳ . Συγκροτηθέντος οὖν πολέμου , μεταπίπτει τῷ Ῥηγούλῳ τὰ
οἱ Καρχηδόνιοι καθείρξαντες ἐν γαλεάγρᾳ κέντρα πάντοθεν ἐχούσῃ διέφθειραν . Ξανθίππῳ δὲ τὸ εὐτύχημα ξυμφορῶν ἦρξε : Καρχηδόνιοι γὰρ αὐτόν
5654088 Θραικηι
Μαρώνεια : . . . ἔστι μέντοι καὶ πόλις ἐν Θράικηι Μαρώνεια , ἥν φασιν εἶναι τὴν ὑφ ' Ὁμήρου
φησὶν ὅτι Ἑλληνικός τε γεγονὼς τελετὰς κατέδειξε Γέταις τοῖς ἐν Θράικηι , καὶ ἔλεγεν ὅτι οὔτ ' ἂν αὐτὸς ἀποθάνοι
5651677 διταλαντον
δ ' ἄρ ' ἐν μέσσοισι δύο χρυσοῖο τάλαντα . διτάλαντον δ ' ἂν εἴποις κατὰ Δημοσθένην καὶ τριτάλαντον καὶ
τὰ δὲ ἐκπώματα οὐ κοῦφα ὡς τὰ Ἐχεκράτους , ἀλλὰ διτάλαντον ἕκαστον τὴν ὁλκήν . Εἶτα πῶς ὁ οἰνοχόος ὀρέξει
5632643 Κρισαιῳ
, [ καὶ ] ναυαγίᾳ τε ἐν τῷ πελάγει τῷ Κρισαίῳ τὸν Φάλανθον χρήσασθαι καὶ ὑπὸ δελφῖνος ἐκκομισθῆναί φασιν ἐς
οἱ Λοκροὶ οἱ Ἐπιζεφύριοι , Λοκρῶν ἄποικοι τῶν ἐν τῷ Κρισαίῳ κόλπῳ , μικρὸν ὕστερον τῆς Κρότωνος καὶ Συρακουσσῶν κτίσεως
5631071 Πανδοσια
κατὰ ] Διονύσου μετὰ Δηριάδου στρατευσάμενον , καθὰ Διονύσιος . Πανδοσία , φρούριον Βρεττίων ἐρυμνὸν τρικόρυφον , περὶ ὃ ἐφθάρη
Κασσωπαίων μικρὸν ὑπὲρ τῆς θαλάττης ὄν , καὶ Ἐλάτρια καὶ Πανδοσία καὶ Βατίαι ἐν μεσογαίᾳ , καθήκει δ ' αὐτῶν
5615756 κυφωνι
τάσσεται δὲ κἀπὶ πάντων τῶν δυσχερῶν καὶ ὀλεθρίων , καὶ κυφωνι - σμὸς ἐπὶ τῶν τιμωριῶν . Ἀρχίλοχος δὲ ἀντὶ
τάσσεται δὲ κἀπὶ πάντων τῶν δυσχερῶν καὶ ὀλεθρίων , καὶ κυφωνι - σμὸς ἐπὶ τῶν τιμωριῶν . Ἀρχίλοχος δὲ ἀντὶ
5610192 θριαμβῳ
πρὸς τὴν γνώμην αὐτοῦ καὶ λαβὼν καιρὸν ηὐτομόλησε καὶ τῷ θριάμβῳ παρῆν τῶν φιλτάτων , ἐν τιμῇ ἀγόμενος . ἐπόμπευσε
Φαμέου ὁ στρατὸς ἀπήντα καὶ τὸν Σκιπίωνα εὐφήμουν ὡς ἐπὶ θριάμβῳ . Μανίλιος δ ' , ὑπερηδόμενός τε καὶ οὐκέτι
5609885 κοντα
εἰπεῖν , ἀπὸ τῆς καμάρας . Οἱ δὲ καὶ τὰ κοντὰ πασσάλια τῶν κιτροφύτων , μὴ δυνάμενα καμφθῆναι , κατακεφάλα
εἰπεῖν , ἀπὸ τῆς καμάρας . Οἱ δὲ καὶ τὰ κοντὰ πασσάλια τῶν κιτροφύτων , μὴ δυνάμενα καμφθῆναι , κατακεφάλα
5606893 Κοιραταδας
ταῦτα ᾤχοντο ἐροῦντες . Ἔτι δὲ καθημένων τῶν στρατιωτῶν προσέρχεται Κοιρατάδας Θηβαῖος , ὃς οὐ φεύγων τὴν Ἑλλάδα περιῄει ἀλλὰ
στρατιώτας εἴσω τοῦ τείχους ἀπῄει σὺν Κλεάνδρῳ . ὁ δὲ Κοιρατάδας τῇ μὲν πρώτῃ ἡμέρᾳ οὐκ ἐκαλλιέρει οὐδὲ διεμέτρησεν οὐδὲν
5602428 ἀναθοροντες
οἱ λοιποὶ δ ' ἔς τι χῶμα πρὸ τοῦ στρατοπέδου ἀναθορόντες αὐτό τε διέσωσαν γενναίως ἀμυνόμενοι καὶ τὸν Ἀννίβαν ἐκώλυσαν
δὲ πρὸς μὲν τὴν κάμηλον ἐφοβήθησαν καὶ ὀλίγου δεῖν ἔφυγον ἀναθορόντες , καίτοι χρυσῷ πᾶσα ἐκεκόσμητο καὶ ἁλουργίδι ἐπέστρωτο καὶ
5597140 Σερουιον
δ ' Αἰκανοὺς ἄγειν τὴν στρατιὰν τὸν ἕτερον τῶν ὑπάτων Σερούιον Φούριον : καὶ ἐγίνετο ταχεῖα ἀμφοῖν ἡ ἔξοδος .
ἀμφοτέρους ἐπιχειρήματα ἐπὶ ταῖς δυσμαῖς ὄντας ἤδη τοῦ βίου ; Σερούιον μὲν Τύλλιον τὸν ἐπιεικέστατον τῶν βασιλέων καὶ πλεῖστα ὑμᾶς
5596060 ἐπορισας
Ἐφέσια τοῖς γαμοῦσιν οὗτος περιπατεῖ λέγων ἀλεξιφάρμακα . ἁλύσιον χρυσοῦν ἐπόρισας . εἴθε λιθοκόλλητον ἦν : καλὸν ἦν ἂν οὕτως
ὅτι λιθοκόλλητον ἦν , ὡς ἐν τῷ Μενάνδρου Παιδίῳ χρυσοῦν ἐπόρισας . εἴθε λιθοκόλλητον ἦν . καλὸν ἦν ἂν οὕτως
5584358 ἐγυμναζεν
ἔλαβε δισχιλίους ἱππέας καὶ ξένους ἐμι - σθοῦτο καὶ πάντας ἐγύμναζεν , διακοσίους σταδίους ἀποσχὼν ἀπὸ Καρχηδόνος . Νομάδων δὲ
δὲ ἀγέλην ἀγρίων ἔτρεφεν ἀπαντικρὺ χωρίον , ἐν οἷς αὑτὸν ἐγύμναζεν ὁ Πέρσης , τότε δὲ Ῥωμαίους εὐώχουν ἅπαντας .
5583492 ἀναμεμιγμενοι
δὲ ὁ Ἀθάμας οὗτος ἀπόγονος Ἀθάμαντος εἶναι τοῦ Αἰόλου . ἀναμεμιγμένοι μὲν τῷ Ἑλληνικῷ καὶ ἐνταῦθα ἦσαν οἱ Κᾶρες :
Μυοῦντος μὲν Κυάρητος ἐγένετο ὁ Κόδρου , Πριηνεῖς δὲ Ἴωσιν ἀναμεμιγμένοι Θηβαῖοι Φιλώταν τε τὸν ἀπόγονον Πηνέλεω καὶ Αἴπυτον Νειλέως
5582346 αὐτονομων
στρατεύεσθαι δυνατὸν οὔτε Ἀθηναίοις μὴ ἡγουμένων ἡμῶν οὔθ ' ἡμῖν αὐτονόμων οὐσῶν τῶν πόλεων . τῷ μὲν δὴ Τιριβάζῳ ἀκούοντι
ἱπποτοξόται . παρεκάλει δὲ καὶ τῶν ὀρεινῶν Θρᾳκῶν πολλοὺς τῶν αὐτονόμων καὶ μαχαιροφόρων , οἳ Δῖοι καλοῦνται , τὴν Ῥοδόπην
5577635 Κλοιλιον
. ἦν δὲ τὸ προβούλευμα τοιόνδε : Λάρκιον μὲν καὶ Κλοίλιον τοὺς τότε ὑπατεύοντας ἀποθέσθαι τὴν ἐξουσίαν , καὶ εἴ
τὴν κρατίστην περὶ αὑτὸν εἶχεν , ἐκ δὲ τῶν ὑπολειπομένων Κλοίλιον ἐκέλευσε τὸν συνύπατον ἣν αὐτὸς ἐβούλετο λαβεῖν , τὴν
5577099 Ἀσωποδωρος
κόσμον ἤλαυνον ἐπ ' αὐτοὺς τοὺς ἵππους , τῶν ἱππάρχεε Ἀσωπόδωρος ὁ Τιμάνδρου . Ἐσπεσόντες δὲ κατεστόρεσαν αὐτῶν ἑξακοσίους ,
Θηβαῖον γράφει . ἅ νιν ἐρειδόμενον : φυγαδευθεὶς γὰρ ὁ Ἀσωπόδωρος Θήβηθεν ἐν Ὀρχομενῷ ἐπολιτογραφήθη . ἄλλως . ναυαγήσας ὁ
5577032 Πελλῃ
μὲν προσένειμεν Ἀμφιπόλει , τὸ δὲ Θεσσαλονικείᾳ , τὸ δὲ Πέλλῃ , τὸ δὲ Πελαγόσι . παροικοῦσι δὲ τὸν Ἕβρον
; Ὃν τοίνυν χρόνον ἦμεν ἐκεῖ καὶ καθήμεθ ' ἐν Πέλλῃ , σκέψασθε τί πράττειν ἕκαστος ἡμῶν προείλετο . ἐγὼ
5576611 διηχες
καὶ τεινόμεναι ἀπὸ τῶν περάτων ἐν ὀλίγῳ χρόνῳ ὀξύτατα τὸ διηχὲς τοῦ ἀέρος κινοῦσι , πρὸς δὲ καὶ τὴν αἴσθησιν
ὁ ἀὴρ ὑπὸ τοῦ ἀέρος , ἀλλ ' ὡς δυνάμει διηχὲς ὑπὸ τοῦ ἐνεργείᾳ διηχητικοῦ . Διὰ τί οὖν ὑγρὸν
5575258 ναυσιπορος
τούτων λέγει Μεγασθένης οὐδένα εἶναι τοῦ Μαιάνδρου ἀποδέοντα , ἵναπερ ναυσίπορος ὁ Μαίανδρος . εἶναι ὦν τὸ εὖρος τῷ Γάγγῃ
σκοπέλωνδηλονότι τῶν ὑψηλῶν τόπων , ἀφ ' ὧν ἔστι κατασκοπήσασθαιὁ ναυσίπορος Ὑδάσπης λοξὸν συρόμενον τὸν Ἀκεσίνην εἰσδέχεται . ἐπὶ τούτοις
5572477 Βακτροις
κατ ' ἐκεῖνον τὸν καιρόν : εἶχε γὰρ τὴν ἐν Βάκτροις σατραπείαν . ὁ δ ' οὖν Ἀρτάβανος παραγενόμενος ἔτι
Ἀττικῶν ἐρίων ἄλλ ' ἐστὶ μαλακώτερα , εἰ τῶν ἐν Βάκτροις καμήλων εἰσί τινες δυνατώτεροι , ἢ εἰ Σωκράτους ἐστί
5571060 ἐπικλασθεις
ἐκ πολλοῦ τὸν ἄνδρα ἀποστρεφόμενος ἐζημίωσε πεντήκοντα μυριάσιν , οὐκ ἐπικλασθεὶς οὐδ ' ὅτι πρὸ τῆς δίκης αὐτῷ παῖς ἐτεθνήκει
τα προϊδὼν καὶ φυλαξάμενος . “ ὁ μὲν δὴ Βίτοιτος ἐπικλασθεὶς ἐπεκούρησε χρῄζοντι τῷ βασιλεῖ , καὶ ὁ Μιθριδάτης ἀπέθνησκεν
5570375 ὀχυρωμα
' Ἀλέξανδρος πυθόμενος περὶ τούτων ἔτι μᾶλλον παρωξύνθη πολιορκῆσαι τὸ ὀχύρωμα καὶ διαμιλληθῆναι τῇ τοῦ θεοῦ δόξῃ . ἡ δὲ
με ὑποδέχεσθαι καὶ κρύπτειν : πύργος ἀσφαλής : ἀντὶ τοῦ ὀχύρωμα σωτηρίας . καταχρηστικῶς δὲ τὴν σωτηρίαν πύργον ὠνόμασε παρὰ
5568852 Κανωβῳ
σταδίους ἀπέχων Κανώβου καὶ ὁ ἕνα ἐπίσης οὐκ εἰσὶν ἐν Κανώβῳ : οὕτω καὶ ὁ πλέον καὶ ὁ ἔλαττον ἁμαρτάνων
, καὶ μάλιστα αἱ μείζους . τελλῖναι γίνονται μὲν ἐν Κανώβῳ πολλαὶ καὶ ὑπὸ τὴν τοῦ Νείλου ἀνάβασιν πληθύουσιν .
5568566 γεωλοφον
δὲ χιλίους , ἅρματα δὲ δισχίλια . καταλαβόμενοι δέ τινα γεώλοφον οὐ μακρὰν τῶν πολεμίων ἐξέταττον τὴν δύναμιν εἰς μάχην
φυγὴν ποιούμενος καὶ ἤδη καταλαμβανόμενος , ἰδὼν ἐν τῇ παρόδῳ γεώλοφον προσέταξε τοῖς κομίζουσιν ἐπὶ τοῦτον θεῖναι τὸ φορεῖον .
5558618 διεληλυθοτος
οὐκ ἀπήντησε ταῦτα ταύτῃ : πόθεν ; χρόνου δὲ ὀλίγου διεληλυθότος , αἱ μὲν τοῦ θεοῦ τριετηρίδες ἀφίκοντο , ὃ
ὑπὲρ τῶν μνηστήρων πολεμήσαντες ἀριστεύοντος τοῦ Τηλεμάχου . χρόνου δὲ διεληλυθότος ὁρᾶι Ὀδυσσεὺς ἐνύπνια τὴν αὐτοῦ τελευτὴν σημαίνοντα : καὶ
5553854 θαλαμηγον
κατεσκεύασεν δ ' ὁ Φιλοπάτωρ καὶ ποτάμιον πλοῖον , τὴν θαλαμηγὸν καλουμένην , τὸ μῆκος ἔχουσαν ἡμισταδίου , τὸ δὲ
ὁ Φιλοπάτωρ καὶ ποτάμιον πλοῖον δίπρῳρον καὶ δίπρυμνον , τὴν θαλαμηγὸν καλουμένην , μῆκος ἔχουσαν ἡμισταδίου , τὸ δὲ εὖρος
5550895 συνυπατον
μόνος κατέσχε τὴν ἀρχὴν δέον εὐθὺς ἑλέσθαι [ τὸν ] συνύπατον , ὥσπερ ὁ Βροῦτος ἐποίησε Κολλατῖνον ἐκβαλών : ἔπειθ
τήνδε . Μάριος , ἐπὶ τὴν ἕκτην ὑπατείαν κληθεὶς , συνύπατον ἔσχε τὸν Σύλλαν , ᾧ τὰ πρὸς Μιθριδάτην ἀπεκληρώθη
5548469 οἰκοδομαις
ἔχει πεπυκνωμένας καὶ τοῖς ὕψεσι διαφερούσας . αὗται δὲ ταῖς οἰκοδομαῖς αἰεὶ κατὰ τὴν εἰς τὸν λόφον ἀνάβασιν ἀλλήλων ὑπερέχουσι
καὶ πάντα τόπον ἀρδευόντων . ἀγροικίαι τε συνεχεῖς ὑπῆρχον , οἰκοδομαῖς πολυτελέσι καὶ κονιάμασι διαπεπονημέναι καὶ τὸν τῶν κεκτημένων αὐτὰς
5548351 ὠνειται
γὰρ ἐν τῷ ἄστει γέγονε . τὰ ἔπιπλα δὲ οὐδεὶς ὠνεῖται : οὐδὲ δανείσασθαι οὐδαμόθεν ἔστιν ἀργύριον , ἀλλὰ πρότερον
ἥδιστος , βίος τρισμακάριστος . τίς ἐπιθυμεῖ τρυφῆς ; τίς ὠνεῖται τὸν ἁβρότατον ; Ἐλθὲ σὺ καὶ λέγε ἅπερ εἰδὼς
5545571 Σογδοι
ἦρχε Σισάμνης ὁ Ὑδάρνεος . Πάρθοι δὲ καὶ Χοράσμιοι καὶ Σόγδοι τε καὶ Γανδάριοι καὶ Δαδίκαι τὴν αὐτὴν σκευὴν ἔχοντες
χωρίον περὶ τὴν Βακτριανήν , ἧς οἱ οἰκήτορες Σόγδιοι καὶ Σόγδοι . Σόδομα , μητρόπολις ἦν τῶν δέκα πόλεων τῶν
5544264 συαγρων
ἐλαίῳ ἢ ὀμφακίνῳ , ἐν ᾧ ἐτάκη στέαρ ἀρκεῖον ἢ συάγρων . ἐὰν δὲ νεοσσὸν μικρὸν πελαργοῦ λαβὼν βάλῃς εἰς
, ἐν τοῖς ὄρεσι τοῖς πρὸς τῇ Ἰνδικῇ , ὑπὸ συάγρων τῶν συννεμομένων συλλαμβάνειν , ὁ αὐτὸς Δίδυμός φησιν .
5541696 ἠθροιζε
τοῦ Φιλομήλου . αἱρεθεὶς δὲ στρατηγὸς αὐτοκράτωρ μισθοφόρων τε πλῆθος ἤθροιζε καὶ τὰς τῶν τετελευτηκότων τάξεις ἀναπληρώσας καὶ τῷ πλήθει
. οὗτος δὲ τὴν γεγενημένην συμφορὰν διορθούμενος μισθοφόρων τε πλῆθος ἤθροιζε , διπλασιάσας τοὺς εἰωθότας μισθούς , καὶ παρὰ τῶν
5537410 καταλελοιπει
Λίβιος περὶ τῶν σφετέρων νεῶν , ἃς ἐν τῇ Αἰολίδι καταλελοίπει , κατὰ σπουδὴν ἐς αὐτὰς ἐπανῄει . καὶ Εὐμένης
ἐν ταῖν χεροῖν εἶχε καὶ τὰ παιδία , ἃ νεογνὰ καταλελοίπει , ἀνεκαλεῖτο καὶ ἑαυτῷ ἐπεμέμφετο τῆς τόλμης , ὃς
5536865 Λευκτρικον
, ἐν ᾗ ἐγένετο Ἡγήμων ἐποποιός , ὃς ἔγραψε τὸν Λευκτρικὸν πόλεμον τῶν Θηβαίων καὶ Λακεδαιμονίων . περὶ ἧς Δημοσθένης
, ἐν ἧι ἐγένετο Ἡγήμων ἐποποιός , ὃς ἔγραψε τὸν Λευκτρικὸν πόλεμον τῶν Θηβαίων καὶ Λακεδαιμονίων . . : Ἡγήμων
5536654 ὀβελοι
διῃρημένον πρὸς πύλας , ὅσαι τοῖς πάλαι θεοῖς ὀνομάζονταιδύο δὲ ὀβελοὶ ἀνεστήκασι λίθινοι καὶ κρήνη τῆς τῶν Πεισιστρατιδῶν ἄμεινον ἔχουσα
νόμιμον τοὺς θύοντάς τινι θεῷ ταύτῃ προθύειν . κρατευταί : ὀβελοὶ ἢ λίθοι ἢ σιδήριά τινα , ἐφ ' ὧν
5536182 εὐεπιβατον
παρὰ τὸ κρημνῶδες ἐντομὴν ἑωρακέναι πλαγίαν , ᾗ χθαμαλὸν καὶ εὐεπίβατον εἶναι τὸ τεῖχος . ὁ τραπεζίτης ἀνήγγειλεν Ἀράτῳ .
τοῖς Λακεδαιμονίοις χαλεπόν : εἰς ἐπίβασιν δηλονότι . εὔπορον : εὐεπίβατον . καὶ τὸν πόλεμον δεινότερον ἕξομεν : ἡ διάνοια
5535658 Λυκιουργεις
εἰπών : Τὰ χρυσᾶ θηρίκλεια ὑπόξυλα Νεοπτόλεμος ἀνέθηκεν . : Λυκιουργεῖς : φιάλαι τινὲς οὕτω καλοῦνται ὑπὸ Λυκίου τινὸς τοῦ
δίδωσιν ἀποθεῖναι τῷ Φορμίωνι μετὰ τῶν χρημάτων καὶ ἄλλας φιάλας Λυκιουργεῖς δύο . Ἡρόδοτος δ ' ἐν ζʹ προβόλους δύο
5532173 Ἀστυρα
Ὑπέρκειται δὲ τῆς τῶν Ἀβυδηνῶν χώρας ἐν τῇ Τρῳάδι τὰ Ἄστυρα , ἃ νῦν μὲν Ἀβυδηνῶν ἔστι , κατεσκαμμένη πόλις
ἐβασίλευσεν ἔτη εἴκοσι πέντε καὶ πόλιν Παρρασίαν ἔκτισε . : Ἄστυρα , πόλις Μυσίας . . . Ἔστι καὶ πόλις
5527345 προσεικασμενας
καὶ τὼ ὀφθαλμὼ ἐπιμέμυκε : κόρας δὲ ἔχει κυανοῦ χρόᾳ προσεικασμένας . καὶ τὸ μὲν γένειον ἔχει τοῦ ἡπάτου μεῖζον
καὶ τὼ ὀφθαλμὼ ἐπιμέμυκε : κόρας δὲ ἔχει κυανοῦ χρόᾳ προσεικασμένας . καὶ τὸ μὲν γένειον ἔχει τοῦ ἡπάτου μεῖζον
5525376 προσδεχομενον
αὖ γένος ὂν τὸ τῆς χώρας ἀεί , φθορὰν οὐ προσδεχόμενον , ἕδραν δὲ παρέχον ὅσα ἔχει γένεσιν πᾶσιν ,
παρορμεῖν , οὐκ ὄντα μάχεσθαι τοῖς Ἕλλησι πρόθυμον , ἀλλὰ προσδεχόμενον ὀγδοήκοντα ναῦς Φοινίσσας ἀπὸ Κύπρου προσπλεούσας . ταύτας φθῆναι
5521926 διαφε
ἐμβληθείη , σπανίως γε μήν . Μελέται γὰρ μελετέων μέγα διαφέ - ρουσι , καὶ φύσιες φυσίων τῶν σωμάτων εἰς
πλουσίους καὶ πολλὰ χρήματα ἔχοντας , τὰ δὲ ἄλλα μηδὲν διαφέ - ροντας τῶν πάνυ φαύλων , ὅμοιον ὡς εἴ
5520230 Σοφαινετος
ἡ χώρα οὕτω . Τούτους τινὲς Τάους καλοῦσιν , ὡς Σοφαίνετος ἐν τῇ Ἀναβάσει φησί . . . . .
. . : Χαρμάνδη , πόλις πέραν τοῦ Εὐφράτου . Σοφαίνετος ἐν Κύρου ἀναβάσει : Ἐπὶ δὲ Βαβυλωνίαις πύλαις πέραν
5518950 Σαρδιανων
ἀγορὰν τὴν κομιζομένην τοῖς πολεμίοις ἥρπασε καὶ λείαν πολλὴν τῶν Σαρδιανῶν ἀπήλασε καὶ πέμψας ἄγγελον τοῖς ἐν τῷ χάρακι ταῦτα
. καὶ διῄει διὰ τῆς τούτων αὐλῆς πεζὸς ὑποτιθεμένων ψιλοταπίδων Σαρδιανῶν , ἐφ ' ὧν οὐδεὶς ἄλλος ἐπέβαινεν ἢ βασιλεύς
5518154 Μυρων
τὴν κεφαλήν . φησὶν γὰρ ὁ Φιλωνίδης ἐν τῷ περὶ Μύρων καὶ Στεφάνων τὴν ἀφορμὴν τοῦ τὴν κεφαλὴν ἐν τοῖς
τὸν καταναυμαχήσαντα τοὺς Ἀθηναίους πολίτην γενόμενον δι ' ἀνδραγαθίαν . Μύρων δὲ ὁ Πριηνεὺς ἐν δευτέρῳ Μεσσηνιακῶν πολλάκις , φησίν
5515065 ἐπεσσευοντο
δ ' ἐπανέστησαν πείθοντό τε ποιμένι λαῶν σκηπτοῦχοι βασιλῆες : ἐπεσσεύοντο δὲ λαοί . ἠΰτε ἔθνεα εἶσι μελισσάων ἁδινάων πέτρης
ἵκετο ἔθνος ἑταίρων . Τρῶες δὲ λείουσιν ἐοικότες ὠμοφάγοισι νηυσὶν ἐπεσσεύοντο , Διὸς δ ' ἐτέλειον ἐφετμάς , ὅ σφισιν
5514924 Παμφυλος
Δωριεῖς οὐ μετέβαλον τὸ ἐξ ἀρχῆς ἦθος . Ὁ δὲ Πάμφυλος πρόγονος ἦν Δωριέων , οὗ καὶ φυλὴ ἐπώνυμος ἐν
Ὀρέστου . θνήσκουσι δὲ συμμαχοῦντες αὐτοῖς οἱ Αἰγιμίου παῖδες , Πάμφυλος καὶ Δύμας . ἐπειδὴ δὲ ἐκράτησαν Πελοποννήσου , τρεῖς
5513331 πεντακλινος
ἦν , παραπλήσιον τῇ πολυτελείᾳ τῷ μεγάλῳ , καὶ κοιτὼν πεντάκλινος . καὶ τὰ μὲν ἄχρι τῆς πρώτης στέγης κατεσκευασμένα
ἦν , παραπλήσιον τῇ πολυτελείᾳ τῷ μεγάλῳ , καὶ κοιτὼν πεντάκλινος . Καὶ τὰ μὲν ἄχρι τῆς πρώτης στέγης κατεσκευασμένα
5512050 παρασαγγαι
μέχρι οὔρων τῶν Κιλικίων σταθμοὶ δυῶν δέοντές εἰσι τριήκοντα , παρασάγγαι δὲ τέσσερες καὶ ἑκατόν : ἐπὶ δὲ τοῖσι τούτων
δὲ ταύτης ἐς τὴν Κισσίην χώρην μεταβαίνοντι ἕνδεκα σταθμοί , παρασάγγαι δὲ δύο καὶ τεσσεράκοντα καὶ ἥμισύ ἐστι ἐπὶ ποταμὸν
5505246 ἐπιχρυσον
τῆς Μαραθῶνι ἀπένειμαν . τὸ μὲν δὴ ἄγαλμα ξόανόν ἐστιν ἐπίχρυσον , πρόσωπον δέ οἱ καὶ χεῖρες ἄκραι καὶ πόδες
μὴ ἁρμόττοντας ὠνοῦνται , κακὸν ἔμοιγε δοκοῦσι ποικίλον τε καὶ ἐπίχρυσον ὠνεῖσθαι . ἀτάρ , ἔφη , τοῦ σώματος μὴ
5504672 Ἀχαρναι
ὑπὸ Καλλικλέους εἴρηται , ὥς φησι Πλούταρχος . Ἀχαρνεύς . Ἀχάρναι δῆμος Οἰνηΐδος , ἐξ οὗ οὗτος . Σωκράτης .
ὅθεν ὑπάρχεις , ἀπ ' ἀρχῆς ὡς εὔανδροι ὑμνοῦνται . Ἀχάρναι δὲ δῆμος τῆς Ἀττικῆς , ὅθεν ἦν ὁ Τιμόδημος
5504212 εὐζωνον
τὸν Ἀθήναιον παρατηρήσαντες τοῦτον τὸν καιρὸν ὥρμησαν ἐπὶ τὴν πέτραν εὔζωνον ἔχοντες τὴν δύναμιν : διανύσαντες δ ' ἀπὸ τῆς
. . πολλὰ μὲν φρούρια . . . αὐτοὶ δὲ εὔζωνον ποιήσαντες τὴν δύναμιν ἧκον ἐν τάχει βοηθήσοντες τῇ Μεσσηνίᾳ
5499599 σαμβυκη
Φρυγίους : καὶ τῶν ὀργάνων ἔνια βαρβάρως ὠνόμασται νάβλας καὶ σαμβύκη καὶ βάρβιτος καὶ μαγάδις καὶ ἄλλα πλείω . Ἀθηναῖοι
μὲν οὐδὲ ἐπεχείρουν , ἡμέρας δ ' ἀπεκρούσθησαν . ἡ σαμβύκη δ ' ἐπαχθεῖσα τοῦ τείχους ᾗ τὸ τῆς Ἴσιδος
5497888 Ὑρκανιων
κοτε Χορασμίων , ἐν οὔροισι ἐὸν Χορασμίων τε αὐτῶν καὶ Ὑρκανίων καὶ Πάρθων καὶ Σαραγγέων καὶ Θαμαναίων : ἐπείτε δὲ
ὀλίγῃ Περσῶν στρατιᾷ ἑκόντων μὲν ἡγήσατο Μήδων , ἑκόντων δὲ Ὑρκανίων , κατεστρέψατο δὲ Σύρους , Ἀσσυρίους , Ἀραβίους ,
5496375 στρωμναις
μεστῆς καὶ ἐπιπόνου : ⌈ οἱ γὰρ φροντίζοντες δυσχεραίνουσιν ἐν στρωμναῖς κείμενοι . φειδωλοῦ ] ἐστενωμένης . τρυσιβίου ] κεκολασμένης
εὐνὰς τῶν λέκτρων τὰς ἁβροχίτωνας , τουτέστι τὸ καθεύδειν ἐν στρωμναῖς κεκοσμημέναις ἁβρῶς , ὅπερ ἐστὶ τέρψις καὶ χλιδὴ τῆς
5495527 Σαμοσατα
Ἀκαρνανίας . Θουκυδίδης δευτέρᾳ . τὸ ἐθνικὸν Κοροντεύς , ὡς Σαμόσατα Σαμοσατεύς . Κορόπη , πόλις Θεσσαλίας . ὁ πολίτης
Κομμαγηνὴ μικρά τίς ἐστιν : ἔχει δ ' ἐρυμνὴν πόλιν Σαμόσατα ἐν ᾗ τὸ βασίλειον ὑπῆρχε , νῦν δ '
5495403 στρατοπεδευονται
, ὅτι σὺν οἷς μάχονται ὅπλοις οὐδὲν πρόχειρον ἔχοντες τούτων στρατοπεδεύονται , ἀλλὰ πολλοῦ χρόνου δέονται εἰς τὴν ἐξόπλισιν ,
ἐπὶ σφᾶς ἔλασιν καὶ αὐτοὶ πάντας ἄγοντες τοὺς ἐν ἀκμῇ στρατοπεδεύονται χωρὶς ἀλλήλων , Οὐαλέριος μὲν ἀγχοῦ τῆς ὑπαίθρου τῶν
5494250 Μοσχοι
ἀκρωτήριον καὶ ἐμπόριον Αἰθιοπίας . Μαρκιανὸς ἐν πρώτῳ περιόδου . Μόσχοι , Κόλχων ἔθνος προσεχὲς τοῖς Ματιηνοῖς . Ἑκαταῖος Ἀσίᾳ
πεποιημένας κυνέας . Τούτων πάντων ἦρχε Βάδρης ὁ Ὑστάνεος . Μόσχοι δὲ περὶ μὲν τῇσι κεφαλῇσι κυνέας ξυλίνας εἶχον ,
5492608 Καισαρειᾳ
ἐπὶ τῶν ἀντικεῖσθαι πεπιστευμένων . Ταρρακῶνα γάρ φησιν ἀντικεῖσθαι τῇ Καισαρείᾳ τῇ καλουμένῃ Ἰὼλ , τὸν διὰ ταύτης μεσημβρινὸν γράφων
ʹδʹ κϚ ∠ ʹ . Νῆσος δὲ παράκειται τῇ Ἰουλίᾳ Καισαρείᾳ , ὁμώνυμον αὑτῇ πόλιν ἔχουσα , ἧς θέσις .

Back