| προσδιαλεγόμενοι : ἐνδέχεται γὰρ κατὰ πάντας τούτους τοὺς τρόπους ἐκφέρειν ποικίλλοντας τὰς διηγήσεις : Θουκυδίδης μὲν οὖν ἐν ἀρχῇ τῆς | ||
| νόμους , ὡς ὄντας ἰδίᾳ διαφέροντας πολύ , τιθέναι , ποικίλλοντας ἐπιτηδεύμασιν ἰδίοις τὸν τῶν ὀρφανῶν βίον παρὰ τὸν τῶν |
| . ἔτι ὁ Σπεύσιππος ἑξῆς πάλιν ἰδίᾳ καταριθμεῖται κόγχους , κτένας , μῦς , πίννας , σωλῆνας , καὶ ἐν | ||
| σε εἰδότων , οὐ μᾶλλον ἢ φαλακρὸς ἄν τις πρίαιτο κτένας ἢ κάτοπτρον ὁ τυφλὸς ἢ ὁ κωφὸς αὐλητὴν ἢ |
| ὑπακτικά . τὰ δὲ πετραῖα , κωβιοί , σκορπιοί , ψῆτται , τὰ ὅμοια ξηρὰν δίδωσι τροφήν , εὔογκα δ | ||
| βάτραχοι , πέρκαι , συνόδοντες , ὄνοι , βατίδες , ψῆτται , γαλεός , κόκκυξ , θρίσσαι , νάρκαι , |
| . Σελήνης ἐν Κριῷ ἱμάτια , νήματα , ἔρια , τάπητας , κεφαλοδέσμια λέγε τὰ ἀπολωλότα , Σελήνης ἐν Ταύρῳ | ||
| κορήσατε ποιπνύσασαι ῥάσσατέ τ ' ἔν τε θρόνοις ' εὐποιήτοισι τάπητας βάλλετε πορφυρέους : αἱ δὲ σπόγγοισι τραπέζας πάσας ἀμφιμάσασθε |
| κανόνα τὸν προλεχθέντα καὶ ὅσα ὀστρακώδη τὰ λεγόμενα ζῳόφυτα τουτέστιν ὄστρεια , παγούρους καὶ ἀστακοὺς καὶ ὀμύδια , κτένια καὶ | ||
| , γηγενὴς ἄνθρωπος . ἐπεὶ πάλαι δεδείπναμεν πρῶτον μὲν οὖν ὄστρεια παρὰ Νηρεῖ τινα ἰδὼν γέροντι φῦκος ἠμφιεσμένα ἔλαβον ἐχίνους |
| , καὶ φάγρους , ζωμῷ ὀλίγῳ καρυκευτῷ λαπίνας δέ , χάννους , κόκκυγας , σαυρούς , καὶ μελανούρους , καὶ | ||
| μνία σιγαλόεντα ἢ σκάρον ἢ κῶθον τροφίην καὶ ἀναιδέα λίην χάννους τ ' ἐγχέλυάς τε καὶ ἐννυχίην πίτυνον ἢ μύας |
| οὔτε γάμοισι φυτεύεται οὔτε γονῇσι τίκτεται , αὐτοτέλεστα καὶ αὐτόρρεκτα γένεθλα , ὄστρεα δὴ σύμπαντα , τά γ ' ἰλύϊ | ||
| ὀλιγοδυνάμων . ἀμενηνά : ἀσθενῆ . γένεθλα : γεννήματα . γένεθλα : γράφεται κάρηνα : καινοπρεπὲς τὸ σχῆμα . Τῇσι |
| , φάγροι χάννοις , συνόδοντες βωξὶν , ἴουλοι ἱππούροις , ὀρφοὶ δὲ τρίγλῃ , κιῤῥίδι πέρκη , χρύσοφρυς μαινίδι , | ||
| φησι : φάγροι καὶ χρόμις καὶ ἀνθίας καὶ ἀκαρνᾶνες καὶ ὀρφοὶ καὶ συνόδοντες καὶ συναγρίδες τῷ μὲν γένει παραπλήσιοι ὑπάρχουσιν |
| καυκαλίδας , σὺν δ ' αἰθὰ βάλοις φιμώδεα μύρτα , κάρφεά θ ' ὁρμίνοιο καὶ ἐκ μαράθου βρυόεντος , εἰρύσιμόν | ||
| δὲ βρυώνης , σὺν δέ τε ῥίζεα χαῦνα νεωρυχέος γλυκυσίδης κάρφεά τ ' ἐλλεβόρου μελανόχροος , ἄμμιγα δ ' ἀφρός |
| πέρδικας δόρκοισι φίλοις ἀπατήλια θέντες , ἔμπαλι δ ' αὖ δόρκους ἑτάροις ἴσα περδίκεσσιν . Αἰγῶν δ ' αὖτε πέλει | ||
| τῷ Ἰουνίῳ κρέη τράγεια εὐνοῦχα τρυφερά , λαγοὺς δὲ καὶ δόρκους καὶ ἐλάφους καὶ τρυγόνας καὶ φάσσας ἐσθίειν μετρίως , |
| γὰρ δὴ τὴν Μηδικὴν ἐσθῆτα νομίσαντες τῆς ἑωυτῶν εἶναι καλλίω φορέουσι καὶ ἐς τοὺς πολέμους τοὺς Αἰγυπτίους θώρηκας . Καὶ | ||
| οἷον ἐν παλάμαις : ἐν παλάμηισιν , : ἐν παλάμηις φορέουσι δικασπόλοι υἷες Ἀχαιῶν , καὶ πάλιν ἐν βήσσαις : |
| ῥῖναι , δράκοντες , κόκκυγες , γαλεώνυμοι , σκορπίοι , τράχουροι , τρίγλαι , ὀρφοί , γλαῦκοι , ζύγαιναι , | ||
| ῥῖναι , δράκοντες , κόκκυγες , γαλεώνυμοι , σκορπίοι , τράχουροι , τρίγλαι , ὀρφοί , γλαῦκοι , ζύγαιναι , |
| ἀκτῖνες , αἱ λαμπηδόνες . ἔτι χνοάοντας ἰούλους : τοὺς ἰούλους ὡς χνοῦν ἀναφύοντας ἔχων , τὰς ἐξανθήσεις τῶν γενείων | ||
| χερνῆτις ἔριθος ἐφ ' ὑψηλοῦ πυλεῶνος δανδαῖτις στείχουσα καλὰς ἤειδεν ἰούλους . ἴουλος τὸ πολύπουν ζῶον ὅθεν ἀπὸ μεταφορᾶς καὶ |
| , καράβους , κόγχας , ἐχίνους προσφάτους , μηκώνια , πίννας , τραχήλους , μύας . Ὥστ ' ἐν ἡμέραις | ||
| δ ' ὁ Κύκλωψ ἐφίλει καὶ ἐν οὔρεσιν ἐξεπεφύκει , πίννας ἦλθε φέρων καὶ ἄμυλα ἠχήεντα , ἃς κατὰ φυγότριχος |
| βάτοι , λειόβατοι , ῥῖναι , δράκοντες , κόκκυγες , γαλεώνυμοι , σκορπίοι , τράχουροι , τρίγλαι , ὀρφοί , | ||
| καὶ ὅσα τοιαῦτα οὐκ εὔχυμα . δράκοντες , κόκκυγες , γαλεώνυμοι , σκορπίοι τε καὶ τράχουροι , τρίγλαι , ὀρφοί |
| : πίνουσι γὰρ αὐτό , ὥσπερ οὖν ἡμεῖς τὸ τῶν οἰῶν τε καὶ τῶν αἰγῶν . , : οἱ δὲ | ||
| οἱ ἐκ τῶν δένδρων τῶν ἄλλων . Τῶν δ ' οἰῶν δύο γένη ποιοῦσι , τὸ μὲν δὴ καρποφόρον θῆλυ |
| , τροφώδεις δὲ καὶ πρὸς τὰς ἐκκρίσεις εὖ ἔχουσιν . σάλπαι αἱ πελάγιαι δριμεῖαι , εὔστομοι , δύσφθαρτοι , δυσδιαχώρητοι | ||
| καλαμῆες σαῦρον κικλήσκουσι καὶ αἰολίην , ὀρφίσκον πιότατον κεφαλῇ . σάλπαι τ ' ἰσομήκεες ἰχθῦς , ἅς τε βόας πορκῆες |
| παρὰ δὲ ξεστὴν ἐτάνυσσε τράπεζαν . σῖτον δ ' αἰδοίη ταμίη παρέθηκε φέρουσα , εἴδατα πόλλ ' ἐπιθεῖσα , χαριζομένη | ||
| παρὰ δὲ ξεστὴν ἐτάνυσσε τράπεζαν . σῖτον δ ' αἰδοίη ταμίη παρέθηκε φέρουσα , εἴδατα πόλλ ' ἐπιθεῖσα , χαριζομένη |
| πτηνοῦ . τὸ δὲ ζῷον καλεῖται κρανοκολάπτης . φαλαίνῃ δὲ ἐναλίγκια : καὶ γὰρ ἡ φάλαινα ζῷον , ἥτις νῦν | ||
| κῦμα Ῥησσόμενον νήσοισι περιβρέμεται Σποράδεσσιν : Οὐ γάρ τις κείνῳ ἐναλίγκια κύματ ' ὀφέλλει , Ὑψόθι μορμύρων , ἕτερος πόρος |
| ὄστρεια , κτένες , ὄρκυνες : καὶ πρὸς τούτοις ὀρνιθαρίων ἀφάτων πλῆθος , νηττῶν , φαττῶν : χῆνες , στρουθοί | ||
| σήσαμα , κήρυκες , ἅλες : καὶ πρὸς τούτοις ὀρνιθαρίων ἀφάτων πλῆθος , νηττῶν , φαττῶν : χῆνες , κίτται |
| ἄγουσα : μοχθηρὰ μὲν γὰρ ἡγεῖσθαι κελεύει τὰ ἐπὶ θαλάττῃ συβόσια διὰ τὸ σκόροδον τὸ θαλάττιον , οὗ μεστοὶ μὲν | ||
| ὁ συνεστραμμένος ἀναφορεύς , ἐξ οὗ ἤρτηται ἡ πήρα . συβόσια τὰ συφόρβια : “ τόσσα συῶν συβόσια . ” |
| μυδαλέαι , περὶ δὲ μνία πολλὰ πέφυκε : τὰς ἦτοι πέρκαι καὶ ἰουλίδες ἀμφί τε χάννοι φέρβονται σάλπαι τε μετὰ | ||
| , φησίν , καλούμενοι μαλακόσαρκοι , κόσσυφοι , κίχλαι , πέρκαι , κωβιοί , φυκίδες , ἀλφηστικός . Νουμήνιος δ |
| θεὸν ἱλάσκοντο . . μέλπειν , . . . δ μολπῆς : ὅτι οὐ τὴν ᾠδὴν ἀλλὰ τὴν παιγνίαν λέγει | ||
| οὔ μοι ἔτ ' εὐκελάδων ὕμνων μέλει οὐδ ' ἔτι μολπῆς , ἐσθλὸς ἐὼν ἄλλου κρείττονος ἀντέτυχεν : κοῦραι ἐλαφρὰ |
| , βάτοι καὶ λειόβατοι καὶ ῥῖναι μᾶλλον , τρίγλαι , κωβιοὶ ἔλαττον . γάλα τὸ μὲν παχύτερον μᾶλλον , τὸ | ||
| κεστρεὺς ἑφθός , σηπίαι ἑφθαί , μύραιν ' ἑφθή , κωβιοὶ ἑφθοί , θυννίδες ὀπταί , φυκίδες ἑφθαί , βάτραχοι |
| τένοντα καὶ βίον ἱμερόεντα βροτοῖς πολύολβον ἀνεῖσα , αὐξιθαλής , Βρομίοιο συνέστιος , ἀγλαότιμος , λαμπαδόεσς ' , ἁγνή , | ||
| καὶ πίονα μῆλα , ῥοιαί τε σταφυλαί τε , θεοῦ Βρομίοιο τιθῆναι πρόσφατος , ἥν θ ' ἁμάμαξυν ἐπίκλησιν καλέουσι |
| κακωτικόν . καμεῖν : κοπιάσαι . κατασκευάσαι . θανεῖν . κάρηνα : κεφαλάς . ἢ ἀκροπόλεις . καρπός : ἡ | ||
| ἴφια μῆλα , κτητοὶ δὲ τρίποδές τε καὶ ἵππων ξανθὰ κάρηνα , ἀνδρὸς δὲ ψυχὴ πάλιν ἐλθεῖν οὔτε λεϊστὴ οὔθ |
| , παρατίθεται δὲ μετὰ μέλιτος . . Φιλήτας δὲ Συρακοσίους κύπελλα καλεῖν τὰ τῆς μάζης καὶ τῶν ἄρτων ἐπὶ τῆς | ||
| Δότε μοι λύρην Ὁμήρου φονίης ἄνευθε χορδῆς : φέρε μοι κύπελλα θεσμῶν , φέρε μοι νόμους κεράσσας , μεθύων ὅπως |
| κακὸς φθόνος ἔνβαλε λύσσαν ἀνδράσιν οἵ ῥα δίκηι ἀνεμωλίωι ἐκλήισσαν δοιὼ σὸν θεράποντα , κακὸν δ ' ἐπὶ θεσμὸν ἔτευχον | ||
| ἤτοι τοῖς μεταγενεστέροις , γενοίμεθα ἀοιδή , ἤτοι ἄκουσμα . δοιὼ δή τινε : τοῦτο ὡς πρὸς τοὺς προγενεστέρους : |
| ἐν ἀρχῇ δείξας δώδεκα πέπλους , δώδεκα δ ' ἁπλοΐδας χλαίνας , τά τε λοιπὰ τῶν κομισθέντων δώρων , ἀλλ | ||
| , ἢν δέῃ : καὶ ἐπὶ μὲν τὸν στύλον ἐπιστρῶσαι χλαίνας ἢ ἄλλο τι , ὃ μαλθακὸν μὲν ἔσται , |
| ἐμβαλέειν στορέσαι τ ' ἐφύπερθε τάπητας , χλαίνας τ ' ἐνθέμεναι οὔλας καθύπερθεν ἕσασθαι . αἱ δ ' ἴσαν ἐκ | ||
| παρ ' οὗ καὶ ὅτε δεῖ ἀπιέναι πολεμήσοντας , ] ἐνθέμεναι . χρεία δὲ ταῖς λοιπαῖς ναυσὶ τὸ στρατιωτικὸν τάγμα |
| μοι κατέβα χροός , ἁνίκ ' ἔλειπον ἄστυ τε καὶ θαλάμους καὶ πόσιν ἐν κονίαις . ὤμοι ἐγὼ μελέα , | ||
| , λιποῦς ' Ἀσίαν , Εὐρώπας θεραπνᾶν ἀλλάξας ' Ἅιδα θαλάμους . ποῦ τὴν ἄνασσαν δή ποτ ' οὖσαν Ἰλίου |
| παρέχει Χαλύβῳ πελέκει τμηθεῖσα δοκοὺς καὶ ταυροδέτῳ κόλλῃ ζευχθεῖς ' ἀτρεκεῖς ἁρμούς . οὐκ εἶπεν ἀληθεῖς ἁρμοὺς , ἀλλ ' | ||
| δοκὸς στεγανοὺς παρέχει Χαλύβῳ πελέκει καὶ ταυροδέτῳ κόλλῃ κραθεῖς ' ἀτρεκεῖς ἁρμοὺς κυπαρίσσου . ἁγνὸν δὲ βίον τείνων ἐξ οὗ |
| Ἢ ὡς θεῖον Ἄδωνιν ὀρειφοίτης Διόνυσος ἥρπασεν , ἠγαθέην Κύπρον ἐποιχόμενος . Ἐν δοιῇ μοι θυμός , ὅ τοι γένος | ||
| στήσας δ ' ἠελίου κατεναντίον ἀντέλλοντος , ἁγνίζειν μὲν πρῶτον ἐποιχόμενος περὶ πάσας , ἅλμην δ ' ἐν κρητῆρι καὶ |
| ' ἐς οἴκους : καὶ γὰρ αἵδ ' ἔξω δόμων δμῳαὶ περῶσιν , αἳ πατρὸς κατὰ σταθμοὺς σαίρουσι δῶμα καὶ | ||
| ' ἰθὺς κίεν : ἀμφὶ δ ' ἄρ ' ἄλλαι δμῳαὶ Ὀδυσσῆος ταλασίφρονος ἠγερέθοντο καὶ κύνεον ἀγαπαζόμεναι κεφαλήν τε καὶ |
| ἐπεὶ οὐ μάλα τηλίκα βόσκει , ἀλλ ' ἄρκτους τε σύας τε λύκων τ ' ὀλοφώιον ἔθνος . τῷ καὶ | ||
| βόας ἄρσενάς τε καὶ θήλεας καὶ αἶγας καὶ ὄϊας . σύας δὲ μοῦνον ἐναγέας νομίζοντες οὔτε θύουσιν οὔτε σιτέονται . |
| ! ] ? [ [ ] : [ οὐκ ἂν μύροισι γρηῦς ἐοῦς ' ἠλείφεο . περὶ σφύρον παχεῖα , | ||
| ἐν ἀτραπῶι . θύννοισι τευθίς , κωβιοῖσι κωρίδες . κἀλειφόμην μύροισι καὶ θυώμασιν καὶ βακκάρι : καὶ γάρ τις ἔμπορος |
| Φινέα ὑπὸ τῶν Ἁρπυιῶν ἄγεσθαι Γλακτοφάγων εἰς γαῖαν , ἀπήναις οἰκί ' ἐχόντων . εἶτ ' αἰτιολογεῖ , διότι ταῖς | ||
| Ἀλληκτὼ καὶ δῖα Μέγαιρα : νυκτέριαι , μυχίοις ὑπὸ κεύθεσιν οἰκί ' ἔχουσαι ἄντρωι ἐν ἠερόεντι παρὰ Στυγὸς ἱερὸν ὕδωρ |
| δὲ καὶ φαλακρούς , ὀξυγενείους , ἐρυθρόχροας , προγάστορας , ὠκύποδας , κολυμβητάς , φιλοπροβάτους , εὐπορίστους , δαπανηρούς , | ||
| δὲ καὶ φαλακρούς , ὀξυγενείους , ἐρυθρόχροας , προγάστορας , ὠκύποδας , κολυμβητάς , φιλοπροβάτους , εὐπορίστους , δαπάνους , |
| αὐήνας ἐπὶ τυτθὸν ὅτ ' ἐν ζεστῷ ἀποβάπτων ὕδατι δριμείῃ πολέας ἐμβάπτισον ἅλμῃ , ἄλλοτε δ ' αὖ λευκὸν γλεῦκος | ||
| σὺν ἵπποισιν καὶ ὄχεσφιν : πεζοὺς δ ' ἐξόπιθεν ἔστησεν πολέας τε καὶ ἐσθλούς , ἕρκος ἔμεν πολέμοιο , κακοὺς |
| τοῦ μ . . . . . . κύμβαλα : κύμβαλα : παρὰ τὸ κυφόν , κύφαλά τινα ὄντα . | ||
| κακὴ τύχη λάβοι χαριτογλωσσεῖν ἡμᾶς θέμις - μέλη πάραυλα κἀκρότητα κύμβαλα πᾶσιν δὲ θνητοῖς βούλομαι παραινέσαι τοὐφήμερον ζῆν ἡδέως : |
| σκόμβροι , κολίαι , λεβίαι , μύλλοι , σαπέρδαι , θυννίδες σπυρὶς οὐ μικρὰ καὶ κωρυκίς , ἣ καὶ τοὺς | ||
| σηπίαι ἑφθαί , μύραιν ' ἑφθή , κωβιοὶ ἑφθοί , θυννίδες ὀπταί , φυκίδες ἑφθαί , βάτραχοι , πέρκαι , |
| τεθνηκός , ἐξ αὐτοῦ τρώγει ἤδη . οἱ δὲ θήλεις κόσσυφοι , ἕως μὲν ἄρρενα ὁρῶσι προασπίζοντα , ὡς ἂν | ||
| γένη δύο ἐνταῦθα ἀλεκτρυόνων , οἵ τε μάχιμοι καὶ οἱ κόσσυφοι καλούμενοι . τούτων τῶν κοσσύφων μέγεθος μὲν κατὰ τοὺς |
| δὲ πέλονται . ἤτοι ὁ μὲν πέτρῃσιν ἐφήμενος ἀγχιάλοισι γυραλέοις δονάκεσσι καὶ ἀγκίστροισι δαφοινοῖς ἄτρομος ἀσπαλιεὺς ἐπεδήσατο δαίδαλον ἰχθύν : | ||
| ὄδωδεν . αὐτὰρ ὅ γ ' ἄφθογγός τε καὶ ἐν δονάκεσσι θαμίζων πολλάκι μὲν πύξοιο χλόον κατεχεύατο γυίοις , ἄλλοτε |
| σκορπίοι , τράχουροι , τρίγλαι , ὀρφοί , γλαῦκοι , ζύγαιναι , σάλπαι , γόγγροι , φάγροι , λάμιαι , | ||
| τροφήν . Τὰ κητώδη , οἷον φάλαιναι καὶ φῶκαι καὶ ζύγαιναι καὶ δελφῖνεϲ καὶ οἱ μεγάλοι θύννοι , ϲκληρὰν καὶ |
| ὄρχεις , ἅπαν αἷμα , χῆνες πλὴν τῶν πτερῶν . φαττῶν , κιχλῶν , κοττύφων καὶ [ ἡ ] τῶν | ||
| : καὶ πρὸς τούτοις ὀρνιθαρίων ἄφατον πλῆθος , νηττῶν , φαττῶν : χῆνες , στρουθοί , κίχλαι , κόρυδοι , |
| οὗτοι : ὁ θύννος ἀγρεύεται κορακίνῳ , λάβραξ καρίδι , φάγροι χάννοις , συνόδοντες βωξὶν , ἴουλοι ἱππούροις , ὀρφοὶ | ||
| τρίγλαι , ὀρφοί , γλαῦκοι , ζύγαιναι , γόγγροι , φάγροι καὶ ὅσα ἄλλα τῶν ἐν θαλάττῃ ζῴων κητώδη , |
| μετρίως , βάτοι δὲ καὶ λειόβατοι καὶ ῥῖναι μᾶλλον , τρίγλαι καὶ κωβιοὶ ἔλαττον . γάλα τὸ μὲν παχύτερον μᾶλλον | ||
| δ ' αὖ φάγροι τε καὶ οὐτιδανοὶ μελάνουροι καὶ ῥαφίδες τρίγλαι τε καὶ ἀστακοὶ ἀμφὶς ἕπονται . θάμβος ἔφυ τόδε |
| ἀπόδοσις ἐξ ἱστορίας λαμβανόμενος , οἷον γυρὸς ἐν ὤμοισιν , μελανόχροος , οὐλοκάρηνος . καὶ τὸ ἐπὶ Θερσίτου φολκὸς ἔην | ||
| Αἰθιόπων Λιβύην ἠμείψατο γαῖαν , θαῦμα μέγ ' εἰσιδέειν , μελανόχροος ἠΰκομος λῖς , εὐρὺς ὕπερθε κάρηνα , πόδας δασύς |
| . ἔνθα δὲ δένδρεα μακρὰ πεφύκασι τηλεθάοντα , ὄγχναι καὶ ῥοιαὶ καὶ μηλέαι ἀγλαόκαρποι συκέαι τε γλυκεραὶ καὶ ἐλαῖαι τηλεθόωσαι | ||
| τὰ ὀξέα καὶ τὰ ἄποια : καὶ ἄπιοι δὲ καὶ ῥοιαὶ ὁμοίως αἱ τοιαῦται ψύχουσιν . οἱ στύφοντες φοίνικες ψυχρὸν |
| , καθάπερ καὶ ὀσταφίδας . Ἐπίχαρμος δὲ γαμψωνύχους φησὶ τοὺς ἀστακούς . Διοκλῆς ὁ Καρύστιός φησι : καρῖδες , καρκίνοι | ||
| Θεσμοφοριαζούσαις Ἀριστοφάνης φησίν , ἔνθα καὶ πλατείας καρίδας λέγει τοὺς ἀστακούς , ὧν ἀστακῶν καὶ Ἀρχέστρατος μέμνηται : ἀλλὰ παρεὶς |
| ὀλίγαις μηκωνίσι ῥάμνον ἐίσην ἐρσομένην , ἀργῆτι δ ' ἀεὶ περιδέδρομεν ἄνθῃ : τὴν ἤτοι φιλέταιριν ἐπίκλησιν καλέουσιν ἀνέρες οἳ | ||
| θαμινὰς καὶ νείκεα πυκνὰ ἑκόντες ἴσχουσιν , φήμη δὲ κακὴ περιδέδρομεν αὐτοὺς καί τε δικῶν μέγα πλῆθος , ὃ δὴ |
| ψυχὴν ἐκάπυσσε . τῆλε δ ' ἀπὸ κρατὸς βάλε δέσματα σιγαλόεντα , ἄμπυκα κεκρύφαλόν τε ἰδὲ πλεκτὴν ἀναδέσμην κρήδεμνόν θ | ||
| καὶ στιγματίας παρέχουσιν . τὰς δὲ Διὸς βαλάνους καὶ ἀμύγδαλα σιγαλόεντα Παφλαγόνες παρέχουσι : τὰ γάρ τ ' ἀναθήματα δαιτός |
| πολύποδες , σηπίαι , τευθίδες , καὶ πάντα τὰ καλούμενα μαλακόδερμα , βάτοι , λειόβατοι , ῥῖναι , δράκοντες , | ||
| τὰ τοιαῦτα , πολύποδεϲ ϲηπίαι τευθίδεϲ καὶ πάντα τὰ καλούμενα μαλακόδερμα , βάτοι λειόβατοι ῥῖναι δράκοντεϲ κόκκυγεϲ γαλιώνυμοι ϲκορπίοι τράχουροι |
| ' ἂν τῶν δημοτικῶν ἔζων ἐν πᾶσι λαγῴοις καὶ στεφάνοισιν παντοδαποῖσιν καὶ πυῷ καὶ πυριάτῃ , ἄξια τῆς γῆς ἀπολαύοντες | ||
| ὅσα πρὸς θοίνας μερόπων τεύχουσι μάγειροι , κοσμοῦντες χύτρας ἀρτύμασι παντοδαποῖσιν . οὐ τρώγω ῥαφάνους , οὐ κράμβας , οὐ |
| εἰ δὲ ὁ Ἑρμῆς συνετούς , πεπαιδευμένους , ἐμπόρους , ἀοιδοὺς καὶ τὰ τοιαῦτα . Μετὰ τὸ περὶ τέκνων τὴν | ||
| θυηπολεῖται δ ' ἄστυ μάντεων ὕπο . χρησμῶν δ ' ἀοιδοὺς πάντας εἰς ἓν ἁλίσας ἤλεγξα καὶ βέβηλα καὶ κεκρυμμένα |
| σησάμου σπέρμα , ἐρυσίμου σπέρμα , τὰ καλούμενα μαλάκια , τευθίδες , σηπίαι , πολύποδες , οἱ κητώδεις τῶν ἰχθύων | ||
| δέ . τὰ δὲ μαλάκια καλούμενα , οἷον πολύποδες , τευθίδες , σηπίαι , οὔτε διαχωρεῖ , ἀλλὰ καὶ τὰς |
| ψῆσσαι , ῥόμβοι : ἁπαλόσαρκοι δὲ κίχλαι , κόσσυφοι , φυκίδες καὶ οἱ ὅμοιοι , εὐδιαφόρητοι καθεστῶτες : μέσοι δ | ||
| κόττυφοί τε καὶ κίχλαι , καὶ μετὰ τούτους ἰουλίδες καὶ φυκίδες καὶ πέρκαι . τροφὴ δ ' ἐξ αὐτῶν οὐ |
| καὶ Αἴσηπος δῖός τε Σκάμανδρος καὶ Σιμόεις , ὅθι πολλὰ βοάγρια καὶ τρυφάλειαι κάππεσον ἐν κονίῃσι καὶ ἡμιθέων γένος ἀνδρῶν | ||
| ' οἴοισιν δύο φάσγανα καὶ δύο δοῦρε καλλιπέειν καὶ δοιὰ βοάγρια χερσὶν ἑλέσθαι , ὡς ἂν ἐπιθύσαντες ἑλοίμεθα : τοὺς |
| καὶ λιμναίων φέρει μὲν ὁ Νεῖλος κητώδεις σίμους τε καὶ φάγρους , οἳ διὰ τὸ καταπιμελέστατον ζεσθέντες ἐσθίονται διὰ νάπυος | ||
| ἰχθύων λαβράκια , κεφάλους , συάκια , χρυσόφρυα , καὶ φάγρους , ζωμῷ ὀλίγῳ καρυκευτῷ λαπίνας δέ , χάννους , |
| , ἀλλ ' οὐκ εἰς νηδὺν κείνῃ δύσις , οἷα κύνεσσιν , ἀλλά οἱ ἐν πλευρῇσι διασφάγες ἀμφοτέρωθεν εἰσὶν ὑπὸ | ||
| κατὰ τὰ κῶλα : τὸ γοῦν αὐτοὺς δὲ ἑλώρια τεῦχε κύνεσσιν ἀναπαιστικόν πώς ἐστι γενομένης ἀναπαύσεως ἐν τῷ ἡρώων : |
| ἀνέπαυσεν ὤμοι . Κεῖμαι δ ' ἀμέριμνος οὕτως , ἀεὶ πυκιναῖς δρόσοις τεγγόμενος κόμας , λυγρᾶς μνήματα Τροίας . Καὶ | ||
| : πάντας δ ' ἀκρεμόνας τε καὶ εὐθαλέας ὀροδάμνους κέκλασμαι πυκιναῖς χερμάσι βαλλομένη : δένδρεσιν εὐκάρποις οὐδὲν πλέον : ἦ |
| ἅρμα πελάσσαι . περὶ δὲ κρήνας ἀρεθούσας μυρία φῦλ ' ἐδονεῖτο πολυσμήνοισι μελίσσαις εἴκελα μηλονόμοι τε Σάκαι , γενεῆι Σκύθαι | ||
| α τῶν Περσικῶν περὶ δὲ κρήνας ἀρεθούσας μυρία φῦλ ' ἐδονεῖτο πολυσμήνοισι μελίσσαις εἴκελα μηλονόμοι τε Σάκαι , γενεᾷ Σκύθαι |
| ὄρνιθες : οἱ ἐν ὕδασι διατρίβουσι καὶ τοὺς πόδας ἔχουσι στεγανούς : στωμύλος λάλος : καὶ στωμύλεσθαι , τὸ τρανῶς | ||
| ὄρνιθες : οἱ ἐν ὕδασι διατρίβουσι καὶ τοὺς πόδας ἔχουσι στεγανούς : στωμύλος λάλος : καὶ στωμύλεσθαι , τὸ τρανῶς |
| ἐσορῶντες , ὀκτάποδες , δικάρηνοι , ἀχειρέες , οἱ δὲ καλεῦνται καρκίνοι , οἵ ῥα μυῶν οὐρὰς στομάτεσσιν ἔκοπτον ἠδὲ | ||
| : ἐς δὲ τὸν λοιπὸν χρόνον ἥρωες ἁγνοὶ πρὸς ἀνθρώπων καλεῦνται . Ἅτε οὖν ἡ ψυχὴ ἀθάνατός τε οὖσα καὶ |
| τὰ φθοροποιά , ἔφη , τὰ ἀλεξητήρια τῶν φαρμάκων εἴποιμι φῶτας ] τοὺς ἀνθρώπους δαμάζει ] θανατοῦσι ἄγχι ] πλησίον | ||
| ἐξαῦτις ἐφορμηθεῖσα κίχῃσι τόσσῃσιν κεφαλῇσι , τόσους δ ' ἐκ φῶτας ἕληται . ἀλλὰ μάλα σφοδρῶς ἐλάαν , βωστρεῖν δὲ |
| ὑδατινούς . ἐν δ ' ἀναμὶξ φάγροι τε καὶ ἵππουροι γλάνιές τε , μόρμυρος αὐτόθ ' ἔην , γαλέη , | ||
| ὑδατεινούς . ἐν δ ' ἀναμὶξ σαργοί τε καὶ ἵππουροι γλάνιές τε , μόρμυρος † ἄντα δ ' ἦν μεγάλη |
| προσαγορεύουσιν ἔνιοι . τὰς δ ' ἐπιπολῆς ἐν τοῖς ὀφθαλμοῖς οὐλάς , οἱ μὲν αὐτὸ δὴ τοῦτο μόνον οὐλάς φασιν | ||
| ἕλκη , ὁτὲ δὲ τὰς οὐλάς , ἐνθάδε μόνον τὰς οὐλάς . ὁ μέντοι Βακχεῖος ἐν αʹ τὰς οὐλὰς ἕλκη |
| καὶ σκιεροῦ κάτθες ὑπὲρ δαπέδου . αὐτίκα δὲ σκίλλην τριχοειδέσιν ἄμμιγα φλοιοῖς σταιτὶ περιπλάσσας θάλπε κατὰ φλογιῆς , ὄφρα κεν | ||
| μετὰ θερμοῦ οἴνου ἔργα ] τοὺς κόπους διαθρύπτοιο ] διαθρύψαιο ἄμμιγα ] ὁμοῦ ἄμμιγα ] τῷ οἴνῳ ποιπνύων ] κατὰ |
| ' Ἀθηναίους ἔτι παύσει ; Ποῖον γὰρ κατὰ χρησμὸν ἐκαύσατε μῆρα θεοῖσιν ; Ὅνπερ κάλλιστον δήπου πεπόηκεν Ὅμηρος : Ὣς | ||
| καθύπερθε δυσηχέος ἐσσυμένοιο : καπνὸς δ ' αἱματόεις ἀνεκήκιε : μῆρα δὲ πάντα πῖπτε χαμαὶ τρομέοντα : κατηρείποντο δὲ βωμοί |
| πνέει , Ἀφροδίτην προξενεῖ , εὐώδεσι φύλλοις κομᾷ , εὐκινήτοις πετάλοις τρυφᾷ , τὸ πέταλον τῷ Ζεφύρῳ γελᾷ . ” | ||
| πρότερος ὁ λύκος αὐτὸς ἀσθενέστερος γίνεται . Λέων ἐπιβὰς πρίνου πετάλοις ναρκᾷ : φοβεῖται καὶ τὸν ἀλεκτρυόνα , καὶ τὸν |
| ' ἀκάνθης μηδὲ ἓν τούτων παθεῖν . ἐπὶ τὸ τάγηνον φυκίδας , ψήττας τινάς , καρῖδα , φύκην , κωβιόν | ||
| πέμπτῳ ζῴων μορίων . Νουμήνιος δ ' ἐν Ἁλιευτικῷ : φυκίδας ἀλφηστήν τε καὶ ἐν χροιῇσιν ἐρυθρὸν σκορπίον ἢ πέρκαισι |
| Κίμβρων εὐπορίας ἰδόντας : ἀφανισθῆναι δ ' αὐτῶν τὰ δύο φῦλα τριῶν ὄντων κατὰ στρατείας . ὅμως δ ' ἐκ | ||
| εἶναι , μήτε θήλεα . Νέμονται . γράφεται καὶ φύονται φῦλα . Νειρίται : κοχλίαι . Νειρίτης ὁ κόχλος ὁ |
| , ὁππότ ' ἐέλδονται δηΐων πόλιν ἐξαλαπάξαι , καὶ πεδίον τεύχουσι μετήορον , ἑπταβόειον , δαιδαλέον , πυκινόν , πολυόμφαλον | ||
| Ἠέλιον μερόπων τεύχουσι φονῆας , αἰεὶ δ ' ἔκπτωσιν βιότου τεύχουσι πρὸς οἴκους . ταῦτα δὲ καὶ δοιοῖς ἑτέροις τεύχουσιν |
| πίονα μῆλα βοοδμητῆρε λέοντε εὑρόντ ' ἐν ξυλόχοισι φίλων ἀπάνευθε νομήων πανσυδίῃ κτείνωσιν , ἄχρις μέλαν αἷμα πιόντες σπλάγχνων ἐμπλήσωνται | ||
| τετυμμένος ἔσσυτο ταῦρος πίσεά τε προλιπὼν καὶ ἑλεσπίδας , οὐδὲ νομήων οὐδ ' ἀγέλης ὄθεται , πρήσσει δ ' ὁδὸν |
| τράπεζαν . σῖτον δ ' αἰδοίη ταμίη παρέθηκε φέρουσα , εἴδατα πόλλ ' ἐπιθεῖσα , χαριζομένη παρεόντων . αὐτὰρ ὁ | ||
| : ἀλλ ' ἐγὼ οὐ πιθόμην , ἀλλ ' ἤσθιον εἴδατα παστά , βολβοὺς ἀσπάραγόν τε καὶ ὄστρεα μυελόεντα , |
| τῶν πρὸς τὸν βίον ἀνηκόντων ἐργαλείων εὗρον . ἔργα δὲ ζωοῖσιν ἑρπόντεσσί θ ' ὁμοῖα : τὰ γὰρ ὑπ ' | ||
| ἦλθες ὑπὸ ζόφον ἠερόεντα ζωὸς ἐών ; χαλεπὸν δὲ τάδε ζωοῖσιν ὁρᾶσθαι . μέσσῳ γὰρ μεγάλοι ποταμοὶ καὶ δεινὰ ῥέεθρα |
| ἐπίπνευσον ἀμεμφής [ ] εὐμενὲς ἦτορ ἔχων , σὺν ἐυζώνοισι τιθήναις . Σκιρτηταὶ Κουρῆτες , ἐνόπλια βήματα θέντες , ποσσίκροτοι | ||
| : ἵν ' ὁ Βακχιώτας ἀεὶ Διόνυσος ἐμβατεύει θείαις ἀμφιπολῶν τιθήναις . Θάλλει δ ' οὐρανίας ὑπ ' ἄ - |
| ὃ δ ' Ἀργείοισιν ἀρήγων . ἐκλύσθη δὲ θάλασσα ποτὶ κλισίας τε νέας τε Ἀργείων : οἳ δὲ ξύνισαν μεγάλῳ | ||
| πολλάκις ἐνυβριζόμενος . Ἡγήσανδρος γοῦν φησιν ὡς καὶ ἀδόξου ποτὲ κλισίας παρ ' αὐτῷ τυχὼν ἤνεγκεν ἐρωτήσαντός τε τοῦ Διονυσίου |
| εὐθαλέεσσι κατάσκιον , ᾧ ἔνι πολλαί δάφναι τ ' ἠδὲ κράνειαι ἰδ ' εὐμήκεις πλατάνιστοι : ἐν δὲ πόαι ῥίζῃσι | ||
| σχαδόνες , βότρυες , σῦκα , πλακοῦντες , μῆλα , κράνειαι , ῥόαι , ἕρπυλλος , μήκων , ἀχράδες , |
| ἐλεφάντων : κεῖνα γὰρ ἐν γενύεσσιν ὑπέρβια τεύχεα δοιά , εἴκελα χαυλιόδουσιν ἐπ ' οὐρανὸν ἀντέλλοντα , ἄλλοι μὲν πλήθους | ||
| ' ἐπ ' ἀμοιβῆς ἄρσενες , ἀλλ ' ὁμόφυλα καὶ εἴκελα πάντα τέτυκται . Ὣς δὲ καὶ ἠπεδανῆς ἀφύης ὀλιγηπελὲς |
| πτῶκας καὶ θῶας ἐλάζυτο καὶ γένος αἰγῶν ἀγροτέρων δόρκους τε θοοὺς ὀρύγων τε γένεθλα ἠδ ' αὐτῶν ἐλάφων στικτῶν αἰπεινὰ | ||
| πολλοῖς σὺν ἄλλοις Ἴφικλον κατέκτανον ἐσθλόν τ ' Ἀφάρητα , θοοὺς μάτρωας : οὐ γὰρ καρτερόθυμος Ἄρης κρίνει φίλον ἐν |
| ᾀόσι μύρατο Σειρήν , οὐδὲ τόσον ποκ ' ἄεισεν ἐνὶ σκοπέλοισιν Ἀηδών , οὐδὲ τόσον θρήνησεν ἀν ' ὤρεα μακρὰ | ||
| μοι φθέγγεσθε , γυναῖκες ; ἀστέρες ὑπνώουσι , καὶ ἐν σκοπέλοισιν ἰαύει : ἀστέρες ἀντέλλουσι , καὶ οὐ παλίνορσος ἱκάνει |
| οἶκον ἐπέρχωνται , Κύπριδος τετραγώνου ἐούσης , ἢ τοὺς ἀντιπέρηθεν ἑαῖς ἀκτῖσιν ὁρώσης , εὐνοῦχοι τελέθουσι γονῆς ἐς πάμπαν ἄμοιροι | ||
| χαίρει δερκομένης καλὸν σέλαςὧς τότ ' Ἰήσων γηθόσυνος μέγα κῶας ἑαῖς ἀναείρετο χερσίν , καί οἱ ἐπὶ ξανθῇσι παρηίσιν ἠδὲ |
| ἀφρονέστατα . οὔτε γὰρ βόες ῥᾳδίως ὑπομένουσι βουκόλων ἀμέλειαν οὔτε αἰπόλια καὶ ποῖμναι τοὺς φθείροντας νομέας . τὰ μὲν γὰρ | ||
| , „ τόσσα συῶν συβόσια , „ τοσαῦτα δὲ καὶ αἰπόλια , ” ἵππους δὲ ξανθὰς ἑκατὸν καὶ πεντήκοντα , |
| καρύα διοσβάλανος πρῖνος . τὰ δὲ καὶ ἐν τοῖς πεδίοις μυρίκη πτελέα λεύκη ἰτέα αἴγειρος κρανεία θηλυκρανεία κλήθρα δρῦς λακάρη | ||
| ἐν στρογγυλότητι τὸ σαρκῶδες . καὶ τῶν θαμνωδῶν δὲ ἡ μυρίκη σαρκῶδες τὸ φύλλον ἔχει . ἔνια δὲ καὶ καλαμόφυλλα |
| ἐναντίων τὰ σάκη πάλλων . καὶ τὸ “ σάκε ' ὤμοισι κλίναντες ” τὸ λεγόμενον κεραμιδῶσαι . Σάμοιό τε παιπαλοέσσης | ||
| πρὸς τούτοις φυτά : πρόσωπα μὲν ὥσπερ Ὅμηρος γυρὸς ἐν ὤμοισι , μελανόχροος , οὐλοκάρηνος : πράγματα δὲ ὡς ναυμαχίας |
| , οὐ παρὰ τὸν Ἔλλοπα . ὁ δὲ παραρρέων τὸν Σχοῖνον ποταμὸς Σχοινεύς καλεῖται ἤτοι παρὰ τοὺς σχοίνους ἢ παρὰ | ||
| ἀγαθὸν ἐπιτηδεύειν καὶ μὴ δι ' ἄλλον τινὰ τρόπον . Σχοῖνον διατρώγειν : ἐπὶ τῶν καλλοπιζόντων ἑαυτούς : οἱ γὰρ |
| ἀνδρείαν κινῆσαι τοὺς ἀκούοντας . καὶ Καλλίμαχος νόμον δ ' ἤειδεν Ἄρηος . στρόμβῳ δὲ τῷ κόχλῳ : πρὸ τοῦ | ||
| τῶι πρώτωι τῶν Ἀργοναυτικῶν εἰσάγει τὸν Ὀρφέα ταῦτα λέγοντα : ἤειδεν δ ' , ὡς γαῖα καὶ οὐρανὸς εὐρὺς ὕπερθε |
| ' ἀπὸ χθονὸς ἤρατο βρῖθος , τετραέτη δαμάλην ἐν Διὸς εἰλαπίναις : ὤμοις δὲ κτῆνος τὸ πελώριον ὡς νέον ἄρνα | ||
| : ] ῥέπει γὰρ εἰς χρηστάχους ἀργυρήμερες . θάλλοις ἑορταῖς εἰλαπίναις εὐπρεπές , εὐδαιμονῶν , ἀεὶ φιλαίτατος πᾶσι . Χθὲς |
| ' αὐτὸς ἐδύσατο νώροπα χαλκόν . κνημῖδας μὲν πρῶτα περὶ κνήμῃσιν ἔθηκεν : ἡ διπλῆ ὅτι ἐπανείληφεν ἐξεργαστικώτερον τὰ περὶ | ||
| τά οἱ Ἥφαιστος κάμε τεύχων . κνημῖδας μὲν πρῶτα περὶ κνήμῃσιν ἔθηκε καλὰς ἀργυρέοισιν ἐπισφυρίοις ἀραρυίας : δεύτερον αὖ θώρηκα |
| ἐσθίουσιν . Γ Ἡσίοδος κηφήνεσσι κοθούροις ἵκελος ὁρμήν , οἵτε μελισσάων κάματον τρύχουσιν ἀεργοὶ ἔσθοντες . ὡσανεὶ ἔφη τὸν γόνον | ||
| , ὡς ὅταν λέγῃ “ μυιάων ἀδινάων ” καὶ “ μελισσάων ἀδινάων . ” καὶ ὅτε φησὶ “ μῆλ ' |
| . Μνιαροῖσιν : ἔχουσι βρύα , βρυώδεσι , τοῖς ἔχουσι μνία ἢ βρύα , μνία ἤως βρύα ἔχουσι πλαταμῶσι , | ||
| τὸν ποτάμιον ἢ λιμναῖον , αἰγιάλειον τὸν θαλάσσιον εἶπεν * μνία : βρύα * ῥόθον : τὸν ἀφρόν τὸν ἀφρὸν |
| βάλλων ὠκὺν ὀϊστόν , ἐπηΰτησε δὲ λαός : ἰὴ ἰὴ Παιῆον , ἵει βέλος . ἐπεὶ ἐν τῷ “ παιών | ||
| βάλλων ὠκὺν ὀϊστόν , ἐπηΰτησε δὲ λαός : ἰὴ ἰὴ Παιῆον , ἵει βέλος . ἐπεὶ ἐν τῷ “ παιών |
| ἐπιχρύσους καὶ ἐπαργύρους καὶ φιάλας χρυσέας καὶ εἵματα πορφύρεα καὶ κιθῶνας νήσας πυρὴν μεγάλην κατέκαιε , ἐλπίζων τὸν θεὸν μᾶλλόν | ||
| τῇσι κεφαλῇσι ἀλωπεκέας ἔχοντες ἐστρατεύοντο , περὶ δὲ τὸ σῶμα κιθῶνας , ἐπὶ δὲ ζειρὰς περιβεβλημένοι ποικίλας , περὶ δὲ |
| , ὃς ἔναιεν ἐν ἅλμῃ μορμυρούσῃ , κίχλας θ ' ἑξείης ἡβήτορας ὑψιπετήεις καὶ πέτρας κάτα βοσκομένας , ὑάδας θ | ||
| , δαιτυμόνες δ ' ἀνὰ δώματ ' ἀκουάζωνται ἀοιδοῦ ἥμενοι ἑξείης , παρὰ δὲ πλήθωσι τράπεζαι σίτου καὶ κρειῶν , |
| καὶ λαγῲ καὶ γυναῖκες εἱλίποδες . Ἐπίχαρμος : ἦν δὲ νάρκαι βατίδες , ἦν δὲ ζύγαιναι , ῥίναι τε τραχυδέρμονες | ||
| : καὶ γὰρ τεσσαρακονθήμεροι ἀπαλλάσσονται : ἀλλ ' οὐδὲ αἱ νάρκαι ἐπιγίνονται ἰσχυραὶ , οὔτε αἱ καταψύξιες τῶν σκελέων τε |
| ἄμμιγα δ ' ἀγροτέρης σταφίδος λέπος : ἶσα δὲ δάφνης σπερμεῖα κύτισόν τε κατακνήθειν τε χαμηλόν ἱππεῖον λειχῆνα , καὶ | ||
| μεστωθὲν δὲ χάδοι βάθος ὀξυβάφοιο . Ἔνθα καὶ ἱππείου προταμὼν σπερμεῖα σελίνου , δραχμάων δὲ δύω σμύρνης ἐχεπευκέος ἄχθη , |
| Ι κατ ' ἀρχὴν πρὸ τοῦ Τ συστέλλεται : ἴτυς ἰτέα , [ ἴτριον ] . Ἴτωνά τε καὶ ἴτεαι | ||
| ἐκπεσὸν ὑπὸ χειμῶνος ἀνέστη πάλιν αὐτόματον ὥσπερ ἐν Φιλίπποις μὲν ἰτέα , ἐν δὲ Ἀντάνδρῳ πλάτανος καὶ τῆς μὲν οὐδὲν |
| καὶ κόριν . βουγλώσσους δ ' ὀνομάζει καὶ Ἐπίχαρμος ἐν Ἥβας γάμῳ : ὑαινίδες τε βούγλωσσοί τε καὶ κίθαρος . | ||
| τε καὶ μελάντερος τὸν νῶτον . Ἐπίχαρμος δ ' ἐν Ἥβας γάμῳ φησί : πώλυποι τε σηπίαι τε καὶ ποταναὶ |
| ἔρευθος ἦλθε , γυναικείων λευκῶν ὑγρῶν κατελθόντων ἐξαπίνης , ἐν μακροῖσι πυρετοῖσι τελευτῶσιν . Σπασμῷ , γυναικείων ἐν ἀρχῇσι φανέντων | ||
| δ ' ἄν ποτε πυρετὸς διαλίπῃ , ἀκίνδυνον . Ἐν μακροῖσι πυρετοῖσιν ἢ φύματα , ἢ ἐς ἄρθρα πόνοι ἐγγίνονται |
| τὰς λόγχας κάτω ἐς τὴν γῆν τρέψαντες . Μετὰ δὲ ἱροὶ Νησαῖοι καλεόμενοι ἵπποι δέκα , κεκοσμημένοι ὡς κάλλιστα . | ||
| δὲ κριοὺς οὐ θύουσι Θηβαῖοι , ἀλλ ' εἰσί σφι ἱροὶ διὰ τοῦτο . Μιῇ δὲ ἡμέρῃ τοῦ ἐνιαυτοῦ , |