ἐπεστάτει , Λύσιλλ ' ἐγραμμάτευεν , εἶπε Σωστράτη : ἐκκλησίαν ποεῖν ἕωθεν τῇ μέσῃ τῶν Θεσμοφορίων , ᾗ μάλισθ '
οἱ παθόντες ἕσταμεν . Τί δῆτ ' ἀμαυρῷ φωτὶ προστάσσεις ποεῖν ; Ὁδοῦ κατάρχειν τῆς ἐκεῖ , πομπὸν δέ με
7329377 παραινεσαι
' ἰσχάδων ὁρμαθόν . Ἆρα προὐφείλω τι χρηστὸν τῇ πόλει παραινέσαι ; Εἰ δ ' ἐγὼ γυνὴ πέφυκα , τοῦτο
, περιαγωγάς , νοήματα ἐννοήματα , ἐνθυμήματα . συμβουλεῦσαι , παραινέσαι , ὑφηγήσασθαι εἰσηγήσασθαι , διδάξαι , πεῖσαι , γνώμην
7105315 ὠγαθε
' ἔσομαι τοιοῦτος γενέσθαι οἷοίπερ καὶ ἐκεῖνοι . Οὔκ , ὠγαθέ , ἀλλά σε λέληθεν οἷον τοῦτ ' ἔστιν ,
βιωσόμεθα ἀγνοοῦντες ὃ σὺ φῂς εἰδέναι . ἀλλ ' , ὠγαθέ , προθυμοῦ καὶ ἡμῖν ἐνδείξασθαιοὔτοι κακῶς σοι κείσεται ὅτι
6970293 σιγαν
ἐκ τοῦ σύνεγγυς τρῶσαι , βαλεῖν δὲ τὸ πόρρωθεν : σιγᾶν ἐφ ' οἷσι νῦν : ἐλεγκτικὸν τὸ ἦθος .
λόγῳ μόνον εἰρημένον τὸ περὶ ὀρφανίας τῶν παίδων : λίσσομαι σιγᾶν : τὸ ἑξῆς : καί σε πρὸς θεῶν λίσσομαι
6840768 πραττε
τὰς τῶν πλοίων ἐπιμελείας . ὧδ ' ἔρδειν : οὕτως πράττε . ἔργον ἐπ ' ἔργῳ : ἀδιαλείπτως . *
Εὖ εἰπεῖν θάλατταν : ἐπὶ τῶν μάτην εὐεργετούντων . Εὖ πράττε : τὰ φίλων δ ' οὐδὲν , ἢν σὺ
6810046 παραινειν
καλῶν τούτων ἐγίγνωσκον , οὔτ ' ἂν τοὺς νομοθέτας τἀναντία παραινεῖν εἰ μὴ λυσιτελεῖν ὑπελάμβα - νον . ἐπεὶ δὲ
, τὸ μηδετέροις οἰκείως ἔχουσι τὰ ὑμέτερ ' αὐτῶν πράττειν παραινεῖν ὑμῖν : οὗ λυσιτελέστερον οὐδέν ἐστι τῇ πόλει ,
6598068 πενιχρον
] ἐπὶ τῆς . διασύρει τῶν φιλοσόφων τὸν βίον ὡς πενιχρὸν καὶ ἐπίπονον καὶ ἐνδεῶς ἔχοντα καὶ αὐτῆς τῆς ἀναγκαίας
ἐν ἀγαθοποιοῦ ὁρίοις ᾖ , τὸ μὲν γένος ἐλεύθερον , πενιχρὸν δὲ καὶ ὑποτεταγμένον καὶ δούλια ἔργα ποιεῖν σημαίνει .
6570883 πλαττεις
. . διηριθμημένους ] ἠναγκασμένους . . . ἑλκοποιεῖς ] πλάττεις λόγους συγκρουστικούς . . ἀντὶ τοῦ τραύματα ἐργάζῃ καὶ
καὶ σὺ τοίνυν αὐτὸς οὐκ ἔχων ἄλλως ἐξελέγξαι τὸν νόμον πλάττεις αἰτίας διὰ κενῆς , τὰ μὲν αὐτὸς κακουργῶν καὶ
6427477 σπευδεις
γένωμαι . τί γάρ με διαφθεῖραι γλίχῃ , τί δὲ σπεύδεις ἀπολέσαι με ἐς ἑστίασιν καὶ θοίνην παρακαλῶν ; πρῶτον
μεταχειρίσεως λέγων : εἰ μὲν οὖν ἠγνόεις παρ ' ἣν σπεύδεις , ἔδει καὶ διδάσκειν τυχόν : εἰ δὲ τὴν
6418380 ἀπιθι
εἰ τὸ δυνατὸν αὐτῇ πρόσεστι μαθεῖν βούλομαι . ἀλλ ' ἄπιθι καὶ διαμαντευσάμενος ἧκε ταχέως , ἐγὼ δ ' ἐνθάδε
μετὰ προστακτικοῦ , οἷον , ἴθι ποίησον τόδε . . ἄπιθι πρὸς τὸν θεράποντα φησίν . . τοὺς ξυγγεώργους :
6404725 ποει
ουτε ? [ ] ! ουϲ ϲαυτῶι ? ? ? πόει [ κατὰ ] χώραν λαβέ ] ον ἐπιτίθει ?
ἅπαντα μᾶλλον ” , εὐθὺς εἰπεῖν ἂν δοκῶ , “ πόει με πλὴν ἄνθρωπον : ἀδίκως εὐτυχεῖ κακῶς τε πράττει
6391745 σαυτον
. λέγομεν γοῦν ὅτι ἔβλαψα ἐγὼ ἐμαυτόν , καὶ σύ σαυτόν , κἀκεῖνος ἑαυτόν . οὐ λέγομεν δὲ ὅτι ἔβλαψα
τὸ ῥῆμα τοῦτ ' εἶναί τι μεμεριμνημένον τὸ “ γνῶθι σαυτόν ” . ἐμμένειν τούτωι μ ' ἔα ὅσα τ
6377917 σαυτῳ
τοῖς ἔργοις ἂν μάλιστα διάγοις ἀφ ' ὧν δύνασαι πορίσαι σαυτῷ βίον . τοῦ κε κορεσσάμενος : ὅταν , φησίν
πολλῶν ὧν εἶχεν ἔχοντος : ᾧ καὶ τῶν σαυτοῦ διδοὺς σαυτῷ τοῦτ ' ἂν ἐποίεις : δεῖ γὰρ ἐν ταῖς
6346714 ἐλπιζειν
' Ἀπολλωνίδην ἐκβαλόντων . μωρία καὶ κακία τὰ τοιαῦτ ' ἐλπίζειν , καὶ κακῶς βουλευομένους καὶ μηδὲν ὧν προσήκει ποιεῖν
, ἀπερρᾳθύμηκας δέ ; καὶ δεῖ τι προσδοκᾶν ἢ μηδὲ ἐλπίζειν ἔτι ; καὶ ταύτην οἶδ ' ὅτι τὴν ἐπιστολὴν
6341217 προσεχε
ἡ μῖξις τοῦ πύου εὑρίσκεται καὶ οὐκ ἀκριβῶς ἀναμεμιγμένη . πρόσεχε δὲ καὶ τοῖς ἀναμεμιγμένοις καὶ ἐμφερομένοις ἐν οὔροις :
ἀντείποιμι , μὴ πολυπραγμόνει , ἀλλ ' εἰ δοκεῖ σοι πρόσεχε τὸν νοῦν κἀκροῶ . Τρώγων ἐρεβίνθους ἀπεπνίγη πεφρυγμένους .
6332229 ἀνθρωπε
τὸν καρπόν . τί γὰρ πλέον θέλεις εὖ ποιήσας , ἄνθρωπε ; οὐκ ἀρκεῖ τοῦτο , ὅτι κατὰ φύσιν τὴν
ρωτᾶν ἅπαντας ἐν μέρει , Τί γὰρ σύ , ὦ ἄνθρωπε , δέδοικας τὴν πενίαν οὕτως πάνυ , τὸν δὲ
6271835 ἐρωτω
. Πότερον εἰ τὴν κεφαλὴν μόνον κνησιῷἢ ἔτι τί σε ἐρωτῶ ; ὅρα , ὦ Καλλίκλεις , τί ἀποκρινῇ ,
ἰσχυροτέραν ; Τοῦτ ' , ἔφη , λέγω , καὶ ἐρωτῶ γέ σε πότερον ἴσον ἂν ἑκατέρᾳ τῇ γῇ σπέρμα
6262808 δαιμονιε
τὸν βίον , ἀμελοῦντι πάνυ ἄν τις οἰκείως ἐπείποι : δαιμόνιε , φθίσει σε τὸ σὸν μένος . Τοῦ δὲ
οἶμαι , τύχῃ τινὶ βέβληται . στῆσον τοίνυν , ὦ δαιμόνιε , τὴν βλάβην καὶ μὴ ἐπίτρεπε βαδίζειν : ὡς
6248259 ἡμαρτηκας
δ ' , ἔφη , οὐ πείσας σοι χρῆσαι οὐχ ἡμάρτηκας ; ὁ δέ , Τί γὰρ ἥμαρτον ; εἶπεν
; ὃ μόνον ἦν κατὰ τὸν τόπον ἁμάρτημα , τοῦτο ἡμάρτηκας . ἐπεί τοι τοῦτ ' αὐτὸ καὶ ἐγὼ Ῥούφῳ
6240138 μνησικακειν
τῷ πένητι πεφονευμένῳ , τὴν ἔχθραν ἐρεῖς , καὶ τὸ μνησικακεῖν , ἐφ ' οἷς ἐπολιτεύσατο : καὶ τὸ δεδιέναι
τῇ πόλει βεβουλευμένον παρεκάλει μήτ ' αὐτῷ μήτε τῇ πατρίδι μνησικακεῖν : ἑτέραν δὲ μεταλαβόντα οἴκησιν τὴν καταλειπομένην πατρίδα ἡγεῖσθαι
6230581 συνηκας
' ὑπερηφάνως . οὐκ ἔστιν ἰχθυηρὸν ὑπὸ σοῦ μεταλαβεῖν . συνῆκας ἡμῶν εἰς τὰ λάχανα τὴν πόλιν . περὶ τῶν
. Καὶ ἐν τοῖς ἔμπροσθεν εἶπον , σὺ δὲ οὐ συνῆκας . ἡ φύσις τοῦ νοεροῦ αὐτοῦ λόγου φύσις ἐστὶ
6226434 κρινεις
πάλαι μύστου , ὁ δὲ νῦν πρῶτον εἰς μύστας τελῶν κρίνεις τὸν μυσταγωγόν ; ἀρχαῖον δέ μοι δοκεῖς περὶ Μώμου
οὐχ ᾗ ' γὼ λέγω , ἀλλ ' ᾗ σὺ κρίνεις : εἰ δ ' ἐλευθέραν με δεῖ ζῆν ,
6223158 περαινειν
? ἐβουν [ ! ! ! ! ] λόγον ? περαίνειν καὶ ὁ [ Ἀναξιμένης ] ? [ ] ?
. ΓΘ οἴσει ] κομίσει . Γ δοκῇ σοι ] περαίνειν καὶ κύφειν , κακεμφάτως . τοῦτον ] τὸν παῖδα
6205462 νῳν
πονηρίαν οὔσας τοιαύτας ὀλίγον ὕστερον ἐροῦμεν , ἂν ἔτι δοκῇ νῷν : τὰς δὲ ψευδεῖς κατ ' ἄλλον τρόπον ἐν
κατ ' εἰρωνείαν χ ' ἅτεροι ] ἔκθλιψις καὶ κρᾶσις νῷν ] ἡμῖν ἄλφιτα ] ἄλευρα πονήρους ] ἐπιπόνους ,
6191637 ἐγκονει
ἐρασταί ] ἐπίτριτος αʹ ἀτελὴς καὶ δοκεῖ βακχεῖος ἴτ ' ἐγκονεῖ : ] διίαμβος - τε σπεύδεθ ' ὡς :
ἐρασταί ] ἐπίτριτος αʹ ἀτελὴς καὶ δοκεῖ βακχεῖος ἴτ ' ἐγκονεῖ : ] διίαμβος - τε σπεύδεθ ' ὡς :
6189702 εἰἑν
θεοὺς ἔχων τις ἂν φίλους ἀρίστην μαντικὴν ἔχοι δόμοις . εἶἑν : τὰ μὲν δὴ δεῦρ ' ἀεὶ καλῶς ἔχει
νέλθοι . σὺ πρότερος , Μοσχίων , πρόσελθέ μου . εἶἑν : ὦ πάτερ ] , τί ποιεῖς ταῦτα ;
6186173 μεμηνας
οὗ δηλοῖ τὸν πόλεμον μαινομένη . μέμηνας ] ἐμάνης . μέμηνας ] ὀργίζῃ . μέμηνας ] μαίνῃ . γράφεται καὶ
, ὡς οὐκ οἶσθα ποῦ ποτ ' εἶ λόγων : μέμηνας ἤδη , καὶ πρὶν ἐξεστὼς φρενῶν . στείχωμεν ἡμεῖς
6182160 δραν
τοῦ Ἱεροκλέους καὶ μετέχοντος τῶν εὐωχιῶν . Γ μὴ νῦν δρᾶν δοκῶμεν Γ : μὴ προσποιησώμεθα αὐτὸν ἑωρακέναι , μηδ
ὃ ζῆν βούλεται : ἡ γὰρ σπάνις πρόχειρος εἰς τὸ δρᾶν κακά . τοιοῦτος ὁ βίος ἐστὶν ἀνθρώπου , γύναι
6178886 Χαρικλεις
ὁλόκληρος ἀρετὴ φύεται . καὶ σὺ δ ' , ὦ Χαρίκλεις , μηδὲν ἀχθεσθῇς , εἰ ταῖς Ἀθήναις ἡ Κόρινθος
ἐκεχειροτόνησο καί σε χαλκῶν ἀνδριάντων ἐν ταῖς ἀγοραῖς , ὦ Χαρίκλεις , ἐτίμων . σχεδὸν γὰρ οὐδὲ αὐταὶ περὶ αὑτῶν
6176974 ποιῃς
καὶ σὺ τοῦτο συγχωρήσαις ἄν , ὡς ἐπειδάν τι ὅσιον ποιῇς , βελτίω τινὰ τῶν θεῶν ἀπεργάζῃ ; Μὰ Δί
, μὴ αἰσχρὸς φανῇς , ἐὰν πρότερος τὸν ἀδελφὸν εὖ ποιῇς ; καὶ μὴν πλείστου γε δοκεῖ ἀνὴρ ἐπαίνου ἄξιος
6169628 ἀποδωσεις
πεπονθώς . Ἀποτίσεις χοῖρε τὰ γίγαρτα : οἷον ὧν κατέφαγες ἀποδώσεις πλείω . Ἀράβιος ἄγγελος : Μένανδρος ἐν Ἀνατιθεμένῃ .
οὐδὲν μᾶλλον ἕτερον ἑτέρου οὐσία ἐστίν : οὐδὲ γὰρ οἰκειότερον ἀποδώσεις κατὰ τοῦ τινὸς ἀνθρώπου τὸν ἄνθρωπον ἀποδιδοὺς ἢ κατὰ
6169012 δρωμεν
διφρήλατος ὦ τοῦ μεγίστου Ζηνὸς ἄλκιμον τέκος Παλλάς , τί δρῶμεν ; οὐκ ἐχρῆν ἡμᾶς ἔτι μέλλειν Ἀχαιῶν ὠφελεῖν στρατεύματα
ὦ τοῦ μεγίστου Ζηνὸς ἄλκιμον τέκος , Παλλὰς , τί δρῶμεν ; οὐκ ἐχρῆν ἡμᾶς ἔτι μέλλειν Ἀχαιῶν ὠφελεῖν στρατεύματι
6162359 εἰργασω
ὁθούνεκ ' αὐτὸς αὐτὸν οὔτε νῦν καλὰ δρᾷς οὔτε πρόσθεν εἰργάσω βίᾳ φίλων , ὀργῇ χάριν δοὺς ἥ ς '
ἐξάρχουσα θρήνων τοῖς νεκροῖς : φερώνυμος : πολλὰ γὰρ νείκεα εἰργάσω : σὰ δ ' ἔρις οὐκ ἔρις : ἡ
6154888 φραζειν
, καὶ ἀπὸ τούτου ἐπὶ τοῦ ὀνομάζειν καὶ ἐπὶ τοῦ φράζειν . . πρὸ τοῦ τυφθῆναί σε . Θ .
οἴομαι οὖν βέλτιστον εἶναι ἡμῖν εἰπεῖν τὸν μέλλοντα ἐξιέναι , φράζειν δὲ καὶ ὅποι , ἵνα καὶ τὸ πλῆθος εἰδῶμεν
6133739 ἐκλαλησαι
πειθόμενον , τούτοις αὐτὸν προθωπεύσας ὀμωμοκώς τε κατ ' ἐμαυτὸν ἐκλαλῆσαι τὸ πρᾶγμα τοῦ μηκέτι μοι χώραν σιωπῆς ὑπολείπεσθαι ,
, σαφηνίσαι , γνωρίσαι , θρυλῆσαι , κηρῦξαι ἐκκηρῦξαι , ἐκλαλῆσαι , ἐκβοῆσαι , ἐκθρυλῆσαι , ἐκθροῆσαι , ἐξαγορεῦσαι ,
6130728 λαθοντα
καὶ ὡς ἀπ ' εὐνοίας διορθοῦντα ὑποδέξασθαί τε καὶ δῆσαι λαθόντα . προσέταξεν δὲ καὶ τοῖς χιλιάρχοις τοὺς πιστοτάτους ἕκαστον
τέγη , περιστεφανοῦν θωρακίοις δέον ὑπὲρ τοῦ μή τινα κατακρημνισθῆναι λαθόντα : φόνον γάρ , εἰ δεῖ τἀληθὲς εἰπεῖν ,
6123810 δυστυχειν
πρὸς τὸ μὴ εἰς ταύτην ἁμαρτάνοντες τὰ ἐναντία τῆς γνώμης δυστυχεῖν : ἑκατέρωθεν δὲ αὐτῆς δύο Ἔρωτας ἱστῶσιν , τὸν
' ἐζήλωσα πολυτελῆ νεκρόν . Οἴμοι , τὸ γὰρ ἄφνω δυστυχεῖν μανίαν ποιεῖ . Ὁ συκοφάντης ἐστὶν ἐν πόλει λύκος
6120945 πραξω
εἴδωλα τῶν θεῶν παρακαλοῦσα καὶ δυσωποῦσα αὐτοὺς ἢ ἄλλο τι πράξω ; ἐπειδὴ τὸ πότερα δύο τινῶν ἔμφασιν ἔχειφαμὲν γὰρ
παθητικοῦ παρακειμένου βαρύνονται : ποιήσω ποίησις , γνώσω γνῶσις , πράξω πρᾶξις , πέφανσαι φάνσις , μεμίανσαι μίανσις . τὸ
6087927 ὑβριζεις
ἀντὶ γλώττης ὅσα καὶ χειρὶ χρῆσθαι διέγνωκας καὶ ὥσπερ ἀλλοτρίαν ὑβρίζεις καὶ ἐπικλύζεις τοσούτοις κακοῖς . λαλεῖν μοι ἔργον ἐστὶ
ξύνει τῷ Διὶ καὶ συμβασιλεύεις αὐτῷ , καὶ διὰ τοῦτο ὑβρίζεις ἀδεῶς : πλὴν ἀλλ ' ὄψομαί σε μετ '
6087286 δωσεις
πυρί . κτεῖν ' : ὡς κτανών γε τῶνδέ μοι δώσεις δίκην . [ ἔσται τάδ ' . ἆ ἆ
τε κακῶς καὶ ἐὼν ὄλεθρος , ἀλλὰ μᾶλλον ὅκως λόγον δώσεις τῶν μετεχείρισας χρημάτων . Ταῦτα εἶπε ἐὼν ἐν τοῖσι
6085006 ἀφες
διδακτόν , δίδασκε : εἰ δὲ σὺ μὴ δύνασαι , ἄφες με μαθεῖν παρὰ τῶν λεγόντων εἰδέναι . ἐπεὶ τί
τε γάρ ἐστιν καὶ εἰδεχθὴς καὶ σκληρὸς καὶ ἄτιμος : ἄφες αὐτὸν ἐπὶ κεφαλὴν κατὰ τῆς πέτρας : σὺ δὲ
6048888 καταισχυνειν
ταῦτ ' οὐκ ἐδυσχέραινεν ὁ μιαρὸς οὑτοσί , μέλλων ἑαυτὸν καταισχύνειν πρὸς ἄνθρωπον δημόσιον οἰκέτην τῆς πόλεως : ἀλλ '
, ἀνδρῶν μαρναμένων ἵνα τε κρίνονται ἄριστοι , μή τι καταισχύνειν πατέρων γένος , οἳ τὸ πάρος περ ἀλκῇ τ
6040297 ἀγαθηι
εἰς ἀγαθόν . εἰσὶν δ ' οἳ βουλῆι τ ' ἀγαθῆι καὶ δαίμονι δειλῶι μοχθίζουσι , τέλος δ ' ἔργμασιν
ἡ δὲ τύχη νῦν ἐν εὐόπτωι κοίτηι , τουτέστιν ἐν ἀγαθῆι καταστάσει πρὸς τὸ ἰδεῖν τὰ νῦν γεγονότα καὶ ἑτέρων
6026714 κεἰ
ποτε . Πρὸς ταῦτα καὶ Κρέοντα πεμπόντων ἐμοῦ μαστῆρα , κεἴ τις ἄλλος ἐν πόλει σθένει : ἐὰν γὰρ ὑμεῖς
ἔγραψεν ἐν στήλῃ χαλκῆ . καὶ ἐν Βατράχοις [ ] κεἴ τις ἥμαρτε σφαλείς τι Φρυνίχου παλαίσμασιν . Ἄλλως .
6013455 τυχηι
? [ μ ' ] ἀποσφάττουσιν εὐθύς , ἂν [ τύχηι ] , κλέψαντά ? ? [ τι . ἀλλὰ
ἢν δ ' οὖν , ὃ μὴ γένοιτο , χρήσωνται τύχηι ; οἵδ ' οὐ προδώσουσίν σε , μὴ τρέσηις
6008639 σεαυτῳ
τοῦ τοιοῦδε πέρι ; Τίνος δή ; Τοῦ ὑπολαμβάνειν παρὰ σεαυτῷ τὸν μὲν ἀμείνω ἄνδρα , τὸν δὲ χείρω :
Ὁ δὲ [ ἕτερος ] ἀπεφήνατο : Καθὼς οὐ βούλει σεαυτῷ τὰ κακὰ παρεῖναι , μέτοχος δὲ τῶν ἀγαθῶν ὑπάρχειν
6005465 ὠνδρες
[ ] δ ' ὄκως ἂν μὴ μακρηγορέων ὐμέας , ὦνδρες δικασταί , τῆι παροιμίηι τρύχω , πέπονθα ? πρὸς
ἐγχανὼν : ἀντὶ τοῦ ” καταγελάσας “ . ἐμοὶ μὲν ὦνδρες : τοὺς τρεῖς τοὺς ἑξῆς ὁ πρεσβύτης πρὸς τοὺς
5985382 δρασω
τὸ ῥέω , οὗ μέλλων νάσω , νάμα , ὡς δράσω δράμα . Ναρόν . παρὰ τὸ αὐτὸ ῥῆμα ,
βλέποντα κοὐκ ἀφῆκας εἰς Ἅιδου μολεῖν ; Οἴμοι , τί δράσω ; πῶς ἀπιστήσω λόγοις τοῖς τοῦδ ' ὃς εὔνους
5963734 οἰσω
, καὶ ἐν ῥήμασιν ἑτερόκλιτα , ἔσθω ἔφαγον , φέρω οἴσω . Εἰ αἱ σύνθετοι τῶν λέξεων διηνεκὲς ἔχουσι τὸ
οὗ φέρεται ἡ ναῦς . οἴω , τὸ φέρω , οἴσω * * * . . . , : ὀρρωδῶ
5961289 τἀνθαδ
. τί κωλύει μετιέναι τὴν παῖδά μ ' ἤδη ; τἀνθάδ ' ἀγνοῶν πάρει ; ποῖα ; ποῖ ' ;
θέλει κτείνειν πολιτῶν παῖδας , αἰνέσαι δ ' ἔχω καὶ τἀνθάδ ' : εἰ θεοῖσι δὴ δοκεῖ τάδε πράσσειν ἔμ
5960997 προδω
παρακολουθήσειν ψυχήν τε καὶ σῶμα αἰκιζομένας , ὅταν ἐγκαταλίπω καὶ προδῶ τοὺς σώσαντάς με ἀπολωλότα ὑφ ' ὑμῶν καὶ μετὰ
ἢ πρὸς ἀνθρώπους δίκαιον ὑπολήψεταί με , ἐὰν ἐγκαταλίπω καὶ προδῶ τοὺς ὀρφανούς , οἷς τοσαύτας ὀφείλω χάριτας ; ἀλλ
5953749 ποιησηι
Θούλης , ἐκτείνει πλέον ἢ δεῖ τὸ μῆκος , ἵνα ποιήσηι πλέον ἢ διπλάσιον τοῦ λεχθέντος πλάτους . φησὶ δ
ἐπιθυμίας ἐπίτασιν λαμβανούσης , φῆσαι δεῖν μὴ σπεύδειν πῶς ἄπορον ποιήσηι τὸν γείτονα , ἀλλὰ τοὐναντίον ὅπως πλούσιος ὑπάρχηι :
5950958 ποω
: ἀπὸ τοῦ ἀλοῶ , τὸ συντρίβω , ἀλοιῶ ὡς ποῶ ποιῶ ἀλοιήσω ἠλοίησα , ὅθεν καὶ πατραλοίας . .
, ὀκνῶ δὲ δεῖξαι : πατέρα γὰρ τοῦ παιδίου αὐτὸν ποῶ σχεδόν τι τοῦτον προσφέρων μεθ ' οὗ συνεξέκειτο .
5943554 δεδοικα
εἰσεδέξατο δι ' εὐπετείας τειχέων ἔσω μολεῖν . ὃ καὶ δέδοικα μή με δικτύων ἔσω λαβόντες οὐκ ἐκφρῶς ' ἀναίμακτον
Πειθοῦς παγχρίστῳ συγκραθεὶς ἐπὶ προφάνσει θηρός . Γυναῖκες , ὡς δέδοικα μὴ περαιτέρω πεπραγμέν ' ᾖ μοι πάνθ ' ὅς
5937570 Κλεινια
τοιούτου κινδύνου διαφυγὴν εὑρήσει ; πάντως οὐ ῥᾴδιον , ὦ Κλεινία . καὶ γὰρ οὖν πρὸς μὲν ἄλλα οὐκ ὀλίγα
τείχη . γάμων δ ' ἦν ἔμπροσθεν ταῦτα , ὦ Κλεινία , νῦν δ ' ἔπειπερ λόγῳ γίγνεται , καὶ
5925996 Καριων
τις αὖ ἐλθὼν διακωλύσῃ τι τῶν προὔργου ποεῖν . Παῖ Καρίων , τὰ στρώματ ' ἐκφέρειν ἐχρῆν αὐτόν τ '
ὡς ἔοικεν , εὐθὺς ἀπῆγον ἐκεῖ , ἔφη δὲ ὁ Καρίων . μεμυστιλημένοι : εὐωχημένοι , ζωμὸν ἀρυσάμενοι κοίλοις ἄρτοις
5917844 ἡδομαι
μοι φακούς , μὰ τὸν Δί ' : οὐ γὰρ ἥδομαι . ἢν γὰρ τράγῃ τις , τοῦ στόματος ὄζει
ἐν Ναυπλίῳ νυμφικὸν Ἐλύμνιον . Γ # ἥδομαί γ ' ἥδομαι : κορωνίς . εἰσελθόντων τῶν ὑποκριτῶν ὁ χορὸς μόνος
5915092 περαινε
μακρόν . μῦθον ] λόγον . εἰπέ ] ἐμοί . πέραινε ] πλήρου . πάντα ] ἃ βούλει . τὴν
Ἄπολλον , ὡϲ ἄγροικοϲ εἶ : ϲυϲκευαϲάτω [ ] . πέραινε . παύομαι λέγων . νὴ τὴν Ἀθηνᾶγ [ ]
5907531 Συ
περὶ τῆς ὁδοῦ ἐπεθύμει δὲ ὥσπερ καὶ ὁ πατήρ . Σὺ δ ' αὐτῷ λέγεις , Νίκην σοι φαίνουσι θεοὶ
πάσχουσιν , οἱ μὲν ἐπιπηδήσαντες , αἱ δὲ κατανωτισάμεναι ; Σὺ δέ με ἀξιοῖς συγκατακλινῆναι καὶ ταῦτα γυμνήν ; Καίτοιγε
5893040 ποιησω
ὅ τι ἂν ἅπαντες οὗτοι γνῶσι πράττειν με δεῖν , ποιήσω . καὶ πρὸς μὲν σὲ ταῦθ ' ἱκανά :
διὰ πλατείας . . . οὐράνιον . . παιδιάν βάψας ποιήσω μέλαν . ἀκούεις ὡς στένει ; Ἀστυάναξ γέγονα .
5889251 παθῃς
δὲ μή , ἵν ' ἀλεξιφάρμακα ἔχων ἴῃς καὶ μηδὲν πάθῃς δεινόν . Εὖ μοι δοκεῖς λέγειν , ὦ Σώκρατες
ἀπόλλυσι . σὺ δὲ μήτε ἐργάσῃ περαιτέρω μηδὲν μήτε αὐτὸς πάθῃς . ἐνθυμοῦ δὲ ὅτι πᾶσι πράγμασιν ὥσπερ ὅρους ἡ
5884082 ἁγω
ἤτε κλεπίαν [ ] | ἀτῶντι . | οὐκ ἐτὸς ἁγὼ μέτρα χέω [ Λίνον ] οὐκ ἐξίκει [ :
αὐτῆς θέλω τόνδ ' , ἐκβαλοῦσα λέκτρα τἀκείνης βίαι : ἁγὼ τὸ πρῶτον οὐχ ἑκοῦς ' ἐδεξάμην , νῦν δ
5880491 κτησῃ
φυγαδευθήσῃ . μὴ φοβοῦ . μακροθύμησον Ϛ γενήσῃ βιοπράγος καὶ κτήσῃ πολλὰ ἀγαθά ζ ἀγοράσεις ὃ ἐνθυμῇ καὶ μεταπωλήσεις αὐτό
πωλῆσαι καλῶς ζ προγράφεται τὰ σά , ἀλλ ' οὐδὲν κτήσῃ η οὐ κερδαίνεις ἀπὸ τοῦ πράγματος θ ζῇ ὁ
5874758 Ἐα
οὐκ ὀμώμοκ ' , οὐδ ' ὥρκως ' ἐγώ . Ἔα σπεῦδε ταχέως : ὡς τὸ τῆς ἐκκλησίας σημεῖον ἐν
, ἀλλὰ τοῦ μόνου τέκνου με περιόψεσθ ' ἀποστερουμένην ; Ἔα ἔα . Ὦ πότνιαι Μοῖραι , τί τόδε δέρκομαι
5874333 θελω
τὸ δὲ νηλής ἀπὸ τοῦ λῶ , ὃ σημαίνει τὸ θέλω , κατὰ στέρησιν ὁ φευκταῖος καὶ μὴ θελόμενος .
αου , λείψαντα συναμφότερον , ποιεῖν Μο κδ . Ἐπεὶ θέλω τὸν ὑπὸ τοῦ αου καὶ τοῦ βου , λείψαντα
5869426 εὐπρεπως
χάριτας παρὰ τῶν εὖ πεπονθότων ἐν καιρῷ φυλαττόμενοι τὸ ὀνειδίζειν εὐπρεπῶς ἀπαιτοῦσι . καὶ δείκνυσιν ἡμῖν ὁ ποιητής , τίς
τἀληθές , ὡς ἔγωγε καὐτὸς ἄχθομαι , ὅστις λέγειν μὲν εὐπρεπῶς ἐπίσταται , τὰ δ ' ἔργα χείρω τῶν λόγων
5866561 θνηισκειν
με : διὰ γὰρ σὴν ἀπόλλυμαι χάριν , μέλλω τε θνήισκειν , δεσμίαν τέ μ ' εἰσορᾶις πρὸς σοῖσι γόνασιν
: ἢν δ ' ἐγγὺς ἔλθηι θάνατος , οὐδεὶς βούλεται θνήισκειν , τὸ γῆρας δ ' οὐκέτ ' ἔστ '
5863682 ἀνιαρον
καὶ συνεξετάζεσθαί σοι ἕτοιμος ἐπὶ τῆς δίκης . Ἀλλὰ ἐκεῖνο ἀνιαρόν , ὦ Πολύστρατε , ὅτι μὴ ἐκείνης παρούσης ποιήσομαι
αἰσχυνόμενοι θυλήμασι κρύπτετε πολλοῖς ; Νὴ τὴν Δήμητρ ' , ἀνιαρόν γ ' ἦν τὸ κακῶς ᾄδοντος ἀκούειν : βουλοίμην
5863092 καταλειπειν
οὐ χρὴ βίᾳ ἐναποσπᾶν οὐδὲ μὴν ἀποκόπτειν τὸν ὀμφαλὸν καὶ καταλείπειν τὸ χορίον , πνιγμοὶ γὰρ ἔσχατοι καὶ κίνδυνοι ἐπακολουθοῦσι
δῆμος αὐτοὺς ταῖς προσηκούσαις δωρεαῖς . ἐκεῖνοι δὲ οὐκ ἠξίουν καταλείπειν ἐν γράμμασιν , ἐν . δὲ τῇ μνήμῃ τῶν
5861205 δειξον
Ἐλάλησε δὲ Ἱερεμίας λέγων : Παρακαλῶ σε , κύριε , δεῖξόν μοι τὶ ποιήσω Ἀβιμέλεχ τῷ Αἰθίοπι , ὅτι πολλὰς
εἶναι , ἄρα πῶς προκόπτεις ; Σὺ οὖν ἐνταῦθά μοι δεῖξόν σου τὴν προκοπήν . καθάπερ εἰ ἀθλητῇ διελεγόμην δεῖξόν
5859492 ξυμφερειν
γεύμασιν ἱστάναι , ἀλλὰ παρὰ λόγον ᾤετο ἄν τις ἰήσασθαι ξυμφέρειν , καίτοι ὑπέρπολλα ἔστιν οἷσι τὰ διιόντα ἦν .
προσίσχων πολλάκις , οὕτω δὲ ἐπιθεὶς τὸ φάρμακον τὸ δοκέον ξυμφέρειν , ἐπιδεῖν ἢ μὴ ἐπιδεῖν . Ἕλκεσι τοῖσι πλείστοισιν
5856343 ποτερ
πάντες . „ πάλιν οὖν ἤρετο ἑρμηνεύοντος τοῦ Ἰάρχα , πότερ ' αὐτὸς ἀποδιδράσκοι τοὺς αὑτοῦ δούλους ἢ οἱ δοῦλοι
οὕτως , ἀλλ ' ἀγνοῶν οὕτως εἴρηκεν ὁ ποιητής ; πότερ ' οὐδ ' ἡ Αἴγυπτος , οὐδ ' οἱ
5854189 ἐκπιειν
, ἢ καὶ ὑπὸ σφέων αὐτῶν , δοκέουσι πολὺ ἂν ἐκπιεῖν . Ὕδωρ ψυχρὸν , δοθὲν ἵνα ἀπεμέσῃ , ὠφελέει
ἐκποθῇ . εἶθ ' ὅταν τὸν οἶνον αὐτὰς αἰτιώμεθ ' ἐκπιεῖν , λοιδοροῦνται κὠμνύουσι μὴ ' κπιεῖν ἀλλ ' ἢ
5848659 διδασκε
φιλήσοντός μου , τοὺς δ ' ἀγαθοὺς καταφιλήσοντος , θαρρῶν δίδασκε τῶν φίλων τὰ θηρατικά . καὶ ὁ Σωκράτης ἔφη
τῷ Ἀπόλλωνι . Πῶς δέ ; ἔφη ὁ Κῦρος : δίδασκε : πάνυ γὰρ παράδοξα λέγεις . Ὅτι πρῶτον μέν
5846550 προσμανθανειν
ἣν ἔχεις φιλομαθῆ διάθεσιν , ὅπερ μέγιστόν ἐστιν ἀνθρώπῳ , προσμανθάνειν ἀεί τι καὶ προσλαμβάνειν , ἤτοι κατὰ τὰς ἱστορίας
σε τὰ ἔξωθεν ἐμπίπτοντα ; καὶ σχολὴν πάρεχε σεαυτῷ τοῦ προσμανθάνειν ἀγαθόν τι καὶ παῦσαι ῥεμβόμενος . ἤδη δὲ καὶ
5843807 ταλαν
τοὺς κάδους ξυλλαμβάνειν ; μὴ σκῶπτέ μ ' , ὦ τάλαν , ἀλλ ' ἕπου δεῦρ ' ὡς ἐμέ .
μέλεος , ὦ τάλας ἐγὼ τάλας , ἀπὸ δὲ συγγόνων τάλαν ' ἄνομα πάθεα φῶτά τε λιτομένα , πολυδάκρυτον Ἀίδα
5838849 κεκρικοτα
γυνή . μηδέποτε γήμῃ μηδὲ εἷς εὔνους ἐμοί . γαμεῖν κεκρικότα δεῖ σε γινώσκειν , ὅτι ἀγαθὸν μέγ ' ἕξεις
τὴν χώραν ἀνακτήσασθαι τῷ δήμῳ πάντα πόνον καὶ κίνδυνον ὑπομένειν κεκρικότα μέχρι τῆς ἐσχάτης ἀναπνοῆς . . . . .
5837117 διανοουμαι
Ἆρ ' οὖν δυνατὸς αὐτὸ ἂν γενοίμην , ὥσπερ καὶ διανοοῦμαι , διὰ λόγων ἐνδείξασθαί σοι ; Τί δ '
γιγνόμενα , οὐκ ἂν θαυμάζοιμι εἰ μὴ σαφῶς λέγων ἃ διανοοῦμαι τοῦτο ἐποίησα καὶ ἔπαθον : ἀλλ ' ἃ βούλομαι
5832491 Ὠγαθε
μέντοι οὐδὲν λέγω . Τί δή , ὦ Σώκρατες ; Ὠγαθέ , ἐννενόηκά τι σμῆνος σοφίας . Ποῖον δὴ τοῦτο
τίνος σοι φῶμεν μάλιστ ' εἰρῆσθαι τοῦτον τὸν λόγον ; Ὠγαθέ , καὶ αὐτὸς ἐμαυτοῦ νυνδὴ κατεγέλασα . ἀποβλέψας γὰρ
5830985 χοιριδιον
χοιροκτόνος , ἢ ἐπεὶ οἱ μυούμενοι χοῖρον ἔθυον . ἐς χοιρίδιον : ὅτι ἡ Δημήτηρ χοιροκτόνος ἦν , ἢ ὅτι
' Ἑρμῆ , μηδαμῶς , μηδαμῶς , εἴ τι κεχαρισμένον χοιρίδιον οἶσθα παρ ' ἐμοῦ γε κατεδηδοκώς , τοῦτο μὴ
5822586 ὀντ
τέ ” σύνδεσμος πρὸς τὸ σε τοι θύρασι χρῆ μένειν ὀντ * τινάς . καὶ τοῦτο δὲ ἁμάρτημά ἐστιν ,
τέ ” σύνδεσμος πρὸς τὸ σε τοι θύρασι χρῆ μένειν ὀντ * τινάς . καὶ τοῦτο δὲ ἁμάρτημά ἐστιν ,
5821391 διδως
ἑταίρων ὕστερον θοινάσομαι . καλόν γε τὸ γέρας τῶι ξένωι δίδως , Κύκλωψ . οὗτος , τί δρᾶις ; τὸν
ἢ κέγχρον ἢ ἄλητον ἢ χόνδρον : τούτων ὁκόσα μὲν δίδως ἐς διαχώρησιν , λεπτὰ διδόναι καὶ διεφθότερα , καὶ
5816377 οἰμωζειν
ποιεῖν : τὸν μὲν γελᾶν , τὸν δ ' ἕτερον οἰμώζειν μακρά . ὅτι δὲ καὶ παμπόλλου πιπράσκουσιν Ἄλεξις ἐν
τὸ ὀΐζω ὀϊζύω , ἔστι δὲ καὶ παρὰ τὸ οἴμοι οἰμώζειν : ὅπερ ἴδιον ἐπιρρημάτων . Καὶ τὸ χρή δὲ
5814264 βασκαινειν
. τὸ δὲ ἀνάλογον ἐπὶ πάντων ἐστὶ τῶν ὁμοίων . βασκαίνειν οὐχὶ τὸ φθονεῖν δηλοῖ , ἀλλὰ τὸ λυπεῖν καὶ
οἱ ποιηταί , πείθω εἰς τὸ ἐμφανὲς προϊέναι καὶ μὴ βασκαίνειν τοῦ κάλλους τοῖς πολλοῖς ἀνθρώποις , καὶ συνεθίζων μὴ
5807224 νικησεις
Μὴ λυποῦ , ἔφη , τὴν γὰρ ἄλλην χιλιετηρίδα σὺ νικήσεις . Σχολαστικὸς συνεκάθητο ἡγεμόνι δεξιοπήρῳ . εἰς ἐώραν οὖν
λαβὴν ] ὡς ἐπὶ παλαιστοῦ . Γ κατεργάσῃ γάρ : νικήσεις , περιέσῃ αὐτοῦ σῶμα ἔχων ἰσχυρὸν καὶ στερρότατον ,
5806221 ὀμνυω
ἐάμ ποτ ' οἶνον ἔτι τ ? [ ἀλλ ' ὀμνύω ϲοι τοῦτο [ οὐκ οἶϲθα πρὸϲ ὕδωρ ? ?
: καὶ ὑμεῖς εἰς κατάραν μεγάλην παραδοθήσεσθε . καὶ νῦν ὀμνύω ὑμῖν τοῖς φρονίμοις καὶ οὐχὶ τοῖς ἄφροσι , ὅτι
5805227 γενναιε
ἐτῶν οὖσα τέξεται „ ; μὴ μέντοι νομίσῃς , ὦ γενναῖε , τὸ ” εἰπεῖν ” οὐχὶ τῷ στόματι ,
ἕκαστον βραβευόμενον ἐπαινετῶς ἐξορθοῦσθαι πέφυκεν . Ἔπειτ ' , ὦ γενναῖε , μὴ νομίσῃς ἀλυσιτελὲς ἐπίκαιρον εἶναι τυραννίδα . οὐδὲ
5805190 ποιω
. Ὅδ ' ἐστὶν ἁνὴρ ὃν λέγεις . Τί οὖν ποιῶ ; Ἀπόδυσον αὐτόν : οὐδὲν ὑγιὲς γὰρ λέγει .
δ : λαμβάνω μίαν πλευρὰν τοῦ κζ τὴν τριάδα καὶ ποιῶ τρὶς δ , γίνονται ιβ : ἰδοὺ ὁ ιβ
5802479 λαλειν
μοι . Ὁμηρικῶϲ γὰρ διανοεῖ μ ' ἀπολλύναι ; οὕτω λαλεῖν εἴωθα . μὴ τοίνυν λάλει οὕτω παρ ' ἔμοιγ
εἶτα ἑξῆς τὸ διήγημα . ἐμὲ γοῦν ἀναστήσασα δευρὶ προάγεται λαλεῖν ἀπ ' ἀρχῆς πάντα τὸν ἐμαυτοῦ βίον . Διήγησιν
5800192 ἀπαγορευω
δὲ ὁμολογῶ μαλακὸς εἶναι καὶ τὰ δεινὰ πόρρωθεν δεδιέναι , ἀπαγορεύω μέντοι μὴ συνταράττειν ἡμᾶς πρὸς ἀλλήλας τὰς πόλεις ,
Θηβαίων φρονεῖ . Βοιωτοὶ γὰρ οὗτοι . . . . ἀπαγορεύω ] ἀντὶ τοῦ ἀγορεύω , ὅ ἐστι λέγω .
5793744 Εὐφρατα
οὐ κατέλυσας , φησί , Νέρωνα . σὺ δὲ , Εὐφρᾶτα ; Δίων δέ ; ἐγὼ δέ ; ἀλλ '
μοι καὶ Σοῦσα λοιπὸν οἶκος καὶ τάφος . ἅπαξ , Εὐφρᾶτα , μέλλω σε διαβαίνειν : φοβοῦμαι γὰρ οὐχ οὕτως
5789138 βασκαινει
μοχθηρὰς φύσεις , φιλοτιμία δὲ τὰς λαμπρὰς ἐγείρει , καὶ βασκαίνει μέν τις τὰ μὴ ἑαυτῷ ἐφικτά , ἃ δὲ
καὶ δυσχεραίνειν . „ ἐάν τι δύσκολον συμβῇ , τοῦτο βασκαίνει „ , Φερεκράτης : ” ὁ λαγώς με βασκαίνει
5788071 λεγ
ὡς ψιλὰ λαμβάνονται : οἷον λεῖβ ' αἴθοπα οἶνον , λέγ ' αὐτοῖς τὰ αἴσια , ᾆδ ' Ἀκραγαντίνοισι ταῦτα
Θᾶσαι τὸν ἀνδριάντα τοῦτον , ὦ ξένε , σπουδᾷ καὶ λέγ ' , ἐπὰν ἐς οἶκον ἔνθῃς : ” Ἀνακρέοντος
5785099 τρεχε
κυβερνήτην κακόν . τύχην ἔχεις , ἄνθρωπε , μὴ μάτην τρέχε . εἰ δ ' οὐκ ἔχεις , κάθευδε ,
, ἄνδρες φίλοι : ἄρτους ἐπιλελήσμεθ ' ἀρκοῦντας πρίασθαι . τρέχε δή , παῖ . καὶ τοῦτο ἔλεγεν αὐτὸς γελῶν
5784184 ἐα
ἐστ ' ἰσάργυρον ; Ὡς σκαιὸς εἶ κἄγροικος αἰσχροεπῶν : ἔα , ἐπαρίστερ ' ἐν τῷ στόματι τὴν γλῶτταν φορεῖς
ἀπίστασθαι , Ἑκαταῖος δ ' ὁ λογοποιὸς πρῶτα μὲν οὐκ ἔα πόλεμον βασιλέϊ τῷ Περσέων ἀναιρέεσθαι , καταλέγων τά τε
5783940 βλαπτῃ
ὑπερπετῆ γιγνόμενα τὰ βέλη τοὺς ὑπηρετοῦντάς τε καὶ τοὺς διαπορευομένους βλάπτῃ καὶ τιτρώσκῃ . Ἧι δὲ ἂν τοῦ τείχους χελώνη
ζ οὐκ ἀποκαθίστασαι εἰς τὸν τόπον σου η ἑτέρῳ συναλλάξας βλάπτῃ θ ἔχεις ὠφέλειαν ἀπὸ τοῦ φίλου ι οὐ πιπράσκῃ
5773669 φυλασσε
τὴν ὁμώνυμόν σοι πόλιν φύλασσε καὶ περίεπε σὺν ἐλευθερίᾳ , φύλασσε δὲ σὺν τῷ Διῒ καὶ τῷ βασιλεῖ Αἰακῷ καὶ
συμφορᾶς ἐκ τοσῆσδε εὐδαιμονίας κατέβαλεν . σοὶ δὲ παραινῶ : φύλασσε Σοφωνίβαν , μὴ Μασσανάσσην ἐς ἃ βούλεται , μεταγάγῃ
5771857 Ζηνᾳ
σκοτίαν σου . “ ἐπιστραφεὶς δὲ ὁ σωματέμπορος λέγει τῷ Ζηνᾷ ” πόσου τὸ κακὸν τοῦτο πωλεῖς ; “ Ζηνᾶς
θεοὺς μεγάλα βλασφημεῖ . “ ὁ δὲ ὀργισθεὶς λέγει τῷ Ζηνᾷ ” ἰδού , ἀπὸ τοῦ νῦν κεχάρισταί σοι :
5769543 κασιγνητ
μετὰ τοῦ ζημιῶσαί τινα τῶν ἐχθρῶν καὶ τιμωρήσασθαι : ἐγὼ κασίγνητ ' : τοῦτο αὐτὸ , φησὶ , τὸ τινὰ
διὰ στόμα πτηνοῖσι μύθοις ἀδαπάνως τέρψαι φρένα . ἐγώ , κασίγνητ ' , αὐτὸ τοῦτ ' ἔχειν δοκῶ , σωτηρίαν
5765034 κἀμοι
μέσον [ ὁ Αἴσωπος ] λέγει ” ἄνδρες Σάμιοι , κἀμοὶ εὐκταῖόν ἐστιν παρὰ τοῖς τοῦ βασιλέως ποσὶν ἀποθανεῖν .
τὰς νόσους ἰώμενοι , τὰ βλάπτοντα προμηνύοντες : δότε τοίνυν κἀμοὶ προχείρως εὐεργεῖν , σώζειν , ἰᾶσθαι τοὺς κάμνοντας ,
5764545 σκευασαι
Ὑπερείδης ἐν τῷ πρὸς Δημέαν καὶ σκευασίαν δὲ Ὑπερείδης καὶ σκευάσαι , καὶ συσκευασάμενοι τὰ πλείστου ἄξια , καὶ ἀσυσκεύαστον
τίνα τρόπον παραθεῖναι δ ' ἢ πότ ' ἢ πῶς σκευάσαι δεῖ , μὴ προΐδηται τοῦτο μηδὲ φροντίσῃ , οὐκέτι

Back