ἐκ τῶν ὑποκειμένων ἐπὶ τὴν κεφαλὴν ἀναφερόμενοι ἐν πυρετοῖϲ καὶ πληροῦντεϲ ταύτην πάθοϲ ἐργάζονται , ὅπερ ὀνομάζουϲιν οἱ ἰατροὶ κῶμα | ||
καταϲκευάζομεν πνεύματα ψυχρὰ παραϲκευάζοντεϲ εἰϲ αὐτὸν πνεῖν καὶ τὰ ἐδάφη πληροῦντεϲ τῆϲ ϲτυφούϲηϲ ποιότητοϲ , οἷον μυρρίνων ῥόδων ἑλίκων ἀμπέλων |
: ἠὲ καὶ ὄστρεα τόσσα βυθοὺς ἅτε βόσκεται ἅλμης , νηρῖται στρόμβοι τε πελωριάδες τε μύες τε , γλίσχραι τ | ||
τῶν πετρῶν τήθεα καὶ βάλανοι καὶ τὰ ἐπιπολάζοντα λεπάδες , νηρῖται . ὡσαύτως δὲ γίνεται τοῖς ὀστρακοδέρμοις καὶ τὰ μὴ |
ἐν ᾧ μάλιϲτα ἡ φύϲιϲ | πεπίεϲται ὀλιγόϲιτον εἶναι καὶ λεπτότατα προϲφερόμενον , ἵνα τὸ προϲκείμενον μήτε ϲπαράξῃ κατὰ τὴν | ||
γοα . στυπτηρίας σχιστῆς δραχ . δ . κόψας σήσας λεπτότατα , ἔπειτα λεάνας μετὰ γάλακτος ὀνείου παράπεμψον μετὰ μητρεγχύτου |
ἀτὰρ ἢν δὲ ἔγχυτον ἐκ τῶνδε ξυϲτῇ , ἐγχεῖν τῇ ὑϲτέρῃ : διαχρίειν δὲ καὶ τὴν ἕδρην φυϲέων ἀγωγοῖϲι : | ||
ϲπληνί , νεφροῖϲι , κύϲτει , ἐπὶ γυναικῶν δὲ καὶ ὑϲτέρῃ . ἔταμον δὲ καὶ ἐγὼ ἐν κώλῳ τινί κοτε |
δὲ τῆς Ἀρκαδίας κρήνην εἶναί τινά φασιν , ἐν ᾗ χερσαῖοι μύες γίνονται , καὶ κολυμβῶσι , καὶ τὴν δίαιταν | ||
καιρὸν ἤως τὸ θέρος , ὅτε καὶ οἱ κύνες οἱ χερσαῖοι λυσσῶσιν : καὶ ὧδε μὲν τὸν κύνα ἄστρον εἶπεν |
θάλατταν : καὶ οἱ κάραβοι καὶ οἱ ἀστακοὶ καὶ οἱ καρκίνοι καὶ τἆλλα τὰ τοιαῦτα , ὥστε μὴ μεγάλης ἄγαν | ||
τὴν παχυτάτην ὓλην . ἐκ γὰρ μελαίνης χολῆς ζεούσης οἱ καρκίνοι πεφύκασι συνίστασθαι , καὶ εἰ δριμύτερόν τι τύχῃ , |
ἐπεὶ δὲ τοῦτο ἰητρεύθη , ἐπιπονώτερος . Οἱ κωματώδεες ἐν ἀρχῇσι γινόμενοι , μετὰ κεφαλῆς , ὀσφύος , ὑποχονδρίου , | ||
βασιλέϊ , ἢ κατὰ τὰς πόλιας ὅσαι αὐτόνομοι σὺν τῆσιν ἀρχῇσι . Πλήθεϊ μὲν ὀλίγον τὸ γένος ἐστι , σοφίῃ |
τῷ βάθει τοῦ δέρματοϲ ϲυϲτάντων , ἔνθα καὶ γεννᾶϲθαι τοὺϲ φθεῖραϲ ϲυμβαίνει , οὐκ ἐπιπολῆϲ τοῦ δέρματοϲ , ἐν ᾧ | ||
θαυμαϲτὸν δὲ οὐδέν , εἰ τοιαύτη τὴν δύναμιν οὖϲα καὶ φθεῖραϲ καὶ κονίδαϲ καὶ τοὺϲ ἐν ὠϲὶ ϲκώληκαϲ καὶ ἀϲκαρίδαϲ |
τυγχάνει : τὰ μὲν γὰρ σιτώδη , οἷον πυροὶ κριθαὶ τίφαι ζειαὶ τὰ ἄλλα τὰ ὁμοιόπυρα ἢ ὁμοιόκριθα : τὰ | ||
παλαιοί , βωλῖται , ἀμανῖται , τῆλις , φακή , τίφαι : βρόμος ὅ τε ἀπὸ τούτων ἄρτος οὐκ εὔχυμος |
καὶ φάττηϲ καὶ τρυγόνοϲ εὔκρατόν πωϲ ὑπάρχον τὰ ἐν τοῖϲ ὀφθαλμοῖϲ ὑποϲφάγματα ἰᾶται θερμὸν ἐνϲταζόμενον καὶ τῇ παχείᾳ μήνιγγι ἐγχεόμενον | ||
βλέπειν μὴ δυνάμενοι : τά τε γεγραμμένα ἀναγινώϲκοντεϲ ϲυνεγγίζουϲι τοῖϲ ὀφθαλμοῖϲ . καὶ οἱ μὲν ϲκορδόφθαλμοί εἰϲιν , οἱ δὲ |
] ἀπέθνησκον : οἱ γὰρ θανόντες ξηροί εἰσιν . κατετήκοντο ξηραινόμενοι πρίν ] ἕως οὗ κράσεις ] ἑνώσεις , μίξεις | ||
τῆς κενώσεως βλάπτονται ὡς ψυχόμενοι , οἱ δὲ ἰσχνοὶ ὡς ξηραινόμενοι . οὔτε γὰρ οἱ παῖδες οὔτε οἱ γέροντες ἀλύπως |
κυάμων τρέφουσι μᾶλλον , φάσιλοι καὶ ὦχροι τήλεως πλέον . δόλιχοι , οὓς λοβοὺς καὶ φασιόλους καλοῦσι , τρέφουσι πισσῶν | ||
μὲν ἧσσον , διαχωρέουσι δὲ μᾶλλον . Ὠχροὶ δὲ καὶ δόλιχοι διαχωρητικώτεροι τουτέων , ἧσσον δὲ φυσώδεες , τρόφιμοι δέ |
, οὕτω δὴ τὰ δεόμενα καθάρσεως ἐπεχόμενα βαρύνει τε καὶ ἐμφράττει καὶ θορυβεῖ τὸν νοῦν . καὶ ἄλλ ' ἐπ | ||
τοὺς νεφροὺς πρὸς λίθων γένεσιν ἐπιτηδείους . οἶνος ὁ γλυκὺς ἐμφράττει καὶ τοὺς ὄγκους τῶν σπλάγχνων αὐξάνει . Πάντα ὅσα |
λάβοι . ὑγιάζειν δὲ δύναται , φηϲίν , τὰϲ ἐν κύϲτει ἑλκώ - ϲειϲ καὶ τὸ κῦφι καὶ αἱ κυφοειδεῖϲ | ||
γίγνονται θρόμβοι ὡϲ ἔξω χυθέν : ἐπάγη κοτὲ καὶ ἐν κύϲτει , εὖτε ἰϲχουρίη γίγνεται δεινή . ἐπὶ δὲ τῇ |
λοιμώδουϲ γίγνεται πυρετοῦ , ὡϲ ὅταν γέ τιϲ ϲυμμέτροιϲ τε πόνοιϲ καὶ βίῳ ϲώφρονι καὶ κεκολαϲμένῳ χρῆται , τὸ πάμπαν | ||
τὸ προϲτυχὸν διαιτωμένοιϲ , ἀλλὰ μόνοιϲ τοῖϲ ἀκριβῶϲ βιοῦϲι καὶ πόνοιϲ καὶ ϲιτίοιϲ κατὰ τὸ ἁρμόττον χρωμένοιϲ : ἀρκεῖ δὲ |
, σπείροντες ἀντὶ τῆς | βαθυγείου πεδιάδος ὑφάλμους ἀρούρας ἢ λιθώδη καὶ ἀπόκροτα χωρία , ἃ πρὸς τῷ μηδὲν πεφυκέναι | ||
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΑΝΔΑΡΑΧΗΣ . Λαβὼν σανδαράχην τὴν μὴ σιδηροῦσαν , μηδὲ λιθώδη , ἀλλὰ τὴν κιρρὰν καὶ αἱματώδη , λειώσας , |
καὶ τῇ διὰ κάχρυοϲ καὶ ἀδάρκηϲ καὶ τὸ ὅλον τῆϲ δριμυτέραϲ δυνάμεωϲ . προποτίζειν δὲ κοινῶϲ ἅπανταϲ τοὺϲ ἐξ οἱουδήποτε | ||
γεύϲεωϲ καὶ μάλιϲτα τῆϲ ἁφῆϲ . παραιτεῖϲθαι δὲ καὶ τὰϲ δριμυτέραϲ βρώϲειϲ , οἷον κρομύων ϲκόρδων καὶ τῶν ὁμοίων καὶ |
δ ' ὑπάρχουσι τῶν ἀφύσων τε καὶ φυσωδῶν φάσιλοι , λάθυροι , ὦχροι , ἄρακοι . Ἐρέβινθοι , θέρμοι , | ||
ἐστι τῶν ὀλιγοτρόφων τε καὶ πολυτρόφων φάσιλοι , ὦχροι , λάθυροι , ἄρακοι . καὶ σῦκα οὐχ ὁμοίως ταῖς ἄλλαις |
δὲ μείους , καὶ αἱ μέν ὑπόλευκοι , αἱ δὲ ὑπέρυθροι . ἔσθ ' ὅτε δὲ καὶ πρὶν ἢ φθάσαι | ||
πυρωπὸν δὲ πυροειδές : καὶ οἱ ὀφθαλμοὶ γὰρ τοῦ θυμουμένου ὑπέρυθροι , ὅπερ γίνεται διὰ λεπτοῦ αἵματος ἀνάδοσιν : ἐν |
διαφύϲειϲ ἔχον ξηρὰϲ ἢ ἀφρῶδεϲ ἢ βρομῶδεϲ ἢ δυϲῶδεϲ ἢ ταχέωϲ ἀποξυνόμενον ἢ γευομένῳ πικρότητοϲ ἢ ἅλμηϲ ἤ τινοϲ ἑτέραϲ | ||
, ἢ δι ' ἑτέρηϲ διαπνοῆϲ . καὶ τάδε χρὴ ταχέωϲ δρῆν . ἢν γὰρ τὸ αἷμα ἐπὶ πολλὸν χρόνον |
. τῶν δ ' ὀστρακοδέρμων τὰ μαλακόσαρκα , οἷα τὰ ὄστρεα , ὀλιγότροφα . ἄρτοι κρίθινοι , ὅπως ἂν σκευασθῶσιν | ||
ὁ Ἱκέσιος τῶν προειρημένων εὐεκκρίτους μᾶλλον εἶναι , τὰ δὲ ὄστρεα ἀτροφώτερα τε τούτων καὶ πλήσμια , εὐεκκριτώτερα τε τούτων |
καὶ οὕτως πιέζειν τὸν βραχίονα . εἶτα , ἵνα μὴ κυρταὶ οὖσαι αἱ πλευραὶ διαστροφήν τινα ἐργάσονται , δεῖ σε | ||
ὠρχοῦντο δ ' ὥσπερ καρῖδες ἀνθράκων ἔπι πηδῶσι κυρταί . κυρταὶ δ ' ὁμοῦ καρῖδες ἐν ξηρῷ πέδῳ Λιβυκόν τε |
τῆς μάχης τοιοῦτός ἐστιν . οἱ μὲν ἄνθρωποι δόρατα ἰσχυρὰ ἀφιᾶσι στοχαζόμενοι αὐτῶν , οἱ δὲ ἐλέφαντες τὸν παραπεσόντα ἁρπάζουσι | ||
ἀφιᾶσιν , οὕτω καὶ αἱ ψυχαὶ ἀποροῦσαι διὰ τῆς ζητήσεως ἀφιᾶσι τὸ τῆς ἀληθείας φῶς . ἐπειδὴ οὖν ὁ Ἀριστοτέλης |
λαπάθου ἢ ἀμπέλου ἢ τεύτλου ἢ θριδακίνηϲ : ὁ δὲ ὀξυγαλάκτινοϲ τυρὸϲ καὶ τὰ μείζονα τραύματα , ἀχράδεϲ δὲ καὶ | ||
αὐτῷ φύλλων ἀμπέλου ἢ θριδακίνηϲ ἢ τεύτλου . ὁ δὲ ὀξυγαλάκτινοϲ τυρὸϲ καὶ τὰ μεγάλα τραύματα κολλᾷ τῷ μετέχειν καὶ |
ἥ ] ἥτις οἶδμα ] τὸ κῦμα , τὴν θάλασσαν χολῇ δὲ τῷ μέλανι χολῇ ] ὁ ἐξ αὐτῆς τῆς | ||
μ ' οἶδεν , ὦ Γνήσιππ ' , ἐγὼ πολλῇ χολῇ . οἴομαι γὰρ μηδὲν οὕτως μῶρον εἶναι καὶ κενόν |
τελείων ὄρχειϲ πλὴν τῶν ἐν τοῖϲ ἀλεκτρυόϲιν : ἐγκέφαλοϲ νωτιαῖοϲ ϲπλὴν ὠὰ τηγανιϲτὰ τυροὶ ἁπαλοὶ βωλῖται ἀμανῖται τῆλιϲ φακὴ βρόμοϲ | ||
καὶ βραδυπόρα : τὸ δὲ τῶν χοίρων ἧπαρ ἄμεινον . ϲπλὴν δὲ κακόχυμόϲ τε καὶ μελαγχολικόϲ . ὁ δὲ πνεύμων |
ἀντιγράφοις εὗρον τοῦ Ἀντιφάνους Μίνωος διὰ τοῦ ο γεγραμμένον : τρώγοντες μολόχης ῥίζαν . καὶ Ἐπίχαρμος : . . . | ||
: καὶ τοῖς . ὠμηστῆρσι : οἱ τὰ ὠμὰ πράγματα τρώγοντες . εὐκρέες : γράφεται εὐκραεῖς . Ἐλατῆρι : ἐλαυνοτῆρι |
αἵματος ῥύσιες , καὶ κυνάγχαι , καὶ κόρυζαι , καὶ βράγχοι , καὶ βῆχες , καὶ λέπραι , καὶ λειχῆνες | ||
κεφαλαλγίαι ἐς τὸν χειμῶνα γίνονται , καὶ βῆχες , καὶ βράγχοι , καὶ κόρυζαι , ἐνίοισι δὲ καὶ φθίσιες . |
ἐλπίδα καὶ προϲέτι τοῦ ἔτουϲ ὁ καιρὸϲ ἥ τε παροῦϲα κατάϲταϲιϲ : εἰ γὰρ μειράκιον εἴη τὸ νοϲοῦν ἢ ἄλλωϲ | ||
ξύνηθεϲ τῆϲ νούϲου φανταϲίη γλυκάζοντοϲ γίγνεται . ἡ ωὐτὴ δὲ κατάϲταϲιϲ καὶ ἐν γλυκέϲι καὶ ἐν πικροῖϲι γεύμαϲι . ἀπατηλῶν |
, κατὰ μέρος δὲ τὰ μὲν προηγούμενα αὐτοῦ καυσώδη καὶ φθαρτικά , τὰ δὲ μέσα εὔκρατα , τὰ δὲ ἑπόμενα | ||
καταφορὰν ὑδάτων καὶ συνεχεῖς ὄμβρους : τὰ δεξιὰ εὐτελῆ καὶ φθαρτικά . νοτόθεν συνανατέλλει Λαγωὸς καὶ τοῦ Κυνὸς τὰ ἐμπρόσθια |
εἰϲί : γογγυλὶϲ ἡ ὠμοτέρα . γάλα ῥᾳδίωϲ ἐν τῇ γαϲτρὶ πνευματοῦται : βολβοὶ ὠμότεροι , μέλι τὸ μὴ τελέωϲ | ||
ῥᾳδίωϲ ἀμετρότερον χρηϲαμένων . αἱ μέντοι διὰ νόϲον ἐν τῇ γαϲτρὶ δυϲκραϲίαι ταύτῃ διαφέρουϲι τῶν ἐμφύτων , ᾗ τῶν ἐναντίων |
καταπλάττοντες ἀλεύροις , οὐκ εἰδότες , ὅτι μᾶλλον ἐπικαίουσι καὶ ξηραίνουσι τὴν ἐπιφάνειαν ἤπερ διαφοροῦσί τι τοῦ ὑποκειμένου χυμοῦ . | ||
ἐκπεσεῖν ἐξ αὐτῶν τὸ ὕδωρ . ξηρανθεῖσαι γὰρ τοῦ θέρους ξηραίνουσι καὶ τὸν ποταμόν : ταπεινωθεὶς δὲ τὰς ἐποχετείας οὐ |
καὶ τοῦτο γίνεται πλεονάκιϲ . ὠφελιμώτατοϲ δέ ἐϲτι τοῖϲ ϲυνεχῶϲ ἐμοῦϲι καὶ τοῖϲ ἀπεπτοῦϲι καὶ κοιλιακαῖϲ διαθέϲεϲι καὶ τοῖϲ λοιποῖϲ | ||
δὲ καὶ μιϲοῦϲιν ἰχθὺν ἅπαντα . ἱδροῦϲι δὲ δυϲώδη καὶ ἐμοῦϲι χολώδη αἵματι μεμιγμένα . δοτέον αὐτοῖϲ γάλα ὄνειον ἢ |
τροφῆς ἀποσχόμενος μίλτον ὕδατι ἁλμυρῷ μίξας ἔπιεν . ἐπεὶ δὲ διεχώρησεν , οἱ λῃσταὶ νομίσαντες αἵματος ῥύσιν αὐτῷ γεγονέναι τῶν | ||
ἡ γαστήρ . Τούτῳ ἐδόθη τῇ ὑστεραίῃ κατωτερικὸν , καὶ διεχώρησεν ὀλίγον ὕφαιμον , καὶ ἔθανεν . Ἐδόκεε τούτου τὰ |
τὸ κάστανον . Καστανέα ὄρος Θεσσαλίας , ἐξ οὗ τὰ κάστανα . τῶν δὲ καστάνων τὸ μὲν Σαρδιανόν , τὸ | ||
καλοῦσι , τρέφουσι πισσῶν οὐκ ἔλαττον . θέρμοι τρόφιμοι , κάστανα , φακή , οἱ γλυκεῖς φοίνικες , σταφίδες αἱ |
ἐπὶ τῷ καταβάντι στρατεύματι προεῖπεν Ἀγησιλάῳ πόλεμον , εἰ μὴ ἀπίοι ἐκ τῆς Ἀσίας , οἱ μὲν ἄλλοι σύμμαχοι καὶ | ||
ἄδην εἶχεν , ὁ μὲν ᾔτει τὸν ἵππον , ὡς ἀπίοι ἐπὶ τὸ βασιλέως στράτευμα : οἱ δὲ γυναῖκας εὐπρεπεῖς |
ὅλου τοῦ νοϲήματοϲ ἀπαλλαγὴν ἀλώπεκαϲ ὅλαϲ ἑψοῦντεϲ ἐν ἐλαίῳ τοὺϲ ἀρθριτικοὺϲ θεραπεύουϲιν , οἱ μὲν ζώϲαϲ ἐμβάλλοντεϲ μεγίϲτῳ λέβητι , | ||
ἔλαιον , εἶτα πυέλουϲ αὐτοῦ πληροῦντεϲ ἐμβιβάζουϲιν εἰϲ αὐτὰϲ τοὺϲ ἀρθριτικοὺϲ ἐνδιατρίβειν χρόνῳ τινὶ ϲυχνῷ κελεύοντεϲ : ἐκ τούτου δὲ |
. ἐγκέφαλος , νωτιαῖος , καλλῶσον , σπλήν , ὠὰ τηγανιστά , τυροὶ ἁπαλοί , βωλῖται , ἀμανῖται , τῆλις | ||
, γλαῦκοι , ζύγαιναι , γόγγροι , ὠὰ ἑφθά , τηγανιστά , τυροὶ ἑφθοί , ἄλφιτα , τίφαι , βρόμος |
τὰ αἱμορραγικὰ πειρᾶσθαι θεραπεύειν . Ὅσα δ ' ἐν κύστει φύματα πεπανθῆναι χρῄζει , τὸ μὲν κράτιστόν ἐστιν ἔτι ἀρχομένων | ||
ἐξ αὐτέων ἀπαλλάσσουσι . Τοῖσι δὲ ἀνδράσι τὰ μὲν τοιαῦτα φύματα οὐ κάρτα ἐπιγίνεται : τὰ δὲ κηρία δεινὰ , |
ϲτύψεωϲ . Εὐφόρβιον καυϲτικῆϲ ἐϲτι δυνάμεωϲ καὶ λεπτομεροῦϲ ὁμοίωϲ τοῖϲ ἄλλοιϲ ὀποῖϲ . Ἐφήμερον , οὐ τὸ δηλητήριον , ἀλλ | ||
καὶ πρῶτα ληφθέντα διεξέρχεται τάχιϲτα κατ ' ἔντερον καὶ τοῖϲ ἄλλοιϲ ϲιτίοιϲ ὑφηγεῖται . μετὰ δὲ τὴν τροφὴν ληφθέντα ἢ |
αἵματος : καὶ ἢν μὲν χολώδης ᾖ , ἐπὶ τῇ ψάμμῳ ξηραινόμενον τὸ αἷμα χλωρὸν γίνεται : ἢν δὲ φλεγματώδης | ||
ξηρανθῆναι : καὶ ἢν μὲν χολώδης ᾖ , ἐπὶ τῇ ψάμμῳ ξηραινόμενον τὸ αἷμα χλωρὸν γίνεται : ἢν δὲ φλεγματώδης |
καυστικοὶ , ἀκρίτως δὲ περιψύχοντες , διὰ ταχέων περικαέες , νωθροὶ , κωματώδεες , σπασμώδεες , ὀλέθριοι . Οἱ κωματώδεες | ||
κατὰ , κατὰ τὰς ὁδοὺς , κατὰ τὰς πορείας . νωθροὶ δὲ κέλευθα : βραδέως εἰλοῦνται ἐν τῇ πορείᾳ , |
πετραῖοι , λαχάνων πράϲα ἀϲπάραγοϲ πετροϲέλινα χαμαιδάφναι , οἶνοϲ ὁ ὑδατώδηϲ λεγόμενοϲ λεπτὸϲ καὶ λευκὸϲ ὑποϲτύφων καὶ ἡ λοιπὴ ἐπιμέλεια | ||
ἂν δὲ ὑγραίνηται μόνον , ἂν μὲν παχυμερήϲ τε καὶ ὑδατώδηϲ ἡ ὑγρότηϲ εἴη , αὐϲτηρὸν ἀποτελεϲθήϲεται : τὸ γὰρ |
τῆϲ χρήϲεωϲ , κέγχροϲ ἔλυμον ὕδνα κολοκύνθη ἑφθὴ πέπονεϲ μηλοπέπονεϲ ϲίκυοι κοκκύμηλα ϲυκόμορα αἱ αὐϲτηραὶ καὶ ὀξεῖαι ϲταφυλαί , αἱ | ||
καὶ ϲτρόβιλοι καλούμενοι ϲῦκα τὰ μὴ καλῶϲ πέπειρα κιτρίου ϲὰρξ ϲίκυοι καὶ μάλιϲτα πλεοναϲθέντεϲ κατὰ τὴν ἐδωδήν , μῆλα τὰ |
τεθνήξεται μὲν ὁ τοιοῦτοϲ ἄρρωϲτοϲ , ἀλλ ' εἰ μὲν ὀξέωϲ κινοῖτο κατὰ τὴν ἕκτην , εἰ δὲ βραδέωϲ κατὰ | ||
. Περὶ κωλικῶν . Κωλικοὶ δὴ κτείνονται εἰλεῷ καὶ ϲτρόφῳ ὀξέωϲ . πάνυ μὲν ὦν αἴτια μυρία ἴϲχει τῆϲ διαθέϲιοϲ |
τροφαῖϲ ὑγραῖϲ τε καὶ θερμαῖϲ οἴνου τε πόϲει τῶν θερμοτέρων ὕπνοιϲ τε πλείοϲι , προνοουμένων ἡμῶν , ὅπωϲ τὰ καθ | ||
, δάκρυον ἀκούϲιον , τὰ λευκὰ τῶν ὀφθαλμῶν ἐν τοῖϲ ὕπνοιϲ ὑποφαινόμενα μὴ ἔχουϲιν ἔθοϲ οὕτω καθεύδειν , καὶ τὸ |
δὲ θεωρήσαντος σκεπασμὸς τῶν κακῶν ἔσται καὶ στομάχου πόνος καὶ ὀφθαλμίαι καὶ ἐντέρων κακώσεις καὶ θάνατος οἰκείων καὶ ἀκαταστασία καὶ | ||
νοσώδεα ζῇν ἐόντα : τοῖσι δὲ ἄλλοισι βροτοῖσι δυσεντερίαι καὶ ὀφθαλμίαι ξηραὶ γίνονται , τοῖσι δὲ πρεσβυτέροισι κατάῤῥοοι ξυντόμως ἀπολλύντες |
: ὡς οὖσα θῆλυς εἰκότως οὖθαρ φορῶ : Στράττις οὖν ὑπογάστρια θύννου φησὶ καὶ Θεόπομπος : ἰχθύων ὑπογάστρια . ἀλλαχοῦ | ||
ἐν δὲ Τορωναίων ἄστει τοῦ καρχαρία χρὴ τοῦ κυνὸς ὀψωνεῖν ὑπογάστρια κοῖλα κάτωθεν , εἶτα κυμίνῳ ταῦτα πάσας ἁλὶ μὴ |
ῥῖναι , δράκοντες , κόκκυγες , γαλεώνυμοι , σκορπίοι , τράχουροι , τρίγλαι , ὀρφοί , γλαῦκοι , ζύγαιναι , | ||
ῥῖναι , δράκοντες , κόκκυγες , γαλεώνυμοι , σκορπίοι , τράχουροι , τρίγλαι , ὀρφοί , γλαῦκοι , ζύγαιναι , |
παύειν φαϲὶ τὰϲ ἐντάϲειϲ τοῦ αἰδοίου . Τελλίναι . Τελλίνων ταριχηρῶν καυθέντων ἡ τέφρα μετὰ κεδρίαϲ προϲαγομένη κωλύει τὰϲ ἐν | ||
, καρκίνων ἡ τέφρα , γάρος ἱκανῶς , ἅλμη τῶν ταριχηρῶν ἰχθύων . Ἀκαλήφης ὁ καρπὸς καὶ τὰ φύλλα , |
δὲ ἀπὸ νοϲερῶν νοϲεροί : ὅθεν ἐκ τῶν προειρημένων περὶ ἀέροϲ καὶ περὶ τούτων δεῖ τεκμαίρεϲθαι . ϲυντόμωϲ δὲ εἰπεῖν | ||
τὸ δὲ αἴτιον πλήρωϲίν φηϲι τῶν μυῶν πνεύματόϲ τε καὶ ἀέροϲ παχέοϲ καὶ νεφώδουϲ , ὅθεν καὶ τὰϲ ξηρὰϲ μᾶλλον |
πρῶτον καὶ ἀναγαργαρίϲμαϲι πραΰνειν τὸν αὐχμὸν τοῦ ϲτόματοϲ . εἶτα ἀρχομένηϲ τῆϲ παρακμῆϲ διδόναι τὸ ποτόν , ἐν δὲ τῇ | ||
, ὥϲτε , ἐπειδὰν τελειωθῇ , κωλύειν τὸ ὁρᾶν . ἀρχομένηϲ δὲ τῆϲ ὑποχύϲεωϲ τοιαῦτα παρέπεται τοῖϲ πάϲχουϲιν : οἷον |
δὲ Ἀλαζώνων οἰκέουσι Σκύθαι ἀροτῆρες , οἳ οὐκ ἐπὶ σιτήσι σπείρουσι [ τὸν ] σῖτον ἀλλ ' ἐπὶ πρήσι . | ||
νοῦν οἴσει : Παθὼν δέ τε νήπιος ἔγνω . Ἄλλοι σπείρουσι , ἄλλοι δὲ ἀμήσονται . Ἄρκτου παρούσης ἴχνη ζητεῖς |
ξύϲομεν . μετὰ δὲ τοῦτο μολίβου ϲωλῆνα περιβαλοῦμεν τῇ βαλάνῳ πάϲῃ κατειλήϲαντεϲ αὐτὴν ἐξηραϲμένῃ παπύρῳ . ἐχέτω δὲ πάντη ἴϲον | ||
ϲφυγμοὶ ἀμαυροί , ἀϲθενέεϲ , πυκνοί : πυκνότατοι δὲ ἐπὶ πάϲῃ καὶ ϲμικρῇ πρήξει . ἆϲθμα δὲ ἐπὶ τοῖϲδε ἡ |
ἱδρὼς τῶν Ἀργοναυτῶν ἐν ταῖς ψάμμοις μέχρι νῦν δίκην ἐλαίου στίλβει μήτε ὑπὸ τοῦ τῆς θαλάσσης κλύδωνος μήτε ὑπὸ ὄμβρων | ||
. . ἀντὶ τοῦ ἀνθηρὸς , παρὰ τὸ λίπος : στίλβει γὰρ τὸ ἔλαιον : ἢ ἀντὶ τοῦ ἀληλιμμένος . |
φακός , σήσαμον , κάστανα , μῆλα , ἄπιοι πρὶν πεπανθῆναι , σῦκα τὰ μήπω πέπειρα , σταφυλαὶ ὀξεῖαι καὶ | ||
, πότε χρὴ τρυγᾶν τὰς σταφυλάς . διό τινες πρὶν πεπανθῆναι αὐτὰς τρυγῶντες , λεπτὸν καὶ ἀσθενῆ καὶ οὐ μόνιμον |
ἢ πτερῶν ἐμείτωϲαν . Δοτέον ἐλλέβορον τοῖϲ χρονίωϲ καὶ ἰϲχυρῶϲ νοϲοῦϲι καὶ τὴν ἐκ τῶν ἄλλων βοηθημάτων ἀφῃρημένοιϲ ἐλπίδα τῷ | ||
μετέχει ποιότητοϲ . ἡ δὲ θεραπεία παραπληϲίωϲ τοῖϲ τὸν ἀμφημερινὸν νοϲοῦϲι πυρετὸν γιγνέϲθω , τοῦ τμητικωτέρου τρόπου μᾶλλον προϲλαβοῦϲα . |
καὶ ἀποστημάτων . πληρουμένων γὰρ τῶν φλεβῶν καὶ τῶν πυρετῶν ἐκρηγνυμένων ἄνεσις . ἔστιν δὲ καὶ δίχα τοῦ ῥητοῦ μαθεῖν | ||
εἰϲιν ἀπὸ ταὐτομάτου ἐξανθοῦντα , φλυκταινοειδῆ , ὑπέρυθρα , ὧν ἐκρηγνυμένων ἰχὼρ ὕφαιμοϲ ἀπορρεῖ . ταῦτα τῆϲ μὲν ἡμέραϲ οὐ |
πολλοὶ καὶ ψύξειϲ ἀκραίων καὶ διάρροιαι χολώδειϲ , λεπταί , φυϲώδειϲ , καὶ οὖρα ὑδατώδη , λεπτά , χολώδη , | ||
τοῦ μηδόλωϲ βλάπτειν ὁμοίωϲ ταῖϲ ἰϲχάϲιν : οἱ χλωροὶ φοίνικεϲ φυϲώδειϲ εἰϲί : γογγυλὶϲ ἡ ὠμοτέρα . γάλα ῥᾳδίωϲ ἐν |
λευκὰ καί πως ἀνυπόστατα φαίνεται : ἐγχρονιζόντων δὲ ταῖς ἀπεψίαις ἀνώμαλα ταῖς συστάσεσι καὶ τοῖς παρυφισταμένοις , ὥσπερ καὶ ἀσιτησάντων | ||
καὶ μαλάσσει τὰ ἐσκληρυμμένα καὶ χεῖ τὰ συνεστῶτα καὶ τὰ ἀνώμαλα εἰς ὁμαλότητα καθιστᾷ ἔτι τε τοὺς κλόνους καὶ τὰς |
τίφης καὶ τῶν ἄλλων τῶν μοχθηρῶν σπερμάτων οἵ τε ἁπαλοὶ τυροὶ καὶ φακὸς καὶ βῖκος καὶ τῶν οἴνων οἱ παχεῖς | ||
πλήϲμιον : ἔριφοϲ δὲ οὐ πάντῃ κακόϲ , γάλα καὶ τυροὶ κεφαλαλγέεϲ . ἰχθύων οἱ πετραῖοι ἠδὲ ὁκόϲοι κατὰ χώρην |
καὶ μάλιϲθ ' ὅϲοιϲ τῶν γερόντων ὑποψία τίϲ ἐϲτιν ἐν νεφροῖϲ λίθων γενέϲεωϲ ἢ καὶ ποδάγρα τιϲ ἢ ἀρθρῖτιϲ ἐνοχλεῖ | ||
: εἰϲὶ δὲ καὶ λεπτομερεῖϲ , ὥϲτε καὶ τοὺϲ ἐν νεφροῖϲ λίθουϲ θρύπτειν καὶ πυρίαιϲ ὑϲτερῶν ἁρμόττειν . Ἄρτοϲ καταπλαϲϲόμενοϲ |
καὶ οὕτως σπῶνται . Σπασμὸν δὲ ἐνταῦθα οὐ τὸν ἐπὶ ξηρότητι λέγει γίνεσθαι ἐπὶ τῶν παίδων , ὅστις καὶ ἀνίατός | ||
μᾶλλον ἡ τοῦ ἀβροτόνου καὶ διὰ τὸ μέγεθος καὶ τῇ ξηρότητι . Τοῦ δὲ ἑρπύλλου ἴδιος ἡ αὔξησις ἡ τῶν |
ἐγκεφάλουϲ ὑείουϲ ὀπτηθένταϲ ἀκριβῶϲ ἢ καλῶϲ ἡψημένουϲ : οἱ γὰρ ὠμότεροι ἐϲχάτωϲ βλάπτουϲι . καὶ ὅλωϲ ἅπαντα πρακτέον ὑπὲρ τοῦ | ||
, κίτριον , ὤκιμον , γογγυλὶς ἡ ὠμοτέρα , βολβοὶ ὠμότεροι , σταφυλῖνος , δαῦκος , κάρω καὶ πᾶσαι αἱ |
Ἑκάλῃ , . . ὁππότε λύχνου Δαιομένου πυρόεντες ἄδην ἐγένοντο μύκητες : σημαίνει δὲ καὶ τοὺς ἀμανίτας τοὺς περὶ τὰ | ||
οὖν δρῦς τοσαῦτα φέρει παρὰ τὸν καρπόν . οἱ γὰρ μύκητες ἀπὸ τῶν ῥιζῶν καὶ παρὰ τὰς ῥίζας φυόμενοι κοινοὶ |
ξηρότατα , ὑγρότατα , λειότατα , τραχύτατα , εἴκοντα , ἀντίτυπα , μαλακά , σκληρά . βαρὺ δὲ καὶ κοῦφον | ||
: πῶς δὲ τὰ μὴ θλίβοντα καὶ μὴ βιαζόμενα μηδὲ ἀντίτυπα μηδ ' ὅλως ὁρώμενα , ψυχὴ καὶ νοῦς , |
δραϲτικώτατόν ἐϲτι βοήθημα μόνοϲ ὁ πάτοϲ ἐπιτιθέμενοϲ . ἐὰν δὲ ξηρότεροϲ ᾖ , κυπρίνῳ δεῖ αὐτὸν ἀναμαλάττειν , μὴ παρόντοϲ | ||
ἀὴρ ϲυνεχῶϲ παρατρέπει τὰϲ κράϲειϲ , ἤτοι θερμότεροϲ ἀμέτρωϲ ἢ ξηρότεροϲ ἢ ψυχρότεροϲ ἢ ὑγρότεροϲ γιγνόμενοϲ : τοῖϲ μὲν γὰρ |
ὡς γὰρ ὄζος ἐν τοῖς ἄλλοις οὕτω καὶ ὀφθαλμὸς ἐν ἀμπέλῳ καὶ ἐν καλάμῳ γόνυ . . . ἐνίοις δὲ | ||
τῆς γῆς , ἵνα τὸ μέν τι αὐτοῦ συνημμένον τῇ ἀμπέλῳ , ὥσπερ ἀπὸ μαστοῦ ἕλκῃ τὴν τροφήν , τὸ |
σκορπίοι , τράχουροι , τρίγλαι , ὀρφοί , γλαῦκοι , ζύγαιναι , σάλπαι , γόγγροι , φάγροι , λάμιαι , | ||
τροφήν . Τὰ κητώδη , οἷον φάλαιναι καὶ φῶκαι καὶ ζύγαιναι καὶ δελφῖνεϲ καὶ οἱ μεγάλοι θύννοι , ϲκληρὰν καὶ |
δ ' ὁ σεμιδαλίτης , καὶ τρίτος ὁ συγκομιστός . ἑφθοὶ πυροί , σεμίδαλις , χόνδρος . κύαμοι σαρκοῦσι τὴν | ||
δὲ θήλεις μονοχρώματοί τέ εἰσι καὶ γλυκύτεροι . λαμβάνονται δὲ ἑφθοὶ καὶ τηγανιστοί : κρείττονες δ ' εἰσὶν οἱ μέχρι |
πινομένη δι ' οἴνου λευκοῦ καὶ λεπτοῦ τοὺϲ ἐν κύϲτει λίθουϲ θρύπτει ἱκανῶϲ . Λίθοϲ ἀετίτηϲ . Ἀετίτηϲ λίθοϲ ὁ | ||
πωϲ ἔχουϲιν . καὶ πάλιν εὐθεράπευτοι μὲν οἱ μείζοναϲ ἔχοντεϲ λίθουϲ , ὅτι τὰϲ φλεγμονὰϲ εἰθίϲθηϲαν , δυϲθεράπευτοι δὲ οἱ |
ἱππάκη : Σκυθικὸν βρῶμα ἐξ ἱππείου γάλακτος : οἱ δὲ ὀξύγαλα ἱππεῖον , ὧι χρῶνται Σκύθαι . πίνεται δὲ καὶ | ||
. γαϲτὴρ δὲ ἡ μὲν ψυχρὰ οὐ πέπτει καλῶϲ τὸ ὀξύγαλα , τῇ δὲ ϲυμμέτρωϲ ἐχούϲῃ δύϲπεπτον μέν , οὐ |
. ὁ δὲ πέπων ὅλωϲ μὲν κακόχυμόϲ τέ ἐϲτι καὶ ψυχρὸϲ καὶ ὑγρὸϲ καὶ ἐμετικόϲ , μὴ πεφθεὶϲ δὲ καὶ | ||
γὰρ διαϲτολῇ οἷον ἐξαπλώϲει τινὶ καὶ ἀναπετείᾳ τῆϲ ἀρτηρίαϲ οὔϲῃ ψυχρὸϲ ἀὴρ εἰϲέρχεται ῥιπίζων τε καὶ ἀναζωπυρῶν τὸν ζωτικὸν τόνον |
βάτοι , λειόβατοι , ῥῖναι , δράκοντες , κόκκυγες , γαλεώνυμοι , σκορπίοι , τράχουροι , τρίγλαι , ὀρφοί , | ||
καὶ ὅσα τοιαῦτα οὐκ εὔχυμα . δράκοντες , κόκκυγες , γαλεώνυμοι , σκορπίοι τε καὶ τράχουροι , τρίγλαι , ὀρφοί |
ὑπομένουϲι μανίαν , ὃ καλεῖται λύϲϲα . μάλιϲτα δὲ τοῦτο πάϲχουϲι κατὰ τὰϲ χώραϲ ἐκείναϲ , ἐν αἷϲ μέγιϲται καὶ | ||
ἐντέρων : ὀλιϲθηρὰ γάρ . γέροντεϲ δὲ οὐ μάλα μὲν πάϲχουϲι , περιγίγνονται δὲ ἥκιϲτα . ὥρη θέρεοϲ τίκτει μᾶλλον |
πολλὰς καὶ αἱμοῤῥοΐδας ἐν τῇ ἕδρῃ . Πλευρίτιδες δὲ καὶ περιπλευμονίαι καὶ καῦσοι καὶ ὁκόσα ὀξέα νουσήματα νομίζονται , οὐκ | ||
δὲ ὑπὲρ τὴν ἡλικίην ταύτην , ἄσθματα , πλευρίτιδες , περιπλευμονίαι , λήθαργοι , φρενίτιδες , καῦσοι , διάῤῥοιαι χρόνιαι |
ὀρφέες ἠδὲ γαρίσκοι , κάραβος ὀκριόεις καὶ εὐόνυχες κήρυκες καὶ λεπάδες χῆμαί τε καὶ ὀξυέθειρες ἐχῖνοι πουλύποδές τε πολυπλόκαμοι κόχλοι | ||
. Τὰ δὲ κογχύλια , οἷον πίνναι , πορφύραι , λεπάδες , κήρυκες , ὄστρεα , αὐτὴ μὲν ἡ σὰρξ |
πάθοϲ περὶ τὴν κεφαλὴν ἐπὶ πλεῖον ϲυνίϲταϲθαι , προϲημαίνειν εἴωθεν ϲκοτόδινοϲ καὶ ἀλγηδὼν κεφαλῆϲ καὶ βάροϲ ἐν ταῖϲ ὀφρύϲιν , | ||
ἔργων πρήξιοϲ , ἔκλυϲιϲ , ἀτονίη , γουνάτων ἀκραϲίη , ϲκοτόδινοϲ , καὶ τὰ γυῖα λύονται : κεφαλῆϲ πόνοϲ , |
μάλιϲτα δὲ τοῖϲ μεγίϲτοιϲ , κατά τε τὰϲ μαϲχάλαϲ καὶ βουβῶναϲ καὶ τοῖϲ παραπληϲίοιϲ αἷμα θερμότερον ὁμοτίμωϲ πλεονάϲαν ϲαπῇ , | ||
ἀδένεϲ εἰϲὶν ἐϲκιρρωμένοι κατά τε τὸν τράχηλον καὶ μαϲχάλαϲ καὶ βουβῶναϲ μάλιϲτα ϲυνιϲτάμεναι . κοινῶϲ μὲν οὖν τῇ τῶν ϲκίρρων |
, ἐνίοτε δὲ καὶ ἐλαιῶδεϲ , τότε πιμελώδηϲ ϲὰρξ καὶ νεοπαγὴϲ ὑπὸ πυρετοῦ διακαοῦϲ ἀναλύεται καὶ τήκεται : χρονίζοντοϲ δὲ | ||
τὸ ἀπότριμμα μολύβδαινα μετρίωϲ μόλυβδοϲ ψιμύθιον ϲάνδυξ τυρὸϲ μαλακὸϲ καὶ νεοπαγὴϲ ψύχει μετρίωϲ . Ὅϲα ψύχει τῆϲ πρώτηϲ τάξεωϲ . |
, τῆς προσηγορίας ταύτης τυχόν , ἐπειδὴ σύκων πολλῶν ξηρῶν ἐδωδῇ τοῦ μέλλοντος σφάττεσθαι ζῴου τοιοῦτο παρασκευάζουσιν αὐτό . καὶ | ||
δὲ μνηστῆρσι φύτευεν . αὐτὰρ ἐπεὶ δείπνησε καὶ ἤραρε θυμὸν ἐδωδῇ , καί οἱ πλησάμενος δῶκε σκύφος , ᾧ περ |
ἦν παραδέξασθαι . νῦν δ ' ὅτι μὲν οὐκ ὀλίγον θέρμῃ προφέρει τἀκεῖ τῶν παρ ' ἡμῖν τοῦ χειμῶνος οὐδεὶς | ||
γνῶναι δεῖ , ὅτι τοῦτο ἢ τέγξει ἢ ψύξει ἢ θέρμῃ , ἄλλῳ δὲ οὐδενὶ ὠφελέει ἢ βλάπτει ποτόν . |
ὑπ ' ἰωγῇ . † ) τῇ σκέπῃ . ὑπὸ σκέπῃ . . . , . εὗρε δὲ Τηλέμαχον καὶ | ||
γίαις καὶ τροφῶν ἐνδείαις καὶ πόσεως πλεονασμοῖς , τῇ δὲ σκέπῃ θερμαίνων καὶ πόνοις καὶ σιτίῳ πλείονι καὶ ποτῷ ἐλάσσονι |
τὴν κεφαλὴν καὶ μᾶλλον τὰ ὦτα , σκοτόδινοί τε καὶ θορυβώδεις καὶ κωματώδεις ὕπνοι , καὶ ἀλλόκοτα ἐνύπνια , μακρὸν | ||
καὶ εἴ ποτε μέλλοι ἐς ἄστυ ἀνιέναι , φασὶ τοὺς θορυβώδεις πάντας καὶ προυνίκους ὑποστέλλειν αὐτοῦ τῇ παρόδῳ . καί |
ψυχρολουϲίαϲ ἐκ τῶν ὑγιεινῶν Γαληνοῦ . Ψυχρὰ λουτρὰ τοῖϲ ἀμέμπτωϲ ὑγιαίνουϲιν ἁρμόδια : κρατύνει γὰρ ἅπαν τὸ ϲῶμα καὶ τὸ | ||
ἐμοίη . μγʹ . Περὶ ὑπακτικῶν γαϲτρὸϲ καὶ διουρητικῶν τοῖϲ ὑγιαίνουϲιν . μδʹ . Περὶ κλυϲμοῦ . μεʹ . Περὶ |
. Μνησίθεος δ ' ὁ Ἀθηναῖος ἐν τῷ περὶ ἐδεστῶν κάραβοι , φησί , καὶ καρκίνοι καὶ καρῖδες καὶ τὰ | ||
ὅμοια , ἀστακοί , πάγουροι , καρκῖνοι , καρίδες , κάραβοι καὶ ὅσα τοιαῦτα καὶ τὰ μαλάκια καλούμενα , πολύποδες |
χαῦνον καὶ λεπτομερὲς καὶ εὐδιοίκητον . ὅτι δ ' οἱ θερμοὶ καὶ πρόσφατοι τροφιμώτεροι τῶν ψυχρῶν εἰσι καὶ τῶν παλαιῶν | ||
οἱ ἄγαν παλαιοί , ὑγροὶ δ ' οἱ νέοι , θερμοὶ δ ' οἱ με - ταξύ : κατὰ δὲ |
τὴν διαίρεϲιν . γυμνωθέντοϲ δὲ τοῦ ὀϲτέου ϲφηνίϲκοιϲ ἢ μοτοῖϲ πλείοϲι χωρίϲομεν ἀπ ' ἀλλήλων τά τε πέρατα τῶν ἀγγείων | ||
. καὶ κατὰ τὸ ποϲὸν δὲ τῆϲ διαϲτολῆϲ ἡ ἐν πλείοϲι μορίοιϲ ἀνωμαλία ϲαφήϲ ἐϲτιν , ἐξ οὗ γένουϲ εἰϲὶν |
χρόνῳ ἀφαιρήσει πάντα ὁκόσα ξηρὰ καὶ θερμὰ καὶ μέλανα καὶ ἄκρητα , καὶ τοὺς ἄρτους , πλὴν εἴ τι σμικρὸν | ||
, κακόν : καὶ οἱ ἐπιῤῥιγώσαντες ἐκ τούτων , ἐμέσαντες ἄκρητα , χολώδεα , ἀσώδεες , τρομώδεες , ἐν πυρετῷ |
πολλὴ , ἢν πάνυ πουλὺ , θανάσιμον τὸ τοιοῦτον . Ὁκόσοι ὑπὲρ τὰ τεσσαράκοντα ἔτεα φρενιτικοὶ γίνονται , οὐ πάνυ | ||
τῶν οὔρων κάκιστα , τοῖσι δὲ παιδίοισι τὰ ὑδατώδεα . Ὁκόσοι δ ' ἂν οὖρα λεπτὰ καὶ ὠμὰ οὐρέωσι πουλὺν |
τὴν τῶν βελῶν φοράνοἰκείως . δὲ παρέδοσαν αὐτὸν Κῷοι τῇ Ἥβῃ συνοικοῦντα , ὡς ὁλοσχερέστερον αὖ τὸ σῶμα ἢ τὴν | ||
ποιητοῦ , ἐν ᾧ φησιν διενεγκεῖν τῶν † δεμυηθεντων τῇ Ἥβῃ ὑπὸ τῶν ἄλλων θεῶν τὸν ᾀσθέντα ὑπὸ τοῦ Ἀπόλλωνος |
καὶ κύαμοι φρυγέντεϲ καὶ τὰ καλούμενα δὲ μαλάκια τευθίδεϲ ϲηπίαι πολύποδεϲ οἱ κητώδειϲ τῶν ἰχθύων , ἐξ ὧν εἰϲιν οἱ | ||
μηρῷ , ὥϲπερ ζώνη καὶ τὰ κρέα αὐτοῦ ἐϲθιόμενα καὶ πολύποδεϲ θαλάττιοι καὶ ἐχῖνοι καὶ τῶν πτηνῶν οἱ ψᾶροι : |
φλεβὸϲ μήτε νεύρου διατείνοντοϲ εἰϲ αὐτήν . καὶ ποτὲ μὲν ξηρὸϲ ὁ κόλποϲ , ποτὲ δὲ καθυγραινόμενοϲ : τὸ δ | ||
ἄμυλον μετρίωϲ ῥόδινον μετρίωϲ πάτοϲ ἀπὸ παλαίϲτραϲ ϲόγχοϲ ὁ μὴ ξηρὸϲ τρίβολοι ἀμφότεροι φοίνικοϲ τῶν κλάδων ὁ χυλὸϲ Ϲαμία γῆ |
σημαίνει τὴν ἀνάδοσιν τοῦ Νείλου : πατεῖ γὰρ ἐν τῇ ἰλύι ἕως ὅπου μέλλει τὸ ὕδωρ ἀναβαίνειν . ὅτι ἀναβαίνει | ||
φησί : πάντα δὲ τὰ ὀστρακώδη γίνεται καὶ ἐν τῇ ἰλύι , ἐν μὲν τῇ βορβορώδει τὰ ὄστρεα , ἐν |
καὶ δεδιωγμένοι : ψῦξιϲ ἀκρέων : δίψοϲ καρτερόν : ϲτόματοϲ ξηρότηϲ : προϲώπου ἐρύθημα ξὺν ἀχροίῃ : ὑπέρυθροι δὲ τὸ | ||
ἀνατροπαί τε ϲτομάχου ϲπαραγμοὶ ἐμετώδειϲ ναυτίαι τε καὶ ἀνορεξίαι ϲτόματοϲ ξηρότηϲ καὶ πικρότηϲ ἐρυγαὶ ἀηδεῖϲ καὶ βρομώδειϲ καὶ πνεύματοϲ δυϲωδία |
καὶ ἐπὴν αὐανθῇ , ποιοῦσιν ἐξ αὐτοῦ ἄλευρα , καὶ πατέονται ταῦτα οὐ μάξαντες οὐδ ' ὕδατι δεύοντες , ἀλλὰ | ||
τῇ χώρῃ , τούς τε γενομένους οὔτε τρώγουσι οὔτε ἕψοντες πατέονται : οἱ δὲ δὴ ἱρέες οὐδὲ ὁρῶντες ἀνέχονται , |
δὲ τῷ χαλαζήεντα εἶδος ἀντὶ γένους παρέλαβεν : εἰσὶ γὰρ σκορπίοι χαλαζήεντες διὰ τὸ τοὺς δεδηγμένους ὑπ ' αὐτῶν ἱδροῦν | ||
ἀνθρώπου ῥαινόμενος ἀσθενὴς καὶ ναρκώδης ὁρᾶται . γίνονται δὲ οἱ σκορπίοι οὐ μόνον ἐξ ἀλλήλων , ἀλλὰ καὶ ἀπὸ σεσημμένων |
ὁμοίωϲ ταῖϲ ἰϲχάϲιν : οἱ χλωροὶ φοίνικεϲ φυϲώδειϲ εἰϲί : γογγυλὶϲ ἡ ὠμοτέρα . γάλα ῥᾳδίωϲ ἐν τῇ γαϲτρὶ πνευματοῦται | ||
γογγυλίδων εἰϲὶ καὶ τῆϲ καλουμένηϲ κάρου . ὤκιμον κακοχυμότατον , γογγυλὶϲ ἡ ὠμοτέρα , κράμβη βολβοὶ μὴ καλῶϲ ἑψηθέντεϲ , |
ἠρέμα ὑπομαλάϲϲειν . Ἐχῖνοϲ χερϲαῖοϲ . Ἐχίνου χερϲαίου ξηραινομένη ἡ ϲὰρξ καὶ πινομένη κατὰ βραχὺ βοηθεῖ τοῖϲ ἐλεφαντιῶϲι καὶ καχέκταιϲ | ||
ἡ τοῦ ταώ . ἡ δὲ τῶν χηνῶν καὶ ϲτρουθοκαμήλων ϲὰρξ περιττωματική τε καὶ δυϲπεπτοτέρα πάντων τῶν προειρημένων πλὴν τῶν |
ὅλῳ πέϲϲεται ὑπὸ τῆϲ φύϲιοϲ . ἡ γὰρ ἐν τῇ κοιλίῃ τοῦ θερμοῦ ἀτονίη καὶ ἐν τῷ ϲκήνεϊ ὁμοίη : | ||
ἐν τῇ κύστει ἐγγένηται χολῆς , τὸ μὲν ἐν τῇ κοιλίῃ ἐνίοτε μὲν διαταράσσεται κάτω , τὰ δὲ πολλὰ ἐμέεται |
τε πτύϲειϲ καὶ δυϲεντερίαϲ καὶ γαϲτρὸϲ ῥεύματα χρόνια χρήϲιμον εἶναι πεπίϲτευται , μάλιϲτα δὲ ἀφέψοντεϲ αὐτῷ χρῶνται . ϲφοδρότερον δὲ | ||
ἐξευρεθὲν ἑτεροῖον τοῦτο : ϲτύρακοϲ τερεβινθίνηϲ ϲανδαράκηϲ μαϲτίχηϲ ἴϲα : πεπίϲτευται τὰϲ ἀϲθματικὰϲ καὶ ἐμπυικὰϲ καὶ βηχώδειϲ καὶ πλευριτικὰϲ διαθέϲειϲ |