] Πρός . ἢ ταύτῃ καὶ οὕτως . αὕτη ἡ πημονή . διὰ τοῦτο . : ταῦτά τοι ] Ἡ
ἐν τύχῃ χειμάζομαι : διὰ φαρμακείας γεγενημένη . ἐπακτή γὰρ πημονή ἡ ἔξωθεν ἐπαγομένη γοητεία παρὰ τῶν ἐχθρῶν : μή
8519744 προσιζανει
προσκάθηται . ἡ πημονὴ καὶ ἡ δυστυχία ἄλλοτε πρὸς ἄλλον προσιζάνει πλανωμένη καὶ φερομένη , ἤγουν ἄστατός ἐστι καὶ οὐκ
διὰ τὴν πήρωσιν κατάγειν δάκρυα . ἀκαμπέσι καὶ ἀσυμπαθέσιν ὀφθαλμοῖς προσιζάνει καὶ προσκάθηται καὶ ἐφορᾷ ἡμᾶς καὶ οὐδαμῶς ὑφίεται τῶν
7008388 πλανωμενη
εἰς δὲ τὴν βαθεῖαν ταύτην χώραν , ὁμώνυμον αὐτῆς , πλανωμένη κατὰ τοὺς ἄνδρας ἢ ἀνθρώπους τούτους παραγίνεται , οὐ
. . μογοῦντι ] κακοπαθοῦντι . ταυτά ] ὅμοια . πλανωμένη ] προσερχομένη μετὰ πλάνης . . πρὸς ἄλλοτ '
6817008 ζωθαλμιος
ὁ δὲ νοῦς : [ ἄλλοτε δ ' ἄλλον ἡ ζωθάλμιος χάρις , ἡ τῆς νίκης , ] καταλαμβάνει δὲ
τοὺς νικηφόρους σύν τε κιθάρᾳ καὶ αὐλοῖς ποικίλως φθεγγομένοις . ζωθάλμιος ἀντὶ τοῦ ζῶσα καὶ θάλλουσα . ἔντεσιν αὐλῶν :
6595830 εἰπατ
' ἔρωμαι , τίνες ἐφεστᾶσιν δόμοις . ξέναι γυναῖκες , εἴπατ ' , ἐκ ποίας πάτρας Ἑλληνικοῖσι δώμασιν πελάζετε ;
Τυνδαρείας παιδὸς ἀνόσιον φόνον . καὶ νῦν ὅπου ' στὶν εἴπατ ' , ὦ νεάνιδες , Ἀγαμέμνονος παῖς , ὃς
6502573 ὡτερος
τάχ ' ὥτερος : Δωρικὴ ἡ συναλοιφή : ὁ ἅτερος ὥτερος . τὸ γὰρ ὁ ἕτερος διὰ τοῦ ου οὕτερος
ὡς παρὰ Ἡροδότῳ . τάχ ' ὥτερος : ἡμαρτημένως ἐξενήνοχεν ὥτερος ἄλλον : ἕτερος γὰρ ἐκ δυοῖν , ἄλλος ἐκ
6473666 βοησει
ἀμύνασθαι τὸν ἄρξαντα βλάβης . τυπτομένη δὲ σιωπᾷ , οὐδὲ βοήσει οὐδὲ στεναγμὸν ἀφήσει , ἀλλ ' ἐν τῷ βαθυτάτῳ
δεδιδαγμένος γελάσσαι , Παφίης χάριν κομίζων , σὺν ἐμοὶ κρότους βοήσει . Στρατιῆς , μάκαρ , κρατήσας , σοφὸν ἱππότην
6449113 δυστυχουντι
ἀποίσομαι ὡς φρονίμη καὶ συνετή : συνετῆς γὰρ τὸ καὶ δυστυχοῦντι τῷ πατρὶ αἱρεῖσθαι συνεῖναι , ὡσεὶ ἔλεγεν : ἐβουλόμην
οἱ δὲ πολλοὶ τὰ τῆς φρουρᾶς ὅπλα καταπεπληγμένοι συνήλγουν τῷ δυστυχοῦντι , καὶ τήν τε ἐκείνου συμφορὰν ἅμα καὶ τὴν
6444142 προσελεξατο
, ἠδὲ καὶ ἶσα [ ] ερον ἄλλο . [ προσελέξατο ] ? [ : ] εἶπε δὲ τοῖα :
, ἐπεὶ μέγα φαίνετο ἔργον . ὀψὲ δ ' ἀμειβόμενος προσελέξατο κερδαλέοισι : “ Αἰήτη , μάλα τοί με δίκῃ
6409014 εἰπεσκεν
δῶρα παρ ' Αἰόλοο μεγαλήτορος Ἱπποτάδαο . ὧδε δέ τις εἴπεσκεν ἰδὼν ἐς πλησίον ἄλλον : ὢ πόποι , ὡς
δ ' ἄρα πάντες ὑπερφιάλως ἀγάσαντο : ὧδε δέ τις εἴπεσκεν ἰδὼν ἐς πλησίον ἄλλον : “ ἦ τάχα Ἶρος
6408247 ἐποπτευει
χίμαιρα συνδούλη , πρὸς τοῦ σε Πανός , ὃς νάπας ἐποπτεύει , τῷ δεσπότῃ , χίμαιρα , μή με μηνύσῃς
αὐτοῦ χρόνῳ καὶ νόμῳ , δαίμων τ ' ἀνθρώπου , ἐποπτεύει μὲν αὕτη τὰ οἰκεῖα θεάματα καθαροῖς τοῖς ὀφθαλμοῖς ,
6401345 ὑφαινε
ποιῶν ἔσῃ λαμπρὸς ἢ ταῖς παρ ' ἡμῶν ἐπιστολαῖς . ὕφαινε τοίνυν λόγους ἀδελφοὺς ἐκείνῳ τῷ μεγάλοις ἐστεφανωμένῳ κρότοις .
ἴωσι , μιγνύμεναι στομάτεσσι βαρυφθόγγοις ἀλόχοισι , δὴ τότε μῆτιν ὕφαινε κλυτὴν τιθασοτρόφος ἀνήρ , ἄγχι δὲ θηλυτέρῃσιν ἐθήκατο δαίδαλα
6375287 Σεληναιῃ
μὲν ἰδ ' Ἠελίῳ μάρτυς πέλοι Ἄρης , Ζεὺς δὲ Σεληναίῃ τε καὶ Ἀφρογενεῖ , θεράποντος πατρὸς ὁ φὺς ἔσεται
ταῦτα : πλωέμεναι χατέουσιν ἀληθέα ταῦτά κεν εἴποις . εὖτε Σεληναίῃ μή τις κακὸς ἠέπερ ἐσθλός μαρτυρέοι καὶ δ '
6371725 κλυους
ψόγος λαμπρύνεται , οἱ δ ' αἴτιοι τῶνδ ' οὐ κλύους ' ἄνδρες κακῶς . εἰ δ ' ἐκ δόμων
; Πάρεστ ' Ὀρέστης ἡμίν , ἴσθι τοῦτ ' ἐμοῦ κλύους ' , ἐναργῶς , ὥσπερ εἰσορᾷς ἐμέ . Ἀλλ
6349333 κενεῳ
σχέτλιον ἀφραδέων μερόπων γένος , οἷσιν ὁμίχλη ἄσκοπος ἐσσομένων : κενεῷ δ ' ὑπὸ χάρματι πολλοὶ πολλάκις ἀγνώσσουσι περιπταίοντες ὀλέθρῳ
ὣς ἥ γε στενάχιζε λυγρὸν τεκέων ἐπ ' ὀλέθρῳ μυρομένη κενεῷ περὶ σήματι : σὺν δέ οἱ ἄλλο πῆμα μάλ
6318481 ἐπισταδον
ὕστερον αὖτε πρυμνόθεν ἐξαγεῖσα κατήριπενὧς ὅγε ποσσίν ἀκαμάτοις τείως μὲν ἐπισταδὸν ᾐωρεῖτο , ὕστερον αὖτ ' ἀμενηνὸς ἀπείρονι κάππεσε δούπῳ
δ ' ὑπετέλλετ ' ὀδόντων ἄσπετος : οὐδ ' ἔλληξαν ἐπισταδὸν οὐτάζοντες ἔστε περ οὐλοὸν ἆσθμα καὶ ἀμφοτέρους ἐδάμασσεν .
6299046 λαμπουσα
δίφρου . ἠὼς δέ ἐστιν ἡ πρὸ τῆς ἀνατολῆς ἡλίου λάμπουσα . ἔνιοι δὲ μονόπωλον οὐχὶ τὴν ἕνα πῶλον ἔχουσάν
με κόμας ἐμᾶς δεῦσαι παρθένιον χλιδὰν Φοιβείαισι λατρείαις . ὦ λάμπουσα πέτρα πυρὸς δικορύφων σέλας ὑπὲρ ἄκρων βακχεῖον Διονύσου ,
6299044 βαζων
, οἷς ἄρα βουλὴ ἥνδανε Λαοκόωντος : ὃ γὰρ πεπνυμένα βάζων φῆ δόλον ἔμμεναι αἰνὸν ὑπ ' ἐννεσίῃσιν Ἀχαιῶν ,
ἐμοῖσι περὶ στέρνοισι γεγηθὼς πολλάκι παππάζεσκες ἔτ ' ἄκριτα χείλεσι βάζων , καί μευ νηπιέῃσιν ὑπ ' ἐννεσίῃσι δίηνας στήθεά
6298687 ἑψους
ὅπερ οἱ πολλοὶ ἀτράφαξυν καλοῦσι . Φερεκράτης Κοριαννοῖ : ἀδράφαξυν ἕψους ' , εἶτ ' ὀκλὰξ καθημένη . ἀδύνατα εἶναι
κόρον ἡβώοντα γῆρας ἀποξύσας ' εἰδυίῃσι πραπίδεσσι φάρμακα πόλλ ' ἕψους ' ἐπὶ χρυσείοισι λέβησιν . Αἰσχύλος δ ' ἐν
6296666 ἁδυμελει
ἡ νίκη τοῦ Στρεψιάδου σιωπηθῇ , κώμαζε καὶ συνέξαρχε σὺν ἁδυμελεῖ ὕμνῳ . περιττεύει δὲ ἤτοι ἡ ἔν πρόθεσις ἢ
ἐπετέλουν . Διανέμων ] Διέπων καὶ κυβερνῶν . Κώμῳ μὲν ἁδυμελεῖ ] * Τοῦτο ὡς ἀπὸ τοῦ χοροῦ δύναται λέγεσθαι
6289938 ἀπαυστος
μακρό - τερα τῆς Ἰλιάδος λαλῶν , Ἀλκίνου ἀπόλογος , ἄπαυστος γλῶττα , ἀνερμάτιστος . μάτην αὐτοῦ τῇ γλώττῃ περίκειται
τοῦτ ' ἔστι μόνον ὅπερ ἐστίν . ἔστι δὲ ἐνέργεια ἄπαυστος καὶ ἀκάματος καὶ ἀθάνατος καὶ ἀίδιος , νοῦς τε
6281449 τλαμων
εὐδαίμων , πᾶσιν περίφαντος αἰεί . ἐγὼ δ ' ὁ τλάμων παλαιὸς ἀφ ' οὗ χρόνος Ἰδαῖα μίμνων λειμώνι '
ποτ ' ἦμεν . βέβακ ' ὄλβος , βέβακε Τροία τλάμων . ἐμῶν τ ' εὐγένεια παίδων . φεῦ φεῦ
6272879 πελοιτο
βωμὸν μόνον , ἐκ δὲ τῶν ἀριστερῶν οὐδαμῶς . ἰσόρροπος πέλοιτό μοι : οὐδὲ ἐκεῖνος ἴσος ἐμοὶ γένοιτο , ὃν
βωμὸν μόνον , ἐκ δὲ τῶν ἀριστερῶν οὐδαμῶς . ἰσόρροπος πέλοιτό μοι : οὐδὲ ἐκεῖνος ἴσος ἐμοὶ γένοιτο , ὃν
6271514 ιδε
[ ] ν ἱκτῆρα φέρουσι μὲν νῦν [ ] ! ιδε ? πάλιν χέονται [ ] ! ομένην σῆι τελετὴν
οσε [ ] ! τα [ ] δρας ] ! ιδε ] . . . [ ] ! ! Σαπφ
6255712 δαμασθῃ
μαλακογνώμων ] ταπεινός . . ῥαισθῇ ] οὕτως ὡς ἔφην δαμασθῇ . . ἀτέραμνον ] σκληρὰν καὶ ἄκαμπτον . στορέσας
πύργος ἐν εὔρει . δέδοικα δὲ σὺν βασιλεῦσι μὴ πόλις δαμασθῇ . τέλειαι γὰρ παλαιφάτων ἀρᾶν βαρέαι καταλλαγαί : τὰ
6254489 Αἰαι
πολλὰ δ ' ἀθρῆσαι : τοίαν φρίκην παρέχεις μοι . Αἰαῖ , αἰαῖ , δύστανος ἐγώ , ποῖ γᾶς φέρομαι
ξένοι , μείνατε , πρὸς θεῶν . Τί θροεῖς ; Αἰαῖ αἰαῖ , δαίμων δαίμων : ἀπόλωλ ' ὁ τάλας
6241028 καμνε
ἀπὸ τότε οὖσα παῦσον σου κάματον ἐν σώματι : μηκέτι κάμνε ὡς ἐπιζητεῖν τίς οὐρανὸς ἢ πόθεν ὕδωρ . εἰ
, εἴπερ τι φιλεῖς ἀκοὰν ἁδεῖαν αἰεὶ κλύειν , μὴ κάμνε λίαν δαπάναις : ἐξίει δ ' ὥσπερ κυβερνάτας ἀνήρ
6232666 ἐφημοσυνῃσιν
δίκαιον παραβῆναι . γενέθλην : ἔμβρυον . ἐπιφροσύνῃσιν : γράφεται ἐφημοσύνῃσιν . Ὑλλικῷ : ἀπὸ τοῦ Ὕλλου τοῦ ἐκ Μελίτης
μὲν ὑψιλόφοισιν ἐν οὔρεσιν Αἱμονιήων νυμφιδίων Πηλῆος ἀειδομένων ὑμεναίων Ζηνὸς ἐφημοσύνῃσιν ἐῳνοχόει Γανυμήδης : πᾶσα δὲ κυδαίνουσα θεῶν ἔσπευσε γενέθλη
6232627 πειρησεται
μεμαῶτα , καὶ ἐσσύμενόν περ ἀλύξαι . πάντα δὲ γινόμενος πειρήσεται , ὅσς ' ἐπὶ γαῖαν ἑρπετὰ γίνονται καὶ ὕδωρ
τὸ πᾶν σφίσι ἤδη δοκεόντων κατεργάσθαι ἀποβὰς ἀπὸ τῶν νεῶν πειρήσεται ἀντιωθῆναι οὔτ ' ἐκ τῆς ἠπείρου τῆσδε οὐδείς :
6205839 κεντροισι
' αὖ μετόπισθεν ἔρως ἐδαμάσσατο δριμύς : οὐ γάρ τις κέντροισι δαμεὶς ἄγρης ἐρατεινῆς αὖθις ἑκὼν λείψειεν : ἔχει δέ
; κἄπειθ ' ὑποβλεπώμεθ ' ὡς ἐγνωσμένοι , γλώσσης πικροῖς κέντροισι † κληιδουχούμενοι † : Οὐχ οὗτος ὁ Διός ,
6200579 διωκεις
ὁ Ἀκεσαῖος . Τὴν παρεοῦσαν ἄμελγε : τί τὸν φεύγοντα διώκεις ; Τὴν χεῖρ ' ἐπιβάλλει : ἐπὶ τῶν μετεχόντων
, ἑτέρᾳ πρακτόρων , τῇ τῆς βουλεύσεως , ἣν αὐτὸς διώκεις , γραφῇ , μόνον οὐχ ἁλύσει σιδηρᾷ , ὑποδύει
6199662 ἀλλοτ
δεησόμεθα καὶ τῶν ἄλλων ποιητῶν μὴ ποιεῖν Ἀχιλλέα θεᾶς παῖδα ἄλλοτ ' ἐπὶ πλευρᾶς κατακείμενον , ἄλλοτε δ ' αὖτε
μνησθέντα . ἄλλοτε δ ' ἄλλον : τὸ ἑξῆς : ἄλλοτ ' ἄλλον ἡ Χάρις ἐποπτεύει . [ τὸν ]
6186826 τιπτε
ἔπος τ ' ἔφατ ' ἔκ τ ' ὀνόμαζε : τίπτε Θέτι τανύπεπλε ἱκάνεις ἡμέτερον δῶ αἰδοίη τε φίλη τε
, καί μιν φωνήσας ' ἔπεα πτερόεντα προσηύδα : Ἥρη τίπτε βέβηκας ; ἀτυζομένῃ δὲ ἔοικας : ἦ μάλα δή
6186121 ἐποιχομενη
ἦν κεδνότατός τε : ὦ φίλοι , ἔνδον γάρ τις ἐποιχομένη μέγαν ἱστὸν καλὸν ἀοιδιάει , δάπεδον δ ' ἅπαν
: ἡ δ ' ἔνδον ἀοιδιάους ' ὀπὶ καλῇ ἱστὸν ἐποιχομένη χρυσείῃ κερκίδ ' ὕφαινε , καὶ καλὸν ἀοιδιάει .
6180262 ἀλγεσι
, ἡ ὀδύνη ἀνίησιν : ἔπειτα αὖθις ἐν τοῖσιν αὐτοῖσιν ἄλγεσι κέεται : ὁκόταν δὲ οὐρέῃ , καὶ τὸν καυλὸν
ἀμενοῦς πολλοῦ τε χρόνου ζώσης μέτρα δὴ καταλειβομένης τ ' ἄλγεσι πολλοῖς . τί γὰρ ἂν μεῖζον τοῦδ ' ἔτι
6179545 πελωρ
στιβαρὸν δ ' ἔχεν ὄζον ἐλαίης τόξα τε , τοῖσι πέλωρ τόδ ' ἀπέφθισεν ἰοβολήσας . ἤλυθεν οὖν καὶ κεῖνος
ὅπλά τε πάντα . Ἦ , καὶ ἀπ ' ἀκμοθέτοιο πέλωρ αἴητον ἀνέστη χωλεύων : ὑπὸ δὲ κνῆμαι ῥώοντο ἀραιαί
6174818 κλονεουσιν
φύλοπιν ὀτρύνουσα . Ὡς δ ' ὅτε κύματα μακρὰ δύω κλονέουσιν ἀῆται σμερδαλέον βρομέοντες ἀνὰ πλατὺ χεῦμα θαλάσσης ἔκποθεν ἀλλήλοισι
, ἠύτε κίρκοι φῦλα πελειάων ἠὲ μέγα πῶυ λέοντες ἀγρότεροι κλονέουσιν ἐνὶ σταθμοῖσι θορόντες : οὐδ ' ἄρα τις κείνων
6165919 ψαυσειεν
κεῖνος ἔτ ' ἐμπελάσειε θυτὴρ φίλος οὐδέ κε βωμῶν εὐαγέως ψαύσειεν , ὁμωροφίους δὲ μιαίνει , ὅς κεν ἑκὼν δελφῖσιν
ὅτι γένοιτ ' ἐρήμη , κλαῖε δ ' ὀργάνων ὅτου ψαύσειεν οἷς ἐχρῆτο δειλαία πάρος : ἄλλῃ δὲ κἄλλῃ δωμάτων
6160052 ξυνουσα
κληθῇ ἂν ψευδώνυμος . Ξ Δίκη ] ἡ δικαιοσύνη . ξυνοῦσα ] συνυπάρχουσα . ξυνοῦσα ] ὁμιλοῦσα . ξυνοῦσα ]
Ξ Δίκη ] ἡ δικαιοσύνη . ξυνοῦσα ] συνυπάρχουσα . ξυνοῦσα ] ὁμιλοῦσα . ξυνοῦσα ] γράφεται ξενοῦσα ἤγουν φιλιουμένη
6157158 ἀμφοτερῃσιν
εἰσεῖδον κρατέρ ' ἄλγε ' ἔχοντα , λᾶαν βαστάζοντα πελώριον ἀμφοτέρῃσιν . ἦ τοι ὁ μὲν σκηριπτόμενος χερσίν τε ποσίν
ὅσα φρεσὶν ᾗσι μενοινᾷ . ” ἦ ῥα , καὶ ἀμφοτέρῃσιν ἐδέξατο καὶ κατέθηκεν αὖθι ποδῶν προπάροιθεν , ἀεικελίης ἐπὶ
6151892 Μηδ
ἔχει τὰ πλεῖστα ἐρωτᾶν : ταῦτα οὖν μὴ ἐρώτα . Μηδ ' ἀποκρίνωμαι οὖν , ἔφη , ἄν τίς με
εἴγε καὶ ἐπ ' ἄλλων πλειόνων τὸ αὐτὸ παρέπεται ; Μηδ ' ἐκεῖνο δὲ παραλείπωμεν , ὥς τινες ὑπέλαβον τὸν
6150006 διαυγεα
ἡ δ ' ἑτέρη φαέεσσι διάκτορον ὄμμα τανύσσει φάρεϊ φοινίξασα διαυγέα κύκλα προσώπου , δεξιτερῆς ὅρπηκας ἐφαπλώσασα ταθέντας . Ἀλλὰ
ὄφρα τοι εὐχομένοιο κλύοι θεός , ἐγγυαλίξω . Κρύσταλλον φαέθοντα διαυγέα λάζεο χερσὶ λᾶαν , ἀπόρροιαν πυριφεγγέος ἀμβρότου αἴγλης :
6149270 Λαερταο
' ἀνὰ γαῖαν ἔμιμνον . Ἐυπτολέμοισι δ ' Ἀχαιοῖς υἱὸς Λαέρταο πύκα φρονέων φάτο μῦθον : Ὦ νύ μοι Ἀργείων
ἕδραι ἀγρομένων : πολλοὶ δ ' ἄρα θηήσαντο ἰδόντες υἱὸν Λαέρταο δαΐφρονα . τῷ δ ' ἄρ ' Ἀθήνη θεσπεσίην
6148009 λυγραις
καὶ πολλὰ κακὰ διὰ γυναῖκας , μιγνύει δὲ καὶ γυναιξὶ λυγραῖς ἢ ἐπιψόγοις ἢ δούλαις , πλὴν ἃς λήψονται γυναῖκας
' ἔκραιν ' Ἀνάγκα , πάντα δὲ Γᾶς εἶκε φραδαῖσι λυγραῖς ἑρπετά , πάνθ ' , ὅς ' ἕρπει δι
6145356 ἐσσεσθαι
ὅτε πέτρας Πληγάδας ἐξέπλωμεν , ὀίομαι οὐκ ἔτ ' ὀπίσσω ἔσσεσθαι τοιόνδ ' ἕτερον φόβον , εἰ ἐτεόν γε φραδμοσύνῃ
ἥρωες , Φινῆος ὃ δὴ πλόον ἄλλον ἔειπεν ἐξ Αἴης ἔσσεσθαι : ἀνώιστος δὲ τέτυκτο πᾶσιν ὁμῶς . Ἄργος δὲ
6140019 ἱκανειν
τ ' ἠελίου : κέλομαι δ ' ἐπ ' ἄεθλον ἱκάνειν πρώτῃ ὑπ ' ἀμφιλύκῃ , ὅθ ' ἑωθινὸν ἀγροιῶται
ἐναντίον . ἐπ ' ἄεθλον : ἐπὶ τὸν πόνον . ἱκάνειν : ἀπελθεῖν . Πρώτῃ : τῇ πρώτῃ ἠῷ .
6134495 ἀμοχθος
' αὐτὸ τῆς ὥρας τὸ χειμέριον , ὅτε τοῖς ὀφθαλμοῖς ἄμοχθος ἡ τῶν ἰχνῶν θεωρία πρόκειται , τοῦτο μὲν τῇ
κακῶς πράσσουσιν ἡδὺ καὶ βραχὺν χρόνον λαθέσθαι τῶν παρεστώτων κακῶν ἄμοχθος γὰρ οὐδείς : ὁ δ ' ἥκιστ ' ἔχων
6134056 ἑανον
ἐκ κράατος ἀθανάτοιο . ἀμφὶ δ ' ἄρ ' ἀμβρόσιον ἑανὸν ἕσαθ ' , ὅν οἱ Ἀθήνη ἔξυς ' ἀσκήσασα
δὲ πέλεν ἀντὶ τοῦ πέλει . . πέπλον μὲν κατέχευεν ἑανὸν πατρὸς ἐπ ' οὔδει , ποικίλον , ὅν ῥ
6133212 τελευτα
τῷ πατρὶ λοιμοῦ ἐπελθόντος τῇ Ἀναζάρβῳ μετ ' ὀλίγον χρόνον τελευτᾶ . οἱ δὲ πολῖται θάψαντες αὐτὸν ἄγαλμα πολυτελὲς αὐτῷ
δὲ λοιμοῦ ἐπελθόντος ἐν τῇ τῶν Κωρυκίων πόλει τριακονταέτης ὢν τελευτᾶ , καταλιπὼν τοὺς γονεῖς περιόντας . ἠρίον δὲ θαυμαστὸν
6130835 δηιοισιν
ὀτρηροὶ κατ ' ὄρεσφι κύνες λελιημένοι ἄγρης : ὣς Δαναοὶ δηίοισιν ἐπήιον , οὕνεκ ' ἄρ ' αὐτοὺς υἱὸς Ἀχιλλῆος
πεπότηται τινυμένη σὺν Ζηνὶ κακῶν ἐπιίστορας ἔργων . Ὣς εἰπὼν δηίοισιν ἀνηλέα τεῦχεν ὄλεθρον : μαίνετο γάρ οἱ θυμὸς ὑπὸ
6119845 φανητω
πάντων δημιουργὸς καὶ κύριος ἐφώνησεν οὕτως , Ἔστω γῆ καὶ φανήτω στερέωμα : καὶ εὐθέως ἀρχὴ τῆς δημιουργίας γῆ ἐγένετο
γὰρ κράτιστα τἀν ποσὶν κακά . Ἴτω , ἴτω , φανήτω μόρων ὁ κάλλιστ ' ἔχων , ἐμοὶ τερμίαν ἄγων
6119072 Ἁιδα
δύστανος ἄταν : ξανθᾶι δ ' ἀμφὶ κόμαι θήσει τὸν Ἅιδα κόσμον αὐτὰ χεροῖν . πείσει χάρις ἀμβρόσιός τ '
οὐκέτι μοι ἐλπίδες τοῦ ζήσεσθαι τοὺς παῖδας : θήσει τὸν Ἅιδα κόσμον : θάνατον , φησὶ , μᾶλλον περιθήσεται ἢ
6118376 προσεννεπεν
ἀντομένην Ἥρην ἕθεν εἰσορόωσα , καί μιν ἔπειτ ' ἀγανοῖσι προσέννεπεν ἥγ ' ἐπέεσσιν : “ Πότνα θεά , οὔ
δὲ θεῶν καὶ νεῖκος ἰδὼν καὶ παῖδα καλέσσας τοῖον ὑφεδρήσσοντα προσέννεπεν Ἑρμάωνα : εἴ τινά που Ξάνθοιο παρ ' Ἰδαίοιο
6117863 πανδαματωρ
ἕλκος ἀκέσσεται . οἷσι δ ' ἀνάσσει , αὐτὸς ὁ πανδαμάτωρ βουληφόρος ἐστὶ βροτοῖσιν . αὐτὸς καὶ ποθέοντι τότε χραίσμησε
' ἡ μεγάλη Μοῖρα κομίζει γνώμη τε φίλων , χὠ πανδαμάτωρ δαίμων ὃς ταῦτ ' ἐπέκρανεν . Χωρῶμεν δὴ πάντες
6113220 αἰθαλοεντος
[ ] [ ] ! [ ] [ ] τον αἰθαλόεντος [ ] πύρα πολλά [ ] ς ἕκητι [
ἠμὲν Ὀδυσσῆος ἠδ ' υἱοῦ κυδαλίμοιο . αὐτὴ δ ' αἰθαλόεντος ἀνὰ μεγάροιο μέλαθρον ἕζετ ' ἀναΐξασα , χελιδόνι εἰκέλη
6111782 Τοιον
. χατέουσα : χρῄζουσα . Οἷα : καὶ οὕτως . Τοῖον Ἄρκτος λιχμῶσα τοὺς ἑαυτῆς δακτύλους ἔκλεψεν ἐν χειμῶνι γαστρὸς
πόντος : ὣς τοῦ ἐπερχομένοιο κακὸν δέος ἄμπεχε Τρῶας . Τοῖον δ ' ἔκφατο μῦθον ἐποτρύνων ἑτάροισι : Κλῦτε ,
6108840 Χαρις
. Ἔστασας ] Στῆναι παρεσκεύασας . Εὕδει ] Σεσιώπηται . Χάρις ] Δόξα . Σοφίας ] Ποιήσεως . Ἀρετὰν ]
Ἀπολλωνία , ἐν δὲ τῇ Παρθυηνῇ Σώτειρα , Καλλιόπη , Χάρις , Ἑκατόμπυλος , Ἀχαΐα , ἐν δὲ Ἰνδοῖς Ἀλεξανδρόπολις
6105606 ἀιδηλος
λεγνωταὶ στίλβουσι διαυγέες ἐν χροῒ ῥάβδοι : βρύξαντος δ ' ἀίδηλος ἐπέδραμεν ἀνέρι φρίκη , ἐν δὲ κάρος κεφαλῇ ,
' ἐνέθηκε θύρην καὶ κλίμακα τυκτήν , ἡ μὲν ὅπως ἀίδηλος ἐπὶ πλευρῇς ἀραρυῖα ἔνθα καὶ ἔνθα φέρῃσι λόχον κλυτόπωλον
6104551 γλυκερῃ
αἰεί πικρὴ παρμέμβλωκεν ἐυφροσύνῃσιν ἀνίη : τῶ καὶ τούς , γλυκερῇ περ ἰαινομένους φιλότητι , δεῖμ ' ἔχεν εἰ τελέοιτο
καμάτῳ φρένες , οὐδέ τιν ' ἄλλην μνῆστιν ἔχεν , γλυκερῇ δὲ κατείβετο θυμὸν ἀνίῃ : ὡς δὲ γυνὴ μαλερῷ
6100848 πορσυνε
οἷον κατὰ μνήμην ἔχε καὶ τίμα . διὰ γὰρ τοῦ πόρσυνε καὶ τόδε ἀκουστέον . ἐκείνου δὲ τοῦ ἔπους μέμνηται
Πότμον : μοῖραν . ἕτερος : ἕτερος δ ' ἑτέρῳ πόρσυνε καὶ ηὐτρέπισεν ἑαυτὸν ἐδωδὴν , τουτέστι τρώγεται ὑπ '
6095409 Τιπτε
τὰ μαντεύματα ἐμμέτρως . Τὰ δ ' ἔπη τάδε : Τίπτε ποθεῖτε μαθεῖν νούσου τέλος ἠδὲ καὶ ἀρχήν ; Ἀμφοτέρους
. ἦκα δὲ μυρομένη , λιγέως ἀνενείκατο μῦθον : “ Τίπτε με δειλαίην τόδ ' ἔχει ἄχος ; εἴθ '
6094620 χρυσοφαης
ἄλλως : οὐ προσηνὴς ὡς χρυσός , ἀλλὰ τὸ εἶδος χρυσοφαής : φύσιν ὀρεσκόων : φύσιν ἔχων θηρός , ἀντὶ
Εἰ δέ τις ἀπορήσειε , πῶς οὖν τὸ παμφαής καὶ χρυσοφαής καθαριεύοντα οὐκ ἔχουσι συνῃρημένην εὐθεῖαν , λέγομεν ὅτι ὡς
6092915 ἀϋτμην
, φλοίσβου τε καὶ ἀργαλέοιο κυδοιμοῦ παύσωνται , στονόεσσαν ἀποπνεύσαντες ἀϋτμήν . καὶ τότ ' ἀπειρέσιον νεκύων ἐρύουσιν ὅμιλον ξυνῷ
γ ' ἐν νήεσσι Ποσειδάων ἐδάμασσεν ὄρσας ἀργαλέων ἀνέμων ἀμέγαρτον ἀϋτμήν ; ἦέ ς ' ἀνάρσιοι ἄνδρες ἐδηλήσαντ ' ἐπὶ
6086745 διζεο
καὶ ὁ πατὴρ ἤκουσεν ἐπικροτούσης τὸ αἰδοῖον καὶ βοώσης δίζεο δίζεο δὴ μέγαν ἄνδρ ' . ἐς ἀθ . .
Ἀθήνας ἤκουσε τῆς θυγατρὸς γυμνῆς τυπτούσης τὸ ἐπείσιον καὶ λεγούσης δίζεο σευ μάλα ἐς θαλερὸν πόσιν ἢ ἐς Ἀθήνας ἢ
6084352 μολπα
βινεῖ ] . σεμναὶ δ ' αὐλῶν ἀγαναὶ φωναί , μολπά , κλαγγὰ θράττει , [ νεῖται ] πνεῖται .
ἀραρότα : ἡρμοσμένον παντὶ κράτει τοῦ Διός . χλιδῶσα δὲ μολπά : τρυφῶσα δὲ ἡ μολπὴ τῶν ἐπέων ἀντιάσει πρὸς
6079143 δοριμαργος
μέμονας , τέκνον ; μή τί σε θυμοπλη - θὴς δορίμαργος ἄτα φερέτω : κακοῦ δ ' ἔκβαλ ' ἔρωτος
τοῦ θυμὸς ἡ ψυχή . Ξ δορίμαργος ] πολεμική . δορίμαργος ] πρὸς πόλεμον ὁρμῶσα καὶ μαινομένη . δορίμαργος ]
6075888 κυνικῳ
ὃς εὐθέως Διογένους ἦν . παρηκολούθησε δὲ καὶ Κράτητι τῷ κυνικῷ συχνὰ καὶ τῶν ὁμοίων εἴχετο , ὅτε καὶ μᾶλλον
γὰρ τρίβων ' ἔχους ' ἐμοί , ὥσπερ Κράτητι τῷ κυνικῷ ποθ ' ἡ γυνή . . . . .
6073727 θυμηδεος
τὸν ἄριστον ἐπιχθονίων πόσιν εἶναι δῶκά τοι , ὄφρα γάμου θυμηδέος ἀντιάσειας τέκνα τε φιτύσαιο : θεοὺς δ ' εἰς
ὁ τήνγε παραβλήδην προσέειπεν : “ Ὑψιπύλη , μάλα κεν θυμηδέος ἀντιάσαιμεν χρησμοσύνης ἣν ἄμμι σέθεν χατέουσιν ὀπάζεις . εἶμι
6071805 ἡσυχα
ἵν ' ὀπτῶν ἐμφορήσαιτο , οὐκ ἄν μοι δοκεῖ διατελεῖν ἥσυχα , ῥήξειν δὲ φωνὴν σχετλιάσαντα δι ' ὑπερβολὴν τοῦ
| νῦν ὥσπερ τινὸς Ὀρφέως ] ἢ Ἀμφίονος κινηθείσης κιθάρας ἥσυχα μὲν νέμονται , ἥσυχα δὲ καὶ σηκοῖς ἐναυλίζονται .
6071473 τινασσετο
παράμειβον : ὑπὸ πνοιῇ δὲ κάλωες ὅπλα τε νήια πάντα τινάσσετο νισσομένοισιν . ἠῶθεν δ ' , ἀνέμοιο διὰ κνέφας
βλοσυρῇσιν ὑπ ' ὀφρύσιν , ἀμφὶ δὲ πήληξ σμερδαλέον κροτάφοισι τινάσσετο μαρναμένοιο Ἕκτορος : αὐτὸς γάρ οἱ ἀπ ' αἰθέρος
6071053 εἰσοροωσα
πάντοθε μαρμαίροντα : Θέτις δ ' ἠγάλλετο θυμῷ ἐξ ἁλὸς εἰσορόωσα μέγα σθένος υἱωνοῖο . Καί ῥα θοῶς οἴμησε πρὸ
μόθοιο . Τῶν δ ' ἄρ ' Ἀθηναίη κρατερὸν πόνον εἰσορόωσα κάλλιπεν Οὐλύμποιο θυώδεος αἰπὰ μέλαθρα : βῆ δ '
6070632 Ἀλλοτε
καρπουμένων . Ἄλλοι κάμον , ἄλλοι ὤναντο , ὅμοιον . Ἄλλοτε μητρυιὴ πέλει ἡμέρη , ἄλλοτε μήτηρ : ἐπὶ τῶν
διαφανὲς ὂν τοῦτο εὐφυῶς διάκειται πρὸς ὑποδοχὴν τοῦ φωτός . Ἄλλοτε δ ' εἰς τοῖχον αὐτὸ ποιοῦσιν ἐπιλάμπειν , ταῖς
6070183 δυστυχια
' ] ἐν ἄλλῳ καιρῷ ἄλλον ] ἄνθρωπον πημονὴ ] δυστυχία προσιζάνει ] προσέρχεται , προσκάθηται [ ] . σύστημα
ἀντὶ τοῦ οὐκ ὀδύρομαι : ἀλλὰ ἡ τοῦ ἀποθανεῖν μοι δυστυχία βελτίων ἐφάνη τοῦ ζῆν ἀτίμως . τοῦτο δὲ λέγει
6065287 παταγει
: πολὺς δ ' ἐξ οὐρανοῦ ὄμβρος νυκτὸς ἐφερπούσης : παταγεῖ δ ' εὐρεῖα θάλασσα κοπτομένη πνοιαῖς τε καὶ ἀρρήκτοισι
καταχρηστικῶς τοῦτο : οὐ γὰρ τὸ ζωμίδιον ἐν τῇ γαστρὶ παταγεῖ , ἀλλὰ ταύτην ποιεῖ παταγεῖν ἤτοι ἦχόν τινα ἀποτελεῖν
6064693 λευγαλεοισι
' ἐνὶ κλισίῃ πίνοντέ τε δαινυμένω τε κήδεσιν ἀλλήλων τερπώμεθα λευγαλέοισι μνωομένω : μετὰ γάρ τε καὶ ἄλγεσι τέρπεται ἀνήρ
ἔτλην μέγα πένθος , ἐπεὶ θεὸν οὔ τι ἔοικε πένθεσι λευγαλέοισι καὶ ἄλγεσι θυμὸν ἀχεύειν . Τῶ σε καὶ ἀχνυμένην
6062325 μελεον
Θεύδοτε , κηδεμόνων μέγα δάκρυον , οἵ σε θανόντα κώκυσαν μέλεον πυρσὸν ἀναψάμενοι , αἰνόλινε , τρισάωρε , σὺ δ
ἴδω : ἐὰν δὲ κεῖται , οὕτως συντακτέον : χρόνῳ μέλεον φυγάδα ὡς ἴδω : πληρώσαιμι : περιβάλοιμί τε τὰς
6062145 Ὁντινα
Λυσιστράτη , τίν ' ὅρκον ὁρκώσεις ποθ ' ἡμᾶς ; Ὅντινα ; εἰς ἀσπίδ ' , ὥσπερ , φασίν ,
φύλλα πίπτοντα βυθίζεται τῶν δένδρων . : ὃν θρασυσπλάγχνως : Ὅντινα Κιμμερικὸν Βόσπορον λιποῦσάν σε καρτερικῶς χρὴ ἐκπεράσαι εἰς τὸν
6060096 ἐπειγομενοιο
καὶ ζυγὸν ὀρθὸν ἔχουσι σελασφόρον αὐχένι κοῦραι χερσὶν ἐπισφίγγουσαι : ἐπειγομένοιο δὲ ταρσοῦ ἐκταδὸν ἀΐσσουσι καὶ ἠερίηισι κελεύθοις ἱπτάμεναι προθέουσιν
: ἀστεμφὴς ὁ ἀμετακίνητος ἀπὸ τοῦ στέμπω τὸ μετακινῶ . ἐπειγομένοιο : σπουδάζοντος , διωκομένου ὑπὸ τοῦ φόβου . βαρύνει
6057700 βαιῳ
ἑφθὴν ἐν ἐλαίῳ ἠδὲ καὶ οἴνῳ καὶ χλόῃ εὐώδει καὶ βαιῷ ξύσματι τυροῦ . καὶ βατίδ ' ἑφθὴν ἔσθε μέσου
, καθεύδοντας . Εὐκήλους : ἡσύχους , ἡσύχως καθημένους . βαιῷ δὲ πόνῳ : μικρῷ δὲ κόπῳ : γνώμη .
6055690 δεησθε
εἰς φρούρια καὶ εἰς λοχαγίας , καὶ ἄλλου οὗτινος ἂν δέησθε οἶδα ὅτι ὡς φίλοι τεύξεσθε Κύρου . ἀκούσαντες ταῦτα
ταῖς οἰκίαις καὶ ἐκ τῶν χωρίων βίᾳ λαμβάνειν ὧν ἂν δέησθε οὐ πείθοντας . ταῦτ ' οὖν οὐκ ἀξιοῦμεν :
6055526 ἀμηχανιη
, ἐν τῇ Ι Ὀδυσσείας . ἀμηχανίη ἀπορία : “ ἀμηχανίη δ ' ἔχε θυμόν . ” ἁμαρτήσεσθαι διαμαρτεῖν :
ἄοκνος ἀνὴρ μέγα οἶκον ὀφέλλοι , μή σε κακοῦ χειμῶνος ἀμηχανίη καταμάρψῃ σὺν πενίῃ , λεπτῇ δὲ παχὺν πόδα χειρὶ
6054809 ἐνυω
ἰχθυηρά . μετά σφισιν : ἐν αὐτοῖς τοῖς τρισίν . ἐνυώ : μάχη , ἡ πολεμικὴ θεά . Μόθος :
αὐτοῖς . Ὑπέρβιος : δυνατός . ἐνιπή : γράφεται ἐνυώ ἐνυώ : τῇ μάχῃ . Ἀντίπρωρον : ἐξεναντίον . Ἄγρια
6049223 ἀκριτα
πρὸ τοῦ ταύτην ἔχειν τὴν ἐπωνυμίαν , ἀλλὰ τότε μὲν ἄκριτα ἦν καὶ ἀδιάλλακτα καὶ ὥς φασί τινες ‖ ὕλην
θλίψει . Θρώσκει : πηδᾷ . ἑλίσσεται : συστρέφεται . ἄκριτα : ἀδιαχώριστα , πολλά . θύων : ὁρμῶν .
6048489 βολαων
Κ . Λ . οὐ γάρ τι πληγέων ἀδαήμων οὐδὲ βολάων . † ) λείπει τὸ εἰμί . . Δ
τάρταρον ἠερόεντα ποδῶν , αἰπεῖά τ ' ἰωὴ ἀσπέτου ἰωχμοῖο βολάων τε κρατεράων . ὣς ἄρ ' ἐπ ' ἀλλήλοις
6048365 ἀλλοιην
, τοτὲ δ ' αὐτίκα δύνων : ἄλλος δ ' ἀλλοίην ἀστὴρ ἐπιδέρκεται ἠῶ . Γινώσκεις τάδε καὶ σύ .
. Ἄλλῳ δ ' : ἐπ ' ἄλλῳ δέ . ἀλλοίην γενεήν : ἄλλο γένος ἰχθύος . Κρέσσονι χειροτέρην :
6047815 στονοεσσα
τοι ἐγὼν ὑπερώϊον εἰσαναβᾶσα λέξομαι εἰς εὐνήν , ἥ μοι στονόεσσα τέτυκται , αἰεὶ δάκρυς ' ἐμοῖσι πεφυρμένη , ἐξ
σκοτεινή , κατηφής . μεμίξεται ] προσαρμοσθήσεται , γενήσεται . στονόεσσα ] στενακτική . πλαγά ] η η . κτύπος
6046944 λυγρων
' ἐνὶ στέρνοισιν ἀκαμπέα θυμὸν ἐνώμα : δρέψατο γὰρ παλάμῃσι λυγρῶν ἀποθρίσματα ῥιζῶν . Καὶ τότ ' ἐγὼ φόρμιγγος ἐφήρμοσα
ἐόντε . συμφερτὴ δ ' ἀρετὴ πέλει ἀνδρῶν καὶ μάλα λυγρῶν , νῶϊ δὲ καί κ ' ἀγαθοῖσιν ἐπισταίμεσθα μάχεσθαι
6039345 χειμεριῃ
ὁ μὲν αὐτίκ ' ὄρουσε λιλαιόμενος χροὸς ἆσαι , λαίλαπι χειμερίῃ πανομοίϊος : οἱ δὲ μένουσιν ἀστεμφεῖς πυρόεσσαν ἐπαιγίζουσαν ἐνιπήν
μεγάλῳ δηῦτέ μ ' ἔρως ἔκοψεν ὥστε χαλκεὺς πελέκει , χειμερίῃ δ ' ἔλουσεν ἐν χαράδρῃ . Τῶν δὲ τριμέτρων
6038365 λεκιθωδης
χολῆς ξανθῆς διαφοραὶ ἕξ : χολὴ ἡ στοιχειώδης καὶ ἡ λεκιθώδης καὶ ἰσατώδης καὶ πρασώδης καὶ ἰώδης καὶ ἡ ὠχρὰ
ὧν παρέρχεται . αὕτη δὲ ἡ ξανθὴ χολὴ παχυνομένη ἢ λεκιθώδης γίνεται ἢ ὀρώδης ὑγρότης συναναμίσγει καὶ ἴσχει ἐπιμιξίαν τῇ
6035454 ποικιλλουσα
σωφροσύνην αὐτῆς καταμηνύει : εὑρίσκεται γοῦν περὶ ἵστον ὑφαίνουσα καὶ ποικίλλουσα τὴν δίπλακα . διδάσκει δ ' ἡμᾶς Ὅμηρος δεῖν
δὲ ἀνιέρουν διὰ πενταετηρίδος ἐν τοῖς Παναθηναίοις : ἐν πέπλῳ ποικίλλουσα : ἐν κροκέῳ πέπλῳ : τῷ τῆς Ἀθηνᾶς κροκοειδεῖ
6033178 δεδμητο
πρέμνον ἀκήρατον : ἀμφὶ δ ' ἄρ ' αὐτῷ σμερδαλέος δέδμητο δράκων : ταὶ δ ' ἄλλοθεν ἄλλαι πτώσσουσαι θρασὺν
Τηλέμαχος δ ' , ὅθι οἱ θάλαμος περικαλλέος αὐλῆς ὑψηλὸς δέδμητο , περισκέπτῳ ἐνὶ χώρῳ , ἔνθ ' ἔβη εἰς
6031724 ἀφνεον
' ἕξεις , ἄλλοτε παυρότερα , ὥστε σε μήτε λίην ἀφνεὸν κτεάτεσσι γενέσθαι , μήτε σέ γ ' ἐς πολλὴν
ποτε μὲν τοῖς , ἄλλοτε τοῖσιν εἰς ἀγαθὸν πίπτει καὶ ἀφνεὸν αἶψα τίθησι πρόσθεν ἀνολβείοντ ' , εὐηφενέοντα δ '
6031204 τινασσει
ὁ γένος γένει συνάπτων ἀπ ' ἐλευθέρας φαρέτρας βέλος ἱμέρου τινάσσει . Ὁ γέρων πάρεστι Νεῖλος κεφαλὴν ῥόδοις πυκάσσας ,
] ? καὶ ἐν γραφίδεσσι χαράγματα ? [ ] χερσὶ τινάσσει . τούνεκα μὴ τρομέει στάθμαις [ ] τὰ πάντα
6028588 φιλεων
Λύκιε καὶ Δάλοι ' ἀνάσσων Φοῖβε Παρνασσοῦ τε κράναν Κασταλίαν φιλέων , ἐθελήσαις ταῦτα νόῳ τιθέμεν εὔανδρόν τε χώραν .
καὶ φρενοβλαβείη ἔχει . ἐπιθυμέει δὲ τῶν οὐδαμὰ τεύξεται , φιλέων γυναῖκα ἐμήν , τὴν ἐγὼ οὔτι μετήσομαι . “
6026668 πυκινοι
οἰδέει πνεύματοϲ πρήϲει : ὑποχόνδρια ἀνεϲπαϲμένα : ϲφυγμοὶ ϲμικροί , πυκινοί , πιεζεύμενοι : ἰϲχνὰ ϲκέλεα : κἢν ὑπερταθῇ τάδε
. ϲφυγμοὶ ὡϲ ἐπίπαν ϲμικροί , νωθροί , ἀδρανέεϲ , πυκινοί , ἴκελοι τῷ ψύχεϊ . λόγοϲ ὅτι τῶν τοιῶνδέ
6024766 ἀλλᾳ
δὲ ὁμοίωσις καὶ ἑκάστω τῶνδε αὔταρκές ἐντι . οὐ γὰρ ἄλλᾳ μὲν ἀρετᾷ ποιεῖ τὰ ἀρεστὰ τῷ θεῷ , μιμέεται
δ ' ἄτρι ' ἐπῄνει : ἤσθιε δ ' οὐκ ἄλλᾳ σὺν ὁμάλικι , πάντα δ ' ἐποίει σπεύδων κοινὸν
6019759 ἐξεσαωσεν
, χειμερίοιο ῥέεθρα κιὼν διὰ ποσσὶν Ἀναύρου , ἄλλο μὲν ἐξεσάωσεν ὑπ ' ἰλύος ἄλλο δ ' ἔνερθεν κάλλιπεν αὖθι
τὸν Ἰάσονα : διαπεραιούμενος γὰρ τὸν Ἄναυρον ποταμὸν ἄλλο μὲν ἐξεσάωσεν ἐπ ' ἰλύος , ἄλλο δ ' ἔνερθε κάλλιπεν
6019390 τερπωλης
χείλεσι καὶ δονάκεσσι λίνοισί τε κάρτος ἔχουσιν . Οὐ μὴν τερπωλῆς ἀπολείπεαι , αἴ κ ' ἐθέλῃσθα τέρπεσθαι , γλυκερὴ
ἀνθήσουσι . πρωτόγαμον δ ' αἰζηὸς ἄγων ἐς δέμνια κούρην τερπωλῆς ἐρατῆς ἐπιμάρτυρα τόνδε φέροιτο λᾶαν : ὃ δ '
6018376 τηις
οὐδὲν ? ἦσσον ἢ Βατυλλίδα στέργω , ἐν τῆισι χερσὶ τῆις ἐμῆισι θρέψασα . ἐπεὰν δὲ τοῖς καμοῦσιν ἐγχυτλώσωμεν ἄξεις
ὂν ? δὲ ? γρήιηισι ? ? ? πρέπει γυναιξὶ τῆις νέηις ἀπάγγελλε ? : τὴν Πυθέω δὲ Μητρίχην ἔα
6016999 κελαινη
κρυεροῦ διὰ χώρου , ἀργυροειδὲς ὕδος προρέων , λίμνη τε κελαινή ἀνδέχεται : παταγεῖ δὲ παρ ' ὄχθαισιν ποταμοῖο δένδρεα
, οὐδ ' ἐπὶ μῶλον δηθύνει , θαλάμης δὲ διαΐξασα κελαινή , αὐχένα γυρώσασα , χόλῳ μέγα παιφάσσουσα ἀντιάᾳ :
6016052 κλαγγα
] . σεμναὶ δ ' αὐλῶν ἀγαναὶ φωναί , μολπὰ κλαγγὰ θράττει , [ νεῖται ] πνεῖται . κούραν κασίας
. σεμναὶ δ ' αὐλῶν ἀγαναὶ φωναί , μολπά , κλαγγὰ θράττει , [ νεῖται ] πνεῖται . κούραν Κασίας

Back