γαίης ἱστὸν διχόωσα κατ ' αὐτόν , Παρθένος ἦμος ἅπασα περαιόθεν ἄρτι γένηται . τῷ δὲ Ἀράτῳ τὰ αὐτὰ καὶ
πρότεροι ἐπεφημίξαντο . Ἀλλ ' ἔτι γάρ τι καὶ ἄλλο περαιόθεν ἕλκεται ἄστρον : Ὕδρην μιν καλέουσι : τὸ δὲ
7986496 διχοωσα
ἕλκων ἐξόπιθεν πρύμναν πολυτειρέος Ἀργοῦς : δὲ θέει γαίης ἱστὸν διχόωσα κατ ' αὐτόν , Παρθένος ἦμος ἅπασα περαιόθεν ἄρτι
γε σήματα φαίνων . Ἄλλα δέ τοι ἐρέει ἤ που διχόωσα σελήνη πληθύος ἀμφοτέρωθεν ἢ αὐτίκα πεπληθυῖα , ἄλλα δ
7603738 θεει
νικῶσα τὴν φύσιν πᾶσαν , ὡς ἐκστραφεῖσα ἐξ ὕλης ἄνω θέει καὶ γίνεται ὡς πνεῦμα καὶ κρατεῖ φύσιν καὶ εἰσκρίνει
ζώσῃ δυνάμει κενεὰς ἐπὶ πέμπει ἀταρπούς . . . . θέει ἄγγελος ἐν δυνάμει ζῶν . . . . ἀγγελικῷ
7405797 ἠελιος
οὐ κατὰ διάνοιαν ἐφάνη αὐτοῖς μέγας κτλ . εὖτε γὰρ ἠέλιος φαέθων ὑπερέσχεθε γαίης : ἡ διπλῆ ὅτι ἐξ ἡρωικοῦ
γειοτόμον δαμάλῃσιν ἐπιθύνουσιν ἄροτρον : ἢ πάλιν ἑσπερίῃσιν ὅτ ' ἠέλιος ζυγὰ κλίνει , ὁππότε σημαίνουσιν ἑαῖς ἀγέλῃσι νομῆες ,
7373721 ἠμος
μινύθοντας ἡρῶσσαι Λιβύης τιμήοροι , αἵ ποτ ' Ἀθήνην , ἦμος ὅτ ' ἐκ πατρὸς κεφαλῆς θόρε παμφαίνουσα , ἀντόμεναι
ὄψ ' ἀρόσῃς , τόδε κέν τοι φάρμακον εἴη : ἦμος κόκκυξ κοκκύζει δρυὸς ἐν πετάλοισι τὸ πρῶτον , τέρπει
7349593 ἐστηρικται
πέδον Ἀλκινόοιο . τῇ δ ' ἐπὶ Νηρικίης Ἰθάκης ἕδος ἐστήρικται νήσων τ ' ἀλλάων , ὅσσας τ ' ἀπὸ
ἀλλ ' ἔφθασαν μὲν μέχρι γῆς , κάρα δὲ αὐταῖς ἐστήρικται ὑπεράνω τοῦ οὐρανοῦ . Πλέον δὲ αὐταῖς κατελθεῖν συμβέβηκεν
7224894 ἐγγυθι
. ἀλλ ' ἴομεν : μάλα γὰρ νὺξ ἄνεται , ἐγγύθι δ ' ἠώς , ἄστρα δὲ δὴ προβέβηκε ,
ἀπήμονα φορβήν : ὀψὲ δέ μιν νόος ὦρσε καὶ ἤγαγεν ἐγγύθι πότμου : αὐτίκα δὲ τρέσσας ἀνεχάσσατο : πολλάκι δ
7204903 εἰλειται
ζώνας ὑπαινιξάμενος . Ἡ μὲν γὰρ ἀνωτάτω περὶ τὸν βόρειον εἰλεῖται πόλον , ἀρκτικὴν δὲ αὐτὴν ὀνομάζουσιν : ἡ δ
: ἔνθ ' ἤτοι πρῶτον μὲν ἀγαλλόμενος περὶ ῥίζης πυθμένας εἰλεῖται στρωφώμενος , ἠΰτε κοῦρος , ὅστε νέον προμολοῦσαν ἑὴν
7187545 Ἠελιος
Ζεῦ κύδιστε . μέγιστε , κελαινεφές , αἰθέρι ναίων . Ἠέλιος θ ' , ὃς πάντ ' ἐφορᾷς καὶ πάντ
μιν ἐρύξει . Ὣς φάτο Καλλιόπη πινυτὰ φρεσὶ μητιόωσα . Ἠέλιος δ ' ἀπόρουσεν ἐς Ὠκεανοῖο ῥέεθρα , ὦρτο δὲ
7176496 ἀκρη
βάλ ' ὑπὸ κληῗδα μέσην : διὰ δ ' ἀμπερὲς ἄκρη αἰχμὴ χαλκείη παρὰ νείατον ὦμον ἀνέσχε : δούπησεν δὲ
τραπεζίῳ εἶδος ὁμοίη , ἀρξαμένη πρώτιστα Γαδειρόθεν , ἧχί περ ἄκρη ἐς μυχὸν ὀξυνθεῖσα τιταίνεται Ὠκεανοῖο : οὖρον δ '
7074113 βορεαο
κνέφας . οὐδὲ μὲν ἠοῖ πείσματα νηὸς ἔλυσαν ἐπὶ πνοιῇ βορέαο . Λημνιάδες δὲ γυναῖκες ἀνὰ πτόλιν ἷζον ἰοῦσαι εἰς
δὲ νέον κατεφαίνετο γαῖα : καὶ τότ ' ἀναρπάγδην ὀλοὴ βορέαο θύελλα μεσσηγὺς πέλαγόσδε Λιβυστικὸν ἐννέα πάσας νύκτας ὁμῶς καὶ
7053111 ἀγκεχυται
, πυκνοῖσι καλυπτόμενος νεφέεσσιν . πόντος μὲν πρώτιστος Ἰβηρικὸς ἀρχομένοισιν ἀγκέχυται , ὅσπερ τε καὶ Εὐρώπης πέλει ἀρχὴ καὶ Λιβύης
, ἂμ πεδίον Λειμώνιον : ἔνθ ' ἔτι νῦν περ ἀγκέχυται τόδε σῆμα καὶ ὀψιγόνοισιν ἰδέσθαι . οὐδὲ μὲν οὐδ
7023744 περιδρομος
ἐπιστέγην ἕως τῶν ἐπ ' αὐτῷ δοκῶν , ὅπως ᾖ περίδρομος ἔγκυκλος . Ἐξῇρε δ ' ἐκ μέσης τῆς στέγης
εἶναι τὴν γῆν . . διαπρὸ ] διόλου . . περίδρομος ] στρογγύλη . . διαπρὸ περίδρομος : οὐ περὶ
7016684 ἠελιοιο
θεαὶ περικωκύσαντο υἱέα κυδαίνουσαι ἐυθρόνου Ἠριγενείης . Δύσετο δ ' ἠελίοιο φάος : κατὰ δ ' ἤλυθεν Ἠὼς οὐρανόθεν κλαίουσα
] [ τὸν μὲν πρῶτον ] ἔθαλψεν ? ὑπ ' ἠελίοιο ? ? [ βολαῖσιν ] [ ] πωτᾶτο φιλόδρομος
7012055 ἱστον
ἄλλους ἕλκων ἐξόπιθεν πρύμναν πολυτειρέος Ἀργοῦς : δὲ θέει γαίης ἱστὸν διχόωσα κατ ' αὐτόν , Παρθένος ἦμος ἅπασα περαιόθεν
αὐτὸν πορεύονται τόπον καὶ ὑποστρέφουσιν . ὡς καὶ Ὅμηρος : ἱστὸν ἐποιχομένην καὶ ἐμὸν λέχος ἀντιόωσαν . ὁ δὲ νοῦς
7002843 ἰαχεν
οὑτωσί : χαλκῇ προσκόψας λεκάνῃ ποτὲ καὶ τὸ μέτωπον πλήξας ἴαχεν ὦ σύντονον , εἶτ ' ἔθανεν , ὁ πάντα
, ὃ σχέθε , χειρὶ ἤραξεν , καναχῇ δ ' ἴαχεν ἄντρον ἅπαν : οὐδ ' ἔτλη Κυβέλης ἱερὸν βρόμον
6997279 περιτροχον
ἄειρεν : ἔχει δέ τι θάμβος ἑκάστη εἰς πόλον ἑδριόωσα περίτροχον . ἀλλ ' ἐνὶ θώκωι πρωτοφανὴς Σοφίη περιδέξιος οἷα
κεν νώτοισιν ἐπ ' ἀμφοτέροισιν ἔχῃσι λευκὸν σῆμ ' ἑκάτερθε περίτροχον ἠύτε μήνης : τήνδε συ ἡγεμόνα σχὲ περιτρέπτοιο κελεύθου
6978810 ἠριγενεια
πρωΐας : “ ἀλλὰ μάλλ ' ἦρι νέονται . ” ἠριγένεια ἤτοι ἡ τὸ ἦρι γεννῶσα ἢ ἐν τῷ ἦρι
τότε κοιμήσαντο καὶ ὕπνου δῶρον ἕλοντο . ἦμος δ ' ἠριγένεια φάνη ῥοδοδάκτυλος Ἠώς , βάν ῥ ' ἴμεν ἐς
6978493 Ἠμος
πανημέριοι πονέονται τοῖς ἴκελοι ἥρωες ὑπὲξ ἁλὸς εἷλκον ἐρετμά . Ἦμος δ ' οὔτ ' ἄρ πω φάος ἄμβροτον οὔτ
πύλας καὶ τεῖχος ἀμοιβαδὸν ὑπνώεσκον Ἀργείων στονόεσσαν ὑποτρομέοντες ὁμοκλήν . Ἦμος δ ' ἤνυτο νυκτὸς ἀπὸ κνέφας , ἔγρετο δ
6945625 μεσσην
τὸν δ ' ἰθὺς μεμαῶτα βάλ ' ἔγχεϊ δῖος Ἀχιλλεὺς μέσσην κὰκ κεφαλήν : ἣ δ ' ἄνδιχα πᾶσα κεάσθη
καὶ αὖθις βαῖνεν ἐπ ' αὐτόν , τύψε δέ οἱ μέσσην κατὰ γαστέρα : πᾶς δέ οἱ εἴσω ὀξύσχοινος ἔδυνε
6931042 πολυτειρεος
κακὴ καὶ ἀτάσθαλος Αἶσα . Τῶ νύ μ ' ἀκηχεμένην πολυτειρέος ἐκ βιότοιο νοσφίσατ ' ἐσσυμένως μηδ ' εἰς ἑὰ
. Οὐδέ τι Περσεύς , οὐδέ τι ἄκρα κόρυμβα μένει πολυτειρέος Ἀργοῦς : ἀλλ ' ἤτοι Περσεὺς μὲν ἄτερ γουνός
6929177 οὐρην
' ἐπὶ γοῦνα ἀμφότερ ' Ὑδροχόου , καὶ Κήτεος εἰναλίοιο οὐρήν , ἠδὲ Λαγωοῦ ἀπὸ στέρνων ἐπὶ μέσσα νισσόμενον ,
: στεινή τ ' ἐκτάδιός τε πέλει καὶ νῶτα καὶ οὐρήν : ῥινὸν δ ' ἀμφοτέροισιν ἐπικλείουσιν ἀοιδοὶ ῥιγεδανόν :
6924475 ἰδοιο
, ἱππόβοτος λιπαρή τε : πρὸς ἑσπερίην δ ' ἂν ἴδοιο τὴν ἑτέρην , ἣ κεῖται ὑπὸ ζαθέης πόδας Ἴδης
, δύνει δὲ κατὰ ῥάχιν Ἰχθῦς : ἥμισυ μέν κεν ἴδοιο μετήορον , ἥμισυ δ ' ἤδη ἐσχατιαὶ βάλλουσι κατερχομένου
6909885 μηνη
νύκτα . σκιερῆς : σκοτεινῆς . κνέφας : σκότος . μήνη : ἡ σελήνη . Κελαινιόωσι : μελαίνουσι , μελαίνονται
ἃς οὔθ ' ἥλιος προσδέρκεται ἀκτῖσιν οὔθ ' ἡ νύκτερος μήνη ποτέ . πέλας δ ' ἀδελφαὶ τῶνδε τρεῖς κατάπτεροι
6900302 Ἠως
ἐπὶ δὲ τῆς σωματοειδοῦς ἀλλ ' ἤτοι Κλεῖτον χρυσόθρονος ἥρπασεν Ἠώς . ἦις , ἦσθα , φησίν , διαφέρει παρὰ
φάω φάσω φαλὸς καὶ φαλιός : „ φάε δὲ χρυσόθρονος Ἠώς „ . . . . . φλόξ , ,
6894149 ὠκεανοιο
τὰ περὶ τὰς πλημμυρίδας τοῦ ὠκεανοῦ καὶ τὰς ἀμπώτεις ἀψορρόου ὠκεανοῖο , λέγοντα καί „ τρὶς μὲν γάρ τ '
οὐκ ἐπίοπτος , ὁ δ ' ἀντίος ἐκ βορέαο ὑψόθεν ὠκεανοῖο . Δύω δέ μιν ἀμφὶς ἔχουσαι Ἄρκτοι ἅμα τροχόωσι
6888221 παρακεκλιται
δὲ αἴτιον , ὅπερ ἔφην . τὸ μὲν γὰρ πρῶτον παρακέκλιται ἡ διάνοια καὶ ἐπιτεταμένως περὶ αὐτὰ ἐνεργεῖ , ὥσπερ
τετραμμένος , ἄχρις Ἐλανῶν . κεῖθεν δ ' ὀλβίστων Ἀράβων παρακέκλιται αἶα , πολλὸν ἀνερχομένη , δισσῇ ζωσθεῖσα θαλάσσῃ ,
6887705 αἰα
μιν ἄλλυδις ἄλλῃ ἐσκέδασεν διὰ τυτθά : περίαχε δ ' αἶα καὶ αἰθήρ , ἐκλύσθη δ ' ἄρα πᾶσα περίδρομος
* ἵξεται : εἰσίξεται ἡ αἶσα ἐλεύσεται * αἶσα : αἶα . * ἤτοι : δηλονότι ἀλλ ' ἤτοι θέρεος
6883585 μεσσοθι
ἀνθρώπους . Τῷ μή μοι πελάγει νεφέων εἰλυμένῳ ἄλλῳ εὔχεο μεσσόθι κεῖνο φανήμεναι οὐρανῷ ἄστρον , αὐτὸ μὲν ἀνέφελόν τε
μὲν ἐπικραδάοιεν ἄκοντας ἀμφιδύμους ταναούς , δρεπάνην δ ' ἐπὶ μεσσόθι ζώνης : καὶ γὰρ καὶ θήρεσσι πικρὸν φόνον ἐντύνοιντο
6877946 φαεινεται
πάντα καὶ ἔγχνοα , τοῖα κονίης ἢ καὶ ἀπὸ σπληδοῖο φαείνεται ὅστις ἐπαύρῃ . τῷ ἴκελος Περσεῖος ὑποτρέφεται πετάλοισι ,
ἢ ὡς ἐκεῖνός φησι γράφεσθαι : „ ἢ Κριῷ ἀνιόντι φαείνεται ἢ ἐπὶ Ταύρῳ , ” ἢ νὴ Δία ,
6873158 μεσσον
θυμὸν ἀλυίων , [ οἱ ] δ ' ἄλλοι κατὰ μέσσον ἐελμένοι ἠύτε κάπροι [ ! ! ] θόμενοι ?
ἀποπροέηκε χαμᾶζε κτεινόμενος : τῷ τόν γε κατ ' αὐχένα μέσσον ἔλασσε : φθεγγομένου δ ' ἄρα τοῦ γε κάρη
6871635 Δελφιν
θέαν τῆς πομπῆς ἦλθε , φησί , καὶ ἰδοῦσα τὸν Δέλφιν ἠράσθη αὐτοῦ . εἰώθασι γὰρ τῇ Ἀρτέμιδι κανηφορεῖν αἱ
ἐλθεῖν τῆς πομπῆς , καὶ οὕτω συμβέβηκεν ἰδεῖν με τὸν Δέλφιν . ἁ μεγάλοιτος : ἡ μεγάλως δυστυχής . οἶτος
6871232 ἠελιου
ἀλλ ' ἄρα κἀκεῖθεν πάλιν ἤλυθε Σίσυφος ἥρως ἐς φάος ἠελίου σφῆισι πολυφροσύναις οὐδ ' εἰ ψεύδεα μὲν ποιοῖς ἐτύμοισιν
δὲ ἰδόντες θαύμαζον κατὰ δῶμα διοτρεφέος βασιλῆος . ὥστε γὰρ ἠελίου αἴγλη πέλεν ἠὲ σελήνης δῶμα καθ ' ὑψερεφὲς Μενελάου
6870100 Νοτος
δὲ ὁ Βορέας πνεῦσον ἐν Λυδίᾳ , σὺ δὲ ὁ Νότος ἡσυχίαν ἄγε , ὁ δὲ Ζέφυρος τὸν Ἀδρίαν διακυμαινέτω
λίνον πνοιῇσι πετάσσας οὔριον , ἐς Βορέην μέν , ἐπὴν Νότος ὑγρὸς ἄῃσιν : ἐς Νοτίην δὲ θάλασσαν ἐπειγομένου Βορέαο
6864925 ἀντελλει
πᾶσα δ ' εὐθαλὴς Αἴγυπτος ἁγνοῦ νάματος πληρουμένη φερέσβιον Δήμητρος ἀντέλλει στάχυν . . Αἰγύπτιος . . . : .
κατάγει δ ' Ὄφιν αὐχένος ἐγγύς . καὶ πάλιν : ἀντέλλει δ ' Ὕδρης κεφαλὴ χαροπός τε Λαγωός καὶ Προκύων
6855103 Κητεος
Νότιον δέ ἑ κικλήσκουσιν . Ἄλλοι δὲ σποράδην ὑποκείμενοι Ὑδροχοῆϊ Κήτεος αἰθερίοιο καὶ Ἰχθύος ἠερέθονται μέσσοι νωχελέες καὶ ἀνώνυμοι :
μέσσοιο διεκπερόωντ ' ἐπὶ γοῦνα ἀμφότερ ' Ὑδροχόου , καὶ Κήτεος εἰναλίοιο οὐρήν , ἠδὲ Λαγωοῦ ἀπὸ στέρνων ἐπὶ μέσσα
6845553 γαιης
: [ βορέης ] τε νότος τ ' ἐν πείρασι γαίης [ ] οισι μινυνθάνει : ἀγλαὸν ἥβην [ ´πησι
καὶ ὁ Κολοφώνιος Ξενοφάνης : φησὶ γάρ : πάντες γὰρ γαίης τε καὶ ὕδατος ἐκγενόμεσθα . ἐκ γῆς δὲ καὶ
6843899 ὑπερθεν
πλατέῃ παρὰ λίμνῃ , αὐχμαλέοι κορυφάς , τροχοκουράδες , αὐτὰρ ὕπερθεν ἵππων δαρτὰ πρόσωπ ' ἐφόρευν ἐσκληκότα καπνῷ . νηῦς
οὐρὰν παρ ' αὐτὴν ἐξικνούμενος κάρα . Δελφὶς δ ' ὕπερθεν Οἰστὸς Αἰετός θ ' ὁμοῦ : αὐτὸς Δράκοντα δ
6842880 τημος
, τοῖσι δ ' ὁμοῦ βεβαῶσι Κρόνος τετράγωνος ὁρῆται , τῆμος ἐνὶ στέρνοισι χολὴ ζείουσα μέλαινα ἀνθρώποις παρέπλαγξε νόον ,
διὰ τὸ πρὸς μεσημβρίαν ἀνατέλλειν αὐτὸν καὶ ταχέως δύνειν . τῆμος ἀδηκτοτάτη : ἀβρωτάτη , ὅτι τότε σκώληξ οὐκ ἐσθίει
6838296 αἰγλη
τὸ λίαν γίνεται αἴγλη : πάνυ γάρ ἐστιν ὁρμητικὴ ἡ αἴγλη . οὕτως εὗρον ἐν Ἐπιμερισμοῖς τοῦ Ψαλτῆρος . σημαίνει
αὐτοὺς κύματα μακρὰ φέροντο : περὶ στεροπῇσι δ ' ἀνάσσης αἴγλη μαρμαίρεσκε διὰ κνέφας ἀίσσουσα . Οἳ δ ' ἄποτον
6824045 Ἀρκτος
' ἕλεν ὕπνος . ἆμος δὲ στρέφεται μεσονύκτιον ἐς δύσιν Ἄρκτος Ὠρίωνα κατ ' αὐτόν , ὃ δ ' ἀμφαίνει
τοῦ πανσέπτου καὶ παντάρχου . Τέλος τοῦ πρώτου βιβλίου . Ἄρκτος θηρίον ἐστί , ζῷον δασὺ καὶ νωθρόν , κατὰ
6811798 κνεφας
μέθυ ἡδύ . ἦμος δ ' ἠέλιος κατέδυ καὶ ἐπὶ κνέφας ἦλθεν , οἱ μὲν κοιμήσαντο κατὰ μέγαρα σκιόεντα .
μετ ' ἠὼ πιόμενον : τοὶ δ ' αἶψα κατὰ κνέφας ὁρμηθέντες ἀγρευτῆρες ἄγουσιν ἐείκοσιν ἀμφιφορῆας οἴνου νηδυμίοιο , τὸν
6811702 φανη
ἢ τὸ πνεῦμα γὰρ αὐτοὺς τὸ σῷζον ἧκεν ἢ ' φάνη λιμήν . ἐμοὶ δὲ τοῦτ ' οὐκ ἔστιν :
τι δαίμονες θέλωσιν οὐδὲν φρενοάραις βροτοῖς : νᾶα πάρα λεπτόπρυμνον φάνη : φεῦ , οἵαισιν ἐν φροντίσι Κνώσιον ἔσχασεν στραταγέταν
6807209 μεσσηγυς
Ἀτρεΐδης δουρικλειτὸς Μενέλαος πρόσθεν ἕθεν φεύγοντα μετάφρενον οὔτασε δουρὶ ὤμων μεσσηγύς , διὰ δὲ στήθεσφιν ἔλασσεν , ἤριπε δὲ πρηνής
ἐννοουμένῃ . ἀλύει : ἀδημονεῖ . Οἱ : αὐτῷ : μεσσηγύς : διὰ μέσης . κύκλα : διαδρομαί . Λισσομένη
6806111 ὑψι
' Ἀβαντιάδης , ὁ δ ' ἄρ ' ἔκποθεν ἀφράστοιο ὕψι μάλ ' ἐκ δονάκων ἀνεπάλμενος , ἤλασε μηρόν ἀίγδην
εἰς ψει διὰ διφθόγγου γράφονται , οἷον αὐτοψεί πλὴν τοῦ ὕψι , ἀντὶ τοῦ ἐφ ' ὕψους . Τὰ εἰς
6797773 δυεται
Σελήνη φαεσφοροῦσα τεύξεται , ἀλλ ' ὁτὲ μὲν ἑσπέρας φανεῖσα δύεται , ὁτὲ δὲ ἐπίμονος μέχρι τινὸς μέρους , ἔσθ
τῷ σχήματι κεχρημένης ἄλλοτε παρ ' ἄλλοις ἕκαστα αὐτῶν καὶ δύεται καὶ ἀνατέλλει καὶ τούτου ἕνεκα δεήσει ἅμα καὶ σβέννυσθαι
6789933 ἡχι
? ⌋ [ ] ! ! ν ? βου [ ἧχι πολυκροκάλοιο ] ⌊ [ παρ ' ἀνδήροισι ⌋ Νεμείης
τῶν δ ' ἰξύας ἄχρις ἱκέσθαι αἰδοίων ἐφύπερθε διαμπερές , ἧχι μάλιστα Ἄρεος ἀκαμάτοιο πέλει πολυώδυνος αἰχμή . Πάντῃ δ
6783184 φαεινῃ
γαῖαν . ] ” ὣς ἄρα φωνήσας ' ἵμασεν μάστιγι φαεινῇ ἡμιόνους : αἱ δ ' ὦκα λίπον ποταμοῖο ῥέεθρα
σάκος στέρνοιο κάλυψε καλὸν δαιδάλεον , κόρυθι δ ' ἐπένευε φαεινῇ τετραφάλῳ : καλαὶ δὲ περισσείοντο ἔθειραι χρύσεαι , ἃς
6777198 ῥοδοδακτυλος
. εἶτα , ὡς μὲν ὅτ ' Ὠρίων ' ἕλετο ῥοδοδάκτυλος Ἠώς : ὡς δ ' ὁπότ ' Ἰασίωνι ἐϋπλόκαμος
: καὶ [ Α ] ἦμος δ ' ἠριγένεια φάνη ῥοδοδάκτυλος Ἠώς . αὖθις συστέλλειν ἡμᾶς βουλόμενος ἐπὶ τῶν πολεμικῶν
6776118 πυριλαμπεος
δ ' ἀκάμαντος ἐπὴν πυριμάρμαρος ἀστὴρ εἰς μέσον οὐρανίης προφανῇ πυριλαμπέος αἴθρης , ἢ γονίμῃ ὥρῃ πανεπίσκοπα φέγγεα βάλλῃ ,
, κέγχροις ὅτ ' ἐοικότα πάντη κύκλῳ σήματ ' ἔχει πυριλαμπέος ἐγγύθι μύξης : ἄνθρακι δὲ ζώοντι χαλάζης , ὁππότε
6775814 νειοθι
οὖν βορέω καὶ ἀλήσιος ἠελίοιο μεσσηγὺς κέχυται : τὰ δὲ νειόθι τέλλεται ἄλλα πολλὰ μεταξὺ νότοιο καὶ ἠελίοιο κελεύθου .
τι εἶδος οὔτε τὰ τεύχεα καλά , τά που μάλα νειόθι λίμνης κείσεθ ' ὑπ ' ἰλύος κεκαλυμμένα : κὰδ
6769251 ἠματιος
σὺν πᾶσι χρήεσσι . πρὸ γάρ τ ' ἀλέγυνεν ἕκαστα ἠμάτιος : θῆλυν μὲν ὄιν γάλα τ ' ἔκτοθι ποίμνης
: ἢ παρὰ τὸ σειριάειν , τουτέστι λάμπειν . ἔρχεται ἠμάτιος : διὰ τὸ εἶναι μικρὰν τὴν ἡμέραν : τὸ
6766868 ἀμυδις
ὀστέα κεῖνα μετ ' ἀνδράσιν Ἀψυρτεῦσιν . Οἱ δ ' ἄμυδις πυρσοῖο σέλας προπάροιθεν ἰδόντες τό σφιν παρθενικὴ τέκμαρ μετιοῦσιν
. Τρώων δὲ κλαγγή τε καὶ ἄσπετος ὦρτο κυδοιμὸς θυνόντων ἄμυδις : θηεῦντο δὲ μέρμερα ἔργα ὅσς ' ἄνδρες ῥέξαντες
6762288 Ὠκεανοιο
τ ' ἀσφάλτῳ τε πολυφλοίσβῳ τε θαλάσσῃ ἐξ ἀκαλαρρείταο βαθυρρόου Ὠκεανοῖο . ἀλλὰ μάκαρ Ἀὴρ διὰ τῶν νεφέων διάπεμψον Ἀντικύραν
ὁτὲ δὲ οὕτως : δ ' ὅσσον κοίλοιο κατ ' Ὠκεανοῖο δύηται , τόσσον ὑπὲρ γαίης φέρεται : πάσῃ δ
6759660 Ἡμερη
τε καὶ ἀκαμάτῃσι χέρεσσιν ἀστεμφέως , ὅθι Νύξ τε καὶ Ἡμέρη ἆσσον ἰοῦσαι ἀλλήλας προσέειπον ἀμειβόμεναι μέγαν οὐδὸν χάλκεον :
. ] Νυκτὸς δ ' αὖτ ' Αἰθήρ τε καὶ Ἡμέρη ἐξεγένοντο : ἄλλως : ὅντινα Τιθωνὸν ὁ τέθριππος ὄχος
6751588 προχοῃσιν
σφετέρῃς μιχθέντες ἀνάσσαις , τῶν καὶ νῦν γένος ἐστὶν ἐπὶ προχοῇσιν Ἄληκος . τοὺς δὲ μεθ ' ἑξείης Μεταπόντιοι :
, ἀγχόθι πηγάων καλλιρρόου Ἠριδανοῖο , οὗ ποτ ' ἐπὶ προχοῇσιν ἐρημαίην ἀνὰ νύκτα Ἡλιάδες κώκυσαν , ὀδυρόμεναι Φαέθοντα :
6746643 ἀμαρυγαι
ἀμφίδυμοι πανομοίϊον ἀμφιέσαντο : ἶσαι μὲν βλεφάροισιν ὕπ ' ὀφθαλμῶν ἀμαρυγαὶ ἱμερόεν στράπτουσι : προσώπατα δ ' ἀμφοτέρῃσι φαιδρὰ πέλει
Κηφεὺς ἠῴου παρελαύνεται ὠκεανοῖο , ἦμος καὶ μεγάλοιο Κυνὸς πᾶσαι ἀμαρυγαὶ δύνουσιν , καὶ πάντα κατέρχεται Ὠρίωνος , πάντα γε
6745116 ἐνδοθι
δίνῃ πορφύροντα διήνυσαν Ἑλλήσποντον : ἔστι δέ τις αἰπεῖα Προποντίδος ἔνδοθι νῆσος τυτθὸν ἀπὸ Φρυγίης πολυληίου ἠπείροιο εἰς ἅλα κεκλιμένη
καὶ πρόσθεν ἐμῆς ἐπάκουσεν ἐφετμῆς Ἕκτωρ , ὁππότε μιν κατερήτυον ἔνδοθι πάτρης . Ὣς φάτο Πουλυδάμαντος ἐὺ σθένος : ἀμφὶ
6741015 προτερωσε
ἔσω ἁλός . οἱ δέ μιν αὖθι ἂψ ἀνασειράζοντες ἔχον προτέρωσε κιοῦσαν : σκαλμοῖς δ ' ἀμφὶς ἐρετμὰ κατήρτυον ,
δ ' ἀκτὴν Ἀφέτας Ἀργοῦς ἔτι κικλήσκουσιν . Ἔνθεν δὲ προτέρωσε παρεξέθεον Μελίβοιαν , ἀκτήν τ ' αἰγιαλόν τε δυσήνεμον
6740467 ἑσπεριην
ἑτέρης : ἑτέρην δ ' ἂν ἴδοις προτέρωσε περήσας , ἑσπερίην : τῆς πρόσθε δύω νησῖδες ἔασι , Μῆνιγξ καὶ
: ὡς καὶ ἐπ ' ἐκείνων ἔλεγεν , ὀξὺ μὲν ἑσπερίην , πλατὺ δ ' ἀντολίην ὑπὸ μέσην : ὅθεν
6738524 ἐπιτελλεται
στροφάλιγγες ἀπείριτοι εἱλίσσονται , ἄλλη δ ' αἶψ ' ἑτέρῃ ἐπιτέλλεται αἰὲν ἐπιπρό νειόθεν ἰλίγγοισιν ἐπήορος ἀίσσουσα ὧς τότε κεῖνο
ἂν δ ' ἑξήκοντα μετὰ τροπὰς ἠελίοιο , ἕως τοῦ ἐπιτέλλεται ἀκροκνέφαιος : αὕτη ἐστὶν ἡ ἑσπερία ἐπιτολὴ τοῦ Ἀρκτούρου
6735297 ἠεροεντα
, τὰ δ ' ἔνερθε διωκομένοιο Λαγωοῦ πάντα μάλ ' ἠερόεντα καὶ οὐκ ὀνομαστὰ φέρονται . Νειόθι δ ' Αἰγοκερῆος
, εἴτ ' ἐπ ' ἀριστερὰ τοί γε ποτὶ ζόφον ἠερόεντα . ” καὶ πάλιν „ ὦ φίλοι , οὐ
6734849 εἰαρος
Ἀλκμὰν δὲ διὰ τοῦ σ τὴν εὐθεῖαν ἐκφέρει : ἁλιπόρφυρος εἴαρος ὄρνις . καὶ τὴν γενικήν : οἶδα δ '
' ὥς τ ' ἢ ἀνέμων ἰαχὴ πέλε λάβρον ἀέντων εἴαρος ἀρχομένου , ὅτε δένδρεα μακρὰ καὶ ὕλη φύλλα φύει
6733299 Κενταυροιο
ὁπόσην ἐπέχει ποσίν : ἐν δέ οἱ Ἀργὼ καὶ μέγα Κενταύροιο μετάφρενον , ἐν δέ τε κέντρον Σκορπίου : ἐν
σπήλυγγος προπάροιθεν ἀλυσκάζοντες ἔμιμνον : οἰωνοί τ ' ἐκυκλοῦντο βοαύλια Κενταύροιο ταρσοῖς κεκμηῶσιν , ἑῆς δ ' ἐλάθοντο καλιῆς .
6732581 συμφορεονται
, ἀλλ ' αἰεὶ κρυερῷ τε καὶ ἄσχετα μαργαίνοντι ὕδατι συμφορέονται , ὃ καὶ γαίηθεν ἰδέσθαι δεῖμα φέρει καὶ μοῦνον
' Ἔριφοι λαιοῦ τε θέναρ ποδὸς Αἰγὶ σὺν αὐτῇ Ταύρῳ συμφορέονται , ὅτε λοφιή τε καὶ οὐρὴ Κήτεος αἰθερίοιο περαιόθεν
6732033 ἠελιῳ
καί οἱ μελέων διακέκριται ἄλλων κινῆσαι χειμῶνας , ὅτ ' ἠελίῳ συνίωσιν . Ἀλλὰ τὰ μὲν , κεφαλήν τε καὶ
: πολλαὶ ἔσονται μεταβολαί . ἤδη νῦν Φοίνικες ὑπ ' ἠελίῳ δύνοντι : τοὺς Καρχηδονίαν οἰκοῦντάς φησι Φοίνικας . οὗτοι
6728055 μετηορον
εἴδεσιν ὃς τοίοισιν ὅλον δέμας ἐστεφάνωται : βαιὸν ὑπὲρ δειρῆφι μετήορον ὕψι κάρηνον ἀείροι , μέγας αὐτὸς ἐὼν περιηγέα γυῖα
ἀνεῖλκε , φίλου πυρὸς ἡνιοχῆα . οἱ δὲ σέλας πυρσοῖο μετήορον ἀθρήσαντες νῆας ἀνεκρούσαντο παλιγγνάμπτοισι κελεύθοις Ἀργεῖοι σπεύδοντες , ἅπας
6724183 ὑπενερθε
οὐδέν , ἀτιμάσασα πανταχῇ πέτεται κατὰ Πίνδαρον τά τε γᾶς ὑπένερθε καὶ τὰ ἐπίπεδα γεωμετροῦσα , οὐρανοῦ τε ὕπερ ἀστρονομοῦσα
ἀνὰ σάρκα τιταίνει , ἥ ῥά οἱ ἐκ γένυος νεάτης ὑπένερθε πέφυκε λεπτή τ ' ἀργεννή τε , κακὴ δέ
6719519 Ἀνδρομεδης
δὲ κνήμη καὶ ἀριστερὸς ὦμος ἐπ ' αὐτοῦ Περσέως , Ἀνδρομέδης δὲ μέσην ἀγκῶνος ὕπερθεν δεξιτερὴν ἐπέχει : τὸ μέν
οἷα σελήνῃ σκέψασθαι , ζώνῃ δ ' ἂν ὅμως ἐπιτεκμήραιο Ἀνδρομέδης : ὀλίγον γὰρ ὑπ ' αὐτὴν ἐστήρικται , μεσσόθι
6717772 φαινετο
χρόνον , οὐδέ πῃ εἶχεν θαρσαλέως ὑποδέχθαι , ἐπεὶ μέγα φαίνετο ἔργον . ὀψὲ δ ' ἀμειβόμενος προσελέξατο κερδαλέοισι :
πᾶσα περαίη Θρηικίης ἐνὶ χερσὶν ἑαῖς προυφαίνετ ' ἰδέσθαι : φαίνετο δ ' ἠερόεν στόμα Βοσπόρου ἠδὲ κολῶναι Μύσιαι :
6716846 δοχμιος
πρῶτα χαράσσων : νῦν δὲ μεταστήσας δέμας αἰόλον ἠρέμα δύνει δόχμιος ὀρθοκάρηνος ὀλισθαίνων ἀπ ' Ὀλύμπου , λαμπάδα νυκτιχόρευτον ἐπικλίνων
τρέχων / ἔνδοθεν ὡς ἐμέ ] τὸ ιβʹ καὶ ιγʹ δόχμιος συζυγία . ὦ τέκνον : ὦ παῖ παῖ /
6711846 Ἰσσικος
νότον ὁ Τυρρηνικός : ζʹ ἀνατολικώτερος τούτου κυρτὸν ἐπιστρεφόμενος ὁ Ἰσσικός : ηʹ ὁ Κρητικός : θʹ ὁ Εὔξεινος πόντος
ἀγὼν συνέπεσεν Ἀλεξάνδρῳ καὶ Δαρείῳ : καὶ ὁ κόλπος εἴρηται Ἰσσικός : ἐν αὐτῷ δὲ πόλις Ῥωσὸς καὶ Μυρίανδρος πόλις
6708122 ἀμφιτριτης
χειμερία οὖσα ταραχθῇ . ζέει : βράζει , ἀναβράζει . ἀμφιτρίτης : θαλάσσης . Προὔχουσαν : προβλήτιδα , προέχουσαν ,
Κασπιάδων πυλέων νοτιώτερον οἶμον ἔχουσα , ἑλκομένη καὶ μέχρις ὁμωνύμου ἀμφιτρίτης . τριχθὰ δέ μιν ναίουσι διασταδόν , οἱ μὲν
6706119 ὑπενερθεν
φυλῆς , οὓς Διόδωρος καλεῖσθαί φησι Παιανιέαν καθύπερθεν καὶ Παιανιέαν ὑπένερθεν : ὁμοίως δ ' ἑκατέρου τῶν δήμων τὸν δημότην
αἱ μὲν ἀπὸ στιβαρῶν ὤμων δύο , ταὶ δ ' ὑπένερθεν τέσσαρες αἰνοτάτῃσιν ἐπὶ πλευρῇς ἀραρυῖαι : ἰσθμὸν δ '
6702818 Ἁρμονιης
αὖ περὶ χῶρον ἴδοις περιηγέα τύμβον , τύμβον , ὃν Ἁρμονίης Κάδμοιό τε φῆμις ἐνίσπει : κεῖθι γὰρ εἰς ὀφίων
μὲν οὐδ ' αἴης λάσιον μένος οὐδὲ θάλασσα : οὕτως Ἁρμονίης πυκινῶι κρύφωι ἐστήρικται Σφαῖρος κυκλοτερὴς μονίηι περιηγέι γαίων .
6702059 βεβαυια
ἀφίκηται . εἰ δ ' ἄρ ' ὑπὲρ κέντροιο Σεληναίη βεβαυῖα τὴν αὐτὴν ἐπέχῃ μοῖραν πολεμοκλόνῳ Ἄρῃ , ἢ ζῶον
: οὐ μὴν πᾶσα διαπρὸ περίδρομος , ἀλλὰ διαμφὶς ὀξυτέρη βεβαυῖα πρὸς ἠελίοιο κελεύθους , σφενδόνῃ εἰοικυῖα . Τί γὰρ
6701336 ἐνναεται
τε παλαίφατοι ἐνναετῆρες : τὸ τρίτον ἀγρώσσουσιν ὅσοι Τρινακρίδι νήσῳ ἐνναέται πόντου τε παρ ' οἴδμασι Τυρσηνοῖο . ἔνθεν ἀπειρεσίοις
αὐτή νῆσος ὁμῶς κεχάροιτο καὶ οἳ λάχον ὄργια κεῖνα δαίμονες ἐνναέται , τὰ μὲν οὐ θέμις ἄμμιν ἀείδειν : κεῖθεν
6701111 ὀρεος
εἰσανέβησαν , ὅ μιν τότε κουρίζοντα Δίκτῃ ἐν εὐώδει , ὄρεος σχεδὸν Ἰδαίοιο , ἄντρῳ ἐγκατέθεντο καὶ ἔτρεφον εἰς ἐνιαυτόν
Ἀνόπαια : τείνει δὲ ἡ Ἀνόπαια αὕτη κατὰ ῥάχιν τοῦ ὄρεος , λήγει δὲ κατά τε Ἀλπηνὸν πόλιν , πρώτην
6695073 οὐρος
τοὺς ἀνάντεις τόπους . οὐρίαχοι ὁ οὔραχος τοῦ δόρατος . οὖρος ὁ φύλαξ , καθὸ συνήθως : “ οὖρος Ἀχαιῶν
, ἀλλὰ προσεπισφραγιζόμενος τὸ τῆς ἐξουσίας προσέθηκεν , Ἧι λιγὺς οὖρος ἐπιπνείῃσιν ὄπισθεν , τῇ νηὶ δὴ λέγων τῇ πλεούσῃ
6689607 ζοφος
ὑπ ' Αἰακίδαο χέρεσσι δάμνασθ ' : ἀμφὶ δέ μιν ζόφος ἔκρυφε : τὴν δ ' ὀρόθυνεν αἰὲν ἄιστος ἐοῦσα
λέγων ὦ φίλοι , οὐ γάρ τ ' ἴδμεν ὅπῃ ζόφος οὐδ ' ὅπῃ ἠώς , οὐδ ' ὅπῃ ἠέλιος
6677182 Δελτωτον
Δελτωτὸν ] Κασσιέπεια Κηφεὺς ἀπὸ κεφαλῆς ἕως ὀσφύος . παρεῖται Δελτωτόν . Τοξότου ἀνατέλλοντος ἀνατέλλει Ὀφιούχου σῶμα Ὄφεως τὸ λοιπὸν
, Ἀρκτοφύλαξ , Ἡνίοχος ἐφ ' ὧι Αἲξ Ἔριφοι , Δελτωτόν , Ἵππος , Ὀιστός , Ἀετός , Ὀφιοῦχος ,
6666335 οὐρη
τοῦ συνῆκται , ἔσφιγκται , πέπλεκται . πεδανὴ δέ οἱ οὐρή : καὶ γὰρ πεδανὴ λέγεται ἡ λεπτὴ οὐρὰ καὶ
κύνεσσι πανείκελον ὠπήσαιο μείζοσι ποιμενικοῖς , λασίη δ ' ἐπιέσπεται οὐρή : ἡ δέ τε κυρτοῦται μεσάτην ῥάχιν , ἀμφὶ
6660039 ἑκατερθεν
κάμε τέχνῃ , πυκνὰ συναΐσσοντες : ἐπέψαυον δὲ λόφοισιν ἀλλήλαις ἑκάτερθεν ἐρειδόμεναι τρυφάλειαι . Ζεὺς δὲ μέγ ' ἀμφοτέροισι φίλα
θοῆς ἐπεβήσατ ' ἀπήνης , σὺν δέ οἱ ἀμφίπολοι δοιαὶ ἑκάτερθεν ἔβησαν . αὐτὴ δ ' ἡνί ' ἔδεκτο καὶ
6657974 κικλησκουσιν
εσιν ὀπφθαλμοῖσιν [ τετακγμένοι ] ? μύσσται [ ] σοφὸν κικλήσκουσιν μαντικὸν ] ὄντα προφήτην [ [ ] λαροισιν ?
τοὔνομα θηρσὶ κατηγορέει , φορέουσι . Τοὺς δ ' ἄρα κικλήσκουσιν ἐνὶ ξυλόχοισιν ἰόρκους : κἀκείνοις ἐλάφοιο δέμας , ῥινὸν
6655725 ἡιχι
πάλλε βεβαμμένον : ἄλλο δὲ τείνων ὀμβροτόκον κούφιζε μετάρσιον , ἧιχι φανέντες Ὄμβροι παῖδες ἔασι , περίπλοκον ἅμμα βαλόντες ,
πολυσπερέων δαΐδων ἀμάρυγμα τινάσσων κῶνος ἀερσιπότητος ἐλαύνεται ὀξέϊ παλμῶι , ἧιχι φαεινομένων σελάων πολυαύχενος ὁρμὴ εἰς δέκα τεμνομένη θωρήσσεται :
6647522 ἀκρης
μετ ' ἀντολίηνδε Χελιδόνιαι γεγάασι τρεῖς νῆσοι μεγάλης Παταρηΐδος ἔνδοθεν ἄκρης . Κύπρος δ ' εἰς αὐγὰς Παμφυλίου ἔνδοθι κόλπου
νήιος ἐκ κοτίνοιο φάλαγξ , θαλέθει δέ τε φύλλοις , ἄκρης τυτθὸν ἔνερθ ' Ἀχερουσίδος . εἰ δέ με καὶ
6644689 κεχυται
τηλεθάει δάφναις καὶ μύρτοισι καὶ εὐώδει κυπαρίσσῳ , ἔνθα πέριξ κέχυται βοτρυόπαις ἕλικι ἄμπελος , εἰαρινοὶ δὲ λιγυφθόγγοισιν ἀοιδαῖς κόσσυφοι
τηλεθάει δάφναις καὶ μύρτοισι καὶ εὐώδει κυπαρίσσῳ , ἔνθα πέριξ κέχυται βοτρυόπαις ἕλικι ἄμπελος : εἰαρινοὶ δὲ λιγυφθόγγοισιν ἀοιδαῖς κόσσυφοι
6639776 Κητος
τινα πρὸς πόλον : Ὑάδαι καὶ Πλειάδες τε καὶ ὑποκάτω Κῆτος , Ὠρίων ξίφος ἐν χερσὶ κατέχων φασγανῶδες σὺν Ἅρμα
δὲ Ἵππου τὸ λοιπὸν Ὄρνιθος μεγάλου οὐρὰ Ἀνδρομέδας κεφαλὴ καὶ Κῆτος ἕως λοφιᾶς Κηφέως κεφαλὴ καὶ ὦμοι καὶ χεῖρες .
6637357 ἠπειροιο
: ὡς ἔχει ταυτί ῥόχθει γὰρ μέγα κῦμα ποτὶ ξερὸν ἠπείροιο . αὐτὸς δὲ κλάγξας πέτετο πνοιῇς ἀνέμοιο . αἰγιαλῷ
δέ τις αἰπεῖα Προποντίδος ἔνδοθι νῆσος τυτθὸν ἀπὸ Φρυγίης πολυληίου ἠπείροιο εἰς ἅλα κεκλιμένη , ὅσσον τ ' ἐπιμύρεται ἰσθμός
6635727 θυελλα
ἀπὸ τοῦ ἄω ἄελλα , οὕτως καὶ ἀπὸ τοῦ θύω θύελλα . Ὀψέ : μόλις . ἀπολήξασα : παύσασα ,
καταντίον Ἀτρυτώνης , δὴ τότε παύσατο κῦμα , κατευνήθη δὲ θύελλα σμερδαλέη , καὶ χεῦμα κατεπρήυνε γαλήνη . Οἳ δὲ
6632872 ἠλιβατος
. ἔστι δέ τις ἄκρη Ἑλίκης κατεναντίον Ἄρκτου , πάντοθεν ἠλίβατος , καί μιν καλέουσι Κάραμβιν , τῆς τ '
, ἧχί τε καὶ χάλκειος ἐς οὐρανὸν ἔδραμε κίων , ἠλίβατος , πυκνοῖσι καλυπτόμενος νεφέεσσιν . πόντος μὲν πρώτιστος Ἰβηρικὸς
6623375 Μηνη
ὑπ ' ἄστρων μαρτυρίῃσιν . ὣς δ ' αὕτως καὶ Μήνη ἑὸν δόμον ἀμφιβεβῶσα πρήξιας ἀνθρώπων ἀγαθὰς καὶ κῦδος ὀπάζει
ἔσσεται , αὐξομένη δὲ χερειότερ ' ἔργα τελέσσει . καὶ Μήνη σύνδεσμον ἐπὴν μέλλῃσιν ἄνασσα λυέμεναι τόδε σῆμα κακῶν τεκμήρατο
6623265 κυκλοτερης
βραχυτέρη ἐοῦσα , καὶ καμπυλωτέρη , καὶ ἰθυτέρη , καὶ κυκλοτερής : καὶ πολλαὶ ἄλλαι ἰδέαι τοῦ τοιουτέου τρόπου ,
ἀσπίδος περιφέρειαν . ἅλωα : ἀπὸ τοῦ ἅλωνος , ἐπεὶ κυκλοτερής ἐστιν , ὥσπερ καὶ οἱ περὶ τὸν ἥλιον καὶ
6622500 μεσση
Θαργηλιῶνος . . . νὺξ δ ' ἀρ ' ἔην μέσση , λαμπρὴ δ ' ἐπέτελλε σελήνη . . .
[ ] ? [ ] οι , τῶν δέ τε μέσση ? [ ] [ λεχωιὰς ] Ὠγυγίη χθών [
6612198 ἀσπετος
Ὀλυμπίου εἰσὶν ἀοιδοί , ἃς ἐν χέρσῳ θρέψε Διὸς παῖς ἄσπετος ὄμβρος , λευκοτέρας χιόνος , ἔσθειν δ ' ἀμύλοισιν
ἂν δ ' ὀλοὸν σύριγξ ' ἐπὶ δ ' ἔβραχεν ἄσπετος αἰθήρ : Δένδρεα δ ' ἐσμαράγησε , κραδαινόμεν '
6611583 ἠως
ἀναπλώεσκεν : ἔπλεεν . ἀΰσας : βοήσας . Κεῖνο : ἤως ὠκύαλον . τό : ὅπερ . φήμιξεν : δωρικόν
ἀπέπεσε ] χαυνωθεὶς καὶ ἐξ ἀσελγείας [ θνήσκει ] , ἤως ἀπὸ τοῦ τῆς θηλυμανίας [ ἔρωτος ] : οὕτως
6610253 ἀποληγει
ἀλλ ' Ἕκτωρ πυρὸς αἰνὸν ἔχει μένος , οὐδ ' ἀπολήγει χαλκῷ δηϊόων : τῷ γὰρ Ζεὺς κῦδος ὀπάζει .
ἠὲ βάλῃσιν , ἀλλά τε καὶ περὶ δουρὶ πεπαρμένη οὐκ ἀπολήγει ἀλκῆς , πρίν γ ' ἠὲ ξυμβλήμεναι ἠὲ δαμῆναι
6605251 ἐξοπιθεν
Κρητῆρα . Φθάμενος δὲ Κύων πόδας αἴνυται ἄλλους , ἕλκων ἐξόπιθεν πρύμναν πολυτειρέος Ἀργοῦς . Ἡ δὲ θέει γαίης ἱστὸν
' ὀλίγον φησί : δὲ Κύων πόδας αἴνυται ἄλλους ἕλκων ἐξόπιθεν πρύμναν πολυτειρέος Ἀργοῦς . ἡ δὲ θέει γαίης ἱστὸν
6601923 θεουσα
πλείστοις ἡ αὐτὴ εἶναι καὶ Εἰλείθυια , ἀπαύστως εἰλουμένη καὶ θέουσα περὶ τὴν γῆν , ἣν εὔχονται ἐλθεῖν αὑταῖς ἠπίαν
Θέμιστι δὲ καλλιπαρῄῳ δέκτο δέπας : πρώτη γὰρ ἐναντίη ἦλθε θέουσα , καί μιν φωνήσας ' ἔπεα πτερόεντα προσηύδα :
6596306 ἀνεμοιο
ἀλλήλοις περὶ πρέμνα , τὰ δ ' οὔ ποτε ἲς ἀνέμοιο σφῶν ἀπὸ νόσφι βαλέσθαι ἐπισθένει : ὣς ἄρα τώ
νεφέων ἀνεμοτρεφές , ἡ δέ τε πᾶσα ἄχνῃ ὑπεκρύφθη , ἀνέμοιο δὲ δεινὸς ἀήτης ἱστίῳ ἐμβρέμεται , τρομέουσι δέ τε
6594695 κεραων
: διπλὰ δέ οἱ μετόπισθε μετάφρενα πίονα δημῷ : ὀξεῖαι κεράων δὲ μετήοροι ἀντέλλουσιν αἰχμαὶ πευκεδαναί , μελανόχροον εἶδος ἔχουσαι
ἐπερχομένῃσιν ἀρηρότα ποιήσασθαι . Αὐτὸς δ ' ἂν μάλα τοι κεράων ἑκάτερθε διδοίη ὠκεανὸς τά τε πολλὰ περιστέφεται ἑοῖ αὐτῷ

Back