πλέων καὶ κατάπλεων Ἀττικοί , πλήρη Ἕλληνες . πεπράσομαι πεπράσῃ πεπράσεται Ἀττικοί , πραθήσομαι πραθήσῃ πραθήσεται Ἕλληνες . πλεῖν ἢ
καὶ ἐκήρυξεν ὃς ἂν ἁλῷ ἔνδον ὢν τῶν στρατιωτῶν ὅτι πεπράσεται . τῇ δ ' ὑστεραίᾳ Κοιρατάδας μὲν ἔχων τὰ
7469237 τεχνολογια
στησάτων . Πληθ . Στήσατε , στησάτωσαν : πρόδηλος ἡ τεχνολογία ὁμοία οὖσα τοῖς ἀπὸ τῶν εἰς ω . Ἑνικά
ἐπὶ τούτοις ἡ θρυλουμένη παρὰ τοῖς διαλεκτικοῖς περὶ τῶν σοφισμάτων τεχνολογία . Παραπλήσια δὲ καὶ ἐπὶ τῆς διαστολῆς τῶν ἀμφιβολιῶν
7317389 σαθρων
Λύκος καὶ ὄϊν ποιμαίνει . Κεραμέως πλοῦτος : ἐπὶ τῶν σαθρῶν καὶ ἀβεβαίων καὶ εὐθραύστων . Κεραμεὺς ἄνθρωπος : ἐπὶ
παλαιότητος εἰς νέαν κατάστασιν εἰδοποιῶ , καὶ ἐπισκευαστὴς ὁ τῶν σαθρῶν οἰκοδόμος . ʃ ἐκ σαθρότητος νέας ποιήσαντες . εἰρηναῖον
7166201 Δειλια
Ϛʹ Κατάπληξις δὲ φόβος ἐκ μείζονος φαντασίας . [ ζʹ Δειλία δὲ ἀποχώρησις ἀπὸ φαινομένου καθήκοντος διὰ φαντασίαν δεινοῦ .
: ὡς ἐπίπαν τὸ ἐκ δέους ἢ δέοντος ἐκκρινόμενον . Δειλία : ἐκ τοῦ δέους λίαν . Δικιός ἐστιν ὁ
7158517 τιτθιων
. Οἶμαι . Τί δῆθ ' , ὅταν ξυνὼν τῶν τιτθίων ἔχωμαι ; Εὐδαιμονέστερος φανεῖ τῶν Καρκίνου στροβίλων . Οὔκουν
βδελυρὲ : Μισητὲ , ἀναίσχυντε . . εἰ ἡψάμην τῶν τιτθίων . . τὴν Ἑκάτην οὗτος ὡς σώφρων ὄμνυσιν .
7152378 ΘΝΖ
δεδειγμένα ἄρα ἐν τῷ μγʹ θεωρήματι ἴσον ἐστὶ τὸ μὲν ΘΝΖ τρίγωνον τῷ ΛΒΖΞ τετραπλεύρῳ , τὸ δὲ ΗΘΚ τρίγωνον
πρὸς τὸ ὑπὸ τῶν ΣΝΡ , οὕτως τὸ ὑπὸ τῶν ΘΝΖ πρὸς τὸ ὑπὸ τῶν ΞΝΖ . τὸ ἄρα ὑπὸ
7130706 ἀγνωσια
, καὶ αὕτη καταδίκη ψυχῆς κακῆς . κακία δὲ ψυχῆς ἀγνωσία . ψυχὴ γάρ , μηδὲν ἐπιγνοῦσα τῶν ὄντων μηδὲ
γενόμενα τάχα τῶν κακῶν αὐτοῖς ἔσται σύμβολα . ἄνοια ] ἀγνωσία . ἄνοια ] εὕρηται καὶ ἐν ἀνοίᾳ τινί .
7130100 ἠκονημενος
. συθεὶς ] ὁρμηθεὶς , κατασκευασθείς . . θηκτὸς ] ἠκονημένος . πικρὸς ] ὑπῆρξε . . δατητὰς ] μεριστής
οὐκ ἤκουσάς μου : ἐπινοιῶν καὶ μηχανημάτων χρεία ἐστίν : ἠκονημένος ὑπὸ τῆς ὀργῆς : ἀντὶ τοῦ ὀργισθείς : ὄλοιο
7127752 συκοφαντουμαι
' ὑμεῖς ἐξ αὐτῶν τῶν πραγμάτων καταμάθητε , ὅτι φανερῶς συκοφαντοῦμαι . Ἓν μὲν οὖν , ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι ,
τοῖς υἱοῖς δοκιμασθεῖσι τὰ χρήματα , ὧν ἐπίτροπος κατελείφθην , συκοφαντοῦμαι νῦν ὑπ ' αὐτῶν ἀδίκως . οὐ πολλῶν οἶμαι
7107803 ΣΝΡ
ΘΝΖ πρὸς τὸ ὑπὸ τῶν ΞΝΖ . τὸ ἄρα ὑπὸ ΣΝΡ ἴσον ἐστὶ τῷ ὑπὸ ΞΝΖ . τὸ δὲ ἀπὸ
ὡς ἄρα τὸ ὑπὸ τῶν ΘΝΖ πρὸς τὸ ὑπὸ τῶν ΣΝΡ , οὕτως ἡ ΘΖ πρὸς ΖΛ , τουτέστιν ἡ
7098860 ἀγερμος
οὖν παρὰ τοὺς χρόνους Εὐριπίδης : ὀψὲ γάρ ποτε ὁ ἀγερμὸς ἀντὶ τῆς φυλλοβολίας ἀπελείφθη . φυλλοβολεῖται δὲ ἡ Πολυξένη
καὶ μετοίκων δῆμος καὶ δούλων ἄθροισμαβιαιότερον γὰρ ὁ ἀθροισμόςκαὶ ἐμπόρων ἀγερμὸς καὶ καπήλων σύστασις καὶ ναυτῶν συναγωγὴ καὶ κυβερνητῶν συνδρομὴ
7093711 ὑπομνησις
κινεῖσθαι τὸ κινούμενον . Κομίζεται δὲ καὶ ἄλλη τις ἐμβριθὴς ὑπόμνησις εἰς τὸ μὴ εἶναι κίνησιν ὑπὸ Διοδώρου τοῦ Κρόνου
τε καὶ μή , ὃ δεῖται ὑπομνήσεως . καὶ ἔστιν ὑπόμνησις ὡς ἐξιούσης τῆς ἐπιστήμης ἀνανέωσις καὶ ἀνάληψις , ὧν
7090486 Καρμηλος
καὶ Ἄκη πόλις , ἔξω πἠ πόλις Τυρίων [ : Κάρμηλος ] ὄρος ἱερὸν Διός : Ἄραδος πόλις Σιδονίων .
. ἔστι καὶ Κάρμανα νῆσος ἢ ἀπὸ τῶν Καρμανῶν . Κάρμηλος , ὄρος δυσχείμερον . τὸ ἐθνικὸν Καρμήλιος , ὡς
7065580 ῥηθηϲομενοιϲ
, ὁμοίωϲ καὶ ἡ θάλαϲϲα . χρῶ δὲ καὶ τοῖϲ ῥηθηϲομένοιϲ ἐν τοῖϲ καθολικοῖϲ βοηθήμαϲι : καὶ πρὸϲ τὰ λοιπὰ
τοῖϲ πρὸϲ ἐπιληψίαν προειρημένοιϲ πόμαϲι καὶ τοῖϲ ἐπὶ τῶν ἀρθριτικῶν ῥηθηϲομένοιϲ ἀλείμμαϲι . κοινὰ γὰρ ὄντα τὰ τοιαῦτα περιττὸν κἀνταῦθα
7059345 ὑπερθετικος
ἀριθμῷ καὶ ἐν τῷ πληθυντικῷ , ὡς τό . ὁ ὑπερθετικὸς δὲ τὴν πτῶσιν τὴν γενικὴν ἕλκει καὶ μόνον πληθυντικῷ
ἐπιμανὴς ἁψίκορος φιλόζωος δοξοκόπος βαρύμηνις βαρύσπλαγχνος βαρύθυμος βαρυπενθὴς δυσόργητος ψοφοδεὴς ὑπερθετικὸς μελλητὴς ὕποπτος ἄπιστος δύσλυτος καχυπόνους δύσελπις ἀρίδακρυς ἐπιχαιρέκακος λελυττηκὼς
7028695 φυλακτεα
δὲ πρὸς τὸ φαῦλον ἀποκαθίσταται . ἐπεὶ οὖν τινὰ μὲν φυλακτέα ἐκ τῆς τῶν ἀγαθοποιῶν ἀστέρων συμπαρουσίας ἢ μαρτυρίας προγινώσκεται
καινοτέρους λόγους : μή τις αἴσθηται δεσποτῶν : ἅ σοι φυλακτέα : ἅτινά σε χρὴ παραφυλάσσεσθαι καὶ προσκοπεῖν . ἢ
7018413 προσφιλεια
προσφίλεια ] ἀγάπη . προσφίλεια ] κατ ' εἰρωνείαν . προσφίλεια ] σχέσις , οἰκείωσις . θ προσφίλεια ] ἤγουν
. προσφίλεια ] οἰκείωσις : ἀπὸ τοῦ προσφιλὴς προσφίλεια . προσφίλεια ] ἡ φιλία , ἡ οἰκείωσις . προσφίλεια ]
7016800 φιλοκυβος
Νεφέλαις τούτου μέμνηται . Ἀμυνίας μὲν : ὧδε μὲν ὡς φιλόκυβος ⌈ ὁ Ἀμυνίας κωμῳδεῖται : ἐν ⌈ δὲ Σεριφίοις
φιλόξενος φιλοικτίρμων φιλόπλουτος , φίλυπνος , φιλοκυνηγέτης , φιλογεωργός , φιλόκυβος , φιλοχωρῶν φίλιππος , φιλοφροσύνη , τάχα καὶ φιλόφρων
7008269 πρατηρ
μὲν ἀφῆκέ με πάντων , ὅτ ' ἐγιγνόμην τῶν ἀνδραπόδων πρατήρ , ἐπέδειξα : ὅτι δ ' οὐκ ἐῶσιν οἱ
δὲ συγχωρηθέντων οὗτος μὲν ἀφῆκεν ἁπάντων ἐμέ , ἐγὼ δὲ πρατήρ , ὥσπερ ἐδεῖθ ' οὗτος , τῶν κτημάτων ἐγιγνόμην
7007695 Εὐτροπιος
γυναῖκας , Ἡσυχίου θυγατέρας . Ἡσυχίῳ δὲ υἱεῖς δύο , Εὐτρόπιός τε καὶ Κέλσος , οὓς μάλιστα μὲν φιλῶ ,
καινὴ πόλις . ἔστι δὲ καὶ Ἀρμενίας Καρχηδών , ὡς Εὐτρόπιός φησιν . ὁ πολίτης ” Καρχηδόνιος σοφὸς Μάγων „
7000083 ἀφανιζω
. ἀϊστῶσαι : ἀπὸ τοῦ ἀϊστῶ , τοῦ σημαίνοντος τὸ ἀφανίζω , τοῦτο ἀϊστώσειαν , ὥσπερ τύψειαν : τὰ γὰρ
κέρμα ἀργύριον καὶ χρυσίον . . καταλύσεις : Καταλύω τὸ ἀφανίζω , καὶ διαλύω , ὃ καὶ μεταβαίνει συντασσόμενον μετὰ
6996710 μονομαχια
κατ ' αὐτήν . ιζʹ . Ἡ γενομένη ἐν Ἀρείοις μονομαχία καὶ παράληψις τοῦ ἔθνους . ιηʹ . Βήσσου τοῦ
γάμον τὸν Ἁρμονίας δῶρα κομίζουσιν οἱ θεοί . καὶ Ἀχιλλέως μονομαχία πρὸς Μέμνονα ἐπείργασται , Διομήδην τε Ἡρακλῆς τὸν Θρᾷκα
6986653 Ἰχωρ
ἕλκος , ὕδωρ παχὺ ὡς ἕλκος , πληγώδης ὑγρασία . Ἰχὼρ ἀπὸ τοῦ ἴσχεσθαι ἐντὸς τοῦ σαρκίου ἰσχὼρ καὶ ἰχώρ
καὶ ἀμαλδύνω ἐνθέσει τοῦ δ τὸ στενοποιῶ καὶ ἀνατρέπω . Ἰχὼρ ἀχλυόεις : ὁ σκοτεινοειδὴς μολυσμός . ἀχλυόεις : σκοτεινός
6975293 φυλαχθεις
' ὁ τοῦ βασιλέως τοῦ Φιλαδέλφου πλοῦτος . . . φυλαχθεὶς κατελύθη ὑπὸ τοῦ τελευταίου Πτολεμαίου τοῦ καὶ τὸν Γαβινιακὸν
τρόπον , Περίλαος κολασθεὶς καὶ ὁ ταῦρος ἀνατεθεὶς καὶ μηκέτι φυλαχθεὶς πρὸς ἄλλων κολαζομένων αὐλήματα μηδὲ μελῳδήσας ἄλλο ἔτι πλὴν
6970688 ἀκεραιοφανης
κυρίως δὲ ὁ περιφανὴς παρὰ τὸ ἀκέραιον καὶ τὸ φαίνω ἀκεραιοφανὴς καὶ ἀκραιφνὴς συγκοπῇ . χίμετλα τὰ ἐκ χειμῶνος ἀποψύγματα
κυρίως δὲ ὁ περιφανὴς παρὰ τὸ ἀκέραιον καὶ τὸ φαίνω ἀκεραιοφανὴς καὶ ἀκραιφνὴς συγκοπῇ . χίμετλα τὰ ἐκ χειμῶνος ἀποψύγματα
6962530 ἐμουμενων
εἰς τὸν τοῦ λάρυγγος ἀνακλίνεται πόρον , οὕτως ὑπὸ τῶν ἐμουμένων ὁ ἀρυταινοειδὴς χόνδρος : ἔστραπται γὰρ κἀκεῖνος εἰς τὴν
, καὶ δυσφορίαι ὧδε πλείους ἕπονται . ἀμείνους δὲ τῶν ἐμουμένων χολῶν , αἱ μετὰ φλέγματος . δεύτεραι δὲ αἱ
6962025 συναντησασα
κακοδαιμονίᾳ , ἂν μὴ ἡ Μετάνοια αὐτῷ ἐπιτύχῃ ἐκ προαιρέσεως συναντήσασα . Εἶτα τί γίνεται , ἐὰν ἡ Μετάνοια αὐτῷ
, ηὐτρεπίσμεθα . συντυχοῦς ' ] κατὰ τύχην φανεῖσα καὶ συναντήσασα , ἐντυχοῦσα , ἐπιτυχοῦσα . ἐπέστειλε ] ἐμήνυσε .
6955250 τορω
Μεθόδιος , . , . . Ἀντετόρησεν : εἰς τὸ τορῶ , . , . Ἄντηστιν : ἡ δὲ κατ
δὲ ἐκ τοῦ τείρω , τὸ καταπονῶ . τὸ οὖν τορῶ γίνεται κατὰ συγκοπὴν τρῶ τρήσω , σημαίνει δὲ τὸ
6954285 ταρος
: τάλαρος : . . . ἢ ἀπὸ τοῦ τηρὸς ταρός , καὶ πλεονασμῷ τῆς αλ συλλαβῆς τάλαρος , ὁ
σημαίνει τὸ ὑπερφρονῶ ἀττικῶς . ἔπειτ ' ] ἆρα . ταρός ἐστιν ὁ μικρὸς καλαθίσκος , ταλαρὸς δὲ ὁ μέγας
6953096 ἀγωνοθετου
πάντες ἐπὶ τὴν θέαν σύνιτε κριταὶ γινόμενοι τοῦτο μὲν πονηρίας ἀγωνοθέτου , τοῦτο δὲ καὶ αὐτῶν τῶν μονομαχούντων . ὁ
καὶ ἴσως οὐκ εὔφημον ὄνομα : καλεῖται γὰρ ὑπὸ τοῦ ἀγωνοθέτου νάρκα . λέγεται γὰρ ὅτι ” ἐνάρκησε τὸ πλάτος
6947750 χυδαιος
ἀγοραία δίκη : ἡ δικαιολογία . ἀγοραῖος : εὐτελής , χυδαῖος . ἀγοραῖοι : οἱ ἐν τῇ ἀγορᾷ ἀναστρεφόμενοι ἄνθρωποι
τῆς ἀρᾶς ] . Τὰ ἀπὸ ἐπιῤῥημάτων προπερισπῶνται : χύδην χυδαῖος , ἄντην ἀνταῖος . τὸ μέντοι μάτην μάταιος ,
6947327 συζυγων
καὶ ἕνεκα ἀποδείξεως ἧς προεξεθέμην τοῦ μὴ δύνασθαι μετὰ τῶν συζύγων ῥημάτων ἁπλᾶς ὑπάρχειν τὰς ἀντωνυμίας , ὅ τι μὴ
οὐδὲν ἧττον ὑπάρχει : γνωστικὴ γάρ ἐστι καὶ αὕτη τῶν συζύγων . ιαʹ Περὶ μὲν οὖν ἀθανασίας αὐτῆς Ἱκανῶς καὶ
6944232 ἑκατονταρχης
Β ὁ βουκινάτωρ ΚΠ ὁ τὴν κάππαν βαστάζων ΡΧ ὁ ἑκατοντάρχης ἢ ἰλάρχης ΙΧ ὁ δεκάρχης , κοντὸν μετὰ σκούτου
καὶ ὁ τούτων ἀφηγούμενος καλεῖται ταξίαρχος , ὑπὸ δέ τινων ἑκατοντάρχης . αἱ δὲ δύο τάξεις καλοῦνται σύνταγμα , λόχων
6940038 κακοχρασμων
ἵνα μὴ προσδεχθῇ αὐτῶν ἡ θυσία ὑπὸ τῆς Ἥρας . κακοχράσμων : ἢ ὁ ταῦρος ἢ ὁ δῆμος , ἀντὶ
. τινὲς δὲ τὸν πυρρὸν κατὰ τὴν χροιὰν ὀνομάζουσιν . κακοχράσμων γὰρ ὁ δᾶμος : τῶν Λαμπριαδῶν δηλονότι . ὡς
6938156 Εἰπ
τὸν Ποσειδῶ , καὶ σὺ γὰρ τοὺς ἐκ Πύλου . Εἴπ ' , ἀντιβολῶ , πῶς ἐπενόησας ἁρπάσαι ; Τὸ
εἰπόντι τἀληθῆ φίλῳ σοὶ μηδὲν ἧσσον ἢ πάρος ξυνηρετεῖν ; Εἴπ ' : ἦ γὰρ εἴην οὐκ ἂν εὖ φρονῶν
6937502 ἐπηρεασμος
' ἀπειλήν . ʃ τρία εἴδη ὀλιγωρίας , καταφρόνησις , ἐπηρεασμὸς καὶ ὕβρις . τούτων γὰρ καταφρονεῖ τις , ἃ
, μᾶλλον δὲ καὶ συνέδριον . ὢ τάλας ἐγώ , ἐπηρεασμὸς τὸ κακὸν εἶναί μοι δοκεῖ . οὐ τοῦ τυχόντος
6925750 ἀποτυγχανω
. Μεθόδιος , . , . . Ἁμαρτῶ : τὸ ἀποτυγχάνω : ἀπὸ τοῦ μάρπτω , τὸ καταλαμβάνω , ὅθεν
, , . . α . . Ἁμαρτάνω : τὸ ἀποτυγχάνω : ἀπὸ τοῦ ἁμάρτω ἁμαρτάνω , ὡς ἥδω ἁνδάνω
6919596 ὀνοματοποιϊα
ἑλκόμενοι ἦχον ἀποτελοῦσιν , ὡς δοκεῖν καχλάζειν . ὁ τρόπος ὀνοματοποιΐα . καχλάζοντα : ἀντὶ τοῦ ἠχοῦντα . ὁ δὲ
ἐστὶ λέξις κατὰ παραγωγὴν τοῦ καθωμιλημένου ἐξενηνεγμένη , λέγεται δὲ ὀνοματοποιΐα ἑπταχῶς : κατὰ ἐτυμολογίαν , κατὰ ἀναλογίαν , κατὰ
6917382 ποιησασθε
ἀκούσασιν ἀπιστότερος προσπέπτωκεν ὁ τοιοῦτος λόγος , ἐκείνως τὴν ὑπόλοιπον ποιήσασθε ἀκρόασιν . Ὥσπερ ὅταν περὶ χρημάτων ἀνηλωμένων διὰ πολλοῦ
αὐτὸς ὁ λογισμὸς αἱρῇ : οὕτω καὶ νῦν τὴν ἀκρόασιν ποιήσασθε . Εἴ τινες ὑμῶν ἐκ τῶν ἔμπροσθεν χρόνων ἥκουσιν
6906184 δικαιουται
, αὐτὴ μέντοι ἡ δίκη ἢ τὸ αὐτοδίκαιον οὐκ ἀλλαχόθεν δικαιοῦται : καθὸ γὰρ δίκη καὶ καθὸ κατευθύνει τὰ πράγματα
εἶναι , ἄτοπον : καὶ γὰρ καὶ ἄκων πολλάκις τις δικαιοῦται , ὅταν ἀδικήσας κολασθῇ : ὁμοίως δὲ καὶ τὸ
6901930 Φαινομαι
δή . Νῦν ἄρα οὐχ ὡς προσήκει αὐτῷ προσωμίλησας . Φαίνομαι , εἰπεῖν . Εἰ οὖν ὡς μὴ προσήκει ὁμιλοῦντός
. Τί οὖν ; τὰ λεχθέντα πότερος ἡμῶν εἴρηκεν ; Φαίνομαι μέν , ὦ Σώκρατες , ἐκ τῶν ὡμολογημένων ἐγώ
6900711 μαστευω
, ἡ μὴ ἐπιζητηθεῖσα πρὸς μίξιν . ἢ παρὰ τὸ μαστεύω , τὸ ζητῶ , ὅθεν καὶ μαστός , καὶ
τοῖς λόγοις ἴσως . ἀλλ ' ἦ πέπονθα δεινά ; μαστεύω γάμους οὐκ ὄντας , ὡς εἴξασιν : αἰδοῦμαι τάδε
6893238 συμβουλια
, κατήγορος , πανηγυρικός , ἐγκωμιαστικός , ψεκτικός . συμβουλή συμβουλία , νομοθεσία , δημαγωγία , πρεσβεία πρέσβευσις , δίκη
καὶ μαθεῖν ὃ μὴ νοεῖς . Σοφία σοφῶν γὰρ γίγνεται συμβουλία . Στρέφει δὲ πάντα τἀν βίῳ μικρὰ τύχη .
6884178 ΓΕΝΟΣ
' ὅμως τιμὴ ἀκολουθεῖ καὶ τούτοις . . ΤΡΙΤΟΝ ΑΛΛΟ ΓΕΝΟΣ . Τοῦτο τὸ γένος εἰκότως τρίτον , οὔτε νωθρὸν
τιμὴν βασιλικὴν , ἤγουν βασιλεῦσι πρέπουσαν . . ΔΕΥΤΕΡΟΝ ΑΥΤΕ ΓΕΝΟΣ . Ὁ μὲν Ὀρφεὺς τοῦ ἀργυροῦ γένους βασιλεύειν φησὶ
6882583 ὁμοδουλος
ὁμο σύνθετα . ὁμόσπονδος ὁμόσιτος , ὁμοήθης , ὁμότροπος , ὁμόδουλος , ὁμόνους , ὁμόφωνος , ὁμόγλωττος , ὁμοτράπεζος ,
ἰδίαν βαδίζειν , εἰς οἶκον δὲ ἐφ ' ἕτερον . ὁμόδουλος συνδούλου διαφέρει . ὁμόδουλοι γάρ εἰσιν οἱ μετέχοντες ὁμοίας
6878697 ῥᾳδιουργος
' ἂν εἴποις δικαστὴς ἄδικος , ἔκνομος παράνομος , ῥᾴδιος ῥᾳδιουργός , προπετής , εὐχερής δωροδόκος , εὐεξαπάτητος , εὔτρεπτος
Κρατῖνος Χείρωσιν . τοιοῦτοι δὲ καὶ οἱ Σωκράτους ὅρκοι . ῥᾳδιουργός : ὁ κακοῦργος : καὶ ῥᾳδιουργία : ἡ περὶ
6878249 ἐξαυστηρ
: χαλκέοισιν ἐξαυστῆρες ἐγχειρούμενοι . . . , . : ἐξαυστήρ : κρεάγρα . . Ὀνομαστ . ; : τὰ
τῆς ἐν προθέσεως τὸ ἐπίῤῥημα ἔμπλην . Ἐξαυστηρίκυω . αὔσω ἐξαυστήρ . Ἐπυράκτεον . πῦρ πυρὸς πυράζω πυράξω : ὄνομα
6868129 ἀπολογου
δὲ τὸ λυσιτελὲς ἢ τὸ ἔθος ἐπιφέρων σοῦ κατηγορήσῃ , ἀπολογοῦ μάλιστα μέν , ὡς οὐ λυσιτελές ἐστι τὸ κατηγορούμενον
γε , ἀλλ ' ὑπὲρ ὧν ἀγωνίζει , περὶ τούτων ἀπολογοῦ : τότε δ ' , ἡνίκ ' ἐκεῖνον ἔκρινες
6866426 Ἀρξομαι
' ἔδοξα μᾶλλον ἑτέρων τὰ περὶ τὸν βίον ἀκριβῶσαι . Ἄρξομαι δ ' ἀφ ' οὗπερ ἀναγκαῖον ἄρξασθαι . Μωυσῆς
τοῦ πράγματος : ταῦτα γὰρ καὶ ὅσια καὶ δίκαια . Ἄρξομαι δὲ ἐντεῦθεν . Ἐπειδὴ χορηγὸς κατεστάθην εἰς Θαργήλια καὶ
6860508 κερδαινοντων
αὐτὸς Γ : ὡς τῶν μάντεων ἐξαπατώντων καὶ οὐ δεόντως κερδαινόντων καὶ λαμβανόντων τὰ κώδια . Γ ἐκβολβιῶ : ἐξορύξω
ἴδιον ἔμετον . Κἂν ἐπὶ νεκροῦ κερδαίνειν : ἐπὶ τῶν κερδαινόντων ἐκ πενήτων καὶ τεθνεώτων . Κατὰ ῥοῦν φέρεται .
6858106 Ἀτηνευς
Διονύσιος Ἀτηνίαν τὸν δῆμον . ἀλλ ' οὐκ ἐᾷ τὸ Ἀτηνεύς , ὀφεῖλον Ἀτηνιεύς . Ἀτιντανία , μοῖρα Μακεδονίας .
φυλῆς . Φρύνιχος δὲ τῆς Ἀτταλίδος φησίν . ὁ δημότης Ἀτηνεύς „ Προκλῆς Ἀτηνεὺς ἐχορήγει καὶ Παντακλῆς ” . Διονύσιος
6853527 διαβεβαιωτικως
συνδέσμῳ τῷ ὅτι ἐστὶν ἐγκειμένη ἑτέρα σημασία , ἣν νοοῦμεν διαβεβαιωτικῶς , ὅτε οὕτω φαμέν , ὅτι νικῶ σε ,
ταῦτα μήτε καταλαμβάνειν αὐτοὺς δύνασθαί τι τῶν ἀδήλων μήτε ἀποφαίνεσθαι διαβεβαιωτικῶς ὑπὲρ αὐτῶν . ἐξ ὧν ἀναιρεῖσθαι μὲν τὴν δογματικὴν
6853054 καταγωνισθεις
. , : Ἔνιοι φασὶν , ὅτι ὁ ἀπὸ Ἡρακλέους καταγωνισθεὶς Ἀνταῖος , Ἰρασσεὺς ἦν , ἀπὸ Ἰράσσων τῶν ἐν
. Ἴρασσαν πρὸς πόλιν Ἀνταίου : ὅτι ὁ ὑπὸ Ἡρακλέους καταγωνισθεὶς Ἀνταῖος Ἰρασσεὺς ἦν ἀπὸ Ἰρασσῶν τῶν ἐν τῇ Τριτωνίδι
6845480 τριακοστος
μέσα ἡσδηποτοῦν ἑξάδος ὡς ἐπὶ τῆς δευτέρας δεδήλωται ἀπαρτηθῇ ὁ τριακοστὸς ἀριθμός , οὐκέτι προσθήσομεν τὸν ιδʹ , ἀλλὰ πάλιν
. ἐπὶ τοίνυν τοῦ παρόντος δόξα αὐτῷ ἐστιν ὁ Ἀλκιμέδων τριακοστὸς νικητὴς ἀναδειχθείς . λέγεται γὰρ σὺν τούτῳ ἀλεῖψαι τριάκοντα
6842019 Φλαυιος
. Λευκανὸς δέ τις ἐκ τῶν ἔτι Ῥωμαίοις ἐμμενόντων , Φλάυιος , φίλος ὢν καὶ ξένος Γράκχου , προδιδοὺς αὐτὸν
. Νομάδων δὲ πολλῶν αὐτὸν ἐξ ἐνέδρας κυκλωσαμένων ὁ μὲν Φλάυιος ἐξίππευσεν ἐς ἐκείνους , ὁ δὲ Γράκχος συνεὶς τῆς
6839092 μηρινθος
μείζοσι πάγαις πάτταλος ῥόπτρον , τὸ δὲ σπαρτίον ᾧ συνέχεται μήρινθος . τὴν δὲ Ἀνδρομέδαν Κρατῖνος ἐν τοῖς Σεριφίοις δελεάστραν
σαυτῇ καὶ μετάγνοιαν τιθῇς : οὐ μὴν ἔσπασέ τι ἡ μήρινθος αὐτῷ . οἱ γὰρ δορυφόροι μετέωρον ἀράμενοι τὸν Σύρφακα
6835301 Αὑτως
πλέκεται . ἀγρώσσουσιν : ἁλιεύουσιν , ἀγρεύουσι , θηρεύουσιν . Αὕτως : οὕτως , ἁπλῶς . θώμιγγα : ὁρμιήν .
γένοιτ ' , ἐκείνου γ ' οὖσα παντελὴς δάμαρ . Αὕτως δὲ καὶ σύ γ ' , ὦ ξέν '
6833549 κορακεων
Ἀχαιῶν , τοῦτο λέγων Ἀριστοφάνην εἰρηκέναι ἐν Λακωνικαῖς Γλώσσαις . κοράκεων δὲ σύκων εἶδος Ἕρμιππος ἐν Στρατιώταις παραδίδωσι διὰ τούτων
ἐγὼ πάρα . τῶν φιβάλεων μάλιστ ' ἂν ἢ τῶν κοράκεων . οἴμοι τάλας , δάκνει , δάκνει , ἀπεσθίει
6829972 τοὐξημβλωμενον
οἰκῶν τῶν ἀγρῶν . ἀλλ ' εἰπέ μοι τὸ πρᾶγμα τοὐξημβλωμένον . ἀλλ ' οὐ θέμις πλὴν τοῖς μαθηταῖσιν λέγειν
, ὅπερ οὕτως ἔχει τηλοῦ γὰρ οἰκῶν βίοτον ἐξιδρυσάμην . τοὐξημβλωμένον ] τὸ ἀπολωλὸς καὶ διεφθαρμένον . ἀλλ ' οὐ
6827620 Κτεανων
ἐνάρετοι λαθεῖν οὐ δύνανται . Καχλάζοισαν ] Ἤγουν πεπληρωμένην . Κτεάνων ] Ἤγουν τῶν τοῦ πλούτου κτημάτων . Συμποσίου τε
, ἀλλ ' ὡς χρυσῆν . ἔφη γὰρ πρόσθεν : Κτεάνων δὲ χρυσὸς αἰδοιέστατος . εἰ δὲ συνάψεις τὸ πάγχρυσον
6823707 Μετανοια
δαπανᾶται , φονεύεται , ἀναλύεται , διαρρεῖ , κατατήκεται . Μετάνοια , μεταμέλεια , μετάγνωσις , μετάμελος , ἀναλογισμός ,
ἐκ προαιρέσεως συναντήσασα . Εἶτα τί γίνεται , ἐὰν ἡ Μετάνοια αὐτῷ συναντήσῃ ; Ἐξαιρεῖ αὐτὸν ἐκ τῶν κακῶν καὶ
6820361 βυζω
. παρὰ τὸ βύω , ἔνθεν βεβυσμένος : οὗ παράγωγον βύζω , ὁ παθητικὸς παρακείμενος βέβυκται , ὡς βάζω βέβακται
, τροπῇ τοῦ α εἰς υ . ἢ παρὰ τὸ βύζω βυστός καὶ βυθός . . . . βύκτης :
6818959 λεπρος
: ὁ δὲ τοιοῦτος πεφυγάδευται θείου χοροῦ , καθάπερ ὁ λεπρὸς καὶ γονορρυής , ὁ μὲν θεὸν καὶ γένεσιν ,
δέρμα τοῦ ὄφεως : λεκτίκιον : λεπὶς ἡ φολίς : λεπρὸς ὁ διάλευκος : λεαίνω τὸ ὁμαλίζω : λέγυνον τὸ
6818035 πολυθεος
, ἀκάθαρτα | ἀναγράφεται , οὕτως καὶ ἡ ἄθεος καὶ πολύθεος ἀντίπαλοι ἐν ψυχῇ δόξαι βέβηλοι . σημεῖον δέ :
. . , , : ἡ γοῦν τῶν ἐθνῶν ἁπάντων πολύθεος πλάνη μακροῖς ὕστερον αἰῶσι πέφανται , ἀρξαμένη μὲν ἀπὸ
6817979 χελυνη
τοῦ ω εἰς υ . ὡς παρὰ Σαπφοῖ , χελώνη χελύνη . Ἅρπυια , παρὰ τὸ ἅρπω , οὗ παράγωγον
: παρὰ τὸ μύω , τὸ καμμύω , ὁ μέλλων χελύνη . ἢ παρὰ τὸ μυγμή γίνεται μύγμων καὶ ἀμύμων
6817449 ἀσυνακτος
, ὡς ἐπελογισάμην , ἀδιάκριτος ἔσται καὶ ὁ κατὰ διάρτησιν ἀσύνακτος λόγος . καὶ γὰρ ὁ λέγων κατὰ διάρτησιν ἀσύνακτον
ὁ δὲ ἐκ συνημμένου καὶ τοῦ λήγοντος τὸ ἡγούμενον συνάγων ἀσύνακτος , ὡς ὁ προειρημένος , παρὸ καὶ ἀληθῶν ὄντων
6816710 ἐξαμαρτανῃ
παρ ' αὐτοῖς μὴ ἀδικῇ , ἀλλ ' ἐάν τις ἐξαμαρτάνῃ , κολάζουσιν : οἱ δὲ ὑμέτεροι ῥήτορες τρυφῶσι .
. Οὐκοῦν βελτίων ἔσται , ἐὰν ἑκοῦσα κακουργῇ τε καὶ ἐξαμαρτάνῃ , ἢ ἐὰν ἄκουσα ; Δεινὸν μεντἂν εἴη ,
6816693 Τυσκλανων
εἰσφερόντων λόγον αἰφνιδίως τις ἀπαγγελεῖσα πολεμίων ἔφοδος ἐπὶ τὴν τῶν Τυσκλάνων πόλιν , αἰτία κωλύσεως ἀποχρῶσα ἐγένετο . τῶν γὰρ
πλησίον οὖσα Τιβέρεως ποταμοῦ . Αἰκανοὶ δ ' εἰς τὴν Τυσκλάνων γῆν ἐμβαλόντες ὅμορον οὖσαν σφίσι καὶ πολλὰ δῃώσαντες αὐτῆς
6815457 Ἀγρωστεως
, χελιδόνιον τὸ μικρότερον ἀρχομένης , τὰ καυστικὰ πάντα . Ἀγρώστεως ἡ ῥίζα μετρίως , καὶ ἡ πόα καταπλασσομένη μετρίως
δὲ τὴν διάθεσιν ἐκ τοῦ πρωτοπαθοῦντος εἰς ὅλην αὐτήν . Ἀγρώστεως ἡ ῥίζα δριμύ τι καὶ ὑποστῦφον ἔχει . Ἀλόη
6815254 σωρακος
μάκτρα , σκαφίς , φορμός , ψίαθος , κόφινος , σώρακος , σταφυλοβόλιον , ὅ ἐστι ταμιεῖον . τριπτήρ ,
γὰρ κακοῦ τού μοι δοκεῖ . Κακῶν τοσούτων ξυνελέγη μοι σώρακος . δακτύλιον χαλκοῦν φέρων ἀπείρονα . Πρὸς τὸν στροφέα
6814284 αἱρετεος
, ἀθλοθέται δὲ οἱ ἐν τοῖς γυμνικοῖς ἀγῶσιν . . αἱρετέος , αἱρετός : αἱρετέος ὁ δι ' ἀπορίαν ,
ἐν τοῖς γυμνικοῖς ἀγῶσιν . . αἱρετέος , αἱρετός : αἱρετέος ὁ δι ' ἀπορίαν , αἱρετὸς ὁ δι '
6813738 νιπτρον
ποδανιπτὴρ ὁ λέβης . τὸ δὲ ἀπ ' αὐτοῦ ὕδωρ νίπτρον ἢ λούτριον ἢ ποδάνιπτρον , ὡς ἐν Ἥρωσιν Ἀριστοφάνης
ἐν Ἡρα - κλεῖ γαμουμένῳ . τὸ δὲ τῶν ποδῶν νίπτρον νίπτρα μὲν Αἰσχύλος , Ἀριστοφάνης δ ' ἀπόνιπτρον ,
6811176 σκυτοδεψης
παρὰ ῥῆμα ἢ θηλυκά , οἷον ὀλυμπιονίκης μισογύνης μυροπώλης οἰνοπράτης σκυτοδέψης . Σεσημείωται τὸ ἀγκυλοχείλης : ἔχει δὲ ἀπολογίαν ,
, πανδοκεύς , πορθμεύς , μαστροπός , ὑπηρέτης , βυρσοδέψης σκυτοδέψης , ἀλλαντοπώλης . εἰ δὲ καὶ μὴ διὰ πασῶν
6810188 ΑΛΛΑ
καὶ κλέψας κατήγαγε τοῖς ἀνθρώποις ἐν κοίλῳ νάρθηκι . . ΑΛΛΑ ΖΕΥΣ ΕΚΡΥΨΕ . Ἀλλὰ ὁ Ζεὺς ἔκρυψε τὸν τῶν
Ἀρχιέπην , ἕτεροι δὲ Στησίχορον τὸν μελῳδὸν ἐξεδέξαντο . . ΑΛΛΑ ΤΑΓ ' ΟΥΠΩ ΕΟΛΠΑ . Ἀλλὰ ταῦτα , ἤγουν
6804448 ξδων
ιζ ηων . Ὁ ἄρα τῶν τετραγώνων εἷς ἔσται σπθ ξδων ἀπὸ πλευρᾶς ιζ ηων , ὁ δὲ λοιπὸς ρ
ξδων ἀπὸ πλευρᾶς ιζ ηων , ὁ δὲ λοιπὸς ρ ξδων ἀπὸ πλευρᾶς ι ηων . Ἐπεὶ γὰρ τῶν κε
6800907 ζθ
ἄρα τῷ ε ἴσος ἐστί . καί ἐστιν ὁ μὲν ζθ ὁ ἐκ τῶν αδ , δβ ἐπίπεδος μετὰ τοῦ
τοῦ γδ τετράγωνος . ὅλος ἄρα ὁ κξ ὅλῳ τῷ ζθ ἴσος ἐστίν . ἔστι δὲ καὶ τῷ ε ὁ
6800435 Χρεμητος
. . . βαρύτονον . . . Θάλητος , ὡς Χρέμητος , Θάλητι , Θάλητα , ὡς τὸ “ Θάλητα
. . καὶ ἄλλοι ἄλλως . ἔστι δὲ τῆι ἀληθείαι Χρέμητος , ὡς Θεόπομπος ἐν τῶι Περὶ δημαγωγῶν . .
6799393 Τοσαδε
ἀγωγῆς γίγνεται πολὺ τούτων μείζων ζημία . Ἀληθῆ λέγεις . Τοσάδε τοίνυν ἑκάστων χρὴ φάναι μανθάνειν δεῖν τοὺς ἐλευθέρους ,
δὲ ἐς μέσον τὴν ἀρχὴν τιθεὶς ἰσονομίην ὑμῖν προαγορεύω . Τοσάδε μέντοι δικαιῶ γέρεα ἐμεωυτῷ γενέσθαι , ἐκ μέν γε
6798280 προειληπται
. ὅτι ὁ τρόπος τοῦ συμπεράσματος πάντως ἐν ταῖς προτάσεσι προείληπται , ὡς καὶ τὸ καταφατικὸν ἢ ἀποφατικόν , οὐ
τὸ τὸν εὐεργέτην ἀφεῖναι : παρὰ δὲ ἑτέροις δικασταῖς οὐ προείληπται : πάντες γὰρ οἱ δικασταὶ , ὅταν αὐτοὶ μὴ
6796287 ἀμαλδυνω
τὴν ἄμμον , οἷον ἄμμος ἀμμῶ , ὡς εἰς α ἀμαλδύνω . . . . ἀμαλλοδέται : οἳ καὶ ἀμαλλοδετῆρες
ἀμύνω , καὶ πλεονασμῷ τῆς αλ συλλαβῆς καὶ τοῦ δ ἀμαλδύνω . οὕτως Ὠρίων . . . . . ἀμιχθαλόεσσαν
6795551 ῥωσω
ὑγιαίνω , τρίτης συζυγίας τῶν περισπωμένων , οὗ ὁ μέλλων ῥώσω ῥωστός καὶ ἄρρωστος , . , . Ἀρσίνοος :
ῥῶ , ὃ δηλοῖ τὸ ὑγιαίνω , οὗ ὁ μέλλων ῥώσω καὶ ὄνομα ῥῶσις . παρὰ τὸ ῥῶ καὶ τὸ
6794524 πτυσθῃ
, ἔμπυος γίνεται : καὶ ἢν μὲν τοῦτο τὸ πῦον πτυσθῇ πᾶν , καὶ ἡ φλὲψ ἡ τετρωμένη στεγνωθῇ ,
: καὶ ἢν μὲν ἐν τῇσι κυρίῃσι τῶν ἡμερέων σαπέντα πτυσθῇ , περιγίνεται : ἢν δὲ τά τε ἐπελθόντα τὴν
6792951 αἰσυλος
παροξύνεται : στωμύλος αἱμύλος στρογγύλος ἀγκύλος καμπύλος . τὸ δὲ αἴσυλος προπαροξύνεται ὡς σύνθετον , ἀπὸ τοῦ Α καὶ τοῦ
πέλαγος , τὸ λίαν κεχηνός , καὶ πλεονασμῷ τοῦ ι αἴσυλος , οἱονεὶ ὁ πάνυ συλῶν καὶ ἁμαρτάνων . ἀντὶ
6792790 Σκεπτεον
τῇ φύσει κεχωρισμένα τῇ προνοίᾳ συναγαγεῖν ὑπὸ μίαν οἴκησιν . Σκεπτέον δὲ τί φησιν ἐνταῦθα ὁ ἱστορικός . Καὶ γὰρ
αὐτῷ : ἔσται δὲ καὶ εὐθυμότερος ἐν τῇ ταλαιπωρίῃ . Σκεπτέον δὲ καὶ ἤν τι ἐρυγγάνῃ ἢ ὑπὸ φύσης ἔχηται
6792737 κξ
ἄρα ὁ ζθ τῷ κξ ἐστιν ἴσος . ὁ δὲ κξ ἀπεδείχθη τῷ ε ἴσος : καὶ ὁ ζθ ἄρα
δγ ἑκάτερος τῶν λμ , μν : ὅλος ἄρα ὁ κξ ἴσος ἐστὶ τῷ ε . καὶ ἐπεὶ ὁ βδ
6792722 μελετηθῃ
καθεστήκῃ ἐν τοῖσιν αὐτοῖσιν ἄρθροισιν : ἢν δὲ μὴ οὕτω μελετηθῇ , τὸ λοιπὸν τηκόμενος θνήσκει : ἡ γὰρ νοῦσος
ἑξάμηνος : ἢν δὲ ἀμελείη τις ἐγγένηται καὶ μὴ παραχρῆμα μελετηθῇ , ἐν τάχει ἀποθνήσκει . Καὶ τὸν καταλεπτυνόμενον τοῖσιν
6792207 ἐξηλικας
ἀλινδήθρας ” , τουτέστιν ἐκκυλίσματα . ἐξαλίσας ] κυλίσας . ἐξήλικας ] ἐξέβαλες , ἐξεκύλισας , ἐξέωσας . ὅτε καὶ
ὀνειροπολούμενος ὁ νεανίσκος λέγει . ἀλλ ' ὦ μέλ ' ἐξήλικας : κατὰ ἀποκοπὴν τοῦ ε ἀττικῶς . οὕτως ἐν
6791280 πραγματικος
καὶ δυνάμενοι συντελεῖν . Φίλιππος μὲν οὖν ὁ Ἀμύντου , πραγματικὸς ἀνὴρ γενόμενος , οὐδέποτε ἐν ταῖς τοιαύταις περιστάσεσιν ἐφείσατο
, ἁπάσαις τε συλλήβδην κεκοσμημένον ἀρεταῖς : καὶ ὁ μὲν πραγματικὸς τύπος αὐτῷ τοιοῦτος . ὁ δὲ λεκτικὸς πῇ μὲν
6786465 Δισκου
Δίσκου μεγίστου τάρροθος . οὐκ ἄλλη δὲ τῶν Νηρηίδων τοῦ Δίσκου ἤτοι τοῦ λίθου δηλονότι τοῦ Διὸς γέγονε βοηθός ,
μνίοις δὲ καὶ βρύοις σαπρὸν κρύψει κατοικτίσασα Νησαίας κάσις , Δίσκου μεγίστου τάρροθος Κυναιθέως . τύμβος δὲ γείτων ὄρτυγος πετρουμένης
6784241 προπεπταται
παρ ' Ἀριστοφάνει μὲν ἐν Γεωργοῖς : ὥσπερ κυλικείου τοὐθόνιον προπέπταται . ἔστι καὶ παρὰ Ἀναξανδρίδῃ ἐν Μελιλώτῳ . Εὔβουλος
' ἄρτον ὀπτῶν τυγχάνει τις ὀβελίαν . ὥσπερ κυλικείου τοὐθόνιον προπέπταται . εἴ γ ' ἐγκιλικίσαιμ ' , ἐξολοίμην ,
6783827 Βοιος
δοῖος : μνοῖος ὁ ἰπνός : γλοῖος ἡ κόπρος : Βοῖος τὸ ἔθνος , δηλοῖ δὲ καὶ ὄνομα κύριον φλοιός
. Φιλόχορος δέ φησιν ὑπὸ Ἄρεος τὸν Κύκνον ὀρνιθωθῆναι . Βοῖος δὲ περὶ γεράνου φησὶν ὅτι ἦν τις παρὰ Πυγμαίοις
6773141 Θαις
ἣ δ ' οὐ δύναμαι εἶπε : πηλός ἐστι . Θαὶς πρὸς γράσωνα πορευομένη ἐραστήν , ἐπεί τις αὐτὴν ἠρώτα
Φερεκράτους Κοριαννώ , Εὐνίκου ἢ Φιλυλλίου Ἄντεια , Μενάνδρου δὲ Θαὶς καὶ Φάνιον , Ἀλέξιδος Ὀπώρα , Εὐβούλου Κλεψύδρα .
6772677 κακολογια
τὸ εἶναι δύο τὰς ἑταίρας . Κύδος : λοιδορία , κακολογία . Καὶ Κυδάζειν τὸ λοιδορεῖν καὶ κακολογεῖν . Ἡ
. . . κακηγορῆϲαι ὡς Ὑπ . . , . κακολογία ὡς Ὑπ . . , . κακοπράγμων ὡς Ὑπ
6770511 Πελοποννησιακος
ὅτι οἱ Κορίνθιοι οὐ μέντοι ὅ γε πόλεμος : ὁ Πελοποννησιακός , φησί , πόλεμος οὔπω συνεκροτήθη ξυνερρώγει : συνεπεπτώκει
ἐπὶ δὲ τούτων Ἀθηναίοις καὶ Λακεδαιμονίοις ἐνέστη πόλεμος ὁ κληθεὶς Πελοποννησιακός , μακρότατος τῶν ἱστορημένων πολέμων . ἀναγκαῖον δ '
6769618 εὐροειν
σου τὸ ἔργον ἦν , ἡλιάζεσθαι ; οὐχὶ δὲ τὸ εὐροεῖν , τὸ ἀκώλυτον εἶναι , τὸ ἀπαραπόδιστον ; καὶ
πράγματα . θόρυβος ἐν Ῥώμῃ καὶ ἀσπασμοί . ἀλλὰ τὸ εὐροεῖν ἀντὶ πάντων τῶν δυσκόλων . εἰ οὖν τούτων καιρός
6768879 ἐκτιτρωσκουσα
, ἐὰν χρονία γένηται ἡ νόσος . ἡ δ ' ἐκτιτρώσκουσα γυνὴ τελευτήσει . Σελήνης Σκορπίῳ : ὁ κατακλιθεὶς ἐν
γίνονται , μόνος δὲ ὁ ὕδερος ἐπισφαλής . ἡ δὲ ἐκτιτρώσκουσα γυνὴ ἐν μὲν τῇ αʹ ἡμέρᾳ κινδυνεύσει χαλεπῶς ,
6768874 ἀναλογισμος
, λογιστικός λογιστικῶς λογιστικώτατος , συλλογίζεσθαι συλλογισμός , ἐπιλογίζεσθαι , ἀναλογισμός ἀναλογίζεσθαι . πλῆθος , παμπληθές πολυπληθές , ἰσοπληθία ,
κατατήκεται . Μετάνοια , μεταμέλεια , μετάγνωσις , μετάμελος , ἀναλογισμός , ἔννοια , ἐπανόρθωσις , ἀνάδυσις , ἀναχώρησις .
6768292 μαιρω
τινα κτλ . . , : μάραγδος : παρὰ τὸ μαίρω , ὁ μέλλων μαρῶ , οὗ παράγωγον μαράσσω ,
. . . ὁ εὔληπτος καὶ δῆλος . παρὰ τὸ μαίρω , τὸ λάμπω , ἐξ οὗ τὸ μαρμαίρω καὶ
6765846 κεχρονισμενων
ἐλαίῳ τήξας παλαιῷ χρῶ τούτῳ ὡς ἰσχυροτάτῳ φαρμάκῳ ἐπὶ τῶν κεχρονισμένων καὶ δυσθεραπεύτων . θαψίας δὲ μὴ παρούσης , τοσοῦτον
μέν , ἀλλὰ καὶ ἥδε πυρετῶν ἔσθ ' ὧν δὴ κεχρονισμένων ἐρύσατο . κύστις δ ' ἐπώδυνος κάκιστον μὲν ἐν
6765326 βλακεια
γάρ ἐστιν ὁ μαλθακευόμενος ἐν ὑποκρίσει τὸ σῶμα : καὶ βλακεία ἡ μεθ ' ὑπεροψίας ὁμιλία . συντεταγμένως : Σπουδαίως
στοχαζόμενον τῆς σωματικῆς εὐμετρίας . ἐπιτεινομένη γὰρ καθαρειότης θρύψις καὶ βλακεία εὑρίσκεται , ἐπιτεινομένη δὲ λιτότης ἀκαθαρσία καὶ ῥύπος γίνεται
6764818 αὐλησις
καὶ ἡ ἑκάστου αὐτῶν ἑρμηνεία , οἷον ἥ τ ' αὔλησις καὶ ἡ ᾠδὴ καὶ τὰ λοιπὰ τῶν τοιούτων :
ξένους : ἔνθεν Ἀριστοφάνης τὸν συκοφάντην Ἀβυδοκόμην εἶπεν . Ἀγαθώνιος αὔλησις : ἡ μαλακὴ , καὶ μήτε πικρὰ μήτε χαλαρὰ

Back