εἰμὶ δικαιότατος . Πολλοί τοι πλουτοῦσι κακοί , ἀγαθοὶ δὲ πένονται , ἀλλ ' ἡμεῖς τούτοις ' οὐ διαμειψόμεθα τῆς
δὲ ἐπιμελοῦνται , καὶ πλουτεῖν μὲν ἐπιθυμοῦσι καὶ οἴονται , πένονται δὲ χαλεπώτερον τῶν οὐδὲ σμικρὸν εὐπορούντων . οἱ μὲν
7322259 γενεθλα
οὔτε γάμοισι φυτεύεται οὔτε γονῇσι τίκτεται , αὐτοτέλεστα καὶ αὐτόρρεκτα γένεθλα , ὄστρεα δὴ σύμπαντα , τά γ ' ἰλύϊ
ὀλιγοδυνάμων . ἀμενηνά : ἀσθενῆ . γένεθλα : γεννήματα . γένεθλα : γράφεται κάρηνα : καινοπρεπὲς τὸ σχῆμα . Τῇσι
7317815 τελεθουσιν
τῷ μοι πρόφρων ἐπίνευσον ἕσπεσθαι . θυσίαι δ ' ἱεροπρεπέες τελέθουσιν , ἃς ἀγαθοὶ ῥέζουσι βροτοί : γάνυται δὲ φίλον
ὅτινι θνατῶν κεχαρισμένος ἔλθω σὺν Μοίσαις : χαλεπαὶ γὰρ ὁδοὶ τελέθουσιν ἀοιδοῖς κουράων ἀπάνευθε Διὸς μέγα βουλεύοντος . οὔπω μῆνας
7169527 κουροτροφος
δὲ † ἄλλος , † ἕτερος δὲ σήσαμα . λιπαρὴ κουροτρόφος : ἀκούετε λεῴ : Σουσαρίων λέγει τάδε , υἱὸς
, ἀλλ ' ἀγαθὴ κουροτρόφος : οὔτε τραχεῖα αὕτη καὶ κουροτρόφος . δέσποιν ' ἁπασῶν πότνι ' Ἀθηναίων πόλι :
7146622 μακαρες
ἄλλοτε πὰρ Σιμόεντι θέων ἐπὶ Καλλικολώνῃ . Ὣς τοὺς ἀμφοτέρους μάκαρες θεοὶ ὀτρύνοντες σύμβαλον , ἐν δ ' αὐτοῖς ἔριδα
ἐκφυγέειν , ἅτε πῶλον ἀποπτυστῆρα χαλινῶν : ἀλλ ' αἰεὶ μάκαρες πανυπέρτατοι ἡνία πάντη κλίνους ' , ᾗ κ '
7126837 χθονιοι
αἰτησόμεθα φθιμένων πομποὺς εὔφρονας εἶναι κατὰ γαίας . ἀλλά , χθόνιοι δαίμονες ἁγνοί , Γῆ τε καὶ Ἑρμῆ , βασιλεῦ
στέγης . ἀλλ ' ἄγχιμος γὰρ ἥδε Φοιβεία γυνή θεοὶ χθόνιοι ζοφερὰν ἀδίαυλον ἔχοντες ἕδραν φθειρομένων Ἀχεροντίαν λίμνην ἄδωρος χάρις
7042360 θοοι
ἄνακτι . Καὶ τὰ μὲν ἐννεσίῃσι φαεσφόρου Ἠριγενείης οἰωνοὶ τελέουσι θοοί . Τότε δ ' ἄμβροτος Ἠὼς οὐρανὸν εἰσανόρουσεν ὁμῶς
κραδίην δειλοὶ καὶ γυῖα πέλους ' ἀμενηνοί , ἀλλὰ πόδεσσι θοοί : τοῖσιν δὲ θεὸς πόρε πάντα , βουλὴν κερδαλέην
7035810 ἀκηδεες
ἀνδράσι νοστήσαντας ὁμιλαδόν , ὄφρα ἑ τιμῆς καὶ σκήπτρων ἐλάσειαν ἀκηδέες : ὥς ποτε βάξιν λευγαλέην οὗ πατρὸς ἐπέκλυεν Ἠελίοιο
ἄρ ' ἐποτρύνας ἐκβήμεναι εὐρέος ἵππου , ὁππότε Τρώιοι υἷες ἀκηδέες ὑπνώωσιν . Ὣς φάτο : τὸν δ ' ἄρα
7017350 ἐτευξαν
καὶ ἐναλλάγδην ὁρίων μοίρῃσι βεβῶτες , μολπῇσιν γλυκερῇσι μεμηλότας ἄνδρας ἔτευξαν , ἢ λιγυρῆς κιθάρης ἐπιίστορας ἠδὲ καὶ αὐλῶν .
ἑτέρων μαλερῇσιν ὑπ ' αὐγαῖς δερκομένου ἑτέροιο , γονὴν δούλειον ἔτευξαν . ὁππότε δ ' ἂν κέντρων ἐρατὴ κλινθεῖσα Σελήνη
7016660 ἐπιχθονιοι
. . ΤΟΙ ΜΕΝ ὙΠΟΧΘΟΝΙΟΙ . Οἱ μὲν πρὸ τούτων ἐπιχθόνιοι ἦσαν κατὰ τὴν λῆξιν καὶ ἀγαθῶν χορηγοὶ καὶ φύλακες
, πρὸς τὸ σημαινόμενον δὲ κἀνταῦθα ἀποδίδωσι , δαίμονές εἰσιν ἐπιχθόνιοι , ἀγαθοὶ , διὰ τὴν βουλὴν τοῦ μεγάλου Διὸς
7012582 ναιεταουσιν
[ ] υἷας [ , ] οἵ ? ? μιν ναιετάουσιν , ἀπειρεσίαις ἐνὶ τιμαῖς πολλοὺς κυδιόωντες ἀριζήλοισι θοώκοις .
ἠδὲ χρέμητες πηλαμύδες γόγγροι τε καὶ ὃν καλέουσιν ὄλισθον γείτονα ναιετάουσιν ἀεὶ ποταμοῖσι θάλασσαν ἢ λίμναις , ὅθι λαρὸν ὕδωρ
7001653 κραιπνοι
ἠέρος ὑψιπόροισιν ἐπιπλώουσι κελεύθοις , ἀλλ ' ἔμπης θείειν ποσσὶ κραιπνοὶ τελέθουσαι αὐτοῖσιν φορέουσιν ἴσον τάχος οἰωνοῖσιν . οὐδὲ μὲν
ῥινὸς ἅπας λάσιος : κρατερὸν δέμας : εὐρέα νῶτα : κραιπνοὶ δ ' οὐ τελέθουσιν , ἀτὰρ μένος ἐνδόθι πολλόν
6981165 θνατοι
ἔποικον ἁγνᾶς Ἀσίας ἕδος νέμονται , μεγαλοστόνοισι σοῖς πήμασι συγκάμνουσι θνατοί . Κολχίδος τε γᾶς ἔνοικοι παρθένοι , μάχας ἄτρεστοι
τοῖς μεγάλων δεομένοις στεναγμάτων πήμασι ] δυστυχήμασι συγκάμνουσι ] συμπάσχουσι θνατοί ] οἱ ἄνθρωποι . στροφὴ ἑτέρα κώλων εʹ ἡμέτερα
6939861 ναιους
τεῖχος ἐέργει , καὶ λίην πάντες γε πέρην πιτυώδεος Ἰσθμοῦ ναίους ' , οὐδέ μοί ἐστι πρὸς ὅντινά κε βλέψασα
Σκύθας δ ' ἀφίξῃ νομάδας , οἳ πλεκτὰς στέγας πεδάρσιοι ναίους ' ἐπ ' εὐκύκλοις ὄχοις , ἑκηβόλοις τόξοισιν ἐξηρτυμένοι
6899021 τευχουσι
, ὁππότ ' ἐέλδονται δηΐων πόλιν ἐξαλαπάξαι , καὶ πεδίον τεύχουσι μετήορον , ἑπταβόειον , δαιδαλέον , πυκινόν , πολυόμφαλον
Ἠέλιον μερόπων τεύχουσι φονῆας , αἰεὶ δ ' ἔκπτωσιν βιότου τεύχουσι πρὸς οἴκους . ταῦτα δὲ καὶ δοιοῖς ἑτέροις τεύχουσιν
6889015 ἐρωτες
συνουσίας . οἷοι οὖν Διὸς καὶ Αἰγίνης περιεπόλησαν τὸ λέκτρον ἔρωτες : ὁ γὰρ Ζεὺς οὐ μόνον δι ' ἐπιθυμίαν
βάλλει . λευκᾶς καθύπερθε γαλάνας εὐπρόσωποι σφᾶς † παριῆσαν † ἔρωτες ναΐας κληΐδος χαραξιπόντου δαιμονίαν ἐς ὕβριν . εὐθὺς ἀνέπλησεν
6877758 ἀπατερθε
κόλον δ ' ὑπεδέξατο γαῖα σῶμα : κάρη δ ' ἀπάτερθε κυλινδομένη πεφόρητο ἱεμένου φωνῆς : ταχέως δ ' ἅμ
. οἷον δ ' ἑλκομένας περὶ πόρτιας ἀσχαλόωσαι μητέρες οὐκ ἀπάτερθε γυναικείων στενάχουσι κωκυτῶν , αὐτοὺς δὲ συναλγύνουσι νομῆας .
6865536 ἀναρσιον
, Κύπριδος λῃστὴν θεᾶς , δαρὸν στένουσαι , κλῆρον εἰς ἀνάρσιον πέμψουσι παῖδας ἐστερημένας γάμων . Λάρυμνα καὶ Σπερχειὲ καὶ
τεκεῖσθε . Καὶ δή που πόλεμοι , καὶ δὴ καὶ ἀνάρσιον αἷμα ἔσσεται ἀνθρώποισι , κακῷ δ ' ἐπικείσεται ἄλγος
6857452 ἀπειρεσιην
γάρ μιν δεσμὸς περιβάλλεται ” ἠπείροιο , ἀλλ ' ἐς ἀπειρεσίην κέχυται : τό μιν οὔτι „ μιαίνει . ”
ἀτάλαντον ἀμοιβαίῃ τέκεν εὐνῇ . Κεῖθεν δ ' αὖ Μάκρωνας ἀπειρεσίην τε Βεχείρων γαῖαν ὑπερφιάλους τε παρεξενέοντο Σάπειρας , Βύζηράς
6847611 ἀριζηλον
βριάει , ῥεῖα δὲ βριάοντα χαλέπτει , Ῥεῖα δ ' ἀρίζηλον μινύθει καὶ ἄδηλον ἀέξει Ζεὺς ὑψιβρεμέτης . . .
κορύμβοις . Ὁπλίζεο : ὅπλησον . Στικτόν : αἰόλον . ἀρίζηλον : φημούμενον . Ὤρυγγας : λιαὶ δίπουμά τι .
6847439 τεχνῃσι
ἐόντα θεῶν , οἳ Ὄλυμπον ἔχουσι , χωλὸς ἐών , τέχνῃσι : τὸ καὶ μοιχάγρι ' ὀφέλλει . ” ὣς
πάθος πένθος , οὕτω καὶ ἀπὸ τοῦ βάθος βένθος . τέχνῃσι : μηχαναῖς , διὰ τῶν τεχνῶν . διὰ μέτρα
6842695 γονιμοι
ἄνθρωπον δοκιμαζόμεν ' ἀστράπτει πρὸς ὄψεις , οὐδὲ γαίας εὐρυπέδου γόνιμοι βρίθοντες αὐταρκεῖς γύαι , ὡς ἀγαθῶν ἀνδρῶν ὁμοφράδμων νόησις
ἀναδόσεις ῥᾷστοι , πλαδαρᾶς καὶ μαλθακῆς σαρκὸς ποιητικοί , αἵματος γόνιμοι , λαπακτικοὶ γαστρός : ποτάμιοι δὲ καὶ λιμναῖοι κακοστόμαχοι
6836999 τελεθοντες
ἀνυμνήσαντα : καί τε θεοὶ ξείνοισιν ἐοικότες ἀλλοδαποῖσι , παντοῖοι τελέθοντες , ἐπιστρωφῶσι πόληας . καὶ γὰρ αὐτὸς ᾤετο ξένοις
ἐτίμων , εἴ γε τότε μάλιστα δὴ οἱ θεοὶ παντοῖοι τελέθοντες ἐπεστρωφῶντο πόληας , καὶ τούς τε ἀγαθοὺς δι '
6833306 ἀρηιοι
τὴν αὔλακα Δωρικῶς : καὶ Ὅμηρος ἱεμένω κατὰ ὦλκα . ἀρήιοι : ἤτοι οἱ κατὰ φύσιν πολεμικοὶ ἢ οἱ τῷ
παρ ' ἐκ νόον ἄλλα μενοίνα . Καὶ τότ ' ἀρήιοι υἷες ἐυσθενέων Ἀργείων σύλεον ἐσσυμένως βεβροτωμένα τεύχεα νεκρῶν πάντῃ
6826855 κρατεροι
' οὐ μὰν δείσουσι λιλαιόμενοι μέγα χάρμης . Εἰσὶν γὰρ κρατεροί τε καὶ ὄβριμοι ἀνέρες ἄλλοι , Τυδείδης Αἴας τε
καλὸν σῶμα περισταδόν , ἠΰτε θηρός , τοῦδε δάσαντο κύνες κρατεροί : † πέλας αρκενα πρώτη . . . μετὰ
6816315 τουνεκα
ἀσφαλέως ἀγορεύων αἶψά τι καὶ μέγα νεῖκος ἐπισταμένως κατέπαυσε : τούνεκα γὰρ βασιλῆες ἐχέφρονες , οὕνεκα λαοῖς βλαπτομένοις ἀγορῆφι μετάτροπα
τεκούσης ἄρτι πεσών , λύτρον δὲ βοῶν πόρες Ἀπόλλωνι : τούνεκα μουσοπόλον σε νέοι κλείουσιν ἀοιδοί , ἀγρονόμοι δὲ θεὸν
6802443 μιμνουσι
ἐστί , πλῆθος ἔκκριτον στρατοῦ λείπει κεναῖσιν ἐλπίσιν πεπεισμένος . μίμνουσι δ ' ἔνθα πεδίον Ἀσωπὸς ῥοαῖς ἄρδει , φίλον
Πάρθοι καὶ χαροποὶ τελέθουσι καὶ ἔξοχον αἰγλήεντες , καὶ μοῦνοι μίμνουσι μέγα βρύχημα λέοντος . ἦ γάρ τοι θήρεσσιν ἐπ
6801123 ἐπιβητορες
, διηκόσιοί γε μὲν ἄλλοι φοίνικες : πάντες δ ' ἐπιβήτορες οἵγ ' ἔσαν ἤδη . ἄλλοι δ ' αὖ
τ ' ὀρχησταί τε χοροιτυπίῃσιν ἄριστοι ἵππων τ ' ὠκυπόδων ἐπιβήτορες , οἵ κε τάχιστα ἤγειραν μέγα νεῖκος ἀπαιδεύτοισι θεαταῖς
6800693 μεροπεσσιν
καὶ χίμαροι λασίῃσιν ἐφιππεύουσι χιμαίραις : καὶ δ ' αὐτοῖς μερόπεσσιν ἐν εἴαρι μᾶλλον ἔρωτες : εἴαρι γὰρ πάνδημος ἐπιβρίθει
ἔμπαλιν , ὁππόθι λήγει . οὐ μὲν δὴ πάντεσσιν ὁμῶς μερόπεσσιν ἔοικεν οἴης ἐκ χώρης ἐτέων λάζυσθαι ἀριθμόν : ἄλλη
6797404 μαρναντο
! ? [ φοιιγαρπ ! ! ? ? ? [ μάρναντο [ ] ? : τ ? ! [ Ζευξίδαμος
δή ῥα τόθ ' οἳ μὲν πρόσθε σὺν ἔντεσι δαιδαλέοισι μάρναντο Τρωσίν τε καὶ Ἕκτορι χαλκοκορυστῇ , οἳ δ '
6796302 ἀνακτες
' ἐκείνᾳ Μοῖραι μακραίωνες ἔσχον , ὦ παῖ . Θήβης ἄνακτες , ἥκομεν κοινὴν ὁδὸν δύ ' ἐξ ἑνὸς βλέποντε
κύνες ἀνδρῶν γίνοντ ' , ἀγλαΐης δ ' ἕνεκεν κομέουσιν ἄνακτες . ” τὸν δ ' ἀπαμειβόμενος προσέφης , Εὔμαιε
6782936 γεγαασιν
ὥστε πόληες ἐν ἰχθύσιν , οἵδε θ ' ὅμιλοι κεκριμένοι γεγάασιν ἁλιπλάγκτοιο γενέθλης . τῶν δ ' οἱ μὲν πλάζονται
ῥίψαντες [ ] αρ ? [ ] [ γὰρ ] γεγάασιν [ ] ἑλώριον αλλαθεον ? ? [ ! !
6768017 μυκημα
ἕως κάμῃ , ποτὲ δὲ ἑστήκει . τὸ δέ ἵησι μύκημα , ὅτι καὶ οὗτός ποτε ἐβόα καλῶν τὸν Ὕλαν
δὲ καὶ ὑισμὸν εἶπον καὶ ὑίζειν ὑίζοντες . βοῶν δὲ μύκημα μυκηθμὸς μυκᾶσθαι μυκώμενοι . ὀίων δὲ βληχὴ βληχᾶσθαι βληχώμεναι
6760743 ἐπιωγαι
: τῶν ἰχθύων , στενοχωροῦνται . ἠϊόνων : αἰγιαλῶν . ἐπιωγαί : καταδύσεις , καὶ διανοίξεις . Εἱλουμένων : συστρεφομένων
καὶ εὐΰδροις ποταμοῖσιν ἀρδόμενος , μαλακαὶ δὲ πολυψάμαθοί τ ' ἐπιωγαί : ἐν δέ οἱ εὐφυέες τε νομαὶ καὶ ἀκύμονες
6755504 καναχηδον
' ἅμα τοῖσι πέλοντο ὄβριμοι ἀλγινόεντας ὑπὸ βλοσυρῇσι γένυσσι θήγοντες καναχηδὸν ἐυκτυπέοντας ὀδόντας . Ἐν δ ' ἀγρόται μετόπισθε κυνῶν
τὴν κεφαλὴν ἑλίϲϲηται , καὶ ὦτα βομβέῃ , ὅκωϲ ῥεόντων καναχηδὸν ποταμῶν , ἢ οἷον ἄνεμοϲ ἱϲτίοιϲι ἐγκυβερνέῃ , ἢ
6749637 ἀελλοποδων
οὐδὲ κατέκλα . καὶ πάλιν οὐκ ἂν ὀκνήσειεν φάναι ” ἀελλοπόδων δρόμον ἵππων . “ καὶ ἢν οἰκίαν ἐπαινῇ καλὴν
ποιηταὶ περὶ τούτων ἀπεφήναντο : ὁ μὲν γὰρ Πίνδαρός φησιν ἀελλοπόδων μέν τιν ' εὐφραίνουσιν ἵππων τιμαί τε καὶ στέφανοι
6747267 ἐδαησαν
βιότοιο κακὴν καὶ ἀεικέα θήρην , οὐ γὰρ γειομόροιο τομὴν ἐδάησαν ἀρότρου , κείνοις οὔποτε τερπνὸς ἀκούεται ὁλκὸς ἁμάξης ,
κοπτομένη δείξειεν ὑπὸ ῥιπῇσι θάλασσα : νήπιοι , οὐδ ' ἐδάησαν ὅσον πινυτώτεροι ἄνδρες , οἳ κείνους καὶ πάμπαν ἀλευομένους
6745286 ἰαινεται
μιν στομάτεσσι περισταδὸν ἰύζοντες σαίνουσιν , τοῦ δ ' ἦτορ ἰαίνεται εἰσορόωντος : ὣς ἄρα Τρώιοι υἷες ἐγήθεον , εὖτ
πόδα γῆς φλέβες σὺν Αἰγυπτίοις τὸν Αἴγυπτον ἥκειν εἰς Ἄργος ἰαίνεται σῶμα δ ' ἀθαμβὲς γυιοδόνητον τείρει περὶ Ἀνταίου τοῦ
6738642 μητισαντο
: οὐδ ' ἄρα μούνοις ἀνθρώποις , οἳ πάντα νοήμασι μητίσαντο , ἀλλὰ καὶ ἑρπηστῆρσι καὶ ἰχθύσιν ἠδὲ καὶ αὐτοῖς
οὐδ ' ὅσσα φερεπτερύγων ἐπ ' ὀϊστῶν Πέρσαι φαρμακτῆρες ὀλέθρια μητίσαντο : τρυγόνι γὰρ ζωῇ τε βέλος ῥίγιστον ὀπηδεῖ ζαφλεγές
6735994 ἀναρσιοι
ἐπὶ τραφερὴν χθόν ' ἀκυμάντοισι πόδεσσι . Τὸν καὶ ληϊστῆρες ἀνάρσιοι οἶον ἐόντα φεύξονται , καὶ δμῶες ὀϊόμενοι πατέρ '
ἐπὶ τραφερὴν χθόν ' ἀκυμάντοισι πόδεσσι . τὸν καὶ ληϊστῆρες ἀνάρσιοι οἶον ἐόντα φεύξονται : καὶ δμῶες ὀϊόμενοι πατέρ '
6733520 πρωονες
στεροπηγερέτα Ζεύς , ἔκ τ ' ἔφανεν πᾶσαι σκοπιαὶ καὶ πρώονες ἄκροι καὶ νάπαι , οὐρανόθεν δ ' ἄρ '
νήνεμος αἰθήρ : ἔκ τ ' ἔφανεν πᾶσαι σκοπιαὶ καὶ πρώονες ἄκροι καὶ νάπαι : οὐρανόθεν δ ' ἄρ '
6733401 ἐξοχα
Ἐριχθονίου βλάστημ [ ' ] ἀρότων , οὓς Παλλὰς ἄνασσα ἔξοχα θνητῶν [ ] δορὶ κἀν σοφίαις ἀνέγραψεν , [
] . . . Ἦ μάλα δὴ κεῖναί γε μακάρταται ἔξοχα πασῶν ψυχάων ποτὶ γαῖαν ἀπ ' οὐρανόθεν προχέονται :
6719636 λευσσοντες
ψυχή μου προορᾶται , οὕτως γένοιτο . βλέποντες : γράφεται λεύσσοντες . μεμαώς : ἀντὶ τοῦ ὀργιζόμενος νῦν : οὐ
, κεἴ τις ἐγγελᾷ λόγῳ , Ζεὺς καὶ θεοὶ βρότεια λεύσσοντες πάθη . ἀμφίπολος Ἄρεος ἀνιέρου φίλων λαβεῖν γὰρ πεῖραν
6718387 ἐφετμαις
ἐλαφροτάτου πυρὸς ὄμμα . βαίνει γὰρ τάδε θεῖα πολύκριτα σαῖσιν ἐφετμαῖς : ἀλλάσσεις δὲ φύσεις πάντων ταῖς σαῖσι προνοίαις βόσκων
πορευομένους . ἀνταποδιδόναι καὶ ἀντιχαρίζεσθαι αὐτῷ . . Ἐν ταῖς ἐφετμαῖς δὲ καὶ ταῖς ἐντολαῖς τῶν θεῶν φασι τὸν Ἰξίονα
6714219 εὐαντητος
ἐπιτέρπεται , ἔξοχα δ ' αὐτῷ ἀνθρώπων κρέα τερπνὰ καὶ εὐάντητος ἐδωδή . εὖτέ τιν ' ἀθρήσῃ νεάτην ὑπὸ βύσσαν
: ἐλθέ , θεὰ σώτειρα , φίλη , μύστηισιν ἅπασιν εὐάντητος , ἄγουσα καλοὺς καρποὺς ἀπὸ γαίης εἰρήνην τ '
6713470 εὐνομιην
ἐμέλησέ σοι , ὄφρ ' ἀναδοίης ἀνθρώποισι βίον τε καὶ εὐνομίην τε ἅπασι , καὶ θεσμοὺς κατέδειξας , ἵν '
παντοῖοι τελέθοντες , ἐπιστρωφῶσι πόλιας , ἀνθρώπων ὕβριν τε καὶ εὐνομίην ἐφορῶντες . Τῆς δὲ προνοίας τῶν θεῶν ἴδιόν ἐστι
6700199 ἐκεδασσεν
[ βῆμεν δ ' ἐν νήεσσι , θεὸς δ ' ἐκέδασσεν Ἀχαιούς , ] καὶ τότε δὴ Ζεὺς λυγρὸν ἐνὶ
Πριάμου πέρσαντες ἔβημεν οἴκαδε σὺν νήεσσι , θεὸς δ ' ἐκέδασσεν Ἀχαιούς . αὐτὰρ ἐμοὶ δειλῷ κακὰ μήδετο μητίετα Ζεύς
6698680 χθονια
: ἀλλὰ ταῦτα λίαν χαμαίζηλα τῆς ψυχῆς ἀγαθὰ καὶ ὄντως χθόνια καὶ ἀνθρώπινα , μόνον δὲ ἐκεῖνο θεῖον ἀτεχνῶς καὶ
, ὥσπερ τὰ τῶν θεῶν ἐμπύρια , καὶ τὰ ἡμέτερα χθόνια , Τὸ δὲ ΠΑΝΤΗ ΦΟΙΤΑιΝ , τὸ τὰς κινήσεις
6691361 ἐμιμνον
καί ῥα τόθ ' Ἡρακλῆος ἔχον πόθον , οὐ γὰρ ἔμιμνον ἔθνος ἀμαιμάκετον Κόλχων καὶ θούριον Ἄρην . Νῦν δέ
: οἳ δ ' ἄρα δαῖτ ' ἐπάσαντο καὶ ἠριγένειαν ἔμιμνον , βαιὸν ἀποβρίξαντες ἀραιοῖσιν βλεφάροισιν : αἰνῶς γὰρ φοβέοντο
6688828 ἐδρακον
: ὑπερβατὸν κατὰ λέξιν . τολμηρᾷ κραδίᾳ : ἐν . ἔδρακον : μετάθεσις : ἐνόησαν , εἶδον , ἰωνικῶς ,
δὲ δεύτερον ἴσατε καὶ ἴστε , τὸ τρίτον ἴσασιν . ἔδρακον : κατενόησαν , εἶδον , ἔμαθον . γίνεται ἀπὸ
6688499 παυροις
μὲν δικαίως ὤικουν , οἱ δὲ ἀκαίρως . γνώμη . παύροις ] ὀλίγοις . συγγενὲς ] οἰκεῖον . ἄνευ ]
τῆσδ ' ἔφασκ ' εἶναι χθονός , ναυαγὸν ἐκπεσόντα σὺν παύροις φίλοις . ὤμοι , πόθ ' ἥξεις ; ὡς
6688024 ἀγηνορα
δίφρων ? ? ? ? , θεσμοφόρον δ ' ἐτέλεσσεν ἀγήνορα δῆμον Ἀθήνης . καὶ τὰ μὲν ἐν θυέεσσι :
ἄδηλον ἀέξει , ῥεῖα δέ τ ' ἰθύνει σκολιὸν καὶ ἀγήνορα κάρφει Ζεὺς ὑψιβρεμέτης , ὃς ὑπέρτατα δώματα ναίει .
6687993 ἀνδρομεοισι
ἑτέρη προβέβηκε , θεοὶ σάφα τεκμαίρονται , ἡμεῖς δ ' ἀνδρομέοισι νοήμασι μέτρα φέροιμεν . Ἰχθύσι μὲν γενεή τε καὶ
Δελφῖνες δ ' ἄνδρεσσιν ὁμῶς γάμον ἐντύνονται μήδεά τ ' ἀνδρομέοισι πανείκελα καρτύνονται : οὐδ ' αἰεὶ προφανὴς πόρος ἄρσενος
6686345 ἰδριες
προτόνων ἀνέμοισι , Κέρκυραν βαθέην ἐξίκετο , τήν σφιν ἔναιον ἴδριες εἰρεσίης καὶ ἁλιπλάγκτοιο πορείης Φαίηκες : τοῖσιν δ '
ἔθηκε νόον . Ἐμ πυρὶ μὲν χρυσόν τε καὶ ἄργυρον ἴδριες ἄνδρες γινώσκους ' , ἀνδρὸς δ ' οἶνος ἔδειξε
6672557 ἐσκον
ἐμοῦ κύνε κεκλήγοντα γνόντες ἐπεδραμέτην : μάλα γάρ σφισι μείλιχος ἔσκον . οἳ μὲν ἄρ ' ὑλάσσοντες ἐπέδραμον : αὐτὰρ
τὸ αἰδοῖον , ὡς παρὰ Καλλιμάχῳ . . ἐπὶ κτενὸς ἔσκον ἔθειραι : τὸ δὲ εἷς περισπᾶται , ἐπειδὴ ἔχει
6665757 εὐναι
” “ πῶς δαὶ τῶν ἄλλων Τρώων φυλακαί τε καὶ εὐναί ; ” δαΐζων διαιρῶν , διακόπτων . δειλός ἐπὶ
σοφίης γὰρ ὅρος οὗτος . Ἀναξάρχου . Πολλαὶ κυνὸς ἄῤῥενος εὐναί : ἐπὶ τῶν κατωφερῶν εἰς τὰ ἀφροδίσια . Πολλὰ
6656365 λυκαβαντι
ἀγρίοις ὕαινα δυσμίσητος ἐξέφυ μία . Ἀμείβεσθαι : ἀλλάξειν . λυκάβαντι : τῷ χρόνῳ . Νωλεμές : διηνεκές . Πολιότριχα
νιφετόν , κρυμὼς δὲ φοβεῦμαι . εἶαρ ἐμοὶ τριπόθητον ὅλῳ λυκάβαντι παρείη , ἁνίκα μήτε κρύος μήθ ' ἅλιος ἄμμε
6655092 ἀπειρητοι
Πρῖνοι δ ' αὖ καρποῖο καταχθέες , οὐδὲ μέλαιναι σχῖνοι ἀπείρητοι : πάντη δέ τε πολλὸς ἀλωεὺς αἰεὶ παπταίνει ,
ἀνθρώποισι κακὸν μέγα , πεῖρα δ ' ἄριστον : πολλοὶ ἀπείρητοι δόξαν ἔχους ' ἀγαθῶν . Εὖ ἕρδων εὖ πάσχε
6653216 ἐπιιστορας
: τύνη δὲ θεοὺς ἐνὶ σοῖσιν ἑταίροις ξεῖνε τεῶν μύθων ἐπιίστορας οὕς μοι ὑπέστης ποίησαι , μηδ ' ἔνθεν ἑκαστέρω
πάντῃ ἀνθρώπων ἐπὶ φῦλα διηερίη πεπότηται τινυμένη σὺν Ζηνὶ κακῶν ἐπιίστορας ἔργων . Ὣς εἰπὼν δηίοισιν ἀνηλέα τεῦχεν ὄλεθρον :
6650475 πουλυβοτειρῃ
αἴσιμον ἦμαρ Ἀχαιῶν . αἱ μὲν Ἀχαιῶν κῆρες ἐπὶ χθονὶ πουλυβοτείρῃ ἑζέσθην , Τρώων δὲ πρὸς οὐρανὸν εὐρὺν ἄερθεν .
τι μικρόν : ἅρματα δ ' ἄλλοτε μὲν χθονὶ πίλνατο πουλυβοτείρῃ , ἄλλοτε δ ' ἀΐξασκε μετήορα , τοὶ δ
6649784 ζαμενες
. Ἐν δέ : τούτοις δηλονότι , σὺν τούτοις . ζαμενές : λίαν ὀργίλον , ἄγαν ὀργίλον , ἄγριον ,
τὸν θάνατον , τὸν Ἄιδην * προσμάξηται : φέρῃται * ζαμενές : λίαν ἰσχυρῶς * κοτέουσα : ὀργιζομένη * πίσυρες
6646057 πνοιαι
πᾶσα δ ' ἄρ ' ὀκριόεσσα πέτρη ποταμῶν τε ῥέεθρα πνοιαί τε λιγέων ἀνέμων ἀμέγαρτον ἀέντων οἰωνοί τε θοῇσι διεσσύμενοι
ναυτίλλοντο οὔρεα Παφλαγόνων θηεύμενοι : οὐδὲ Κάραμβιν γνάμψαν , ἐπεὶ πνοιαί τε καὶ οὐρανίου πυρὸς αἴγλη μίμνεν ἕως Ἴστροιο μέγαν
6644897 αἰνα
: ἔξοχα δ ' , ὁππότε νῆα διαραισθεῖσαν ἀέλλαις , αἰνὰ Ποσειδάωνος ἀμειλίκτοιο τυχοῦσαν , δασσάμενον μέγα κῦμα διακριδὸν ἄλλοθεν
ἰήσεται : εἰ δέ κε κρείσσων χρειὼ ἀναγκαίη σε βιήσεται αἰνὰ παθόντα ἀργαλέου ὑδέροιο , τότ ' αὖ κακότητα φράσασθαι
6643807 πελε
φάος πῦρ αἰθέρα κόσμους . Λαιῇς ἐν λαγόσιν Ἑκάτης ἀρετῆς πέλε πηγή , ἔνδον ὅλη μίμνουσα τὸ παρθένον οὐ προϊεῖσα
σθένος Ἰδομενῆος , ὤρνυτ ' , ἐπεί οἱ θυμὸς ἴδρις πέλε παντὸς ἀέθλου . Τῷ δ ' οὔ τις κατέναντα
6641955 ὁμοστολοι
νηῶν : ἔξοχα γὰρ νήεσσι γεγηθότες ὑγρὰ θεούσαις ἕσπονται πομπῆες ὁμόστολοι , ἄλλοθεν ἄλλος ἀμφιπερισκαίροντες ἐΰζυγον ἅρμα θαλάσσης τοίχους τ
πῶς . Πομπῆες : ἀκόλουθοι , συνέμποροι , ὁδηγοὶ , ὁμόστολοι , ὁμόπλοοι . Ἀμφιπερισκαίροντες : πηδῶντες , περικυκλοῦντες ,
6637383 φορεοντες
ὄντως [ ] ! ! υραυτν ? ! [ ] φορέοντες [ ] [ ] σιν [ [ [ [
σφεας ἡνιόχευεν . Ἵπποι δ ' αὖτ ' ἐχάρησαν ἑὸν φορέοντες ἄνακτα εἴκελον Αἰακίδῃ : τῶν δ ' ἄφθιτον ἦτορ
6626487 λαγετας
ἕλεν . ἃ τέκε λαγέτας ἓξ : ἥτις Ἱπποδάμεια . λαγέτας , ἡγεμόνας . τῶν λαῶν ἡγουμένους . λέγει δὲ
ἕλεν δ ' Οἰνομάου βίαν παρθένον τε σύνευνον : ἔτεκε λαγέτας ἓξ ἀρεταῖσι μεμαότας υἱούς . νῦν δ ' ἐν
6622407 ἐκπαγλως
ὢ πόποι , ἦ μάλα δὴ γόνον Ἀτρέος εὐρύοπα Ζεὺς ἐκπάγλως ἤχθηρε γυναικείας διὰ βουλάς ἐξ ἀρχῆς : Ἑλένης μὲν
' ἡμετέρην πανετώσιον οὕνεκα πατρός γηραιοῦ κάσιός τε , τὸν ἐκπάγλως : ὀλέσαντες , οὐδὲ γὰρ ὔμμε πάτρῃσιν οἴομαι ἆσσον
6618630 ποληας
τε θεοὶ ξείνοισιν ἐοικότες ἀλλοδαποῖσιν , παντοῖοι τελέθοντες , ἐπιστρωφῶσι πόληας : ἐὰν δέ που μοχθηρὰν δείξεις ψυχήν , ἀνέστιος
βαδιζούσῃ . Μήτ ' οὖν ποτ ' ἔθνη , μὴ πόληας ἀνθρώπων Ὕβρις γ ' ἐπέλθοι , προσγελῶσα τοῖς δήμοις
6617365 μεροπεσσι
ἀμοίρατον [ ] ἐς χρόνον ἔλθοις , ὁ κλυτὸς ἐν μερόπεσσι καὶ ἐν χθονὶ παμβασιλῆος . ἔμπλεος εἰς πλόον ἦλθον
, μεγάλη , μεγαλώνυμε Δηοῖ , σεμνοτάτη δώτειρ ' ἀγαθῶν μερόπεσσι ἅπασι εὐσεβέσιν μεγάλας χάριτας καὶ πλοῦτον ἔδωκας , καὶ
6615807 τελλεται
' ὀνομαστὰ γένοντο ἄστρα , καὶ οὐκέτι νῦν ὑπὸ θαύματι τέλλεται ἀστήρ , ἀλλ ' οἱ μὲν καθαροῖς ἐναρηρότες εἰδώλοισιν
: πλησιάζουσι , βάλλουσιν . σφίσι : ἐν αὐταῖς . τέλλεται : φύεται , ἀναφύεται . Κεφαλῆς : κεφαλὴ καρφαλή
6612691 πηματ
αὔρας ὑπηκόοισιν ἐν ψυκτηρίοις πρὸς δ ' ἐπὶ τοῖς ἀμφιλαφῆ πήματ ' ἔχων ἀθανάτων καὶ καρτερὸς γὰρ καὶ ˘ –
τῆς αὐτεξουσίου πονηρίας διὰ τοῦ γνώσῃ δ ' ἀνθρώπους αὐθαίρετα πήματ ' ἔχοντας , οὓς τλήμονας δεῖ καλεῖν καὶ ἀθλίους
6611816 βατη
. ὢ πᾶσαν μὲν γῆν καὶ θάλατταν , ὅση μὲν βατή , τροπαίων , ὅση δὲ ἄβατος , δόξης καὶ
γλυκύτατα ἰάματα . τοῦ αὐτοῦ . ἀνδρὶ σοφῶι πᾶσα γῆ βατή : ψυχῆς γὰρ ἀγαθῆς πατρὶς ὁ ξύμπας κόσμος .
6609452 ἐμβεβαωτες
' ἂν δ ' ὡρονόμῳ Φαίνων Κύπρις τ ' ἰσόμοιροι ἐμβεβαῶτες ὁρῶνται , ἀεὶ θεράποντας ἔθηκαν οὐχ ἑνός , ἄλλοτε
καί ῥα κόνιν καὶ ἱδρῶτα λύθρον τ ' ἀπεφαιδρύναντο κύμασιν ἐμβεβαῶτες ἐυρρόου Ἑλλησπόντου . Ἠέλιος δ ' ἀκάμαντας ὑπὸ ζόφον
6607733 πληθουσι
τε [ ἄνδρες ] . Νυμφίε , σεῖο γάμοι χαρίτων πλήθουσι χορείης , σωφροσύνης μετὰ κάλλους ? ἀεὶ μεθέπουσιν ἀρωγήν
φησὶ χώραν Ἑλλάδα . λέγει δὲ τὰς Ἀθήνας . . πλήθουσι νεκρῶν : αἱ ἀκταὶ καὶ οἱ αἰγιαλοὶ τῆς Σαλαμῖνος
6603290 ἐασιν
μοῦνοι πολέων μοιρηγέται ἠδὲ πάρεδροι Μητέρος Ἰδαίης κεκλήαται , ὅσσοι ἔασιν Δάκτυλοι Ἰδαῖοι Κρηταιέες ] Τῶν Ἰδαίων δακτύλων καλουμένων πρώτους
. “ ἐπιβότωρι μήλων παναπάλῳ , οἷοί τε ἀνάκτων παῖδες ἔασιν . ” ἐπιγνάμψασα ἐπικατακλάσασα , συμπείσασα . ἐπιγουνίδα τὸ
6600028 περιωσιον
. Πέργαμον . οὕτως ἐλέγετο ἡ ἀκρόπολις τῆς Ἰλίου . περιώσιον περιωσίως . περιδώσομαι συνθήσομαι . περιτροπέων περιτρεπόμενος . περιδέξιος
εἰς ἐμὲ τείνεται αὐτὸν ἥδε δίκη , τὴν οὔτις ἐμεῦ περιώσιον ἄλλος ἀνὴρ αὐδήσει : σὺ δὲ μηκέτι δάμναο θυμόν
6597093 θηρες
πάλαι γενέσθαι τροφούς τε καὶ φύλακας . Οἱ γὰρ νῦν θῆρες γυναῖκες ἀρχῆθεν ἐτύγχανον , θρέπτειραι τοῦ Βάκχου θεοῦ ,
, καὶ † ἀνδράσι νήπιος ἐών † πιλναμένης , καὶ θῆρες ἀνὰ δρυμὰ πρηΰνονται . τινὲς ἀνέγνωσαν δρυμά ὡς ἀπὸ
6596201 λευγαλεης
κύσσαν δ ' ἀλλήλους , ἔριδος δ ' ἐπελήθετο θυμὸς λευγαλέης . Τοῖς δ ' αἶψα Θέτις κυανοκρήδεμνος ἀργυρέους κρητῆρας
ὄχ ' ἄριστος , ἔχεν δ ' ἔτι θυμὸν ὁμοκλῆς λευγαλέης ἀκόρητον , ἑοῦ δ ' ἄρα μήδετο πατρὸς τίσασθ
6595619 πνειοντας
Ὅμηρος [ δ ] : ἀλλ ' αἰεὶ Ζεφύροιο λιγὺ πνείοντας ἀήτας Ὠκεανὸς ἀνίησιν ἀναψύχειν ἀνθρώπους . τὸ φύσει οὖν
θῆκαν ἐπὶ χθόνα , πὰρ δὲ καὶ ἵππους στῆσαν ἔτι πνείοντας ὀιζυροῖο μόγοιο : ἐν δὲ φάτνῃσι βάλοντο τά τ
6595560 στοματεσσιν
ἐμβρυχθεῖσα ] βρωθεῖσα ἄλγεα ] πόνους δινεύοντα ] στρέφοντα περὶ στομάτεσσιν : ὑπερβατόν : ἐν τοῖς στόμασι τῆς γαστρὸς τὰ
ἀμφιχέονται καί μιν ὁδοῦ βλάπτουσι πονεύμενον , ἄλλοθεν ἄλλαι κνίζουσαι στομάτεσσιν ἀναιδέσιν : αὐτὰρ ὁ κάμνει ὕδατι καὶ στυγερῇσιν ἰουλίσιν
6591216 κελευθοις
γὰρ κατὰ τὴν σελήνην ἐμέτρουν τὸν ἐνιαυτόν ἐνιχρίμπτουσα ] προσπελάζουσα κελεύθοις ] ταῖς ὁδοῖς θρόον ] λαλιάν θρόον ] θόρυβον
μελέεσσι καὶ ὄμμασιν ἀδρανέοντα ἐνδυκέως μεθέπων προσπτύσσεται , ἔν τε κελεύθοις χεῖρ ' ὀρέγων καὶ πᾶσιν ἐν ἔργμασιν αὐτὸς ἀμύνων
6590820 ἐπικλειουσιν
τῆς ἐς Κωκυτὸν ἀφίξεως θρῆνον * ἐχιναῖον : ἔχιος * ἐπικλείουσιν : ἀκούουσιν καλοῦσιν * τοῦ : τοῦ ἔχιος τοῦ
ἕτερον ἔχει , ἀλλὰ τὸ ἄλλο , ὡς Ὅμηρος . ἐπικλείουσιν : ὀνομάζουσι , φημίζουσι , καλοῦσιν . Ἐξώκοιτον :
6589621 οἰδματα
ὁρμητική . διέσσυται : ὁρμᾷ , διέρχεται , διαπορεύεται . οἴδματα : διὰ τῶν , κύματα . Φορβήν : τροφήν
Ἑλένην ἐνέπουσι , κασιγνήτην Ἀφροδίτης , ἧς ἕνεκεν τέτληκα καὶ οἴδματα τόσσα περῆσαι . δεῦρο γάμον κεράσωμεν , ἐπεὶ Κυθέρεια
6587410 ὑπειρ
γηθόσυνοι δέ , Λύκοιο καταυτόθι παῖδα λιπόντες , λαίφεσι πεπταμένοισιν ὑπεὶρ ἅλα ναυτίλλοντο οὔρεα Παφλαγόνων θηεύμενοι : οὐδὲ Κάραμβιν γνάμψαν
ἤ τι κατὰ πρῆξιν ἦ μαψιδίως ἀλάλησθε οἷά τε ληϊστῆρες ὑπεὶρ ἅλα , τοί τ ' ἀλόωνται ψυχὰς παρθέμενοι ,
6581523 ναιεταοντες
ἀπόπροθι Θερμώδοντος . τοὔνεκα καὶ παῖδες μεγαλήτορες ἐξεγένοντο , ὕλην ναιετάοντες ἀπείριτον , ἧς διὰ μέσσης συρόμενος Τάναϊς Μαιώτιδος ἐς
. τοῖς ἔπι μέρμερον ἔθνος ἀγαυῶν ἐστι Λατίνων , γαῖαν ναιετάοντες ἐπήρατον , ἧς διὰ μέσσης Θύμβρις ἑλισσόμενος καθαρὸν ῥόον
6579908 Ἀιδης
] κακὸν ? ? ? ἕξειν [ ] . ἀτρεκέως Ἄιδης Τρώων ἀλόχοισι λοχεύει ? [ ] ? ? πή
ὀργίλως θυμουμένη . * ἄιδα : θανάσιμα , ἀπὸ τοῦ Ἄιδης τὸν θάνατον , τὸν Ἄιδην * προσμάξηται : φέρῃται
6579888 ἀπειριτον
, μίτου κρατερῆς ὑπ ' ἀνάγκης . Ἠέριον μετὰ φέγγος ἀπείριτον ἀστεροπληθὲς ἄχραντον πολὺ δῶμα θεοῦ λίπον , ἠδ '
κάλλιπε τυτθὸν ἐνὶ μεγάροις ἔτι παῖδα , ᾧ ἔπι κυδιάασκον ἀπείριτον , ᾧ ἔπι πολλὰ ἐλπομένην ἀπάφησε κακὴ καὶ ἀτάσθαλος
6579177 περιμηκεες
' εἶχον καὶ δάκρυσι μῦρον , μέσσοι δὲ ξεστοί , περιμήκεες , αὐτὰρ ὄπισθε μόρφνοιο φλεγύαο καλυπτόμενοι πτερύγεσσιν . εἵλετο
' ἐπὶ Κομμαγεηνὸν ἕδος Συρίης τε πόληες θινὸς ἔπι στρεπτῆς περιμήκεες : ἀμφὶ γὰρ ὁλκὸς ἐς δύσιν ἔστραπται πολιῆς ἁλός
6578756 ἀμφιεσαντο
' , ἐπεὶ βουλῇσι θεοῦ μεροπηΐδα μορφὴν ἀμφεβάλοντο Κρόνοιο καὶ ἀμφιέσαντο λέοντας , δώροισιν μετόπισθε Διὸς μέγα κοιρανέουσι θηρσὶν ὀρειαύλοις
τε δαφοινῶν : αὐτοὶ δ ' οἰὸς ἄωτα πρόπαν δέμας ἀμφιέσαντο , σφιγξάμενοι καθύπερθεν ἐπασσυτέροις τελαμῶσι : καὶ κόρυθες κρύπτουσι
6577286 τειρομενοισι
, ἀπολλυμένων δὲ πολὺς στόνος : οὐδέ τις ἀλκὴ γίνετο τειρομένοισι : μινυνθάδιοι δὲ πέλοντο πάντες ὅσους ἐκίχανεν ἀνὰ κρυερὸν
ὁππόσα πρόσθ ' ἐμόγησα ἀμφ ' αὐτῷ καὶ παισὶν ἀεικέα τειρομένοισι , μνήσω ἀκηχεμένη , ἵνα οἱ σὺν θυμὸν ὀρίνω
6576311 ἐπλετ
. χροιὴν δ ' αἰθαλόεις , πλατύς , οὐ μέγας ἔπλετ ' ἰδέσθαι , καρφαλέῃ δ ' ἴκελον πεύκῃ φλόγα
τις [ ] ! ! τι ἶρον οὐδυ [ ] ἔπλετ ' ὄπποθεν ? [ ἄμμες ] ἀπέσκομεν , οὐκ
6575475 Τιτηνες
ἐκέλευε , θεοὺς δ ' ὀνόμηνεν ἅπαντας τοὺς ὑποταρταρίους οἳ Τιτῆνες καλέονται . αὐτὰρ ἐπεί ῥ ' ὄμοσέν τε τελεύτησέν
εὐρὺν ἵκανε , μέχρις ἐπ ' Ἀιδονῆος ὑπερθύμοιο βέρεθρον : Τιτῆνες δ ' ὑπένερθε μέγ ' ἔτρεσαν . Ἀμφὶ δὲ
6574669 ὀπασσαν
σφιν τύμβοιο πολυκλαύτοιο μέγηραν Ἀτρεῖδαι , Τρώεσσι δ ' ἐυπτολέμοισιν ὄπασσαν ἐκ βελέων ἐρύσασθαι ὁμῶς κταμένοισι καὶ ἄλλοις . Οὐ
ὠθεῦνται : γενύων δ ' ἀπογυμνωθεῖσαι ψευδέα τοῖς πολλοῖσι δόκησιν ὄπασσαν ὀδόντων . ναὶ μὴν ἄλλο βροτοῖσιν ἀριφραδὲς ἔπλετο σῆμα
6573982 ὑπερβιος
ἐπ ' ἄμμι τεοὺς υἱῆας ἔρυσθαι . ἴστω Κόλχων ὅρκος ὑπέρβιος , ὅντιν ' ὀμόσσαι αὐτὴ ἐποτρύνεις , μέγας Οὐρανὸς
γέρον , ἡμετέρην ἀρετὴν ἀνὰ δηιοτῆτα Αἶσα διακρινέει κρατερὴ καὶ ὑπέρβιος Ἄρης . Ὣς εἰπὼν αὐτῆμαρ ἐέλδετο τείχεος ἐκτὸς σεύεσθ
6568578 μοχθιζοντες
δ ' ἐπὶ πύργοις λιμῷ τ ' ἀργαλέῳ καὶ ὀϊζύϊ μοχθίζοντες ὕδατί τ ' ἐχθοδοπῷ στυγερὸν καὶ ἀεικέα πότμον ὄλλυνται
μὲν ἐπείη , Φαίνων δ ' ἕσπηται , τῆμος μάλα μοχθίζοντες ἀνέρες ἐξεγένοντο , πικρὴν ὀτλεῦντες ὀϊζύν . ὁπποίην δὲ
6560592 ἀπολοντο
ἀρχοὶ δ ' αὖ δύο μοῦνοι Ἀχαιῶν χαλκοχιτώνων ἐν νόστῳ ἀπόλοντο : μάχῃ δέ τε καὶ σὺ παρῆσθα . εἷς
Τρώων μὲν ὑπεξέφυγον στονόεσσαν ἀϋτήν , ἐν νόστῳ δ ' ἀπόλοντο κακῆς ἰότητι γυναικός . αὐτὰρ ἐπεὶ ψυχὰς μὲν ἀπεσκέδας
6555865 ἀθανατοι
' οὐκέτι νόστος ἐτήτυμος , ἀλλά οἱ ἤδη φράσσαντ ' ἀθάνατοι θάνατον καὶ κῆρα μέλαιναν . νῦν δ ' ἐθέλω
ἐπὶ τοὺς πλησίον , καὶ ἄπαυστοι θυμοί , καὶ ὀργαὶ ἀθάνατοι , καὶ τιμωρίας ἔρως , καὶ ἀμαθία δίκης .
6553474 χαραδραι
, ὅν ῥ ' ἀπὸ πέτρης χειμερίου ποταμοῖο κάτω σύρουσι χαράδραι . αἰεὶ δ ' αὖ λιαροῖο γεγηθότες ἐξ ἀνέμοιο
τοῦ δ ' ὑπὸ ποσσὶν ἄγκεα κίνυτο μακρὰ βαθύρρωχμοί τε χαράδραι καὶ ποταμοὶ καὶ πάντες ἀπειρέσιοι πόδες Ἴδης . Καί
6553123 γαιηοχος
ἔχων , ἤως ὁ Ποσειδῶν : ἀποστροφὴ τὸ σχῆμα . γαιήοχος : ὁ τῆς γῆς κρατῶν , ἤως ὁ Ποσειδῶν
: ἀσκελές : τὸ σκληρόν . οἷον ” ἀλλὰ Ποσειδάων γαιήοχος ἀσκελὲς αἰέν ” . παρὰ τὸ σκέλλω , τὸ
6548887 ἐπαϊγδην
θῶας ὑπερφιάλους ἔλαφον πέρι ποιπνύεσθαι ἀγρομένους : οἱ μὲν γὰρ ἐπαΐγδην γενύεσσι σάρκας ἀφαρπάζουσι καὶ ἀρτιχύτοιο φόνοιο θερμὸν ἔαρ λάπτουσιν
θορὸν ὑγρὸν ἀπορραίνουσιν ὄπισθεν , αἱ δ ' οἴστρῳ μεμαυῖαι ἐπαΐγδην στομάτεσσι κάπτουσιν : τοίῳ δὲ γάμῳ πλήθουσι γόνοιο .

Back