, ὁ χόρτος . Βραβευτής , διοικητής , κριτής , παροχεύς . βραβευτὴς δὲ οὐ πάνυ τι λέγεται , ἀλλὰ
πάσης σοφίας καθηγητὴς καὶ λόγων ἡγούμενος καὶ πάσης τέχνης σοφώτατος παροχεύς , καὶ ἀστέρων ὁ θαυμαστότατος . Μάκαρ θεῶν Ἑρμῆ
8015048 εἰκοστος
τέλειος ὁ ἕξ , καὶ ἀπὸ δεκάδος ἕως ἑκατοντάδος ὁ εἰκοστὸς ὄγδοος , καὶ ἀπὸ ἑκατοντάδος ἕως χιλιάδος ὁ τετρακοσιοστὸς
, ἡ δὲ χειμερινὴ σοηʹ ∠ δʹ . κβʹ . εἰκοστὸς δεύτερός ἐστι παράλληλος , καθ ' ὃν ἂν γένοιτο
7975860 εὐγενεστατος
: ἀπὸ βασιλέως Ἀθηναίου Κόδρου , ὃς δοκεῖ πρεσβύτατος καὶ εὐγενέστατος γεγενῆσθαι . Πρὸς λέοντα δορκὰς ἅπτεται μάχης : ἐπὶ
δὲ τὴν Κύπρον Εὐαγόρας ὁ Σαλαμίνιος , ὃς ἦν μὲν εὐγενέστατος , τῶν γὰρ κτισάντων τὴν πόλιν ἦν ἀπόγονος ,
7960172 Κυψελῳ
νομοθετικούς . Ἀρχέτιμος δὲ ὁ Συρακούσιος ὁμιλίαν αὐτῶν ἀναγέγραφε παρὰ Κυψέλῳ , ᾗ καὶ αὐτός φησι παρατυχεῖν : Ἔφορος δὲ
ʃ οἱ Παρράσιοι : ἤτοι τοὺς Παρρασίους οἳ ἦσαν ἐν Κυψέλῳ . κείμενον ἐπὶ τῇ Σκιρίτιδι : ἐπιτετειχισμένον ὥστε βλάπτειν
7949921 Μηκιστεως
καὶ Σθένελος : παρῆν δὲ ἔτι καὶ ἐπὶ τούτων Εὐρύαλος Μηκιστέως καὶ Πολυνείκους Ἄδραστος καὶ Τιμέας . τῶν δὲ ἀνδριάντων
δ ' ἅμ ' Εὐρύπυλος τρίτατος κίεν ἰσόθεος φώς , Μηκιστέως υἱὸς Ταλαϊονίδαο ἄνακτος . ἐκ πάντων δ ' ἡγεῖτο
7925765 λατρευων
ὁ δὲ παραγενόμενος εἰς Φερὰς πρὸς Ἄδμητον τὸν Φέρητος τούτῳ λατρεύων ἐποίμαινε , καὶ τὰς θηλείας βόας πάσας διδυμοτόκους ἐποίησεν
γονέας καὶ τὸν παρ ' ἀνθρώπων ψόγον ὕθλον ἡγούμενος , λατρεύων δὲ τοῖς παιδικοῖς καὶ ὁπότε μᾶλλον δουλεύοι , μᾶλλον
7913811 Βιθυνις
Κρόνου Δόλογκον . καὶ τὸ ἐθνικὸν Βιθυνός καὶ Βιθυνή καὶ Βιθυνίς καὶ Βιθυνιάς . τὰ δὲ εἰς νος καθαρὸν ὑπερδισύλλαβα
γενέσεως αἴτιον εἶναι , καθὸ τὸ ὕδωρ πάντων γεννητικόν . Βιθυνίς : ὄνομα κύριον . Μελίη : ἐπίθετον . ὑπεροπληέστατον
7905700 Χαιρεστρατον
πρῶτον ἐπιδείξω ὑμῖν , ὡς διέθετο καὶ ἐποιήσατο ὑὸν τουτονὶ Χαιρέστρατον . Ἐπειδὴ γὰρ τῷ Φιλοκτήμονι ἐκ μὲν τῆς γυναικὸς
οὑτοσί , ἤστην ὑεῖ δύο . Τούτων τὸν πρεσβύτερον τουτονὶ Χαιρέστρατον ἐποιήσατο ὑόν . Καὶ ἔγραψεν οὕτως ἐν διαθήκῃ ,
7877436 Παραπλησιως
Δειλίαν δὲ ἄγνοιαν δεινῶν καὶ οὐ δεινῶν καὶ οὐδετέρων . Παραπλησίως δὲ καὶ τὰς ἄλλας ἀρετὰς καὶ κακίας ὁρίζονται ,
, καὶ πρεσβῦτις , ἡ αὐτὴ , εἶτα ἐσχατόγηρως . Παραπλησίως δὲ καὶ ἐπὶ τῶν κτηνῶν , αἰπόλος μὲν ,
7877404 ἀθυτων
δὴ καὶ τῶν ἀγαθῶν ἀνδρῶν ἄξιόν ἐστιν ἐπιμνησθῆναι οὓς οὗτος ἀθύτων καὶ ἀκαλλιερήτων ὄντων τῶν ἱερῶν ἐκπέμψας ἐπὶ τὸν πρόδηλον
. Ἀμεινιάδης ] οὗτος μάντις ἦν Ἀθηναῖος . . . ἀθύτων καὶ ἀκαλλιερήτων ] ἐκ παραλλήλου . . . .
7874083 καθηγητης
τῶν πραγμάτων ἔλαχεν ἐπιτροπὴν καὶ πλείστων τῶν εὖ βουλευθέντων ἐκείνῳ καθηγητὴς ἐγένετο : ὃς καὶ Πρίσκον τὸν συγγραφέα τῶν τῆς
. ὁ Χῖος . ̈ . , Μ . ὁ καθηγητὴς Ἐπικούρου φησὶν ἄτοπον εἶναι ἐν μεγάλωι πεδίωι ἕνα στάχυν
7868512 Τοσαδε
ἀγωγῆς γίγνεται πολὺ τούτων μείζων ζημία . Ἀληθῆ λέγεις . Τοσάδε τοίνυν ἑκάστων χρὴ φάναι μανθάνειν δεῖν τοὺς ἐλευθέρους ,
δὲ ἐς μέσον τὴν ἀρχὴν τιθεὶς ἰσονομίην ὑμῖν προαγορεύω . Τοσάδε μέντοι δικαιῶ γέρεα ἐμεωυτῷ γενέσθαι , ἐκ μέν γε
7864842 ἡμιθεος
κγʹ . θʹ Ἄνουβις ἡμίθεος ἔτη ιζʹ . ιʹ Ἡρακλῆς ἡμίθεος ἔτη ιεʹ . ιαʹ Ἀπολλῶ ἡμίθεος ἔτη κεʹ .
ἀνδραγαθήμασιν , οἷς τῷ πλοίῳ ἐκείνῳ εἰργάσατο , ἐδόκει τις ἡμίθεος εἶναι καὶ ὑψηλότερα τοῦ αἰθέρος ἐφρόνει . ἀντιπνευσάσης δὲ
7863676 Βουθος
τῶν τὰς ἀρχὰς μὲν ἠρεμούντων , ὕστερον δὲ ἐπιτεινόντων . Βοῦθος περιφοιτᾷ : ἐπὶ τῶν εὐήθων καὶ παχυτάτων . Βουλίας
Ἀγέλας , Ἐπίσυλος , Φυκιάδας , Ἔκφαντος , Τίμαιος , Βοῦθος , Ἔρατος , Ἰταναῖος , Ῥόδιππος , Βρύας ,
7860359 συμβουλια
, κατήγορος , πανηγυρικός , ἐγκωμιαστικός , ψεκτικός . συμβουλή συμβουλία , νομοθεσία , δημαγωγία , πρεσβεία πρέσβευσις , δίκη
καὶ μαθεῖν ὃ μὴ νοεῖς . Σοφία σοφῶν γὰρ γίγνεται συμβουλία . Στρέφει δὲ πάντα τἀν βίῳ μικρὰ τύχη .
7855849 Κιλλαν
ἱερόν : ὁ ποιητὴς δὲ συζεύγνυσιν „ ὃς Χρύσην ἀμφιβέβηκας Κίλλαν τε ζαθέην . ” ἐν δὲ τῷ Θήβης πεδίῳ
Σοφοκλῆς ἐν Ἰνάχωι σιροὶ κριθῶν . . . . Α Κίλλαν τε ζαθέην ] ἱστορία . Πέλοψ ὁ Ταντάλου καὶ
7851972 Νοημων
ἔσαν ἔξοχ ' ἄριστοι . τοῖς δ ' υἱὸς Φρονίοιο Νοήμων ἐγγύθεν ἐλθὼν Ἀντίνοον μύθοισιν ἀνειρόμενος προσέειπεν : “ Ἀντίνο
ἀνιμᾶν ἔλεγεν ἐκ τοῦ στόματος . τοιαῦτα ποιῶν ηὐδοκίμει καὶ Νοήμων ὁ ἠθολόγος . ἔνδοξοι δ ' ἦσαν καὶ παρ
7847204 Λαοδαμαντα
Σύνταξις τρίτη Περὶ τῶν οὐκ ὀρθῶς τοῖς ὅροις ἀντιλεγομένων πρὸς Λαοδάμαντα ζʹ , Πιθανὰ εἰς τοὺς ὅρους πρὸς Διοσκουρίδην βʹ
ἔην εἶδός τε δέμας τε πάντων Φαιήκων μετ ' ἀμύμονα Λαοδάμαντα . ἂν δ ' ἔσταν τρεῖς παῖδες ἀμύμονος Ἀλκινόοιο
7839822 Ὑμεναι
φέρωμεν οἱ προτεταγμένοι τὸν νυμφίον , ὦνδρες . Ὑμήν , Ὑμέναι ' , ὤ . Ὑμήν , Ὑμέναι ' ὤ
κρατήσας καὶ πάρεδρον Βασίλειαν ἔχει Διός . Ὑμὴν ὤ , Ὑμέναι ' ὤ . Ἕπεσθέ νυν γαμοῦσιν , ὦ φῦλα
7809424 Γαβαλιτης
ἀνιεὶς ὑγρασίαν τινὰ μελιτώδη . τοιοῦτος δ ' ἐστὶν ὁ Γαβαλίτης καὶ ὁ Πισιδιακὸς καὶ Λύκιος : φαῦλος δ '
Μεγαρεύς . Πολύβιος δ ' Αἰγοσθενίτην φησίν , ὡς Γάβαλα Γαβαλίτης . Ἀρκάδιος δ ' Αἰγοσθένειαν αὐτήν φησι καὶ Φωκίδος
7808282 Γλαυκια
ἀπόπλου ἐφρόντιζον . τὰ ὀνόματα τῶν Πλειάδων : Κοκκυμώ , Γλαυκία , Πρῶτις , Παρθενία , Μαῖα , Στονυχία ,
ἔστι καὶ Ἰταλίας τρίτος ποταμὸς περὶ τὸν Τίβεριν ποταμόν . Γλαυκία , πολίχνιον Ἰωνίας . τὸ ἐθνικὸν Γλαυκιεύς καὶ Γλαυκιώτης
7802396 λεπαδνον
ὡς γὰρ κόπτω κόπανον , οὕτω λέπω λέπανον , καὶ λέπαδνον . Λέξασθαι , τὸ κοιμηθῆναι . παρὰ τὸ λέχριον
ἐτυμολογεῖται δὲ ἀπὸ τοῦ λέπω τὸ λεπίζω , λέπανον καὶ λέπαδνον . τινὲς δὲ λέπαδνα τοὺς μασχαλιστῆράς φασι . .
7795350 εὐσεβ
φησι διὰ τὴν ἀπὸ Ποσειδῶνος γένεσιν . . π . εὐσεβ . , . : ἐμ μὲν τισὶν ἐκ Νυκτὸς
] [ ] χε Χαιρόλαν [ ] [ ] ενον εὐσεβ [ ] [ ] τῳ θαν [ ] δ
7795121 βραβευς
. καὶ ἐμοὶ μὲν παρεσκεύαστο ἐλεγεῖον τοιονδὶ Ποιητὴς ἀέθλων τε βραβεὺς αὐτός τε χορηγὸς , σοὶ τόδ ' ἔθηκεν ἄναξ
αὐτὸν τεθνάναι . Ἀρτεμβάρης δὲ : ὁ Ἀρτεμβάρης δὲ ὁ βραβεὺς καὶ ὁ ἡγεμὼν καὶ ὁ διοικητὴς τῆς μυρίας καὶ
7788411 ἀρηγω
: κυνηγὸς , κυνηγῶ : φορτηγὸς , φορτηγῶ : τὸ ἀρήγω οὐχ οὕτως ἔχον , τὴν γραφὴν ἐφύλαξεν , τὸν
ἀρηγών : βοηθός : ἔστιν ὄνομα μετοχικόν : ἀπὸ τοῦ ἀρήγω ῥήματος ὄνομα θηλυκὸν ἡ ἀρηγών καὶ κλίνεται ἀρηγῶνος :
7787303 Λαοδοκος
κύριον . Τὰ ἀπὸ ῥήματος κύρια προπαροξύνονται : Ἱππόδαμος Δηΐφοβος Λαόδοκος . τὸ μέντοι ξεινοδόκος οὐ κύριον . Τὰ παρὰ
, πυγμῇ Τυδεύς , ἅλματι καὶ δίσκῳ Ἀμφιάραος , ἀκοντίῳ Λαόδοκος , πάλῃ Πολυνείκης , τόξῳ Παρθενοπαῖος . ὡς δὲ
7782995 Ἀγοραν
πορεῦσαι . πετρίνοις δ ' ἐπιστὰς κᾶρυξ ἰαχεῖ βάθροις : Ἀγορὰν ἀγοράν , Μυκηναῖοι , στείχετε μακαρίων ὀψόμενοι τυράννων φάσματα
καὶ ἕτερον ἐπράχθη , ὃ σφόδρα ἤγειρε τοὺς συνεστῶτας . Ἀγορὰν κατεσκεύαζε μεγάλην καὶ ἀξιοπρεπῆ ἐν Ῥώμῃ , καὶ τοὺς
7782810 Πειριθωι
ἀκίνητον νοεῖσθαι . [ , . ] ἐν δὲ τῶι Πειρίθωι δράματι ὁ αὐτὸς καὶ τάδε τραγωιδεῖ : σὲ .
καὶ δεδεμένωι αἰδοῦς ἀχαλκεύτοισιν ἔζευκται πέδαις . . , Εὐριπίδου Πειρίθωι : ὁ πρῶτος εἰπὼν οὐκ ἀγυμνάστωι φρενί ἔρριψεν ,
7778420 Γεσιος
ἔτυχεν ἀξιωμάτων οὐ τῶν τυχόντων . καὶ εἰς κλέος ὁ Γέσιος μέγα ἀνέβη , οὐ μόνον ἰατρικῆς εἵνεκα παρασκευῆς ,
ἀπαίρει ἔτι διακρατούμενον ἐν τῷ σώματι . , . . Γέσιος ὁ δὲ ἀποσταλεὶς βασιλικὸς Ἀγάπιον καὶ τοὺς ἄλλους φιλοσόφους
7770966 Νησαιας
ὡς , ὡς τεταριχευμένον καὶ σαπρὸν κατακρύψει οἰκτίσασα . ἡ Νησαίας * κάσις * ἤγουν ἡ Θέτις ἡ βοηθὸς τοῦ
θυγάτηρ Νηρέως καὶ Δωρίδος τῆς Ὠκεανοῦ θυγατρός . κάσις δὲ Νησαίας νῦν ἡ Θέτις . ἐκ τοῦ ἐπιφερομένου δὲ νοεῖται
7768550 ἀπηγετο
, ἠλέει δὲ αὐτὴν ὁ Κλυτός . Καὶ ἡ μὲν ἀπήγετο εἰς Ἰταλίαν , ἡ δὲ Ῥηναία ἐλ - θόντι
εἴθ ' ὡς ὁ Φάβιος παραδέδωκε δέσμιος εἰς τὴν Ἄλβαν ἀπήγετο . Ῥωμύλος δ ' ἐπειδὴ τὸ περὶ τὸν ἀδελφὸν
7768541 Κεφαλιωνος
* , συγγραφέων δὲ τριάκοντα : ἐν οἷς καὶ ἡ Κεφαλίωνος ἱστορία . , : Ἔστι δὲ πολλῷ πλατύτερος τοῦ
Κεφαλίωνος ἱστορία . , : Ἔστι δὲ πολλῷ πλατύτερος τοῦ Κεφαλίωνος , ἐν οἷς τοὺς αὐτοὺς χρόνους συμβαίνει αὐτοῖς ἀναγράφειν
7766142 Σιλουιος
Ῥωμαῖοι ὡς μηδὲ οἰκόπεδον αὐτῆς καταλειφθῆναι . διαδέχεται δὲ τοῦτον Σίλουιος τρίτον : εἶτα τέταρτον Αἰνείας ἄλλος : τοῦτον πέμπτον
τελευτήσαντος ἔτει τετάρτῳ μετὰ τὴν Ἄλβης οἴκισιν ἐκδέχεται τὴν ἀρχὴν Σίλουιος . καὶ Σιλουίου παῖδα Αἰνείαν Σίλουιόν φασιν , Αἰνείου
7765071 Φαιστον
τῆς ἀναγνώσεως τῆς Τυραννίωνος . Β : . . . Φαιστόν τε Ῥύτιόν τε , πόλεις εὖ ναιετοώσας . .
ἔνθα νότος μέγα κῦμα ποτὶ σκαιὸν ῥίον ὠθεῖ , ἐς Φαιστόν , μικρὸς δὲ λίθος μέγα κῦμ ' ἀποέργει .
7762174 φριματτεσθαι
ζεῦγος χολικῶν ἐπιθυμῶν . φαυλία μὲν εἶδος . . . φριμάττεσθαι μὲν τὸν τράγον φαμὲν καὶ φριμαγμὸς ἡ τοῦ τράγου
, γαυρίαμα , αὔχημα . καὶ φρυάττεσθαι , χρεμετίζειν , φριμάττεσθαι , φυσᾶν , ἀσθμαίνειν , ἐκπνεῖν , γαυριᾶν .
7759616 Ὑψος
μαχήν . Ἑρπετόν : ὄφιν . Ἆσθμα : πνοή . Ὑψός ' : ὕψι . Πεφρικῶτας : τρύζοντας . Δηριόωντα
κρατηθείς . εὐκαμπέος : καμπύλου . αἰχμῇ : σιδήρῳ . Ὑψός ' : εἰς ὕψος . ἀναθρώσκων : ἀναπηδῶν .
7758880 Ποικιλωτερος
. Πτωχοῦ πήρα οὐκ ἐμπίμπλαται : ἐπὶ τῶν ἀπλήστων . Ποικιλώτερος ὕδρας : ἐπὶ τῶν δολερῶν . Πῦρ ἐπὶ δαλὸν
εἶδος ὑποδήματος ἐφαρμόζον τοῖς δυσὶ ποσίν . Ὁμοία τῇ , Ποικιλώτερος Ὕδρας . Καὶ , Εὔριπος ἄνθρωπος . Καὶ ,
7758586 δεκαοκτω
Νισαίᾳ λιμένα . ἡ δὲ Νίσαια ἐπίνειόν ἐστιν τῶν Μεγάρων δεκαοκτὼ σταδίους τῆς πόλεως διέχον , σκέλεσιν ἑκατέρωθεν συναπτόμενον πρὸς
τὸ ἐλθεῖν ἡμᾶς ἐκ Μεσοποταμίας ἀπὸ Λάβαν . Καὶ πληρωθέντων δεκαοκτὼ ἐτῶν , ἐν τεσσαρακοστῷ ἔτει ζωῆς μου , ἐπῆλθεν
7756324 νεμετωρ
ὑπέραυχα βάζουσιν ἐπὶ πτόλει μαινομένᾳ φρενί , τώς νιν Ζεὺς νεμέτωρ ἐπίδοι κοταίνων . τέταρτος ἄλλος , γείτονας πύλας ἔχων
καὶ κακῶς διατίθεται ἐπὶ τοῖς παρ ' ἀξίαν νεμομένοις . νεμέτωρ ] ὁ πάντα διανέμων καὶ διοικῶν . νεμέτωρ ]
7751866 πυριδιων
. . . Θεόφραστος ἐν τοῖς Φυσικοῖς γέγραφεν , ἐκ πυριδίων τῶν συναθροιζομένων μὲν ἐκ τῆς ὑγρᾶς ἀναθυμιάσεως , συναθροιζόντων
ἐν τοῖς Φυσικοῖς [ . . . ] γέγραφεν ἐκ πυριδίων μὲν τῶν συναθροιζομένων ἐκ τῆς ὑγρᾶς ἀναθυμιάσεως , συναθροιζόντων
7751853 σκανδαληθρ
παίει ξυνάπτων στρογγύλοις τοῖς ῥήμασιν : κᾆτ ' ἀνελκύσας ἐρωτᾷ σκανδάληθρ ' ἱστὰς ἐπῶν ἄνδρα Τιθωνὸν σπαράττων καὶ ταράττων καὶ
λαβὼν ἀπὸ τοῦ βήματος . οἱ δὲ διῃρημένως , “ σκανδάληθρ ' ἱστὰς ἐπῶν ” , ἤτοι ἐρείσματα καὶ πανουργήματα
7750494 συνηγειρε
ὡς τάχιστα ἐπιμελεῖσθαι . Ἐπεὶ δὲ περιῆλθεν ὁ ἐνιαυτός , συνήγειρε στρατιὰν εἰς Βαβυλῶνα , καὶ λέγεται αὐτῷ γενέσθαι εἰς
. Ὁ δὲ Ἀρκεσίλεως τοῦτον τὸν χρόνον ἐὼν ἐν Σάμῳ συνήγειρε πάντα ἄνδρα ἐπὶ γῆς ἀναδασμῷ : συλλεγομένου δὲ στρατοῦ
7750308 συνῳδος
Βοιωτοὺς τοὺς ἀγροίκους αὐλὸς ἐπιτηδευόμενος ἡμέρωσεν , καὶ ποιητὴς Πίνδαρος συνῳδὸς τῷ αὐλῷ : καὶ Σπαρτιάτας ἤγειρεν τὰ Τυρταίου ἔπη
λεπτοτάτης πίτυος ὁρμὴ ἀεροπετὴς ἀπεδίδου μίμημα κοσσύφου : καὶ μιγνυμένη συνῳδὸς ἡ φωνόμιμος ἅμα πᾶσι κατέκραζεν ἠχώ . αὐτὸ δὲ
7747720 ἐντετυλιγμενος
, καὶ κρατεῖ , περιέχεται , ἀντιλαμβάνεται . εἱλιγμένος : ἐντετυλιγμένος . Λείπωνται : ἐναπομείνωσιν . μοῦναιν : αἰολικὸν ,
ἀλλ ' εἰ δοκεῖ , ῥέγκωμεν ἐγκεκαλυμμένοι . ἐγκεκορδυλημένος : ἐντετυλιγμένος . ἰστέον , ὅτι λήγοντος τοῦ χειμῶνος , ἀρχομένου
7744782 ἐξαυστηρ
: χαλκέοισιν ἐξαυστῆρες ἐγχειρούμενοι . . . , . : ἐξαυστήρ : κρεάγρα . . Ὀνομαστ . ; : τὰ
τῆς ἐν προθέσεως τὸ ἐπίῤῥημα ἔμπλην . Ἐξαυστηρίκυω . αὔσω ἐξαυστήρ . Ἐπυράκτεον . πῦρ πυρὸς πυράζω πυράξω : ὄνομα
7744695 καυης
δεῦρό μοι σκαπαρδεῦσαι . Κίκων δ ' ὁ πανδάλητος ἄμμορος καύης † τοιόνδε τι δάφνας κατέχων † οὐδὲν αἴσιον προθεσπίζων
λέγων οὑτωσί Κίκων δ ' ὁ πανδάλητος ἄμμορος καύης . καύης δὲ ὁ λάρος κατ ' Αἰνιᾶνάς ἐστιν . ἐρινοῦ
7743696 Ἀνδροκλεης
τὸν βωμὸν βαστάζειν τὰς ἐπινοίας . Ἐν δὲ διχοστασίῃ καὶ Ἀνδροκλέης πολεμαρχεῖ . Ἤτοι τέθνηκεν ἢ διδάσκει γράμματα . Εἰ
μέσῳ δύο κακῶν ἀφύκτων περιπαρέντων . Ἐν δὲ διχοστασίῃ καὶ Ἀνδροκλέης πολεμαρχεῖ : ἐπὶ τῶν εὐτελῶν , τῶν διὰ περιπέτειάν
7740554 μυρμηκιων
. Περὶ ὄνυχοϲ θλαϲθέντοϲ . πζʹ . Περὶ ἥλων καὶ μυρμηκίων καὶ ἀκροχορδόνων . πηʹ . Περὶ βελῶν ἐξαιρέϲεωϲ .
. Περὶ κερκώσεως ριηʹ . Περὶ θύμων ἐν ὑστέρᾳ καὶ μυρμηκίων καὶ ἀκροχορδόνων Φιλουμένου ριθʹ . Περὶ κονδυλωμάτων , Ἀσπασίας
7739341 Οἰμωζε
εἰ τουτονὶ κεχειροτονήκας ' οἱ θεοί ; Ἕξεις ἀτρέμας ; Οἴμωζε : πολὺ γὰρ δή ς ' ἐγὼ ἑόρακα πάντων
ὁ Ζεὺς ποεῖ ; Ἀπαιθριάζει τὰς νεφέλας ἢ ξυννέφει ; Οἴμωζε μεγάλ ' . Οὕτω μὲν ἐκκεκαλύψομαι . Ὦ φίλε
7737897 προσελθετω
ὑποδήματα . Θ . . τὰ ὑποδήματα ἄφελε . . προσελθέτω : Ἔμπροσθεν . . Οὐκοῦν ἐκεῖνός εἰμ ' ἐγὼ
' ὑπόλυσαι . Πάντα ταῦτα σοὶ λέγει . Καὶ μὴν προσελθέτω πρὸς ἔμ ' ὑμῶν ἐνθαδὶ ὁ βουλόμενος . Οὐκοῦν
7730144 τεσσαρεσκαιδεκατος
τρισκαιδέκατος ζωγράφος , Ἀθηναῖος , ὑπὲρ οὗ γράφει Μηνόδοτος : τεσσαρεσκαιδέκατος Ἐφέσιος , ζω - γράφος , οὗ μέμνηται Θεοφάνης
ἐπιγραμμάτων ποιητὴς λιγυρός : τρισκαιδέκατος Μάγνης , Μιθραδατικὰ γεγραφώς : τεσσαρεσκαιδέκατος ἀστρολογούμενα συγγεγραφώς . Ἀντισθένης Ἀντισθένους Ἀθηναῖος . ἐλέγετο δ
7728214 Τεττιξ
τὸ βούκεντρον . Οἰστροπλήξ : ὁ τῇ μανίᾳ πεπληγώς . Τέττιξ : ἀηδών . Ὁμῆλιξ : συνηλικιώτης . τῆς αὐτῆς
λέγεται καὶ πτὼξ , καὶ δασύπους , καὶ ταχείνας . Τέττιξ : ἀχέτας . Κοχλίας : φερέοικος . Ἀλώπηξ :
7726580 Βαβυος
ἐνάτην ὀλυμπιάδα . . . . . . . Φερεκύδης Βάβυος Σύριος : γέγονε δὲ κατὰ τὸν Λυδῶν βασιλέα Ἀλυάττην
ἐστὶ μηκύνουσι τὴν πρώτην συλλαβήν , ἐξ ἧς Φερεκύδης ὁ Βάβυος ἦν : νεώτερος δ ' ἐστὶν ὁ Ἀθηναῖος ἐκείνου
7725025 οἰμωγμασιν
πολὺς κατὰ πτόλιν ὑμνοῖθ ' ὑπ ' ἀστῶν φροιμίοις πολυρρόθοις οἰμώγμασίν θὧν ' Ζεὺς Ἀλεξητήριος ἐπώνυμος γένοιτο Καδμείων πόλει .
, καὶ οἴμωγμα οὐδετέρως παρ ' Αἰσχύλῳ [ . ] οἰμώγμασίν θ ' ὧν Ζεὺς ἀλεξητήριος . ἐκ τούτου δοκεῖ
7725023 Πριαμιδαις
, ὀφθαλμὸν οἴκων μὴ πανώλεθρον πεσεῖν . ἔμολε μὲν δίκα Πριαμίδαις χρόνῳ , βαρύδικος ποινά : ἔμολε δ ' ἐς
καὶ γῆ Τρωιάς , ὡς ἔρρεις μάτην . κἀγὼ μετέσχον Πριαμίδαις δυσπραξίας . πόσιν δ ' ἄθαπτον ἔλιπεν ἢ κρύπτει
7724078 Ἀζωτος
. . . . . . ξε ∠ ʹιβʹ λβ Ἄζωτος . . . . . . . . .
ἀρσενικῶς καὶ [ θηλυκῶς ] . ἔστι καὶ ἄλλη πόλις Ἄζωτος Ἀχαΐας . ὁ πολίτης Ἀζώτιος , ὡς Βηρύτιος Ἁλιάρτιος
7716415 Μητροπολις
Φρυγῶν . Ὁ πολίτης Ἀμβασίτης , ὡς Πολυΐστωρ Ἀλέξανδρος . Μητρόπολις , πόλις Φρυγίας , ἀπὸ τῆς μητρὸς τῶν θεῶν
ταύταις πολίσματα καὶ . . . Ἀφροδισιὰς Κολοσσαὶ Θεμισώνιον Σαναὸς Μητρόπολις Ἀπολλωνιάς , ἔτι δὲ ἀπωτέρω τούτων Πέλται Τάβαι Εὐκαρπία
7715989 Στεροπης
καὶ Ἄτλαντος ζʹ θυγατέρες , ὧν μία καὶ ἡ Στερόπη Στερόπης καὶ Ὑπερόχου ἢ Ἁρπίνης τῆς Ἀσωποῦ θυγατρὸς καὶ Ἄρεος
παρατίθεται . ἔνιοι δὲ Μουσαῖον εὑρετὴν λέγουσι τὸν Μητίονος καὶ Στερόπης κατ ' Ὀρφέα γενόμενον : Ἀντικλείδης δ ' ὁ
7712691 Στυπτηριαν
. [ στʹ . Πρὸς τερηδόνας καὶ πυοῤῥοοῦντας . ] Στυπτηρίαν σχιστὴν μετ ' ὄξους καὶ γλυκέος ἑψήσας ἔνσταζε ποιῶν
ἐντίθει . [ δʹ . Πρὸς ὦτα πυοῤῥοοῦντα . ] Στυπτηρίαν ὑγρὰν ἀνεὶς ὕδατι ἔμβαλον εἰς ὑέλινον ἀγγεῖον καὶ λειάνας
7712662 Βρυας
, Κλεινίας [ , ] , Ἁβροτέλης , Πεισίρροδος , Βρύας [ . . . ] , Ἕλανδρος , Ἀρχέμαχος
] , Βοῦθος , Ἔρατος , Ἰταναῖος , Ῥόδιππος , Βρύας , Ἔνανδρος [ ? ] , Μυλλίας , Ἀντιμέδων
7709746 ἠχουϲ
ἐντέρων ἐκχέω . πρὸϲ δὲ τοὺϲ ἐπὶ πνεύματι φυϲώδει ϲυνιϲταμένουϲ ἤχουϲ χρήϲιμά ἐϲτι τὰ τοιαῦτα . Ἀπολλωνίου πρὸϲ τοὺϲ ἐξαίφνηϲ
δὲ τὸν ἀκουϲτικὸν πόρον ἐνϲτάζειν ἁρμόζει μὲν καὶ τὰ πρὸϲ ἤχουϲ ἀναγεγραμμένα , ἰδίωϲ δὲ ταῦτα : αἰγὸϲ οὖρον καὶ
7702845 Θαλπιος
, Ἀγαπήνωρ Ἀγκαίου , Σθένελος Καπανέως , Ἀμφίμαχος Κτεάτου , Θάλπιος Εὐρύτου , Μέγης Φυλέως , Ἀμφίλοχος Ἀμφιαράου , Μενεσθεὺς
τὴν Ἠλείων Ἀγασθένης ἔσχεν ὁ Αὐγέου καὶ Ἀμφίμαχός τε καὶ Θάλπιος : Ἄκτορος γὰρ τοῖς παισὶν ἀδελφὰς ἐσαγαγομένοις διδύμας ἐς
7701197 ἐπικλασθεις
ἐκ πολλοῦ τὸν ἄνδρα ἀποστρεφόμενος ἐζημίωσε πεντήκοντα μυριάσιν , οὐκ ἐπικλασθεὶς οὐδ ' ὅτι πρὸ τῆς δίκης αὐτῷ παῖς ἐτεθνήκει
τα προϊδὼν καὶ φυλαξάμενος . “ ὁ μὲν δὴ Βίτοιτος ἐπικλασθεὶς ἐπεκούρησε χρῄζοντι τῷ βασιλεῖ , καὶ ὁ Μιθριδάτης ἀπέθνησκεν
7700451 Ὀνατας
Μυλλίας , Ἀντιμέδων , Ἀγέας , Λεόφρων , Ἀγύλος , Ὀνάτας , Ἱπποσθένης , Κλεόφρων , Ἀλκμαίων , Δαμοκλῆς ,
] , ὡς Πυθαγόραι Κύλων [ . . ] καὶ Ὀνάτας [ ] . . . . . ὅτι μὲν
7698081 Ἀννα
. ἐγγυᾶται δέ μου τὸν λόγον ἡ προφῆτις καὶ προφητοτόκος Ἄννα , ἧς μεταληφθὲν τοὔνομα καλεῖται χάρις . τὸν γὰρ
Ἄβολλα Ἀβολλαῖος , καὶ Ἀνθυλλίτης , διὰ τὸν τύπον . Ἄννα , πόλις τῆς Ἰουδαίας ὑπὲρ Ἱεριχοῦντα . τὸ ἐθνικὸν
7696604 Βλεμμυων
σεσηρέναι καὶ λάμπειν . Ἑπτὰ διὰ στομάτων ] Ἐκ τῶν Βλεμμύων ἐπὶ τὰ βόρεια φέρεται ὁ Νεῖλος δι ' ἑπτὰ
ἐπιτήδειον ὄν . ἐπέμποντο μετεξέτεροι : παρεγίνοντο δὲ καὶ τῶν Βλεμμύων καὶ Νουβάδων οἱ τὰς σπονδὰς ἐν τῇ νήσῳ τιθέμενοι
7695464 Καρτερια
; Ἡ μὲν Ἐγκράτεια καλεῖται , ἔφη , ἡ δὲ Καρτερία : εἰσὶ δὲ ἀδελφαί . Τί οὖν τὰς χεῖρας
δὲ ἐπιστήμη ἐμμενετῶν καὶ οὐκ ἐμμενετῶν καὶ οὐδετέρων . [ Καρτερία δὲ ὑπομονὴ λύπης ἢ πόνων ἕνεκα τοῦ καλοῦ .
7695430 πολεμαρχει
βωμὸν βαστάζειν τὰς ἐπινοίας . Ἐν δὲ διχοστασίῃ καὶ Ἀνδροκλέης πολεμαρχεῖ . Ἤτοι τέθνηκεν ἢ διδάσκει γράμματα . Εἰ μὴ
ἐπὶ τῶν μεγάλοις ἐπιχειρούντων . Ἐν δὲ διχοστασίῃ καὶ Ἀνδροκλῆς πολεμαρχεῖ : ἐπὶ τῶν εὐτελῶν μὲν , διὰ δέ τινα
7695425 Τελλην
Μέμνηται αὐτῆς Σοφοκλῆς . Ἄειδε τὰ Τέλληνος : οὗτος ὁ Τέλλην ἐγένετο αὐλητὴς καὶ μελῶν ἀνυποτάκτων ποιητής . Μέμνηται αὐτοῦ
φυλάξει . . : Ἄειδε τὰ Τέλληνος : οὗτος ὁ Τέλλην ἐγένετο αὐλητὴς καὶ μελῶν ἀνυποτάκτων ποιητής . μέμνηται αὐτοῦ
7695128 διαψευσθεντων
ἀγαθῶν ἐλπίς . ἢ ἐπὶ τῶν ἐφ ' οἷς ἤλπισαν διαψευσθέντων , ὡς Λουκιανός : Ἄνθρακάς μοι τὸν θησαυρὸν ἀπέφηνας
ὁ θησαυρὸς γέγονεν : ἐπὶ τῶν ἐφ ' οἷς ἤλπισαν διαψευσθέντων . Ἀπὸ τῶν βραδυσκελῶν ὄνων ἵππος ὤρουσεν . Ἅπαντα
7693068 θεολογικος
ἢ ἀσθένειαν . τί δὲ δή κτλ . . τύπος θεολογικὸς ὅτι ὁ θεὸς ἀμετάβλητος . εἱλήσεων . τῶν ὑπὸ
ἢ οὐδὲ ὅλως . τοιοίδε που κτλ . . τύπος θεολογικὸς ὅτι πάντων ἀγαθῶν ὁ θεὸς αἴτιος : τῶν κακῶν
7690787 βουκολεοντι
Οἰνοπίδην , ὃν ἄρα νύμφη τέκε Νηὶς „ ἀμύμων Οἴνοπι βουκολέοντι παρ ' ὄχθας Σατνιόεντος ” . ” οὐ γὰρ
ὀξυόεντι Ἠνοπίδην , ὃν ἄρα νύμφη τέκε νηῒς ἀμύμων Ἤνοπι βουκολέοντι παρ ' ὄχθας Σατνιόεντος . τὸν μὲν Ὀϊλιάδης δουρὶ
7690475 ἀμφιβεβηκας
τοῖς εἰρηνεύουσιν ἐλευθερίαν . ἔστι δὲ ὡς τὸ : Χρύσην ἀμφιβέβηκας . ἱκετεύω οὖν σε , ὦ τοῦ ἐλευθερίου Διὸς
ὅτι κατὰ μεταφορὰν τὸ ὑπερμαχῆσαι , καὶ τὸ ὃς Χρύσην ἀμφιβέβηκας τοιοῦτόν ἐστιν . . ἐπεὶ ἴδον υἷε Δάρητος τὸν
7686294 ἀνταποδιδοντων
κακοῦ κυνὸς ὗν ἀπαιτεῖς : ἐπὶ τῶν καλὰ ἀντὶ κακῶν ἀνταποδιδόντων . Ἄνθρακες ὁ θησαυρός : ἐπὶ τῶν ἐφ '
τῶν τοὺς ὁμοίους φυλαττομένων . Κῶνος ἀρτοξύει : ἐπὶ τῶν ἀνταποδιδόντων . Λάβρακας Μιλησίους : ὅταν ἐν ἀγορᾷ εἰς πλῆθος
7686205 Ναυβολου
τότε Κρῖσαν καλουμένην , καὶ παῖς αὐτῷ ἐξ Ἀντιφατείας τῆς Ναυβόλου Στρόφιος ἐγένετο , οὗ Ἀστυδάμεια καὶ Πυλάδης ἐκ Κυδραγόρας
ἐκλήθησαν ἀπὸ Φώκου τοῦ Αἰακοῦ . τὸν δὲ Ἴφιτον γενεαλογοῦσι Ναυβόλου καὶ Περινείκης τῆς Ἱππομάχου . ἡ δὲ Πυθὼ πόλις
7685965 εὐπτερων
] ἐνδίδως . εὐσωματεῖ γὰρ ] ναὶ ἄκων ἐπιτρέπω . εὐπτέρων ] εὐγενῶν . Κοισύρας ] ἐκ ταύτης γὰρ ἡ
τὴν Μεγακλέους ἀστεϊζόμενος ὡς δραπέτας αὐτῆς αὐτοὺς διασύρειν θέλει . εὐπτέρων τῶν Κοισύρας : φρονουσῶν τὰ Κοισύρας : ἀντὶ τοῦ
7684522 Ζητει
ὁρισμὸν καὶ λαμβάνων οὐ συλλογίζεται ἀλλὰ διὰ παραβολῆς δείκνυσιν . Ζητεῖ εἰ οἷόν τε τὸν ὁρισμὸν ἐξ ὑποθέσεως συλλογίσασθαί τε
ἕνεκα ἐποίησεν τὸν ἄνθρωπον ἐπὶ τῆς γῆς . ‖ [ Ζητεῖ ] διὰ τί ἀπειλῶν ἄνθρωπον ἀπαλείψειν , καὶ τὰ
7683895 προσελθουσαν
μὲν Σύβαριν , ἔχειν δὲ τὰ βασίλεια τῶν Κόλχων . προσελθοῦσαν δὲ ταῖς πύλαις κεκλειμέναις νυκτὸς τῆι Ταυρικῆι διαλέκτωι προσφωνῆσαι
ταῖς εἰς τὸν ἀλλότριον αὐταῖς τόπον κατελθούσαις διὰ τοῦ Προμηθέως προσελθοῦσαν . Τὸ δὲ ΑΥΘΙΣ δηλοῖ , τὸ μετὰ τὴν
7681478 Φιλοστεφανῳ
Φλεγύας Φλεγύαντος παρ ' Εὐριπίδῃ . , Ἐλέας Ἐλέαντος παρὰ Φιλοστεφάνῳ , Σατύας Σατύαντος παρ ' Ἡγησίππῳ . : εὑρέθη
τῶν τὸ πέλαγος πλεόντων ἀνθρώπων . Ἡ ἱστορία παρὰ τῷ Φιλοστεφάνῳ . . . ο , , , , .
7680243 Καλυκην
τετάρτῳ περὶ Μουσικῆς ᾖδον , φησίν , αἱ ἀρχαῖαι γυναῖκες Καλύκην τινὰ ᾠδήν . Στησιχόρου δ ' ἦν ποίημα ,
Ἀεθλίοο κρατερὸν ] ? ? μένος ἀντιθέοιο εὐειδέα ? [ Καλύκην θαλερὴν ] ? ποιήσατ ' ἄκοιτιν : ἣ ?
7678344 Ἰαμον
ἀντὶ τοῦ διὰ τὸ τοῖς ἴοις δροσίζεσθαι αὐτὸν ἀστείως καὶ Ἴαμον καλεῖσθαι . τοῦτ ' ὄνυμα : ἀντὶ τοῦ ὄνομα
Ὀλυμπιακῶν ἄθλων ἐπὶ τῷ τοῦ Διὸς ὑψηλοτάτῳ βωμῷ , τότε Ἴαμον ἐκέλευσεν ὁ Ἀπόλλων χρηστήριον θέσθαι καὶ μαντεῖον τὸ διὰ
7674449 Ἀγιας
φασιν , ὡς οἱ περὶ Ἀγίαν καὶ Δερκύλον . : Ἀγίας δ ' ὁ μουσικὸς ἔφη , τὸν στύρακα ,
τε καὶ Λύσανδρος ὁ Ἀριστοκρίτου στεφανούμενος ὑπὸ τοῦ Ποσειδῶνος , Ἀγίας τε ὃς τῷ Λυσάνδρῳ τότε ἐμαντεύετο καὶ Ἕρμων ὁ
7672927 Σολιος
, Ἄνδρων δὲ Καβήλεω Τήιος . Κυπρίων δὲ Νικοκλέης Πασικράτεος Σόλιος καὶ Νιθάφων Πνυταγόρεω Σαλαμίνιος . ἦν δὲ δὴ καὶ
καὶ προσηύχοντο . . . : Δημοχάρης δ ' ὁ Σόλιος τὸν Δημήτριον ἐκάλει Μῦθον : εἶναι γὰρ αὐτῷ καὶ
7672904 Ἐργοτελης
! ! ! ] γης Ἐπιδαύριος δίαυλον : / [ Ἐργοτέλης ] Ἱμεραῖος δόλιχον : / [ ! ! !
εἴωθε , παρὰ δὲ δυστυχίαν ἀγαθόν . καὶ γὰρ ὁ Ἐργοτέλης φυγαδευθεὶς καὶ ἐπὶ ἆθλον ἀγωνισάμενος ἐνίκησεν . πήματος ἐν
7672481 Ἐτελευτησε
τῶν γνωρίμων καὶ ἐν Ἐρετρίᾳ παρ ' Ἀμφικρίτῳ . “ Ἐτελεύτησε δέ , ὥς φησιν Ἕρμιππος , ἄκρατον ἐμφορηθεὶς πολὺν
μάχην ἐν τοῖς ἐπιλέκτοις , εἶτ ' ἐστεφανώθη μαχόμενος . Ἐτελεύτησε δ ' Αἰσχίνης ἀναιρεθεὶς ὑπὸ Ἀντιπάτρου καταλυθείσης τῆς πολιτείας
7669728 Χαρωνδας
ὑπὲρ δὲ ὄρος Αἴτνη ” . ἀπὸ δὲ τῆς Κατάνης Χαρώνδας , ὁ διάσημος τῶν Ἀθήνησι νομοθετῶν . κέκληται δὲ
νόμους ἐκ Κρήτης φασὶν μετενεγκεῖν εἰς Λακεδαίμονα . Χαρώνδαν . Χαρώνδας ἐκ Κατάνης , πόλεως Σικελίας , διάσημος νομοθέτης τῶν
7668686 Ἀραδιος
. ἐκαλεῖτο δὲ Λεύκοφρυς . ὁ πολίτης Τενέδιος , ὡς Ἀράδιος Ῥόδιος . ἔστι καὶ πόλις Τένεδος πρὸς τῇ Λυκίᾳ
ἐπὶ τῶν ἀηδῶν . σημειωτέον δὲ ὅτι τοῦ μὲν Ἄραδος Ἀράδιος καὶ Τένεδος Τενέδιος καὶ Τενεδεύς καὶ Λέβεδος Λεβέδιος ,
7664317 Ἀκακησιον
λόφον . ὑπὸ τούτῳ δὲ τῷ λόφῳ πόλις τε ἦν Ἀκακήσιον Ἑρμοῦ τε Ἀκακησίου λίθου πεποιημένον ἄγαλμα καὶ ἐς ἡμᾶς
καὶ Ἄκακός τε καὶ Θῶκνος Θωκνίαν πόλιν , ὁ δὲ Ἀκακήσιον ἔκτισεν : ἀπὸ τούτου δὲ τοῦ Ἀκάκου καὶ Ὅμηρος
7660958 ἐπιτηρηται
* * ἤτοι τοὺς κατηγοροῦντας εἰς τοὺς θεούς . οἱ ἐπιτηρηταὶ θεοί . . Τὸ οὗτος ἢ πρὸς τὸ Τάνταλος
. ὑπόχειροι . ὁρμῶσι . ὁρμῶνται , πορεύονται . . ἐπιτηρηταὶ , ἡγεμόνες . , ἐπιστάται . . οἱ διὰ
7656188 τοξαρχος
γὰρ κατέθραυσεν ἐκεῖσε . τίπτε πατὴρ αὐτοῦ Δαρεῖος ἀβλαβὴς ἦν τόξαρχος καὶ ἡγεμὼν , μὴ βλάβην ἐπενεγκὼν τῷ αὑτοῦ στρα
. τίπτε Δαρεῖος μὲν οὕτω τότ ' ἀβλαβὴς ἐπῆν , τόξαρχος πολιήταις , Σουσίδαις φίλος ἄκτωρ ; πεζοὺς γάρ σφε
7655742 Ἐννομον
. τελουμένων δὲ τῶν γάμων † ἕνα τῶν συγγενῶν Οἰνέως Ἔννομον τὸν Ἀρχιτέλους πλήξας κονδύλῳ ἀναιρεῖ παροινήσας κατὰ χειρὸς αὐτὸν
Σχεδίον τε Φλέγυν τε Μνήσαιόν τ ' ἐπὶ τοῖσι καὶ Ἔννομον Ἀμφίνομόν τε καὶ Φάλιν ἠδὲ Γαληνόν , ὃς οἰκία
7655245 ἐμπλεος
. μεστὸς : Πλήρης τῆς ἀθάρας . Θ . . ἔμπλεος ἢ κεκορεσμένος . . οὐ προσῄειν : Οὐκ ἔγνω
χαράξει τοὺς χρόνους διπλώματι . Ῥήτρης εὐρυνόοιο [ ] διαμπερὲς ἔμπλεος ἦσθα , ὦ βαθέης σοφίης πολυήρατον εὖχος ἐρώτων ,
7651234 Μεγητα
φησὶ τοῦ Αὐγείου . γέγραπται δὲ καὶ Λυκομήδης παρὰ τὸν Μέγητα ὁ Κρέοντος , ἔχων τραῦμα ἐπὶ τῷ καρπῷ :
τοῦ ἐν πολέμῳ ἔργου . . . . Φυλείδην τε Μέγητα . Φυλείδην τε Μέγην τε . . Κ Ν
7650887 Τερεβινθινης
προσκλυζόμενον . Πεσσὸς κάλλιστος ἀνακαθαρτικὸς τῶν ῥυπαρῶν ἑλκῶν οὗτος . Τερεβινθίνης δραχ . δ . στέατος χηνείου δραχ . ζ
τὸ ἄλειμμα γένηται . Ἄλλο ἄλειμμα πρὸς τὸ αὐτό . Τερεβινθίνης , δαφνίνου ἐλαίου ἀνὰ γοστ . ἰρίνου , ἀνηθίνου
7650829 Ἑπτακαιδεκατη
. Τεσσαρεσκαιδεκάτη Νάξος . Πεντεκαιδεκάτη Κῶς . Ἑξκαιδεκάτη Ζάκυνθος . Ἑπτακαιδεκάτη Λῆμνος . Ὀκτωκαιδεκάτη Αἴγινα . Ἐννακαιδεκάτη Ἴμβρος . Εἰκοστὴ
Ὁμοῦ οἱ ποιμένες καὶ οἱ Θηβαῖοι ϘϚʹ . . : Ἑπτακαιδεκάτη δυναστεία ποιμένες ἦσαν ἀδελφοὶ Φοίνικες ξένοι βασιλεῖς , οἳ
7649641 ἐγκριτεον
. Φυγαδεῦσαι καὶ φυγαδευθῆναι : ἐπισκέψεως πολλῆς δεῖται , εἰ ἐγκριτέον τοὔνομα τοῖς δοκίμοις . εἰ τοίνυν εὕροις , βεβαιώσεις
δ ' ὅλος ὁ θάμνος σὺν τῇ ῥίζῃ ἀγάσυλλος : ἐγκριτέον δὲ τὸ εὔχρουν καὶ ἄξυλον , λιβανίζον τοῖς χόνδροις
7649541 ἐγραμματευε
ὁ Ζεὺς ἐπρυτάνευε καὶ προήδρευε Ποσειδῶν , ἐπεστάτει Ἀπόλλων , ἐγραμμάτευε Μῶμος Νυκτὸς καὶ ὁ Ὕπνος τὴν γνώμην εἶπεν .
τοῦτ ' ἐγένετο διηγήσομαι . Ἦν τις Φιλλίδας , ὃς ἐγραμμάτευε τοῖς περὶ Ἀρχίαν πολεμάρχοις , καὶ τἆλλα ὑπηρέτει ,
7646655 κυκλιων
ἀπὸ δὲ τῶν τραγικῶν χορῶν Μέλητος , ἀπὸ δὲ τῶν κυκλίων Κινησίας . * * * * Ὡς σφόδρ '
καὶ θεαμάτων σπουδαίων , εἰ τούτων τις δέοιτο , τῶν κυκλίων αὐλητῶν καὶ τῶν κιθάρᾳ τὰ ἔννομα προσᾳδόντων , καὶ
7639601 χρυσεωι
, μαντείων δ ' ἐπέβας ζαθέων τρίποδί τ ' ἐν χρυσέωι θάσσεις , ἐν ἀψευδεῖ θρόνωι μαντείας βροτοῖς θεσφάτων νέμων
' οὑτωσὶ λέγει : – ˘ ˘ – τότε δὴ χρυσέωι ἐν δέπαϊ Ἠέλιον πόμπευεν ἀγακλυμένη Ἐρύθεια . καὶ Αἰσχύλος
7639406 Ἀναιδειας
δὲ οἱ Κρῆτες τὸν κήρυκα κατέλευσαν , ἔνθα ὁ χῶρος Ἀναιδείας ὠνομάσθη . . . . α , : Ἐγὼ
. παρὰ Ἀθηναίοις Αἰδὼς τιθηνὸς Ἀθηνᾶς : Τόλμης τε καὶ Ἀναιδείας τεμένη παρ ' αὐτοῖς . : συγγενῆ θεόν ]
7638641 Κνωπος
, ἀπὸ Κνώπου τοῦ Ἀπόλλωνος . ἔστι δὲ καὶ πόλις Κνῶπος , δι ' ἧς φέρεται ὁ Ἰσμηνὸς ποταμός .
καὶ τοῖς πολεμίοις ἐπάγειν ἀμύνασθαι μὴ δυναμένοις . οὕτω δὴ Κνῶπος ἀνελὼν ἅπαντας ἐκράτησε τῆς Ἐρυθραίων πόλεως μεγάλης τε καὶ

Back