δ ' ἔξωθεν ἐπεισιόν : ὥστ ' εἰ ὅμοιον ἦν πάντηι καὶ πάντως , οὐκ ἂν ἦν αἴσθησις . ἔτι
τοῦ ῥεύματος ὄντος καὶ ταινίαι παραπλησίου , θινῶν τε μεγάλων πάντηι περικεχυμένων , ἐπειδὰν νότοι συνεχεῖς πνεύσωσιν , ἐπισείεται πλῆθος
7466510 ἀκριτα
πρὸ τοῦ ταύτην ἔχειν τὴν ἐπωνυμίαν , ἀλλὰ τότε μὲν ἄκριτα ἦν καὶ ἀδιάλλακτα καὶ ὥς φασί τινες ‖ ὕλην
θλίψει . Θρώσκει : πηδᾷ . ἑλίσσεται : συστρέφεται . ἄκριτα : ἀδιαχώριστα , πολλά . θύων : ὁρμῶν .
7340003 δαηναι
' ἐκτὸς ἔβην : ἔφθην αἰνήσας πρὶν σοῦ κατὰ πάντα δαῆναι ἤθεα : νῦν δ ' ἤδη νηῦς ἅθ '
κεν αὐτοῦ πάντες ἀπὸ ζωῆς ἐλίασθεν νώνυμνοι καὶ ἄφαντοι ἐπιχθονίοισι δαῆναι ἡρώων οἱ ἄριστοι ἀνηνύστῳ ἐπ ' ἀέθλῳ , ἀλλά
7294963 μεσσοθεν
' ὅγε τετράπος ἐστίν : ἀπ ' ὀμφαλίοιο γὰρ ἄκρου μεσσόθεν ἡμιτελὴς περιτέλλεται ἱερὸς Ἵππος . Κεῖνον δὴ καί φασι
, τετελεσμένον ἐστί πάντοθεν , εὐκύκλου σφαίρης ἐναλίγκιον ὄγκωι , μεσσόθεν ἰσοπαλὲς πάντηι : τὸ γὰρ οὔτε τι μεῖζον οὔτε
7271083 ἐξαλεασθαι
ἡμῖν πλείω περὶ τούτων ἐν ἄλλοις . πέμπτας δ ' ἐξαλέασθαι : ὅλας τὰς πέμπτας . * μέσσῃ δ '
μητίετα Ζεύς . οὕτως οὔ τί πη ἔστι Διὸς νόον ἐξαλέασθαι . Εἰ δ ' ἐθέλεις , ἕτερόν τοι ἐγὼ
7224274 ἠεροφωνων
' ἀφνειοῖο μετήλυδες Ὠκεανοῖο , χείματος ἀμφίπολοι , γεράνων στίχες ἠεροφώνων , κύκλον ἐπογμεύουσιν ἀλήμονος ὀρχηθμοῖο γειοπόνοις ἀρότῃσιν ἀπεχθέα κεκληγυῖαι
ἐξεπλήττοντο . . σκῆπτρα δὲ κηρύκων ἐν χέρς ' ἔχον ἠεροφώνων : ὅτι καὶ οἱ δημηγοροῦντες καὶ οἱ δικάζοντες σκῆπτρα
7203654 ἠμεας
ἀλλὰ μὴ βροντέων οὖτος ? σὺ τρέψηις μέζον εἰς φυγὴν ἠμέας . αὐτὴ σὺ καὶ τίμησον , εἰ θέλεις ,
! ! ] ν [ ! ] μηδὲ εἶς ἀναστήσηι ἠμέας ] ? ! ! ! ! τοδινα ? ?
7178914 τεκμαρ
δ ' ἄμυδις πυρσοῖο σέλας προπάροιθεν ἰδόντες τό σφιν παρθενικὴ τέκμαρ μετιοῦσιν ἄειρεν , Κολχίδος ἀγχόθι νηὸς ἑὴν παρὰ νῆα
τις ποιῆσαι , καὶ ἐλπίζει τοῦτο τελέσαι . θεὸς ἅπαν τέκμαρ καὶ σημεῖον ἀνύεται καὶ τελειοῖ ἐπὶ ταῖς ἐλπίδεσσι :
7173569 δειμ
γε , τοῦτ ' ἐγὼ σαφῶς ἔξοιδα , μὴ οὐχὶ δεῖμ ' ἐμοὶ φέρουσά τι . Ἐγὼ τὰ μὲν παθήμαθ
ἔσαν κρυεροῦ τε φόβοιο : αἰδὼς γὰρ κατέρυκεν ὁμῶς καὶ δεῖμ ' ἀλεγεινόν . Ὡς δ ' ὅτε παιπαλόεσσαν ὁδὸν
7170541 σδε
! ! ! ! [ ] τοσα ? [ ] σδε [ ] λου ? ? ? [ ] !
× – ˘ – × – ˘ × [ ] σδε ? . [ [ ! [ ! ] !
7167458 βιαται
δὴ μέγιστα ἔρχομαι ἐρέων : νόμαιά τε κινέει πάτρια καὶ βιᾶται γυναῖκας κτείνει τε ἀκρίτους . Πλῆθος δὲ ἄρχον πρῶτα
τὰν ἀλάθειαν βιᾶται . σημείωσαι τὸ δοκεῖν καὶ τὴν ἀλήθειαν βιᾶται . κύριον . τὸ δοκεῖν κύριόν ἐστιν . κατατείνας
7161874 ἐρυουσι
. Λ : . . . ἀλλ ' οἰωνοὶ ὠμησταὶ ἐρύουσι , περὶ πτερὰ πυκνὰ βαλόντες . . Λ :
γνωτοί τε γνωταί τε πυρὸς λελάχωσι θανόντα , ἀλλὰ κύνες ἐρύουσι πρὸ ἄστεος ἡμετέροιο . λελάχωσι : ἀντὶ τοῦ λαχεῖν
7153527 ἀμφιχεονται
Περιπροθέουσι : περιτρέχουσιν . ἀθρόαι : ἐξαίφνης , ὁμοῦ . ἀμφιχέονται : περὶ αὐτὸν πίπτουσι , καὶ κύκλῳ τρέχουσιν .
ὑψῆέν τε πανόσμεον , ὅσσα τε τύμβοι φάσγανα παρθενικαῖς νεοδουπέσιν ἀμφιχέονται , αὐτάς τ ' ἠιθέας ἀνεμωνίδες ἀστράπτουσαι τηλόθεν ὀξυτέρῃσιν
7151983 ὀφελλει
καὶ ἔργῳ καὶ λόγῳ φαίνωμεν . Μελέτη δέ τοι ἔργον ὀφέλλει : ποιητοῦ φιλοτίμου ταῦτα τὰ ῥήματα . ἀλλ '
ἐσαυτίκα δώσει Ζεύς : ὁ γὰρ οὖν γενεὴν ἀνδρῶν ἀναφανδὸν ὀφέλλει πάντοθεν εἰδόμενος , πάντη δ ' ὅ γε σήματα
7151334 λαιφεα
δὲ τὰ ὑμένια ἐϲ ἀπόϲταϲιν καὶ ξυναγωγήν , ὅκωϲ νηὸϲ λαίφεα . πάϲχει δὲ τάδε καὶ ὑπὸ φλεγμαϲίηϲ : καὶ
ὀξέι ῥοίζῳ νηὸς ὑπερπτάμενον νεφέων σχεδόν , ἀλλὰ καὶ ἔμπης λαίφεα πάντ ' ἐτίναξε παραιθύξας πτερύγεσσιν : οὐ γὰρ ὅγ
7137501 ἁνικα
δ ' [ ἑτέρας ἑτέραν ] μετεβάλλετ ' ὀπωπάν . ἁνίκα δ ' ἐς [ λέχος ] [ ἀνδρὸς ἔβας
ὦ πολλαὶ δακρύων λιβάδες , αἳ παρηίδας εἰς ἐμὰς ἔπεσον ἁνίκα πύργων ὀλομένων ἐν ναυσὶν ἔβαν πολεμίων ἐρετμοῖσι καὶ λόγχαις
7136901 πεπταται
δεύεται , . . . . ἀλλὰ μάλ ' αἴθρη πέπταται ἀννέφελος , λευκὴ δ ' ἐπιδέδρομεν αἴγλη . Συγκεκλήρωται
ἵησιν ἀφρὸν ἐρευγόμενος : βορέῃ δ ' ἐπὶ πολλὸν ἰόντι πέπταται ἔνθα καὶ ἔνθα Προποντίδος οἶδμα θαλάσσης . ἔστι δέ
7131073 ἀνεμωλιον
περισπέρχουσά περ αἰνῶς βλάπτει τρηχὺν ἐόντα , γένυν δ ' ἀνεμώλιον αὔτως ἐγχρίμπτει , στερεοῖσι δ ' ἐτώσια μαίνετ '
δύστλητα γὰρ ἔσται κήδεα , καὶ δ ' ἂν ἀκεσφορίην ἀνεμώλιον ἔλποι . ἢν δέ τις ἄλλη νοῦσος ἐπιρρέπῃ ,
7129158 ὀπωπαις
ὕπερθε νεύει ἐπισκυνίοισι μεσόφρυα , καὶ πυρόεντες ὀφθαλμοὶ χαροπαῖσιν ὑποστίλβοντες ὀπωπαῖς : ῥινὸς ἅπας λάσιος : κρατερὸν δέμας : εὐρέα
ἀνθρώποισι πέλει περιδέξιος ὥρη χειμερίη , στείβουσί τ ' ἀμοχθήτοισιν ὀπωπαῖς , οὕνεκα καὶ νιφετοῖσι γεγραμμένα πάνθ ' ἅμ '
7128987 προσωπατα
σκιρτεῦσιν μὲν πρῶτα χοροιτυπέουσιν ὁμοῖαι , εἶτα δέμας βαρύθουσι , προσώπατα δ ' ἐς χθόνα δῖαν ἠρέμα νευστάζουσι κάτω :
λισσομένην ἀγορεύειν : ἆνερ , ἄνερ , τί νυ σεῖο προσώπατα τρηχύνονται , ὄμματα φοινίχθη δέ , τά τ '
7125518 σμερδνον
κατηφιόωντ ' ἀκάχησθαι . Πηλείδης δ ' ἑτάροιο χολούμενος Ἀντιλόχοιο σμερδνὸν ἐπὶ Τρώεσσι κορύσσετο : τοὶ δὲ καὶ αὐτοὶ καί
θέμις ἔμμεναι οὐδ ' ἀσύφηλον , ἀλλ ' ὁτὲ μὲν σμερδνὸν τελέθειν , ὁτὲ δ ' ἤπιον εἶναι . Νῦν
7113855 ἀποτροπον
κακὰν ἐλπίδ ' ἔχων ἔτι μέ ποτ ' ἀνύσειν τὸν ἀπότροπον ἀΐδηλον Ἅιδαν . Καί μοι δυσθεράπευτος Αἴας ξύνεστιν ἔφεδρος
ἀπ ' αὐτῶν , λέγει δέ που καὶ τὸ μισητὸν ἀπότροπον , τὸ δ ' αὐτὸ καὶ ἀπότροπον . μεθέσθαι
7108472 ἀκικυν
τύπτων ἄρρηκτον ὀρεσκῴοιο κάρηνον ἀμφ ' αὐτῷ θραύεσκον ὑπέκπυρον ὄζον ἄκικυν : οὐδ ' ἄρα μόρσιμος ἦα δαφοινῷ θηρὶ δαμῆναι
ἀλκά ; τίς ἐφαμερίων ἄρηξις ; οὐδ ' ἐδέρχθης ὀλιγοδρανίαν ἄκικυν , ἰσόνειρον , ᾇ τὸ φωτῶν ἀλαὸν γένος ἐμπεποδισμένον
7105626 ὀπωπας
ὀρθῶνται , πεπυκνῶνται , ἐξέχουσιν . οὐτάζουσιν : τιτρώσκουσιν . ὀπωπάς : ὀφθαλμοὺς , ὄψεις . Ἀμήχανα : μάταια ,
ἔρειδον αἰδόμενοι , ὁτὲ δ ' αὖτις ἐπὶ σφίσι βάλλον ὀπωπάς ἱμερόεν φαιδρῇσιν ὑπ ' ὀφρύσι μειδιόωντες . ὀψὲ δὲ
7102107 ὑποβρυχα
: ἔστι δυνατὸν , ἔστι προθυμία , ἐπιθυμία ἔστιν . ὑπόβρυχα : ὑπὸ τὸν βρόχον τοῦ δικτύου . γαστέρος :
Ἑῷ δ ' ἄρα πολλὰ τοκῆι εὔχεθ ' ὁμῶς νήεσσιν ὑπόβρυχα πάντας ὀλέσθαι . Τοῦ δὲ Ποσειδάων μὲν ἐπέκλυεν :
7091114 ἀποπροθι
ἐν τελετῇσι μυστικὸν ἀείδῃσιν ἐπώνυμον οὐρανιώνων . ἀρᾶσθαι δὲ Μέγαιραν ἀπόπροθι παφλάζοντος σευέμεναι τρίποδος κακομήχανον : ἐς δ ' ἄρα
ἀκηδέα νόστον ὀπάσσαι . Εὐχωλαὶ δ ' ἀνέμοισι μίγεν καὶ ἀπόπροθι νηῶν μαψιδίως νεφέεσσι καὶ ἠέρι συμφορέοντο . Αἳ δ
7085685 ἐπιφραδεως
οἰκείηνδε λιλαίεαι ἀπονέεσθαι , καὶ δ ' ἂν ἐπίκρυφον οἶμον ἐπιφραδέως ἀνέλοιο , δεικήλῳ δ ' ἐνὶ τῷδε φάοι πανδῖα
. ” Ὧς ἔφαθ ' : Ἥρη δ ' αὖτις ἐπιφραδέως ἀγόρευσεν : “ Οὔτι βίης χατέουσαι ἱκάνομεν οὐδέ τι
7073786 δυη
ξ . . . . . , = . : δύη : κακοπάθεια . . . ὁ δὲ Ἀπίων κάκωσις
ἐκ βοῆς ἠγρευμένα , τουτέστι τῆς μάχης , λάφυρα . δύη ξ . . . . . , = .
7073737 ἀναγκαιη
μαχησόμεθ ' αὖθι μένοντες , καὶ μάλα τειρόμενοί περ : ἀναγκαίη γὰρ ἐπείγει : Ἕκτορ ἀτὰρ σὺ πόλιν δὲ μετέρχεο
ἄλλας μὲν νούσους ἰήσεται : εἰ δέ κε κρείσσων χρειὼ ἀναγκαίη σε βιήσεται αἰνὰ παθόντα ἀργαλέου ὑδέροιο , τότ '
7071898 δεπ
ἦς καὶ νόω κ ! [ πενίᾳ ποτιφ [ τιμοτατω δεπ [ παμυρο [ ! ! ] ! [ .
μ ' αὐτίκ ' ἐξσεν [ ! ! ] ἐκ δεπ ? [ ] καὶ δὴ ' πὶ τοῖς ἔργοισιν
7062879 ἐκφατο
, ὅπως παρεόντας ἴδοντο . τοῖσιν δ ' Αἰσονίδης τετιημένος ἔκφατο μῦθον : “ Ὦ φίλοι , Αἰήταο ἀπηνέος ἄμμι
πορφυρέαις ἑλίκεσσιν ἐναίσιμον ἀίσσουσαν : αἶψα δ ' ἀπηλεγέως νόον ἔκφατο Λητοΐδαο : “ Ὑμῖν μὲν δὴ μοῖρα θεῶν χρειώ
7060290 φραζεσθαι
' ἐστὶ θανεῖν μετὰ κύμασιν : ἀλλά ς ' ἄνωγα φράζεσθαι τάδε πάντα μετὰ φρεσὶν ὡς ἀγορεύω . μηδ '
βοῦς ὡς χρησόμενος αὐταῖς ἤδη πρὸς ἔργον τῆς σπορᾶς . φράζεσθαι δ ' εὖτ ' ἂν γεράνου φωνὴν ἐπακούσῃς :
7051446 ἀνωγα
ξένῳ γένωμαι τῷδε χειρωθεὶς βίᾳ ; ἴθ ' , ὡς ἄνωγα , σὺν τάχει . Τοῦτον δ ' ἐγώ ,
, πάρος κακότητι πελάσσαι : ὁπλοτέρῃσι δὲ πάγχυ τάδε φράζεσθαι ἄνωγα . νῦν γὰρ δὴ παρὰ ποσσὶν ἐπήβολός ἐστ '
7046670 θηρεσσι
. ὅσσον γὰρ κούφοισι μετ ' οἰωνοῖσιν ἄνακτες αἰετοὶ ἢ θήρεσσι μετ ' ὠμηστῇσι λέοντες , ὅσσον ἀριστεύουσιν ἐν ἑρπυστῆρσι
κεύθονται δ ' αὐτοὶ πυμάτοις λασίοισί τε θάμνοις , αἰδόμενοι θήρεσσι καρήατα τοῖα φανῆναι , γυμνά , τά τοι προπάροιθε
7041595 γενομαν
ἄλοχον . ἔστιν εὐπορῆσαι καὶ ἄλλων γρίφων : ἐν Φανερᾷ γενόμαν , πάτραν δέ μου ἁλμυρὸν ὕδωρ ἀμφὶς ἔχει :
ποίην δ ' ἦλθες ἐς ἡλικίην ; ἑπταέτις τρὶς ἑνὸς γενόμαν ἔτι . ἦ ῥά γ ' ἄτεκνος ; οὔκ
7040159 σφωιτερους
πάσης διάστημα γῆς φαίνεται . σφωιτέρους : κακῶς ἐχρήσατο τῷ σφωιτέρους : ἔδει γὰρ εἰπεῖν σφετέρους . τὸ δέ ἐνόησε
δὲ ἑὸν δόμον εἰπεῖν . οὐχ ὑγιῶς οὐδὲ νῦν τὸ σφωιτέρους : δυϊκὸν γάρ ἐστιν ἐπὶ ἑνικοῦ . ἔδει οὖν
7037175 ωνα
[ οιμ ? [ φρ [ ου [ κα [ ωνα ? [ κτει ? [ εἰ γαρ [ ἁνηρ
! ! ! ] [ ! ! ! ] ‖ ωνα καὶ η [ ! ! ! ! ! !
7027485 φαρεσιν
ἐμψύχοιο : ἀενάῳ δ ' ἐνὶ πέτρον ἐχέφρονα πίδακι λούων φάρεσιν ἐν μαλακοῖσιν ἅτε βρέφος ἀλδήσασκε , καὶ θεὸν ὣς
: ἀενάῳ δ ' ἐνὶ πέτρον ἐχέφρονα πίδακι λούων , φάρεσιν ἐν λιπαροῖσιν , ἅτε βρέφος , ἀλδήσασκε , καὶ
7023383 Σκεπτεο
εἴη : μείζονι δ ' ἂν χειμῶνι πυρώτερα φοινίσσοιτο . Σκέπτεο δ ' ἐς πληθύν τε καὶ ἀμφότερον διχόωσαν ἠμὲν
ὑψόθι κύρῃ , ἀλλ ' αὐτοῦ πλαταμῶνι παραθλίβηται ὁμοίη . Σκέπτεο δ ' εὔδιος μὲν ἐὼν ἐπὶ χείματι μᾶλλον ,
7020562 ἀισσοντες
ἀπὸ στιβαρῶν θέσαν ὤμων . Λυσσαλέοις δἤπειτ ' ἴκελοι κυσὶν ἀίσσοντες πίδακα μαστεύεσκον , ἐπὶ ξηρὴ γὰρ ἔκειτο δίψα δυηπαθίῃ
γενύεσσι μάτην ἀράβησαν ὀδόντας ὧς Ζήτης Κάλαΐς τε μάλα σχεδὸν ἀίσσοντες τάων ἀκροτάτῃσιν ἐπέχραον ἤλιθα χερσίν . καί νύ κε
7018710 χεον
ἥρως θόρεν πόντονδε , κατὰ λειρίων τ ' ὀμμάτων δάκρυ χέον , βαρεῖαν ἐπιδέγμενοι ἀνάγκαν . Φέρον δὲ δελφῖνες ἁλιναιέται
τι σθένε χερσὶν ἑλέσθαι : οἳ μὲν γὰρ στονόεντα βέλη χέον , οἳ δέ νυ λᾶας , ἄλλοι δ '
7017893 ζωει
τοῦ ζῴου , ὡς ὁ χρησμὸς δηλοῖ : ἐννέα γὰρ ζώει γενεὰς λακέρυζα κορώνη ἀνδρῶν γηρώντων : ἔλαφος δέ τε
: γαύρη μὲν εἶδος , πολλὰ δ ' εἰς ἔτη ζώει , κέρας δὲ φοβερὸν πᾶσιν ἑρπετοῖς φύει , δένδροις
7016277 ἰσχεο
, ἀντὶ τοῦ ἐλωβήσω ἄν . . . . . ἴσχεο , μηδ ' ἔθελ ' οἶος : ὅτι ἔθελε
κόπρων δυνάμει . Εἰς τί μάτην νίπτεις δέμας Ἰνδικόν ; ἴσχεο τέχνης : οὐ δύνασαι δνοφερὴν νύκτα καθηλιάσαι . Ἐν
7014887 ὀλοφωιον
, θοὴν δὲ φέρει ἐπαρωγήν . μοῦνον μὴ στέρνοισιν ἔχοι ὀλοφώιον ἄλγος : δυσπονέως γάρ μιν Παιήονος ἔργα σαώσοι .
. . . . . . . Καί τις κερτομέων ὀλοφώιον ἔκφατο μῦθον : Ὦ κούρη Πριάμοιο , τί ἤ
7014171 εὐαδεν
! ] μάλα ? ? ? ? δ ? ' εὔαδεν ? ? ? ? ἀθανάτοισιν ? [ “ ]
πλήθους ὀλοοὺς ἐνέπουσιν ὀδόντας πλαζόμενοι , νῶϊν δὲ κεράατα μυθήσασθαι εὔαδεν : ὧδε γὰρ ἄμμι φύσις κεράων ἀγορεύει . σήματα
7013883 ἐντυνονται
μέλας θολὸς ἀλλ ' ὑπερευθὴς ἐντρέφεται , μῆτιν δὲ πανείκελον ἐντύνονται . Τοίοις μὲν φρονέουσι νοήμασιν : ἀλλὰ καὶ ἔμπης
μέλισσαι χείματος οὐκέτ ' ἐόντος , ὅτ ' ἐς νομὸν ἐντύνονται ἐλθέμεν , οὐδ ' ἄρα τῇσι φίλον πέλει ἔνδοθι
7007760 κορθυεται
τέλειον σκεδαιομένη . * κορθύεται : ὁπλίζεται κορυφοῦται ὑψοῦται * κορθύεται οἶδος : ἀνεγείρεται οἴδημα * οἶδος : οἴδημα *
' ἑνὸς μέρους , τῆς κόρυθος , τὸ καθοπλίζεσθαι . κορθύεται διεγείρεται καὶ εἰς ὕψος αἴρεται . κόρσην κεφαλήν .
7007736 ὀπωπαι
οὐδέ τι μῆχος ἔστ ' ὀπίσω , κενεαὶ γὰρ ὑποσμύχονται ὀπωπαί : ἀντὶ δὲ τοῦ θάνατόν μοι ἄφαρ θεὸς ἐγγυαλίξαι
, δυσχείμερον οἶτον ἑλόντες . αὐτὰρ ἐπὴν ἔαρος πρῶται γελάσωσιν ὀπωπαί , ἄνθεά τ ' ἐν λειμῶσι νέον γε μὲν
7003701 ἀμμορον
ὀλίγος . βίην : δύναμιν . βίῃ : δυνάμει . ἄμμορον : ἐστερημένον , ἄμοιρον , ἀμέτοχον : ἄμοιρον ,
. οὐδ ' ἐλεαίρεις παῖδά τε νηπίαχον καὶ ἔμ ' ἄμμορον : ἡ διπλῆ , ὅτι τινὲς γράφουσι καὶ ἐμὸν
7003646 πιεμεν
ᾤχεο νηῒ Πύλονδε , οὔ πώ μίν φασιν φαγέμεν καὶ πιέμεν αὔτως , οὐδ ' ἐπὶ ἔργα ἰδεῖν , ἀλλὰ
ἐπὶ δὲ τοῦ αὕτως “ οὕτως μίν φασιν φαγέμεν καὶ πιέμεν αὕτως . ” αὐλός ἐπὶ μὲν τοῦ εὐθὺς ἐξακοντισμοῦ
6999861 ξηροτατα
νευροχονδρώδη σύνδεσμον . θρὶξ δὲ καὶ ὄνυξ ψυχρότατά τε καὶ ξηρότατα ἁπάντων ἐστίν , ἧττον δὲ τούτων ὀστοῦν ψυχρόν ἐστι
σαρξίν , ἀλλὰ καὶ τοῖς ὀστοῖς αὐτοῖς , ἃ δὴ ξηρότατα τῶν ἐν ἡμῖν ὑπάρχει μορίων . οἱ δὲ γεγηρακότες
6997556 κτεινον
θερμὸν φίλιον καὶ κρῖνον , τὸ δὲ ψυχρὸν πολέμιον καὶ κτεῖνον , πλὴν ὁκόσα αἱμοῤῥαγέειν ἐλπίς . Οὕτω κατάχυσις ὑγρῶν
ἄκριτος ἦεν : τοὺς μὲν γὰρ φεύγοντας ἐπὶ Σκαιῇσι πύλῃσι κτεῖνον ἐφεστηῶτες , ὁ δ ' ἐξ εὐνῆς ἀνορούσας τεύχεα
6993739 ἠϊθεον
κεν πελάσῃ πολιοῖο σιδήρου , ἠΰτε παρθενικὴ τερενόχροα χερσὶν ἑλοῦσα ἠΐθεον στέρνῳ προσπτύσσεται ἱμερόεντι , ὣς ἥγ ' ἁρπάζουσα ποτὶ
κεν πελάσῃ πολιοῖο σιδήρου , ἠΰτε παρθενικὴ γλαγερόχροα χερσὶν ἑλοῦσα ἠΐθεον στέρνῳ προσπτύσσεται ἱμερόεντι , ὣς ἥ γ ' ἁρπάζουσα
6992940 παπταινει
τερπωλὴν ἀκόρεστον : ὁ δ ' οὐ φρονέων περ ἕκαστα παπταίνει , μέγαρόν τε καὶ ἤθεα πάντα τοκήων : ὣς
δ ' ἄϊσος : τὰ μακˈρὰ δ ' εἴ τις παπταίνει , βραχὺς ἐξικέσθαι χαλκόπεδον θεῶν ἕδραν : ὅ τοι
6990005 τετυκτο
' ἑτάροισιν ἔθηκεν , ἄνδρα βαλὼν ὃς ἄριστος ἐνὶ Θρῄκεσσι τέτυκτο υἱὸν Ἐϋσσώρου Ἀκάμαντ ' ἠΰν τε μέγαν τε .
καὶ ἑβδόμη ἐστὶ τελείη . καί : ἑπτὰ δὲ πάντα τέτυκτο ἐν οὐρανῷ ἀστερόεντι , ἐν κύκλοισι φανέντα ἐπιτελλομένοις ἐνιαυτοῖς
6986124 φυγοπολι
σύνθετα εὑρίσκονται ποιοῦντα οὐδετέρου παρασχηματισμόν , οἷον ὁ φυγόπολις τὸ φυγόπολι , ὁ λιπόπατρις τὸ λιπόπατρι : τὸ τρόφι ἁπλοῦν
, οἷον ὁ εὔπατρις τὸ εὔπατρι , ὁ φυγόπολις τὸ φυγόπολι , ὁ εὔχαρις τὸ εὔχαρι : τὸ τρόφι ἁπλοῦν
6980882 βιῳατο
βιῴμην , βιάοιο βιῷο , βιάοιτο βιῷτο πλεονασμῷ τοῦ α βιῴατο , . . . . βιώτω : ζησάτω .
ἵν ' οὐκέτι νόστος ὀπίσσω νηυσὶ πέλει , ὅτε τόνδε βιῴατο κόλπον ἱκέσθαι : πάντη γὰρ τέναγος , πάντη μνιόεντα
6980249 μοχθεις
[ ] ν ἀρύστηρ ' ἐς κέραμον μέγαν [ ] μόχθεις τοῦτ ' ἔμεθεν σύνεις [ ] μητωξαυος ἀλλως [
[ ] ν ἀρύστηρ ' ἐς κέραμον μέγαν [ ] μόχθεις τοῦτ ' ἔμεθεν σύνεις [ ] μητωξαυος ἀλλως [
6979601 φαυλοισι
. δερκομένῳ τίνες ἐσθλά , τίνες κακὰ τεκμαίρουσιν , Ἠέλιος φαυλοῖσι βεβλαμμένος , Ἀφρογενής τε Ζηνὸς ἐπεσσυμένου ἢ καὶ παρεόντος
. δερκομένῳ τίνες ἐσθλά , τίνες κακὰ τεκμαίρουσιν , Ἠέλιος φαυλοῖσι βεβλαμμένος , Ἀφρογενής τε Ζηνὸς ἐπεσσυμένου ἢ καὶ παρεόντος
6974501 ἐελδομενος
Τῷ δ ' ἐπικαγχαλόων υἱὸς κρατεροῖο Μόλοιο ἄλλον ἀφῆκεν ὀιστὸν ἐελδόμενος μέγα θυμῷ υἷα βαλεῖν Πριάμοιο πολυτλήτοιο Πολίτην : ἀλλ
πεσόντος , ἐπηΰτησε δὲ λαός . Ἀλλὰ καὶ ὧς ἀνόρουσεν ἐελδόμενος πονέεσθαι τὸ τρίτον ἀμφ ' Αἴαντα πελώριον : ἀλλ
6974240 δολιχῃσιν
φλεγέθει καὶ ὀρίνεται ἄγριον ἦτορ , εἰσόκε μιν χηλῇσιν ἐπαΐξας δολιχῇσιν κάραβος αὐχενίοιο λάβῃ μέσσοιο τένοντος : ἴσχει δ '
ἀγρευτήρων σὺν κυσὶν εὐτόλμοισι ποτὶ χθόνα θῆρα βάλωνται , αἰχμῇσιν δολιχῇσιν ἐπασσύτερον δαμάσαντες , δὴ τότ ' ἀπ ' αὐχένος
6973717 καμ
δῖον . αὐτὰρ ὅτ ' εἰς ἵππον κατεβαίνομεν , ὃν κάμ ' Ἐπειός , Ἀργείων οἱ ἄριστοι , ἐμοὶ δ
, οἷον αὐτὰρ ὅτ ' εἰς ἵππον κατεβαίνομεν , ὃν κάμ ' Ἐπειός . ἐν γὰρ τῷ κατεβαίνομεν τὸ μέγεθος
6968679 σσα
: [ . . . . . . [ ] σσα ! [ [ ] ! [ ῀ ? .
] θεο [ ] [ ! ! ! ] ! σσα ? [ ] [ ! ! ! ] μοφ
6966481 ἀναγκᾳ
ἀλλ ' ᾧτινι μὴ λιπότεκˈνος σφαλῇ πάμπαν οἶκος βιαίᾳ δαμεὶς ἀνάγκᾳ , ζώει κάματον προφυγὼν ἀνιαρόν : τὸ γὰρ πρὶν
Διὸς ἀρχᾷ ἀλιτˈρὰ κατὰ γᾶς δικάζει τις ἐχθρᾷ λόγον φράσαις ἀνάγκᾳ : ἴσαις δὲ νύκτεσσιν αἰεί , ἴσαις δ '
6964542 ἀως
, προστιθέασι τὸ υ , τὸ ἀὴρ αὐὴρ καὶ τὸ ἄως αὔως λέγοντες . Ἐπεὶ οὖν οὐ μόνον ἄτη ,
τὸ υ , ὡς ἐπὶ τοῦ ἀήρ αὐήρ , καὶ ἄως αὔως . ὅτε δὲ σύμφωνόν ἐστι μεταξὺ , οὐκέτι
6964447 ὁκ
] λαγετ ? ? [ [ ] ! ι σάλπιγγος ὅκ ' ἐν κε [ [ Κάστορι ] θ '
ῥα φίλυπνος ; ἦ ῥα πολύν τιν ' ἔπινες , ὅκ ' εἰς εὐνὰν κατεβάλλευ ; εὕδειν μὰν σπεύδοντα καθ
6962662 λιλαιομενοι
ἠερόεντα πεφυζότας αἶψα νέεσθαι : ἀλλ ' οὐ μὰν δείσουσι λιλαιόμενοι μέγα χάρμης . Εἰσὶν γὰρ κρατεροί τε καὶ ὄβριμοι
μὲν σῖτον ἔχον καὶ οἶνον ἐρυθρόν , τόφρα βοῶν ἀπέχοντο λιλαιόμενοι βιότοιο : ἀλλ ' ὅτε δὴ νηὸς ἐξέφθιτο ἤϊα
6962287 οἰωνοι
δοκεῖ οὐδὲ ταῦτα , τὸ γὰρ ξυμφέρετε πτερά τ ' οἰωνοὶ κηρόν τε μέλιτται κατασκευαζομένου ἦν οἶκον καὶ οἴκου σχῆμα
τὰ ἑαυτῶν ἀγαθὰ βουλομένοις οἱ περὶ τὸν αὐτὸν ἀναστρεφόμενοι τόπον οἰωνοὶ σχολαιοτέρᾳ τῇ πτήσει πρὸς ἀγαθοῦ εἶναι συμβόλου , τοῖς
6961645 δαφοινῳ
θραύεσκον ὑπέκπυρον ὄζον ἄκικυν : οὐδ ' ἄρα μόρσιμος ἦα δαφοινῷ θηρὶ δαμῆναι . τοὔνεκεν αἰπολίοισιν ἀπόπροθι βοσκομένοισιν ἑσπομένω δύο
κινήσεως τροπὰς ὑπαυγάζουσα , ἀλλ ' ὕπωχρος καὶ ἐν τῷ δαφοινῷ πελιδνός . τὸ δὲ τῆς Ἀλκμήνης εἶδος ἀνασκοποῦντι ἀναφέρειν
6957889 ἀκλειως
καὶ ἀκλειής : Ὅμηρος : μὴ μὰν ἀσπουδεί γε καὶ ἀκλειῶς ἀπολοίμην . . . . ἀκμαῖος : ὁ μὴ
γαῖαν ἱκέσθαι πετράων ἔκτοσθε : καταυτόθι δ ' ἄμμε καλύψει ἀκλειῶς κακὸς οἶτος , ἐτώσια γηράσκοντας . ” Ὧς ἔφατ
6957351 ἐκφυγεειν
οὔτι πέλει σθένος οὐδέ τις ἀλκὴ τρηχείαις γενύεσσιν ὑπερφιάλως ἐρύσαντα ἐκφυγέειν , ἅτε πῶλον ἀποπτυστῆρα χαλινῶν : ἀλλ ' αἰεὶ
τε κυκλώσαντο ἱέμενοι ] μάρψαι ? , ταὶ δ ' ἐκφυγέειν καὶ ἀλύξαι . ἔς τε Κεφαλλήνων ] ἀγερώχων φῦλον
6956952 ἑκταια
, τεταρταία ὥρας γʹ εʹ , πεμπταία ὥρας δʹ , ἑκταία ὥρας δʹ ∠ ʹ δʹ κʹ , ἑβδομαία ὥρας
ψυχρεύεσθαί τις δύναται λέγων ὅτι τρίτη ἡ τρισκαιδεκαταία , ὡς ἑκταία ἑκατηβόλος σελάνα , ἑκκαιδεκαταία : ἡ γὰρ μέση οὐκ
6950607 ὀιζυροιο
ἴομεν : δὴ γάρ που Ἀχιλλέος ὄβριμον ἦτορ παύσατ ' ὀιζυροῖο χόλου , κατέρυξε δὲ κῦμα ὄβριμον Ἐννοσίγαιος : ἐπιπνείουσι
ἐπὶ χθόνα , πὰρ δὲ καὶ ἵππους στῆσαν ἔτι πνείοντας ὀιζυροῖο μόγοιο : ἐν δὲ φάτνῃσι βάλοντο τά τ '
6948585 δυμεναι
ἐφορμηθέντες : ἐμοὶ δέ κε κέρδιον εἴη σεῦ ἀφαμαρτούσῃ χθόνα δύμεναι : οὐ γὰρ ἔτ ' ἄλλη ἔσται θαλπωρὴ ἐπεὶ
ἔργων . Οὐ γάρ τοι σθένος ἐστὶν ἐν ἔντεσιν ἀκαμάτοισι δύμεναι Αἰακίδαο δαΐφρονος , οὐδὲ μὲν ἔγχος νωμῆσαι παλάμῃσιν :
6942258 τεσ
δὲ λόγος ἅπαξ τοῦ τόνου δειχθέντος ἐπογδόου καὶ τοῦ διὰ τεσ - σάρων ἐπιτρίτου δηλονότι αὐτόθεν ποιεῖ τὸ τὴν ὑπεροχήν
! ! ! ! ! ! ! ! ! ] τεσ ? [ ! ! ! ! ! ! !
6940636 πιδακι
ὕλην , οἷ αὐτῇ μέγ ' ἄγαλμα , τρέφει παρὰ πίδακι γαῖα : τοίη Πενθεσίλεια κατ ' ὠκέος ἤριπεν ἵππου
πεπτηυῖαι ἄπλητον μεμάασιν ἐπήτριμοιὧς τότ ' ἀολλεῖς πετραίῃ Μινύαι περὶ πίδακι δινεύεσκον . καί πού τις διεροῖς ἐπὶ χείλεσιν εἶπεν
6938166 πονοιο
ἰθύει δ ' ἀπρὶξ γλυκερῆς δεδραγμένος ὀδμῆς , εἰσόκε τέρμα πόνοιο καὶ εἰς βαλβῖδα περήσῃ . εἰ δέ μιν ὁπλίσσειας
τε ἔπος τε , ὥς κε καὶ αὖτις Ἀχαιοὶ ἀναπνεύσωσι πόνοιο . Ὣς ἔφατ ' , οὐδ ' ἄρα πατρὸς
6931572 πορσω
μ ' Ἀργείων ἢ Φθιωτᾶν ἢ νησαίαν ἄξει χώραν δύστανον πόρσω Τροίας ; φεῦ φεῦ . τῶι δ ' ἁ
Τὸ προσαίνειν ἀντὶ τοῦ τρέφειν . γίνεται δὲ ἀπὸ τοῦ πόρσω , τὸ μακράν , ἐξ οὗ καὶ πόρσιον τὸ
6929908 ἰδεειν
' ὦκα φέρεσκον ἀπὸ χθονὸς ἀίσσοντα : οὐδ ' ἁρματροχιὰς ἰδέειν πέλεν οὐδὲ ποδοῖιν ἐν χθονὶ σήματα , τόσσον ὑπεξέφερον
φίλα φρονέῃς ' ἐνὶ θυμῷ , ἐλπωρή τοι ἔπειτα φίλους ἰδέειν καὶ ἱκέσθαι οἶκον ἐς ὑψόροφον καὶ σὴν ἐς πατρίδα
6929153 ἀτειρεα
: αὐτὰρ Ὀδυσσεὺς ἄσσον πάντ ' ἐφόρει , χρυσὸν καὶ ἀτειρέα χαλκὸν εἵματά τ ' εὐποίητα , τά οἱ Φαίηκες
σωματικῶν τούτων λέγων ἐπήγαγεν : ἐξ ὧν ὄμματ ' ἔπηξεν ἀτειρέα δῖ ' Ἀφροδίτη . . , καὶ μετ '
6929030 ποικιλαν
αονιασπολεις [ . . . σοὶ δ ' ἔγω Κλέι ποικίλαν [ οὐκ ἔχω πόθεν ἔσσεται [ [ ] μιτράναν
[ ] μιτράναν ] ? δ ' ἀρτίως κλ [ ποικίλαν ? ἀπὺ Σαρδίων [ ! ! ! ] !
6928003 δυσηχεος
Ὣς εἰπὼν κύσε παῖδα καὶ οὐκ ἀνέεργε κελεύθου ἱμείροντα μόθοιο δυσηχέος . Ὃς δ ' ἐρατεινὸν μειδιόων ἐπὶ νῆα θοῶς
θερμοῖσι φόνοισιν . καὶ Ἐμπεδοκλῆς πού φησιν οὐ παύσεσθε φόνοιο δυσηχέος ; οὐκ ἐσορᾶτε ἀλλήλους δάπτοντες ἀκηδείῃσι νόοιο ; καὶ
6925267 ἐλεγχεα
[ ὥστε βίου πεδέχειν ἐν Ὀλύμπωι [ , κρέσσον [ ἐλέγχεα δ ? [ καὶ τ [ κερα [ ἁμετέρω
νυκτὶ λιπεῖν βίον ἐν θαλάμοισιν , πότμῳ ἀνωίστῳ κάκ ' ἐλέγχεα πάντα φυγοῦσαν , πρὶν τάδε λωβήεντα καὶ οὐκ ὀνομαστὰ
6921074 γλωσσηι
Μεσοποταμίαι . Ἀρριανὸς ἐν ι Παρθικῶν . ἡ δὲ φάλγα γλώσσηι τῆι ἐπιχωρίωι τὸ μέσον δηλοῖ . . Χωχή :
ἕληται . μισθὸν μοχθήσαντι δίδου , μὴ θλῖβε πένητα . γλώσσηι νοῦν ἐχέμεν , κρυπτὸν λόγον ἐν φρεσὶν ἴσχειν .
6918622 οὐας
θάλασσά τε παμφανόωντα , καὶ θῆρες πτήσσουσιν , ὅταν κτύπος οὖας ἐσέλθηι : μαρμαίρει δὲ πρόσωπ ' αὐγαῖς , σμαραγεῖ
χαίρουσιν ἐφ ' ἵπποις ὠτίδες , αἷσι τέθηλεν ἀεὶ λασιώτατον οὖας : ψιττακὸς αὖτε λύκος τε σὺν ἀλλήλοισι νέμονται :
6916593 ἀισσουσαν
νῆα βίῃ , τὴν δ ' οὔ κε διὲξ ἁλὸς ἀίσσουσαν οὐδὲ Ποσειδάωνος ἀελλόποδες κίχον ἵπποι : ἔμπης δ '
: ἠέρι γὰρ κεκάλυπτο . Νόησε δὲ θέσκελον αὐδὴν ἔκποθεν ἀίσσουσαν ἄδην εἰς οὔατα Τρώων ἀντιθέου Ἑλένοιο κλυτὸς νόος :
6913475 ἀλωαι
ἐγγύθεν ἄλλο πῆμ ' ἀίδηλον ἔην . πέρθοντο γὰρ ἠμὲν ἀλωαί ἠδ ' οἶαι τῆμος δῄῳ ὑπὸ δουρὶ Λύκοιο καὶ
κόνυζαν : δριμὺς γὰρ μάλιστα ὁ ταύτης καπνός . ἠμὲν ἀλωαί : αἱ ἀμπελόφυτοι χῶραι . οἶαι δὲ αἱ κῶμαι
6909031 ἐσεδρακεν
κατείχετο δὲ νεφέεσσιν . ἔνθ ' οὔ τις τὴν νῆσον ἐσέδρακεν ὀφθαλμοῖσιν , οὔτ ' οὖν κύματα μακρὰ κυλινδόμενα προτὶ
. ” Ὧς φάτ ' ἀπηλεγέως . ὁ δ ' ἐσέδρακεν ὄμμαθ ' ἑλίξας , ὥστε λέων ὑπ ' ἄκοντι
6908942 λυγραις
καὶ πολλὰ κακὰ διὰ γυναῖκας , μιγνύει δὲ καὶ γυναιξὶ λυγραῖς ἢ ἐπιψόγοις ἢ δούλαις , πλὴν ἃς λήψονται γυναῖκας
' ἔκραιν ' Ἀνάγκα , πάντα δὲ Γᾶς εἶκε φραδαῖσι λυγραῖς ἑρπετά , πάνθ ' , ὅς ' ἕρπει δι
6907583 διεξ
δὴ τότε πείσματα νηὸς ἐπὶ πνοιῇς ἀνέμοιο λυσάμενοι , προτέρωσε διὲξ ἁλὸς οἶδμα νέοντο : ἡ δ ' ἔθεεν λαίφεσσι
ἀφρὸς ἦν περὶ στόμα . κύψαντες ὕβριν ἁθρόην ἀπέφλυσαν . διὲξ σωλῆνος εἰς ἄγγος , ! ] ε ? παρθένοι
6904350 κἠγων
' αὐταῖς ὑπακούσω . δῆλον ὅτ ' ἐν τᾷ γᾷ κἠγών τις φαίνομαι ἦμεν . Οὕτω τοι Πολύφαμος ἐποίμαινεν τὸν
, ἁδὺ δὲ χἀ σῦριγξ χὠ βουκόλος , ἁδὺ δὲ κἠγών . ἔστι δέ μοι παρ ' ὕδωρ ψυχρὸν στιβάς
6903130 τημοσδε
εἴη τοι πρηεῖα καὶ ἤπιος : οὔτι γὰρ ἐσθλὸν ἄρξασθαι τῆμόσδε δυσηλεγέος καμάτοιο : οὐ γάρ κεν προφύγοισθα κακὸν φλογερῶν
ὠκείην γυίοισιν ἄγους ' ἐπιτάρροθον ἀλκήν . μὴ μὲν ἔοι τῆμόσδε περὶ πλευρῇσι μογῆσαι ἀνέρι , μηδέ τε λῦμαρ ἐν
6903073 ἑους
τοὐπίσω . Συνοίσεσθαι : γενήσεσθαι . Κῆρας : θανάτους . ἑούς : σούς . Τεκμαίρεται : ζητεῖ . Διδύμοισιν :
: δυϊκὸν γάρ ἐστιν ἐπὶ ἑνικοῦ . ἔδει οὖν εἰπεῖν ἑούς . ἄμφω : ἀμφότεροι δὲ ἐπέτρεψαν τῇ κόρῃ τὴν
6902351 ἀεκοντα
κτήματα δοίην , εἴ κ ' ἐθέλων γε μένοις : ἀέκοντα δέ ς ' οὔ τις ἐρύξει Φαιήκων : μὴ
' ἀκάμαντα βοῶπις πότνια Ἥρη πέμψεν ἐπ ' Ὠκεανοῖο ῥοὰς ἀέκοντα νέεσθαι : ἠέλιος μὲν ἔδυ , παύσαντο δὲ δῖοι
6900729 ἐπισπευδουσιν
, ταῖς τροφαῖς . μαργῶντες : μαινόμενοι , λαιμαργοῦντες . ἐπισπεύδουσιν : ἐπαγωνίζονται . ὄλεθρον : ἢ τὸν ἴδιον ,
λίαν , ἐκπληκτικῶς ἀπὸ τοῦ ἔξω εἶναι πάσης γλώσσης . ἐπισπεύδουσιν : γράφεται ἐπισπέρχουσιν . ἐπισπέρχουσιν : ἐπείγονται , ἐπιθυμοῦσιν
6900687 κεις
ὁμιλέομεν , ὁμοῦ τὰς ἴλας συμβάλλομεν . . . . κεῖς ' ἵππους τε καὶ ἅρμ ' ἰθύνομεν : ἡ
Πουλυδάμα σὺ μὲν αὐτοῦ ἐρύκακε πάντας ἀρίστους , αὐτὰρ ἐγὼ κεῖς ' εἶμι καὶ ἀντιόω πολέμοιο : αἶψα δ '
6897867 ἀναριθμα
- † χοιρίνας , ἁδέα δε κυκλωτὰ † ομοφλωκτα † ἀνάριθμα καὶ μελίπακτα τετυγμέν ' ἄφθονα σασαμόφωκτα : τυρακίνας δὲ
ἄπειρον τὸ ἓν εἴη ; ἢ τί κωλύει πολλὰ καὶ ἀνάριθμα τοιαῦτα εἶναι ; ἔτι τί κωλύει καὶ πλείω ὄντα
6895735 Μενος
οἶδας ὅσον σέο φέρτερος Ἕκτωρ ἔπλετ ' ἐνὶ πτολέμοισι ; Μένος δ ' ἀλέεινε καὶ ἔγχος ἡμέτερον : πινυτὸν γὰρ
τειρόμενον : περὶ γὰρ κακὰ μυρία Κῆρες ἀνδρὶ περιστήσαντο . Μένος δ ' ἐνέπνευσεν ἀνάγκη : φῆ δέ , καὶ
6893704 Εὐρυπυλ
υἱός : πῶς τὰρ ἔοι τάδε ἔργα ; τί ῥέξομεν Εὐρύπυλ ' ἥρως ; ἔρχομαι ὄφρ ' Ἀχιλῆϊ δαΐφρονι μῦθον
: τὸν δ ' ὅ γε βαιὸν ἀναπνείων προσέειπεν : Εὐρύπυλ ' , οὐδ ' ἄρα σοί γε πολὺν χρόνον
6890882 ῥεζειν
. . νεκρὸν Ἀχαιοῖσιν δώσω πάλιν : ὣς δὲ σὺ ῥέζειν : ὅτι ἀντὶ τοῦ ῥέζε . . . .
σὺν αὐτῷ φραζομένη , καὶ μηδὲν ὑπίσχεο μηδὲ κέλευε σῇ ῥέζειν ἰότητι : τὸ γὰρ τέλος ἐστὶν ἀφαυρόν . κουρίδιος
6887805 ἐφεπονται
πλείονι καταβαφῇ . καί τινες δὲ ἱδρῶτες λήγοντος τοῦ πυρετοῦ ἐφέπονται , ἐνίοις δὲ καὶ ἔμετοι ξανθῆς χολῆς , καὶ
ἑταῖροι ἀχνύμενοι , μετὰ δέ σφι κύνες ποθέοντες ἄνακτα κνυζηθμῷ ἐφέπονται ἀνιηρῆς ἕνεκ ' ἄγρης : ὣς οἵ γε προλιπόντες

Back