μὴ βλάβη τιϲ παρέποιτο ἰϲχυροτέροιϲ βοηθήμαϲι χρηϲαμένων ἡμῶν . Περὶ πανδήμων καὶ ἐπιδήμων καὶ λοιμωδῶν νοϲημάτων . πανδήμουϲ καὶ κοινὰϲ
ἤκουσα . Ὀκνοῦντά με πάνυ τὰ θέατρα , καὶ τῶν πανδήμων συλλόγων ἀπάγειν τοὺς λόγους σπεύδοντα , λῦσαι τὸν νόμον
8340463 Ἀνδροκλεης
τὸν βωμὸν βαστάζειν τὰς ἐπινοίας . Ἐν δὲ διχοστασίῃ καὶ Ἀνδροκλέης πολεμαρχεῖ . Ἤτοι τέθνηκεν ἢ διδάσκει γράμματα . Εἰ
μέσῳ δύο κακῶν ἀφύκτων περιπαρέντων . Ἐν δὲ διχοστασίῃ καὶ Ἀνδροκλέης πολεμαρχεῖ : ἐπὶ τῶν εὐτελῶν , τῶν διὰ περιπέτειάν
8329895 Τερεβινθινης
προσκλυζόμενον . Πεσσὸς κάλλιστος ἀνακαθαρτικὸς τῶν ῥυπαρῶν ἑλκῶν οὗτος . Τερεβινθίνης δραχ . δ . στέατος χηνείου δραχ . ζ
τὸ ἄλειμμα γένηται . Ἄλλο ἄλειμμα πρὸς τὸ αὐτό . Τερεβινθίνης , δαφνίνου ἐλαίου ἀνὰ γοστ . ἰρίνου , ἀνηθίνου
8295042 πολεμαρχει
βωμὸν βαστάζειν τὰς ἐπινοίας . Ἐν δὲ διχοστασίῃ καὶ Ἀνδροκλέης πολεμαρχεῖ . Ἤτοι τέθνηκεν ἢ διδάσκει γράμματα . Εἰ μὴ
ἐπὶ τῶν μεγάλοις ἐπιχειρούντων . Ἐν δὲ διχοστασίῃ καὶ Ἀνδροκλῆς πολεμαρχεῖ : ἐπὶ τῶν εὐτελῶν μὲν , διὰ δέ τινα
8288826 κωφωϲειϲ
δὲ πρὸϲ ῥύπουϲ ϲκληρότητα καὶ πρὸϲ ἤχουϲ καὶ δυϲηκοίαϲ καὶ κωφώϲειϲ : ὠφελεῖ δὲ τὰ τοιαῦτα καὶ κεφαλῆϲ ἀλγήματα χρόνια
οθ Περὶ τῶν ἐν ὠϲὶν ἤχων π Πρὸϲ δυϲηκοΐαϲ καὶ κωφώϲειϲ πα Πρὸϲ φλεγμονὰϲ ὤτων πβ Πρὸϲ τὰ χωρὶϲ ἑλκώϲεωϲ
8274770 ϲκοτωματικων
Ῥώμηϲ μοι κομιϲθέντι ϲφόδρα ἐπαινουμένην ἐπὶ μαινομένων μελαγχολικῶν ἰϲχιαδικῶν παραλυτικῶν ϲκοτωματικῶν ἐπιληπτικῶν κεφαλαλγικῶν ἀλωπεκιῶν . οὐκ εἶχε δὲ πάνακα οὐδὲ
χρέεϲθαι , τῇ ἐϲχάτῃ καὶ δυνατωτάτῃ πάντων ἀγωγῇ . Θεραπεία ϲκοτωματικῶν . Καὶ ἐκ διαδέξιοϲ μὲν κεφαλαίηϲ γίγνεται ϲκοτοδινίη :
8197074 Σιλουιος
Ῥωμαῖοι ὡς μηδὲ οἰκόπεδον αὐτῆς καταλειφθῆναι . διαδέχεται δὲ τοῦτον Σίλουιος τρίτον : εἶτα τέταρτον Αἰνείας ἄλλος : τοῦτον πέμπτον
τελευτήσαντος ἔτει τετάρτῳ μετὰ τὴν Ἄλβης οἴκισιν ἐκδέχεται τὴν ἀρχὴν Σίλουιος . καὶ Σιλουίου παῖδα Αἰνείαν Σίλουιόν φασιν , Αἰνείου
8157466 ἀρκεσω
ὁ ἥρως , ὁ πάππος Ὀδυσσέως : ἀπὸ τοῦ ἀρκῶ ἀρκέσω ἀρκέσιος καὶ Ἀρκείσιος . . . ἄρκιον : ἀπὸ
, μηδ ' ἃ μὴ ' θιγες ποιοῦ σεαυτῆς : ἀρκέσω θνῄσκους ' ἐγώ . Καὶ τίς βίος μοι σοῦ
8122868 Δημοϲθενουϲ
ἀναρραφῆϲ καὶ καταρραφῆϲ βλεφάρων οβ Περὶ καταρραφῆϲ ογ Περὶ ἐκτροπίου Δημοϲθένουϲ οδ Χειρουργία ἐκτροπίου Ἀντύλου οε Περὶ λαγωφθάλμων Δημοϲθένουϲ οϚ
χαλῶϲαν καὶ λιπαίνουϲαν ἀγωγὴν ἐπὶ τούτων παραλαμβάνειν . Περὶ ϲκληροφθαλμίαϲ Δημοϲθένουϲ . ϲκληροφθαλμία ἐϲτίν , ὅταν ϲυμβῇ τὰ βλέφαρα ϲκληρὰ
8096124 Ἑξαημερου
φαύλας ἂν χάριτας δοίη ἀνδρὶ ποδάγρᾳ πεπεδημένῳ . Ἐκ τῆς Ἑξαημέρου τοῦ θείου Βασιλείου . Ἀλώπηξ βέλει τρωθεῖσα τῷ δακρύῳ
τέσσαρας χόας , ἐνίους δὲ καὶ πλεῖον . Ἐκ τῆς Ἑξαημέρου τοῦ θείου Βασιλείου . Βόες κατακεκλεισμένοι χρονίως ἐν ὥρᾳ
8082923 Λαν
. ἀλλ ' ὀστρίμων μὲν ἀντί , Γαμφηλὰς ὄνου καὶ Λᾶν περήσεις , ἀντὶ δ ' εὐχίλου κάπης καὶ μηλιαυθμῶν
πορθεῖν τοὺς λαούς . * Λαπερσίοις παρὰ τὸ πέρσαι τὴν Λᾶν πόλιν Λακωνικήν . ἢ παρὰ τὸ πέρθειν τοὺς λαοὺς
8069422 μυρμηκιων
. Περὶ ὄνυχοϲ θλαϲθέντοϲ . πζʹ . Περὶ ἥλων καὶ μυρμηκίων καὶ ἀκροχορδόνων . πηʹ . Περὶ βελῶν ἐξαιρέϲεωϲ .
. Περὶ κερκώσεως ριηʹ . Περὶ θύμων ἐν ὑστέρᾳ καὶ μυρμηκίων καὶ ἀκροχορδόνων Φιλουμένου ριθʹ . Περὶ κονδυλωμάτων , Ἀσπασίας
8053681 χαλαζιων
ηʹ περὶ τραχωμάτων . θʹ περὶ συκώσεως . ιʹ περὶ χαλαζίων . ιαʹ περὶ κριθῆς . ιβʹ περὶ λιθιάσεως .
ἐν βλεφάροιϲ Δημοϲθένουϲ πβ Περὶ λιθιάϲεωϲ ἐν βλεφάροιϲ πγ Περὶ χαλαζίων πδ Περὶ κριθῆϲ ἢ ποϲθίαϲ πε Περὶ γαγγλίων ἀθερωμάτων
8049601 εὐπτερων
] ἐνδίδως . εὐσωματεῖ γὰρ ] ναὶ ἄκων ἐπιτρέπω . εὐπτέρων ] εὐγενῶν . Κοισύρας ] ἐκ ταύτης γὰρ ἡ
τὴν Μεγακλέους ἀστεϊζόμενος ὡς δραπέτας αὐτῆς αὐτοὺς διασύρειν θέλει . εὐπτέρων τῶν Κοισύρας : φρονουσῶν τὰ Κοισύρας : ἀντὶ τοῦ
8031934 ἀγκυρισας
ἐστι ταῦτα καὶ τὸ “ διαλαβὼν ” καὶ τὸ “ ἀγκυρίσας ” . ΓΘ καταγαγὼν ] κατάξας . Γ Χερρονήσου
' ὄντα καὶ κεχηνότα , καταγαγὼν ἐκ Χερρονήσου , διαλαβὼν ἀγκυρίσας , εἶτ ' ἀποστρέψας τὸν ὦμον αὐτὸν ἐνεκολήβασας .
8022208 Ποϲειδωνιου
τὴν ἀϲθενήϲαϲαν δύναμιν . Περὶ ληθάργου κατὰ τῶν Ἀρχιγένουϲ καὶ Ποϲειδωνίου . ληθάργου ἀρχαὶ δύο : οἷϲ μὲν γὰρ τὰ
: α Περὶ ὑδροκεφάλων Λεωνίδου β Περὶ φρενίτιδοϲ ἐκ τῶν Ποϲειδωνίου γ Περὶ ληθάργου Ἀρχιγένουϲ καὶ Ποϲειδωνίου δ Περὶ κατόχου
8021139 Τεττιξ
τὸ βούκεντρον . Οἰστροπλήξ : ὁ τῇ μανίᾳ πεπληγώς . Τέττιξ : ἀηδών . Ὁμῆλιξ : συνηλικιώτης . τῆς αὐτῆς
λέγεται καὶ πτὼξ , καὶ δασύπους , καὶ ταχείνας . Τέττιξ : ἀχέτας . Κοχλίας : φερέοικος . Ἀλώπηξ :
8018935 μεταγωγη
Διόδωρος . Ἔφεσις : ἡ ἐξ ἑτέρου δικαστηρίου εἰς ἕτερον μεταγωγή : τὸ δὲ αὐτὸ καὶ ἔκκλητος καλεῖται . Δημοσθένους
Διόδωρος . Ἔφεσις : ἡ ἐξ ἑτέρου δικαστηρίου εἰς ἕτερον μεταγωγή : τὸ δὲ αὐτὸ καὶ ἔκκλητος καλεῖται . Δημοσθένους
8006944 στʹ
. κηροῦ , κολοφωνίας ἀνὰ γοστ . ἤτοι οὐγ . στʹ . ὀρνιθείου στέατος λίτρ . αʹ . γύρεως κριθίνης
ῥάκους , καὶ μίξας ὕδατι ὀλίγῳ δὸς πιεῖν ὅσον κοχλιάρια στʹ . τοῦτο καὶ στύφει τὸν αἱμοῤῥαγήσαντα τόπον καὶ τὸ
8000138 δεκαοκτω
Νισαίᾳ λιμένα . ἡ δὲ Νίσαια ἐπίνειόν ἐστιν τῶν Μεγάρων δεκαοκτὼ σταδίους τῆς πόλεως διέχον , σκέλεσιν ἑκατέρωθεν συναπτόμενον πρὸς
τὸ ἐλθεῖν ἡμᾶς ἐκ Μεσοποταμίας ἀπὸ Λάβαν . Καὶ πληρωθέντων δεκαοκτὼ ἐτῶν , ἐν τεσσαρακοστῷ ἔτει ζωῆς μου , ἐπῆλθεν
7999015 κεροεσσης
οἷά τε νεβρὸν νεοθηλέα γαλαθηνὸν , ὅστ ' ἐν ὕλαις κεροέσσης ὑπολειφθεὶς ὑπὸ μητρὸς ἐπτοήθη . Ζηνόδοτος δὲ μετεποίησεν ἐροέσσης
τε νεβρὸν νεοθηλέα γαλαθηνόν , ὅς τ ' ἐν ὕλῃ κεροέσσης ἀπολειφθεὶς ἀπὸ μητρὸς ἐπτοήθη . Κράτης Γείτοσι : νῦν
7996855 Ποικιλωτερος
. Πτωχοῦ πήρα οὐκ ἐμπίμπλαται : ἐπὶ τῶν ἀπλήστων . Ποικιλώτερος ὕδρας : ἐπὶ τῶν δολερῶν . Πῦρ ἐπὶ δαλὸν
εἶδος ὑποδήματος ἐφαρμόζον τοῖς δυσὶ ποσίν . Ὁμοία τῇ , Ποικιλώτερος Ὕδρας . Καὶ , Εὔριπος ἄνθρωπος . Καὶ ,
7995765 ἐπιλησμοτατον
οἴμοι , τίς ἦν ; οὐκ εἰς κόρακας ἀποφθερεῖ , ἐπιλησμότατον καὶ σκαιότατον γερόντιον ; οἴμοι . τί οὖν δῆθ
. τὴν κάρδοπόν φησιν . ὥσπερ ἐπιλαθόμενος ταῦτα λέγει . ἐπιλησμότατον : ἔδει εἰπεῖν ἐπιλησμονέστατον . Ἄλεξις δὲ “ ἐπιλήσμη
7991517 ἀσχολουμενον
θαρρεῖν τοῖς μηδὲν ἀνύουσιν . Κύων εὑρὼν μάγειρον ἐν μαγειρείῳ ἀσχολούμενον εἰς τὸ ποιῆσαι ὄψα , ἁρπάσας ἔφυγεν καρδίαν προβάτου
οἳ μὴ κοιμηθῆναι αὐτὸν λέγουσιν , ἀλλὰ χρόνον τινὰ ἐκπατῆσαι ἀσχολούμενον περὶ ῥιζοτομίαν . φέρεται δ ' αὐτοῦ καὶ ἐπιστολὴ
7982882 Στρατηγιας
. . . . . . ξϚ μ γʹ : Στρατηγίας Σαργαραυσηνῆς Φίαρα . . . . . . .
. . . . . . ξη Ϛʹ λη γʹ Στρατηγίας Λαουϊνιανῆς πρὸς μὲν τῷ Εὐφράτῃ ποταμῷ Κόρνη . .
7981635 ΠΡΩΤΟΝ
ἡ δὲ ἀπόδειξις τοῦ συνεγνωκέναι τὸν ἀγῶνα συνίστησιν . ΠΡΟΟΙΜΙΟΝ ΠΡΩΤΟΝ . Ὤιμην μὲν , ὦ δικασταὶ , ὅτι τρεῖς
ζῶον οὐσία : συμπέρασμα δὲ ὁ ἄνθρωπος ἄρα οὐσία . ΠΡΩΤΟΝ ἙΝΗ ΤΕΤΡΑΣ ΤΕ ΚΑΙ ἙΒΔΟΜΗ ἹΕΡΟΝ ΗΜΑΡ . Ἄλλο
7976663 Ψιμυθιου
ὑπόχριε . ποιεῖ καὶ ἡδυχρόου μάγμα μετ ' οἴνου . Ψιμυθίου λι . α , λιθαργύρου # γ , μολίβου
ἀνὰ # ∠ ʹ , ὑοϲκυάμου ϲπέρματοϲ γϼ ιη . Ψιμυθίου # ι , λιθαργύρου # ε , λιβάνου ,
7969460 Χυλου
δ , ὕδατοϲ # ε , μέλιτοϲ # β . Χυλοῦ μήλων Κυδωνίων # α , ῥόδων λι . γ
χυλῶν : κεῖται ἐν τοῖς ἑδρικοῖς . Κηρωτὴ ποδαγρική . Χυλοῦ ἀλθαίας , τήλεως , λινοσπέρμου # β , ἐλαίου
7969079 εἰρυσεν
' ἔβραχεν αἰόλα τεύχη . Εὐρύπυλος δέ οἱ αἶψα πολύστονον εἴρυσεν αἰχμὴν ἐκ χροὸς οὐταμένοιο καὶ εὐχόμενος μέγ ' ἀύτει
νύξ ' ἔγχεϊ ὀκριόεντι αἰδοίων ἐφύπερθε : θοῶς δέ οἱ εἴρυσεν αἰχμὴ ἔγκατα : τοῦ δ ' ὤκιστα ποτὶ ζόφον
7968178 ἀργεμου
ἐπουλοῖ καὶ λεπτὰϲ οὐλὰϲ ἄγει καὶ ϲχεδὸν ἀδήλουϲ . Περὶ ἀργέμου . ἄργεμόν ἐϲτι τὸ κατὰ τὸν τῆϲ ἴρεωϲ κύκλον
μέλανος . ἢ νεφέλιόν ἐστιν ἕλκος ἐπιπόλαιον καὶ μικρῷ μεῖζον ἀργέμου καὶ λευκόν . τλβʹ . Ἐπίκαυμά ἐστιν ἕλκωσις ἐσχαρώδης
7962928 ΖΑΘ
Ζ κατὰ διάμετρόν ἐστιν . ἐρχέσθω καὶ ἔστω ὡς ὁ ΖΑΘ : ὁ ἄρα ΖΑΘ κύκλος μέγιστός ἐστιν : ἡ
ρξ δ νε . ἀκολούθως δὲ καὶ ἡ μὲν ὑπὸ ΖΑΘ γωνία συνάγεται τοιούτων κε μ ν ἔγγιστα , οἵων
7960802 διαδεξηται
συνεχέστερον δὲ ὅταν αὐτὸν δρόμος ἐκ δρόμου διαλάβῃ καὶ ἀγρυπνία διαδέξηται , ὃ μὲν ἀπεῖπε , ἣ δὲ ἐπελθοῦσα κατέσχεν
' εἰδῆτε ἡλίκων τῶν ἐπιτιμίων ὄντων , ἐάν τις μὴ διαδέξηται τὴν ναῦν ἐν τῷ χρόνῳ τῷ εἰρημένῳ , κατεφρόνησεν
7953459 Βολβος
ἀνεπτερῶσθαι ἄνοργοι ἀνταναγνῶναι ἀπαλλάξας ἀποκριπάμενος ἀρρενώπας ἅψω βαδίζου βαδισματίας Βασιλεία Βολβός Βρέα βῶσον γαστροχάρυβδις γλύφειν γονατίζειν δασύποδα Δεξώ διάλαος δουλοπρεπέστατα
ἀφ ' οὗ βορὸς καὶ βορὰ , καὶ βοτήρ . Βολβός , ἐπὶ τοῦ ἐσθιομένου , ἀπὸ τοῦ βίᾳ ἀναβάλλεσθαι
7949207 Ἰουνιῳ
ἐλθούσης τῆς Σελήνης τοῦ Ἑρμοῦ μαρτυροῦντος . . . Μηνὶ Ἰουνίῳ αʹ ἰνδ . εʹ ἦλθεν ἀγγελία ἀπὸ τῆς δύσεως
ἐπιτέλλει : μηνὶ Ἰουνίῳ Ϛ Ἀρκτοῦροϲ ἑῷοϲ δύνει : μηνὶ Ἰουνίῳ θ Δελφὶϲ ἑϲπέριοϲ ἐπιτέλλει . μηνὶ Ἰουνίῳ κε Ὠρίων
7948558 ἀρνω
: καὶ αἰνύμενος καὶ ἀπαινύμενος . παρὰ τὸ αἰρῶ † ἀρνῶ , ὡς περῶ περνῶ , ἀφ ' οὗ :
: λύγη γὰρ ἡ σκοτία : ἀναίνετο , παρὰ τὸ ἀρνῶ ἀρνοῦμαι : ἢ παρὰ τὸ ναὶ ἐπίρρημα , ναίω
7948314 ἀνταποδιδοντων
κακοῦ κυνὸς ὗν ἀπαιτεῖς : ἐπὶ τῶν καλὰ ἀντὶ κακῶν ἀνταποδιδόντων . Ἄνθρακες ὁ θησαυρός : ἐπὶ τῶν ἐφ '
τῶν τοὺς ὁμοίους φυλαττομένων . Κῶνος ἀρτοξύει : ἐπὶ τῶν ἀνταποδιδόντων . Λάβρακας Μιλησίους : ὅταν ἐν ἀγορᾷ εἰς πλῆθος
7929018 Μυριανδρου
Μυριάνδρου ἐπὶ Γάδειρα σταδίων δισμυρίων ͵Ϛωκʹ , οὕτως : ἀπὸ Μυριάνδρου ἐπὶ Κλεῖδας Κύπρου στάδια ͵αυʹ : ἐπὶ Ἀκάμαντα τὸ
μυρίων νʹ : εἰς Μυρίανδρον σταδίων τοεʹ . Ἀπὸ δὲ Μυριάνδρου ἐπὶ Γάδειρα σταδίων δισμυρίων ͵Ϛωκʹ , οὕτως : ἀπὸ
7925515 Ὑαινα
διδόαϲιν ἐϲθίειν τοῖϲ πεπονθόϲι τὴν κύϲτιν καὶ τοῖϲ λιθιῶϲιν . Ὕαινα ζῶϲα ἐν ἐλαίῳ ἑψομένη ὅλη , ὥϲπερ ἐπὶ τῶν
, ἃς δεῖ συνάγειν ἐν τοῖς σίμβλοις καὶ ἔχειν . Ὕαινα ζῷόν ἐστι τετράπουν , ἀνήμερον , διφυές . τὸ
7923572 Βηξ
εὑρήσεις : ἐπὶ τῶν τὰ κάλλιστα μιγνύντων τοῖς αἰσχίστοις . Βὴξ ἀντὶ πορδῆς : ἐπὶ περδόντων καὶ προσποιουμένων . Βοῦς
εὑρήσεις : ἐπὶ τῶν τὰ κάλλιστα μιγνύντων τοῖς αἰσχίστοις . Βὴξ ἀντὶ πορδῆς : ἐπὶ περδόντων καὶ προσποιουμένων βήχειν ἢ
7921800 σκηπτομενον
εἵματ ' ἔχοντα , πτωχῷ λευγαλέῳ ἐναλίγκιον ἠδὲ γέροντι , σκηπτόμενον : τὰ δὲ λυγρὰ περὶ χροῒ εἵματα ἕστο :
ἀμελείᾳ καὶ τροφῆς ἀποχῇ τὸ σῶμα . νοσεῖν τινα νόσον σκηπτόμενον . Ἐρασίστρατον δὲ τὸν ἰατρὸν αἰσθέσθαι μὲν οὐ χαλεπῶς
7920224 μυμυ
ἵνα ξυναυλίαν κλαύσωμεν Οὐλύμπου νόμον . Μυμῦ μυμῦ μυμῦ μυμῦ μυμῦ μυμῦ . Τί κινυρόμεθ ' ἄλλως ; Οὐκ ἐχρῆν
ξυναυλίαν κλαύσωμεν Οὐλύμπου νόμον . Μυμῦ μυμῦ μυμῦ μυμῦ μυμῦ μυμῦ . Τί κινυρόμεθ ' ἄλλως ; Οὐκ ἐχρῆν ζητεῖν
7914364 φρενιτικοισι
ὀλέθριον . Αἱ προεξαδυνατησάντων παραφροσύναι , κάκισται . Τὰ ἐν φρενιτικοῖσι πυκνὰ μεταπίπτοντα , σπασμώδεα , πονηρά . Οἱ ἐν
, κακὸν τὸ τοιοῦτον : καὶ πτυελισμὸς κακόν . Ἐν φρενιτικοῖσι λευκὴ διαχώρησις , κακὸν , ὡς καὶ τῷ Ἀρχεκράτει
7910346 προσωιδια
ιϚʹ , Ὅμηρος δ ' ὁ παλαιὸς ιγʹ . Καθολικὴ προσωιδία , . . . . . . . .
συμπράξας ἐποίησεν ἐκπεσόντα τῆς ἀρχῆς φυγεῖν εἰς Πέρσας . Καθολικὴ προσωιδία , . . . . . . . .
7901258 Αὐσιγδα
πόλις Λιβύης καὶ Κίνυψ ποταμὸς Λιβύης πλησίον Αὐσίγδης . * Αὐσίγδα πόλις Λιβύης ἣν παραρρεῖ ὁ Κίνυφος ποταμός . *
δ ' ἀνεστήλωσαν ; περὶ τὴν Αὐσίγδα πόλιν Λιβύης ἥντινα Αὐσίγδα παραρρεῖ ὁ Κίννυφος ποταμός . Τιταιρώνειον : ὁ Μόψος
7900126 Κερκωπιζειν
Εἰς κόλπους πτύειν : ὅμοιον τῷ : οὐ μεγαλοῤῥημονεῖν . Κερκωπίζειν : ἀντὶ τοῦ δολιεύεσθαι καὶ ἀπατᾶν . μετενήνεκται δὲ
τῶν ῥᾳδίως τι ποιούντων . Καθ ' ἑαυτοῦ Βελλεροφόντης . Κερκωπίζειν : ἀντὶ τοῦ δουλεύεσθαι καὶ ἀπατᾶν : μετενήνεκται δὲ
7896849 στητην
νέφος ἐστεφάνωτο . τὼ δὲ πάροιθ ' ἐλθόντε Διὸς νεφεληγερέταο στήτην : οὐδέ σφωϊν ἰδὼν ἐχολώσατο θυμῷ , ὅττί οἱ
' ἱπποδάμους καὶ ἐϋκνήμιδας Ἀχαιούς . καί ῥ ' ἐγγὺς στήτην διαμετρητῷ ἐνὶ χώρῳ σείοντ ' ἐγχείας ἀλλήλοισιν κοτέοντε .
7895858 βδελος
ξύλων , ἀτμὸς ἀπὸ ὕδατος , αἰθάλη ἀπὸ λίθου , βδέλος ἀπὸ λύχνου , λιγνὺς ἀπὸ κηρίων καὶ ἐλαίων ,
ἀτμὸς ὁ ἀπὸ ὕδατος , αἰθάλη ἡ ἀπὸ λίθου , βδέλος ὁ ἀπὸ λύχνου , λιγνὺς καὶ κνίσσα ὁ ἀπὸ
7895445 περιστερον
λαρυγγικόν τιν ' ἐπὶ μισθῷ ξένον . ἀπόπεμψον ἀγγέλλοντα τὸν περιστερόν . Ἀθηναίαις αὐταῖς τε καὶ ταῖς ξυμμάχοις . πάλιν
λαρυγγικόν τιν ' ἐπὶ μισθῷ ξένον . Ἀπόπεμψον ἀγγέλλοντα τὸν περιστερόν . Εὐθὺς γὰρ ὡς ἐβαδίζομεν ἐν Ἄγρας . Ἀθηναίαις
7894615 Ἀφρανιον
. σπασάμενος γὰρ τὸ ξίφος , εὐγενῶς πάνυ καὶ ὡς Ἀφράνιον εἰκὸς ἦν , πάντων ὁρώντων ἀπέσφαξεν ἑαυτὸν ἐπὶ τῶι
: σπασάμενος γὰρ τὸ ξίφος , εὐγενῶς πάνυ καὶ ὡς Ἀφράνιον εἰκὸς ἦν , πάντων ὁρώντων ἀπέσφαξεν ἑαυτὸν ἐπὶ τῷ
7893998 ὠζειν
τὸ αἲ αἰάζειν γίνεται , οὕτω καὶ παρὰ τὸ ὢ ὤζειν . τί δέ , φησί , τὸ σὸν ἔργον
τὸ αἲ αἲ αἰάζειν , οὕτω παρὰ τὸ ὢ ὢ ὤζειν . ὡς παρὰ τὸ αἲ αἲ αἰάζειν , οὕτω
7891082 ΔΗΖ
ἡ ὑπὸ τῶν ἴσων πλευρῶν ἡ ὑπὸ ΒΗΖ τῇ ὑπὸ ΔΗΖ ἴση : καὶ βάσις μὲν ἄρα ἡ ΒΖ βάσει
ΕΗΔ , δυσὶν ὀρθαῖς ἴσαι οὖσαι , ταῖς ὑπὸ ΕΗΔ ΔΗΖ ἴσαι [ ὥστε καὶ ταῖς ὑπὸ ΕΗΔ ΔΗΖ δυσὶν
7887846 ἀκροχορδονων
ιβʹ περὶ ἀθηρώματος . ιγʹ περὶ μελικηρίδος . ιδʹ περὶ ἀκροχορδόνων . ιεʹ περὶ λέπρας . ιϚʹ περὶ μυρμηκιᾶς .
κατ ' ἀρχὰς μέντοι , ὡς ἐπὶ τῶν μυρμηκίων καὶ ἀκροχορδόνων , κοινῶς χρονιζόντων δὲ ἁρμοδίως χειρίζειν . σχηματίσαντας δὲ
7887675 ἀφεμα
τοῦ ἵημι ἵεμαι ἵεται ἑτήρ καὶ ἀφετήρ . . . ἄφεμα : ἐκ τοῦ ἵημι ἵεμαι ἕμα καὶ ἄφεμα '
τὸ Ῥηματικὸν αὑτοῦ . . . . . ἄφεμα : ἄφεμα : ἐκ τοῦ ἵημι , ἵεμαι , ἕμα καὶ
7886302 βεβασιν
δηλονότι . ἀγρόται ] ἄρχοντες . στρατοῦ ] τοῦ . βεβᾶσιν ] ἀπῆλθον . οἴ οἴ ] φεῦ . νώνυμοι
φονίους ἀνδρῶν ἁμίλλας ἔθετ ' ἀστεφάνους : ἀπὸ δὲ φθίμενοι βεβᾶσιν Ἰλιάδαι βασιλῆες , οὐδ ' ἔτι πῦρ ἐπιβώμιον ἐν
7885564 ΠΥΡΙΤΟΥ
νικᾷ , καὶ ἡ φύσις τὴν φύσιν κρατεῖ . ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΠΥΡΙΤΟΥ . ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΠΥΡΙΤΟΥ ΑΡΓΥΡΙΤΟΥ . ΘΕΙΟΥ ΜΕΛΑΝΟΣ ΕΝΚΑΥΣΤΟΙΙΟΙΗΣΙΣ .
σβέννυται ὄξει : εἶτα λειοῦται : πυρροκαταβάπτεται διστάκις . ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΠΥΡΙΤΟΥ . Ἐκζέσας αὐτὸν ἐν θαλασσίῳ ὕδατι τριβέντα ἡμέραν αʹ
7883887 ὀψαρτυσια
, ἀντιβολῶ σε , τοῦτο τί ; Φιλοξένου καινή τις ὀψαρτυσία . ἐπίδειξον αὐτὴν ἥτις ἔστ ' . ἄκουε δή
, ἀντιβολῶ σε , τοῦτο τί ; Φιλοξένου καινή τις ὀψαρτυσία . ἐπίδειξον αὐτὴν ἥτις ἔστ ' . ἄκουε δή
7878961 βολβιτα
πυράθοισι : καὶ γὰρ πύραθοί εἰσι τῶν αἰγῶν τὰ ἀποπατήματα βόλβιτα δὲ τὰ τῶν βοῶν , ὄνθοι δὲ τὰ τῶν
μίϲγε τῷ πηλῷ καὶ χρῶ , ἢ αἰγὸϲ ϲπυράθουϲ καὶ βόλβιτα βοὸϲ ξηρὰ ἅμα λεάναϲ μετὰ γλοιοῦ ϲκευαϲθέντοϲ ἐκ κηρωτῆϲ
7878620 ψα
, διψάσω . Ταῦτα γὰρ μακρὸν ἔχουσι τὸ να καὶ ψα , ἀλλ ' ὅμως κατὰ τὸν ἐνεστῶτα οὐκ ἔχουσι
! ! [ [ ] πολ ? [ [ ] ψα ? [ . . . . . . [
7877014 Μαρις
μὲν αὐθιγενέες Σκυθικοὶ ποταμοὶ συμπληθύουσι αὐτόν . Ἐκ δὲ Ἀγαθύρσων Μάρις ποταμὸς ῥέων συμμίσγεται τῷ Ἴστρῳ . Ἐκ δὲ τοῦ
λαπάρης δὲ διήλασε χάλκεον ἔγχος : ἤριπε δὲ προπάροιθε . Μάρις δ ' αὐτοσχεδὰ δουρὶ Ἀντιλόχῳ ἐπόρουσε κασιγνήτοιο χολωθεὶς στὰς
7876863 Θαυμαστικον
Τῷ ναῷ . Θ . . . πῶς δοκεῖς : Θαυμαστικὸν , ἀντὶ τοῦ λίαν . . . τὸν Πλοῦτον
Ἀντὶ τοῦ ταχέως . . ὅσην ἔχεις τὴν δύναμιν : Θαυμαστικὸν τὸ ὅσος . . ὅσην : Θαυμαστικὸν , ἤγουν
7876459 δημηγορουντα
ὁ δ ' ἀστράπτειν καὶ βροντᾶν καὶ κυκᾶν αὐτόν φησι δημηγοροῦντα . μὴ γάρ μοι τοῦτο εἴ τι μέμφεται αὐτοῦ
, ἐν τοῖς ἔπεσιν . ἀγορητὴν ] κριτήν ατὴν , δημηγοροῦντα . ἂν ] τὰ δύο ” ἄν “ ἐκ
7875425 κενοδρομουσαν
Ἀφροδίτης καὶ Ἄρεως ὁρώντων . Παρατηρεῖν δὲ ἐν ταῖς κτίσεσι κενοδρομοῦσαν τὴν Σελήνην , καὶ ἐν ταῖς ἄλλαις καταρχαῖς καὶ
Ἄρεως καὶ Ἑρμοῦ ὁρώντων . Παρατηρεῖν δὲ ἐν ταῖς κτίσεσι κενοδρομοῦσαν τὴν Σελήνην καὶ ἐν ταῖς ἄλλαις καταρχαῖς , καὶ
7874676 ὑπουργησω
δέ τι καὶ ὑπουργῆσαι καὶ σὲ δεῖ . Πρόσταττε : ὑπουργήσω γὰρ ὅσα δυνατά . Ὅμηρος ὁ ποιητής φησι τοὺς
. . . , . : ἀοζήσω : διακονήσω , ὑπουργήσω . Αἰσχύλος Ἐλευσινίοις . Κατάλογ . : Νιόβη .
7872455 Τελληνος
Αἰάντειος γέλως : ἐπὶ τῶν παραφρόνως γελώντων . Ἄειδε τὰ Τέλληνος : ἐπὶ τῶν σκωπτικῶν . Τέλλης γὰρ ποιητὴς ὢν
σοι γεγονέναι τὸν δασμόν . οὐδὲ γάρ , εἰ τὰ Τέλληνος ᾄδοι τις , οἷός τε ἔσται πρὸς αὑτόν σε
7870898 Ἀπληστος
. λέγεται γὰρ τοὺς πελαργοὺς γεγηρακότας τοὺς γονεῖς τρέφειν . Ἄπληστος πίθος : ἐπὶ τῶν γαστριμάργων . Ἀνέμους γεωργεῖς :
αὐτὸς ἐλθὼν ἐπρίατο : ἐπὶ τῶν κακὰ ἑαυτοῖς ἐπισπωμένων . Ἄπληστος πίθος . Ἀνέμους γεωργεῖν : ἐπὶ τῶν πονούντων καὶ
7869996 Ὀδυσσηα
, τοὺς δὲ σχεδὸν εἴσιδε πάντας . αἶψα δ ' Ὀδυσσῆα ἔπεα πτερόεντα προσηύδα : “ οἵδε δὴ ἐγγὺς ἔας
δὲ ἰδὼν ῥίγησε βοὴν ἀγαθὸς Διομήδης , αἶψα δ ' Ὀδυσσῆα προσεφώνεεν ἐγγὺς ἐόντα : νῶϊν δὴ τόδε πῆμα κυλίνδεται
7868581 Θυμου
μὴ χρῶ . Νόμοις πείθου . Νόει τὸ δίκαιον . Θυμοῦ κράτει . Ἀρετὴν ἐπαίνει . Κακοὺς μίσει . Τὸν
ἁμαρτάνουσιν οὐ παρίσταται . Θεὸν ἐπιορκῶν μὴ δόκει λεληθέναι . Θυμοῦ κρατῆσαι κἀπιθυμίας καλόν . Θεοῦ ὄνειδος τοὺς κακοὺς εὐδαιμονεῖν
7868259 Ἐλεγεν
πρὸς τὴν κωμῳδίαν διέκειτο , ὅτι οὐκ ἦν φιλόγελως . Ἔλεγεν ὁ Κλεομένης Λακωνικῶς κατὰ τὸν ἐπιχώριον τρόπον τὸν Ὅμηρον
ὀνόματι τοῦ δεσπότου δίκας ἐκτίσας ἀνθ ' ὧν ἀπέδρα . Ἔλεγεν ὁ Πλάτων τὰς ἐλπίδας ἐγρηγορότων ἀνθρώπων ὀνείρους εἶναι .
7866333 χαλκοδετων
ζωῆς ὁ θάνατος . . κόναβος ] κτύπος ἐστί . χαλκοδέτων σακέων ] ἐκ σιδήρου δεδεμένων ἀσπίδων . . Διόθεν
μελάνδετον σάκος . χαλκοδέτων ] τῶν ὑπὸ χαλκοῦ συνδεδεμένων . χαλκοδέτων ] δεδεμένων ὑπὸ τοῦ χαλκοῦ . χαλκοδέτων ] τῶν
7865288 τιλλεσθαι
ἡ λέξις παρὰ τὴν μάσησιν ἢ παρὰ τὸ εἰς μικρὰ τίλλεσθαι τοὺς ἄρτους καὶ οὕτως ἐσθίειν . ἐξωμμάτωται : ὅρα
τὰ τοῦ βίου πταίσματα . Βαΐν : διὰ τὸ βίᾳ τίλλεσθαι . Βουνός : διὰ τὸ βαίνειν τὴν ἄνω .
7861016 προλεγονται
: πλειστάκις ἐν τοῖς ἄθλοις οἱ πρόγονοί σου προεκρίθησαν . προλέγονται : ἀντὶ τοῦ προκέκρινται . Ὅμηρος : οἳ μὲν
αὐτὴν τῇ σκιᾷ τῆς γῆς ἐντυγχάνειν . Καὶ ἤδη γε προλέγονται πᾶσαι αἱ ἐκλείψεις αὐτῆς ὑπὸ τῶν κανονικῶν ἅτε γινωσκόντων
7859564 ΞΝΖ
ἴσον ἐστὶ τῷ ὑπὸ τῶν ΞΝΖ . τὸ δὲ ὑπὸ ΞΝΖ ἐστι τὸ ΞΖ παραλληλόγραμμον . ἡ ἄρα ΜΝ δύναται
τὸ ἀπὸ τῆς ΜΝ ἄρα ἴσον ἐστὶ τῷ ὑπὸ τῶν ΞΝΖ . τὸ δὲ ὑπὸ ΞΝΖ ἐστι τὸ ΞΖ παραλληλόγραμμον
7856467 λεξεται
ὅδ ' ἡμῖν ποῦ τετάξεται πόνου ; ταὐτὸν χεροῖν σοὶ λέξεται μίασμ ' ἔχων . λάθραι δ ' ἄνακτος ἢ
ἐν μέσσῃσι . * ) [ ἡ διπλῆ ὅτι τὸ λέξεται ] ἀντὶ τοῦ κοιμηθήσεται , ἀπὸ τοῦ λέχους .
7856241 Πολυστρατον
Νικιάδην , Μέλητον , Ἀρχεβιάδην , Ἄρχιππον , Διογένη , Πολύστρατον , Ἀριστομένη , Οἰωνίαν , Παναίτιον . Πρώτη μέν
τὴν παιδίσκην καὶ συγκατέκλεισε τῷ Περσαίῳ . οἶδα δὲ καὶ Πολύστρατον τὸν Ἀθηναῖον , μαθητὴν δὲ Θεοφράστου , τὸν ἐπικαλούμενον
7855095 βαυ
' ἀνδρὸς ἄνδρα Κερκίδας ἀπέκτεινεν . × – ˘ “ βαύ βαύ ” καὶ κυνὸς φωνὴν ἱείς . ἀνὴρ ὅδ
ἀνδρὸς ἄνδρα Κερκίδας ἀπέκτεινεν . × – ˘ “ βαύ βαύ ” καὶ κυνὸς φωνὴν ἱείς . ἀνὴρ ὅδ '
7855074 Ϲεβηρου
παίδων θεραπείαϲ με Περὶ τραχωμάτων καὶ δαϲυμάτων ϲυκώϲεων καὶ τύλων Ϲεβήρου . Κολλύρια διάφορα ὑγρὰ τραχωματικά μϚ Περὶ ὀφθαλμῶν ἀτονίαϲ
Περὶ τῆϲ ἐπὶ πλήθει γιγνομένηϲ φλεγμονῆϲ καὶ χημώϲεωϲ ἐν ὀφθαλμοῖϲ Ϲεβήρου ϲοφιϲτοῦ . πλήθουϲ δὲ ὑποκειμένου ἐν ὅλῳ τῷ ϲώματι
7851581 υπϚʹ
μοίρας κγ # . καὶ ἦν ὁ χρόνος κατὰ τὸ υπϚʹ ἔτος πάλιν ἀπὸ Ναβονασσάρου κατ ' Αἰγυπτίους Φαμενὼθ λʹ
. . . . . . . . τπδʹ υλβʹ υπϚʹ φιβʹ φοϚʹ χμηʹ ψκθʹ λεῖμμα βπλάσιον τοῦ αʹ ψξηʹ
7849135 Δεσμα
καὶ τοὺς λόγους , ἐπεὶ καὶ ὁ αἰθὴρ ἀόρατος . Δεσμά τ ' εἶναι τῆς ψυχῆς τὰς φλέβας καὶ τὰς
ἐστι κυρίως τὰ περιστόμια τῶν ἵππων . : ψάλια ] Δεσμά : κυρίως τὰ τῶν ἵππων περιστόμια . : πρόχειρα
7848633 βοητικην
τάλαιναν καὶ τληπαθῆ , δυσβάϋκτον καὶ θρηνητικὴν , βοᾶτιν καὶ βοητικήν . . τεῖνε ] εἰς ὕψος αἶρε . δυσβάϋκτον
εἰς ὕψος αἶρε . δυσβάυκτον ] δύσφημον . βοᾶτιν ] βοητικήν . τάλαιναν ] ἀθλίαν . αὐδὰν ] η .
7847391 ΠΡΟΟΙΜΙΟΝ
ὑμῖν πολίτου γίγνηται θάνατος ἐκ δωρεᾶς ὁμοῦ καὶ ψηφίσματος . ΠΡΟΟΙΜΙΟΝ ΔΕΥΤΕΡΟΝ . Ὁ μὲν οὖν πλούσιος , ὡς ἔοικεν
τὸ εὐσεβὲς ἀεὶ καὶ τὸ περὶ τοὺς θεοὺς σκοπεῖν . ΠΡΟΟΙΜΙΟΝ . Πρώτῳ τοίνυν χρήσῃ τῷ ἀπὸ βαρύτητος : οἷον
7846874 Ἀειδε
Μαιανδρίου . : Ὅμηρος γοῦν φησιν ἐπ ' Ἀχιλλέως : Ἄειδε δ ' ἄρα κλέα ἀνδρῶν ἡρώων : καὶ τὸν
οὐκέτι τῶν νεοθηρεύτων ἰχθύων ἥπτετο . Μέμνηται αὐτῆς Σοφοκλῆς . Ἄειδε τὰ Τέλληνος : οὗτος ὁ Τέλλην ἐγένετο αὐλητὴς καὶ
7846451 Ὀρθωσιαν
' ἐπὶ τὸν Ὀρόντην πεντακοσίους εἴκοσιν : εἶτ ' ἐπὶ Ὀρθωσίαν χιλίους ἑκατὸν τριάκοντα . Τῆς δ ' Ἰουδαίας τὰ
ἀπὸ μὲν τοῦ Πηλουσιακοῦ στόματος εἶναι τρισχιλίους ἑξακοσίους σταδίους εἰς Ὀρθωσίαν , ἐπὶ δὲ τὸν Ὀρόντην ποταμὸν χίλια ἑκατὸν τριάκοντα
7844425 Καθολικη
λε καὶ εἶχον τῶν γ τὸ μέγιστον κοινὸν μέτρον . Καθολικὴ μέθοδος , ὅτι τριῶν ἀριθμῶν ἐκκειμένων τὸ μέγιστον αὐτῶν
, παγχρύσεός εἰμι κολοσσός : ἐξώλης εἴη Κυψελιδῶν γενεά . Καθολικὴ προσωιδία , . . . . . . .
7843950 Φαρνακεος
νυν ἡ μάχη ἐπὶ τοσοῦτο ἐγένετο . Ἀρτάβαζος δὲ ὁ Φαρνάκεος αὐτίκα τε οὐκ ἠρέσκετο κατ ' ἀρχὰς λειπομένου Μαρδονίου
τὰ ἐν Πλαταιῇσι καὶ Θήβῃσι γενόμενα . Ἀρτάβαζος δὲ ὁ Φαρνάκεος φεύγων ἐκ Πλαταιέων καὶ δὴ πρόσω ἐγίνετο . Ἀπικόμενον
7841821 πραειας
ἧς βουλῇ νικήσας κατῆλθεν εἰς Ἄργος . τὰς δὲ Ἐρινύας πραείας γινομένας κατ ' εὐφημισμὸν προσηγόρευσεν Εὐμενίδας . παρ '
ἧς βουλῆι νικήσας κατῆλθεν εἰς Ἄργος . τὰς δὲ Ἐριννύας πραείας γινομένας κατ ' εὐφημισμὸν προσηγόρευσεν Εὐμενίδας . παρ '
7839491 Χαιρεστρατον
πρῶτον ἐπιδείξω ὑμῖν , ὡς διέθετο καὶ ἐποιήσατο ὑὸν τουτονὶ Χαιρέστρατον . Ἐπειδὴ γὰρ τῷ Φιλοκτήμονι ἐκ μὲν τῆς γυναικὸς
οὑτοσί , ἤστην ὑεῖ δύο . Τούτων τὸν πρεσβύτερον τουτονὶ Χαιρέστρατον ἐποιήσατο ὑόν . Καὶ ἔγραψεν οὕτως ἐν διαθήκῃ ,
7836584 καχυποπτος
ἑορτῆς ἥκομεν . ” Κατορώρυκται , κατακέχωσται . Καχυπότοπος , καχύποπτος : τοπάσαι γὰρ τὸ ὑπονοῆσαι . Κεκόμψευται . πεπιθάνευται
ἔχων ψυχὴν ἀγαθὴν ἀγαθός . ὁ δὲ δεινὸς ἐκεῖνος καὶ καχύποπτος , ὁ πολλὰ αὐτὸς ἠδικηκὼς καὶ πανοῦργός τε καὶ
7834459 Στυπτηριας
Μυελῷ βοείῳ ὀλίγον πηγάνου μίξας χρῶ . Πρὸς ἡλκωμένας . Στυπτηρίας σχιστῆς ⋖ ι , λιθαργύρου ⋖ δ , σμύρνης
δὲ καὶ τοῦτο ᾧ ἐχρήσατο Ἀρχιγένης πρὸς τοὺς αἱμοῤῥαγοῦντας . Στυπτηρίας σχιστῆς ⋖ αʹ , κόμμεως ὀβολὸν αʹ , τραγακάνθης
7831543 Λευτυχιδεω
ἐκάλεον . Οὗτος ὁ Ζευξίδημος οὐκ ἐβασίλευσε Σπάρτης : πρὸ Λευτυχίδεω γὰρ τελευτᾷ , λιπὼν παῖδα Ἀρχίδημον . Λευτυχίδης δὲ
δὲ Λαμπιτώ , τὴν Ἀρχίδημος ὁ Ζευξιδήμου γαμέει δόντος αὐτῷ Λευτυχίδεω . Οὐ μὲν οὐδὲ Λευτυχίδης κατεγήρα ἐν Σπάρτῃ ,
7828541 ὀρνιθοσκοπος
οἰκτείροντος . ὀρνιθευτὴς ὀρνιθοσκόπου διαφέρει . ὀρνιθευτὴς ὁ θηρεύων , ὀρνιθοσκόπος ὁ μάντις . οὗτος καὶ οὑτοσὶ διαφέρει . οὑτοσὶ
τὸ „ σκοπῶ „ σύνθετα μὴ ἐκ προθέσεως παροξύνεται : ὀρνιθοσκόπος οἰωνοσκόπος . τὸ δὲ ἐπίσκοπος κατάσκοπος ἀπὸ προθέσεων .
7827828 κατειλημμενος
τόπῳ δυναμένῳ χωρῆσαι τὴν αὑτοῦ μεγαλοπρέπειαν . διττῷ δὲ πόθῳ κατειλημμένος , τῷ μὲν πρὸς τὴν ἡμετέραν χώραν , τῷ
κατέστησεν . ἀπῄει οὖν λίαν ἀγαπητῶς , τοῖς ἐναντίοις πάθεσι κατειλημμένος , θαρσῶν ἅμα καὶ δεδιώς , περιφρονῶν τοὺς ἀρχομένους
7825764 Ἐτελευτησε
τῶν γνωρίμων καὶ ἐν Ἐρετρίᾳ παρ ' Ἀμφικρίτῳ . “ Ἐτελεύτησε δέ , ὥς φησιν Ἕρμιππος , ἄκρατον ἐμφορηθεὶς πολὺν
μάχην ἐν τοῖς ἐπιλέκτοις , εἶτ ' ἐστεφανώθη μαχόμενος . Ἐτελεύτησε δ ' Αἰσχίνης ἀναιρεθεὶς ὑπὸ Ἀντιπάτρου καταλυθείσης τῆς πολιτείας
7825542 Ἐσχε
καὶ ἀστρολογούμενα καὶ γεωμετρούμενα καὶ ἕτερ ' ἄττα ἀξιόλογα . Ἔσχε δὲ καὶ θυγατέρας τρεῖς , Ἀκτίδα , Δελφίδα ,
καὶ ὕμνῳ . Ἕλῃ ] Ἐπικρατὴς γένηται . Δέδεκται ] Ἔσχε καὶ ἔλαβεν . Τὸ προοίμιον ἀπὸ τῆς πόλεως τοῦ
7824523 ἐνεπε
παθημάτων . τίνα θροεῖς αὐδάν ; τίνα βοᾶις λόγον ; ἔνεπε , τίς φοβεῖ σε φήμα , γύναι , φρένας
. ὦ φίλταται γυναῖκες . † Ἑκάβη , σὰς † ἔνεπε : τίνα θροεῖς αὐδάν ; † οὐκ ἦν ἄρ
7824251 ἀποφαγων
: Θρᾷξ εὐγενὴς εἶ πρὸς ἅλας ὠνημένος . Ἁλῶν μέδιμνον ἀποφαγών : ἐπὶ τῶν ἀχαρίστων . Ἄλλοι κάμον , ἄλλοι
μὲν ἑαυτοὺς τρέφειν , ἄλλους δὲ ἐπαγγελλομένων . Ἁλῶν μέδιμνον ἀποφαγών : ἐπὶ τῶν ἀχαρίστων . Ἅμαξα τὸν βοῦν ἕλκει
7821059 σνα
δευτέραν ἔκλειψιν ἀπεῖχεν ἡ σελήνη τοῦ ἀπογείου τοῦ ἐπικύκλου μοίρας σνα νγ : καὶ ἐνθάδε γὰρ ὁ ἀπὸ τῆς ἐποχῆς
τῶν πετρῶν σμη Λεοντοπόδιον ἢ λεοντοπέταλον σμθ Λεπίδιον σν Λευκόϊον σνα Λεύκη τὸ δένδρον σνβ Λιβανωτόϲ σνγ Λιβάνου αἰθάλη σνδ
7820424 ἐρυθρινον
. Σπεύσιππος ἐν δευτέρῳ Ὁμοίων παραπλήσιά φησιν εἶναι φάγρον , ἐρυθρῖνον , ἥπατον . ἐμνημόνευσε δ ' αὐτοῦ καὶ Νουμήνιος
Δωρίων ἐν τῷ περὶ ἰχθύων . Κυρηναῖοι δὲ ὕκην τὸν ἐρυθρῖνον καλοῦσιν , ὡς Κλείταρχός φησιν ἐν Γλώσσαις . ΕΓΚΡΑΣΙΧΟΛΟΙ
7819638 ἐμπειροτερων
. Γηράσκω ἀεὶ πολλὰ διδασκόμενος : ἐπὶ τῶν διὰ γῆρας ἐμπειροτέρων . Γῆρας λέοντος κρεῖσσον ἀκμαίων νεβρῶν . Γῆς ἔντερα
. Γηράσκω ἀεὶ πολλὰ διδασκόμενος : ἐπὶ τῶν διὰ γῆρας ἐμπειροτέρων . Γηρᾷ βοῦς , τὰ δ ' ἔργα πολλὰ
7819540 Καβυλη
νγʹ δʹʹ μγʹ Ϛʹʹ Τόνζος νδʹ ∠ ʹʹ μγʹ γʹʹ Καβύλη νδʹ ∠ ʹʹγʹʹ μγʹ δʹʹ Βεργούλη νδʹ ∠ ʹʹ
Ταρρακωνήσιος , κατὰ δὲ τὸν Ἑλληνικὸν Καβελλιωνίτης ὡς Ταρρακωνίτης . Καβύλη , πόλις Θρᾴκης οὐ πόρρω τῆς τῶν Ἀστῶν χώρας
7819279 Ἀσβεστου
δὲ καὶ καθ ' αὑτὴν ἡ λεπίς . Ἄλλο . Ἀσβέστου , λεπίδος χαλκῆς , μάννης ἴσα . ποιεῖ τοῦτο
. Χαλκίτεως , μίσυος , λεπίδος , κηκῖδος ἴσα . Ἀσβέστου # α , φέκλης ⋖ α , νίτρου #
7818533 πιναρος
, δυσπινής , ξανθῇ κόμῃ ἐπικομῶν . ὁ δὲ δεύτερος πιναρὸς τοσούτῳ τοῦ προτέρου ἰσχνότερος ὅσῳ καὶ νεαρώτερος . ὁ
λευκόχρως , φαιδρός , πρέπων θεῷ καλῷ . ὁ δὲ πιναρὸς ὀγκώδης , ὑποπέλιδνος , κατηφής , δυσπινής , ξανθῇ

Back