φαιδρύνων ποιεῖν ἐπιδιδόναι , σμικρόν τινα χρόνον αὐτῷ πόνος παραμενεῖ πάμπολυς ; Ἀληθῆ . Τί οὖν ; ἆρ ' οὐ
οὐδὲν πλέον εὖ τεθέντων , οὐδ ' ὅτι γέλως ἂν πάμπολυς συμβαίνοι , σχεδὸν δὲ βλάβαι καὶ λῶβαι πολὺ μέγισται
6135169 ἐσθητες
οὐκ ὀλίγος δὲ χρυσὸς διηρπάζετο , πολλαὶ δὲ καὶ πολυτελεῖς ἐσθῆτες , αἱ μὲν θαλασσίαις πορφύραις , αἱ δὲ χρυσοῖς
ἐν Πέρσαις δὲ τοῖς οἴκοι καὶ νῦν ἔτι πολὺ καὶ ἐσθῆτες φαυλότεραι καὶ δίαιται εὐτελέστεραι : ὁρῶν δὴ τὸν κόσμον
6106599 διεφορειτο
δυσμενοῦς : τῶν δὲ προγεγραμμένων τὰ μὲν ἐν ταῖς οἰκίαις διεφορεῖτο , καὶ οὐ πολὺς ἦν ὁ τὰ χωρία ὠνούμενος
χολὴ , ἀλλ ' ὥσπερ ἐγεννᾶτο , καὶ διεφθείρετο ἤγουν διεφορεῖτο . ἐνταῦθα δὲ ἐγεννήθη ἀπὸ τοῦ θέρους , ἀπεκλείσθη
6075652 τοιχοι
ἦ μέγα θαῦμα τόδ ' ὀφθαλμοῖσιν ὁρῶμαι : ἔμπης μοι τοῖχοι μεγάρων καλαί τε μεσόδμαι εἰλάτιναί τε δοκοὶ καὶ κίονες
, καὶ πάσης θέρμης πόῤῥω ἔστω . Χριέσθωσαν δὲ οἱ τοῖχοι πηλῷ μιχθέντι θριξὶν ἀντὶ ἀχύρων , ἔπειτα τῇ λεγομένῃ
6064289 ἀκουστος
τῇ καρδίᾳ εἰς τὸν ὁραθῆναι θέλοντα : οὐ γάρ ἐστιν ἀκουστός , οὐδὲ λεκτός , οὐδὲ ὁρατὸς ὀφθαλμοῖς , ἀλλὰ
: ἐὰν γὰρ πάνυ μικρὸς γένηται ὁ ψόφος οὐκ ἔστιν ἀκουστός , ἡ μέντοι γε ἀντιληπτικὴ δύναμις σώζεται . ἴσως
6028651 ἐκαιετο
μετεδίδοσαν ἀλλήλοις ὧν εἶχον ἕκαστοι . ἔνθα δὲ τὸ πῦρ ἐκαίετο , διατηκομένης τῆς χιόνος βόθροι ἐγένοντο μεγάλοι ἔστε ἐπὶ
. γραῦς δὲ γυνὴ ἔνδον καθῆστο , καὶ πῦρ πολὺ ἐκαίετο . οἱ δὲ πάντα ἐκεῖνα ἅπερ ἐτυγχάνομεν ἡμεῖς κομίζοντες
5987858 πυροφορος
εἰπεῖν ἡ μὲν λεπτὴ κριθοφόρος ἀμείνων , ἡ δὲ πίειρα πυροφόρος : αἱ μὲν γὰρ ἐλάττους καὶ κουφοτέρας δέονται τροφῆς
τὰς ἀρούρας πλουσίως λιμνάσαντος , τῆς δὲ πεδιάδος , ὅση πυροφόρος , ἀφθονώτατον ὑπ ' εὐγονίας τὸν τοῦ σίτου καρπὸν
5945290 ὀλιγος
καὶ εἰ μὴ ἄβατοι , ἀλλά τοι πάντως ἄτριπτοι : ὀλίγος γὰρ ἀριθμός ἐστι τῶν αὐτὰς βαδιζόντων , οἳ πεφιλοσοφήκασιν
ὑπάρχοντος : εἶτα τοῦ χρόνου ὅντινα μὲν πονέειν ἀποδέδοται , ὀλίγος : ὅντινα δὲ ἀναπαύεσθαι , πουλύς : ἡ μὲν
5886130 πελαγιος
δύσφθαρτος , μετρία πρὸς ἐκκρίσεις . διαφέρει δ ' ἡ πελάγιος τῆς πετραίας , διάπυρος οὖσα κινναβάρει καὶ χρυσώπῃ :
ἐν ταῖς χειμεριωτάταις ἡμέραις χαίρει τε πρόσγειος μᾶλλον ὢν ἢ πελάγιος . ζῇ δ ' οὐ πλέον δύο ἐτῶν .
5870684 αὐλωνες
. Ἐν δὲ τῷ Ἀντιταύρῳ τούτῳ βαθεῖς καὶ στενοί εἰσιν αὐλῶνες , ἐν οἷς ἵδρυται τὰ Κόμανα καὶ τὸ τῆς
τὰ γειτνιῶντα τοῖς Ἰνδοῖς κατὰ τὴν ἐνδοτάτω πλευρὰν φανοῦνταί φασιν αὐλῶνες δασύτατοι , καὶ καλεῖταί γε ὑπ ' Ἰνδῶν ὁ
5866263 εὐφορησει
ὑδάτων : σῖτος μέσος , ἡ ἄμπελος καὶ ἡ ἐλαία εὐφορήσει , τῶν βοῶν ἔσται φθορά . Δημόκριτος δέ φησι
ὁ σῖτος ἔσται σύμμετρος . ἡ ἄμπελος καὶ ἡ ἐλαία εὐφορήσει . εὔθετον τὸ ἔτος πρὸς ἐνοφθαλμισμόν , οὐ μὴν
5857080 Διαφερουσι
ἡ εἰς τὸ στέλεχος συρρέουσα τῆς εἰς τοὺς ἀκρεμόνας . Διαφέρουσι δὲ καὶ κατὰ τὰ δένδρα . βελτίστη μὲν γὰρ
: ἀλλὰ περὶ μὲν τροφῆς διὰ τίνων ἕτερος λόγος . Διαφέρουσι δὲ καὶ τὰ φύλλα πλείοσι διαφοραῖς : τὰ μὲν
5853287 ἀπροσπελαστοι
: μεγάλη γὰρ ἰσχὺς καὶ προθυμία αὐτοῖς ἦν καὶ χεῖρες ἀπροσπέλαστοι ἀπὸ τῶν ὤμων αὐτῶν ὑπῆρχον σὺν τοῖς λοιποῖς μέλεσιν
οὐδὲν ὁμοῖοι : διὰ τὸ ὑπερβάλλον μέγεθος . Ἄπλατοι : ἀπροσπέλαστοι ἀπὸ τοῦ α τοῦ κατὰ πολὺ καὶ τοῦ πελάω
5848365 ἰσχνοτερος
παρὰ τὸ ἔθος : ἐπὶ δὲ τούτοις ἅπασι , πότερον ἰσχνότερος ἢ παχύτερος ἐγένετο . ἡ μὲν δὴ τοῦ πλήθους
κόμῃ ἐπικομῶν . ὁ δὲ δεύτερος πιναρὸς τοσούτῳ τοῦ προτέρου ἰσχνότερος ὅσῳ καὶ νεαρώτερος . ὁ δ ' ὠχρὸς σφριγανός
5844142 ταχυτατος
ταχυτέρα καὶ κουφοτέρα ἐστὶ τῆς πνοῆς . καὶ εὐλόγως : ταχύτατος γάρ ἐστιν ὁ ζέφυρος τῶν λοιπῶν ἀνέμων , ὡς
. Μετὰ τοῦτον δὲ τὸν Εὐφράτην εἰς ἀνατολὴν Τίγρις ὁ ταχύτατος πάντων τῶν ποταμῶν καὶ καλὰ ῥεύματα ἔχων φέρεται ,
5842779 χρυσοχαλινοι
χρυσαῖ καὶ διαδήματα ἐν ταῖς μάχαις : οἵ τε ἵπποι χρυσοχάλινοι , καὶ μασχαλιστῆρες δὲ χρυσοῖ : ἄργυρος δ '
. οἱ δ ' αὖ τῷ Κύρῳ τρεφόμενοι ἵπποι παρήγοντο χρυσοχάλινοι , ῥαβδωτοῖς ἱματίοις καταπεπταμένοι , ἀμφὶ τοὺς διακοσίους :
5841187 Ταυταις
, ὅσαι αἱ πρὸς αὐτὸν [ ] διαρθρούμεναι πλευραί . Ταύταις δὲ ταῖς ἑπτὰ ὑποζωννύει καὶ ὑπαλείφει τις ὑμὴν κοινός
σύνθετον : πέμπτον αὐτὴν καθ ' αὑτὴν τὴν ἡδονήν . Ταύταις κέχρηται ταῖς διαστολαῖς ἐν τῷ πρώτῳ τῶν Νόμων ,
5826556 χρυσιτιν
ὁδοὺς γινώσκουσιν : ὅθεν ἐπ ' αὐταῖς οἱ Ἰνδοὶ τὴν χρυσῖτιν κόνιν τῶν Ἰνδικῶν μυρμήκων κλέπτουσι πρὸς ἀνατολὰς ὁδεύοντες .
εἰσιν οἰκεῖσθαι δυνάμεναι , ὡς δ ' εἰρήκασί τινες καὶ χρυσῖτιν ἔχουσαι γῆν . αἴτιον δ ' ὅτι καὶ οἱ
5815113 καλυβαι
σταυροὶ καὶ σταυρώματα , σκηνώματα καὶ σκηναὶ καὶ σκηνήματα , καλύβαι , στρατόπεδα , καὶ πάνθ ' ὅσα ἐπὶ φρουρᾷ
τοῦ πλακοῦντες διάφοροι . χλωραὶ δὲ σκιάδες : σκιάδες καὶ καλύβαι ἀνήθων αὐτῷ τῷ καρπῷ καταβριθόμεναι γεγόνασιν . οἱ δέ
5813771 ἐπαφρα
παρέκρουσε σμικρά . Πέμπτῃ , διαχωρήματα πλείω , μέλανα , ἔπαφρα : ὑπόστασις μέλαινα διαχωρήμασιν : νύκτα οὐχ ὕπνωσεν :
πολλά τε καὶ ἀθρόα καὶ μετὰ πνευμάτων καί ποτε καὶ ἔπαφρα , πιμελώδη τε καὶ αἱματώδη φαίνεται συναναμεμιγμένα τοῖς διαχωρήμασι
5809347 ψακας
ἄρτον πάππαν με καλοῦσαι , ἔνδον δ ' ἀργυρίου μηδὲ ψακὰς ᾖ πάνυ πάμπαν . Ἢν δ ' ἐγὼ εὖ
λαμπρὸς τῆς νοτίου Χηλῆς ἑῷος δύνει . Αἰγυπτίοις ἀργεστὴς καὶ ψακὰς ἢ νότος , βροντή . θʹ . ὡρῶν ιδ
5792845 παταγος
μελλόντων δ ' ἀριστο - ποιεῖσθαι , τὸ μὲν πρῶτον πάταγος ἐξηχεῖτο πολύς , ἅτε τοσούτων ἀνθρώπων ὁμοῦ καὶ ὑποζυγίων
] ἀπὸ τοῦ πατῶ καὶ τοῦ ἄγω τὸ συντρίβω . πάταγος ] ἦχον . πάταγος ] θόρυβος . πάταγος ]
5775284 ἀμορφα
' ἑλέσθαι ἀμεινοτέρων παρεόντων . ” ἐμπρεπὲς δὲ θεῷ τὰ ἄμορφα μορφοῦν καὶ τοῖς αἰσχίστοις περιτιθέναι θαυμαστὰ κάλλη . εἰ
καὶ πατέρων ἀγαθῶν : σὺ δ ' ἐπὶ φαῦλα καὶ ἄμορφα τὰ ἡμέτερα φέρῃ καὶ οὐ δέδοικας μή σε λαβόντα
5772601 ἐπιβληματα
τάπητες οἱ ἐκ θατέρου . ὑπαγκώνια στρώματα , περιστρώματα ὑποστρώματα ἐπιβλήματα , ἐφεστρίδες ἀμφιεστρίδες χλαῖναι , ἐπιβόλαια δάπιδες τάπιδες ψιλοδάπιδες
ἐσθῆτες μὲν τραγικαὶ ποικίλονοὕτω γὰρ ἐκαλεῖτο ὁ χιτώντὰ δ ' ἐπιβλήματα ξυστίς , βατραχίς , χλανίς , χλαμὺς διάχρυσος ,
5758970 περιεκειντο
χωρὶς τῶν ἐπάλξεων : πύργοι τε πανταχόθεν αὐτῷ διὰ πλέθρου περιέκειντο . καὶ λίμνην συνάπτουσαν οὐκ ἐνὸν περιτειχίσαι χῶμα αὐτῇ
ποταμοῖς δύο καὶ φάραγξιν ἀπόκρημνος , ὗλαί τε αὐτῇ πυκναὶ περιέκειντο , καὶ μία κάθοδος ἦν ἐς τὸ πεδίον ,
5755480 αἰθυιαις
φέγγος οὐκ ἀποθνῄσκει . ” Νωθὴς χελώνη λιμνάσιν ποτ ' αἰθυίαις λάροις τε καὶ κήυξιν εἶπεν ἀγρώσταις : “ κἀμὲ
ὄρνις ἀπὸ τοῦ τοιοῦδε γέγραπται λόγου . οἱ ἄνθρωποι ταῖς αἰθυίαις ἐπιτίθενται μὰ Δί ' οὐ τῶν κρεῶν ἕνεκα :
5753988 Δακρυα
γὰρ εὐχαὶ τὰς κείνης εὔξατ ' ἐπ ' ἠιόνος . Δάκρυα καὶ κῶμοι , τί μ ' ἐγείρετε , πρὶν
μὴ ἐῶσα τραφῆναι , ποιεῖ τοὺς γαλιάγκωνας . ιζʹ . Δάκρυα ἐν τοῖσιν ὀξέσι τῶν φλαύρως ἐχόντων , ἑκόντων μὲν
5751530 Ἰσος
ἰχθύν . Ὀλοοῖσι : ὀλεθρίοις . παρήπαφον : ἠπάτησαν . Ἴσος : ὅμοιος . Κατεντύνουσιν : εὐτρεπίζουσι , κατασκευάζουσιν .
τόπος τῆς Βοιωτίας , ἴχνη πόλεως ἔχων , ὁ καλούμενος Ἴσος συστέλλοντι τὴν πρώτην συλλαβήν . οἴονται δέ τινες δεῖν
5748888 σφενδοναι
λίθους δαψιλεῖς ἐπιτιθέασιν . ὁπλισμὸς δ ' ἐστὶν αὐτοῖς τρεῖς σφενδόναι , καὶ τούτων μίαν μὲν περὶ τὴν κεψαλὴν ἔχουσιν
φεύγει ] . γυναικάνδρεσσι ποθεινοί . αἴ κά τυ βλείης σφενδόναι . ἔνθα δέος , ἐνταῦθα καἰδώς . ἱαρὸν ἁ
5747271 θηραι
τῶν θεῶν , ὅτι πλείους ἡμῖν τοὺς εὐεργέτας προὐξένησε ; θῆραι τοίνυν καὶ κυνηγέσια ἔστι μὲν Ἀπόλλωνος καὶ Ἀρτέμιδος παιδιὰ
ἡμῶν ἑκάστου τοὺς ὅλους ἤδη βίους δεκασμοὶ βραβεύουσι καὶ ἀλλοτρίων θῆραι θανάτων καὶ ἐνέδραι διαθηκῶν , τὸ δ ' ἐκ
5742481 ἐφεστηκοτες
εἴκασται τεθνεῶτι ἐν τῇ μάχῃ , οἱ δὲ αὐτῷ κειμένῳ ἐφεστηκότες ὁ ἥρως Τάρας ἐστὶ καὶ Φάλανθος ὁ ἐκ Λακεδαίμονος
τὴν φιλοτιμίαν , ἀλλ ' οἱ μὲν ἐκ πολλοῦ διαστήματος ἐφεστηκότες ἐτόξευον κατὰ τὸ συνεχές , καὶ ταχὺ ὁ τόπος
5736804 διαφανης
Μυκάλῃ καταντικρὺ Σάμου . ἔγραψεν ἰατρικὰ βιβλία θʹ . Ἐρασίστρατος διαφανὴς ἰατρὸς ἐπὶ Σελεύκου ἐγνωρίζετο , ὃς διαγνοὺς Ἀντίοχον τὸν
τῶν θηρίων καὶ διὰ τὰ τοπάζια . λίθος δέ ἐστι διαφανὴς χρυσοειδὲς ἀποστίλβων φέγγος , ὅσον μεθ ' ἡμέραν μὲν
5724942 Ἀμασεια
ἅπασα δ ' οἰκήσιμος καλῶς . ἐδόθη δὲ καὶ ἡ Ἀμάσεια βασιλεῦσι , νῦν δ ' ἐπαρχία ἐστί . Λοιπὴ
μὲν οὖν ἥλω καὶ ἡ Σινώπη : ἔτι δὲ ἡ Ἀμάσεια ἀντεῖχεν , ἀλλὰ μετ ' οὐ πολὺ καὶ αὐτὴ
5722900 λεουσιν
γινόμεθα , ἄπιστοι καὶ ἐπίβουλοι καὶ βλαβεροί , οἱ δὲ λέουσιν , ἄγριοι καὶ θηριώδεις καὶ ἀνήμεροι , οἱ πλείους
ὑπολαμβάνω καὶ τὰ θηρόβοτα Νομάδων ἐνδιαιτήματα . μᾶλλον γὰρ ἐμπελασθεὶς λέουσιν ἀκινδύνως συναυλισαίμην ἂν καὶ συνευνηθείην ἑρπετοῖς πᾶσιν ἢ τοῖς
5713647 ἀστασιαστος
τούτων διαδοχή τε καὶ βασιλεία ἐς δεῦρο εἰρηνικὴ πάντῃ καὶ ἀστασίαστος τῶν τε βασιλέων εἰρηνευόντων τε καὶ ὁμονοούντων τῶν τε
' ὅς , σφόδρα . Οὐκ ἄρ ' ἂν εἴη ἀστασίαστος ὁ τοιοῦτος ἐν ἑαυτῷ , οὐδὲ εἷς ἀλλὰ διπλοῦς
5710078 πυρουμενη
τῆς δυσδαίμονος . φεύγει δ ' ἀναστᾶς ' ἐκ θρόνων πυρουμένη , σείουσα χαίτην κρᾶτά τ ' ἄλλοτ ' ἄλλοσε
ἑδράνων ἔρημος , οὐδ ' ἀὴρ ἔτι πτερωτὰ φῦλα βαστάσει πυρουμένη , . : + Καὶ γὰρ καθ ' ᾅδην
5708982 εὐρους
Ἴστρον : ” ὑπορρείτω σοι ὁ Σκυθῶν Ἴστρος , κἂν εὔρους τὴν στρατιὰν διαγάγῃ , τίμησον αὐτὸν ἐξ αὐτοῦ πιών
γρ . διαζῶντες : τοῦ πατριάρχου τὸ βιβλίον διαζῶντες . εὔρους ᾖ γένεσις . ἀλλαχοῦ εὔρους ᾖ γένεσις . νουθετητικῶν
5706345 ἀκμητα
κρᾶμα , καὶ στερρότερά τε τὰ σώματά σφισι γίγνεται καὶ ἄκμητα , καὶ συνεθίζεται τοῖς μέλλουσι δεινοῖς , ἱδρῶτι καὶ
κρᾶμα , καὶ στερρότερά τε τὰ σώματά σφισι γίγνεται καὶ ἄκμητα , καὶ συνεθίζεται τοῖς μέλλουσι δεινοῖς , ἱδρῶτι καὶ
5701044 ὑπερῳοι
διὰ τὴν προθυμίαν τοῦ τρέχειν . τάνυσσα ἐνέτεινα . τέγεοι ὑπερῷοι : “ δώδεκ ' ἔσαν τέγεοι θάλαμοι . ”
ὁδοὶ λιθόστρωτοι στοαί τε μεγάλαι τετράγωνοι , ἐπίπεδοί τε καὶ ὑπερῷοι : ἔστι δὲ καὶ βιβλιοθήκη καὶ τὸ Ὁμήρειον ,
5700934 συμμαχεται
περὶ Κερυνίαν οἶνος γίνεται , ὃς ταῖς βουλομέναις γυναιξὶν ἀμβλῶσαι συμμάχεται . Ὅτε εἷλε τὴν Θηβαίων πόλιν Ἀλέξανδρος , ἀπέδοτο
, καὶ γλυφαῖς ἐπιτήδειός ἐστι , καὶ τοῖς γυναικείοις κόσμοις συμμάχεται , φασίν . Λεοντοφόνου φαγὼν ὁ λέων ἀποτέθνηκε .
5686309 θαλαμιων
, ἐκ μὲν νεῶν ἑβδομήκοντα καὶ ὀλίγῳ πλεόνων πάντες πλὴν θαλαμιῶν , ὡς ἕκαστοι ἐσκευασμένοι , τοξόται δὲ ὀκτακόσιοι καὶ
νεώριον δ ' αὖ κωπέων πλατουμένων , τύλων ψοφούντων , θαλαμιῶν τροπουμένων , αὐλῶν , κελευστῶν , νιγλάρων , συριγμάτων
5686030 τεχνασματα
πλῆθος ἐλυμαίνετο , προσποιούμενοι ἀναχωρεῖν τριβόλους τε καὶ ἄλλα τινὰ τεχνάσματα σιδηρίων , ὀξυτάτας ἐξοχὰς περικείμενα , ἐρρίπτουν . λανθάνοντα
θέμις , κτάνοι καὶ μνῆμα δέξαιθ ' ἕν , κέδρου τεχνάσματα ; ἥδιστ ' ἂν εἴη ταῦθ ' : ὁρᾶις
5683222 κλεισιον
πλατεῖαι θύραι , δι ' ὧν καὶ ζεύγη εἰσέρχονται . κλείσιον : θυρών , ἐν ᾧ καὶ ζεύγη ἵσταται .
δ ' ἂν καλοῖτο ἡ τῶν ὑποζυγίων στάσις , καὶ κλείσιον παρὰ τὸ κεκλεῖσθαι : ἀφ ' οὗ καὶ αἱ
5679919 ἑωρωντο
διεῖχον δὲ πολὺ ἀπ ' ἀλλήλων καὶ ἔστιν ὅτε οὐδὲ ἑωρῶντο . καὶ οἱ μὲν Ἕλληνες τεταγμένοι τε προσῇσαν καὶ
ῥήματος , ἧττον δὲ ἔργου πάλιν . καίτοι καὶ εἰκόνες ἑωρῶντο τοῦ ταῦτα ἀκηκοότος . ἀλλ ' ὅμως αὐτὰς παρῄεσαν
5676629 προηγουντο
τριακόσιαι λόγχας καὶ σαρίσας καὶ τόξα καὶ ἀκόντια γέμουσαι : προηγοῦντο δὲ αὐτῶν ὡς ἐν πολέμῳ σαλπιγκταί . ἦσαν δὲ
δὲ δεκαδάρχους τῇ δεκάδι ἕκαστον κελεύειν παραγγέλλειν . ἐκ τούτου προηγοῦντο μὲν οἱ Ὑρκάνιοι , αὐτὸς δὲ τὸ μέσον ἔχων
5673240 γειτνιωσιν
” καὶ παροικοῦσιν ” : πλείοσι γὰρ οὖσιν ὑμῶν καὶ γειτνιῶσιν ἡμῖν οὐδὲν προσῆκον μᾶλλόν τι : ἀπὸ κοινοῦ τὸ
ὀδόντων θριγκοῖσι πεφρούρηται . Βρόγχος δὲ καὶ φάρυγξ ἡρμοσμένοι ἀλλήλοις γειτνιῶσιν : ὁ μὲν γὰρ ἐς κέλευθον πνεύματος , ὁ
5670531 βληχαι
. βληχαὶ ] βοαί . Ξ βληχαὶ ] φωναί . βληχαὶ ] ἄσημοι βοαί . θ βληχαὶ ] ἄσημοι βοαί
ἔδει εἰπεῖν πρὸς τὸ ἐπιμαστιδίων : ἐπήνεγκε δὲ πρὸς τὸ βληχαὶ αἵτινες τῶν νηπίων ἦσαν . θ Ξ ἀρτιτρεφεῖς ]
5663568 κωφη
, ὡς ὄντι καὶ τούτῳ ἑνὶ τῶν ἐνοδίων θεῶν . κωφή . ἀσθενής , ἀμβλεῖα , ὡς νῦν , ἢ
. τέναγος : πηλώδης τόπος . μνιόεντα : σύμφυτα . κωφή : ἀκίνητος , διὰ τὸ πηλώδη εἶναι . ἠερίη
5661003 φυστις
: ἡ πεφυρμένη καὶ ἐπὶ γῆς πεσοῦσα . λέγεται καὶ φύστις ἡ ἔκφυσις , γονή . τοῦτο δὲ διὰ μέσου
ἐξ ἀγγελίας μάθησις , οὕτω καὶ ἐκ τοῦ φύω φύσω φύστις ἡ φυὴ καὶ ἡ φύσις . . ἐξέφθινται ]
5654123 φακελος
τῶν ὀστέων , καὶ σφακελίσαι τὸ κατασαπῆναι καὶ ἀπονεκρωθῆναι . φάκελος καὶ ἡ συλλογὴ τῶν ξύλων . διαφέρει δὲ σφάκελος
δὲ τέχνῃ . οἷον τέχνῃ μὲν ὑπάρχουσι συνεχῆ , οἷον φάκελος τῷ δεσμῷ καὶ τὰ ξύλα τῇ κόλλῃ , οἷον
5650459 ἐκπυϊσκονται
ὀδύνη ἐμπίπτει καὶ ἐκτείνειν οὐ δύνανται : πολλάκις δὲ καὶ ἐκπυΐσκονται ἔμμοτοι γενόμεναι , καὶ ῥεόμεναι ἀποθνήσκουσιν , ἢν μὴ
τὰ σκέλεα ἡ ὀδύνη ἐμπίπτει , καὶ τιταίνεται , καὶ ἐκπυΐσκονται , καὶ ἔμμοτοι γίνονται , αἵδε ῥεόμεναι ὄλλυνται ,
5646255 ἀγελη
γιγνόμενα λανθάνειν πλὴν αὐτοὺς τοὺς ἄρχοντας , εἰ αὖ ἡ ἀγέλη τῶν φυλάκων ὅτι μάλιστα ἀστασίαστος ἔσται . Ὀρθότατα ,
ἀφέστηκεν , ἀλλ ' ἔστι τῶν ἐν πλάτει θεωρουμένων ὡς ἀγέλη τε καὶ σωρὸς καὶ ἄλλα πολλά . ἀλλὰ γὰρ
5643046 γενναιοτατῳ
δὲ πλανῶνταί τε πάντη καὶ ἀγεληδὸν νέμονται τῷ μεγίστῳ καὶ γενναιοτάτῳ σφῶν ἑπόμενοι , κατάπερ αἱ βόες τοῖσι ταύροισιν .
παρὰ τοῖς ἀσώτοις μνηστῆρσιν εἰσάγεται ὁ πτωχὸς Ἶρος , τῷ γενναιοτάτῳ Ὀδυσσεῖ ἐρίζων εἰς πάλην καὶ ἐν τῷ ἔργῳ φαινόμενος
5640671 ἑλειων
πῦρ ἐγκρύβεσθαι , καὶ τῶν ῥιζῶν καὶ τῶν καυλῶν τῶν ἑλείων τὰ μὲν ὠμά , τὰ δ ' ἕψοντες ,
χώρα , ὅπερ οὖν ἐμπῖπτον ταῖς πόαις καὶ ταῖς τῶν ἑλείων καλάμων κόμαις , νομὰς τοῖς βουσὶ καὶ τοῖς προβάτοις
5640415 κατεσκευασμεναι
καὶ πολυτελεῖς στρωμναὶ καὶ χλανίδες , πολλαὶ δὲ σκηναὶ χρυσαῖ κατεσκευασμέναι πᾶσι τοῖς χρησίμοις , πολλαὶ δὲ καὶ ξυστίδες καὶ
ποικιλτά , τὰ δὲ λευκά , πολλαὶ δὲ σκηναὶ χρυσαῖ κατεσκευασμέναι πᾶσι τοῖς χρησίμοις , πολλαὶ δὲ καὶ ξυστίδες καὶ
5625498 σπαραττομενη
. βλάβην τίθει ] ποίει πρὸς τοὺς πολίτας ὀλολύζουσα καὶ σπαραττομένη . . ὦ φίλον ] ἀπολογοῦνται διότι ἐθορύβησαν .
ποιείτω . τίθει ] ποίει πρὸς τοὺς πολίτας ὀλολύζουσα καὶ σπαραττομένη . θ τίθει ] τιθέτω . κωφῇ ] εἰς
5611739 ἐχθροτατος
ἔχθιστος : ἔχθιστος : . . . παρὰ τὸ ἐχθρὸς ἐχθρότατος ἐχθρίων καὶ ἀποβολῇ τοῦ ρ ἐχθίων ἔχθιστος . .
ἄγαν καὶ δυσπρόσορμος ἀλίμενός τε παντελῶς παρατέταται , ταῖς ναυσὶν ἐχθρότατος τόπος . Εἶτ ' εὐλίμενος ἄκρα συνάπτει Θυνιάς ,
5608271 χειαι
. . , : χεῖρες : . . . ἢ χειαί τινές εἰσιν , οἷον χωρητικαί . . . ,
. Ὀρφεύς : χειρῶν ὀλλυμένων ἐῤῥὲν πολυεργὸς Ἀθήνη . ἢ χειαί τινες εἰσὶν , οἷον χωρητική . ὡς δὲ Ἀπολλόδωρος
5606574 ἐκπιπτουσα
περιέπεσε τῷ δυστυχήματι : ἀπέβη γὰρ ἐκείνη εἰς ἔσχατον πορνείας ἐκπίπτουσα . ] Ὄνοι φέροντες μέν τι ἄχθος καὶ πειθόμενοι
μὲν γὰρ ἀκρασία ψέγεται οὐ μόνον ὡς ἁμαρτία καὶ ὡς ἐκπίπτουσα τοῦ ὀρθοῦ λόγου ἀλλὰ καὶ ὡς κακία , ἢ
5606126 βιαις
εὐεργεσίαις πειρᾶσθαι κατέχειν , ἀλλὰ μὴ ταῖς ἀνάγκαις μηδὲ ταῖς βίαις . τῶν δὲ προγόνων μιμεῖσθαι μὴ τοὺς πρὸ τῶν
δυσεπινόητον ἔχει τὴν ἀναγωγήν , ἑκάστου διαπο - ροῦντος τίσι βίαις τὰ τηλικαῦτα βάρη τῶν ἔργων ἐμοχλεύθη . τετραγώνου δὲ
5604369 ἐγγραυλεις
ἐκφύονται . ἀθέσφατοι : πολλαὶ , ἀφύαι , ἄῤῥητοι , ἐγγραύλεις . ἴκελαι : ὅμοιαι . εὐλαῖς : σκώληξι ,
ἄκικυς ὅμιλος , ἀβληχρῆς ἀφύης ἀδινὸν γένος , αἳ καλέονται ἐγγραύλεις : ἀγαθὴ δὲ βόσις πάντεσσιν ἔασιν ἰχθύσιν : αἰεὶ
5598627 χρυσωματων
, ὡς οὐκ ἀλλαχόθεν οἶμαι γιγνόμενον τὸ εὐδαιμονεῖν , ἀπὸ χρυσωμάτων ἢ πόλεων ἢ χώρας ἢ ἄλλων ἀνθρώπων , ἑκάστῳ
ὑδρίαι δεκαδύο , μαζονόμια πεντήκοντα , τράπεζαι διάφοροι , κυλικεῖα χρυσωμάτων πέντε , κέρας ὁλόχρυσον πηχῶν λʹ . ταῦτα δὲ
5598614 ὑπωρειαι
: ὄρος γὰρ παρατείνει τραχὺ καὶ ὑψηλόν : εἶθ ' ὑπώρειαι σπιλαδώδεις μέχρι τῆς θαλάττης , τοῖς ἐτησίαις μάλιστα καὶ
καθ ' ἕκαστα διαφοραὶ δῆλον ὅτι κυριώταται , καὶ γὰρ ὑπώρειαι πολλαὶ καὶ παντοῖαι , καὶ τὸ ὅλον ὥσπερ μία
5598208 ἰνωδης
. Δεῖ τοίνυν εἰδέναι , ὡς ἡ τῶν μυῶν οὐσία ἰνώδης ἐστὶ καὶ σαρκώδης . καὶ διὰ μὲν τοῦ σαρκώδους
παχεῖα καὶ λεία καὶ σαρκώδης , ἡ δὲ λεπτὴ καὶ ἰνώδης . διόπερ ἀπορήσειεν ἄν τις εἰ ῥίζας τὰς τοιαύτας
5595493 εὐβλαστης
τὸν καρπὸν ἐκ τοῦ στελέχους , οὐκ ἐκ τῶν ἀκρεμόνων εὐβλαστής τις οὖσα καὶ εὔτονος ὡς ἔοικε πρὸς καρποτοκίαν :
τὸν καρπὸν ἐκ τοῦ στελέχους , οὐκ ἐκ τῶν ἀκρεμόνων εὐβλαστής τις οὖσα καὶ εὔτονος ὡς ἔοικε πρὸς καρποτοκίαν :
5590694 βαθμος
ἐνδύσαι ἐνβύσαι , . , . * . Βηλός : βαθμὸς θύρας , ἢ ὁ οὐρανός , οἷον : ῥῖψε
, ἀλλὰ οὗτος τοῦ ἑτέρου ἰσχυρότερος . ὁμοίως ὁ συγκριτικὸς βαθμὸς καὶ τούτοις τοῖς τοῦ αὐτοῦ γένους οὖσιν καὶ τούτοις
5585703 σιτος
ταῖς δὲ ναυσὶ μακρὰν ἐφεδρεύειν , ὅπως αὐτοῖς μὴ παρακομισθῇ σῖτος . οὗ συντελεσθέντος , οἱ μὲν Ἀθηναῖοι εἰς δεινὴν
οὐκ ἐλάσσονας σίτου διαπέμψαι καὶ πολίτην γεγονέναι . Γλυκέρας ὁ σῖτος οὗτος ἦν : ἔσται δ ' ἴσως αὐτοῖσιν ὀλέθρου
5583232 ἁμαξαι
δὲ πεποίηντο ὅτι ὅσῳ πυκνοτέρᾳ τῇ φάλαγγι καταφερόμεναι συμμίξουσιν αἱ ἅμαξαι , τοσῷδε μᾶλλόν τι διασκεδάσουσιν αὐτὴν βίᾳ ἐμπεσοῦσαι .
ἐν τῇ τοῦ Διονύσου πομπῇ διενεχθέντων . Εἶτ ' ἀργυρωμάτων ἅμαξαι τετρακόσιαι , καὶ χρυσωμάτων εἴκοσι , ἀρωμάτων δὲ ὀκτακόσιαι
5582052 στολαι
εὐποροῦμεν , οὐδὲ μετρίως : ἐκ Κυΐνδων χρυσίον , Περσικαὶ στολαὶ δ ' ἐκεῖναι πορφυρᾶ τε στρώματα ἔνδον ἔστ '
. τινὲς δὲ γράφουσι στολάδας λέγουσι τὰ γουννία ὅτι ὥσπερ στολαὶ εἰσίν . . χαράδρας ] διῶρυξ πηλοῦ μεστή .
5577625 καταγωγαι
τετρακισχιλίοις ἵπποις καὶ ταμιεῖα χιλοῦ τε καὶ κριθῆς ἀνδράσιν τε καταγωγαί , πεζοῖς μὲν ἐς δισμυρίους , ἱππεῦσι δὲ ἐς
τέλος , ἢ ὧν οὐκ ἔστι τεκμαίρεσθαι . περιωγαί : καταγωγαί : περιωπαί : καταδύσεις . ἀτέκμαρτοι περιωπαί : τῆς
5575424 παραπληγικα
δὲ βραχέαι , μᾶλλον δὲ νυκταλώπων . κυνάγχαι δὲ καὶ παραπληγικὰ ἢ σκληρὰ καὶ ξηρὰ ἢ σμικρὰ καὶ ὀλιγάκις ἀνάγουσαι
πόνος : σκληρόταται δὲ καὶ βιαιόταται , αἱ ἐς τὰ παραπληγικὰ ἄγουσαι . Πάντα δὲ ταῦτα ἐπὶ τῇσιν ὑποστροφῇσιν ἐγένετο
5573738 διερῳ
τῷ ἠέρι χρεόμενοι οὐ λαμπρῷ , ἀλλὰ χνοώδει τε καὶ διερῷ : πρός τε τὸ ταλαιπωρέειν τὸ σῶμα ἀργότεροι πεφύκασιν
διαπονοῦσιν , ἐνεργοῦσιν . διέσχε διῆλθε . διέχευαν διεμέρισαν . διερῷ διύγρῳ . δίενται διώκουσι . διιπετέος ἀπὸ Διὸς πεπληρωμένου
5572207 περισκελεις
τῶν δοθέντων σημείων . καὶ ταύτης ἅτε δὶς διεζευγμένης καὶ περισκελεῖς διορισμοὺς ἐχούσης διὰ πλειόνων ἡ δεῖξις γέγονεν ἐξ ἀνάγκης
οὐκ εἰδότες , [ οὐχ ὅτε ] σκληροὶ καὶ ἄγαν περισκελεῖς . ταῦτα μὲν οὖν ὅμοια ταῖς μορφαῖς ὄντα ταῖς
5570861 ὠθουμενων
, οὐκ ὄντες μενεμάχοι , περί τε τὰς πύλας αὐτῶν ὠθουμένων ἀνῃρέθησαν ἀμφὶ τοὺς τρισχιλίους . τῆς δ ' ἐπιούσης
. τούτων δὲ ἐπ ' αὐτὸν ὑπὸ τοῦ κεραυνοῦ πάλιν ὠθουμένων πολὺ ἐπὶ τοῦ ὄρους ἐξέκλυσεν αἷμα : καί φασιν
5568412 κορυμβος
ὀξὺ λῆγον . ἐκαλεῖτο δὲ τοῦτο ἐπ ' ἀνδρῶν , κόρυμβος δὲ ἐπὶ γυναικῶν , σκορπίος δὲ ἐπὶ παίδων .
' αὐχένι σάρκες : σφαιρωτὸς δ ' ἐφύπερθε μετήορος ὕψι κόρυμβος . ξείνη δ ' ἐν κεράεσσι φύσις κείνοισι τέτυκται
5568198 λατομιον
σφόδρα εὐδαίμονι : ὑπέρκειται δὲ κατὰ κορυφὴν ὄρος αὐτοῦ , λατόμιον λευκοῦ λίθου κάλλιστον ἔχον : τοῦτο μὲν οὖν ὄφελός
: εἶθ ' ἡ ἄκρα ἡ Ἀμφιάλη καὶ τὸ ὑπερκείμενον λατόμιον καὶ ὁ εἰς Σαλαμῖνα πορθμὸς ὅσον διστάδιος , ὃν
5565978 εὐηλιος
ἂν ᾖ , καὶ εὔυδρος ἐοῦσα καὶ ἄνυδρος , καὶ εὐήλιος καὶ πολύσκιος , καὶ ἀγαθὴ καὶ φλαύρη , ὥστε
γερανίας : τὸν ἔχοντα μακρὸν καὶ γερανώδη τράχηλον . γῆ εὐήλιος : ἡ ἀεὶ ἡλιουμένη . γλωττοδέψην : τὸν γνώμαις
5564053 Πολυν
ἂν εἴης αὐτὸς ἀναπληρῶσαι τὸ τὴν ἐμὴν προθυμίαν ἐκφυγόν . Πολὺν τρέμοντες διηγάγομεν χρόνον δεδιότες μή σε ὁ καιρὸς καὶ
Καλλίου , καὶ ὅτι μοιχεύων χρήματα ἐδίδου . γενναῖος : Πολὺν ἔχων ὄλβον . . κατωφαγᾶς : Ὅτε βαρύνεται ,
5563850 ἐρεσσομενων
. οὔπω κεῖθεν ἔην δολιχὸς πλόος , οὐδὲ γαλήνης δηρὸν ἐρεσσομένων ἠκούετο δοῦπος ἐρετμῶν , καὶ χθονὸς εὐκόλποισιν ἐπ '
τοῦ πίπτω πίπτυλος καὶ πίτυλος καὶ ἔστιν ὁ ἀπὸ τῶν ἐρεσσομένων κωπίων γενόμενος θόρυβος . πίτυλος ὁ κτύπος ὡς ἀπὸ
5561835 καταφυγαι
ἀδείας παρὰ τούτων τυχεῖν ; αἱ γὰρ τῶν ἄλλων ἀδικημάτων καταφυγαὶ τούτοις εἰσὶν ἐργασίαι , νόμοι , δικαστήρια , μάρτυρες
πόλεων καὶ οἰκείων καὶ φίλων , ἀλλ ' ἔστωσαν ἔφεδροι καταφυγαὶ τοῖς πρὸς εὐσέβειαν αὐτομολοῦσι : φίλτρον γὰρ ἀνυσιμώτατον καὶ
5557869 ὠχρη
μηνός : ἔπειτα τελευτήσει ἐξ ἑωυτοῦ ὁ ῥόος , καὶ ὠχρή τε καὶ λεπτὴ γίνεται . Ὅταν ὧδε γένηται ,
ὀξὺς ἔλαβε : γλῶσσα καυσώδης , ξηρὴ , τρηχείη , ὠχρή : ὀφθαλμοὶ ὠχροὶ , καὶ τὸ χρῶμα νεκρῶδες .
5556971 ἀμφιχεονται
Περιπροθέουσι : περιτρέχουσιν . ἀθρόαι : ἐξαίφνης , ὁμοῦ . ἀμφιχέονται : περὶ αὐτὸν πίπτουσι , καὶ κύκλῳ τρέχουσιν .
ὑψῆέν τε πανόσμεον , ὅσσα τε τύμβοι φάσγανα παρθενικαῖς νεοδουπέσιν ἀμφιχέονται , αὐτάς τ ' ἠιθέας ἀνεμωνίδες ἀστράπτουσαι τηλόθεν ὀξυτέρῃσιν
5554954 καταπελταις
καὶ ὅταν Ἀθήνας πολιορκῇ , μυρίαις πανοπλίαις καὶ τοῖς ἴσοις καταπέλταις καὶ πᾶσι τοῖς ἄλλοις βέλεσιν εἰς τὸν πόλεμον ἱκανοῖς
γὰρ αὐτοῖς οἱ ἀπὸ τῶν τειχῶν συναγωνιζόμενοι καὶ τοῖς ὀξυβελέσι καταπέλταις οὓς μὲν ἀπέκτεινον τῶν πολεμίων , οὓς δὲ κατετίτρωσκον
5553249 περιστυλος
. ἔχεται δὲ τῆς ἀγορᾶς ναὸς ἀρχαῖος στοαῖς ἐν κύκλῳ περίστυλος , ὁ δὲ ὄροφος κατερρύηκε τῷ ναῷ καὶ ἄγαλμα
τοῖς ἐπιγενομένοις . εἰσελθόντι μὲν γὰρ τὸν περίβολον οἶκος ἦν περίστυλος , ἑκάστης πλευρᾶς ἐκ τετταράκοντα κιόνων ἀναπληρουμένης , καὶ
5552173 σπιλαδες
πάγοι αἱ ἐξοχαὶ τῶν πετρῶν καὶ τῶν ὀρῶν : “ σπιλάδες τε πάγοι τε . ” πάγχυ παντελῶς . παιδνός
: αἱ κοιλάδες αἱ ὑπὸ τὰς πέτρας . σπήλυγγες : σπιλάδες . ἐβόμβεον : ἤχουν . ὅθεν καὶ βομβυλιὸς εἶδος
5551916 μειουσι
, βίαις ἐξαισίοις πνευμάτων : πάλιν τε ποταμοὺς πλημμυροῦσι καὶ μειοῦσι καὶ πεδία λιμνάζουσι καὶ τοὐναντίον ἀφαυαίνουσι : καὶ πελαγῶν
αἱ μετριότητες ἀπὸ τουτέων σκεπτέαι . Αἱ προαυξήσιες ἑκάστῳ ἃ μειοῦσι , καὶ αἱ μειώσιες ἃ προαυξοῦσι , καὶ τῇσι
5545081 ἐξεφθινται
Ἀγδαβάται ] ἔθνος Περσῶν . τὸ ἑξῆς , Ἀγδαβάται γὰρ ἐξέφθινται . φύστις ] ἔκφυσις , γονή . τοῦτο διὰ
μέσου . Ἀγδαβάται γὰρ , ὅ ἐστιν ἔθνος Περσῶν , ἐξέφθινται καὶ ἐφθάρησαν , πολλοὶ φῶτες , ἄνθος καὶ καλλώπισμα
5539715 πυργοι
τὸν αὐτὸν καιρὸν διιππεύει . πολύστατοι δὲ καὶ συνεχεῖς οἱ πύργοι δέξασθαι τοῖς χωρήμασι δυνάμενοι στρατοπέδου πλῆθος . τοιγαροῦν ἡ
τεῖχος παχὺ ἐπάλξεις ἔχον ἀμφοτέρωθεν . διὰ δέκα δὲ ἐπάλξεων πύργοι ἦσαν μεγάλοι καὶ ἰσοπλατεῖς τῷ τείχει , διήκοντες ἔς
5533653 ἀπλους
τὴν πρῶραν , ἀνοῖξαι τὴν ναῦν ὑπὸ τὴν ἐμβολήν , ἄπλους ποιῆσαι τὰς ναῦς , αὐτάνδρους καταδῦσαι , βαπτίσαι ,
: τῶν δ ' ἄλλων τὰς μὲν τοῖς ἐμβόλοις τύπτων ἄπλους ἐποίει , τῶν δὲ τοὺς ταρσοὺς παραϲύρων ἀχρήστους ἀπετέλει
5532764 Μυρτιου
ἂν ἐγένετο , μηδ ' οὕτω μανείην , ὡς ἐκλαθέσθαι Μυρτίου , καὶ ταῦτα ἤδη μοι κυούσης παιδίον . Ἐμάνης
. αἱ δὲ κάλλισται τῶν οἰκιῶν , φησίν , οὐ Μυρτίου καὶ Μνησίδος καὶ Ποθεινῆς προσαγορεύονται ; καίτοι Μνησὶς μὲν
5527143 ταυροισιν
μεγίστῳ καὶ γενναιοτάτῳ σφῶν ἑπόμενοι , κατάπερ αἱ βόες τοῖσι ταύροισιν . Ἐπεὰν ὦν τῷ ἕρκεϊ πελάσωσι , τήν τε
μεγίστῳ καὶ γενναιοτάτῳ σφῶν ἑπόμενοι , κατάπερ αἱ βόες τοῖσι ταύροισιν . ἐπεὰν ὦν τῷ ἕρκει πελάσωσι , τήν τε
5523980 τεθηραμενων
τοῦ μέλους οὐκ ἂν ἔτι ἀποσταίη . , : Τῶν τεθηραμένων ἐλεφάντων ἰῶνται τὰ τραύματα οἱ Ἰνδοὶ τὸν τρόπον τοῦτον
ἦν δὲ ἄρα τῇ Ἀταλάντῃ στρωμνὴ μὲν αἱ δοραὶ τῶν τεθηραμένων , τροφὴ δὲ τὰ τούτων κρέα , ποτὸν δὲ
5522544 σκιεροις
κατὰ μέρος εὐητρίοις ὕφεσιν ἢ γραφαῖς συνεφθαρμένα τὰ φωτεινὰ τοῖς σκιεροῖς ἐχούσαις . εὔφωνά τε εἶναι βούλεται πάντα τὰ ὀνόματα
ἐπὶ πλεῖστον διαμένει κρέα καθαρθέντα καὶ ἀναψυγέντα , ἐν τόποις σκιεροῖς καὶ νοτεροῖς τεθέντα , βορείοις μᾶλλον ἢ νοτίοις .
5521932 φραγμοις
οὐ πόρρω θαλάσσης . Δρακοντία μεγάλη φύεται ἐν συσκίοις καὶ φραγμοῖς . καυλὸν δ ' ἔχει λεῖον , ὀρθόν ,
τὸ ὑπὸ αἱμασιῶν περιεχόμενον αἱμασιὰν καλοῦσιν . αἱμασιαῖς : τοῖς φραγμοῖς κυρίως τοῖς ἠκανθωμένοις . αἱματοπώτης : οἱ Ἀττικοὶ μηκύνοντες
5521722 ἐμπνεων
; Ὦ Πνεῦμα Ἅγιον , δι ' οὗ Θεὸς ἅπασιν ἐμπνέων συνέχει καὶ διασῴζει καὶ ἐπὶ τὸ τέλειον ἀνάγει ,
πῦρ δὲ ἐκ μέσης ᾄττει τῆς νεώς , ἐς ὃ ἐμπνέων ὁ ἄνεμος πλεῖ ἡ ναῦς ἔτι καθάπερ ἱστίῳ χρωμένη
5521337 Περγαμηνων
' ἐς τὰ ὅμοια πολλοὺς κατεῖχεν . ὡς δὴ καὶ Περγαμηνῶν τὰ αὐτὰ βουλεύοντες ὀγδοήκοντα ἄνδρες ἑάλωσαν καὶ ἐν ἄλλαις
τῶν ἄστρων προσεῖχον . Ἐλαία , πόλις τῆς Ἀσίας Αἰολικὴ Περγαμηνῶν ἐπίνειον , ἡ καὶ Δαναῒς ὠνομάζετο , Μενεσθέως κτίσμα
5516899 ἐπιφυσεις
περισκάψαι καὶ γυρῶσαι φυτὸν ἢ βαθῦναι τάφρον ἢ τὰς περιττὰς ἐπιφύσεις ἀποτεμεῖν ἤ τι τῶν ὁμοιοτρόπων ἐργάσασθαι , τὰ δ
εἶναι . ἔνιοι δ ' ἐπιμυλίδας φασὶν εἶναι τὰς πλατείας ἐπιφύσεις . ἐπιγουνὶς δὲ τὸ ἀνώτερον μέρος τοῦ γόνατος ,
5513251 ἐπιχαρις
. διαλλακτῆρι δ ' οὐκ ἀμεμφεία φίλοις , οὐδ ' ἐπίχαρις Ἄρης . σιδηρόπληκτοι μὲν ὧδ ' ἔχουσιν σιδηρόπληκτοι δὲ
γελοίῳ τὸν ἔλεγχον . , , , . . σεμνόν ἐπίχαρις ὁ αὐτὸς σεμνότατος ὢν καὶ σπουδαστικώτατος , ὅμως ἐπίχαρις
5511288 γεναμενης
, τὰ χείρονα μηνύει , ἐν δὲ ταῖς ἐπαναφοραῖς συνόδου γεναμένης Ἡλίου καὶ Σελήνης τε τῶν μεγάλων φωστήρων , οὗτος
. γάγγραινα δέ ἐστιν ὁδὸς ἐπὶ νέκρωσιν , ὅταν σήψεως γεναμένης μελαίνωνται τὰ μόρια . , , . = ,
5501987 ζορκες
γυιοφθόρον ἰόν : ἔξοχα γὰρ δολιχοῖσι κινωπησταῖς κοτέουσι νεβροτόκοι καὶ ζόρκες : ἀνιχνεύουσι δὲ πάντη τρόχμαλά θ ' αἱμασιάς τε
κοινῶς τοῖς ἑρπετοῖς : ὀργίζονται δὲ αὐτοῖς οἱ νεβροτόκοι καὶ ζόρκες , τουτέστιν αὐτοὶ οἱ ἔλαφοι καὶ αἱ δορκάδες .
5500488 ἠπιωτερα
' πιοῦσα μητρυιὰ τέκνοις τοῖς πρόσθ ' , ἐχίδνης οὐδὲν ἠπιωτέρα . καὶ παῖς μὲν ἄρσην πατέρ ' ἔχει πύργον
Ὄσιριν ἐν τῷ πέμπτῳ τῶν Περὶ ζῴων . μόνη γυνὴ ἠπιωτέρα καὶ πραοτέρα μετὰ τὸ τεκεῖν , τὰ δὲ ἄλλα

Back