: κακοτεχνοῦντι γὰρ ἔοικεν διὰ τὴν ἀνταπόδοσιν , μᾶλλον δὲ παίζοντι , οὐκ ἀγανακτοῦντι . Πρέπει δὲ τῇ δεινότητι καὶ | ||
ἐν δὲ δὴ συμποσίῳ τίς ἂν καὶ ἁμιλλήσαιτο παρασίτῳ ἤτοι παίζοντι ἢ ἐσθίοντι ; τίς δ ' ἂν μᾶλλον εὐφράναι |
ἄγχομαι , [ φλυαρῶ , περιβάλλομαι , ] κατατυγχάνω , προσλαλῶ , συνεπερείδομαι , συλλαλῶ , κατατυγχάνω , καταμέμφομαι , | ||
ἔρχομαι , προσέρχομαι δὲ Ἀπολλωνίῳ , πρὸς Τρύφωνα λαλῶ καὶ προσλαλῶ Τρύφωνι , καὶ ἔστι μέν που καταφέρω οἶνον , |
ἐν Γηρυτάδῃ περίθεσιν : καὶ περιθέτην δέ , ὡς ἐν Ἄμφιδος Ἀλκμαίωνι καὶ Μενάνδρου Ὀλυνθίᾳ . σκεῦος δὲ καὶ ἡ | ||
τὸ ῥῆμα κονιᾶν , καὶ τὸν τοῦτο δρῶντα κονιατήν : Ἄμφιδος δὲ καὶ δρᾶμα Κονιατής . ἔργον δὲ τοῦ οἰκοδόμου |
καὶ τὸ μὲν σκεῦος κόρημα ὑπὸ Εὐπόλιδος εἴρηται ἐν τοῖς Κόλαξι τουτὶ λαβὼν τὸ κόρημα τὴν αὐλὴν κόρει : τὸ | ||
μακάρι ' Αὐτόμενες ὥς σε μακαρίζομεν , καὶ Εὔπολις ἐν Κόλαξι φημὶ δὲ βροτοῖσι πολὺ πλεῖστα παρέχειν ἐγὼ καὶ πολὺ |
κύλικας ἢ προχοίδια εἶναι δοκούσας , καὶ τὴν ἐν Ἀριστοφάνους Σκηνὰς καταλαμβανούσαις λήκυθον τὴν ἑπτακότυλον , τὴν χυτρίαν , τὴν | ||
Δημιοπράτοις ἀναγέγραπται , κόσκινον κριθοποιόν . ὁ δὲ Ἀριστοφάνης ἐν Σκηνὰς καταλαμβανούσαις ἔφη ὥσπερ κόσκινον αἰρόπινον τέτρηται . Λύχνοιδ ' |
ἐπὶ ἄρχοντος Ἰσάρχου , ὅτε Κρατῖνος μὲν ἐνίκα Πυτίνῃ , Ἀμειψίας δὲ Κόννῳ . διόπερ Ἀριστοφάνης ἀπορριφεὶς παραλόγως ᾠήθη δεῖν | ||
τὴν κεφαλήν . σκότος καὶ σκότον : ἑκατέρως . οὕτως Ἀμειψίας . στάδια καὶ σταδίους : ἑκατέρως λέγουσιν . ὁ |
ἐκλαλῶ , ἀλλοτριοῦμαι , ἐκπαλαίω , μυθολογῶ , λαλῶ , συρίζω , ἀπατῶ , μωραίνω , κλέπτω , κατασκευάζω , | ||
τ τρέπουσι , τύ λέγοντες ἀντὶ τοῦ σύ . Τὸ συρίζω τυρίσδω λέγουσιν : ἐπὶ δὲ τοῦ δευτέρου καὶ τρίτου |
τὸ ἀεκαστί , ὡς ἰάζω ἰαστί , αἰολίζω αἰολιστί , δωρίζω δωριστί . τοῦτο ἐν ἐνδείᾳ τοῦ ς καὶ Ἰωνικῇ | ||
ἀπὸ ῥημάτων παραχθεῖσιν ἐπιρρήμασι καὶ ὀξυνομένοις σύνεστι τὸ ς , δωρίζω δωριστί , αἰολίζω αἰολιστί . τὸ δὴ οὖν αἴτιον |
, ἀλλὰ Φερεκράτης ἐν τοῖς Κραπατάλλοις πρὸς τῇ κεφαλῇ μου λάσανα καταθεὶς πέρδεται . καὶ δίφρον δ ' ἂν εἴποις | ||
τὴν γαστέρα ; βάλλ ' ἐς κόρακας . πόθεν ἂν λάσανα γένοιτό μοι ; κάμνοντα δ ' αὐτὸν τοῦ θέρους |
σὺ δὲ ταῦτα τεῷ ἐνικάτθεο θυμῷ : σημειούμεθα παρ ' Ἡρακλείδῃ ἐν τοῖς Περὶ χρησμῶν , ὅτιπερ καὶ λέγουσί τινες | ||
ὀφείλοιντο ἄλλους τε κρείττονας δέοι σε μισθοῦσθαι ; ἀλλὰ γὰρ Ἡρακλείδῃ , ὡς πρὸς ἐμὲ ἐδήλου , πάμπολυ δοκεῖ τοῦτο |
διφθόγγῳ , μὴ τῇ ΑΙ ἢ ΕΙ , περισπᾶται : ἐρευνῶ θοινῶ χαυνῶ κοινῶ οἰνῶ , χωρὶς τοῦ ἐλαύνω . | ||
ἐπένθεσιν ἐρεύω ὡς χέω χεύω , ἀφ ' οὗ τὸ ἐρευνῶ , ὡς οἴχω οἰχνῶ , ἵκω ἱκνῶ . . |
ἅμα δὲ καὶ ἐν τῇ τρίτῃ τάξει καθιστάμενα μετὰ τῶν νωτοφυλάκων , τοὺς ὡς εἰκὸς κατὰ νῶτον ἐπιφαινομένους ἐχθροὺς εἰς | ||
τοῖς εὐκαίροις χωρίοις τασσόμενα , μέχρι τοῦ γενέσθαι ἄντικρυς τῶν νωτοφυλάκων τὰ ἀργοῦντα χωρία τῆς ὑποδοχῆς εὔκαιρα ποιοῦσιν . Καὶ |
: ἦν γὰρ ἀσθενής . Ἀμύγδαλα , καρύδι ' , ἐπιφορήματα . Ἕλκειν τὸ βέδυ σωτήριον προσεύχομαι , ὅπερ μέγιστόν | ||
τῶν δευτέρων τραπεζῶν λέγων : ἀμυγδάλια , καρύδι ' , ἐπιφορήματα . καὶ Ἄρχιππος ἐν Ἡρακλεῖ καὶ Ἡρόδοτος ἐν αʹ |
λύσας ἴσως ἂν τὸν λαγὼν ξυναρπάσειεν ὑμῶν ‚ καὶ ἐν Δαιταλεῦσιν ἀπόλωλα : τίλλων τὸν λαγὼν ὀφθήσομαι . Ξενοφῶν δ | ||
ἓν τῶν μαγείρου σκευῶν : Ἀριστοφάνης δὲ αὐτὸ εἴρηκεν ἐν Δαιταλεῦσιν οὔκ , ἀλλὰ ταῦτά γ ' ἐπίχυσις τοῦ χαλκίου |
συμφοράν , ὡς ἡ Νιόβη παρὰ Αἰσχύλῳ , ἢ διὰ περίσκεψιν , ὡς ὁ Ζεὺς παρὰ τῷ ποιητῇ πρὸς τὴν | ||
τῷ δοκεῖν εἰς τὸ προμηθὲς καὶ τὴν τοῦ μέλλοντος ἀκριβῆ περίσκεψιν : σφόδρα γὰρ τοὺς ἐν ἡγεμονίαις εὐλαβεῖτο τὰς πρὸς |
, λειώσας . Λελογχώς : ἐκ τοῦ λήχω ἔλογχα καὶ λέλογχα . Λέπαδνα : οἱ περὶ τὰ στήθη τῶν ἵππων | ||
ὀνύχεσσι δίπτυχον παρειάν . ἰώ μοί μοι . μυσαρῶι δολίωι λέλογχα φωτὶ δουλεύειν , πολεμίωι δίκας , παρανόμωι δάκει , |
ὀξυτόνως ἀνεγνώσθησαν παρὰ τῷ ποιητῇ καὶ ἅπασι τραγικοῖς τε καὶ κωμικοῖς , αἵ τε γραφαὶ οὐκ ἔχουσι τὸ ι προσκείμενον | ||
ποτήριον . ἀγαθῶν ἀγαθίδες : τάττεται ἡ παροιμία παρὰ τοῖς κωμικοῖς ἐπὶ πολλῶν ἀγαθῶν . ἀγάλλεσθαι : χαίρειν , μεγαλοφρονεῖν |
˘ – ˘ – ˘ – ˘ – ˘ – Παύσασθε . Λεύσσω γὰρ Αἴγισθον ἐκ προδήλου . ˘ – | ||
ἐπεβουλεύθη ποθέν , οὐκ εὐθανάτως ἀπῆλθεν ἐλθὼν εἰς χρόνον . Παύσασθε νοῦν ἔχοντες : οὐδὲν γὰρ πλέον ἁνθρώπινος ' νοῦς |
; ἀλλὰ πρότερον οἴει δεῖν σκέψασθαι εἰ ἀληθῆ λέγουσιν . Ἔγωγ ' , εἶπεν . Ἐπεὶ οἰκείων καὶ συνήθων , | ||
εἰς ποτέραν τῶν τάξεων τούτων σαυτὸν δικαίως ἂν τάττοις ; Ἔγωγ ' , ἔφη ὁ Ἀρίστιππος : καὶ οὐδαμῶς γε |
φανέντα καὶ καταδόξαντα εἶναι τοῖς τότε ἀνθρώποις τὸν Καρνεάδην . Ὅμως δέ , καίτοι καὐτὸς ὑπὸ τῆς στωϊκῆς φιλονεικίας εἰς | ||
νὴ τὸν Δία εὕδει καταφαγὼν μύρτα καὶ σέρφους τινάς . Ὅμως ἐπέγειρον αὐτόν . Οἶδα μὲν σαφῶς ὅτι ἀχθέσεται , |
, καρβατίνας ὑποδεδεμένοι , πολλὴν τὴν σκοροδάλμην ἐρυγγάνοντες , ” Ἰὴ Ἀλέξανδρε . “ Πολλάκις δὲ ἐν τῇ δᾳδουχίᾳ καὶ | ||
παιάν ἐστιν , ὃν ᾄδουσι Ῥόδιοι : ἔχει γὰρ τὸ Ἰὴ παιὰν ἐπίφθεγμα , ὥς φησι Γόργων ἐν τῷ Περὶ |
. . . . ἀπεστύπαζον : τύπτω τυπτάζω , ὡς κύπτω κυπτάζω , ἀποβολῇ τοῦ τ ἀπετύπαζον καὶ πλεονασμῷ τοῦ | ||
. κυφὸν δὲ τὸ κυρτοειδὲς καὶ περιφερές . παρὰ τὸ κύπτω κυφός . . . , , . , . |
τὰ πράγματα : ἀβάκιον δὲ ἐφ ' οὗ ψηφίζουσιν . παρακέκρουσται καὶ παρακέκρουται διαφέρει : τὸ μὲν γὰρ σὺν τῷ | ||
Ἕκτορα , τοῖσι δ ' ἀρήγει . ἡ διπλῆ ὅτι παρακέκρουσται τὸν ὅρκον : οὐ γὰρ διὰ τὴν αὐτῆς βούλησιν |
θρύπτεται . Βησαντῖνός φησι ἐν τῷ Περὶ Χρηστομαθίας οὕτως : βρένθειόν ἐστι μύρον : καὶ οὕτως † ἐστὶ τοῖς Ἰάμβοις | ||
θρύπτεται . Βησαντῖνός φησι ἐν τῷ Περὶ Χρηστομαθίας οὕτως : βρένθειόν ἐστι μύρον : καὶ οὕτως † ἐστὶ τοῖς Ἰάμβοις |
Πραξιφάνης ἐν τῷ περὶ ἱστορίας , Πλάτωνι τῷ κωμικῷ , Ἀγάθωνι τραγικῷ , Νικηράτῳ ἐποποιῷ καὶ Χοιρίλῳ καὶ Μελανιππίδῃ . | ||
λόγον , πειράσομαι ὑμῖν διελθεῖν ἐκ τῶν ὡμολογημένων ἐμοὶ καὶ Ἀγάθωνι , αὐτὸς ἐπ ' ἐμαυτοῦ , ὅπως ἂν δύνωμαι |
! ! ! ! ] ´ας [ ! ] [ κατέδησεν ] ἵππους : ! ! ! ! ! ! | ||
ὑποστροφῆς παρεγένετο πρὸς τὸν Πηλέα : ὅθεν τὰς φρένας αὐτοῦ κατέδησεν ἡ ὀλιγωρία . ἀμηχανία δὲ ἡ ἀπορία καὶ λύπη |
μύκητα , καὶ , ἐπεὶ λήξειν ἔμελλεν , ἐξίδρωσεν . Ἐπιχάρμῳ , περὶ πληϊάδων δύσιν , ὤμου ὀδύνη , καὶ | ||
παρὰ Κρατίνῳ ἐν Πανόπταις ἀλλοτριογνώμοις ἐπιλήσμοσι μνημονικοῖσι καὶ παρ ' Ἐπιχάρμῳ ἐν Μεγαρίδι εὔυμνος καὶ μουσικὰν ἔχουσα πᾶσαν φιλόλυρος † |
ἀπεκρύψω ὅτι μέλλεις ἄρα πορρωτέρω ἀποδημεῖν , καὶ αὐτὸς δὲ ἄρχομαι ποθεῖν σε νὴ τὸν Δία τὸν Ὀλύμπιον . ἀλλὰ | ||
οἷον συνεχῶς ἀναγιγνώσκω , ἀρκτικῇ , οἷον ἄρχομαι ζέειν , ἄρχομαι θερμαίνεσθαι . Ἐγκλίσεις πόσαι εἰσίν ; πέντε , ὁριστική |
ἐγὼ δὲ ἐφοίτων : ἐτριταγωνίστεις , ἐγὼ δὲ ἐθεώμην : ἐξέπιπτες , ἐγὼ δὲ ἐσύριττον : κακοτεχνοῦντι γὰρ ἔοικεν διὰ | ||
δὲ ἐκκλησίαζον . ἐτριταγωνίστεις , ἐγὼ δ ' ἐθεώρουν : ἐξέπιπτες , ἐγὼ δ ' ἐσύριττον . Ἐνέργειαν δὲ καὶ |
ἐκ τῆς πολλῆς ἡσυχίας , ὥσπερ ἔφην , τοῦ θεοῦ προαγαγόντος κατὰ τοὺς λόγους : ἅπαντες δ ' ἦσαν ἐπ | ||
τρίτον ἢ δεύτερον ἢ ὁποστονοῦν προεληλυθὸς ἐν τῷ εἴδει τοῦ προαγαγόντος . Τοῦτο μὲν δὴ σεμνότατον , εἰ καὶ τὰ |
ἐτριταγωνίστεις , ἐγὼ δὲ ἐθεώμην : ἐξέπιπτες , ἐγὼ δὲ ἐσύριττον : κακοτεχνοῦντι γὰρ ἔοικεν διὰ τὴν ἀνταπόδοσιν , μᾶλλον | ||
τὸν Πᾶνα προσαγορεύσαντες , τὸ ἐντεῦθεν ὑπὸ τῇ δρυῒ καθεσθέντες ἐσύριττον : εἶτα ἀλλήλους ἐφίλουν , περιέ - βαλλον , |
ᾧ ἐνεκάθευδον οἱ περὶ τὸν Ἀπολλώνιον , καὶ τὸν σκίμποδα ἐπιψηλαφήσας προσεῖπέ τε τὸν ἄνδρα , καὶ ἤρετο αὐτόν , | ||
λαβών : καὶ Πλάτων ὁ φιλόσοφος Πρωταγόρᾳ : καὶ ἅμα ἐπιψηλαφήσας τοῦ σκίμποδος , ἐκαθέζετο παρ ' ἐμέ . ὁ |
ιϚʹ . ἡμέτερον + βᾶτ ' ἐν δόμωι : ἡ ὠιδὴ καὶ στροφὴ αὕτη ἡ ἐν ἐκθέσει τοῦ δράματος κώλων | ||
. Κύκλωπος ἔσω βλεφάρων ὤσας λαμπρὰν ὄψιν διακναίσει ; [ ὠιδὴ ἔνδοθεν . ] σίγα σίγα . καὶ δὴ μεθύων |
τὴν ἑπτακότυλον , τὴν χυτραίαν , τὴν καλήν , ἣν ἐφερόμην , ἵν ' ἔχοιμι συνθεάτριαν . Χρῶμαι γὰρ αὐτοῦ | ||
πρὸς μακάρων λιτάς . . ἀλλ ' ] οὐ μάτην ἐφερόμην πρὸς τὴν πόλιν . ἀρχαῖα βρέτη ] τὰ ἐξ |
ἀνεκφώνητον : προσθετέον δὲ χωρὶς τῶν εἰς ω θηλυκῶν . Τοῖν Αἰάντοιν : πᾶσα εὐθεῖα δυϊκῶν καὶ ἑξῆς . Σαφὴς | ||
ἀντιπάλοις γινόμεθα . ὧν ἀμφοτέρων οἰκεῖα ἔχεις τὰ παραδείγματα . Τοῖν μὲν ξένοιν ἐπεμελήθην ὡς παρεκάλεις , καὶ τὸν ἐν |
τέσσαρα : δαίω , τὸ κόπτω : δαίω , τὸ εὐωχοῦμαι : δαίω , τὸ καίω : δαίω , τὸ | ||
καὶ ὁ μισθός . ἔνθου ἀπὸ τοῦ θῶ , τὸ εὐωχοῦμαι . ὁ μέλλων θώσω . τὸ ἔνθω ἀφ ' |
δ . : Διαβόητα δ ' ἐστὶ καὶ τὰ ἐπὶ Κρατίνῳ τῷ Ἀθηναίῳ γενόμενα , κ . τ . λ | ||
, ἔφη ὁ Οὐλπιανός , σπάσας οἴνου τοσοῦτον . παρὰ Κρατίνῳ ἔχεις ἐν Ὀδυσσεῦσι : τῆ νῦν τόδε πῖθι λαβὼν |
κέρατα ἔχειν : ἐπὶ τῶν ἀνδρίας ὑπόληψιν ἐχόντων . Πρὸς κώρυκον γυμνάζεται : ἐπὶ τῶν διακενῆς μοχθούντων . Πρὸ τῆς | ||
τῆι χαράδραι τρώγοντες ἅλιμα καὶ κακὰ τοιαῦτα συλλέγοντες εἰς τὸν κώρυκον . κἀν τῶι κυρίως Κωρύκωι δ ' ἐπιγραφομένωι φησί |
Ἑλένη ς ' ἀδελφὴ ταῖσδε δωρεῖται χοαῖς “ . τὸ δωροῦμαι δὲ τὸ ἀποχαρίζομαι , ἀπὸ δοτικῆς εἰς αἰτιατικήν . | ||
Προπίνω σοι , ὦ Σεύθη , καὶ τὸν ἵππον τοῦτον δωροῦμαι , ἐφ ' οὗ καὶ διώκων ὃν ἂν θέλῃς |
λέσχας παῦσαι δυσωνῶν αἰκῶς ἄκοος ἀκύκλιος ἀλλοκοτώτατον καὶ ἀλλοκοτώτερον ἀμφιμάσχαλος ἀμφωτίδες ἀνεγκλητί ἀποθρέξεις ἀρχωνίδας ἄσκην ᾆσμα καὶ ᾀσμάτιον καὶ ᾀσμόν | ||
, . [ . . . , . ] : ἀμφωτίδες : χαλκᾶ τινα , ἅπερ οἱ περιετίθεσαν . Συναγ |
τε ἐφ ' οἷς ἐβουλεύετο καὶ μόνον τῶν ἱκετευσάντων τὴν Χαλκίοικον ἁμαρτεῖν ἀδείας κατ ' ἄλλο μὲν οὐδέν , φόνου | ||
ἁμᾶ ποίη χορωφελήταν , καὶ τὰν κρατίσταν παμμάχον , τὰν Χαλκίοικον ὕμνη . Ὦ Ζεῦ , χελιδὼν ἆρά ποτε φανήσεται |
ἐγὼ δ ' ] λείπει οὐκ ἔχω . σαίνομαι ] παραμυθοῦμαι . εἶχε φωνὴν ] ὁ πλόκαμος δηλονότι . δίφροντις | ||
χρήσωνται , ἀλλ ' ὅπως ὑμεῖς θαυμάζοιτε . Ταῦτα ὑμᾶς παραμυθοῦμαι εἰδὼς τὸν βίον ἑκάτερον , καὶ ἄξιον ἑορτάζειν ἐνθυμουμένους |
τὸ θύειν κεκλῆσθαι ὁ τόπος οὗτος . Φερεκράτης δὲ τὰ θυλήματα , ἃ πέρ ἐστιν ἄλφιτα οἴνῳ καὶ ἐλαίῳ μεμαγμένα | ||
λαβών : ἐγὼ δ ' ἐπὶ σπλάγχν ' εἶμι καὶ θυλήματα . Ἐμοὶ μελήσει ταῦτά γ ' : Ἀλλ ' |
ἡ τραγῳδία καὶ ἡ κωμῳδία . μάθοις δ ' ἂν Τηλεκλείδου λέγοντος ὧδε : „ τίς ἥδε κραυγὴ καὶ δόμων | ||
γὰρ ἐς τὴν χλαμύδα κατεθέμην ποτέ καὶ τὸν πέτασον . Τηλεκλείδου δ ' ἐν Ἀμφικτύοσιν εἰπόντος δουλοπό - νηρον ῥυπαρὸν |
καὶ συγκοπῇ τῆς σα συλλαβῆς ἀπειλήτην . ἢ ἀπὸ τοῦ ἀπειλῶ ἠπείλουν : τὸ δυϊκὸν ἠπειλεῖτον ἠπειλείτην , συστολῇ τῆς | ||
καὶ ὑποθέσεις τοῖς ἰάμβοις ; “ Ταῦτά σοι καὶ αὐτὸς ἀπειλῶ , οὐ μὰ τὸν Δία τῷ Ἀρχιλόχῳ εἰκάζων ἐμαυτόνπόθεν |
πολλαχοῦ , καὶ Εὐριπίδῃ εἴρηται , καὶ ἐν τῷ παρόντι Αἰσχύλῳ λέγοντι εἰς τὸ ὄπισθεν δρᾶμα “ ψαλίοις τετραβάμοσι ” | ||
χειλός : πόα , χόρτος . χειμάμυνα : παρ ' Αἰσχύλῳ , ἡ παρ ' Ὁμήρῳ ἀλεξάνεμος . χείμαρος : |
] Καλλίτριχον ἑψήσας ἐν ὕδατι δίδου πιεῖν . ἄλλο . στοιβὴν τὴν εἰς τὰ κεράμια , τὴν ἀκανθώδη κόψον εἰς | ||
ἐν τῷ λόγῳ . ἀπὸ τῆς στοιβῆς τῶν φορτίων . στοιβὴν : Σωρείαν λέξεων ἐνοῦσαν ἔξω τοῦ πρέποντος , παρὰ |
, δορυάλωτος , δορύληπτος . Ἀριστοφάνης δ ' ἐν Σκηνὰς καταλαμβανούσαις ἔφη καὶ τῶν πλατυλόγχων διβολίαν ἀκοντίων . καὶ λοφοπωλεῖν | ||
δ ' ἐκαυλίζοντο καὶ ξυστὴ κάμαξ , ἐν δὲ Σκηνὰς καταλαμβανούσαις καὶ τῶν πλατυλόγχων , ὡς ὁρᾷς , ἀκόντων : |
ἔγχεον . λαβὲ τῆς Ὑγιείας δὴ σύ . φέρε , τύχἀγαθῇ . τύχη τὰ θνητῶν πράγμαθ ' , ἡ πρόνοια | ||
ἔγχεον . λαβὲ τῆς ὑγιείας δὴ σύ . φέρε , τύχἀγαθῇ . τύχη τὰ θνητῶν πράγμαθ ' , ἡ πρόνοια |
εἴρηται δὲ σχῆμα διὰ τὸ μετασχηματίζεσθαι , ὡς ἐπὶ τῶν ὀρχουμένων ἀνθρώπων ἢ ὡς ἐπὶ τοῦ πηλοῦ τοῦ πλαττομένου καὶ | ||
. . τὸ δ ' ἐξ ἀρίστου ἀνδρῶν , γυμνῶν ὀρχουμένων καὶ ᾀδόντων Θαλητᾶ καὶ Ἀλκμᾶνος ᾄσματα καὶ τοὺς Διονυσοδότου |
γενική , οὐ συνούσης τῆς ὑπό προθέσεως , ὡς τὸ κυριεύω σοῦ , καὶ δοτική , ὡς τὸ παλαίω σοί | ||
τοῦ ἄνασσε σύνταξις τὴν γενικὴν ἀπῄτησεν . οὕτως ἔχει τὸ κυριεύω , δεσπόζω , κρατῶ , ἄλλα πλεῖστα τῆς ἴσης |
. ἀλλ ' ἤδη αὐτὰ ἀφαιροῦμαι : οἷον , οὐ διστάζω . ἐπεὶ εἶπε σπουδάσεις , λέγει οὐ σπουδάσω λόγοις | ||
' εἰκών : φέρ ' ἰδώμεθα , μὴ Βερενίκας : διστάζω , ποτέρᾳ φῇ τις ὁμοιοτέραν . Λύσιππε , πλάστα |
Ὁ δ ' ἕν τι δοξάζων οὐκ ὄν τι ; Συγχωρῶ . Ὁ ἄρα μὴ ὂν δοξάζων οὐδὲν δοξάζει . | ||
γὰρ ἀπ ' αὐτῶν ὀνησόμεθα . συγχωρεῖς οὕτως ἔχειν ; Συγχωρῶ . Ἆρ ' οὖν τῳ φίλοι ἐσόμεθα καί τις |
] ἐπεί . τί δρᾷ ] τί ποιεῖ . Γ ἐπίπαστα : τὰ ἐπιπασσόμενα τῷ ἔτνει ἄλευρα . ἔτνος δὲ | ||
ἐπιπάσσειν τινὰ καρυκεύματα ἁλμυρά , καὶ διὰ τοῦτο ἔφη τὰ ἐπίπαστα . ΓΘ δημιόπραθ ' : τὰ δημοσίᾳ πιπρασκόμενα ἐκ |
. καὶ Εὐριπίδης ἐν Ἡρακλεῖ γέροντα τὴν δ ' ἔσω γραῖαν δόμων ἀντὶ τοῦ ἔνδον . καὶ Εὔβουλος ὁ τῆς | ||
καρδία σφαλήσεται . καὶ τὸν γέροντα τήν τ ' ἔσω γραῖαν δόμων τιμᾶτε πατρὸς μητέρ ' Ἀλκμήνην ἐμοῦ ξένους τε |
τὸ Δημοσθενικόν , ἐδίδασκες γράμματα , ἐγὼ δὲ ἐφοίτων : ἐτέλεις , ἐγὼ δ ' ἐτελούμην . πεποίηκε δὲ Δημοσθένης | ||
πάλιν ἐπαναφορά : ἐδίδασκες γράμματα , ἐγὼ δὲ ἐφοίτων : ἐτέλεις , ἐγὼ δὲ ἐτελούμην : ἐγραμμάτευες , ἐγὼ δὲ |
: Τὸ Ἀθήνησι διατρίβειν ἐργῶδες : ὄγχνη γὰρ ἐπ ' ὄγχνῃ γηράσκει , σῦκον δ ' ἐπὶ σύκῳ : τὴν | ||
' αὐτῶν χρηστὸν καὶ ἔγκαρπον ; Ἢ ὄγχνη μὲν ἐπὶ ὄγχνῃ γηράσκει , καὶ ἐπὶ μήλῳ μῆλον , καὶ σταφυλὴ |
ὦ δέσποιν ' , ἀγαλοῦμεν ἡμεῖς ἀεί . καὶ Ἕρμιππος Ἀρτοπώλισι φέρε νῦν ἀγήλω τοὺς θεοὺς ἰοῦσ ἐγώ . δηλοῖ | ||
παντὸς , ὦ ποτνία , ἀγαλοῦμεν ἡμεῖς ἀεί . Ἕρμιππος Ἀρτοπώλισι φέρε νῦν ἀγήλω τοὺς θεοὺς ἰοῦς ' ἐγὼ καὶ |
Σικελίας . Μέλαινα δεινὴ γλῶσσα Βρεττία παρῆν . Ἐπὶ τῷ ταρίχει τὸν γέλωτα κατέδομαι . Οὕτω γὰρ ἡμῖν ἡ πόλις | ||
τρέφων . μέλαινα δεινῶς πίττα Βρεττία παρῆν . ἐπὶ τῷ ταρίχει τὸν γέλωτα κατέδομαι . ἡ μᾶζα γὰρ σᾶ καὶ |
λόγοις αὐτοῦ τούτοις . Καὶ ἐκαιόμην τοῖς σπλάγχνοις ἀναγγεῖλαι ὅτι πέπραται : ἀλλ ' ἐφοβούμην τοὺς ἀδελφούς μου . Καὶ | ||
ἐξανίσταμαι τὸν ἀμφιτάπητα συστορέσας , καὶ Ἀλκιβιάδου δὲ ἀμφιτάπης τις πέπραται . Ὁμήρου δὲ τὴν αἰγίδα ἀμφιδάσειαν εἰπόντος , ἔστι |
αὐτῷ εἰπών : ” ἄνδρες φίλοι , οὐ τὸν νεκρὸν καλύπτω , ἀλλὰ τὴν τύχην περιστέλλω . ” Ὁ αὐτὸς | ||
τὰ κλινόμενα . κατ ' ἔνδειαν τοῦ μ . ὡς καλύπτω καλύψω . Κόλαξ . παρὰ τὸ κολλᾶσθαι : κόλλα |
† , οὐχ † ἱστοριογράφον † λέγουσιν οἱ Ἀττικοί . καθεδοῦμαι : τὸ καθεδοῦμαι καὶ καθεδῇ καὶ καθεδεῖται Ἑλληνικά , | ||
παρὰ τοῦ πνεύματος δύναμιν τοῦ λόγου λαβών , ἐγὼ δὲ καθεδοῦμαι δέγμενος Αἰακίδην ὁπότε λήξειεν ἀείδων . Ἀπῄειν ἐπὶ τὴν |
λαβὼν ἄγει πρὸς τὴν Ἀνθίαν , ἡσθήσεσθαι νομίζων ἀνδρὶ ὀφθέντι Ἐφεσίῳ . Ἡ δὲ ἐφιλοφρονεῖτό τε τὸν Εὔδοξον καὶ ἀνεπυνθάνετο | ||
μάντις τῆς πόλεως . ἀρέσκει δὲ ταῦτα καὶ Νικοστράτῳ τῷ Ἐφεσίῳ καὶ Πανυάσιδι τῷ Ἁλικαρνασσεῖ γνωριμωτάτοις ἀνδράσι καὶ ἐλλογίμοις . |
πεποίηκε παῖδα Ἐφέσιον παγκρατιαστήν , Ἀμύνταν Ἑλλανίκου . Χίλωνι δὲ Ἀχαιῷ Πατρεῖ δύο μὲν Ὀλυμπικαὶ νῖκαι πάλης ἀνδρῶν , μία | ||
ὃν τέκεν Ἀστυόχεια . ἔοικε δὲ ὁ Πίνδαρος ἐντετυχηκέναι τῷ Ἀχαιῷ ἱστοριογράφῳ : ἐκεῖνος γὰρ οὕτως γενεαλογεῖ : Ὑπερόχης Εὐρύπυλος |
ἀνὰ # δ , κηροῦ # β : ἕψε τὴν μολύβδαιναν ϲὺν τῷ ἐλαίῳ ἕωϲ ποϲῆϲ ϲυϲτάϲεωϲ , εἶτα ἐπίβαλλε | ||
⋖ δ : ϲὺν ἐλαίῳ παλαιῷ κατάχριε . Ἕλκυϲμα ἢ μολύβδαιναν λειώϲαϲ ἔμπλαϲϲε . Ἄλλο πρὸϲ ἀχῶραϲ καὶ τὰϲ διύγρουϲ |
τε τὴν αὐτὴν ἔχει , ὅτι περιπατῶ , κινοῦμαι : διὅτι περιπατῶ , κινοῦμαι . ἀλλὰ πρός γε ταῦτα ῥητέον | ||
ἐπὶ . κλητικῆςΤοῖς . αὐτοῖς ἐπιχειρήμασι προσχρηστέον καὶ ἐπὶ τοῦ διὅτι καὶ ἔτι τοῦ καθὅτι . καὶ γὰρ ἡ κατά |
εἶδος . . . βατιοσκόποι οἱ ὀψοφάγοι . ὀπτημένον . πεπνιγμένον ] ἡψημένον . πεπνιγμένον : δέον εἰπεῖν ⌈ “ | ||
' ἥδιον ἂν δικίδιον σμικρὸν φάγοιμ ' ἂν ἐν λοπάδι πεπνιγμένον . νὴ Δί ' , εἰθίσθης γὰρ ἥδεσθαι τοιούτοις |
γίνεται . γελασίνην λῆμμα καὶ ἀνάλωμα καὶ συμπαίζει καριδαρίοις μετὰ περκιδίων καὶ θρᾳττιδίων , καὶ ψητταρίοις μετὰ κωθαρίων , καὶ | ||
παρ ' οὐδενὶ τῶν Ἀττικῶν . Ἀναξανδρίδης : κορακινιδίοις μετὰ περκιδίων καὶ θρᾳττιδίων . Ἀντιφάνης : θρᾷτταν ἢ ψῆττάν τιν |
. βορῆς : τροφῆς . ἀπόπαστον : ἄγευστον ἀπὸ τοῦ πάω πῶ τὸ λαμβάνω . ἐρύκει : κωλύει , κρατεῖ | ||
καὶ ἀνακτήσει τοῦ ὀστρέου . πάσαντο : ἔφαγον ἀπὸ τοῦ πάω ῶ . Τόφρα : ἕως τότε , τοσοῦτον , |
αὐτῶν Ἰωάννου Χάρακος . Πρῶτος δὲ κείσθω ὁ περὶ τῶν μονοσυλλάβων : τὰ εἰς ων μονοσύλλαβα καὶ ὀξύνεται καὶ προσθέσει | ||
τὸ τ ἐν τῷ ῥήματι . Φιλόξενος ἐν τῷ περὶ μονοσυλλάβων ῥημάτων . Τηλοῦ . παρὰ τὸ τέλος τελοῦ ἐστὶ |
* ἑρπηστᾶο : ἑρπετοῦ * ἔβρυξεν : ἔφαγεν ἔλαβεν ἔδακεν βρύχω σημαίνει τὸ συνερείδειν τοὺς ὀδόντας μετὰ ψόφου ἔδακε : | ||
Ἐρίβροχοι : ὀξύβρυχοι ἀπὸ τοῦ ι ἐπιτατικοῦ μορίου καὶ τοῦ βρύχω . Δαμῆναι : σφαχθῆναι . Αἰχμητῇσι : τοῖς πολεμισταῖς |
ἐστι τῆς ψυχῆς : ἢ παρὰ τὸ δομῶ , τὸ οἰκοδομῶ : οἰκοδόμημα γάρ ἐστι τῆς ψυχῆς καὶ οἰκητήριον : | ||
ὧν τί πρὸς ἐμέ ἐστιν ; ἢ ὅτι τὴν οἰκίαν οἰκοδομῶ πολυτελῶς ; ἀλλ ' οὐκ ἐῶ πίπτειν ; ἢ |
κολάσεως τετυχικώς τις ἐπιπαιδείαν . οὕτω Φίλων ἐν τῷ περὶ Ἑλληνισμοῦ . . . . τινὲς δὲ καὶ οὕτω φασὶ | ||
χλαῖναν καὶ χλανίδα διαφέρειν φησὶ Τρύφων ἐν τῷ πέμπτῳ Περὶ Ἑλληνισμοῦ καὶ παρατίθεται Ξενοφῶντα . χλαίνας μὲν γάρ φησι λέγεσθαι |
Δάματερ πολύκαρπε . Δάματερ πολύκαρπε : αὕτη ἐστὶν ἡ τοῦ Λιτυέρσου ᾠδή , τὸ Δάματερ πολύκαρπε . σφίγγετ ' ἀμαλοδέται | ||
καὶ ὡς πρέπουσαν ἐργάτῃ ᾠδὴν εἴρηκε περιέχουσαν τὰ περὶ τοῦ Λιτυέρσου τοῦ Μίδου υἱοῦ , ὃν Ἡρακλῆς ἀνεῖλε πολλοὺς ἀναιροῦντα |
ἔργοις . οἷον , ταχέως ἅμα βοῆ . ἀνεσόβοω : σοβῶ ἐστὶ , τὸ ἐντρέχω . ἔνιοι δὲ τὸ ἐκδιώκω | ||
δολῶ : δονῶ : θολῶ : κροτῶ : κλονῶ : σοβῶ : στορῶ : τορῶ : φρονῶ : χολῶ : |
δ ' ἂν εἴποις τὰς τῶν ὀχετῶν ἀρχάς , ὡς Ὑπ . ἐν τῷ περὶ ὀχετοῦ . . , . | ||
. μετοικικῆϲ ϲυμμορίαϲ ταμίαϲ . . , . ἀγοράϲ . Ὑπ . ἐν τῷ κατὰ Πολ . π . τ |
τοῖς τὰ τοιαῦτα ἅπερ οὗτος ἐξημαρτηκόσιν . περὶ μὲν οὖν Κινησίου ταῦτα ὁ ῥήτωρ εἴρηκεν . λεπτότερος δ ' ἦν | ||
? ] ] ! [ σκηνὴ μέν * τοῦ χοροκτόνου Κινησίου . , . . . . Μυῖα φύλλιδι χαίρειν |
προσλαλῶ , ἀμφιβάλλω , ἀμοι - βαδίζω , βακχεύω , ἀναστρέφομαι , ἐπηρεάζω , εἰρωνεύομαι , δικολογῶ , προφασίζομαι , | ||
τῇ χύτρᾳ . ἐτυμολογεῖται δὲ ἀπὸ τοῦ πέλω : τὸ ἀναστρέφομαι . ἐνταῦθα δὲ πέλανον τὴν θυσίαν φησί . . |
. νεανισκεύεται : Ἄμφις Ἐρίθοις . Ποσείδιππος Δημόταις . Εὔπολις Αἰξίν . ἰδίως δὲ ἐσχημάτικεν τὸ νεανισκεύειν ἐν Δήμοις γυναῖκ | ||
γῆν : καὶ νεατὸν Ξενοφῶν , οὐ νέωσιν . Εὔπολις Αἰξίν : ” ἐπίσταμαι γὰρ αἰπολεῖν , σκάπτειν , νεᾶν |
, εἴτε πίλους αὐτὰ οἰητέον εἴτε περιειλήματα ποδῶν , ταῦτα πέλλυτρα καλεῖ ἐν Φινεῖ Αἰσχύλος πέλλυτρ ' ἔχουσιν εὐθέτοις ἐν | ||
ποδεῖα τοὺς περὶ τοῖς ποσὶ πίλους Κριτίας , ἅπερ Αἰσχύλος πέλλυτρα καλεῖ . λέγεται δέ τι καὶ περὶ πόδα , |
. σαυτὴν ἐπαινεῖς ὥσπερ Ἀστυδάμας , γύναι : Ἀστυδάμᾳ τῷ Μορσίμου εὐημερήσαντι ἐπὶ τραγῳδίας διδασκαλίᾳ Παρθενοπαίου δοθῆναι ὑπ ' Ἀθηναίων | ||
ἑλκετρίβωνα . ἁρμοστῆρας ἀπέσχαζε ἅψαι μόνον σὺ κἂν ἄκρῳ τοῦ Μορσίμου , ἵνα σου πατήσω τὸν Σθένελον μάλ ' αὐτίκα |
ἐπὶ τοῦ ἀνθεῖ , βλύει δὲ ἐπὶ τοῦ ἀναβάλλει . βρύκειν καὶ βρύχειν διαφέρει . βρύκειν μὲν γὰρ διὰ τοῦ | ||
. ? Βροῦχος : εἶδος ἀκρίδος . εἴρηται παρὰ τὸ βρύκειν , ὃ σημαίνει τὸ ἐσθίειν : Ἀριστοφάνης Ὄρνισι : |
: τρύξ : πτύξ : λύγξ : λύξ . Ἐς ωξ μονοσύλλαβον διὰ τοῦ ω μεγάλου γραφόμενα ὀλίγα ἐστὶν , | ||
: φλόξ : ζόρξ : δόρξ : ὥσπερ καὶ εἰς ωξ μέγα : τὸ βώξ : πτώξ : καὶ ῥώξ |
τὸ σχῆμα Ἰβύκειον ὑπὸ τῶν γραμματικῶν διὰ τὸν μελοποιὸν δηλαδὴ Ἴβυκον φιληδήσαντα τοιαύτῃ γλώσσῃ ] . εἰ δή , φησί | ||
μέλος . οὐδὲ τοὺς νέους τοῖς μέλεσι διαφθείροντας παρέδειξεν τὸν Ἴβυκον καὶ τὸν Ἀνακρέοντα καὶ τοὺς ὁμοίους , ἀλλὰ τοῖς |
. ὁ δὲ μεθύων ἤμει παρὰ τοὺς ἀρχηγέτας . πτωχικοῦ βακτηρίου . βακτηρία δὲ Περσὶς ἀντὶ καμπύλης . ὀφθαλμιάσας πέρυσιν | ||
: οἷον ἤδη ῥηματίων ἐμπίμπλαμαι . Ἀτὰρ δέομαί γε πτωχικοῦ βακτηρίου . Τουτὶ λαβὼν ἄπελθε λαΐνων σταθμῶν . Ὦ θύμ |
, ἐγὼ δ ' ἐφοίτων : ἐτέλεις , ἐγὼ δὲ ἐτελούμην : ἐγραμμάτευες , ἐγὼ δὲ ἐκκλησίαζον . ἐτριταγωνίστεις , | ||
ἐγὼ δ ' ἐφοίτων : ἐτέλεις , ἐγὼ δ ' ἐτελούμην : ἐτριταγωνίστεις , ἐγὼ δ ' ἐθεώρουν : ἐγραμμάτευες |
νόσος πρὸς ὑγίειαν , καὶ ἡ κακία πρὸς ἀρετήν . Σφόδρα δυσπείστως εἶχεν καὶ πρὸς τούτους τοὺς λόγους , εἰ | ||
χρόνον ἐστίν , περὶ δὲ τὸν μέλλοντα οὐκ ἔστιν ; Σφόδρα γε . Ἆρα σφόδρα λέγεις , ὅτι πάντ ' |
τὸ δεικνύω καὶ δεικανῶ . βαρύνεται δὲ ταῦτα : λείπω λιμπάνω , λήβω λαμβάνω , μήθω μανθάνω , δήκω δαγκάνω | ||
λιμοῦ κακῶς . ⌋ Λιμπάνω : ἀπὸ γὰρ τοῦ λείπω λιμπάνω . τὰ γὰρ διὰ τοῦ ΑΝΩ , εἰ μὲν |
' εἰπεῖν ἐκάθισε δικαστήριον καὶ ἀπεκληρώθη δικαστήριον . σκεύη δὲ δικαστικὰ σύμβολον , βακτηρία , πινάκιον τιμητικόν , μάλθη , | ||
τῆς ὀπτήσεως τὰ κρέα μου . Γ ἐμβάδας ] τὰ δικαστικὰ ὑποδήματα . Γ τὰς λακωνικάς ] ἀστειότεραι γὰρ αὗται |
λελακυῖα , μεμηκυῖα μεμακυῖα , συλλαλῶν οὕτω καὶ αὐτὸς τῷ Ἀφθονίῳ . . . : πόθεν τὸ δάκνω ; παρὰ | ||
τό , προῆλθεν ἐξ ἁγνῆς παρθένου . καὶ παρ ' Ἀφθονίῳ , ὁ μῦθος ποιητῶν μὲν προῆλθε . προῆλθε καὶ |
ἐξ Ἀχιλλείων κριθῶν γινομένη : θριδακίνας τε καὶ οἰνοῦτταν καὶ μελιτοῦτταν καὶ κρίνον . . . . καλούμενον καὶ σχῆμά | ||
τι δευρὶ θᾶττον . εἰς τὼ χεῖρέ νυν δός μοι μελιτοῦτταν πρότερον , ὡς δέδοικ ' ἐγὼ εἴσω καταβαίνων ὥσπερ |
? ? ? [ – ] [ – – ] κέλευσεν Φοῖβος [ Ἀλκμήνας - ] [ ] πολεμαίνετον υἱὸν | ||
Ζηνὸς ἐπ ' ἀκˈροτάτῳ βωμῷ τότ ' αὖ χρηστήριον θέσθαι κέλευσεν . ἐξ οὗ πολύκˈλειτον καθ ' Ἕλλανας γένος Ἰαμιδᾶν |
' ἐφοίτων : ἐτέλεις , ἐγὼ δ ' ἐτελούμην : ἐτριταγωνίστεις , ἐγὼ δ ' ἐθεώρουν : ἐγραμμάτευες , ἐγὼ | ||
βαρυστόνοις ἐπικαλουμένοις [ ἐκείνοις ] ὑποκριταῖς Σιμύκᾳ καὶ Σωκράτει , ἐτριταγωνίστεις , σῦκα καὶ βότρυς καὶ ἐλάας συλλέγων ὥσπερ ὀπωρώνης |
ἀπομαστίδιόν γ ' ἐμῶν στέρνων . ἐπεὶ δ ' Ἰάσων ἔθαν ' ἐμός , μῆτερ , πατήρ , οἴμοι κακὰ | ||
ἀλλήλους , καὶ γνώμεναι ὅς τε πεφεύγοι ὅς τ ' ἔθαν ' ἐν πολέμῳ : ἀλλ ' ἐσσυμένως ἐσέχυντο ἐς |
καὶ προπόσεις ὀρέγειν ἐπὶ δεξιὰ καὶ προκαλεῖσθαι ἐξονομακλήδην , ὧι προπιεῖν ἐθέλει . εἶτ ' ἀπὸ τοιούτων πόσεων γλώσσας τε | ||
κύλικα , μηδ ' ἀποδωρεῖσθαι προπόσεις ὀνομαστὶ λέγοντα , ᾧ προπιεῖν ἐθέλει . εἶτ ' ἀπὸ τοι - ούτων πόσεων |
ὅτι ποτ ' εἴη τὸ κυβερνώμενον ὑπ ' αὐτοῦ ; Παντάπασιν τοῦτό γε ἀληθὲς εἴρηκας , ὦ ξένε : τοὐπὶ | ||
ἐφαπτομένη : καὶ τοῦτο αὐτῆς τὸ πάθημα φρόνησις κέκληται ; Παντάπασιν , ἔφη , καλῶς καὶ ἀληθῆ λέγεις , ὦ |
ἐντεῦθεν καὶ τὴν χέρνιβα τινὲς χερνίβα φασίν , Ἀττικοὶ δὲ χερνίβιον . Τῆς ἐγχέλυος τὰς ἑνικὰς πτώσεις διὰ τοῦ υ | ||
ἀμφίπολος πρόχοόν θ ' ἅμα χερσὶν ἔχουσα . Ἀττικοὶ δὲ χερνίβιον λέγουσιν , ὡς Λυσίας ἐν τῷ κατὰ Ἀλκιβιάδου λέγων |
καλεῖσθαι : κίχλην οἰνώδεα , τὴν καλαμῆες σαῦρον κικλῄσκουσι καὶ αἰολίην . Νίκανδρος : ἢ σκάρον ἢ κίχλην πολυώνυμον . | ||
ἄλλοτε καρχαρίην , ὁτὲ δὲ ῥόθιον ψαμαθῖδα ῥηϊδίως ἕλκοιτο καὶ αἰολίην κορακῖνον ἄλλοτε δ ' αὖ πέρκας , ὁτὲ δὲ |
παρέδωκε τοῖς Θεσσαλοῖς , τουτέστιν ὑπήκοον . ἔστι δὲ ἡ Ἰωλκὸς τῆς Μαγνησίας , ἥτις πρὸς τοῖς τέρμασι τοῦ Πηλίου | ||
, ὡς αὐτοὶ σοφοί : ἀνέτειλά σοι : Θεσσαλικήν . Ἰωλκὸς δὲ πατρὶς Ἰάσονος : Ἰωλκὸς ὄνομα χώρας . εἶπε |
καὶ ἐν Κερκυόνι Αἰσχύλου ἀμφωτίδες τοι τοῖς ἐνωτίοις πέλας : Ἀλέξιδος δὲ καὶ δρᾶμα Ἀμφωτίς . καὶ ῥιπίδα δ ' | ||
γενομένων . Ἄνθρωπος εἶναί μοι Κυρηναῖος δοκεῖς , κατὰ τὸν Ἀλέξιδος Τυνδάρεων , ἑταῖρε Τιμόκρατες : κἀκεῖ γὰρ ἄν τις |
! [ . . . . . . [ ] ππ [ [ ] ητε ? [ . . . | ||
. . . ] λο [ ] στ [ ] ππ ? [ ] ! ! [ . . . |