μάγων τῷ παιδὶ παρ ' αὐτοῦ εὕρετο . οὐ γὰρ παιδεύουσι τοὺς μὴ Πέρσας Πέρσαι μάγοι , ἢν μὴ ὁ
ἀλλ ' ἡ μὲν ἵλεως ἀγαπᾷ τοὺς ἐλέγχους καὶ τοῖς παιδεύουσι μᾶλλον οἰκειοῦται , ἡ δὲ ἐχθρὰ μισεῖ καὶ ἀποστρέφεται
6255380 πενεστας
καὶ προσηγόρευσαν τοὺς καταδουλωθέντας οἱ μὲν εἵλωτας , οἱ δὲ πενέστας . Χῖοι δὲ βαρβάρους κέκτηνται τοὺς οἰκέτας καὶ τιμὴν
. πενέσται : Θεόπομπός φησι τοὺς δουλεύοντας : τῶν ἐλευθέρων πενέστας καλεῖσθαι παρὰ Θεσσαλοῖς ὡς παρὰ Λακεδαιμονίοις εἵλωτας . πολλοὶ
6138525 περικοπηναι
Ἀττικῶν ὀνομάτων συναγωγῇ τοὺς τραχήλους καὶ τὰ αἰδοῖα τοὺς Ἑρμᾶς περικοπῆναί φησι καὶ τοὺς τοῦτο δράσαντας Ἑρμοκοπίδας καλεῖσθαι μεγάλοις μηνύτροις
Ἀττικῶν ὀνομάτων συναγωγῇ τοὺς τραχήλους καὶ τὰ αἰδοῖα τοὺς Ἑρμᾶς περικοπῆναί φησι καὶ τοὺς τοῦτο δράσαντας Ἑρμοκοπίδας καλεῖσθαι μεγάλοις μηνύτροις
6113874 ἐναγεις
τοῖς βωμοῖς ἐν τῇ παρόδῳ ἀπεχρήσαντο . καὶ ἀπὸ τούτου ἐναγεῖς καὶ ἀλιτήριοι τῆς θεοῦ ἐκεῖνοί τε ἐκαλοῦντο καὶ τὸ
ἐὰν δὲ τὸν Λεπτίνου βεβαιώσωμεν νόμον , οὐ μόνον δόξομεν ἐναγεῖς τὰ τοιαῦτα , ἀλλὰ καὶ κοινὸν ἡμῖν αὐτοῖς ἐπεγεροῦμεν
6005236 ἀποδεχονται
ἢ πλουσίους ἢ σοφοὺς ἢ ἀγαθοὺς ἢ ἀνδρείους γενομένους οὐκ ἀποδέχονται ἡδέως οἱ ἄνθρωποι . εἰ δὴ ταῦτα ἀληθῆ λέγομεν
ὅσα καλλωπίζει τὴν ὄψιν : ἀλήθειάν τε ὁμοίως καὶ ἀρετὴν ἀποδέχονται : διόπερ οὐδὲ τῇ ἡλικίᾳ τῶν γερόντων προνομίαν διδόασιν
5963010 πραεις
οὐ δακνώδεις , ἐπαναδιδόντες δὲ τῇ ἁφῇ : οἱ δὲ πραεῖς , οἱ δὲ ὀξεῖς , ἡσσώμενοι δὲ τῇ χειρὶ
λίμναι χειροποίητοι ὡραῖαι , καὶ ἰχθύας ἔχουσι μεγέθει μεγίστους καὶ πραεῖς : καὶ θηρᾷ αὐτοὺς οὐδεὶς ὅτι μὴ οἱ τοῦ
5879264 ἀνδραποδισαμενοι
Φερετίμη . Τοὺς ὦν δὴ λοιποὺς τῶν Βαρκαίων οἱ Πέρσαι ἀνδραποδισάμενοι ἀπήισαν ὀπίσω : καὶ ἐπείτε ἐπὶ τῇ Κυρηναίων πόλι
τὰ σφέτερα κατελεύσεσθαι ἤλπιζον τῶν πολεμίων ἀποπλευσάντων , Ἀχαιοὶ δὲ ἀνδραποδισάμενοι τὴν πόλιν καὶ τὰ σύνεγγυς χωρία καὶ φρούρια δηιώσαντες
5822047 Λεριος
οὔ , πάντες , πλὴν Προκλέους , καὶ Προκλέης ” Λέριος . ” διεβέβληντο γὰρ ὡς κακοήθεις οἱ ἐνθένδε ἄνθρωποι
. ἄμφω γὰρ ταῖς ἡδοναῖς ἐγκυλίονται . ὁ Δημόδοκος Μιλήσιος Λέριος ἦν τὸ γένος : πολλὰ δ ' ἀποσκώπτων τοὺς
5816194 ἱππημολγους
κατὰ τῶν ὀνοματικῶς λεγομένων Ἀγαυῶν πάντα ἐπίθετα λέγεσθαι , τοὺς ἱππημολγούς , τοὺς δικαιοτάτους καὶ ἀβίους γλακτοφάγους . ὁ δὲ
, Αἰθίοπάς ⌋ τε Λίβυς τε ἰδὲ Σκύθας ⌊ ⌋ ἱππημολγούς ⌊ ⌋ . Σκύθης μὲν γένεθ ] ' υἱὸς
5794418 κολακευοντας
ἢ τοῖς κολακεύουσιν : ὡς δὲ ἐχθρῶν χείρονας ἐκτρέπου τοὺς κολακεύοντας . χαλεπὸν πολλὰς ὁδοὺς ἅμα τοῦ βίου βαδίζειν .
ἀποθνῄσκοντας , πολεμοῦντας , ἑορτάζοντας , ἐμπορευομένους , γεωργοῦντας , κολακεύοντας , αὐθαδιζομένους , ὑποπτεύοντας , ἐπιβουλεύοντας , ἀποθανεῖν τινας
5778553 καταιγιδων
καὶ καταβάλλειν τοὺς δυσκληροῦντας , πολλῷ σφοδρότερον τῶν ἐξ οὐρανοῦ καταιγίδων . . ΠΡΟΣΘΕΝ ΓΑΡ ΕΠΕΜΒΑΛΕ ΠΩΜΑ ΠΙΘΟΙΟ , Ἀποροῦσι
Ἐνυὼ διὰ τὸ μάχιμον τούτου , πολλάκις γὰρ γίνεται αἴτιος καταιγίδων . ἐγέννησε καὶ τὰς Γοργόνας πέραν τοῦ κλειτοῦ Ὠκεανοῦ
5752994 ὀχειν
ἡ τὸ σῶμα ἀναψύχουσα . ἢ παρὰ τὸ τὴν φύσιν ὀχεῖν , φυσέχη . σῶμα . οἱονεὶ σῆμα τῆς ψυχῆς
φύεται , ἐπήν τις τἀγαθὰ μὴ ' πιστῆται ποδηγετεῖν μηδὲ ὀχεῖν εὐπόρως . οὐ δίκαιον ἐν κακοῖσι τὰ τοιάδε κρίνειν
5748485 ἀβιους
μὴ μεμνῆσθαι , πλάττειν δὲ ἀγαυούς τινας ἱππημολγοὺς καὶ γαλακτοφάγους ἀβίους τε , Παφλαγόνας τε τοὺς ἐν τῇ μεσογαίᾳ ἱστορηκέναι
. περισχεθεῖσα δὲ ὑπὸ τῶν κακοποιῶν ἡ σύνοδος ταπεινοὺς καὶ ἀβίους καὶ ἐπαίτας καὶ δυστυχεῖς ἐργάζεται . εὐεπιτεύκτους δὲ καὶ
5742623 κολαζοντας
ἀρετῆς σημεῖα καὶ κακίας . διὸ χρὴ συνεθίζειν ἐκ παίδων κολάζοντας μὲν τοὺς φιλοψευδεῖς , φιλοῦντας δὲ τοὺς φιλαλήθεις ,
μᾶλλον δὲ ὑπηρέτας , τῶν σοὶ δοκούντων , ὁτὲ μὲν κολάζοντας ὁτὲ δὲ διαλλάττοντας , ὁπόταν σοι δοκῇ . ἅπαξ
5742592 ἀνοπλους
, ὅτι χρὴ τῶν κακῶν ἐπιλέγεσθαι τὰ μετριώτερα , ὄντας ἀνόπλους : οὕτω σαφῶς εἰπόντα τὴν γνώμην . . .
ὁδοῖς ἀναιρῶν ὥρμησεν εἰς τὴν ἀγορὰν καὶ πολλοὺς τῶν πολιτῶν ἀνόπλους καταλβὼν ἀπέκτεινε . τῶν δὲ Καρχηδονίων καταλαβομένων τὰς περὶ
5732952 αἱρεθεντας
καὶ ἑλόμενοι ἥκετε εἰς τὸ μέσον τοῦ στρατοπέδου καὶ τοὺς αἱρεθέντας ἄγετε : ἔπειτ ' ἐκεῖ συγκαλοῦμεν τοὺς ἄλλους στρατιώτας
τὰ σκῆπτρα ἔχοντας ἔφη εἶναι οὐδὲ τοὺς ὑπὸ τῶν τυχόντων αἱρεθέντας οὐδὲ τοὺς κλήρῳ λαχόντας οὐδὲ τοὺς βιασαμένους οὐδὲ τοὺς
5725420 ἐπελθοντας
γρ . γᾶς ἐπιμόλους χωρὶς τῆς πρός . . τοὺς ἐπελθόντας ἐχθρούς : τούτους γὰρ δορύπονα κακὰ λέγει . .
δὲ τοὺς πρέσβεις μόλις ποτὲ ἐπὶ τὸ κοινὸν ἐπήγαγον καὶ ἐπελθόντας ἐχλεύαζον , εἴ τι μὴ καλῶς ἑλληνίσειαν : ἔσκωπτον
5708176 ἀγωγους
ἀποσταλέντες στρατεύεσθαι , ἐπείτε ὁρμηθέντες ἐκ τῶν Θηβέων ἐπορεύοντο ἔχοντες ἀγωγούς , ἀπικόμενοι μὲν φανεροί εἰσι ἐς Ὄασιν πόλιν ,
ἀκούσαντες αὐτοῦ ἃ ἔλεγεν πρεσβεύεσθαι : τὸ ἐκέλευον ἀπὸ κοινοῦ ἀγωγούς : ἀγωγοὶ οἱ διάγοντες καὶ κομίζοντες τοὺς διωκομένους ἔξω
5704997 Μεσηνιους
Νίκων πειρατὴς ἐκ Φερῶν τῶν ἐν Πελοποννήσῳ συνεχῶς ὁρμώμενος πολλὰ Μεσηνίους ἠδίκει . Ἀγέμαχος , Μεσηνίων στρατηγὸς , λοχήσας αὐτὸν
: οὐ γὰρ ἀκριβῶς μέμνημαι . γράφει γὰρ οὑτωσί πως Μεσηνίους κατακόψαντες * τοὺς * ὑποδεξαμένους αὐτοὺς κατέσχον Μεσήνην καὶ
5701754 μιαρους
ὅτι σε ἐξηπάτων λέγουσιν , ἀλλ ' οὐκ αὐτοὺς ἡγήσῃ μιαρούς τε καὶ σοὺς ἐχθροὺς καὶ δίκης ἀξίους ἔχων μὲν
δεῖ πληρώσαντας ἀναγκάσαι τὰ δίκαια ποιεῖν , ὑμᾶς δὲ τοὺς μιαρούς , οἷς αὐτοῦ δεῖ καθημένους τουτουσὶ κατὰ τοὺς νόμους
5682778 εἱλωτας
Κ . φησίν , ὡς ἀπιστίας εἵνεκα τῆς πρὸς τοὺς εἵλωτας τούτους ἐξαιρεῖ μὲν Σπαρτιάτης οἴκοι τῆς ἀσπίδος τὸν πόρπακα
τόδε ἔπραξαν : σημείωσαι τὸ Λακωνικὸν ἔργον τὸ εἰς τοὺς εἵλωτας γενόμενον καὶ ὅπως αὐτοὺς λαθραίως διέφθειραν φρονήματος : ἀλαζονείας
5670736 ὑποβλεπεσθαι
. . Ὑποβλεπόμενος καὶ οὐκ ἦν ῥᾴδιον μὴ γελᾶν καὶ ὑποβλέπεσθαι τὸ γινόμενον . , . . Ἔφεδρος μεσολαβηθεὶς δ
. διαβασιλίζεται : τῆς βασιλείας ἀντιποιεῖται . διακυνοφθαλμίζεσθαι : τὸ ὑποβλέπεσθαι καὶ ὑφορᾶσθαι ἀλλήλους . διαληκᾶσθαι : ἀντὶ τοῦ διαμωκᾶσθαι
5666792 φονευουσι
αἰδούμενοι : ἔτι δὲ λαλοῦντα τὸν πρεσβύτην οἱ θρασύτεροι ἐπιπεσόντες φονεύουσι . δράσαντες τε οὕτως ὠμὸν ἔργον , δέει τῶν
οὓς πέφνουσι φονέας . οὕς : ἰδίους . πέφνουσι : φονεύουσι . φονῆας : ἰωνικῶς . Μάρψωσιν : καὶ κρατήσωσι
5664708 ἀπαιτουμενοι
παροιμίας ἐν Νεμεονίκαις . Μεγαρεῖς ὑποτελεῖς ἦσαν τοῖς Κορινθίοις καὶ ἀπαιτούμενοι , φησὶν , ἀεὶ ὑπὸ τοῦ κήρυκος ταῦτα λέγοντος
τάλαντα . οἱ δὲ ἀποροῦντές τε καὶ ὑπὸ στρατιωτῶν ἐπειγόντων ἀπαιτούμενοι σὺν ὕβρει , τά τε κοινὰ ἀπεδίδοντο πάντα καὶ
5662016 οἰκτειρε
γένους . θρόνους ἔχειν ] ὡς αὐτοῦ ἤδη καθεσθέντος . οἴκτειρε μὴ ἀπολωλότας ] μὴ μετὰ τὸ ἀπολέσαι οἰκτειρήσηις ἡμᾶς
μηδ ' ἃ δεῖ σπεύδειν μένε . Μὴ τοὺς κακοὺς οἴκτειρε πράττοντας κακῶς . Μισῶ πένητα πλουσίῳ δωρούμενον . Μέγιστον
5637224 ἐξαπατωμενους
καὶ πάντων μιμητὴς ὅσα ἄνθρωπος ποιεῖ . διόπερ καὶ τοὺς ἐξαπατωμένους ῥᾳδίως ἐκ τοῦ τυχόντος οἱ κωμικοὶ ὤτους καλοῦσιν .
ἄγνοια τῶν συμβησομένων , ἐπὶ τὸν γόητα ἐκεῖνον ἐπῆρε τοὺς ἐξαπατωμένους καὶ περιφθειρομένους λαούς . . καίτοι τί βούλει ;
5619264 ἀγνωμονας
τοῖς Ἀθηναίοις οἱ πρώην ναύκραροι καλούμενοι οἱ ἐνεχυριάζοντες Θ τοὺς ἀγνώμονας τῶν χρεωστῶν . Θ καταδαρθεῖν Θ : Ἀττικοὶ παροξυτόνως
ἐνδεχόμενον ἀγνωμόνως χρῆσθαι τούτοις , οὓς ἐπηνόρθωσαν , οὐδ ' ἀγνώμονας καὶ καὶ τινὰς ὄντας καὶ πόλει καὶ χρησίμους .
5576141 περιεωρα
. . : ἐν δὲ τῆι τεσσαρεσκαιδεκάτηι γράφει οὕτως : περιεώρα Δημήτριος τοὺς κολακεύοντας αὐτὸν ἐν τοῖς συμποσίοις καὶ ἐπιχεομένους
δὲ ταῦτα ὅτι δίκαιος ὢν ὁ θεὸς οὐκ ἂν ἀπρονοήτους περιεώρα τοὺς σεβομένους αὐτόν . ἔπειθ ' ὅτι ἡ φύσις
5567977 σκληρους
πιεζομένη , καὶ ὑπὸ τοῦ ἡλίου κεκαυμένη , ἐνταῦθα δὲ σκληρούς τε καὶ ἰσχνοὺς καὶ διηρθρωμένους καὶ ἐντόνους καὶ δασέας
Σκαμβὸν ξύλον οὐδέποτ ' ὀρθόν : πρὸς τοὺς ἀκάμπτους καὶ σκληρούς . Σκύτη βλέπει : ἐπὶ τῶν ὑφορωμένων πείσεσθαί τι
5567316 Προκλεης
, ὃς δ ' οὔ : πάντες , πλὴν Προκλέουςκαὶ Προκλέης Λέριος . πάντες μὲν Κίλικες κακοὶ ἀνέρες : ἐν
δ ' οὔ , πάντες , πλὴν Προκλέους : καὶ Προκλέης δὲ Χίος . Πάντες μὲν Κίλικες κακοὶ ἀνέρες :
5565030 νουθετουντας
αὐτούς . κολάζειν δὲ ἐν δίκῃ δούλους δεῖ καὶ μὴ νουθετοῦντας ὡς ἐλευθέρους θρύπτεσθαι ποιεῖν , τὴν δὲ οἰκέτου πρόσρησιν
οὐδὲ τοῖς εὖ ποιοῦσι , πρὸς δὲ τοὺς ἐπιπλήττοντας καὶ νουθετοῦντας ὑμᾶς οὕτω θιατίθεσθε δυσκόλως , ὥσπερ πρὸς τοὺς κακόν
5563179 ἐγγονους
πρὸς αὐτοὺς καὶ πάντων δὲ τῶν προγόνων ἡ πρὸς τοὺς ἐγγόνους φιλία καὶ τὸ δίκαιον ἐν ὑπεροχῇ πάντων , καὶ
κα - ] ‖ ταλέλοιπε καὶ [ θεῶν - ] ἐγγόνους ? καὶ [ δαίμονας - ] αὐτοὺς ? [
5562427 γεννωντας
λεπτῦνον ἰσχυρῶς καὶ τέμνον τοὺς παχεῖς τοὺς τοῦτο τὸ νόσημα γεννῶντας . οὐ μὴν ἁπλῶς ἐφ ' ἕκαστον τούτων ἐρχόμεθα
ἐξ ὑπεροπτήσεως γεννώμενα , ἀλλὰ μᾶλλον πρὸς τοὺς τὸν μελαγχολικὸν γεννῶντας χυμόν . Μῆλα κυδώνια . . . . .
5560434 παρακολουθουντας
κακὸν χαλεπώτερον , ὥσθ ' ἡμῖν λελουμένοις ἀπιοῦσι τοὺς πεινῶντας παρακολουθοῦντας λέγειν , ὡς οὐ χαίροντες δειπνήσομεν : εἶναι γὰρ
περὶ τῶν καθ ' ἕκαστα , ἀλλὰ δεῖ τοὺς πράττοντας παρακολουθοῦντας τοῖς καιροῖς καὶ τοῖς συμβαίνουσιν ὡς ἂν ἀπαιτῇ τὰ
5552434 ἀλλοφυλους
πολὺν γὰρ ἂν ἔτεκον τῇ πόλει θρίαμβον , εἰ πρὸς ἀλλοφύλους τὸν ἀγῶνα εἶχον . Μαγνεντίου τοίνυν δυνάμεις ἑτέρας συναγείραντος
συνηθείᾳ τὰ τῆς φύσεως προτερήματα . καθόλου δὲ πρὸς τοὺς ἀλλοφύλους οὔτε τὸ δίκαιον οὔτε τὴν πίστιν κατ ' οὐδένα
5539252 κιθαριστας
οἰκήσειν τὴν πόλιν ; καίτοι εἴ τις συναγαγὼν τούς τε κιθαριστὰς καὶ τοὺς παιδοτρίβας καὶ τοὺς γραμματιστὰς τοὺς ἄριστα ἐπισταμένους
Πύθια ἐκάλεσαν . προσέθεσαν δὲ τοῖς κιθαρῳδοῖς αὐλητάς τε καὶ κιθαριστὰς χωρὶς ᾠδῆς , ἀποδώσοντάς τι μέλος ὃ καλεῖται νόμος
5537070 Ἀβυδηνους
ὄντας πάντων ἠξίωσαν ὅσων ἐβουλήθησαν , ἀλλὰ καὶ δύ ' Ἀβυδηνούς , μισαθηναιοτάτους καὶ πονηροτάτους ἀνθρώπους , [ προσέθηκαν αὐτῷ
ἐπὶ συκοφάντου τάττεται , διὰ τὸ δοκεῖν συκοφάντας εἶναι τοὺς Ἀβυδηνούς . Ἀβασάνιστος ἄνθρωπος εἶ : ἀγύμναστος ἢ ἀνεξέταστος ,
5536973 Πηλεας
ἐπιγράψαι δρομεῦσι : δρομεύς γάρ ἐστιν ἡ εὐθεῖα . Τοὺς Πηλέας καὶ Πηλεῖς . Ἰστέον ὅτι ὁμοφωνεῖ ἡ αἰτιατικὴ τῶν
ἐστι τοῦ θέσει μακροῦ : καὶ πάλιν Πηλέες Πηλέων Πηλεῦσι Πηλέας Πηλέες ; βασιλέες βασιλέων βασιλεῦσι βασιλέας βασιλέες : ἐπὶ
5536662 τρυφεροσαρκους
παλαιούς , μὴ χροακούς . ἐκ δὲ τῶν ἰχθύων πάντας τρυφεροσάρκους ἐσθίειν οἷον λαπίνας , χάνους , κόκκυγας , σπάρους
μέλαιναν χολήν . Ἐκ δὲ τῶν ἰχθύων λαμβάνειν πάντας τοὺς τρυφεροσάρκους , καὶ πετραίους , καὶ μαλακοσάρκους : ἀπέχεσθαι κεφάλων
5534940 Κιλικας
πάντας καὶ τοὺς Ἀγριᾶνας ἐξελαύνει ἐπὶ τοὺς τὰ ὄρη κατέχοντας Κίλικας . καὶ ἐν ἑπτὰ ταῖς πάσαις ἡμέραις τοὺς μὲν
γάρ * * : Κίλικας Παιών : οἱ μὲν τοὺς Κίλικας καὶ τοὺς [ Παιόνας ] Μυσοὺς τοὺς αὐτοὺς ἤκουσαν
5533944 ἀγνωτας
, καὶ αὐτόθι κατέλαβον πάνυ πολλούς , τοὺς μὲν καὶ ἀγνῶτας ἐμοί , τοὺς δὲ πλείστους γνωρίμους . καί με
ἢ μισεῖν πάθους . ὁμοίως γὰρ τῇ ἕξει χρῆται πρὸς ἀγνῶτας καὶ γνωρίμους καὶ συνήθεις καὶ ἀσυνήθεις , πλὴν τὸ
5530034 διοικουντας
τοὺς ἀγορανόμους : τοὺς ἐπισκοποῦντας τὰ τῆς πόλεως ὤνια καὶ διοικοῦντας αὐτά , ὡς ἐν Ἀχαρνεῦσιν . βλάβης ] ἕνεκα
ὁμοιογράφους διά τε πανουργίας καὶ ἐπιθέσεως καὶ δόλου τὰς πράξεις διοικοῦντας : γίνονται δὲ καὶ κλῶπες καὶ ἐπίορκοι καὶ ἀσεβεῖς
5529869 κεχαραγμενοι
ἀλλοφύλους ὑπολαβόντες . Κυλικρᾶνες δὲ λέγονται , ὅτι τοὺς ὤμους κεχαραγμένοι κύλικας ἦσαν . οἶδα δὲ καὶ Ἑλλάνικον ἐν Ἐθνῶν
Κύδους ἐκτετικέναι . Κυζικηνοὶ στατῆρες : διεβεβόηντο οὗτοι ὡς εὖ κεχαραγμένοι . Πρόσωπον δὲ ἦν γυναικεῖον ὁ τύπος Μητρὸς θεῶν
5528251 ὑπαρχοντας
παντάπασιν ἀφήσομεν . φοβοῦμαι δὲ μὴ Θηβαίοις γιγνόμενοι σύμμαχοι τοὺς ὑπάρχοντας ἡμῖν αὐτοῖς ἀπολέσωμεν . σκοπῶν γὰρ τὰς παλαιὰς αἰτίας
δραχμὴν οὐ κατέθηκαν ὑμῖν , νόμῳ δ ' ἑνὶ πλείστους ὑπάρχοντας ἀκύρους ἐποίησαν , καὶ τούτῳ τῶν πώποτ ' ἐν
5527725 δρασαντας
τῆς δὲ πληθύος ἀγανακτούσης καὶ τεθηριωμένης πρὸς τοὺς τὸν φόνον δράσαντας , ἔτι δὲ τῶν δημάρχων καθ ' ἕνα τῶν
ὁρᾶι σε κἀμέ , δύο κακῶς πεπραγότας , οὐδὲν θεοὺς δράσαντας ἀνθ ' ὅτου θανῆι . γαῖά τε καὶ μελάθρων
5511666 τιμωρουμενοι
: φοιτᾷ γάρ : φοιτῶσιν οἱ θεοὶ πανταχοῦ τοὺς ἀτιμάζοντας τιμωρούμενοι : ταῖς διύγροις : ἢ πόσιν τὸν Ἐρεχθειδᾶν :
βιαιοθανατοῦσιν : τινὲς δὲ ὅσα ἑτέροις ἐνεδείξαντο , αὐτοὶ πάσχουσιν τιμωρούμενοι καὶ κολαζόμενοι καὶ μεμφόμενοι τὴν προγενομένην τῆς δόξης ἀνωφελῆ
5511553 ἐξαπατωντες
ἰσχυρὰς φυλακὰς ποιοῦνται εἰδότες ὅτι δέονται . οἱ δ ' ἐξαπατῶντες τοὺς πολεμίους δύνανται καὶ θαρρῆσαι ποιήσαντες ἀφυλάκτους λαμβάνειν καὶ
τοὺς ἐκεῖθεν ἀφικνουμένους ἐρωτῶντες , πότε ἀφίξεσθε ; καὶ γὰρ ἐξαπατῶντες οἱ πλείους , ἵν ' ἡμᾶς εὐφραίνοιεν , αὐτίκα
5511503 ἐπηρεαζοντες
Χαλδαῖοι μαθηματικοὺς καὶ ἀστρολόγους σφᾶς αὐτοὺς ἀναγορεύουσιν , ποικίλως μὲν ἐπηρεάζοντες τῷ βίῳ , μεγάλην δ ' ἡμῖν ἐπιτειχίζοντες δεισιδαιμονίαν
βραχεῖαν αἰτίαν εἶχε μίσους , ἐπαναβαίνοντες ταῖς οἰκήσεσιν ἀπροσδοκήτως , ἐπηρεάζοντες ὡς συκοφάντας ἐσύλησάν τε καὶ ἐφόνευσαν . ἐν προσχήματι
5510047 βλαπτομενους
πλείω τὰ ὄντα ποιῆσαι δυνήσονται , καὶ τοῖς ἀρχαίοις ἑκόντας βλαπτομένους , ἀλλ ' ἐπιχειροῦντας μὲν ἐάν τι περιῇ ,
ὅτι βλαβήσονται ὑπ ' αὐτῶν ; Ἀνάγκη . Ἀλλὰ τοὺς βλαπτομένους οὗτοι οὐκ οἴονται ἀθλίους εἶναι καθ ' ὅσον βλάπτονται
5502881 συναπολλυσθαι
στρατεύειν κατ ' ἐκείνου καιρὸς , καὶ ἢ τοῖς ἐμοῖς συναπόλλυσθαι , ἢ τιμωρεῖσθαι τὸν ἀδικήσοντα . Μετὰ πατρίδος ἀπώλειαν
ἐν τῷ πάσχοντι οὖσα , ἀνάγκη ἅμα καὶ συνυπάρχειν καὶ συναπόλλυσθαι : συναναιρεῖται γὰρ τῇ τοῦ κινοῦντος ἐνεργείᾳ καὶ ἡ
5494420 Πενεστας
ὅτι θεῶν ἕνεκεν ἔπλευσε κακὸς ὤν , εἴσεται . Γ Πενέστας δὲ λέγεσθαί φασι τὸ ⌈ ἀπὸ Ἡρακλέους θητικὸν παρὰ
τὸ ⌈ ἀπὸ Ἡρακλέους θητικὸν παρὰ τοῖς Θετταλοῖς . Γ Πενέστας Θετταλοὶ τοὺς μισθωτοὺς ὀνομάζουσι δούλους . ⌈ παλαιὸν δὲ
5491378 Κορυβαντας
ταῖς κεφαλαῖς ἔχοντες , οὐκ οἶδα εἰ Διοσκούρους σφᾶς ἢ Κορύβαντας νομίζουσι : τρεῖς δ ' οὖν εἰσί , τέταρτον
χυτροπωλίοις καὶ λαχανοπωλίοις . Κορύβαντες : Ἔνιοι τοὺς Κούρητας καὶ Κορύβαντας τοὺς αὐτοὺς ὑπειλήφασιν . ἦσαν δὲ Διὸς τροφεῖς οὗτοι
5490517 ἐμμενοντας
ὡς μηδαμοῦ παραβαίνειν τὸ ἀκόλουθον . ταύταις οὖν ταῖς ἀρχαῖς ἐμμένοντας δεῖ τὴν Πυθαγορικὴν μαθηματικὴν ἀνιχνεύειν . ἐξαίρετα δὲ αὐτῆς
Σύλλας ἐπετείχιζε φρούρια , τοῦ μὴ διαδιδράσκειν , ἀλλ ' ἐμμένοντας ὑπὸ τοῦ πλήθους μᾶλλον ἐνοχλεῖσθαι , τῷ δὲ Πειραιεῖ
5486626 πολεμουσι
οἱ δ ' ἐπειδὴ διαπρεσβευόμενοι ἠλογοῦντο , πρὸς τοὺς Κώιους πολεμοῦσι . καὶ πολλῶν ἑκατέρωθεν πιπτόντων ἐκπίπτει χρησμὸς δοῦναι τῶι
πάντες , κοιναῖς δὲ χρῶνται καὶ γυναιξὶ καὶ τέκνοις , πολεμοῦσι δὲ περὶ τῶν τόπων ἀλλήλοις , μεταλλάττουσι δὲ οἱ
5486620 ἐντιμους
βασιλεὺς , ὁ τοῦ Δαρείου υἱὸς , ὡς πρεσβύτας καὶ ἐντίμους ὄντας προέκρινε τῶν ἄλλων ἐφορεύειν , ἤτοι ἄρχειν ,
τὰς ἄλλας τὰς περὶ τὸ σῶμα θεραπείας ; δοκεῖ σοι ἐντίμους ἡγεῖσθαι ὁ τοιοῦτος ; οἷον ἱματίων διαφερόντων κτήσεις καὶ
5484485 χειροδικαι
δίκην ἐν χειρὶ μὴ ἔχειν . Διὰ γὰρ τοῦτο ἔσονται χειροδίκαι , διότι τὸ δίκαιον ἐν ταῖς χερσὶν αὐτῶν οὐκ
ἰσχύϊ , τὸ δίκαιον ἔχοντες , οὐχὶ ἐν νόμῳ . χειροδίκαι : οἱ διὰ τῶν χειρῶν ἰσχὺν διάγοντες καὶ οὐχ
5482826 πορευθεντας
. ὁ δ ' αὐτοῖς ἀνεῖλεν παρὰ Κροῖσον τὸν Λυδὸν πορευθέντας ὠνεῖσθαι παρ ' ἐκείνου . καὶ οἱ πορευθέντες παρὰ
καὶ μετὰ τὴν ἐκ τῆς ὑφάλου πέτρας ἀναπεμπομένην φλόγα ἐκεῖθεν πορευθέντας ἡμερῶν ὀλίγων ὁδὸν ἐς τὰ οἰκεῖα ἀφικέσθαι καὶ γνῶναι
5476724 μισουντας
οἰκείους καὶ τὸν ἄνδρα μετ ' αἰσχύνης ἐλθεῖν εἰς ἀνθρώπους μισοῦντας : [ πάντα ταῦτα δὲ γιγνόμενα μηδένα κωλῦσαι ,
μισοῦσαν ἀγαπᾷ σάρκα καὶ τὰ μέλη : καὶ Χριστιανοὶ τοὺς μισοῦντας ἀγαπῶσιν . Ἐγκέκλεισται μὲν ἡ ψυχὴ τῷ σώματι ,
5476183 ἀριστερους
πέντε φασὶ τούτους εἶναι , δεξιοὺς μὲν τοὺς ἄρσενας , ἀριστεροὺς δὲ τὰς θηλείας . Φερεκύδης δὲ τοὺς μὲν δεξιοὺς
ἀντίκεινται . τότε δὲ ὤφειλον ἐπιλαμβάνεσθαι , ὅταν τοὺς πολλοὺς ἀριστεροὺς οὐ κατὰ τὴν αὐτὴν φύσιν ἀντικεῖσθαι τῷ δεξιῷ εὕρωσιν
5475434 κακιζοντες
ἐχώρουν ἐς τὸ Ἀθήναιον ὁρμῆς μεστοὶ καὶ τοὺς βάδην πορευομένους κακίζοντες . Νοσοῦντι δὲ αὐτῷ κατὰ τὴν Ῥώμην , ὅτε
καὶ τῶν θεῶν ἄξια αὐχοῦντες , ταῦτα ἡμᾶς λοιδοροῦνται , κακίζοντες οἱ μοιχοὶ καὶ παιδερασταὶ τοὺς εὐνούχους καὶ μονογάμους ,
5439338 ἐπικηρυκεια
ἔχει μαρτυροῦσαν : ἀνδρία δὲ δύναμις ἐπαινουμένη . ἀνοχὴ καὶ ἐπικηρυκεία διαφέρει . ἀνοχὴ μὲν γάρ ἐστιν ἡ ἐν πολέμῳ
τῆς μάχης κατὰ συνθήκην κοινὴν τοῦ μὴ ἐπιέναι ἀλλήλοις , ἐπικηρυκεία δέ , ὅταν οἱ ἕτεροι πέμπωσι τοὺς αἰτησομένους ἀνοχὰς
5439189 θρυπτειν
“ ” θραύειν , “ ” ἐρείκειν , “ ” θρύπτειν , “ ” κερματίζειν , “ ” ῥυμβεῖν ,
αὐτήν , ἐπεὶ τραχύτηταϲ ἴϲχει κεγχραμίϲιν ὁμοίαϲ : δεῖ οὖν θρύπτειν αὐτὴν εἰϲ ἁδρὰ καὶ ἕψειν ἐν ὄξει μὴ κινοῦντα
5438257 ἀποδεικτικους
εἰρημένοις , ἐπεὶ καὶ οἱ Στωικοὶ μάλιστα δοκοῦσιν ἐξηκριβωκέναι τοὺς ἀποδεικτικοὺς τρόπους , φέρε καὶ πρὸς τούτους ὀλίγα διεξέλθωμεν ,
, καὶ τοὺς κατὰ τῆς ἀποδείξεως λόγους οὐ πάντως φαμὲν ἀποδεικτικοὺς εἶναι ἀλλὰ φαίνεσθαι ἡμῖν πιθανούς : οἱ δὲ πιθανοὶ
5436049 ἐπιτιθεμενους
, τοῦτο δέ , ἂν συμβῇ τι πταῖσμα χαίροντας καὶ ἐπιτιθεμένους . οὐ γάρ ἐστιν οὐδεὶς ἀσθενὴς οὕτως οὐδὲ ἀδύνατος
ὑπὸ δὲ τῶν Σιμῶν ὀνομαζομένων Αἰθιόπων πολεμούμενοι διακινδυνεύουσι πρὸς τοὺς ἐπιτιθεμένους , ὅπλοις ἀμυντηρίοις χρώμενοι τοῖς τῶν ὀρύγων κέρασι :
5435447 ἀπεπτους
λεπτύνειν καὶ διαφορεῖν δυναμένοις καὶ συμπέπτειν τοὺς ὠμοὺς χυμοὺς καὶ ἀπέπτους . τοιοῦτον δ ' ἐστὶ τὸ χαμαίμηλον : καὶ
πικρῶν θέρμων τὸ ἄλευρον . πίττα συμπέττει τοὺς σκληροὺς καὶ ἀπέπτους ὄγκους ἅπαντας ἐμβαλλομένη τοῖς καταπλάσμασι , καὶ μᾶλλον ἡ
5431113 τυφλους
; Φιλέας [ ] ? εἶπεν : Λεπροὺς ἐκαθάρισεν , τυφλοὺς [ ] ἐποίησεν βλέπειν , κωφοὺς ἀκούειν , χωλοὺς
ἁλῶν „ . ἢ οὐχ ὁρᾷς τοὺς ἐστειρωμένους σοφίαν καὶ τυφλοὺς διάνοιαν , ἣν ὀξυδερκεῖν εἰκὸς ἦν , Σοδομίτας κατὰ
5429361 προηγουμενους
τοῖς διὰ τῶν τοῦ ζῳδιακοῦ πόλων ἀφορισμοῖς : λέγομεν γὰρ προηγουμένους μέν τινων ἢ ἑπομένους τισὶν τοὺς κατὰ τῶν προηγουμένων
πρὸς τὸν ἥλιον σχηματισμούς , ἑῴους μὲν γὰρ ὄντας καὶ προηγουμένους ἀρρενοῦσθαι , ἑσπερίους δὲ καὶ ἑπομένους θηλύνεσθαι , καὶ
5427840 Αὐσονας
νεὼς ἐκβαλὼν πέτρον . οὕτως λέγεται εἶναι ἡ σύνταξις . Αὔσονας δὲ κακῶς εἶπεν οὗτος ὁ Λυκόφρων τούς τε Φαίακας
Ἰταλίας παρὰ τὸν Ἀδρίαν : ἐξελάσαντες δὲ τοὺς ἐνταυθοῖ οἰκοῦντας Αὔσονας αὐτοὶ καθιδρύθησαν . ἦν δὲ τὸ πλέον αὐτοῖς τῆς
5425000 κουσι
μέν εἰσι χρηστοὶ καὶ δοκοῦσιν , οἱ δὲ δο - κοῦσι μέν , εἰσὶ δ ' οὔ . ταὐτὸν δὲ
. ΛΩΤΟΦΑΓΟΙ . Τὰ δὲ ἔξω τῆς Σύρτιδος παροι - κοῦσι Λίβυες Λωτοφάγοι ἔθνος μέχρι τοῦ στόματος τῆς ἑτέρας Σύρτιδος
5424821 δημαγωγους
; εἰς τοὺς γελωτοποιούς , ὡς Φίλιππον ; εἰς τοὺς δημαγωγούς , ὡς Κλέωνα ; ἢ ἄφιλος καὶ ἀνέστιος ἡμῖν
καὶ τοῦ τῶν Ἀθηναίων ὀνόματος ἀξίαν παρρησίαν . μισῶ τοὺς δημαγωγούς , ὅτι ταράττουσι τὸν δῆμον καὶ τὸ κτῆμα τῆς
5423762 Πομπηιουπολις
Ἴλιον Ἰλιεύς . Σόλοι , Κιλικίας πόλις , ἡ νῦν Πομπηιούπολις . Ἑκαταῖος Ἀσίᾳ . κέκληται δὲ ἀπὸ Σόλωνος ,
ὡς Εὐφορίων ἐν Ἀλεξάνδρῳ . ἀνεκτίσθη ὑπὸ Πομπηίου καὶ μετωνομάσθη Πομπηιούπολις . ὁ πολίτης Σολεύς καὶ Σόλιος , τὸ θηλυκὸν
5423410 φοβησομεθα
ὅπως ὅτι μάλιστα θαρρήσομεν , τὸ δὲ τοὐναντίον ὅτι μάλιστα φοβησόμεθα . Ἃ τῆς αἰδοῦς ἔλεγες , ὡς οἰόμεθα .
κἂν τὴν βασιλέως ἀρχὴν καὶ δύναμιν λάβωσιν ; ἔπειτα εἰ φοβησόμεθα οὓς ἂν εὖ ποιῶμεν , τίσι θαρρήσομεν ; οὐχ
5422248 εἱλωτες
. . . . εἱλωτεύειν : . . . . εἵλωτες γὰρ οἱ μὴ γόνωι δοῦλοι Λακεδαιμονίων , ἀλλ '
καὶ πρῶτοί τε ἐγένοντο οὗτοι Λακεδαιμονίων δοῦλοι τοῦ κοινοῦ καὶ εἵλωτες ἐκλήθησαν πρῶτοι , καθάπερ γε καὶ ἦσαν : τὸ
5414473 ἀλιτηριους
ἥρπαζον ἀλούμενα τὰ ἄλευρα : ἀπὸ γοῦν ἐκείνων τοὺς πονηροὺς ἀλιτηρίους λέγουσι . παρέτεινε δὲ τὸ ὄνομα καὶ ἐπὶ τῶν
, ὦ βασιλεῦ , ” ἔφη „ διὰ δὲ τοὺς ἀλιτηρίους τούτους ἀπολώλασι μὲν αἱ πόλεις , πλήρεις δ '
5412811 ἀνηβους
δηλοῦσι συντιθέμενοι . . . . μειρακίων ] παῖδας τοὺς ἀνήβους , μείρακας τοὺς ἀρξαμένους ἡβᾶν , ἕως ἂν ἐκ
αὐτοῖς καταλειφθῆναι νηπίους , μὴ γυναῖκας ἐγκύους , μὴ ἀδελφοὺς ἀνήβους , μὴ πατέρας ἐν ἀκμῇ . ταύτῃ μὲν δὴ
5410432 μεταιτων
ἀναγκαῖα αἰτήσοντες , οἱ δ ' ἀπὸ φρονήματος εὐγενοῦς τὴν μεταιτῶν τύχην ὡς δουλοπρεπῆ καὶ ἀνελεύθερον ἐκτρεπόμενοι προῆλθον εἰς ἀγορὰν
, ἀλλ ' ἀκόλουθά γε ἀλλήλοις : οἷον νύκτωρ τὶς μεταιτῶν λῃστείας φεύγει : ἐρεῖ γὰρ διὰ τοῦτο νύκτωρ ,
5409622 Ναξιους
, ὁ μὲν ἕξ , ὁ δὲ πέντε ναυσὶ αὐτοὺς Ναξίους ἐλθεῖν τοῖς Ἕλλησι βοηθοῦντας ἱστορήσας . . . .
, ὅταν ἐπιφανέωσι ἐς τὴν Νάξον , πάντα ποιήσειν τοὺς Ναξίους τὰ ἂν αὐτοὶ κελεύωσι , ὣς δὲ καὶ τοὺς
5404473 μισουμενοι
κἂν ἀγνοῶσιν αὐτούς : κακὰς δὲ οἱ ἔχθιστοι ἢ οἱ μισούμενοι ἢ οἱ μισοῦντες τοὺς ὁρῶντας , κἂν λανθάνωσιν .
τὰ Ἀθήνησιν Διονύσια καὶ Παναθήναια , ἀλλὰ ἑορτάζουσιν μισοῦντες καὶ μισούμενοι : πόλεμόν μοι λέγεις , οὐχ ἑορτήν . Καλαὶ
5403125 λειποντας
ἀναζωοπυρήσαντες πάντας τοὺς ἄνθρακας καὶ προσαναπληρώσαντες ἐς ἄλλων προκεκαθαρμένων τοὺς λείποντας . Δεῖ σε γὰρ καὶ τούτους ἔχειν ἐν ἑτοίμῳ
ὅλας δὲ ἀνωμαλίας ἀποκαταστάσεις ͵δφογ , ζῳδιακοὺς δὲ κύκλους ͵δχιβ λείποντας μοίρας ζʹ ∠ ἔγγιστα , ὅσας καὶ ὁ ἥλιος
5401558 γυμναστας
ἂν μαχέσαιτο παγκράτιον καθωπλισμένος ; ” ἐπειδὴ νόμος ἦν τοὺς γυμναστὰς γυμνοὺς εἰς τὸν ἀγῶνα εἰσέρχεσθαι . παρ ' ἀνδράσι
γυμναστὴς ἐν Ὀλυμπίᾳ . Λακεδαιμόνιοι δὲ καὶ τακτικὴν ἐβούλοντο τοὺς γυμναστὰς εἰδέναι μελέτην τῶν πολεμικῶν τοὺς ἀγῶνας ἡγούμενοι , καὶ
5395004 γαζοφυλακος
μόνου βασιλέως , Πτολεμαίου δὲ μόνου ναυάρχου , Λυσιμάχου δὲ γαζοφύλακος , Σελεύκου δ ' ἐλεφαντάρχου . καὶ ταῦτα οὕτως
δ ' ἀναγραφὴν αὐτῷ δοθῆναί φησιν ὕστερον ὑπὸ Ξενοκλέους τοῦ γαζοφύλακος . : Ἔσται δὲ Βάκτρα καὶ τοῦ στόματος τῆς
5390919 κρατηθεντας
, Δαψιλέϊ δὲ τῷ ποτῷ χρησαμένους τοὺς φυλάκους ὑπερμεθυσθῆναι καὶ κρατηθέντας ὑπὸ τοῦ ὕπνου αὐτοῦ ἔνθα περ ἔπινον κατακοιμηθῆναι .
κυνηγοῖς , κυνηγῶν . Ἐρχθέντας : κλεισθέντας , ζωγρηθέντας , κρατηθέντας , κυκλωθέντας . θήρειον : θηρευτικὸν , τὴν τοῦ
5390118 Μοτυη
καλεῖ , καὶ Ἡρωδιανὸς καὶ Ὦρος . . . : Μοτύη , πόλις Σικελίας , ἀπὸ Μοτύης γυναικὸς , μηνυσάσης
τὴν πορείαν ποιούμενος . οὐ μακρὰν γὰρ τοῦ λόφου τούτου Μοτύη πόλις ἦν ἄποικος Καρχηδονίων , ᾗ μάλιστα ἐχρῶντο κατὰ
5385911 βδελυροι
πρᾶος περὶ τούτους ἦν , οὗτοι δὲ οὕτως ἀσελγεῖς καὶ βδελυροὶ ὥστ ' ἐπὶ τὴν γυναῖκα καὶ τὰ παιδία εἰσελθεῖν
καὶ ἀκρασίας , μοχθηροὶ οἱ γενόμενοι καὶ κακοδαίμονες ἔσονται καὶ βδελυροὶ ὑπό τε θεῶν καὶ δαιμόνων καὶ ἀνθρώπων καὶ οἴκων
5385023 ἀγρυπνους
ἀρξάμενοι κινεῖν ἐπὶ τὰ διπλασίονα προάξομεν . τοὺς δ ' ἀγρύπνους ἐν πυρετοῖς μέχρι τῶν ὕπνων αἰωρεῖν δεῖ καὶ τοὺς
, οὔτε τῶν κοινῶν διακόνους , καὶ ταῦτα ὑπὲρ πάντων ἀγρύπνους μέλλοντας διάξειν καὶ κινδυνεύσειν ἅπαντα κίνδυνον ὑπὲρ τῆς πόλεως
5384914 Εὐρυμενην
καὶ πρῶτος κρέασιν ἀσκῆσαι ἀθλητάς , καὶ πρῶτόν γ ' Εὐρυμένην , καθά φησι Φαβωρῖνος ἐν τρίτῳ τῶν Ἀπομνημονευμάτων .
καὶ πρῶτος κρέασιν ἀσκῆσαι ἀθλητάς , καὶ πρῶτόν γ ' Εὐρυμένην , καθά φησι Φαβωρῖνος ἐν τρίτῳ τῶν Ἀπομνημονευμάτων ,
5380435 τετιμηκοτας
Ἐρατὼ παρὰ τὸ ἐρᾶν . Τοὺς ἐν τοῖς ἐρωτικοῖς οὖν τετιμηκότας αὐτὴν ἀπαγγέλλουσιν : οἱ γὰρ αἰσχρῶς τῷ ἔρωτι χρώμενοι
τῶν ἐνθάδε . Τερψιχόρᾳ μὲν οὖν τοὺς ἐν τοῖς χοροῖς τετιμηκότας αὐτὴν ἀπαγγέλλοντες ποιοῦσι προσφιλεστέρους , τῇ δὲ Ἐρατοῖ τοὺς
5380177 ἁβροδιαιτους
καὶ τῶν παρωκεανιτῶν δέ τινάς φησι Θεόπομπος ἐν ὀγδόηι Φιλιππικῶν ἁβροδιαίτους γενέσθαι . περὶ δὲ Βυζαντίων καὶ Καλχηδονίων ὁ αὐτός
Κινέας εἰσηγήσατο κεκαρμένους εἶναι τοὺς νέους , νόμον γράψας μηκέτι ἁβροδιαίτους εἶναι , ὃν τρόπον τὸ παλαιόν , μηδὲ κομᾶν
5379905 φιλουμενους
συμβαλὼν κατὰ κράτος ἐνίκησεν . Ὅτι χρὴ τοὺς φιλοῦντας καὶ φιλουμένους καὶ συγγενεῖς συντάσσειν ἐν ταῖς φάλαγξιν , ὅπως ὑπεραποθνήσκοιεν
ἀγαθά , ἃ οἴονται , ἀλλ ' οὐ διὰ τοὺς φιλουμένους , ἀλλ ' αὐτοὶ αὐτοὺς δι ' αὑτοὺς φιλοῦντες
5376027 ἠδικηκοτας
χρῆσθαι τοῖς ἡλωκόσιν , ὅταν δὲ κρατηθῶσιν , ὡς οὐδὲν ἠδικηκότας συγγνώμης τυγχάνειν . καὶ τοῦ μὲν δοῦναι δίκην ὧν
σύ γε , ὦ θεοειδέστατε αὐτοκράτορ , διὰ τοὺς μηδὲν ἠδικηκότας , καὶ τοῖς ἁμαρτάνουσιν ἐνδέδωκας συγγνώμην , καὶ παραπλησίως
5374140 ἐριστικους
τοὺς δὲ ὑπὸ φιλονεικίας τὰς τῶν σημαινομένων τάξεις ἐναλλάττοντας ὡς ἐριστικοὺς φευκτέον , τοὺς δὲ μετὰ τῆς τῶν ἐμφερομένων ἀκριβοῦς
: ἡμεῖς δὲ ἀμφοτέρους εἰς ἓν κεφαλαιούμενοι κατὰ κοινόν τι ἐριστικοὺς καὶ φαινομένους συλλογισμοὺς ὀνομάζομεν καὶ τοὺς βεβλαμμένους τῷ σχήματι
5373250 τροφεις
φασίν . ἐν δὲ τοῖς Κρητικοῖς λόγοις οἱ Κουρῆτες Διὸς τροφεῖς λέγονται καὶ φύλακες , εἰς Κρήτην ἐκ Φρυγίας μεταπεμφθέντες
οὕτως ἱερακοβοσκούς , οἵπερ οὖν εἰσι τῶν τοῦ θεοῦ ἱεράκων τροφεῖς τε καὶ μελεδωνοὶ μέντοι οἱ αὐτοί . πᾶν μὲν
5373003 τελευταιους
κροτάφους κατεῖχεν : ὕπνοι κωματώδεες καὶ ἡμέρην καὶ νύκτα τοὺς τελευταίους χρόνους : οὖρον ἀπ ' ἀρχῆς ὠμὸν , σποδοειδές
ὡς δὲ ἐφάνησαν οἱ σύμπαντες ἑκκαίδεκα , δέκα μὲν τοὺς τελευταίους ὑπελειπόμην εἰς τὸν δρόμον , τοὺς δὲ πρώτους προῆλθον
5371766 προσκειμενους
ἡττήθη πρὸς αἰσχρὰν ἀγωνιζόμενος ἡδονήν : πολλοὺς μὲν οὖν ἀτόποις προσκειμένους ἐπιθυμίαις ἀνέπεισε σωφρονεῖν . ἔτι τοίνυν αὐτῷ δίαιτα ἦν
εἴξας ἐνέκλινεν . στρατηγὸς Ἀθηναίων Στρατοκλῆς ἐκβοήσας οὐ χρὴ ἀποστῆναι προσκειμένους , ἕως ἂν τοὺς πολεμίους κατακλείσωμεν ἐς Μακεδονίαν οὐκ
5369902 πολεμαρχους
φέρε οὖν ἐπὶ τούτοις κρινώμεθα , ἐπειδὴ καὶ τοὺς ἄλλους πολεμάρχους ὁρᾷς καὶ τοὺς πατέρας αὐτῶν τὴν ἡσυχίαν ἄγοντας .
σωτηρίᾳ , ἢ θρηνήσω καὶ ἀποκλαύσομαι τοὺς τληπαθεῖς καὶ δυστυχεῖς πολεμάρχους , ἤγουν τὸν Ἐτεοκλέα καὶ τὸν Πολυνείκην ; φρονίμως
5367643 πεινωντας
ἁλέσι : καὶ διὰ τοῦτό φασι Πέρσαι τοὺς Ἕλληνας σιτεομένους πεινῶντας παύεσθαι , ὅτι σφι ἀπὸ δείπνου παραφορέεται οὐδὲν λόγου
παριππεῦσαι Κυπρίους ἄρτους : μαγνῆτις γὰρ λίθος ὣς ἕλκει τοὺς πεινῶντας . καρῖδα καθῆκα κάτω κἀνέσπας ' αὖθις . τοῦ
5366927 ὑβριζουσι
κατηγοροῦσι . Τοῖς μὲν γάρ φησιν , ὡς οἱ δεῖνες ὑβρίζουσί σε καὶ διαβολὴν τούτων πρὸς αὐτοὺς ποιοῦνται : τοῖς
κατηγοροῦσι . τοῖς μὲν γάρ φασιν , ὡς οἱ δεῖνες ὑβρίζουσί σε καὶ διαβολὴν τούτων πρὸς αὐτοὺς ποιοῦνται . τοῖς
5365625 ὑδρευομενους
ἐπικουρεῖν ἡ σοφωτάτη φύσις ἐξεπαίδευσεν . Ἐλλοχῶσιν οἱ κροκόδειλοι τοὺς ὑδρευομένους ἐκ τοῦ Νείλου τὸν τρόπον τοῦτον . φρύγανα ἑαυτοῖς
πᾶσαν : καὶ ἐς ἑπτὰ ἡμέρας ἰέναι παρὰ τὴν θάλασσαν ὑδρευομένους ἐκ τῆς ἠϊόνος . ἔνθεν δέ , ἤδη γὰρ
5365121 Σακας
καὶ σὺ ἔχῃς τούτων μετέχειν . Παίζεις , ἔφη ὁ Σάκας . καὶ ὁ Φεραύλας ὀμόσας εἶπεν ἦ μὴν σπουδῇ
Ἀριμασπούς , τοὺς δὲ πέραν τῆς Κασπίας θαλάττης τοὺς μὲν Σάκας τοὺς δὲ Μασσαγέτας ἐκάλουν , οὐκ ἔχοντες ἀκριβὲς λέγειν
5364738 ἀπωλλυσαν
καὶ δόξα καὶ γάμοι καὶ χρήματα , ταῦτα πάντα ἀτιμάσαντες ἀπώλλυσαν τὸ καθ ' αὑτοὺς τῷ βασιλεῖ τὴν πόλιν .
καὶ κεκολάσθαι τὴν πόλιν διδάσκων , ὡς αὐτοὶ σφᾶς αὐτοὺς ἀπώλλυσαν τῇ φυγῇ πάσχοντες , ἃ ὅπως μὴ πάθοιεν ,
5351661 αἰλουρους
, πυκναῖς δ ' ἀράχναις δεδίασται : προσκυνέοντες ὄφεις κύνας αἰλούρους , ἀνόητοι , καὶ πετεηνὰ σέβεσθε καὶ ἑρπετὰ θηρία
λέοντα , ἀναιρεῖ δὲ βασιλίσκον : οὐ μὴν φέρει οὔτε αἰλούρους οὔτε ἰκτίνους . αἱ δὲ περιστε - ραὶ ἀετῶν

Back