, Σεμέλη , Αὐτονόη , Ἀγαυή : ἐπεὶ καὶ αὗται παθοῦσαι ἐν ἀρχῇ , ὕστερον ἔτυχον τῆς ἐκ θεῶν τιμῆς
δμωίδες ] δοῦλαί εἰσι τότε . θΞ καινοπήμονες ] νεωστὶ παθοῦσαι τὰ κακά . καινοπήμονες ] καινὰ πάσχουσαι . καινοπήμονες
7695979 καινοπημονες
. Ξ φορεῖται ] ἄγεται . αἱ δμωίδες δὲ αἱ καινοπήμονες νέαι , ἤτοι αἱ νέον πῆμα ἔχουσαι ἤγουν παθοῦσαι
ἀκριτόφυρτος γᾶς δόσις οὐτιδανοῖς ἐν ῥοθίοις φορεῖται . δμωίδες δὲ καινοπήμονες † νέαι τλήμονες εὐνὰν αἰχμάλωτον † ἀνδρὸς εὐτυχοῦντος ,
7300705 νεαι
ἀξίαν χεῖρα παρασχέσθαι τοῦ παραδείγματος , σπουδάζουσι μὲν καὶ αἱ νέαι περὶ σὲ τέχναι , χορηγοῦσι δὲ αὐταῖς οἱ τῶν
! ] ! ? [ στόμα ] ἄναυδον ἦν , νέαι δ ' ἐπεύχοντολλαι [ ] [ ] ! [
6998103 μελλουσαι
: τάδε δὲ νυνὶ βούλομαι ὑμᾶς εἰδέναι , ὅτι αἱ μέλλουσαι νῆες ἤδη σιταγωγοὶ καταπλεῖν εἰς τὸν Πειραιᾶ εἰσιν ὑμῖν
γεγονυῖαι , καὶ καινοπήμονες , αἱ καινὰ παθοῦσαι νυκτὸς γενομένης μέλλουσαι συνελθεῖν τοῖς πολεμίοις . Ξ δμωίδες ] ἀπὸ κοινοῦ
6719062 Τισιφονη
ἡ Λάχεσις , καὶ αἱ τρεῖς Ἐρινύες , ἥ τε Τισιφόνη , ἡ Μέγαιρα καὶ ἡ Ἀληκτώ . καὶ πάλιν
, Εὐμενίδας ὠνόμασεν . εἰσὶ δὲ Ἀληκτὼ , Μέγαιρα , Τισιφόνη . Εὐνεῖδαι : Λυσίας ἐν τῷ κατὰ Τελαμῶνος ,
6615168 καταλλαγαι
βαρεῖαι καταλλαγαὶ ] χαλεπαὶ αἱ τοῦ Οἰδίποδος καὶ τῆς Ἰοκάστης καταλλαγαὶ καὶ φιλίαι καὶ συνελεύσεις εἰς γάμον . . αἱ
ἀλλ ' εἰ τούτους ἐκποδὼν στήσετε , σπονδαὶ ἐνθένδε καὶ καταλλαγαὶ καταστήσονται . „ εἶπον εἰς ἀπά - την :
6611117 μισηται
μισήτη . καὶ ὁ Κρατῖνός που τοῦτ ' ἔφη : μισηται δὲ γυναῖκες ὀλίσβωσι χρήσονται . Πάντες Ἕλληνες ἐπίστανται τὰ
μισήτη . καὶ ὁ Κρατῖνός που τοῦτ ' ἔφη : μισηται δὲ γυναῖκες ὀλίσβωσι χρήσονται . Πάντες Ἕλληνες ἐπίστανται τὰ
6507502 Λιται
ὕβρισε διάστροφον αὐταῖς περιθεὶς ἀμορφίας χαρακτῆρα : Καὶ γάρ τε Λιταί εἰσι Διὸς κοῦραι μεγάλοιο , χωλαί τε ῥυσαί τε
Μοιρῶν ἐννεσίῃσιν ἐπείγομαι : οὐ γὰρ ἄτιμοι ἱκεσίου Ζηνὸς κοῦραι Λιταί : ἵξομαι ἤδη ὁπλοτέροις βασιλεῦσι καὶ ἡμιθέοις ἐνάριθμος .
6382775 θελουσαι
ὦ μελέα δέσποινα , μένει ψυχῆι σε παθεῖν ; ἆρα θέλουσαι δρᾶσαί τι κακὸν τοὺς πέλας αὐταὶ πεισόμεθ ' ὥσπερ
πάρα , Ἥρα Κύπρις τε διογενής τε παρθένος , μορφῆς θέλουσαι διαπεράνασθαι κρίσιν . τοὐμὸν δὲ κάλλος , εἰ καλὸν
6368172 αἱδ
. . . ἀλλὰ δύω μὲν ἔλασσε διὰ πτύχας , αἱδ ' ἄρ ' ἔτι τρεῖς ἦσαν , ἐπεὶ πέντε
δηλοῦν ὅτι μεγάλοι γινόμενοι οἱ Ἀθηναῖοι ἀνάγκην παρέσχον τοῦ πολέμου αἱδ ' ἦσαν : ποῖαι ; αἱ καθεξῆς ῥηθησόμεναι Ἐπίδαμνος
6362228 δυαι
εἰρημένον . δεσμοὶ δὲ καὶ τὸ γῆρας αἵ τε νήστιδες δύαι διδάσκειν ἐξοχώταται φρενῶν ἰατρομάντεις . οὐχ ὁρᾷς ὁρῶν τάδε
. νέαι νέαι ] † διὰ μέσου τοῦτο . δύαι δύαι ] † ἤγουν αἱ δυστυχίαι . Ἰαόνων ] ἤγουν
6305906 παλου
ὑπερφιάλοισι μετηύδα : “ Τῶνδέ τοι ὥ κ ' ἐθέλῃσθα πάλου ἄτερ ἐγγυαλίξω αὐτὸς ἑκών , ἵνα μή μοι ἀτέμβηαι
τὸ φονεῦσαι αὐτόν . κἀγὼ ] † κἀγὼ δὲ . πάλου ] κλήρου . ἔκυρσα ] † ἐπέτυχον . τοῦπερ
6279941 λεαιναι
. Ἄγριον : ἤγουν ἀγριώτερον . Λύγγας : λύγγες , λέαιναι , παρδάλιαι καὶ τρίγλεις πρὸ τῆς γονῆς θέλουσι θανεῖν
ὀκτὼ εἶχεν . ὁ δὲ τῆς λεαίνης τόκος , αἱ λέαιναι μηνῶν μὲν κυΐσκουσιν ἕξ , τρὶς δὲ ἀποτίκτουσιν ,
6258788 ἀφθαρτοι
ἀρχῶν ; πάντα ταῦτα εὖ λέγων καὶ Πλατωνικῶς . εἴτε ἄφθαρτοι , διὰ τί μὴ καὶ αὐταὶ ἀίδια ποιοῦσιν ὡς
ἄφθαρτοι , πρόδηλον : εἰ δὲ καὶ αἱ τῶν φθαρτῶν ἄφθαρτοι , λόγου δεῖται : εἴτε γὰρ [ αἱ ]
6243109 ἐπιδιδοασιν
, αἳ εὐθύς τε χρήσιμοί εἰσι καὶ ἐπὶ τὸ βέλτιον ἐπιδιδόασιν . ἔχω δ ' ἐπιδεῖξαι καὶ γυναιξὶ ταῖς γαμεταῖς
, αὗται τῷ σώματι , ὁκόταν πλήρεες ἔωσιν , ἀεὶ ἐπιδιδόασιν : ὁκόταν δὲ κεναὶ περιίστανται , ἀπ ' αὐτοῦ
6240057 τεθεασαι
ἀλλοτρίας ἐπινοίας αὐτοῖς αὐλοῖς ὁρμᾷ καὶ γλωττοκομείῳ . εἰ μὴ τεθέασαι τὰς Ἀθήνας , στέλεχος εἶ , εἰ δὲ τεθέασαι
μὴ τεθέασαι τὰς Ἀθήνας , στέλεχος εἶ , εἰ δὲ τεθέασαι μὴ τεθήρευσαι δ ' , ὄνος , εἰ δ
6230683 Ἰσμηνη
. σὺ δ ' ἔθανες : φησὶ δὲ πάλιν ἡ Ἰσμήνη : σὺ δέ , ὦ Ἐτέοκλες , ὁ θανατώσας
ἀναιρεῖ Τυδεὺς ἐπὶ κρήνης καὶ ἀπ ' αὐτῆς ἡ κρήνη Ἰσμήνη καλεῖται . υἱοὶ δὲ αὐτῷ ἐξ αὐτῆς Ἐτεοκλῆς καὶ
6198140 ἐπλισσοντο
τὸ πήδημα . καὶ Ὅμηρος : “ εὖ δ ' ἐπλίσσοντο πόδεσσιν ” . νῦν δ ' ἐπειδὴ στερρόν :
διέβαινον , ἀπὸ τῆς πλιχάδος : “ εὖ δ ' ἐπλίσσοντο πόδεσσι . ” τῶν δ ' ἅπαξ εἰρημένων .
6196942 δυστυχιαι
τουτέστι μεγάλην βλάβην εἴδομεν ἡμεῖς . * ἐτύφθημεν . * δυστυχίαι * ἦλθον ἐμοὶ δηλονότι . * φανερὰ . *
διὰ μέσου τοῦτο . δύαι δύαι ] † ἤγουν αἱ δυστυχίαι . Ἰαόνων ] ἤγουν Ἑλλήνων . ναυατῶν ] ναυτῶν
6173728 Ποθος
ἐμαυτὸν ἐξαίφνης πόθος τὴν καρδίαν ἐπάταξε πῶς οἴει σφόδρα . Πόθος ; πόσος τις ; Σμικρός , ἡλίκος Μόλων .
Ἔρως δ ' ἀεὶ πλέκει μευ ἐν καρδίηι καλιήν . Πόθος δ ' ὃ μὲν πτεροῦται , ὃ δ '
6160687 αἰπειναι
ἡμᾶς δύναται τρέφειν . μελέτη δὲ ἄσκησις . ἐπιτήδευμα . αἰπειναί : δυσέφικτοι . σοφίαι μὲν αἰπειναί : τουτέστιν ἐφ
δ ' οὐχ ἅπαντας ἄμμε θρέψει μελέτα : σοφίαι μέν αἰπειναί : τοῦτο δὲ προσφέρων ἄεθλον , ὄρθιον ὤρυσαι θαρσέων
6158724 δειλαιαι
δέσποτα . θρασέα γυνή κακὴ μὲν ὄψις , ἐν δὲ δείλαιαι φρένες . κἂν δοῦλος ᾖ τις , οὐδὲν ἧττον
μαλακόν , ἀγγαρεύεται . κακὴ μὲν ὄψις , ἐν δὲ δείλαιαι φρένες . Στρατοφάνη , λιτόν ποτ ' εἶχες χλαμύδιον
6158495 Λημνοιο
τὰ ἀπὸ πλησίον αὐτῆς χωρία : νῆες δ ' ἐκ Λήμνοιο παρέστασαν οἶνον ἄγουσαι . Ἵππυς δ ' ὁ Ῥηγῖνος
ὀνοσσάμενοι πολιήτιδας , αὖθι δ ' ἕαδεν ναίοντας λιπαρὴν ἄροσιν Λήμνοιο ταμέσθαι ; οὐ μάλ ' ἐυκλειεῖς γε σὺν ὀθνείῃσι
6156787 εἰπατ
' ἔρωμαι , τίνες ἐφεστᾶσιν δόμοις . ξέναι γυναῖκες , εἴπατ ' , ἐκ ποίας πάτρας Ἑλληνικοῖσι δώμασιν πελάζετε ;
Τυνδαρείας παιδὸς ἀνόσιον φόνον . καὶ νῦν ὅπου ' στὶν εἴπατ ' , ὦ νεάνιδες , Ἀγαμέμνονος παῖς , ὃς
6139360 ἐπωνυμιαι
τὰς δὲ λοιπὰς δι ' οἶκτον καταστερίσας Ζεὺς Ὑάδας ἐπωνόμασεν ἐπωνυμίαι τοῦ ἀδελφοῦ : αἱ δὲ πλείους ζ βραδέως μέν
ἐξ ἐρωτικῆς διαθέσεως . ἐπέπνευσε γὰρ αὐτῶι ὁ Ἔρως . ἐπωνυμίαι ] τῆι δὲ ἐπωνυμίαι ἐβεβαιοῦτο ὁ εὔμοιρος αὐτοῦ βίος
6133423 τλημονες
ὅτ ' Ἀργείοισι μαχοίατο θωρηκτῇσιν , ὧδέ τε θαρσαλέοι καὶ τλήμονες , ὡς Ἀφροδίτη ἦλθεν Ἄρῃ ἐπίκουρος ἐμῷ μένει ἀντιόωσα
καὶ λύπης αἰτίας γενομένας Ἀθήνας κατιδόντες οἱ Πέρσαι πάντες οἱ τλήμονες ἀπαίρουσι καὶ ὑποχωροῦσι καὶ θνήσκουσιν ἑνὶ πιτύλῳ , ἤγουν
6123131 πλουσιαι
ἡγεμόνες δίοποι καὶ διέποντες καὶ οἰκονομοῦντες αὐτούς , καὶ αἱ πλούσιαι Σάρδεις . οὗτοι γὰρ τὰς Σάρδεις κατῴκουν . δίοποι
ἡγεμόνες δίοποι καὶ διέποντες καὶ οἰκονομοῦντες αὐτοὺς , καὶ αἱ πλούσιαι Σάρδεις . οὗτοι γὰρ τὰς Σάρδεις κατῴκουν . .
6117206 ἀερθεν
ἐπὶ χθονὶ πουλυβοτείρῃ ἑζέσθην , Τρώων δὲ πρὸς οὐρανὸν εὐρὺν ἄερθεν . Ἡ ἑξὰς πρώτη τέλειος : τοῖς γὰρ αὑτῆς
. Ἄερθεν : ἀείρω ἀερῶ ἄερκα ἄερμαι ἀέρθην ἀέρθησαν καὶ ἄερθεν , ὡς τὸ κόσμηθεν , . , . *
6111980 ἐτλησαν
τὰ ὑποπίπτοντα . ἀμβολαδίς : ἐκ διαδοχῆς . ἐτάλασσαν : ἔτλησαν . ἀκηδέες : ἄφοβοι . καλιστρεῖ : καλεῖ .
συνοχῇσι γένονθ ' , οἱ δ ' αὖ καὶ δεσμὸν ἔτλησαν , αὐτοί τε μάχλοι τε καὶ ἐς φιλότητ '
6092555 κεκρανται
αἰσθήσεων . αἱ μὲν γὰρ οὐκ ἐξ ὧν ἄκρων αἰσθάνονται κέκρανται : οὐδὲ γὰρ ὄψις ἐκ λευκοῦ καὶ μέλανος ,
εὐσεβὴς πίθοι λόγος . τοιάδε δημόπρακτος ἐκ πόλεως μία ψῆφος κέκρανται , μήποτ ' ἐκδοῦναι βίᾳ στόλον γυναικῶν : τῶνδ
6092057 Ἰτ
] ἰέ , ὢ ἰὲ [ ] Παιάν . [ Ἴτ ] ' ἐπὶ τηλέσκοπον τάνδε [ ] Παρνασίαν [
μειόνως ἔχειν , ἀεὶ μόχθοις λατρεύων τοῖς ὑπερτάτοις βροτῶν . Ἴτ ' , ὦ γλυκεῖαι παῖδες ἀρχαίου Σκότου , ἴτ
6073683 παλαιαι
Καὶ μικτὰ μὲν γενικά , ὡς αἱ τραγῳδίαι καὶ αἱ παλαιαὶ κωμῳδίαι : μέρος μὲν γὰρ τούτων γέγραπται κατὰ στίχον
τῶν Σκυθῶν ὁπόσους οἵ τε μῦθοι δηλοῦσι καὶ αἱ ὑμέτεραι παλαιαὶ γραφαί , ἃς μικρῷ πρόσθεν εὖ μάλα ἐξετραγῴδησας ,
6072073 ἀγγελιαι
Οἱ δὲ Ἴωνες , ἐς τοὺς καὶ ἀπίκοντο αὗται αἱ ἀγγελίαι , ἀγνωμοσύνῃ τε διεχρέωντο καὶ οὐ προσίεντο τὴν προδοσίην
ἔσειε μὲν ὁ Ποσειδῶν τὴν μεγάλην ἐν Θρᾴκῃ πόλιν , ἀγγελίαι δὲ ἐφοίτων , ὡς , εἰ μή τις διαλλάξει
6059511 δαμασθεντες
οὐκ ἔσκεν , ἤγουν οὐκ ἦν . Καὶ οὗτοι μὲν δαμασθέντες , τουτέστι φονευθέντες , ὑπὸ ταῖς σφετέραις , ἀντὶ
. , . * . . Ἀδηκότες : κεκμηκότες , δαμασθέντες , ἀδημονοῦντες , τουτέστιν ὑπὸ κόπου ἀηδῶς διακείμενοι :
6051341 Κορινθιαι
ἐπίτασσε : Συρακοσίαις ἐπιτάσσεις . ὡς εἰδῇς καὶ τοῦτο , Κορίνθιαι εἰμὲς ἄνωθεν , ὡς καὶ ὁ Βελλεροφῶν . Πελοποννασιστὶ
καὶ τράπεζαι Σικελικαί , καὶ ὀρχήσεις Συβαριτικαί , καὶ ἑταῖραι Κορίνθιαι , ταῦτα ἀθρόα , καὶ ὅσα τούτων ποικιλώτερα ,
6045385 συνισταμεναι
: λογικαὶ δὴ καὶ αἱ περὶ τὸ ἄλογον ψυχῆς μέρος συνιστάμεναι , οἷον ἀνδρία καὶ σωφροσύνη , περὶ μὲν τὸ
πιπτουσῶν ἐν τῷ πηγῶν ἢ λιμνῶν ὕδατι πομφόλυγες ἤτοι φύσκαι συνιστάμεναι , αὐτίκα διαφθειρόμεναι ἦχον ἀποτελοῦσί τινα . 〛 πομφόλυγές
6029233 τηλεδαπων
φιλίων ἀντὶ τοῦ φίλτερος : “ οὐδέ τις ἄλλος ξείνων τηλεδαπῶν φιλίων ἐμῶν ἵκετο δῶμα . ” ἐσχηματισμένον τῷ τρόπῳ
. ἦ τινά που πλαγχθέντα κομίσσατο ἧς ἀπὸ νηὸς ἀνδρῶν τηλεδαπῶν , ἐπεὶ οὔ τινες ἐγγύθεν εἰσίν . ἤ τίς
6027951 πολιαι
ἐν τῇ κεφαλῇ , κείνοισιν ἡ ἐπιδερμὶς , ὅκου αἱ πολιαί εἰσι , λευκοτέρη τῆς ἄλλης ἐστίν : ἐκεῖ γὰρ
πρὸς πέδῳ θαναταφόρα κεῖται ἀνοίκτως : ἐν δ ' ἄλοχοι πολιαί τ ' ἔπι ματέρες ἀκτὰν παρὰ βώμιον ἄλλοθεν ἄλλαι
6017790 Μεγαιρα
: Δουλεύτριαι τῶν Μοιρῶν εἰσὶν αἱ Ἐριννύεις , Τισιφόνη , Μέγαιρα , καὶ Ἀληκτώ : μνήμονας δὲ ταύτας εἴρηκε ,
εἰσι δαίμονες τιμωρητικαί , ὧν τὰ ὀνόματα * Τισιφόνη , Μέγαιρα καὶ Ἀληκτώ . καὶ κατὰ μὲν Ἡσίοδον καὶ λοιποὺς
6011719 τελουσαι
τροφοὶ τῶν σμικρῶν καὶ αἱ περὶ τὰ τῶν Κορυβάντων ἰάματα τελοῦσαι : ἡνίκα γὰρ ἄν που βουληθῶσιν κατακοιμίζειν τὰ δυσυπνοῦντα
: αἱ γένναι ἄλλως δὲ κατὰ μῦθον δαίμονές εἰσιν Εἰλείθυιαι τελοῦσαι εἰς τοκετὸν καὶ ποιοῦσαι τὸ κυοφορούμενον ἐλεύθειν εἰς φῶς
6011651 πατριδες
Περίανδρος πατέρες τούτων Ἑξαμύου Ἐξηκεστίδου Δαμαγήτου Ὑρραδίου Τευταμίδου Εὐαγόρου Κυψέλου πατρίδες Μιλήσιος Ἀθηναῖος Λακεδαιμόνιος Μυτιληναῖος Πριηνεύς Λίνδιος Κορίνθιος οἰκεῖος .
, ὦ οὗτος , μὴ κατήφει : πρὸς ζῶντας αἱ πατρίδες , ἀποθανόντων δὲ πᾶσα γῆ τάφος : ὠκύμορος οὐδεὶς
6002440 ξενικαι
τότε κρατήσας τῶν ἐχθρῶν μεθ ' ὑμῶν , εἰ μὴ ξενικαὶ ἐρινύες ἐκώλυσαν , κατέστησα ἂν ᾗπερ καὶ διενοούμην ,
εἰ μὴ ξενικαὶ ἐρινύες ἐκώλυσαν . ἀλλαχοῦ : εἰ μὴ ξενικαὶ ἐρινύες ἐκώλυσαν . ἐπὶ νῷ ἐγίγνετο . γρ .
6001249 θεσπεσιως
αἳ δέ τε πᾶσαι ὑπέτρεσαν : ὣς τότ ' Ἀχαιοὶ θεσπεσίως ἐφόβηθεν ὑφ ' Ἕκτορι καὶ Διὶ πατρὶ πάντες ,
ὅδε ὁ λόγος , τὸν γὰρ Πλάτωνος λόγον , ὃν θεσπεσίως ἐκεῖ καὶ πανσόφως ὑπὲρ ψυχῆς ἀνεφθέγξατο , αὐτοὶ διέβαλλον
5997446 πορναι
δ ' ἄρρηκτος , χάλκεον δέ μοι ἦτορ ἐνείη . πόρναι δ ' εἰσῆλθον , κοῦραι δύο θαυματοποιοί , ἃς
κυνὸς ὡς ἀκτῖνες ἔλαμπον . Γ Κύννα δὲ καὶ Σαλαβακχὼ πόρναι Ἀθήνησιν . Γ τὴν ἀναίδειαν αὐτοῦ καὶ τὴν τραχύτητα
5992781 ἐτεκον
δ ' εἰσάμενος παρελέξατο κυανοχαίτῃ : αἳ δ ' ὑποκυσάμεναι ἔτεκον δυοκαίδεκα πώλους . αἳ δ ' ὅτε μὲν σκιρτῷεν
ἐς μητρὸς ἦλθον τῆς ταλαιπώρου λέχος παῖδάς τ ' ἀδελφοὺς ἔτεκον , οὓς ἀπώλεσα , ἀρὰς παραλαβὼν Λαΐου καὶ παισὶ
5986992 εἰδυιαι
τρέφεσθαι καὶ ἀγνοούμεναι οὐ φιλοῦνται : αὗται δὲ φιλοῦσι μὲν εἰδυῖαι , ἀντιφιλεῖσθαι δ ' οὐ ζητοῦσιν , ἐὰν ἀμφότερα
καὶ Λιβύην ἀπαίρουσι καὶ Αἰθιοπίαν , ὥσπερ οὖν γῆς περίοδον εἰδυῖαι καὶ φύσεις ἀέρων καὶ ὡρῶν διαφοράς . καὶ χειμῶνα
5986047 ἰδουσαι
τοῦ ἐρύματος ἐτράποντο καὶ ἀπὸ τῶν κεφαλῶν τῶν ἔνδον . ἰδοῦσαι δ ' αἱ γυναῖκες τῶν Ἀσσυρίων καὶ τῶν συμμάχων
] ταῦτα μετά τινος πάθους ἀναβοῶσιν ἐξ ἀπόπτου τοὺς Αἰγυπτιάδας ἰδοῦσαι . μάρπις ] ὁ ἐλθὼν ἐπὶ τὸ μάρψαι ἡμᾶς
5985693 ἀμπλακιας
πέτρᾳ προσηλοῦσθαι τοῦτό φησιν χειμαζόμενον ] δαμαζόμενον , πάσχοντα Τίνος ἀμπλακίας : ἕνεκα τίνος κολάσεως , πταίσματος , ὀλέκῃ καὶ
μοι , ἰὼ τλήμων . τί δέ σοι παῖδες πατρὸς ἀμπλακίας μετέχουσι ; τί τούσδ ' ἔχθεις ; οἴμοι ,
5979314 γεγονυιαι
' αὐτῶν ἐκκαθαιρόμενος . ἀλλ ' ἐπειδὰν συνήθει . ἤδη γεγονυῖαι τῷ χρόνῳ , αὖθις τύχοιεν ἐπισχεθεῖσαι , πρὸς τῷ
αἱ ἀρχαί : ἐν δὲ τῇ πλοκῇ τρεῖς ὁρῶνται ἀγκύλαι γεγονυῖαι , δύο μὲν παρ ' ἑκάτερα , ἡ δὲ
5971062 δμωαι
ὃ δή σφεας ὁππότε δαλοῖς ὕδωρ αἰθομένοισιν ἐπιλλείβοντας ἴδοντο Μηδείης δμωαὶ Φαιηκίδες , οὐκέτ ' ἔπειτα ἰσχέμεν ἐν στήθεσσι γέλω
παύσαντο ποτοῦ δαιτός τ ' ἐρατεινῆς , δὴ τότε που δμωαὶ στόρεσαν θυμήρεα λέκτρα ἐν Πριάμοιο δόμοισι θρασύφρονι Πενθεσιλείῃ .
5967578 τελεσφοροι
τέλος ἔχουσαι τῶν οἰκείων κακῶν . τελεσφόροι ] πληρωτικαί . τελεσφόροι ] τέλειοι ὑπάρχουσιν . τελεσφόροι ] τέλειοι καὶ τέλος
ἁμὸν Οἰδίπου γένος : ὤμοι , πατρὸς δὴ νῦν ἀραὶ τελεσφόροι . ἀλλ ' οὔτε κλαίειν οὔτ ' ὀδύρεσθαι πρέπει
5954838 ἐριθοι
λέγει . τὰ δὲ ἐν μέρει τούτων προείρηται . καὶ ἔριθοι δὲ καὶ τρυγήτριαι καὶ καλαμητρίδες καὶ ποάστριαι καὶ φρυγανίστριαι
, νεαρὲ κόρε νεβροχίτων Τὸν στυγνὸν Μελανίππου φόνον αἱ πατροφόνων ἔριθοι Χαῖρε ἄναξ Ἕκατε , ζαθέας μάκαρ ἥβας Πρόσθε μὲν
5954695 Λακωνικαι
τρέφῃ ; καὶ ποῦ πέος ; ποῦ χλαῖνα ; ποῦ Λακωνικαί ; ἀλλ ' ὡς γυνὴ δῆτ ' ; εἶτα
ὡς ἐν τῷ περὶ Μαντινείας εἰρήσεται . εἰσὶ καὶ μάστιγες Λακωνικαί . ἔστι καὶ εἶδος κλειδὸς Λακωνικῆς . καὶ οὐδέτερον
5942790 τλητε
εἴ κε σιδηρείη πέλοι Ἀργώ . ὦ μέλεοι , μὴ τλῆτε παρὲξ ἐμὰ θέσφατα βῆναι , εἰ καί με τρὶς
ἐλάττοσι μάλιστα παραμύθιον καὶ πρός γε φύσεως ἀκολουθία . “ τλῆτε , γάρ φησιν , ὦ τέκνα ? , τλῆτε
5939214 σεμναι
, σκιρτᾷ , λορδοῖ , κεντεῖ [ βινεῖ ] . σεμναὶ δ ' αὐλῶν ἀγαναὶ φωναί , μολπά , κλαγγὰ
ὁρῶντι . γαῖαν ] ἐπί . ἀναπαιστικοὶ τετράμετροι * . σεμναὶ ] τίμιαι . , σεβάσμιαι . . . .
5935714 δμωιδες
δὲ ἡ τοιαύτη εὐτυχία οὐ κυρίως ἀλλὰ παρακεκινδυνευμένη . θ δμωίδες δέ : ἐν γὰρ τῇ ἁλώσει οὐ μόνον γραῖαι
φορεῖται ] φέρεται . Ξ φορεῖται ] ἄγεται . αἱ δμωίδες δὲ αἱ καινοπήμονες νέαι , ἤτοι αἱ νέον πῆμα
5933559 μολπαν
ἡνίκα ἐκ δείπνων : ἐπὶ τοῖς ὀφθαλμοῖς : διασκορπίζεται : μολπᾶν δ ' ἄπο καὶ χαροποιῶν : τουτέστι : καταπαύσαντες
ἦμος ἐκ δείπνων ὕπνος ἡδὺς ἐπ ' ὄσσοις σκίδναται , μολπᾶν δ ' ἄπο καὶ χοροποιὸν θυσίαν καταπαύσας πόσις ἐν
5930363 προσφοραι
καὶ πύκνωσιν περὶ τοὺς ὑμένας ὠφελοῦσι τῶν δριμυτάτων τῶν ἐδεσμάτων προσφοραί . ὁμοίως δὲ καὶ ὀσφρήσεις συνεχεῖς ὀφθαλμίας λύουσι καὶ
δὲ τοῦ πάθους διαφθοραὶ τῆς τροφῆς συνεχεῖς καὶ ξένων βρωμάτων προσφοραί : ἔτι δὲ ψῦξις ἢ σφοδρὰ ἔγκαυσις , εἰ
5928304 κυλινδουμενος
καὶ γυμνὸς μετὰ γυμνῶν οὐδὲν αἰσχύνης παρέλιπεν ἐπὶ τοῦ στρώματος κυλινδούμενος . οἱ γοῦν ὑβρισθέντες μετ ' οὐ πολὺ γυναῖκα
σημεῖόν ἐστι : καὶ ὅλως βοῶν μέγα ἀνεμώδης . Κύων κυλινδούμενος χαμαὶ μέγεθος ἀνέμου σημαίνει . Ἀράχνια πολλὰ φερόμενα πνεῦμα
5925439 ἐθανες
ἐν δὲ τῷ ὑπομνήματι καὶ ταῦτα τῆς Ἠλέκτρας : ἔκανες ἔθανες : ἐφόνευσας . ὅθεν τὸ κανοῦν λέγεται , εἰς
Ἀθηνέων ἔκ ποτ ' ἰὼν καθ ' ὁδὸν πρέσβυς ἐὼν ἔθανες : εἵλετο γάρ σε φυγεῖν Κέκροπος πόλις : ἀλλὰ
5924788 ἀτρεμεοντα
ἢν μὴ κατὰ φύσιν κείμενα ᾖ , καὶ τὰ μὴ ἀτρεμέοντα ἐν τῷ αὐτέῳ σχήματι , καὶ αἱ πωρώσιες ἀσθενέστεραι
βοηθεῖ . ἀποργέστερον : ἀπηνέστερον . ἀπαιωρέεται : ἀποκρέμαται . ἀτρεμέοντα : ἠρεμοῦντα . ἀποπαλήσει : σαλεύσει καὶ σφοδρᾷ κινήσει
5922462 ῥεξεις
τοῦ νοῦ ὀφθαλμοῖς . πάταγος ] κτύπος . . τί ῥέξεις ] τί ποιήσεις , ὦ παλαίχθων Ἄρης ; προδώσεις
ἀλλὰ πολλῶν . ἑνὸς δορός ] μιᾶς αἰχμῆς . τί ῥέξεις : τί ποιήσεις , παλαίχθον Ἄρης ; προδώσεις ἡμᾶς
5918207 πεπορευται
ποτε καὶ βεβαίαν οἴησίν τινα παράσχῃ , καταλείπουσα πρὸς ἑτέρους πεπόρευται καὶ δοκεῖ παρὰ πᾶσιν εἶναι παρ ' οὐδενὶ μένουσα
θεράπαιναι συνειδυῖαι τὸν ἔρωτα κατεσιώπησαν καὶ οὐκ ἔφασαν εἰδέναι ὅπου πεπόρευται ἐρωτώμενοι . μνημονεύεται δ ' ὁ ἔρως οὗτος τοῖς
5917608 θραυσαντυγες
] κακέ , κακή . . τύχαι ] δυστυχίαι . θραυσάντυγες ] αἱ καταθλῶσαι τὰς τῶν ἁμαξῶν . , αἱ
δὲ τοῦτο : ” ὦ σκληρὲ δαῖμον , ὦ τύχαι θραυσάντυγες “ . ἵππων ] διὰ τῶν . ἀπώλεσας ]
5917326 Ἁρπυιαι
ἐν τῇ Σ Ὀδυσσείας , “ τόφρα καὶ τὰς κούρας Ἅρπυιαι , ” ἀπὸ τοῦ ἁρπάζειν . ἐμφαίνει δὲ Ὅμηρος
Φινέα πεπηρωμένον τὰς ὄψεις , ὃς ἱκετεύει βοηθῆσαι αὐτῷ . Ἅρπυιαι γὰρ ἐξ ἀφανοῦς τινος πορευόμεναι , τούτου τὴν τροφὴν
5915972 συνουσιαι
φανερώτατα : πλείω δὲ τὰ ὑπολειπόμενα , ἃ δείξουσιν αἱ συνουσίαι . Ὁ μέγιστος κίνδυνός ἐστι καὶ νέῳ καὶ μὴ
ὁ δὲ πείθεταί τε καὶ οὕτως ἐποίει . αἱ δὲ συνουσίαι λόγους τε ἡμῖν τοὺς ὑπὲρ λόγων εἶχον καὶ ἐπαίνους
5915857 Ὑσιαι
ὑποστατός . Οἰνόῃ σύγχορτα ναίω πεδία ταῖς τ ' Ἐλευθεραῖς Ὑσιαί τὸν μὲν κίκλησκε Ζῆθον : ἐζήτησε γὰρ τόκοισιν εὐμάρειαν
ἄλλων δῆλον καὶ ἐκ τοῦ Δημοσθένους κατ ' Ὀλυμπιοδώρου . Ὑσιαί : Ὑπερείδης ἐν τῷ ὑπὲρ Ξενοφίλου . Ὑσιαὶ τῆς
5908812 ἐνδεδυμεναι
πρεσβῦτις δὲ Ἑστίαν : τρεῖς γυναῖκες Μοίρας , ὅταν ὦσιν ἐνδεδυμέναι : γυμναὶ δὲ Ὥρας , λουόμεναι δὲ Νύμφας .
. ὑπενοήθησαν εἰς ὄψιν ἡμετέραν ἐλθεῖν . εὐείμονε ] καλὰ ἐνδεδυμέναι ἱμάτια . πέπλοισι ] ἐνδύμασι . ἠσκημένη ] κεκοσμημένη
5907494 κυριαι
ἑκάτερα τῆς μὲν τὸ εὖ τῆς δὲ τὸ κακῶς . κύριαι δέ εἰσιν εὐδαιμονίας αἱ κατ ' ἀρετὴν ἐνέργειαι [
ἦν . γίνονται δὲ ἐκκλησίαι τρεῖς τοῦ μηνὸς αἱ λεγόμεναι κύριαι , ἃς ἐκ τῶν νόμων ἔχουσιν ἀναγκαίως τελεῖν .
5906988 καλειτε
ἐν Γέλωτί φησι πέλανον * * * * * ἃ καλεῖτε σεμνῶς ἄλφιθ ' ὑμεῖς οἱ βροτοί . Δίδυμος δὲ
εύιον ? ? ἠδ ' Ἀσκλαπιὸν ὑψιτέχναν δισσούς ] τε καλεῖτε Διοσκούρους σεμνάς τε [ Χάριτας ] ? ? εὐκλεεῖς
5899777 ἀπειλαι
προσέφη Διὸς υἱὸς Ἀπόλλων : Αἰνεία Τρώων βουληφόρε ποῦ τοι ἀπειλαὶ ἃς Τρώων βασιλεῦσιν ὑπίσχεο οἰνοποτάζων Πηλεΐδεω Ἀχιλῆος ἐναντίβιον πολεμίξειν
. Αἱ μὲν βρονταὶ μάλιστα τοὺς παῖδας , αἱ δὲ ἀπειλαὶ τοὺς ἄφρονας καταπλήττουσιν . Ἀνδριάντα μὲν τὸ σχῆμα ,
5897948 ἠιδη
γλώσσης τε σιγὴν ὄμμα θ ' ἥσυχον πόσει παρεῖχον : ἤιδη δ ' ἅμ ' ἐχρῆν νικᾶν πόσιν κείνωι τε
αἰσχρὰ δρώσηι μάρτυρας πολλοὺς ἔχειν . τὸ δ ' ἔργον ἤιδη τὴν νόσον τε δυσκλεᾶ , γυνή τε πρὸς τοῖσδ
5896879 ἁλισθεντες
Πυθόμενοι δὲ οἱ Παίονες τοὺς Πέρσας ἐπὶ σφέας ἰέναι , ἁλισθέντες ἐξεστρατεύσαντο πρὸς θαλάσσης , δοκέοντες ταύτῃ ἐπιχειρήσειν τοὺς Πέρσας
, ὅσοι διέφευγον ἐκ τῆς Λουκούλλου καὶ Γάλβα παρανομήσεως , ἁλισθέντες ἐς μυρίους τὴν Τυρδιτανίαν κατέτρεχον . καὶ αὐτοῖς ἀπὸ
5893295 Βοιδιον
τριγλώχιν ὀιστός , φύξιμος ὀδμή : ὡς δὴ ἐγὼ γελᾶι Βοίδιον ηὑλητρὶς καὶ Πυθιάς , αἵ ποτ ' ἐρασταί ,
ὄργανον λέγει μουσικόν , τὸ δὲ βλίτυρι χορδῆς μίμημα . Βοίδιον Μολοττικόν : ἐπὶ τῶν καλλίστων , ἐπειδὴ διαφέρουσιν οἱ
5893198 ἀδελφαι
γρ . εὐπρεπέστατα . πολὺ ] κατὰ . ἄμωμοι . ἀδελφαὶ . ταὐτοῦ ] τοῦ ἑνὸς γένους . ἀπὸ .
ποτε , ὦ ἄνδρες δικασταί , τοὺς ἑαυτῶν ἄνδρας αἱ ἀδελφαὶ μαρτυρεῖν εἴασαν καὶ ἐπέτρεψαν . Καὶ μὴν οὐδ '
5891908 δουλαι
, ἤτοι ἐπειδὰν ἀφελκυσθῶσι τῶν δωμάτων ὑπὸ τῶν πολεμίων καὶ δοῦλαι γένωνται , στυγερὰν ὁδόν , ἤτοι διεφθάρθαι , προπάροιθεν
ὠφεληθήσεται καὶ ἀρρωστήσει καὶ προστεθήσονται οἱ δοῦλοι αὐτοῦ καὶ αἱ δοῦλαι ἢ γυναῖκα λήψεται . Εἶτα ἐπιμερίζει ὁ Ἄρης ἐν
5891611 ταπιδες
ὅπως μὴ ἀντερείδῃ τὸ δάπεδον , ἀλλ ' ὑπείκωσιν αἱ τάπιδες . καὶ μὴν τὰ πεττόμενα ἐπὶ τράπεζαν ὅσα τε
στρώματα , ἐπιβλήματα , περιβόλαια , ἐφεστρίδες , χλαῖναι , τάπιδες , ξυστίδες : τάχα δὲ καὶ περιστρώματα . Εἴρηται
5888392 χαἰ
βοῦς τις ε [ ἤδη ? με πνίγεις καὶ σὺ χαἰ [ βόες σέθεν . [ ! ! ! ]
τοὺς Μητρογαθὴς Ἀρκτεύς τ ' ἀγαθός , βασιλῆς δίοποι , χαἰ πολύχρυσοι Σάρδεις ἐπόχους πολλοῖς ἅρμασιν ἐξορμῶσιν , δίρρυμά τε
5887964 πεπυκνωνται
πεπύκνωνται οἱ γυῖαι καὶ αἱ πεδιάδες ὥσπερ ληίου ἤτοι ὡς πεπύκνωνται οἱ γυῖαι τοῦ ληίου καὶ χωραφίου , πεπύκνωνται οἱ
ἤτοι ὡς πεπύκνωνται οἱ γυῖαι τοῦ ληίου καὶ χωραφίου , πεπύκνωνται οἱ γυῖαι ἐν λόγχαις ἀπαστράπτοντες . * γυῖαι τὸ
5887868 προφασιζομενοι
κοινωνίαν ἤ τι ὁμοιότροπον ἐπ ' ὀλέθρῳ τῶν οὐδὲν ἠδικηκότων προφασιζόμενοι ; καὶ ταῦτα δρῶσιν ἔστιν ὅτε μηδὲν πεπονθότες δεινόν
ποιουμένων : οὗτοι γὰρ βοήθειαν αἰτούμενοι ἀνεβάλλοντο , τὴν σελήνην προφασιζόμενοι . Λάρος ἐν ἕλεσιν : ἐπὶ τῶν ταχὺ ἀποδιδόντων
5884721 χαλεπαι
τὸν ἐνιαυτὸν καὶ Κρόνῳ παραδεδωκώς . αὗται οὖν αἱ ἀντιπαραδόσεις χαλεπαὶ καὶ ἐπιτάραχοι : ἴσχυσε δὲ Ζεὺς σὺν τῇ Σελήνῃ
ἐμέτου ἐς ἡμέρας πέντε . Ἀλλὰ καὶ πλάνοι καὶ ἀναβάσιες χαλεπαὶ ταὐτὰ σημαίνουσιν . Ποταμῶν διαβάσιες καὶ ὁπλῖται καὶ πολέμιοι
5884291 διαμετρουσαι
τοῖς γαμοῦσιν . καὶ αἱ Σελῆναι δὲ τῶν δύο γενέσεων διαμετροῦσαι ἀλλήλας ἀπαίσιοί εἰσιν : διχονοίας γὰρ παραίτιαι . κρατήσει
τοῖς γαμοῦσιν . ἀλλὰ καὶ αἱ Σελῆναι τῶν δύο γενέσεων διαμετροῦσαι ἀλλήλαις ἀπαίσιοί εἰσιν : διχονοίας γὰρ παραίτιαι . κρατήσει
5880815 χηραι
ἀνέθηκε τὴν ἐξουσίαν τοῦ τὰ ὀμοσθέντα φυλάττειν ἢ τοὐναντίον . χῆραι δὲ μὴ ῥᾳδίως ὀμνύτωσανοὐ γὰρ ἔχουσι τοὺς παραιτητάς ,
παρέκεινθ ' : αἳ δ ' ἀμφί μιν ἄλλοθεν ἄλλαι χῆραι ληιάδες κλισίην ἐπιπορσύνεσκον , ὡς ζώοντος ἄνακτος . Ὃ
5878952 Κεια
δαίμονες , φθονεροί , βάσκανοι . Ξενομήδης δὲ ὁ τὰ Κεῖα γράψας καὶ τοὺς Τελχῖνας ἐτυμολογήσας εἶπεν , ὅτι θελγῖνες
δαίμονες , φθονεροί , βάσκανοι . Ξενομήδης δὲ ὁ τὰ Κεῖα γράψας καὶ τοὺς Τελχῖνας ἐτυμολογήσας εἶπεν , ὅτι θελγῖνες
5877364 ἀπωνητο
πόλιν Ἄβδηρα , τὴν πρότερος τούτων Κλαζομένιος Τιμήσιος κτίσας οὐκ ἀπώνητο , ἀλλ ' ὑπὸ Θρηίκων ἐξελασθεὶς τιμὰς νῦν ὑπὸ
ἐκ τούτων δεσπότης κάτω τοῦ χρόνου γενόμενος , ὅμως οὐκ ἀπώνητο . ἤλασαν γοῦν οἱ Κεκροπίδαι αὐτόν . ὃ δὲ
5876232 ληιδος
εἰς Ὀπόεντα περικλυτὸν υἱὸν ἀπάξειν , Ἴλιον ἐκπέρσαντα λαχόντα τε ληίδος αἶσαν . Ἀλλ ' οὐ Ζεὺς ἄνδρεσσι νοήματα πάντα
ἀκούσωμεν . . λ . Α . : Τροίης ἀπὸ ληίδος . . , Α , δισυλλάβως Τροίην , Τροΐην
5871658 πατριας
. φράτορες δὲ καλοῦνται οἱ τῆς αὐτῆς φατρίας μετέχοντες οἷον πατρίας τινός . μεταπέπτωκε γὰρ τὰ στοιχεῖα καθάπερ ἐπὶ τοῦδε
Ἀντιγόνην ἀνύτουσαν . Ὁρᾶτ ' ἔμ ' , ὦ γᾶς πατρίας πολῖται , τὰν νεάταν ὁδὸν στείχουσαν , νέατον δὲ
5866864 κακαι
εἴκελος : ὄμματα δ ' αὐτοῦ δριμύλα καὶ φλογόεντα : κακαὶ φρένες , ἁδὺ λάλημα : οὐ γὰρ ἴσον νοέει
χερσὶν ἐπισταμένῃσι θοῶς οἰήια νωμᾶν : πάντα γὰρ ἄλλυδις ἄλλα κακαὶ διέχευον ἄελλαι . Οὐδέ τις ἐλπωρὴ βιότου πέλεν ,
5861722 Θηβαιαν
δὲ ἄνωθεν . πρέπει γάρ , οἶμαι , κατὰ τὴν Θηβαίαν λύραν , τοῦ λόγου θέσθαι πρόσωπον τηλαυγές . δύο
καὶ φωνὴ γυναικός , τὰ σκέλη δὲ κοψίχου . Σφίγγα Θηβαίαν δὲ πάσας ἔστι τὰς πόρνας καλεῖν , αἳ λαλοῦς
5860115 ἐρινυες
. . ἀλλ ' εἴ που πτωχῶν γὲ θεοὶ καὶ ἐρινύες εἰσίν , Ἀντίνοον πρὸ γάμοιο τέλος θανάτοιο κιχείη .
δίδωσιν . ἀλλ ' εἴ που πτωχῶν γε θεοὶ καὶ ἐρινύες εἰσίν , Ἀντίνοον πρὸ γάμοιο τέλος θανάτοιο κιχείη .
5858924 φθειρουσαι
φθερσιγενεῖς ] αἱ ἐπὶ τῷ φθείρειν γεγονυῖαι . . αἱ φθείρουσαι τὸ γένος ἡμῶν . . κῆρες ] θανατηφόροι .
φθερσειγενεῖς ] αἱ φθείρουσαι τὰ γένη . φθερσειγενεῖς ] αἱ φθείρουσαι τὸ γένος . φθερσειγενεῖς ] αἱ τὰ γένη φθείρουσαι
5855926 ὑπερβαλλουσαι
τῇ Σπανίᾳ ἡ Ὀργενία * * . Μεγέθει τὰς ἄλλας ὑπερβάλλουσαι . Διὸ τὰς πλησίον αὐτῶν οὐ νήσους , ἀλλὰ
. ὅτι δὲ ἀληθῆ λέγει , δῆλον : αἱ γὰρ ὑπερβάλλουσαι εὐτυχίαι διαφθείρουσι πολλάκις τοὺς λογισμούς , ὑπερηφανίας καὶ μεγαλαυχίας
5851062 ἀσθενεστεραι
αἱ κατὰ τοῦ ὀστέου τοῦδε ἀτροφώτεραι οὖσαι λεπτότεραί τε καὶ ἀσθενέστεραι γίνονται . ἀνάγκη δὲ καὶ ξηρότερον τὸν αὐχένα τῶν
γίνεσθαι τὴν ἀπαλλαγήν . Ἁπάντων δὲ τῶν φαρμάκων αἱ δυνάμεις ἀσθενέστεραι τοῖς συνειθισμένοις τοῖς δὲ καὶ ἀνενεργεῖς τὸ ὅλον .
5851010 μελεον
Θεύδοτε , κηδεμόνων μέγα δάκρυον , οἵ σε θανόντα κώκυσαν μέλεον πυρσὸν ἀναψάμενοι , αἰνόλινε , τρισάωρε , σὺ δ
ἴδω : ἐὰν δὲ κεῖται , οὕτως συντακτέον : χρόνῳ μέλεον φυγάδα ὡς ἴδω : πληρώσαιμι : περιβάλοιμί τε τὰς
5843159 φοβεραι
” ὁ μῦθος δηλοῖ , ὅτι τῶν πονηρῶν αἱ χάριτες φοβεραί εἰσιν . ταὼν γεράνου κατεγέλα κωμῳδῶν τὴν χροίαν αὐτοῦ
καὶ ἡ Ῥέα λέουσιν ἐποχουμένη καὶ ἡ Ἑκάτη ξενοφυὴς οὖσα φοβεραί . θύουσι δὲ αὐταῖς κύνας , ὥς φησι Σώφρων
5839336 πρηξιες
θηλυτέρῳ δὲ ἴσχους ' Ἠέλιον , τοῖσιν δ ' ἄρα πρήξιες ἔργων ἄλλως ἐξανύονται ἢ ὡς φρεσὶν ᾗσι μενοίνων :
εἴη λόγος ἁρμοδιώτερος ἐξαγγέλλων ταλαιπωρίην θνητῶν : ἀλλ ' αἱ πρήξιες νομοθετέουσι τὴν ἀναγκαίην , οἰκονομίης τε εἵνεκα καὶ ναυπηγίης
5838860 σκιρτωσι
ἐριαύχενας εἴρυσε πώλους : οἳ δὲ θυελλήεσσαν ἐπιστήσαντες ἀνάγκην ἱστάμενοι σκιρτῶσι μεμηνότες : ἔξοχα δ ' ἄλλων δεξιὸς ἀσθμαίνων καὶ
ἐπίτασιν : πελάσαντα γοῦν τῷ τόπῳ καὶ πλησθέντα τοῦ κράματος σκιρτῶσι πρῶτον ὥσπερ χορεύοντα , εἶτα καρηβαρήσαντα νεύει πρὸς γῆν
5832054 ἑψητοι
ἄλλα διὰ τοῦ ε ψιλοῦ : ἑψῶ τὸ περισπώμενον : ἑψητοὶ τὰ λητὰ ἰχθύδια : ἑψία ἡ παιδία : ἐψιόωντα
ἄλλα διὰ τοῦ ε ψιλοῦ : ἑψῶ τὸ περισπώμενον : ἑψητοὶ τὰ λητὰ ἰχθύδια : ἑψία ἡ παιδία : ἐψιόωντα
5830446 ἀγαμων
τε καὶ ὀγδοήκοντα καὶ τρεῖς εὑρεθείσας κατέλεξεν αὖθις ἐκ τῶν ἀγάμων ἄνδρας ἰσαρίθμους , οἷς αὐτὰς συνήρμοττε κατὰ τοὺς πατρίους
τι σκοτεινὸν πᾶσαι ἐνεκλείοντο αἱ κόραι , συνεγκλειομένων καὶ τῶν ἀγάμων νεανίσκων : καὶ ἕκαστος ἧς ἐπιλάβοιτο , ταύτην ἀπῆγεν
5829847 βατε
τοὺς παρωχημένους τοῖς ἐνεστῶσι : βῆς βῆ βάτον βάτην βάμεν βάτε βάσαν καὶ συγκοπῇ βάν . . . . βάξις
τοὺς παρωχημένους τοῖς ἐνεστῶσι : βῆς βῆ βάτον βάτην βάμεν βάτε βάσαν καὶ συγκοπῇ βάν . . . . βάξις
5827934 πανωλεθροι
ἰθυφαλλικόν . ἐπὶ τῷ τέλει παράγραφος . ὁμόσποροι δῆτα καὶ πανώλεθροι : ἀληθῶς ἀδελφοὶ καὶ πανώλεθροι γεγόνασιν , ἀλλήλους διατεμόντες
εἰ γένοιτο τοῦτο , ἀπολεσθεῖεν ἂν σὺν αὐτοῖς ἐκείνοις κομπάσμασι πανώλεθροι καὶ παγκάκως . . αὐτοῖς ἐκείνοις ] σύν .

Back