καταστὰς πρὸς αὐτόν , φοβηθεὶς μὴ καταληφθῆι καὶ κακόν τι πάθηι , παραυτίκα μὲν ἀπέφυγεν [ ] εἰς Κύζικον ,
: τὸν δ ' ὀλίγος στενάχει καὶ μέγας ἤν τι πάθηι : λαῶι γὰρ σύμπαντι πόθος κρατερόφρονος ἀνδρὸς θνήσκοντος ,
6360413 ἠδικηκως
οὐκ ἔστι χαλεπώτερον οὐδέν , ἢ ὅταν τις τὰ μέγιστα ἠδικηκὼς ἔτι καὶ φιλοτιμῆται τοῖς πραχθεῖσιν . Ἄλλο . Ἐν
δεινὰ πάσχοντ ' ἐλεήσετε ; εἰ δέ τις πένης μηδὲν ἠδικηκὼς ταῖς ἐσχάταις συμφοραῖς ἀδίκως ὑπὸ τούτου περιπέπτωκε , τούτῳ
6264576 πιστ
νῦν ἄπιστα πίσθ ' ἡγώμεθα , τὰ δ ' ὄντα πίστ ' ἄπιστα βέβληκ ' Ἀχιλλεὺς δύο κύβω καὶ τέσσαρα
νῦν ἄπιστα πίσθ ' ἡγώμεθα , τὰ δ ' ὄντα πίστ ' ἄπιστα Πῶς ; Οὐ μανθάνω . Ἀμαθέστερόν πως
6169796 δεδοικατε
ἐβόων ἀπελαύνοντες αὐτόν , τί δῆτ ' ; ἔφη : δεδοίκατε μὴ τὸ σφάγιον ὑμῶν ἀνατρέψω ; γελασάντων δὲ ἔμαθον
, Ἐπεὶ τοῦτ ' , ἔφησεν , ὦ ὕπατοι , δεδοίκατε , μὴ τὰ ἔργα ἡμῶν οὐχ ὅμοια γένηται τοῖς
6160285 εἰσοραν
ἦν θάσσων ἄνω , καὶ τὸν ξένον μὲν οὐκέτ ' εἰσορᾶν παρῆν , ἐκ δ ' αἰθέρος φωνή τις ,
ἔσωσα δῆτά ς ' ἐξέπεμψά τε χθονός ; ὥστ ' εἰσορᾶν γε φέγγος ἡλίου τόδε . οὔκουν κακύνηι τοῖσδε τοῖς
6115099 δραι
δὲ γαίας κοιράνοις καθίσταμαι πόσει θ ' , ὃς ἡμῖν δρᾶι τὰ συμφορώτατα , γήμας τύραννον καὶ κασιγνήτους τέκνοις ἐμοῖς
μῆτερ , αὐδᾶι , ποῖ πατὴρ ἄπεστι γῆς ; τί δρᾶι , πόθ ' ἥξει ; τῶι νέωι δ '
6070006 ἀποσεισασθαι
ἀδύνατον εἶναι δοκοῦν τοὺς τεθνεῶτας ἀναβιῶναι εὐπρεπέστατα ἡγοῦντο ταύτῃ γοῦν ἀποσείσασθαι τὸ ἐπίκλημα καὶ ἐπὶ σφᾶς αὐτοὺς τὰ δίκαια μεταθεῖναι
τοῦτο δὲ μόνον ἀληθές . ἀπὸ φροντίδος ] ἀποβαλεῖν , ἀποσείσασθαι τοῦ λογισμοῦ . ἄχθος ] μάταιον βάρος . χρὴ
6057273 ἠειδει
ἐνὶ Κρήτῃ τρέφετο μέγας , οὐδ ' ἄρα τίς νιν ἠείδει μακάρων : ὃ δ ' ἀέξετο πᾶσι μέλεσσι .
καὶ κόλπον ἅπαντα εὐρείης πεύθοντο Προποντίδος : οὐ μὲν ἐπιπρό ἠείδει καταλέξαι ἐελδομένοισι δαῆναι . Ἠοῖ δ ' εἰσανέβαν μέγα
6055056 παθω
στρατόπεδα γινόμενα , νῦν ἀναδεικνύω ναύαρχον , ἂν ἐγώ τι πάθω , τὸν διαδεξόμενον Κλέαρχον , ἄνδρα πεῖραν δεδωκότα τῶν
ἐνεστῶτος γίνεται , ὃς τὸ παθεῖν δηλοῖ , ὅθεν τὸ πάθω , ἐξ οὗ τὸ παθήσω ὡς τυχήσω , οὗ
6054751 μογησας
λέκτροις νυμφίον ἀμφιχυθεῖσα φιλήτορας ἴαχε μύθους : Νυμφίε , πολλὰ μόγησας , ἃ μὴ πάθε νυμφίος ἄλλος , νυμφίε ,
, ἃ μὴ πάθε νυμφίος ἄλλος , νυμφίε , πολλὰ μόγησας : ἅλις νύ τοι ἁλμυρὸν ὕδωρ ὀδμή τ '
6043588 ἀελπτον
ὅ τι μηχάνημα κατὰ φύσιν ἐπενοήθη : οὐδὲν γάρ μοι ἄελπτον , εἴ τις καλῶς σκευάσας καλῶς κατασείσειε , κἂν
' ὄνησιν οὐ σοφόν . Ἑκάβη , τὸ θεῖον ὡς ἄελπτον ἔρχεται θνητοῖσιν , ἕλκει δ ' οὔποτ ' ἐκ
6036375 Ξεινε
ταῦτα ἔλεγε , Ξέρξης δὲ ἡσθεὶς τοῖσι εἰρημένοισι εἶπε : Ξεῖνε Λυδέ , ἐγὼ ἐπείτε ἐξῆλθον τὴν Περσίδα χώρην ,
τόσην δ ' ἀνενείκατο φωνὴν θηλυτέροις ἐπέεσσιν ἀπειλείουσα Λεάνδρῳ : Ξεῖνε , τί μαργαίνεις ; τί με , δύσμορε ,
6006979 δελτος
πάλαι . ἔα ἔα : τί δή ποθ ' ἥδε δέλτος ἐκ φίλης χερὸς ἠρτημένη ; θέλει τι σημῆναι νέον
' ὑμᾶς ἐλθεῖν , ἔφθη δὲ αὐτὸν ἡ περὶ αὐτοῦ δέλτος , ἐφ ' ᾗ τὰ εἰωθότα πράξεις παρατηρῶν ,
5993703 φονωι
πόλεις τ ' , ἔχουσαι διὰ λόγου κάμψαι κακά , φόνωι καθαιρεῖσθ ' οὐ λόγωι τὰ πράγματα . ἀτὰρ τί
ἤδη † σπονδὰς ἐκ Διονύσου βοτρύων θοᾶς ἐχίδνας σταγόσι μειγνυμένας φόνωι † . φανερὰ θύματα νερτέρων , συμφοραὶ μὲν ἐμῶι
5985964 ματαν
εἴδους διὰ τὴν παρθενίαν . ἑξῆς τέ φησιν : ἀλλὰ μάταν ἀναχόρευτος ἅδε ματαιολόγων φήμα προσέπτατο Ἑλλάδα μουσοπόλου σοφᾶς ἐπίφθονον
ἄκεά τ ' οὐ βέβαια τλάμων [ δέ τις ] μάταν παρηγορεῖ . μηδέ τις κικλῃσκέτω ξυμφορᾷ τετυμμένος , τοῦτ
5981318 κεδνον
' ἐρημωθέντος ἄρσενος θρόνου . σὺ δ ' εἴ τι κεδνὸν εἴτε μὴ πεπυσμένη εὐαγγέλοισιν ἐλπίσιν θυηπολεῖς , κλύοιμ '
, μὴ κακὸν φῦναι λέγειν , ἀλλ ' ὥστε ναὸς κεδνὸν οἰακοστρόφον ἄκροισι λαίφους κρασπέδοις ὑπεκδραμεῖν τὴν σὴν στόμαργον ,
5968352 πρευμενης
μόρφνος ὁ ἀετὸς , ἐκ τοῦ πρᾷος καὶ εὐμενὴς ὁ πρευμενὴς , ἐκ τοῦ ἠλεὸν καὶ μάταιον ἠλέματον , ἐκ
ἀκραιφνὲς αἶμ ' ὅ σοι δωρούμεθα στρατός τε κἀγώ : πρευμενὴς δ ' ἡμῖν γενοῦ λῦσαί τε πρύμνας καὶ χαλινωτήρια
5967780 θανων
θανεῖν μέλει , πλὴν εἴ τι τέρψω τοὺς ἐμοὺς ἐχθροὺς θανών : ὑμᾶς δὲ κλαίω καὶ κατοικτίρω , τέκνα ,
, ὅς τις ἔτι ζωὸς κατερύκεται εὐρέϊ πόντῳ [ ἠὲ θανών : ἐθέλω δὲ καὶ ἀχνύμενός περ ἀκοῦσαι . ]
5934228 βουληι
ἡγεμόνες : / κεῖθεν † διαστήεντος ἀπορνύμενοι ποταμοῖο / θεῶν βουλῆι Σμύρνην εἵλομεν Αἰολίδα . . . . Π :
ἔναγχος ἀφικόμενος δημοσίαι ἐκ Κέω λέγων τ ' ἐν τῆι βουλῆι πάνυ ηὐδοκίμησεν καὶ ἰδίαι ἐπιδείξεις ποιούμενος καὶ τοῖς νέοις
5926261 κειμηλιον
λέγει ὧδε : ” Ὦ δέσποτα , τόδε μοι μέγα κειμήλιον ἐν τοῖσι οἰκείοισι ἀπεκέατο , τὸ ἐγὼ κάρτα ἐπόθεον
τὰς τῶν δηλητηρίων φαρμάκων ἐποίει πόσεις , ἔδει καθάπερ τι κειμήλιον οἴκοι κατακείμενον περιορᾷν τὸ φάρμακον , ὑπὸ τοῦ χρόνου
5920785 εἰρετο
τὰς νέας . Ἐνθαῦτα δὴ Θεμιστοκλέα ἀπικόμενον ἐπὶ τὴν νέα εἴρετο Μνησίφιλος ἀνὴρ Ἀθηναῖος ὅ τι σφι εἴη βεβουλευμένον .
ἐνθαῦτα Ὑδάρνης , καταρρωδήσας μὴ οἱ Φωκέες ἔωσι Λακεδαιμόνιοι , εἴρετο Ἐπιάλτην ὁκοδαπὸς εἴη ὁ στρατός : πυθόμενος δὲ ἀτρεκέως
5920321 κυουσῃ
καὶ ὁ φάρυγξ ξηρός . Αὕτη ἡ νοῦσος ἢν μὲν κυούσῃ ἐπιγένηται , ἀποθνήσκει : ἢν δὲ μὴ , μελεδώνῃ
καταισθανόμενος . Τῇ Ἁρπαλίδεω ἀδελφῇ περὶ τέταρτον μῆνα ἢ πέμπτον κυούσῃ , οἰδήματα περὶ τοὺς πόδας ὑδατώδεα ἐγένετο , καὶ
5905911 ναα
ἔνδοθεν κέαρ , κέλευσέ τε κατ ' οὖρον ἴσχεν εὐδαίδαλον νᾶα : Μοῖρα δ ' ἑτέραν ἐπόρσυν ' ὁδόν .
: ἔν τε ναῒ τὸ σύσταμα τῶ σώματος περὶ τὰν νᾶα ἔκ τινων ἀνομοίων καὶ ἐναντίων συνέστακεν , καὶ ποτὶ
5879937 δηϊοτητα
, οὐδ ' εἰ προγόνων ἦι γένος ἀθανάτων . πολλάκι δηϊοτῆτα φυγὼν καὶ δοῦπον ἀκόντων ἔρχεται , ἐν δ '
κεν πολὺ κέρδιον εἴη : νῦν μὲν παύσωμεν πόλεμον καὶ δηϊοτῆτα σήμερον : ὕστερον αὖτε μαχήσοντ ' εἰς ὅ κε
5864720 εἰἑν
θεοὺς ἔχων τις ἂν φίλους ἀρίστην μαντικὴν ἔχοι δόμοις . εἶἑν : τὰ μὲν δὴ δεῦρ ' ἀεὶ καλῶς ἔχει
νέλθοι . σὺ πρότερος , Μοσχίων , πρόσελθέ μου . εἶἑν : ὦ πάτερ ] , τί ποιεῖς ταῦτα ;
5859653 ἐρεεινεις
ποτὶ κλόνον αἱματόεντα ἐχθρὸς ἐὼν ὡς εἴ τε φίλα φρονέων ἐρεείνεις εἰπέμεναι γενεήν , ἥν περ μάλα πολλοὶ ἴσασιν ;
φέρτεροί εἰσιν . ἵπποι δ ' οἷδε γεραιὲ νεήλυδες οὓς ἐρεείνεις Θρηΐκιοι : τὸν δέ σφιν ἄνακτ ' ἀγαθὸς Διομήδης
5854229 λεκτρον
καὶ πόρεν ὄλβον ἀθέσφατον ἐνναέτῃσιν . ἔνθα τότ ' ἐστόρεσαν λέκτρον μέγα : τοῖο δ ' ὕπερθε χρύσεον αἰγλῆεν κῶας
ὅμως . ἡγησάμην οὖν , εἰ παραζεύξειέ τις χρηστῷ πονηρὸν λέκτρον , οὐκ ἂν εὐτεκνεῖν , ἐσθλοῖν δ ' ἀπ
5850743 ἐπειγε
μεγάρῳ κατελείπομεν ἡμεῖς ἄκλαυτον καὶ ἄθαπτον , ἐπεὶ πόνος ἄλλος ἔπειγε . τὸν μὲν ἐγὼ δάκρυσα ἰδὼν ἐλέησά τε θυμῷ
' εἴ τι βούλει τῶν λελειμένων φαγεῖν , ἔπειγ ' ἔπειγε , μή ποθ ' ὡς λύκος χανὼν καὶ τῶνδ
5850078 ὀλβια
γυνὴ δὲ μήτηρ ἥδε τῶν κείνου τέκνων . Ἀλλ ' ὀλβία τε καὶ ξὺν ὀλβίοις ἀεὶ γένοιτ ' , ἐκείνου
πλησίον κακοῦ . χαίρουσα καὶ σὺ στεῖχε , παρθέν ' ὀλβία : μακρὰν δὲ λείπεις ῥαιδίως ὁμιλίαν . λύω δὲ
5844075 ἐναισιμος
. . . . . τίς γάρ κεν ἀνὴρ ὃς ἐναίσιμος εἴη , πρὶν τλαίη πάσσασθαι ἐδητύος ἠδὲ ποτῆτος ,
πώλους . αὕτως δ ' Αἰγοκερῆα διαστείχουσα Σελήνη μήλοισιν σύμπασιν ἐναίσιμος ἠδὲ φερίστη , εἴ κεν ἄγοις ἑτέρην χώρην ἐριαχθέα
5844032 ἀλοχου
ἐπιβῆναι ἐυσφύρου Ἠλεκτρυώνης πρίν γε φόνον τείσαιτο κασιγνήτων μεγαθύμων ἧς ἀλόχου , μαλερῷ δὲ καταφλέξαι πυρὶ κώμας ἀνδρῶν ἡρώων Ταφίων
παῖς παρέχει πατρὶ εἰς γῆρας αὐτῷ γεγονὼς ἐκ τῆς ἰδίας ἀλόχου . ἔστι δὲ ἡ ἀπόδοσις τῆς παραβολῆς εἰς τὸ
5843481 τηιδε
καὶ οὐ πιθανὰ δόξει λέγειν , καὶ οὐχ ἥκιστα ἐν τῆιδε τῆι Μεσσηνίαι συγγραφῆι : πεποίηκε γὰρ ὡς ἀποκτείνειε Θεόπομπον
μοι μέλει ἄκουσον : ὅταν ἄνωθεν ὄμβρον ἐκχέηι , ἐν τῆιδε πέτραι στέγν ' ἔχων σκηνώματα , ἢ μόσχον ὀπτὸν
5841058 σηι
? ? ἀετῶι ἐν [ τῆι ] θαλάσ - [ σηι γέγονεν ] ? λεγετε ? [ ! ! !
* οιγεγρα * * / * * * / * σηι ? ? * / * εσ ? ? *
5834902 ἀστοισιν
κατειργασμένα . δεῖξόν νυν , ὦ τάλαινα , σὴν νικηφόρον ἀστοῖσιν ἄγραν ἣν φέρους ' ἐλήλυθας . ὦ καλλίπυργον ἄστυ
τοῦ Μεγαρέως : πάντας δὲ κατ ' ἀνθρώπους ὀνομαστός . ἀστοῖσιν δ ' οὔπω πᾶσιν ἁδεῖν δύναμαι : οὐδὲν θαυμαστόν
5824491 δωμαθ
καὶ ἀμβλυόεσσαν ὀμίχλην . Ἑρμείας δ ' οἰκεῖα τυχὼν κατὰ δώμαθ ' ἑαυτοῦ ἰητῆρα τίθησι βροτῶν , Παιώνιον ἄνδρα ,
. . . Α . βῆ δ ' ἴμεναι διὰ δώμαθ ' . * ) [ ἡ διπλῆ ὅτι τὸ
5823129 μων
. Ἄρξαι δὴ ἐμεῖν . βαβαί . πρῶτον τουτὶ τὸ μῶν , εἶτα μετ ' αὐτὸ ἐξελήλυθεν τὸ κᾆτα ,
ἕκαστον αὐτῶν ἐστιν . Ναί . Ὁ δὲ ἑκάστων ἀριθμὸς μῶν ἄλλο τι ἢ μέρη ἐστίν ; Οὐδέν . Ὅσα
5820702 κοπτεις
ἄριστον χρυσόν . Χαμαὶ ἀντλεῖς , Πλίνθον πλύνεις , Φακὸν κόπτεις : αὗται πᾶσαι ἐπὶ τῶν τοῖς ἀδυνάτοις ἐπιχειρούντων εἴρηνται
σαυτῶι καὶ πέδας : εὔδηλος εἶ . τί γὰρ σὺ κόπτεις τὴν κεφαλὴν οὕτω πυκνά ; τί τὰς τρίχας τίλλεις
5816010 ἀχεσιν
προσέβα χρυσέας ἀρνὸς μελάθροις ὀδύνα † φόνος ἐπὶ φόνωι ἄχεα ἄχεσιν † . ἔνθεν τῶν πρόσθεν δμαθέντων ἐκβαίνει ποινὰ Τανταλιδᾶν
εἰσιδὼν ὑψίζυγος οὐραν [ ] Ζεὺς ἐλέησεν ἀνακέστοις [ ] ἄχεσιν , θῆκέν τέ νιν ὀκριόεντα [ ] λᾶαν ἄμπαυσέν
5813762 ὠλετ
τοῦ θανόντος ἐν χεροῖν ἐμαῖν χραίνω , δι ' ὧνπερ ὤλετ ' . Ἆρ ' ἔφυν κακός ; ἆρ '
σύ νιν κατέκτας καὶ κασίγνηται σέθεν . ποῦ δ ' ὤλετ ' ; ἦ κατ ' οἶκον , ἢ ποίοις
5807087 κατασκοπος
διεκώλυε ταῦτα γίνεσθαι , καὶ παραγενόμενος εἰς Κιθαιρῶνα τῶν Βακχῶν κατάσκοπος ὑπὸ τῆς μητρὸς Ἀγαυῆς κατὰ μανίαν ἐμελίσθη : ἐνόμισε
] ὁ σκοπεύς . κατόπτης ] ὁ θεατής , ὁ κατάσκοπος . κατόπτης ] ἐπιτηρητής . Ξ δοκεῖ ] φαίνεται
5805214 ὀλβιον
κάρη παρὰ δαῖτα πυκάζου παντοδαποῖς , οἷς ἂν γαίης πέδον ὄλβιον ἀνθῇ , καὶ στακτοῖσι μύροις ἀγανοῖς χαίτην θεράπευε ,
ἐς Αἴτναν , ἔνθ ' ἀναπεπταμέναι ξείνων νενίκανται θύραι , ὄλβιον ἐς Χρομίου δῶμ ' . ἀλλ ' ἐπέων γλυκὺν
5800031 δρασω
τὸ ῥέω , οὗ μέλλων νάσω , νάμα , ὡς δράσω δράμα . Ναρόν . παρὰ τὸ αὐτὸ ῥῆμα ,
βλέποντα κοὐκ ἀφῆκας εἰς Ἅιδου μολεῖν ; Οἴμοι , τί δράσω ; πῶς ἀπιστήσω λόγοις τοῖς τοῦδ ' ὃς εὔνους
5796494 ὀνησει
τῇ πόλει δέξησθε συμβουλεύειν . ἐγὼ δὲ ὡς μὲν οὐδὲν ὀνήσει Δολοβέλλαν , εἰ καὶ ταῦτα καὶ ἔτι πλείω τούτων
ἀφροδισίων . ἡ δὲ παροιμία φησίν : οὐδέν ς ' ὀνήσει βολβός , ἂν μὴ νεῦρ ' ἔχῃς . διεγείρουσι
5794769 μαψιδιως
πλεῖθ ' ὑγρὰ κέλευθα ; ἤ τι κατὰ πρῆξιν ἦ μαψιδίως ἀλάλησθε οἷά τε ληϊστῆρες ὑπεὶρ ἅλα , τοί τ
〚 ! ! μ ? 〛 ἄλλο [ ? ] μαψιδίως ? ? ? εμα [ ] ἐξότε ? ?
5760639 μηχος
. αὐτῷ τοι μετόπισθ ' ἄχος ἔσσεται , οὐδέ τι μῆχος ῥεχθέντος κακοῦ ἔστ ' ἄκος εὑρεῖν : ἀλλὰ πολὺ
χαλέπτει . Τῶ νῦν μήτε δόλον φραζώμεθα , μήτέ τι μῆχος ἄλλο : πόνῳ γὰρ ἔοικεν ἀριστέας ἔμμεναι ἄνδρας καὶ
5758425 ἀρκιος
. Θυμαίνων : κρατεροῦ θυμοῦ . συνάεθλος : σύμμαχος . ἄρκιος : πολεμικός . ὄμβριμος : δυνατός . Νεογιλόν :
: τὸ γὰρ τέλος ἐστὶν ἀφαυρόν . κουρίδιος πινυτῇ πόσις ἄρκιος , οὐδέ τ ' ἐκείνην δεύτερος ἀθρήσει λεχέων ἔπι
5751591 λεκτρ
τουε ! ! [ ολβωι [ εσπερ [ κουρη [ λεκτρ ! [ αιγε ! ! [ πατρο ! [
τουε ! ! [ ολβωι [ εσπερ [ κουρη [ λεκτρ ! [ αιγε ! ! [ πατρο ! [
5746751 ηδ
ʂ η ἴσοι Μο δ : καὶ γίνεται ὁ ʂ ηδ / . αἱ μὲν θ Μο συνάγουσιν οβ ηα
? ? [ ] [ ] καὶ ἄτροπον ὤπασεν ? ηδ [ ] [ ] η ? δ ' ὑπὸ
5742373 κεκευθε
δ ' ἀκοντοδόκων ἀνδρῶν μνημεῖα θανόντων ἄψυχ ' ἐμψύχων ἅδε κέκευθε κόνις . Ἠερίη Γεράνεια , κακὸν λέπας , ὤφελεν
κίε Νέστορος ἱπποδάμοιο : εἴδομεν ἥν τινα μῆτιν ἐνὶ στήθεσσι κέκευθε . [ λίσσεσθαι δέ μιν αὐτόν , ὅπως νημερτέα
5741530 ἐρεξα
τὸν οἶκον εἰσιοῦσι : πῇ παρέβην ; τί δ ' ἔρεξα ; τί μοι δέον οὐκ ἐτελέσθη ; σφάγιά τε
διαθέσεων ἀνάκρισιν ποιούμενοι : πῆ παρέβην ; τί δ ' ἔρεξα ; τί μοι δέον οὐκ ἐτελέσθη ; οὕτω γὰρ
5739404 φυγοι
, οἳ τούτων ἀμφοτέρων ταμίαι . Οὔτις ἄποινα διδοὺς θάνατον φύγοι οὐδὲ βαρεῖαν δυστυχίην , εἰ μὴ μοῖρ ' ἐπὶ
ἐδητύος ἠδὲ ποτῆτος , ὁρμαίνους ' , ἤ οἱ θάνατον φύγοι υἱὸς ἀμύμων , ἦ ὅ γ ' ὑπὸ μνηστῆρσιν
5734616 κασιγνητον
εἰσορᾶις ἥκοντα σόν . σύ τ ' αὖ πρόσωπον πρὸς κασίγνητον στρέφε , Πολύνεικες : ἐς γὰρ ταὐτὸν ὄμμασιν βλέπων
' ἐπόρουσε Κόωνι ἔχων ἀνεμοτρεφὲς ἔγχος . ἤτοι ὃ Ἰφιδάμαντα κασίγνητον καὶ ὄπατρον ἕλκε ποδὸς μεμαώς , καὶ ἀΰτει πάντας
5733786 ἀκοιτης
Σπάρτης ἔνοικοι δόλια βουλευτήρια . οἰκείως δὲ ἀπέδωκεν τὸ μὲν ἀκοίτης πρὸς τὸ νύμφης , τὸ δὲ ἄναξ πρὸς τὸ
πλέκω κορύμβους . οὔ σοι λέγω περὶ τούτου . οὑμὸς ἀκοίτης ἐνταῦθα . ἀνδρεράστρια γυνή γνάθους θηλείας ἐκβολὴ λόγου ἐπιτριπτότατος
5732303 φερεμεν
δύναται φέρειν ὁ ἐσθλὸς τὴν ὕβριν , ἀλλὰ ἀντὶ τοῦ φερέμεν καὶ ἔχειν τὴν ὕβριν , τουτέστιν , ὁ ἀγαθὸς
μήτηρ γάρ τέ μέ φησι θεὰ Θέτις ἀργυρόπεζα διχθαδίας κῆρας φερέμεν θανάτοιο τέλος δέ . εἰ μέν κ ' αὖθι
5728225 χαρματα
κακὰ . τριπλᾶ ] πολλαπλᾶ . λυπρά ] λυπηρά . χάρματα ] εὐφροσύναι : ἐπιχαίρονται γὰρ ἡμῖν οἱ ἡμέτεροι ἐχθροί
πολύτροπος , ὥστ ' ἀνύεσθαι τὸν μὲν ἐς εὐφροσύναν καὶ χάρματα τὸν δ ' ἐπὶ μόχθῳ , ἦν τάχα μοχθήσαντι
5727332 παρθενωι
ἔστω κτύπος : φῶς γὰρ τόδ ' ἥκει μακάριον τῆι παρθένωι . ἐπήινες ' , ἀλλὰ στεῖχε δωμάτων ἔσω :
μὴ σφαλῶμεν : ἀσθενὴς πατήρ : κλήρους τέ μοι φύλασσε παρθένωι χερί , οὓς ἔλαβον οἰωνίσματ ' ὀρνίθων μαθὼν θάκοισιν
5723683 ῥυσεται
ἐγὼ ἐν σάκκῳ , καὶ ἐδεόμην τοῦ Θεοῦ , ὅπως ῥύσεταί με ὁ Κύριος ἐκ τῆς Αἰγυπτίας . Ὡς δὲ
φυλάσσω . τῆνο κατ ' ἆμαρ : καθ ' ὃ ῥύσεταί με δηλονότι ὁ Ἀγεάναξ τῆς ἐρωτικῆς φλογός . ἀνήτινον
5721584 θανατωι
, καὶ τὸν ἐν τούτοις ψευσάμενον ἢ πόρον ἄδικον ἐπιτελοῦντα θανάτωι περιπίπτειν ἦν ἀναγκαῖον . λέγεται δὲ τοῦτον τὸν νόμον
πολυθηρότατον νάπος , Ἀρτέμιδος χιονοτρόφον ὄμμα Κιθαιρών , μήποτε τὸν θανάτωι προτεθέντα , λόχευμ ' Ἰοκάστας , ὤφελες Οἰδιπόδαν θρέψαι
5720388 ἀπημων
φιλότητος . Ἀλλ ' ὅτε δὴ καὶ τοῖσιν ἐπήλυθεν ὕπνος ἀπήμων , δὴ τότ ' Ἀχιλλῆος κρατερὸν κῆρ ἰσοθέοιο ἔστη
ἀρχηγέται ὀπτῆρας εἷεν ἀγγέλων πεπυσμένοι . ἀλλ ' εἴτ ' ἀπήμων εἴτε καὶ τεθηγμένος ὠμῇ ξὺν ὀργῇ τῶνδ ' ἐπόρνυται
5719756 τἀμ
εἶναι πρῶτον οὐκ ἐπίστασαι . πῶς δ ' οὐχί ; τἄμ ' ὀλωλόθ ' εὑρίσκων ἄγω . ποίοισιν εἰπὼν προξένοις
οἷά τ ' εἰργάσω . σὺ δ ' οὐκ ἔμελλες τἄμ ' ἀτιμάσας λέχη τερπνὸν διάξειν βίοτον ἐγγελῶν ἐμοὶ οὐδ
5718549 στυγων
αὐτὸς Κρέοντι . θ κατασκαφαῖς ] ταῖς κάτω ὀρύξεσι . στυγῶν ] εἴργων δηλονότι . στυγῶν ] μισῶν . στυγῶν
. στυγῶν ] εἴργων δηλονότι . στυγῶν ] μισῶν . στυγῶν ] κωλύων . θ εἵλετ ' ] προέκρινεν .
5718531 πημ
ὠδῖνας αὑτοῦ προσβαλὼν ἀποίχεται . Σχεδὸν δ ' ἐπίσταμαί τι πῆμ ' ἔχοντά νιν : χρόνον γὰρ οὐχὶ βαιόν ,
κρατερῆς ὑπ ' ἀνάγκης , καὶ τύπος ἀντίτυπος , καὶ πῆμ ' ἐπὶ πήματι κεῖται . Ἔνθ ' Ἀγαμεμνονίδην κατέχει
5706642 δανος
καὶ ἡδονὴν ἐμποιοῦσιν . οὐτιδανοῖς ] ἀνευφράντοις τοῖς οὔ τι δάνος καὶ χαρὰν ἔχουσι : ἢ τοῖς οὐτιγανοῖς τοῖς μὴ
οὐτιδανοῖς ἐν ῥοθίοισι ] ἀχρείοις , ἤτοι ἀνευφράντοις , οὔτι δάνος καὶ ἡδονὴν ἐμποιοῦσιν . οἱ γὰρ Δωριεῖς τὸ γάνος
5705135 δυστυχουντα
πλεῖον μετεσχηκὼς παρὰ Σωκράτει , τὸ δὲ λοιπὸν πλῆθος ἠλέει δυστυχοῦντα τὸν Θηραμένη , οὐ μὴν ἐτόλμα βοηθεῖν , περιεστώτων
ὦ Ἥφαιστε καὶ Ἑρμῆ , κατελεησατέ με παρὰ τὴν ἀξίαν δυστυχοῦντα . Τοῦτο φής , ὦ Προμηθεῦ , ἀντὶ σοῦ
5702402 Αἰαι
πολλὰ δ ' ἀθρῆσαι : τοίαν φρίκην παρέχεις μοι . Αἰαῖ , αἰαῖ , δύστανος ἐγώ , ποῖ γᾶς φέρομαι
ξένοι , μείνατε , πρὸς θεῶν . Τί θροεῖς ; Αἰαῖ αἰαῖ , δαίμων δαίμων : ἀπόλωλ ' ὁ τάλας
5698696 ξεινος
αὐτὸς κλισμὸν θέτο ποικίλον , ἔκτοθεν ἄλλων μνηστήρων , μὴ ξεῖνος ἀνιηθεὶς ὀρυμαγδῷ δείπνῳ ἀηδήσειεν , ὑπερφιάλοισι μετελθών , ἠδ
σχεθέτω , ἵν ' ὁμῶς τερπώμεθα πάντες , ξεινοδόκοι καὶ ξεῖνος , ἐπεὶ πολὺ κάλλιον οὕτω : εἵνεκα γὰρ ξείνοιο
5697648 θἠμερᾳ
κακόν μοι μέγα τι προπεφυραμένον . Ποῖόν τι ; Τῇδε θἠμέρᾳ κριθήσεται εἴτ ' ἔστ ' ἔτι ζῶν εἴτ '
ὑπ ' ἐμᾶς πτέρυγος ἐν φοναῖς ὄλλυται . Τῇδε μέντοι θἠμέρᾳ μάλιστ ' ἐπαναγορεύεται : Ἢν ἀποκτείνῃ τις ὑμῶν Διαγόραν
5693036 ἐρατης
' ὅστις Μουσέων τε καὶ ἀγλαὰ δῶρ ' Ἀφροδίτης συμμίσγων ἐρατῆς μνήσκεται εὐφροσύνης . ὅτι ἐποιοῦντο καὶ οἱ ἑπτὰ σοφοὶ
? ! ? ! [ ! ! ] ? Πατρικίης ἐρατῆς ὁμοῦ Παύλου [ ] ἁρμονίης ἀλύτοιο δίδου σφίσιν ευανην
5685549 εὐφρων
εἰπέ , τὸ δ ' εὖ νικάτω . τόσον περ εὔφρων ἁ καλά , δρόσοις ἀέπτοις μαλερῶν λεόντων πάντων τ
πάντας δεξιούμενος . εἰς τὸν μετὰ ταῦτα οὖν χρόνον θεὸς εὔφρων αὐτῷ γένοιτο . ἄλλως : εὐχαῖς : τοῦ νικηφόρου
5681330 κουριδιης
. ” ἀλόχου ὁμολέχου , γυναικὸς κατὰ νόμους : “ κουριδίης ἀλόχου . ” ἀλάλκῃ ἀπαλεξήσῃ . ἀλαλκομενηΐς ἡ τῷ
πατρός ἐκδώσειν : λέκτρον δὲ σὺν ἀνέρι πορσαίνουσαν , οὐκέτι κουριδίης μιν ἀποτμήξειν φιλότητος . Ὧς ἄρ ' ἔφη :
5680511 οὐσιην
ἄνθρωπον τὸν ἀντιπρήσσοντα ἐπὶ κνάφου ἕλκων διέφθειρε , τὴν δὲ οὐσίην αὐτοῦ ἔτι πρότερον κατιρώσας τότε τρόπῳ τῷ εἰρημένῳ ἀνέθηκε
, καὶ ἐν τῷ διά τι τὸ αὐτόματον οὐ φαίνεται οὐσίην ἔχον οὐδεμίην , ἀλλ ' ἢ οὔνομα μοῦνον :
5674663 ἀδιδακτον
δὲ πάλαι ποθοῦσα φιλῆσαι Δάφνιν , ἀναπηδήσασα αὐτὸν ἐφίλησεν , ἀδίδακτον μὲν καὶ ἄτεχνον , πάνυ δὲ ψυχὴν θερμᾶναι δυνάμενον
ἐστι διδακτόν ] : εἰ δὲ τῶν ὄντων οὐδέν ἐστιν ἀδίδακτον , οὐδέ γε ἔσται τι διδασκόμενον : δεῖ γὰρ
5674482 βελτερον
ἁμαρτήσεται . μεγάλα βλάπτουσι τοὺς ἀξυνέτους οἱ ἐπαινέοντες . . βέλτερον ὑφ ' ἑτέρου ἢ ὑφ ' ἑαυτοῦ ἐπαινέεσθαι .
τὸ ὁρμῶ , οἷον : ἄψορροι στέλλεσθε , ἐπεὶ πολὺ βέλτερον εἶξαι , . , . * . . +
5666333 τοσονδ
. Οὗτος σύ , πῶς δεῦρ ' ἦλθες ; ἢ τοσόνδ ' ἔχεις τόλμης πρόσωπον ὥστε τὰς ἐμὰς στέγας ἵκου
' ὁ θὴρ τοσοῦτον εἶπε : Παῖ γέροντος Οἰνέως , τοσόνδ ' ὀνήσῃ τῶν ἐμῶν , ἐὰν πίθῃ , πορθμῶν
5666109 προδους
. Καί τοι τί φημι καὶ τί δρᾶν βουλεύομαι ; προδοὺς ἀπιέναι τὸν ἀγαπητὸν δεσπότην , τὸν τροφέα , τὸν
οὐ προσηκόντων πλουτούντων . Προδότης γάρ τις τῶν Κιλίκων Μίλητον προδοὺς , ηὐπόρησεν . Ὅμοιον , Ἀπὸ νεκρῶν φορολογεῖν .
5665604 κλαεις
καλεῖ τὴν ἱέρειαν : ἡ δὲ πρεσβῦτις ὑπακούσασα “ τί κλάεις ” εἶπεν , “ ὦ παιδίον , ἐν ἀγαθοῖς
μηδὲν ἀδικεῖν καὶ καλοὺς ἡμᾶς ποιεῖ . Γλυκέρα , τί κλάεις ; ὀμνύω σοι τὸν Δία τὸν Ὀλύμπιον καὶ τὴν
5659225 κεδνων
ἵετε δάκρυ καναχὲς ὀλόμενον ὀλομένῳ δεσπότᾳ , πρὸς ἔρυμα τόδε κεδνῶν κακῶν τ ' ἀπότροπον , ἄγος ἀπεύχετον , κεχυμένων
ἐν ἀνθρώποισιν , ἀλλ ' αὐτὴ κρατεῖ . ὦ μοῖρα κεδνῶν καὶ κακῶν κυνηγέτι ἡ τὰ θνητῶν καὶ τὰ θεῖα
5654561 ἱλαος
Δευκαλίωνες , οὐ Πελοπηιάδαι τε καὶ Ἄργεος ἄκρα Πελασγοί . ἵλαος , ὦ φίλ ' Ἄδωνι , καὶ ἐς νέωτ
τέρμα δρόμου ἵππων φυτεῦσαι . καί νυν ἐς ταύταν ἑορτὰν ἵλαος ἀντιθέοισιν νίσεται σὺν βαθυζώνοιο διδύμοις παισὶ Λήδας . τοῖς
5652985 πρασσει
θεῶν τε πνεῦμ ' ἔρως θ ' ὑμνῳδίας ὅστις δὲ πράσσει πολλὰ μὴ πράσσειν παρόν , μῶρος , παρὸν ζῆν
ἀπαιδεύτου ἔργον τὸ ἄλλοις ἐγκαλεῖν , ἐφ ' οἷς αὐτὸς πράσσει κακῶς : ἠργμένου παιδεύεσθαι τὸ ἑαυτῷ : πεπαιδευμένου τὸ
5646160 τοισιδ
δαίμονές τ ' ἀντήλιοι , εἴ που πάλαι , φαιδροῖσι τοισίδ ' ὄμμασι δέξασθε κόσμῳ βασιλέα πολλῷ χρόνῳ . ἥκει
: ἐμοὶ γὰρ τοῦτο πρόσκειται , ξένε , μηδένα πελάζειν τοισίδ ' Ἑλλήνων δόμοις . ἆ , μὴ πρόσειε χεῖρα
5644334 λεχη
εἰργάσω . σὺ δ ' οὐκ ἔμελλες τἄμ ' ἀτιμάσας λέχη τερπνὸν διάξειν βίοτον ἐγγελῶν ἐμοὶ οὐδ ' ἡ τύραννος
' εὐσεβοῦς πατρὸς κρείσσω φανεῖσαν † τἄμ ' ἀποδοῦναι † λέχη . εἰ δ ' ἐμὲ γυναῖκα τὴν ἐμὴν συλήσετε
5644107 ἀτιτος
πάσῃ , ἄχρις Ἴλιος ἑάλω Αἰνείεω ἐνδόντος . Αἰνείης γὰρ ἄτιτος ἐὼν ὑπὸ Ἀλεξάνδρου καὶ ἀπὸ γερέων [ ἱερῶν ]
ἔγχει ἐμῷ , ἵνα μή τι κασιγνήτοιό γε ποινὴ δηρὸν ἄτιτος ἔῃ : τὼ καί κέ τις εὔχεται ἀνὴρ γνωτὸν
5643248 ἐμπας
ἦν ἐνταῦθα τὸ ὀΐω . ἦν γὰρ “ ἀλλ ' ἔμπας ὀΐω . ” διὸ καὶ ἐξεβλήθη παρ ' ἐμοῦ
οὗ ' κράτησα τῶν Ἀχιλλείων ὅπλων : ἀλλ ' αὐτὸν ἔμπας ὄντ ' ἐγὼ τοιόνδ ' ἐμοὶ οὐκ ἀντατιμάσαιμ '
5642866 φαμα
ἕπονται Κῆρες ἀναπλάκητοι . Ἔλαμψε γὰρ τοῦ νιφόεντος ἀρτίως φανεῖσα φάμα Παρνασσοῦ τὸν ἄδηλον ἄνδρα πάντ ' ἰχνεύειν : φοιτᾷ
ὀτραλέως δ ' ἀνόρουσε πάτηρ [ ] ? φίλος : φάμα δ ' ἦλθε κατὰ πτόλιν ? εὐρύχορον ? ?
5641902 ἀπολεσας
: διαβαίνων δὲ ποταμὸν Ἄναυρον ἐξῆλθε μονοσάνδαλος , τὸ ἕτερον ἀπολέσας ἐν τῷ ῥείθρῳ πέδιλον . θεασάμενος δὲ Πελίας αὐτὸν
Διαβαίνων δὲ ποταμὸν Ἄναυρον , ἐξῆλθε μονοσάνδαλος , τὸ ἕτερον ἀπολέσας ἐν τῷ ὕδατι πέδιλον . Θεασάμενος δὲ Πελίας αὐτὸν
5641410 τυχαν
ἀπὸ τοῦ αὐτομάτου ὁμοίως ποτιπιπτόντων τοῖς χρηστοῖς τε καὶ πονηροῖς τύχαν τῶν τοιούτων αἰτίαν φασοῦμες : ταύταν δ ' οὔτ
χρονίως , ὅ ἐστι διὰ χρόνου , ἐκοιμήθη : τίνα τύχαν εἴπω : τὴν περὶ αὐτοῦ τύχην πότερον ἐπὶ τὸ
5624679 στεναχουσα
, τοτὲ δ ' ὀψέ περ ὡς ἐν ὀνείρῳ λαθρίδιον στενάχουσα φίλης μιμνῄσκετο πάτρης . Αἰακίδης δὲ γέροντα Νεοπτόλεμος βασιλῆα
κἀκεῖθι , Διὸς μέγα χωσαμένοιο , δειλαίη Σύβαρις , ναέτας στενάχουσα πεσόντας , μηναμένους ὑπὲρ αἶσαν ἐπ ' Ἀλφειοῦ γεράεσσιν
5624126 θυραιος
' : οἰκτρὰ γὰρ τὰ δυστυχῆ βροτοῖς ἅπασι , κἂν θυραῖος ὢν κυρῆι . ἐς ξύμβασιν δ ' ἐχρῆν σε
ἀστοῖσιν ἱδρύσῃς Ἄρη ἐμφύλιόν τε καὶ πρὸς ἀλλήλους θρασύν . θυραῖος ἔστω πόλεμος , οὐ μόλις παρών , ἐν ᾧ
5623221 ἀτιμος
αὐτῷ τούτων τῶν κινδύνων ἐμέλησεν , ἀλλ ' ἐβουλήθη καὶ ἄτιμος εἶναι [ καὶ τὰ χρήματ ' αὐτοῦ δημευθῆναι ]
πάρεστι ] ἡ Ἑλένη . πάρεστι ] ἰδεῖν αὐτήν . ἄτιμος ] πολύτιμος . ἀλοίδορος ] οὐ γὰρ λοιδοροῦμεν αὐτὴν
5622197 φυλασσεις
ἀντὶ τοῦ ἔχων . Ὅμηρος : ἐνθάδε μοι τόδε δῶμα φυλάσσεις . μὴ ἀποτίλλων τὰ ἐξ αὐτοῦ ἄνθη , ὃ
, ἀκατάπληκτον , ἀπαθῆ , ἀτάραχον . εἶτα σὺ οὐ φυλάσσεις ; Ἀλλ ' ἐροῦσιν : “ πόθεν ἡμῖν οὗτος
5622103 ἐνδοξοτερος
κατεσκεύασεν . λήρους τε καὶ φλυαρίας Σώφρων διὰ συνταγμάτων παραδοὺς ἐνδοξότερος χάριν τῆς χαλκευτικῆς [ ἣ ] μέχρι νῦν ἐστιν
φιλονικῆσαι πρὸς τὸ σῶμα καὶ σπουδάσαι ὅπως ἂν διὰ ταύτην ἐνδοξότερος γένηται . γνοὺς οὖν τῶν πρὸς ἀνδρείαν ἔργων κάλλιστον
5618380 θνηισκειν
με : διὰ γὰρ σὴν ἀπόλλυμαι χάριν , μέλλω τε θνήισκειν , δεσμίαν τέ μ ' εἰσορᾶις πρὸς σοῖσι γόνασιν
: ἢν δ ' ἐγγὺς ἔλθηι θάνατος , οὐδεὶς βούλεται θνήισκειν , τὸ γῆρας δ ' οὐκέτ ' ἔστ '
5618325 δεσποσυνων
τὰ κτήματα , ἐπιδεικνύων ὅτι τοῖς μὲν οἰκέταις μέτεστι τῶν δεσποσύνων χρημάτων τοσοῦτον ὅσον φέρειν ἢ θεραπεύειν ἢ φυλάττειν ,
μὲν οὖν ἑτέροισι μέριμνα πέλει : κόσμον δ ' ὑμεναίων δεσποσύνων ἐμὲ καὶ τὸ δίκαιον ἄγει καὶ ἔρως ὑμνεῖν :
5616767 φρουδον
βαίνει , σησαμίδας δὲ χέζει , μῆλα δὲ χρέμπτεται . φροῦδον τὸ χειρόνιπτρον πεζὰς μόσχους κεκρύφαλοί τε καὶ τύλη μολυβδίνους
πότμῳ . ὡς δ ' ὅτε δυσμενέεσσιν ἐπιστήσωνται Ἄρηα , φροῦδον ἐελδόμενοι ῥαῖσαι πόλιν , οὐδ ' ἀνιεῖσι πήματα βουλεύοντες
5616499 χἠ
λέπαδνα τοὺς μασχαλιστῆράς φασι . . . . . . χἢ μὲν τῇδ ' ἐπυργοῦτο στολῇ : καὶ ἡ μέν
χλοεροῖσιν ἰαινόμενοι μελέεσσιν ἀλλήλοις ψιθύριζον . ἀνίστατο φώριος εὐνή . χἢ μὲν ἀνεγρομένη πάλιν ἔστιχε μᾶλα νομεύειν ὄμμασιν αἰδομένοις ,
5615582 καταφθιμενοιο
δ ' ἐναίσιμος ἥνδανε μῦθος : Ὑψιπύλην δ ' εἴσαντο καταφθιμένοιο Θόαντος τηλυγέτην γεγαυῖαν ἀνασσέμεν . ὦκα δὲ τόνγε πέμπον
ἰσοφαρίζειν . ὀγδωκονταέτει παιδὶ Λεωπρέπεος , πόλις ἄνδρα διδάσκει σῆμα καταφθιμένοιο Μεγακλέος εὖτ ' ἂν ἴδωμαι , οἰκτίρω σε τάλαν
5615241 μενοινᾳς
. σοὶ δ ' ὁδὸς οὐκέτι δηρὸν ἀπέσσεται ἣν σὺ μενοινᾷς : τοῖος γάρ τοι ἑταῖρος ἐγὼ πατρώϊός εἰμι ,
. Ἵλαοι : γράφεται ἵλαο . ἵλαθι : συγχώρησον . μενοινᾷς : προθυμεῖς . Ἄμμες : ἡμεῖς . Τριετῇσι :
5613403 φυγοπολις
εἰς ις σύνθετα εὑρίσκονται ποιοῦντα οὐδετέρου παρασχηματισμόν , οἷον ὁ φυγόπολις τὸ φυγόπολι , ὁ λιπόπατρις τὸ λιπόπατρι : τὸ
ἀρσενικοῦ δὲ καὶ θηλυκοῦ , οἷον ὁ φυγόπολις καὶ ἡ φυγόπολις τοῦ φυγοπόλιδος καὶ τῆς φυγοπόλιδος , ὁ ἄπολις καὶ
5612652 κλαιεις
γούνασιν ὧδε πίτνω τέκνοις τάφον ἐξανύσασθαι . μῆτερ , τί κλαίεις λέπτ ' ἐπ ' ὀμμάτων φάρη βαλοῦσα τῶν σῶν
εἰπόντος δέ τινος : ” τί παθὼν αὑτὸς καταδικάζεις καὶ κλαίεις ” ; εἶπεν : „ ὅτι ἀναγκαῖόν ἐστι τῇ
5610806 ἀπεσβη
γεραιὰς ἐσπάρασς ' ἀπ ' ὀστέων . χρόνωι δ ' ἀπέσβη καὶ μεθῆχ ' ὁ δύσμορος ψυχήν : κακοῦ γὰρ
καὶ ἑκηβόλον ὅπλον καὶ πρόχειρον οὐκ οἶδ ' ὅπως τελέως ἀπέσβη καὶ ψυχρόν ἐστι , μηδὲ ὀλίγον σπινθῆρα ὀργῆς κατὰ
5604754 δωρ
κατέδεται τυχὸν ἴσως ἃ νῦν ἔχεις λαβὼν παρ ' ἡμῶν δῶρ ' : ἄπληστός ἐστι γάρ . ὅμως δὲ δοῦναί
χρημάτων πονηρὸν γεγενῆσθαι , ἢ νῦν πρῶτον καθ ' ὑμῶν δῶρ ' εἰληφέναι ; οὐκ ἔστι ταῦτα , ἀλλὰ πάλαι

Back