Θεσπεσίων , Εὐφράτης πρὸς ὑμᾶς διέβαλεν , ἃ μὴ ἐμαυτῷ ξύνοιδα : ὁ μὲν γὰρ κομπαστὴν ἔφη καὶ τερατώδη με
ἀληθὲς καὶ ἀπαρρησίαστον οὖσαν . ἐγὼ μὲν γὰρ οὐδὲν αὑτῷ ξύνοιδα οὔτε πρότερον εἰπόντι σπουδῆς ἄξιον οὔτε νῦν ἐπισταμένῳ πλέον
7383114 ἀγασαι
, καὶ οἶδα οἵα ἐστίν . Τί οὖν ; οὐκ ἄγασαι αὐτὴν καὶ νῦν χάριν ἔχεις τοῦ λόγου αὐτῇ ;
ἄλλον διώκει ; Τὴν δὲ ἐν ἄλλῳ ψυχὴν ἀγάμενος σεαυτὸν ἄγασαι . Οὕτω δὴ τιμίου καὶ θείου ὄντος χρήματος τῆς
7273442 προβαλλεις
, ταχέως λέγειν χρὴ πρὶν κρέμασθαι . πότερά μοι γρῖφον προβάλλεις τοῦτον εἰπεῖν , δέσποτα , τῆς ἁρπαγῆς τοῦ παιδὸς
, ταχέως λέγειν χρὴ πρὶν κρέμασθαι . πότερά μοι γρῖφον προβάλλεις τοῦτον εἰπεῖν , δέσποτα , τῆς ἁρπαγῆς τοῦ παιδὸς
7221295 καταδυνῃ
φαινόμενον , ὅταν τοῦ ἡλίου ὑπὸ γῆν μεσουρανοῦντος ὁ ἀστὴρ καταδύνῃ . ἕβδομός ἐστιν σχηματισμὸς ὁ καλούμενος ὀψινὸς ἀπηλιώτης ,
φαινόμενον , ὅταν τοῦ ἡλίου ὑπὲρ γῆν μεσουρανοῦντος ὁ ἀστὴρ καταδύνῃ , ὃ δέ τι νυκτερινὸν καὶ φαινόμενον , ὅταν
7121506 ἐτυχες
. τὸ γὰρ ᾔομεν ἀχνύμενοι καὶ τὸ ἤμβροτες οὐδ ' ἔτυχες καὶ σχεδὸν ὅλη ἡ χρῆσις τοῦ βίου , πλήρης
. . πικροῦ ] λυπηροῦ , ἀηδοῦς . ἔκυρσας ] ἔτυχες . . μνηστῆρος ] ἀνδρός . . σοὶ μηδέπω
7101883 ὀργιζῃ
ἐστιν ὁ ἑκάστου νοῦς καὶ λόγος . Τῷ γράσωνι μήτι ὀργίζῃ , μήτι τῷ ὀζοστόμῳ ὀργίζῃ ; τί σοι ποιήσει
νύξας ὁ λόγος ἀπὸ τοῦ ὕπνου ἐκθορεῖν ἐποίησεν : εἶτα ὀργίζῃ αὐτῷ ἔτι μόλις τοὺς ὀφθαλμοὺς ἀνοίγων καὶ τὸν ὕπνον
7100965 Βακχιωι
πάντες εὐρώστως ἅμα πεμψατ ? [ ] ' εὐνοίας προφήτην Βακχίωι φίλον κρότον . ἡ δὲ καλλίστων ἀγώνων πάρεδρος ἄφθιτος
ταῦτα ; μῶν κρότος σικινίδων ὁμοῖος ὑμῖν νῦν τε χὤτε Βακχίωι κῶμος συνασπίζοντες Ἀλθαίας δόμους προσῆιτ ' ἀοιδαῖς βαρβίτων σαυλούμενοι
7028886 ἀναμενω
εἰσὶν ἰαμβικοὶ τρίμετροι ἀκατάληκτοι ξεʹ ὧν τελευταῖος : αὐτοῦ φυλάσσων ἀναμένω τέλος δίκης . τοιαύτας ] κοινή . τοιαύτης ]
τὸ ἀγγεῖον ὅτι οὐ τέτρηται καὶ ὄψει , πῶς οὐκ ἀναμένω ἵνα μοι σὺ πιστεύσῃς τὰ σαυτοῦ , ἀλλ '
7016655 τηλεπορον
φασιν αὐτὸ Κυδίδου Ἑρμιονέως τηλέπορόν τι βόαμα λύρας . ἢ τηλέπορόν τι βόαμα : καὶ τοῦτο μέλους ἀρχή . φασὶ
ἁγνάν , παῖδα Διὸς μεγάλου δαμάσιππον . τὸ δὲ ” τηλέπορόν τι βόαμα “ μὴ εὑρίσκεσθαι , ὅτου ποτ '
6994668 Νοημονα
νῆα θοὴν ἀγέρεσθαι ἀνώγει . ἡ δ ' αὖτε Φρονίοιο Νοήμονα φαίδιμον υἱὸν ᾔτεε νῆα θοήν : ὁ δέ οἱ
ἀφίημι δ ' ἐλευθέραν καὶ τὴν τοῦ Μίκρου μητέρα καὶ Νοήμονα καὶ Δίωνα : καὶ Θέωνα καὶ Εὐφράνορα καὶ Ἑρμείαν
6970265 πυθηαι
: Ἀντίλοχ ' εἰ δ ' ἄγε δεῦρο διοτρεφὲς ὄφρα πύθηαι λυγρῆς ἀγγελίης , ἣ μὴ ὤφελλε γενέσθαι . ἤδη
' ὀΐω ῥιγήσειν πόλεμόν γε καὶ εἴ χ ' ἑτέρωθι πύθηαι . Ὣς ἔφαθ ' , ἣ δ ' ἀλύους
6964087 ἀκουσε
ἀπόδειξις ; ἡ ἐπιφερομένη . ἐν Τροίᾳ μὰν Ἕκτωρ Αἴαντος ἄκουσε : τούτῳ γὰρ μονομαχήσας ἐλείφθη . δυνατός : ἀντὶ
. ὣς φάτο , τὸν δὲ ἄνακτα χόλος λάβεν οἷον ἄκουσε : κτεῖναι μέν ῥ ' ἀλέεινε , σεβάσσατο γὰρ
6952873 Μικρου
. . . ξη ∠ ʹ να γʹ . Ῥομβίτου Μικροῦ ποταμοῦ ἐκβολαί . . . . . . .
ἀρετὴν ἱερέως καὶ τεμένους εὐπρέπειαν , ἑκατέρῳ δικαίως μερίζεται . Μικροῦ μὲν ἀπεῖπον πρὸς τὴν ὀξύτητά σου τῶν ἔργων ἀθρόως
6947085 Τειρεσια
κρᾶτα σεῖσαι πολιόν ; ἐξηγοῦ σύ μοι γέρων γέροντι , Τειρεσία : σὺ γὰρ σοφός . ὡς οὐ κάμοιμ '
βαίνων ἤλυσιν μόλις περῶ . θάρσει : πέλας γάρ , Τειρεσία , φίλοισι σοῖς ἔσθ ' ὁρμίσαι σὸν πόδα :
6944786 Ῥαδαμανθυ
πάρεισι καὶ περιστάντες ἄγχουσιν αὐτόν . οὗτοι πάντες , ὦ Ῥαδάμανθυ , πρὸς τοῦ ἀλιτηρίου τεθνᾶσιν , οἱ μὲν γυναικῶν
δέ , ὦ Ἑρμῆ , κήρυττε καὶ προσκάλει . Ὦ Ῥαδάμανθυ , πρὸς τοῦ πατρὸς ἐμὲ πρῶτον ἐπίσκεψαι παραγαγών .
6944187 μυθολογευω
πλειὰς καταδύνῃ , πάντα τρόπον σκεύαζε . τί σοι τάδε μυθολογεύω ; οὐ γὰρ μή σε διαφθείρῃ γ ' οὐδ
' ἐφίλει τ ' ἐκόμει τε . τί τοι τάδε μυθολογεύω ; ἤδη γάρ τοι χθιζὸς ἐμυθεόμην ἐνὶ οἴκῳ σοί
6923023 Καρδαμωμου
' ἑξῆς ἡμερῶν ε καὶ διαλίμπανε δέκα . Διουρητικόν . Καρδαμώμου , ἀμώμου , σχοίνου ἄνθους ἀνὰ ⋖ Ϛ ,
ὄξει ἐπίχριε : τοῦτο ῥήσσει καὶ ξηραίνει . Ἄλλο . Καρδαμώμου σπέρμα κυαμίνῳ ἀλεύρῳ σὺν ὕδατι κατάπλασ - σε δὶς
6919576 βοαμα
] ὑποτίθησι κατὰ λέξιν . τὸ δὲ ” τηλέπορόν τι βόαμα “ Κυδίδου τοῦ Ἑρμιονέως κιθαρῳδοῦ ἀπό τινος τῶν ᾀσμάτων
τηλέπορόν ] μεγαλόφωνον , μακρόν . , μακρόθεν ἀκουόμενον . βόαμα ] βοήν , φωνή . ἐντειναμένους ] γρ .
6896401 Σωτηρια
, ἐκ τούτων ὅτι τε εἰσὶ καταλαμβάνω καὶ αἰδοῦμαι . Σωτηρία βίου ἕκαστον δι ' ὅλου αὐτὸ τί ἐστιν ὁρᾶν
πολιτείας . Πολεμικὴ ἐμπειρία πολέμου . Συμμαχία κοινωνία πολέμου . Σωτηρία περιποίησις ἀβλαβής . Τύραννος ἄρχων πόλεως κατὰ τὴν ἑαυτοῦ
6895417 ἐπιζητω
' ἐγὼ τὰ χαμόθεν οὐκ ἀγαπῶ , ἀλλὰ τὸν ἄνωθεν ἐπιζητῶ χαρακτῆρα , κἀκεῖθεν ἐσπούδακα ἥκουσαν δειχθῆναι τὴν ψῆφον .
θνητὴν φύσιν χωρῆσαι | δυνατὸν ἦν ; ὃ γὰρ λοιπὸν ἐπιζητῶ μαθεῖν τε καὶ κτήσασθαι , τοῦτ ' ἐστίν ,
6883149 εἰρωνικον
αὐτοὺς ἔχῃς διὰ τὴν δωροδοκίαν . Θ . . . εἰρωνικὸν τοῦτο . Θ . . . φίλως : Προσφιλῶς
. Οὐκοῦν τὸν μὲν ἁπλοῦν μιμητήν τινα , τὸν δὲ εἰρωνικὸν μιμητὴν θήσομεν ; Εἰκὸς γοῦν . Τούτου δ '
6875989 λοιδορῃ
, ἔφη ὁ Διονυσόδωρος , λοιδορῇ , ὦ Κτήσιππε , λοιδορῇ . Μὰ Δί ' οὐκ ἔγωγε , ἦ δ
ὅτι τῇ τε βουλῇ καὶ τῇ σεαυτοῦ ἀρχῇ ταῦτα λέγων λοιδορῇ ; καὶ γὰρ ἡ βουλὴ διαναστᾶσα πρὸς τοὺς βασιλεῖς
6868049 σακιταν
λέγουσι . σακίταν : ἐν τῷ σηκῷ , λιπαρόν . σακίταν : τὸν ἐν τῷ σηκῷ ἤγουν τῇ μάνδρᾳ τιτθιζόμενον
κα ταὶ Μοῖσαι τὰν οἴιδα δῶρον ἄγωνται , ἄρνα τὺ σακίταν λαψῇ γέρας : αἰ δέ κ ' ἀρέσκῃ τήναις
6865734 κοσμεις
λέξον μοι , τίνος ἐσσὶ μάκαιρα τὺ καὶ τίνα παίδων κοσμεῖς ; ἁ πυγὰ δ ' εἶπε : „ Μενεκράτεος
. καίτοι εἰ μὲν μηδεὶς ῥήτωρ ἐπιεικὴς , τί τοῦτον κοσμεῖς ; εἰ δ ' οὗτός γε σαφῶς δίκαιος ,
6863826 ἀλεξικακε
ὦ Ἡράκλεις “ ἐπὶ θαυμασμοῦ λαμβάνεται . τὸ ” ὦ ἀλεξίκακε “ ἐπὶ σχετλιασμοῦ καὶ λαμβάνεται διὰ μέσου . ὁμομητρίαν
. σχετλιάζων δ ' ἔθηκε διὰ μέσου τὸ ” ὦ ἀλεξίκακε “ : ἔστι δὲ ἐπίθετον τοῦ Ἡρακλέους . ὦ
6856810 ἐνδειξομαι
βλάβεται δὲ λιγύς περ ἐὼν ἀγορητής . Πηλεΐδῃ μὲν ἐγὼν ἐνδείξομαι : αὐτὰρ οἱ ἄλλοι σύνθεσθ ' Ἀργεῖοι , μῦθόν
? ? . καὶ νῦν ἔφη ταύτης ἕνεκα ἤδη σοι ἐνδείξομαι ? , ὅσα σε ? ἀγαθὰ ? ? [
6847928 ἐρεεινον
, ἐξετάζω σε , ἀνακρίνω σε , ἐγὼ δ ' ἐρέεινον ἁπάσας . καὶ ἕνεκα τούτου τὸ πεύθεσθαι καταλλήλου ἔχεται
, ἠδὲ ἑκάστη ὃν γόνον ἐξαγόρευεν : ἐγὼ δ ' ἐρέεινον ἁπάσας . ἔνθ ' ἦ τοι πρώτην Τυρὼ ἴδον
6843613 λυπεις
ὁμοίῳ οὐ φαίνεται , εἰ δὲ ὑακίνθινον , τῷ μέλανι λυπεῖς , εἰ δὲ φοινικοβαφῆ , φοβεῖς , ὡς ῥέοντος
, εἰπὲ καὶ τὴν ἀδικίαν , ὑπὲρ ἧς ἡμᾶς οὕτω λυπεῖς : εἰ δὲ οὐκ ἔχοι τις αἰτίαν μηδαμόθεν εἰπεῖν
6835353 προσελθ
ἔστι δὲ Ἀττικόν . λείπει οὖν ἡ σὺν πρόθεσις . πρόσελθ ' : πλησίασον , ἐγγὺς ἐλθέ . Γ ξυναυλίαν
, πῶς ἔχεις ; Κακῶς καθάπερ σύ . Δεῦρο δὴ πρόσελθ ' , ἵνα ξυναυλίαν κλαύσωμεν Οὐλύμπου νόμον . Μυμῦ
6829745 σκεπω
τὸ πρόσωπον καλύπτω ὑπ ' αἰσχύνης . . ἀντὶ τοῦ σκέπω ἐμαυτόν , ὡς ἀπορῶν δῆθεν . ἐκκαλύψειν δὲ ἀντὶ
οἷον , βλέπω : δρέπω : ἔπω : τρέπω : σκέπω : λέπω : νέπω τὸ ἐννέπω . Τὰ διὰ
6829416 ἀλλαξεις
. . . τί φήις ; θανεῖσθαι ; κοὔποτ ' ἀλλάξεις λέχη ; ταὐτῶι ξίφει γε : κείσομαι δὲ σοῦ
τὴν ῥάβδον , τὸ δέκατον ἅγιον τῷ κυρίῳ . οὐκ ἀλλάξεις καλὸν πονηρῷ : ἐὰν δὲ ἀλλάξῃς , αὐτό τε
6826634 βουλευτην
, τίνα με θέλεις εἶναι ; ἄρχοντα ἢ ἰδιώτην , βουλευτὴν ἢ δημότην , στρατιώτην ἢ στρατηγόν , † παιδευτὴν
. . . . προσλαβὼν ] οἱονεὶ πείσας τινὰ εὐήθη βουλευτὴν γράψαι τοῦτο τὸ ψήφισμα . . . . τὸ
6818659 οἰκειωθηναι
φίλον τοῦ κατανοηθῆναι χάριν καὶ ἐκ τῆς ἀκριβεστέρας προσόψεως μᾶλλον οἰκειωθῆναι , ὡς γραφαί τε καὶ ἀνδριάντες ἀρχέτυποι γραφεῦσι καὶ
τοιαῦτα ἐπτοῆσθαι : καὶ τὸ ἀνέχεσθαι παρρησίας : καὶ τὸ οἰκειωθῆναι φιλοσοφίᾳ καὶ τὸ ἀκοῦσαι πρῶτον μὲν Βακχείου , εἶτα
6818315 ταλαινας
, οὓς σοὶ προδοῦσα καὶ πάτραν ἀφικόμην ; ἢ πρὸς ταλαίνας Πελιάδας ; καλῶς γ ' ἂν οὖν δέξαιντό μ
διαὶ πολυεπεῖς τέχναι θεσπιῳδοὶ φόβον φέρουσιν μαθεῖν . ἰὼ ἰὼ ταλαίνας κακόποτμοι τύχαι : τὸ γὰρ ἐμὸν θροῶ πάθος ἐπεγχέασα
6812457 Τριαγμον
καὶ μέλη πολλὰ καὶ τραγωιδίας καὶ φιλόσοφόν τι σύγγραμμα τὸν Τριαγμὸν ἐπιγραφόμενον , ὅπερ Καλλίμαχος ἀντιλέγεσθαί φησιν ὡς Ἐπιγένους .
δὲ μέλη πολλὰ καὶ τραγῳδίας καὶ φιλόσοφόν τι σύγγραμμα τὸν Τριαγμὸν ἐπιγραφόμενον , ὅπερ Καλλίμαχος ἀντιλέγεσθαί φησιν ὡς Ἐπιγένους :
6811929 χεσειν
ἐνταῦθα , ἐν αὐτῷ τῷ τόπῳ . κακκᾶν ] τὸ χέσειν : ἤγουν ἐνταῦθα ἔχεσα . πηδᾶν ] κινεῖσθαι .
' ] καὶ κράζοντα , φωνοῦντα . χεζητιῴην ] ὀρέγομαι χέσειν , ἐπιθυμῶ . βούλομαι χέσαι . , χέσαι θέλω
6805541 Μοσχιωνος
. . . ἑρκεῖος Ζεύς : Δείναρχος ἐν τῷ Κατὰ Μοσχίωνος : . . ἐπερωτᾷ εἰ φράτορες αὐτῷ καὶ βωμοὶ
τὴν γενικήν : Ἡφαιστίων Ἡφαιστίωνος : Ξενίων Ξενίωνος : Μοσχίων Μοσχίωνος : Ἠμαθίων Ἠμαθίωνος : Μελανίων Μελανίωνος : Πορφυρίων Πορφυρίωνος
6804344 Ἰδιας
' ἔχῃ . Ἱκανὸν τὸ νικᾶν ἐστι τοῖς ἐλευθέροις . Ἰδίας νόμιζε τῶν φίλων τὰς συμφοράς . Ἴσον ἐστὶν ὀργῇ
ἔχων ἀπέρχεται † πολλὰ καταλείψας δάκρυα καὶ στενάγματα . } Ἰδίας νόμιζε τῶν φίλων τὰς συμφοράς : φίλος με λυπῶν
6798236 ἀπολῃ
, καταλειφθήσεται , ἐναπομείνῃ ἐναπομενεῖ ἄβρωτον , ἐνυπομενεῖ . ⌈ ἀπολῇ [ ἀπολεῖ ] ] μαστιγωθήσῃ . ἀρτίως ] πρὸ
σοι , εἰ πεύσῃ τὰ σιωπώμενα κακά : ὀλῇ : ἀπολῇ ἀκούσασα τὸ πάθος . οὕτως γὰρ δεινόν ἐστιν ὡς
6795447 Ἰατταταιαξ
τῶν προειρημένων δῆθεν οἰκετῶν ἀποδυρόμενος πρὸς τὸν ἕτερον . ΓΘ Ἰατταταιάξ : σχετλιαστικόν ἐστι τὸ ἐπίρρημα . παρεπιγραφὴ δὲ λέγεται
κρείττονα ὀδυνηροῦ βίου τὸν καθ ' ἡδονὴν θάνατον ἡγησάμενος . Ἰατταταιάξ , τίς ἦν ἡ χθὲς ἡμέρα ; ἢ τίς
6793287 ἀπαλλαττομεθα
, πολὺ ἀμείνους τῶν σῶν δορυφόρων . Τί οὖν οὐκ ἀπαλλαττόμεθα , ὦ Ἑρμῆ , τὴν ταχίστην ; οὐ γὰρ
μύθων , ἀλλ ' ὅσῳ καρτερώτερον ἀπηντήσαμεν , τοσούτῳ δυσχερεστέρως ἀπαλλαττόμεθα . πῶς γὰρ διωσόμεθα , εἴ τις εἰς πυρετοὺς
6792930 προεληλυθοτος
δὲ πάνυ πολλῶν βουλομένων ἕπεσθαι οὐ πολλοὺς ἔδωκεν αὐτῷ . προεληλυθότος δ ' ἤδη τοῦ Κυαξάρου σὺν δυνάμει πεζῇ καὶ
γυναῖκα Ἀπολλοδώρου μὲν θυγατέρα , ἀδελφιδῆν δ ' ἐμαυτοῦ . προεληλυθότος δὲ χρόνου λαγχάνει βουλεύειν Ἀπολλόδωρος : δοκιμασθεὶς δὲ καὶ
6787350 ἀνεξεσθε
τούτους καὶ ταῦτα , οἷον : μηδὲ τοὺς λόγους αὐτῶν ἀνέξεσθε , καὶ τίς δὲ ἀνασχήσεται ταῦτα ; . .
τῶν πρὸς ὑμᾶς γενομένων . εἰ δὲ καὶ τούτων οὐκ ἀνέξεσθε , παρίεμεν ἅπαντα καί , ὃ τοῖς ἀτυχοῦσίν ἐστι
6782788 Δαλου
ἐκάλεσσε Ποσειδᾶν ' εὐρυβίαν , ὃν πρόγονον , καὶ τοξοφόρον Δάλου θεοδˈμάτας σκοπόν , αἰτέων λαοτˈρόφον τιμάν τιν ' ἑᾷ
[ ] ! φόρμιγγι ? ? [ Φοίβωι ] : Δάλου ? [ ] ε μεσόχθονος ? ? [ [
6782270 ἐκδεχου
ἐστίν . οὔ : ἀλλ ' ἐν βοὸς κοιλίᾳ καθήμενος ἐκδέχου σου τὴν μάμμην , μέχρις σε χορτάσῃ . ὁ
τὸ ἀργύριον κατὰ μέρος Ϛ οὐ λήψῃ ἄρτι κομητάτον , ἐκδέχου δέ ζ ἀποκατασταθήσῃ εἰς τὸν τόπον σου μετὰ χαρᾶς
6781008 ἀναγκοσιτον
: παράσιτον αὐτόσιτον . ἀναρίστητον δ ' εἴρηκεν Εὔπολις . ἀναγκόσιτον δὲ Κράτης . καὶ Νικόστρατος δέ : μειράκιον .
βίου . Μειράκιον δὲ κατὰ τύχην ὑποσκαφιόκαρτόν τι κεχλαμυδωμένον κατάγεις ἀναγκόσιτον . Ἁλύσεις , καθετῆρας , δακτυλίους , βουβάλι '
6774920 Λεγ
Οὔ , πρίν γ ' ἂν εἴπῃς ἱστορούμενος βραχύ . Λέγ ' , εἴ τι χρῄζεις : καὶ γὰρ οὐ
μὴ στασιάσωμεν . Ἔστι δ ' ὁ χρησμὸς οὑτοσί . Λέγ ' αὐτὸν ἡμῖν ὅ τι λέγει . Σιγᾶτε δή
6770712 ἡμικληριον
ἀποκρίνασθαι ἐρωτωμένῳ . Νῦν δὲ φῂς τῶν Ἁγνίου χρημάτων τὸ ἡμικλήριον εἶναι τοῦ παιδός : δεῖ δή σε τῆς ἀγχιστείας
] κομισάμενος , ἀνδρί τε γενομένῳ συνηγωνίσατο καὶ εἰσέπραξε τὸ ἡμικλήριον ὧν Μνήσων κατέλιπεν ὅσα τε ἐκ τῆς ἐπιτροπῆς ἀπεστέρησε
6769360 μοθωνα
δηλοῖ δὲ καὶ τὸ λακτίζειν , ὡς τὸ “ ἀπεπυδάρισα μόθωνα , περιεκόκκυσα ” παρὰ τοὺς πόδας . μόθωνα :
] ἀπέπαρδον : δεῖ δὲ καὶ τῇ ἀληθείᾳ αὐτόν . μόθωνα ] φλυαρόν , ὑβριστήν . Γ περιεκόκκυσα ] ὑπερεῖδον
6765741 ἐραις
πάντων φίλτατος δορυξένων . ἀλλ ' εὐτυχοίης καὶ τύχοις ὅσων ἐρᾶις . τί γὰρ σὸν ὄμμα χρώς τε συντέτηχ '
: τέτλαθι : τῶν δὲ καλῶν οὔ τι σὺ μοῦνος ἐρᾶις . Εὖ μὲν ἔχοντος ἐμοῦ πολλοὶ φίλοι : ἢν
6756930 ἀπαιδευτοτερος
σώματι καὶ ἠλίθιος . Νικοχάρης Γαλατείᾳ : τί δῆτ ' ἀπαιδευτότερος εἶ Φιλωνίδου τοῦ Μελιτέως ; περὶ δὲ τοῦ μεγέθους
αὑτῷ λέπτ ' ἔχον καδίσκια κυμινοδόκον τί δῆτ ' ; ἀπαιδευτότερος εἶ Φιλωνίδου τοῦ Μελιτέως ; φέρε νῦν ταχέως χιτῶνα
6754607 δρασειεις
λοιποὶ προπαροξύνουσιν , ὡς ὁ Τίμαιος . ὦ Ζεῦ τί δρασείεις : ἀντὶ τοῦ “ δρᾶν διανοῇ ” . τί
σου τεθηγμένη . Ὦ δέσποτ ' Αἴας , τί ποτε δρασείεις φρενί ; Μὴ κρῖνε , μὴ ' ξέταζε :
6754368 πανταλαινα
ἦλθες εἰς τοὺς ἐμοὺς δόμους . ἐπειδὴ εἶπεν ὦ δυστυχεστάτα παντάλαινα νύμφα , ἐπήγαγεν οἰκτροτάτη γάρ , ἀντὶ τοῦ :
' ἄχη ] πανάθλια . δεῖ πανταλαίνου εἶναι , ἢ παντάλαινα . εὕρηται δὲ ἐν πολλοῖς καὶ καλοῖς βιβλίοις οὕτω
6753744 Ἐποιησε
γὰρ ὁ αὐτὸς Σέλευκος ἀπὸ Πέλλης τῆς πόλεως Μακεδονίας . Ἐποίησε δὲ θυσίαν ταῦρον καὶ τράγον : καὶ ἐλθὼν πάλιν
πρῶτον αὐτὸν εἰπεῖν ἀκατάληπτα εἶναι τὰ πάντα , πλανώμενος . Ἐποίησε δὲ καὶ Κολοφῶνος κτίσιν καὶ τὸν εἰς Ἐλέαν τῆς
6750303 βεβηκ
' ἔστιν ; ἄλλης ἐκπόνει μνηστεύματα γυναικός : Ἑλένη γὰρ βέβηκ ' ἔξω χθονός . πτεροῖσιν ἀρθεῖς ' ἢ πεδοστιβεῖ
. τὸ τῆς ἀνάγκης δεινόν : ἄρτι κἀπ ' ἐμοῦ βέβηκ ' ἀποσπασθεῖσα Κασσάνδρα βίαι . φεῦ φεῦ : ἄλλος
6750241 Ἀριστα
εἰκότα μῦθον ἀποδεχομένους πρέπει τούτου μηδὲν ἔτι πέρα ζητεῖν . Ἄριστα , ὦ Τίμαιε , παντάπασί τε ὡς κελεύεις ἀποδεκτέον
Πρωτεσίλεως φυλάξασθαι προὔλεγεν εἰδὼς αὐτὸν ἀντίπαλον τοῖς ἐξῃρημένοις ὄντα . Ἄριστα , ξένε , τοῦ χρησμοῦ ἐτεκμήρω . Τῶν δὲ
6750144 προσμεινον
καρτέρησον , ἀνάμεινον , κράτησον . τὸν σὸν λόγον , πρόσμεινον . σχέω , σχῶ καὶ ῥῆμα εἰς μι σχῆμι
χάλα καὶ δεῖξον : ἐν ταύτηι περιφέρεις γάρ . βραχὺ πρόσμεινον , ἱκετεύω ς ' , ἵν ' ἀποδῶι .
6749285 ποησω
. εἴ σοι δεινὸν εἶναι φαίνεται ἂν λάβω ξύλον , ποήσω τὰ δάκρυ ' ὑμῶν ταῦτ ' ἐγὼ ἐκκεκόφθαι .
ἡμμένην . κἀγώ τιν ' αὐτῶν τήμερον δοῦναι δίκην ἐμοὶ ποήσω , κεἰ σφόδρ ' εἴς ' ἀλαζόνες . ἰοὺ
6747524 περιμαχητου
χασμάτων ἰλιγγιῶντες . ἐρασθεὶς γάρ , ὡς θείου πράγματος καὶ περιμαχήτου , τυραννίδος , οὔτε μένειν οὔτε ἀποδιδράσκειν ἀσφαλὲς εἶναι
διαλιπόντες ἔτη δύο πάλιν ἀνεκτήσαντο τὴν πόλιν Ἅγνωνος ἡγουμένου . περιμαχήτου δ ' αὐτῆς πολλάκις γεγενημένης , ἔσπευδεν ὁ Βρασίδας
6745915 σῳζου
, ἀπέδωκα κἀγὼ σοὶ πρόθυμ ' ἐς παῖδε σώ . σῴζου δὲ δὴ σύ , σφὼ δὲ τήνδε μητέρα ,
γὰρ ἔσχον νῦν ἐλεύθερον στόμα . Ξύμφημι κἀγώ : τοιγαροῦν σῴζου τόδε . Τί δρῶσα ; Οὗ μή ' στι
6742513 ἀποτυγχανω
. Μεθόδιος , . , . . Ἁμαρτῶ : τὸ ἀποτυγχάνω : ἀπὸ τοῦ μάρπτω , τὸ καταλαμβάνω , ὅθεν
, , . . α . . Ἁμαρτάνω : τὸ ἀποτυγχάνω : ἀπὸ τοῦ ἁμάρτω ἁμαρτάνω , ὡς ἥδω ἁνδάνω
6739415 ὑπομονητον
θ οὐχ ὁμιλητὸν ] ἀπρόσψαυστον . ὁμιλητὸν ] φορητὸν καὶ ὑπομονητόν . ὁμιλητὸν ] ὁμιλίαν παραδεχόμενον . δείσασα ] φοβηθεῖσα
. εὐεστοῖ ] εὐτυχίᾳ . . ὁμιλητὸν ] φορητὸν , ὑπομονητόν . . κρατοῦσα ] εὐτυχής . . νικῶσα .
6738160 ψοθος
σαπροῦ καὶ μὴ συναρέσκοντος . Σοφοκλῆς Ποιμέσιν . ἔστι δὲ ψόθος τὸ πλῆρες τοῦ ἀποκομματικοῦ λεξιδίου . ψόθον γὰρ καλοῦσιν
ο μικροῦ γράφονται : νόθος : πόθος : ῥόθος : ψόθος ὁ ψόφος : μόθος : Κόθος ὄνομα κύριον :
6736920 βοατιν
καὶ φωνὴν τάλαιναν καὶ τληπαθῆ , δυσβάϋκτον καὶ θρηνητικὴν , βοᾶτιν καὶ βοητικήν . . τεῖνε ] εἰς ὕψος αἶρε
τοῦ οὐρανοῦ βόησον τὰ ἄχη . δυσβάϋκτον ] θρηνητικήν . βοᾶτιν ] βοητικήν . ἀναύδων ] τῶν ἰχθύων . τᾶς
6736559 αἰβοι
ἀλλὰ τίς ; Δῖνος βασιλεύει τὸν Δί ' ἐξεληλακώς . αἰβοῖ : τί ληρεῖς ; ἴσθι τοῦθ ' οὕτως ἔχον
μοὐδόκει δημηγορεῖν φάλλαινα πανδοκεύτρια , ἔχουσα φωνὴν ἐμπεπρημένης ὑός . αἰβοῖ . τί ἐστι ; παῦε παῦε , μὴ λέγε
6736194 ἀπιστοτερον
γενομένων δέ τινα οἱ ποιηταὶ καὶ λογογράφοι παρέτρεψαν εἰς τὸ ἀπιστότερον καὶ θαυμασιώτερον , τοῦ θαυμάζειν ἕνεκα τοὺς ἀνθρώπους .
ὑφ ' ὑμῶν . Μὴ παραγενέσθαι δέ με τῷ φόνῳ ἀπιστότερον ἢ παραγενέσθαι φασὶν εἶναι . Ἐγὼ δ ' οὐκ
6732957 προσφθεγμα
. τὸ ” βρῦν “ πρόσφθεγμα παιδικῶν καὶ νηπίων . πρόσφθεγμα παιδικόν . βρῦν εἴποις ] δι ' οὗ ἐμφαίνουσι
θρηνεῖ . αἴλινα : ἤτοι θρηνητικά . ἱὴ παιῆον : πρόσφθεγμα καταφρονοῦντος ? ? . ἀναβάλλεται : ὑπερτίθεται . πέτρος
6728275 πολεμοδοκον
. ” Χαμολέων δ ' ἀπορεῖ , πότερον „ κλῄζω πολεμοδόκον ἁγνὰν παῖδα Διὸς μεγάλου δαμάσιππον „ , καὶ κατὰ
τὸ μὲν Λαμπροκλέους τοῦ Μίδωνος υἱοῦ : Παλλάδα περσέπτολιν κληΐζω πολεμοδόκον , τὸ δὲ Κυδίδου Ἑρμωνέως : τηλέπορόν τι βόαμα
6722583 προτιμω
τὴν ἀρχὴν οὐκ εἴων ὑπ ' ὄφεων δάκνεσθαι . 〛 προτιμῶ σου : Φροντίζω . Θ . . . πριάμενος
“ ἐχθές ” . τριβώνιον ] τριβακόν : παλαιόν οὐδὲν προτιμῶ σου ] λόγον ποιῶ σου : φροντίζω σου .
6718192 κατειπε
ἕτερον εἰ πύθοιο Σωκράτους φρόντισμα ; ποῖον ; ἀντιβολῶ , κάτειπέ μοι . ἀνήρετ ' αὐτὸν Χαιρεφῶν ὁ Σφήττιος ὁπότερα
' φήμερε ; πρῶτον μὲν ὅτι δρᾷς , ἀντιβολῶ , κάτειπέ μοι . ἀεροβατῶ καὶ περιφρονῶ τὸν ἥλιον . ἔπειτ
6717953 μοιχευθεισα
τιμωμένην νικηφόρον Ἀφροδίτην ἔπεμψεν εἰς Ῥώμην . Τούτου γυνὴ Φαβία μοιχευθεῖσα ὑπό τινος εὐπρεποῦς νεανίου , τοὔνομα Πετρωνίου Οὐαλεντίνου ,
ἀσέβειά ἐστι . τοῦτο δέ φησιν , ἐπεὶ ἡ Κλυταιμνήστρα μοιχευθεῖσα ἐφόνευσε τὸν Ἀγαμέμνονα : γράφεται ποικίλα : κακῶς διανοουμένων
6717608 ἀπερχου
πολλοῦ γε καὶ δέω . . ἐγκόνει πάλιν ] σπεύδων ἀπέρχου . . ἂν ἱστορῇς ] ζητῇς . . τοιοῖσδε
οὗ δέομαι ; Ἐγὼ δέ σοι λέγω ὅτι ὡς τευξόμενος ἀπέρχου ; οὐχὶ δὲ μόνον , ἵνα πράξῃς τὸ σαυτῷ
6717539 Ἀποκριναι
δὲ μή , ἐπ ' αὐτοφώρῳ ἐγὼ αὐτὸν ἐξελέγξω . Ἀπόκριναι δή μοι . Ἐβούλοντο τοίνυν , ὦ ἄνδρες δικασταί
, ἐφ ' οἷς θάνατος ἡ ζημία ; Ἔγωγε . Ἀπόκριναι δή μοι , εἰ ὁμολογεῖς πλείω σῖτον συμπρίασθαι πεντήκοντα
6716993 κτενεις
κατθανεῖν ἐρᾶν ἔοικας . κτεῖνε : σύγγονον δὲ σὴν οὐ κτενεῖς ἡμῶν ἑκόντων ἀλλ ' ἔμ ' : ὡς πρὸ
σύνεσις . ἀλλὰ βαῖν ' ἔσω δόμων . οὐκ ἄρα κτενεῖς μ ' ; ἀφεῖσαι . καλὸν ἔπος λέγεις τόδε
6716702 Παιδα
δὲ ἀπαιτεῖν ὅλον ἐν ἡμέρᾳ μιᾷ τὸ στάδιον διανύσαι . Παῖδα φιλάργυρός τις εὔπορος ἔχων κόρην ἐβούλετο συνάψαι πρὸς γάμον
. . ΕΜΟΣ ΥΙΟΣ . Σημείωσαι τίς παῖς Ἡσιόδου . Παῖδα οἱ μὲν Μνασέα , οἱ δὲ Ἀρχιέπην , ἕτεροι
6716431 ἁλεκτρυων
' ὄντως εὐθὺς ἐξέπεμπέ με ὄρθριον : ἐκόκκυζ ' ἀρτίως ἁλεκτρυών . ᾤμην ἐγὼ τοὺς ἰχθυοπώλας τὸ πρότερον εἶναι πονηροὺς
ἀλλ ' ἄπειμι , καὶ γὰρ ἤδη τρίτον τοῦτο ᾖσεν ἁλεκτρυών . Μὴ σύ γε οὕτως ταχέως , ὦ Τρύφαινα
6716319 Ζηνας
Ἴδας Βρασίδας . τὸ μέντοι Θευδᾶς περισπᾶται , ὡς Μητρᾶς Ζηνᾶς Πυθᾶς : τὸ δὲ Κερκιδᾶς ἀπὸ συναλοιφῆς . Τὰ
” ἐλθὲ πρὸς τὰ παρακείμενα κτήματα . “ ὁ δὲ Ζηνᾶς ἤνεγκεν αὐτὸν εἰς τὸν ἀγρὸν καί φησιν ” ἀπελθέτω
6715010 περσεπτολιν
] συσφίγγοντας . εἴδη ᾀσμάτων ἀμφότερα , τὸ ” Παλλάδα περσέπτολιν δεινὰν “ καὶ τὸ ⌈ ” τηλέπορόν / [
. ᾆσμα Λαμπροκλέους : διασύρει δὲ αὐτόν : ” Παλλάδα περσέπτολιν κληΐζω πολεμοδόκων ἁγνὸν παῖδα Διὸς μεγάλην δαμάσιππον . “
6714231 Πατερ
Λέχριός γ ' ἐπ ' ἄκρου λάου βραχὺς ὀκλάσας . Πάτερ , ἐμὸν τόδ ' : ἐν ἁσυχαίᾳ Ἰώ μοί
Εἶπεν δὲ αὐτῷ ἡ ἄλλη θυγατὴρ ἡ λεγομένη Κασία : Πάτερ , αὕτη ἐστὶν ἡ κληρονομία ἣν ἔλεγες εἶναι κρείττονα
6710504 Σκεψαι
τίνα τρόπον καλεῖται ; Μὰ Δί ' οὐκ ἔγωγε . Σκέψαι δὴ ὃ ἐγὼ ὑποπτεύω περὶ αὐτοῦ . ἐννοῶ γὰρ
ἀρχὴν καὶ μέσα καὶ τέλος ἔχοντα καὶ τάξιν . ρξζʹ Σκέψαι τοίνυν Ὅτι οὔτε ὡρίσατο περὶ ποίου διαλέγεται ἔρωτος ,
6709807 Ἀσσιου
καὶ χορταρίοις . ἔοικε δὲ τῇ χρόᾳ τῷ ἄνθει τοῦ Ἀσσίου λίθου , τῷ δ ' ὅλῳ τύπῳ ἀλκυονίῳ τῷ
μορίων , καὶ ἀνώδυνοι ταχέως ἐγένοντο . Πευκεδάνου ῥίζης , Ἀσσίου λίθου ἄνθους , προπόλεως λιπαρᾶς ἀνὰ # β ,
6708366 μαστευουσα
καὶ σοῦ γενείου δεξιᾶς τ ' εὐδαίμονος . τί χρῆμα μαστεύουσα ; μῶν ἐλεύθερον αἰῶνα θέσθαι ; ῥάιδιον γάρ ἐστί
μῆτερ ἀθανάτων τε θεῶν ἠδὲ θνητῶν ἀνθρώπων , ἥ ποτε μαστεύουσα πολυπλάγκτωι ἐν ἀνίηι νηστείαν κατέπαυσας Ἐλευσῖνος γυάλοισιν ἦλθές τ
6708078 Κρομμυων
. . . . . ξε γʹ λε ∠ ʹγιβʹ Κρομμύων ἄκρα . . . . . . . .
, οἱ σώφρονες . Βούλομαί σε , γραῦ , κύσαι Κρομμύων τἄρ ' οὔ σε δεῖ . κἀνατείνας λακτίσαι .
6706537 ὠοπ
δὲ οἶμαι . Θ . 〚 ὠὸπ , ὂπ , ὠὸπ , ὂπ : Εἴσθεσις μέλους χοροῦ μονοστροφική : ἧς
. ἀντὶ τοῦ βαστάσω . . ἐγὼ βαστάζω . . ὠὸπ , παραβαλοῦ : Ἐλατικὸν ἐπίφθεγμα τὸ ὠόπ . τὸ
6706461 κοιτου
καμάτου ἐπιδεύεται , ἄγχι δέ τοι νύξ αὖλιν ἄγει , κοίτου δὲ λιλαίεαι ἔργον ἀνύσσας , τῆμος δὴ ποταμοῖο πολυρραγέος
δεπάεσσιν ἐυσκόπῳ ἀργειφόντῃ , ᾧ πυμάτῳ σπένδεσκον , ὅτε μνησαίατο κοίτου . * ) ἡ διπλῆ πρὸς τὸ ἔθος .
6704799 ἐπιλεγε
δὲ οὔ . καὶ τοῦτο ἐφ ' ἑκάστου τῶν ἐμπιπτόντων ἐπίλεγε : εὑρήσεις γὰρ αὐτὸ ἄλλου τινὸς ἐμπόδιον , σὸν
ὅπου βούλει , ὕψωσον τὴν σεαυτοῦ φωνὴν πράως , καὶ ἐπίλεγε οὕτως : Καὶ ὑμεῖς , ὄρνεα καθαρὰ τοῦ θεοῦ
6703609 ΑΥΤΑΡ
ἀνδράσιν , δι ' ἅπερ ἔφην τὸ πρότερον . . ΑΥΤΑΡ ΕΠΕΙ ΔΟΛΟΝ . Ἐπεὶ δὲ νεύσει τῆς Εἱμαρμένης ἀπηρτίσθησαν
ἤσθιον , ἢ ἔνεμον , καὶ διεμέριζον ἀλλήλοις . . ΑΥΤΑΡ ΕΠΕΙ ΚΕΝ . Τὶς μὲν ἡ ζωὴ τῶν ἐκ
6702139 Φερ
. Συνεπόμνυθ ' ὑμεῖς ταῦτα πᾶσαι ; Νὴ Δία . Φέρ ' ἐγὼ καθαγίσω τήνδε . Τὸ μέρος γ '
' αὖ γυνὴ ὡραιοτάτη τις . Ποῦ ' στι ; Φέρ ' ἐπ ' αὐτὴν ἴω . Ἀλλ ' οὐκέτ
6701050 Αἰβοι
σκόπει τὰ πρόσωφ ' , ἵνα γνῷς τὰς τέχνας . Αἰβοῖ τάλας . Ἐκεινονὶ γοῦν τὸν λοφοποιὸν οὐχ ὁρᾷς τίλλονθ
; Σὺ μέντοι νὴ Δί ' . Υἱὸς Λαμάχου . Αἰβοῖ . Ἦ γὰρ ἐγὼ θαύμαζον ἀκούων , εἰ σὺ
6693420 ἐκτοπου
, ὅ τι χρὴ παθεῖν τὸν εὑρετὴν ἀσεβήματος καὶ ἀνοσιουργήματος ἐκτόπου καὶ ξένου δηλῶσαι . ὁ δὲ προστάττει καταλευσθῆναι ,
' ἀκούσομαι σαφῶς . ὦ Ζεῦ πολυτίμητ ' , ὠμότητος ἐκτόπου ἀμφοῖν ἀπανθρώπου τε , νὴ τὸν Ἥλιον . ξένος
6693417 θανουμεθα
ἠκούσαμεν : Πυλάδη , θανούμεθ ' , ἀλλ ' ὅπως θανούμεθα κάλλισθ ' : ἕπου μοι , φάσγανον σπάσας χερί
ἐλεύθεροι γὰρ κοὐδὲν ἠδικηκότες τῆς σῆς ἕκατι ζημίας [ ] θανούμεθα . [ ] πολλοῖσι δῆλον [ ὡς θεήλατον ]
6693096 Χαιροις
: καὶ ἰδὼν αὐτὸν ὁ θάνατος προσεκύνησεν αὐτὸν λέγων : Χαίροις , τίμιε Ἁβραὰμ , δικαία ψυχὴ , φίλε γνήσιε
, ὡς μηδὲ ἐκείνου δυνηθέντος τηρῆσαι τὴν ἑαυτοῦ γνώμην . Χαίροις Ὑψιπύλη φίλη : τοὺς ἐμοὺς κορύμβους πλέκω : οὔ
6690453 κοινωνεις
. μὴ ἔλπιζε ε οὐ λαμβάνεις τὴν φερνήν Ϛ οὐ κοινωνεῖς ἄρτι ζ ἀγοράζεις χώραν ? ? ? ? η
, ἄρτι δὲ οὔ ε οὐ προκόπτεις ἄρτι Ϛ οὐ κοινωνεῖς ἄρτι τῷ πράγματι ζ ἐὰν στρατεύσῃ , μετανοήσεις η
6688616 ξυστου
θερμίνου ἴσα . Τρυγὸς κεκαυμένης , ἀσβέστου ζώσης , ἰοῦ ξυστοῦ ἴσα . ἀφαιρεῖ παραχρῆμα : ὅταν δ ' ἐκπέσῃ
Ἄλλο . Ποιεῖ καὶ πρὸς τὸν λεγόμενον βάτραχον . Ἰοῦ ξυστοῦ , κηκῖδος , λεπίδος χαλκοῦ , χαλκίτεως ἴσα παράπτου
6688357 ἀντιλεγεσθαι
ἀφανισθῆναι , μικροῦ , φαύλου καὶ οὐδενὸς ἀξίου καὶ εὐκόλως ἀντιλέγεσθαι δυναμένου , γλισχροῦ καὶ ἀντιλογίαν ἔχοντος κατατετριμμένην , οὐδαμινοῦ
Ἔνδειξις φάσεως διαφέρει , ὅτι τῇ μὲν ἐνδείξει οὐ δύναται ἀντιλέγεσθαι , οἷον ἐνέδειξεν Ἀριστογείτονα Δημοσθένης ὅτι λέγει ὀφείλων τῷ
6685349 καταλειπεις
καὶ ἀνακρεμάμενος αὐτοῦ τοῦ τραχήλου κλαίων ἔλεγε “ τίνι με καταλείπεις , ὦ τέκνον , ἡμιθνῆτα πρεσβύτην ; ὅτι μὲν
συμφοράν , καὶ τὰ Καλλιμάχου τραύματα , καὶ οὐδὲν Ἀθηναίοις καταλείπεις σεμνόν , πλὴν τοῦ Ἐριχθονίου καὶ τοῦ Κέκροπος ,
6684428 θρηνουντος
οὐδαμῶς τε ἀδυνάτου καρτερεῖν , πολλὰ ὅμως ἀνάξια λέγοντος καὶ θρηνοῦντος ἑκάστοτε παρὰ τῇ θαλάττῃ διὰ πόθον τῆς πατρίδος :
πένθους ἐμοῦ , τοῦτο μὲν τὸν βασιλέα μετὰ τῶν ἄλλων θρηνοῦντος , τοῦτο δὲ τὸν ἑταῖρόν τε καὶ φίλον .
6684418 συμβουλευεις
συμβουλίη ἡ ἐς ἡμέας τείνουσα . Τοῦ μὲν γὰρ πεπειρημένος συμβουλεύεις , τοῦ δὲ ἄπειρος ἐών : τὸ μὲν γὰρ
ἧττον δὲ ἀντιθέσεως . ἀλλὰ λέξει τις : μισθοφορεῖν ἡμῖν συμβουλεύεις ; τοῦτο δ ' ἦν Ἀθηναίοις εὐδοξοῦσιν ἐπαχθές τε
6683242 ἀθλιε
βλέπεις [ βλέμμα ] καὶ ἀναστένεις ; πέπαυσο , Κέκροψ ἄθλιε , καὶ τρέπου κατὰ σεαυτόν , ὦ πρέσβυ ,
. Ἀλλ ' ἔμελλες καὶ αὐτὸς οὐκ εἰς μακρὰν , ἄθλιε , τῆς παρανομίας κομίσασθαι τὰ ἐπίχειρα οὕτω σοι τῆς
6682504 ἀποσοβησιν
εἴ τι κακὸν καὶ μισητὸν εἶδες , ζήτει αὐτοὺς ποιεῖν ἀποσόβησιν τούτων , τὰ καλὰ δὲ πεπληρωμένα γενέσθαι καὶ σοὶ
παλαιῶν , ἀρχαίων . . μόχθων ἐκτροπὴν ] ἐκφυγὴν καὶ ἀποσόβησιν . . δυστυχιῶν ἐκφυγήν . . αὐτῷ ] τῷ
6681570 Γε
πευκίοις . πάγοισιν : παγίδεσιν . Κεράων : ἄκρων . Γε μέν : γέμον . Ἄνθεα ταινιῶν : αἰετάνια ,
? φορεῖς ? ? ἡδονήν ? [ | ] [ Γε ] [ ισ ] # [ φοβου ] κ

Back