ῥήτορι . Κηφισοδήμῳ ] καὶ οὗτος Ἀθηναῖος , ῥήτωρ καὶ ξυνήγορος πολύλογος . κἀπεμορξάμην : ἔκλαυσα . ἐκ τοῦ παρακολουθοῦντος
. ἀλλὰ νῦν μὲν οὐδὲν ἀλγεῖς , ἀλλ ' ὅταν ξυνήγορος ταὐτὰ ταῦτά σου καταντλῇ καὶ ξυνωμότας καλῇ . ἆρ
5892208 ἱπποσελινα
μὲν ἀμάρακον , προσκινῶν δὲ σέλινα , γελῶν δ ' ἱπποσέλινα καὶ κοσμοσάνδαλα βαίνων , ἔγχει κἀπιβόα τρίτον παιῶν '
πάνυ καθέφθους , καὶ κρῆθμα , καὶ μάραθρα , καὶ ἱπποσέλινα , καὶ ἀσπαράγους , καὶ σικυοὺς , καὶ ὅσα
5874917 ἁμες
θνάσκουσα Βιστάλᾳ τᾷ ἑαυτᾶς θυγατρὶ τὰν αὐτὰν ἐπιτολὰν ἐπέτειλεν . ἁμὲς δὲ ἄνδρες ἐόντες καὶ Πυθαγόρα φοιτηταὶ οὐ γνησίως αὐτῷ
, αὐγάσδεο . ὁ δὲ τρίτος ὁ τῶν παίδων : ἁμὲς δέ γ ' ἐσσόμεσθα πολλῶι κάρρονες . ἐλθεῖν ἥρω
5852086 διακτορος
Ἑρμῆς , ὡς Ὀδυσσεύς : Ἑρμείας δ ' οὐκ ἔστι διάκτορος . . ὅπως παρευθὺς ὑπηρέτης καλὸς ὑπάρχειν φαίνῃς .
τοιαῦτα πρὸς ἀλλήλους ἀγόρευον : ἀγχίμολον δέ σφ ' ἦλθε διάκτορος Ἀργεϊφόντης ψυχὰς μνηστήρων κατάγων Ὀδυσῆϊ δαμέντων . τὼ δ
5836205 σκυταλη
ἐστι : καί : οὗτος ἄχρι κόρου φενακίζει . Ἀχνυμένη σκυτάλη : ἐπὶ τῶν λυπρὰς ἀγγελίας ἀγγελλόντων . ἔθος γὰρ
* χυτόν : ὑγρόν , χλωρόν * περιβόσκεται : ἡ σκυτάλη * ἔρνος : κλάδον , φύλλον φυτόν , κλάδον
5815454 ὐμμες
Οἰκεῦντα : ἐν Μιλήτῳ τόπος , ἔνθα ἱερὸν Ἀφροδίτης . ὔμμες δ ' Ὑετίδος καὶ Βυβλίδος : πρὸς τοὺς Ἔρωτας
θεοεικέλοις [ . Σαπφοῦς [ μελῶν β ἆς θέλετ ' ὔμμες ἔγω δ ' ἐπὶ μολθάκαν τύλαν κασπολέω † μέλεα
5808113 δικαζῃ
τοῖς ἀνθρώποις . τί σε ποιῶ , Ἐσδράμ , καὶ δικάζῃ μετ ' ἐμοῦ ; καὶ εἶπεν ὁ προφήτης :
τις ἢ διχόθεν μισθοφορῇ ἢ ὀφείλων τῷ δημοσίῳ ἐκκλησιάζῃ ἢ δικάζῃ , ἢ ἄλλο τι ποιῇ ὧν οἱ νόμοι ἀπαγορεύουσιν
5780067 τομιας
παρὰ τῷ αὐτῷ Ἀλκαίῳ ἐν ἑβδόμῳ : σὺ δὲ σαύτῳ τομίας ἔσῃ . ἀλλὰ σαύτω μετέχων ἄβας πρὸς πόσιν .
οὐρανία , κριὸς τομίας , κάπρος ἐκτομίας , ὗς οὐ τομίας , δέλφαξ , δασύπους , ἔριφοι , . .
5776464 Πηλεϊδη
. Τὸν δ ' οὐ ταρβήσας προσέφη κορυθαίολος Ἕκτωρ : Πηλεΐδη μὴ δὴ ἐπέεσσί με νηπύτιον ὣς ἔλπεο δειδίξεσθαι ,
' ἐπέεσσι . τοῖσι δὲ μύθων ἦρχε Ποσειδάων ἐνοσίχθων : Πηλεΐδη μήτ ' ἄρ τι λίην τρέε μήτέ τι τάρβει
5775782 ἀγορευω
θυμῷ : εἰ δέ κε μὴ ἔλθῃσιν ἄναξ τεὸς ὡς ἀγορεύω , δμῶας ἐπισσεύας βαλέειν μεγάλης κατὰ πέτρης , ὄφρα
γε πυθοίμην , οὔτε τι δήμιον ἄλλο πιφαύσκομαι οὐδ ' ἀγορεύω , ἀλλ ' ἐμὸν αὐτοῦ χρεῖος , ὅ μοι
5771681 κακοφρων
παιών τε γενοῦ τῆσδε μερίμνης , ἣ νῦν τοτὲ μὲν κακόφρων τελέθει , τοτὲ δ ' ἐκ θυσιῶν ἀγάν '
χωρίς . σέβειν ] τιμᾶν , ἔχειν . δύσφρων ] κακόφρων . ἰὸς ] ἤγουν ὁ φθόνος . καρδίαν ]
5764137 πενεστης
οὐκ ἄξιον δειλὸν κεκλῆσθαι καὶ νοσεῖν αἰσχρὰν νόσον . λάτρις πενέστης ἁμὸς ἀρχαίων δόμων πολλοῖσι δούλοις τοὔνομ ' αἰσχρόν ,
' εἶ σύ ; ποῦ σοι συντυχὼν ἀμνημονῶ ; Ὕλλου πενέστης : οὔ με γιγνώσκεις ὁρῶν ; ὦ φίλταθ '
5747687 βατιδα
ἑταίρας δ ' ὄνομα ἡ Φιλύρα : πότερον ἐγὼ τὴν βατίδα τεμάχη κατατεμὼν ἕψω ; τί φής ; ἢ Σικελικῶς
' ὁτιὴ τἀργύριόν ἐστ ' ἰσάργυρον ; πότερον ἐγὼ τὴν βατίδα τεμάχη κατατεμὼν ἕψω τί φής ; ἢ Σικελικῶς ὀπτὴν
5744837 τριχιας
καρχαριῶν , νάρκη , βάτραχος , πέρκη , σαῦρος , τριχίας , φυκίς , βρίγκος , τρίγλη , κόκκυξ ,
δὲ δούλων πρόσωπα κωμικὰ πάππος , ἡγεμὼν θεράπων , κάτω τριχίας , θεράπων οὖλος , θεράπων Μαίσων , θεράπων Τέττιξ
5735919 καθιζανε
[ ] , ἀλλὰ σὺν ? ? τοῖς γέρουσιν [ καθίζανε ] ? [ ] ? . ἦ σοῦ πορευθέντος
εἰ θέρμην ἔχουσα τυγχάνω . Δεῖπνον παρασκεύαζε , σὺ δὲ καθίζανε . Πότε σὺ ἤκουσας αὐτοῦ ; πρωπέρυσιν ἔτος τρίτον
5716931 λεγητε
, καὶ οἱ ἄλλοι δὲ οἱ παρόντες , ἢν ἐμοὶ λέγητε , ὅταν τις ὑμῶν γαμεῖν ἐπιχειρήσῃ , γνώσεσθε ὁποῖός
ὑμῖν τούτου οὕτως ἔχοντος γελοῖον τὸν λόγον γίγνεσθαι , ὅταν λέγητε ὅτι πολλάκις γιγνώσκων τὰ κακὰ ἄνθρωπος ὅτι κακά ἐστιν
5664089 τραγος
καὶ ἀνελθοῦσα ἀπηλλάττετο . ὀρχουμένης δὲ αὐτῆς καὶ παιζούσης ὁ τράγος μεμφόμενος αὐτὴν καὶ ὀνειδίζων ὡς τὰς ὁμο - λογίας
ἄρτων καὶ οἱ μὴ καλῶς ἐσκευασμένοι παχύχυμοι καὶ ὁ καλούμενος τράγος καὶ τὰ διὰ γλεύκους καὶ σεμιδάλεως πέμματα καὶ λάγανα
5639169 ῥεξομεν
οὔ νύ τι κέρδιον ἥμιν ἔλπομαι ἐκτελέεσθαι , ἵνα μὴ ῥέξομεν ὧδε : ἀθετεῖται , ὅτι ἀγνοήσας τις , ὅτι
ἄλκιμος υἱός : πῶς τὰρ ἔοι τάδε ἔργα ; τί ῥέξομεν Εὐρύπυλ ' ἥρως ; ἔρχομαι ὄφρ ' Ἀχιλῆϊ δαΐφρονι
5638631 ἐοισα
δρυός , αἰσχύνοι δέ οἱ θαητὸν εἶδος , καὶ φθινόκαρπος ἐοῖσα διδοῖ ψᾶφον περ ' αὐτᾶς , εἴ ποτε χειμέριον
, πάντα : πολὺ πλέον ἁ δαῒς αὐτῷ βαιὰ λαμπὰς ἐοῖσα , τὸν ἅλιον αὐτὸν ἀναίθει . ἢν τύ γ
5611660 βακκαρι
μύρα . καὶ Σιμωνίδης : κἠλειφόμην μύροισι καὶ θυώμασι καὶ βακκάρι . Ἀριστοφάνης δ ' ἐν Θεσμοφοριαζούσαις : ὦ Ζεῦ
] θύρην ἐπάκτωσα [ ] ! τὸ πῦρ κατακρύψας [ βακκάρι ⌋ ? δὲ τὰς ῥῖνας [ ἤλειφον † ἔστι
5607808 ἐξεχ
καὶ ἄλλαι παιδιαί , ἐν κοτύλῃ , χαλκῆν μυῖαν , ἔξεχ ' ὦ φίλ ' ἥλιε , τρυγοδίφησις , μηλολάνθη
: λέξεις ἄρα ὥσπερ τὰ παιδία [ ] ' : ἔξεχ ' ὦ φίλ ' ἥλιε . ἐξιονθίζειν : ἐκ
5599277 ἁρμ
τοσσάκι δ ' ἱμερόεντα διδαξάμενος χορὸν ἀνδρῶν εὐδόξου Νίκας ἀγλαὸν ἅρμ ' ἐπέβης . Φημὶ Γέλων ' , Ἱέρωνα ,
ὄφρα μάχωμαι . Ὣς ἔφατ ' , Ἀλκιμέδων δὲ βοηθόον ἅρμ ' ἐπορούσας καρπαλίμως μάστιγα καὶ ἡνία λάζετο χερσίν ,
5568821 Εὐρυμαχος
περ πάρος , ὕβριν ἔχοντες . Ἀντίνοος δὲ καθῆστο καὶ Εὐρύμαχος θεοειδής , ἀρχοὶ μνηστήρων , ἀρετῇ δ ' ἔσαν
: Μέρμνης , Ἱππόθοος , Πέλοψ Ὀπούντιος , Ἀκαρνάν , Εὐρύμαχος , Εὐρύλοχος , Αὐτομέδων , Λάσιος , Χάλκων ,
5561510 χἀ
. ψυχρὸν ὕδωρ τουτεὶ καταλείβεται : ὧδε πεφύκει ποία , χἀ στιβὰς ἅδε , καὶ ἀκρίδες ὧδε λαλεῦντι . ἀλλ
οὐ θησῶ ποκα ἀμνόν , ἐπεὶ χαλεπὸς ὁ πατήρ μευ χἀ μάτηρ , τὰ δὲ μῆλα ποθέσπερα πάντ ' ἀριθμεῦντι
5540129 ἁνδανει
ἐσσυμένοισιν : οἶδα γὰρ ὡς λαοῖσι κεκμηκόσιν οὔτ ' ἀγορητὴς ἁνδάνει οὔτ ' ἄρ ' ἀοιδὸς ὃν ἀθάνατοι φιλέουσι Πιερίδες
πιστὰ τιθεῖν ἐθέλων . ἐν γάρ τοι πόλει ὧδε κακοψόγωι ἁνδάνει οὐδέν : † ωσδετοσωσαιεὶ † πολλοὶ ἀνολβότεροι . Νῦν
5538893 ὀρφως
μορίων ταχεῖαν λέγων γίνεσθαι τοῖς ἰχθύσι τὴν αὔξησιν , καὶ ὀρφώς , φησίν , ἐκ μικροῦ γίνεται μέγας ταχέως .
' ἕτερα δὲ τῇ γλώττῃ λέγει . Ὁδὶ μὲν Ἀναγυράσιος ὀρφώς ἐστί σοι . τούτῳ φίλος Μυνίσκος ἔσθ ' ὁ
5537900 Ἀντινοος
δ ' ἄρα πτωχοὺς κακοείμονας ἠγερέθοντο . τοῖσιν δ ' Ἀντίνοος μετέφη , Εὐπείθεος υἱός : “ κέκλυτέ μευ ,
, ὃ θαρσαλέως ἀγόρευε . τὸν δ ' αὖτ ' Ἀντίνοος προσέφη , Εὐπείθεος υἱός : “ Τηλέμαχ ' ,
5534778 ἐκτομιας
, καὶ μὴ ὅτι παμμέλανας ταύρους , μηδὲ ὅτι κριοὺς ἐκτομίας . σὺ δὲ καὶ εἴδωλα κατα - λέγεις ὅσα
πρὸς τὸν Παλαιολόγον ἔλεγεν : Ὀψόμεθα πάντως ὅσα κακὰ ὁ ἐκτομίας οὗτος πρὸς ἡμᾶς ἐνδείξεται . Φθασάντων οὖν πρὸς τὰς
5525523 κοπις
δὲ καὶ τὰς καλουμένας κοπίδας : ἐστὶν δ ' ἡ κοπὶς δεῖπνον , μᾶζα , ἄρτος , κρέας , λάχανον
ὁ Ξενοφῶν πάλιν ἐχρήσατο τ῀ λέξει . . σάγαριν ] κοπὶς ἢ πέλεκυς . . ἔς τε ἀντὶ τοῦ ἕως
5503538 Πλουτοις
Δαιταλεῦσι : καὶ λεῖος ὥσπερ ἔγχελυς . καὶ Κρατῖνος ἐν Πλούτοις : θύννος , ὀρφώς , γλαῦκος , ἔγχελυς ,
ἦν τότε δούλων χρεία τοιάδε ἐκτίθενται : Κρατῖνος μὲν ἐν Πλούτοις : οἷς δὴ βασιλεὺς Κρόνος ἦν τὸ παλαιόν ,
5499020 ποκ
γὰρ σάφα ἴσαμι τοῦθ ' , ὅτι τῶν ἐμῶν μνάμα ποκ ' ἐσσεῖται λόγων τούτων ἔτι . καὶ λαβών τις
ἐσσομένοις : ἀρετήν γε μὲν ἐκ Διὸς αἰτεῦ . Ἔν ποκ ' ἄρα Σπάρτᾳ ξανθότριχι πὰρ Μενελάῳ παρθενικαὶ θάλλοντα κόμαις
5496706 βροτοεντα
σκοπὸν εἵλομεν . . νηὶ δ ' ἐνὶ πρύμνῃ ἔναρα βροτόεντα Δόλωνος θῆκ ' Ὀδυσεύς , ὄφρ ' ἱρὸν ἑτοιμασσαίατ
χάζεο , λεῖπε δὲ νεκρόν , ἔα δ ' ἔναρα βροτόεντα : οὐ γάρ τις πρότερος Τρώων κλειτῶν τ '
5493833 οἰκτειρω
βασιλέα τὸν αὑτοῦ μεγαλωστὶ μέμφομαι : Ἀλέξανδρον δὲ τῆς συμφορᾶς οἰκτείρω , ὅτι δυοῖν κακοῖν ἐν τῷ τότε ἡττημένον ἐπέδειξεν
ἄκρητον ἀφειδῶς ἔσπασας , ὥστε φρενῶν ἐκτὸς ὄλισθες ἑῶν ; οἰκτείρω δ ' οὐ τόσσον , ἐπεὶ θάνες , ἀλλ
5491581 ἐκλελαθον
δὲ χολωσάμεναι πηρὸν θέσαν , αὐτὰρ ἀοιδὴν θεσπεσίην ἀφέλοντο καὶ ἐκλέλαθον κιθαριστύν . περὶ δὲ Ὀρφέως τοῦ τρίτου μαθητοῦ τὰ
δὲ χολωσάμεναι πηρὸν θέσαν , αὐτὰρ ἀοιδὴν θεσπεσίην ἀφέλοντο καὶ ἐκλέλαθον κιθαριστύν : τῶν αὖθ ' ἡγεμόνευε Γερήνιος ἱππότα Νέστωρ
5463492 πρατος
ἄμφω ἀνάβω , ἄμφω συρίσδεν δεδαημένω , ἄμφω ἀείδεν . πρᾶτος δ ' ὦν ποτὶ Δάφνιν ἰδὼν ἀγόρευε Μενάλκας :
' ἄμφω ἑσδόμενοι θέρεος μέσῳ ἄματι τοιάδ ' ἄειδον . πρᾶτος δ ' ἄρξατο Δάφνις , ἐπεὶ καὶ πρᾶτος ἔρισδεν
5459495 ταρ
. παροῦσα προοῦσα : , . . . . τίς τάρ σφωε θεῶν ἔριδι ξυνέηκε μάχεσθαι : ὅτι ὁ Ζηνόδοτος
γραφὰς τοῦ Ζηνοδότου , οὐ παρέλκει καὶ περὶ τοῦ τίς τάρ σφωι διαλαβεῖν : τὴν γὰρ τοιαύτην γραφὴν καὶ Σέλευκος
5451815 εἰσαγῃς
αἱ τοιαῦται λαμπραί . Μεθοδεύσεις δὲ λαμπρῶς , ὅταν προηγουμένως εἰσάγῃς τὰς ἐννοίας , ὅταν ὡς θαρρῶν μετὰ ἀξιώματος ἀλλὰ
τῷ παραλόγῳ . Ὅταν γε μὴν τὰ παρεληλυθότα τοῖς χρόνοις εἰσάγῃς ὡς γινόμενα καὶ παρόντα , οὐ διήγησιν ἔτι τὸν
5449788 γεραιος
τε καὶ Ἱππόθοον καὶ δῖον Ἀγαυόν : ἐννέα τοῖς ὃ γεραιὸς ὁμοκλήσας ἐκέλευε : σπεύσατέ μοι κακὰ τέκνα κατηφόνες :
ἀυπνοσύνη ἀλεγεινή . Ὣς φάτο : τὸν δ ' ὁ γεραιὸς ἀγασσάμενος προσέειπεν : Αὐτὸς ὅπως ἐθέλεις μεταδαίνυσο , πείθεο
5446082 ἐναρα
ἔστω φειδωλή , ἵνα εἴδομεν εἴ κεν Ἀχιλλεὺς νῶϊ κατακτείνας ἔναρα βροτόεντα φέρηται νῆας ἔπι γλαφυράς , ἦ κεν σῷ
συνεπλήρωσε . ἔναρα σκῦλα . ἐναρίζει κυρίως μὲν σκυλεύει : ἔναρα γὰρ τὰ σκῦλα : “ οὐδέ μιν ἐξενάριξεν :
5445043 ποῃς
δύνῃ μόνος φέρειν καὶ μὴ ' πίδηλον τὴν τύχην πολλοῖς ποῇς . ἄνθρωπος ἀτυχῶν σῴζεθ ' ὑπὸ τῆς ἐλπίδος .
τὸ σῶμ ' ἔχειν . Οὐκοῦν κελητίζεις , ὅταν Φαίδραν ποῇς ; Ἀνδρεῖα δ ' ἢν ποῇ τις , ἐν
5441210 καταφαγας
ὁ δ ' ἅρπαξ , ὁ δ ' ἀνάπηρος πορνοβοσκός καταφαγᾶς . Φέρωνος ἆρά πού ' στιν ἡ ξυναυλία ;
. : παμπόνηρον δὲ καὶ τὸ παρὰ Μυρτίλωι τῶι κωμικῶι καταφαγᾶς , κἂν Αἰσχύλος αὐτὸ ἦι προειρηκώς . : εἴποις
5439395 μετεφη
δὲ περιστήσαντο καὶ οὐλοχύτας ἀνέλοντο : τοῖσιν δ ' εὐχόμενος μετέφη κρείων Ἀγαμέμνων : Ζεῦ κύδιστε μέγιστε κελαινεφὲς αἰθέρι ναίων
οὔτε νέων μεταΐζειν οὔτε γερόντων . τοῖσιν δ ' Ἀντίνοος μετέφη , Εὐπείθεος υἱός : “ ὢ πόποι , ὡς
5432870 καταρατος
τε φωσφόρου λύχνου σέλας . τελέως μ ' ὑπῆλθεν ἡ κατάρατος μαστροπός , ἐπομνύουσα τὰν Κόραν , τὰν Ἄρτεμιν ,
γὰρ πηγὴν ἀνεύρηκα τοῦ μεγάλου τολμήματος , καὶ οὗτος ὁ κατάρατος ἄνθρωπος ἐπίσταται γυναῖκα μιαρὰν συμπράξασαν τῷ φόνῳ . ”
5428843 ἀρτυω
γράφονται : οἷον , ἀλύω : μηνύω : ἀρύω : ἀρτύω : κωλύω : σβεννύω : ζωννύω : πρόσκειται βαρύτονα
: ὅταν ἐγγὺς ᾖ δ ' ὅδ ' ὕστερος , ἀρτύω φακῆν , καὶ τὸ περίδειπνον τοῦ βίου λαμπρὸν ποιῶ
5428592 ἀρχαιος
δίχα ἰδίας βλάβης τὰς κατὰ τῶν ἐχθρῶν ἐπελεύσεις ποιεῖσθαι καὶ ἀρχαῖος που διδάσκει λόγος , ὅπερ καὶ οἱ συνετοὶ τῶν
ἕξεται πᾶς ὁ σεμνὸς ἅμα καὶ σαφὴς καὶ σύντομος καὶ ἀρχαῖος λόγος ἐσόμενος . ὅπως δὲ ἕκαστον τούτων κἀν τοῖς
5420771 τεθεασαι
ἀλλοτρίας ἐπινοίας αὐτοῖς αὐλοῖς ὁρμᾷ καὶ γλωττοκομείῳ . εἰ μὴ τεθέασαι τὰς Ἀθήνας , στέλεχος εἶ , εἰ δὲ τεθέασαι
μὴ τεθέασαι τὰς Ἀθήνας , στέλεχος εἶ , εἰ δὲ τεθέασαι μὴ τεθήρευσαι δ ' , ὄνος , εἰ δ
5420086 δηθ
. σκαιότατον ] ἀπαίδευτον , ἀπαιδευτότατον . , ματαιότατον . δῆθ ' ] ἀργόν , ἀληθῶς . ἀπὸ . .
φέρων , εἰ μὴ καθαιρήσει τις , ἀποπαρδήσομαι ; Μὴ δῆθ ' , ἱκετεύω , πλήν γ ' ὅταν μέλλω
5413343 βουληφορε
τὴν κλητικὴν ἀναγινώ - σκομεν , Ε Σαρπῆδον , Λυκίων βουληφόρε προπερισπωμένως , ὡς ἀπὸ τῆς βαρυτονουμένης εὐθείας . Ταῦτα
τῷ μιν ἐεισάμενος προσέφη Διὸς υἱὸς Ἀπόλλων : Αἰνεία Τρώων βουληφόρε ποῦ τοι ἀπειλαὶ ἃς Τρώων βασιλεῦσιν ὑπίσχεο οἰνοποτάζων Πηλεΐδεω
5413079 θυεις
θεὸν σεσυλήκατε ; τί δὲ αὐτοῦ τὴν ποίησιν ἀτιμάζετε ; θύεις πρόβατον , τὸ δ ' αὐτὸ καὶ προσκυνεῖς :
” εἶπεν „ ἀπόκριναί μοι μᾶλλον , τί μαθὼν οὕτω θύεις ; „ εἰπόντος δὲ τοῦ ἱερέως ” καὶ τίς
5412164 ὁπποταν
, παῖ , καὶ τοῦτο πανύστατον ἁδύ τι ῥέξον : ὁππόταν ἐξενθὼν ἀρταμένον ἐν προθύροισι τοῖσι τεοῖσιν ἴδῃς τὸν τλάμονα
οὐχ ἑτάρους πηούς τε μολών , οὐκ οἶδεν ὁμαίμους , ὁππόταν ἀργαλέος τε καὶ ἄσπετος ἀντιβολήσῃ . κεῖνος καὶ προπάροιθεν
5408187 δοκεεις
πολύμητις Ὀδυσσεύς : “ Ἀμφίνομ ' , ἦ μάλα μοι δοκέεις πεπνυμένος εἶναι : τοίου γὰρ καὶ πατρός , ἐπεὶ
λαβεῖν ἐν ἠπείρῳ , οἰκότα ἐλπίζων : νησιώτας δὲ τί δοκέεις εὔχεσθαι ἄλλο ἤ , ἐπείτε τάχιστα ἐπύθοντό σε μέλλοντα
5407963 ἀμυμων
εὔχεται εἶναι . Καὶ τότε δὴ θάρσησε καὶ ηὔδα μάντις ἀμύμων : οὔ ταρ ὅ γ ' εὐχωλῆς ἐπιμέμφεται οὐδ
[ ] : μοῦνος δ ' ὑπεδέξατο ? [ μάντις ἀμύμων . καὶ τὸ ? μὲν [ ] ἐξετέλεσσε [
5404844 χειριστος
ὡς ἴστωσαν οἱ θεοὶ καὶ ἥρωες , οὔτ ' ἐγὼ χείριστος οὐδ ' ἀπιστότατος φανήσομαι τῶν διαβληθέντων . Καὶ μὴν
: ἀσθενεῖ , διὰ τὴν δίψαν . κύντατος : ὁ χείριστος , ὁ αἴσχιστος . παίφασσε : ἐψηλάφα , ἐνθουσιωδῶς
5398232 χηλῳ
δὴ τότε πυρκαϊὴν οἴνῳ σβέσαν : ὀστέα δ ' αὐτοῦ χηλῷ ἐνὶ χρυσέῃ θῆκαν : περὶ δέ σφισι γαῖαν χεῦαν
καὶ ὀστρέοις τοῖς ῥαιβοῖς καὶ λοξοῖς νειρίταις καὶ κοχλιδίοις ἐν χηλῷ καὶ κιβωτῷ κατεδρύφαξε καὶ ἠσφάλισε τὰς διπτύχους γονὰς ἤτοι
5397779 στι
δύνοντα πλοῦς ἐσθ ' ἡμέρας : εἶτ ' ἐχομένη ' στὶ νῆσος ἡ καλουμένη Ἐρύθεια , μεγέθει μὲν βραχεῖα παντελῶς
δὲ τίς σε δέξεται φορούμενον ; Ἐν Πειραιεῖ δήπου ' στὶ Κανθάρου λιμήν . Ἐκεῖνο τήρει , μὴ σφαλεὶς καταρρυῇς
5392161 ἡδομαι
μοι φακούς , μὰ τὸν Δί ' : οὐ γὰρ ἥδομαι . ἢν γὰρ τράγῃ τις , τοῦ στόματος ὄζει
ἐν Ναυπλίῳ νυμφικὸν Ἐλύμνιον . Γ # ἥδομαί γ ' ἥδομαι : κορωνίς . εἰσελθόντων τῶν ὑποκριτῶν ὁ χορὸς μόνος
5387534 προσεννεπεν
ἀντομένην Ἥρην ἕθεν εἰσορόωσα , καί μιν ἔπειτ ' ἀγανοῖσι προσέννεπεν ἥγ ' ἐπέεσσιν : “ Πότνα θεά , οὔ
δὲ θεῶν καὶ νεῖκος ἰδὼν καὶ παῖδα καλέσσας τοῖον ὑφεδρήσσοντα προσέννεπεν Ἑρμάωνα : εἴ τινά που Ξάνθοιο παρ ' Ἰδαίοιο
5383098 αὐλητης
περὶ τὰς θυσίας αὐλητῶν ἦν ὁ Χαῖρις . ὁ Χαῖρις αὐλητὴς ἐπὶ ταῖς θυσίαις . ἦν δὲ καὶ ἕτερος κιθαρῳδός
. περὶ δὲ τοῦ τήνελλα Ἐρατοσθένης φησὶν ὅτι ὅτε ὁ αὐλητὴς ἢ ὁ κιθαριστὴς μὴ παρῆν , ὁ ἔξαρχος αὐτὸ
5376727 νοησω
: ” ὃν δ ' ἂν ἐγὼν ἀπάνευθε νεῶν ἐθέλοντα νοήσω , αὐτοῦ οἱ θάνατον μητίσομαι . “ οὐκοῦν τὴν
καὶ η εἰς ω μέγα , οὕτω καὶ παρὰ τὸ νοήσω , νώσω , καὶ ἐκ τούτου νῶσσα , καὶ
5372220 καθευδεις
ἀθρήσω πρῶτον , ὅτι δρᾷ , τουτονί . οὗτος , καθεύδεις ; μὰ τὸν Ἀπόλλω ' γὼ μὲν οὔ .
σου καὶ λανθάνειν βουλόμενον ἡ μέθη ποτέ . Τί οὐ καθεύδεις ; σύ μ ' ἀποκναίεις περιπατῶν . Εἴσελθε κἂν
5371916 Οἰνηος
' ἀγχίαλον Καλυδῶνά τε πετρήεσσαν : οὐ γὰρ ἔτ ' Οἰνῆος μεγαλήτορος υἱέες ἦσαν , οὐδ ' ἄρ ' ἔτ
Τρώων τὸν Ἕκτορα , ὡς κἀκεῖ οὐ γὰρ ἔτ ' Οἰνῆος μεγαλήτοροςοὐδέ τ ' αὐτὸς ἔην θάνε δὲ ξανθὸς Μελέαγρος
5368903 Στωικον
πᾶσιν τοῖς ἄλλοις ἴσην ἢ καὶ κρείττονα ἔργῳ ὑπολάβητε ; Στωικὸν δὲ δείξατέ μοι , εἴ τινα ἔχητε . ποῦ
τῇ σχολῇ καθήμενος . τί τοῖς ἀλλοτρίοις ἐκαλλωπίζου ; τί Στωικὸν ἔλεγες σεαυτόν ; Τηρεῖτε οὕτως ἑαυτοὺς ἐν οἷς ἐπράσσετε
5368846 Ἑρμεια
τῶν προτεθέντων παρ ' ἡμῶν . Βίβλος αὕτη Κυρανοῦ καὶ Ἑρμεία ἐπικλητὴ “ τὰ τρία ” , ἐξ ἀμφοτέρων βίβλος
οἱ κωμικοί . . καὶ Ὑπερείδης : Ἀπόκριναί μοι , Ἑρμεία , ὥϲπερ κάθῃ . . . . κάθῃ ἀντὶ
5363708 ὀτρυνεις
ἠξίου παρὰ τὸ Ὁμηρικόν : τί με σπεύδοντα καὶ αὐτὸν ὀτρύνεις ; . . μεθεστηκότων ] ἤτοι μεταστάντων τοῦ εἰπεῖν
ὀρθὸν οὖς ἵστησιν , ὡσαύτως δὲ σὺ ἡμᾶς τ ' ὀτρύνεις καὐτὸς ἐν πρώτοις ἕπῃ . Τοιγὰρ τὰ μὲν δόξαντα
5355281 σφωϊ
χρύσειον ἄλεισον σπένδων αἴθοπα οἶνον ἐπ ' αἰθομένοις ἱεροῖσι . σφῶϊ μὲν ἀμφὶ βοὸς ἕπετον κρέα , νῶϊ δ '
ἑνικαὶ ἀντωνυμίαι : δυϊκαὶ δέ εἰσιν αὗται : νῶϊ , σφῶϊ , σφῶε : σημαίνουσι δὲ αὗται ἡ μὲν νῶϊ
5349194 δαι
κοθόρνους εἶχες , ἂν γνῶναί ς ' ἔτι . Τί δαί ; Τὸ πολὺ τάριχος οὐκ εἴρηκά πω . Μὰ
τὸ δὲ αἰτοῦμαι τὸ μεθ ' ἱκεσίας . . τί δαί : Σύνδεσμος ἐρωτηματικός : διὰ τὴν ἔκτασιν δὲ διὰ
5348763 Κυβευταις
: βόλου ὄνομα ὁ Μίδας , οὗ καὶ Εὔβουλος ἐν Κυβευταῖς μέμνηται . Μόχθος οἱ τηλοῦ φίλοι : παροιμία :
Σοφοκλῆς σκιράφια : καὶ τὸν σκιραφευτὴν Ἄμφις εἴρηκεν ἐν τοῖς Κυβευταῖς . τηλία , κημοί , φιμοί , κηθίς κηθίδιον
5340885 φαγουσι
δὲ καὶ οἱ νεώτεροι : Ἱππῶναξ μὲν : Κυπρίων βέκος φαγοῦσι καὶ Ἀμαθουσίων πυρόν : Κύπριοι γὰρ καὶ οἱ Ἀμαθούσιοι
γὰρ οὖν ἐν τῇ γαστρὶ καὶ ὀδύνας σφοδρὰς τοῖς αὐτοὺς φαγοῦσι παρέχουσι , ὁπόταν ἐκ τοῦ τῆς ἐχίδνης ἰώδους ἄσθματος
5340484 ἐνεπω
τοὺς παρῳχημένους παρεδέξαντο αἱ προθέσεις , ὡς ἔχει παρὰ τὸ ἐνέπω τὸ ἤνεπον : ὅμοιον γάρ ἐστι τῷ ἤλαυνον :
τώνεκν [ ! ! ! ! ! ! ! ] ἐνέπω τ ' ἀτρέκιαν [ ] [ χρεισμολόγον ] :
5340373 κυνωπιδος
οὗτος καὶ ὅδε , κεῖνος ἀνήρ , ὅτ ' ἐμεῖο κυνώπιδος : οὗτος ὁ Κροῖσος , Ἡρόδοτος : τούσδε δ
κυμάτων ῥοῦνχος , βαλλάντιον : κυνωτὸς , βώλου ὄνος : κυνώπιδος , ἀναιδοῦς : κύνειρον ἁπαλόν : κυνοθρασὺς , ἀναιδής
5335638 ἁδυ
τραύματα ἁλίκα ποιεῖς ; Εὐνίκα μ ' ἐγέλαξε θέλοντά μιν ἁδὺ φιλᾶσαι καί μ ' ἐπικερτομέοισα τάδ ' ἔννεπεν :
καὶ πολεμικὸς ποιητὴς Ἀλκαῖος ἔφη : κὰδ δὲ χευάτω μύρον ἁδὺ καττῶ στήθεος ἄμμι . καὶ ὁ σοφὸς δὲ Ἀνακρέων
5334703 ἀλκτηρα
τῷ καί κέ τις εὔχεται ἀνήρ γνωτὸν ἐνὶ μεγάροισιν ἀρῆς ἀλκτῆρα λιπέσθαι : ἡ διπλῇ ὅτι ἀντιπέφρακε τὸν γνωτὸν τῷ
ὕφαινε μετὰ φρεσίν , ὅς ῥα θεοῖσιν ἀνδράσιν ἀλφηστῇσιν ἀρῆς ἀλκτῆρα φυτεύσαι , ὦρτο δ ' ἀπ ' Οὐλύμποιο δόλον
5330651 Φερεκρατης
ὧν καὶ ὠνόμαστο . ἀποπροσωπίζεσθαι δὲ τὸ καθαίρειν τὸ πρόσωπον Φερεκράτης εἶπεν : οὐδ ' ἀποπροσωπίζεσθε κυάμοις . τοῦ δὲ
δ ' ἂν εἴη τῶν τὸν οἶνον πιπρασκόντων . καὶ Φερεκράτης μὲν εἴρηκε μηδὲν κοτυλίζειν , ἀλλὰ καταπάττειν χύδην ,
5329561 βεκος
χρῶνται δὲ καὶ οἱ νεώτεροι : Ἱππῶναξ μὲν : Κυπρίων βέκος φαγοῦσι καὶ Ἀμαθουσίων πυρόν : Κύπριοι γὰρ καὶ οἱ
. οἱ δὲ δύο ἐτῶν διελθόντων πρώτην φωνὴν ἀφῆκαν τὸ βέκος : οὕτω δὲ λέγεται παρὰ τοῖς Φρυξὶν ὁ ἄρτος
5329267 τυροκνηστιν
ζωμήρυσιν φέροις : ὀβελίσκους δώδεκα : κρεάγραν : θυΐαν : τυρόκνηστιν παιδικήν : στελεόν : σκαφίδας τρεῖς : δορίδα :
γὰρ ἐσκαλῶ . Λάβητι μάρτυρας παρεῖναι τρύβλιον , δοίδυκα , τυρόκνηστιν , ἐσχάραν , χύτραν , καὶ τἄλλα τὰ σκεύη
5325537 μαρτυρησει
. καὶ μάλιστα ἐὰν κακοποιὸς ἐπιφέρῃ τὴν ἀκτῖνα καὶ εἰ μαρτυρήσει δὲ ἢ ἐναντιωθῇ τῷ ζῳδίῳ , ἔσται ὁ θάνατος
εἰ γὰρ παθών γέ σου τάδ ' ἡσσηθήσομαι , οὐ μαρτυρήσει μ ' Ἴσθμιος Σίνις ποτὲ κτανεῖν ἑαυτὸν ἀλλὰ κομπάζειν
5319416 μειλιχιοισι
τὸν δ ' ἀπαμειβόμενος ] ? ? [ ] προσεφώνεε μειλιχίοισι : [ ] [ Θησεῦ Ἀθηναίων ] ? ?
ἄρα οἱ φρονέοντι δοάσσατο κέρδιον εἶναι , λίσσεσθαι ἐπέεσσιν ἀποσταδὰ μειλιχίοισι , μή οἱ γοῦνα λαβόντι χολώσαιτο φρένα κούρη .
5318984 Τυδεος
ἐνέπω , ἀντίος ἐναντίος , οὐ σύ γ ' ἔπειτα Τυδέος ἔκγονός ἐσσι , ὅπου γε καὶ παραπληρωματικοὺς συνδέσμους φαμέν
, μάλα πώς με καθίκεο θυμὸν ἐνιπῇ : . . Τυδέος , ὃν Θήβῃσι χυτὴ κατὰ γαῖα κάλυψεν : ὅτι
5315187 ψηττα
' ὑπόνοιαν . δέον εἰπεῖν μάχεσθαι , ἐκπιεῖν εἶπε . ψῆττα : Ὄρνεόν ἐστι τετμημένον κατὰ τὸ μέσον , ὡς
οἷον οἱ χυτοὶ οἱ τῷ δικτύῳ περιεχόμενοι , χρόμις , ψῆττα , θύννος , πηλαμύς , κεστρεύς , χαλκίδες καὶ
5311257 καταγνωσεσθε
. . ὑμῖν δι ' ἐμέ τε ζῶντας : Λείπει καταγνώσεσθε ἑαυτῶν : καὶ ἐάσατε παρ ' ὑμῖν . ὅμοιον
] πανοῦργος . ἄλφιτα ] τροφή . Γ εἰ μὴ καταγνώσεσθε : εἰ μὴ κατακρινεῖτε καὶ καταδικάσετε . ΓΘ καταγνώσεσθε
5309917 υἱεε
πυρὸς ζείουσαν ἀυτμήν . Ἐν δ ' ἔσαν Ἀντιόπης Ἀσωπίδος υἱέε δοιώ , Ἀμφίων καὶ Ζῆθος , ἀπύργωτος δ '
; Ἐπειδὴ τοίνυν Κλεινίας μὲν μαίνεται , τὼ δὲ Περικλέους υἱέε ἠλιθίω ἐγενέσθην , σοὶ τίνα αἰτίαν ἀναθῶμεν , διότι
5308828 προπολος
με κόρᾳ Λατοῦς ἀνέθηκεν Ἀρίστα Ἑρμοκλειδαία τῶ Σαϋναϊάδα , σὰ πρόπολος , δέσποινα γυναικῶν : ᾇ σὺ χαρεῖσα πρόφρων ἁμετέραν
μυστηπόλος . πρόσκειται μὴ μετὰ προθέσεως συντιθέμενα διὰ τὸ ἀμφίπολος πρόπολος . . . . , . αἰπόλιον : τὰ
5305546 τἀπι
. Ἄνθρωπος ὢν μέμνησο τῆς κοινῆς τύχης . θνητὸς πεφυκὼς τἀπί σοι πειρῶ βλέπειν . Ἀνδρὸς γέροντος οἱ γνάθοι βακτηρία
. Ἄνθρωπος ὢν μέμνησο τῆς κοινῆς τύχης . θνητὸς πεφυκὼς τἀπί σοι πειρῶ βλέπειν . Ἀνδρὸς γέροντος οἱ γνάθοι βακτηρία
5303817 ειμι
: αὐτὰρ ο [ ! ] ! [ [ ] ειμι ? ! κορ ! ! [ . . .
] ϲχολὴν μὲν ἐχ ? ? [ ] αιϲ ? ειμι ? ? ταύτην [ ! ! ! ! ]
5302916 εἰρηχ
ἁπάσας αὖθις αὖ . Καὶ νὴ Δί ' οὐδέπω γε εἴρηχ ' ὅσα ξύνοιδ ' : ἐπεὶ βούλεσθε πλείον '
τις ὀρφῶς , μεμβράδας δὲ μὴ ' θέλῃ , εὐθέως εἴρηχ ' ὁ πωλῶν πλησίον τὰς μεμβράδας : “ οὗτος
5302542 ἐπριω
ἐμπεριπατήσειεν ; Ἐπεὶ δὲ ἐν τοῖς ἄλλοις καὶ τὸν Ὅμηρον ἐπρίω πολλάκις , ἀναγνώτω σοί τις αὐτοῦ λαβὼν τὴν δευτέραν
σύνοιδ ' αὐτῷ κακά . Τί δαί ; κυνίδιον λεπτὸν ἐπρίω τῇ θεᾷ εἰς τὰς τριόδους ; Ἆισον δή μοι
5299002 δωσετε
αὐτοῖς τὰ ἔπεα τάδε ἃ καλέεται Κάμινος : εἰ μὲν δώσετε μισθὸν ἀείσω ὦ κεραμῆες : δεῦρ ' ἄγ '
εὖ καὶ κακῶς ποιεῖν . ἢν οὖν σωφρονῆτε , τούτῳ δώσετε ὅ τι ἄγετε : καὶ ἄμεινον ὑμῖν διακείσεται ἢ
5297393 Ἱππωνακτος
” στύφοντα , πικραίνοντα πικρίᾳ λόγων : “ ἀλλά τις Ἱππώνακτος ἐλθὼν ἐς τάφον ” τὸν ἄνδρα κνώσσειν εὐμενῶς εὔχου
: οὐκ ἤκουσας ; Οὐκ ἔγωγ ' , ἐπεὶ ἴαμβον Ἱππώνακτος ἀνεμιμνῃσκόμην . Οὐδὲν ποεῖς γάρ : ἀλλὰ τὰς λαγόνας
5296222 κιθαριστυν
χολωσάμεναι πηρὸν θέσαν , αὐτὰρ ἀοιδὴν θεσπεσίην ἀφέλοντο καὶ ἐκλέλαθον κιθαριστύν . περὶ δὲ Ὀρφέως τοῦ τρίτου μαθητοῦ τὰ κατὰ
τοιαῦτα ] . . . : πόθεν τὸ „ ἐκλέλαθον κιθαριστύν „ ; ἐκ τοῦ λήθω τὸ λανθάνω : καὶ
5295095 Ἀτρεϊδη
ἠελίοιο εἰ μὴ Ἀχιλλεὺς αἶψ ' Ἀγαμέμνονι εἶπε παραστάς : Ἀτρεΐδη , σοὶ γάρ τε μάλιστά γε λαὸς Ἀχαιῶν πείσονται
δ ' ἄρ ' ὑπόδρα ἰδὼν προσέφη πολύμητις Ὀδυσσεύς : Ἀτρεΐδη ποῖόν σε ἔπος φύγεν ἕρκος ὀδόντων ; πῶς δὴ
5293053 χὠ
' ὅδε μὲν δώσει δίκην : προσέρχεται γὰρ ὁ πρύτανις χὠ τοξότης . Τουτὶ πονηρόν . Ἀλλ ' ὑπαποκινητέον .
: κοὐκ ἔστ ' ἄελπτον οὐδέν , ἀλλ ' ἁλίσκεται χὠ δεινὸς ὅρκος χαἰ περισκελεῖς φρένες . Κἀγὼ γάρ ,
5289320 λεμβος
ποτε ὁ Ὀρφεὺς λέγεται . λείβηθρον : ὀχετὸς ὑδραγωγός . λέμβος καὶ ἐφόλκιον : σκάφος ἢ πλοῖον . λέμφοι :
κυμινοκίμβιξ κύνειρα κυνέπασαν κυνοφθαλμίζεται κυρτονεφέλη κυσολέσχης λακατάρατοι λακιδαίμονος λάληθρον λελημάτωμαι λέμβος λευκηπατίας λιμοκίμβιξ , λιμός λιμοκόλακες λισπόπυγοι μεγαρίζοντες μεθυσοχάρυβδις μεσοπέρδην
5287512 ὠνδρες
[ ] δ ' ὄκως ἂν μὴ μακρηγορέων ὐμέας , ὦνδρες δικασταί , τῆι παροιμίηι τρύχω , πέπονθα ? πρὸς
ἐγχανὼν : ἀντὶ τοῦ ” καταγελάσας “ . ἐμοὶ μὲν ὦνδρες : τοὺς τρεῖς τοὺς ἑξῆς ὁ πρεσβύτης πρὸς τοὺς
5287444 τηνας
αἱ δὲ κύνες κλαγγεῦντι : τί τὸ πλέον , ἁνίκα τήνας ὀστίον οὐδὲ τέφρα λείπεται οἰχομένας ; Νήπιον υἱὸν ἔλειπες
παρὰ τὶν γενομέναν ὁμολογίαν . ὀρθῶς δέ κα ποιοῖς ἀμμιμνᾳσκόμενος τήνας τᾶς σπουδᾶς , ἡνίκα πάντας ἄμμε παρεκάλεις ποττὰν Πλάτωνος
5286357 κατελεξας
μέν , ὦ Μνήσιππε , γενναῖα τῶν ἀνδρῶν ἐκείνων ἃ κατέλεξας . τὸ γὰρ δύο ὄντας οὕτω μέγα τόλμημα τολμῆσαι
. νῦν δ ' , ἐπεὶ ἤδη σήματ ' ἀριφραδέα κατέλεξας εὐνῆς ἡμετέρης , τὴν οὐ βροτὸς ἄλλος ὀπώπει ,
5284939 ἐμοισιν
' ἔπεμψαν . ἀλλ ' ἄγε νῦν ἐπίμεινον ἐνὶ μεγάροισιν ἐμοῖσιν , ὄφρα κεν ἑνδεκάτη τε δυωδεκάτη τε γένηται :
στὶν ἣ πλείστους Ἀχαιῶν ὤλεσεν γυνὴ μία ; ἐν δόμοις ἐμοῖσιν , εἰ δὴ τούσδ ' ἐμοὺς καλεῖν χρεών .
5283871 μελοι
εὐρυπρώκτων σὺν γένει : ἡμῖν δὲ Μουσῶν καὶ βίου σαόφρονος μέλοι φρέαρ τε , τοῦτο γινώσκους ' , ὅτι ἥδ
ἄτερ χρυσῆς Ἀφροδίτης ; τεθναίην , ὅτε μοι μηκέτι ταῦτα μέλοι , κρυπταδίη φιλότης καὶ μείλιχα δῶρα καὶ εὐνή ,
5283206 κακοδαιμον
[ . ] οὐχ ? ? ? ὁρᾶιϲ με , κακόδαιμον , πάλαι ; ἀπροϲδόκητον [ ] . οὐχ ὑγιαίνει
, ὃν χρῆν φράζειν ἀνθρωπείως ; Ἀλλ ' , ὦ κακόδαιμον , ἀνάγκη μεγάλων γνωμῶν καὶ διανοιῶν ἴσα καὶ τὰ
5283040 Κλυμενοιο
; ἀλλ ' ἔξεστι πλάττειν τοῖς ποιηταῖς ἃ βούλονται . Κλυμένοιο : παράδειγμα τοῦ δεῖν τῇ πείρᾳ τὸ ἀληθὲς ἐξετάζειν
ἐνοχλουμένοις , ἰατρικόν , ἀλλ ' οὐ μαντικόν . Ἐργῖνε Κλυμένοιο πάϊ Πρεσβωνιάδαο , ὄψ ' ἦλθες γενεὴν διζήμενος :
5282174 τεμαχος
ὥς τινα πραγματείαν βιωφελῆ καταβαλλόμενος . ὀρφώς . Κρατῖνος : τέμαχος ὀρφὼ χλιαρόν . καλεῖται δὲ καὶ ὀρφός . Πλάτων
ἀφίκῃ κλεινοῦ Βυζαντίου εἰς πόλιν ἁγνήν , ὡραίου φάγε μοι τέμαχος πάλιν : ἔστι γὰρ ἐσθλὸν καὶ μαλακόν . .
5281512 θεοισιν
προσέφη ἑκάεργος Ἀπόλλων : φράζεο Τυδεΐδη καὶ χάζεο , μηδὲ θεοῖσιν ἶς ' ἔθελε φρονέειν , ἐπεὶ οὔ ποτε φῦλον
ἐν τραγωιδίαις ἐχρῆν κἀλεκτρυόνα ποῆσαι ; σὺ δ ' ὦ θεοῖσιν ἐχθρέ , ποῖ ' ἄττ ' ἐστὶν ἅττ '

Back