καὶ Τιμοκλῆς ἐν Ὀρεσταυτοκλείδῃ . ἐκαλεῖτο δέ τις ἐν τοῖς νυμφικοῖς δωματίοις καὶ κλίνη παράβυστος , ἧς μέμνηται Ὑπερείδης ἐν | ||
μνήματ ' ἀνδρείας ὕπο κεῖται [ ] παρ ' οἴκοις νυμφικοῖς ἠσκημένα , οὐκ εἰς φυγὴν κλίνοντος , οὐ δειλουμένου |
. ὤιμωξε δ ' εὐθὺς καὶ περιπτύξας χέρας κυνεῖ προσαυδῶν τοιάδ ' . Ὦ δύστηνε παῖ , τίς ς ' | ||
νῦν δύ ' οὖσαι μίμνομεν μιᾶς ὑπὸ χλαίνης ὑπαγκάλισμα : τοιάδ ' Ἡρακλῆς , ὁ πιστὸς ἡμῖν κἀγαθὸς καλούμενος , |
προφέρει , παρὰ τυραννίδι , χὠπόταν ὁ λάβˈρος στρατός , χὤταν πόλιν οἱ σοφοὶ τηρέωντι . χρὴ δὲ πρὸς θεὸν | ||
σφηκιὰν ἐκθύψομεν . σιγᾶτέ νυν : δόλον γὰρ ἐξεπίστασαι : χὤταν κελεύω , τοῖσιν ἀρχιτέκτοσιν πείθεσθ ' . ἐγὼ γὰρ |
' ἕδη μολόντες αἰτίζωσι κοιράνου γύας , ἐσθλῆς ἀρούρης πῖαρ ἔγκληρον χθονός . τοὺς δ ' εἰς ἐρεμνὸν ζῶντας ὠμησταὶ | ||
, οὕτως ὢν ἀμίαντος : παρθένον : καθαρὰν ἁγνήν : ἔγκληρον εὐνήν : πρὸς τοῖς οἴκοις λαβὼν καὶ τὴν εὔπορόν |
κακῶν . ἀλλ ' ἀθλίως πράσσουσιν εὐτυχὴς μολὼν μετάδος φίλοισι σοῖσι σῆς εὐπραξίας , καὶ μὴ μόνος τὸ χρηστὸν ἀπολαβὼν | ||
σοῖσι μηλονόμας ἐν νομοῖς γενέσθαι , δοχμιᾶν διὰ κλειτύων βοσκήμασι σοῖσι συρίζων ποιμνίτας ὑμεναίους . σὺν δ ' ἐποιμαίνοντο χαρᾶι |
– – – – κρυερὸν γὰρ οὐκ ἄλυξεν μόρον , ὠκεῖα δέ νιν φλὸξ κατεδαίσατο δαλοῦ περθομένου ματρὸς ὑπ ' | ||
δράματι ἔδειξε Πλευρωνίαις : κρυερὸν γὰρ οὐκ ἤλυξεν μόρον , ὠκεῖα δέ νιν φλὸξ κατεδαίσατο , δαλοῦ περθομένου ματρὸς ὑπ |
φάρμακον . ἀλλὰ μὴν ἀμφοτέρῳ γε τῷ γένει τῶν ἀνθρώπων ἐπίκουρος γεγένηται , γυναιξὶ μὲν ταλασίαν παραδοῦσα , ἀνδράσι δὲ | ||
, ὦ Ζεῦ Ζεῦ , πατρί θ ' αἱμάτων αἰσχίστων ἐπίκουρος , Ἄργει κέλσας πόδ ' ἀλάταν . θὲς τόδε |
] ! ησα ? [ [ ] ων [ ] ἀπαλλαχθείς ? [ [ ] ρε : κως ? [ | ||
] ! ησα ? [ [ ] ων [ ] ἀπαλλαχθείς ? [ [ ] ρε : κως ? [ |
; Οὐκ ἂν ποήσαιμ ' , ἀλλ ' ὁ πόλεμος ἑρπέτω . Μὰ Δί ' οὐδ ' ἔγωγ ' ἄν | ||
' ἡμῖν ἀξίας . Οὐ δεόμεθα σπονδῶν : ὁ πόλεμος ἑρπέτω . Ἐκεκράγεσάν τε τοὺς πρυτάνεις ἀφιέναι : εἶθ ' |
, οὐχ ὡς λιποῦς ' ἂν πολεμίας ἐπὶ χθονὸς [ ἐχθροῖσι παῖδας τοὺς ἐμοὺς καθυβρίσαι ] , ἀλλ ' ὡς | ||
ἔμπαν πολεμίῳ πυρὶ πλαγεῖσαν . εἰ δέ τις ἀρκέων φίλοις ἐχθροῖσι τραχὺς ὑπαντιάζει , μόχθος ἡσυχίαν φέρει καιρῷ καταβαίνων . |
' εὐδαιμονεῖν . σπάνιον δὲ θήρευμ ' ἀνδρὶ τοιαύτην λαβεῖν δάμαρτα : φλαύραν δ ' οὐ σπάνις γυναῖκ ' ἔχειν | ||
θαυμάσαντ ] ' ἀνιστορεῖ [ [ καὶ ] ? ? δάμαρτα καὶ τέκνα [ ] ος ? , ἀλλὰ τἀγάθ |
ἥκει τήν τε πατρίδα ὀψόμενος τὴν μικρὰν καὶ τῷ πατρὶ συνεσόμενος καὶ σοὶ φανησόμενος . δέξαι δὴ τὸν νέον εὐμενῶς | ||
' ἡμῖν εὐπατριδῶν , καὶ ὅμως τἀκεῖ πάντα ἀφεὶς ἥκει συνεσόμενος ὑμῖν καὶ τὰ κάλλιστα ὀψόμενος τῆς Ἑλλάδος , κἀγὼ |
θύγατερ , ἡμεῖς δ ' ἐν φάει δουλεύσομεν . ἄνυμφος ἀνυμέναιος ὧν μ ' ἐχρῆν τυχεῖν . ἡμεῖς δὲ πεντήκοντά | ||
ὁ δ ' ἐπίκουρος ἰσοτέλεστος , Ἄϊδος ὅτε Μοῖρ ' ἀνυμέναιος ἄλυρος ἄχορος ἀναπέφηνε , θάνατος ἐς τελευτάν . Μὴ |
ἔτ ' ἢ τὸ πρότερον ἀναπέφηνεν . Οἷα κατεστωμύλατο οὐκ ἄκαιρα , φρένας ἔχουσα καὶ πολύπλοκον νόημ ' , οὐδ | ||
εὑρίσκεται τοιαύτη καὶ ἀργότερος ὁ βίος καὶ λουτρὰ πλείονα καὶ ἄκαιρα καὶ μετὰ τροφήν . ἐκ τούτων καὶ τῶν ἄλλων |
μέμηλε δίκη . Οὐδείς , Κύρν ' , ἄτης καὶ κέρδεος αἴτιος αὐτός , ἀλλὰ θεοὶ τούτων δώτορες ἀμφοτέρων : | ||
δειλία , ὅκκα δὲ ἁδονᾶς , ἀκολασία , ὅκκα δὲ κέρδεος , ἀδικία . ἁ δὲ κατ ' ὀρθὸν λόγον |
Πρωταγόρᾳ συγγενόμενος , ᾗ ἂν αὐτῷ ἡμέρᾳ συγγένηται , βελτίων ἄπεισι γενόμενος καὶ τῶν ἄλλων ἡμερῶν ἑκάστης οὕτως ἐπιδώσει εἰς | ||
ἐκκλησίας ἀζήμιος : συνεργὸν δὲ τὸν δῆμον τῶν ἐσκεμμένων δεξάμενος ἄπεισι μετὰ τῶν νόμων ἂν ἁρπάσῃ τὰ πράγματα : οὕτω |
μέγας Εὔρυτος , αὐτὰρ ὁ παιδὶ κάλλιπ ' ἀποθνῄσκων ἐν δώμασιν ὑψηλοῖσι . τῷ δ ' Ὀδυσεὺς ξίφος ὀξὺ καὶ | ||
μῆτις ἔην : ἔτι μοι μίτρη μένει ὡς ἐνὶ πατρός δώμασιν ἄχραντος καὶ ἀκήρατος . ἀλλ ' ἐλέαιρε πότνα τεόν |
μηδ ' ἀφέντ ' ἐᾶν , εἰ ζῶντ ' ἐκεῖνον εἰσιδεῖν θέλοι ποτέ : ἐλᾷ γὰρ αὐτὸν τῇδε θἠμέρᾳ μόνῃ | ||
Εὐριπίδῃ τὸ αὐτό : ὅστις ποτ ' εἶ σὺ δυστόπαστος εἰσιδεῖν Ζεύς , εἴτ ' ἀνάγκη φύσεος εἴτε νοῦς βροτῶν |
τὴν τρυφὴν καὶ τὰς τέχνας . Νῦν γὰρ ἐθάδες ὄντες εἱμάτων καὶ στρωμάτων , καὶ τρυφῶν , εἰ σκληροτροφήσομεν , | ||
δι ' ἀργύρου ὠνουμένην . παγκαίνιστον ] διόλου νεάζουσαν . εἱμάτων ] ἱματίων . βαφάς ] λέγω . οἶκος ] |
μέλανες . Πότνια ] * Ἡ πότνια δὲ καὶ σεβασμία Κυπρογένεια Ἀφροδίτη φέρε πρῶτον τοῖς ἀνθρώποις Ὀλυμπόθεν καὶ ἐξ οὐρανοῦ | ||
οὔτι λίην : φώρεσσι δ ' ἐναίσιμα γίνεται ἐσθλὰ τείρεα Κυπρογένεια καὶ αἰγλήεις Διὸς ἀστὴρ ἠδὲ καὶ ὠκυδρόμοιο φερεπτέρου Ἑρμάωνος |
ὅρκων πίστιν προῆλθον . Ὁ μὲν δὴ Δάφνις τὸν Πᾶνα ὤμοσεν ἐλθὼν ἐπὶ τὴν πίτυν μὴ ζήσεσθαι μόνος ἄνευ Χλόης | ||
, ἔτι δ ' οὐχὶ τοὺς ἄνδρας ἀπαθανατίσας ὁ ποιητὴς ὤμοσεν , ἵνα τῆς ἐκείνων ἀρετῆς τοῖς ἀκούουσιν ἐντέκῃ λόγον |
Ἀβδηριτῶν καταλειφθήσεσθαι . Ἐκλαθόμενος γὰρ ἁπάντων καὶ ἑωυτοῦ πρότερον , ἐγρηγορὼς καὶ νύκτα καὶ ἡμέρην , γελῶν ἕκαστα μικρὰ καὶ | ||
καθ ' ὕπνον δὲ οἷόν πού τις ἢ καὶ ὕπαρ ἐγρηγορὼς ὠνείρωξεν μαντευόμενος αὐτότὸ δ ' οὖν δόγμα περὶ αὐτοῦ |
τε φωσφόρου λύχνου σέλας . τελέως μ ' ὑπῆλθεν ἡ κατάρατος μαστροπός , ἐπομνύουσα τὰν Κόραν , τὰν Ἄρτεμιν , | ||
γὰρ πηγὴν ἀνεύρηκα τοῦ μεγάλου τολμήματος , καὶ οὗτος ὁ κατάρατος ἄνθρωπος ἐπίσταται γυναῖκα μιαρὰν συμπράξασαν τῷ φόνῳ . ” |
, δημιουργὸς ὢν κακῶν μέγιστος ἴστω καὶ βροτοῖσι δυσμενής . ἐχθροῖσιν εἴη πολεμίαν δάμαρτ ' ἔχειν . μοχθοῦμεν ἄλλως θῆλυ | ||
εἴποις ἄλλο πλὴν αὑτῷ πόνους φῦσαι , πολὺν δὲ τοῖσιν ἐχθροῖσιν γέλων ; Μή νύν ποτ ' , ὦ παῖ |
Πελοπόννασον γᾶν ἴῃ ἐπὶ κακῷ , ἀλεξέμεναι ἁμόθι βωλευσαμένως , ὅπᾳ κα δικαιότατα δοκῇ τοῖς Πελοποννασίοις . ὅσσοι δ ' | ||
δὲ τὰ λεγόμενα οὐκ ἔχω σαφῶς εἰπεῖν . τὸ δὲ ὅπᾳ ἀντὶ τοῦ : ὁπόθεν καὶ ἐκ τίνος εἴη [ |
ἥλιος λάμπων φλογὶ αἰγυπτιώσει Κίλιξ δὲ χώρα καὶ Σύρων ἐπιστροφαί ἄτρυτος ἐν πόνοις ὃς τόνδ ' ἔχεις τὸν σηκόν , | ||
σφαλλόμενον συνεχύθη καὶ συνεταράχθη . Ἀλλ ' ἡ Διὸς πραγματεία ἄτρυτος οὖσα καὶ διηνεκὴς καὶ ἀκοίμητος , καὶ μηδέποτε ἀπαγορεύουσα |
ἔτι νεοττῶν πρόπειραν τῆς ἑαυτῶν πτήσεως λαμβανόντων εἷς ὁ μάλιστα νεαρὸς ἀκρατὴς ὢν ἔτι τῶν ταρσῶν κατώλισθε , καὶ τοῖς | ||
, γλαυκᾶς παιδοτρόφου φύλλον ἐλαίας : τὸ μέν τις οὐ νεαρὸς οὔτε γήρᾳ σημαίνων ἁλιώσει χερὶ πέρσας : ὁ γὰρ |
[ δράκων πάροικος ? [ [ γοργωπὰ ] ? ? λεύσσων [ πήληκα σείων , οὗ φοβ ? [ ποιμένες | ||
. ἀλλ ' ὦ δι ' ἁγνῶν [ ] ἐμπύρων λεύσσων τύχας Δαναοῖσιν ? , [ εἰπὲ ] τῇδε συμφορὰν |
' ἀναπτυχαί : πῶς ποτε ἐκφύγω τὰς παρούσας τύχας : ἀρωγός : φανείη δηλονότι : τοῦτο γὰρ ἀπὸ κοινοῦ : | ||
ἐν συνθέσει ἀποφήλιος , καὶ τροπῇ ἀποφώλιος , ὡς ἀρήγω ἀρωγός καὶ ῥήσσω ῥωγμός . : ῥωχμὸς ἔην γαίης , |
δ ' ἀλλέξαντες ἄδην ἐπέχευαν ἄλειφα ἡδὺ καὶ ἐς κοίλην χηλὸν θέσαν : ἀμφὶ δ ' ἄρ ' αὐτοῖς πίονα | ||
. Τοῦ δὲ καὶ ὀστέα πάντα περιστενάχοντες ἑταῖροι ἄλλεγον ἐς χηλὸν πολυχανδέα τε βριαρήν τε , ἀργυρέην , χρυσῷ δὲ |
Σπάρτης ἔνοικοι δόλια βουλευτήρια . οἰκείως δὲ ἀπέδωκεν τὸ μὲν ἀκοίτης πρὸς τὸ νύμφης , τὸ δὲ ἄναξ πρὸς τὸ | ||
πλέκω κορύμβους . οὔ σοι λέγω περὶ τούτου . οὑμὸς ἀκοίτης ἐνταῦθα . ἀνδρεράστρια γυνή γνάθους θηλείας ἐκβολὴ λόγου ἐπιτριπτότατος |
οἷον παιών παιῶνος , πλειών πλειῶνος , αἰών αἰῶνος , λυμεών λυμεῶνος , ἀπατεών ἀπατεῶνος , Καρνειών Καρνειῶνος , Ἐλεών | ||
* ὁ λυμεὼν ὁ Ὀδυσσεύς , τῶν Τρώων δὲ ὁ λυμεών . * ἑκουσίαν σμώδιγγα : διὰ τοῦτο ἔμεινεν ἀστένακτος |
φιλότητος . Ἀλλ ' ὅτε δὴ καὶ τοῖσιν ἐπήλυθεν ὕπνος ἀπήμων , δὴ τότ ' Ἀχιλλῆος κρατερὸν κῆρ ἰσοθέοιο ἔστη | ||
ἀρχηγέται ὀπτῆρας εἷεν ἀγγέλων πεπυσμένοι . ἀλλ ' εἴτ ' ἀπήμων εἴτε καὶ τεθηγμένος ὠμῇ ξὺν ὀργῇ τῶνδ ' ἐπόρνυται |
, ὅταν ἴσαι γένωνται , νικᾶι ὁ κατηγορούμενος . κἂν ἰσόψηφος κριθῆι ] κἂν ἴσαι δὲ γένωνται αἱ ψῆφοι , | ||
ἐπεὶ διεφύλαξεν αὐτὴν ἁγνὴν παρθένον ὁ Λυγκεὺς , οὐκ ἐφαίνετο ἰσόψηφος ταῖς ἀδελφαῖς , ἀλλὰ μονόψηφος ἐγένετο , ψῆφον ἤνεγκε |
ἀρτιφύτοισιν : νεωστὶ αὐξανομένοις , ἄρτι φυομένοις , τοῖς ἀρτίως φύτοισιν . ἀΐσσουσιν : ὁρμῶσιν , ἀνορμῶσιν . Ἀναΐσσουσιν : | ||
ἀρτιφύτοισιν : νεωστὶ αὐξανομένοις , ἄρτι φυομένοις , τοῖς ἀρτίως φύτοισιν . ἀΐσσουσιν : ὁρμῶσιν , ἀνορμῶσιν . Ἀναΐσσουσιν : |
ἦν ἐνταῦθα τὸ ὀΐω . ἦν γὰρ “ ἀλλ ' ἔμπας ὀΐω . ” διὸ καὶ ἐξεβλήθη παρ ' ἐμοῦ | ||
οὗ ' κράτησα τῶν Ἀχιλλείων ὅπλων : ἀλλ ' αὐτὸν ἔμπας ὄντ ' ἐγὼ τοιόνδ ' ἐμοὶ οὐκ ἀντατιμάσαιμ ' |
κακῶς ἐπὶ τρισὶν ἀνδράσι τὰ πάντα θέμενον . . . βλάσφημος . ξυμβάσεις ποιεῖν , ἐφ ' οἷς ἂν Γάβιοι | ||
χρῶ τῷ ξύλῳ : μηδὲ ἀνῆτε : διδότω τὴν ἀξίαν βλάσφημος ὤν . τί τοῦτο ; κεκμήκατε , ὦ Ἐπίκουρε |
τῇ τοῦ ἡλίου κλίσει , ὅθεν καὶ ὠνόμασται . ἐν εὐρίποις μάλιστα καὶ περὶ πόλεις φύεται . συλλέγεται δ ' | ||
γὰρ τροπὴ καθάπερ παλιμπνοή τίς ἐστι πνεύματος ὥσπερ ἐν τοῖς εὐρίποις τῶν ὑγρῶν : ὅταν γὰρ ἀθροισθῇ καὶ πλῆθος λάβῃ |
ἥβης ἀγλαὸν ἄνθος ἔχῃ : ἀνδράσι μὲν θηητὸς ἰδεῖν , ἐρατὸς δὲ γυναιξὶν ζωὸς ἐών , καλὸς δ ' ἐν | ||
ῥῆμα , πειθώ : φείδω τὸ ῥῆμα , φειδώ : ἐρατὸς , Ἐρατώ : χρεῖα , χρειώ : βασιλεὺς , |
. , . . , . ἀγαστά : ἀγαστά καὶ ἀγαστός ἐρεῖς καὶ ἐπιρρηματικῶς ἀγαστῶς , ὡς Ξενοφῶν . , | ||
γὰρ τὸ ἄγαν γέγονεν ἀγάζω τὸ θαυμάζω , καὶ ἐκεῖθεν ἀγαστός καὶ ἀγαθός , οἱονεὶ θαυμαστός : εἰ γὰρ ἦν |
, νικηφόρος τροπαιοῦχος ὀνομαζόμενος , ὡς ἀπ ' Ὀλυμπίων αὐτῶν φανεὶς τοῖς κινδυνεύουσι σύμμαχος , καὶ τὰ τοιαῦτα . Εἶτα | ||
τοίης τιμῆς δὲ * * * στίλβων δ ' Ἑρμείαο φανεὶς ἐπὶ τὴν δύσιν ἀστὴρ * * * * * |
τέρψιν ἔχοντα , δηλονότι πρὸς τὸν νενικηκότα , καθὰ παῖς ποθεινὸς ἀπὸ γυναικὸς γνησίας τῷ πατρὶ φαίνεται γεννηθεὶς αὐτῷ ἤδη | ||
διὰ βίου θαυμασθείς . ὦ ποθεινὸς μὲν τοῖς ἐντυχοῦσι , ποθεινὸς δὲ τοῖς ἄλλοις ἐντυχεῖν , μακαριστὸς δὲ καὶ τῆς |
ἐπτηχότων καθάπερ ἐν προσδοκίᾳ βροντῆς ἢ σεισμῷ πάντα κινοῦντι ἔρχεται Φήμη , ἡ θεὸς ἧς πόρρω τὸ ψεῦδος , τὸν | ||
γενεαῖς ὕμνησεν Ἡσίοδος ποιήσας τὰ ἔπη ταῦτα ἃ πάντες ᾄδουσι Φήμη δ ' οὔτις πάμπαν ἀπόλλυται ἥντινα πολλοὶ λαοὶ φημίξωσι |
τῶν πολεμίων σάκη διασείων . σαυρωτῆρος τῆς ἐπιδορατίδος . σαώτερος σωτήριος . εἴρηται δὲ ἀπὸ τοῦ ἀπολελυμένου Αἰολικοῦ τοῦ σάος | ||
ἀήρ ἀέρος ἀέριος , αἰθήρ αἰθέρος αἰθέριος , σωτήρ σωτῆρος σωτήριος : οὕτως οὖν καὶ ἀλιτήρ ἀλιτῆρος ἀλιτήριος . ἀπὸ |
πᾶσι τοῖς ἱστίοις εὐτρεπιζομένην , συνίησιν ὅτι ἔστι τις ὁ κατευθύνων ταύτην καὶ εἰς τοὺς προκειμένους λιμένας κατάγων , οὕτως | ||
, καθάπερ ἐκεῖνος ἐποίησεν , ἀλλ ' ἀτεχνῶς χρυσῇ ψυχῇ κατευθύνων τὴν οἰκουμένην , μεγάλα μὲν ἐκ τοῦ γένους ἔχων |
περὶ τῆς Σικελίας , ἔσθ ' οὕτω τις ἄφρων ἢ δυστυχὴς ὅτῳ ταῦτα ἤδη ἀφικέσθαι παρέστη , ὥστε τὴν πόλιν | ||
τράγον Πανὸς ἱερὸν κατέθυσέ τε καὶ σκευάσας ποικίλως ταύτην ὁ δυστυχὴς ἄρα τὴν δαῖτα ἄσατο , Αἰγυπτίων τε λεὼν πάμπολυν |
, καὶ συνεύνασθεν . καὶ ἐν ἀλλοδαπαῖς σπέρμ ' ἀρούραις τουτάκις ὑμετέρας ἀκτῖνος ὄλβου δέξατο μοιρίδιον ἆμαρ ἢ νύκτες : | ||
γάμον μιχθέντα κούρᾳ θ ' Ὑψέος εὐρυβία ὃς Λαπιθᾶν ὑπερόπˈλων τουτάκις ἦν βασιλεύς , ἐξ Ὠκεανοῦ γένος ἥρως δεύτερος : |
Ἑλένην Μενέλεως ὅπως λάβηι . εἰς ἄρ ' Ἰφιγένειαν Ἑλένης νόστος ἦν πεπρωμένος ; πάντ ' ἔχεις : Ἀρτέμιδι θύσειν | ||
ἐπιπνεύσουσιν ἀῆται : ἀλλὰ φίλοι , ξυνὸς γὰρ ἐς Ἑλλάδα νόστος ὀπίσσω , ξυναὶ δ ' ἄμμι πέλονται ἐς Αἰήταο |
τε γέγηθας , λυσίζων ' , ἀφανής , ἔργοισι δὲ φαίνηι ἅπασι , συμπάσχεις ὠδῖσι καὶ εὐτοκίηισι γέγηθας , Εἰλείθυια | ||
' ἀυτεῖς , ὦ Κύκλωψ ; ἀπωλόμην . αἰσχρός γε φαίνηι . κἀπὶ τοῖσδέ γ ' ἄθλιος . μεθύων κατέπεσες |
δὲ ὅτι τὴν ἐπιβάλλουσαν ἰσχὺν περιπεποίηται , ἀήττητος ὢν καὶ ἀκαταγώνιστος , παρ ' ὃ καὶ οὔτε ἀναγκάζεται ὑπό τινος | ||
ὀφθαλμὸν ἐμβάλλῃς τοῖς προειρημένοις καὶ φορῇς , ἔσῃ εἰς πάντα ἀκαταγώνιστος , νικῶν εἰς πᾶν πρᾶγμα καὶ ἐπιτυγχάνων . φεύξεται |
ἔρις ἀλλὰ φόνωι φόνος Οἰδιπόδα δόμον ὤλεσε κρανθεῖς ' αἵματι δεινῶι , αἵματι λυγρῶι . † τίνα προσωιδὸν † ἢ | ||
Πανδίονος γῆν πατρὸς εὐγενὴς δάμαρ ἰδοῦσα Φαίδρα καρδίαν κατέσχετο ἔρωτι δεινῶι τοῖς ἐμοῖς βουλεύμασιν . καὶ πρὶν μὲν ἐλθεῖν τήνδε |
μετάγων , ἔνθεν μὲν ὠνοῖτο , ἑτέρωθι δὲ ἀποδιδοῖτο , ἔμπορος οὗτος οὐδέν τι μεῖον ἢ Λάμπις ὁ Αἰγινήτης : | ||
. εἰ δὲ ἐπίσταται εἴπῃς , συντάξεις πρὸς τὸ ὅστις ἔμπορος κυρεῖ : ἔστι δὲ ψυχρόν : τὸ γὰρ πρῶτον |
τοῦτο καὶ προλέγει τὰ συνοίσοντα καὶ συμβάντος τινὸς ἀβουλήτου πάρεστιν αὐτοκέλευστος βοηθήσων , οὐ τὴν ἑτέραν φέρων μόνον ὠφέλειαν , | ||
τὰ ὅπλα ὥρμησαν : καὶ φθάνει τῷ Σερουιλίῳ συναχθεῖσα δύναμις αὐτοκέλευστος ἱκανή , ἣν ἐκεῖνος ἔχων συντεταγμένην , προσπίπτει τοῖς |
βασιλέων ἤθη . Ἀρχιερεὺς δὲ ἀναρρηθεὶς ἐς τὰ οἴκοι πάτρια ἐφῆκε μὲν κατὰ τοὺς ὑπὲρ τῶν τοιούτων νόμους , ὡς | ||
μὴ ἀδίκως αὐτὸ πάσχωσιν : καὶ διὰ τοῦτο οὐκ ἐλευθέραν ἐφῆκε γίγνεσθαι οὐδὲ ἄκριτον τὴν τιμωρίαν , ἀλλ ' ἐς |
νηῶν ἐλάσας ἰέναι πάλιν : εἰ δέ κεν αὖ τοι δώῃ κῦδος ἀρέσθαι ἐρίγδουπος πόσις Ἥρης , μὴ σύ γ | ||
κραβάτῳ ἀΰπνους ποιοῦσι τοὺς ἀνακειμένους . ἐὰν δέ τις λειώσας δώῃ τινὶ πιεῖν λάθρα , ἄυπνος ἀποθανεῖται : λύσιν δὲ |
, οὐ τροφήν . δειπνῶν δὲ πᾶς τἀλλότρια γίνετ ' ὀξύχειρ κοὐκ ἐγκρατής : τοῖς δὴ τοιούτοις βρώμασιν τὰ φάρμακα | ||
, οὐ τροφήν . δειπνῶν δὲ πᾶς τἀλλότρια γίνετ ' ὀξύχειρ κοὐκ ἐγκρατής . τοῖς δὴ τοιούτοις βρώμασιν τὰ φάρμακα |
, πάντας ἐψυχαγώγησεν : ἦν δὲ διθυραμβοποιός . καὶ ὁ νυμφίος Φιλόξενε , εἶπε , καὶ αὔριον ὧδε δειπνήσεις : | ||
, εἰ γάμου χρῄζεις , μηδ ' ἄγριος θὴρ ἀλλὰ νυμφίος γίνου . ” ὁ δὲ πτερωθεὶς τῇ δόσει τε |
ἑτέρους δεῖ , τοὺς δὲ διώκειν . Σὺν ἐλαίῳ ὠτογλυφίδα λαβοῦς ' ἀνασκάλλεται . Τὸ γὰρ ἕψημά σου γευόμενος ἔλαθον | ||
. . . . . . . . ἅμα δὲ λαβοῦς ' ἠφάνικε πηλίκον τινὰ οἴεσθε μέγεθος ἀρεσιαν ; μέγαν |
οὐκ ἐμποιεῖ : οἰκώδης , φορεύς : οἰκῆϊ λευκῷ : οἰκτρός : οἴκυλος , τὸ ὄσπριον : οἶκτος : οἰκτίρμων | ||
μύστρα : στρύχνος : ἀμυδρός : σεσημείωται τὸ οἶκτος καὶ οἰκτρός : οἶστρος : οἰκτίρμων : οἶδμα : οἴτη ὁ |
τοῦ θανόντος ἐν χεροῖν ἐμαῖν χραίνω , δι ' ὧνπερ ὤλετ ' . Ἆρ ' ἔφυν κακός ; ἆρ ' | ||
σύ νιν κατέκτας καὶ κασίγνηται σέθεν . ποῦ δ ' ὤλετ ' ; ἦ κατ ' οἶκον , ἢ ποίοις |
διὰ τοῦ κύριος καὶ θεός , τοῦ δὲ νοητοῦ ἀγαθοῦ σωτὴρ καὶ εὐεργέτης αὐτὸ μόνον , οὐχὶ δεσπότης ἢ κύριος | ||
δὲ μηδὲ κλέπτης ὁ τοῦ μαινομένου κλέψας τὸ ξίφος , σωτὴρ δέ , οὐδὲ μοιχὸς ὁ τὴν πλουσίαν διαφθείρας ἀλλὰ |
δὲ μέχρι τῆς αὐλείου θύρας ἡ μήτηρ ὀδυρομένη , ὀνόματι καλοῦσα τὴν κόρην . ἐπορεύετο δὲ ἡ παρθένος ἡσυχῆ καὶ | ||
ὦν ἐπίομες οἶνον . οἰβοιβοῖ τάλας . περὶ σᾶμά με καλοῦσα κατίσκα λέγοι . φοῦ τῶν κακῶν . ὃ καὶ |
ῥυθμισθέντα ἐξ ἧς καὶ τὴν προσηγορίαν ἔλαβον ἴαμβοι λέγεσθαι . Ἰάμβη δὲ θυγάτηρ Ἠχοῦς καὶ τοῦ Πανὸς , Θρᾷσσα τὸ | ||
αὐτὴν κυκεῶνα ἐκέλευσεν αὑτῇ κατασκευάσαι , ὃν δηξαμένη ἔπιεν . Ἰάμβη δέ τις δούλη τῆς Μετανείρας ἀθυμοῦσαν τὴν θεὸν ὁρῶσα |
, καὶ πάσχειν ἕτοιμοι πᾶν , ὅ τι ἂν ὁ δαίμων καὶ τὸ χρεὼν φέρῃ . μαντεύομαι δὲ καλοῖς ἐγχειρήμασιν | ||
ἐπῄνει τὴν φιλεργίαν . ἐφάνη δέ μοί ποθεν ὁ Κωρυκαῖος δαίμων , Στρόμβιχος ὁ παμπόνηρος . ἰδὼν γάρ με ἐφεπόμενον |
. . διέστρεψεν , διέσυρεν . . εἰσδὺς : Λάθρα ὑπεισελθών : τοῦτο γὰρ τὸ εἰσδὺς σημαίνει . . . | ||
τοὺς στρουθούς . Σχολαστικὸς ἰδὼν στρουθοὺς ἐπὶ δένδρου , λάθρα ὑπεισελθών , ὑφαπλώσας τὸν κόλπον ἔσειε τὸ δένδρον ὡς ὑποδεξόμενος |
ἐν μὲν τοῖς δυνατοῖς οὐδὲ κελευσθῆναι περιμένω : πρῴην γοῦν ἄκλητος ἧκον ἐπὶ τὴν βοήθειαν . ὅταν δέ τι ᾖ | ||
, βράττω , δεύω , μάττω , πέττω . χωρεῖ ἄκλητος ἀεὶ δειπνήσων : οὐ γὰρ ἄκανθαι . τὸ δὲ |
τρίχες τέ μου . θές νυν τὸν ἀγκῶν ' εὐρύθμως κἆιτ ' ἔκπιε , ὥσπερ μ ' ὁρᾶις πίνοντα χὤσπερ | ||
θέσφατ ' ἐξηγήσατο , κἄμ ' ὡς ὑπέστην θῦμα , κἆιτ ' ἐψευδόμην Ἀρτέμιδι θύσειν ; οὐ ξυναρπάσας στρατόν , |
* αἰδώς τοι πρὸς ἀνολβίῃ : διὰ τὴν αἰδῶ ταύτην ἄνολβος ἔσῃ καὶ ἄπορος αἰσχυνόμενος ἐργάζεσθαι : διὰ δὲ τὸ | ||
ἔστω . ἐκ τῶνδ ' ἀνάγκας ἄτερ δίκαιος ὢν οὐκ ἄνολβος ἔσται : πανώλεθρος δ ' οὔποτ ' ἂν γένοιτο |
καὶ θυόεντες βωμοὶ καὶ τέμενος , τετέλεστο δὲ πάντα μελάθρωι ἕδρανά τε κλισμοί τε θεοκλήτους ἐπὶ δαῖτας . Καὶ τότε | ||
καὶ θυόεντες βωμοὶ καὶ τέμενος , τετέλεστο δὲ πάντα μελάθρωι ἕδρανά τε κλισμοί τε θεοκλήτους ἐπὶ δαῖτας . Καὶ τότε |
ἀνδράσι γίγνεται οἴνου : εἴ τις τόν γε πίοι καὶ ἀπότροπος οἴκαδ ' ἀπέλθοι δαιτὸς ἀπὸ γλυκερῆς , οὐκ ἄν | ||
ἀπόφημι ἀπολέγω : ἢ διαρρήδην , μετὰ παρρησίας λέγω . ἀπότροπος οὐκ ἐπιστρέφων εἰς τὴν πόλιν , ἀποτετραμμένος τῆς τοῦ |
φοβεῖσθαι . Ἀδίκοις φίλοισιν ἢ κακοῖς μὴ συμπλέκου . Ἀνὴρ ἄβουλος ἡδοναῖς θηρεύεται . Ἄλυπον ἄξεις τὸν βίον χωρὶς γάμου | ||
τοὺς καιροὺς παριείς , ἀπερίσκεπτος , ἀπροόρατος , ἀπρονόητος , ἄβουλος , κακόβουλος , ἄπορος γνώμης , ἀπρόοπτος , ἀμήχανος |
ψυχὴν ἔχοντα ] ἃς πῶς ποτ ' , ὦ δέσποινα ποντία Κύπρι , βινεῖν δύνανται , τῶν Δρακοντείων νόμων ὁπόταν | ||
οὐ γάρ τις αὐτὸν οὔτε πυρφόρος θεοῦ κεραυνὸς ἐξέπραξεν οὔτε ποντία θύελλα κινηθεῖσα τῷ τότ ' ἐν χρόνῳ , ἀλλ |
. Λ . φ . χ . δειπνήσας ἅμ ' ὕεσσιν ἀνακτορίῃσιν ἑπέσθω . † ) ὁ Ἀρίσταρχος ταῖς δεσποτικαῖς | ||
ἐξελθών : ἅμα δ ' ἠόϊ φαινομένηφι δειπνήσας ἅμ ' ὕεσσιν ἀνακτορίῃσιν ἑπέσθω . νῶϊ δ ' ἐνὶ κλισίῃ πίνοντέ |
χθονία ἠδ ' οὐρανία πάλιν αὐτή , ἐγκυκλία , παίκτειρα διώγμασιν ἠεροφοίτοις , ἣ φάος ἐκπέμπεις ὑπὸ νέρτερα καὶ πάλι | ||
: ἐκπεφεύγασιν γάμοι με . κεἰ μὲν ἦν ἁλώσιμος ναῦς διώγμασιν , πονήσας εἷλον ἂν τάχα ξένους : νῦν δὲ |
. Οὗτος σύ , πῶς δεῦρ ' ἦλθες ; ἢ τοσόνδ ' ἔχεις τόλμης πρόσωπον ὥστε τὰς ἐμὰς στέγας ἵκου | ||
' ὁ θὴρ τοσοῦτον εἶπε : Παῖ γέροντος Οἰνέως , τοσόνδ ' ὀνήσῃ τῶν ἐμῶν , ἐὰν πίθῃ , πορθμῶν |
κορώνῃ παρθένος φέρει σῦκα . θεοί , γένοιτο πάντ ' ἄμεμπτος ἡ κούρη κἀφνειὸν ἄνδρα κὠνομαστὸν ἐξεύροι : καὶ τῷ | ||
καθ ' ἡμᾶς . εὐλόγως οὖν ἔφη : ” γίνου ἄμεμπτος ” , μέγα πλεονέκτημα πρὸς εὐδαίμονα | βίον ὑπολαβὼν |
Σερουίλιος τὸν δῆμον ἀδικεῖ ; οὐ γὰρ δὴ θεῶν τις ἐγγυητὴς τοῖς στρατηγοῖς τῆς ἁπάντων ψυχῆς τῶν ἀγωνιουμένων γίνεται , | ||
ἑκόντας ποιεῖν τὰ δέοντα . εἰ μὲν γάρ ἐστί τις ἐγγυητὴς ὑμῖν θεῶν ὡς , ἐὰν ἄγηθ ' ἡσυχίαν καὶ |
τὰ ἔργα ἢ ἐπὶ λόγους τοιούτους , εἴ τις οὖν εὔπορος οὕτω γένηται καὶ τὴν αἰδῶ ἡ ἀναίδεια νικήσῃτοῦτο γὰρ | ||
λεία , ὁμαλή , ἄλιθος , ἱππόκροτος , ἱππόδρομος , εὔπορος . χωρία ἄφιππα , δύσιππα , ἄβατα , δύσβατα |
τε ἀφανῶς ἀδώρητος γενόμενος . Πλάτων μέντοι γε ἐν Συμποσίῳ ἄδωρος εἶπεν . καὶ γάρ φησιν ἄδωρος δυσμενείας ἀντὶ τοῦ | ||
: σημαίνει τὸ τὰ μαντευθέντα ἅπαξ πειρᾶσθαι ἀμάντευτα ποιεῖσθαι . ἄδωρος χάρις : ἡ μὴ ἐπὶ τέλους ἐλθοῦσα δωρεά . |
σε , πάντα δὴ φωνεῖν χρεών . Ὅθ ' εἷρπε κλεινὴν Εὐρύτου πέρσας πόλιν , νίκης ἄγων τροπαῖα κἀκροθίνια , | ||
τὸ Διονύσῳ καθιερωμένον ὄρος ” ὅθεν κατεῖδον τὴν βεβακχιωμένην βροτοῖσι κλεινὴν „ Νῦσαν , ἣν ὁ βούκερως Ἴακχος * αὐτῷ |
γὰρ τὸ δεύτερον τὸ πρότερον . . . . . ὑπερφιάλοισι μεθ ' ἡμῖν . * ) [ ἡ διπλῆ | ||
ἀντίον ηὔδα : “ Ἀντίνο ' , οὔ πως ἔστιν ὑπερφιάλοισι μεθ ' ὑμῖν δαίνυσθαί τ ' ἀκέοντα καὶ εὐφραίνεσθαι |
κεῖνος ἔτ ' ἐμπελάσειε θυτὴρ φίλος οὐδέ κε βωμῶν εὐαγέως ψαύσειεν , ὁμωροφίους δὲ μιαίνει , ὅς κεν ἑκὼν δελφῖσιν | ||
ὅτι γένοιτ ' ἐρήμη , κλαῖε δ ' ὀργάνων ὅτου ψαύσειεν οἷς ἐχρῆτο δειλαία πάρος : ἄλλῃ δὲ κἄλλῃ δωμάτων |
φυσικῶς : εἰ δὲ διαγνωστικὸν , οὕτως ἐξηγήσῃ , ὅτι εἰσερχόμενος πρὸς νοσοῦντα , εἰ θέλεις καλῶς θεραπεῦσαι , προηγείσθω | ||
Βοιωτίας ⌈ ὑπόγαιον [ ὑπόγειον ] . . . ⌈ εἰσερχόμενος εἰσελθὼν [ εἰσήρχετο ἐν αὐτῷ καὶ . ] ἐμαντεύετο |
καὶ εὐτελὲς ἡ δει - νοπάθεια . φιλόδακρυς δὲ καὶ πολύδακρυς καὶ θρηνητικὸς καὶ ὀδυρτικὸς καὶ θρηνώδης , καὶ θρήνων | ||
, ὦ Χαιρεφῶν , ὄρνις ἀλκυὼν ὀνομαζομένη , πολύθρηνος καὶ πολύδακρυς , περὶ ἧς δὴ παλαιὸς ἀνθρώποις μεμύθευται λόγος : |
πολύχωστον ἂν εἶχες τάφον διαποντίου γᾶς , δώμασιν εὐφόρητον φίλος φίλοισι τοῖς ἐκεῖ καλῶς θανοῦ - σιν , κατὰ χθονὸς | ||
Καδˈμεῖοί νιν οὐκ ἀέκοντες ἄνθεσι μείγνυον , Αἰγίνας ἕκατι . φίλοισι γὰρ φίλος ἐλθών ξένιον ἄστυ κατέδˈρακεν Ἡρακˈλέος ὀλβίαν πρὸς |
' ὀλίγοισιν ἦν ψεῦδος , νῦν δ ' εἰς ἅπαντας ἐξελήλυθ ' ἀνθρώπους . ” [ Εἰ δ ' ἔστιν | ||
ἐὰν δὲ μικρὸν παντελῶς ἀνθρώπιον , σταλαγμόν . λαμπρός τις ἐξελήλυθ ' , * * ὄλολυς οὗτός ἐστι : λιπαρὸς |
βακχευθείσης καὶ μανείσης πρὸς ἔρωτα δηλονότι σύφαρ καὶ γεραιὸς κόραξ θανεῖται σὺν ὅπλοις ἤτοι πολεμῶν πέλας τοῦ Νηρίτου τὸ πόντιον | ||
μῦθος ἀέξει . Ὤιμοι φοβοῦμαι τὸ προσέρπον : περίφαντος ἁνὴρ θανεῖται , παραπλήκτῳ χερὶ συγκατακτὰς κελαινοῖς ξίφεσιν βοτὰ καὶ βοτῆρας |
, ὃν οὔτε εἰπεῖν ῥᾴδιον , οὔτε ἀκούσας τις ἴσως πιστεύσει πρὶν αὐτόπτης γενέσθαι τοῦ θεάματος . εἰς γὰρ τὸν | ||
ἔργα . Ἀλλὰ ἐσθὴς ἐνέκειτο καὶ ἄργυρος : καὶ τίς πιστεύσει νοῦν ἔχων ὅτι τοσαῦτα φέρουσα ναῦς πεῖσμα εἶχε λύγον |
παρὰ τὸ σχέθω κατὰ σύνθεσιν καὶ ἔκτασιν , καὶ τροπῇ ἀσκηθής , ὁ ὑγιής . . . . ἀσκαλαβώτης : | ||
δὲ τῆς παιδιᾶς “ ἀμφ ' ἀστραγάλοισι χολωθείς . ” ἀσκηθής ὑγιής , ἀσινής . ἀσύφηλος ἀμαθής , οὐδενός , |
, πέπαυσο καὶ παράλειπε λέγων τὰ εὐτυχήματα δυστυχημάτων παρόντων : ποθεινὰ δάκρυα : ποθεινοποιὰ δάκρυα καταλιποῦσα ταῖς παρθένοις ἔξειμι , | ||
γενομένη καταλίπῃ μὲν αὐτοὺς , πρόσθηται δὲ τῷ ξένῳ . ποθεινὰ δ ' Ἑλλάς : ἡ ποθεινὴ δὲ Ἑλλὰς αὐτὴν |
' ἔχρῃζεν οὐ γνωσοίατο . Τοιαῦτ ' ἐφυμνῶν πολλάκις τε κοὐχ ἅπαξ ἤρασς ' ἐπαίρων βλέφαρα : φοίνιαι δ ' | ||
ἐπὶ τοῖς ἄμβωσιν ἄνω πέντε κέλητας πεντεσκάλμους , περιαγγέλλειν τε κοὐχ ὑποκαίειν Λυκίων πρυτάνεις : ψυχρὸν τουτί : παύου φυσῶν |
ἀχνύμενοι : μετὰ δέ σφι πατὴρ κίε δάκρυα λείβων , ποινὴ δ ' οὔ τις παιδὸς ἐγίγνετο τεθνηῶτος . Τοῦ | ||
ἀχνύμενοι . μετὰ δέ σφι πατὴρ κίε δάκρυα λείβων . ποινὴ δ ' οὔ τις παιδὸς ἐγίγνετο τεθνηῶτος . ἀθετοῦνται |
ἀνθρώπων πολιτείας : ὡς καὶ παρ ' Ὁμήρῳ ὁ Ζεὺς ἐτέρπετο καθορόων Τρώων τε πόλιν καὶ λαὸν Ἀχαιῶν καὶ νόσφιν | ||
ῥοδῆ δὲ τὸ φυτόν . Ἀρχίλοχος : ἔχουσα θαλλὸν μυρσίνης ἐτέρπετο ῥοδῆς τε καλὸν ἄνθος . ῥύεσθαι καὶ ἐρρύεσθαι διαφέρει |
: μὴ παρέχουσα μηχανὴν πρὸς τὸ καταγοητεῦσαι τοὺς ἐχθρούς : ἀβοήθητος : πρὸς τὸ ἰσχυρὸν τῆς τόλμης ἔρχομαι , οἷον | ||
καὶ ἀντὶ τοῦ παντελῶς . οὕτω Πλάτων . Ἀτιμώρητος . ἀβοήθητος ἢ θαυμαστός : ἐστὶ δ ' ὅτε καὶ ὁ |
εἱμάτων ἂν ηὐξάμην , δόμοισι προυνεχθέντος ἐν χρηστηρίοις , ψυχῆς κόμιστρα τῆσδε μηχανωμένη . ῥίζης γὰρ οὔσης φυλλὰς ἵκετ ' | ||
εὔνους ] μὲν ἥξει δεῦρο Ταντάλου βία , ζητῶν ] κόμιστρα τῆσδε , καὶ πεφρασμένος [ : Φοῖβος ] δὲ |
, κοὔποτ ' αὖθις , ἀλλά μ ' ὁ παγκοίτας Ἅιδας ζῶσαν ἄγει τὰν Ἀχέροντος ἀκτάν , οὔθ ' ὑμεναίων | ||
ξυνωιδοὶ κακοῖς , ἴτ ' ὦ ξυναλγηδόνες , χορὸν τὸν Ἅιδας σέβει : διὰ παρῆιδος ὄνυχι λευκᾶς αἱματοῦτε χρῶτα φόνιον |
τὸν δὲ σεμνότερον , ὃς οὐ πᾶσιν ἀλλὰ τοῖς ἀληθῶς σεμνοῖς καὶ θεσπεσίοις ἀνδράσι πρόσεστι , μηνυτέον . τοῦτον τὸν | ||
σὺν Ἥρᾳ : τίεται δ ' αἰολόμητις θεὸς ἔργοις ἐπὶ σεμνοῖς . μετάκοινοι δὲ φίλᾳ ματρὶ πάρεισιν Πόθος ᾇ τ |
, πίστευσον , οὐ φανήσομαι : σὲ δ ' ἐξελέγξω πάντοτ ' ἠδικηκότα : Ἐτεοκλέης σκῆπτρα συγγόνῳ φέρειν [ ] | ||
. Λυπεῖ με δοῦλος δεσπότου μεῖζον φρονῶν . Λύπη παροῦσα πάντοτ ' ἐστὶν ἡ γυνή . Λόγον παρ ' ἐχθροῦ |
οὐ πλεύσεις καλῶς β ὁ συνεχόμενος ἀπολυθήσεται γ ἀπαλλαγήσῃ τῆς φίλης ὅτε οὐκ ἐλπίζεις δ γενήσῃ ἐπίσκοπος ὅτε οὐκ ἐλπίζεις | ||
: ὅθεν μοι πρώτα φάτις : ὅθεν , ἐκ τῆς φίλης δηλονότι . ὅπου πρῶτον ἔμαθον τὴν Φαίδραν κακουμένην ἔσω |
μέν , ὅτι μὴ νῦν δύναται διαλῦσαι τὸ χρέος , εὐχόμενος δὲ τοῖς θεοῖς ὡς τάχιστα δυνηθῆναι , μικρὰν δὲ | ||
. Σχέτλιε , τίπτε σὺ Τρῶας ἀνηλεγέως ὀλέεσκες , πάντων εὐχόμενος πολὺ φέρτατος ἔμμεναι ἀνδρῶν μητρός τ ' ἀθανάτης Νηρηίδος |
' ἀπέχει τοῦ τιμῆς τινος διὰ ταῦτα τυχεῖν ὥστ ' ἀπειρόκαλος πρὸς ἔδοξεν εἶναι . οὗτος τοίνυν ἀνελὼν τὰ τῆς | ||
' ἀπέχει τοῦ τιμῆς τινος διὰ ταῦτα τυχεῖν ὥστ ' ἀπειρόκαλος πρὸς ἔδοξεν εἶναι . οὗτος τοίνυν ἀνελὼν τὰ τῆς |